βιαίου θανάτου ἔργον ἐγένοντο . Ὅτι Ἀρίστιππος ἑταίρων αὐτῷ τινων ὀδυρομένων βαρύτατα πολλὰ μὲν καὶ ἄλλα πρὸς αὐτοὺς εἶπε λύπης
καὶ ἦχος , καὶ θόρυβος γίνεται τῶν ἀδικουμένων , δηλονότι ὀδυρομένων καὶ θρηνούντων , καὶ ἑτέρων πολλῶν καταβοωμένων τὴν ἄδικον
6562437 στεναγμος
ἦν πάροιθε μὲν ὄλβος δικαίως : νῦν δὲ τῇδε θἠμέρᾳ στεναγμός , ἄτη , θάνατος , αἰσχύνη , κακῶν ὅς
τῆς πόλεως . διήκει ] διέρχεται . θ στόνος ] στεναγμός . στένουσι ] στενάζουσι . στένει ] στενάζει .
6558610 Ἀκοντιος
ἦν ἡμῖν ἡ σπουδὴ τὸν ἄνδρα ἀρέσαι λόγοιςτούτου τοίνυν ἀδελφὸς Ἀκόντιος ὢν κηδεστὴς Εὐτροπίου γίνεται , τοῦ Κέλσου ἀδελφοῦ ,
οἷς ἐπίστανται μεγάλους ὄψεταί τις καὶ τοῖς ἄλλοις μεγάλους . Ἀκόντιος ἀδελφὸς Ἀντωνίνου τοῦ Ἀρμενίουτὸν δὲ Ἀντωνῖνον αὐτὸς μὲν ἔτι
6546257 πολισσουχων
, ὡς ἂν τῶν πολισσούχων θεῶν βωμοὺς προνάους καὶ † πολισσούχων ἕδρας εὕρωμεν , ἀσφάλεια δ ' ᾖ δι '
, στρατῷ τε θάρσος τῷδε πυργηρουμένῳ , βρέτη πεσούσας πρὸς πολισσούχων θεῶν αὔειν , λακάζειν , σωφρόνων μισήματα ; μήτ
6530441 λευγαλεοισι
' ἐνὶ κλισίῃ πίνοντέ τε δαινυμένω τε κήδεσιν ἀλλήλων τερπώμεθα λευγαλέοισι μνωομένω : μετὰ γάρ τε καὶ ἄλγεσι τέρπεται ἀνήρ
ἔτλην μέγα πένθος , ἐπεὶ θεὸν οὔ τι ἔοικε πένθεσι λευγαλέοισι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἀχεύειν . Τῶ σε καὶ ἀχνυμένην
6493076 καρτιστοι
ἀντίθεον Πολύφημον Θησέα τ ' Αἰγεΐδην , ἐπιείκελον ἀθανάτοισιν : κάρτιστοι δὴ κεῖνοι ἐπιχθονίων τράφεν ἀνδρῶν : κάρτιστοι μὲν ἔσαν
ἀθάνατοί τε θεοὶ θνητοί τε Γίγαντες σύμβαλον εἰς ἔριδα κρατερὴν κάρτιστοι ἐόντες : πανδερκὴς δ ' ἄρ ' ἔπειτα θεὰ
6479668 ῥημαθ
ἱπποδέτην ῥυτῆρα λαβὼν παίει λιγυρᾷ μάστιγι διπλῇ , κακὰ δεννάζων ῥήμαθ ' ἃ δαίμων κοὐδεὶς ἀνδρῶν ἐδίδαξεν . Ὥρα τιν
τάφρους ἢ ' π ' ἀσπίδων ἐπόντας γρυπαιέτους χαλκηλάτους καὶ ῥήμαθ ' ἱππόκρημνα , ἃ ξυμβαλεῖν οὐ ῥᾴδι ' ἦν
6465293 συνθεσιαι
. . ἀνέραστος ἄρα ὡς ἔοικεν ἦσθα : πῇ δὴ συνθεσίαι τε καὶ ὅρκια βήσεται ἡμῖν ; οἷος γὰρ ἦν
νηπιάχοις οἷς οὔ τι μέλει πολεμήϊα ἔργα . πῇ δὴ συνθεσίαι τε καὶ ὅρκια βήσεται ἥμιν ; ἐν πυρὶ δὴ
6431964 δυστυχουντι
ἀποίσομαι ὡς φρονίμη καὶ συνετή : συνετῆς γὰρ τὸ καὶ δυστυχοῦντι τῷ πατρὶ αἱρεῖσθαι συνεῖναι , ὡσεὶ ἔλεγεν : ἐβουλόμην
οἱ δὲ πολλοὶ τὰ τῆς φρουρᾶς ὅπλα καταπεπληγμένοι συνήλγουν τῷ δυστυχοῦντι , καὶ τήν τε ἐκείνου συμφορὰν ἅμα καὶ τὴν
6401770 ἀνωφελει
ταῖς νήσοις : οἱ Σκιωναῖοι σφῶν : τῶν Ἀθηναίων . ἀνωφελεῖ : λείπει , ἐν θαλάττῃ ὕστερον : ἤγουν μετὰ
καὶ διανοίγων . θ ματαίᾳ ] ψευδεῖ . ματαίᾳ ] ἀνωφελεῖ . θ ματαίᾳ ] ἀνωφελεῖ , ψευδεῖ : οὐ
6389268 στενοντων
μεταβαλεῖ ; χωρὶς δὲ δογμάτων μεταβολῆς τί ἄλλο ἢ δουλεία στενόντων καὶ πείθεσθαι προσποιουμένων ; ὕπαγε νῦν καὶ Ἀλέξανδρον καὶ
οἰμωγή τε καὶ εὐχωλὴ πέλεν ἀνδρῶν , ἡδομένων ὁμοῦ καὶ στενόντων ; Μὴ σύ γε , ὦ δειλαία ψυχή :
6372028 ὑπερτεροι
, τοὺς σώφρονας μὴ εἶναι τοιούτους οἷον ἐφέσει νομίμων γάμων ὑπέρτεροι τῶν περὶ τὰ ἀλλότρια κάλλη καθίστανται ἐπιθυμιῶν . ἀλλὰ
δ ' ἠιθέοισι μάλιστα . ἀλλ ' ἤτοι τούτων μὲν ὑπέρτεροι Οὐρανίωνες : ἔσσεται ὡς ἐθέλουσιν . ἐγὼ δέ σε
6366962 ἐκτελεειν
τῷ τοιούτῳ λόγῳ ὁτὲ μὲν εἰπών : ἀλλὰ τάδ ' ἐκτελέειν , ἅ σε μὴ μετέπειτ ' ἀνιήσῃ , ὁτὲ
ἀίουσα γήθεεν ἐν φρεσὶ πάμπαν : ὀίσατο γὰρ μέγα ἔργον ἐκτελέειν αὐτῆμαρ ἀνὰ μόθον ὀκρυόεντα , νηπίη , ἥ ῥ
6339632 λυγρων
' ἐνὶ στέρνοισιν ἀκαμπέα θυμὸν ἐνώμα : δρέψατο γὰρ παλάμῃσι λυγρῶν ἀποθρίσματα ῥιζῶν . Καὶ τότ ' ἐγὼ φόρμιγγος ἐφήρμοσα
ἐόντε . συμφερτὴ δ ' ἀρετὴ πέλει ἀνδρῶν καὶ μάλα λυγρῶν , νῶϊ δὲ καί κ ' ἀγαθοῖσιν ἐπισταίμεσθα μάχεσθαι
6338607 μεμαντευμενων
αὐτά , εὐθυμότεροι δὲ ἦσαν , τὰ τέλη σκοποῦντες τῶν μεμαντευμένων . Ἤδη μὲν οὖν ἐθορύβουν οἱ ναῦται , καὶ
Ἄπολλον χρήσας χαλεπώτατα , οἴκτειρον ἤδη καὶ τὰ τέλη τῶν μεμαντευμένων ἀποδίδου . Καὶ ὁ μὲν Ἁβροκόμης ταυτὶ κατοδυρόμενος ,
6337487 Φειδιππιδη
δῆτ ' ἂν ἥδιστ ' αὐτὸν ἐπεγείραιμι ; πῶς ; Φειδιππίδη , Φειδιππίδιον . τί , ὦ πάτερ ; κύσον
ἀδίκους . νικᾶν ] τοὺς δικαίους . σκέψαι ] ὦ Φειδιππίδη . ὡς ] ὅτι , πῶς . δειλὸν ποιεῖ
6332548 ἑωθινας
Τῷ Ἰαννουαρίῳ μηνὶ χρὴ τὰς ἀναδενδράδας κλαδεύειν , φυλαττομένους τὰς ἑωθινὰς καὶ δείλης ὀψίας ὥρας . Τῷ αὐτῷ μηνὶ χρὴ
, οὐδὲν ἐμποδὼν μὴ καθαρθῆναι μετρίως . τὰς δ ' ἑωθινὰς καθάρσεις μετ ' ὀξυμέλιτος ποιῆσαι , τῶν ἁλῶν προσμίσγων
6328106 φλεγυρα
ἐν εἰσθέσει τρία μὲν δίρρυθμα ἓν δὲ τρίρρυθμον . Γ φλεγυρά : λαμπρά , φέγγουσα , λάμπουσα , ἢ θερμὴ
ἐν εἰσθέσει τρία μὲν δίρρυθμα ἓν δὲ τρίρρυθμον . Γ φλεγυρά : λαμπρά , φέγγουσα , λάμπουσα , ἢ θερμὴ
6327014 προϊδων
δὲ προϊδεῖν ἦν τότε , σοφώτερος ἂν ἦν ἡμῶν ὁ προϊδών ; Τὸ ποῖον δὴ λέγεις ; Εἰς τὸ γεγονὸς
θαλάσσης κατέπηξαν , ὥστε δεινὸν ἦν προσπλεῦσαι , μὴ οὐ προϊδών τις ὥσπερ περὶ ἕρμα περιβάλῃ τὴν ναῦν . ἀλλὰ
6309999 ἀψορροι
οἱ Ἀντήνωρ περικαλλέα βήσετο δίφρον . τὼ μὲν ἄρ ' ἄψορροι προτὶ Ἴλιον ἀπονέοντο : Ἕκτωρ δὲ Πριάμοιο πάϊς καὶ
. τῇ δὲ καὶ αὐτόματοι θυρέων ὑπόειξαν ὀχῆες † ὠκείαις ἄψορροι ἀναθρῴσκοντες ἀοιδαῖς . γυμνοῖσιν δὲ πόδεσσιν ἀνὰ στεινὰς θέεν
6307600 δυστυχια
' ] ἐν ἄλλῳ καιρῷ ἄλλον ] ἄνθρωπον πημονὴ ] δυστυχία προσιζάνει ] προσέρχεται , προσκάθηται [ ] . σύστημα
ἀντὶ τοῦ οὐκ ὀδύρομαι : ἀλλὰ ἡ τοῦ ἀποθανεῖν μοι δυστυχία βελτίων ἐφάνη τοῦ ζῆν ἀτίμως . τοῦτο δὲ λέγει
6306217 ὀτοβον
⋮ – ˘ – × – ˘ × . . ὄτοβον ] ? ὠ [ [ ] πνευμα ? [
τὸν τῶν χνοῶν κτύπον . . τῶν καρουχῶν . . ὄτοβον ] κτύπον . ἁρμάτων ] τῶν πολεμίων . .
6298999 πᾳ
ἀρετᾶς πέρι καὶ ῥιμφαρμάτου διφˈρηλασίας . ἐμὲ δ ' ὦν πᾳ θυμὸς ὀτˈρύνει φάμεν Ἐμμενίδαις Θήρωνί τ ' ἐλθεῖν κῦδος
ἄλειφαρ . Νύμφαι Κασταλίδες Παρνάσιον αἶπος ἔχοισαι , ἆρά γέ πᾳ τοιόνδε Φόλω κατὰ λάινον ἄντρον κρατῆρ ' Ἡρακλῆι γέρων
6297820 πρευμενης
μόρφνος ὁ ἀετὸς , ἐκ τοῦ πρᾷος καὶ εὐμενὴς ὁ πρευμενὴς , ἐκ τοῦ ἠλεὸν καὶ μάταιον ἠλέματον , ἐκ
ἀκραιφνὲς αἶμ ' ὅ σοι δωρούμεθα στρατός τε κἀγώ : πρευμενὴς δ ' ἡμῖν γενοῦ λῦσαί τε πρύμνας καὶ χαλινωτήρια
6296241 ἀνελπιστοι
ἢ τῇ περιουσίᾳ τοῦ ναυτικοῦ ἰσχύοντες . καὶ νῦν οὔτε ἀνέλπιστοί πω μᾶλλον Πελοποννήσιοι ἐς ἡμᾶς ἐγένοντο , εἴ τε
ὑπολιπόντας „ τὴν ἀρχήν : τῶν Ἑλλήνων δηλονότι . οὔτε ἀνέλπιστοί πω . . . : οὐδὲν μᾶλλον ἀπηλπίκασι Πελοποννήσιοι
6295546 θελησητε
θλίψεως τῆς ἐρχομένης με - γάλης . ἐὰν δὲ ὑμεῖς θελήσητε , οὐδὲν ἔσται . μνημονεύετε τὰ προγεγραμμένα . ταῦτα
' ἐκεῖν ' εἰδώς , ὅτι ἂν μὲν μὴ ' θελήσητε τῶν ἀντιλεγόντων ἀκοῦσαι , ἐξηπατῆσθαι φήσουσιν ὑμᾶς , ἂν
6290979 πραϋνεται
συμβαίνει εὔκρατον εἶναι . Ἐν δὲ ταύτῃ τῇ . ἡμέρᾳ πραΰνεται καὶ τὸ θυμοειδὲς τῶν ζώων : διότι καὶ ἡ
τὸν οἶνον , κἂν μηδέπω διψῶσι , κελεύειν προσφέρεσθαι : πραΰνεται μὲν γὰρ αὐτοῖς εὐθέως ὁ λιμὸς ἐπὶ τῇ τοιαύτῃ
6278097 ἀτεκμαρτοι
καρτερικοῖς , καρτεροπόνοις , τοῖς ὑπομονητικοῖς , τοῖς τληπαθέσι , ἀτέκμαρτοι : ἀπλήρωτοι , ἀσήμαντοι , ἀφανεῖς , ἄδηλοι .
ἀτερπέα δ ' αὖλιν ἔκυρσαν . τλησιπόνοις δ ' ἁλιεῦσιν ἀτέκμαρτοι μὲν ἄεθλοι , ἐλπὶς δ ' οὐ σταθερὴ σαίνει
6277562 Λιαν
πανοῦργος γέγονεν . Θ . . . ὡς πολὺ : Λίαν καταπολύ . μεθέστηχ ' : Μετεβλήθη . εἶχε :
σοι αὐτὸν ἐν μιᾷ νυκτί . Καὶ ἔγνω Ἰακὼβ τὴν Λίαν , καὶ συλλαβοῦσά με ἔτεκε : καὶ διὰ τὸν
6266252 ὑβρισμενοι
τὸν βασιλέα , τάς τε ὕβρεις ἁπάσας , ὅσας ἦσαν ὑβρισμένοι πρὸς τῶν μειρακίων , κατηγόρουν , καὶ τοὺς τραυματίας
καὶ ἡμῖν ἔσονται δύσνοι , ὡς ὑφ ' ἡμῶν ἀτεχνῶς ὑβρισμένοι , μανία δή που σαφὴς ἀντὶ μικρῶν καὶ φαύλων
6256782 Ἐλθουσα
, ἅπερ ἥρπαζον οἱ σύνδουλοι . ἰοῦς ' εἴσω : Ἐλθοῦσα ἐντὸς , ἵνα . . . . ὥσπερ νεωνήτοισιν
ῥυείσης δὲ μέχρι τῶνδε , οἷον γραμμῆς ἐκ κέντρου . Ἐλθοῦσα δὲ ἐνθάδε τούτῳ τῷ μέρει ὁρᾷ , ᾧ καὶ
6256337 ἀσθμαινουσα
ὥσπερ οἱ πολλοὶ τῶν λεγομένων ἐνθέων ἀνδρῶν καὶ γυναικῶν , ἀσθμαίνουσα καὶ περιδινοῦσα τὴν κεφαλὴν καὶ πειρωμένη δεινὸν ἐμβλέπειν ,
φοίνικος νέον ἔρνον ἀνερχόμενον . ἀλυσθμαίνουσα : ἤτοι πνευστιῶσα , ἀσθμαίνουσα . νύμφα Διός : πρὸς τὴν Ἥραν ὁ λόγος
6253993 ἐρυκεν
ἂν ὥρμησα πιστεύειν τινὶ αὐτῶν , ἕτερος δέ με θυμὸς ἔρυκεν . Ἐφ ' οἷς ἅπασιν ἀμηχανῶν ἐπὶ γῆς μὲν
' ἐφράσσατ ' ἐπὶ προθύροισιν Ὄλεθρον . Εὖτε γὰρ ὕπνος ἔρυκεν ἀνὰ πτόλιν ἄλλοθεν ἄλλον οἴνῳ ἐνιπλήθοντας ἀπειρεσίῳ καὶ ἐδωδῇ
6245654 ἀρωγος
' ἀναπτυχαί : πῶς ποτε ἐκφύγω τὰς παρούσας τύχας : ἀρωγός : φανείη δηλονότι : τοῦτο γὰρ ἀπὸ κοινοῦ :
ἐν συνθέσει ἀποφήλιος , καὶ τροπῇ ἀποφώλιος , ὡς ἀρήγω ἀρωγός καὶ ῥήσσω ῥωγμός . : ῥωχμὸς ἔην γαίης ,
6244017 κωκυτος
καὶ πλεονασμῷ τοῦ θ ἄκυθος . ἢ παρὰ τὸ † κωκυτός καὶ ἄκυτος , ὡς λύω λυτός καὶ ἄλυτος καὶ
Ὠκυτός : ὀξυτός : φορυτός : ἀρυτός : Βηρυτός : κωκυτός : κορδυτός : ὠρυτός : Κολλυτός : τὸ ἄλοιτος
6240368 οἰωνοι
δοκεῖ οὐδὲ ταῦτα , τὸ γὰρ ξυμφέρετε πτερά τ ' οἰωνοὶ κηρόν τε μέλιτται κατασκευαζομένου ἦν οἶκον καὶ οἴκου σχῆμα
τὰ ἑαυτῶν ἀγαθὰ βουλομένοις οἱ περὶ τὸν αὐτὸν ἀναστρεφόμενοι τόπον οἰωνοὶ σχολαιοτέρᾳ τῇ πτήσει πρὸς ἀγαθοῦ εἶναι συμβόλου , τοῖς
6238835 ἐρρετε
καὶ πολλὰ νοσήσας ὀψὲ μέν , ἀλλ ' ἔθανον . ἔρρετε πάντες ὁμοῦ . Οἵδε τριηκόσιοι , Σπάρτα πατρί ,
ὁ λοιπὸς κατάλογος τῶν κακοδαιμόνων τε καὶ θεοῖς ἐχθρῶν , ἔρρετε . τῶν μέν τινες αἱμύλων καὶ κομψῶν οἰήσονταί με
6236849 ἀϋτη
' ἔκτεινον : τάχα δ ' ἐς πόλιν ἵκετ ' ἀϋτή . οἱ δὲ βοῆς ἀΐοντες ἅμ ' ἠόϊ φαινομένηφι
' ἔκτεινον : τάχα δ ' ἐς πόλιν ἵκετ ' ἀϋτή . οἱ δὲ βοῆς ἀΐοντες ἅμ ' ἠόϊ φαινομένηφι
6236220 κεδνων
ἵετε δάκρυ καναχὲς ὀλόμενον ὀλομένῳ δεσπότᾳ , πρὸς ἔρυμα τόδε κεδνῶν κακῶν τ ' ἀπότροπον , ἄγος ἀπεύχετον , κεχυμένων
ἐν ἀνθρώποισιν , ἀλλ ' αὐτὴ κρατεῖ . ὦ μοῖρα κεδνῶν καὶ κακῶν κυνηγέτι ἡ τὰ θνητῶν καὶ τὰ θεῖα
6227229 μελαγχολωϲι
τὴν μέλαιναν χολὴν γεννᾷ . Καὶ τοὺϲ μαινομένουϲ παραπληϲίωϲ τοῖϲ μελαγχολῶϲι θεραπεύϲομεν : ἰδίωϲ δὲ τῇ κεφαλῇ τούτων ῥόδινόν τε
πλεῖϲτα τοῦ βίου ἀφρονέοντεϲ καὶ δεινὰ καὶ αἰϲχρὰ πρήϲϲοντεϲ : μελαγχολῶϲι δὲ οὐκ ἐπὶ ἑνὶ εἴδεϊ ἕκαϲτοι , ἀλλ '
6222368 ὀιζυς
ὁ σιλλογραφός φησιν : ἐνὶ κόγχῳ Ἑλλήνων ἡ πᾶσα περισσοτρύφητος ὀιζύς . Σώπατρος τὴν Ἐρετρίαν λευκάλφιτόν φησι . διάφοραι γὰρ
ἐν Δαναοῖσιν : ἐλαφροτέρη δὲ μόθοιο ἔσσεται ἱπποδάμοισι μετὰ Τρώεσσιν ὀιζύς . Ἀλλά μοι ἆσσον ἵκεσθε ἀνὰ κλόνον , ὄφρ
6221197 τεγεοι
ἐξετείνοντο διὰ τὴν προθυμίαν τοῦ τρέχειν . τάνυσσα ἐνέτεινα . τέγεοι ὑπερῷοι : “ δώδεκ ' ἔσαν τέγεοι θάλαμοι .
τάνυσσα ἐνέτεινα . τέγεοι ὑπερῷοι : “ δώδεκ ' ἔσαν τέγεοι θάλαμοι . ” τεήν τὴν σήν . καὶ ἐπὶ
6209608 ἐπιρροθος
ἄρσετε : εὐτρεπίσατε , σκεπάσατε . ἐπήορα : ἐπηρμένα . ἐπίρροθος : ὠφέλιμος . ὡς δ ' ὅτε τις κεράμῳ
' εἴτ ' ἄρηι συνοισόμεθ ' εἴτε τις ἄλλη μῆτις ἐπίρροθος ἔσται ἐεργομένοισιν ἀυτῆς : μηδ ' αὔτως ἀλκῇ ,
6187201 δαμασθῃ
μαλακογνώμων ] ταπεινός . . ῥαισθῇ ] οὕτως ὡς ἔφην δαμασθῇ . . ἀτέραμνον ] σκληρὰν καὶ ἄκαμπτον . στορέσας
πύργος ἐν εὔρει . δέδοικα δὲ σὺν βασιλεῦσι μὴ πόλις δαμασθῇ . τέλειαι γὰρ παλαιφάτων ἀρᾶν βαρέαι καταλλαγαί : τὰ
6183973 ἑσταμεν
ὅταν βαδίζωμεν , οἰόμενοι βέλτιον εἶναι , καὶ τὸ ἐναντίον ἕσταμεν ὅταν ἑστῶμεν , τοῦ αὐτοῦ ἕνεκα , τοῦ ἀγαθοῦ
ὑπέρ τ ' ἐμαυτῆς τοῦ θεοῦ θ ' ἵν ' ἕσταμεν . τί δ ' ἐστὶ Φοίβωι σοί τε κοινὸν
6181480 κοὐκετ
τὸν ξύσσιτον κἀκβάς τινα λωποδυτῆσαι : νῦν δ ' ἀντιλέγει κοὐκέτ ' ἐλαύνει : πλεῖ δευρὶ καὖθις ἐκεῖσε . Ποίων
γυναικὸς γὰρ κρατοῦντ ' ἐν δώμασιν δουλοῖ τὸν ἄνδρα , κοὐκέτ ' ἔστ ' ἐλεύθερος . πλοῦτος δ ' ἐπακτὸς
6178735 οἰκτρως
, εἴ τι κἄμ ' οἰκτίρετε : ὡς ζῶ μὲν οἰκτρῶς , εἰ δ ' ἴδοιμ ' ὀλωλότας τούτους ,
τὴν μητέρα , καὶ παραλαβόντες ἐκείνην ἧκον πρὸς ἐμέ , οἰκτρῶς ὑπὸ τοῦ πάθους διακείμενοι καὶ ἀθλίως ἐκπεπτωκότες , κλάοντες
6174788 βεβιημενοι
ῥύωνται ἑλκομένην , ἀπάτην δὲ περιπροθέουσιν ἁπάντῃ , οἴστρῳ θηλυμανεῖ βεβιημένοι : οἱ δ ' ἐλάτῃσι νῆα κατασπέρχουσιν ὅσον σθένος
; ἔμπεδον ἀθανάτων ἔσαν αἵματος , οἷον ὑπέσταν ἔργον ἀναγκαίῃ βεβιημένοι . αὐτὰρ ἐπιπρό τῆλε μάλ ' ἀσπασίως Τριτωνίδος ὕδασι
6174385 κλυουσα
τι περιπίτνει κρύος . ἔτευξα τύμβῳ μέλος θυιὰς αἱματοσταγεῖς νεκροὺς κλύουσα δυσμόρως θανόντας : ἦ δύσορνις ἅδε ξυναυλία δορός .
, γύναι , ἥτις , τυράννων ἑστίαν ἠικισμένη , χαίρεις κλύουσα κοὐ φοβῆι τὰ τοιάδε ; ἔχω τι κἀγὼ τοῖσι
6173354 δυη
ξ . . . . . , = . : δύη : κακοπάθεια . . . ὁ δὲ Ἀπίων κάκωσις
ἐκ βοῆς ἠγρευμένα , τουτέστι τῆς μάχης , λάφυρα . δύη ξ . . . . . , = .
6170319 νηνεμον
δεσμὰ καὶ βρόχους λαβὼν χεροῖν : εἰ μὴ γὰρ οἶδμα νήνεμον γενήσεται , οὐκ ἔστιν ἐλπὶς τοῖς ξένοις σωτηρίας .
τῶν ἀνηκουστούντων : ὡς καί : Ἀνέμῳ διαλέγῃ . Αἰθέρα νήνεμον αἱρήσεις : ἐπὶ τῶν μάτην πονούντων ἐπ ' ἀνηνύτοις
6161210 ἀτιζων
κατηβολέων , ψυχὴ δ ' Ἀϊδωνέα λεύσσει . ἐάν ἐστιν ἀτίζων , ἀφροντιστῶν , ἐὰν δὲ ἀτύζων , ἄτῃ περιφερόμενος
ἀποκτάμεναι μεμάασιν ἀγρόμενοι πᾶς δῆμος : ὃ δὲ πρῶτον μὲν ἀτίζων ἔρχεται , ἀλλ ' ὅτε κέν τις ἀρηϊθόων αἰζηῶν
6160118 μανικως
ἤως θάνατον , ἢ τῶν σφοδρῶν ὁρμώντων ἔνθεν κἀκεῖθεν , μανικῶς ὁρμωμένων . σκέπας : ἀποκοπὴν , ἐκφυγὴν , σκέπασμα
παράνομα , πρῶτον ἀνοήτως ἀπευχομένη γεγενῆσθαι τὰ γενόμενα , εἶτα μανικῶς κακοῖς ἰᾶσθαι τὰ κακὰ πειρωμένη τὴν τῆς ἀβουλίας ἀρχὴν
6158144 ἀτενης
Φρυγίαν ξέναν Ταντάλου Σιπύλῳ πρὸς ἄκρῳ , τὰν κισσὸς ὡς ἀτενὴς πετραία βλάστα δάμασεν , καί νιν ὄμβρῳ τακομέναν ,
πλάττειν μύθοις ἐπὶ τῷ κατέχειν τὸν υἱόν . Ὡς δὲ ἀτενὴς ἦν καὶ κατὰ πάντων ὤμνυε θεῶν καὶ ἐδίδου βασανίζειν
6152838 Ἁιδα
δύστανος ἄταν : ξανθᾶι δ ' ἀμφὶ κόμαι θήσει τὸν Ἅιδα κόσμον αὐτὰ χεροῖν . πείσει χάρις ἀμβρόσιός τ '
οὐκέτι μοι ἐλπίδες τοῦ ζήσεσθαι τοὺς παῖδας : θήσει τὸν Ἅιδα κόσμον : θάνατον , φησὶ , μᾶλλον περιθήσεται ἢ
6152018 μεταμελος
αἰτῶν οὐδὲ κράτος οὐδὲ ἀριστεύειν ἐξέπεμπεν . εὐθὺς γὰρ αὐτῷ μετάμελος εἰσῄει λογισμὸν οὐκ ἔχων , ἐπεὶ καὶ οὓς συναπέστειλεν
μέγας ἦν , πολὺ δὲ μείζων ἔτι τῆς στρατείας ὁ μετάμελος . πόλεσι γὰρ ταύταις μόναις ἤδη ὁμοιοτρόποις ἐπελθόντες ,
6147937 ἐπεσσευεν
! ! [ ] ὑψόθεν ἐκ νεφέων [ ] Ἥρη ἐπέσσευεν β [ ] Μυρτώιου ? πόντοιο [ ] Κυκλάδες
οὕτω . νῦν δ ' ἄχομαι : τόσα γάρ μοι ἐπέσσευεν κακὰ δαίμων . ὅσσοι γὰρ νήσοισιν ἐπικρατέουσιν ἄριστοι ,
6146006 ὠτρυνεν
. διακτορίη δέ σε πύργου ἠθάδα σημαίνουσα φαεσφορίην ὑμεναίων μαινομένης ὤτρυνεν ἀφειδήσαντα θαλάσσης νηλειὴς καὶ ἄπιστος . ὄφελλε δὲ δύσμορος
δ ' ἐσθλοὶ ἑταῖροι ἁθρόοι ἠγερέθοντο : θεὰ δ ' ὤτρυνεν ἕκαστον . ἔνθ ' αὖτ ' ἄλλ ' ἐνόησε
6144646 ἐπιλαθωνται
καὶ Ἰακώβ . Πλὴν ὡς ἐπροφήτευσεν αὐτοῖς Δάν , ὅτι ἐπιλάθωνται νόμον Θεοῦ αὐτῶν , καὶ ἀλλοτριωθήσονται γῆς κλήρου αὐτῶν
ἔσται , ὅταν ἥξουσιν ἐν γῇ πατέρων αὐτῶν , πάλιν ἐπιλάθωνται Κυρίου , καὶ ἀσεβήσουσι , καὶ διασπείρει αὐτοὺς Κύριος
6142763 ἀναυδον
, οὐδ ' ἀποστρέψαι πάλιν , ἀλλ ' ὄντ ' ἄναυδον τῇδε συγκῦρσαι τύχῃ . Ὦ τοῦδ ' ὅμαιμοι παῖδες
κατ ' ἀμπλάκημα τῷ περῶντι τὴν θέμιν . ὁρᾷς Δίκην ἄναυδον , οὐχ ὁρωμένην εὕδοντι καὶ στείχοντι καὶ καθημένῳ :
6141935 ἐδαησαν
βιότοιο κακὴν καὶ ἀεικέα θήρην , οὐ γὰρ γειομόροιο τομὴν ἐδάησαν ἀρότρου , κείνοις οὔποτε τερπνὸς ἀκούεται ὁλκὸς ἁμάξης ,
κοπτομένη δείξειεν ὑπὸ ῥιπῇσι θάλασσα : νήπιοι , οὐδ ' ἐδάησαν ὅσον πινυτώτεροι ἄνδρες , οἳ κείνους καὶ πάμπαν ἀλευομένους
6138323 κολεων
δ ' ἐγχείας εὐήκεας ἐν παλάμῃσιν φάσγανά τ ' ἐκ κολεῶν , οὐδὲ σχήσεσθαι ἀρωγῆς ἔννεπον , εἴ κε δίκης
ὁ μάντις ἐς κανοῦν χρυσήλατον ἔθηκεν ὀξὺ χειρὶ φάσγανον σπάσας κολεῶν ἔσωθεν κρᾶτά τ ' ἔστεψεν κόρης . ὁ παῖς
6137897 στοναχαι
, πλὴν ὅτι λείπει πόλιν Ἀργείων . καὶ τίνες ἄλλαι στοναχαὶ μείζους ἢ γῆς πατρίας ὅρον ἐκλείπειν ; ἀλλ '
δ ' ἐξέρρεε δάκρυ , καὶ νηοὶ δεύοντο λύθρῳ : στοναχαὶ δ ' ἐφέροντο ἔκποθεν ἀπροφάτοιο : περισσείοντο δὲ μακρὰ
6129262 φερονθ
. οἳ δ ' ἐρᾶσθαι προσδοκῶντες εὐθύς εἰσιν ἠρμένοι καὶ φέρονθ ' ὑψοῦ πρὸς αἴθραν . συντεμόντι δ ' οὐδὲ
' ἄρα μυδαλέοι , στυγερὸν τρομέοντες ὄλεθρον , υἱῆες Φρίξοιο φέρονθ ' ὑπὸ κύμασιν αὔτως : ἱστία δ ' ἐξήρπαξ
6127500 συγκακωσῃ
δὲ τῶν ἄλλων οὕτως ὄντων καὶ ὁ Ἑρμῆς τὴν Σελήνην συγκακώσῃ μείζονα τὰ κακὰ γίνεται , ἔσθ ' ὅτε καὶ
νηῒ καὶ ἕως αἱμαγμοῦ . ἐὰν δὲ καὶ ὁ Ἑρμῆς συγκακώσῃ χείρονα γίνεται , ἐὰν δὲ ἀγαθοποιοὶ ὁρῶσιν ἐλαττοῦνται τὰ
6125672 ἐξαπατασθε
αὐτῷ τῷ ἀναιρουμένῳ συγχρῆται . τί γὰρ λέγει ; μὴ ἐξαπατᾶσθε , ἄνθρωποι , μηδὲ παράγεσθε μηδὲ διαπίπτετε : οὐκ
οὗτοι μαρτυρήσωσιν , ψηφίζεσθε : ἵνα οὖν μήθ ' ὑμεῖς ἐξαπατᾶσθε μήθ ' οἱ εἰσιόντες εἰς ὑμᾶς ἀδικῶνται , διὰ
6124855 κρατερως
τεύχεα συλήσωσι νεῶν ἐν ἀγῶνι πεσόντα . ἀλλ ' ἔχεο κρατερῶς , ὄτρυνε δὲ λαὸν ἅπαντα . Ὣς ἄρα μιν
, μεθυδώτην , Καδμείοισι δόμοις ὃς ἑλισσόμενος πέρι πάντη ἔστησε κρατερῶς βρασμοὺς γαίης ἀποπέμψας , ἡνίκα πυρφόρος αὐγὴ ἐκίνησε χθόνα
6124568 ἰδετε
σώματι οὐκ ἔστιν . εἰ ἀπιστεῖτε , ἴδετε Μύρωνα , ἴδετε Ὀφέλλιον . ἐν κτήσει οὐκ ἔστιν . εἰ δ
λωποδυτεῖν καὶ ἐγκτᾶσθαι καὶ [ ἰδεῖν ] ἡμέρας ἀγαθάς . ἴδετε οὖν οἱ δικαιοῦντες [ ἑαυτούς ] , ὁποία ἐγένετο
6122094 φιλεους
ξείνους οἵ γε μάλ ' ἀνθρώπους ἀνέχονται οὐδ ' ἀγαπαζόμενοι φιλέους ' , ὅς κ ' ἄλλοθεν ἔλθῃ . νηυσὶ
“ ἦ οὐχ Ἑλένης ἕνεκ ' ἠϋκόμοιο ; ἦ μοῦνοι φιλέους ' ἀλόχους ; ” δηλοῖ δὲ καὶ ῥῆμα τὸ
6120264 εἰσαϊοντες
Αἰολίδῃσιν . ” Ἴσκε παρηγορέων : οἱ δ ' ἔστυγον εἰσαΐοντες , οὐ γὰρ ἔφαν τεύξεσθαι ἐνηέος Αἰήταο κῶας ἄγειν
κρατερή τε καὶ εὔπλοκος : ἀλλ ' ὅτε δοῦπον ἀνθίαι εἰσαΐοντες ἀναθρώξωσι θαλάσσης , ἄλλοις μὲν μέλεται κώπης πόνος ,
6117999 ὀπιζομενη
οὕτως : Ἄγει δὲ ἑαυτὴν ἡ χάρις ἀντὶ ἔργων φίλων ὀπιζομένη καὶ ὄπισθεν ἐρχομένη ποίτινος καὶ ἀμει - πτική :
τοὺς Λοκροὺς χάριν ὁμολογεῖν τῷ Ἱέρωνι , προευεργετήσαντι αὐτούς . ὀπιζομένη ἤτοι ἐπιστρεφομένη : ἢ ὅτι μετὰ αἰδοῦς καὶ θράσους
6116785 προσιζανει
προσκάθηται . ἡ πημονὴ καὶ ἡ δυστυχία ἄλλοτε πρὸς ἄλλον προσιζάνει πλανωμένη καὶ φερομένη , ἤγουν ἄστατός ἐστι καὶ οὐκ
διὰ τὴν πήρωσιν κατάγειν δάκρυα . ἀκαμπέσι καὶ ἀσυμπαθέσιν ὀφθαλμοῖς προσιζάνει καὶ προσκάθηται καὶ ἐφορᾷ ἡμᾶς καὶ οὐδαμῶς ὑφίεται τῶν
6115858 Λεξεις
ἀγῶσιν ἔχει ὁ Ἑρμῆς . . . . ἐρεῖς : Λέξεις . . λέγεις . . συμφορώτατον : Λίαν συμφέρον
, μὰ τοὺς ἐν Μαραθῶνι προκινδυνεύσαντας καὶ τὰ ἑξῆς . Λέξεις δὲ λαμπραί , αἵπερ ἐλέγοντο εἶναι καὶ σεμναί .
6115435 δεδηει
προσηνῆ , θῆρές τ ' οἰωνοί τε , φιλοφροσύνη τε δεδήει . . . κόσμον γάρ φησιν εἶναι ὁ Ἐ
ἐκδεχόμενος , ἐπιτηρῶν . δεδμήατο δεδαμασμένοι ἦσαν ἢ κατεσκευασμένοι . δεδήει ἔφαινεν , ἐκαίετο . δεικνύμενος δεξιούμενος . δεικανάασθαι διαλόγου
6114369 ἀτυχως
τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα : ἐπεὶ γὰρ ἔδοξεν ἀτύχως τῷ ὀρέστῃ πεπτωκέναι τῆς μητρὸς ὁ φόνος ἄδικος ὁ
τὰς τύχας γὰρ τὰς φρένας κεκτήμεθα : ἐπεὶ γὰρ ἔδοξεν ἀτύχως τῷ ὀρέστῃ πεπτωκέναι τῆς μητρὸς ὁ φόνος ἄδικος ὁ
6113376 ἀμειλιχον
: ἐν δ ' ἄρα χειρὶ ἄλλοτε μὲν δόρυ πάλλεν ἀμείλιχον , ἄλλοτε δ ' αὖτε εἷρπεν ἄνω : τὸν
, ἠέριοι πεζοί τε συνέστιοι εἰλαπινασταί , αἷμα μέλαν πίνοντες ἀμείλιχον εἶχον ἐδωδήν , καὶ τῶν μὲν κλαγγὴ φόνον ἔπνεεν
6112759 φθονερα
ταῖς παρεκβάσεσι , σφόδρα δόξομεν τῶν ἀντιπολεμούντων ὑπερέχοντες καταβαίνειν . φθονερὰ δ ' ἄλλος ἀνήρ : ἄλλος ἀνὴρ ὁ βάσκανος
δὲ συνανθρωπευόμενα καὶ ἀσπαστικά , ὡς κύων , τὰ δὲ φθονερὰ καὶ φιλόκαλα , ὡς ταώς . καὶ τὰ μὲν
6109577 δυσμορως
, κλύουσα καὶ ἀκούουσα αὐτοὺς καὶ μαθοῦσα νεκροὺς αἵματι βεβρεγμένους δυσμόρως θανόντας ὑπὸ δορὸς ἀλλήλων . ἔτευξα τύμβῳ μέλος :
. στάζοντας τὸ αἷμα . . δυσφόρους ] γράφεται καὶ δυσμόρως . . ἦ δύσορνις ] ὄντως δύσορνις καὶ δυσοιώνιστος
6109041 ἀκηδεες
ἀνδράσι νοστήσαντας ὁμιλαδόν , ὄφρα ἑ τιμῆς καὶ σκήπτρων ἐλάσειαν ἀκηδέες : ὥς ποτε βάξιν λευγαλέην οὗ πατρὸς ἐπέκλυεν Ἠελίοιο
ἄρ ' ἐποτρύνας ἐκβήμεναι εὐρέος ἵππου , ὁππότε Τρώιοι υἷες ἀκηδέες ὑπνώωσιν . Ὣς φάτο : τὸν δ ' ἄρα
6108914 κλαιοντων
οἶδεν , ὡς ἀεὶ διὰ τῆς πόλεως ἐρχόμενος οὐδένα τῶν κλαιόντων παρέρχομαι , ἀλλ ' ἔστην , ἤλγησα , ἐζήτησα
καὶ ἔδωκεν αὐτῷ ὁ βασιλεύς . Ἀπερχομένων δὲ αὐτῶν καὶ κλαιόντων μετὰ τοῦ νεκροῦ , ἦλθον κατέναντι τοῦ ἀετοῦ .
6107373 κηδε
ἐπικειμένη ἐστὶν ὁ Πελίας . τὸ δὲ κηδεμονῆες ἀπὸ τοῦ κηδε - μόνες παρῆκται . οὕτω δὲ λέγονται οἱ κατὰ
ἐπικειμένη ἐστὶν ὁ Πελίας . τὸ δὲ κηδεμονῆες ἀπὸ τοῦ κηδε - μόνες παρῆκται . οὕτω δὲ λέγονται οἱ κατὰ
6102204 στοναχη
Α ἢ Υ παραληγόμενα εἰ μὴ κύρια εἴη ὀξύνεται : στοναχή ταραχή ἰαχή ἀμυχή διδαχή . τὸ δὲ μαλάχη βαρύνεται
Α ἢ Υ παραληγόμενα εἰ μὴ κύρια εἴη ὀξύνεται : στοναχή ταραχή ἰαχή ἀμυχή διδαχή . τὸ δὲ μαλάχη βαρύνεται
6096764 οἰκτρα
πῶς ἐν ἄντρωι παῖδα σὸν λιπεῖν ἔτλης ; πῶς ; οἰκτρὰ πολλὰ στόματος ἐκβαλοῦς ' ἔπη . φεῦ : τλήμων
. ὁ δὲ χαμηλὰ πνέων : ὁ δὲ ταπεινὰ καὶ οἰκτρὰ πνέων , τουτέστιν ὁ εὐτελὴς καὶ πένης ἀφώνως ἠχεῖ
6096488 βλασφημουντων
ἦν οὖν παρ ' ἀμφοτέρων κραυγὴ πολλὴ καὶ βοὴ συμμιγὴς βλασφημούντων , ὑβριζόντων , ἀπειλούντων , ὠθούντων , ὠθουμένων ,
. Ῥόδιοι τὴν θυσίαν : ἐπὶ τῶν ἐν τοῖς ἱεροῖς βλασφημούντων . Ῥιγοῖ κακῶς ἀριστήσας : ἐπὶ τῶν προφασιζομένων καὶ
6095022 ἀφυλακτος
αὐτῷ καὶ ἐν Τάραντι ἐς τὴν καταγωγὴν αὐτοῦ παρῆλθέ τε ἀφύλακτος καὶ τὴν νύκτα ὁμοίως ἀνεπαύετο χωρὶς δορυφόρων παρ '
διὰ τὸν φόβον εἰδὼς εὐτρεπεῖς ὑμᾶς ἀπόσχηται ἢ παριδὼν ταῦτα ἀφύλακτος ληφθῇ , καὶ πάλιν ὅτι χωρὶς ἡμῶν ἐάν τε
6093032 ἀχνυμενην
μύθοισιν ὅσοις βαρὺ πένθος ὑπείκει , καί περ ἔτ ' ἀχνυμένην . Ἣ δ ' οὐ λάθεθ ' οἷο δρόμοιο
πένθεσι λευγαλέοισι καὶ ἄλγεσι θυμὸν ἀχεύειν . Τῶ σε καὶ ἀχνυμένην μεθέτω γόος υἱέος ἐσθλοῦ : καὶ γάρ οἱ κλέος
6092829 Ἀληθως
δίχα προφάσεως ἀεὶ θόρυβον ἐγείρουσαι . Θ . ἄληθες : Ἀληθῶς τοῦτο λέγετε : ἐστὶ δὲ εἰρωνικόν . Θ .
Σχῆμα ῥητορικὸν τὸ λεγόμενον διηγηματικόν . . : δῆθεν ] Ἀληθῶς . , : δῆθεν ] Αἰτιολογικόν . : δῆθεν
6092804 περιδεεις
μὲν γὰρ τὸ μέγεθος τῆς περιεστώσης συμφορᾶς ἐν ὀφθαλμοῖς ἔχοντες περιδεεῖς ἦσαν , οἱ δὲ τοῖς εὐημερήμασιν ἐπηρμένοι σφάττειν παρεκελεύοντο
μεγάλην ὑπὲρ ἄνθρωπον Πυθαγόρα , χαῖρε . τοὺς δὲ παρόντας περιδεεῖς γενέσθαι . ἐφάνη δέ ποτε καὶ ἐν Κρότωνι καὶ
6092779 εἰσορᾳς
σάφ ' ἴσθ ' , ἐμοῦ γ ' , ὃν εἰσορᾷς . Οἴμοι : πέπραμαι κἀπόλωλ ' : ὅδ '
γῆν ἐκείνων καὶ νόμους διασκεδῶν ; ἢ τοὺς κακοὺς τιμῶντας εἰσορᾷς θεούς ; Οὐκ ἔστιν : ἀλλὰ ταῦτα καὶ πάλαι
6092189 ἀρωγης
ἤγουν βεβλαμμένοι . σαρκὶ παλαιᾶι ] ἤτοι τῶι γήραι . ἀρωγῆς ] βοηθείας . μίμνομεν ] μένομεν ἐνταῦθα . ἰσχὺν
] τῶν ναυτικῶν φθαρέντων οἱ ἐν Ψυτταλείᾳ εὐάλωτοι γεγένηνται . ἀρωγῆς ] τῆς ἀπολομένης . οὐδέ τις γέρων ] ὅ
6092165 παιωνιος
' ἀνάρσιος , νῦν δ ' αὖτε σωτὴρ ἴσθι καὶ παιώνιος , ἄναξ Ἄπολλον . τούς τ ' ἀγωνίους θεοὺς
θεῶν : οἷον ἀντικειμένους ἡμῖν ὁρῶ τοὺς θεούς . οὐ παιώνιος , ἀλλὰ φθαρτικός . πατρὶ παιδός . σημείωσαι τὸ
6090336 ἀλαστον
οὐ τὸ μέν , ἄλλο δὲ μή , πατρὸς ἔμφυτον ἄλαστον αἷμα δυσμόροιν στενάζειν , ᾧ τινι τὸν πολὺν ἄλλοτε
: ἤλυθες Οὔλυμπον δὲ θεὰ Θέτι κηδομένη περ , πένθος ἄλαστον ἔχουσα μετὰ φρεσίν : οἶδα καὶ αὐτός : ἀλλὰ
6089070 εἰσαϊων
. Ἐν καὶ Φρίξος ἔην Μινυήιος , ὡς ἐτεόν περ εἰσαΐων κριοῦ , ὁ δ ' ἄρ ' ἐξενέποντι ἐοικώς
ἤπια μηχανόωνται , αὐταὶ ὅπως ἐθέλουσιν . Ὃ δ ' εἰσαΐων Ὀδυσῆος ἠδὲ καὶ ἀντιθέου Διομήδεος αὐτίκα θυμὸν ῥηιδίως κατέπαυσεν
6088105 παραπληξ
ῥήματος ἐξ οὗ γίνονται , οἷον πλήξω οἰστροπλήξ οἰστροπλῆγος , παραπλήξ παραπλῆγος , λαοπλήξ λαοπλῆγος , ἀκανθοπλήξ ἀκανθοπλῆγος , βουπλήξ
οἷον , ἁρματοπήξ : κλινοπήξ : ξυμπήξ : ἀκανθοπλήξ : παραπλήξ : μολυβδοτήξ : κεραμοτήξ : εὐθήξ : φιλοθήξ :
6087773 ἀμυνετε
πτερόεντα προσηύδα : δεῦτε φίλοι , καί μ ' οἴῳ ἀμύνετε : δείδια δ ' αἰνῶς Αἰνείαν ἐπιόντα πόδας ταχύν
ὦ φίλοι Ἀργείων ἡγήτορες ἠδὲ μέδοντες στῆτ ' ἐλελιχθέντες καὶ ἀμύνετε νηλεὲς ἦμαρ Αἴανθ ' , ὃς βελέεσσι βιάζεται ,
6087581 ἐραι
. Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι Αἰσχύλος φησί . . . . : . .
. . Αἰσχύλος : μόνος θεῶν γὰρ Θάνατος οὐ δώρων ἐρᾶι . Μ : μόνος θεῶν . . Θάνατος οὐ
6079398 κακοδαιμονεστερος
τὸ πάθος , οἷον κακόμορος κάμμορος , δασύσκιος δάσκιος , κακοδαιμονέστερος καδδαιμονέστερος , ὡς παρ ' Ἐπιχάρμῳ , καταβαλών καββαλών
, μή τί σοι κακὸν ἐργάσηται . τίς οὖν ἡμῶν κακοδαιμονέστερος , οἳ φοβούμεθα καὶ τὰ εὐτυχήματα ; ἀλλ '
6078411 ἀπροκοποι
Ἄρης Ἥλιον τετραγωνίζων , τοῦ Ἄρεως καθυπερτεροῦντος , πολύνοσοι , ἀπρόκοποι , εἰ δὲ καὶ προκόψουσιν ἀλλ ' ἐναντιώσεσι πολλαῖς
τῶν δορυφορούντων μέντοι τοῖς κέντροις συνοικειωθέντων ἀνεπίφαντοι ταῖς πράξεσι καὶ ἀπρόκοποι καθίστανται , τέλεον δὲ ταπεινοὶ καὶ κακοδαίμονες γίνονται ταῖς
6078334 ἀμβροτοι
δ ' ἁμαρτῇ δούρασιν ἀμφίς . ” ἀμφικτίονες περίοικοι . ἄμβροτοι θεοὶ ἀθάνατοι . ἄμερσεν ἐστέρησεν , ἄμοιρον ἐποίησεν :
Ἄλλαι ἀπειρέσιοι πολυμήτιος Ἑρμείαο δωτῖναι κομίσαντος ἐνὶ σπήλυγγι κέονται , ἄμβροτοι , ἀτρεκέες , ῥίμφα πρήσσουσαι ἕκαστα : τάων ἡμίθεός
6076283 ἐξελαυνομαι
Σφιγγὸς κατέσχον τῆς μιαιφόνου κράτη , νῦν ἄτιμος αὐτὸς οἰκτρὸς ἐξελαύνομαι χθονός . ἀλλὰ γὰρ τί ταῦτα θρηνῶ καὶ μάτην
θρέψασάν με γαῖαν καὶ θεοὺς μαρτύρομαι ὡς ἄτιμος οἰκτρὰ πάσχων ἐξελαύνομαι χθονός , δοῦλος ὣς ἀλλ ' οὐχὶ ταὐτοῦ πατρὸς
6075367 δεχωμεθα
λιθίνων ἢ χαλκῶν μηδὲν ἡμῖν διαφερέτωσαν : καὶ μήτε κήρυκα δεχώμεθα παρ ' αὐτῶν μήτε σπονδὰς σπενδώμεθα : ἡ ἐρημία
τῶν χειρῶν , ἵνα δι ' αὐτῶν διδῶμέν τε καὶ δεχώμεθα κατὰ τὸν κοινωνικὸν λόγον , καὶ τῶν δακτύλων ἁπλῶν

Back