Ἠριγόνη : αὐόνη : πλησμόνη : καλλόνη : ἡδόνη : χαρμόνη : οὕτω δὴ καὶ στρομόνη καὶ κατὰ συγκοπὴν στρομνή | ||
Ἠριγόνη : αὐόνη : πλησμόνη : καλλόνη : ἡδόνη : χαρμόνη : οὕτω δὴ καὶ στρομόνη καὶ κατὰ συγκοπὴν στρομνή |
, καὶ δὴ “ καὶ δηΐων ” τοιοῦτος ὢν “ ὀρέγοιτο ἐγγύθεν ἱστάμενος , ” ἄδικος δὲ ὢν μήτε τολμῷ | ||
τι καὶ πρὸς χάριν λέγοι , ὅ τε μὴ ἐπιτυχὼν ὀρέγοιτο τῷ αὐτῷ χαριζόμενός τι καὶ αὐτὸς προσάγεσθαι τὸ πλῆθος |
τινὶ μηχανῇ : ἐγὼ μέν νυν ὑμῖν οὐκ ἐναγωνιεῦμαι . Οὔτε γὰρ ἄρχειν οὔτε ἄρχεσθαι ἐθέλω : ἐπὶ τούτῳ δὲ | ||
πόλεις ἀναθήμασι , τὰς δὲ ψυχὰς μαθήμασι κοσμεῖν δεῖ . Οὔτε συμπόσιον ἄνευ ὁμιλίας , οὔτε πλοῦτος χωρὶς ἀρετῆς ἡδονὴν |
σοῖς κακοῖς : ἐγὼ γὰρ οὔτε εἰσιδεῖν ἤθελον ταῦτα , εἰσιδοῦσά τε ἠνιάθην τὴν ψυχήν . . σιδηρόφρων ] σκληρὸς | ||
ἀλλ ' , ὦ ξέν ' , οὐ γνοίην ἂν εἰσιδοῦσά νιν . νέα γάρ , οὐδὲν θαῦμ ' , |
, Κτέατον καὶ Εὔρυτον . Οὔθ ' ὕεται οὔθ ' ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης φροντίδος καθεστώτων . Οὐδ | ||
τὰς διατριβὰς ποιουμένων λέγεται . Οὔθ ' ὕεται , οὔτε ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης καθεστώτων φροντίδος . Οὐκ |
βλαπτομένης τῆς ἀμπέλου ἀπὸ τοῦ τρυπηθῆναι , οὔτε ταῖς σφίγξεσι θλιβομένης . Γίνεται δὲ ὁ διὰ τρυπήσεως ἐγκεντρισμὸς οὕτως . | ||
Ἤδη δὲ πολλῶν ἐπὶ πολλοῖς ἐπεισρεόντων καὶ τῆς πόλεως αὐτῶν θλιβομένης ὑπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἐπὶ τὸ χρηστήριον ἀφικνουμένων καὶ |
αὑτῆς τριακοσταῖον παρακατέθετο . ἀποθανούσης δὲ τῆς ἀνθρώπου δεινή τις φιλοστοργία γέγονε τοῦ θηρίου πρὸς τὸ παιδίον : οὔτε γὰρ | ||
τῆς φύσεως ἀσθενὲς ἔπανδρον ἐποίησεν ἡ πρὸς τὸ θρέψαν ἔδαφος φιλοστοργία . πρεσβῦται φιλοψυχοῦσιν ἐπὶ δυσμαῖς τοῦ βίου . λόγος |
τιμωρίαν αὐτοῖς ἐπάγουσα τῆς πονηρᾶς κρίσεως . ὁ μὲν οὖν κλαυθμὸς δηλοῖ τὸν ἔλεον τῆς μοχθηρᾶς προαιρέσεως , ἡ δὲ | ||
ἀπαγομένας εἰς τὴν ζωήν . θεωρεῖς αὐτὸν πῶς ὑπερβαίνει ὁ κλαυθμὸς τὸ γέλος ; ἐπεὶ θεωρεῖ τὸ περισσότερον τοῦ κόσμου |
τροφήν . ἱμερτήν : ἐπιθυμητὴν , ἐρασμίαν , γλυκεῖαν . Οὔτ ' : οὐδαμῶς . αὐτῶν : ἀπό . ἀπολείπεται | ||
καλῶς τὸν αἰῶνα διάξειν . φησὶ δὲ καὶ Καλλίμαχος : Οὔτ ' ἀρετῆς ἄτερ ὄλβος ἐπίσταται ἄνδρας ἀέξειν , Οὔτ |
μᾶλλον ᾑρεῖτο διὰ τὸν ἐκ Κασσίου φόβον . ὁ δὲ Μοῦρκον μετά τε ὁπλιτῶν ἀρίστου τέλους καὶ τοξοτῶν τινων ἐπὶ | ||
. τέλος δὲ στρατεύσαντες ἕτερον , συνεγύμναζον ἄμφω καὶ Στάιον Μοῦρκον , ὑπὸ Καίσαρος αὐτοῖς σὺν τρισὶ τέλεσιν ἐπιπεμφθέντα , |
. . πολλὸν δὲ πίνων καὶ χαλίκρητον μέθυ , οὔτε τῖμον εἰσενέγκας οὔτε . . . . , οὐδὲ μὲν | ||
ἠ χύτρη πρήξει . τί τονθορύζεις κοὐκ ἐλευθέρηι γλάσσηι τὸν τῖμον ὄστις ἐστὶν ἐξεδίφησας ; γύναι ? ? , μιῆς |
σῶν λόγων πεισθεὶς ὕπο . μαίνηι γὰρ ὡς ἄλγιστα , κοὔτε φαρμάκοις ἄκη λάβοις ἂν οὔτ ' ἄνευ τούτων νόσου | ||
, ὅτ ' οὐδὲν ὢν τοῦ μηδὲν ἀντέστης ὕπερ , κοὔτε στρατηγοὺς οὔτε ναυάρχους μολεῖν ἡμᾶς Ἀχαιῶν οὔτε σοῦ διωμόσω |
γίνεται γῆρας καὶ φθίσις , τελείως δὲ ὑπολιπόντων θάνατος καὶ αὔανσις . ἐν μὲν οὖν τοῖς πλείστοις ἀνώ - νυμος | ||
ἀχράδες . Τῶν δ ' ἀειφύλλων ἡ ἀποβολὴ καὶ ἡ αὔανσις κατὰ μέρος : οὐ γὰρ δὴ ταὐτὰ αἰεὶ διαμένει |
ἀναγκαῖον εἴη ἐνδοῦναι αὑτὸν ἀπίστῳ , δυσκόλῳ , φθονερῷ , ἀηδεῖ , βλαβερῷ μὲν πρὸς οὐσίαν , βλαβερῷ δὲ πρὸς | ||
Διὸς ξενίου καὶ πάντων τῶν θεῶν , μή με καταστήσῃς ἀηδεῖ καὶ δεινῷ μηδενὶ περιπετῆ . εὖ γὰρ ἴσθι , |
. τῶν ἐκ μεγάλης ἰσχύος γινομένων . τοῦ . ὁ κῶμος . * * ἔρχεται . . Μὴ λάβῃς εἰς | ||
πεπωκώς γ ' , ὡς θρασύνεσθαι πλέον , βρότειον αἷμα κῶμος ἐν δόμοις μένει , δύσπεμπτος ἔξω , συγγόνων Ἐρινύων |
φύσιν ; σιωπῆς οὐδὲν ἄμεινον ἀπολοίμιον φανόν ὀμμάτειος πόθος ῥακτηρίοις κέντροισιν τοῦ Προμηθέως ἀντέχεσθαι καὶ μὴ τῆς μεταμελείας Ἀανῖτις ἀγήρω | ||
σκορπίος , ὠκεῖαί τε χελιδόνες ἠδὲ δράκοντες καὶ κύνες οἳ κέντροισιν ἐπώνυμοι ἀργαλέοισι , πάντες ἀταρτηροῖς ὑπὸ νύγμασιν ἰὸν ἱέντες |
χρόνος γὰρ ὑπηκόων εὔνοιαν οὐ ποιεῖ , ἀλλὰ προμήθεια καὶ φιλοπονία καὶ τὸ μηδὲν τοῦ κοινῇ λυσιτελοῦντος προὔργου ποιεῖσθαι , | ||
, ; , ; , ; , . . στοιχεῖα φιλοπονία ἔρως ἀγχίνοια ἄτρυτος ) τρία τὰ ὁμολογούμενα στοιχεῖα πρῶτα |
γένος . τὰ γὰρ ἀπὸ τοῦ κινάδου δήγματα ὑπὸ τῶν Ψύλλων θεραπεύεται . ἀντιπαθὴς δὲ τῶι κινάδηι ἐστὶν ἡ κατοικίδιος | ||
κατὰ Κυρήνην , ὅπου καὶ τὸ τῶν ἀνθρώπων τῶν καλουμένων Ψύλλων γένος . τὰ γὰρ ἀπὸ τοῦ κινάδου δήγματα ὑπὸ |
Ἀπιδών χελιδών . Τὰ εἰς ΔΩΝ θηλυκὰ ὀξύνεται : ληθεδών τηκεδών σηπεδών ἀηδών . Τὰ εἰς ΖΩΝ λήγοντα ἀρσενικὰ βαρύνεται | ||
ὥνθρωποϲ , ἢν ἡ κατάϲταϲιϲ τελεϲθῇ : ὀξείη γὰρ ἡ τηκεδών , ταχὺϲ δὲ ὁ θάνατοϲ , ποτὶ καὶ βίοϲ |
τῶν προγεγονότων συγγραφέων ἀγνοίας ἄνευ πάσης κακοπαθείας . ἡ δὲ πολυπραγμοσύνη πολλῆς μὲν προσδεῖται ταλαιπωρίας καὶ δαπάνης , μέγα δέ | ||
ἀναγέγραπται . καὶ ἡ περὶ τὰ μετάρσια δὲ ἐν αὐτῷ πολυπραγμοσύνη τὸν Εὐριπίδην ὁμολογεῖ . πρόλογοι δὲ διττοὶ φέρονται . |
τὰ γὰρ πάρος πρὸς αὐτὸν πάντ ' ἐφεύρημαι κακός . Οὔθ ' ὡς γελαστής , Οἰδίπους , ἐλήλυθα , οὔθ | ||
ἀλλ ' ἡ τοῦ μάντεως φωνὴ φθάνει τὸ ἔργον . Οὔθ ' ὁ Λεόντιος ἔδωκε τὴν ἐπιστολήν , ἀλλ ' |
αἱ δ ' αὐτοὺς οὔτι τίουσιν , ἀλλὰ πόθοιο κορεσσάμεναι μάχλου τε κυθήρης αὖθις ἐπ ' ἄλλα μέλαθρα καὶ ἄλλους | ||
ἔῤῥεξε , καὶ ἀσπέρμους θέτο τέκνων , οὐ μάλα κηδομένους μάχλου ἕνεκεν φιλότητος οὔτε φίλων σφετέρων , οὐδ ' αὖ |
κεν Ἄφαιστον ἄγην βίαι . . . εἲς τὼν δυοκαιδέκων ἀχνάσδημι κάκως , οὔτε γὰρ οἰ φίλοι . . . | ||
+ , . Ἀχνάσδημι : ὡς παρ ' Ἀλκαίῳ : ἀχνάσδημι κακῶς , οὔτε γὰρ οἱ φίλοι . ἔστιν ἀχῶ |
τερπνόν : οὐ γὰρ μετὰ μάθησιν ἀπόλαυσις , ἀλλὰ ἅμα μάθησις καὶ ἀπόλαυσις . Οὔτε τοὺς προχείρους εἰς φιλίαν οὔτε | ||
πρὸς ὃ καὶ ἐν ἀρχαῖς εἰπὼν πᾶσα διδασκαλία καὶ πᾶσα μάθησις ἀντιδιαστελλόμενος εἶπε τὸ διανοητικὸν ὡς οὔσης καὶ αἰσθητικῆς τινος |
οὐδὲν ὑστερεῖ , πλὴν τῆς νεφέλης καὶ τοῦ ὕδατος ἡ ἄρσις , ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶ τὸ προσδοκώμενον | ||
εἰσφερομένων ἀντιγράφεται . . . ἀνταρσία : ἡ ἐξ ἐναντίας ἄρσις . . . ἀντιλαχεῖν : τὸ δίκην ἐπὶ διαιτητοῦ |
ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ μαλθακία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . παίζων ποτὲ μὲν λέγει ἄνδρα , ποτὲ δὲ | ||
καὶ εἰς ἔθος ἕκαστον κατακεχωρισμένον δεῖν εἶναι , ὅπως μήτε ὁμιλία μηδεμία ὀλιγώρως τε καὶ εἰκῆ γίνηται , ἀλλὰ μετ |
γυναικῶν ] θηλυτεράων . ἣ δ ' ἐπ ' Ἐνιπῆος πωλέσκετο ] καλὰ ῥέεθρα [ ] ! ν [ ] | ||
κάκ ' ἐλέγχεα εἶδος ἀγητοί : ὄφρα μὲν ἐς πόλεμον πωλέσκετο δῖος Ἀχιλλεύς , οὐδέ ποτε Τρῶες πρὸ πυλάων Δαρδανιάων |
τε , καί μοι ἕκαστ ' ἐπέτελλεν , ἔϊκτο δὲ θέσκελον αὐτῷ . Ὣς φάτο , τοῖσι δὲ πᾶσιν ὑφ | ||
δ ' ὑποείκαθε νηί , ἡμετέρῃ πίσυνος κιθάρῃ , διὰ θέσκελον αὐδήν . Ἀλλ ' ὅτε δὴ πορθμοῖο κατὰ στόμα |
, τὸν ὁμώνυμον τὸν θεῖον . πῶς οὖν ἂν εἴη ἐρημία , οὗ χορὸς τοιούτων ἕστηκεν ; Σαυτῷ καὶ νῦν | ||
λάχανα οὐ θέλω . οὕτως καὶ σχολὴν οὐ θέλω , ἐρημία ἐστίν , ὄχλον οὐ θέλω , θόρυβός ἐστιν . |
οὔτε πενίαν Λακωνικὴν ] οὔτε Κρότωνα : πένονται γάρ : οὔτε Σύβαριν , ὅτι οὐ πονοῦσιν , οὔτε Σκύθας , | ||
ἀκούω , καὶ μάλιστα προνοῶν τῶν ἐμοὶ συμφερόντων : καὶ οὔτε φίλος οὔτε συγγενὴς οὕτως οὐδεὶς ἐμοῦ κήδεται . σκοπεῖτε |
. τὸ δὲ ὄνομα τοῦ πράγματος κρίσις , γνῶσις κατάγνωσις ἀπόγνωσις , καταδίκη ἄφεσις . καὶ ἐπαινῶν μὲν ἂν δικαστὴν | ||
δάκρυα , στεναγμοί , παραμυθία , φόβος , θάρσος , ἀπόγνωσις , ἐλπίς . Ἀρίστων δέ , ὁ Χαιρέου πατήρ |
δὲ οὔτε ἀφῖξαι τοῦ τε μὴ ἥκειν τὴν αἰτίαν οὐκ ἐδήλωσας . εἰ μὲν οὖν τι καλὸν τίθῃ μένειν , | ||
σε ἀποτεκεῖν καὶ εὐμαρῶς : σὺ μὲν γὰρ οὐδὲν ἡμῖν ἐδήλωσας . χάρις δὲ θεῷ καὶ σοί . πέπεισαι ἄρα |
τῷ τῆϲ ἐϲ πέψιν θερμαϲίηϲ , ἀτονίῃ δὲ τῆϲ ἐϲ ἀνάδοϲιν δυνάμιοϲ . χρὴ ὦν τὴν κοιλίην πρώτιϲτα μὲν πόνων | ||
δὴ τὸ ῥύπτειν , διουρητικώτερον αὐτὸ ἀποτελοῦμεν , καὶ πρὸϲ ἀνάδοϲιν καὶ θρέψιν ἐπιτήδειον . καλλίϲτη δὲ ἀφαίρεϲιϲ γίνεται μιχθέντοϲ |
καὶ στάζων ἱδρῶτα καὶ δεινῇ κρατούμενος ἀφωνίᾳ . ἐνταῦθα μόνον ἄπορος ἦν τῆς αἰσχύνης αὐτῷ τὴν γλῶτταν ἀγχούσης : τοσοῦτον | ||
δὲ καὶ γυναίου χιτὼν ἀνεύθυνον , ὅταν ἡ σωτηρία πανταχόθεν ἄπορος ᾖ , μαρτυρία διαφανὴς οἱ Πέρσας παρὰ τὸ δεῖπνον |
ὡς Ὅμηρος [ Υ ] : οὔτε τις οὖν ποταμῶν ἀπέην νόσφ ' Ὠκεανοῖο . ὅτι δὲ κύκλῳ περιρρεῖ τὴν | ||
ὄρος : διὸ πολύπτυχος . . οὔτε τις οὖν ποταμῶν ἀπέην , νόσφ ' Ὠκεανοῖο : ἡ διπλῆ ὅτι ποταμὸν |
ὑψηλὸν δὲ καὶ πᾶν ξύλινον , καὶ αἱ οἰκίαι αὐτῶν ξύλιναι καὶ τὰ ἱρά . Ἔστι γὰρ δὴ αὐτόθι Ἑλληνικῶν | ||
δ ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις , πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν ἅπαντες Σύνες ὅ τοι λέγω , |
βίῳ ἥδιστα τοῦτο ποιῶν . [ Οὕτως ὁ τῆς βασκανίας ἐρεθισμὸς μανικοὺς καὶ ἐξεστηκότας ἀνθρώπους τοῖς ἤθεσι ποιεῖ . ] | ||
κίνησις , μανία . Οἶστρος : ἔρως , μανία , ἐρεθισμὸς , κυρίως δ ' οἶστρός ἐστι ζωΰφιον ἐμφυόμενον ταῖς |
Α : ἴσον γάρ ἐστι τὸ ἀπὸ ΑΖ τῷ ὑπὸ ΛΖΜ . καὶ ἐφάψεται αὐτῆς ἡ ΑΘ : τὸ γὰρ | ||
, ΛΖΜ , ΝΔΟ . ἐπεὶ οὖν παράλληλός ἐστιν ἡ ΛΖΜ τῇ ΞΔΟ , ἔστιν , ὡς ἡ ΖΓ πρὸς |
' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαὶ πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν , [ | ||
' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν † οὔτε |
μήτε τις ἄρσην , μηδ ' αὖ τῶν ποταμῶν μενέτω νόσφ ' Ὠκεανοῖο μηδέ τε νυμφάων , ἀλλ ' ἐς | ||
Διὸς πρὸς δῶμα νέεσθαι . οὔτέ τις οὖν ποταμῶν ἀπέην νόσφ ' Ὠκεανοῖο , οὔτ ' ἄρα νυμφάων αἵ τ |
αὐτά . ἀπόλλυνται δὲ αὗται , γυνὴ τὴν ἐπιμήνιον κάθαρσιν καθαιρομένη εἰ διέλθοι μέση τῶν λαχάνων . Εἶεν δ ' | ||
πουλὺν χρόνον , καὶ οὐδεὶς οὐδὲν ἠδύνατο ὠφελῆσαι , οὔτε καθαιρομένη τὴν κεφαλήν : ῥηΐστη δὲ ἐγένετο , ὁκότε τὰ |
ἰσχύοντες ἄνδρες . Ἀσιατογενής ] ἡ ἐν Ἀσίᾳ γεννηθεῖσα . οἴχωκε ] * ἐπορεύθη . νέον δ ' ἄνδρα ] | ||
ἁρπάσας μόναυλον εὐθὺς πῶς δοκεῖς κούφως ἀνήλλετο . Σοφοκλῆς : οἴχωκε κροτητὰ πηκτίδων μέλη , λύραι μόναυλοί τε . Ἀναξανδρίδης |
, λέγεται νεφέλη : εἰ δὲ μέσον , ἐναιώρημα : αἰώρα γὰρ ἡ κρεμάθρα : εἰ δὲ κάτω , ὑπόστασις | ||
φορᾶϲ κινουμένου : ἐντεῦθεν ὠφελιμώτατόν τε καὶ προϲηνέϲτατον γυμνάϲιον ἡ αἰώρα , οὔτε κόπον ἐμποιοῦϲα τοῖϲ ϲώμαϲι , κινοῦϲά τε |
μὲν οὖν ἐστιν εὐλάβεια ὀρθοῦ ψόγου . βʹ Ἁγνεία δὲ εὐλάβεια τῶν περὶ θεοὺς ἁμαρτημάτων . Ἐπαινετὰ μέν ἐστι τὰ | ||
ᾧ τὸ καθαρὸν χρυσίον δοκιμάζεται . ὄκνος . ἀνάδυσις , εὐλάβεια , ἀναβολή . δυνατή ἡ τῶν ἀρχόντων φύσις . |
ἀλλ ' οὐδὲ αἱ νάρκαι ἐπιγίνονται ἰσχυραὶ , οὔτε αἱ καταψύξιες τῶν σκελέων τε καὶ τῆς ὀσφύος . Οἷσι δὲ | ||
: ὁκόσοισι γὰρ τῶν γεραιτέρων αἵ τε νάρκαι ἰσχυρόταται καὶ καταψύξιες τῆς ὀσφύος τε καὶ τῶν σκελέων , καὶ τὸ |
διὰ τὴν ὑμετέραν ἀβελτερίαν . διὰ τί γὰρ ἔξω παραπλησίως ἀκούονται τοῖς ἄλλοις καὶ πολλάκις ἀηδεῖς ἔδοξαν ; μὴ τὰ | ||
” ἐπὶ τῶν Νυμφῶν . τῆς μὲν οὖν παρεσχάτης ὀξυτονουμένης ἀκούονται αἱ ἐν ἀγροῖς νέμουσαι , τῆς δὲ δευτέρας αἱ |
, Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , ἐμὶν δοκεῖ , οὔτ ' ἐπίπαστον , ἢ ταὶ Πιερίδες : κοῦφον δέ | ||
, ὁ δ ' ἐλαίης . τοὺς μὲν ἄρ ' οὔτ ' ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων , οὔτε ποτ |
πόλεμον περὶ τόνδε φυγόντες αἰεὶ δὴ μέλλοιμεν ἀγήρω τ ' ἀθανάτω τε ἔσσεσθ ' , οὔτε κεν αὐτὸς ἐνὶ πρώτοισι | ||
: τὺ δ ' , ὦ μάκαιρα , μειδιάσαις ' ἀθανάτω προσώπω ἤρε ' , ὄττι δἦν τὸ πέπονθα κὤττι |
Ἀχιλλεύς : Ἕκτορ ἀτάρ που ἔφης Πατροκλῆ ' ἐξεναρίζων σῶς ἔσσεσθ ' , ἐμὲ δ ' οὐδὲν ὀπίζεο νόσφιν ἐόντα | ||
ἦεν . Ἀλλ ' οὐ μὰν Τρώεσσιν ἐλαφρότερον πόνον οἴω ἔσσεσθ ' Αἰακίδαο δεδουπότος , οὕνεκ ' ἄρ ' αὐτοῦ |
ὑπερβολική τις οὖσα , οὐδ ' εὐτυχία ὀνομασθήσεται οὔτε μὴ ἐπαινετὴ ἔσται . Ἐπεὶ ἔλεγόν τινες , ὅτι ἐπεὶ αἱ | ||
ἃς ἁρμόττον ἦν εὐφημίᾳ συνεπικοσμεῖν . ὅτι δὲ τῷ ὄντι ἐπαινετὴ καὶ ἀξιέραστος ἡ πρᾶξις , ἐκ πολλῶν εὐμαρὲς ἰδεῖν |
ἀνάγκη , μηκέτι παρόντος ὑφ ' οὗ διερεθισθήσεται . κἂν μεταναστῇ μέντοι , τοὺς τῶν πολλῶν θιάσους ἐκτρεπέσθω μόνωσιν ἀσπαζόμενος | ||
τοῦ σώματος μερῶν ἐμποδιζομένην φρονιμωτέραν , ἐπειδὰν ἀπ ' αὐτοῦ μεταναστῇ , γίνεσθαι . δαίμονες γὰρ τῇ σφῶν κακοηθείᾳ τοῖς |
πρὸϲ γένεϲιν , τὸν δὲ ἀμυδρὸν καὶ μόνη ἂν ἡ ἀϲθένεια ἐργάϲεται . ὁ μὲν οὖν ἐξ ἀρχῆϲ ϲφοδρὸϲ ὑπάρχων | ||
τὰ ἕλκη φυλάττειν ἀνεπούλωτα . Οὐ μόνον ἡ τῶν μορίων ἀϲθένεια τὸ ποδαγρικόν τε καὶ ἀρθριτικὸν ἐργάζεται πάθοϲ , ἐπεὶ |
. Ἡ πυρὰ καὶ τὰ ἐς αὐτὴν ἐσφαγμένα καὶ ὁ ἀποκείμενος ἐπὶ τῇ πυρᾷ μείζων ἢ ἀνθρώπου δόξαι νεκρὸς ἡ | ||
βαρυτέραν ἂν ἐξεῦρον τιμωρίαν . οὐκ ἔστιν οὖν τούτοις δίκαιος ἀποκείμενος ἔλεος : αὐτοὶ γὰρ αὐτὸν ἐπὶ τῶν ἰδίων ἀκληρημάτων |
. θρίων δ ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν | ||
αἰγιαλόν . Ὀξεῖαι : ταχεῖαι . στεροπαί : ἀστραπαί . ῥιπαί : ὁρμαὶ , φοραί . Ζαφλεγέες : ἄγαν φλογεραὶ |
βροτῶν , τοὶ ἐπὶ χθονὶ ναιετάουσιν , ψεύδεται μὲν ὁ Ἐλπήνωρ λέγων , ἆσέ με δαίμονος αἶσα κακή : ψεύδεται | ||
μὴ παρέποιτο σύνθεσις ὡς ἐν τῷ ἀντήνωρ καὶ ἀγαπήνωρ , Ἐλπήνωρ . ἦν οὖν καὶ τὸ εὐήνωρ , ἀφ ' |
. ἀλαθής τέ μοι : ἀληθὴς δὲ περὶ τούτων καὶ ἐξαίρετος ὅρκος ἔσται . ὀμνύειν δὲ βούλεται ὡς ἀληθεύων ἐν | ||
τουτέων δὲ ἡ μὲν Ἄνθυλλα ἐοῦσα λογίμη πόλις ἐς ὑποδήματα ἐξαίρετος ” . τὸ ἐθνικὸν Ἀνθυλλαῖος , ὡς Ἄβολλα Ἀβολλαῖος |
ὁ Τύριος ἦλθεν ἐπὶ τὰ Γάδειρα καὶ τρίτος Ἕλλην . Σύρτις δὲ ἡ καὶ Χάρυβδις ἔστι δὲ ὄνομα † τόπου | ||
. Ἀπὸ δὲ Ἑσπερίδων κόλπος ἐστὶ μέγας , ᾧ ὄνομα Σύρτις , ὡς δὲ εἰπεῖν ὅτι μάλιστα εἰκάζοντι σταδίων ͵ε |
. ὅτι ἐστὶν ὄργανον καλούμενον νάβλα , ὡς Σώπατρος : νάβλα λαρυγγόφωνος ἐκκεχόρδωται . τὸ τρίγωνον δὲ καλούμενον ὄργανον Σύρων | ||
ὦ Οὐλπιανὲ σοφώτατε , τὸ ὑδραυλικὸν τοῦτο ὄργανον τοῦ καλουμένου νάβλα , ὅν φησι Σώπατρος ὁ παρῳδὸς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ |
ποικίλοι τῶν τε κεφαλῶν ἀποτομαὶ τοῦ μισθοῦ χάριν ἐς ἐπίδειξιν φυγαί τε ἀπρεπεῖς καὶ σχήματα ἄτοπα ἐκ τοῦ πρὶν περιφανοῦς | ||
. ταῦτα αἱ Ἀθηναίων συμφοραὶ , διὰ ταῦτα αἱ Ἀθηναίων φυγαί . καὶ ὅμως οὐκ ἀπείχοντο τοῦ κακοπραγμονεῖν καὶ συκοφαντεῖν |
ἢ γὰρ ἀπὸ ῥήξιοϲ ἀγγείου , ἢ διαβρώϲιοϲ , ἢ ἀραιώϲιοϲ ἀνάγεται . ῥήγνυται μὲν ὦν ἐξαπιναίωϲ , ἢ πληγῇ | ||
, πλημυρῶϲι δὲ ἔνθα ἡ ξύνδοϲιϲ . ἐπὶ μὲν τῆϲ ἀραιώϲιοϲ τῶν φλεβῶν ἡ ϲτῦψιϲ ἀρκέει : διαρρεῖ γὰρ ὡϲ |
πεφυκὸς χρώματος καὶ μείζονος τετύχηκεν ἀλλοιώσεως . Τῆς γάρ τοι ξανθῆς χολῆς συμμέτρου γεγονυίας , σύμμετρ ' ἂν καὶ τὰ | ||
ἐμῶν τλήμων κακῶν . τῶνδ ' οὕνεκ ' ἔτεμες βοστρύχους ξανθῆς κόμης ; φίλος γάρ † ἐστιν ὅς ποτ ' |
εἰς ρ ἀργαλέος . . . . ἀραιήν : ἀσθενῆ ἀραιή , ὅθεν καὶ δασύνεται : ἀπὸ οὖν τοῦ ῥαίω | ||
ὕδωρ ξυνεχὲς ἐν ἠέρι . Καὶ τότε δὴ ἡ γῆ ἀραιή ἐστι τοῦ θέρεος καὶ κούφη καὶ ὕδωρ ἐν αὑτῇ |
ἀπὸ βιαίας ἀστραπῆς . Σίδηρος τοῖς πώμασι τῶν πίθων ἐπιτιθέμενος ἀπερύκει τὴν ἀπὸ τῶν βροντῶν καὶ ἀστραπῶν βλάβην . ἔνιοι | ||
ἄρα μιν λήθαιον ἐφήμισαν , οὕνεκεν αἰεὶ μεμνῆσθαι κακότητος ὀϊζυρῆς ἀπερύκει θνητοὺς ἀθανάτους τε : νόον δ ' ἐριούνιον εἶναι |
καταφθινύθουσιν ἄρουραν : καὶ πάλιν , ἢν ἐθέλῃσθα , παλίντιτα πνεύματ ' ἐπάξεις θήσεις δ ' ἐξ ὄμβροιο κελαινοῦ καίριον | ||
: κάμνουσι γάρ τοι καὶ βροτοῖς αἱ συμφοραί , καὶ πνεύματ ' ἀνέμων οὐκ ἀεὶ ῥώμην ἔχει . ὄλβος δ |
μείονα : ἐλάττω , ἐλάττονα , οὐδὲ πλῆθος ἐλάττονα . φέρβειν : ἐλπίζω τρέφειν τῆς γῆς . Ἀμφήριστος : ἰσοσύγκριτος | ||
δέσποινα , κοσμήσας φέρω , ἔνθ ' οὔτε ποιμὴν ἀξιοῖ φέρβειν βοτὰ οὔτ ' ἦλθέ πω σίδηρος , ἀλλ ' |
οὔτε καταστήσαντες ἐπὶ θέαν οὔθ ' ἥσυχοι βαδίζοντες , ἀλλὰ παρατρέχοντες ἅμα τοὺς ἀγρούς , ὅταν ὁρῶσι τοὺς καρποὺς ἐν | ||
τῶν ὀρῶν , ἢ τοὺς τραχεῖς τόπους . Παραθρώσκοντες δὲ παρατρέχοντες , οἷον ἐπεκτεινόμενοι , τὴν οἴκησιν ἔχοντες μέχρι τοῦ |
χαρίεις τραχύς θρασύς : τινὰ δὲ οἰωνιστικά , ὡς τὸ ζωτικός αἰώνιος περιών : ἄλλα ἀπὸ τῶν συμβαινόντων ἢ τῶν | ||
αὐτοὺς ἐν τῷ αὐτῷ . ἔνθα δὲ καὶ ὁ τόπος ζωτικός ἐστι καὶ λογικός : ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ τῶν |
παύσασθαι ἀμαιμακέτοιο κυδοιμοῦ Πηλείδαο πεσόντος : ὃ γὰρ Δαναοῖς πέλεν ἀλκή : Ὦ φίλοι , εἰ ἐτεόν μοι ἀρήγετε εὐμενέοντες | ||
α Ἀλκμάν , οἱονεὶ ὁ ἀκμάζων , ἢ παρὰ τὸ ἀλκή γέγονεν ἀλκάν καὶ πλεο - νασμῷ τοῦ μ Ἀλκμάν |
. πρὸς δὲ τὸ μέγεθος τῆς Προαιρεσίου φύσεως , συστάσεως νεανικῆς καὶ μάλα σφοδρᾶς γενομένης , τῶν ἄλλων ἁπάντων ἐς | ||
μειράκιον ἡγούμενοι . ἀνύσας δὲ τὴν ὁδοιπορίαν ὁ Κόμοδος μετὰ νεανικῆς σπουδῆς καὶ διαδραμὼν τὰς ἐν μέσῳ πόλεις , ὑποδεχθείς |
καὶ μὴ προτρεπτικοὶ εἰς καταστολήν . . ὅτι Ζηνόδοτος γράφει διοτρεφέων βασιλήων : ἐπὶ δὲ τὸν Ἀγαμέμνονα ἀναφέρεται ὁ λόγος | ||
ἢν ὀργῆς κρατῇ , καὶ ” θυμὸς δὲ μέγας ἐστὶ διοτρεφέων βασιλήων , „ ἢν λογισμῷ κολάζηται . βέλτιον δὲ |
κνέφας . ἀλλ ' ἀμφὶ δεῖπνον οὖσι προσβάλω δόρυ ; ἔκπληξις ἂν γένοιτο : νικῆσαι δὲ δεῖ . βαθύς γέ | ||
, οὐδ ' ὅτι τῆς μὲν ἐν ποιήσει τέλος ἐστὶν ἔκπληξις , τῆς δ ' ἐν λόγοις ἐνάργεια , ἀμφότεραι |
καὶ αἱ τέχναι τιμῆς θεῶν ἑκάστη εὔπορος , ἄλλο ἄλλη προστησαμένη ἄγαλμα : εἰ δέ που τὶ γένος ἀνθρώπων ἐστὶν | ||
, γένοιτ ' ἂν ἔνοχος , σόφισμα τοῦ βεβιάσθαι δοκεῖν προστησαμένη τὸν τόπον . καὶ μὴν ἐν πόλει τί γένοιτ |
. . οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ : ἡ διπλῆ , ὅτι πολεμικὴ ἡ θεός . . . . , . . | ||
μὲν πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ : ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους . πολεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυῤῥίχη : ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν |
τῆς ἐμῆς δυνάμεως καὶ προθέσεως κωλυτής . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀλιτῶ γίνεται ῥῆμα ἀλιταίνω , ἐξ οὗ τὸ ἀλιτρός καὶ | ||
ω εἰς ο : οἷον , λείπω , λειποτάκτης : ἀλιτῶ , ἀλιτόμηνος : ἐθέλω , ἐθελόκακος : μίξω , |
καὶ ἀπόλλυνται οἱ ἐκφοβούμενοι . εἰ δὲ ὑφειμένος ἐστὶν ὁ φόβος , σπασμὸν ποιεῖται . Καὶ τὸ χρῶμα μεταβάλλουσι χλωρὸν | ||
ἐν τοῖς ὅπλοις . ἤδη δέ τις εἶπεν ὡς οὐδεὶς φόβος οὐδενὸς κινδύνου τῆς ψυχῆς ἥψατό σου . μέγιστον δέ |
, προπαροξύνεται : Λάτυμνος Λύκαμνος Ἐπίδαμνος Αἴσυμνος . τὸ μέντοι ἐρεμνός ἔχει θηλυκὸν τὸ ἐρεμνή , ὥσπερ καὶ τὸ ἐρυμνός | ||
οὖν † ὁ ἀποπνέων τὸ πῦρ † , ὡς ἐρέφω ἐρεμνός , στίλβω στιλπνός : ἔνθεν πολλάκις φησὶ ” πυρὸς |
ἢ παρὰ οἷον : οὔτε ποτ ' εἰς ἀγορὴν πωλέσκετο κυδιάνειραν . . . . βωμός : τέμενος ἱερόν : | ||
ἐν τῷ „ τόνδε μάλ ' αἶψα νόησε μάχην ἀνὰ κυδιάνειραν „ . προσερχομένη δὲ τοῖς ῥήμασιν ἢ τὴν ἄνω |
, καὶ ἔστιν ἐν ἐκτάσει τοῦ ι . παρὰ τὴν ἀθεώρητος καὶ τὴν ἀθεωρήτου τὸ ἀθεωρητί , ἀκονιτί , ἀμογητί | ||
εὐάγωγος ψυχή , ἀνήκοος μὲν καὶ ἄπειρος λόγων ἐρρωμένων , ἀθεώρητος δὲ τοῦ ἀληθοῦς , ἀπερινόητος δὲ τοῦ πατρὸς καὶ |
ἥ τε ἐπιμέλεια καὶ ἡ κατόρθωσις γένοιτο ἂν ἢ ἡ ῥαθυμία . ὁ μὲν ὡροσκόπος τὰ κατὰ τὸν διδάσκαλον σημαίνει | ||
, ἀλλ ' ἡ περὶ τὴν προσήκουσαν ἐπιμέλειαν καὶ τελειότητα ῥαθυμία . Πῶς δὲ ἐκ τῶν αὐτῶν ἐσμὲν οἱ ἄνθρωποι |
ἐπιπλάϲμαϲι . ἢν δὲ καὶ ψυχρῶν τῶν τόπων εἴϲωθεν τοῖϲι κάμνουϲι αἴϲθηϲιϲ γίγνηται , ὄξοϲ παραχέειν . χρὴ δὲ ἐνεργὸν | ||
καὶ προϲηνείηϲ καὶ ὀϲμήϲιοϲ δέηται : χρὴ γὰρ καὶ τοῖϲι κάμνουϲι χαρίϲαϲθαι . τάδε μὲν ἐκτὸϲ θετὰ ἄκη . ἡ |
' ἕκαστον κινήσεις μεταφέρεσθαι , οἷον οἰκοδόμησιν αὔξησιν ἰάτρευσιν . δήλη δὲ ἡ μετάθεσις μεταλαμβανομένου τοῦ δυνάμει καθ ' ἕκαστον | ||
' ὀξὺν καὶ διακαῆ πυρετὸν ταῦτα ποιεῖ : τότε γὰρ δήλη ἐστὶν ἡ αἰτία καθ ' ἣν τοῦτο ποιεῖ , |
νεανίας ἐστί : βέλτιον γὰρ ἐπεξηγεῖται εἰπὼν ” τοῦ περ χαριεστάτη ἥβη ” . . α : ὁ Ἀπίων τῷ | ||
δάκρυον αὐτῶν εἰς ἤλεκτρον παγῆναι : σὲ δὲ , ὦ χαριεστάτη πόλεων , αὐτοῖς ὥρα τοῖς δένδρεσι θρηνεῖν . Ἐμοὶ |
τέττιξ οὐκ ἔνεστι θήλεια , ἀλλ ' οἷά τις Θεανὼ σιωπῶσα τὰ ἄῤῥητα . Τευτάζειν βούλει τὸν ἄνθρωπον : ἀντὶ | ||
ἐστὶν ἡ ποιητικὴ ζῳγραφία λαλοῦσα , ἡ δὲ ζῳγραφία ποιητικὴ σιωπῶσα . τίς οὖν πρῶτος ἢ τίς μᾶλλον Ὁμήρου τῇ |
ἀεικὲς ἐσέδρακεν : ἀλλά οἱ αἰδὼς καὶ χόλος ἀμφεχύθη , βλοσυρὰς δ ' ἔστρεψεν ὀπωπὰς νηὸν ἐς ὑψόροφον , περὶ | ||
ἀεικὲς ἐσέδρακεν : ἀλλά οἱ αἰδὼς καὶ χόλος ἀμφεχύθη , βλοσυρὰς δ ' ἔστρεψεν ὀπωπὰς νηὸν ἐς ὑψόροφον , περὶ |
πλευρίτιδές τε πολλαὶ , αἵ τε ὀξεῖαι νομιζόμεναι νοῦσοι . Ἀνάγκη δὲ ὧδε ἔχειν , ὁκόταν κοιλίαι σκληραὶ ἔωσιν : | ||
αὐτὸ εὐθὺς γίγνεσθαι καὶ ὑπεξιέναι καὶ μηκέτι οὕτως ἔχειν ; Ἀνάγκη . Πῶς οὖν ἂν εἴη τὶ ἐκεῖνο ὃ μηδέποτε |
διαπρεπέα πρὸς θεωρίην , ἀλλὰ καρδίης κενεά . . , λήθη τῶν ἰδίων κακῶν θρασύτητα γεννᾶι . ἀνοήμονες ῥυσμοῦνται τοῖς | ||
τὸ σῶμα ἐμπόδιον ἔχει : ἐπεὶ καὶ νῦν προστιθεμένων τινῶν λήθη , ἐν δ ' ἀφαιρέσει καὶ καθάρσει ἀνακύπτει πολλάκις |
βοᾶι βαρβάρωι στενακτὰν ἰαχὰν μελομέναν νεκροῖς δάκρυσι θρηνήσω . σχεδὸν τύχα , πέλας φόνος : κρινεῖ ξίφος τὸ μέλλον . | ||
μεταρρίπτει θεός . τῶν ἐν Θερμοπύλαις θανόντων εὐκλεὴς μὲν ἁ τύχα , καλὸς δ ' ὁ πότμος , βωμὸς δ |
θήλειαν διώκοντος σὺν ὕβρει τε τῇ ἄλλῃ καὶ τραχύτητι τοῦ φθέγματος , ὡσαύτως δὲ καὶ τοῦ ἀνδρὸς ὃς τὸν ὄνον | ||
ἐμὴν ἀηδόνα , καλοῦμεν αὐτούς : οἱ δὲ νῷν τοῦ φθέγματος ἐάνπερ ἐπακούσωσι θεύσονται δρόμῳ . Ὦ φίλτατ ' ὀρνίθων |
, ὅτι καλὸν εἴη ὧδέ που , ἔφη : Ἀλλὰ νοσώδης ὁ τόπος . Σχολαστικὸς νοσῶν συνετάξατο τῷ ἰατρῷ , | ||
, ὅσον ἱκανόν ἐστιν τῷ τρεφομένῳ . κἂν μέν τις νοσώδης ὑποπίπτῃ διάθεσις , ταύτην δεῖ ἀκολούθως ἀνασκευάζειν , τοῦ |
τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε | ||
δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν |
Τὸν ἀδίκως γε , ὦ ἑταῖρε , ἀποκτείναντα , καὶ ἐλεινόν γε πρός : τὸν δὲ δικαίως ἀζήλωτον . Ἦ | ||
εἰ ] δ ? ' ἦν ? ἀτύχημα τοῦτ ' ἐλεινόν ? ? ? [ , οὐ ] ψέγω οὐκοῦν |
περὶ τὰ μόρια γίνεται καὶ δριμέων τε καὶ λεπτῶν ὑγρῶν ῥύϲιϲ διά τε μυκτήρων καὶ τοῦ ϲτόματοϲ ἔρευθόϲ τε τῶν | ||
ξυνήθεοϲ : ἕλκεα ἐπὶ τῇϲι βάϲεϲι τῶν ὤτων , ἰχῶροϲ ῥύϲιϲ , κνηϲμώδεα : ῥυϲοὶ τὸ πᾶν ϲκῆνοϲ ῥυτίϲι τρηχείῃϲι |
εἶπε τὴν τῆς ἀλκυόνος φωνήν : ὑπὸ γὰρ Ἥρας ἦν ἀπεσταλμένη , ὥς φησι Πίνδαρος . ἀκταίης ὄρνιθος : τῆς | ||
φωνὴν οὐδείς : οὔτε γὰρ ἦν πρεσβεία πρὸς οὐδέν ' ἀπεσταλμένη τότε τῶν Ἑλλήνων , ἀλλὰ πάλαι πάντες ἦσαν ἐξεληλεγμένοι |
τῶν ῥητῶν οὐδὲν τοιοῦτον ἐμφαινόντων , ἀλλὰ τίς ἡ μᾶλλον ψευδομένη καὶ μᾶλλον διεστῶσα τῆς ἐξ ἀρχῆς καταφάσεως , οὔτε | ||
καὶ μετὰ τοῦ ἦν ἢ ἔστιν ἢ ἔσται ἀληθεύουσα ἢ ψευδομένη τὰς πτώσεις ἀπώσατο . ὡς εἶναι ὅλον τὸν ὁρισμὸν |
τὸ οἰνῶδεϲ ἐκλύειν . τροφὴ μὲν ὦν ὡϲ ἔποϲ εἰπεῖν τοιήδε . τέγγειν δὲ τὴν κεφαλὴν ἐϲ ἔμψυξιν λίπαϊ ἐλαίηϲ | ||
φέροντας τῷ βασιλέϊ αὐτῶν . Ἡ δὲ τράπεζα τοῦ Ἡλίου τοιήδε τις λέγεται εἶναι . Λειμών ἐστι ἐν τῷ προαστείῳ |
δίκην : καὶ ὅτι παρὰ μὲν τῶν αὐτὸ τοῦτο μόνον ὄνησίς ἐστι τῇ πόλει , οἱ δὲ μετὰ τούτου καὶ | ||
ἔγνω : διὸ καὶ ἀπώλετο . κέρδος δὲ φίλτατον : ὄνησίς ἐστι τῶν διδομένων , ὅταν τις παρ ' ἑκόντος |
, δρῆσται ἀταρτηροί , φιλίην λείποντες ἐδητύν , οὔτε τραπέζης μνῆστιν ἐφεστίου , οὐ Κρονίωνος Ἑρκείου σέβας ἁγνὸν ἐνὶ πραπίδεσσι | ||
μετόπισθε τεοῖς νεπόδεσσιν ἑτοίμη . ” Τῶν ἄρ ' ἐπὶ μνῆστιν κραδίη βάλεν , ἔκ τ ' ὀνόμηνεν Αἰσονίδῃ : |
πατέρα καὶ τούτου αὔξει τὸν βίον , ὑπὸ δὲ ὑγρῶν ὀχλεῖ καὶ οὐκ εὐθάνατον τὸν πατέρα ποιεῖ . ἐν δὲ | ||
νύττει , Ἡρακλείδης ὁ Ταραντῖνος | ἐρεθίζει . ἔστι δὲ ὀχλεῖ , ὡς καὶ Σοφοκλῆς ἐν Ἑλένης ἀπαιτήσει φησί : |
ἔστιν οὕτω βάρβαρος οὔτε παλίγγλωσσος πόλις , ἅτις οὐ Πηλέος ἀΐει κλέος ἥρωος , εὐδαίμονος γαμβροῦ θεῶν , οὐδ ' | ||
ἐν τοῖς ἀχύροισι κυλινδομένην , Μανῆς δ ' οὐδὲν λατάγων ἀΐει , τὴν δὲ τάλαιναν πλάστιγγ ' ἂν ἴδοις παρὰ |
μούνωι σοὶ ἐγὼ κρανέω τάδε πάντα . παύσεις δ ' ἀκαμάτων ἀνέμων μένος οἵ τ ' ἐπὶ γαῖαν ὀρνύμενοι πνοιαῖσι | ||
ἔστενε δὲ χθών [ ] [ στειβομένη ] πρυλέεσσι καὶ ἀκαμάτων [ ] ποσὶν ἵππων [ ] [ στεινομένων ἄμυδις |
ἡδύ , ἥδεσθαι : ἐπιθυμία , ἐπιθυμητόν , ἐπιθυμεῖν : λύπη , λυπηρόν , λυπεῖσθαι : φόβος , φοβερόν , | ||
καθὸ ἐνεμπόδισεν αὐτὸν νοῆσαι τὸ θεώρημα . εἰ οὖν ἡ λύπη κακὸν καὶ φευκτόν , τῷ δὲ φευκτῷ καθὸ φευκτόν |