, καὶ ἔστιν ἐν ἐκτάσει τοῦ ι . παρὰ τὴν ἀθεώρητος καὶ τὴν ἀθεωρήτου τὸ ἀθεωρητί , ἀκονιτί , ἀμογητί
εὐάγωγος ψυχή , ἀνήκοος μὲν καὶ ἄπειρος λόγων ἐρρωμένων , ἀθεώρητος δὲ τοῦ ἀληθοῦς , ἀπερινόητος δὲ τοῦ πατρὸς καὶ
6958886 ἑκουσιος
ἡμῖν ἡ σιτοπομπία , νῦν δὲ θᾶττον πτεροῦ καὶ νοήματος ἑκούσιος καὶ αὐτοκέλευστος ἀφικνεῖται . ὑπηρετεῖ καὶ ἡ θάλαττα τῇ
τετραπλασίονά σοι καίπερ ἐνδεόμενοι συνεισφέρομεν , ὅπως μάθῃς , ὅσον ἑκούσιος ὑπουργία πενομένων τοὺς ἀβουλήτως ἐν εὐπορίᾳ βιασθέντας ὑπεραίρει .
6685908 μετεχουσα
: καὶ ἡ μέν ἐστιν ἀπὸ τοῦ πρώτου νοητοῦ , μετέχουσα καὶ τῆς τοῦ δημιουργοῦ δυνάμεως , ἡ δὲ ἐνδιδομένη
ῥᾳδίως ποτὲ πᾶσα φύσις ἱκανὴ γένοιτο θεωρῆσαι , μὴ θαυμαστῆς μετέχουσα φύσεως . ὃ νῦν εἰρήκαμεν ἐροῦμέν τε , ὥς
6685362 προπετεια
, ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας ,
ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ
6627664 φιλοπονια
χρόνος γὰρ ὑπηκόων εὔνοιαν οὐ ποιεῖ , ἀλλὰ προμήθεια καὶ φιλοπονία καὶ τὸ μηδὲν τοῦ κοινῇ λυσιτελοῦντος προὔργου ποιεῖσθαι ,
, ; , ; , ; , . . στοιχεῖα φιλοπονία ἔρως ἀγχίνοια ἄτρυτος ) τρία τὰ ὁμολογούμενα στοιχεῖα πρῶτα
6615977 ἀπολυσις
, ἀλλ ' ἵνα σοι πρὸς Θέρσανδρον ἡ τῆς αἰτίας ἀπόλυσις ᾖ ὡς οὐ συνεγνωκότι . χρυσοῖ δέ σοι οὗτοι
προσδοκίαν ἔχει , κἄν τι συμβῇ χαλεπὸν τοῖς τοιούτοις , ἀπόλυσις γίγνεται , ἐν δὲ προαιρέσει χρηστῇ καὶ βίῳ σώφρονι
6602120 ἀπογνωσις
. τὸ δὲ ὄνομα τοῦ πράγματος κρίσις , γνῶσις κατάγνωσις ἀπόγνωσις , καταδίκη ἄφεσις . καὶ ἐπαινῶν μὲν ἂν δικαστὴν
δάκρυα , στεναγμοί , παραμυθία , φόβος , θάρσος , ἀπόγνωσις , ἐλπίς . Ἀρίστων δέ , ὁ Χαιρέου πατήρ
6559124 προνοια
θεοῖς καὶ τοῖς δαίμοσιν ἢ τοῖς ἀγαυοῖς ἥρωσιν . διὸ πρόνοια ἐπ ' ἀνθρώπων ἐστὶ καθ ' ἕνα ἕκαστον ,
ἓξ ἢ καὶ πλείω . ἦν δὲ τοῦτο τρόπον τινὰ πρόνοια παρὰ τοῦ βασιλέως τοῖς αἰχμαλώτοις τοῦ τε διατρέφεσθαι καὶ
6557557 παυλα
ῥινηλάτην κύνα στηρίγματ ' οἴκου χωρίτης λεώς ἀπτέρῳ τάχει γένοιτο παῦλα τῶν ἐνεστώτων κακῶν ἀναδρομὴ γένοιτο , κοὐ σφαλούμεθα πύργους
. ) Ὅτι τοῖς καταφαγοῦσι τοὺς ἱερωμένους ἰχθῦς οὐκ ἦν παῦλα τῶν κακῶν : τὸ γὰρ δαιμόνιον ὥσπερ ἐπίτηδες εἰς
6489877 προφασις
δ ' ἐπιτίθησιν : ἀσφάλεια δὲ τὸ ἐπιβουλεύσασθαι , ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος . καὶ ὁ μὲν χαλεπαίνων πιστὸς ἀεί ,
τὸ ἐπιβουλεύσασθαι : τὸ ἐπὶ πολὺ βουλεύσασθαι δι ' ἀσφάλειαν πρόφασις ἀποτροπῆς ἐνομίζετο φ αὐτῷ : τῷ γαλεπαίνοντι . καὶ
6451955 ψυχικαι
γυναῖκες θνηταὶ τὸ φθαρτόν ἐστι τῆς ἡμῶν φύσεως : αἱ ψυχικαὶ δὲ δυνάμεις , ἃς καὶ θεὰς ἔφασαν , τῇ
ἐν τῷ αὐτῷ ἄρα ἔσονται αἱ μονάδες ταῖς μονάσιν αἱ ψυχικαὶ ταῖς σωματικαῖς , καὶ καθέξει χώραν στιγμῆς σωματικῆς ἡ
6412427 ἀπολαυσις
γλυκυθυμία τις ἡ διὰ τῶν ἀπὸ τῆς ὕλης ἀτμῶν δελεάζουσα ἀπόλαυσις , ἐχρῆν ἀκέραιον τὴν ὕλην εἶναι : πλείων γὰρ
καὶ διὰ τοῦτ ' εὐθὺς εὐδαιμονῶ . χρῆσις γὰρ καὶ ἀπόλαυσις ἀρετῆς τὸ εὔδαιμον , οὐ ψιλὴ μόνον κτῆσις :
6404384 ἀπαλλαγη
, ἀεὶ πράγματα ἐκ τῶν Σευήρου τρόπων ἀναφύεται σοί τε ἀπαλλαγὴ τῶν παρ ' ἡμῶν περὶ τούτων οὐκ ἔσται γραμμάτων
ὁμολογηθέντων στερηθῶμεν , ἀλλ ' Ἐπιτίμῳ γένηται σωτηρία τις καὶ ἀπαλλαγὴ τῶν κινδύνων . παρέσομαι δ ' εἰς τὸν χρόνον
6391471 κοσμιοτης
τὴν ψυχήν . , ; , . . κοσμιότης τάττουσα κοσμιότης καὶ σωφροσύνη οὐ μόνον εἰσὶν ἀπαλλαγαὶ καὶ ἀφαιρέσεις τῶν
ἀλήθεια θέμις ἁγιστεία εὐορκία δικαιοσύνη ἰσότης εὐσυνθεσία κοινωνία ἐχεθυμία σωφροσύνη κοσμιότης ἐγκράτεια πρᾳότης ὀλιγοδεΐα εὐκολία αἰδὼς ἀπραγμοσύνη ἀνδρεία γενναιότης εὐβουλία
6387823 ἰνωδης
. Δεῖ τοίνυν εἰδέναι , ὡς ἡ τῶν μυῶν οὐσία ἰνώδης ἐστὶ καὶ σαρκώδης . καὶ διὰ μὲν τοῦ σαρκώδους
παχεῖα καὶ λεία καὶ σαρκώδης , ἡ δὲ λεπτὴ καὶ ἰνώδης . διόπερ ἀπορήσειεν ἄν τις εἰ ῥίζας τὰς τοιαύτας
6384951 ἀναπαυλα
. ” οὐκοῦν δίδασκε καὶ δείκνυε μὴ ἀγανακτῶν . Θάνατος ἀνάπαυλα αἰσθητικῆς ἀντιτυπίας καὶ ὁρμητικῆς νευροσπαστίας καὶ διανοητικῆς διεξόδου καὶ
Ὀλύμπια , οὐ μόνον αὐτοῖς ἀθληταὶ τὰ τελούμενα ἦν , ἀνάπαυλα δέ τις ἐγίνετο μεταξὺ καὶ ῥᾳστώνη τοῦ τε ἀγῶνος
6374319 ὀνησις
δίκην : καὶ ὅτι παρὰ μὲν τῶν αὐτὸ τοῦτο μόνον ὄνησίς ἐστι τῇ πόλει , οἱ δὲ μετὰ τούτου καὶ
ἔγνω : διὸ καὶ ἀπώλετο . κέρδος δὲ φίλτατον : ὄνησίς ἐστι τῶν διδομένων , ὅταν τις παρ ' ἑκόντος
6347914 ἀτυχια
με : ὑπερβαλλόντως ἀπώλεσέ με . ὑπερβάλλει πάντα λόγον ἡ ἀτυχία : ἑαυτὸν λέγει δεικτικῶς : ὁ χρόνος με θεραπεύσει
ἀδίκως καὶ ἀθέως διαφθαρέντα ὑπ ' αὐτῶν . Ἥ τε ἀτυχία ἀδικεῖται ὑπ ' αὐτοῦ , ἣν προϊστάμενος τῆς κακουργίας
6297061 ἐρημια
, τὸν ὁμώνυμον τὸν θεῖον . πῶς οὖν ἂν εἴη ἐρημία , οὗ χορὸς τοιούτων ἕστηκεν ; Σαυτῷ καὶ νῦν
λάχανα οὐ θέλω . οὕτως καὶ σχολὴν οὐ θέλω , ἐρημία ἐστίν , ὄχλον οὐ θέλω , θόρυβός ἐστιν .
6292491 ἀβεβαιος
στρατευμάτων : ἐφάνη δὲ καὶ ἄλλοτε , ὅτε Νέρων ἐκεῖνος ἀβέβαιος καὶ δόλιος ἤρχετο τῆς μανίας . Πρὸς τούτου ἀνατέλλουσιν
ἀδελφιδοῦς αὐτῷ , τῆς πατρίδος ὅτε μετανίστατο , συνεξεληλυθώς , ἀβέβαιος , ὑπαμφίβολος , ἀντιρρέπων ὧδε κἀκεῖσε , τοτὲ μὲν
6288844 ἀστειοτητος
τῆς δὲ Ἀφροδίτης ὁμοίως ἀσυνδέτου τυχούσης χαρίτων καὶ τρυφῆς καὶ ἀστειότητος ἐκτὸς ἔσται καὶ τοῦ φιλεῖσθαι , εἰ δὲ ἀπὸ
τῆς δὲ Ἀφροδίτης ὁμοίως ἀσυνδέτου τυχούσης χαρίτων καὶ τρυφῆς καὶ ἀστειότητος ἐκτὸς ἔσται καὶ τοῦ φιλεῖσθαι , ἢν δὲ ἀπὸ
6283807 εὐεξια
οἷα πρότερον ἦν πρὸ τῆς πόλεως , οἷον ὑγίεια , εὐεξία , καὶ ὁποῖα τὰ νῦν . Τὸ δὲ κεφάλαιον
, ὀρεξία : ἔχω , ἕξω , ἔξια , καὶ εὐεξία : πέψω , πεψία , καὶ ἀπεψία . Τὰ
6265321 ἀσυνηθους
ὄντως θαῦμα καὶ ἔκπληξις : ἔκπληξις δὲ καὶ φόβος ἐξ ἀσυνήθους φαντασίας . § ἢ ἐκπληκτικά τινα ὑπερβαίνοντα τὴν ἀλήθειαν
τε καὶ ψάλλειν καὶ αὐλεῖν ἄκρως εἰδότες ὅταν κρούσεως ἀκούσωσιν ἀσυνήθους , οὐ πολλὰ πραγματευθέντες ἀπαριθμοῦσιν αὐτὴν εὐθὺς ἐπὶ τῶν
6253379 θλιψις
τουτέστιν , ὁμοῦ προσεγένετό μοι καὶ ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ θλίψις διὰ σέ . Ἄλλως . τὸ δισσὸν μέλος ἐπῆλθε
. . ταῦτά τοι πλανωμένη ] οὐκέτι ἡ ὑποκειμένη μοι θλίψις περὶ ἓν ἵσταται , ἤτοι οὐκ ἐφ ' ἑνὶ
6237081 κολασις
γλυκύτης , σαφήνεια καὶ καθαρότης , βραχύτης καὶ συντομία , κόλασις . Ἡ μὲν οὖν σεμνότης καθολικῶς συνίσταται τριχῇ ,
ἦν τοῖς τότε Ῥωμαίοις ἐπιχώριος τῶν ἐπὶ θανάτῳ ἁλόντων ἡ κόλασις . Ὁ μὲν οὖν πιθανώτερος τῶν παραδεδομένων ὑπὲρ τοῦ
6222222 καταρχη
καὶ καλοὺς εἰς βουλάς τε : συμβάλλεται δ ' ἡ καταρχὴ εἰς προβολὴν ἀκάκων ἀνδρῶν καὶ μᾶλλον θαυμαστῶν καὶ ταπεινῶν
ἑλκύσωσιν , τοῦ δὲ πλέοντος ἐν τῇ νηῒ ἑκάστου ἡ καταρχὴ τότε ἐστὶν ἡνίκα τὸν πόδα εἴσω τῆς νηὸς θήσει
6218321 μεστη
δ ' ὁ θάμνος καὶ ἡ ῥίζα ὀποῦ λευκοῦ πολλοῦ μεστή . χρῆσις δὲ καὶ ἀπόθεσις τούτου ὁμοία τοῖς προειρημένοις
ἡ νῆσος κοίλη κατὰ γῆς ἐστι , ποταμῶν καὶ πυρὸς μεστή , καθάπερ τὸ Τυρρηνικὸν πέλαγος , ὡς εἰρήκαμεν ,
6200237 ἐξακουστος
Ἀφροδίτη , ὁ τοῦτο φορῶν ἐπίχαρις ἔσται καὶ παρὰ ἀνθρώποις ἐξάκουστος καὶ ἐπὶ πάσης δίκης νίκην ἕξει . τὸ δ
αἱ εἴσοδοι τῆς θυμέλης φράττων : ἀποκλείων , ἵνα μὴ ἐξάκουστος ὁ φθόγγος γένηται ἐχυρούς : ἀσφαλεῖς διέφθειρεν : ἐξηγόρασεν
6190857 ἀπροσδοκητων
ἀτυχίαις , ἢ ὑπερωρίσθαι ; Τοιγάρτοι τί τῶν ἀνελπίστων καὶ ἀπροσδοκήτων ἐφ ' ἡμῶν οὐ γέγονεν ; οὐ γὰρ βίον
γλυκείας ἀνταλλαγῆς , ὢ τῆς ἀνεξιχνιάστου δημιουργίας , ὢ τῶν ἀπροσδοκήτων εὐεργεσιῶν : ἵνα ἀνομία μὲν πολλῶν ἐν δικαίῳ ἑνὶ
6186811 ἀσφαλεια
ὡς δὲ πᾶσι τοῖς ἐν τῷ συνεδρίῳ παροῦσιν ἥ τε ἀσφάλεια τῶν βουλευμάτων τοῦ ἡγεμόνος ἤρεσκε καὶ ἡ λαμπρότης τά
ὥστε πολὺ τῶν χρεῶν εἶναι ταῦτα χαλεπώτερα . οὐδὲ γὰρ ἀσφάλεια , ὡς εἰπεῖν , οὐδενὸς ἡμῖν τῶν ὄντων ὑπῆρχεν
6178402 κηδεμονιας
ὡς ἄλλος τις τρόπος ἐστὶν ὁ θεῖος τῆς ποιήσεως καὶ κηδεμονίας , οὗ δὴ δι ' ἄγνοιαν οὐ χρὴ τὸ
, ὦ ἀγαθοί , τὴν λήμην ὑμῶν ἀφαιρετέον ἧς χορηγεῖτε κηδεμονίας , ὅση ὑποβέβηκεν ἔτι καὶ ἐγκάθηται δυσθανατῶσα . λέγω
6169226 ἰασις
κατὰ ἰσχίον γίνεται . διατείνεται δὲ πολλάκις μέχρι σφυρῶν . ἴασις δὲ διὰ φλεβοτομίας ἀπὸ σφυροῦ . καὶ διὰ σικύας
, ἡ μὲν φαντασία μικροτέρα , χαλεπωτέρα δ ' ἡ ἴασις : οὐ γὰρ ἐπιδέχεται τὴν ἐν κύκλῳ περιβολὴν ὥσπερ
6166421 τοσαυτη
αἱ χεῖρες περὶ τὴν νευρὰν καὶ τὴν γλυφίδα , καὶ τοσαύτη αὐτοῦ ἡ μελέτη καὶ ἡ ἐπιστήμη ὅση ἡ τοῦ
, ὥς φησι Τηλεφάνης ἐν τῷ περὶ τοῦ Ἄστεος . τοσαύτη δ ' αὐτῶν δόξα τῆς ῥᾳθυμίας ἐγένετο ὡς καὶ
6160199 θρυψις
ἦθος οὐδὲ στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ
φύσιν τὸ μινύθημα καὶ διὰ χρόνου . Φευκτέη δὲ καὶ θρύψις ἐπικρατίδων διὰ προσκύρησιν ἀκέσιος , ὀδμή τε περίεργος :
6153451 σφυγματωδης
ποιότης εἴη μόνη , οὔτε βάρος οὔτε τάσις ἐστὶν οὔτε σφυγματώδης ὀδύνη , ἀλλὰ δῆξις μόνη . εἰ δὲ ποιότης
οὖν ναρκώδης ὀδύνη διὰ ψυχρὰν γίνεται διάθεσιν : ὁ δὲ σφυγματώδης πόνος ἴδιός ἐστι μεγάλης φλεγμονῆς . ἐὰν δ '
6151281 φιλονεικια
τοῦ παιδός , ἣν ἐποίησεν ἥ τινων παρ ' ὑμῖν φιλονεικία . τὰ δ ' ἀπὸ τῆς πληγῆς ἐκείνης δάκρυα
ἐπήγειρε δὲ μᾶλλον αὐτὸν καὶ διαπρεπέστερον ἐποίησεν ἡ πρὸς βασιλέα φιλονεικία καὶ τὸ δεῖξαι θέλειν ὅτι οὐκ ἦν εὐκαταφρόνητος ,
6149096 ἀδοξιας
ἀγαθῶν καὶ κακῶν κρείττων ἐστίν , οἷον πλούτου πενίας δόξης ἀδοξίας , ἁπλῶς τῶν περὶ τὸ σῶμα καὶ ἐκτὸς ἀγαθῶν
αὐτὸς ἱστορεῖ διὰ τῆς ἑβδόμης καὶ εἰκοστῆς οὐ τῆς τυχούσης ἀδοξίας νομίζεσθαι , εἴ τις [ ἦν ] ἢ τὸ
6145937 ἀντιδοσις
πρόφασις εἴη φιλίας ταῖς πόλεσιν ἡ πρὸς ἀλλήλας τῶν ἐπιτηδείων ἀντίδοσις . Ὃ τοίνυν ἐν μέσῃ τῇ Καίσαρος ἔργον σοι
. ἅτε μήτε πλεονεκτοῦν μήτε πλεονεκτούμενον : ὥσθ ' ἡ ἀντίδοσις καὶ ἡ ἀντέκτισις τῶν δυνάμεων ἀναλογίας ἐξισουμένη κανόσιν ὑγιείας
6142320 εὐεξιας
ἀθλητικῶς ἄγειν , ἀλλ ' αὐτὸ μόνον ἐρυθήματος χάριν καὶ εὐεξίας . Κατεῖχον δὲ οἱ παῖδες πολλὰ ποιητῶν καὶ συγγραφέων
δὲ κρεῖττον τοῦ πωλοδαμνεῖν [ εἶναι ] τῷ μὲν νέῳ εὐεξίας τε ἐπιμελεῖσθαι τῆς ἑαυτοῦ καὶ ἱππικὴν [ ἐν ἢ
6142222 ἀπωλεια
καὶ τῶν σκευαρίων ἡψάμην . . Ἄλλως . ἀντὶ τοῦ ἀπώλεια . μεταφέρεται δὲ ἀπὸ τοῦ σίτου . ὅταν γὰρ
ἀνανήψῃ , ἀπαγορεύϲαντα χρὴ μακρὰν ἀποφεύγειν . Ἡ τῆϲ μνήμηϲ ἀπώλεια πῆ μὲν καθ ' ἑαυτὴν ϲυμβαίνει , πῆ δὲ
6140659 ἀσκησις
τῶν ἄλλων ὀργάνων καὶ πείνης , λοιπὸν ἕτερον λόγον , ἄσκησις , καὶ τοῦτο ἐδέξαντο ὡς πρόγραμμα , καὶ ἐπήνεγκαν
γυμνάσασθαι , πονῆσαι , ἀγωνίσασθαι . καὶ ὄνομα καλὸν ἡ ἄσκησις . καὶ γυμναστικὴ ἡ τέχνη , καὶ γυμνασία τὸ
6136981 φρονιμωτατην
ἀποφυγὴ κακῶν οὐδὲ σωτηρία πλὴν τοῦ ὡς βελτίστην τε καὶ φρονιμωτάτην γενέσθαι . οὐδὲν γὰρ ἄλλο ἔχουσα εἰς Ἅιδου ἡ
ἂν εἴη ἄλλη ἀποφυγὴ κακῶν οὐδὲ σωτηρία πλὴν τοῦ ὡς φρονιμωτάτην καὶ δικαιοτάτην γενέσθαι μετὰ ἀνδρίας καὶ σωφροσύνης . τὰς
6134202 θρασυτης
ἀρήγει : τῇ νεότητι μὲν βοηθεῖ ἡ περὶ τὸ πολεμεῖν θρασύτης . τοῦτο δὲ ἐν τῷ καθόλου γνωμικῶς ἀναπεφώνηκεν .
φίλε , ἐγὼ ἤδη ἠπόρουν , καί μου ἡ πρόσθεν θρασύτης ἐξεκέκοπτο , ἣν εἶχον ἐγὼ ὡς πάνυ ῥᾳδίως αὐτῷ
6133006 διηρμενη
τῷ τοιούτῳ λόγῳ , ἐνιαχοῦ μὲν συνεστραμμένη , ἐνιαχοῦ δὲ διηρμένη , ἐν τοῖς μύθοις ἀφελεστέρα . τὸ δὲ σαφὲς
παθημάτων ἡρωϊκοῦ τρόπου τε τῆς τραγῳδίας σεμνοπρεπὴς λέξις τε καὶ διηρμένη . χρῶνται δέκα μέτροις δὲ ταῖς τραγῳδίαις : διπλοῖς
6112914 διορθωσις
, καὶ διὰ τούτου τοῦ τρόπου ἡ μεγίστη καὶ συμφορωτάτη διόρθωσις γίνεται τῶν ἠθῶν . κρατίστους δ ' οἶμαι τῶν
πᾶσι κοινὰ ποιέουσα . μηροῦ δὲ κατάτασις μὲν ἰσχυρὴ καὶ διόρθωσις κοινὴ ἢ χερσὶν ἢ μοχλῷ , τὰ μὲν ἔσω
6111317 ἀνεσις
καὶ μειδιασμὸς καὶ μειδίαμα καὶ μειδίασις , φαιδρότης ὀφθαλμῶν , ἄνεσις προσώπου , καγχασμός : καὶ ἑτέρας χρείας χλευασμός χλευασία
. ] τῶν τε ζῴων καὶ τῶν φυτῶν καὶ νούσων ἄνεσις ὁμοίως , ἢν ἔν [ τε ] τῇσι [
6106809 χρονιος
ἰφύων . Ἔγνως ἄρ ' ὀρθῶς ἄνδρα δυστυχέστατον . Ὦ χρόνιος ἐλθὼν σῆς δάμαρτος ἐς χέρας , λαβέ με ,
φθόριος , ὅτε δὲ ἐν μήτρᾳ σκίῤῥος : ἔστι δὲ χρόνιος οὗτος μετ ' ἄλλων . υνθʹ . Ἡ ἐν
6098840 διαφθορα
δὲ καὶ ὁ Ζεὺς δυναμικώτερος ᾖ , ἐλάττων ἔσται ἡ διαφθορά . Εἰ δὲ ὁ Ζεὺς ὑπάρχει χρονοκράτωρ καὶ ὑπάρχουσιν
φιλοκερδής αἰσχροκερδής . καὶ τὰ πράγματα δωροδοκία , δεκασμός , διαφθορά , μισθαρνία μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις
6096001 ἰσχυς
κατηγόρῳ : καὶ τὰ παρακολουθοῦντα τούτοις τῇ νεότητι , σώματος ἰσχὺς , κάλλος , ἀφροσύνη : τὸ κοῦφον καὶ εὐχερὲς
ἡ σκιὰ λυπεῖ καθάπερ εἴρηται καὶ τὸ ὄψιον ὡς ἡ ἰσχὺς τῶν ῥιζῶν : ἀφαιρεῖται γὰρ τὴν τροφὴν συντάρρων γινομένων
6090121 οἰκτος
, δοκεῖν τοῖς ἔξωθεν ἀφρονεῖν . : θρῆνος ] Ὁ οἶκτος . : διδάσκαλος ] Τοῦ μὴ λυπεῖν τὸν Δία
ἀπαγγελεῖ . κατολοφύρομαι σὲ τὸν χερνίβων ῥανίσι μελόμενον αἱμακταῖς . οἶκτος γὰρ οὐ ταῦτ ' , ἀλλὰ χαίρετ ' ,
6089079 δατηριοι
ἀλλὰ καὶ Ἐτεοκλῆς ἔννυχον ὄψιν εἶδε τοῦτο φαντάζουσαν . . δατήριοι ] μερίστριαι . . καίπερ ] ἴσως . .
ἄγαν δ ' ἀληθεῖς ἐνυπνίων φαντασμάτων ὄψεις , πατρῴων χρημάτων δατήριοι . πιθοῦ γυναιξί , καίπερ οὐ στέργων ὅμως .
6077475 ἐπιφθονος
ἄλλως : ἐμοὶ λόγος , φησὶ , λεπτὸς μὲν , ἐπίφθονος δὲ , τουτέστι : φθονηθησόμενος μὲν , δυνάμενος δὲ
λευκοῦ ζεύγους , ἐξυπτιάζων , περίβλεπτος ἅπασι τοῖς ὁρῶσι καὶ ἐπίφθονος . καὶ προέθεον πολλοὶ καὶ παρίππευον καὶ εἵποντο πλείους
6075998 ἐθισμοι
ταῖς τῶν λόγων ὁδοῖς παθήματα χαλεπὰ καὶ ἄγρια , καὶ ἐθισμοὶ φαῦλοι , καὶ ἀσκήσεις ἄδικοι , καὶ ἐπιθυμίαι ἀλλόκοτοι
τῆς πρὸς τοὺς φίλους εὐνοίας . τίνες γάρ ποτε ἦσαν ἐθισμοὶ ἢ τίς τρόπος ἐπιτηδευ - μάτων ἢ τίς λόγου
6072301 κακοπραγιων
χεῖρόν ἐστι τοῖς εὖ φρονοῦσιν . εἶτά τις εὐφορία γίνεται κακοπραγιῶν αὐτῷ : τῆς τε γὰρ οὐσίας ἁπάσης εὐθὺς ἐξίσταται
γνώμαις τισὶ τὸ ἦθος . τὰ δὲ ῥηθησόμενα τῶν μὲν κακοπραγιῶν ἀπάγει τὸν ἀκροατήν , ἄγει δὲ ἐπὶ τὸν γεωργικὸν
6064728 συγχυσις
μόνον ἐναντίον ὄνομα ὀνόματι , ἀλλ ' ἔργον ἔργῳ . σύγχυσις μὲν γάρ , ὡς ἔφην , ἐστὶ φθορὰ τῶν
καὶ τὸν πύργον . διὰ τοῦτο ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ σύγχυσις , ὅτι ἐκεῖ συνέχεε κύριος τὰ χείλη πάσης τῆς
6058284 δημευσις
ἑάλω . καὶ πάντων φυγὴ κατέγνωστο , Γαβινίου δὲ καὶ δήμευσις ἦν ἐπὶ τῇ φυγῇ . καὶ τάδε ἡ βουλὴ
ἀπὸ αἰτίας , ὅτε τιμωρία κατὰ τοῦ πράγματος ἑτοίμη καὶ δήμευσις , ἀλλ ' οὐκ ἐμὴ αἰσχύνη : εἶτα ἀπὸ
6057683 σφαγαι
. Ἀγαθοκλέους δρασμὸς εἰς Σικελίαν . λβʹ . Αἱ γενόμεναι σφαγαὶ τῶν Σικελιωτῶν ὑπὸ Ἀγαθοκλέους . λγʹ . Στρατεία Ἀντιγόνου
αἱ στάσεις , ἐν αἷς ἄλλα τε πολλὰ δεινὰ καὶ σφαγαὶ οὐ πολιτῶν μόνον , ἀλλ ' ἤδη καὶ συγγενῶν
6055890 ἀφανισμος
προέρχεται , γάμῳ δὲ συγκαλύπτεται , καὶ γίνεται γάμος ὀρφανίας ἀφανισμός , οὐχ ὑπόθεσις . εἶτα χηρείαν ἐκ τελευτῆς μὲν
σώματος δουλαγωγία , φρόνημα ταπεινόν , ἐννοίας καθαρότης , ὀργῆς ἀφανισμός : ἀγγαρευόμενος προστίθει , ἀποστερούμενος μὴ δικάζου , μισούμενος
6047843 στερισκομενος
τῶν προσπιπτόντων φόρτον πληγῶν . ἤτοι τοῖς τοῦ στεφάνου περιθέμασι στερισκόμενος : ἢ ἵνα μᾶλλον ἀλγῇς δεχόμενος τὰς τῶν πληγῶν
δάκρυ , νῆις δὲ καὶ ἄπειρός ἐστι καὶ τητώμενος καὶ στερισκόμενος ἀμφοῖν ἤτοι γέλωτος καὶ δακρύου ὁ Θρήκης ἔκ ποτ
6041440 ἱερωσυνη
τὰ δ ' ἆθλα μεγάλα καὶ ἀδελφά , εἰρήνη καὶ ἱερωσύνη . τό τε γὰρ τὴν ἐν τῷ σπουδαζομένῳ παρὰ
περὶ τῆς ἱερωσύνης . Καθ ' ἕκαστον γὰρ Ἰωβηλαῖον ἔσται ἱερωσύνη . Ἐν τῷ πρώτῳ Ἰωβηλαίῳ ὁ πρῶτος χριόμενος εἰς
6033877 προθυμια
περὶ τὰς ἁψιμαχίας τὰς ἐκ καιροῦ συμπεσούσας γίνεσθαι φιλεῖ , προθυμία τοῖς ἡγεμόσι τῶν στρατοπέδων ὁμοία παρέστη διαβαίνειν τὸν ποταμόν
. τί δ ' ἔστιν , ὦ ξύνδουλε ; τίς προθυμία ποδῶν ἔχει σε καὶ λόγους τίνας φέρεις ; θηρώμεθ
6033587 τερψις
μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα
ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ
6028939 αὐταρκεια
φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν , αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία . Πλειστάκις ἀδικούμενός τις
σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην : ἀντὶ τοῦ παρατίθημι : αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων : † ταύτῃ γέγηθα :
6024557 ἡδιστη
αἰδοῖ σώζομεν αὐτῆς τὴν παρουσίαν , καὶ πάρεστιν ἡμῖν ἰδεῖν ἡδίστη καὶ πολύτιμος καὶ ἀλοίδορος . ἤγουν νομίζομεν ἔτι συνεῖναι
, ὃ γὰρ ἀπῆλθε φύσει , τοῦτο μένει τέχνῃ , ἡδίστη δὲ ἡ τῶν ἀπολλυμένων ἀνάκτησις , ὥστ ' ,
6019879 ἀπουσιας
γένηται ἡ στέρησις , τεσσάρων χρεία εἰς συνδρομήν , οἷον ἀπουσίας εἴδους , καὶ φύσεως δεκτικῆς χρεία , καὶ μορίου
τῆς τῶν τριήρων τὰ μὲν κτήσεως , τὰ δ ' ἀπουσίας γέγονεν . οἷον πολλὰ μὲν ἄν τις ἔχοι λέγειν
6017589 κλοπαι
ἐπιθυμία , μετὰ θράσους ἀπόνοια , μετὰ πανουργίας ἀδικία , κλοπαὶ μετὰ ἁρπαγῆς , σὺν ψευδολογίαις ψευδορκίαι , μετὰ παρανομιῶν
αὐτῶν τῶν φασιανῶν ἀρξάμενον ; Πάντα ταῦτα , Ἰκάριε , κλοπαὶ ἢ εἰ βούλει γε , μισθὸς παρὰ μὲν οὔπω
6016028 τρομου
Ζεῦ , ὠχρίακας ἡμῖν καὶ συγκροτεῖς τοὺς ὀδόντας ὑπὸ τοῦ τρόμου ; θαρρεῖν χρὴ καὶ τῶν τοιούτων ἀνθρωπίσκων καταφρονεῖν .
μεγάλα συμπτώματα καὶ νόσους μακρὰς ἀπὸ ὑγρότητος καὶ ῥιγοπυρέτων καὶ τρόμου σώματος καὶ δυσουρίας καὶ μελαγχολικῶν νοσημάτων καὶ ἑκτικῶν πυρετῶν
6014587 συμφορα
. , ἐπειδὴ δὲ ἡ ναυμαχία [ ] καὶ ἡ συμφορὰ τῆι πόλει ἐγένετο , δημοκρατίας ἔτι οὔσης , ὅθεν
ὄφελόν σε κἂν Θρᾲξ νικήσας ὕβρισεν : οὐκ εἶχεν ἡ συμφορὰ διὰ τὴν ἀνάγκην ὄνειδος . νῦν δέ , κακόδαιμον
6012631 καταφυγη
τῆς πατρίδος ⌈ ἡμῖν ⌉ ἐξελθεῖν , οὐκ ἔστιν ἄλλη καταφυγὴ χωρὶς τῆς ⌈ ὑμετέρας ⌉ εὐνοίας ; φανεροὺς ἐχρῆν
ἥδιον οὔτε προσφιλέστερον , οἷον αὐτὴ ἀνάπαυλά τέ ἐστι καὶ καταφυγὴ καὶ σωτηρία πᾶσι τοῖς ἐντυγχάνουσιν . ἀλλὰ δῆτα τοῦ
6010463 πονηρια
μιμητὴν οὐκ ἔχων τῆς ἀκρασίας , μὴ προσλαβοῦσα γὰρ κοινωνὸν πονηρία μεῖζον ὄνειδος φαίνεται . Καὶ ταῦτα μὲν ὡς ἡμαρτηκότος
καὶ τοῦτο παράλογον , ὁ δεύτερος τέθυται . δῆλον ὅτι πονηρία τύχης ἐστὶν , οὐ κακίας ἐπιθυμία τῶν παίδων τὸ
6005177 φαυλη
ἡ ἐγκράτεια , τὸ ἐμμένειν πάσῃ δόξῃ , ἔσται καὶ φαύλη ἐγκράτεια , ὅταν ἐμμένῃ τις ψευδεῖ δόξῃ : ἀλλὰ
ἡ καλλίστη ἀλόη καὶ μόνη ῥῶσαι δύναται , οὕτως ἡ φαύλη ποιότητος φαρμακώδους ἀναπίμπλησι τὴν κοιλίαν : τὰς δὲ παρεμπιπτούσας
6002591 ἐκλυτου
καὶ πιττωθέντοϲ τοῦ πώματοϲ πρὸϲ τῷ μηδαμόθεν διαπνεῖϲθαι , τονικὴ ἐκλύτου γαϲτρὸϲ ἡ τοιαύτη γίγνεται καὶ τοὺϲ ἀνορέκτουϲ ἐπεγείρει πρὸϲ
βίου τιθήνη , πολεμία λιμοῦ , φύλαξ φιλίας , ἰατρὸς ἐκλύτου βουλιμίας , τράπεζα . περιέργως γε νὴ τὸν οὐρανόν
5999461 θρασυτητος
ἀναδέξεσθ ' ὑπὲρ ὑμῶν πεπρᾶχθαι , καὶ τὰ τῆς τούτων θρασύτητος καὶ πονηρίας ἔργα πράως οἴσετε ; ἀλλὰ μισεῖν ὀφείλετε
ἔπειτα μέντοι καὶ τῆς ἄλλης αὐτοῦ μανίας τε ἅμα καὶ θρασύτητος τοῦ θηρίου καταληφθείς , ἁλῷ , μετὰ ταῦτα δὲ
5992877 ἀγανακτησις
, τίμησις δίκης , ὑποτίμησις τιμήματος , ἀντιτίμησις προτιμήματος , ἀγανάκτησις γνώμης , ἐπιτήδευσις σοφίας , ἀπόστασις ὑπηκόων , σύγχυσις
ὅ τε λόγος ἐκδραμὼν αὐτίκα θόρυβον ἤγειρε πάνδημον , καὶ ἀγανάκτησις ἦν . ὀλίγοι μὲν γάρ , οἷς τι λογισμοῦ
5989463 παραιτιος
λαβὼν καὶ μὴ λαβών . } Πολλῶν ὁ καιρὸς γίνεται παραίτιος : ἂν γὰρ μέγιστα κομπάσῃς φρονῶν μέγα , οὐκ
γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται . Γέλως ἄκαιρος κλαυθμάτων παραίτιος . Γῆ πάντα τίκτει καὶ πάλιν κομίζεται . Γέρων
5989377 ἀποθεσεως
κατὰ λόγον ἐξαιμάτωσιν , τότε ἐστὶν ὁ πρέπων καιρὸς τῆς ἀποθέσεως τοῦ οὔρου . παρὰ φύσιν δὲ καιρός ἐστιν ἡ
τῶν καταγμάτων θεραπείᾳ , κατατάσεως , διαπλάσεως , ἐπιδέσεως , ἀποθέσεως , ἀπὸ τῆς κατατάσεως ἄρχεσθαι προσήκει τὴν θεραπείαν .
5988151 ἀτιμια
ἀδοξία , κἂν ἦι σοφός τις , ἥ τ ' ἀτιμία βίου . φίλους δὲ τοὺς μὲν μὴ χαλῶντας ἐν
ἀδοξία , κἂν ᾖ σοφός τις , ἥ τ ' ἀτιμία βίου . φίλους δὲ τοὺς μὲν μὴ χαλῶντας ἐν
5984684 πανουργια
μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ
: πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ
5983608 κηλις
Νηρηίδες ἀλληγορικῶς δὲ Νηρεὺς ἡ θάλασσα παρὰ τὸ νήχω . κηλίς μιασμός ῥύπος . × τὸ δὲ πανώλεθρον κηλῖδα :
τοῖς παλαιοῖς οὐκ ἐμμένει , ὅτι οὐχ ὁμοίως εἰσδύεται ἡ κηλίς , ἀλλ ' ἐπιπολαιότερον . ὅτι μὲν οὖν καὶ
5976424 προσφιλεστερα
τὰ χαλεπὰ τῶν ἀλλήλους φυλαττόντων ; ποία μὲν τοῖς πολίταις προσφιλεστέρα πόλις ; ποία δὲ τιμιωτέρα τοῖς ξένοις ; ποία
οὐδ ' ἂν μεταγνοίη ἔτι ἤδη εἰθισμένη καὶ τῷ χρόνῳ προσφιλεστέρα γενομένη . Εἰ δὲ τὰς καθ ' ἕκαστον ψυχὰς
5961704 ὁμοδοξια
αὐτὰ δοξάζειν , οἷον ὁμοδοξία τις : ἡ μὲν γὰρ ὁμοδοξία γένοιτο ἂν καὶ τοῖς ἀγνοοῦσιν ἀλλήλους : οὐδὲν γὰρ
ὁμόνοια φιλικόν τι καὶ διὰ τὸ εἶναι φιλικὸν οὐκ ἔστιν ὁμοδοξία . οὐ γὰρ ἀνάγκη τοὺς ὁμοδοξοῦντας ἤδη καὶ φίλους
5958598 ἀμεταπτωτος
ἡ δὲ τῶν σπουδαίων φιλία διὰ τὴν ἀρετὴν αὐτῶν οὖσα ἀμετάπτωτός ἐστιν , ὅτι καὶ ἡ ἀρετὴ δι ' ἣν
ἡ δὲ τῶν σπουδαίων φιλία διὰ τὴν ἀρετὴν αὐτῶν οὖσα ἀμετάπτωτός ἐστιν , ὅτι καὶ ἡ ἀρετὴ δι ' ἣν
5957991 χαλεπης
ἐπιτελεῖν , τὰ δ ' ἀνωτάτω τέτταρα : ἓν μὲν χαλεπῆς νόσου καὶ δυσιάτου , ποσθένης , ἀπαλλαγήν , ἣν
, δι ' ὃν ὑπὲρ τῆς ἑτέρας αἰτίας χρὴ ἀπολογεῖσθαι χαλεπῆς οὔσης , καὶ οἵας , ὦ βασιλεῦ , μὴ
5956766 εὐλαβεια
μὲν οὖν ἐστιν εὐλάβεια ὀρθοῦ ψόγου . βʹ Ἁγνεία δὲ εὐλάβεια τῶν περὶ θεοὺς ἁμαρτημάτων . Ἐπαινετὰ μέν ἐστι τὰ
ᾧ τὸ καθαρὸν χρυσίον δοκιμάζεται . ὄκνος . ἀνάδυσις , εὐλάβεια , ἀναβολή . δυνατή ἡ τῶν ἀρχόντων φύσις .
5955936 ἐχθιστου
εἰσαμεῖψαι ] εἰσελθεῖν ἔσω : ἐνταῦθα γὰρ τοῦτο σύναπτε . ἐχθίστου ] τοῦ ἀδίκου . ἐχθίστου ] τοῦ μισητοῦ .
. ἀλδαίνειν ] αὐξάνειν . . εἰσαμεῖψαι ] εἰσελθεῖν . ἐχθίστου ] μισητοῦ τῇ πόλει . δάκους ] παντὸς θηρίου
5952556 καυχησεως
: ἢ πρόσφορος καὶ ἀγαθή τις ἡ τῆς τῶν ἐπῶν καυχήσεως ᾠδὴ ἢ ἡ καυχητικὴ ᾠδή . ὁ δὲ νοῦς
τρυφῆς πονηρᾶς , ἀπὸ ἐδεσμάτων πολλῶν καὶ πολυτελείας πλούτου καὶ καυχήσεως καὶ ὑψηλοφροσύνης καὶ ὑπερηφανίας , καὶ ἀπὸ ψεύσματος καὶ
5951723 φυγη
. ψιλωθέντων δὲ τῶν ἄκρων οὐδὲ τὰ μέσα παρέμεινε . φυγὴ δὴ τῶν Ἑρνίκων τὸ μετὰ τοῦτ ' ἐγίνετο ἐπὶ
καὶ μὴ παντελεῖ τῇ διώξει χρωμένους , ὡς εἰ μὲν φυγὴ καρτερὰ κατέχοι , ἐκδέξασθαι τὴν πρώτην δίωξιν ἀκμήτοις τοῖς
5949450 ἀποφυγη
' ἔσται σωτηρίας τε καὶ εὐδαιμονίας μεστὰ καὶ πάντων κακῶν ἀποφυγή : εἰ δὲ μή , μήτ ' ἐμὲ μήτ
καὶ διάνοια . καὶ ἀπάτητον πρᾶγμα . ἀναχώρησις : ἡ ἀποφυγή . Δημοσθένης ἐν τῷ παραπρεσβείας . αὐτομήνυτος : ὁ
5947277 ἀναβολη
κακοποιοῦ τότε οἱ κριταὶ μὴ συμφωνήσαντες ἀλλήλοις διαστήσονται καὶ ἔσται ἀναβολὴ τῆς δίκης , εἰ δὲ καὶ συμφωνήσουσιν οἱ κριταὶ
γένοιτο , τέχνῃ τοῦτο ποιῶν . οἶδεν γὰρ ὅτι ἡ ἀναβολὴ ἐκλύσει τὴν ὁρμήν . καὶ εὐθύς γε μετὰ τὸ
5945594 φιλοχρηματια
ὁμολογήσαντες παραδώσειν Ἀθηναίοις τὴν πόλιν , ὕστερον μετέγνωσαν . Ἁ φιλοχρηματία Σπάρταν ἕλοι , ἄλλο δὲ οὐδέν : ἐπὶ τῶν
τὸ θυμικὸν δειλία , κατὰ δὲ τὸ ἐπιθυμητικὸν φιληδονία καὶ φιλοχρηματία , κατὰ δὲ πάσας ὁμοῦ τὰς δυνάμεις ἀδικία .
5935191 συγκαταθεσις
ὁρίζω : οὐ γάρ ἐστι δογματικὴ ὑπόληψις , τουτέστιν ἀδήλῳ συγκατάθεσις , ἀλλὰ φωνὴ πάθους ἡμετέρου δηλωτική . ὅταν οὖν
δοκῇ , τόθ ' ἡ ἐξ ἀσυμφώνων ὡς κρίσις καὶ συγκατάθεσις τὴν ἐπὶ τῷ θαυμαζομένῳ πίστιν ἰσχυρὰν λαμβάνει καὶ ἀναμφίλεκτον
5927186 χαρα
καὶ ἐν ψυχικῇ μὲν δυνάμει γίνεται , ὅταν λύπη , χαρά , φόβος , δειλία , ἔκλυσις , ὀργὴ γένηται
τῷ δὲ κατ ' εὐμοιρίαν φύσεως ἐπ ' ἀρετὴν φθάσαντι χαρά : χαρτὸν γὰρ ἡ εὐφυΐα καὶ τὰ φύσεως δῶρα
5923720 ἐριδες
γλώσσης ; διὰ γλώσσης ἔχθραι , διαβολαί , μέμψεις , ἔριδες , φθόνοι , ζηλοτυπίαι , καὶ πόλεων ἀφανισμοί .
τῷ στρατοπέδῳ ὁ πόλεμος , φυσικώτατα : ποῦ γὰρ ἀλλαχόθι ἔριδες , μάχαι , φιλονεικίαι , πάνθ ' ὅσα ἔργα
5922217 πολεμικη
. . οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ : ἡ διπλῆ , ὅτι πολεμικὴ ἡ θεός . . . . , . .
μὲν πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ : ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους . πολεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυῤῥίχη : ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν
5908403 ζηλος
ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς
εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ
5907333 ὑγεια
[ ὅτι ] τὸ ὑγιαίνειν . καὶ ταύτῃ οὔτε ἡ ὑγεία προηγμένον ἐστὶ πάντως οὔτε ἡ νόσος ἀποπροηγμένον . ὥσπερ
ψυχῆς νόσου σώματος . Ὑγεία μὲν σώματος τέχνης ἔργον , ὑγεία δὲ ψυχῆς , ἀρετῆς ἔργον : νόσος ψυχῆς μοχθηρία
5904725 εὐνοια
ὁ ὅρος εὔνοια ἐν ἀντιπεπονθόσι μὴ λανθάνουσα , ἡ δὲ εὔνοια βούλησις ἀγαθοῦ , αὐτοῦ ἐκείνου ἕνεκεν , ᾧ βούλεται
, στοργή , οἰκειότης οἰκείωσις , ἐπιτηδειότης , ἑταιρεία , εὔνοια . καὶ φιλικῶς , φιλοστόργως , οἰκείως , ἐπιτηδείως
5897552 ἐπιθυμια
, χρηστοῦ ἂν εἴη εἴτε πώματος εἴτε ἄλλου ὅτου ἐστὶν ἐπιθυμία , καὶ αἱ ἄλλαι οὕτω . Ἴσως γὰρ ἄν
τοῦ κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν ἐγκρατοῦς καὶ ἀκρατοῦς ὅτι ἕτερον ἡ ἐπιθυμία καὶ ἡ προαίρεσις . Ἔτι φησὶ προαιρέσει μὲν ἡ
5891708 ἀναρμοστος
καὶ καθαρὰ καὶ ἀγαθοειδὴς ὑπάρχει πρὸς θεῶν ὑποδοχήν ἐστιν οὐκ ἀνάρμοστος : ἐπεὶ γὰρ ἔδει καὶ τὰ ἐν γῇ μηδαμῶς
. πάραρος δὲ ὁ παρηρμένος τὴν γνώμην . πάραρος : ἀνάρμοστος , ὁ ἀχρήσιμος καὶ μάταιος ἐκ μεταφορᾶς τῶν παρηόρων
5890762 κυνωδης
' Ἀντισθένους . καὶ κυνίζειν καὶ κυνισμὸς καὶ κυνικὸς καὶ κυνώδης καὶ κυνοῦχος , καὶ κυνήποδες ἵππων . χρῶμα δὲ
θέλειν λαμβάνειν τροφήν . Εἰ δὲ διὰ θερμότητα πολλὴν γίνοιτο κυνώδης ὄρεξις , οἶνον μὲν αὐτοῖς οὐ χρὴ διδόναι ,
5881323 τελειοτης
τελεία . διὸ ἐνεργεῖ μὲν καὶ ἐν τῷ ἐνεργεῖν ἡ τελειότης : ἐπεὶ δὲ καὶ ὅταν ἐπίστηται οὐ πάντως ἐνεργεῖ
, κίνησιν λέγω καὶ τελειότητα τῆς δυνάμεως . πᾶσα γὰρ τελειότης σῴζει ὃ τελειοῖ : ἕως μὲν γὰρ ἡ δύναμις

Back