γένος . τὰ γὰρ ἀπὸ τοῦ κινάδου δήγματα ὑπὸ τῶν Ψύλλων θεραπεύεται . ἀντιπαθὴς δὲ τῶι κινάδηι ἐστὶν ἡ κατοικίδιος
κατὰ Κυρήνην , ὅπου καὶ τὸ τῶν ἀνθρώπων τῶν καλουμένων Ψύλλων γένος . τὰ γὰρ ἀπὸ τοῦ κινάδου δήγματα ὑπὸ
7749516 τυμμασιν
ἀτραπιτοῖσι χλοάζον μαστάζειν γενύεσσιν , ἀμελγόμενος δ ' ἀπὸ χυλόν τύμμασιν ἡμίβρωτα βάλοις ἔπι λύματα δαιτός ὄφρα δύην καὶ κῆρα
Σύρτις βόσκει θηροτρόφος , εὖ δὲ καὶ ἄλλοις ἀνδράσιν ἤμυναν τύμμασιν ἀχθομένοις οὐ ῥίζαις ἔρδοντες , ἑῶν δ ' ἀπὸ
7093943 ἀχθομενοις
κἂν σφόδρα περιφόβως ἔχωσί τινες , καὶ τοῖς μὴ λίαν ἀχθομένοις πλεῖστα συμβέβηκεν ἀπολαύειν τοῦ βίου . Τὸ ἔλαιον ἐπέμψαμεν
βόσκει θηροτρόφος , εὖ δὲ καὶ ἄλλοις ἀνδράσιν ἤμυναν τύμμασιν ἀχθομένοις οὐ ῥίζαις ἔρδοντες , ἑῶν δ ' ἀπὸ σύγχροα
6873909 Οὐτ
τροφήν . ἱμερτήν : ἐπιθυμητὴν , ἐρασμίαν , γλυκεῖαν . Οὔτ ' : οὐδαμῶς . αὐτῶν : ἀπό . ἀπολείπεται
καλῶς τὸν αἰῶνα διάξειν . φησὶ δὲ καὶ Καλλίμαχος : Οὔτ ' ἀρετῆς ἄτερ ὄλβος ἐπίσταται ἄνδρας ἀέξειν , Οὔτ
6827387 Συρτις
ὁ Τύριος ἦλθεν ἐπὶ τὰ Γάδειρα καὶ τρίτος Ἕλλην . Σύρτις δὲ ἡ καὶ Χάρυβδις ἔστι δὲ ὄνομα † τόπου
. Ἀπὸ δὲ Ἑσπερίδων κόλπος ἐστὶ μέγας , ᾧ ὄνομα Σύρτις , ὡς δὲ εἰπεῖν ὅτι μάλιστα εἰκάζοντι σταδίων ͵ε
6757145 ἠμυναν
κἀκεῖνοι ] μὲν ἕνεκα μιᾶς ] γυναικὸς ὑβρισθείσης ] ? ἤμυναν , ὁ δὲ πα - σῶν ] τῶν Ἑλληνίδων
μνησικακεῖ τοῖς περιλειφθεῖσι τῶν Σπαρτῶν ὁ Ἄρης , ἐπεὶ μὴ ἤμυναν τῷ δράκοντι γεγονότες ἐξ αὐτοῦ οὐδὲ τοῖς ἀδελφοῖς ,
6725833 οὐτ
, Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , ἐμὶν δοκεῖ , οὔτ ' ἐπίπαστον , ἢ ταὶ Πιερίδες : κοῦφον δέ
, ὁ δ ' ἐλαίης . τοὺς μὲν ἄρ ' οὔτ ' ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων , οὔτε ποτ
6574125 οὐτε
οὔτε πενίαν Λακωνικὴν ] οὔτε Κρότωνα : πένονται γάρ : οὔτε Σύβαριν , ὅτι οὐ πονοῦσιν , οὔτε Σκύθας ,
ἀκούω , καὶ μάλιστα προνοῶν τῶν ἐμοὶ συμφερόντων : καὶ οὔτε φίλος οὔτε συγγενὴς οὕτως οὐδεὶς ἐμοῦ κήδεται . σκοπεῖτε
6470621 οὐθ
ὁ αὐτὸς ὁρίζων , οὔτε πᾶσι τὸ αὐτὸ μεσουράνισμα , οὔθ ' ἑκάστῳ ἐστὶν ὁ αὐτὸς μεσημβρινός . οἱ μέντοι
γὰρ οὐδὲν ἐκ τέχνης πράσσειν κακῆς , οὔτ ' αὐτὸς οὔθ ' , ὥς φασιν , οὑκφύσας ἐμέ . Ἀλλ
6396089 Οὐτε
τινὶ μηχανῇ : ἐγὼ μέν νυν ὑμῖν οὐκ ἐναγωνιεῦμαι . Οὔτε γὰρ ἄρχειν οὔτε ἄρχεσθαι ἐθέλω : ἐπὶ τούτῳ δὲ
πόλεις ἀναθήμασι , τὰς δὲ ψυχὰς μαθήμασι κοσμεῖν δεῖ . Οὔτε συμπόσιον ἄνευ ὁμιλίας , οὔτε πλοῦτος χωρὶς ἀρετῆς ἡδονὴν
6152831 ἀπεην
ὡς Ὅμηρος [ Υ ] : οὔτε τις οὖν ποταμῶν ἀπέην νόσφ ' Ὠκεανοῖο . ὅτι δὲ κύκλῳ περιρρεῖ τὴν
ὄρος : διὸ πολύπτυχος . . οὔτε τις οὖν ποταμῶν ἀπέην , νόσφ ' Ὠκεανοῖο : ἡ διπλῆ ὅτι ποταμὸν
6069176 πωλεσκετο
γυναικῶν ] θηλυτεράων . ἣ δ ' ἐπ ' Ἐνιπῆος πωλέσκετο ] καλὰ ῥέεθρα [ ] ! ν [ ]
κάκ ' ἐλέγχεα εἶδος ἀγητοί : ὄφρα μὲν ἐς πόλεμον πωλέσκετο δῖος Ἀχιλλεύς , οὐδέ ποτε Τρῶες πρὸ πυλάων Δαρδανιάων
5912789 παρηγετο
α γραφὴν ἔχει πρὸ τοῦ τέλους , ἀπό τε ὀνομάτων παρήγετο , τὸ δὲ οὐ τῇδε εἶχενἈλλ . ' ἦν
Ἰόβα παῖς , Ἰόβας ὁ συγγραφεύς , βρέφος ὢν ἔτι παρήγετο . παρήγαγε δέ τινα καὶ τῆς ἀνὰ τὸν Νεῖλον
5826247 βουληφοροι
, αὐτοῖς : ” τοῖσιν δ ' οὐκ „ ἀγοραὶ βουληφόροι , οὔτε θέμιστες : ἀλλ ' οἵ γ '
χρυσὸς πολυδαίδαλος ἄλλα τε πάντα δῶρ ' , ὅσα Φαιήκων βουληφόροι ἐνθάδ ' ἔνεικαν : ἀλλ ' ἄγε οἱ δῶμεν
5583561 θεσκελον
τε , καί μοι ἕκαστ ' ἐπέτελλεν , ἔϊκτο δὲ θέσκελον αὐτῷ . Ὣς φάτο , τοῖσι δὲ πᾶσιν ὑφ
δ ' ὑποείκαθε νηί , ἡμετέρῃ πίσυνος κιθάρῃ , διὰ θέσκελον αὐδήν . Ἀλλ ' ὅτε δὴ πορθμοῖο κατὰ στόμα
5531003 ἡλιουται
, Κτέατον καὶ Εὔρυτον . Οὔθ ' ὕεται οὔθ ' ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης φροντίδος καθεστώτων . Οὐδ
τὰς διατριβὰς ποιουμένων λέγεται . Οὔθ ' ὕεται , οὔτε ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης καθεστώτων φροντίδος . Οὐκ
5379489 ουσι
τὰ πάτρια [ τοὺς ] αὐτούς , πόλεις [ ] ουσι . τί λέγεις , ἄθλιε ; [ μᾶλλον βοηθεῖν
νώτοισι ? νέκυν οἴσωμεν ? [ , ] [ ] ουσι κατὰ φρένα ? ννδρ [ ! ] ? [
5321857 ξυλιναι
ὑψηλὸν δὲ καὶ πᾶν ξύλινον , καὶ αἱ οἰκίαι αὐτῶν ξύλιναι καὶ τὰ ἱρά . Ἔστι γὰρ δὴ αὐτόθι Ἑλληνικῶν
δ ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις , πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν ἅπαντες Σύνες ὅ τοι λέγω ,
5307928 τυπῃσι
' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαὶ πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν , [
' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν † οὔτε
5280694 Ἀγνοει
, ἐκεῖ ὅλος ὁ Κηφεὺς ἐν τῷ ἀρκτικῷ φέρεται . Ἀγνοεῖ δὲ ὁ Ἄρατος καὶ ἐν τῷ ἀστερισμῷ τῆς Ἀργοῦς
δ ' ἔμοιγε καὶ ἄλλο διαμαρτάνειν ἡ παροῦσα ἐπιζήτησις . Ἀγνοεῖ γὰρ τὴν διὰ τοῦ πυρὸς προσαγωγὴν τῶν θυσιῶν ,
5241486 μακροτερως
ἂν διατελοῖμεν ] ? [ ] ? [ ] καὶ μακροτέρως [ ] ἂν λόγους [ ποιοίμεθα ] [ ,
καὶ κοιλίης ὑγρῆς , καί τι καὶ καρδιαλγίης , οὗτοι μακροτέρως νοσήσαντες περιπλευμονικῶς τελευτῶσιν . Πυρέσσοντι ἐν ἀρχῇ μέλαινα χολὴ
5181036 ἑωυτοισιν
Περὶ δὲ τῶν λοιπῶν Σκυθέων τῆς μορφῆς , ὅτι αὐτοὶ ἑωυτοῖσιν ἐοίκασι , καὶ οὐδαμῶς ἄλλοισιν , ὠυτὸς λόγος καὶ
μᾶλλον ἢ τῶν Ἀσιηνῶν : καὶ τὰ μεγέθεα διαφορώτατα αὐτὰ ἑωυτοῖσιν εἶναι κατὰ πόλιν ἑκάστην : αἱ γὰρ φθοραὶ πλείονες
5177938 ῥιπαι
. θρίων δ ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν
αἰγιαλόν . Ὀξεῖαι : ταχεῖαι . στεροπαί : ἀστραπαί . ῥιπαί : ὁρμαὶ , φοραί . Ζαφλεγέες : ἄγαν φλογεραὶ
5130380 φερβειν
μείονα : ἐλάττω , ἐλάττονα , οὐδὲ πλῆθος ἐλάττονα . φέρβειν : ἐλπίζω τρέφειν τῆς γῆς . Ἀμφήριστος : ἰσοσύγκριτος
δέσποινα , κοσμήσας φέρω , ἔνθ ' οὔτε ποιμὴν ἀξιοῖ φέρβειν βοτὰ οὔτ ' ἦλθέ πω σίδηρος , ἀλλ '
5128475 ἀνηψα
δεσπότου , εἴ πως δυναίμην , ἐξελεῖν αὐτὴ λάθραι , ἀνῆψα τὴν δίκελλαν ἀσθενεῖ τινι καλωιδίωι σαπρῶι διερράγη τέ μοι
γάμων ἐπακτὸν ἄταν . ἐγὼ δ ' οὔτι σοι πυρὸς ἀνῆψα φῶς νόμιμον [ ἐν γάμοις ] ὡς πρέπει ματέρι
5127298 ἀχνασδημι
κεν Ἄφαιστον ἄγην βίαι . . . εἲς τὼν δυοκαιδέκων ἀχνάσδημι κάκως , οὔτε γὰρ οἰ φίλοι . . .
+ , . Ἀχνάσδημι : ὡς παρ ' Ἀλκαίῳ : ἀχνάσδημι κακῶς , οὔτε γὰρ οἱ φίλοι . ἔστιν ἀχῶ
5110828 κοὐτε
σῶν λόγων πεισθεὶς ὕπο . μαίνηι γὰρ ὡς ἄλγιστα , κοὔτε φαρμάκοις ἄκη λάβοις ἂν οὔτ ' ἄνευ τούτων νόσου
, ὅτ ' οὐδὲν ὢν τοῦ μηδὲν ἀντέστης ὕπερ , κοὔτε στρατηγοὺς οὔτε ναυάρχους μολεῖν ἡμᾶς Ἀχαιῶν οὔτε σοῦ διωμόσω
5082658 εἰσιδουσα
σοῖς κακοῖς : ἐγὼ γὰρ οὔτε εἰσιδεῖν ἤθελον ταῦτα , εἰσιδοῦσά τε ἠνιάθην τὴν ψυχήν . . σιδηρόφρων ] σκληρὸς
ἀλλ ' , ὦ ξέν ' , οὐ γνοίην ἂν εἰσιδοῦσά νιν . νέα γάρ , οὐδὲν θαῦμ ' ,
5068440 σπεσσι
ἀλλ ' οἵ γ ' ὑψηλῶν ὀρέων ναίουσι κάρηνα ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι , θεμιστεύει δὲ ἕκαστος παίδων ἠδ ' ἀλόχων
' οἵ γ ' ὑψηλῶν ” ὀρέων ναίουσι κάρηνα ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι , „ θεμιστεύει δὲ ἕκαστος παίδων ἠδ '
5062210 ἀρηρως
ὠκεανοῖο , εἷς μὲν ἐὼν , πολλῇσι δ ' ἐπωνυμίῃσιν ἀρηρώς . Εἶτα ὑποκαταβαίνων οὕτως : ὠκεανὸς περιδέδρομε γαῖαν ἅπασαν
Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν ᾗσιν ἀρηρώς . Δωρικῇ τροπῇ ἄραρα καὶ ἄραρεν , οἷον :
4992408 χαλκουργεια
περὶ τῶν Χαλκείων : οὔτε γὰρ πόλις ἐστὶν , ἀλλὰ χαλκουργεῖα . Δισσοὶ λόγοι λέγονται ἐν τᾶι Ἑλλάδι ὑπὸ τῶν
καὶ περὶ τῶν χαλκείων : οὐδὲ γὰρ πόλις ἐστὶν ἀλλὰ χαλκουργεῖα . . , : 〚 καὶ ταύτην τὴν βίβλον
4975135 ἀηδον
χελιδὼν μακρὸν ἐξεπωτήθη , εὗρεν δ ' ἐρήμοις ἐγκαθημένην ὕλαις ἀηδόν ' ὀξύφωνον : ἡ δ ' ἀπεθρήνει τὸν Ἴτυν
εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ κίτταν , οὐκ ἀηδόν ' , οὐ χελιδόνα , οὐ τρυγόν ' ,
4939220 βοσκει
ὑγρὸν ἔχουσα μελάντερον ἔνδον ἀείρει σηπίη ἑρπύζουσα : κατακρύπτουσα δὲ βόσκει ἐνδόμυχον μέλαν ὅπλον , ὅθεν θηρήτορας ἄγρης ῥηϊδίως ὑπάλυξεν
τε καὶ εἴ ποθι μεῖζον ἕλῃσι κῆτος , ἃ μυρία βόσκει ἀγάστονος Ἀμφιτρίτη . τῇ δ ' οὔ πώ ποτε
4932665 χαρμονη
Ἠριγόνη : αὐόνη : πλησμόνη : καλλόνη : ἡδόνη : χαρμόνη : οὕτω δὴ καὶ στρομόνη καὶ κατὰ συγκοπὴν στρομνή
Ἠριγόνη : αὐόνη : πλησμόνη : καλλόνη : ἡδόνη : χαρμόνη : οὕτω δὴ καὶ στρομόνη καὶ κατὰ συγκοπὴν στρομνή
4917358 ἐναγωνισασθαι
τὸν τόπον , ἀλλὰ τὰς ἐκείνων ἀδυναμίας οὐ δυνηθείσας καλῶς ἐναγωνίσασθαι , οὗ δὴ ἆθλα ἀρετῆς πρόκειται . Καὶ μὴ
ἔξοδος ἐκ τῆς σκηνῆς παντελὴς τότε , εἰσύστερον πάλιν ἥξοντος ἐναγωνίσασθαι , τί ἂν δεινὸν εἴη ἡ τοιαύτη τῶν ζῴων
4824858 θλιβομενης
βλαπτομένης τῆς ἀμπέλου ἀπὸ τοῦ τρυπηθῆναι , οὔτε ταῖς σφίγξεσι θλιβομένης . Γίνεται δὲ ὁ διὰ τρυπήσεως ἐγκεντρισμὸς οὕτως .
Ἤδη δὲ πολλῶν ἐπὶ πολλοῖς ἐπεισρεόντων καὶ τῆς πόλεως αὐτῶν θλιβομένης ὑπὸ τοῦ πλήθους τῶν ἐπὶ τὸ χρηστήριον ἀφικνουμένων καὶ
4821534 νοσωδεα
' ἂν καὶ τέκωσιν , ἀκρατέα τὰ παιδία τίκτειν καὶ νοσώδεα , ὥστε ἢ αὐτίκα ἀπόλλυσθαι , ἢ ζῶσι λεπτά
αἴτιον : ἐπὴν πολλὰ τὰ ἐπιμήνια ἐόντα γονὴν ὀλίγην καὶ νοσώδεα ξυλλάβωσιν , οὔτε κύημα ἰθαγενὲς γίνεται , ἥ τε
4749060 πεπονθοϲιν
καὶ νευρικὰϲ ἐργάζονται ϲυμπαθείαϲ . δοτέον δὲ αὐτὴν τοῖϲ κεφαλὴν πεπονθόϲιν ἤτοι τοῖϲ , ἐπειδὰν μῆνιγξ ἢ ὁ περικράνιοϲ κεκακῶϲθαι
, οἱ δὲ ὀπτῶντεϲ αὐτοὺϲ παρέχουϲι πίνειν τοῖϲ τὴν κύϲτιν πεπονθόϲιν . Τεῦτλον νιτρῶδέϲ ἐϲτιν , ὅθεν καὶ ῥύπτει καὶ
4742186 Μεγητι
, Δουλίχιον τὴν Κεφαλληνίαν λέγων . τὸ μὲν γὰρ ὑπὸ Μέγητι εἴρηται , καὶ αἱ λοιπαὶ Ἐχινάδες οἵ τε ἐνοικοῦντες
Κεφαλληνίαν ὅλην Κεφαλλῆνες ὑπὸ Ὀδυσσεῖ , οἱ δ ' ὑπὸ Μέγητι . οὐδὲ Παλεῖς Δουλίχιον ὑφ ' Ὁμήρου λέγονται ,
4690810 νοσφ
μήτε τις ἄρσην , μηδ ' αὖ τῶν ποταμῶν μενέτω νόσφ ' Ὠκεανοῖο μηδέ τε νυμφάων , ἀλλ ' ἐς
Διὸς πρὸς δῶμα νέεσθαι . οὔτέ τις οὖν ποταμῶν ἀπέην νόσφ ' Ὠκεανοῖο , οὔτ ' ἄρα νυμφάων αἵ τ
4676653 ἐκδοντες
μεθυσθέντες γὰρ τῷ πολέμῳ καὶ ὅλους δι ' ὅλων ἑαυτοὺς ἐκδόντες ὀργῇ καὶ θυμῷ καὶ σχεδὸν τὴν φύσιν ἠγνοηκότες κατέκαινον
ἐφάψεται , μήτ ' ἐν θεῶν ἕδραισιν ὧδ ' ἱδρυμένας ἐκδόντες ὑμᾶς τὸν πανώλεθρον θεὸν βαρὺν ξύνοικον θησόμεσθ ' ἀλάστορα
4665871 ἀραιωϲιοϲ
ἢ γὰρ ἀπὸ ῥήξιοϲ ἀγγείου , ἢ διαβρώϲιοϲ , ἢ ἀραιώϲιοϲ ἀνάγεται . ῥήγνυται μὲν ὦν ἐξαπιναίωϲ , ἢ πληγῇ
, πλημυρῶϲι δὲ ἔνθα ἡ ξύνδοϲιϲ . ἐπὶ μὲν τῆϲ ἀραιώϲιοϲ τῶν φλεβῶν ἡ ϲτῦψιϲ ἀρκέει : διαρρεῖ γὰρ ὡϲ
4656095 Οὐθ
τὰ γὰρ πάρος πρὸς αὐτὸν πάντ ' ἐφεύρημαι κακός . Οὔθ ' ὡς γελαστής , Οἰδίπους , ἐλήλυθα , οὔθ
ἀλλ ' ἡ τοῦ μάντεως φωνὴ φθάνει τὸ ἔργον . Οὔθ ' ὁ Λεόντιος ἔδωκε τὴν ἐπιστολήν , ἀλλ '
4652412 Ἀγα
Ἀγαμέμνονα ὑπὲρ αὐτοῦ Κόων ἐστί : Φόβος δὲ ἐπὶ τοῦ Ἀγα - μέμνονος τῇ ἀσπίδι ἔπεστιν , ἔχων τὴν κεφαλὴν
: εἵλετο γὰρ ἂν Βορμίλκας ἐπ ' αὐτοφώρῳ γενόμενος συνεργεῖν Ἀγα - θοκλεῖ μᾶλλον ἢ τοῖς πολίταις δοῦναι τὴν ἐκ
4650848 παραγραφων
οὐ συγχωροῦμεν τὸ πρᾶγμα , ὡς μαρτυρεῖ ἡ πεῖρα τῶν παραγραφῶν τῶν παρὰ τοῖς ῥήτορσι μεμελετημένων , οὔτε γὰρ ὁ
τελεία ἐκβολὴ τῆς εὐθυδικίας : καὶ τοῦτο ἀπὸ τοῦ Δημοσθένους παραγραφῶν φανερὸν , οὐ γὰρ συγχωροῦσι τὸ πρᾶγμα , ἀλλὰ
4635255 γλαγεος
δάμναται ] φθείρει τῷ ] τῷ φαρμαχθέντι ὁτέ ] ποτέ γλάγεος ] τοῦ γάλακτος ἤλιθα πίνειν ] ἀντὶ τοῦ πολλήν
ποθέει ξηρὸν στόμα δεῦσαι . τῷ δὲ σὺ πολλάκι μὲν γλάγεος πόσιν , ἄλλοτε μίγδην ῥεῖα γλυκὺ νείμειας ἀλυκρότερον δεπάεσσι
4605709 Πεισιου
τῶν ἑρμοκοπιδῶν , εἰ οὖν , φησὶν , ὁ υἱὸς Πεισίου ὅμοιος βούλεται εἶναι τῷ πατρὶ , γενέσθω πέρδιξ πανοῦργος
Φέρ ' ἴδω , κιθαρῳδὸς τίς κάκιστος ἐγένετο ; ὁ Πεισίου Μέλης . μετὰ τὸν Μέλητα δ ' ἦν ἔχ
4605668 ἀρηρα
ἦρκα καὶ ὁ μέσος ἦρα , καὶ κατὰ ἀναδιπλασιασμὸν Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν ᾖσιν ἀρηρώς
, ὁ παρακείμενος ἦρκα , ὁ μέσος ἦρα καὶ Ἀττικῶς ἄρηρα , ὁ ὑπερσυντέλικος ἠρήρει καὶ ἀρήρει ποιητικῶς . .
4596783 χοἱ
οὐ μέμφομαι ὑμῖν . . . λείπει τούτοις . . χοἱ πατέρες ἐναυμάχησαν : Ἴσως περὶ τῶν δʹ στρατηγῶν λέγει
ὑπὸ τόκων μὴ ἐκλυόμενον ἢ παρὰ τὸ ἐστερῆσθαι γόνου . χοἱ μὲν ἅμα : καὶ οἱ ταῦροι ἅμα ταῖς βουσὶν
4584407 Μενεκρατες
γεγονυῖα τῷ τυράννῳ νοῦν εἶχεν Ἕλληνα . Ἴσθι , ὦ Μενέκρατες , καὶ βελτίω ἐντεθυμῆσθαι Νέρωνα : τὰς γὰρ περιβολὰς
οἱ δὲ κατεγέλων . Ἀλλ ' ἐκεῖνός γε , ὦ Μενέκρατες , οὔτε θαυμασίως ἔχει τοῦ φθέγματος , οὔτ '
4571721 ξυλουργιαν
. τὸ δὲ ἶσαν ἀντὶ τοῦ ἔκτισαν . τὸ δὲ ξυλουργίαν ἀντὶ τοῦ ξυλοκατάσκευον οἰκίαν . . δόμους προσήλους ἶσαν
εἰκῇ πάντα , κοὔτε πλινθυφεῖς δόμους προσείλους ᾖσαν , οὐ ξυλουργίαν : κατώρυχες δ ' ἔναιον ὥστ ' ἀήσυροι μύρμηκες
4568038 Κλεονικος
ἀντὶ τοῦ : ὁ ἐκ Θεσσαλίας Ἆπις καὶ ὁ στρατιώτης Κλεόνικος εἱστιῶντο τὴν εὐωχίαν σὺν ἐμοί , ἐμοῦ παρασκευάζοντος .
δὴ τεθνᾶσι καὶ εἰν Ἀίδαο δόμοισιν : ἔστι δέ τις Κλεόνικος , ὃν ἀθάνατον λάχε γῆρας , οὔτε ποιητάων ἀδαήμων
4564129 Κυκλωπων
ὀνομάζεσθαι ἀπὸ Κύκλωπος , υἱοῦ τοῦ Οὐρανοῦ . . . Κυκλώπων γὰρ γένη τρία : Κύκλωπες οἱ τὴν Μυκήνην τειχίσαντες
Ἄργους . , : Ἀορτὴ , παρὰ Φερεκύδῃ εἷς τῶν Κυκλώπων . . . Λ , : Τηλεβόαι στρατεύσαντες ,
4556116 κασιγνητα
νῦν ἐκπρεπεστάτα πολύ , κάλλει τ ' ἀμώμω , καὶ κασιγνήτα γένους ταὐτοῦ : πάτραν δ ' ἔναιον ἡ μὲν
παναρκέος Ἠελίοιο χῶρι διατμήγουσι καὶ εὔποδα Δηιώνην Ἀρτέμιδος . Δάλου κασιγνήτα : τὴν Ὀρτυγίαν τῆς Δήλου κασιγνήτην εἴρηκε , μετάγων
4530988 ἐνδεκομαι
ἐπ ' ἑωυτοῦ βαλλόμενον πεπρηχέναι . Ἀρχὴν δὲ ἔγωγε οὐδὲ ἐνδέκομαι τὸν λόγον , ὅκως τι Μιλήσιοι καὶ ὁ ἐμὸς
ἀνθρώπους ἄλλους οἳ τὴν ἑξάμηνον καθεύδουσι : τοῦτο δὲ οὐκ ἐνδέκομαι ἀρχήν . Ἀλλὰ τὸ μὲν πρὸς ἠῶ τῶν φαλακρῶν
4526795 ἑων
δ ' αὖ Πολυδεύκεα τύψεν ὁμοκλή : αἶψα δ ' ἑῶν ἑτάρων πρόμος ἵστατο , φώνησέν τε : “ Ἴσχεο
ἄμοτον κεχολωμένος , οὐδ ' ὅγε πάμπαν θυγατέρων τάδε νόσφιν ἑῶν τελέεσθαι ἐώλπει : τῇ δ ' ἀλεγεινότατον κραδίῃ φόβον
4509438 κυδιανειραν
ἢ παρὰ οἷον : οὔτε ποτ ' εἰς ἀγορὴν πωλέσκετο κυδιάνειραν . . . . βωμός : τέμενος ἱερόν :
ἐν τῷ „ τόνδε μάλ ' αἶψα νόησε μάχην ἀνὰ κυδιάνειραν „ . προσερχομένη δὲ τοῖς ῥήμασιν ἢ τὴν ἄνω
4495604 αὐξιμον
: τροφὰς διδοῦσα χόνδρου . Αἰσχύλος ἐν Τροφοῖς : βιοτὴν αὔξιμον ἐμψίουσα . Ἱππῶναξ : , . ? . .
ἄνδρα δεσπότην : Κόραξ Ἅρπυια Χάρων Λυκόττας πεζοφόροις ζώμασιν βιοτὴν αὔξιμον ἐμψίουσα δίκρα ὄψις πεδοίκου χελιδόνος Ὑψώ ἀποκορσωσαμέναις Σπερχειὲ ποταμὲ
4481003 βρωμην
: καίπερ συνθεσίης ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος Θευγένει : ἅσσα φαγὼν ἔτ
παρὰ Ποσειδίππῳ : ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος . Μίλων δ ' ὁ
4464575 προσηρχοντο
ἱερὸν ἔσαιρον αὐτὸ καὶ ἔραινον , τῇ δὲ θεῷ οὐ προσήρχοντο οὔτε τοῦ ἱεροῦ ἐξήρχοντο , εἰ μὴ νύκτωρ .
, ἔσαιρον αὐτὸ καὶ ἔραινον , τῆι δὲ θεῶι οὐ προσήρχοντο οὔτε τοῦ ἱεροῦ ἐξήρχοντο , εἰ μὴ νύκτωρ .
4455315 ἀποκεκλικεναι
: ἐδόκουν γὰρ ἐν τῷ πρὸς Περσέα πολέμῳ ταῖς εὐνοίαις ἀποκεκλικέναι πρὸς τὸν βασιλέα καὶ προδεδωκέναι τὴν πρὸς Ῥωμαίους φιλίαν
τὴν γῆν ἀπόρροιαν τῶν ἐν αὐτῷ ἀστέρων μετὰ τοῦ καὶ ἀποκεκλικέναι , θολοῖ καὶ ὥσπερ ἀφανίζει τὸ ἀναθυμιώμενον ἐκ τῶν
4448261 ἐκλυον
προσεπαίξαμεν ἡμεῖς οὑτωσί : καὶ σέο , Λακύδη , φάτιν ἔκλυον ὡς ἄρα καὶ σὺ Βάκχου ἑλὼν Ἀΐδην ποσσὶν ἔσυρες
' ἱεροῖσιν : οὐ γάρ πω ἰδόμην , οὐδ ' ἔκλυον αὐδήσαντος ἄνδρ ' ἕνα τοσσάδε μέρμερ ' ἐπ '
4429730 Ἀγβατανων
οὗτος δὴ ὁ βουκόλος , πρὸς βορέω τε ἀνέμου τῶν Ἀγβατάνων καὶ πρὸς τοῦ πόντου τοῦ Εὐξείνου . Ταύτῃ μὲν
καὶ τίνες οἱ τῆς στρατιᾶς ἡγέμονες . Σούσων ἠδ ' Ἀγβατάνων ] αὗται αἱ πόλεις βασίλεια Περσῶν ἦσαν . .
4407377 τεραν
οὔτε τὴν βλάβην αὑτῷ κούφην τήν τε ὕβριν βαρυ - τέραν ἢ Μυσῶν λεία τοῖς βουλομένοις . οὗ δὴ καὶ
οὔτε ἀνθρωπ [ ] παροξυνθεὶς εἰς τὴν ὑμε - [ τέραν τὸ φιλάνθρωπον ] μᾶλλον ἢ τὸ δίκαιον [ ]
4390909 δεξιωμα
χειμῶνος , καὶ τὸ τραγικὸν ἀποδέχεσθαι : ὦ χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς . τὸ δέ γε πάντα ποιεῖν εἰς
προφέρονται τούτους τοὺς στίχους τῶν ποιητῶν , ὦ χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς οὔτε μήτηρ ἡδονὰς . .
4386777 χεζειν
τὸν δοῦλον ποιῆσαι ἐπὶ ἀπόκρισιν πεμφθέντα ἄλλο ἢ πάντως πετόμενον χέζειν ; “ Ξάνθος : ” τούτου ἕνεκα ἐταράχθης “
λυσιτελὲς ὂν καὶ τὰ αὐτὰ σημαῖνον τῷ δοκεῖν ἐν κοπρῶνι χέζειν , ὀρθῶς καὶ κατὰ λόγον ἀποβαίνοντος τοῦ τοιούτου :
4375904 θανατωδεες
ξυνέπεσεν : ἐπεὶ τοῖσί γε ἄλλοισιν εὐφόρως πᾶσι , καὶ θανατώδεες ἐν τοῖσιν ἄλλοισι πυρετοῖσιν οὐκ ἐγένοντο . Ἐν Θάσῳ
γὰρ τοῦ πυρὸς ἀπαλλάσσουσιν , ἐπώδυνοί τέ εἰσι κάρτα καὶ θανατώδεες . Ἄρχονται δὲ οἱ πλεῖστοι μὲν ἀπὸ τῶν κενεώνων
4352059 ἐδηλωσας
δὲ οὔτε ἀφῖξαι τοῦ τε μὴ ἥκειν τὴν αἰτίαν οὐκ ἐδήλωσας . εἰ μὲν οὖν τι καλὸν τίθῃ μένειν ,
σε ἀποτεκεῖν καὶ εὐμαρῶς : σὺ μὲν γὰρ οὐδὲν ἡμῖν ἐδήλωσας . χάρις δὲ θεῷ καὶ σοί . πέπεισαι ἄρα
4349873 αὐτεῃσι
ἴσασιν οὔθ ' οἱ τῇσι κριθώδεσι πτισάνῃσι χρεόμενοι , ὅτι αὐτέῃσι κακοῦνται , ὁκόταν ῥοφέειν ἄρξωνται , ἢν προκενεαγγήσωσι δύο
. Περὶ δὲ ἀδένων οὐλομελίης ὧδε ἔχει . Φύσις μὲν αὐτέῃσι σπογγώδης , ἀραιαὶ μὲν καὶ πίονες , καὶ ἔστιν
4343966 ὀρεγοιτο
, καὶ δὴ “ καὶ δηΐων ” τοιοῦτος ὢν “ ὀρέγοιτο ἐγγύθεν ἱστάμενος , ” ἄδικος δὲ ὢν μήτε τολμῷ
τι καὶ πρὸς χάριν λέγοι , ὅ τε μὴ ἐπιτυχὼν ὀρέγοιτο τῷ αὐτῷ χαριζόμενός τι καὶ αὐτὸς προσάγεσθαι τὸ πλῆθος
4340624 χρυσε
βροτοῖς φίλτρον μέγιστον , αἱ ξυνουσίαι , πάτερ . ὦ χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς οὔτε μήτηρ ἡδονὰς
' ἕκαστα προφέρονται τούτους τοὺς στίχους τῶν ποιητῶν , ὦ χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς οὔτε μήτηρ ἡδονὰς
4332299 συγγινωσκομενοι
δὲ ἄπαρνός ἐστι μὴ μὲν νοσέειν , οἱ δὲ οὐ συγγινωσκόμενοι ἀποκτείναντες κατευωχέονται : ἣ δὲ ἂν γυνὴ κάμῃ ,
, οἱ μὲν ἀπαιτέοντες τὴν χώρην , Ἀθηναῖοι δὲ οὔτε συγγινωσκόμενοι ἀποδεικνύντες τε λόγῳ οὐδὲν μᾶλλον Αἰολεῦσι μετεὸν τῆς Ἰλιάδος
4313207 ἐπακτος
ἄλλην τῆσδε βελτίω λαβεῖν : ᾗ πρῶτα μὲν λεὼς οὐκ ἐπακτὸς ἄλλοθεν , αὐτόχθονες δ ' ἔφυμεν : αἱ δ
πολυχρύσῳ Ἀπολλωνίᾳ τετείχισται νάπᾳ : τὸν οὔτε χειμέριος ὄμβρος , ἐπακτὸς ἐλθών ἐριβˈρόμου νεφέλας στρατὸς ἀμείλιχος , οὔτ ' ἄνεμος
4270533 χητεϊ
δ ' ἵκελοι θήρεσσιν , ἀΐδριες ἠδ ' ἀδίδακτοι , χήτεϊ δαιμονίοιο νοήματος , οὔθ ' ὑπ ' ἀρωγὴν θεσπεσίην
οἳ δ ' ἴκελοι θήρεσσιν , ἀΐδριες ἠδ ' ἀδίδακτοι χήτεϊ δαιμονίοιο νοήματος , οὔθ ' ὑπ ' ἀρωγὴν θεσπεσίην
4264484 αὐανσις
γίνεται γῆρας καὶ φθίσις , τελείως δὲ ὑπολιπόντων θάνατος καὶ αὔανσις . ἐν μὲν οὖν τοῖς πλείστοις ἀνώ - νυμος
ἀχράδες . Τῶν δ ' ἀειφύλλων ἡ ἀποβολὴ καὶ ἡ αὔανσις κατὰ μέρος : οὐ γὰρ δὴ ταὐτὰ αἰεὶ διαμένει
4262260 τετιμημενοις
τετιμημένοις οἱ ἄνθρωποι , ὡς καὶ τοῖς ἐλευθερωθεῖσιν ὑπὸ δεσποτῶν τετιμημένοις . πολλὰ δὲ καὶ Ἀλέξανδρος ὁ Μύνδιος καὶ Φοῖβος
ἀπεικασθεῖσιν καὶ ἐκείνοις πρὸς ἐκεῖνα ὡς ἐναργέσι δεδοξασμένοις τε καὶ τετιμημένοις . Μανθάνω , ἔφη , ὅτι τὸ ὑπὸ ταῖς
4261228 κιτταν
ὄρνεον ἡ κίττα , περίεργον δὲ καὶ εἰς ἐπιθυμίαν . κιττᾶν οὖν τὸ ἐπιθυμεῖν . ἀπὸ τῶν γυναικῶν τῶν ἐν
ἡ κίττα . ἐξ ἧς μετῆκται εἰς τὰς κυούσας τὸ κιττᾶν . οἱ κιττῶντες : ἤγουν ἐπιθυμοῦντες . ἀπὸ μεταφορᾶς
4248478 σεμνοτεροις
γὰρ ἐκεῖνος ἀντιλέγων οὐ κρείττων ἦν , βουλόμενος τὸν φύσαντα σεμνοτέροις κατακοσμῆσαι πράγμασιν ; νὴ τὸν Διόνυσον , ἄπορά γ
καὶ ἀστρονομίαν τινὲς καλοῦσι , ἀλλὰ πρὸς γενεθλιαλογίαν , ἣν σεμνοτέροις κοσμοῦντες ὀνόμασιν οἱ Χαλδαῖοι μαθηματικοὺς καὶ ἀστρολόγους σφᾶς αὐτοὺς
4245338 συνεστρατευσαν
ἁπάντων τῶν Ἑλλήνων . καὶ οὔτε ἐπὶ τῆς Ξέρξου στρατείας συνεστράτευσαν , ἀλλὰ ἀφείθησαν διὰ τὸ ἐπιμελεῖσθαι τῆς τοῦ θεοῦ
δούς : καὶ Κίλικες δὲ καὶ Κύπριοι πάνυ προθύμως αὐτῷ συνεστράτευσαν . ὧν ἕνεκα οὐδ ' ἔπεμψε πώποτε Πέρσην σατράπην
4243967 οἱτε
Διόσκοροι αὐτοί , πνοιαὶ ἀέναοι , ψυχοτρόφοι , ἀεροειδεῖς , οἵτε καὶ οὐράνιοι δίδυμοι κλήιζεσθ ' ἐν Ὀλύμπωι , εὔπνοοι
πρότερον ἐκαλεῖτο ἀπὸ Ἀκεσσαίου τὰ νῦν Ἐκβάτανα καλούμενα . . οἵτε τὸ Σούσων : οἵτινες προλιπόντες τὸ ἄστυ τῶν Σούσων
4243110 ὀπωπα
ἑαυταῖς . τὸ φῦλον ] οὐδέποτε τοιοῦτον γένος εἶδον . ὄπωπα ] [ καὶ ] οὐδέποτε , φησί , τοιοῦτον
δικαίοις αὐτὸς ἐπαντέλλει καὶ οὐχ ὁσίοισι φαείνει . Διπλόον εἶδος ὄπωπα παρεζομένων ὑπὸ δίσκον , καὶ διδύμη Φαέθοντα νεόσσυτον ἡνιοχεύει
4240342 ἐπαγωγικη
κροκόδειλος καὶ ὁ φοινικόπτερος ] οὐκ ἔχει τὸ ἀναγκαῖον ἡ ἐπαγωγικὴ αὕτη πίστις . ἐὰν γάρ τι βουλόμενος δεῖξαι τῇ
ὑπέμνησεν εἰπών οὐδεμία . . . συμβεβηκός : καὶ ἡ ἐπαγωγικὴ πίστις ἀπὸ τῶν μαθημάτων , γεωμετρίας ἀστρολογίας ἀριθμητικῆς .
4224870 Νειλοιο
ἔργων καλῶν τέτˈμανθ ' ἑκατόμπεδοι ἐν σχερῷ κέλευθοι καὶ πέραν Νείλοιο παγᾶν καὶ δι ' Ὑπερβορέους : οὐδ ' ἔστιν
ἀνέρες ἐν Λιβύεσσιν ἀρίθμιοι : ἦ γὰρ ἐς αὐγὰς ἑπταπόρου Νείλοιο νενασμένον ἔλλαχον ἄστυ : ἄλλοι δὲ πλεῖστοι τήνδε χθόνα
4221060 ἐβουλευθη
ἀποδίδωσι κατὰ τρόπον γενόμενα , ὥσπερ τῆς ἡμέρης ἐπρήχθη ἢ ἐβουλεύθη ἐν δικαίῳ πρήγματι , ταῦτα τῷ ἀνθρώπῳ ἀγαθά :
, οὔτε ὑφ ' ὧν ἐπράχθη , οὔτε ἐπὶ οὓς ἐβουλεύθη : μεγάλα γὰρ δὴ στρατόπεδα εἶναι τὰ Καίσαρος ἐπικουρικὰ
4216407 οὑτε
τὸ ἄστυ . ἔργον δὲ , οἷον οὐδέπω γέγονεν ἐξ οὗτε καὶ ἀφ ' οὗ καιροῦ ὁ Ζεὺς ὤπασε καὶ
οὐδέπω τόδ ' ἄστυ Σούσων ἐξεκείνως ' ἐμπεσόν , ἐξ οὗτε τιμὴν Ζεὺς ἄναξ τήνδ ' ὤπασεν , ἕν '
4215982 ἀπερυκει
ἀπὸ βιαίας ἀστραπῆς . Σίδηρος τοῖς πώμασι τῶν πίθων ἐπιτιθέμενος ἀπερύκει τὴν ἀπὸ τῶν βροντῶν καὶ ἀστραπῶν βλάβην . ἔνιοι
ἄρα μιν λήθαιον ἐφήμισαν , οὕνεκεν αἰεὶ μεμνῆσθαι κακότητος ὀϊζυρῆς ἀπερύκει θνητοὺς ἀθανάτους τε : νόον δ ' ἐριούνιον εἶναι
4215220 ὁρατο
δὲ κόμην ἕλε Πηλείωνος . . . . . . ὁρᾶτο : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ὁρῆτο : τοῦτο δὲ Δώριον
: ἐγέλασσε δέ οἱ φίλον ἦτορ γηθοσύνῃ , ὅθ ' ὁρᾶτο θεοὺς ἔριδι ξυνιόντας . ἔνθ ' οἵ γ '
4194747 σινονται
μάστακες γεωργοῖς μὲν ἀφορίαν ἢ φθορὰν τῶν καρπῶν προαγορεύουσι : σίνονται γὰρ τὰ σπέρματα ἢ διαφθείρουσι : τοῖς δὲ λοιποῖς
αὐτῶν τε καὶ τῶν φωκῶν , οὔτε αὐτοὶ τὰς φώκας σίνονται οὐδὲ ὑπ ' ἐκείνων οὗτοι βλάπτονται , ἀλλὰ καὶ
4187901 ἀναφυονται
ἔοικεν : ὅσῳ γὰρ ἂν ἐκκόπτωμεν , τοσῷδε πλείους ἡμῖν ἀναφύονται τοῦ κολάζειν ἀφορμαί . φέρειν δὲ ἀνάγκη καὶ τὸ
. εἰ γὰρ πλησίον ταῦτα μείνοι , τρεπομένων αὐτῶν κώνωπες ἀναφύονται , καὶ κακοσμία γίνεται , ἅπερ ἄμφω τὸν οἶνον
4171892 τοιασδ
χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς οὔτε μήτηρ ἡδονὰς τοιάσδ ' ἔχει , οὐ παῖδες ἐν δόμοισιν , οὐ
χρυσέ , δεξίωμα κάλλιστον βροτοῖς , ὡς οὔτε μήτηρ ἡδονὰς τοιάσδ ' ἔχει , οὐ παῖδες οὔτε ἀπέθνῃσκον : ἢ
4167847 συνεισφερεις
ἐστι συνεισφέρεις τὸ ζῷον , λέγων δὲ ζῷόν ἐστιν οὐ συνεισφέρεις τὸν ἄνθρωπον : οὔτε γὰρ πᾶν ζῷον ἄνθρωπός ἐστι
συνεισφέρεις καὶ τὴν οὐσίαν , λέγων δὲ ἄνθρωπός ἐστιν οὐ συνεισφέρεις τὸ συμβεβηκός : οὔτε γὰρ πᾶς ἄνθρωπος λευκὸς ὑπάρχει
4164948 ἐσσυμενοι
φέρτατον ὕδωρ , θηλᾶν γάλα : τοὶ δ ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους : ἀσκὸς δ ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν
σὺν κείνοισι : καί ῥ ' ἦλθον Πελία μέγαρον : ἐσσύμενοι δ ' εἴσω κατέσταν : τῶν δ ' ἀκούσαις
4142686 θεσπεσιην
κελεύων ἀντιάαν δηίοισι κατὰ κλόνον . Οἳ δ ' ἀίοντες θεσπεσίην ὄπα πάντες ἐθάμβεον : οὐ γὰρ ἴδοντο ἄμβροτον ἀθανάτοιο
εἴα ἐϋπλόκαμος , δεινὴ θεός , ἥ ῥά οἱ ἀχλὺν θεσπεσίην κατέχευε φίλα φρονέους ' ἐνὶ θυμῷ . θαύμαζεν δ
4140839 ἐλεγκτεον
ὑφ ' ἓν ἄθρουν μεριστὸν διάστημα . Ἔτι καὶ οὕτως ἐλεγκτέον ἐστὶ τοὺς πάντα μὲν εἰς ἄπειρον τέμνεσθαι λέγοντας ,
αἱρετὸν οὔτ ' ἀποδοκιμαστέον διὰ τὴν τύχην , ἀλλ ' ἐλεγκτέον διὰ τὸν τρόπον . οὐδὲ πλούσιος ἀγαθὸς ὢν τοσούτῳ
4117938 φερουϲιν
' ὅτε γινομένου , καὶ τοῦ φαρμάκου τὸν ἐπιϲωρευμὸν εὐμαρέϲτερον φέρουϲιν . λειποθυμοῦνταϲ δὲ αὐτοὺϲ ὀϲφραντοῖϲ τε καὶ τοῖϲ παραπληϲίοιϲ
γαϲτέρα οὔτε διψώδειϲ οὗτοι γίγνονται καὶ τὸ πλέον ὑγρὸν ἀλύπωϲ φέρουϲιν , ἐδέϲμαϲί τε χαίρουϲιν ὑγροτέροιϲ . Ψυχροτέραϲ γαϲτρὸϲ γνωρίϲματα
4108755 αἰδοιοι
ἅλις γ ' ὑπάρχει : μηδὲν αἱματώμεθα . στείχετ ' αἰδοῖοι γέροντες πρὸς δόμους , πεπρωμένοις πρὶν παθεῖν εἴξαντες :
βασιλεῖ καθάπερ συστρατιῶται , καὶ τίμιοι δι ' αὐτὸν καὶ αἰδοῖοι οὐ Ῥωμαίοις μόνον καὶ Ἕλλησιν , ἀλλὰ καὶ βαρβάροις
4102527 περιρρεει
καὶ καταθραύει τοῖς ὀδοῦσι , καὶ τῷ στόματι τοῦ κυνὸς περιρρέει τοῦ ἄνθους τὸ αἷμα , καὶ βάπτει τὸ αἷμα
τῆϲ τέγξιοϲ , εὐφορέϲτερά τε καὶ δυνατώτερα : οὔτε γὰρ περιρρέει ἐϲ τὸ τῶν ϲτρωμάτων αἶϲχοϲ : ἄχρηϲτον γὰρ τοῖϲι
4101267 κουροτροφος
δὲ † ἄλλος , † ἕτερος δὲ σήσαμα . λιπαρὴ κουροτρόφος : ἀκούετε λεῴ : Σουσαρίων λέγει τάδε , υἱὸς
, ἀλλ ' ἀγαθὴ κουροτρόφος : οὔτε τραχεῖα αὕτη καὶ κουροτρόφος . δέσποιν ' ἁπασῶν πότνι ' Ἀθηναίων πόλι :
4091884 ἐργασθηναι
ὥστε καὶ ἀναθήματα Ἁρμονίας εἶναί φασιν [ αὐτά ] , ἐργασθῆναι δὲ αὐτὰ ἀπὸ τῶν ἀκροστολίων , ἃ ταῖς Κάδμου
μηδὲ τοιῷδε ἔργῳ τὴν εὔκλειαν ὑμῶν καταμιάνητε , χαλεπῷ μὲν ἐργασθῆναι , χαλεπῷ δὲ ἀκουσθῆναι παρά τε πρώτοις ὑμῖν ἐξ
4088190 χαμαιτυπη
τυπὴ ὀξυτόνως : Ἀρυπὴ ἡ πόλις : λατυπὴ ὀξυτόνως : χαμαιτυπή : τὸ λύπη βαρυτόνως : πρόσκειται μονογενῆ , διὰ
τυπὴ ὀξυτόνως : Ἀρυπὴ ἡ πόλις : λατυπὴ ὀξυτόνως : χαμαιτυπή : τὸ λύπη βαρυτόνως : πρόσκειται μονογενῆ , διὰ
4087042 οὑτ
οὖς εἰπὼν τοῦτο , οὐδὲν ἄλλο παρὰ πάντα τὸν βίον οὕτ ' εἶπεν ὕποπτον , οὔτ ' ἐποίησεν , ἀλλὰ
' ἀμμ [ τα βροτο [ μακάρεσσι [ οὔτε σοὶ οὕτ [ ! νωμα ! ! [ μεγατειχ [ !

Back