| δὲ οὔτε ἀφῖξαι τοῦ τε μὴ ἥκειν τὴν αἰτίαν οὐκ ἐδήλωσας . εἰ μὲν οὖν τι καλὸν τίθῃ μένειν , | ||
| σε ἀποτεκεῖν καὶ εὐμαρῶς : σὺ μὲν γὰρ οὐδὲν ἡμῖν ἐδήλωσας . χάρις δὲ θεῷ καὶ σοί . πέπεισαι ἄρα |
| τινὶ μηχανῇ : ἐγὼ μέν νυν ὑμῖν οὐκ ἐναγωνιεῦμαι . Οὔτε γὰρ ἄρχειν οὔτε ἄρχεσθαι ἐθέλω : ἐπὶ τούτῳ δὲ | ||
| πόλεις ἀναθήμασι , τὰς δὲ ψυχὰς μαθήμασι κοσμεῖν δεῖ . Οὔτε συμπόσιον ἄνευ ὁμιλίας , οὔτε πλοῦτος χωρὶς ἀρετῆς ἡδονὴν |
| . θρίων δ ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν | ||
| αἰγιαλόν . Ὀξεῖαι : ταχεῖαι . στεροπαί : ἀστραπαί . ῥιπαί : ὁρμαὶ , φοραί . Ζαφλεγέες : ἄγαν φλογεραὶ |
| σοῖς κακοῖς : ἐγὼ γὰρ οὔτε εἰσιδεῖν ἤθελον ταῦτα , εἰσιδοῦσά τε ἠνιάθην τὴν ψυχήν . . σιδηρόφρων ] σκληρὸς | ||
| ἀλλ ' , ὦ ξέν ' , οὐ γνοίην ἂν εἰσιδοῦσά νιν . νέα γάρ , οὐδὲν θαῦμ ' , |
| τροφήν . ἱμερτήν : ἐπιθυμητὴν , ἐρασμίαν , γλυκεῖαν . Οὔτ ' : οὐδαμῶς . αὐτῶν : ἀπό . ἀπολείπεται | ||
| καλῶς τὸν αἰῶνα διάξειν . φησὶ δὲ καὶ Καλλίμαχος : Οὔτ ' ἀρετῆς ἄτερ ὄλβος ἐπίσταται ἄνδρας ἀέξειν , Οὔτ |
| ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαὶ πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν , [ | ||
| ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν † οὔτε |
| γυναικῶν ] θηλυτεράων . ἣ δ ' ἐπ ' Ἐνιπῆος πωλέσκετο ] καλὰ ῥέεθρα [ ] ! ν [ ] | ||
| κάκ ' ἐλέγχεα εἶδος ἀγητοί : ὄφρα μὲν ἐς πόλεμον πωλέσκετο δῖος Ἀχιλλεύς , οὐδέ ποτε Τρῶες πρὸ πυλάων Δαρδανιάων |
| ὁ αὐτὸς ὁρίζων , οὔτε πᾶσι τὸ αὐτὸ μεσουράνισμα , οὔθ ' ἑκάστῳ ἐστὶν ὁ αὐτὸς μεσημβρινός . οἱ μέντοι | ||
| γὰρ οὐδὲν ἐκ τέχνης πράσσειν κακῆς , οὔτ ' αὐτὸς οὔθ ' , ὥς φασιν , οὑκφύσας ἐμέ . Ἀλλ |
| κεν Ἄφαιστον ἄγην βίαι . . . εἲς τὼν δυοκαιδέκων ἀχνάσδημι κάκως , οὔτε γὰρ οἰ φίλοι . . . | ||
| + , . Ἀχνάσδημι : ὡς παρ ' Ἀλκαίῳ : ἀχνάσδημι κακῶς , οὔτε γὰρ οἱ φίλοι . ἔστιν ἀχῶ |
| τὰ γὰρ πάρος πρὸς αὐτὸν πάντ ' ἐφεύρημαι κακός . Οὔθ ' ὡς γελαστής , Οἰδίπους , ἐλήλυθα , οὔθ | ||
| ἀλλ ' ἡ τοῦ μάντεως φωνὴ φθάνει τὸ ἔργον . Οὔθ ' ὁ Λεόντιος ἔδωκε τὴν ἐπιστολήν , ἀλλ ' |
| , Κτέατον καὶ Εὔρυτον . Οὔθ ' ὕεται οὔθ ' ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης φροντίδος καθεστώτων . Οὐδ | ||
| τὰς διατριβὰς ποιουμένων λέγεται . Οὔθ ' ὕεται , οὔτε ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης καθεστώτων φροντίδος . Οὐκ |
| σῶν λόγων πεισθεὶς ὕπο . μαίνηι γὰρ ὡς ἄλγιστα , κοὔτε φαρμάκοις ἄκη λάβοις ἂν οὔτ ' ἄνευ τούτων νόσου | ||
| , ὅτ ' οὐδὲν ὢν τοῦ μηδὲν ἀντέστης ὕπερ , κοὔτε στρατηγοὺς οὔτε ναυάρχους μολεῖν ἡμᾶς Ἀχαιῶν οὔτε σοῦ διωμόσω |
| οὔτε πενίαν Λακωνικὴν ] οὔτε Κρότωνα : πένονται γάρ : οὔτε Σύβαριν , ὅτι οὐ πονοῦσιν , οὔτε Σκύθας , | ||
| ἀκούω , καὶ μάλιστα προνοῶν τῶν ἐμοὶ συμφερόντων : καὶ οὔτε φίλος οὔτε συγγενὴς οὕτως οὐδεὶς ἐμοῦ κήδεται . σκοπεῖτε |
| : καίπερ συνθεσίης ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος Θευγένει : ἅσσα φαγὼν ἔτ | ||
| παρὰ Ποσειδίππῳ : ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος . Μίλων δ ' ὁ |
| μείονα : ἐλάττω , ἐλάττονα , οὐδὲ πλῆθος ἐλάττονα . φέρβειν : ἐλπίζω τρέφειν τῆς γῆς . Ἀμφήριστος : ἰσοσύγκριτος | ||
| δέσποινα , κοσμήσας φέρω , ἔνθ ' οὔτε ποιμὴν ἀξιοῖ φέρβειν βοτὰ οὔτ ' ἦλθέ πω σίδηρος , ἀλλ ' |
| βλέπειν αὐτό : ὅταν δὲ τὴν ὁδὸν ταύτην τελειώσω καὶ φθάσω εἰς τὸν τοῦ Ἀχιλλέως τάφον , ἔκτοτε οὔτε ἴδω | ||
| ἔπειγ ' ἔπειγε , θύγατερ : ὡς , ἢν μὲν φθάσω παῖδας πρὸ λόγχης , οὑμὸς ἐν φάει βίος : |
| : ἢν δὲ ἐπινέμηται , τρυγώδεα , μυξοποιά , κάκοδμα οὐρέουϲι . τῶν τοιῶνδε οὐ βραδύνει θάνατοϲ : δακνώδεα μὲν | ||
| τινά , εἰ καὶ μὴ κάρτα πολλόν , ὅτι πονῶντεϲ οὐρέουϲι , τηκεδὼν δὲ γίγνεται δεινή : οὔτε γάρ τι |
| ? ? γενήσονται ? ? ? ? [ ! ] ωσαι [ ! ! ] αυ ? ? [ ! | ||
| φυτὸν [ [ ] ! ! [ [ ] ! ωσαι [ [ ] καθὼς κ [ [ ] Δη |
| , Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , ἐμὶν δοκεῖ , οὔτ ' ἐπίπαστον , ἢ ταὶ Πιερίδες : κοῦφον δέ | ||
| , ὁ δ ' ἐλαίης . τοὺς μὲν ἄρ ' οὔτ ' ἀνέμων διάη μένος ὑγρὸν ἀέντων , οὔτε ποτ |
| ' ἂν καὶ τέκωσιν , ἀκρατέα τὰ παιδία τίκτειν καὶ νοσώδεα , ὥστε ἢ αὐτίκα ἀπόλλυσθαι , ἢ ζῶσι λεπτά | ||
| αἴτιον : ἐπὴν πολλὰ τὰ ἐπιμήνια ἐόντα γονὴν ὀλίγην καὶ νοσώδεα ξυλλάβωσιν , οὔτε κύημα ἰθαγενὲς γίνεται , ἥ τε |
| κῴδιον παρὰ τὸ ἐπ ' αὐτῷ κοιμᾶσθαι . παρὰ τὸ κῶ τὸ σημαῖνον τὸ κοιμῶμαι , ἀφ ' οὗ καὶ | ||
| θείω , καὶ σῶ σείω , οὕτω καὶ παρὰ τὸ κῶ κείω : τὸ παθητικὸν κείομαι , καὶ ἐν συγκοπῇ |
| τῶν ἐνεόντων , φλέγματός τε καὶ πύου , τότε δὲ ῥέγχει , καὶ ἀναπνεῖ πυκνόν τε καὶ αὐτόθεν ἄνωθεν , | ||
| τὸ σίελον δύναται καταπίνειν , ἀναπνεῖ δέ τε βιαίως καὶ ῥέγχει , καὶ ἔστιν ὅτε καὶ πυρετὸς αὐτὸν ἴσχει . |
| , καϲτόριον ἐμπαϲϲέϲθω τοῖϲ πιλήμαϲι : πόμα δὲ τοῖϲ οὕτω κάμνουϲιν ἐπιτηδειότατόν ἐϲτι μετὰ τὸ παύϲαϲθαι τὴν ἐπίδοϲιν τὸ διὰ | ||
| ἐπιτιθεμένοιϲ ψυκτηρίοιϲ ἰάμαϲι χρῆϲθαι : καὶ βαλανεῖα δὲ τοῖϲ οὕτω κάμνουϲιν ἐπιτήδεια κατὰ πάντα καιρόν . Τοῦ μὲν τριταίου μετὰ |
| ἐόντος ἐάσσω φάσθαι ς ' οὐδὲ νοεῖν : οὐ γὰρ φατὸν οὐδὲ νοητόν ἔστιν ὅπως οὐκ ἔστι . τί δ | ||
| σκόπει οὖν ὅπως συμφοιτήσεις παρὰ τὼ ἄνδρε , ὡς ἐκείνω φατὸν οἵω τε εἶναι διδάξαι τὸν ἐθέλοντ ' ἀργύριον διδόναι |
| τε , καί μοι ἕκαστ ' ἐπέτελλεν , ἔϊκτο δὲ θέσκελον αὐτῷ . Ὣς φάτο , τοῖσι δὲ πᾶσιν ὑφ | ||
| δ ' ὑποείκαθε νηί , ἡμετέρῃ πίσυνος κιθάρῃ , διὰ θέσκελον αὐδήν . Ἀλλ ' ὅτε δὴ πορθμοῖο κατὰ στόμα |
| ὄρνεον ἡ κίττα , περίεργον δὲ καὶ εἰς ἐπιθυμίαν . κιττᾶν οὖν τὸ ἐπιθυμεῖν . ἀπὸ τῶν γυναικῶν τῶν ἐν | ||
| ἡ κίττα . ἐξ ἧς μετῆκται εἰς τὰς κυούσας τὸ κιττᾶν . οἱ κιττῶντες : ἤγουν ἐπιθυμοῦντες . ἀπὸ μεταφορᾶς |
| ὑφ ' ἓν ἄθρουν μεριστὸν διάστημα . Ἔτι καὶ οὕτως ἐλεγκτέον ἐστὶ τοὺς πάντα μὲν εἰς ἄπειρον τέμνεσθαι λέγοντας , | ||
| αἱρετὸν οὔτ ' ἀποδοκιμαστέον διὰ τὴν τύχην , ἀλλ ' ἐλεγκτέον διὰ τὸν τρόπον . οὐδὲ πλούσιος ἀγαθὸς ὢν τοσούτῳ |
| ἐπ ' ἑωυτοῦ βαλλόμενον πεπρηχέναι . Ἀρχὴν δὲ ἔγωγε οὐδὲ ἐνδέκομαι τὸν λόγον , ὅκως τι Μιλήσιοι καὶ ὁ ἐμὸς | ||
| ἀνθρώπους ἄλλους οἳ τὴν ἑξάμηνον καθεύδουσι : τοῦτο δὲ οὐκ ἐνδέκομαι ἀρχήν . Ἀλλὰ τὸ μὲν πρὸς ἠῶ τῶν φαλακρῶν |
| . Οὗτος σύ , πῶς δεῦρ ' ἦλθες ; ἢ τοσόνδ ' ἔχεις τόλμης πρόσωπον ὥστε τὰς ἐμὰς στέγας ἵκου | ||
| ' ὁ θὴρ τοσοῦτον εἶπε : Παῖ γέροντος Οἰνέως , τοσόνδ ' ὀνήσῃ τῶν ἐμῶν , ἐὰν πίθῃ , πορθμῶν |
| Ἀχιλλεύς : Ἕκτορ ἀτάρ που ἔφης Πατροκλῆ ' ἐξεναρίζων σῶς ἔσσεσθ ' , ἐμὲ δ ' οὐδὲν ὀπίζεο νόσφιν ἐόντα | ||
| ἦεν . Ἀλλ ' οὐ μὰν Τρώεσσιν ἐλαφρότερον πόνον οἴω ἔσσεσθ ' Αἰακίδαο δεδουπότος , οὕνεκ ' ἄρ ' αὐτοῦ |
| ἢ παρὰ οἷον : οὔτε ποτ ' εἰς ἀγορὴν πωλέσκετο κυδιάνειραν . . . . βωμός : τέμενος ἱερόν : | ||
| ἐν τῷ „ τόνδε μάλ ' αἶψα νόησε μάχην ἀνὰ κυδιάνειραν „ . προσερχομένη δὲ τοῖς ῥήμασιν ἢ τὴν ἄνω |
| τυπὴ ὀξυτόνως : Ἀρυπὴ ἡ πόλις : λατυπὴ ὀξυτόνως : χαμαιτυπή : τὸ λύπη βαρυτόνως : πρόσκειται μονογενῆ , διὰ | ||
| τυπὴ ὀξυτόνως : Ἀρυπὴ ἡ πόλις : λατυπὴ ὀξυτόνως : χαμαιτυπή : τὸ λύπη βαρυτόνως : πρόσκειται μονογενῆ , διὰ |
| ἡ ξύνδοϲιϲ . ἐπὶ μὲν τῆϲ ἀραιώϲιοϲ τῶν φλεβῶν ἡ ϲτῦψιϲ ἀρκέει : διαρρεῖ γὰρ ὡϲ ὑδρεῖον νέον δευθὲν τῇϲι | ||
| γὰρ τῶν βρωμάτων τε καὶ τῶν πομάτων ψῦξιϲ τε καὶ ϲτῦψιϲ ἐϲ πύκνωϲιν ἄγει τὰ μέρεα : ἀτὰρ οὐδὲ διαβρώϲιεϲ |
| τῆς ἐμῆς δυνάμεως καὶ προθέσεως κωλυτής . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀλιτῶ γίνεται ῥῆμα ἀλιταίνω , ἐξ οὗ τὸ ἀλιτρός καὶ | ||
| ω εἰς ο : οἷον , λείπω , λειποτάκτης : ἀλιτῶ , ἀλιτόμηνος : ἐθέλω , ἐθελόκακος : μίξω , |
| , καθημένη ἦν : ἄπυρος δὲ ἐπιεικῶς : καὶ τὸ κύημα ἐπὶ πλεῖστον χρόνον ἀκίνητον ἦν , ὡς διεφθαρμένον , | ||
| μηνῶν . ἦν δὲ οὗτος ὁ Διόνυσος . ἀτελὲς οὖν κύημα λέγει τὸ ἔμβρυον τοῦτο τὸ βληθὲν εἰς τὸν μηρόν |
| ἐνδόξων κακίη οὐχὶ μικρὰ πέφαται : ἠμφιάσθαι δ ' εἵματα ἀπεικότα λίην καὶ ποικίλα ἀπὸ θαλασσίης βάψιος τοῦ κόχλου ἢ | ||
| τὴν ὅμορον . τοῦτο δ ' ἔπραττε κατὰ λογισμὸν οὐκ ἀπεικότα , ὡς τὸ ἔργον ἐμαρτύρησε . Ῥωμαίους μὲν γὰρ |
| , ἰὼ δαῖμον . Θρῴσκει δ ' αὖ , θρῴσκει δειλαία διολοῦς ' ἡμᾶς ἀποτίβατος ἀγρία νόσος . Ὦ Παλλὰς | ||
| ἔτεκες , ὦ κυανεᾶν λιποῦσα Συμπληγάδων πετρᾶν ἀξενωτάταν ἐσβολάν . δειλαία , τί σοι φρενοβαρὴς χόλος προσπίτνει καὶ ζαμενὴς φόνου |
| τῆς λῃστείας ἡ λύπη . δι ' ἣν οὐχ ἧττον ἠνιάθην ἐγὼ ἢ εἴπερ αὐτὸς ἐτύγχανον ὁ πεπονθώς . καὶ | ||
| . καὶ γὰρ καθεύδων διαλέγεσθαί σοι δοκῶ , κᾆτ ' ἠνιάθην , ὅτι ὄνειρος ἦν ἄρα . ἀβαρὲς γὰρ ὅρκος |
| τῶι βαρβίτωι καθεύδω . ἔχεις ἅπαντ ' : ἄπελθε : λαλιστέραν μ ' ἔθηκας , ἄνθρωπε , καὶ κορώνης . | ||
| βέβαιός ἐστιν ἂν νεύσω μόνον . σοῦ δ ' ἐγὼ λαλιστέραν οὐπώποτ ' εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ |
| τὰ πάτρια [ τοὺς ] αὐτούς , πόλεις [ ] ουσι . τί λέγεις , ἄθλιε ; [ μᾶλλον βοηθεῖν | ||
| νώτοισι ? νέκυν οἴσωμεν ? [ , ] [ ] ουσι κατὰ φρένα ? ννδρ [ ! ] ? [ |
| τοῦ βασιλέως εἰς τὴν Ἑλλάδα . νέον δ ' ἄνδρα βαΰζει : ἤτοι τὴν νεότητα πᾶσαν τῶν Περσῶν ἀνακαλεῖται ἡ | ||
| νεότητα ἀνακαλεῖται ὁ θυμός . . νέον δ ' ἄνδρα βαΰζει ] ἤτοι τὴν νεότητα πᾶσαν τῶν Περσῶν ἀνακαλεῖται ἡ |
| τιμωρίαν αὐτοῖς ἐπάγουσα τῆς πονηρᾶς κρίσεως . ὁ μὲν οὖν κλαυθμὸς δηλοῖ τὸν ἔλεον τῆς μοχθηρᾶς προαιρέσεως , ἡ δὲ | ||
| ἀπαγομένας εἰς τὴν ζωήν . θεωρεῖς αὐτὸν πῶς ὑπερβαίνει ὁ κλαυθμὸς τὸ γέλος ; ἐπεὶ θεωρεῖ τὸ περισσότερον τοῦ κόσμου |
| ὑψηλὸν δὲ καὶ πᾶν ξύλινον , καὶ αἱ οἰκίαι αὐτῶν ξύλιναι καὶ τὰ ἱρά . Ἔστι γὰρ δὴ αὐτόθι Ἑλληνικῶν | ||
| δ ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις , πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν ἅπαντες Σύνες ὅ τοι λέγω , |
| ἀπέθανον . Ὅτι ἐπὶ τῶν ὀξέων νοϲημάτων οὔτε προλέγειν τὸ τέλοϲ χρὴ οὔτε ἐγχειρεῖν τοῖϲ κεκρατημένοιϲ . οὐ χρὴ καταϲτοχάζεϲθαι | ||
| καὶ δριμέϊ : ἐπὴν ὦν πολλὸν ξυντακέντα καὶ λεπτυνθέντα ἐϲ τέλοϲ ἀπαναλωθῇ τὰ ἀμπέχοντα ὑμένια , τὸ αἷμα ἐκχέει . |
| καὶ σχημάτων : ὅταν δὲ μεῖον ἐκπέσῃ καὶ ὀλίσθῃ , ῥηΐδιον μὲν ἐμβάλλειν τὰ τοιαῦτα τῶν ἑτέρων γίνεται , ἢν | ||
| Λύειν ἀποπληξίην ἰσχυρὴν μὲν ἀδύνατον , ἀσθενέα δὲ , οὐ ῥηΐδιον . Τῶν ἀπαγχομένων καὶ καταλυομένων , μηδέπω δὲ τεθνηκότων |
| διαφορά , βλάψει τι τὸ προκείμενον , οὔτε τὰ ἀναποδείκτως ὑποτιθέμενα , ἐὰν ἅπαξ σύμφωνα τοῖς φαινομένοις καταλαμβάνηται , χωρὶς | ||
| πυρετοῦ . δοτέον οὖν ὑπογλώττια ἐκ μέλιτοϲ ἑφθοῦ παγέντοϲ , ὑποτιθέμενα δὲ τῇ γλώττῃ ὑποτήκεται καὶ διαλύει τὸ παραποδίζον τὴν |
| ! ! ! ! ! ] χειρὶ μελέων ἄπο ποικίλον σπάργανον ] ? ἔρριψεν ἑάν τ ' ἔφανεν φυάν ? | ||
| νῦν χιτῶνι , ἀλλ ' εἰκὸς αὐτὸν ἔξωθεν ἔχειν παιδικὸν σπάργανον . θήρειον γραφήν ] παρὰ τὸ ἐν προτέροισι πόδεσσι |
| πηλοπλάστου σπέρματος θνητὴ γυνή . . . . . : χαλίκρητον : τὸν ἄκρατον , τὸν χαλῶντα τὰς φρένας . | ||
| φίλων . . . . . πολλὸν δὲ πίνων καὶ χαλίκρητον μέθυ , οὔτε τῖμον εἰσενέγκας οὔτε . . . |
| ἕν ἐστιν ὃ ζητοῦμεν , καὶ τὴν ἀρχὴν τῶν πάντων ἐπισκοποῦμεν , τἀγαθὸν καὶ τὸ πρῶτον , οὔτε πόρρω δεῖ | ||
| τῶν ἄλλων ἡ περὶ αὐτῶν ἀφώρισται πραγματεία . Ἐπεὶ δὲ ἐπισκοποῦμεν περὶ ψυχῆς , ἀναγκαῖον προδιελθόντας τὰς τῶν προτέρων δόξας |
| ἅμα γὰρ ἦλθεν , ἤνοιξα τὸ στόμα μου καὶ ὁ διάβολος ἐλάλει , καὶ ἠρξάμην νουθετεῖν αὐτὸν λέ - γουσα | ||
| καὶ ἐδόξασα τὸν θεὸν καὶ οὐκ ἐβλασφήμησα . Τότε ὁ διάβολος ἐγνωκώς μου τὴν καρδίαν κατεμηχανήσατό με : καὶ μετασχηματισθεὶς |
| . . . . . . . . [ ] ημερα του ? [ ] [ ] ος ? και | ||
| ] ν ολου του ? [ ] [ ] ! ημερα του [ ? ] [ ] τος ? και |
| γεγονυῖα τῷ τυράννῳ νοῦν εἶχεν Ἕλληνα . Ἴσθι , ὦ Μενέκρατες , καὶ βελτίω ἐντεθυμῆσθαι Νέρωνα : τὰς γὰρ περιβολὰς | ||
| οἱ δὲ κατεγέλων . Ἀλλ ' ἐκεῖνός γε , ὦ Μενέκρατες , οὔτε θαυμασίως ἔχει τοῦ φθέγματος , οὔτ ' |
| ? ? [ μὲν ] οἷον ? ? ἐμός , ἀσύναρθροι [ δὲ οἷον ] ἐγώ : εἰσὶν ? [ | ||
| τῶν ὑποτακτικῶν ἄρθρων σύναρθροι εἰρήσονται , ἤπερ ἐκ τῶν προτακτικῶν ἀσύναρθροι ; καὶ ἀνάπαλιν ἡ ἐμός καὶ σός καὶ αἱ |
| ἀπὸ τίνος ἀκούσω καὶ μαθήσομαι τὸ συμβάν σοι αἴτιον ὅθεν ἀπώλου : ἦ , ὄντως , τὸ δῶμα μάτην ἔχει | ||
| καὶ κατέπιε στήλας Ἀρνών . οὐαί σοι , Μωάβ : ἀπώλου , λαὸς Χαμώς . ἀπεδόθησαν οἱ υἱοὶ αὐτῶν σῴζεσθαι |
| στροφάλιγγας ὑπὸ σκολιοῖσιν ἱμᾶσι τεχνάζων , εἴ πώς μιν ἐρητύσειε βρόχοισιν ἀμφιβαλών : ἀλλ ' οὔτι κακῶν ἄκος οὔτ ' | ||
| αἰνόν : ἀλλ ' εἰ καί ποθ ' ἕλοιεν ἐϋστρέπτοισι βρόχοισιν ἵππαγρον δολίοισι λόχοις μελανόχροες Ἰνδοί , οὔτε βορὴν ἐθέλει |
| ἐμὰ στήσεσθαι Ἀχαιοὺς λισσομένους : χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ ' ἀνεκτός . ἀλλ ' ἴθι νῦν Πάτροκλε Διῒ φίλε Νέστορ | ||
| τὸ ἀποθνῄσκειν πάρισον . εἰ μέτριος εἴη μέχρι δεῦρο , ἀνεκτός , ἀλλ ' οὐκ ἀνήσει . πάλιν γοῦν ἐν |
| αὑτῆς τριακοσταῖον παρακατέθετο . ἀποθανούσης δὲ τῆς ἀνθρώπου δεινή τις φιλοστοργία γέγονε τοῦ θηρίου πρὸς τὸ παιδίον : οὔτε γὰρ | ||
| τῆς φύσεως ἀσθενὲς ἔπανδρον ἐποίησεν ἡ πρὸς τὸ θρέψαν ἔδαφος φιλοστοργία . πρεσβῦται φιλοψυχοῦσιν ἐπὶ δυσμαῖς τοῦ βίου . λόγος |
| σώματος ἀκρατέες καὶ κατανεναρκωμένοι γίνονται . Μηχανὴν δὲ οὐκ ἔχω οὐδεμίην ἔγωγε , ὅκως χρὴ τὸν τοιοῦτον ἐς τὸ αὐτὸ | ||
| οἵηπερ ὀλίγῳ πρόσθεν εἴρηται . Κατανάγκασιν δὲ σὺν τῇ κατατάσει οὐδεμίην ἔχω , ἥτις ἂν γίνοιτο , ὥσπερ τῷ κυφώματι |
| ὀρθῶν , τὸ αὐτὸ μέρος ἐστὶ καὶ ἑκάστη γω - νία τοῦ ἑτέρου κύκλου τῶν δ ὀρθῶν . ἴση ἄρα | ||
| ὀρθῶν , τὸ αὐτὸ μέρος ἐστὶ καὶ ἑκάστη γω - νία τοῦ ἑτέρου κύκλου τῶν δ ὀρθῶν . ἴση ἄρα |
| νυκτὸς ἔχουσα μεμιγμένα φέγγεσιν ἠοῦς , λεπταλέον λεύσσουσα , καὶ ἀμφιλύκη τις ἐτύχθη ὑγρὸν ἐπιστείχουσα φερέσταχυν ὁλκὸν ἐέρσης . τοίη | ||
| παρώνυμα ὁμοίως : ἀμφίρυτος ἀμφιρύτη , δορύκτητος δορυκτήτη , ἀμφίλυκος ἀμφιλύκη . Τὰ εἰς Η σύνθετα καὶ παρασύνθετα βαρύνεται : |
| καινότατον , τοῦ ὀφθαλμοῦ μὲν καὶ τῆς περὶ αὐτὸν ἀσθενείας ἐπελανθανόμην , τὴν δὲ ψυχὴν ὀξυδερκέστερος κατὰ μικρὸν ἐγιγνόμην : | ||
| γε πόλλ ' : ἀλλ ' ὅτι μάθοιμ ' ἑκάστοτε ἐπελανθανόμην ἂν εὐθὺς ὑπὸ πλήθους ἐτῶν . διὰ ταῦτα δὴ |
| τῇ γαστρὶ , οὐδὲ γάλα ἐν τοῖσι τιτθοῖσιν ἐγγίνεται : σφριγᾷ δὲ τὸ στῆθος αὐτῇ : καὶ δύο ἔτεα , | ||
| ] ἀντὶ τοῦ “ συγχωρεῖς ” . εὐσωματεῖ γὰρ καὶ σφριγᾷ : ἐκ τοῦ ἐναντίου συγκατατίθεται : δέον γὰρ ἂν |
| τὸ μὲν γὰρ ψυχρὸν πυκνοῖ τοὺϲ πόρουϲ καὶ οὐ ϲυγχωρεῖ διαφορεῖϲθαι τὰ ἐν τῇ κεφαλῇ περιττώματα : τὸ δὲ πάνυ | ||
| ὁ πλείων ὕπνοϲ ἀγαθὸϲ τοῖϲ τοιούτοιϲ : οὔτε γὰρ ἐπιτρέπει διαφορεῖϲθαι τοὺϲ χυμοὺϲ καὶ βαρύνει τὰ ϲπλάγχνα . ϲυμμέτρων οὖν |
| ταύτην με καταλεῖψαι , εἰπεῖν δ ' ὅσα τὰς βίβλους κατατιθέμενος ἐξεῖπεν Ἑρμῆς . ἐξεῖπε γὰρ οὕτως : Ὦ ἱεραὶ | ||
| , παρὰ μὲν τῶν πολιτῶν οὐδὲν , ὥσπερ γέρας τοῦτο κατατιθέμενος καὶ τροφεῖα καταβάλλων τῇ πατρίδι , παρὰ δὲ τῶν |
| ϲύρεϲθαι κατὰ τῶν ὑποϲτρωμάτων . οὐ μόνον δὲ διὰ τὸ δυϲίατον χαλεπὰϲ ϲυμβέβηκεν εἶναι τὰϲ ἑλκώϲειϲ : πλατυνόμεναι γὰρ καὶ | ||
| ἐϲτὶν ἀποϲτηματώδηϲ μεταξὺ τοῦ μεγάλου κανθοῦ καὶ τῆϲ ῥινόϲ : δυϲίατον δὲ τὸ πάθοϲ διά τε τῶν ϲωμάτων τὴν λεπτότητα |
| ὠκεανοῖο , εἷς μὲν ἐὼν , πολλῇσι δ ' ἐπωνυμίῃσιν ἀρηρώς . Εἶτα ὑποκαταβαίνων οὕτως : ὠκεανὸς περιδέδρομε γαῖαν ἅπασαν | ||
| Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν ᾗσιν ἀρηρώς . Δωρικῇ τροπῇ ἄραρα καὶ ἄραρεν , οἷον : |
| . γίγνεται ὦν ἐν αὐτέῳ μεγάλη μὲν φλεγμονὴ οὐ κάρτα ξυνεχέωϲ , οὐδὲ ἔν τιϲιν ἐϲ τὰ ἐπίκαιρα χωρία : | ||
| τοῦ καϲτορίου ξὺν κροκίνω λίπαϊ , ἀλλὰ καὶ πιπίϲκειν τοῦδε ξυνεχέωϲ ὁκόϲον ὁλκῆϲ τριώβολον . ἢν δὲ πρὸϲ τόδε ἀπαυδήϲῃ |
| ἀνακλᾶν τὸ ὕπερον , ἵνα γένηται ἡ τάσις καὶ ἡ ἀντίτασις . εἰ δὲ μὴ βούλει οὕτω ποιῆσαι , δεῖ | ||
| προθυμίας παρέχονται , καὶ ἐν τῷ ἀπόρῳ τῆς σωτηρίας ἡ ἀντίτασις ἑτοιμοτέρα , καὶ πολὺ τὸ ἀνέλπιστον ἐξέβη , βιαζομένων |
| καὶ “ ἐν δ ' ὄνθου βοέου κόπρον . ” ὀνόσαιτο ἐκφαυλίσειεν , μέμψαιτο . καὶ ὀνοσάμενος ἐκφαυλίσας . ὀνομάκλυτος | ||
| ἐλάττωμα ἰασώμεθα . . ἃς οὔτ ' ἄν κεν Ἄρης ὀνόσαιτο μετελθών : ἡ διπλῆ πρὸς τὴν τοῦ χρόνου ἀλλαγήν |
| ! [ ης ? [ εξ [ ε ! [ ενε ! [ πεπλο ? [ κλε ? [ πο | ||
| ? ? δῶρα κυθηγενέος : [ ] ο σαρωνίδας οὖδας ενε ? ? [ [ ] ν δαῖτα παλαιοτάτην [ |
| κρύος ] φόβος . κρύος ] λύπη , κίνδυνος , φόβημα . κρύος ] τρόμος . θ ἔτευξα τύμβῳ μέλος | ||
| συναστατοῦσιν . ἰδέσθαι : ἰδεῖν , θεαθῆναι . Δεῖμα : φόβημα , φόβον . φέρει : ἄγει . μοῦνον : |
| λέγει πρὸς αὐτόν : Ἀλλ ' ἔγωγέ σε , ὦ Μάρκιε τέκνον , οὔτε προδότην Οὐολούσκων γενέσθαι ἀξιῶ , οἵ | ||
| ἔπειτ ' ἀναλαβοῦσα αὑτὴν ἔλεξεν : Αἱ γυναῖκες , ὦ Μάρκιε τέκνον , τὰς ὕβρεις ἐνθυμούμεναι καὶ τὰς ἄλλας συμφορὰς |
| χυμῶν . μείζονα γὰρ γνωϲτέον ἐϲομένην τὴν ἐκ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ ὠφέλειαν ἤπερ τὴν ἐκ τῆϲ τοῦ δέρματοϲ ἐμψύξεωϲ . | ||
| : οὕτω δὲ καὶ οἱ ἐναντίωϲ ἔχοντεϲ ὑπὸ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ αἰϲθητῶϲ ἀνιῶνται , καὶ μέγιϲτόν ἐϲτι γνώριϲμα τοῦτο τῆϲ |
| οἷον ἐφ ' ᾧ ἄγαν θέομεν . ἔνθεν οὐ λέγομεν ἀγαθώτερος , οὔτε ἀγαθώτατος , ὡς ἐγκειμένου ἐπιτατικοῦ μορίου τοῦ | ||
| οὐχ ἡπήσασθαι . Ἀγαθὸς μᾶλλον καὶ ἀγαθὸς μάλιστα , μὴ ἀγαθώτερος καὶ ἀγαθώτατος . Γλωττοκομεῖον , οὐ γλωσσόκομον . Βραδύτερον |
| δ ' ἵκελοι θήρεσσιν , ἀΐδριες ἠδ ' ἀδίδακτοι , χήτεϊ δαιμονίοιο νοήματος , οὔθ ' ὑπ ' ἀρωγὴν θεσπεσίην | ||
| οἳ δ ' ἴκελοι θήρεσσιν , ἀΐδριες ἠδ ' ἀδίδακτοι χήτεϊ δαιμονίοιο νοήματος , οὔθ ' ὑπ ' ἀρωγὴν θεσπεσίην |
| οὐ μέμφομαι ὑμῖν . . . λείπει τούτοις . . χοἱ πατέρες ἐναυμάχησαν : Ἴσως περὶ τῶν δʹ στρατηγῶν λέγει | ||
| ὑπὸ τόκων μὴ ἐκλυόμενον ἢ παρὰ τὸ ἐστερῆσθαι γόνου . χοἱ μὲν ἅμα : καὶ οἱ ταῦροι ἅμα ταῖς βουσὶν |
| παρ ' αὐτοῦ ταχέως ἡμῖν ἥξειν ἐπιστολὴν αὐτά τε ταῦτα μηνύουσαν καὶ τἀπὶ τούτοις βοῶσαν πρὸς ἅπαντας ὡς οὐ πλείω | ||
| φρουρᾷ κατασχόντων , καί τινος πρὸς Ἀρχίαν κομίσαντος ἐπιστολὴν τινὸς μηνύουσαν ἐπιβουλὴν , ὑπερθέσθαι φασὶν τὴν ἐπιστολὴν ἀναγνῶναι , νυκτὸς |
| ἡ κεφαλὴ τοῦ μηροῦ ἐκπέσῃὀλίγοις δὲ ἐκπίπτει , | οὗτοι ἐκτανύειν οὐ δύνανται τὸ σκέλος οὔτε κατὰ τὸ ἄρθρον τὸ | ||
| : κοινότατον δὲ πρὸς τὴν ἔπειτα διάτασιν , καὶ τὸ ἐκτανύειν ἕκαστα , καὶ ξυγκάμπτειν : ἐντεῦθεν γὰρ ὁδοὶ ἐς |
| οὔτε κεῖται καθάπερ ἐν ἀστικῷ μειρακίῳ λιπῶσα , ἀλλ ' ἐγήγερται μὲν ὑπὸ τοῦ αὐχμοῦ , παρέχεται δὲ αὐχμηρὸν οὐδὲν | ||
| πᾶν καὶ τὸ ὑγρόν , καίτοι κατωφερῆ ὄντα , ὅμως ἐγήγερται καὶ ἕστηκε τὴν οὐχ ἑαυτῶν φυσικὴν στάσιν . οὕτως |
| μελάνθιον καὶ οἱ νεαροὶ πάπποι . ἐφ ' ὧν ἔμετοϲ μόνοϲ παραληφθεὶϲ ἀποκαθίϲτηϲι τοὺϲ λαβόνταϲ . Καὶ ψυχρὸν δὲ ὕδωρ | ||
| τὰ δὲ χρονιώτερα καὶ ἡ κεδρία λεπτύνει καὶ ὁ χαλκὸϲ μόνοϲ ὕδατι λειούμενοϲ ὡϲ κολλούριον καὶ τὰ ϲμηκτικὰ τῶν κολλουρίων |
| δεσπότου , εἴ πως δυναίμην , ἐξελεῖν αὐτὴ λάθραι , ἀνῆψα τὴν δίκελλαν ἀσθενεῖ τινι καλωιδίωι σαπρῶι διερράγη τέ μοι | ||
| γάμων ἐπακτὸν ἄταν . ἐγὼ δ ' οὔτι σοι πυρὸς ἀνῆψα φῶς νόμιμον [ ἐν γάμοις ] ὡς πρέπει ματέρι |
| . ὅτι ἐστὶν ὄργανον καλούμενον νάβλα , ὡς Σώπατρος : νάβλα λαρυγγόφωνος ἐκκεχόρδωται . τὸ τρίγωνον δὲ καλούμενον ὄργανον Σύρων | ||
| ὦ Οὐλπιανὲ σοφώτατε , τὸ ὑδραυλικὸν τοῦτο ὄργανον τοῦ καλουμένου νάβλα , ὅν φησι Σώπατρος ὁ παρῳδὸς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ |
| ἱερὸν ἔσαιρον αὐτὸ καὶ ἔραινον , τῇ δὲ θεῷ οὐ προσήρχοντο οὔτε τοῦ ἱεροῦ ἐξήρχοντο , εἰ μὴ νύκτωρ . | ||
| , ἔσαιρον αὐτὸ καὶ ἔραινον , τῆι δὲ θεῶι οὐ προσήρχοντο οὔτε τοῦ ἱεροῦ ἐξήρχοντο , εἰ μὴ νύκτωρ . |
| χάριν δο # [ ] [ ῳ ] ? ἂν ἀνθρωπ ? [ ] [ ουν ] τὸ φυσικόν [ | ||
| ] ? , τὰ ναυτικὰ [ ἀπὸ ] λιμένος οὔτε ἀνθρωπ [ ] παροξυνθεὶς εἰς τὴν ὑμε - [ τέραν |
| Περὶ δὲ τῶν λοιπῶν Σκυθέων τῆς μορφῆς , ὅτι αὐτοὶ ἑωυτοῖσιν ἐοίκασι , καὶ οὐδαμῶς ἄλλοισιν , ὠυτὸς λόγος καὶ | ||
| μᾶλλον ἢ τῶν Ἀσιηνῶν : καὶ τὰ μεγέθεα διαφορώτατα αὐτὰ ἑωυτοῖσιν εἶναι κατὰ πόλιν ἑκάστην : αἱ γὰρ φθοραὶ πλείονες |
| ? [ ] [ ] ε [ ] [ ] τοσ ? [ ] [ ] αλλα [ ] [ | ||
| δ ' αἱ δ ὀρθαὶ τξ , τοιούτων μζ . τοσ - ούτων δὲ ἐδέδεικτο καὶ ἀπὸ τῶν κατὰ τὰς |
| Ἀπιδών χελιδών . Τὰ εἰς ΔΩΝ θηλυκὰ ὀξύνεται : ληθεδών τηκεδών σηπεδών ἀηδών . Τὰ εἰς ΖΩΝ λήγοντα ἀρσενικὰ βαρύνεται | ||
| ὥνθρωποϲ , ἢν ἡ κατάϲταϲιϲ τελεϲθῇ : ὀξείη γὰρ ἡ τηκεδών , ταχὺϲ δὲ ὁ θάνατοϲ , ποτὶ καὶ βίοϲ |
| : ὡς δ ' οὐκέτ ' εἶχ ' ὀιστούς , ἤσχαλλεν , εἶτ ' ἑαυτόν ἀφῆκεν εἰς βέλεμνον : μέσος | ||
| τὴν τοῦ γένους ἑλκόντων σειρὰν δικαιότερον εἰς τοῦτο λογίσασθαι , ἤσχαλλεν , ἐδυσφόρει , παρεζήλου τὸ δίκαιον ὁρῶν ἀθετούμενον καὶ |
| , Θετταλία δεδούλωται , πολιορκεῖ Βυζάντιον , Ἦλιν εἴλη - φεν , Ὁμήρου κατάλογος ἁρπαζομένων γέγονε τῶν Ἑλλήνων . καὶ | ||
| π ? [ ] ! ! [ ! ] τάλαινα φεν ! ! ? [ ! ] ! [ ] |
| τὸν πάντα μοι διηγούμενον . ἀλλὰ πρῶτον μὲν κέρδος ὃν ἀπέλαυσας χρόνον ἡγοῦ : ἔπειτα μὴ καταγίνωσκε τῆς γῆς ὡς | ||
| τοιαῦτ ' ] ἐν ἤθει ὁ λόγος ἀπηύρω ] ἤγουν ἀπέλαυσας ὤπασας ] παρέσχες δίκης πέρα ] ἐπέκεινα τοῦ δικαίου |
| κατασκευὴ καὶ καλοῦνται ῥυτά . Πίνδαρος : ἐπεὶ Φῆρες δᾶεν ῥιπὰν μελιηδέος , ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον | ||
| ! ] ! [ θαλάσσας ] [ ] ος ? ῥιπὰν μελαίνας ? : [ ] ! δ ' ἐρήμα |
| ἢ δυνάστην ἢ τύραννον στέργειν ἢ θεραπεύειν τοῖς λόγοις ἐγὼ δύναμαι , μὴ παρ ' ἐμαυτῷ πρότερον αὐτὸν ἐπαινέσας καὶ | ||
| καὶ ἐπισκώψαντος : ” ὁρᾷς , ὦ Πλάτων , ὅτι δύναμαι ἀτιμοῦν ” ἔφη : „ ἀλλ ' οὐχ ὁ |
| , ἐνθυμουμένους , ὡς ἡ περὶ αὐτὰ ἀπάτη οὐ τὴν ἐπιτυχοῦσαν βλάβην ἐπιφέρειν εἴωθε . Σαφέστατα δὲ ἐλέγχεται τὸ ἄγαν | ||
| ποιεῖσθαι . δεύτερον δ ' ὅτι οὔτε ἀπόβλητον καὶ τὴν ἐπιτυχοῦσαν ἀλλ ' ἀγαθὴν καὶ πάμφορον γῆν ἔλαχον πρός τε |
| | εδ | [ | ιςαι | [ πατ [ δεο [ τα ? [ εα [ λα [ παι | ||
| στυγερῆς τέρεν ὤλεσεν ἄνθος . . , . [ ] δεο ? ! ? [ [ ] ἀπείρονα γαῖαν καὶ |
| ξυνέπεσεν : ἐπεὶ τοῖσί γε ἄλλοισιν εὐφόρως πᾶσι , καὶ θανατώδεες ἐν τοῖσιν ἄλλοισι πυρετοῖσιν οὐκ ἐγένοντο . Ἐν Θάσῳ | ||
| γὰρ τοῦ πυρὸς ἀπαλλάσσουσιν , ἐπώδυνοί τέ εἰσι κάρτα καὶ θανατώδεες . Ἄρχονται δὲ οἱ πλεῖστοι μὲν ἀπὸ τῶν κενεώνων |
| ἀτραπιτοῖσι χλοάζον μαστάζειν γενύεσσιν , ἀμελγόμενος δ ' ἀπὸ χυλόν τύμμασιν ἡμίβρωτα βάλοις ἔπι λύματα δαιτός ὄφρα δύην καὶ κῆρα | ||
| Σύρτις βόσκει θηροτρόφος , εὖ δὲ καὶ ἄλλοις ἀνδράσιν ἤμυναν τύμμασιν ἀχθομένοις οὐ ῥίζαις ἔρδοντες , ἑῶν δ ' ἀπὸ |
| μήτε τις ἄρσην , μηδ ' αὖ τῶν ποταμῶν μενέτω νόσφ ' Ὠκεανοῖο μηδέ τε νυμφάων , ἀλλ ' ἐς | ||
| Διὸς πρὸς δῶμα νέεσθαι . οὔτέ τις οὖν ποταμῶν ἀπέην νόσφ ' Ὠκεανοῖο , οὔτ ' ἄρα νυμφάων αἵ τ |
| ὑποπεπωκότας αὐλουμένους σποδεῖν ; λέγ ' αὐτή , γλυκυτάτη , ἔλεγχ ' ἄγροικον οὖσαν ἡμῶν τὴν τύχην . . . | ||
| , αὐλουμένους . ωδει λέγ ' αὐτή , γλυκυτάτη , ἔλεγχ ' ἄγροικον οὖσαν ἡμῶν τὴν τύχην . καὶ προελθών |
| . βιᾶται δ ' ἁ τάλαινα πειθώ , προβούλου παῖς ἄφερτος ἄτας . ἄκος δὲ πᾶν μάταιον . οὐκ ἐκρύφθη | ||
| ἀθλία . προβουλόπαις ] ἡ προβουλευομένη πλουτῆσαι τοὺς παῖδας . ἄφερτος ] ἀφόρητος . Ἡ θεραπεία τῆς ἐπιθυμίας αὐτῶν διάδηλος |
| ὁ Τύριος ἦλθεν ἐπὶ τὰ Γάδειρα καὶ τρίτος Ἕλλην . Σύρτις δὲ ἡ καὶ Χάρυβδις ἔστι δὲ ὄνομα † τόπου | ||
| . Ἀπὸ δὲ Ἑσπερίδων κόλπος ἐστὶ μέγας , ᾧ ὄνομα Σύρτις , ὡς δὲ εἰπεῖν ὅτι μάλιστα εἰκάζοντι σταδίων ͵ε |
| Πρὸς εἰδότα πάντα τὰ εἰρημένα εἴρηταί σοι . οὔτε γὰρ ἀμελήσειν τῶν σῶν ἐμέλλομεν , ὡς μὴ τοὺς παρ ' | ||
| γεγονέναι , οὔτε γὰρ ἀγνοήσειν ἔμελλες τηλικαύτην συμφορὰν οὔτ ' ἀμελήσειν τοῦ παθόντος ἥ τε δύναμις ἱκανὴ καὶ ταῦτα καὶ |