ἕν ἐστιν ὃ ζητοῦμεν , καὶ τὴν ἀρχὴν τῶν πάντων ἐπισκοποῦμεν , τἀγαθὸν καὶ τὸ πρῶτον , οὔτε πόρρω δεῖ
τῶν ἄλλων ἡ περὶ αὐτῶν ἀφώρισται πραγματεία . Ἐπεὶ δὲ ἐπισκοποῦμεν περὶ ψυχῆς , ἀναγκαῖον προδιελθόντας τὰς τῶν προτέρων δόξας
5550520 ἐϲεϲθαι
διαϲτολὴν μᾶλλον ἤπερ πρὸϲ ϲυϲτολὴν ἐπείγοιτο , αἱμορραγίαν διὰ ῥινῶν ἔϲεϲθαι δηλοῖ , ϲυνεπιμαρτυρούντων δηλονότι τῶν ἐπὶ τῆϲ αἱμορραγίαϲ ῥηθηϲομένων
εἰϲβάλλοιεν ἐφ ' ἑκάϲτηϲ ἡμέραϲ γιγνόμενοι , μετὰ πλείονα χρόνον ἔϲεϲθαι προϲδόκα τὴν κρίϲιν . καὶ τῶν ἐπὶ ῥίγεϲι δὲ
5413767 μονοιϲ
, οὔτε δυϲώδηϲ ἐϲτὶ καὶ πεῖραν ἱκανὴν ἔδωκεν οὐχ ἡμῖν μόνοιϲ , ἀλλὰ καὶ πολλοῖϲ τῶν ἔμπροϲθεν ἰατρῶν . ἐγὼ
δὲ χυμὸϲ μόνοϲ : οὐ γὰρ δὴ τοῖϲ ἄρθροιϲ ἐνέϲκηπται μόνοιϲ τὸ πάθοϲ : ἀλλ ' ἄμφω χυμόϲ τε παρὰ
5306646 ἐδηλωσας
δὲ οὔτε ἀφῖξαι τοῦ τε μὴ ἥκειν τὴν αἰτίαν οὐκ ἐδήλωσας . εἰ μὲν οὖν τι καλὸν τίθῃ μένειν ,
σε ἀποτεκεῖν καὶ εὐμαρῶς : σὺ μὲν γὰρ οὐδὲν ἡμῖν ἐδήλωσας . χάρις δὲ θεῷ καὶ σοί . πέπεισαι ἄρα
5171773 χολωδειϲ
γενέϲθαι , εἰ μέλλοι λυθήϲεϲθαι τελέωϲ , ἢ ἐκκριθῆναι τοὺϲ χολώδειϲ χυμοὺϲ ἢ ϲβεϲθῆναι . ἐκκρίνονται μὲν οὖν διὰ ἱδρώτων
ϲώματα καὶ μετρίωϲ λεπτῦναί τε καὶ ἀπορρῦψαι καὶ ἀποπλῦναι τοὺϲ χολώδειϲ τε καὶ αὐχμώδειϲ χυμούϲ . οὕτωϲ τε καὶ ἰκτερικοῖϲ
5029287 φθιϲιν
ἐπιπίπτειν καὶ ἐπικύνδυνοι , ἐνίοτε δὲ ἀμβλεῖϲ , ὅτε εἰϲ φθίϲιν μέλλει ἐμπίπτειν , ϲυντακτέον τὴν δίαιταν πᾶϲαν , ὡϲ
' αὐτὰ μὲν ἐκουφίϲθη , μετ ' ὀλίγον δὲ εἰϲ φθίϲιν μετέϲτη καὶ ἀπέθανεν . εἰ δέ ποτε καὶ φλεγματώδηϲ
5012731 μεταστησαντες
τὰ ὀπίσω ὑπαναχωρεῖν καὶ ὀλίγον διάστημα τὸ φοσσάτον ἤτοι ἄπληκτον μεταστήσαντες , αἰφνίδιον ἐν νυκτὶ ἐπῆλθον τοῖς ἐναντίοις . Γίνονται
καιρόν , ὅσου δεῖται μόνον ὁ λόγος , τὴν διάνοιαν μεταστήσαντες τῆς ἀμφοτέρων διαφορᾶς ἀπὸ τῶν πραγμάτων λάβετε τὴν ἐξέτασιν
4998707 πρωταϲ
μάλιϲτα χολώδουϲ τινὸϲ ἢ ὀξώδουϲ ἀνενεχθέντοϲ . μετὰ δὲ τὰϲ πρώταϲ ἡμέραϲ καὶ καταπλάϲμαϲιν ἔξωθεν ὁ ϲτόμαχοϲ ἐπιϲτρεφέϲθω τοῖϲ διὰ
λυϲϲοδήκτοιϲ καὶ πίνειν τῆϲ θηριακῆϲ ἀντιδότου ἐπὶ ἡμέραϲ τρεῖϲ τὰϲ πρώταϲ , καρύου Ποντικοῦ τὸ μέγεθοϲ . οὐκ οἶδα γὰρ
4991355 ἀναμιμνῃσκομεθα
ἀδυνατοῦμεν εὐθύς : λήθῃ οὖν κατ ' ἀρχὰς χρώμενοι πάλιν ἀναμιμνῃσκόμεθα , ἕως ἐκ τοῦ πολλάκις μὲν ἐκλαθέσθαι πολλάκις δὲ
ἀνάγκη που ἡμᾶς ἐν προτέρῳ τινὶ χρόνῳ μεμαθηκέναι ἃ νῦν ἀναμιμνῃσκόμεθα . τοῦτο δὲ ἀδύνατον , εἰ μὴ ἦν που
4974988 θερμηναι
μὴ εἴπῃς , ἀλλὰ ἀμύνασθαι . Σημῆναι , καθῆραι , θερμῆναι διὰ τοῦ η . Διωρία ἀδόκιμον , προθεσμία δέ
ἑτάροισιν ἐπισπέρχων ἐκέλευεν ὕδατος ἐν πυρὶ θέντας ἄφαρ κρυεροῖο λέβητας θερμῆναι λοῦσαί τε νέκυν περί θ ' εἵματα ἕσσαι καλά
4973619 οὐρεουϲι
: ἢν δὲ ἐπινέμηται , τρυγώδεα , μυξοποιά , κάκοδμα οὐρέουϲι . τῶν τοιῶνδε οὐ βραδύνει θάνατοϲ : δακνώδεα μὲν
τινά , εἰ καὶ μὴ κάρτα πολλόν , ὅτι πονῶντεϲ οὐρέουϲι , τηκεδὼν δὲ γίγνεται δεινή : οὔτε γάρ τι
4831577 φοραϲ
καὶ θριδακίναϲ ἑφθὰϲ ἐν ὀξυκράτῳ τρεφέϲθωϲαν . ἀκαταϲχέτου δὲ τῆϲ φορᾶϲ οὔϲηϲ οἶνον δοτέον τινὰ τῶν αὐϲτηρῶν , ἀπυρέτοιϲ μὲν
' ἰτεῶν ἐπιρριπτέον ἔμπλαϲτρον , καὶ μάλιϲτα μετριωτέραϲ οὔϲηϲ τῆϲ φορᾶϲ . διὰ ϲτόματοϲ δὲ ταῦτα : ἀνδράχνη ἐϲθιομένη ποιεῖ
4825368 μιηϲ
γ ' αὐλοῦ . δίδυμοι δὲ οἵδε , ξυμφυέεϲ ἀπὸ μιῆϲ ἐκροῆϲ , ὡϲ ἐϲάπαξ ἀμφοτέροιϲι ἐγχεῖν : οὐ γὰρ
ἠδὲ ἄμφω ἅμα ἐπὶ δεξιὰ καὶ ἀριϲτερὰ μᾶλλον ἢ ἐκ μιῆϲ μέζονοϲ , ὡϲ ἀφ ' ἑκατέρηϲ τῆϲ χώρηϲ τοῦ
4808190 παρεξομεν
ἄπρακτα πολλὰ βέλη συντρίψαντες τοῖς πολεμίοις καθ ' αὑτῶν ὅπλα παρέξομεν . ἀλλ ' ἐρεῖ τις , ὅτι ἀχηλώτοις αὐτοῖς
τῇ νήσῳ , δεχόμεθά τε ὑμᾶς καὶ τὰ ἐπιτήδεια ἀρκοῦντα παρέξομεν : εἰ δ ' οὖν , ἄπιτε ὅποι φίλον
4790897 πικροχολοι
, ὑδαρὲϲ ἀποβλύζουϲι : ἐπὴν δὲ καὶ χολὴ ᾖ , πικρόχολοι , ϲκοτώδεεϲ : ἄδιψοι , κἢν ἐπ ' ἐδέϲμαϲι
δέ εἰϲιν οἱ θερμοὶ καὶ ξηροὶ τὴν κρᾶϲιν καὶ ὅλωϲ πικρόχολοι . τοὺϲ μὲν οὖν ἐπὶ κόπῳ πυρέξανταϲ λιπαρῶϲ τε
4774623 νοϲεουϲι
φορή , ἀναίϲθητοϲ δὲ ἡ ῥοὴ τοῦ γούνου γίγνεται . νοϲέουϲι δὲ καὶ γυναῖκεϲ τήνδε τὴν νοῦϲον , ἀλλ '
, οἵδε μακρὸν μὲν [ τὸν ] χρόνον τὸν καῦϲον νοϲέουϲι , ἀποπαύεται δὲ τὰ κινδυνώδεα , αἱ ὀδύναι καὶ
4739795 γυμναϲια
τὸ ϲῶμα γένηται . Περὶ αἰώραϲ . Τὰ μὲν ἄλλα γυμνάϲια ἐπὶ τῇ τοῦ ϲώματοϲ κινήϲει κεῖται , ἡ δὲ
χρῆϲθαι ἀφροδιϲίοιϲ . ϲυναιρετέον δὲ καὶ τὸν πολὺν οἶνον , γυμνάϲια δὲ πλείονα παραλαμβάνειν ἤδη . τοῖϲ δὲ ἤδη ἀκμάζουϲι
4737466 κινδυνευομεν
οὕτω μὲν χαρακώσαντες τὸν πλοῦτον , οὕτω δὲ ἀσφαλῶς τειχισάμενοι κινδυνεύομεν περὶ αὐτῷ νῦν , καὶ οὔπω δῆλον οὐδ '
θεόν τινα εἰς ἀρχήν τε καὶ τύπον τινὰ τῆς δικαιοσύνης κινδυνεύομεν ἐμβεβηκέναι . Παντάπασιν μὲν οὖν . Τὸ δέ γε
4735322 ὠμοπλατηϲ
ϲιν διά τε τῶν μαϲχαλῶν καὶ τῆϲ πεπονθυίαϲ κλειδὸϲ καὶ ὠμοπλάτηϲ κατὰ τὸ ἁρμόζον τὰϲ ἐπιδέϲειϲ φέροντεϲ . καὶ εἰ
καὶ νῦν δὲ τὴν ἐπιμέλειαν ὡϲαύτωϲ διατίθεϲθαι τοῖϲ ἐπὶ τῆϲ ὠμοπλάτηϲ παραδοθεῖϲιν . ἐπὶ δὲ τοῦ ἐμπιέϲματοϲ ὁ καθ '
4709546 ὁκοϲοι
ὦν καὶ ἡ ϲυγκοπὴ καρδίηϲ ἐϲτὶ καὶ ζωῆϲ νοῦϲοϲ . ὁκόϲοι δὲ ϲτομάχου ἡγέονται τὸ πάθοϲ ἔμμεναι , οὕνεκα ϲιτίοιϲί
ὑγρῶν μετοχετεύϲιοϲ : ἀφωνίη : ϲφυγμοὶ ϲμικρότατοι καὶ πυκνότατοι , ὁκόϲοι ἐπὶ ξυγκοπῇ : ἐντάϲιεϲ ἐμέτου ξυνεχέεϲ , κενεαί :
4708055 ἰϲθι
καὶ κοῦφον εἴη τὸ φερόμενον , ἀπὸ τῆϲ τραχείαϲ ἀρτηρίαϲ ἴϲθι τὴν ἀναγωγήν . εἰ δὲ μέλαν τε εἴη τὸ
καὶ δι ' ἐμέτων , αὐτὰϲ μὲν ἐν τοῖϲ ἐντέροιϲ ἴϲθι γινομέναϲ , τὸν δὲ χολώδη χυμὸν ἤτοι κατὰ τὸ
4704369 ὀδυνηϲ
, ἐφ ' αἷϲ γίνονται ϲυγκοπαί . λθʹ . Περὶ ὀδύνηϲ . μʹ . Περὶ ϲυντήξεωϲ . μαʹ . Περὶ
μὴ ἐγχρονίζειν , ἀλλ ' ἄχρι τοῦ μετριάϲαι μόνον τῆϲ ὀδύνηϲ τὸ ϲφοδρόν : ἡ γὰρ πλείων χρῆϲιϲ αὐτῶν ϲφηνώϲειϲ
4682774 χειρονομιη
, ἀλλ ' ὀλίγη , μηδὲ πάλη : ἀκροχείρησις καὶ χειρονομίη καὶ κωρυκο - μαχίη καὶ ἀλίνδησις ἐπιτήδεια , ἀλλὰ
ἡ ἀναπνοὴ τοιῶνδε φάρμακον πεπτήριον . γυμνάϲια , τρίψιεϲ , χειρονομίη ἁλτήρων βολαῖϲι τοῦ θώρηκοϲ , καὶ τῆϲ κοιλίηϲ κόποι
4680672 διηνεκη
ἤγουν εἰς τὸ ἑξῆς ἐπιστροφὴν καὶ ἐπιτήρησιν αἰτῶ ἄφθιτον καὶ διηνεκῆ εἶναι ταῖς ὑμετέραις τύχαις , ὦ ξέναρκες . οὗτος
τῶν βραγχίων ἑκατέρωθεν τοῦ σώματος μέχρι τῆς κέρκου μίαν ἔχει διηνεκῆ λευκὴν ῥάβδον . ἐστὶ δὲ στρογγύλος , ἀλλ '
4677372 ϲκοποϲ
' ὕδατοϲ : γενομένην δὲ ἤδη τὴν παρὰ φύϲιν ϲάρκα ϲκοπόϲ ἐϲτι διὰ τῶν ἀδήκτων ἀναλῶϲαι καὶ ῥῆξαι . ποιεῖ
πολύτροφα . τῶν δὲ κακοχυμίαν ἀθροιζόντων οὐχ εἷϲ ἐϲτιν ὁ ϲκοπόϲ , ὅτι μηδὲ τῆϲ κακοχυμίαϲ ἡ ἰδέα μία .
4675043 ξυνεχεεϲ
τοῦτο ταχεῖαι αἱ κρίϲιεϲ , ὅτι ταχέεϲ οἱ πυρετοὶ καὶ ξυνεχέεϲ καὶ ἰϲχυροί . ” ἐκ δὲ τῶν ἐναντίων τὸ
δι ' ἕδρηϲ κόπρανα ὑγρά , δυϲώδεα . ἀπεψίαι γὰρ ξυνεχέεϲ αἱ τῆϲδε προφάϲιεϲ . ἢν δὲ τάδε ἀποκλυϲθῇ ,
4670018 παροξυϲμουϲ
τε καὶ ἀρθριτικὸν ἐργάζεται πάθοϲ , ἐπεὶ ἂν ἔδει τοὺϲ παροξυϲμοὺϲ ἀδιαλείπτουϲ εἶναι , παρ ' ὅϲον καὶ ἡ ἀϲθένεια
ὁ ἄρρωϲτοϲ . ἐπὶ τῶν ὀλεθρίων νοϲημάτων ϲκοπεῖν χρὴ τοὺϲ παροξυϲμοὺϲ καθ ' ἑκάϲτην εἰϲβολὴν εἴτε καθ ' ἡμέραν εἴτε
4663740 δερματοϲ
τοῖϲ ὁμοίοιϲ , ἀποθεραπεύϲομεν . Χαλωμένου τοῦ κατὰ τὸν ὄϲχεον δέρματοϲ χωρὶϲ τῶν ἔνδον αὐτοῦ ϲωμάτων ἡ ῥάκωϲιϲ γίνεται ,
τὸ ὑγρὸν χιτῶνι : εἶτα ῥαφῇ ἀγκτηριαϲθέντα τὰ χείλη τοῦ δέρματοϲ θεραπευέϲθω , ὡϲ ἐπὶ τῶν ἀναρραπτομένων . φυλακτέον δὲ
4659812 ῥυϲιϲ
περὶ τὰ μόρια γίνεται καὶ δριμέων τε καὶ λεπτῶν ὑγρῶν ῥύϲιϲ διά τε μυκτήρων καὶ τοῦ ϲτόματοϲ ἔρευθόϲ τε τῶν
ξυνήθεοϲ : ἕλκεα ἐπὶ τῇϲι βάϲεϲι τῶν ὤτων , ἰχῶροϲ ῥύϲιϲ , κνηϲμώδεα : ῥυϲοὶ τὸ πᾶν ϲκῆνοϲ ῥυτίϲι τρηχείῃϲι
4656748 περιθλασιν
συναίσθησιν πλεῖον ἐπὶ τοὺς τόπους συντρέχει , καὶ πρὸς τὴν περίθλασιν ἀγανακτοῦσιν αἱ θηλαί . φυλακτέον δὲ καὶ τὴν δι
τοπικὴν τῆς ὑστέρας τρίψιν αἱ διὰ ψιλῶν τῶν χειρῶν παραφοραὶ περίθλασιν φέρουσι , καθ ' ὃν καιρὸν εἰς εὐμεγέθη λεκάνην
4656357 ὁπωσδη
εἶναι νομίζοντες , ἂν ῥήματα συμφορῶσι καὶ ταῦτα τῶν πολλῶν ὁπωσδὴ θᾶττον συνείρωσι , μηδενὸς τἄλλα ἀμείνους ὄντες . τὸ
ἄν : νῦν δ ' οὖν , εἴτε πέπεισαι εἴτε ὁπωσδὴ ἔχεις , σύμφῃς γοῦν ἡμῖν πάντα τὰ κέρδη ἀγαθὰ
4656222 φθαρτοι
οὐρανῷ ἀμετάβλητοι καὶ ἄφθαρτοι , ἐν δὲ γῇ μεταβλητοὶ καὶ φθαρτοί . καὶ τοῦ μὲν αἰῶνος [ ἡ ] ψυχὴ
οὗ συνιστάμεθα , ἤτοι τὸ σῶμα καθ ' ὃ καὶ φθαρτοί ἐσμεν . καὶ ἐπεὶ σύνθετοί ἐσμεν ἐκ ψυχῆς καὶ
4656151 ὑληϲ
τῶν ἱδρώτων . Τινὲϲ ἀναγεγράφαϲί τινα περιττὰ δι ' ἄλληϲ ὕληϲ εὐπορωτέραϲ γίγνεϲθαι δυνάμενα . μίγνυται δὲ ἱδρὼϲ τῶν γυμναζομένων
, πληρουμένηϲ δηλονότι τῆϲ ὑϲτέραϲ ἢ τῆϲ ϲπερματικῆϲ ἢ ἑτέραϲ ὕληϲ ϲαπείϲηϲ ἐν αὐτῇ : καὶ πολλαὶ μὲν αὖθιϲ ἐπανήνεγκαν
4651626 κινηϲαι
. λαχάνων ἑφθῶν ὁκόϲα ἐϲ δύναμιν δριμέα λεπτῦναι , οὖρα κινῆϲαι , ὁκοῖόν τι κράμβη , ἀϲπάραγοϲ , κνίδη :
τοῖϲ φύλλοιϲ τρίψαντέϲ τινεϲ ϲὺν οἴνῳ ποτίζουϲιν ὑπὲρ τοῦ καταμήνια κινῆϲαι καὶ ἔμβρυα ἐκβαλεῖν . Ἄλλη . Ἐϲτὶ δὲ καὶ
4641601 ημερα
. . . . . . . . [ ] ημερα του ? [ ] [ ] ος ? και
] ν ολου του ? [ ] [ ] ! ημερα του [ ? ] [ ] τος ? και
4640901 ἐπεστειλας
εἶναι , ὥστε ταῦτα πάλιν μὴ ἐπιμέμφεσθαι ἀμέτρως γεγονέναι . ἐπέστειλας δέ μοι πῶς ἀνεχωρήσατε πάντες ἀπ ' Ἀθηνῶν οἱ
εἶθ ' ἑξῆς τὴν ἀρχὴν ὑπέθηκεν : ἐπειδή μοι πολλάκις ἐπέστειλας . . . στίχων τοε . καὶ ὁ Κυρηβίων
4639608 παθουϲ
ἔμβαλλε . ἡ γὰρ τοιαύτη κάθαρϲιϲ πολλάκιϲ παραχρῆμα ἀπήλλαξε τοῦ πάθουϲ ἢ πολλῷ βέλτιον διέθηκε . μετὰ δὲ ἡμέραϲ ὀλίγαϲ
ἔτι . ἐφ ' ὧν δὲ μετὰ τὴν ἀπαλλαγὴν τοῦ πάθουϲ ἀφυλακτότερον διαιτηθέντων ὑποϲτροφὴ πάλιν τοῦ νοϲήματοϲ ἐγένετο , καὶ
4638456 φραϲω
πάθοϲ , τοῦ ἐπιϲκυνίου τῆϲ ὁμοιότητοϲ εἵνεκεν , ἣν ὕϲτερον φράϲω , ἠδὲ ϲατυρίηϲιν τῶν τε μήλων τοῦ ἐρυθήματοϲ καὶ
ἢν ὦν ἐν ἕδρῃ ἵζωϲι οἱ λίθοι , τὰ ἄκεα φράϲω . κάρτα γὰρ ὀδυνέονται , ποτὶ καὶ ἐξέθανον ϲτρόφοιϲι
4630314 κυϲτιν
καὶ τὰ μὲν κάτω εἰϲ κοιλίαν καὶ ἔντερα ἢ εἰϲ κύϲτιν μεταλαμβάνεται , δι ' ἀγγείων τινῶν τῆϲ μεταλήψεωϲ γενομένηϲ
αἴϲθηϲιϲ τοῦ λίθου ὁδοιπορέοντοϲ ξυνῷ ὁμοβιαίῳ . κἢν ἐϲ τὴν κύϲτιν ἐμπέϲῃ , οὔρων ἅλιϲ ὑδατωδέων ἔκχυϲιϲ , κοιλίηϲ ἔξοδοι
4622394 γιγνομενοϲ
πολλάκιϲ , ἀνίατοϲ δὲ ὁ διὰ ξηρότητα τῶν νευρωδῶν μορίων γιγνόμενοϲ . ἐνίοτε δὲ ἐν τῷ ϲτόματι τῆϲ γαϲτρὸϲ ἀθροιϲθεὶϲ
βαλανεῖα καὶ ὁ περιέχων ἡμᾶϲ ἀὴρ ἱκανῶϲ θερμὸϲ ἢ ψυχρὸϲ γιγνόμενοϲ , ὅθεν οὔτε λούειν προϲήκει καὶ κατακλίνειν ὥρᾳ μὲν
4618776 ἠθοποιϊαι
ἕτερόν τινα τοῦ πατρὸς προετίμησε . καὶ αἱ πρὸς τοῦτο ἠθοποιΐαι . καὶ ὅτι ἐλήφθη ὁ μοιχός : καὶ οὐκ
ἐτυρραννοκτόνει ἂν καὶ αὐτὸς εἰ περιῆν : ἐν οἷς καὶ ἠθοποιΐαι τοῦ πατρὸς πρὸς αὐτὸν ἔχουσαι τὴν ἐρώτησιν : εἶτα
4612597 ἀνεφανησαν
ἔμπροσθεν , καὶ προείλου τούτους τοὺς ἄνδρας : οὗτοι δὲ ἀνεφάνησαν ἐξ ἴσου τοῖς νῦν ὄντες , ὥστε , εἰ
τὴν ἠθικὴν ἀρετὴν καὶ τὴν φρόνησιν , ὅτι ἀλλήλων δεόμεναι ἀνεφάνησαν ἢ θατέρας τὴν ἑτέραν ὑπερθήσομεν , καὶ εἰ τοῦτο
4611325 λιτην
τινὰ λέξιν ἐπετήδευσαν , οὐκ ἔχω συμβαλεῖν , πότερα τὴν λιτὴν καὶ ἀκόσμητον καὶ μηδὲν ἔχουσαν περιττόν , ἀλλ '
ἀθορύβως ἐξῇ προκόπτειν τοῖς καλοῖς . ἀνεπίφθονον δὲ ζωὴν ἐπιτηδεύσωμεν λιτὴν καὶ ἄρρυπον δίαιταν ἔχοντες καὶ τὸν τῆς ἀπειροκαλίας τῦφον
4610954 νοϲον
προϲδοκωμένων νοϲημάτων προϲφυλακαί . ἐν ᾧ γὰρ κωλύομεν ἐλθεῖν τὴν νόϲον , ἐν τούτῳ καὶ ἡ μνήμη ἀναϲῴζεται : κωλύει
τοῦ νοϲοῦντοϲ τὸν κατὰ φύϲιν ϲφυγμὸν ἢ καθ ' ἑτέραν νόϲον ἐν ἀρχῇ τοῦ παροξυϲμοῦ παραγεγονὼϲ εἴηϲ , μηκέτ '
4591868 βουλευομεθα
εἰς ἔργον ταῦτα ἐλθεῖν . Δεῖ ταῖς ἐναντίαις , ὧν βουλευόμεθα , φήμαις ἐξαπατᾶν δι ' αὐτομόλων ἡμετέρων τοὺς πολεμίους
καὶ τοῦτο λέγει ὅδε , ὅτι περὶ τοῦ μεγίστου νῦν βουλευόμεθα τῶν ἡμετέρων . ἀλλ ' ὁρᾶτε εἰ δοκεῖ χρῆναι
4589111 γυμναϲιον
, καὶ εἰϲ ὄγκον ἀχθῇ . Κίνηϲίϲ ἐϲτι ϲφοδρὰ τὸ γυμνάϲιον , ὅροϲ δὲ τῆϲ ϲφοδρότητοϲ ἡ τῆϲ ἀναπνοῆϲ ἐπὶ
καὶ τὸ διὰ τοῦ κωρύκου τε καὶ τῆϲ μικρᾶϲ ϲφαίραϲ γυμνάϲιον . ϲύνθετον δὲ ἔϲτιν ἐξ εὐτόνου καὶ ταχέοϲ :
4580507 θερμαϲιαν
τὰϲ δι ' ἰϲχυρὰν ψῦξιν λειποθυμίαϲ ρια Πρὸϲ τοὺϲ διὰ θερμαϲίαν πλείονα λειποθυμοῦνταϲ ριβ Πρὸϲ τοὺϲ διὰ μέγεθοϲ φλεγμονῶν ἢ
τὸ τῆϲ ἀρτηρίαϲ ὑποπῖπτον ϲῶμα πολλὴν τὴν ἐν τῇ καρδίᾳ θερμαϲίαν καταψυχομένου τοῦ λοιποῦ ϲώματοϲ ἢ ϲπαϲμώδη τινὰ τῶν ἀρτηριῶν
4578645 γινομενηϲ
κατὰ τὸν διαιτητικὸν παραδώϲομεν τρόπον , ἀποδοκιμάϲομεν τὴν χειρουργίαν ἀνωφελοῦϲ γινομένηϲ τῆϲ διακοπῆϲ , ἐφ ' ὧν πᾶϲαι αἱ ἀρτηρίαι
τε χρηϲτέον καὶ εὐχύμῳ τροφῇ . τῆϲ δὲ κενώϲεωϲ ἀμέτρου γινομένηϲ ἀρκεῖ μὲν ἐν ἀρχῇ καὶ τὰ κατὰ τὸ δεύτερον
4578626 ἐκδιδοντα
τὸ ῥεῖθρον ἔχοντα μέχρι πρὸς τὴν Ἀρέθουσαν , εἶτ ' ἐκδιδόντα ἐνθένδε πάλιν εἰς τὴν θάλατταν . τεκμηριοῦνται δὲ τοιούτοις
κατωρθωκώς . ἐπὶ δὲ ταῖς θυσίαις ἐπὶ τὸν Τιγράνην οὐκ ἐκδιδόντα οἱ τὸν Μιθριδάτην , ἐστράτευε σὺν δύο τέλεσιν ἐπιλέκτοις
4577960 παρεσκευασμεθα
κατὰ τὸν οὐρανόν : ἡκκλησία δ ' , εἰς ἣν παρεσκευάσμεθα ἡμεῖς βαδίζειν , ἐξ ἕω γενήσεται . νὴ τὸν
οὐ παρήσομεν , οὔτε μὴν πρὸς πάσας τὰς ἐνστάσεις ἀπαντῆσαι παρεσκευάσμεθα . ὅθεν εἰ μὴ κατὰ πάντα ἀποχρώντως ἔχοι ,
4566970 περιμενετω
. καὶ ἔστιν τοῦ ἑνὸς γνῶσις . Τοῦτο γὰρ ἡμᾶς περιμενέτω , ὥστε πολλαχῆ τὸ ἄρρητον καὶ ἄγνωστον , ὥστε
, ὅτι ποτὲ ἂν ᾖ : τοῦτο μὲν γὰρ ἡμᾶς περιμενέτω : ἀλλὰ καθὰ μόνον ἀπ ' ἐκείνου καὶ μετ
4549121 διαθεϲιν
ἐπιπεφυκότοϲ εἰϲίν . ἀλλὰ καὶ ἑλκοῦται καὶ ἀνθρακοῦται καὶ καρκινώδη διάθεϲιν ἴϲχει . ϲκληροφθαλμία δὲ καὶ ξηροφθαλμία κοινόν ἐϲτι πάθοϲ
καὶ πάλιν τὸ τρίτον ὁμοίωϲ δίδωμι : προϲμεμελετηκυῖαν γὰρ ἤδη διάθεϲιν καὶ ἐν αὐτοῖϲ , ὡϲ εἰπεῖν , τοῖϲ ὀϲτέοιϲ
4544220 λογιϲμον
γενόμενοϲ νυνί [ , Δρόμων ] ? ? ? , λογιϲμὸν ὧν μέλλειϲ διοικεῖν [ πραγμάτων ] ϲαυτῶι [ ]
: καὶ ψυχικῶν δὲ παθῶν λήθην ἱκανὸϲ ἐμποιῆϲαι καὶ παρακοπτικὸν λογιϲμὸν ἐπανορθώϲαϲθαι . καιρὸϲ δὲ τοῦ ὕπνου ἄριϲτοϲ μὲν ὁ
4534410 κριϲιν
πρὸϲ διαϲτολὴν μᾶλλον ἐπείγοιτο , δι ' ἱδρώτων προϲδοκητέον τὴν κρίϲιν ἔϲεϲθαι . καὶ μέγαϲ δὲ ἁπλῶϲ εἴπερ εἴη καὶ
οἷον ἡ μὲν τετάρτη τὴν ἐϲομένην ἐν τῇ ἑβδόμῃ προδηλοῖ κρίϲιν ἱδρῶτάϲ τιναϲ ἢ νοτίδαϲ ἤ τιναϲ τοιαύταϲ μερικὰϲ ἐργαζομένη
4529039 ἰϲχουϲιν
τὸ παραυτίκα ἐρήϊϲαν ἀπὸ τῆϲ περιπνευμονίηϲ : ἕλκοϲ δὲ μακροχρόνιον ἴϲχουϲιν ἐν τῇ πλευρῇ : ἀλλὰ περιγίγνεται . ἢν δὲ
ἀναπνοὴ ἀνώμαλόϲ ἐϲτι καὶ τὰ ὑποχόνδρια ἀναϲπᾶται καὶ θερμαϲίαν ἱκανὴν ἴϲχουϲιν , ὥϲπερ αὖ τοῖϲ διὰ τὸν ἐγκέφαλον τὰ περὶ
4527254 φευγουϲι
μετὰ ἀφιδρώϲεωϲ καὶ ἀπορίαϲ . καὶ τινὲϲ μὲν τῶν ὑδροφοβιώντων φεύγουϲι τὴν αὐγήν , τινὲϲ δὲ τρύχονται ϲυνεχῶϲ : ἔνιοι
πολλὰ δὲ ὀρθοϲτάδην περιΐαϲι : ἀκραϲίῃ γὰρ ἡϲυχίηϲ τὴν ἠρεμίην φεύγουϲι , πόνῳ πόνον λῦϲαι θέλοντεϲ . ἀναπνοὴ εἴϲω μεγάλη
4511402 πνευμονοϲ
ἢ φλὲψ ἀνενεχθήϲεται : οἶδα δέ τινα τῶν ἐκ τοῦ πνεύμονοϲ ἀναπτυόντων αἷμα προϊόντοϲ τοῦ χρόνου μετὰ μεγίϲτηϲ βηχὸϲ καὶ
μὴ ϲπουδαϲθείη , ταχέωϲ εἰϲ φθίϲιν μεθίϲταται τὸ ἐμπύημα τοῦ πνεύμονοϲ τὴν ἕλκωϲιν ὑπομένοντοϲ , ἐφ ' ἧϲ ἤδη ϲυϲτάϲηϲ
4490068 προβαινοντα
εὐδαιμονίᾳ καὶ εὐμοιρίᾳ . τὸ κοῦφα βιβῶντα ἀντὶ τοῦ εὐκόλως προβαίνοντα . ἐν Λυδῷ τρόπῳ καὶ ῥυθμῷ καὶ μουσικῇ .
ἔτι τὴν ὑγείαν λυμαινομένου , χείρω καὶ τὰ οὖρα φαίνοιτο προβαίνοντα , προλέγειν μὲν προσήκει τὸν ἐπηρτημένον κίνδυνον , μετ
4489942 Πυθαγορικαι
. αἱ δὲ προστιθέμεναι εἰκοτολογίαι περὶ τῶν τοιούτων οὐκ εἰσὶ Πυθαγορικαί , ἀλλ ' ἐνίων ἔξωθεν ἐπισοφιζομένων καὶ πειρωμένων προσάπτειν
. αἱ δὲ προστιθέμεναι εἰκοτολογίαι περὶ τῶν τοιούτων οὐκ εἰσὶ Πυθαγορικαί , ἀλλ ' ἐνίων ἔξωθεν ἐπισοφιζομένων καὶ πειρωμένων προσάπτειν
4485806 τελεις
μοῦνον ἁλίου φάος , χὤτι πεντήκοντ ' ἔτεα ζωὰν βαθύπλουτον τελεῖς . Ὅσια δρῶν εὔφραινε θυμόν : τοῦτο γὰρ κερδέων
. τὰ δ ' ἱερὰ νύκτωρ ἢ μεθ ' ἡμέραν τελεῖς ; νύκτωρ τὰ πολλά : σεμνότητ ' ἔχει σκότος
4485311 νουϲον
. δύναμιϲ μὲν γὰρ φύϲιοϲ ὑγείαν τίκτει , ἀϲθένεια δὲ νοῦϲον . ἀπίτω ὦν ἐϲ ἀνάληψιν ὁ νοϲέων , πεφυκόϲι
, τὰ πολλὰ περιγίγνεται ὁ ἄνθρωποϲ . φέρει δὲ τὴν νοῦϲον ὥρη μὲν χειμὼν μάλιϲτα πάντων , δεύτερον φθινόπωρον ,
4482881 Λαυριον
ἔσται . . . : [ Οἱ περὶ Λαύριον ] Λαύριον πεδίον τῆς Σκυθίας . Τῆς δὲ Σκυθίας ἔθνη πεντήκοντα
τὸν Στρυμόνα καὶ τὴν Ἀμφίπολιν . τῶν ἀργυρίων ] τὸ Λαύριον φησί : τόπος γάρ ἐστιν ἐν Ἀθήναις ἔνθα ἄργυρος
4474125 χριϲματα
αὐτοὺϲ ἀλουϲία τε καὶ γυμνάϲια πλείονα καὶ δίαιτα λεπτύνουϲα καὶ χρίϲματα μετρίωϲ θερμαίνοντα . Τάδε ἐϲτὶν ἐν τῷ ε λόγῳ
μέλιτοϲ τὸ ἀρκοῦν . Εἰ μὲν οἷα τὰ καλούμενα ἄκοπα χρίϲματα βούλοιο ϲκευάϲαι , τετραπλάϲιον ἐμβαλεῖϲ τοῦ κηροῦ τὸ ἔλαιον
4471036 βασανιζε
καὶ τριχός . Καί σοι ποήσω πρᾶγμα γενναῖον πάνυ : βασάνιζε γὰρ τὸν παῖδα τουτονὶ λαβών , κἄν ποτέ μ
γράφουσιν οἱ ζωγράφοι τὴν ἀνασχοῦσαν ἐκ τῆς θαλάττης . μὴ βασάνιζε , ὦ καλή , τὼ πόδε , μηδὲ κρύπτε
4470358 Ὑφασιος
γῇ ῥέουσιν . ἀλλὰ οὔ μοι ἀτρεκὲς ὑπὲρ τῶν ἐπέκεινα Ὑφάσιος ποταμοῦ ἰσχυρίσασθαι , ὅτι οὐ πρόσω τοῦ Ὑφάσιος ἦλθεν
Ἀλέξανδρος μὲν οὐκ ἐπῆλθε τὰ [ δὲ ] πρόσω ποταμοῦ Ὑφάσιος , ὀλίγοι δὲ ἀνέγραψαν τὰ μέχρι ποταμοῦ Γάγγεω καὶ
4465468 γναμπτω
ἀπὸ τοῦ γνάμπτω , τοῦτο παρὰ τὸ γόνυ γονάπτω καὶ γνάμπτω γνάμψω ἀνέγναμψαν . . . . ἀνεῳγμένος : οἴγω
καμβίων σιαγόνων μετήνεκται . Γαμφολή , παρὰ τὸ κνάμπτω καὶ γνάμπτω , καὶ γαμφὴ ὄνομα ῥηματικὸν , καὶ ἕτερον ἀπ
4462979 χρονιζοντοϲ
ϲὰρξ καὶ νεοπαγὴϲ ὑπὸ πυρετοῦ διακαοῦϲ ἀναλύεται καὶ τήκεται : χρονίζοντοϲ δὲ τοῦ κακοῦ καὶ αὐτῶν ἀποτήκεταί τι τῶν ϲτερεῶν
ἐκεῖϲε ῥηθεῖϲιν ἀποφλεγματιϲμοῖϲ . ἡ δὲ ὑπάλειψιϲ τῶν ὀφθαλμῶν , χρονίζοντοϲ ἤδη τοῦ πάθουϲ , πρῶτον μὲν διὰ τῶν ἁπλῶν
4450578 πνευματοϲ
ἀνορεξίαι ϲτόματοϲ ξηρότηϲ καὶ πικρότηϲ ἐρυγαὶ ἀηδεῖϲ καὶ βρομώδειϲ καὶ πνεύματοϲ δυϲωδία ὕπνοι μετέωροι καὶ ἀηδεῖϲ ἐμπνευματώϲειϲ ϲτρόφοι εἰλεοί :
εἰϲ τὴν νῦν δίαιταν : ὑγραίνει γὰρ καὶ αἵματοϲ καὶ πνεύματοϲ ἐμπίπληϲι τὸ ϲῶμα . τὸν δὲ μέλλοντα ἀφροδιϲίοιϲ χρῆϲθαι
4446542 μονοϲ
μελάνθιον καὶ οἱ νεαροὶ πάπποι . ἐφ ' ὧν ἔμετοϲ μόνοϲ παραληφθεὶϲ ἀποκαθίϲτηϲι τοὺϲ λαβόνταϲ . Καὶ ψυχρὸν δὲ ὕδωρ
τὰ δὲ χρονιώτερα καὶ ἡ κεδρία λεπτύνει καὶ ὁ χαλκὸϲ μόνοϲ ὕδατι λειούμενοϲ ὡϲ κολλούριον καὶ τὰ ϲμηκτικὰ τῶν κολλουρίων
4445682 ἀκουϲαι
δὲ τοῖϲι καρδιώϲϲουϲι καὶ αἴϲθηϲιϲ ὀξυτέρη , ὡϲ ἰδεῖν καὶ ἀκοῦϲαι μᾶλλον ἢ πρόϲθεν , καὶ γνώμη εὐϲταθεϲτέρη καὶ ψυχὴ
καὶ οἷον θλωμένων ἄχρι καὶ τῶν ὀϲτῶν . οὕτωϲ οὖν ἀκοῦϲαι λεγόντων ἔϲτι τῶν παϲχόντων ὡϲ ὀϲτοκόπῳ τε ϲυνέχονται καὶ
4435422 ϲυμπαντα
δὲ μετὰ ψύξεωϲ ὑγρᾶϲ δυϲκραϲίαϲ ἄριϲτα μὲν ἰάματα τὰ δριμέα ϲύμπαντα καὶ θερμά : μιγνύϲθω δὲ αὐτοῖϲ καὶ τὰ ϲτρυφνὰ
' ἑκάϲτην ἡμέραν παροξύνει καὶ παύεται εἰϲ ἀπυρεξίαν , τὸν ϲύμπαντα χρόνον ποιηϲάμενοϲ ὡρῶν ὡϲ ἐπίπαν ιη : διὸ καὶ
4432945 δεδειγμενην
ἐάν τε παρὰ τὴν εἰς τὰ ἑπόμενα τῶν μερῶν αὐτοῦ δεδειγμένην τῆς τῶν ἀπλανῶν σφαίρας μετακίνησιν . δεδόσθω γὰρ ἐπὶ
κύκλου ἀφ ' ἑκατέρου τῶν τοῦ ζῳδιακοῦ πόλων τὴν μεταξὺ δεδειγμένην περιφέρειαν τῶν δύο πόλων τοῦ τε διὰ μέσων τῶν
4432598 θαϲϲον
ἄνδρεϲ δὲ εἰ καὶ μὴ ῥηΐδιοι παθεῖν , ἀλλὰ θνῄϲκουϲι θᾶϲϲον . ἀμβολὴ δὲ θανάτου ὅϲοιϲι ἐν ἔργου πρήξει ,
ἀπὸ φλεβόϲ , καὶ ἧϲϲον ἐϲ κίνδυνον ῥέπει καὶ ἐπίϲχεται θᾶϲϲον . ἢν δὲ ἀπ ' ἀρτηρίηϲ , ξανθὸν καὶ
4427839 ὀϲχεου
δι ' αἰγείρων καὶ αἱ λοιπαὶ ἐπιϲπαϲτικαί . Τοῦ μὲν ὀϲχέου τὴν φλεγμονὴν διαγνωϲτέον ἐκ τοῦ κατὰ τὴν πρώτην τῆϲ
τῇ δεξιᾷ χειρὶ τὸ πέραϲ ἐνδιπλοῦντεϲ ἐπὶ τὰ ἔνδον τοῦ ὀϲχέου ὁμοῦ τε τῇ ἀριϲτερᾷ τὸν περιτόναιον ἀνέλκοντεϲ πρὸϲ τὴν
4424559 ϲικυαιϲ
ϲτύφοντι ἢ ὀξυκράτῳ . ἐπὶ δὲ τῆϲ κύϲτεωϲ αἱμορραγούϲηϲ καὶ ϲικύαιϲ κατὰ κενεώνων καὶ ἰϲχίων χρηϲόμεθα . διοριϲτέον δὲ τὸ
μεταϲυγκρίνειν αἰώραιϲ διαφόροιϲ , περιπάτοιϲ , ἀναφωνήϲεϲιν , ἀλείμμαϲι , ϲικύαιϲ , δρώπαξι κατὰ τῶν ὑπερκειμένων , ἡλιώϲεϲι , τρίψεϲι
4421788 χειραϲ
, ἔχων αὐτὸν μετὰ χειρόϲ : χρίου γὰρ μέλιτι τὰϲ χεῖραϲ καὶ οὐ προϲεγγιοῦϲί ϲοι τὸν λίθον φέροντι μυῖαι .
πρόϲθεν τοῦ παροξυϲμοῦ θρέψαϲ διακρατεῖϲθαί τε τοὺϲ πόδαϲ καὶ τὰϲ χεῖραϲ κελεύϲειαϲ , οὐκ ἂν ἀπόλοιντο . εἶναι δὲ χρὴ
4420371 κατειδομεν
δόρυ . οἶσθ ' ὅποι βεβᾶσιν ἅνδρες ; τῆιδέ πηι κατείδομεν . ἕρπε πᾶς κατ ' ἴχνος αὐτῶν : ἢ
τῶν μὲν τοῦ δεσπόζειν , τῶν δὲ τοῦ ἐλευθεριάσαι , κατείδομεν ὅτι τότε διαφερόντως ἐν αὐταῖς ἐγένετο εὐπραγία , ἐπὶ
4420310 βαθουϲ
ἀχροίαϲ καὶ ἡ θερμαϲία τούτοιϲ πλείων καὶ ὡϲ ἐκ τοῦ βάθουϲ ἀναφερομένη καὶ μεγάλοι τούτοιϲ οἱ ϲφυγμοί . οἱ μὲν
οἷόν τε ἄλλῳ τρόπῳ μηχανᾶϲθαι ἀνάγειν τὸ θερμὸν ἐκ τοῦ βάθουϲ πρὸϲ τὰ ἔξω . Περὶ τῶν ἐπὶ πλήθει ὠμῶν
4416653 εἰϲπνοηϲ
χυμῶν . μείζονα γὰρ γνωϲτέον ἐϲομένην τὴν ἐκ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ ὠφέλειαν ἤπερ τὴν ἐκ τῆϲ τοῦ δέρματοϲ ἐμψύξεωϲ .
: οὕτω δὲ καὶ οἱ ἐναντίωϲ ἔχοντεϲ ὑπὸ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ αἰϲθητῶϲ ἀνιῶνται , καὶ μέγιϲτόν ἐϲτι γνώριϲμα τοῦτο τῆϲ
4408327 πορειν
ἐκεῖνον περιπολοῦντ ' ἐλεύσσομεν : φοίτα γὰρ ἡμᾶς ἔγχος ἐξαιτῶν πορεῖν , γυναῖκά τ ' οὐ γυναῖκα , μητρῴαν δ
εὐχετάασθαι Κάστορά τ ' ἀθανάτοισι θεοῖς ἤνωγε κελεύθους Αὐσονίης ἔντοσθε πορεῖν ἁλός , ᾗ ἔνι Κίρκην δήουσιν , Πέρσης τε
4398803 ἠλθομεν
γύναι , οὐ γάρ πω πάντων ἐπὶ πείρατ ' ἀέθλων ἤλθομεν , ἀλλ ' ἔτ ' ὄπισθεν ἀμέτρητος πόνος ἔσται
ἀπεκτείναμεν αὐτοὺς πρὸ τοῦ ἀναβῆναι τὴν ἀνάβασιν . Ὡς δὲ ἤλθομεν τῇ πόλει αὐτῶν , αἱ γυναῖκες αὐτῶν ἐκύλιον ἐφ
4394426 κενωϲεωϲ
τινὰ ἔχειν πρὸϲ τὸ λουτρὸν ὁ οἶνοϲ . ὅταν οὖν κενώϲεωϲ ὑγρῶν καὶ μεταβολῆϲ γένηται χρεία , τὸ λουτρὸν παραληπτέον
φθάϲαντεϲ ἤδη πολλάκιϲ ῥευματιϲθῆναι βλάπτονται μᾶλλον ὑπὸ τῆϲ τοῦ αἵματοϲ κενώϲεωϲ ἤπερ ὠφελοῦνται , καὶ μᾶλλον , οἷϲ φύϲει ψυχρότερον
4390424 Οὐθ
τὰ γὰρ πάρος πρὸς αὐτὸν πάντ ' ἐφεύρημαι κακός . Οὔθ ' ὡς γελαστής , Οἰδίπους , ἐλήλυθα , οὔθ
ἀλλ ' ἡ τοῦ μάντεως φωνὴ φθάνει τὸ ἔργον . Οὔθ ' ὁ Λεόντιος ἔδωκε τὴν ἐπιστολήν , ἀλλ '
4389718 παϲι
ἕωϲ ἰϲημερίαϲ φθινοπωρινῆϲ . χρῶ οὖν ψυχρῷ καὶ τοῖϲ εὐώδεϲι πᾶϲι καὶ ὡϲ ἥκιϲτα ϲυνουϲίαζε ἢ προϲφέρου ἀκακώτερον , ᾗ
καὶ μᾶλλον γυναιξί , τοῖϲ καταπιμέλοιϲ , καὶ ϲυντόμωϲ εἰπεῖν πᾶϲι τοῖϲ ψυχρὸν καὶ φλεγματικὸν τὸν ἐγκέφαλον ἔχουϲι ϲυμβαίνει ἡ
4388973 τηϲ
ἀποπηδᾶν μετέωροϲ ἵϲταται κατὰ τὸν ἀέρα καί τινα δευτέραν ἀδόκητον τῆϲ προτέραϲ ὠκυτέραν ποιεῖται κίνηϲιν . εἰ δὲ μετὰ τὸ
ὠτὸϲ καὶ τὰ ὅμοια . δεῖ δὲ αὐτὰ λειοῦν μετὰ τῆϲ γῆϲ ἐν ᾗ εὑρίϲκεται , εἰ μὴ δριμείαϲ ἢ
4384187 ὁμιλουμεν
αἰτίοις οὔτε πάντες ἅμα περιπίπτομεν οὔτε δι ' ὅλης ἡμέρας ὁμιλοῦμεν , ὁ δὲ περιέχων ἡμᾶς ἀὴρ ἔξωθέν τε περικέχυται
. πρὸς τὸν πυθόμενον διὰ τί τοῖς καλοῖς πολὺν χρόνον ὁμιλοῦμεν , ” τυφλοῦ , “ ἔφη , ” τὸ
4381116 διημαρτανον
καὶ νομίσαντα δεῖν , ἐπειδὴ τοὺς Ἀθήνηθεν Αἰγείδας πρώτους παρακαλοῦντες διημάρτανον , τοὺς ἐκ τῶν Θηβῶν συμμάχους μετελθεῖν † πρότερον
τοῖς περὶ ταῦτα δεινοῖς ἐς τοῦτο συνέβαινον . ὡς δὲ διημάρτανον , οὐ γὰρ ἐπεδήμει , πρεσβείαν παρ ' αὐτὸν
4377949 χρηϲιμοι
. καὶ ἡ λέαινα δὲ προϲαγορευομένη τῶν ἀναϲκευαϲτικῶν ἐϲτι . χρήϲιμοι δὲ καὶ αἱ διὰ ϲτακτῆϲ καὶ νίτρου ϲκευαζόμεναι .
τι τῆϲ τῶν φαρμάκων δυνάμεωϲ πρὸϲ τὸν ϲτόμαχον ἀναρπάζεϲθαι . χρήϲιμοι δὲ οἱ ἐνετοὶ τροχίϲκοι ἐπὶ τῶν κατωτέρω τοῦ ὀμφαλοῦ
4372514 ϲυνεχειϲ
τὰϲ πλευρὰϲ ἢ ὠμοπλάταϲ ἀλγήματα γίγνεϲθαι δίχα προφάϲεωϲ , χάϲμαι ϲυνεχεῖϲ , ἀγρυπνίαι , πνιγμοί , δίψοϲ ἐξ ὕπνου ,
ϲφοδρὰϲ καὶ φόβουϲ , μάλιϲτα μετὰ τροφήν , καὶ τοὺϲ ϲυνεχεῖϲ ἐμέτουϲ . κλύζειν δὲ καθ ' ἑκάϲτην τὸ πρόϲωπον
4371707 ϲτομαχου
χλωροῦ ἰάϲπιδοϲ ὁρμαθὸϲ ἐξαρτώμενοϲ τοῦ τραχήλου , ὥϲτε ψαύειν τοῦ ϲτομάχου , μεγάλωϲ ὠφελεῖ . ἐπὶ δὲ τῶν θερμῶν τοῦ
θερμῷ ὕδατι ἕκαϲτον ἐκλύειν , ἢν ἐϲ μούνην τὴν τοῦ ϲτομάχου παραμυθίην διδῷϲ : ἢν δὲ καὶ ἐϲ δύναμιν δέῃ
4371562 διαδιδρηϲκουϲι
ἄλλων πάϲχουϲι γέροντεϲ , οἳ καὶ μᾶλλον ἑτέρων τὸ πάθοϲ διαδιδρήϲκουϲι : οὔτε γὰρ μεγάλη ἂν γίγνοιτο φλεγμονὴ ἐν ξηρῷ
, οἷϲίπερ ἂν καὶ ἀπεψίη ᾖ , καὶ τὸ βλάβοϲ διαδιδρήϲκουϲι : μᾶλλον δὲ διά τε τὸ ἔθοϲ καὶ τὴν
4366823 δανεισαμενοι
καὶ τὸν κοινωνὸν αὐτοῦ , οἳ ἐπὶ ταύταις ταῖς ὁμολογίαις δανεισάμενοι , ἐφ ' ᾧ τε καταπλεῖν Ἀθήναζε , εἰς
μὴ ὑπ ' αὐτοῦ πλασθέντα ἀθάνατα γένοιτο . Αὐτοὶ δὴ δανεισάμενοι ἀπὸ τῆς πρώτης ὕλης μόρια ἄττα πρὸς ὡρισμένους χρόνους
4365565 ποροϲ
διὰ πλῆθοϲ ὑγρῶν παχέων ἢ γλίϲχρων ἔμφραξιν ἀθρόωϲ ὑπομείνῃ ὁ πόροϲ χωρὶϲ αἰτίαϲ ἑτέραϲ , ἀνάγκη βάροϲ παρέπεϲθαι τῆϲ κεφαλῆϲ
ἐξιᾶται : τούτων δὲ καθαρθέντων καὶ ὁ τῆϲ χοληδόχου κύϲτεωϲ πόροϲ ὁ εἰϲ τὴν νῆϲτιν ἐμφυόμενοϲ τὴν οἰκείαν ἐνέργειαν ἐπιτελεῖ
4362536 κινηϲιν
εἰκότωϲ παραδώϲομεν . ἐπιτρέψομεν τοίνυν ἑϲτῶτι τῷ ἀνθρώπῳ μετὰ ϲύμμετρον κίνηϲιν βιαιότερον βήττειν καὶ ἐντείνεϲθαι μετὰ κατοχῆϲ τοῦ πνεύματοϲ :
δὲ τοῖϲ ἀνάντεϲιν ἐπερειδόμενοϲ ῥᾷον ποιεῖ τὴν εἰϲ τὸ πρόϲαντεϲ κίνηϲιν τοῦ ϲώματοϲ . διαναπαύϲεωϲ μὲν οὖν γινομένηϲ ἐν ταῖϲ
4351341 ἑωυτοισιν
Περὶ δὲ τῶν λοιπῶν Σκυθέων τῆς μορφῆς , ὅτι αὐτοὶ ἑωυτοῖσιν ἐοίκασι , καὶ οὐδαμῶς ἄλλοισιν , ὠυτὸς λόγος καὶ
μᾶλλον ἢ τῶν Ἀσιηνῶν : καὶ τὰ μεγέθεα διαφορώτατα αὐτὰ ἑωυτοῖσιν εἶναι κατὰ πόλιν ἑκάστην : αἱ γὰρ φθοραὶ πλείονες
4349325 ὀρθοπνοικοιϲ
δ , πυρέϲϲουϲι δὲ μελικράτῳ . ποιεῖ πρὸϲ ϲπάϲματα ῥήγματα ὀρθοπνοικοῖϲ περιπνευμονικοῖϲ ϲτροφουμένοιϲ ἰκτερικοῖϲ καὶ τοῖϲ δηλητήριον πεποκόϲιν : ἔϲτι
νόϲημα περὶ τὸν θώρακα , μόνοιϲ δὲ τοῖϲ ἀϲθματικοῖϲ καὶ ὀρθοπνοικοῖϲ καὶ ὅϲοιϲ διὰ πλῆθοϲ ψυχρῶν χυμῶν ἐνοχλεῖται ὁ θώραξ
4348418 προφαϲεωϲ
ῥυαδικῶν , ὅτι οἱ μὲν ῥυαδικοὶ καὶ χωρίϲ τινοϲ ἔξωθεν προφάϲεωϲ δακρυρροοῦϲιν , οὗτοι δὲ πρόφαϲίν τινα λαμβάνοντεϲ . θεραπευτέον
μετ ' ἐκλύϲεωϲ ἢ λειποψυχίαϲ ἤ τινοϲ ἀνορεξίαϲ ἐξ οἱαϲδήποτε προφάϲεωϲ πλὴν πυρετοῦ ψυχρὸν ὕδωρ δίδου μετ ' ὄμφακοϲ χυλοῦ
4347036 ϲτομαχοϲ
τούτων προνοητέον , ὡϲ ὑποτέτακται . Εἰ μὲν ἄρρωϲτοϲ ὁ ϲτόμαχοϲ εἴη , τοῖϲ τονοῦν δυναμένοιϲ ἐπιπλάττειν , οἷα τὰ
τῶν φύϲει δυϲκοιλίων , ἐφ ' ὧν ἀϲθενὴϲ ὢν ὁ ϲτόμαχοϲ οὐκ ἐπιδέχεται τὰ διὰ ϲτόματοϲ ὑπακτικά , τοῖϲ κλύϲμαϲι
4337771 ὁκωϲπερ
δὲ ἀπ ' αὐτέηϲ θρόμβοι , ἰϲχουρίῃ ὀξέωϲ ὀλέθριοι , ὅκωϲπερ οἱ λίθοι : καὶ γὰρ ἢν τὸ αἷμα λεπτόν
τε καὶ κύϲτιϲ . οὐ γὰρ διαλείπουϲι οὐρέοντεϲ , ἀλλὰ ὅκωϲπερ ἐξ ἀφέϲιοϲ ὀχετῶν ἄπαυϲτοϲ ἡ φορή . χρονίη μὲν
4335379 ἐδυσχεραινον
ἀπὸ τοῦ προσώπου : ἀναστάντος γὰρ αὐτοῦ πρὸ τῶν πρεσβυτέρων ἐδυσχέραινόν τινες : ὃ δὴ καὶ θεραπεύει . τὸ προοίμιον
πράττειν περὶ συμμαχίας πρὸς αὐτούς . τὸ μὲν οὖν πρῶτον ἐδυσχέραινόν τινες τῶν Ἀθηναίων τὸ Λακεδαιμονίοις ὄντας φίλους γενέσθαι τοῖς
4334128 ἰϲχουϲι
ἡ ἡδύοϲμοϲ ἡ βοτάνη καὶ γλήχων πρὸϲ τοῖϲι εὐώδεϲι , ἴϲχουϲί τι καὶ οὔρων ἀγωγὸν καὶ φυϲέων ἔξοδον . κρεῶν
ἡ ἡδύοϲμοϲ ἡ βοτάνη καὶ γλήχων πρὸϲ τοῖϲι εὐώδεϲι , ἴϲχουϲί τι καὶ οὔρων ἀγωγὸν καὶ φυϲέων ἔξοδον . κρεῶν

Back