| ἐόντος ἐάσσω φάσθαι ς ' οὐδὲ νοεῖν : οὐ γὰρ φατὸν οὐδὲ νοητόν ἔστιν ὅπως οὐκ ἔστι . τί δ | ||
| σκόπει οὖν ὅπως συμφοιτήσεις παρὰ τὼ ἄνδρε , ὡς ἐκείνω φατὸν οἵω τε εἶναι διδάξαι τὸν ἐθέλοντ ' ἀργύριον διδόναι |
| ὄρνεον ἡ κίττα , περίεργον δὲ καὶ εἰς ἐπιθυμίαν . κιττᾶν οὖν τὸ ἐπιθυμεῖν . ἀπὸ τῶν γυναικῶν τῶν ἐν | ||
| ἡ κίττα . ἐξ ἧς μετῆκται εἰς τὰς κυούσας τὸ κιττᾶν . οἱ κιττῶντες : ἤγουν ἐπιθυμοῦντες . ἀπὸ μεταφορᾶς |
| ἢ παρὰ οἷον : οὔτε ποτ ' εἰς ἀγορὴν πωλέσκετο κυδιάνειραν . . . . βωμός : τέμενος ἱερόν : | ||
| ἐν τῷ „ τόνδε μάλ ' αἶψα νόησε μάχην ἀνὰ κυδιάνειραν „ . προσερχομένη δὲ τοῖς ῥήμασιν ἢ τὴν ἄνω |
| τῶι βαρβίτωι καθεύδω . ἔχεις ἅπαντ ' : ἄπελθε : λαλιστέραν μ ' ἔθηκας , ἄνθρωπε , καὶ κορώνης . | ||
| βέβαιός ἐστιν ἂν νεύσω μόνον . σοῦ δ ' ἐγὼ λαλιστέραν οὐπώποτ ' εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ |
| γυναικῶν ] θηλυτεράων . ἣ δ ' ἐπ ' Ἐνιπῆος πωλέσκετο ] καλὰ ῥέεθρα [ ] ! ν [ ] | ||
| κάκ ' ἐλέγχεα εἶδος ἀγητοί : ὄφρα μὲν ἐς πόλεμον πωλέσκετο δῖος Ἀχιλλεύς , οὐδέ ποτε Τρῶες πρὸ πυλάων Δαρδανιάων |
| μείονα : ἐλάττω , ἐλάττονα , οὐδὲ πλῆθος ἐλάττονα . φέρβειν : ἐλπίζω τρέφειν τῆς γῆς . Ἀμφήριστος : ἰσοσύγκριτος | ||
| δέσποινα , κοσμήσας φέρω , ἔνθ ' οὔτε ποιμὴν ἀξιοῖ φέρβειν βοτὰ οὔτ ' ἦλθέ πω σίδηρος , ἀλλ ' |
| ἀπὸ βιαίας ἀστραπῆς . Σίδηρος τοῖς πώμασι τῶν πίθων ἐπιτιθέμενος ἀπερύκει τὴν ἀπὸ τῶν βροντῶν καὶ ἀστραπῶν βλάβην . ἔνιοι | ||
| ἄρα μιν λήθαιον ἐφήμισαν , οὕνεκεν αἰεὶ μεμνῆσθαι κακότητος ὀϊζυρῆς ἀπερύκει θνητοὺς ἀθανάτους τε : νόον δ ' ἐριούνιον εἶναι |
| πηλοπλάστου σπέρματος θνητὴ γυνή . . . . . : χαλίκρητον : τὸν ἄκρατον , τὸν χαλῶντα τὰς φρένας . | ||
| φίλων . . . . . πολλὸν δὲ πίνων καὶ χαλίκρητον μέθυ , οὔτε τῖμον εἰσενέγκας οὔτε . . . |
| Ἀχιλλεύς : Ἕκτορ ἀτάρ που ἔφης Πατροκλῆ ' ἐξεναρίζων σῶς ἔσσεσθ ' , ἐμὲ δ ' οὐδὲν ὀπίζεο νόσφιν ἐόντα | ||
| ἦεν . Ἀλλ ' οὐ μὰν Τρώεσσιν ἐλαφρότερον πόνον οἴω ἔσσεσθ ' Αἰακίδαο δεδουπότος , οὕνεκ ' ἄρ ' αὐτοῦ |
| χελιδὼν μακρὸν ἐξεπωτήθη , εὗρεν δ ' ἐρήμοις ἐγκαθημένην ὕλαις ἀηδόν ' ὀξύφωνον : ἡ δ ' ἀπεθρήνει τὸν Ἴτυν | ||
| εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ κίτταν , οὐκ ἀηδόν ' , οὐ χελιδόνα , οὐ τρυγόν ' , |
| τὰ γὰρ πάρος πρὸς αὐτὸν πάντ ' ἐφεύρημαι κακός . Οὔθ ' ὡς γελαστής , Οἰδίπους , ἐλήλυθα , οὔθ | ||
| ἀλλ ' ἡ τοῦ μάντεως φωνὴ φθάνει τὸ ἔργον . Οὔθ ' ὁ Λεόντιος ἔδωκε τὴν ἐπιστολήν , ἀλλ ' |
| ἄστυ . οὐ μὲν γάρ τι νόου γε καὶ αὐτὴ δεύεται ἐσθλοῦ , οἷσί τ ' ἐῢ φρονέῃσι , καὶ | ||
| : οὔτ ' ἀνέμοισι τινάσσεται , οὐδέ ποτ ' ὄμβρῳ δεύεται , οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται : ἀλλὰ μάλ ' αἰεὶ |
| ος [ ! ! ! ! [ σύριγμ ] ' ἀπεων ! ! [ ! ! ! ! ! ! | ||
| ος [ ! ! ! ! [ σύριγμ ] ' ἀπεων ! ! [ ! ! ! ! ! ! |
| φασὶ θεῶν ἕδος ἀσφαλὲς αἰεὶ ἔμμεναι : οὔτ ' ἀνέμοισι τινάσσεται οὔτε ποτ ' ὄμβρῳ δεύεται οὔτε χιὼν ἐπιπίλναται , | ||
| κατήλυθον , ἡ δ ' ὑπὸ νυκτί ῥιπῇσιν μὲν πρῶτα τινάσσεται , ὕστερον αὖτε πρυμνόθεν ἐξαγεῖσα κατήριπενὧς ὅγε ποσσίν ἀκαμάτοις |
| ὠκεανοῖο , εἷς μὲν ἐὼν , πολλῇσι δ ' ἐπωνυμίῃσιν ἀρηρώς . Εἶτα ὑποκαταβαίνων οὕτως : ὠκεανὸς περιδέδρομε γαῖαν ἅπασαν | ||
| Ἀττικὸν ἄρηρα , ἡ μετοχὴ ἀρηρώς : οὔτε φρεσὶν ᾗσιν ἀρηρώς . Δωρικῇ τροπῇ ἄραρα καὶ ἄραρεν , οἷον : |
| ] ρονες , ἦ μεγάλαισιν ἐλπίσιν [ – ] οντες ὑπερφίαλον [ ] [ ⚔ ] [ – ˘ ] | ||
| ἐς νεάτην μετανίσσεται : οὐδὲ βροτείην δουλοσύνην ἔτλη ποθ ' ὑπερφίαλον γένος αἰνόν : ἀλλ ' εἰ καί ποθ ' |
| : τοῖς πολεμησείουσιν . Ὅμηρος [ Θ ] : χρειοῖ ἀναγκαίῃ πρό τε παίδων καὶ πρὸ γυναικῶν ʃ συμβαίνει δὲ | ||
| , δεσμήσῃ αὐτὴν τὴν θήλειαν . μιν : ἑαυτῷ . ἀναγκαίῃ : βιαστικῇ , ἀναγκαστικῇ . φιλότητι : ἢ ἔρωτι |
| δ ' ἵκελοι θήρεσσιν , ἀΐδριες ἠδ ' ἀδίδακτοι , χήτεϊ δαιμονίοιο νοήματος , οὔθ ' ὑπ ' ἀρωγὴν θεσπεσίην | ||
| οἳ δ ' ἴκελοι θήρεσσιν , ἀΐδριες ἠδ ' ἀδίδακτοι χήτεϊ δαιμονίοιο νοήματος , οὔθ ' ὑπ ' ἀρωγὴν θεσπεσίην |
| τὸν μεθύοντα , ἀλλὰ τὸν πεπωκότα μὲν τοῦ οἴνου , νήφοντα δὲ θεωρεῖν , ὡς καθευδήσει , καὶ ὡς πολλῷ | ||
| αὐτὸν εἶναι μὴ τὰ δεινότατα πάσχοντα . καὶ τοῦτο μὲν νήφοντα ἐπιθυμεῖν μέθης , ὡς τότε ἀπαλλαγησόμενον τῶν συμφορῶν , |
| τε , καί μοι ἕκαστ ' ἐπέτελλεν , ἔϊκτο δὲ θέσκελον αὐτῷ . Ὣς φάτο , τοῖσι δὲ πᾶσιν ὑφ | ||
| δ ' ὑποείκαθε νηί , ἡμετέρῃ πίσυνος κιθάρῃ , διὰ θέσκελον αὐδήν . Ἀλλ ' ὅτε δὴ πορθμοῖο κατὰ στόμα |
| ἕωλον οὐκ ὄψει Κύπριν , ψυχρὸν παραγκάλισμα κἀξ ὀνειράτων κεναῖς ἀφάσσων ὠλέναισι δέμνια . ὁ γάρ σε συλλέκτροιο Φλεγραίας πόσις | ||
| παραγκάλισμα : * διὰ ψυχρὰν περιπλοκὴν καὶ ὀνειρώδη ματαίαις ὠλέναις ἀφάσσων καὶ ψηλαφῶν τὴν κοίτην * . λέγουσιν ὅτι διερχομένῳ |
| γὰρ εὖ περὶ κείνου , ὁμὴν δ ' ἀνεδέγμεθ ' ὀϊζύν . ἀλλὰ μνηστήρων χαλεπῶν ὑποδείδι ' ὅμιλον , [ | ||
| ' ἐν μόναις ταῖς τῇ εὐθείᾳ ἰσοσυλλαβούσαις , οἷον ὀϊζύς ὀϊζύν ὀϊζύ , αἱ δὲ λοιπαὶ βραχύ : σημειούμεθα δὲ |
| ποτέ οἱ ξεινήιον ἐγγυάλιξε , πρόφρων ἀντομένη , πέρι γὰρ μενέαινεν ἕπεσθαι τὴν ὁδόν : ἀλλ ' , ὅσον αὐτὸς | ||
| μετὰ πνοιῇσιν ἔθειραι . Οὐδὲ μὲν οὐδ ' αὐτοῖο πάις μενέαινεν Ἄκαστος ἰφθίμου Πελίαο δόμοις ἔνι πατρὸς ἑῆος μιμνάζειν , |
| σοῖς κακοῖς : ἐγὼ γὰρ οὔτε εἰσιδεῖν ἤθελον ταῦτα , εἰσιδοῦσά τε ἠνιάθην τὴν ψυχήν . . σιδηρόφρων ] σκληρὸς | ||
| ἀλλ ' , ὦ ξέν ' , οὐ γνοίην ἂν εἰσιδοῦσά νιν . νέα γάρ , οὐδὲν θαῦμ ' , |
| μελάνθιον καὶ οἱ νεαροὶ πάπποι . ἐφ ' ὧν ἔμετοϲ μόνοϲ παραληφθεὶϲ ἀποκαθίϲτηϲι τοὺϲ λαβόνταϲ . Καὶ ψυχρὸν δὲ ὕδωρ | ||
| τὰ δὲ χρονιώτερα καὶ ἡ κεδρία λεπτύνει καὶ ὁ χαλκὸϲ μόνοϲ ὕδατι λειούμενοϲ ὡϲ κολλούριον καὶ τὰ ϲμηκτικὰ τῶν κολλουρίων |
| τῆς ἐμῆς δυνάμεως καὶ προθέσεως κωλυτής . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀλιτῶ γίνεται ῥῆμα ἀλιταίνω , ἐξ οὗ τὸ ἀλιτρός καὶ | ||
| ω εἰς ο : οἷον , λείπω , λειποτάκτης : ἀλιτῶ , ἀλιτόμηνος : ἐθέλω , ἐθελόκακος : μίξω , |
| , πλανῆται , πεπλανημένοι . εἰ : εἴ πως . ἐδητύν : βρῶσιν . Κοπτομένη : διεγειρομένη , πληττομένη , | ||
| : ἰδιοπεποίηται αὕτη ἡ λέξις καὶ ἰδιάζει τῇ λέξει . ἐδητύν : τροφήν . Ἄψοῤῥον : ὀπισθόρμητον ἀπὸ τοῦ ἂψ |
| ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαὶ πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν , [ | ||
| ' οἰχομένων ῥέα μὲν φλόγες , ἄλλοτε ῥιπαί πῆξαν σάρκα τυπῇσι : τὰ δ ' οὐ βάσιν ἐστήριξαν † οὔτε |
| φέρτατον ὕδωρ , θηλᾶν γάλα : τοὶ δ ' ἐπίμπλαν ἐσσύμενοι πίθους : ἀσκὸς δ ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν | ||
| σὺν κείνοισι : καί ῥ ' ἦλθον Πελία μέγαρον : ἐσσύμενοι δ ' εἴσω κατέσταν : τῶν δ ' ἀκούσαις |
| πέπλος ζωστῆρι πλακερῷ , ῥοικὰν δ ' ἔχεν ἀγριελαίω δεξιτερᾷ κορύναν . καί μ ' ἀτρέμας εἶπε σεσαρώς ὄμματι μειδιόωντι | ||
| : τοῦ λεγομένου ἀποθέρμου : χωρὶς μύλου γὰρ γίνεται . κορύναν : ῥόπαλον . εἴρηται παρὰ τὸ κάρα ἢ παρὰ |
| κακίης ἀμόλυντον ἔχων κατὰ πάντα λογισμὸν μήσομαι ἔρδειν κεῖνα , τάπερ σόον ἀνέρα θήσει , πορσύνων πάντεσσι φίλην βιόδωρον ὑγείην | ||
| τρία ἔτεα ἐν τῷ ἔργῳ ἐξεγένετο , ἐν τοῖσι ἀπέβαινε τάπερ ὁ Κομβάβος ὀρρώδεεν . ἡ Στρατονίκη γὰρ χρόνον ἐπὶ |
| ἐπ ' ἰχθύσι κῆρα φέρουσα . εὗρε δ ' ἐνὶ σπῆϊ γλαφυρῷ Θέτιν , ἀμφὶ δ ' ἄρ ' ἄλλαι | ||
| τε γναμπτάς θ ' ἕλικας κάλυκάς τε καὶ ὅρμους ἐν σπῆϊ γλαφυρῷ : περὶ δὲ ῥόος Ὠκεανοῖο ἀφρῷ μορμύρων ῥέεν |
| δάμναται ] φθείρει τῷ ] τῷ φαρμαχθέντι ὁτέ ] ποτέ γλάγεος ] τοῦ γάλακτος ἤλιθα πίνειν ] ἀντὶ τοῦ πολλήν | ||
| ποθέει ξηρὸν στόμα δεῦσαι . τῷ δὲ σὺ πολλάκι μὲν γλάγεος πόσιν , ἄλλοτε μίγδην ῥεῖα γλυκὺ νείμειας ἀλυκρότερον δεπάεσσι |
| . πολυδινέϊ : πολυκινήτῳ . πεπτηυῖαι : κείμεναι : γράφεται πεφρικυῖαι . Ὀρέστεροι : ὀρεινότεροι : παραβολή . Ἄναλκιν : | ||
| τάξεων φησί [ Δ ] κυάνεαι σάκεσίν τε καὶ ἔγχεσι πεφρικυῖαι . ὃ γὰρ ἐκ τῶν κατὰ φύσιν ὀνομάτων οὐκ |
| τοῖς γονεῦσι : διὰ τὰς μοιχείας δὲ ἡ ἀνομοιότης . ὁμοίιος : ὁμονοητικός , σύμφωνος ἢ ὅμοιος τῇ γνώμῃ ἢ | ||
| ' εἴαρος ἁδέα βλαστεῖ , χἀ νὺξ ἀνθρώποισιν ἴσα καὶ ὁμοίιος ἀώς . Μοίσας Ἔρως καλέοι , Μοῖσαι τὸν Ἔρωτα |
| ἄλλου σώματος : αὔξεται μὲν γὰρ ψύχων τοὺς πόδας , ἐξαπτόμενος ἐκ τοῦ θώρηκος , ἐς τὴν κεφαλὴν ἀναπέμπων τὴν | ||
| , ἔν τε τῷ ἡλίῳ τεθεὶς διαχεόμενος καὶ πρὸς λύχνον ἐξαπτόμενος , οὐ ζοφώδης τῇ φλογί . δολοῦσι δ ' |
| σῶν λόγων πεισθεὶς ὕπο . μαίνηι γὰρ ὡς ἄλγιστα , κοὔτε φαρμάκοις ἄκη λάβοις ἂν οὔτ ' ἄνευ τούτων νόσου | ||
| , ὅτ ' οὐδὲν ὢν τοῦ μηδὲν ἀντέστης ὕπερ , κοὔτε στρατηγοὺς οὔτε ναυάρχους μολεῖν ἡμᾶς Ἀχαιῶν οὔτε σοῦ διωμόσω |
| σχεδόν : εἶμι δ ' ἐς αὐγάς ἠελίου μετόπισθε τεοῖς νεπόδεσσιν ἑτοίμη . ” Τῶν ἄρ ' ἐπὶ μνῆστιν κραδίη | ||
| λυγρὸν ἐπ ' ἰχθύσι μητίσαντο φάρμακον , ὠκύμορον δὲ τέλος νεπόδεσσιν ἔθηκαν . οἱ δ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἐπασσυτέραις |
| , οὐ νηῒ περήσας : οὐ γάρ μοι βίος ἐστὶ μελαινάων ἐπὶ νηῶν , οὐδέ μοι ἐμπορίη πατρώϊος , οὐδ | ||
| . τὸ δ ' οὔ ποτε δῖος Ὀδυσσεὺς ἐρχόμενος πόλεμόνδε μελαινάων ἐπὶ νηῶν ᾑρεῖτ ' , ἀλλ ' αὐτοῦ μνῆμα |
| οὐ τρυγόνες ἐν γενύεσσι φορβὴν πρόσθε πάσαιντο , πάρος βελέεσσι δαφοινοῖς οὐτῆσαι ζωόν τε καὶ ἄπνοον ὅττι παρείη . ἀλλ | ||
| οἶδεν ἑῶν ὑπέροπλον ὀδόντων . Ὅσσαι μέν νυν ἔασιν ἐπακτήρεσσι δαφοινοῖς μουναδὸν ἐν σκοπέλοισι προμήθειαί τε πάγαι τε , κεκριμένας |
| οὐκ ἄν σε διατμήξειαν ἀκωκαί γηγενέων ἀνδρῶν οὐδ ' ἄσχετος ἀίσσουσα φλὸξ ὀλοῶν ταύρων . τοῖός γε μὲν οὐκ ἐπὶ | ||
| ὀρυμαγδὸς ἐπειγομένων ἐλάτῃσιν ἦεν ἀριστήων . ἡ δ ' ἔμπαλιν ἀίσσουσα γαίῃ χεῖρας ἔτεινεν , ἀμήχανος : αὐτὰρ Ἰήσων θάρσυνέν |
| κεν Ἄφαιστον ἄγην βίαι . . . εἲς τὼν δυοκαιδέκων ἀχνάσδημι κάκως , οὔτε γὰρ οἰ φίλοι . . . | ||
| + , . Ἀχνάσδημι : ὡς παρ ' Ἀλκαίῳ : ἀχνάσδημι κακῶς , οὔτε γὰρ οἱ φίλοι . ἔστιν ἀχῶ |
| τροφήν . ἱμερτήν : ἐπιθυμητὴν , ἐρασμίαν , γλυκεῖαν . Οὔτ ' : οὐδαμῶς . αὐτῶν : ἀπό . ἀπολείπεται | ||
| καλῶς τὸν αἰῶνα διάξειν . φησὶ δὲ καὶ Καλλίμαχος : Οὔτ ' ἀρετῆς ἄτερ ὄλβος ἐπίσταται ἄνδρας ἀέξειν , Οὔτ |
| κατείχετο δὲ νεφέεσσιν . ἔνθ ' οὔ τις τὴν νῆσον ἐσέδρακεν ὀφθαλμοῖσιν , οὔτ ' οὖν κύματα μακρὰ κυλινδόμενα προτὶ | ||
| . ” Ὧς φάτ ' ἀπηλεγέως . ὁ δ ' ἐσέδρακεν ὄμμαθ ' ἑλίξας , ὥστε λέων ὑπ ' ἄκοντι |
| ὑφ ' ἓν ἄθρουν μεριστὸν διάστημα . Ἔτι καὶ οὕτως ἐλεγκτέον ἐστὶ τοὺς πάντα μὲν εἰς ἄπειρον τέμνεσθαι λέγοντας , | ||
| αἱρετὸν οὔτ ' ἀποδοκιμαστέον διὰ τὴν τύχην , ἀλλ ' ἐλεγκτέον διὰ τὸν τρόπον . οὐδὲ πλούσιος ἀγαθὸς ὢν τοσούτῳ |
| . Σοῦ δ ' ἐγὼ λαλιστέραν οὐπώποτ ' εἶδον οὔτε κερκώπην , γύναι , οὐ κίτταν , οὐκ ἀνδόν ' | ||
| πλὴν ἀλεύρου καὶ ῥοᾶς πρὸς θεῶν ἔραμαι τέττιγα φαγεῖν καὶ κερκώπην θηρευσαμένη καλάμῳ λεπτῷ . οὐχ ἑψητῶν λοπάς ἐστιν . |
| ἀρήιον ἰθύνωσιν . Αἴας δ ' ἐν μέσσοισι μέγ ' ἀσχαλόων φάτο μῦθον : Ὦ Ὀδυσεῦ φρένας αἰνέ , τί | ||
| . Ἦ μέν κέν μιν πολλὰ πατὴρ μενέαινεν ἐρύκειν , ἀσχαλόων ἑὸν υἷα φίλον θήρεσσι μάχεσθαι : καὶ Πριάμοιο βίη |
| μητρὸς ἐμῆς ψυχὴν ἑλέειν κατατεθνηυίης . τρὶς μὲν ἐφωρμήθην , ἑλέειν τέ με θυμὸς ἀνώγει , τρὶς δέ μοι ἐκ | ||
| καρποφόροιο παρθενικῆς ἀφελόντας ἐλαίης : ἀμφὶ δὲ κόρσαις σφωϊτέραις πέπλους ἑλέειν οἶκόνδε κιόντας : μηδὲ μεταστρωφᾶσθαι , ἐπεί κ ' |
| τοῦ οὔτε : τὸ γάρ κε ἀντὶ τοῦ τε . πεπέδηται : δεδέσμηται . Γόμφοισιν : ἥλοις , καρφίοις : | ||
| κρατήσει . συνοχῇ : κρατήσει . πεπέδηνται : δεδέσμηνται . πεπέδηται : πέπηκται , ἢ δεδέσμηται . Ὡς δ ' |
| στροφάλιγγας ὑπὸ σκολιοῖσιν ἱμᾶσι τεχνάζων , εἴ πώς μιν ἐρητύσειε βρόχοισιν ἀμφιβαλών : ἀλλ ' οὔτι κακῶν ἄκος οὔτ ' | ||
| αἰνόν : ἀλλ ' εἰ καί ποθ ' ἕλοιεν ἐϋστρέπτοισι βρόχοισιν ἵππαγρον δολίοισι λόχοις μελανόχροες Ἰνδοί , οὔτε βορὴν ἐθέλει |
| τοῦ τεμένους παρέχει τοιοῦτον εἰκάζειν . ἀηδόνα μὲν οὖν καὶ τέττιγα , τὰς ὄρνις τῶν ποιητῶν , ἀπεδοκίμασεν εὖ ποιῶν | ||
| , οὐκ ἀνδόν ' , οὔτε τρυγόν ' , οὐ τέττιγα . Τοῦτ ' ἔστιν Ἀκαδήμεια , τοῦτο Ξενοκράτης ; |
| βάλοι ἢ πάϊς ἄφρων : κωφὸν γὰρ βέλος ἀνδρὸς ἀνάλκιδος οὐτιδανοῖο . τὸν Ἡρακλέα τὸν τοῦ Διὸς πόσους οἴει βλασφημεῖν | ||
| ὅ τοι ἄλγεα πάσχει ἀπείριτα φαίδιμος υἱός ἀνδρὸς ὑπ ' οὐτιδανοῖο , λέων ὡσεί θ ' ὑπὸ νεβροῦ ; ὤμοι |
| κελεύων ἀντιάαν δηίοισι κατὰ κλόνον . Οἳ δ ' ἀίοντες θεσπεσίην ὄπα πάντες ἐθάμβεον : οὐ γὰρ ἴδοντο ἄμβροτον ἀθανάτοιο | ||
| εἴα ἐϋπλόκαμος , δεινὴ θεός , ἥ ῥά οἱ ἀχλὺν θεσπεσίην κατέχευε φίλα φρονέους ' ἐνὶ θυμῷ . θαύμαζεν δ |
| καὶ ὅππως τοι φίλον αὐτῇ . Ἤτοι ὅγε ῥέξαι τι λιλαιόμενος μέγα ἔργον σκαιῇ μὲν σκαιὴν Πολυδεύκεος ἔλλαβε χεῖρα , | ||
| ' ἐπὶ Σθένελος κρατερὸν κατέπεφνε Κάβειρον ὃς κίεν ἐκ Σηστοῖο λιλαιόμενος πολεμίζειν Ἀργείοις , οὐδ ' αὖτις ἑὴν νοστήσατο πάτρην |
| ἔπειτα τοῖϲι παρεοῦϲι προλέγουϲι τὰ αὖθιϲ ἐϲόμενα : οἱ δὲ αὐτέουϲ μὲν ἔϲθ ' ὅτε καὶ ἄλλο φαϲὶ δοκέουϲι , | ||
| , ἄγρυπνοι , ἐκ τῶν ὕπνων ἐκθορυβούμενοι . ἔχει δὲ αὐτέουϲ καὶ τάρβοϲ ἔκτοπον , ἢν ἐϲ αὔξηϲιν τὸ νόϲημα |
| , Κτέατον καὶ Εὔρυτον . Οὔθ ' ὕεται οὔθ ' ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης φροντίδος καθεστώτων . Οὐδ | ||
| τὰς διατριβὰς ποιουμένων λέγεται . Οὔθ ' ὕεται , οὔτε ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης καθεστώτων φροντίδος . Οὐκ |
| πρόσθεν δὲ τἀνδρὸς τοῦδε θαυμαστὸς λόχος εὕδει γυναικῶν ἐν θρόνοισιν ἥμενος . οὔτοι γυναῖκας , ἀλλὰ Γοργόνας λέγω , οὐδ | ||
| περ . ἀλλ ' ἤτοι μὲν ἐγὼ μενέω πτυχὶ Οὐλύμποιο ἥμενος , ἔνθ ' ὁρόων φρένα τέρψομαι : οἳ δὲ |
| κτήματα δοίην , εἴ κ ' ἐθέλων γε μένοις : ἀέκοντα δέ ς ' οὔ τις ἐρύξει Φαιήκων : μὴ | ||
| ' ἀκάμαντα βοῶπις πότνια Ἥρη πέμψεν ἐπ ' Ὠκεανοῖο ῥοὰς ἀέκοντα νέεσθαι : ἠέλιος μὲν ἔδυ , παύσαντο δὲ δῖοι |
| μεγάλων ποινὰν λαχόντ ' ἐξαίρετον ὀλβίοις ἐν δώμασι , δεξάμενον θαλερὰν Ἥβαν ἄκοιτιν καὶ γάμον δαίσαντα πὰρ Δὶ Κρονίδᾳ , | ||
| ] ες εὐερισταει [ ! ! ! ! ! ] θαλερὰν φρένα ἐδρέψατο [ ] δρυσων ? ! ! [ |
| μαχησόμεθ ' αὖθι μένοντες , καὶ μάλα τειρόμενοί περ : ἀναγκαίη γὰρ ἐπείγει : Ἕκτορ ἀτὰρ σὺ πόλιν δὲ μετέρχεο | ||
| ἄλλας μὲν νούσους ἰήσεται : εἰ δέ κε κρείσσων χρειὼ ἀναγκαίη σε βιήσεται αἰνὰ παθόντα ἀργαλέου ὑδέροιο , τότ ' |
| – [ λοχαγέτ ] [ – [ ] ! ν ἅζεται φρε ? [ – [ ] τον ἐν βραχεῖ˘ | ||
| πόνῳ [ ] ε ? [ ] η θανὼν ? ἅζεται κατ [ οὐδαμῶς ] ? ἔχοιμ ' ἂν εἰπεῖν |
| πόντον ἀλᾶται ἐν νηυσὶν χρήιζων οἴκαδε κέρδος ἄγειν ἰχθυόεντ ' ἀνέμοισι φορεόμενος ἀργαλέοισιν , φειδωλὴν ψυχῆς οὐδεμίαν θέμενος : ἄλλος | ||
| ὑποβρύχιαι κατέδυσαν ὄμβρου ἐπιβρίσαντος ἀπείρονος οὐδ ' ὑπέμειναν λάβρον ὁμῶς ἀνέμοισι θαλάσσης καὶ Διὸς ὕδωρ μισγόμενον : ποταμῷ γὰρ ἀλίγκιος |
| δὲ τῶν χιτώνων τὸ ϲαρκοειδέϲ . ἢν δὲ αἷμα ἀπό τευ ἀγγείου φέρηται , ξανθὸν ἢ μέλαν καθαρὸν ῥέει , | ||
| σοὶ δὲ θηρίων ὕβρις τε καὶ δίκη μέλει . μή τευ μελαμπύγου τύχηις . προύθηκε παισὶ δεῖπνον αἰηνὲς φέρων . |
| Ἐν Αἰγύπτῳ δὲ καὶ Βαβυλῶνι καὶ Βάκτροις , ὅπου μὴ ὕεται ἡ χώρα ἢ σπανίως , αἱ δρόσοι τὸ ὅλον | ||
| προτέρᾳ δύο ἀποκτείναντα , Κτέατον καὶ Εὔρυτον . Οὔθ ' ὕεται οὔθ ' ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης φροντίδος |
| , τοῦ τυροῦ ἀνῃροῦντο καὶ ἀπήσθιον . Τὴν δὲ γοητικὴν μαγείαν οὐδ ' ἔγνωσαν , φησὶν Ἀριστοτέλης ἐν τῷ Μαγικῷ | ||
| παρόμοιον ἐρᾷ δὲ συνουσίας ἀνδρῶν . ἔστι δὲ καὶ πρὸς μαγείαν ἐπιτήδειον . λεύσω θέοντα γρυνὸν : περὶ Ἀλεξάνδρου ποιεῖται |
| . ὅτι ἐστὶν ὄργανον καλούμενον νάβλα , ὡς Σώπατρος : νάβλα λαρυγγόφωνος ἐκκεχόρδωται . τὸ τρίγωνον δὲ καλούμενον ὄργανον Σύρων | ||
| ὦ Οὐλπιανὲ σοφώτατε , τὸ ὑδραυλικὸν τοῦτο ὄργανον τοῦ καλουμένου νάβλα , ὅν φησι Σώπατρος ὁ παρῳδὸς ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ |
| ἀγκυλομήτης , ἦκ ' ἐπιμειδήσας , δολίης δ ' οὐ λήθετο τέχνης : “ Ζεῦ κύδιστε μέγιστε θεῶν αἰειγενετάων , | ||
| : ὁππότε δ ' ἐν μερόπων βριαρῇσι πέλει παλάμῃσι , λήθετο μὲν θυμοῖο , λίπεν δέ μιν ἄγριον ἦτορ : |
| τινὶ μηχανῇ : ἐγὼ μέν νυν ὑμῖν οὐκ ἐναγωνιεῦμαι . Οὔτε γὰρ ἄρχειν οὔτε ἄρχεσθαι ἐθέλω : ἐπὶ τούτῳ δὲ | ||
| πόλεις ἀναθήμασι , τὰς δὲ ψυχὰς μαθήμασι κοσμεῖν δεῖ . Οὔτε συμπόσιον ἄνευ ὁμιλίας , οὔτε πλοῦτος χωρὶς ἀρετῆς ἡδονὴν |
| . , . τόδε κρήδεμνον τανύσσαι . † ) τὸ τανύσσαι ἀπαρέμφατον διὰ τὸ βαλέειν . . Ο . ἂψ | ||
| . Π . . . . , . τόδε κρήδεμνον τανύσσαι . † ) τὸ τανύσσαι ἀπαρέμφατον διὰ τὸ βαλέειν |
| ἄνδρας ἀρίστους . ἢ ὔμμ ' ἐν νήεσσι Ποσειδάων ἐδάμασσεν ὄρσας ἀργαλέους ἀνέμους καὶ κύματα μακρά , ἦ που ἀνάρσιοι | ||
| ] ? αὐτίκα δ ' ὦρτο [ ] ν ἠέρος ὄρσας [ ] ν γένος αἰετιδεῦσιν ? [ ] ἔχων |
| ἡμῖν πλείω περὶ τούτων ἐν ἄλλοις . πέμπτας δ ' ἐξαλέασθαι : ὅλας τὰς πέμπτας . * μέσσῃ δ ' | ||
| μητίετα Ζεύς . οὕτως οὔ τί πη ἔστι Διὸς νόον ἐξαλέασθαι . Εἰ δ ' ἐθέλεις , ἕτερόν τοι ἐγὼ |
| κρύος ] φόβος . κρύος ] λύπη , κίνδυνος , φόβημα . κρύος ] τρόμος . θ ἔτευξα τύμβῳ μέλος | ||
| συναστατοῦσιν . ἰδέσθαι : ἰδεῖν , θεαθῆναι . Δεῖμα : φόβημα , φόβον . φέρει : ἄγει . μοῦνον : |
| λαβεῖν κράτη θαλασσόπαις δίμορφος αὐδάξει θεός , ὅταν παλίμπουν δῶρον ἄγραυλος λεὼς Ἕλλην ' ὀρέξῃ νοσφίσας πάτρας Λίβυς . εὐχὰς | ||
| πινοτήρης τοῦδε μάντεως χοροῦ † ἔνθ ' οὔτε πέλλεις οἷ ἄγραυλος βότος † ἔτ ' αὖ [ ] ὥσπερ ἁλιεὺς |
| ! ! ! ! ] λαρως ? ! ? ! ἐπεφράσσαντο νε [ τεν ! ! ! ! βοτάνηισιν Ἀχαιίδος | ||
| ὅτ ' εἰαρινὸς θύννων στρατὸς ὁρμήσωνται . χῶρον μὲν πάμπρωτον ἐπεφράσσαντο θαλάσσης οὔτε λίην στεινωπὸν ἐπηρεφέεσσιν ὑπ ' ὄχθαις οὔτε |
| ὑψηλὸν δὲ καὶ πᾶν ξύλινον , καὶ αἱ οἰκίαι αὐτῶν ξύλιναι καὶ τὰ ἱρά . Ἔστι γὰρ δὴ αὐτόθι Ἑλληνικῶν | ||
| δ ' οὔτε τις ἀμφορεὺς ἐλίνυεν δόμοις , πέλλαι γὰρ ξύλιναι πίθοι τε πλῆσθεν ἅπαντες Σύνες ὅ τοι λέγω , |
| εἰνὶ θύρῃσι κατήσθιε κεκλήγοντας , χεῖρας ἐμοὶ ὀρέγοντας ἐν αἰνῇ δηϊοτῆτι . οἴκτιστον δὴ κεῖνο ἐμοῖς ' ἴδον ὀφθαλμοῖσι πάντων | ||
| δὲ προκάλεσσαι Ἀχαιῶν ὅς τις ἄριστος ἀντίβιον μαχέσασθαι ἐν αἰνῇ δηϊοτῆτι : οὐ γάρ πώ τοι μοῖρα θανεῖν καὶ πότμον |
| , ἄλλοι δ ' ἀμφιφορῆας ἐπισχεδὸν ἵστασαν οἴνου κίρνασθαι , θυέων δ ' ἄπο τηλόθι κήκιε λιγνύς : αἱ δὲ | ||
| Λυσανίας δέ φησι τὸν ἀμφιφορέα ὑπὸ Ἀθηναίων ἀμφορέα καλεῖσθαι . θυέων : θυμιαμάτων . λιγνύς : ἡ καπνώδης ἀναφορά : |
| . χατέουσα : χρῄζουσα . Οἷα : καὶ οὕτως . Τοῖον Ἄρκτος λιχμῶσα τοὺς ἑαυτῆς δακτύλους ἔκλεψεν ἐν χειμῶνι γαστρὸς | ||
| πόντος : ὣς τοῦ ἐπερχομένοιο κακὸν δέος ἄμπεχε Τρῶας . Τοῖον δ ' ἔκφατο μῦθον ἐποτρύνων ἑτάροισι : Κλῦτε , |
| ἀλλ ' οἵ γ ' ὑψηλῶν ὀρέων ναίουσι κάρηνα ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι , θεμιστεύει δὲ ἕκαστος παίδων ἠδ ' ἀλόχων | ||
| ' οἵ γ ' ὑψηλῶν ” ὀρέων ναίουσι κάρηνα ἐν σπέσσι γλαφυροῖσι , „ θεμιστεύει δὲ ἕκαστος παίδων ἠδ ' |
| ὧν αὐτὸς ἔσχε στέφανον εὐκλείας μέγαν ; Οὐκ ἔστι τοὔργον τλητόν . Ἀλλὰ δῆτ ' ἰὼν πρὸς ἔρυμα Τρώων , | ||
| τὸν ὄχλον : στέγει : ἀντὶ τοῦ ἔχει : οὐ τλητόν : ὃ οὔτε σιωπᾶν δύναμαι : μέγα γάρ ἐστιν |
| κατασκευὴ καὶ καλοῦνται ῥυτά . Πίνδαρος : ἐπεὶ Φῆρες δᾶεν ῥιπὰν μελιηδέος , ἀπὸ μὲν λευκὸν γάλα χερσὶ τραπεζᾶν ὤθεον | ||
| ! ] ! [ θαλάσσας ] [ ] ος ? ῥιπὰν μελαίνας ? : [ ] ! δ ' ἐρήμα |
| οἴμοι θανοῦμαι πρὸς δυοῖν ἀσύμμαχος . τὴν δ ' ἐν νεκροῖσιν οὐ στένεις δάμαρτα σήν ; ἦ γὰρ τέθνηκεν ; | ||
| ποταινίου : ἰὼ δύστανος , οὔτ ' ἐν βροτοῖς οὔτε νεκροῖσιν μέτοικος , οὐ ζῶσιν , οὐ θανοῦσιν . Προβᾶς |
| αἴσῃ ἔργ ' ἄδικ ' ἀνθρώποισιν , ἃ δὴ πολέες μεμάασι τετλάμεν ἐν βιοτῇ κέρδους ἕνεκεν σφετέροιο . Ἀλλά μοι | ||
| μεγάροις ' ἀλέγουσιν , οὐδ ' ὄπιδα τρομέουσι θεῶν : μεμάασι γὰρ ἤδη κτήματα δάσσασθαι δὴν οἰχομένοιο ἄνακτος . αὐτὰρ |
| ξυντονώτερον ἤπειξα , καὶ πρὸς τοὺς ὄντως Ἀβδηρίτας ἐπὶ τῇ σκοπιῇ ἀναμένοντάς με , ἄνδρες , ἔφην , τῆς πρὸς | ||
| ἐπήρχετο αὐτοῖς ἀπροόπτως προπάροιθεν ὑψηλὸν καὶ μέγα κῦμα παραπλήσιον ἀπερρηγμένῃ σκοπιῇ ἤτοι ὄρει . ἀποτμῆγι : ἀπορρωγάδι . ἤμυσαν : |
| τόξον ἐΰξοον ἐντανύουσιν : ἀλλ ' ἄλλος τις πτωχὸς ἀνὴρ ἀλαλήμενος ἐλθὼν ῥηϊδίως ἐτάνυσσε βιόν , διὰ δ ' ἧκε | ||
| τοῦ πλοῦ . καταχείριον : τὸ τῇ χειρὶ ἁρμόδιον . ἀλαλήμενος : ἢ διὰ τὸ ἄπειρον εἶναι τῶν τόπων ἢ |
| : καίπερ συνθεσίης ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος Θευγένει : ἅσσα φαγὼν ἔτ | ||
| παρὰ Ποσειδίππῳ : ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος . Μίλων δ ' ὁ |
| σκεύεα , ἀπὸ τῶν ἕδρην συνδέων ὁκοίην καλιὴν ἱζάνει , μίμνει τε χρόνον τῶν εἶπον ἡμερέων . πολλοὶ δὲ ἀπικνεόμενοι | ||
| ὀμίχληϲ ἡ αἴϲθηϲιϲ , ἡ δὲ γνώμη εὐϲταθὴϲ ἠδὲ ἔμπεδοϲ μίμνει . τάδε μέντοι τῆϲ λύϲιοϲ τῆϲ νούϲου γνώματα . |
| ἔεργεν καὶ ἀνέεργε , τὸ ἐκώλυεν . . . . ἀνεμώλιος : ὁ μάταιος : παρὰ τὴν † ἄνεμος γενικὴν | ||
| δὲ πέλει ἐλαφρώτερον ἄλγος , εἰ τόκος ἐκ μελέων . ἀνεμώλιος ἀίξῃσι . μὴ μὲν δὴ Διδύμοισιν ἐπιθρώσκουσα Σελήνη ἰξύος |
| Ἰκαρίοιο , περίφρων Πηνελόπεια . ἦ μέν μιν νύμφην γε νέην κατελείπομεν ἡμεῖς ἐρχόμενοι πόλεμόνδε : πάϊς δέ οἱ ἦν | ||
| , ἀλλ ' ἔτι καὶ νῦν ] [ ἱστοβοῆι γέροντι νέην περίβαλλε κορώνην ] : ὁ δὲ Πίνδαρος | [ |
| ῥίγησέν τε ἰδών , ὑπό τε σπέος ἤλασε μῆλα : τοῖαι ἅμ ' Αἰάντεσσι διοτρεφέων αἰζηῶν δήϊον ἐς πόλεμον πυκιναὶ | ||
| τὴν πρός τι σχέσιν ὁτὲ μὲν τοῖαι γινόμεναι ὁτὲ δὲ τοῖαι , οἷον αἱ τῶν ἀπόρων λόγων , οὔτε δὲ |
| δ ' ἐσθλὸν ἑταῖρον ἐυμμελίην Σκυλακῆα υἱὸς Ὀιλῆος σχεδὸν οὔτασεν ἀντιόωντα βαιὸν ὑπὲρ σάκεος : διὰ δὲ πλατὺν ἤλασεν ὦμον | ||
| μέν κεν Ἀχαιῶν , ὅν κ ' ἐθέλητε , τλήσομαι ἀντιόωντα , μέγαν δ ' Αἴαντα τέθηπα : πολλὸν γὰρ |
| , ὦ πάτερ , θανεῖν που . ποθεινὰ δάκρυα παρὰ φίλαισι παρθένοις λιποῦς ' ἄπειμι πατρίδος ἀποπρὸ γαίας ἀπαρθένευτ ' | ||
| φυγὰς κακῶς ἀπώλου σῆς κασιγνήτης δίχα : κοὔτ ' ἐν φίλαισι χερσὶν ἡ τάλαιν ' ἐγὼ λουτροῖς ς ' ἐκόσμης |
| βαθὺ λαῖτμα πόροιο Θρήϊκες ἀγρώσσουσιν ἀπηνέϊ χείματος ὥρῃ , θήρην ἀργαλέην καὶ ἀτερπέα , δηϊοτῆτος θεσμὸν ὑφ ' αἱματόεντα καὶ | ||
| βρωμήτορος , ἤγουν τοῦ ὀγκηστικοῦ παρὰ τὸ βρωμᾶσθαι . * ἀργαλέην : κακήν ὀδυνηράν δεινήν , χαλεπήν * θήρ : |
| αἰνοτάτα ] μακάρων πέφυκε : χέρρεσσι ] δ ' ἄμφοιν παρθενίκαν ἔλων σέμνωι ] παρεστάκοισαν ἀγάλματι ὔβρισς ' ] ὀ | ||
| ? [ ] δὲ παῖς ὄχλος γυναίκων τ ' ἄμα παρθενίκαν [ ] τσφύρων ! ! [ ! ! ] |
| ἀέξει . τοῖσιν δ ' οὔτ ' ἀγοραὶ βουληφόροι οὔτε θέμιστες , ἀλλ ' οἵ γ ' ὑψηλῶν ὀρέων ναίουσι | ||
| εἰρώμεθα βουλάς . εἰ μέν κ ' αἰνήσωσι Διὸς μεγάλοιο θέμιστες , αὐτός τε κτενέω τούς τ ' ἄλλους πάντας |
| ἐς ὅμιλον ἐυσθενέων βάλε Τρώων : ἧκε δ ' ἐπευξάμενος δηίων ἐς φύλοπιν αἰνὴν σφενδόνῃ ἀλγινόεντα λίθον : διὰ δ | ||
| κλόνον αἱματόεντα ἡνία δέξατο χερσὶ καὶ ἐξεσάωσεν ἄνακτα ἤδη τειρόμενον δηίων ὀλοῇσι χέρεσσιν . Ἀντίθεον δ ' Ἀκάμαντα καταντίον ἀίσσοντα |
| καὶ καταθραύει τοῖς ὀδοῦσι , καὶ τῷ στόματι τοῦ κυνὸς περιρρέει τοῦ ἄνθους τὸ αἷμα , καὶ βάπτει τὸ αἷμα | ||
| τῆϲ τέγξιοϲ , εὐφορέϲτερά τε καὶ δυνατώτερα : οὔτε γὰρ περιρρέει ἐϲ τὸ τῶν ϲτρωμάτων αἶϲχοϲ : ἄχρηϲτον γὰρ τοῖϲι |
| χολῇ , λάβηται δὲ καὶ νεύρων , αὐτή τε ἐϲ ἀνήκεϲτον τρέπεται , † ἐγκοτεῖ τε τῷ ϲκήνεϊ ἑτέρων νοϲημάτων | ||
| , μήτε τὸν ἰητρὸν καταμβλακεύειν : ἄμφω γὰρ ἐϲ τὸ ἀνήκεϲτον ξυνᾴδει . μετεξέτεροι δὲ τῶν καμνόντων ὑπ ' ἀγνωϲίηϲ |
| Διὸς μακέλλῃ , τῇ κατείργασται πέδον . βωμοὶ δ ' ἄιστοι καὶ θεῶν ἱδρύματα , καὶ σπέρμα πάσης ἐξαπόλλυται χθονός | ||
| κόσμον . πορθεῖν καὶ ἀφανίζειν . πιμπρᾶν ] καίειν . ἄιστοι ] ἀφανεῖς . δαιμόνων ] τῶν θεῶν . θ |
| κῶας χρύσεον ᾐώρητο χαλαζαίῃ ἐπὶ φηγῷ . Ἀγκαῖος δ ' ἤνωγε παραιφάμενος ἐπέεσσι λαίφεά τε στέλλειν , καὶ ἐπίκριον αὖθι | ||
| ἐν δὲ θέμεν κύνεόν τε νόον καὶ ἐπίκλοπον ἦθος Ἑρμείην ἤνωγε , διάκτορον Ἀργεϊφόντην . Ὣς ἔφαθ ' , οἳ |
| προσηύξησεν : ὡς καὶ Ὅμηρος : ἐπεὶ οὔ μιν ἀφαυρότατος βάλ ' Ἀχαιῶν : ἀλλὰ ἰσχυρότατος δηλονότι . διὰ τὸ | ||
| , αἶψ ' ἐπὶ Τυδεΐδῃ ἐτιταίνετο καμπύλα τόξα , καὶ βάλ ' ἐπαΐσσοντα τυχὼν κατὰ δεξιὸν ὦμον θώρηκος γύαλον : |