| . ὑποβρύχιος : βαθὺς , περάσιμος . πόρος : ὁ πορισμός . Μέμβλεται : μεμέληται , διὰ φροντίδος ὑπάρχει : | ||
| ἀρχήν κλοπαίαν ] ποταπήν ; πέφυκε ] ὑπάρχει πόρος ] πορισμός Τοιῶνδε ἀμπλακημάτων ποινὰς ἔδει εἰπεῖν , νῦν δὲ πρὸς |
| παρὰ πόδ ' εἱλίσσουσα φίλας ματέρος ἡλίκων θιάσους ἐς ἁμίλλας χαρίτων ἁβροπλούτοιο χαίτας εἰς ἔριν ὀρνυμένα πολυποίκιλα φάρεα καὶ πλοκάμους | ||
| παρ ' ὧν εὖ πεπόνθαμεν , τούτους καὶ ὧν ἠξιώκαμεν χαρίτων ἀποστερήσομεν : ἃς τῷ μὲν δοκεῖν παρ ' ἡμῶν |
| δυσχερής τε καὶ ἐπικίνδυνος καὶ μάλιστα πολεμίων παρόντων ἡ τούτων συγκομιδή . Καὶ λόφον δέ τινα παρακείμενον προκαταλαμβάνειν καλόν , | ||
| . θαλύσια : ἡ τῶν καρπῶν τῶν ἐπὶ τῆς γῆς συγκομιδή . καὶ Ὅμηρος : ὃν οὔτι θαλύσια . . |
| ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ μαλθακία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . παίζων ποτὲ μὲν λέγει ἄνδρα , ποτὲ δὲ | ||
| καὶ εἰς ἔθος ἕκαστον κατακεχωρισμένον δεῖν εἶναι , ὅπως μήτε ὁμιλία μηδεμία ὀλιγώρως τε καὶ εἰκῆ γίνηται , ἀλλὰ μετ |
| καὶ ὀϊζυρὸς ὁ ταλαίπωρος καὶ ἄθλιος , καὶ ὀϊζὺς ἡ ταλαιπωρία . ἐπιθυμῶ ] ὀρέγομαι , ἐθέλω . . ἐκεῖν | ||
| ἐνδεικνύμενος ὅτι μέγιστόν ἐστι τῶν κακῶν ἡ περὶ τὸ ζῆν ταλαιπωρία καὶ ὁ πόνος . διόπερ καὶ Μεγακλείδης ἐπιτιμᾷ τοῖς |
| πλούτῳ καὶ ἀκολάστῳ συνημμένη καὶ ἴσα , φασί , βαίνουσα πολυτέλεια , καὶ ἅμα ἀνοίγοντος ἐκείνου τῶν πόλεων καὶ οἴκων | ||
| τοῖς θεωμένοις . δηλοῖ δὲ τὴν τρυφὴν αὐτῶν καὶ ἡ πολυτέλεια τῶν μνημείων , ἅ τινα μὲν τοῖς ἀθληταῖς ἵπποις |
| . ἐξ ὧν Θρᾳκῶν θρησκεύειν ἤκουσεν ἡ περὶ τὸ θεῖον εὐσέβεια . πρότερος δὲ πάντων Θρᾳκῶν Ὀρφεὺς λέγεται εἰσηγήσασθαι τὰς | ||
| , τίμα : Ἐπειδὴ πασῶν τῶν ἀρετῶν ἡγεμών ἐστιν ἡ εὐσέβεια πρὸς τὴν θείαν αἰτίαν τὴν ἀναφορὰν ἔχουσα , εἰκότως |
| , ἀλλὰ μία πανταχοῦ πολιτεία , ἡ κατὰ φύσιν , ἀρίστη : ὥσπερ καὶ τὸ φυσικὸν δίκαιον ἓν πανταχοῦ ἐν | ||
| γοῦν αἱ κριθαὶ τὰ πλεῖστα ποιοῦσιν ἄλφιτα : κριθοφόρος γὰρ ἀρίστη : τοῦτο δ ' οὐχ ὅταν πλεῖσται γένωνται ἀλλ |
| δ ' ὁ θάμνος καὶ ἡ ῥίζα ὀποῦ λευκοῦ πολλοῦ μεστή . χρῆσις δὲ καὶ ἀπόθεσις τούτου ὁμοία τοῖς προειρημένοις | ||
| ἡ νῆσος κοίλη κατὰ γῆς ἐστι , ποταμῶν καὶ πυρὸς μεστή , καθάπερ τὸ Τυρρηνικὸν πέλαγος , ὡς εἰρήκαμεν , |
| θερμὰ , κἂν ἄλλοις ἄλλως περὶ τοῦ ἀέρος δοκῇ . χολῶν δὲ ἡ ξανθὴ καὶ θέρος καὶ πῦρ θερμὰ καὶ | ||
| τὸ ἀφέψημα προϲαντλούμενον ἐν ἀρχαῖϲ ὀνίνηϲιν καὶ τὰ διὰ τῶν χολῶν καὶ ὀποβαλϲάμου , μέλιτοϲ καὶ ἐλαίου παλαιοῦ καὶ τῶν |
| γλυκυθυμία τις ἡ διὰ τῶν ἀπὸ τῆς ὕλης ἀτμῶν δελεάζουσα ἀπόλαυσις , ἐχρῆν ἀκέραιον τὴν ὕλην εἶναι : πλείων γὰρ | ||
| καὶ διὰ τοῦτ ' εὐθὺς εὐδαιμονῶ . χρῆσις γὰρ καὶ ἀπόλαυσις ἀρετῆς τὸ εὔδαιμον , οὐ ψιλὴ μόνον κτῆσις : |
| ' ἄρ ' ἔμελλον σχήσειν λυγρὸν ὄλεθρον , Ἰάσονος εἵνεκα φίλτρων . Πολλὰ δὲ μερμήριζον ἐνὶ φρεσὶ πευκαλίμῃσιν , ἤ | ||
| οὖν , ὦ ψυχή , προσκαλῆταί σέ τι τῶν ἡδονῆς φίλτρων , μετάκλινε σεαυτὴν καὶ ἀντιπεριάγουσα τὴν ὄψιν κάτιδε τὸ |
| δὲ καὶ ὁ Ζεὺς δυναμικώτερος ᾖ , ἐλάττων ἔσται ἡ διαφθορά . Εἰ δὲ ὁ Ζεὺς ὑπάρχει χρονοκράτωρ καὶ ὑπάρχουσιν | ||
| φιλοκερδής αἰσχροκερδής . καὶ τὰ πράγματα δωροδοκία , δεκασμός , διαφθορά , μισθαρνία μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις |
| ιγʹ : τὸ ιδʹ ” ἦρί τ ' ἐπερχομένῳ βρομία χάρις “ δακτυλικὸν ὅμοιον τῷ ιδʹ : τὸ ιεʹ ” | ||
| ὅτι ἔξεστι καὶ νῦν αὐτὸν τιμῆσαι , οὐ γὰρ ἡ χάρις ἀπώλετο : καὶ αὔξησον αὐτό : ὅτι μᾶλλον δέξεται |
| μέν , οἷς ἐπόνουν , ἐτρέφοντο : τοῖς δὲ ἡ τέρψις ἐτελεύτα πρὸς ἔνδειαν . οὕτως νεότης πονεῖν οὐκ ἐθέλουσα | ||
| ἐτὸς ἰξευτῆρι ἄγρη νόσφι πόνοιο : πόνῳ δ ' ἅμα τέρψις ὀπηδεῖ μούνη , καὶ φόνος οὔτις : ἀναίμακτοι δὲ |
| δὲ αὖ τῆς Στοᾶς , καὶ οὗτος ἔσται τῆς Ἀρετῆς κεκριμένος . ὥστε ἄλλοι παρέστωσαν . τὸ δεῖνα μέντοι , | ||
| κατεῖχε τὴν πλοκὴν τῶν ἐντέρων , καὶ πρὶν μαχητὴς εὐσθενὴς κεκριμένος , μάγειρος ἦν ἄπειρος ἐντεροπράτης . οὕτως μετηλλάξαντο τὴν |
| ἔχθιστος δέ μοί ἐσσι διοτρεφέων βασιλήων : αἰεὶ γάρ τοι ἔρις τε φίλη πόλεμοί τε μάχαι τε : εἰ μάλα | ||
| ἩΔΕ ΒΡΟΤΟΙΣΙΝ . Ἀντὶ τοῦ ἀγαθῶν αἰτία ἐστὶν ἥδε ἡ ἔρις τοῖς ἀνθρώποις . . ΚΕΡΑΜΕΙ ΚΟΤΕΕΙ . Ζηλοῖ , |
| : ἑνί . * αἶψά κε πηδάλιον : εἰ μὴ δυσπόριστος ἦν ὁ βίος καὶ τῶν ἐργαζομένων δεόμενος συνεχῶς , | ||
| πυρὸς εὑρεθέντος , καὶ δι ' αὐτοῦ τῶν τεχνῶν , δυσπόριστος καὶ ἐπιβλαβὴς γέγονε , καὶ ἔτι μᾶλλον ἐπὶ τὸ |
| ταῦταὦ Μηνόδωρεκαὶ ὄντως πρέποντα ἀγαθῷ . Τούτων δή τοι τῶν θειοτάτων θεωριῶν ἐπόπτης ὡς οἷόν τε ὁ νοῦς γενόμενος καὶ | ||
| ἑαυτῇ , τῶν τε νοητῶν ἐστιν ὄψις καὶ δύναμις τῶν θειοτάτων καὶ τελειοτάτων ἐνεργειῶν ὑπάρχει : τοῦτο δ ' αὖ |
| : Χαρᾶς γὰρ ἣν δίδωσιν ἐν πέμπτῳ τόπῳ Ἔστι τέλος μέριμνα καὶ λύπης βάρος . Ἕκτος δὲ δηλοῖ ποικιλοτρόπους νόσους | ||
| σχολάζει τοῖς πόνοις . ἀσχολία δὲ ἡ φροντὶς καὶ ἡ μέριμνα . μεθῆκε τόδε τὸ πρᾶγμα , ὃ ταῖς χερσὶ |
| γενεθλίους τῆς πατρικῆς χώρας γενέσθαι παντελῶς ἐποπτῆρας καὶ ἐπιτηρητὰς τῶν εὐχῶν αὐτοῦ , καὶ βοηθοὺς γενέσθαι αὐτῷ ἐπακούσαντας τῶν εὐχῶν | ||
| τοῦτο καὶ ὁ ἀσκητὴς Ἰακὼβ ᾐτήσατο ἐπὶ τέλει τῶν ἱεροπρεπεστάτων εὐχῶν : εἶπε γάρ που : „ καὶ ἔσται κύριος |
| καὶ θυσίαι ἀγγέλων . ὥρα θʹ καλεῖται * ἐν ᾗ εὐχὴ ἀνθρώπων ἐν ᾗ οὐδὲν τελεῖται . ἐννάτῃ δέησις καὶ | ||
| ἐπιδείξῃ φίλας καὶ συγγενεῖς οὔσας : ἡ δὲ συναγωγὸς αὐτῶν εὐχὴ μεγάλη καλεῖται . διὰ τί δὲ ταύτης ἔτυχε τῆς |
| . , ἐπειδὴ δὲ ἡ ναυμαχία [ ] καὶ ἡ συμφορὰ τῆι πόλει ἐγένετο , δημοκρατίας ἔτι οὔσης , ὅθεν | ||
| ὄφελόν σε κἂν Θρᾲξ νικήσας ὕβρισεν : οὐκ εἶχεν ἡ συμφορὰ διὰ τὴν ἀνάγκην ὄνειδος . νῦν δέ , κακόδαιμον |
| , ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ . Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία . Κόλαζε τὸν πονηρόν , ἄνπερ δυνατὸς ᾖ . | ||
| ' οὖν καὶ ὃ δημοκρατία ὁρίζεται ἀγαθόν , ἡ τούτου ἀπληστία καὶ ταύτην καταλύει ; Λέγεις δ ' αὐτὴν τί |
| θρασύδαιον δηλονότι καὶ τὸν πατέρα αὐτοῦ . τούτων γὰρ ἡ εὐφροσύνη καὶ ἡ δόξα ἡ ἐκ τῆς νίκης διαλάμπει : | ||
| τοὺς ἀμέτρως αὐτῆς πίνοντας τὸ πόμα . . γάνος ] εὐφροσύνη . εὐφραῖνον τοὺς συμπίνοντας . . αἰὲν ἐν φύλλοισι |
| χρόνος γὰρ ὑπηκόων εὔνοιαν οὐ ποιεῖ , ἀλλὰ προμήθεια καὶ φιλοπονία καὶ τὸ μηδὲν τοῦ κοινῇ λυσιτελοῦντος προὔργου ποιεῖσθαι , | ||
| , ; , ; , ; , . . στοιχεῖα φιλοπονία ἔρως ἀγχίνοια ἄτρυτος ) τρία τὰ ὁμολογούμενα στοιχεῖα πρῶτα |
| ἡσυχία , πλουσίων ἐπιτήδευμα , [ πενήτων ἀδολεσχία ] , καθημερινὴ μελέτη . Αἰώνιος ὕπνος , ἀνάλυσις σώματος , ταλαιπωρούντων | ||
| ] μείζονα χρημάτων αὐτοῖς εὐπορίαν ὑποτίθεται : ὁ γὰρ μισθὸς καθημερινὴ δόσις ἐστὶ χρημάτων , τὰ δὲ θεωρικὰ ταῖς ἱερομηνίαις |
| κρεῶν καὶ τῶν ἐν εὐετηρίᾳ πάντων . εἶτ ' ἐπειδὴ σπάνις ἦν , συνιστάμενοι κατεβόων καὶ κατηγόρουν καὶ ἐδυσώπουν ἀναισχύντῳ | ||
| τις ζημία . ἡ γὰρ τῶν λειτουργιῶν κατὰ βραχὺ δήπουθεν σπάνις καὶ τὸ ταῦθ ' ἅπερ ἔφην ἔχειν διδόναι προϊόντος |
| ] τὸ μαγειρεῖον . μυσπολεῖ : καταδύεται , ὡς μῦς φοιτᾷ : οὕτως ⌈ οἱ Ἀττικοὶ ὑπὸ μίαν λέξιν . | ||
| , σκότος Ἅιδῃ , φάος Ἅιδῃ , σκότος Ζηνὶ , φοιτᾷ καὶ μετακινεῖται κεῖνα ὧδε , καὶ τάδε κεῖσε , |
| ἐπικρατούμενον ὑδατώδει ψυχρότητι δραστηρίῳ , ἐλαίας οἱ θαλλοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπός , ἔλαιον ὠμοτριβές , ἔλαιον μύρσινον , σησάμινον | ||
| βαλαύστιον , βάτου τὰ φύλλα καὶ οἱ βλαστοὶ καὶ ὁ ἄωρος καρπὸς καὶ τὸ ἄνθος , βρόμος , βρύον θαλάσσιον |
| , οὐκ ἔνι . Ἑρμηνεία . Οὐκ εὐπόριστος ἡ τροφὴ μόχθου δίχα , Κἂν τὸ ποτὸν ἀφθόνως | ἡ φύσις | ||
| μολεῖν ] ἐλθεῖν δεῦρ ' ] ἐνταῦθα ἐκμεμόχθηκε ] μετὰ μόχθου καὶ κόπου ὑπέμεινεν φράσω ] λέξω τεκμήριον ] σημεῖον |
| καταβέβλητο ἡ δύναμις , ἐγίνετό τις ἐν τῷ μέσῳ ὀλίγη ῥᾳστώνη , προσεδόκα ἡ φύσις ἀνακτήσασθαι ἑαυτὴν , ἐπιγενόμενον δὲ | ||
| πόλις οὐ λυσιτελής ; οὐκ ἐνταῦθα χρηματισταῖς μὲν ἐπὶ πλοῦτον ῥᾳστώνη , σοφίας δὲ μετόχοις μὲν εἰς δόξαν , ἐπιθυμηταῖς |
| τῆς ἐκείνου ἀνεψιᾶς : ἦν γὰρ αὐτῷ ἀδελφὴ πρεσβυτέρα , Ζωὴ τὸ ὄνομα , ἣν ἐβούλετο τούτῳ συζεῦξαι . Τοσούτων | ||
| Ἢ τὸ ζῷον ἀντὶ ζωῆς λογικῆς ἐν τῷ λόγῳ . Ζωὴ τοίνυν λογικὴ ὁ ἄνθρωπος . Ἆρ ' οὖν ζωὴ |
| ὁπλῖται δέκα κτεῖναι καὶ μελέτης τῶν τακτικῶν ἀνέμενον ἡμέραν . μέθη δὲ εὖ ποιοῦσα προλαβοῦσα τὸν καιρὸν πάντα ἐξήλεγξε καὶ | ||
| γε ἐν αὐτοῖς ἔμπεδον : ταῦτα δὲ ἦν ἐρωτομανία καὶ μέθη καὶ πλεονεξία . οὕτω δὲ ἐς ἔσχατον ὅρον τὰς |
| ἁπλῶς ἵνα γενικώτερον αὐτὰ διαστειλώμεθα , οὕτως εἴπωμεν : ἡ φροντὶς ἢ διὰ τὰ κρείττονα γίνεται [ ἢ διὰ τῶν | ||
| ἐπειδὴ κόραι ἦσαν καὶ οὐ χοῖροι . ἡ δὲ τούτων φροντὶς καὶ δαπάνη πολλή ἐστι . Γ Μεγαρικά τις μηχανά |
| ἦθος οὐδὲ στοχαζόμενον τῆς σωματικῆς εὐμετρίας . ἐπιτεινομένη γὰρ καθαρειότης θρύψις καὶ βλακεία εὑρίσκεται , ἐπιτεινομένη δὲ λιτότης ἀκαθαρσία καὶ | ||
| φύσιν τὸ μινύθημα καὶ διὰ χρόνου . Φευκτέη δὲ καὶ θρύψις ἐπικρατίδων διὰ προσκύρησιν ἀκέσιος , ὀδμή τε περίεργος : |
| κατὰ τὸ ἁρμόζον ἀνθρωπίνῃ φύσει , οἷς ἡ ἐν βίῳ διαγωγὴ ἐν διηνεκεῖ ῥύσει καὶ μεταβολῇ παντοίᾳ ὑπάρχει , ἐπεὶ | ||
| τις τῷ βίῳ : Ἐπιτήδευμα , ἀσχόλημα , δίαιτα , διαγωγὴ , πρόφασις , ἀφ ' ἧς μέλλομεν περὶ τὰ |
| οὐ ποιεῖ . χαλεπώτερον πλουσιωτέρας ἄρξεις . γυνὴ φιλόκοσμος οὐ πιστή . γυνὴ τὸν ἑαυτῆς ἄνδρα νόμον ἡγείσθω τοῦ βίου | ||
| δὲ δὴ ἀπόδειξις ἔσται δεινοῖς μὲν ἄπιστος , σοφοῖς δὲ πιστή . δεῖ οὖν πρῶτον ψυχῆς φύσεως πέρι θείας τε |
| ὑπεροψία , προπέτεια βαρύτης , πληγαί , αἰκίαι αἰκισμός , προπηλακισμός . κακήγορος , κακολόγος αἰσχρολόγος , βλάσφημος , λοίδορος | ||
| . λέγεται καὶ δισυλλάβως πρωΐ . προπηλάκισις : οὐ μόνον προπηλακισμός . Ῥαδάμανθυς τοὺς τρόπους : ῥηθείη ἂν ἐπί τινος |
| εἰς τὴν κατασκευήν , ὧν παμπόλλη , ὡς οἶσθα , ἀφθονία ἐστὶν κατὰ τὸν Πόντον . οὗτος ὁ χειμὼν ἐπὶ | ||
| , οἵ τε περὶ τὴν θάλασσαν προσέσονται κινδύνοις , καὶ ἀφθονία τῶν καρπῶν , τοῦ κοινοῦ δ ' εὐθηνία καὶ |
| . . οὔτε πτολίπορθος Ἐνυώ : ἡ διπλῆ , ὅτι πολεμικὴ ἡ θεός . . . . , . . | ||
| μὲν πυῤῥίχη τῇ σατυρικῇ : ἀμφότεραι γὰρ διὰ τάχους . πολεμικὴ δὲ δοκεῖ εἶναι ἡ πυῤῥίχη : ἔνοπλοι γὰρ αὐτὴν |
| ὡς νῷν ἀπεχθὴς δυσκλεής τ ' ἀπώλετο , πρὸς αὐτοφώρων ἀμπλακημάτων διπλᾶς ὄψεις ἀράξας αὐτὸς αὐτουργῷ χερί : ἔπειτα μήτηρ | ||
| τὸ Δῖον , Ἡφαίστου δὲ χείρ . ποινὰς δὲ ποίων ἀμπλακημάτων τίνεις ; τοσοῦτον ἀρκῶ σοι σαφηνίσας μόνον . καὶ |
| ταῖς πράξεσι , τέταρτον εὐδοξία παρὰ τοῖς ἀνθρώποις , πέμπτον εὐπορία χρημάτων καὶ τῶν εἰς τὸν βίον χρησίμων . ἡ | ||
| ἰσαζόντων , πολλὴν ἀπορίαν ἔχει : πῶς γὰρ ἔσται ἐνθυμημάτων εὐπορία , ἔνθα μηδὲ μία φορά : τινὲς δὲ παράδοξόν |
| ἐστιν ἄλογος , ἐπιπειθὴς δὲ λόγῳ , ὁποία ἐστὶν ἡ ὀρεκτική . ἐν γὰρ ταύτῃ ταῦτα , ὧν μνημονεύει . | ||
| ἐπιθυμεῖν καὶ τὸ βουλεύεσθαι , καὶ ὅλως ἡ δύναμις ἡ ὀρεκτική , γίνεται δὲ καὶ ἡ κατὰ τόπον κίνησις τοῖς |
| καὶ ἐν ψυχικῇ μὲν δυνάμει γίνεται , ὅταν λύπη , χαρά , φόβος , δειλία , ἔκλυσις , ὀργὴ γένηται | ||
| τῷ δὲ κατ ' εὐμοιρίαν φύσεως ἐπ ' ἀρετὴν φθάσαντι χαρά : χαρτὸν γὰρ ἡ εὐφυΐα καὶ τὰ φύσεως δῶρα |
| ἄγειν : ἄλυπός ἐστι καὶ ἄφοβος καὶ ἀκοινώνητος κακῶν , ἀνένδοτος , ἀνώδυνος , ἀκμής , εὐδαιμονίας ἀκράτου μεστός : | ||
| σιδηρόφρων ] στερεός . σιδηρόφρων ] ἀπηνής . σιδηρόφρων ] ἀνένδοτος . σιδηρόφρων ] ἀνδρεῖος . σιδηρόφρων ] σκληρὸς καὶ |
| ἀλλὰ πρωτουργοῦ αἰτίας οὔσης . Ἄνευ μὲν οὖν σώματος οὖσα κυριωτάτη τε αὐτῆς καὶ ἐλευθέρα καὶ κοσμικῆς αἰτίας ἔξω : | ||
| ἡ προκειμένη ἐπιστήμη , πρώτη τε οὖσα πασῶν ἐπιστημῶν καὶ κυριωτάτη . ἐρεῖ δὲ καὶ ὅτι καὶ περὶ ταὐτὰ τῷ |
| σῆς τελευτῆς ἡμέραν καὶ ὕψιστον ὑπερέχουσαν τῶν θλίψεων , ὧντινων θλίψεων κράντης καὶ τελειωτὴς αὐδὴ θήσεταινῦν ἀντὶ τοῦ λέγεταιὁ χρόνος | ||
| ἐκείνην τὴν τῆς σῆς τελευτῆς ἡμέραν καὶ ὕψιστον ὑπερέχουσαν τῶν θλίψεων , ὧντινων θλίψεων κράντης καὶ τελειωτὴς αὐδὴ θήσεταινῦν ἀντὶ |
| γαμηλίων τε καὶ γενεθλίων οὕτως ὀνομαζομένων : καὶ ὅτι ὁ γάμος αἴτιος τοῦ τε ὀνομασθῆναι τούτους τοὺς θεοὺς καὶ τιμᾶσθαι | ||
| τὴν κοινωνίαν . ἀμέλει καὶ ταύτῃ χωρεῖ τοῖς πολλοῖς ὁ γάμος . οὐ γὰρ ἐπὶ παίδων γενέσει καὶ βίου κοινωνίᾳ |
| τὴν παρέκβασιν ἰωμένη τοῦ θείου ὅρκου , ἡ δὲ βιωτικὴ εὐορκία ταῖς πολιτικαῖς ἀρεταῖς διασῴζεται . μόνοι γὰρ οἱ τὰς | ||
| ὀμνύναι . μέρος γὰρ οὐ μικρόν ἐστι τῆς εὐσεβείας ἡ εὐορκία . καὶ περὶ μὲν τοῦ πρώτου γένους τῶν κρειττόνων |
| προμηθούμενον τοῦ παιδός . θυγάτηρ ἦν τῷ βασιλεῖ τῆς χώρας ἀγαπητὴ καὶ μόνη : ταύτην φασὶ γημαμένην ἐκ πολλοῦ χρόνου | ||
| πάντων καὶ παρὰ θεοῖς καὶ παρὰ ἀνθρώποις οἷς προσήκει , ἀγαπητὴ μὲν γὰρ συνεργὸς τεχνίταις , πιστὴ δὲ φύλαξ οἴκων |
| φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν , αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία . Πλειστάκις ἀδικούμενός τις | ||
| σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην : ἀντὶ τοῦ παρατίθημι : αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων : † ταύτῃ γέγηθα : |
| τῶν ἄλλων ὀργάνων καὶ πείνης , λοιπὸν ἕτερον λόγον , ἄσκησις , καὶ τοῦτο ἐδέξαντο ὡς πρόγραμμα , καὶ ἐπήνεγκαν | ||
| γυμνάσασθαι , πονῆσαι , ἀγωνίσασθαι . καὶ ὄνομα καλὸν ἡ ἄσκησις . καὶ γυμναστικὴ ἡ τέχνη , καὶ γυμνασία τὸ |
| ἐλπίσιν . Ἀνάπαυσίς ἐστι τῶν κακῶν ἀπραξία . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις . Ἀμελοῦντα τοῦ ζῆν οὐκ | ||
| ἀπῄτουν , οἱ δ ' ἀπηρνοῦντο σκάφας . Ἅμ ' ἠλέηται καὶ τέθνηκεν ἡ χάρις : ἐπὶ τῶν ἀχαρίστων . |
| φυμάτων . ὠμὸν δὲ ῥοφούμενον στέλλει ῥοῦν γυναικὸς καὶ ἀναγωγὰς αἱμάτων , καὶ ἀρτηρίας λαμπρύνει . ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς | ||
| αἰφνιδίους , ἔτι δὲ νόσους πυρεκτικὰς καὶ τριταϊκὰς ἐπισημασίας καὶ αἱμάτων ἀναγωγὰς καὶ ὀξείας βιαιοθανασίας μάλιστα τῶν ἀκμαίων , ὁμοίως |
| ᾀδόντων . πλῆθος σύστημά τινων , ὄχλος δὲ κυρίως ἡ ὄχλησις . πῆ καὶ ποῖ εἰς τόπον , πῆ ἔβη | ||
| μὲν γάρ ἐστι σύστημά τινων , ὄχλος δὲ κυρίως ἡ ὄχλησις . πλοῦτος καὶ εὐπορία διαφέρει . οἱ μὲν γὰρ |
| πράττειν : εἰ δ ' ἀσθενὴς εἴη καὶ ὠμότης ὑπόκειται πολλὴ , ταῖς ἀνατρίψεσιν ἀνάγκη προσκαρτερεῖν καὶ τοῖς ἠρέμα λεπτύνειν | ||
| ἀγαθά . ταῦτα δ ' ἀποδείξομεν . Παρὰ τῷδε Καλλίᾳ πολλὴ θυμηδία , ἵνα πάρα μὲν κάραβοι καὶ βατίδες καὶ |
| διὰ τούτων εἰς ἐκείνην ἐλθεῖν ὡς εἰς τέλος τελειότατον καὶ σκοπιμώτατον . οὐδέποτε δὲ τὴν εὐδαιμονίαν τούτων χάριν αἱρούμεθα οὔτε | ||
| τέ ἐστί τι τῶν πρακτῶν ἀγαθῶν ἁπάντων τελικώτατόν τε καὶ σκοπιμώτατον , ὑφ ' ὃ πάντα ἀνάγεται : καὶ ὅτι |
| αὐτορύτου ἔμμεναι . ἀλλ ' ἐπεὶ ἐκ τούτων φίλον ἄνδρα πόνων ἐρρύσατο παρθένος αὐλῶν τεῦχε πάμφωνον μέλος , ὄφˈρα τὸν | ||
| τὰν καλλίσταν ὁ χρυσοφαὴς Ἅλιος αὐγάζει . πόνοι γὰρ καὶ πόνων ἀνάγκαι κρείσσονες κυκλοῦνται : κοινὸν δ ' ἐξ ἰδίας |
| τὴν ψυχήν . , ; , . . κοσμιότης τάττουσα κοσμιότης καὶ σωφροσύνη οὐ μόνον εἰσὶν ἀπαλλαγαὶ καὶ ἀφαιρέσεις τῶν | ||
| ἀλήθεια θέμις ἁγιστεία εὐορκία δικαιοσύνη ἰσότης εὐσυνθεσία κοινωνία ἐχεθυμία σωφροσύνη κοσμιότης ἐγκράτεια πρᾳότης ὀλιγοδεΐα εὐκολία αἰδὼς ἀπραγμοσύνη ἀνδρεία γενναιότης εὐβουλία |
| ὃν οἱ ὁρῶντες ἔλεγον : Μαίνεται Θάμυρις . Θεὸς ἡ Ἀναίδεια : ἐπὶ τῶν ἀναισχυντίᾳ ὠφρυωμένων . Ἰλιὰς κακῶν ἐπῄει | ||
| χόες : ἐπὶ τῶν ἀμέτρων καὶ ἀνεφίκτων . Θεὸς ἡ Ἀναίδεια : ἐπὶ τῶν δι ' ἀναίδειαν εὐδοκιμούντων . Θετταλὸν |
| Σώκρατες , οἱ δοῦλοι τοὺς δεσπότας θεραπεύουσιν . Μανθάνω : ὑπηρετική τις ἄν , ὡς ἔοικεν , εἴη θεοῖς . | ||
| Τί δὲ ἡ ναυπηγοῖς ὑπηρετική ; εἰς τίνος ἔργου ἀπεργασίαν ὑπηρετική ἐστιν ; Δῆλον ὅτι , ὦ Σώκρατες , εἰς |
| μετέχουσι τῶν ἁπλῶς ἀγαθῶν , ἐν οἷς ἐστι καὶ ἡ εὐδαιμονία . ἁπλῶς δὲ ἀγαθά ἐστι τὰ τῇ αὑτῶν φύσει | ||
| καλὰ καὶ φαῦλα : ἤτοι ἡ παρ ' ἀνδρὶ διηνεκὴς εὐδαιμονία ποτὲ μὲν χαράν , ποτὲ δὲ λύπην αὐτῷ φέρει |
| καὶ στάζων ἱδρῶτα καὶ δεινῇ κρατούμενος ἀφωνίᾳ . ἐνταῦθα μόνον ἄπορος ἦν τῆς αἰσχύνης αὐτῷ τὴν γλῶτταν ἀγχούσης : τοσοῦτον | ||
| δὲ καὶ γυναίου χιτὼν ἀνεύθυνον , ὅταν ἡ σωτηρία πανταχόθεν ἄπορος ᾖ , μαρτυρία διαφανὴς οἱ Πέρσας παρὰ τὸ δεῖπνον |
| τερπνόν : οὐ γὰρ μετὰ μάθησιν ἀπόλαυσις , ἀλλὰ ἅμα μάθησις καὶ ἀπόλαυσις . Οὔτε τοὺς προχείρους εἰς φιλίαν οὔτε | ||
| πρὸς ὃ καὶ ἐν ἀρχαῖς εἰπὼν πᾶσα διδασκαλία καὶ πᾶσα μάθησις ἀντιδιαστελλόμενος εἶπε τὸ διανοητικὸν ὡς οὔσης καὶ αἰσθητικῆς τινος |
| . ἔρως γὰρ ἔσχεν : ἀλλ ' οὔ σφιν : ἔρως γὰρ καὶ ἐπιθυμία , φησί , τῶν ἐκείνης γάμων | ||
| ταῖς ψυχαῖς καὶ ἀκρασία καὶ πρὸς τὰ τυχόντα τῶν ἀφροδισίων ἔρως καὶ φλεγμονῆς ἀπάτη καὶ τοῦ προπετοῦς ἀβλεψία . τὴν |
| ὑπὸ τῶν πολιτῶν δημοσίας ἕνεκα χρείας ἐπιδιδόμενον τῇ πόλει . ζῆλος μίμησις καλοῦ , οἷον ζηλοῖ τὸν καθηγητὴν ὁ παῖς | ||
| εἶναι : μία γὰρ ἐπὶ πολλῶν οὐ τηρεῖται τάξις : ζῆλος δὲ τοῖς πολλοῖς παρέπεται τοῦ κρείττονος . καὶ ἐρῶ |
| τῆϲ τῇ τήν ὦ . Ἀντωνυμία ἐϲτὶ λέξιϲ ἀντὶ ὀνόματοϲ παραλαμβανομένη , προϲώπων ὡριϲμένων δηλωτική . Παρέπεται δὲ τῇ ἀντωνυμίᾳ | ||
| . Θεραπεία δὲ καὶ τούτων κοινὴ ἡ ἐπὶ παντὸς ῥευματισμοῦ παραλαμβανομένη . Πρῶτον μὲν οὖν ἐπὶ ἡσυχίας καὶ ὀλιγοσιτίας καὶ |
| τῶν δὲ ἀνθρωπίνων ἡδὺ τὸ τέλος αὔξεται καὶ ἡ ἀρχὴ ἡδεῖα γίνεται , τοῦ δαιμονίου αὐτὰ αὔξοντος . τεοῖσί τε | ||
| δράσαντα ἢ τὸν εὖ παθόντα . εἰ γάρ ἐστι μᾶλλον ἡδεῖα καὶ μᾶλλον φιλητὴ ἡ μνήμη τῶν καλῶν τῆς τῶν |
| ἀδείας τυχόντες πρῶτον αὐτοῦ τὴν ποίμνην διέφθειραν . καὶ ὃς ἀναστενάξας εἶπεν : „ ἀλλ ' ἔγωγε δίκαια πέπονθα . | ||
| ἐξευρεῖν : ὡς δὲ οὐκ ἐφαίνετό οἱ ὁ ὀδών , ἀναστενάξας εἶπε πρὸς τοὺς παραστάτας : Ἡ γῆ ἥδε οὐκ |
| μιμητὴν οὐκ ἔχων τῆς ἀκρασίας , μὴ προσλαβοῦσα γὰρ κοινωνὸν πονηρία μεῖζον ὄνειδος φαίνεται . Καὶ ταῦτα μὲν ὡς ἡμαρτηκότος | ||
| καὶ τοῦτο παράλογον , ὁ δεύτερος τέθυται . δῆλον ὅτι πονηρία τύχης ἐστὶν , οὐ κακίας ἐπιθυμία τῶν παίδων τὸ |
| πράττουσι : καὶ ὁ τοιοῦτος ἐπιχαιρέκακος καλεῖται καὶ ἡ ἔλλειψις ἐπιχαιρεκακία : τῆς δὲ μεσότητος νεμέσεως καλουμένης , ὁ ἔχων | ||
| κήλησις μὲν οὖν ἐστιν ἡδονὴ δι ' ὤτων κατακηλοῦσα : ἐπιχαιρεκακία δὲ ἡδονὴ ἐπ ' ἀλλοτρίοις κακοῖς : τέρψις δέ |
| ΑΓ . Ὑποκείσθω δὲ ἡ ΑΒ κατὰ τὴν ἄνω θέσιν ἐσομένη ἐπὶ τὰ βόρεια μέρη τῆς καταγραφῆς . Ἔπειτα διελόντες | ||
| καὶ Θεολύτη μάλ ' εὐπρόσωπος καὶ καλή , ὑπέφαιν ' ἐσομένη δ ' Ὤκιμον λαμπρὸν πάνυ . Καί τοι πολύ |
| κοίτη ἐν ψύχει παχύνει , ἐν θερμῷ λεπτύνει . Ἄσκησις ὑγιείης , ἀκορίη τροφῆς , ἀοκνίη πόνων . Ἐν τῷ | ||
| καὶ ὑγιείης μᾶλλον ἢ νούσου , καὶ νούσου μᾶλλον ἢ ὑγιείης : τροφὴ γὰρ καὶ πνεῦμα . Ὑγρὴ τροφὴ εὐμετάβλητος |
| ἔχει ᾗ δεῖ ἕκαστα . ταῦτα γὰρ ἐδόκει μοι ἅμα ἐπιμέλεια εἶναι καὶ περίπατος . ἀγαθὸν δὲ ἔφην εἶναι γυμνάσιον | ||
| , δεῖ τινος κάλλους τῇ βραχύτητι , ὃ δὴ ποιεῖ ἐπιμέλεια . πρὸς δὲ τούτοις μάχεταί πως τῷ εὐτελεῖ τὸ |
| σφιν κακῶν ὕψιστ ' ἐπαμμένει παθεῖν , ὕβρεως ἄποινα κἀθέων φρονημάτων : οἳ γῆν μολόντες Ἑλλάδ ' οὐ θεῶν βρέτη | ||
| Πολυκράτης διεφθάρη κακῶς , οὔτε ἑωυτοῦ ἀξίως οὔτε τῶν ἑωυτοῦ φρονημάτων : ὅτι γὰρ μὴ οἱ Συρηκοσίων γενόμενοι τύραννοι , |
| νόμιμον παραβεβασμένον ὁμοίως καὶ φανερώτερον ἐνδείκνυται λέγων ἡ μὲν οὖν ἀσέλγεια καὶ πλεονεξία , ᾗ πρὸς ἅπαντας ἀνθρώπους Φίλιππος χρῆται | ||
| ὤτων ἀρξάμεναι τῆς διαφθορᾶς ἀπολώλασιν αἱ πλείους . ἡ γὰρ ἀσέλγεια [ καὶ δι ' ὤτων καὶ δι ' ὀφθαλμῶν |
| δὲ καὶ λόγων καὶ μαθημάτων . διὸ καὶ οὐδ ' ἐπείσακτός ἐστιν ὡς εἰπεῖν ἡ παιδεία ἐν ταῖς Ἀθήναις , | ||
| δὲ καὶ λόγων καὶ μαθημάτων . διὸ καὶ οὐδ ' ἐπείσακτός ἐστιν ὡς εἰπεῖν ἡ παιδεία ἐν ταῖς Ἀθήναις , |
| καὶ ἀντιπεπονθέναι τοῖς αὐτῶ μερέεσσιν : οὗτος γὰρ ἰσχυρὸς καὶ βέβαιος : τὸ δ ' ἀντιπεπονθέναι λέγω αὐτῶ καὶ ἄρχεν | ||
| κακοτεχνίας ὑγιῶς προστιθεμένου : ἐπιστήμης δέ : κατάληψις ἀσφαλὴς καὶ βέβαιος , ἀμετάπτωτος ὑπὸ λόγου . μουσικὴν μὲν οὖν καὶ |
| δύναται , κρῖναι δὲ ἕκαστα μὴ προσλαβοῦσα σύνεσιν ἑτέραν οὐκ αὐτάρκης . ἔτι διακριτέον εἰ πλείους αἰτίαι εἰσὶ περὶ ὧν | ||
| τὸ εὖ ζῆν : τελειότης κατ ' ἀρετήν : ὠφελία αὐτάρκης ζῴου . Μεγαλοπρέπεια ἀξίωσις κατὰ λογισμὸν ὀρθὸν τὸν σεμνότατον |
| μέν ἐστι κακία κεκριμμένη , κακοτροπία δὲ ποικίλη καὶ παντοδαπὴς πανουργία . κέλης καὶ ἐπακτροκέλης διαφέρει . κέλης μὲν γάρ | ||
| : πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία , οὐ σοφία φαίνεται . ὧν ἕνεκα πρῶτον καὶ |
| οἰκειακὰς λύπας . ἐπὶ δὲ νυκτερινῆς γενέσεως μετὰ σκυλμῶν καὶ μόχθων πράξεις καὶ στρατείας , ἀγαθούς τε καὶ ἐπικερδεῖς καὶ | ||
| ἀπαλλαγή ] ἐλευθερία τέρμα ] τέλος προκείμενον ] ἤγουν φανερόν μόχθων ] πόνων ἐκπέσῃ τυραννίδος ] βιαίως ἐκβληθήσεται τῆς βασιλείας |
| εὐταξία καὶ πρὸς τὰς ἡγουμένας τῆς ἐν αὑταῖς πολιτείας εὐπείθεια θαυμαστή τις , ἥ τε φιλοτιμία καὶ καθαριότης ἡ περὶ | ||
| , κινδύνων τε παραψυχὴ καὶ κατὰ νοῦν ἰόντος πλοῦ ψυχαγωγία θαυμαστή . πᾶσαι γὰρ ἀλλήλων ἔξω τε καὶ μέσαι εἰσὶν |
| ξύμφωνον χρείαν καὶ ξύμμετρον ἀπενείματο . πλουτοδότι βασίλεια θεῶν , Ἑρμοῦθι ἄνασσα , παντοκράτειρα , τύχη Ἀγαθή , μεγαλώνυμε Ἶσι | ||
| σοῦ τε τρυφῆς . Σῶν ] δώρων κἀμοὶ μετάδος , Ἑρμοῦθι ἄνασσα , σῶι ἱκέτηι ὄλβον καὶ ἅμα εὐτεκνίην . |
| εἰμὶ δειλότατος . οὐδαμῶς πάντων ] ἀπὸ Πενία ] ἡ πτωχεία καὶ ἔνδεια παραχρηστικῶς ἐξωλέστερον ] ἐξολοθρευτικώτερον παρὰ πολύ ] | ||
| ἐστὶν ἵνα ἔχῃ τὴν ἐφήμερον ζωήν : ὥστε ἄλλο ἐστὶ πτωχεία καὶ ἄλλο πενία . παράξενος γὰρ ἔνι ὁ βίος |
| ἡ δὲ δὴ ῥώμη κρατύνηται , ἐλπὶς μὲν διὰ χρόνου περιγεγενῆσθαι τῶν ἀνιαρῶν τὸν κάμνοντα , ἀσφαλοῦς τετυχηκότα δταίτης . | ||
| διὰ τὸ παρὰ γνώμην αὐτῶν πρὸς ἃ ἐφοβεῖσθε τὸ πρῶτον περιγεγενῆσθαι , καταφρονήσαντες ἤδη καὶ Σικελίας ἐφίεσθε . χρὴ δὲ |
| μὲν μυρίων , ἱππέων δὲ τετρακοσίων : ἠκολούθει δ ' ἀγοραῖος αὐτοῖς ὄχλος καὶ τῆς ἁρπαγῆς χάριν οὐκ ἐλάττων τοῦ | ||
| οἰκείως δὲ νῦν διὰ τὸν ἀλλαντοπώλην ἀγοραῖον εἶπεν . ΓΘ ἀγοραῖος ] ὁ ἐν ἀγορᾷ ἱστάμενος . κατάπαστος ] κατάμεστος |
| , καὶ διὰ τούτου τοῦ τρόπου ἡ μεγίστη καὶ συμφορωτάτη διόρθωσις γίνεται τῶν ἠθῶν . κρατίστους δ ' οἶμαι τῶν | ||
| πᾶσι κοινὰ ποιέουσα . μηροῦ δὲ κατάτασις μὲν ἰσχυρὴ καὶ διόρθωσις κοινὴ ἢ χερσὶν ἢ μοχλῷ , τὰ μὲν ἔσω |
| ἂν μὴν ὅλος διαδράμῃ : πᾶν δέ φησιν ἔργον ἡ μελέτη συναύξει . μελέτην δὲ λέγει τὴν περὶ ἑκάστου φροντίδα | ||
| ἡμέρας ἂν εἴη . Πολλῷ μέντοι ἡσσᾶται καὶ αὕτη ἡ μελέτη τῆς ἐξ ἀρχῆς τοῖσιν ὀθονίοισιν ἐπιδέσιος : κεῖνος μὲν |
| , ἅ , κἂν ἡσυχάζητε , ἑτέρων λεγόντων ἀκούσεσθε : προπέτεια τοίνυν ἐστὶ μετὰ ἀναισχυντίας , ὕβρις μετὰ βίας , | ||
| ἐχθροὺς εὐφράνηις . Πᾶσιν ἄρεσκε . Καλὸν ἡσυχία . Ἐπισφαλὲς προπέτεια . Ἀεὶ αἱ μὲν ἡδοναὶ θνηταί , αἱ δὲ |
| οὐ γὰρ ἀφώριστο τοῦτ ' εἶναι τὸ φιλοσοφεῖν , ἀλλὰ παιδεία τις ἦν , ἧς τούτοις οὐδ ' ὁτιοῦν μέτεστιν | ||
| ' αὐτῶν καὶ ἦθος ἐκδεχόμεθα , ἐφ ' ὧν κυρίως παιδεία καὶ τιθασσεία καὶ ἀγριότης λέγεται , κατὰ μεταφορὰν δὲ |
| , καὶ ἔστιν ἐν ἐκτάσει τοῦ ι . παρὰ τὴν ἀθεώρητος καὶ τὴν ἀθεωρήτου τὸ ἀθεωρητί , ἀκονιτί , ἀμογητί | ||
| εὐάγωγος ψυχή , ἀνήκοος μὲν καὶ ἄπειρος λόγων ἐρρωμένων , ἀθεώρητος δὲ τοῦ ἀληθοῦς , ἀπερινόητος δὲ τοῦ πατρὸς καὶ |
| ἡλικιωτῶν αὐτοὺς ἀναιρεῖ . . . : ὁ δὲ Θησεὺς ἔνεργος εἶναι βουλόμενος , ἅμα δὲ καὶ δημαγωγῶν ἐξῆλθεν ἐπὶ | ||
| ἄλλον τρόπον . . ἄλλο τι . . δραστήριος ] ἔνεργος ἐφεύρηται , ἢ ὅθεν καὶ τοὺς τοιούτους ἄνδρας δραστηρίους |
| ! ! ! ! ! ! ! ! ] καὶ μόνη τῶν [ πολεμίων ! ! ! ! ! ! | ||
| ἔφη Πυθαγόρας ὁ Σάμιος εἰκόνα πρὸς θεὸν εἶναι ἀνθρώπους , μόνη , ὡς ἔοικεν , ἐστὶν εὐποιία , πρὸς ἣν |
| σκληρότερόν τε καὶ ἀμφίβολον , πρὸς ἕτερα δὲ καὶ ἡ δόκησις : τὰ δ ' ἐκ τῶν ἄλλων τραχέα . | ||
| : ὅ ἐστι , παρακονῶμαι . ἢ οὕτως : ἡ δόκησις ἀκόνη μοι : ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , |
| , τὸν ὁμώνυμον τὸν θεῖον . πῶς οὖν ἂν εἴη ἐρημία , οὗ χορὸς τοιούτων ἕστηκεν ; Σαυτῷ καὶ νῦν | ||
| λάχανα οὐ θέλω . οὕτως καὶ σχολὴν οὐ θέλω , ἐρημία ἐστίν , ὄχλον οὐ θέλω , θόρυβός ἐστιν . |
| περὶ ἀναμνήσεως ἄπορος δοκεῖ εἶναι ὁ λόγος , εἰ ἡ παρηγορία τῶν συμπτωμάτων τῶν ἐνεστώτων ἐστίν , ἡ δὲ ἀνάμνησις | ||
| , νουθετεῖν , ἐπανορθοῦσθαι , σωφρονίζειν . παραμυθία παραμύθιον , παρηγορία , κουφισμὸς ἐπικουφισμὸς καὶ παρὰ Θουκυδίδῃ κούφισις , νουθεσία |
| οἱ ἄδειαν δοῖεν , μηνύσειν καὶ περὶ τῶν μυστηρίων , συνεργὸς ὤν , τοὺς ἄλλους τοὺς ποιοῦντας μεθ ' ἑαυτοῦ | ||
| : τὸ σύν κατὰ κοινοῦ , τουτέστιν : ὁ δὲ συνεργὸς συμπράσσων τῷ Ὀρέστῃ , ὁ πονηρὸς ἀνὴρ Φωκεὺς , |
| τῶν πολεμίων σάκη διασείων . σαυρωτῆρος τῆς ἐπιδορατίδος . σαώτερος σωτήριος . εἴρηται δὲ ἀπὸ τοῦ ἀπολελυμένου Αἰολικοῦ τοῦ σάος | ||
| ἀήρ ἀέρος ἀέριος , αἰθήρ αἰθέρος αἰθέριος , σωτήρ σωτῆρος σωτήριος : οὕτως οὖν καὶ ἀλιτήρ ἀλιτῆρος ἀλιτήριος . ἀπὸ |
| , ἐκποδὼν ἔλα . ὦναξ Παιάν , ἀπότροπος γένοιό μοι πημάτων . θαρσεῖτε Νυκτὸς τήνδ ' ὁρῶντες ἔκγονον Λύσσαν , | ||
| συμφορῶν γὰρ αἱ θεαὶ αἴτιαι . μὲν ] δέ . πημάτων ] συμφορῶν . σεσαγμένων ] σεσωρευμένων . λέγειν ] |
| λέγεται τὸ δεδεγμένον σῶμα τὴν ἀγαθότητα καὶ μετέχον αὐτῆς , ἀγαθότης δὲ οἷον οὐσία καὶ ὕπαρξίς τις οὖσα . Πέμπτον | ||
| ταύτην ἐφίστησι καὶ φρουρητικὴν δύναμιν ἡ τοῦ πρὸ πάντων ἑνὸς ἀγαθότης . οἱ δὲ διὰ τί φήσουσι τὸ ἓν καὶ |