, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ . Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία . Κόλαζε τὸν πονηρόν , ἄνπερ δυνατὸς ᾖ .
' οὖν καὶ ὃ δημοκρατία ὁρίζεται ἀγαθόν , ἡ τούτου ἀπληστία καὶ ταύτην καταλύει ; Λέγεις δ ' αὐτὴν τί
6926529 μετανοια
τῆς ὅλης πράξεως : ταχεῖα δὲ διὰ τὸ κέρδος ἐγένετο μετάνοια καὶ πρὸς αὑτὸν εἶπεν “ ἔστω καὶ αὐτὴ τῶν
καὶ βασανίζει , ὅτι ἥμαρτεν . βλέπεις οὖν ὅτι ἡ μετάνοια σύνεσίς ἐστιν μεγάλη , Διὰ τοῦτο οὖν , φημί
6697922 ὁμιλια
ὑποκρίσει τὸ σῶμα : καὶ μαλθακία ἡ μεθ ' ὑπεροψίας ὁμιλία . παίζων ποτὲ μὲν λέγει ἄνδρα , ποτὲ δὲ
καὶ εἰς ἔθος ἕκαστον κατακεχωρισμένον δεῖν εἶναι , ὅπως μήτε ὁμιλία μηδεμία ὀλιγώρως τε καὶ εἰκῆ γίνηται , ἀλλὰ μετ
6675160 διψυχια
ἀμφότερα οὖν λυπηρά ἐστι τῷ πνεύματι τῷ ἁγίῳ , ἡ διψυχία καὶ ἡ ὀχυξολία . ἆρον οὖν ἀπὸ σεαυτοῦ τὴν
γὰρ πίστις πάντα ἐπαγγέλλεται , πάντα τελειοῖ , ἡ δὲ διψυχία μὴ καταπιστεύουσα ἑαυτῇ πάντων ἀποτυγχάνει τῶν ἔργων αὐτῆς ὧν
6659631 χολων
θερμὰ , κἂν ἄλλοις ἄλλως περὶ τοῦ ἀέρος δοκῇ . χολῶν δὲ ἡ ξανθὴ καὶ θέρος καὶ πῦρ θερμὰ καὶ
τὸ ἀφέψημα προϲαντλούμενον ἐν ἀρχαῖϲ ὀνίνηϲιν καὶ τὰ διὰ τῶν χολῶν καὶ ὀποβαλϲάμου , μέλιτοϲ καὶ ἐλαίου παλαιοῦ καὶ τῶν
6619357 διαφθορα
δὲ καὶ ὁ Ζεὺς δυναμικώτερος ᾖ , ἐλάττων ἔσται ἡ διαφθορά . Εἰ δὲ ὁ Ζεὺς ὑπάρχει χρονοκράτωρ καὶ ὑπάρχουσιν
φιλοκερδής αἰσχροκερδής . καὶ τὰ πράγματα δωροδοκία , δεκασμός , διαφθορά , μισθαρνία μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις
6587200 ἀνιατος
: καὶ ἐν συνκοπῇ αἰσχρός : ἀνία ἡ λύπη , ἀνίατος τὶς οὖσα , ἡ δυσχέρως ἰωμένη : ἀκριβὴς παρὰ
τις ἀποδέξαιτο , ὅτι τὸ γῆρας , ἡ μακρὰ καὶ ἀνίατος νόσος , τοὺς τῶν ὀρέξεων ἐχάλασέ τε καὶ ἔλυσε
6581604 παραινεσις
εἰς σωφροσύνην μετέστησε . καὶ ἡ τῆς ὕβρεως δὲ ἀπάγουσα παραίνεσις εἰς τὴν αὐτὴν ἀρετὴν ἀνήκει . καὶ ταῦτα δὲ
αὖθις εἰς τὴν λιχνείαν κατολισθών , ἐμοὶ μὲν ἀποπεπλήρωται ἡ παραίνεσις , σὺ δὲ σεαυτὸν αἰτιάσῃ , ἄν γε καὶ
6553494 αἰσχροκερδεια
. πολὺ γὰρ ηὔξηται ἐν αὐτοῖς ἡ ἀδικία τε καὶ αἰσχροκέρδεια . ὁ δὲ Οἰδίπους [ δι ' ἐκπώματα ]
μισθοφορία , μισθοδοσία , πρᾶσις , ἀπόδοσις ἀπεμπόλησις , φιλοκέρδεια αἰσχροκέρδεια . ὁ δ ' ἐναντίος ἄδωρος , ἀδωροδόκητος ,
6552837 αὐταρκεια
φθονεῖται , Ὁ μέσως δὲ βίος κεκραμένος δίκαιός ἐστιν , αὐτάρκεια γὰρ πρὸς πᾶσιν ἡδονὴ δικαία . Πλειστάκις ἀδικούμενός τις
σὺ σῶσον νῦν τὴν Πολυξένην : ἀντὶ τοῦ παρατίθημι : αὐτάρκεια τῶν ἀποθανόντων μου τέκνων : † ταύτῃ γέγηθα :
6550751 πλεονεξια
πλεονεξία τις ἀγαθῶν εἶναι , ὡς εἴρηται . ἡ δὲ πλεονεξία τοῦ ἀγαθοῦ λέγεται . διὰ μὲν τοῦτο καλεῖται πλεονέκτης
ἀλλ ' οὐδὲ μέμνηται . Ἡ μὲν οὖν ἀσέλγεια καὶ πλεονεξία , ᾗ πρὸς ἅπαντας ἀνθρώπους Φίλιππος χρῆται , τοσαύτη
6546887 ὀξυχολια
πολλῇ , ἔχον τὴν εὐθηνίαν ἐν ἑαυτῷ . ἐὰν δὲ ὀξυχολία τις προσέλθῃ , εὐθὺς τὸ πνεῦμα τὸ ἅγιον ,
πνεῦμα τὸ ἅγιον καὶ ἐκτρίβει αὐτό . εἶτα πάλιν ἡ ὀξυχολία ὅταν κολληθῇ τῷ ἀνθρώπῳ περὶ πράγματός τινος , καὶ
6540454 ὑπερηφανια
ἁρπαγαί , ψευδομαρτυρίαι , ὑποκρίσεις , διπλοκαρδία , δόλος , ὑπερηφανία , κακία , αὐθάδεια , πλεονεξία , αἰσχρολογία ,
, τὸ πληγῆναι πολλάκις , εἰς δὲ τὴν τύχην αὐτὴν ὑπερηφανία , βαρύτης , μικρολογία . ἀδικώτατά μοι δοκοῦσιν ἐγκαλεῖν
6525692 ἀξιεραστος
Ἄνθρωπε , ὕδωρ ἔχεις , πλῦνον αὐτόν . ἰδοὺ νέος ἀξιέραστος , ἰδοὺ πρεσβύτης ἄξιος τοῦ ἐρᾶν καὶ ἀντερᾶσθαι ,
Μωυσέως γνωρίμων συνόλως θεοῦ προσρήσεως ἀλογεῖν : ἀξιονικοτάτη γὰρ καὶ ἀξιέραστος ἡ κλῆσις . εἰ δέ τις οὐ λέγω βλασφημήσειεν
6514926 μορους
ἐπὶ τοιούτῳ ἐτύχομεν μοναρχίας , οὐχ ὅπως ἑαυτῶν ἀπωσώμεθα τοὺς μόρους , ἀλλ ' ἵνα τῶν ἐπιεικεστάτων καὶ ὡς ἐπὶ
φαίνεται τὴν γένεσιν , ἐπειδὰν φῆι : γενόμενοι ζώειν ἐθέλουσι μόρους τ ' ἔχειν , μᾶλλον δὲ ἀναπαύεσθαι , καὶ
6509679 εὐψυχια
Ὑποτέτακται δὲ τῇ ἀνδρείᾳ καρτερία : θαρραλεότης : μεγαλοψυχία : εὐψυχία : φιλοπονία . Καρτερία ἐστὶν ἐπιστήμη ἔμμονος τοῖς ὀρθῶς
Ἅιδου καταδίκοις προσόμοια . καίτοι τίς προθυμία λαμπροτέρα , τίς εὐψυχία φανερωτέρα τίνων Ἑλλήνων ἢ καθάπαξ εἰπεῖν ἀνθρώπων ἐξετάζοντι φανήσεται
6480844 λυσιτελης
ψευδόμενος ἐπικαλεῖν , ἀπὸ τῶν οἰκείων παθῶν , ὡς οὐ λυσιτελής ἐστι πρὸς ὑγίειαν ἢ ζωήν . Γένοιτο δ '
ὑποσχέσεων ; εἰ οὖν αὐτὸς θάνοι , οὐδ ' ἡμῖν λυσιτελής ἐστιν ἡ ζωή . ἀλλ ' ἐξελοῦ τοῦτον τοῦ
6447273 βεβαιοτατος
κατὰ δύναμιν συμμαχήσειν . Καὶ ἦν αὐτοῖς τοῦτο ὅρκων ὁ βεβαιότατος . Ἐπὶ κνάφου ἕλκων : διαφθείρων . Τὸ γὰρ
Θεῷ δὲ οὐδὲν ἄδηλον οὐδὲ ἀκατάληπτον : ἰσχυρογνωμονέστατος γὰρ καὶ βεβαιότατος . Πῶς οὖν , τῆς αὐτῆς ὑπούσης αἰτίας ,
6431680 ἐπιβουλοτατον
δὲ ἐῶ καὶ μυθολογίαν ἄλλοις . ὅτι δέ ἐστι θηρίον ἐπιβουλότατον , καὶ νεκροῖς ἀνθρώποις ἐπιτίθενται γαλαῖ , καὶ μὴ
ἐστάλην , ὡς μὴ διαφθείρῃ σε τὸ κάκιστον τοῦτο καὶ ἐπιβουλότατον κτῆμα ὁ πλοῦτος , ὁ πολλοῖς πολλάκις αἴτιος ἀνηκέστων
6430201 ἀνενδοτος
ἄγειν : ἄλυπός ἐστι καὶ ἄφοβος καὶ ἀκοινώνητος κακῶν , ἀνένδοτος , ἀνώδυνος , ἀκμής , εὐδαιμονίας ἀκράτου μεστός :
σιδηρόφρων ] στερεός . σιδηρόφρων ] ἀπηνής . σιδηρόφρων ] ἀνένδοτος . σιδηρόφρων ] ἀνδρεῖος . σιδηρόφρων ] σκληρὸς καὶ
6425521 ἐφευρετων
. ἐκβολὰν φέρει ] ἔκπτωσιν ὑπομένει . . ἀλφηστῶν ] ἐφευρετῶν , πλουσίων . . ἐφευρετῶν , φρονίμων . .
ἀλφηστῶν ] ψηλαφητῶν , ἐρευνητῶν . ἀλφηστῶν ] πλουσίων , ἐφευρετῶν . ὄλβος ] δόξα . ὄλβος ] πλοῦτος ,
6424454 Εὐδαιμονια
πάνυ καλῷ ; Ἐμφαίνει οὕτως . Αὕτη τοίνυν ἐστὶν ἡ Εὐδαιμονία , ἔφη . Ὅταν οὖν ὧδέ τις παραγένηται ,
, τὴν δ ' εὐδαιμονίαν συνωνυμεῖν τῷ τέλει λέγουσιν . Εὐδαιμονία δ ' ἐστὶ τὸ ἄριστον ἐν τῷ βίῳ ,
6424209 ἱλαροτητα
. Καρδία ἐὰν ἅλληται , ἀγαθὸν δηλοῖ πᾶσιν : ἄλλοις ἱλαρότητα , δούλῳ ἐλευθερίαν , παρθένῳ νωθρείαν , χήρᾳ καὶ
ἂν ἀποβάλωσιν ἀφ ' ἑαυτῶν τὴν λύπην καὶ ἐνδύσωνται πᾶσαν ἱλαρότητα . Ἔδειξέ μοι ἐπὶ συμψελλίου καθημένους ἀνθρώπους , καὶ
6416888 κακηγορους
βλασφήμους . ὁ δὲ νοῦς : ἀκέρδεια εἴληχε πυκνῶς τοὺς κακηγόρους : ὅ ἐστιν , οἱ κακήγοροι τῶν ἀνθρώπων πυκνῶς
. ἔλαχεν , ἐκληρώσατο . . Κακηγόρος ] ἀντὶ τοῦ κακηγόρους ἐκβολῇ τοῦ υ Δωρικῶς ὡς τὸ ἐπιτηδές . .
6416007 χωριστη
κυβερνήτης τοῦ πλοίου . οὗτος γὰρ ἐντελέχεια μέν , ἀλλὰ χωριστή . τάχα δὲ καὶ περὶ πάσης τῆς ψυχῆς τύπῳ
ἐστί τινων πρὸς ἄλληλα . αὕτη οὖν ἡ ἑτερότης ἢ χωριστή ἐστι καὶ κατὰ συμβεβηκός , ἥτις πέφυκε χωρίζεσθαι ἐκείνων
6407190 φιληδονια
ἤδη τοὺς βίους , φιλαργυρία μὲν νόσημα μικροποιὸν ὄν , φιληδονία δ ' ἀγεννέστατον . οὐ δὴ ἔχω λογιζόμενος εὑρεῖν
τὰ κακά , φιλαργυρία τε καὶ φιλοδοξία καὶ φιλονεικία καὶ φιληδονία καὶ τἆλλα , ὁπόσα τούτοις ἐμφερῆ ἐστιν . ἕκαστος
6401956 προγνωσις
ᾖ τὸ νόσημα κἄν τε ὀλέθριον , ἀναγκαία ἡ τούτου πρόγνωσις ὥστε , κἂν ἀποτυχία τις ἔσται , διὰ τοῦ
ὀνόματι τὸ τῆς τύχης . λέγεται δὲ πρόνοια καὶ ἡ πρόγνωσις ὡς ἡ ἐτυμολογία τοῦ ὀνόματος δείκνυσι : πρόνοια γὰρ
6400672 ἀβεβαιος
στρατευμάτων : ἐφάνη δὲ καὶ ἄλλοτε , ὅτε Νέρων ἐκεῖνος ἀβέβαιος καὶ δόλιος ἤρχετο τῆς μανίας . Πρὸς τούτου ἀνατέλλουσιν
ἀδελφιδοῦς αὐτῷ , τῆς πατρίδος ὅτε μετανίστατο , συνεξεληλυθώς , ἀβέβαιος , ὑπαμφίβολος , ἀντιρρέπων ὧδε κἀκεῖσε , τοτὲ μὲν
6398510 ψυχομενη
αὐτῶν τὸ ϲῶμα καὶ διὰ τοῦτο καὶ δύϲκρατοϲ ἡ γαϲτὴρ ψυχομένη διὰ παντὸϲ ἐκ τοῦ μελαγχολικοῦ χυμοῦ ; διὰ τί
στοχαζόμενοι . πάσχει δὲ αὕτη ποικίλως , ἐγκαιομένη τε καὶ ψυχομένη , καὶ ὑπὸ ἀναθυμιάσεων τῶν ἐκ τῆς κοιλίας πληρουμένη
6393118 ἀπιουσης
ὃς προσιούσης μὲν τῆς Ἡμέρας ἐπὶ ταῖς παρουσίαις ἐφαιδρύνετο , ἀπιούσης δὲ ἀνίᾳ βαλλόμενος πένθιμον ἐπέστενεν καὶ μόνος ἐκ λίθων
μὲν πολλῆς στρατιᾶς ἐνταῦθα κειμένης , τῆς δὲ λοιπῆς ἀπρεπῶς ἀπιούσης , εἰ Τροία περισωθείη , πᾶσα τοῖς ἐναντίοις λύεται
6389119 ἡττωμενη
μὲν γὰρ φαύλη μόνου τοῦ σώματός ἐστι , τοῦ ἡδέος ἡττωμένη καὶ ταύτῃ βοσκηματώδης ὑπάρχουσα : ἡ δὲ ἀστεία ψιλῆς
, τὰ δὲ ὅταν καὶ οὕτω κρατῇ : ἄρκτος δὲ ἡττωμένη καὶ πάρδαλις νικωμένη τοῦ χορηγοῦντος ἐγκλήματα . ταύτην δὴ
6386817 χηρειαν
καὶ τὴν κάθαρσιν ἀπαραπόδιστον φυλαχθῆναι . πολλαὶ γοῦν διὰ μακρὰν χηρείαν στραγγῶς καὶ μετὰ πόνου καθαιρόμεναι γαμηθεῖσαι πάλιν ἐκαθάρθησαν ἀπαραποδίστως
τὴν ἐρημίαν καὶ τὰ ταύτῃ παρακολουθοῦντα : γυναικὸς πάλιν δὲ χηρείαν , καὶ ὅσα ταύτῃ παρακολουθεῖν πέφυκε . καὶ ἀπ
6386472 καταλειπουσα
τοῖς οἰκείοις καὶ φίλοις , ὡς ἂν εἴποι τις , καταλείπουσα τοῖς ἀγαπῶσι μνημεῖον . ὁ δὲ κόσμος ἦν περὶ
τε καὶ σύζευξιν ποιεῖσθαι χρεών . ἐὰν δὲ τελευτᾷ γυνὴ καταλείπουσα παῖδας θηλείας τε καὶ ἄρρενας , συμβουλευτικὸς ἂν εἴη
6377135 ἀμεριμνος
πόδας ἐπιθυμίας , ἡδίστην ἂν σχοίη τὴν μέριμναν , οἱονεὶ ἀμέριμνος λοιπόν ἐστιν . τὰ δ ' εἰς ἐνιαυτόν :
σάλην , ἣ σημαίνει τὴν φροντίδα . ἀσαλής : ὁ ἀμέριμνος . οὕτως Ἡρωδιανὸς καὶ Ἀπολλόδωρος . καὶ γὰρ ἀσαλέαν
6369213 ἀπροσιτος
σμικρὰ ἐκπίπτει , καὶ ἔστιν ἐκείνη μόνη ἡ ἀκτὴ ἁπασῶν ἀπρόσιτος . καὶ τοὺς * λάρους , οὓς ἅπαξ εὗρόν
ἀμαρύσσω : ἐξ οὗ καὶ ἀμάρυγμα . ἀμιχθαλόεσσα , ἡ ἀπρόσιτος : καὶ ἀμιγής : ὡς καὶ ὁ ποιητὴς ,
6364741 ἀκμαζουσα
καὶ μάλιστα εἴπερ καὶ ἡ κρᾶσις τοῦ πάσχοντος θερμοτέρα καὶ ἀκμάζουσα ἡ ἡλικία καὶ ὥρα θερινὴ καὶ ἡ προηγησαμένη δίαιτα
ὑπὸ τραυμάτων , ὁ δὲ ὑπὸ δίψης , καὶ γὰρ ἀκμάζουσα μεσημβρία περὶ τὴν πυγμὴν εἱστήκει , νεφέλη ἐς τὸ
6344818 εἰσαγωγιμων
καταξήρῳ , ξηρᾷ . πολυτελής : πολυδάπανος . ἐπακτῶν : εἰσαγωγίμων ἐξ ἀλλοδαπῆς . ἀντὶ τοῦ πόλις εἶναι : κἀγώ
, καὶ περὶ φυλακῆς τῆς χώρας , καὶ περὶ τῶν εἰσαγωγίμων καὶ ἐξαγωγίμων , καὶ περὶ νομοθεσίας τε καὶ τῶν
6337646 ἡμερουται
τὴν ἄλλην ἔχοντες θήραν διαφεύγουσιν . ὅτι ὁ σκύμνος αὐτῆς ἡμεροῦται καὶ μετὰ παίδων καὶ κυνῶν τρεφόμενος ἀγελάζεται . ὅτι
' ἄλλου εἰς ἄλλο μετέρχεται καὶ ἐκφεύγει . ὅτι οὐδέποτε ἡμεροῦται . ὅτι οἶδεν ὡς φοβεῖται ὁ λύκος τὴν σκίλλαν
6336825 πονηρια
μιμητὴν οὐκ ἔχων τῆς ἀκρασίας , μὴ προσλαβοῦσα γὰρ κοινωνὸν πονηρία μεῖζον ὄνειδος φαίνεται . Καὶ ταῦτα μὲν ὡς ἡμαρτηκότος
καὶ τοῦτο παράλογον , ὁ δεύτερος τέθυται . δῆλον ὅτι πονηρία τύχης ἐστὶν , οὐ κακίας ἐπιθυμία τῶν παίδων τὸ
6336507 κρατυνεται
, ἐπειδὴ περὶ τὴν δεκάτην ἡμέραν τὰ τῆϲ ῥινὸϲ ὀϲτέα κρατύνεται . ἔξωθεν δὲ τῷ λιχανῷ καὶ μεγάλῳ δακτύλῳ δεῖ
καὶ θνητῶν ἔκ τε προέσεως καὶ ὑποδοχῆς καὶ τρίτον ἀνταποδόσεως κρατύνεται , σπερμαινόντων μὲν τρόπον τινὰ τῶν αἰθερίων , ὑποδεχομένων
6334667 καθημερινη
ἡσυχία , πλουσίων ἐπιτήδευμα , [ πενήτων ἀδολεσχία ] , καθημερινὴ μελέτη . Αἰώνιος ὕπνος , ἀνάλυσις σώματος , ταλαιπωρούντων
] μείζονα χρημάτων αὐτοῖς εὐπορίαν ὑποτίθεται : ὁ γὰρ μισθὸς καθημερινὴ δόσις ἐστὶ χρημάτων , τὰ δὲ θεωρικὰ ταῖς ἱερομηνίαις
6317266 τιμηθησεται
ι ἔγγιστα . καὶ δηλοῖ ὡς ἐν τῷ τοιούτῳ ἐπιμερισμῷ τιμηθήσεται παρὰ βασιλέων καὶ ὠφεληθήσεται καὶ ἀπὸ δόξης εἰς δόξαν
. ὁ δὲ τὸν γʹ ἔσται μέγας καὶ ἰσοθέοις τιμαῖς τιμηθήσεται καὶ κοσμοκράτωρ ἔσται καὶ πάντα αὐτῷ ὑπακούσεται , ἔσται
6313513 πολυκοινους
οὖσα ἢ δισώμοις χρηματίζουσα μάλιστα ἐπὶ νυκτὸς πολυγάμους ποιεῖ καὶ πολυκοίνους , καὶ μάλιστα ἐὰν ὁ Ἑρμῆς αὐτῇ ὁμόσε τύχῃ
ἢ ψώρας , κατωφερεῖς δὲ καὶ ἐπιψόγους , ἀσελγεῖς , πολυκοίνους , ἀπὸ ἐνύγρων παθῶν ὀχλουμένους . κυριεύει δὲ στοιχείων
6300822 πολυφαγια
: θαυμαστὸν γὰρ ἦν καὶ περιβόητον παρ ' αὐτοῖς ἡ πολυφαγία . Μετὰ δὲ τὸ δεῖπνον σπονδὰς ἐποιοῦντο , οὐκ
. θαυμαστὸν γὰρ ἦν καὶ περιβόητον παρ ' αὐτοῖς ἡ πολυφαγία . μετὰ δὲ τὸ δεῖπνον σπονδὰς ἐποιοῦντο οὐκ ἀπονιψάμενοι
6296962 Πανταχου
καὶ τὴν τροπαῖαν πνεῖν περὶ Μακεδονίαν ὥσπερ σύμπτωμα θετέον . Πανταχοῦ γὰρ τῆς μεσημβρίας ἀπολήγει τὰ πνεύματα διὰ τὸν ἥλιον
μὲν οἱ ἄνθρωποι περὶ τῶν ὅρων τῆς γῆς διετάξαντο . Πανταχοῦ δὲ τοῦ ἀκαμάτου , ὃ ἔστι τοῦ ἀεικινήτου ,
6290514 εὐστοχια
τῇ φρονήσει εὐβουλία : εὐλογιστία : ἀγχίνοια : νουνέχεια : εὐστοχία : εὐμηχανία . Εὐλογιστία δέ ἐστιν ἐπιστήμη συγκεφαλαιωτικὴ τῶν
φάσις ἀπηρτισμένη : οὔτε τοίνυν ἐπιστήμη ἐστιν ἡ εὐβουλία οὔτε εὐστοχία οὔτε δόξα . ἀλλ ' ἐπεὶ ὀρθότης ἐστὶ βουλῆς
6286938 θυραια
συγγενεῖς τοὺς φίλους τὸν πλοῦτον τὰ τοιαῦτα , ἃ καὶ θυραῖα λέγεται διὰ τὸ ἐκτὸς εἶναι τῆς οὐσίας ἡμῶν ,
κατὰ τὸν βίον πράξεις τῶν ἀνθρώπων , ἐν αἷς τὰ θυραῖα ἀγαθὰ ὡς ὄργανα χρησιμεύουσι . τὸ δὲ κυρίως τῆς
6280479 λυπουμενη
Πελίου φόνον εἰς Κόρινθον ἀφίκετο : οὐχ ᾧ τρόπῳ σὺ λυπουμένη νομίζεις ὅτι τὸ μὲν σὸν μισῶν λέχος , ἐκείνης
ἡλικίαν κατοδυρομένη τὴν ἑαυτῆς καὶ ὅτι μέλλοι πρὸ ὥρας ἀποθανεῖσθαι λυπουμένη , πολλὰ δὲ Ἁβροκόμην ὡς παρόντα ἀνεκάλει . Ἐν
6277783 κακοτεχνια
τυγχάνοι . ἔστι δέ τι παράκομμα ταύτης , κυριώτατα φάναι κακοτεχνία , ἣν μηναγύρται καὶ βωμολόχοι μετίασι καὶ γυναίων καὶ
πάντως τὰ πολλὰ καὶ μεγάλα τέχνην ποιεῖ , ἐπεὶ καὶ κακοτεχνία ἐκ πολλῶν μὲν ἔστιν ὅτε καὶ μεγάλων συνέστηκεν :
6270260 ἀτυχες
ὁ τῆς κόρης ἔλεος δεινὰ καὶ πέρα δεινῶν διὰ τὸ ἀτυχὲς κάλλος παθούσης , οὓς δ ' αὐτὸς ὁ τῆς
ὤνησεν ὁμολογουμένως πάντα τὰ πράγματα καὶ φερομένην τὴν πόλιν εἰς ἀτυχὲς πτῶμα ὤρθωσεν , ἀρχὴν ἀπεδείξατε μίαν αὐτοκράτορα πολέμου καὶ
6267574 εὐνοουντας
κατὰ τὰς ἐπιβολὰς κατὰ τὸ πλεῖστον ἐπλεονέκτει , πολλοὺς ἔχων εὐνοοῦντας καὶ προθύμως διακινδυνεύοντας . ὁ δ ' οὖν Περδίκκας
μὲν οὖν οὐκ ἄν τις εἴποι φίλους , τοὺς δὲ εὐνοοῦντας μὲν ἀλλήλοις , μὴ λανθάνοντας δὲ φίλους ῥητέον .
6260355 εὐτελεια
σχῆμα τοῦ λόγου . τῇ γὰρ ἀντιπαραθέσει τοῦ ἥττονος ἡ εὐτέλεια δείκνυται . καταγλωττισμάτων : εἶδος φιλημάτων περιεργότερον τὸ καταγλώττισμα
. Οἰκεῖαι δέ εἰσιν αὐτῆς : αὐστηρία : ἐγκράτεια : εὐτέλεια : λιτότης : κοσμιότης : εὐταξία : αὐτάρκεια .
6260350 σαινουσα
: ἡ ἐκ θεοῦ , φησίν , ἀπάτη ὡς φιλόφρων σαίνουσα καὶ ὑποθέλγουσα κατὰ τὴν ἀρχὴν ἐμβιβάζει τὸν ἄνθρωπον εἰς
ἀπατᾷ τοὺς θηρευτὰς κύνας δι ' ἀνέμου γαστρὸς πλανῶσα καὶ σαίνουσα εἰς συνουσίαν : συγγινομένη γὰρ κυνὶ τίκτει τὸν καλούμενον
6257866 εὐηργετει
ἐπὶ τέλος ἄξειν . διὸ καὶ πάντας ἐκ τῶν ἐνδεχομένων εὐηργέτει , τοὺς μὲν χρημάτων δωρεαῖς ἐκθεραπεύων , τοὺς δὲ
καὶ σωματοφύλακας καὶ τῆς μελλούσης τυραννίδος συνεργοὺς ἐκ τῶν δημοσίων εὐηργέτει χρημάτων : καὶ νόμου κατάλυσιν εἶναι φανερὰν ταύτην λέγω
6256501 πλανωσα
. Ἀπάτη καλεῖται , φησίν , ἡ πάντας τοὺς ἀνθρώπους πλανῶσα . Εἶτα τί πράττει αὕτη ; Τοὺς εἰσπορευομένους εἰς
κόλαξ πολλὰς αἱρέσεις ἀγαθῶν ἐπιδείκνυσιν ὧν οὐκ ἔστι λαβέσθαι : πλανῶσα δὲ τοὺς πλείστους διακρατεῖ , οἱ δὲ καίπερ ἀδικούμενοι
6255873 προπηλακισμος
ὑπεροψία , προπέτεια βαρύτης , πληγαί , αἰκίαι αἰκισμός , προπηλακισμός . κακήγορος , κακολόγος αἰσχρολόγος , βλάσφημος , λοίδορος
. λέγεται καὶ δισυλλάβως πρωΐ . προπηλάκισις : οὐ μόνον προπηλακισμός . Ῥαδάμανθυς τοὺς τρόπους : ῥηθείη ἂν ἐπί τινος
6254977 Φαντασια
γε ” φαίνεται “ αἰσθάνεσθαί ἐστιν ; Ἔστιν γάρ . Φαντασία ἄρα καὶ αἴσθησις ταὐτὸν ἔν τε θερμοῖς καὶ πᾶσι
τόπου τῆς μάχης . Προτροπὴ εἰς ἀνδρείαν καὶ πειθανάγκην . Φαντασία πλήθους . Φαντασία ὀλιγότητος . Τακτικά . Περὶ τῆς
6254228 ὀπιζομενη
οὕτως : Ἄγει δὲ ἑαυτὴν ἡ χάρις ἀντὶ ἔργων φίλων ὀπιζομένη καὶ ὄπισθεν ἐρχομένη ποίτινος καὶ ἀμει - πτική :
τοὺς Λοκροὺς χάριν ὁμολογεῖν τῷ Ἱέρωνι , προευεργετήσαντι αὐτούς . ὀπιζομένη ἤτοι ἐπιστρεφομένη : ἢ ὅτι μετὰ αἰδοῦς καὶ θράσους
6230312 ἐνιαυσιαι
Σελήνης ἐτῶν κεʹ τὸ τέταρτον Ϛʹ ἔτη μῆνες γʹ , ἐνιαύσιαι δὲ ἡμέραι οʹ ἥμισυ τρίτον . γίνονται ὁμοῦ [
Φόρβαντος , ἄρχοντος δὲ διὰ τοῦ αὑτοῦ βίου παντός : ἐνιαύσιαι γὰρ οὐκ ἦσάν πω τότε Ἀθηναίοις αἱ ἀρχαί ,
6229018 καταλυσις
ταῖς Ἡροδότου καθυστερούσαις τῶν χρόνων Εὐριπίδου ; σταθμός ] στρατιωτικὴ κατάλυσις . σταθμὸς καὶ αἱ καταλύσεις καὶ τὰ καταγώγια τῶν
ἀλλ ' ἀπαλλαγάς . τίς οὖν ἡ βεβαία τοῦ πολέμου κατάλυσις ἔσται καὶ τί παρασχόντες εἰς τὰ πράγματα ἑκάτεροι νῦν
6228915 ἐπαινουμενη
ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει . ἀνδρεία μὲν γάρ ἐστι δύναμις σώματος ἐπαινουμένη : ἀνδραγαθία ? δὲ καὶ τὴν ψυχικὴν ἀρετὴν ἔχει
ἀνδραγαθία ἀνδρείας διαφέρει . ἀνδρεία μὲν γάρ ἐστι δύναμις σώματος ἐπαινουμένη : ἀνδραγαθία δὲ τῆς κατὰ ψυχὴν ἀρετῆς μαρτυρία .
6223874 μειονεξια
τοῖς κακοῖς , πάλιν ἐν τοῖς ἀντικειμένοις ἐκείνοις τοῖς ἀγαθοῖς μειονεξία . τοῦτο δὴ πρῶτον ἔδειξε . διὸ διττὸν τὸ
τὸ πλεονάζον κακία ἡ πλεονεξία , κατὰ τὸ ἐλλεῖπον δὲ μειονεξία : ἀνδρείας δὲ κατὰ τὸ πλεονάζον θρασύτης , καὶ
6221061 παγκακιστε
οὐκέτ ' , ἀλλὰ πρόσθεν οὗτός ἐστι σοῦ . ὦ παγκάκιστε , ποῦ ποτ ' εἶ ; τηλοῦ σέθεν φυλακαῖσι
Εἴπερ γυνὴ σύ : σοῦ γὰρ οὖν προκήδομαι . Ὦ παγκάκιστε , διὰ δίκης ἰὼν πατρί ; Οὐ γὰρ δίκαιά
6220449 οἰησιν
καὶ ὁμιλήσει βασιλεῦσι καὶ ἄρχουσι καὶ ἐν εὐεξίᾳ ἔσται καὶ οἴησιν ἕξει περὶ αὐτοῦ καὶ τῷ οἰκείῳ λογισμῷ ἀρκεσθήσεται μὴ
ἐστίν . Τί πρῶτόν ἐστιν ἔργον τοῦ φιλοσοφοῦντος ; ἀποβαλεῖν οἴησιν : ἀμήχανον γάρ , ἅ τις εἰδέναι οἴεται ,
6220264 ταπεινωσις
τοῦ Κυρίου . Ἡ δικαιοσύνη ἐκβάλλει τὸ μῖσος , ἡ ταπείνωσις ἀναιρεῖ τὸ μῖσος . Ὁ γὰρ δίκαιος καὶ ταπεινὸς
καὶ εἰ μὴ ἡ μετάνοια σαρκός μου , καὶ ἡ ταπείνωσις ψυχῆς μου , καὶ αἱ εὐχαὶ Ἰακὼβ τοῦ πατρός
6219225 αὐθαδεια
τρόπου . . . . ἀπαυθαδιάζω : ἐκ τοῦ αὐθάδης αὐθάδεια αὐθαδιάζω καὶ ἀπαυθαδιάζω . τοῦτο δέ , ὅτι αὐτοαδής
ἐπιστήμης τὸ προειδέναι μετιοῦσιν ἡ τῶν προχείρων τὰς προγνώσεις διαβάλλειν αὐθάδεια . Οἵ τε γὰρ οἱουσδήτινας σχηματισμοὺς ἀστέρων καὶ ποιότητας
6216648 αὐξανομενη
τοῖς κριτηρίοις χωρὶς τῶν δ κέντρων οὕτως . Σελήνη γὰρ αὐξανομένη λαμβάνεται εἰς τὸν διώκοντα , ὁ δὲ Ἥλιος εἰς
, ποτὲ δὲ τὰ συνήθη πράττοντος αὐτοῦ δυναμένου κατὰ μικρὸν αὐξανομένη . καὶ οὔτε ἀναπτύουσιν οὐδὲν οὐδὲ ψόφον τινὰ οὐδὲ
6212533 φθαρτη
τρεῖς , μία μὲν αἰσθητήἧς ἡ μὲν ἀΐδιος ἡ δὲ φθαρτή , ἣν πάντες ὁμολογοῦσιν , οἷον τὰ φυτὰ καὶ
εἰ γὰρ καὶ ἀπαθὴς αὐτός , ἀλλ ' ἡ φαντασία φθαρτή : ταύτης δὲ χωρὶς οὐ νοεῖ ἢ συνεργούσης ἢ
6210676 ἐγγενομενη
; Ἀρετὴ μὲν οὖν εἰς τέλος προιοῦσα καὶ ἐν ψυχῇ ἐγγενομένη μετὰ φρονήσεως θεὸν δείκνυσιν : ἄνευ δὲ ἀρετῆς ἀληθινῆς
διαφορουμένης τῆς ὑγρότητος . τὸ γοῦν μέρος , τουτέστι ἡ ἐγγενομένη θερμότης , μέρος τι ὁμώνυμον ἐποίησεν ἑαυτῇ , τουτέστι
6210171 ἐπετηδευετο
καὶ τὴν ἄλλην δίαιταν ἐς τὴν τῶν πολεμίων οὐκ ἀφανῶς ἐπετηδεύετο . τελευτήσαντος δὲ Ἀλεξάνδρου καὶ ζῆλον ἐποιεῖτο , εἰκάζων
καὶ τῷ νοεῖν . Αὕτη μὲν οὖν ἡ διὰ μουσικῆς ἐπετηδεύετο αὐτῷ κατάρτυσις τῶν ψυχῶν : ἄλλη δὲ κάθαρσις τῆς
6204492 ὑφορασις
διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τινος ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον ταχθεῖσα . ὑπόσχεσις ἐπαγγελίας
διαφέρει . ὑποψία μὲν γάρ ἐστι κακοῦ τις ὑπόνοια , ὑφόρασις δὲ δόξα ἐπὶ τὸ χεῖρον . ὑπάρξαι τό τε
6203271 φιλοχρηματια
ὁμολογήσαντες παραδώσειν Ἀθηναίοις τὴν πόλιν , ὕστερον μετέγνωσαν . Ἁ φιλοχρηματία Σπάρταν ἕλοι , ἄλλο δὲ οὐδέν : ἐπὶ τῶν
τὸ θυμικὸν δειλία , κατὰ δὲ τὸ ἐπιθυμητικὸν φιληδονία καὶ φιλοχρηματία , κατὰ δὲ πάσας ὁμοῦ τὰς δυνάμεις ἀδικία .
6199264 ἀποτευξιν
ὣς δὲ καὶ Ἑρμείῃ συναφὴν δυτικῷ γεγαῶτι ἑσπερίῳ τεύξασα κακῶν ἀπότευξιν ἔδωκεν . μέσσοις δ ' ἐν ζῴοισιν ἀφ '
δυνάμεις , ὡς ἐνδεχόμεναι καὶ τὸ ἐπαμφοτερίζειν ἔχουσαι περί τε ἀπότευξιν καὶ κατόρθωσιν : ἁπλῶς δὲ ὕλην λέγομεν τὴν πᾶσι
6198730 ἀδοκιμος
ὁ γεγωνὼς λόγος : οὗτος δὲ ἢ ἀκριτόμυθός ἐστι καὶ ἀδόκιμος ἢ κεκριμένος καὶ δόκιμος : εἰς ἔννοιαν δ '
δόξα ἔπαινος : καὶ ἐμὲ ἀλᾶσθαι ἥτις ἔσωσά σε : ἀδόκιμος φαῦλος : σημεῖα γάρ ἐστι τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ
6189098 πλεαν
φασκ ' ἀνὴρ οὐδὲν ποιῶν . Ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . Ἴσως πυρορραγὲς κακῶς τ ' ὠπτημένον .
χορὸν λυδιστὶ τιλλουσῶν μέλη πονηρά . ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . μακάριος τῶν παιδικῶν ὥσπερ ὁ Περσικὸς ὥραν
6188659 ἐπιτιμησις
ἐπίληπτον φρίξας εἰς κόλπον πτύσαι . Ἔστι δὲ ἡ μεμψιμοιρία ἐπιτίμησις παρὰ τὸ προσῆκον τῶν δεδομένων , ὁ δὲ μεμψίμοιρος
λόγου δεῖ προηγεῖσθαι . Ἔστι δὲ ταῦτα : εἰρωνεία , ἐπιτίμησις , παράλειψις , διαπόρησις , ἀποστροφή , προδιόρθωσις ,
6185056 θλιψις
τουτέστιν , ὁμοῦ προσεγένετό μοι καὶ ἡ ἡδονὴ καὶ ἡ θλίψις διὰ σέ . Ἄλλως . τὸ δισσὸν μέλος ἐπῆλθε
. . ταῦτά τοι πλανωμένη ] οὐκέτι ἡ ὑποκειμένη μοι θλίψις περὶ ἓν ἵσταται , ἤτοι οὐκ ἐφ ' ἑνὶ
6182998 προσδοκωμενος
ἐπαγγελίαν . ἕκαθε γὰρ ἐπελθὼν ὁ μέλλων χρόνος : ὁ προσδοκώμενος μετὰ τὴν ὑπόσχεσιν ἔσεσθαι , καθ ' ὃν ἀποδίδωσι
ὁ μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπίσημος , ἐπίδοξος δὲ ὁ προσδοκώμενος . ἑταῖρος καὶ φίλος διαφέρει . ὁ μὲν γὰρ
6182671 καματους
' ἔσφηλαν κτεάνων τ ' ἄπο πάμπαν ἄμερσαν , καὶ καμάτους βιότοιο χάριν μόχθους τ ' ἐπάγουσιν . ταῦτα δέ
ὡς μὴ μόνον αὐτοὺς φόβῳ καὶ νόμῳ ἀντέχειν πρὸς τοὺς καμάτους , ἀλλὰ καὶ μιμήσει καὶ ζήλῳ τοῦ βασιλέως .
6182501 τελειοτης
τελεία . διὸ ἐνεργεῖ μὲν καὶ ἐν τῷ ἐνεργεῖν ἡ τελειότης : ἐπεὶ δὲ καὶ ὅταν ἐπίστηται οὐ πάντως ἐνεργεῖ
, κίνησιν λέγω καὶ τελειότητα τῆς δυνάμεως . πᾶσα γὰρ τελειότης σῴζει ὃ τελειοῖ : ἕως μὲν γὰρ ἡ δύναμις
6179004 ποησει
ὦνδρες , ἥκει ἄγων ὁ δεσπότης , ὃς ὑμᾶς πλουσίους ποήσει . Ὄντως γὰρ ἔστι πλουσίοις ἡμῖν ἅπασιν εἶναι ;
ἐνημμένῳ κάλλιστα χρήσομαι τάλας ; Οὗτος μὲν οὐ μή σοι ποήσει ζημίαν . Ἀλλ ' αἶρέ μοι τοῦτόν γε τῆς
6178356 ἀφανισμους
] ταραχάς . ἀναστάσεις ] † καταβολάς , ἀνατροπάς , ἀφανισμούς . ἀντιστροφὴ κώλων Ϛʹ . ἔμαθον ] οἱ Πέρσαι
πρὸς τὰ τῶν ἀδελφῶν αἰκίσματα . οὐλόμενα δὲ διὰ τοὺς ἀφανισμούς : γράφεται δισσῶν : τυφλὸν ὄμμα : κλητική :
6177360 χρονιζουσα
τίκτειν ὕδερον : πᾶσα γὰρ εἴτε θερμὴ δυσκρασία εἴτε ψυχρὰ χρονίζουσα καὶ ἐπικρατοῦσα καταβάλλει τὴν δύναμιν καὶ τὴν τροφήν .
ἔχουσα τὸ πονοῦν σύντομον ἔχει τὸν χρόνον , ἡ δὲ χρονίζουσα περὶ τὴν σάρκα ἀβληχρὸν ἔχει τὸν πόνον . Ἀδικοῦντα
6176291 ὁρμωσαν
τοῦ ἐπιθυμητικοῦ καθ ' ἣν κατέχουσι τῷ λογισμῷ τὴν ἐπιθυμίαν ὁρμῶσαν ἐπὶ φαύλας ἡδονάς . ἔργα δὲ αὐτῆς : τὸ
κράδης δὲ ἤτοι ἀγρίας συκῆς . * κυέουσαν : ἔγκαρπον ὁρμῶσαν εἰς βλάστην , ἣ εἰς τοὺς ὀλύνθους προβάλλεται *
6176034 συγγνωστος
λιμὸν καὶ τὴν τῶν ἀναγκαίων ἐπιθυμίαν τε καὶ ἀπορίαν ἁμαρτάνων συγγνωστός , ὁ δὲ τοιᾶσδέ τινος ἐπιθυμίᾳ τροφῆς καὶ τοιοῦδέ
δύο μακρῶν καὶ βραχείας , – – ˘ , οἷον συγγνωστός : μολοττὸς , ὁ ἐκ τριῶν μακρῶν , –
6175297 κακοπαθεια
. συκῆς ἐρριμμένου : τῆς ἀγρίας συκῆς . σπουδή : κακοπάθεια , ὡς καὶ Ὅμηρος : σπουδῇ τ ' ἐξήλασσαν
δυσαέος . ” δύσπαρι δυσώνυμε , κακῶς παρωνομασμένε . δύη κακοπάθεια : “ ἦ γάρ με δύη ἔχει πολλή .
6173351 ἀγαυρος
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
πετάλοισιν ἀγαυρόν : εὐαυξῆ εὐθαλῆ * ἀγαυρόν : ὑψηλόν . ἀγαυρὸς κυρίως ὑπερήφανος πεδόεσσα ἤτοι χαμαιπετής , χαμηλή : διὸ
6173311 ἀνεπεισας
ἐπικουρίαν , οἵοις δὴ φαρμάκοις καὶ τοὺς παρ ' ἡμῖν ἀνέπεισας τὴν τῶν λαμβανόντων ἡδονὴν ἐν τῷ διδόναι τοῖς ἀσθενεστέροις
πόλιν ἁμαὶ Σθενέβοιαι ; Ὅτι γενναίας καὶ γενναίων ἀνδρῶν ἀλόχους ἀνέπεισας κώνεια πίνειν αἰσχυνθείσας διὰ τοὺς σοὺς Βελλεροφόντας . Πότερον
6170490 ἀφανιστικος
. Ξ λύκειος ] ἄγριος , ἀφανιστής . λύκειος ] ἀφανιστικός , τιμωρητής . λύκειος ] ἀπηνής . λύκειος ]
καθόλου δὲ ὁ Ἄρης μεσουρανῶν ἢ ἀντιμεσουρανῶν παρ ' αἵρεσιν ἀφανιστικός ἐστι τῶν κτημάτων . Ἡ Ἀφροδίτη ὡροσκοποῦσα ἢ ἐπαναφερομένη
6165014 ἀθεοτης
καὶ ἀνοσιότης καὶ ὀλιγωρία περὶ τὸ θεῖον καὶ θεοβλάβεια καὶ ἀθεότης . ῥήματα δὲ εὐσεβεῖν , ὁσιοῦν , σέβειν ,
ἀτόπων τὸ σμῆνος τό τε τῆς ἀνομίας ταύτης κεφάλαιον , ἀθεότης . εἰ δὲ φθείροιτο μὲν τὸ σῶμα καὶ χωροίη
6162855 ἐπιβοητος
ἐκ διαδοχῆς οὖσα . διαβόητος ὁ ἐν ἀρετῇ ἐγνωσμένος , ἐπιβόητος ὁ μοχθηρὰν ἔχων φήμην . δικαστὴς ὁ κατὰ νόμον
, διέφθορας , διεφθάρης τὰς σαυτοῦ φρένας . διαβόητος καὶ ἐπιβόητος διαφέρει . διαβόητος μὲν γάρ ἐστιν ὁ ἐπ '
6159895 ἀθυμια
ὁδοὺς μήτε ὁλοσχερῶς τὰς ἰδιότητας τῶν τόπων θεωρεῖσθαι . διόπερ ἀθυμία τὸ στρατόπεδον ὑπεδύετο καὶ δέος , ἀνακάμπτειν μὲν εἰς
ὄκνος , δέος , ὀρρωδία , εὐλάβεια , δειλία , ἀθυμία , ἀνανδρία , ἔκπληξις , φρίκη , τρόμος ,
6157508 ἐμπλαστικης
μέν ἐστιν ἀδήκτου καὶ μετρίως ξηραντικῆς , οὐσίας δὲ παχυμεροῦς ἐμπλαστικῆς . Καννάβεως ὁ καρπὸς ἄφυσός τε καὶ ξηραντικός ἐστιν
τὰς θερμὰς φλεγμονὰς ἐμψύχει . Κόμμι ξηραντικῆς τέ ἐστι καὶ ἐμπλαστικῆς δυνάμεως : καὶ δῆλον ὅτι καὶ τραχυτήτων ἰατική .
6154483 Γαστρος
καὶ κορύζαις : οὐ μὴν φαλακροῦνταί γε οἱ τοιοῦτοι . Γαστρὸς γνωρίσματα τῆς μὲν φύσει ξηροτέρας , εἰ ταχέως διψώδεις
δ ' ἀτάλαντον πρέσβυν ὁμήλικα πατρὸς ἴσαις τιμαῖσι γέραιρε . Γαστρὸς ὀφειλόμενον δασμὸν παρέχειν θεράποντι . δούλωι τακτὰ νέμοις ,
6152723 ψευδολογια
ἔφη . καὶ τὸ πρᾶγμα συκοφαντία , ἐπηρεασμός ἐπήρεια , ψευδολογία , ψευδομαρτυρία : Κρατῖνος δὲ καὶ ψευδομαρτύριον εἴρηκεν .
πολυτροπία , κακουργία , ῥᾳδιουργία , πονηρία , πανουργία , ψευδολογία , καπηλεία , πρᾶσις , μεταβολή , μισθαρνία μισθοφορία
6151487 πολυπραγμοσυνῃ
δὲ τῷδε καὶ ἄρχειν ἑτέρων δικαιοῦσα , καὶ γινώσκουσα ὡς πολυπραγμοσύνῃ μὲν βεβαιοῦται ἀρχὴ πᾶσα , ἀπραγμοσύνῃ δὲ φθείρεται :
. ξανθὴ δὲ ἦν αὐτῆς ἡ κόμη οὔ τι που πολυπραγμοσύνῃ γυναικείᾳ καὶ βαφαῖς ἅμα καὶ φαρμάκοις , ἀλλ '
6147306 ἐμποδισμος
. διὰ τοῦτο ὅπου ἡ σπουδή , ἐκεῖ καὶ ὁ ἐμποδισμός . θέλεις τὰ μὴ ἐπὶ σοὶ ἐξ ἅπαντος ;
παρερχόμενον εὐτύχημα . Μισούμενον ἀγαθόν , ὑγείας μήτηρ , ἡδονῶν ἐμποδισμός , ἀμέριμνος διατριβή , δυσαπόσπαστον κτῆμα , ἐπινοιῶν διδάσκαλος
6142096 ἀενναων
γὰρ τὸ μὲν ἐπανορθώσεως ἀξιωθῆναι , τὰς δὲ πηγὰς τῶν ἀεννάων αὐτοῦ χαρίτων ἀμιγεῖς κακῶν | οὐκ ὄντων μόνον ἀλλὰ
συνεχῶς καὶ φιλόδωρος ἀνελλιπῶς ; ὅθεν ὄντως ἀγαθῶν ἀφθόνων καὶ ἀεννάων αἴτιος τελειότατος τοῖς εὐδαιμονοῦσι . βασιλεῖ δὲ πεπιστευκέναι μὴ
6135097 ἀπαρηγορητον
μὴ φρονῶν ἀλαζονείᾳ καὶ ψόφοις ἁλίσκεται . Μόνος ἔστ ' ἀπαρηγόρητον ἀνθρώποις ἔρως . Ἔστι δέ γυνὴ λέγουσα χρήσθ '
τὸν ἀέρα θρήνων ἐπλήρουν καὶ στεναγμὸς ἦν αὐτοῖς διηνεκὴς καὶ ἀπαρηγόρητον δάκρυον . Τότε καὶ κόραι πολλαί , μήπω πρότερον
6134989 ὑπονοια
ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς , ὅτι οὗτος ψεύδεται , ταῦτα δὲ ὑπόνοια οὐδεμία ἔσται , φανερῶς δὲ ἐπιδείξω τὴν τούτου ἀναισχυντίαν
ἐστι τοῖς πολλοῖς , ἐχαρίσαντο , καὶ οὐκ ἔστιν ὑμῖν ὑπόνοια τοῦ λοιποῦ θανάτου ἐξ ἐπιβουλῆς , οὐδέ τις ἄλλη
6134632 διαλεληθε
γαστρὶ καὶ μηροῖς ἀποκέκρυπται , μή που τις βραχεῖα λώβη διαλέληθε . τὸ δ ' ἀκριβὲς καὶ περιττὸν τῆς ἐξετάσεως
φυτοῦ κυνόσπαστος ὃ μεθ ' ἡμέραν μὲν ἐν τοῖς ἄλλοις διαλέληθε καὶ οὐκ ἔστι πάνυ τι σύνοπτον , νύκτωρ δὲ

Back