λόγον λαβεῖν τί εἴρηκεν , ἑτέρῳ πεπλήξῃ καινῶς μετωνομασμένῳ . περανεῖς δὲ οὐδέποτε οὐδὲν πρὸς οὐδένα αὐτῶν : οὐδέ γε
ὅ τι εἴρηκεν , ἑτέρῳ πεπλήξῃ ὀνόματι δυσκολώτερον ὠνομασμένῳ . περανεῖς δὲ οὐδέποτε οὐδέν , οὐδὲ αὐτὸς ὁ λέγων ἐκεῖνος
5744113 ἀκιδνοτερον
ἀκήριος βʹ : ἀψυχοποιός . ἢ ἄνευ θανατηφόρου μοίρας . ἀκιδνότερον γʹ : τὸ ἀσθενέστερον . τὸ εὐτελέστερον . καὶ
πολυκοιρανίη , εἷς κοίρανος ἔστω , ὑπερβολικαὶ δὲ οἷον οὐδὲν ἀκιδνότερον γαῖα τρέφει ἀνθρώποιο . Ἡ δὲ ἐργασία παραπλησία τῆς
5529849 διαπρεπον
τὴν ψυχὴν εἶναι ἐράσμιον : τί τὸ ἐπὶ πάσαις ἀρεταῖς διαπρέπον οἷον φῶς ; Βούλει δὴ καὶ τὰ ἐναντία λαβών
. ἔθετ ' ] ἐποιήσατε . ἄελπτον ] ἀνέλπιστον . διαπρέπον ] μέγα . δέδορκεν ] ἐθεάσατο . ἄτα ]
5494170 εἰϲπνοηϲ
χυμῶν . μείζονα γὰρ γνωϲτέον ἐϲομένην τὴν ἐκ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ ὠφέλειαν ἤπερ τὴν ἐκ τῆϲ τοῦ δέρματοϲ ἐμψύξεωϲ .
: οὕτω δὲ καὶ οἱ ἐναντίωϲ ἔχοντεϲ ὑπὸ τῆϲ ψυχρᾶϲ εἰϲπνοῆϲ αἰϲθητῶϲ ἀνιῶνται , καὶ μέγιϲτόν ἐϲτι γνώριϲμα τοῦτο τῆϲ
5417355 ἀπληστων
κατακαίριον εἶπεν . Πτωχοῦ πήρα οὐκ ἐμπίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Ποικιλώτερος ὕδρας : ἐπὶ τῶν δολερῶν . Πῦρ
οἱ γεννήτορες . Πτωχοῦ πήρα οὐ πίμπλαται : ἐπὶ τῶν ἀπλήστων . Πύθια καὶ Δήλια : ἐπὶ τῶν ταχέως ἀπολλυμένων
5358792 Οὐθ
τὰ γὰρ πάρος πρὸς αὐτὸν πάντ ' ἐφεύρημαι κακός . Οὔθ ' ὡς γελαστής , Οἰδίπους , ἐλήλυθα , οὔθ
ἀλλ ' ἡ τοῦ μάντεως φωνὴ φθάνει τὸ ἔργον . Οὔθ ' ὁ Λεόντιος ἔδωκε τὴν ἐπιστολήν , ἀλλ '
5320816 ματευε
τὰ πόλλ ' ἔπεα φρονίμην ἀπεφήνατο δόξαν : ἕν τι μάτευε σοφόν , ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ . κλείσεις γὰρ
ἢ πρὸς τὸν νικηφόρον ὡς εὐδαιμονοῦντα καὶ ἐγκωμιαζόμενον . μὴ μάτευε Ζεὺς γενέσθαι : ὅτι ἀκαταλλήλως ἐπέζευξεν . ἔμπροσθεν γὰρ
5232699 φερβειν
μείονα : ἐλάττω , ἐλάττονα , οὐδὲ πλῆθος ἐλάττονα . φέρβειν : ἐλπίζω τρέφειν τῆς γῆς . Ἀμφήριστος : ἰσοσύγκριτος
δέσποινα , κοσμήσας φέρω , ἔνθ ' οὔτε ποιμὴν ἀξιοῖ φέρβειν βοτὰ οὔτ ' ἦλθέ πω σίδηρος , ἀλλ '
5228143 πληθωρικων
ἢ ἀποκρούεσθαι προσήκει : διὸ καὶ σικύαι προκενωθέντων χρήσιμοι . πληθωρικῶν δ ' ὑπαρχόντων , οὐ χρώμεθα σικύαις ἐν ἀρχῇ
ἐξώθησαν τὸν ἐσφηνωμένον ἐν αὐτοῖς λίθον : ἐπὶ δὲ τῶν πληθωρικῶν καὶ περιττωματικῶν σωμάτων , καὶ ἐπὶ ὧν σπλάγχνον ἀσθενὲς
5194202 ηὑγενεια
καὶ ? συνουσίαν [ ] ἔχον : καὶ τῶν ἐχόντων ηὑγένεια κρίνεται : ἀνὴρ δ ' ἀχρήμων εἰ θάνοι πράσσει
ἢ βρόχον δέρηι , ὡς δεῖ λιπεῖν σε φέγγος : ηὑγένεια δὲ οὐδέν ς ' ἐπωφέλησεν , οὐδ ' ὁ
5168661 ἐκβαλλων
Μακεδονίαν ὕστερον , πρὸς τοῦτό φησιν ὁ Δη - μοσθένης ἐκβάλλων τὴν πιθανὴν ἀπολογίαν : ἀλλ ' οὕτως ἔκφρων ἦν
τοὺς ἄλλους ἁπαξαπλῶς κακολογήσας , ἐν μὲν τῇ Πολιτείᾳ Ὅμηρον ἐκβάλλων καὶ τὴν μιμητικὴν ποίησιν , αὐτὸς δὲ τοὺς διαλόγους
5083118 ἐλεγκτεον
ὑφ ' ἓν ἄθρουν μεριστὸν διάστημα . Ἔτι καὶ οὕτως ἐλεγκτέον ἐστὶ τοὺς πάντα μὲν εἰς ἄπειρον τέμνεσθαι λέγοντας ,
αἱρετὸν οὔτ ' ἀποδοκιμαστέον διὰ τὴν τύχην , ἀλλ ' ἐλεγκτέον διὰ τὸν τρόπον . οὐδὲ πλούσιος ἀγαθὸς ὢν τοσούτῳ
5078831 σεμνυνεται
καταβεβληκότι τὴν ἀρχὴν Ἡρακλεῖ , οὐδὲν δὲ ἧττον καὶ τρίτον σεμνύνεται Θήρωνι νενικηκότι . . τεθρίππου ἅρματος . δίκαιον ξένον
μορφὴν ἀναλαμβάνει καὶ δι ' οἰνοχοΐαν τοῦ Γανυμήδους τὴν παιδεραστίαν σεμνύνεται ; τί μοι σέβειν θεοὺς δωρολήπτας καὶ ὀργιζομένους ἂν
5076364 συλλαμβανομενους
συνήγοροι . τῶν γοῦν ῥητόρων τοὺς μὲν τῷ ψεύδει γενναίως συλλαμβανομένους καὶ εἰς ἴσην αὐτὸ πίστιν ἀνάγοντας τῷ ἀληθεῖ δυνατούς
λέγεται . ἀεὶ δὲ ὁ Ἀσκληπιὸς τοὺς ἐν ταῖς χρείαις συλλαμβανομένους καὶ τοὺς οἰκονομοῦντας τὸν οἶκον τοῦ ἰδόντος δηλοῖ .
5046285 μεμψησθε
: ὦ κορίνθιαι γυναῖκες ἐξῆλθον ἐκ τῶν δόμων ἵνα μὴ μεμψησθέ μοι καίτοι ἐπίσταμαι πολλοὺς τῶν ἀνθρώπων σεμνοὺς γεγῶτας τοὺς
: ὦ κορίνθιαι γυναῖκες ἐξῆλθον ἐκ τῶν δόμων ἵνα μὴ μεμψησθέ μοι καίτοι ἐπίσταμαι πολλοὺς τῶν ἀνθρώπων σεμνοὺς γεγῶτας τοὺς
5029477 Ἀλεξικακος
ἐπὶ νόσῳ λοιμώδει , καθότι καὶ παρὰ Ἀθηναίοις ἐπωνυμίαν ἔλαβεν Ἀλεξίκακος ἀποτρέψας καὶ τούτοις τὴν νόσον . ἔπαυσε δὲ ὑπὸ
' ἂν τὸ ὄνομα οὐδέν τι ἀλλοῖον ἢ ὁ καλούμενος Ἀλεξίκακος ὑπὸ Ἀθηναίων . ἑτέρωθι δὲ Ἡλίῳ πεποίηται καὶ Σελήνῃ
5020606 μηρινθος
μείζοσι πάγαις πάτταλος ῥόπτρον , τὸ δὲ σπαρτίον ᾧ συνέχεται μήρινθος . τὴν δὲ Ἀνδρομέδαν Κρατῖνος ἐν τοῖς Σεριφίοις δελεάστραν
σαυτῇ καὶ μετάγνοιαν τιθῇς : οὐ μὴν ἔσπασέ τι ἡ μήρινθος αὐτῷ . οἱ γὰρ δορυφόροι μετέωρον ἀράμενοι τὸν Σύρφακα
5016728 γεννικον
τὸ συνέδριον . βίον ἀνδρικὸν πωλῶ , βίον ἄριστον καὶ γεννικόν , βίον ἐλεύθερον : τίς ὠνήσεται ; Ὁ κῆρυξ
παρθένους ἐπὶ τοῖς λαμπροτάτοις τῶν κατορθωμάτων , ὅπου τι καὶ γεννικόν ἐστιν ἐπίταγμα καὶ τῆς Ὁμηρικῆς θειότητος ἄξιον , οὐκ
5009215 ἀπορουμενος
λέγειν ἀναγκαζόμενος , χροιάν τε ἤλλαξε καὶ τὰ χείλη διέδακνεν ἀπορούμενος , καὶ πρὸς τοὺς ἑταίρους ὑπέβλεπεν καὶ παρεφθέγγετο τί
οὐδ ' ἡντιναοῦν : ἀλλὰ πενόμενος ἐγὼ καὶ τῶν ἀναγκαίων ἀπορούμενος καὶ ὑπὸ τῶν διδασκάλων ἐλεούμενος ἐπαιδευόμην , καί μοι
5002945 ὠπται
θῆλυς ἐπιτρέχει μορφή , δι ' ἣν καὶ ὁ βίος ὦπται τοιοῦτος , ἐν δὲ γυναιξὶν ἀνδρεῖον εἶδος , ᾧ
καὶ ἕνα νεφρὸν καὶ δύο ἥπατα , ἀκάρδιον δὲ οὐδὲν ὦπται οὐδὲ δικάρδιον . τῶν δὲ ἐναίμων ἤδη ὦπταί τινα
4999956 κιτταν
ὄρνεον ἡ κίττα , περίεργον δὲ καὶ εἰς ἐπιθυμίαν . κιττᾶν οὖν τὸ ἐπιθυμεῖν . ἀπὸ τῶν γυναικῶν τῶν ἐν
ἡ κίττα . ἐξ ἧς μετῆκται εἰς τὰς κυούσας τὸ κιττᾶν . οἱ κιττῶντες : ἤγουν ἐπιθυμοῦντες . ἀπὸ μεταφορᾶς
4981118 ἰστωρ
. ἰσοφόροι κατ ' ἴσον ἕλκοντες , οὐχ ἑτεροζυγοῦντες . ἴστωρ μάρτυς : “ ἐπιίστωρ πίαρ ἑλέσθαι . ” ἱστοπέδη
, καὶ παραγόμενον ὡσαύτως ἀποβάλλει τὸ ε , οἷον ἴδμων ἴστωρ . ἰστέον δέ , ὅτι , ὥσπερ κατὰ τὴν
4980885 ἀπρατον
πέτραι : “ ἀκταὶ ἀπορρῶγες λιμένος ποτιπεπτηυῖαι . ” ἀπριάτην ἄπρατον , ἄνευ τοῦ πρίασθαι . ἐπιρρηματικῶς ἐσχημάτισται ὡς τὸ
λῆμμα βλέπων , πρὸς ἀργύριον κεχηνώς , μηδὲν μέρος ἔχων ἄπρατον , εὔωνος , ῥᾴδιος , πρόσοδον τὴν πολιτείαν πεποιημένος
4977151 ἁπτεις
ἐστιν [ τὸ ] ἐπικρῖνον ; τί δὲ καὶ λύχνον ἅπτεις καὶ πονεῖς ὑπὲρ ἡμῶν καὶ τηλικαῦτα βιβλία γράφεις ;
τὸ λυτρώσασθαι Θηβαίους παρὰ Ναξίων ἄμπελον . λύχνον ἐν μεσημβρίᾳ ἅπτεις : ἐπὶ τῶν ἐν καιρῷ ἀνεπιτηδείῳ τι ποιούντων .
4976681 ἀτολμιαν
βραχὺς δέ σοι πάντως ὁ λοιπὸς ἦν βιώσιμος χρόνος : ἀτολμίαν : πανούργως : εἰ τὴν παροῦσαν : εἰ ἃς
ἀφ ' ἑαυτοῦ καὶ τάδε καὶ ἕτερα πολλὰ δι ' ἀτολμίαν ἔπραττεν . Ῥόδιοι μὲν οὖν καὶ ὣς πρέσβεις ἔπεμπον
4971305 ἀπεραντολογους
ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ : λύσεις γὰρ ἀνδρῶν κωτίλων γλώσσας ἀπεραντολόγους . φέρεται δὲ καὶ ἀποφθέγματα αὐτοῦ τάδε : πρεσβύτατον
ἕν τι κεδνὸν αἱροῦ : λύσεις γὰρ ἀνδρῶν κωτίλων γλώσσας ἀπεραντολόγους . πεφυλαγμένος ἄνδρα ἕκαστον ὅρα , μή σε κρυπτὸν
4970592 δεν
, ἢ κατὰ κρᾶσιν . οὐδέν . Ἀττικὸς ὁ τοῦ δεν πλεονασμός . Δαιδάλου . Δαιδάλου , ὡς ἔοικεν ,
πολυ [ . . . . . . [ ] δεν [ [ ] ! ! [ . . .
4969584 θαυμ
ἰατορίας , ὃς τήνδ ' ἄτην χωρὶς Ζηνὸς κατακηλήσει ; θαῦμ ' ἂν πόρρωθεν ἰδοίμην . Ἒ ἔ , ἐᾶτέ
ἐς τέλος μέλλοι ποεῖν . Ἀλλ ' οὔ τι τοῦτο θαῦμ ' ἔμοιγ ' , ἀλλ ' εἰ παρὼν Αἴας
4960729 φλυαρον
τί μάτην πέτῃ ; ” φλαῦρον : ἀντὶ τοῦ “ φλύαρον , ἀηδές , δύσφημον ” . ἀλλ ' ὀλολύζειν
στρογγύλαι δόλιον ἦθος δηλοῦσι τὸν ἄνδρα ἔχειν , παρειαὶ μακραὶ φλύαρον καὶ ματαιολόγον ἄνδρα δηλοῦσι . Πρόσωπον τὸ πᾶν σαρκῶδες
4956459 Αὐξεται
πολύφιλον , ἤγουν πολλοῖς τῶν φίλων ἑπόμενον καὶ ἀκολουθοῦντα . Αὔξεται γὰρ ὁ πλοῦτος μᾶλλον μεταδιδόμενος . Τοῦτο δὲ λέγει
αὐτόν . Σκοπιᾶς ] Ἀκρότητος . Ἐφάψασθαι ] Ἐφικνεῖσθαι . Αὔξεται ] Ἀντὶ τοῦ χαίρει . Ἀριστεύει ] * Τουτέστιν
4955668 ἠργασω
ἐστεφανωσάμην ; ἄπιθ ' ἐκποδών : τοιαῦτ ' ἂν ἡμᾶς ἠργάσω κἀκεῖ . τί δ ' ; οὐ πίνουσι κἀν
' Εὐριπίδηι : τί σιγᾶς ; μῶν φόνον τιν ' ἠργάσω ; ἐπεὶ οὖν Ὀρέστης μέλλει διαλέγεσθαι δοκῶν ἔτι ἐναγὴς
4954382 ἡλιουται
, Κτέατον καὶ Εὔρυτον . Οὔθ ' ὕεται οὔθ ' ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης φροντίδος καθεστώτων . Οὐδ
τὰς διατριβὰς ποιουμένων λέγεται . Οὔθ ' ὕεται , οὔτε ἡλιοῦται : ἐπὶ τῶν ἔξω πάσης καθεστώτων φροντίδος . Οὐκ
4952984 καταβαλλεται
ὁ βόθρος , οἱονεὶ ὄρυχός τις ὤν , εἰς ὃν καταβάλλεται τὸ φυτόν . ὄρχατος δὲ οἱονεὶ ἔρχατος , διὰ
Πένθος δὲ πιτνεῖ ] κρύπτεται , ἀφανίζεται , καταφέρεται , καταβάλλεται . * καταβάλλεται : * * καταβάλλεται , ἀφανίζεται
4946303 σιωπωντων
πράττουσιν , ἀλλ ' ἐπιδεικνύμενος ὅτι διὰ τούτων τῶν | σιωπώντων κηρύκων , εἰ δὴ κήρυγμα σιωπώμενον γίγνεται , πρὸς
κτημάτων , τί δὴ κρώζεις ἄλλων ὑπ ' ὤμων φερομένη σιωπώντων ; ” [ Κακοῦ πρὸς ἀνδρός ἐστι μακρὸν οἰμώζειν
4945884 ἀχθοιο
καὶ δηλοῦντα , ὡς ἄρα ἀναγκασθείης καὶ πρὸς τὴν ἀνάγκην ἄχθοιο . ἐγὼ μὲν οὖν ἐμεμψάμην τὴν ἐπιστολήν , ἐκεῖνος
τῶν τὰ αὐτὰ φρονούντων φυγήν . πῶς οὖν εἰκότως ἂν ἄχθοιο πρὸς πόλιν ἧς τὸ μὲν κακῶς φρονοῦν ὀλίγον ,
4945822 ἀχαρι
τάξεως . τὸ γὰρ αὐτὸ πρῶτον μὲν τεθὲν ἢ μέσον ἄχαρι γίνεται , ἐπὶ δὲ τοῦ τέλους χάριεν , οἷον
μὲν γὰρ ὑπαντιάσαντες καὶ τὰ πιστὰ κομισάμενοι , ὡς οὐδὲν ἄχαρι πείσονται , σφᾶς τε αὐτοὺς ἐθελονταὶ καὶ τὰ οἰκεῖα
4936609 χαλικρητον
πηλοπλάστου σπέρματος θνητὴ γυνή . . . . . : χαλίκρητον : τὸν ἄκρατον , τὸν χαλῶντα τὰς φρένας .
φίλων . . . . . πολλὸν δὲ πίνων καὶ χαλίκρητον μέθυ , οὔτε τῖμον εἰσενέγκας οὔτε . . .
4915573 ἀχνασδημι
κεν Ἄφαιστον ἄγην βίαι . . . εἲς τὼν δυοκαιδέκων ἀχνάσδημι κάκως , οὔτε γὰρ οἰ φίλοι . . .
+ , . Ἀχνάσδημι : ὡς παρ ' Ἀλκαίῳ : ἀχνάσδημι κακῶς , οὔτε γὰρ οἱ φίλοι . ἔστιν ἀχῶ
4910156 βρωμην
: καίπερ συνθεσίης ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος Θευγένει : ἅσσα φαγὼν ἔτ
παρὰ Ποσειδίππῳ : ἔφαγόν ποτε Μῃόνιον βοῦν : πάτρη γὰρ βρώμην οὐκ ἂν ἐπέσχε Θάσος . Μίλων δ ' ὁ
4903667 φιλαισι
, ὦ πάτερ , θανεῖν που . ποθεινὰ δάκρυα παρὰ φίλαισι παρθένοις λιποῦς ' ἄπειμι πατρίδος ἀποπρὸ γαίας ἀπαρθένευτ '
φυγὰς κακῶς ἀπώλου σῆς κασιγνήτης δίχα : κοὔτ ' ἐν φίλαισι χερσὶν ἡ τάλαιν ' ἐγὼ λουτροῖς ς ' ἐκόσμης
4891281 ἀνειλομην
τούσδ ' ἔχοντας ἐν χεροῖν πατέρων ἀρίστων σώμαθ ' ὧν ἀνειλόμην : τούτοις ἐγώ σφε καὶ πόλις δωρούμεθα . ὑμᾶς
ἐπίτοκον , ὀκτακοσίας δὲ δραχμὰς παρὰ Νικίππου τοῦ ναυκλήρου ναυτικὸν ἀνειλόμην , ὃς ἔτυχεν ὢν ἐν Σηστῷ , ἐπόγδοον ,
4885268 καυχησεται
: ἐπὶ τοῖς δ ' ἐγὼ μάγειρος . οὔτε Σικελία καυχήσεται τρέφειν τοιοῦτον ἄρταμον κατ ' ἰχθύων , οὐκ Ἦλις
τὰ εἰδικώτατα , ἐπεὶ ψεῦδος τὸ τὴν διαιρετικὴν μέθοδον οὐδὲν καυχήσεται φυγόν , ἀλλὰ δεῖ τὴν οὐσίαν διελεῖν εἰς σῶμα
4882820 αἰρεις
πηδάλιον αἴρεις , μή τι τὰς κώπας ; τί οὖν αἴρεις ; τὰ σά , τὴν λήκυθον , τὴν πήραν
Ἀθήνησι Ἀθηνᾶ Σώτειρα λεγομένη , ᾗ καὶ θύουσιν . χὥπως αἴρεις : Σκόπει ὅπως μεγαλύνεις . . χὥπως αἴρῃς :
4875457 βλαψεις
γὰρ μὴ καθαρὰ σώματα ὁκόσῳ ἂν μᾶλλον τρέφῃς , μᾶλλον βλάψεις , ὥστε ἐκ τῶν εἰρημένων εὔδηλον ὡς οὗτος ἄριστός
ἔλαιον δ ' εἰ κατ ' ἀχρὰς ἐμβάλλοις , οὐ βλάψεις τὴν ἕψησιν . οὐ μὴν ἄλλο τι χρὴ μιγνύειν
4862035 τερθρεια
. . : ἐκλύει γὰρ τὴν δεινότητα ἡ περὶ αὐτὰ τερθρεία καὶ φροντίς . δῆλον δ ' ἡμῖν τοῦτο ποιεῖ
τὸ λυπεύειν , τὸ μηχανᾶσθαι . τερὸς , ἔντροχος . τερθρεία , γοητεία : παρὰ τὸ τέρας τεράτος : τερατεύω
4861515 θρομβωδεα
Τὰ ἐν τριταίοισιν ἅμα πυρετοῖσιν ἀλγήματα παροξυνόμενα τριταιογενῆ , ποιέεται θρομβώδεα αἵματα διαχωρέειν . Ἐν πυρετοῖσι κατὰ φλέβα τὴν ἐν
οἷον εἰ τὴν ὑπόστασιν ταράξειας . Οἷσιν οὖρα ὀλίγα , θρομβώδεα , οὐκ ἀπυρέτοις , πλῆθος ἐκ τούτων ἐλθὸν λεπτὸν
4855541 φιλοικειον
ἐξαμαρτόντα , φαντασίας δὲ τὰς καθ ' ὕπνον διὰ τὸ φιλοίκειον ὡς συνήθεσιν ἀνενεγκόντα , ὑπὲρ ὧν οἱ θηριωδέστατοι καὶ
διεξιών , ὁ μὲν τὸ ἀμνησίκακον , ὁ δὲ τὸ φιλοίκειον , ὁ δὲ τὴν σύνεσιν , ἅπαντες δ '
4854108 ἀνηνυτους
ψυχῆς ἀγαθῶν , οἷς συνετράφη , πρὸς τὰς τοῦ σώματος ἀνηνύτους ἐπιθυμίας , τὸ ἀρχαῖον καὶ προγονικὸν ἀρετῆς συγγενοῦς νόμισμα
καλεῖ : καθάπερ γὰρ οὐδὲν ἕτερον ἐπιτηδεύει μάγειρος ἢ τὰς ἀνηνύτους καὶ περιττὰς γαστρὸς ἡδονάς , τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ
4852488 σιγαις
, ὡς ἰατροῖς πρᾶγμα μηνυθῆι τόδε . εἶἑν , τί σιγᾶις ; οὐκ ἐχρῆν σιγᾶν , τέκνον , ἀλλ '
χρῆν θεσπιωιδεῖν , ὃς δέδοικεν οὐδένα . Κρέον , τί σιγᾶις γῆρυν ἄφθογγον σχάσας ; κἀμοὶ γὰρ οὐδὲν ἧσσον ἔκπληξις
4847890 ποταμοισιν
πολλὴ γὰρ λιβάσιν παραέξεται ἀμφί τε χείλη ἔρσεται ἀγλαύροισιν ἀγαλλομένη ποταμοῖσιν . ἢ σύ γ ' ὑποστορέσαιο λύγον πολυανθέα κόψας
Τροίην εὐερκέα δῃώσαντο Ἀργεῖοι καὶ κτῆσιν ἀπείρονα ληίσσαντο , χειμάρροις ποταμοῖσιν ἐοικότες , οἵ τε φέρονται ἐξ ὀρέων καναχηδὸν ὀρινομένου
4843757 δυσχεραινει
καὶ τὸ γεγραμμένον , καὶ οὐδεὶς ἐπ ' αὐτῷ τούτῳ δυσχεραίνει . Χαλεπὸν μὲν ἀπαντῆσαι πρὸς τὰ ῥηθέντα διὰ τὴν
μὲν τὴν Ἕκτορος λύτταν , ἀκεῖται δὲ καὶ βεβλημένους , δυσχεραίνει δὲ ὅτι μὴ οἷός τε ἀναστῆσαι τοὺς τεθνεῶτας .
4841481 Ἐλεφαντος
πρόσφατα . Ἵππος ἔχοντι ἀνθρώπῳ ἱππομανὲς ἀποκολουθήσει ὡς μαινόμενος . Ἐλέφαντος στέαρ ἐὰν ἀλείψῃ , οὐδέν σοι τῶν θηρίων προσελεύσεται
ὁ βούτας , ὁ δὲ κύκνος ἀνέθορε κἄμπτατο χαίρων . Ἐλέφαντος ἐπ ' οὔατι κώνωψ πτερὸν οὐ πτερὸν ἵστατο σείων
4841328 ἐπιτηδευει
| ταύτῃ πανουργότατα , ᾗ τὴν ἀληθῆ φιλίαν | μιμεῖσθαι ἐπιτηδεύει : ἐπειδὰν δὲ ὁ τύχης | χειμὼν ἐμπέσῃ ,
τοῖς φιλοσόφοις : τὸ γὰρ ἀγνοούμενον διὰ τοῦ ἀγνοουμένου δηλοῦν ἐπιτηδεύει . καὶ πῶς ἔμελλεν ὁ λόγος διάλληλος εἶναι ἐπὶ
4838630 ἀσοφον
οὐ τὴν τυχοῦσαν . Αἰλιανοῦ . Ἐχῖνον τὸν χερσαῖον οὐκ ἄσοφον οὐδ ' ἀμαθῆ ταμείας τῆς ἐς τὴν χρείαν ἡ
ὄψιν τηνικαῦτα τὴν γλαῦκα ἀσθενῆ . Ἐχῖνον τὸν χερσαῖον οὐκ ἄσοφον οὐδ ' ἀμαθῆ ταμιείας τῆς ἐς τὴν χρείαν ἡ
4833969 χρησαιμην
τοῖσιν ἰσχύουσί τε καὶ ὀρθῶς διαιτωμένοισιν οὐκ οἶδα τί ἂν χρησαίμην , οὐδ ' ἐν τούτῳ τῷ δοκιμίῳ . Ἔπειτα
ζητοῦμεν ἐπίσκεψις γενήσεται , ἅμα δὲ ἐγὼ τάχ ' ἂν χρησαίμην εἰς τὴν μέλλουσαν πόλιν ταύτῃ τῇ συστάσει . Οὐ
4832801 Θεοδοτην
ὁ μετὰ τῶν Ἀσπασίας αὐλητρίδων ἐπὶ τῶν ἐργαστηρίων διατρίβων καὶ Θεοδότην τὴν ἑταίραν διδάσκων ἃ οὔτε Νικὼ ἡ Σαμία ἢ
καὶ ἐμέμφετο Διονυσίῳ : ὁ δ ' ἀκούσας ὅτι παρὰ Θεοδότην εἴην εἰσεληλυθώς , πρόφασιν αὖ ταύτην ἄλλην τῆς πρὸς
4831369 ἀμαθιην
ὁτιοῦν φλεγμονῆς ὑπογένηται , ὡς , εἰ μὴ δι ' ἀμαθίην τῶν δημοτέων ἐν αἰτίῃ ἔμελλεν ὁ ἰητρὸς ἔσεσθαι ,
ἐπιγενέσθαι ἀγαθόν . Τὰ γὰρ τοιαῦτα δι ' οὐδεμίην οὔτε ἀμαθίην οὔτε σοφίην ἰητρῶν γίνεταί τε καὶ οὐ γίνεται ,
4826247 κλονει
καὶ μακρόθεν φρίττουσιν αὐτοῦ τὰ φυσήματα , ἐπιθυμῶν δὲ τροφῆς κλονεῖ καὶ ταράσσει τὰ πλήθη τῶν ἰχθύων , ἅπερ φεύγοντα
θάλπος θεοῦ , οὐδ ' ὄμβρος , οὐδὲ πνευμάτων οὐδὲν κλονεῖ , ἀλλ ' ἡδοναῖς ἄμοχθον ἐξαίρει βίον ἐς τοῦθ
4818146 ἀφωρισμενον
ἀπὸ τῆς εἰδωλοποιικῆς οὐ θεῖον ἀλλ ' ἀνθρωπικὸν τῆς ποιήσεως ἀφωρισμένον ἐν λόγοις τὸ θαυματοποιικὸν μόριον , ” ταύτης τῆς
. ἐπ ' ἄπειρον γὰρ διαιρετόν . ἀπ ' ἀμφοῖν ἀφωρισμένον . ἀπὸ ἀμφοτέρων οὖν ὡρισμένον δεῖ λαβεῖν , τοῦ
4816501 ἐπιτυχουσαν
, ἐνθυμουμένους , ὡς ἡ περὶ αὐτὰ ἀπάτη οὐ τὴν ἐπιτυχοῦσαν βλάβην ἐπιφέρειν εἴωθε . Σαφέστατα δὲ ἐλέγχεται τὸ ἄγαν
ποιεῖσθαι . δεύτερον δ ' ὅτι οὔτε ἀπόβλητον καὶ τὴν ἐπιτυχοῦσαν ἀλλ ' ἀγαθὴν καὶ πάμφορον γῆν ἔλαχον πρός τε
4815005 ἐλλεβοριζεις
, συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις ; καὶ σοὶ μὲν γὰρ ἦν κλέπτης ὁ πατήρ
, συκοφαντεῖς ; τί λόγους πλάττεις ; τί σαυτὸν οὐκ ἐλλεβορίζεις ἐπὶ τούτοις ; καὶ πάλιν : τίς οὖν ὁ
4811771 ἐνδημων
' ἄν τις , εἰ τῶν παρὰ φύσιν ἐστὶ καὶ ἐνδήμων διὰ τί μὴ προετάχθη τοῦ “ Προγνωστικοῦ ” :
: οὔτε τινὰ ξείνων δηλήσομαι ἀνέρα νούσῳ οὔτε τιν ' ἐνδήμων ὀλοφώια ἔργα τελείων , οὔτε τις ἂν δώροις με
4810462 δακρυω
φερομένων , † αἰνέσαι , πικρὸν φρενῶν στύγος κρατούσῃ . δακρύω δ ' ὑφ ' εἱμάτων ματαίοισι δεσποτᾶν τύχαις ,
οὐδὲν ἀνύτεις , εἰπεῖν , Δι ' αὐτὸ δὲ τοῦτο δακρύω , ὅτι οὐδὲν ἀνύτω . : Ἦν δὲ ὁ
4808914 ἀληθευουσης
Δείξας δ ' οὖν ὁ Ἀριστοτέλης , ὅτι τῆς καταφάσεως ἀληθευούσης τὴν ἀπόφασιν ἀληθεύειν οὐχ οἷόν τε , παραπλησίως ,
τῆς ἀνθρωπίνης γνώμης χρῆται μαντικῇ , μήθ ' ὅπως , ἀληθευούσης τῆς μαντικῆς , δύναταί τι καὶ ἀνθρώπου γνώμη :
4803189 κυπτεις
πανοῦργος ὃν ἔλεγ ' ἡμῖν Κλεισθένης ; Οὗτος , τί κύπτεις ; Δῆσον αὐτὸν εἰσάγων , ὦ τοξότ ' ,
νέον αὐταῖς ἀποδοῦναι . Τί μοι , ὦ βέλτιστε , κύπτεις εἰς γῆν καὶ τὴν χρόαν εἰς ἔλεγχον αἰδοῦς μεταβάλλεις
4794105 ἀφυη
φυὴ ἡ τοῦ σώματος διάπλασις : κακοφυὴς γὰρ ἀληθῶς ἡ ἀφύη . ὀλιγηπελές : ὀλιγόβιον , ὀλιγοδύνατον , ὀλιγοζώητον ,
ὄμβρων γενομένων πολλῶν σύστασις γένηται . ἑτέρα δ ' ἐστὶν ἀφύη ἡ κωβῖτις λεγομένη : γίνεται δ ' αὕτη ἐκ
4791350 ὑπολειφθησεται
καὶ οὗτος τεθνήξεσθε , μετὰ βραχὺ δὲ οὐδὲ ὄνομα ὑμῶν ὑπολειφθήσεται . Ἆρον τὴν ὑπόληψιν , ἦρται τὸ βέβλαμμαι :
ἄλλης ἐξῃρημένης κινήσεως ἡ κατ ' οὐσίαν αὐτῷ καὶ ζωώδης ὑπολειφθήσεται . εἰ δὲ μὴ τοῦτο διὰ τὰ ἑπόμενα ἄτοπα
4790678 ἀτηρας
] βαρύοργον . αἰνεῖς ] ἀποδέχηι καὶ συμπράττεις αὐτῶι . ἀτηρᾶς ] ἀντὶ μιᾶς . ἀκορέστου ] αἰνεῖς . διαὶ
δὲ Προμηθεὺς ἀποκριθεὶς λέγει , ναὶ τὸ δυσχείμερον πέλαγος τῆς ἀτηρᾶς καὶ βλαβερᾶς δύης καὶ κακοπαθείας εἴποιμι ἂν , ἤτοι
4786817 ἐδεϲμαϲι
καὶ πόνοιϲ πλείοϲι καὶ φροντίϲι καὶ λεπτῇ διαίτῃ ἢ μελαγχολικοῖϲ ἐδέϲμαϲι διῃτημένοι τύχωϲιν ὄντεϲ : πρὸϲ τούτοιϲ εἰ ἐπέϲχηταί τιϲ
πεπτικῆϲ δυνάμεωϲ τοῖϲ ϲτύφουϲιν ἐδέϲμαϲί τε καὶ βοηθήμαϲι χρηϲτέον , ἐδέϲμαϲι μέν , ἐν οἷϲ μάλιϲτα ῥοιῶν ἢ μήλων ἢ
4785397 πτωχεια
εἰμὶ δειλότατος . οὐδαμῶς πάντων ] ἀπὸ Πενία ] ἡ πτωχεία καὶ ἔνδεια παραχρηστικῶς ἐξωλέστερον ] ἐξολοθρευτικώτερον παρὰ πολύ ]
ἐστὶν ἵνα ἔχῃ τὴν ἐφήμερον ζωήν : ὥστε ἄλλο ἐστὶ πτωχεία καὶ ἄλλο πενία . παράξενος γὰρ ἔνι ὁ βίος
4779583 φοβημα
κρύος ] φόβος . κρύος ] λύπη , κίνδυνος , φόβημα . κρύος ] τρόμος . θ ἔτευξα τύμβῳ μέλος
συναστατοῦσιν . ἰδέσθαι : ἰδεῖν , θεαθῆναι . Δεῖμα : φόβημα , φόβον . φέρει : ἄγει . μοῦνον :
4779154 Πεδαριτος
ἀφικνοῦνται ἄλλαι ἄλλοθεν ἐς τὴν Χίον . καὶ μετὰ τοῦτο Πεδάριτος , τότε παριὼν πεζῇ ἐκ τῆς Μιλήτου , γενόμενος
τῇ Μιλήτῳ ναῦς τοῦ ξυμπαρακομισθῆναι . Οἱ δὲ Χῖοι καὶ Πεδάριτος κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον οὐδὲν ἧσσον , καίπερ διαμέλλοντα
4775677 κακηγορος
φιλαίτιος , ὀνειδιστικός : καὶ πάλιν φιλόψογος , φιλολοίδορος , κακήγορος . τὰ δ ' ἐπιρρήματα φιλεγκλημόνως , μεμψιμοίρως ,
ἐκ τοῦ κακο σύνθετα . κακοδαίμων , κακοῦργος , κακολόγος κακήγορος , κακοπράγμων ὡς Ὑπερείδης , κακόβιος , κακόβουλος ,
4775276 ἀγρυπνεις
, τί ὑπὲρ ἡμῶν φροντίζεις , τί δι ' ἡμᾶς ἀγρυπνεῖς , τί λύχνον ἅπτεις , τί ἐπανίστασαι , τί
τίνεις δίκας ὧν ἠμέλησας [ φιλοσοφίας ] : τρέμεις , ἀγρυπνεῖς , μετὰ πάντων βουλεύῃ : κἂν μὴ πᾶσιν ἀρέσκειν
4774440 προεληλυθας
δοκῶ συνιέναι τὴν αἰτίαν δι ' ἣν εἰς τοσοῦτον θράσος προελήλυθας . εὖ κατὰ ξένου : οἱ γὰρ κατὰ ξένου
. Μένανδρος : τί τοῦτο , παῖ ; διακονικῶς γὰρ προελήλυθας . ναί : πλάττομεν γὰρ πλάσματα τὴν νυκτ '
4766950 Εὐριπιδιον
ὅτι δεινοὺς εἰσάγει τοὺς δούλους ἐν ταῖς τραγῳδίαις . Γ Εὐριπίδιον : ἐρωτικὰς μιμεῖται φωνάς : οἱ γὰρ ἐρῶντες εἰώθασι
κατὰ ὑποκορισμόν , ὡς τὸ “ Σωκρατίδιον ” , „ Εὐριπίδιον „ . ἕκτον κατὰ ἐξαλλαγήν , ὡς τὸ “
4766107 μελοποιϊας
λοιπῶν ἡ μεταβολὴ γένηται . ἔστι δὲ διασταλτικὸν μὲν ἦθος μελοποιΐας , δι ' οὗ σημαίνεται μεγαλοπρέπεια καὶ δίαρμα ψυχῆς
πᾶσαν χρόαν ἑκάστου τῶν γενῶν διῃσθάνοντο διὰ τὸ μήτε πάσης μελοποιΐας ἔμπειροι εἶναι μήτε συνειθίσθαι περὶ τὰς τοιαύτας διαφορὰς ἀκριβολογεῖσθαι
4764949 ὑποτιθεμενα
διαφορά , βλάψει τι τὸ προκείμενον , οὔτε τὰ ἀναποδείκτως ὑποτιθέμενα , ἐὰν ἅπαξ σύμφωνα τοῖς φαινομένοις καταλαμβάνηται , χωρὶς
πυρετοῦ . δοτέον οὖν ὑπογλώττια ἐκ μέλιτοϲ ἑφθοῦ παγέντοϲ , ὑποτιθέμενα δὲ τῇ γλώττῃ ὑποτήκεται καὶ διαλύει τὸ παραποδίζον τὴν
4757130 εὐωνον
τραχήλους καὶ καρπούς : πωλοῦσι δὲ καὶ πρὸς τοὺς ἀστυγείτονας εὔωνον τὸν χρυσόν , τριπλάσιον ἀντιδιδόντες τοῦ χαλκοῦ , διπλάσιον
θησαυρὸν διαβάλλεις : ἐπὶ τῶν τὰ ἴδια διαβαλλόντων . Τὸ εὔωνον κρέας οἱ κύνες ἐσθίουσιν : ἐπὶ τῶν διὰ φειδῶ
4746153 δεδοικας
: πέλας γὰρ δεινὸν ἀνταυγεῖ φόνον . μὴ πέτρος γένηι δέδοικας ὥστε Γοργόν ' εἰσιδών ; μὴ μὲν οὖν νεκρός
οἷς εἴρηκας , οἳ φράσους ' ἐμοί . Κεἰ μὲν δέδοικας , οὐ καλῶς ταρβεῖς , ἐπεὶ τὸ μὴ πυθέσθαι
4745752 ἡμαρτες
καλῶς ἐπὶ σαυτῷ καὶ τὸ γράφειν ποιῇ : εἰ δὲ ἥμαρτες , ἐξ ὧν τῷ τροπαίῳ τὴν ἀδοξίαν προσέθηκας τῇ
ἀλλὰ , ὡς εἴωθε λέγειν τις θαυμάζω πῶς σοφὸς ὢν ἥμαρτες . γέγονε δὲ παρὰ τὸ φωλεόν : φωλεοὶ γὰρ
4745730 ἐγκαταλειπεται
ἔξω ψόγου προσήκει καταλιπεῖν , ὅτι καὶ δι ' ἀμφοτέρων ἐγκαταλείπεται κέρδος , ἐπαινουμένων μὲν ἀγαθῶν , κακιζομένων δὲ πονηρῶν
προσέχειν οὖν δεῖ πόσον ἀπορρύπτεται τοῦ ῥύπου , καὶ πόσον ἐγκαταλείπεται , καὶ εἰ τοῦτο ἀνωδύνως πράσσεται : δῆλον γὰρ
4745529 κλεψῃ
ἐν ἀθυμίᾳ ὄντος φίλου , δείσας μὴ διαχρήσηται ἑαυτόν , κλέψῃ ἢ ἁρπάσῃ ἢ ξίφος ἢ ἄλλο τι τοιοῦτον ,
σχῇς τροφὰς αὔριον : περὶ τῶν δουλαρίων τρέμε , μὴ κλέψῃ τι , μὴ φύγῃ , μὴ ἀποθάνῃ . οὕτως
4745245 κοσμιας
καὶ μυρρίναι καὶ ῥοδοδάφναι γυναῖκας ἑταιρικὰς καὶ οὐ πάνυ τι κοσμίας σημαίνουσι καὶ τοῖς ἐπὶ τὸ πράττειν ὁρμωμένοις ἀπάτας καὶ
; Πῶς δ ' οὔ ; Τί δὲ τὸ τῆς κοσμίας φύσεως ; ἆρ ' οὐ τούτων μὲν μεταλαβὸν τῶν
4740794 διαφε
ἐμβληθείη , σπανίως γε μήν . Μελέται γὰρ μελετέων μέγα διαφέ - ρουσι , καὶ φύσιες φυσίων τῶν σωμάτων εἰς
πλουσίους καὶ πολλὰ χρήματα ἔχοντας , τὰ δὲ ἄλλα μηδὲν διαφέ - ροντας τῶν πάνυ φαύλων , ὅμοιον ὡς εἴ
4740641 ϲηπεδοναϲ
' ὃ πρὸϲ ἕλκη τε κακοήθη καὶ πρὸϲ ῥεύματα καὶ ϲηπεδόναϲ ἁρμόττει καὶ αἱμορραγίαϲ ἐπέχει . καὶ πλείϲτοιϲ ἁρμόττει τῇ
καὶ αὐϲτηρόν , διὸ πρὸϲ ἕλκη κακοήθη καὶ ῥεύματα καὶ ϲηπεδόναϲ ἁρμόττει . καὶ διὰ τοῦτο καὶ πρὸϲ δυϲεντερίαϲ ποιεῖ
4739931 κεδνον
' ἐρημωθέντος ἄρσενος θρόνου . σὺ δ ' εἴ τι κεδνὸν εἴτε μὴ πεπυσμένη εὐαγγέλοισιν ἐλπίσιν θυηπολεῖς , κλύοιμ '
, μὴ κακὸν φῦναι λέγειν , ἀλλ ' ὥστε ναὸς κεδνὸν οἰακοστρόφον ἄκροισι λαίφους κρασπέδοις ὑπεκδραμεῖν τὴν σὴν στόμαργον ,
4738389 προτρεχει
ἀλλ ' ὃ σκέπτεται . παρὰ γὰρ πολλοῖς ἡ γλῶττα προτρέχει τῆς διανοίας . ἢ οὕτως : ἡ δὲ γλῶσσα
' ὁ περὶ αὐτοὺς περικείμενος γίγνεται λεπτότερος , οὐδὲ φῶς προτρέχει εἰς ὅπερ προλαβὸν καὶ προκατασχὸν τὸν ἀέρα τὸ ἑαυτῶν
4735813 φλεβιων
τι παραπλέκειν χρὴ τοῖς διαφοροῦσι διὰ τὸ τοὺς χιτῶνας τῶν φλεβίων τεθλάσθαι καὶ χρῄζειν πυκνώσεως : μετὰ γὰρ ταῦτα καὶ
ὑπό τινος ἐμπεσόντος βαρέος , καὶ τῶν ἐν αὐτῷ μικρῶν φλεβίων διαιρεθέντων , αἷμα προχεῖται κατὰ διαπήδησιν , ὅθεν καὶ
4735530 δεδημιουργημενων
' εὐθὺς ἀνάγκη τὸν ἔπαινον ἅπτεσθαι τῶν ὑπ ' αὐτοῦ δεδημιουργημένων , ὕλην ἐκ τροφῆς καὶ μελέτης καὶ διδασκαλίας οὐκ
ἐλέφαντος καὶ ἀργύρου καὶ τῶν ἄλλων τῶν πολυτελεστάτων ὑλῶν περιττῶς δεδημιουργημένων κατασκευαί . τῶν δὲ οἴνων ὁ μὲν μετρίως τέρπων
4735465 ἐμβαλεις
πλαδαρώτερος ὁ πολύπους σοι φανῇ , τῶν αὐστηρῶν ῥοιῶν πλέον ἐμβαλεῖς : ἐὰν δὲ σκληρότερος , τῶν γλυκειῶν . δυσφορίαν
ὀρόβους ἀλέσας ἅπαξ , ὡς συνθλάσαι μόνον καὶ διελεῖν , ἐμβαλεῖς εἰς τόπους τῶν φυτῶν , καὶ πρὸς κράτησιν τῶν
4733995 ἐκτετμησθαι
νοσεῖν οἱ νοσοῦντες , ὁσιώτεροι μύειν * ὁσιώτεροι θύειν ὕβριν ἐκτετμῆσθαι νόμους ἐρρῶσθαι . μισθὸς δ ' ἐμοὶ μὲν τούτων
καὶ τῷ ὄντι φύσει συνεγεγέννητο , ὤφειλεν ἐπιτηδεύσει τῶν καλῶν ἐκτετμῆσθαι . τί δ ' οὕτως ἐν βίῳ καλὸν ὡς
4729963 ἐβασταζεν
τὸ κεῖτο ἔταξεν . ἐπωμαδὸν ἠέρταζεν : κατὰ τοὺς ὤμους ἐβάσταζεν , ἐπὶ τῶν ὤμων ᾖρεν . διὰ δὲ τοῦ
τῶν προβάτων , χειρὸς ὠφέλειαν ἄλλοις μετεδίδοσαν . Ὁ μὲν ἐβάσταζεν ἐν ἀρρίχοις βότρυς καὶ ἐπάτει ταῖς ληνοῖς ἐμβαλὼν καὶ
4728874 ἀποβεβηκεν
ἀφ ' [ οὗ γ ' ] | οὐτ ' ἀποβέβηκεν | [ ] οὔτ [ ] ' [ ἀποκλίνει
κριθείη ἢ εἴ τις τὰ προγεγενημένα ἐπανασκοποίη τῇ πόλει πῶς ἀποβέβηκεν . εὑρήσει γὰρ τό τε παλαιὸν ἐν εἰρήνῃ μὲν
4719344 γαστριμαργων
γεγηρακότας τοὺς γονεῖς τροφεῖν . Ἄπληστος πίθος : ἐπὶ τῶν γαστριμάργων . Ἄνθρωπος ἀνθρώπου δαιμόνιον : ἐπὶ τῶν ἀπροσδοκήτως ὑπ
μανίαν τῶν ἀνδρῶν κατηγοροῦσιν . προπήδησις ὀφθαλμῶν αἱματωδῶν οἰνοφλύγων καὶ γαστριμάργων ἀνδρῶν σημεῖον . εἰ δὲ γλαυκοί εἰσιν οὗτοι ,
4715255 κολαζομεν
ἐπὶ τῶν ἄλλων οὕτως ἂν ἔχοι : ἃς μὲν γὰρ κολάζομεν καὶ ὑπὲρ ὧν αἱ τιμωρίαι , πᾶσαί εἰσιν ἑκούσιοι
τουτωνὶ τῶν ὁμοτέχνων ὑμῖν , ὦ γύναι , τὰ πολλὰ κολάζομεν οὐδὲν ὑπ ' αὐτῶν προαδικηθέντες ἀλλὰ τὴν δύναμιν αὐτῶν
4713765 ἐνεχειρησε
τοῦ ἐν οἱῳδήποτε μέρει τοῦ λόγου . . . . ἐνεχείρησε δ ' ] ὅτι ἐπὶ τῶν διαιτητῶν εἶπε τοῦτο
μισθαρνῇ . Ἔστιν οὖν ὅστις ἐμαρτύρησεν , ἢ κατήγορος ὃς ἐνεχείρησε τοιαύτην ποιεῖσθαι τὴν ἀπόδειξιν τοῦ πράγματος ; οὐ δῆτα
4705534 νοσουσαν
τὰ δὲ εὐκολώτατα ἀποκρίνει . ἴδοι δ ' ἄν τις νοσοῦσαν ἶβιν σπανιώτατα . πανταχοῦ δὲ καθιεῖσα ἶβις τὸ ῥάμφος
ὥσπερ τὰ σιτία : ἰατρεύει γὰρ τὴν φύσιν τοῦ πεινῶντος νοσοῦσαν τοῦτο τὸ μέρος , καὶ εἰσάγει τὸ ἐλλεῖπον ,
4705183 Ἡδυς
καὶ ἐμοὶ κεχαρισμένος τῷ μὴ ψυχρὰς ἀναγκάζεσθαι πέμπειν ἐπιστολάς . Ἡδύς ἐστι Κέλσος ὁ θηρία νῦν ἀναζητῶν οἰόμενος ἔτι τὰς
δ ' ἐγώ . Ἡδύς . εὐήθης καὶ ἄφρων . Ἡδύς . εὐήθης . ἐκάλουν δὲ οὕτω καὶ τοὺς ὑπομώρους
4703084 ϲμικροιϲι
: καὶ φλέγμα ἐμεῖται ϲυχνόν : ἀποϲιτίη καὶ ἀπεψίη ἐπὶ ϲμικροῖϲι ἐδέϲμαϲι : φυϲώδεεϲ , ἐπηρμένοι τὰ ὑποχόνδρια . τάδε
ἐϲ νομὴν τῇδε μαϲτεύει , οὐδὲ τῷ ϲτόματι καὶ τοῖϲι ϲμικροῖϲι ὀδοῦϲι [ ἔϲθει ] ϲαρκάζει . πόδεϲ γὰρ εὐμήκεεϲ
4697411 ἀναδιδουσης
βουφορβίων τε καὶ ποιμνίων καὶ τῶν ἄλλων καταγωγαὶ βοτήρων ἄφθονον ἀναδιδούσης πόαν τῆς αὐτόθι γῆς οὐ μόνον τὴν χειμερινήν ,
ἃς τέμνων ὁ Ἡρακλῆς οὐδὲν μᾶλλον ἐκράτει τῆς Ὕδρας , ἀναδιδούσης ἄλλας ἀντὶ τῶν κοπτομένων κεφαλάς . Ἡ δὲ Ὕδρα

Back