, κατὰ γαστρὸς ἔσχηκε : καὶ εἰ τοῦτο , ἀνδρὶ πεπλησίακεν . οὐχ οὕτω δ ' ἀναγκαῖον , εἰ καὶ
τούτων δὲ ἐγγύτατα μὲν συγγενείᾳ καὶ ὁμοιότητι τοῦ πέμπτου νοῦς πεπλησίακεν , τἆλλα δὲ πλέον ἀπέχει . ταὐτὸν δὴ περί
5243269 φυλλορροει
τι καὶ παρακολούθημα . ἢ ὅτι διὰ τί ἡ πλάτανος φυλλορροεῖ ; ὅτι λευκή ἐστιν . οὐ γὰρ τὸ λευκὸν
ὑπέρυθρα δὲ τὰ φύλλα ἐπιεικῶς καὶ χαῦνα καὶ σαρκώδη : φυλλορροεῖ δὲ τοῦτο ὅλον , διόπερ φύλλον ἄν τις εἴποι
5131857 τυχοι
τὸ ἤδη ἀντιστρέφειν πρὸς τὸ προκείμενον ὁριστόν , ἢ εἰ τύχοι , ἐσχάτη διαφορὰ καὶ ἰδίως τῷ προκειμένῳ μόνῳ καὶ
ἀγαθὸς ἓν ἀδικεῖ , παρὰ σοὶ δ ' ἂν συγγνώμης τύχοι : πολλῷ τῷ φίλτρῳ κέχρηται πρὸς ἐμέ , καὶ
5085266 ἐπιφεροιτο
ὁ ποιητὴς δὲ συνεχῶς διὰ τοῦ ν , ὅτε φωνῆεν ἐπιφέροιτο , σαφὲς ὅτι τὸ χασμῶδες τῶν φωνηέντων ἀναπληρῶν τῇ
καὶ ἱδρῶτας ἀνωμάλους ἢ ψυχροὺς ἢ περὶ κεφαλὴν ἢ στέρνον ἐπιφέροιτο καὶ τοὺς σφυγμοὺς ἀμυδροὺς καὶ μικροὺς ἐργάζοιτο καὶ τὰ
4805201 παυεται
διψῶσι , κελεύω προσφέρεσθαι : πλέονι γὰρ χρόνῳ πραττόντων οὕτως παύεται . Εἰ μὲν διὰ μοχθηροὺς χυμοὺς ἡ ἀνορεξία γίνοιτο
καὶ βαλαύστια καὶ κηκῖδα : παυσαμένου γὰρ τοῦ ῥεύματος , παύεται , ὡς εἰκός , καὶ ἡ τῶν ἑλμίνθων γένεσις
4703322 χιονι
ὁμοίως καὶ ἡ θερμότης τῷ πυρὶ καὶ ἡ ψυχρότης τῇ χιόνι . ἐπεισοδιώδη δὲ λέγεται ὅσα τοὐναντίον μήτε παρόντα σώζει
ὑπάρχειν τοῖς ὑποκειμένοις ἂν εἴποις , οἷον τὸ λευκὸν τῇ χιόνι : ἀλλ ' ὅτι γε φύσιν ἔχει τισὶν ἑτέροις
4702867 γεινομενῳ
πάθῃσιν σήμερον : ὕστερον αὖτε τὰ πείσεται ἅσσα οἱ αἶσα γεινομένῳ ἐπένησε λίνῳ , ὅτε μιν τέκε μήτηρ . ἕως
, ἀλλὰ λίθου πολὺ μεῖζον : ἐπεὶ μένος ἄφθιτον αἰεὶ γεινομένῳ μήτηρ καὶ ἀγήραον ἐγγυάλιξεν : ἣ δὲ καταθνήσκει τε
4636225 πηγνυται
' ἀφαυροῦ : ἀμφότερα διὰ τὸ ψυχρὸν τῶν τόπων : πήγνυται γάρ . καὶ λέγεται Κρόνιος πόντος , ὡς μέν
ἐστι , καὶ ἐπειδάν τις ἀρύσηι τὸ ὕδωρ αὐτῆς , πήγνυται ὥσπερ τυρός . τούτου οὖν τοῦ πηκτοῦ ὅσον τρεῖς
4612926 ἐπεισιν
τὴν δ ' ἐγὼ οὐ λύσω πρίν μιν καὶ γῆρας ἔπεισιν ἡμετέρῳ ἐνὶ οἴκῳ ἐν Ἄργεϊ , τηλόθι πάτρης ,
καὶ τὰ αὑτοῦ θεραπεύοντος . ταυτὶ μὲν οὖν μοι παίζειν ἔπεισιν , ὅπως εἴη σοι βοᾶν καὶ γελᾶν , οἷάπερ
4585507 ἐκστραφῃ
Μακεδόνων τὴν ἰῷ χαλκοῦ παρεμφέρουσαν οἰκονόμει λειῶν οὔρῳ δαμάλεως ἕως ἐκστραφῇ : ἡ γὰρ φύσις ἔσω κρύπτεται . Ἐὰν οὖν
ἀνωφερὴς ἐλαφρὰ καὶ μετάρσιος ὅλως γενέσθαι , πρῶτον εἰ μὴ ἐκστραφῇ . λεπτύνεται γάρ , γίνεται δ ' αὖ ἐν
4489876 εὐδιοδος
ἡ τῆς χώρας φύσις ἐὰν ᾖ κούφη καὶ μανὴ καὶ εὐδίοδος : ἐν γὰρ ταῖς τοιαύταις πορρωτέρω καὶ μείζους αἱ
μὴν χρόνου προήκοντος καὶ τῷ χρόνῳ τοῦ χυμοῦ λεπτυνομένου , εὐδίοδος μὲν ἡ ὕλη ἤδη γίνεται τοῖς οὐρητικοῖς ἀγγείοις ,
4481372 ὀλεσει
ἐπὶ τούτοις μεμιγμένα ἔσται ἀγαθὰ κακοῖς : ὁ Ζεὺς δὲ ὀλέσει καὶ τοῦτο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων , ὁπηνίκα ἂν
ἔμπης καὶ τοῖσι μεμείξεται ἐσθλὰ κακοῖσιν . Ζεὺς δ ' ὀλέσει καὶ τοῦτο γένος μερόπων ἀνθρώπων , εὖτ ' ἂν
4442930 ἐπενησε
καὶ ὕστερον αὖτε τὰ πείσεται , ἅσσα οἱ αἶσα γεινομένῳ ἐπένησε λίνῳ , ὅτε μιν τέκε μήτηρ καὶ μοῖραν δ
δ ' οὔτινά φημι πεφυγμένον ἔμμεναι ἀνδρῶν καὶ τὸ γεινομένῳ ἐπένησε λίνῳ , ὅτε μιν τέκε μήτηρ . Εἰ δὲ
4395041 ληφθειησαν
ἔνθεν καὶ λὶψ ὁ ἄνεμος ὁ ἀπὸ δυσμῶν . εἰ ληφθείησαν αἱ Ἀθῆναι . ἕρξας πολλά : τῆς ἐν Μαραθῶνι
Γένοιτο δ ' ἂν τὸ εἰρημένον ὧδε καταφανές : εἰ ληφθείησαν δύο πόδες , ὁ μὲν ἴσον τὸ ἄνω τῷ
4394408 τετμηνται
τοῦ πενταγώνου τούτου τὰς ΑΒΓΔΕ δηλαδή . ἐπεὶ δὲ δίχα τέτμηνται αἱ τοιαῦται πλευραί , ἐὰν ἐπιζευχθῶσιν ἀπὸ τῶν διχοτομιῶν
. διότι δὴ εἰ οἰκία γέγονεν , ἐξ ἀνάγκης λίθοι τέτμηνται , τῇ γενέσει τῆς οἰκίας καὶ ἡ γένεσις τῆς
4389902 ἐτυμολογιαι
ἄνω θεῖν ἐν τῇ αὐξήσει : οὐκ ἀναστρέφουσι δὲ αἱ ἐτυμολογίαι . . . . . ἡ γὰρ δίκταμνος βοτάνη
καὶ τρέχειν ἐν τῷ αὔξεσθαι . οὐκ ἀναστρέφουσι δὲ αἱ ἐτυμολογίαι : οὐ γὰρ εἴ τι ἄνω θεῖ καὶ αὔξεται
4376339 ἀπολλυται
ᾧ δὲ ἐγγιγνόμενα ἀεὶ ἕκαστα αὐτῶν φαντάζεται καὶ πάλιν ἐκεῖθεν ἀπόλλυται , μόνον ἐκεῖνο αὖ προσαγορεύειν τῷ τε τοῦτο καὶ
συνιέναι : λέγει γάρ : φήμη δ ' οὔτις πάμπαν ἀπόλλυται , ἥντινα λαοὶ πολλοὶ φημίξωσι : θεός νύ τίς
4363919 συνουσιαζουσα
πρὸς ἡδονήν . σιναμωρουμένη : ἀντὶ τοῦ ” συνεχῶς ἀνδρὶ συνουσιάζουσα πρὸς μίξιν “ , τουτέστι γαμουμένη . σινάμωρος ἡ
δὲ τούτου τοὺς πόδας οὐκ ἀνατενῶ , ἐν τῇ στέγῃ συνουσιάζουσα . οὐ στήσομαι λέαινα : Ἀντὶ τοῦ ὡς λέαινα
4360211 προσενεχθεν
αὐτῷ ἐγκερασάμενος ἐπιδῷ : καὶ ὁ δεσπότης ἐκέλευσεν κἀγὼ τὸ προσενεχθὲν ἔπιον . ὁ δὲ οἷον εἰκὸς ὁρῶν ἐμὲ κτῆμα
, ἀλλὰ διὰ τὴν ὕλην πλείονα γενομένην , ἢ τοιῶσδε προσενεχθὲν τὸ μελίκρατον οὐκ ὠφέλησεν , ἐπεὶ ὅσον ἐπὶ τῇ
4353582 διεφωνησεν
καὶ εἰ μὴ αἱ εὐχαὶ Ἰακὼβ τοῦ πατρός μου ὀλίγου διεφώνησεν ἀπ ' ἐμοῦ τὸ πνεῦμά μου . Δι '
δὲ ὅτι λάρου κέντρον θαλασσίας τρυγόνος ἀφέντος αὐτοῦ τῇ κεφαλῇ διεφώνησεν , ἄλλου δὲ ὅτι εἰς ἵππον μετέβαλε τὴν μορφήν
4327354 εὐαρεστων
μὴ τεθήρευσαι δ ' , ὄνος : εἰ δ ' εὐαρεστῶν ἀποτρέχεις , κανθήλιος . Αὕτη πόλις ἔσθ ' Ἑλληνὶς
μὴ τεθήρευσαι δ ' , ὄνος , εἰ δ ' εὐαρεστῶν ἀποτρέχεις , κανθήλιος . κύων δέ τις ἐβόα δεδεμένος
4320963 ἐπηγνυτο
οὗπερ ἧκον , οὐ διέλιπε βάλλων : εἰ δὲ οὐκ ἐπήγνυτο τὰ βέλη , ἀλλ ' ἦν τὸ τοῦ Αἴαντος
καὶ τὸ λοιπὸν τοῦ θέρους καὶ τὸν χειμῶνα ὅλον ὑλοτομῶν ἐπήγνυτο ναῦς καὶ ὅπλα καὶ σίτου διακοσίας μεδίμνων μυριάδας ἐπὶ
4303230 τικτουσιν
λεπτυνόντων , ὥστε μὴ πολλὴν ἀθροίζεσθαι ὕλην παχεῖαν , ἣν τίκτουσιν εἰκότως καὶ ἀθροίζουσιν ἀδδηφαγίαι τε ἄτακτοι καὶ μετὰ τροφὴν
ὁ ὀπωρινὸς καιρός . Καὶ οἱ μὲν ἅπαξ τοῦ ἔτους τίκτουσιν , ὁ δὲ λάβραξ δὶς τίκτει , οἱ δὲ
4291004 τυφων
ἐφέλκεται , θερμοτέραν μὲν ὁ πρηστήρ , παχυτέραν δὲ ὁ τυφών . . , : χωρεῖ δὲ τὰ διεφθαρμένα τῶν
. τινὲς ἐκ τοῦ Τυφῶνος ἐξεδέξαντο ἑνὸς τῶν γιγάντων : τυφών : τεράστιος δαίμων . λέγεται δὲ καὶ τὸ σφοδρὸν
4269530 αἰρεται
τρίμετροι ἀκατάληκτοι . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 πόλεμος αἴρεται : Διὰ τὴν ὑπερβολὴν ἀντὶ τοῦ ἐγείρεται καὶ μετεωρίζεται
. . ὥστε ἐλπίζειν τὴν ἅλωσιν . . 〚 πόλεμος αἴρεται : Εἴσθεσις χοροῦ ἐπῳδικὴ κώλων τροχαϊκῶν ἐπιμεμιγμένων χορείοις ἤτοι
4264283 χρονιζει
: Τηθὺς δέ , καθ ' ἣν ἐπὶ μιᾶς καταστάσεως χρονίζει . Θεία δέ ἐστιν ἡ τῆς ὄψεως αἰτία ,
ὁ τῆς ἡσυχίας χρόνος τῆς μεταξὺ διαστολῆς καὶ συστολῆς μέσης χρονίζει μακρός . Μέσος ἐστὶν ὁ μεταξὺ τοῦ πυκνοῦ τε
4263260 ἐκφυγοιεν
καὶ πάλιν οἱ Λοκροὶ ἑτέρας ἔστελλον . εἰ δέ τινες ἐκφύγοιεν ἀνελθοῦσαι λάθρα εἰς τὸ τῆς Ἀθηνᾶς ἱερὸν ἔσαιρον αὐτὸ
συνείθισται , ὅταν οἱ πρῶτοι ταῦτα τολμήσαντες ὡς οὐκ ἀδικοῦντες ἐκφύγοιεν ; χρὴ δὲ οὐκ ἀφέσεις τῶν κρίσεων τὰς ὑπερβολὰς
4257483 ἰσχει
δ ' ὑπὲρ αἴης ῥίζα καὶ οὐ βυθόωσα Πελεθρόνιον νάπος ἴσχει . ἣν σὺ καὶ αὐαλέην ὁτὲ δ ' ἔγχλοον
ἀλύει , καὶ ὁκόταν ἀναστῇ ἢ προέλθῃ , ὀρθόπνοια αὐτὴν ἴσχει , καὶ ὅ τι ἂν φάγῃ ἢ πίῃ ,
4254071 δαπανωμενον
κειμήλιον οἴκοι κατακείμενον περιορᾷν τὸ φάρμακον , ὑπὸ τοῦ χρόνου δαπανώμενον , τῆς χρείας οὐ καλούσης . ἐπεὶ δὲ πρὸς
τῆς φλογὸς οὐ δεχομένης ἀνακωχήν : τὸ γὰρ πρῶτον ἀεὶ δαπανώμενον εἰς πυρὸς φύσιν μεταβληθὲν ἐπινέμεται τὸ πλησίον . νὺξ
4251992 λουεται
τοῦ λαγοῦ Ἀττικοί , λάγεια Ἕλληνες . λοῦται Ἀττικοί , λούεται Ἕλληνες . λευκὴ στάθμη ἡ μὴ κεχρισμένη μίλτῳ ἀλλ
τὰ ξένια ταυτὶ τῷ τοῦ ἀγροῦ δεσπότῃ , ὁ δὲ λούεται τάχα Πραμνείους ἢ Θασίους βλέπων ἐνὸν τῆς γλυκείας τρυγὸς
4247532 ἐργασαντο
τοῖσι ἐπισπαστῆρσι . Ταῦτα μέν νυν σφέας αὐτοὺς οἱ Αἰγινῆται ἐργάσαντο . Ἀθηναίοισι δὲ ἥκουσι ἐναυμάχησαν νηυσὶ ἑβδομήκοντα , ἑσσωθέντες
μέσων . Πῶς οὖν πάλιν τὸ Σ καὶ Κ κοινὴν ἐργάσαντο συλλαβὴν ὡς ἐν τῷ Οὐδὲ Σκάμανδρος ἔληγεφαμὲν οὖν ,
4242502 ἠμυσε
καὶ ἥμασι ἔπλευ ἄριστος , ” τουτέστι τοῖς ἀκοντίσμασιν . ἤμυσε ἐκλίθη , ἐξ οὗ τὸ πεσεῖν δηλοῖ . ἐπὶ
κήπῳ καρπῷ βριθομένη νοτίῃσί τε εἰαρινῇσιν , ὣς ἑτέρως ' ἤμυσε κάρη πήληκι βαρυνθέν . Τεῦκρος δ ' ἄλλον ὀϊστὸν
4235096 ἐπεγενετο
κρινόμενοι εἰλικρινέως , φιλυποστροφώδεα . Μετὰ δὲ χιόνας , νότια ἐπεγένετο , καὶ ὑέτια : κόρυζαι κατεῤῥάγησαν καὶ ξὺν πυρετοῖσι
εἶναι καὶ προσόντων καὶ ἀπόντων . Πορευομένων δὲ ἐπεὶ νὺξ ἐπεγένετο , λέγεται φῶς τῷ Κύρῳ καὶ τῷ στρατεύματι ἐκ
4220652 φλοξ
ἀντίληψιν . μέσην δὲ χώραν αὐγῆς τε καὶ ἄνθρακος εἴληχε φλόξ : σβεσθεῖσα μὲν γὰρ εἰς ἄνθρακα τελευτᾷ , ζωπυρουμένη
. . ; . . , . . . : φλόξ : παρὰ τὸ φλέγω φλέξω φλὲξ καὶ φλόξ .
4192749 ἐξιτηλον
ἡμῖν τοῦτό ἐστι οὐ περιοπτέον , γένος τὸ Εὐρυσθένεος γενέσθαι ἐξίτηλον . Σύ νυν τὴν μὲν ἔχεις γυναῖκα , ἐπείτε
ζῷα οὐ ψυχαὶ μόνον , ἀλλὰ ψυχῶν ἐλαττώσεις , οἷον ἐξίτηλον ἤδη προιόντων . Ὁ γὰρ τοῦ ζῴου λόγος ,
4190656 συμφθειρεται
φρόνησις ἐκ μέρους οὖσα οὐ καλή , φθαρέντος γάρ μου συμφθείρεται : ἡ δὲ καθόλου φρόνησις ἡ οἰκοῦσα τὴν τοῦ
ὠνομάσθαι ψυχὴ δοκεῖ . τί δέ ; τελευτώντων σβέννυται καὶ συμφθείρεται τοῖς σώμασιν ἢ πλεῖστον ἐπιβιοῖ χρόνον ἢ κατὰ τὸ
4189726 προσγενηται
στασίμου ὕδατος , γίνονται καὶ ἐντεῦθεν νοσήματα : εἰ δὲ προσγένηται καὶ τοῖς πολλοῖς θνήσκειν , λοιμὸς τὸ πάθος ὀνομάζεται
εἰρημένον λόγον : οὐ γὰρ ἐξέρχεται πρὶν ἤ οἱ ἑτέρη προσγένηται ἀπὸ τῆς κοιλίης ἀγαθή : τῇ γὰρ μέσῃ καὶ
4178865 προσενειμαν
καταχθόνιον εἶναι τὸ φυτόν : ὕστερον μέντοι καὶ τῷ θεῷ προσένειμαν τὸν ἀγῶνα ἐναλλὰξ ἐπιτελοῦντες , καὶ πίτυϊ λοιπὸν ἐστεφάνουν
τοῦ καλοῦ τὸ ἡδὺ παραινούσῃ ζηλοῦν κατὰ τὴν προσηγορίαν Εὐτέρπῃ προσένειμαν , τὴν δ ' ὠφελεῖν δυναμένην σπανίως διὰ πολλὴν
4173155 τρεφεται
* * * * * * * * πιστὸς ἀνὴρ τρέφεται ἐγκρατείᾳ . γνῶθι ῥήματα καὶ κτίσματα θεοῦ καὶ τίμα
Ὄσιρις , ὅπου ὁ βοῦς ὁ Ἆπις ἐν σηκῷ τινι τρέφεται , θεὸς ὡς ἔφην νομιζόμενος , διάλευκος τὸ μέτωπον
4169651 προσπεσοι
αἰσθανομένας , ταχέως δὲ ἀπαγορευούσας , εἰ δέ ποθεν ἀλλαχόθεν προσπέσοι θροῦς , εἴτε ὑλακὴ κυνῶν εἴτε ἀνθρώπων φθεγξαμένων ὁδοιπόρων
Ἀθηναῖοι εἶεν , ἀνήγετο περὶ μέσας νύκτας , ὡς ἐξαπιναίως προσπέσοι : ὕδωρ δ ' ἐπιγενόμενον πολὺ καὶ βρονταὶ διεκώλυσαν
4161710 λυμανειται
ὦ ἄνδρες δικασταί : ὃς τὰ μὲν ἄλλ ' ὅσα λυμανεῖται καὶ χεῖρον ἔχειν τὰ κοινὰ ποιήσει , κύριος εἰ
' ᾖ : ἀκρίς σοι ἀντὶ γυναικὸς χρηματισθήσεται , τουτέστι λυμανεῖται καθάπερ ἡ ἀκρὶς ἡ καλαμαία . τὰν νύκτα :
4145504 καταβληθεν
ἡ σύλληψις , ὡς ἔμπροσθεν εἰρήκαμεν . κίνδυνος γὰρ τὸ καταβληθὲν σπέρμα συλληφθῆναι μικρομεγέθους ἔτι τῆς μήτρας ὑπαρχούσης καὶ διὰ
τῶν ἀδυνάτων ἐστὶ λέγειν πρὸς ἀκρίβειαν τὸ πότε συνέσχηται τὸ καταβληθὲν σπέρμα , ἵνα καὶ ἀπὸ τούτου τοῦ χρόνου στήσωσιν
4139996 βροντῃ
λέγει δὲ καὶ τοῦ φυσέλου , οὗ τὴν ὑπερβολὴν εἴκασε βροντῇ , φαντασίαις τε βροντῶν ἢ ἤχων θαλασσίων , ἢ
αὐτὸς γίνεται παρεμφερής , ἀνέμῳ νεφέλῃ τε καὶ ἀστραπῇ , βροντῇ , βροχῇ . ὑπηρετεῖ δὲ αὐτῷ θάλασσα καὶ πέτραι
4137676 τετοκεν
τόπῳ λέγει καὶ τέξεται ἡ δάμαλις καὶ ἐροῦσιν , οὐ τέτοκεν . προστιθεὶς καὶ γνώμην ἀγαθήν : Μετανοήσατε , οἶκος
' αὐτῶν † , ἃ μὴ προσῆκον . Ὥσπερ Χαλκιδικὴ τέτοκεν ἡ γυνή : ἐπὶ τῶν πολλὰς θυγατέρας τικτουσῶν γυναικῶν
4134043 ἀσκιον
ἐλλάμπεται : τὸ γὰρ φῶς τῆς ἀληθείας φῶς ἀληθές , ἄσκιον , ἀμερῶς μεριζόμενον πνεῦμα κυρίου εἰς τοὺς διὰ πίστεως
ἐπικρατούντων ταῖς πιθανότησιν , οὓς Ἀμορραίους ἀνακαλεῖ , περιφανεστάτην καὶ ἄσκιον αὐγὴν ἰδεῖν οὐ δυνάμεθα : κλιβάνου δ ' εἱλικρινὲς
4131054 καυστικος
ἀποθανόντων κομίζουσιν . ταλαντοῦχος ] ὁ ζυγοστάτης . πυρωθὲν ] καυστικὸς γὰρ ὁ πόλεμος . φίλοισι ] ἤγουν τοῖς οἰκείοις
ἐπιπεσεῖται ταραχὴ καὶ θόρυβος ποικίλος . Εἰ δὲ σκηπτὸς ὁ καυστικὸς , ἔνδειαν πλείστην φέρει τοῦ θέρους καὶ τοῦ οἴνου
4118917 βουληθειημεν
καὶ δυϲεντερικαῖϲ διαθέϲεϲιν . ἀλλὰ καὶ ῥωννύναι τι μόριον εἰ βουληθείημεν , ἔκλυτον ὑγρότητι πλέονι γεγενημένον , ἐντίθηϲι τόνον αὐτῷ
δυνάμεθα τιμῆσαι τὸ δαιμόνιον : ὥστε εἰ μὴ κατὰ δύναμιν βουληθείημεν εὐχαριστεῖν , τίνας ἂν ἐλπίδας τοῦ μέλλοντος βίου λαμβάνοιμεν
4117738 πικροχολος
ῥοδομήλου . εἰ δὲ μὴ πλεονάζειν σοι φαίνεται μᾶλλον ὁ πικρόχολος χυμὸς , ἀλλ ' ἀνασπασθεὶς ὥσπερ ἐν σπογγιᾷ τινι
πλεονάζοι χυμός , μέλανα ἐλλέβορον αὐτῇ μιγνύντας , εἰ δὲ πικρόχολος , σκαμμωνίαν , εἰ δὲ τὸ φλέγμα , μηδὲν
4109833 κνησμωδεα
, τοῖσιν ὑπὸ κωνώπων μάλιστα εἴκελα ἀναδήγμασιν , οὐ πάνυ κνησμώδεα : ταῦτα δὲ διετέλει μέχρι κρίσιος : ἄρσενι δὲ
ἕκαστα ῥέπει . Τὰ πλατέα ἐξανθήματα , οὐ πάνυ τι κνησμώδεα , οἷα Σίμων εἶχε χειμῶνος : ὅτε πρὸς πῦρ
4108729 καρκιναδες
ἀγαθὸν εἶναι , εἴ τις φάγοι ἀλγῶν . Αἱ δὲ καρκινάδες τίκτονται μὲν γυμναί , τὸ δὲ ὄστρακον ἑαυταῖς αἱροῦνται
: στηριγμένα . μέμυκεν : ἐβόησεν . Καρκινάδας : αἱ καρκινάδες ἀντιφάρμακόν εἰσι τοῖς ἐλάφοις , λικαούρι . Ὠτειλαί :
4095697 μελλοι
καὶ τῆς γυναικὸς ἐντολὰς ὑπ ' αὐτοῦ ἐχούσης , ὅτε μέλλοι χωρίζεσθαι , μηδένα θιγεῖν τοῦ σωματίου μηδέ τινα τῶν
διανοίας ἀπορία , δεῖ οὖν γνωρίζειν τὸν δεσμόν , εἰ μέλλοι τις λύειν αὐτόν : οὐκ ἐᾷ γὰρ προελθεῖν εἰς
4095350 τικτει
λεοντῆ παρδαλῆ μοσχῆ κυνῆ . Οὐχὶ παρὰ πολλοῖς ἡ χάρις τίκτει χάριν . Ἡ πόλις ἐβούλεθ ' , ᾗ νόμων
θυγατέρα καὶ Ἀρσάκαν υἱόν , ὃς ὕστερον μετωνομάσθη Ἀρτοξέρξης . τίκτει δὲ αὐτῶι ἕτερον υἱὸν βασιλεύουσα , καὶ τίθεται τὸ
4083588 ἐπιγενηται
, εἰ μὲν ἀπὸ ψύξεως γένηται , καλὸν , εἰ ἐπιγένηται πυρετὸς , εἰ δὲ ἀπὸ θερμασίας , οὔ .
λύτρα κατατιθέναι δυναμένοις , αὖθις δὲ τοῖς ἀπόροις ἢ ὅταν ἐπιγένηται ὁ ἀπ ' ἀρχῆς δουλείας ἕβδομος ἐνιαυτὸς ἢ ὅταν
4080424 συνελθοι
, ἢ βασιλεύσωσιν οἱ φιλοσόφοι ; ὡς εἰ μὴ ταῦτα συνέλθοι , φιλοσοφία καὶ δύναμις πολιτικὴ , οὐδὲν πλέον εἰς
τὸ μεμονωμένον , ᾧ οὐκ ἄν τις ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνέλθοι διὰ τὸ μύσος . Φιλόξενος ἐν τῷ Περὶ Ἰάδος
4076290 χιων
ἐν τοῖς καλοῖς συμποσίοις , ἐν οἷς πολλὴ μὲν ἡ χιών , πολλὴ δὲ ὕβρις , αἰσχραὶ δὲ ἅμιλλαι ,
καὶ διὰ τί πῦρ ] καὶ διὰ τί ψύχει ἡ χιών . . . . . . Καὶ Θεόφραστος μέντοι
4068407 ξανθη
αἷμα , προσεοικὸς τῷ ἦρι : τοῖς δὲ ἀκμάζουσιν ἡ ξανθὴ χολή , τῷ θέρει : τοῖς δὲ παρακμάζουσιν ἡ
προϲενέγκωνται , πολλῷ ῥοίζῳ ξὺν ναυτίῃ ἐϲ ἔμετον διεκθέει χολὴ ξανθὴ κατακορέωϲ , καὶ τὰ διαχωρήματα ὁμοῖα . ϲπαϲμοί ,
4062016 ὡρια
ἔνδον . εἴη δὲ καὶ ταῦτα τελεσφόρα σοὶ προσαγαγεῖν καὶ ὥρια . Ἀνοίγει ποτὲ καὶ θέατρα φωνῆς χελιδὼν μετὰ χειμῶνα
. ἀμάειν : συναθροίζειν ἢ θερίζειν . εἴ χ ' ὥρια πάντ ' ἐθέλῃσθα : εἴ γε ὥριμα πάντα θέλεις
4061544 περιεφερετο
δὲ καὶ Περσεὺς εὐδαίμων , ὅτι πτηνὸς ἦν , καὶ περιεφέρετο ἐν τῷ αἰθέρι , πάντα ἐποπτεύων τὰ ἐν γῇ
ψυχῇ , κούφῳ χρήματι καὶ πολυπλανεστέρῳ τῶν σωμάτων , πανταχοῦ περιεφέρετο , πάντα ἐπεσκόπει , ὅσα οὐ - ρανοῦ κινήματα
4059056 ὀργᾳ
τἀναντία προστιθείς . Φαρμακεύειν ἐν τοῖσι λίην ὀξέσιν , ἢν ὀργᾷ , αὐθημερόν : χρονίζειν γὰρ ἐν τοῖσι τοιουτέοισι κακόν
ἀρχῇσιν , εἰ μὴ ὀργᾷ : τὰ δὲ πολλὰ οὐκ ὀργᾷ . Ἃ δεῖ ἄγειν , ὅπη ἂν μάλιστα ῥέπῃ
4054709 προρεει
ἐξ αὐτῆς ὡσεὶ πυρός . ἡ δ ' ἑτέρη θέρεϊ προρέει ” εἰκυῖα χαλάζῃ ἢ χιόνι ψυχρῇ . ” „
ὡς εἰ πυρὸς αἰθομένοιο : ἣ δ ' ἑτέρη θέρεϊ προρέει ἐϊκυῖα χαλάζῃ , ἢ χιόνι ψυχρῇ ἢ ἐξ ὕδατος
4048781 ὠδινουσα
ἐς τοὺς μύας τῆς ὀσφύος , καὶ πάσχει ὁκοῖα γυνὴ ὠδίνουσα , καὶ οὐκ ἀνέχεται ἐπὶ τοῦ ὑγιέος κατακείμενος ,
σημαίνων , ὅτι Γαῖα φερέσταχυς οὐκ ἀπολήγει ἀνθοκόμους τίκτουσα καὶ ὠδίνουσα κορύμβους . καὶ τροχαλοῖς μελέεσσι φορεύμενος ὁλκὸν ἑλίσσει ψυχρὸς
4047159 τρεμει
γίγνεται τὸ σῶμα , καὶ ὅλον ἀσθενές , καὶ κομιδῇ τρέμει , οἵ τε πόδες φέρειν σφαλλόμενοι τοῦτο ἥκιστα δύνανται
καὶ ὁ ἄριστος . Ἀνάσσειν : βασιλεύειν . Πεφρίκει : τρέμει , φοβεῖτε . Πόσιν : ἄνδρα . Μυκήσαιντ '
4046887 προσμενει
, ὡς ἐὰν προσπελάσῃ ὄρνιθός τινος πτίλον , παραχρῆμα ἐκεῖ προσμένει , οἱ δὲ λοιποὶ διὰ τῶν λίνων ἤως διὰ
τεκοῦσα , καὶ ὑφορωμένη τοὺς κρυμοὺς τὴν ἐπιδημίαν τοῦ ἦρος προσμένει , οὐδ ' ἂν πρὶν ἢ πληρωθῆναι τρεῖς μῆνας
4036775 κρυος
ἀρκτικοῦ κύκλου τριάκοντα καὶ ἓξ τμήματα πάντα ἐστὶν ἀοίκητα διὰ κρύος : στάδιοι δ ' εἰσὶν οὗτοι δισμύριοι καὶ ͵ε
. εἶαρ ἐμοὶ τριπόθητον ὅλῳ λυκάβαντι παρείη , ἁνίκα μήτε κρύος μήθ ' ἅλιος ἄμμε βαρύνει . εἴαρι πάντα κύει
4030292 ἐνυπαρχει
τῷ τινος εἴδους μεταλαμβάνειν ; ὅτι φησί , καὶ τότε ἐνυπάρχει περὶ αὐτήν : ἄλλου γὰρ ἐστέρηται πάντως ἡ ὕλη
ἄλλων συντεθὲν ποιεῖ τὸν ἄνθρωπον : εἰ δὲ ὁ ἄνθρωπος ἐνυπάρχει τῷ λόγῳ τοῦ ζῴου , τὸ ὅλον ἐνυπάρξει τῷ
4028993 ἀνακαιεται
μέρος ἀρετῆς ἀχρεῖον . ἐπὶ ταύτης ἀεὶ τὸ ἱερὸν φῶς ἀνακαίεται φυλαττόμενον ἄσβεστον : διανοίας δὲ φῶς ἐστι σοφία ,
: καὶ ἐν Ἱέρᾳ δὲ πῦρ τε αὐτόματον ἐπὶ ἄκρας ἀνακαίεται τῆς νήσου καὶ ἐπὶ θαλάσσῃ λουτρά ἐστιν ἐπιτήδεια ,
4028905 ἑκτικῳ
δὲ τὴν θέρμην , ἐλπὶϲ μὲν δήπου τοῦτον τὸν ἄνθρωπον ἑκτικῷ ληφθήϲεϲθαι πυρετῷ καὶ μᾶλλον ἐν θέρει καὶ θερμῇ καὶ
διέλθοι , καί τινες ἐξ αὐτῶν οὐκ ἐφημέρῳ ἀλλ ' ἑκτικῷ πυρετῷ εἰς τέλος ἑάλωσαν : εἰ δέ γε τοῦ
4027707 κατακαυσει
ἀποβάλλει τὴν δύναμιν τὸ ὕδωρ : οὐδὲ γὰρ ὅτε ζέον κατακαύσει τὰ σώματα , ξηρὰ τὰ καυθέντα γίνεται τοῖς ὑπὸ
ἀνθρώπων ἔργα διὰ πυρός : καὶ εἴ τινος τὸ ἔργον κατακαύσει τὸ πῦρ , εὐθὺς λαμβάνει αὐτὸν ὁ ἄγγελος τῆς
4026834 ὑες
διὰ τὴν ἀγροικίαν καὶ τὴν ἀναγωγίαν τὸ παλαιὸν οἱ Βοιωτοὶ ὗες ἐκαλοῦντο : καθάπερ καὶ αὐτὸς ἐν τοῖς διθυράμβοις :
διὰ τὴν ἀγροικίαν καὶ τὴν ἀναγωγίαν τὸ παλαιὸν οἱ Βοιωτοὶ ὗες ἐκαλοῦντο : καθάπερ καὶ αὐτὸς ἐν τοῖς διθυράμβοις :
4026722 σεισμος
μάχην στρατῶν ἢ διοσημία φανῇ αἰφνίδιος ἢ τῆς γῆς γένηται σεισμός , ἀποστρέφονται εὐθὺς οἱ ἄνθρωποι καὶ ἀποχωροῦσιν ἀπ '
φρέατος ὕδατος πιόντα προειπεῖν , ὡς εἰς τρίτην ἡμέραν ἔσοιτο σεισμός , καὶ γενέσθαι . ἀνιόντα τε ἐξ Ὀλυμπίας ἐς
4024967 θαυμασομεθα
τοὺς κύκλους , τὰς γωνίας , τὰς γραμμάς , οὐ θαυμασόμεθα , πῶς κατ ' ἐνέργειαν ἔστιν ἄπειρος γραμμή .
φαλαίνας δὲ καὶ φώκας καὶ τὰ ζῳοτόκα ἔθνη πῶς οὐ θαυμασόμεθα , εἰ φώκη μέν , ἣν εἶδον ἐγὼ ἐν
4024082 ἀγοιεν
ποιούμενοι . εἰ δ ' ἀναστροφὴν ἔχοιεν καὶ πλείονα σχολὴν ἄγοιεν , καὶ τὰ τρίτῃ καὶ τετάρτῃ καὶ ταῖς ἔτι
ἐνθάδε τοῖον οἷόν κ ' ἠὲ φέροιεν Ἀχαιοὶ ἤ κεν ἄγοιεν : τύνη δ ' ἕστηκας , ἀτὰρ οὐδ '
4023004 καιει
καίει , περιφλέγει ; περιφλέγει ] κύκλῳ . , μετρίως καίει . φλέγει , τὸ λεγόμενον τζουρουφαίζει ? ? .
ὑπερτείλας μέχρις οὗ ἀγορῆς διαλύσιος : τοῦτον δὲ τὸν χρόνον καίει πολλῷ μᾶλλον ἢ τῇ μεσαμβρίῃ τὴν Ἑλλάδα , οὕτω
4017990 ἐτιλλεν
γραίη . τῶν οὖν τριχῶν ἑκάστοθ ' ἡ μὲν ἀκμαίη ἔτιλλεν ἃς ηὕρισκε λευκανθιζούσας , ἔτιλλε δ ' ἡ γραῦς
, καὶ διὰ τέλεος αἰεί : σιγῶσα , ἐψηλάφα , ἔτιλλεν , ἔγλυφεν , ἐτριχολόγει : δάκρυα , καὶ πάλιν
4010278 κουφοτητι
λεπτοτάτων κλάδων ποιοῦνται χωρὶς κινδύνων . ἰσχνότητι γὰρ σώματος καὶ κουφότητι διαφέροντες , ἐπειδὰν τοῖς ποσὶ σφάλλωνται , ταῖς χερσὶν
εἰπεῖν ὅτι μοι δοκεῖ κἂν τὸ ἐπεγχυθὲν ὑψῶσαι τῇ ἑαυτοῦ κουφότητι . ὡς δὲ οὐ κομπάζομεν , σταθμῷ κρίνεται .
4006223 ἐκτρεφει
. τίκτει δὲ ἕν , κατάπερ ἵππος , καὶ τοῦτο ἐκτρέφει τῷ γάλακτι ἐς ἔτος ὄγδοον . ζῶσι δὲ ἐλεφάντων
δὲ ] ὅτι ἔκ τινος δόλου γέγονε . τρέφει ] ἐκτρέφει . εὐμενὴς ] εὐνοϊκῶς πρὸς ἡμᾶς διακείμενος , φίλος
4000796 καθαιρεται
ταῦτα ἐπ ' εὐχύμοις τε καὶ εὐπέπτοις σιτίοις , καὶ καθαίρεται τοῖς δι ' ἀλόης καταποτίοις , καθὰ περὶ τῶν
μὲν γὰρ περὶ ὀνομάτων λέγει ὁ Ἱπποκράτης , ὅτι εἰ καθαίρεται ἡ γυνὴ ψυχρότερον καὶ ὑγρότερον περίττωμα , ὡς ἐπιπολὺ
3991401 ὑμενωδει
κάρφη , τουτέστι τοὺς ἐρυθροὺς κόκκους , τῇ ἀραχνώδει καὶ ὑμενώδει καλύπτρᾳ διαφράσσουσι , τουτέστι τῷ ἔσωθεν τοῦ δέρματος ὑμένι
ἤδη ἀπροσάρτητον καὶ αὐτοτελές , ἡμέραις δὲ ἑπτὰ φύσει τινὶ ὑμενώδει ὑδροδόχῳ ὁμοιοῦται , καθάπερ καὶ ὁ ἰατρὸς Ἱπποκράτης συναινεῖ
3989421 τεθεασαι
ἀλλοτρίας ἐπινοίας αὐτοῖς αὐλοῖς ὁρμᾷ καὶ γλωττοκομείῳ . εἰ μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι
μὴ τεθέασαι τὰς Ἀθήνας , στέλεχος εἶ , εἰ δὲ τεθέασαι μὴ τεθήρευσαι δ ' , ὄνος , εἰ δ
3983289 ἐπελιπε
αὐτῆς τιμῆς πολλὰς ἡμέρας πωλοῦντας , ἕως ὁ συνεωνημένος αὐτοὺς ἐπέλιπε : νῦν δ ' ἐνίοτε τῆς αὐτῆς ἡμέρας ἐπώλουν
καὶ σπάνια ὥστε λιμώττειν τὸ στράτευμα : καὶ τὰ ὑποζύγια ἐπέλιπε , καὶ τὰ σκεύη κατελείπετο ἐν ταῖς ὁδοῖς καὶ
3981562 ἐπιμενοιεν
. καὶ εἰ τὰ τῆς ἀφωνίας καὶ τὰ τῆς ἀναισθησίας ἐπιμένοιεν , λαβόντες ἱμάτιον τῶν πάνυ εὐρώστων καὶ διατείναντες αὐτό
μὲν ἀνωμαλίαϲ αἰϲθάνονται , ἔπειτα δὲ καὶ φρίκηϲ καὶ εἰ ἐπιμένοιεν κενούμενοι ἢ μὴ φθάϲαιεν λαβεῖν ϲιτίων , αὐτίκα πυρέξαιεν
3978534 ἀναπνει
ἑκατέρᾳ τῶν ὑλῶν ψεύδεται , ἥ τε λέγουσα οὐδεὶς ἄνθρωπος ἀναπνεῖ , καὶ οὐδεὶς ἄνθρωπος περιπατεῖ . ἐπὶ δὲ τῆς
ἢ ἕλκει , ὅ ἐστι σπᾷ τὸν ἀέρα καὶ ὀλίγον ἀναπνεῖ , εἰ καὶ ἐπὶ τῆς ταραχῆς Ὅμηρος αὐτὸ τέθεικεν
3977994 χευματι
ῥόον καὶ ἀπείριτον οἶδμα συμφέρετ ' ἤματα πάντα λάβρῳ περὶ χεύματι θύων . Γλαύκου δ ' ἐσθλὸν ἑταῖρον ἐυμμελίην Σκυλακῆα
πυρ [ ] ὑγροπόροις νιφάδεσσι κατασβε ? ? [ ] χεύματι γὰρ χλοάουσι καὶ ἀστέρες , οὐκέτι ? [ ]
3973082 Ἰνδικοι
δ ' ὀστέα : ἐπὶ τῶν τἀναντία ποιούντων . Κύνες Ἰνδικοί : θηρία δὲ οἵδε τὴν ψυχὴν θυμοειδέστατα : καὶ
τοῖς ποταμοῖς πλὴν ἵππου ποταμίου τὰ ἄλλα φέρουσι καὶ οἱ Ἰνδικοί : Ὀνησίκριτος δὲ καὶ τοὺς ἵππους γίνεσθαί φησι .
3971701 τεχθησεται
παρ ' αὐτοῦ : ἴσως δὲ καὶ συζευχθήσεται γυναικὶ ἢ τεχθήσεται αὐτῷ παῖς : πληθύνουσι δὲ αἱ ἔριδες αὐτοῦ καὶ
καὶ λευκόν , πάντως καὶ τεχθήσεται : καὶ ἀντιστρόφως εἰ τεχθήσεται , πάντως ἀληθὴς ὁ λόγος . πάλιν εἰ ψευδὴς
3970415 γαστηρ
φησιν τὰ παχέα : ] λέγεσθαι γάρ : παχεῖα ? γαστὴρ [ λεπτὸν ] οὐ [ τίκτει ] νόον ?
οἶνον ὑδαρέα , λευκὸν , ὀλίγον : ἢν δὲ ἡ γαστὴρ μὴ ὑποχωρέῃ , ὑποκλύσαι , ἢ βάλανον προσθεῖναι :
3967197 θαμνοι
ἶδαι , ὗλαι , νάπαι , ὄρη , ἄντρα , θάμνοι , φωλεοί , ἕλη , ὀργάδες , πεδία ,
. καὶ φυτῶν δὲ τὰ μὲν δένδρα , τὰ δὲ θάμνοι , τὰ δὲ λάχανα , τὰ δὲ πόα .
3965137 κοπτονται
καὶ ἐπὶ χολῇ . τινὲϲ ἐτήρηϲαν καὶ τοῦτο : πρινοβάλανα κόπτονται λεῖα καὶ ἑψοῦνται ἐπὶ πολύ , καὶ τῷ ζέματι
, εἰς ὁπόσον ἂν ἀπολαύσειαν τῆς ἰκμάδος τοῦ οἴνου , κόπτονται καὶ λειοποιοῦνται , εἶτα προσβάλλεται ἀλφίτου πάλη , καὶ
3962269 ἁπτομενῳ
ἐξ αἱματικοῦ χυμοῦ , πάντως ἐνερευθὴς ὁ ὄγκος ἐστὶ καὶ ἁπτομένῳ θερμὸς καὶ σφυγματώδης αἵ τε φλέβες οὐ μόνον αὐτῶν
ἐν πολέμῳ πῦρ ἐπιτεθὲν τῷ Ἀχιλλεῖ παρέβαλε τῷ ἐν πολεμουμένῃ ἁπτομένῳ . Σ . Ω : Ἀπολλόδωρος καὶ Ἀρητάδης καὶ
3959863 φλογωδης
ποτὲ δὲ μελαίνης : ἡ δ ' ἄλλη σὰρξ κύκλῳ φλογώδης ἰσχυρῶς καὶ μέλαινα τῇ χροιᾷ γίνεται καὶ στίλβουσα παραπλησίως
. ξηρᾶς μὲν οὖν ἄγαν καὶ λεπτῆς ἀναθυμιάσεως οὔσης λιγνὺς φλογώδης συνίσταται , οἵα πολλάκις πυρώδης ἔκλαμψις κατὰ τὸ περιέχον
3956582 πυρεσσει
πλέον θερμόν , πολυτόκαι . Διὰ τί τὰ βρέφη σφοδρότερον πυρέσσει ; ὅτι πολύθερμά ἐστιν : ἐπίτασις δὲ τῆς ἐμφύτου
ὑπὸ τῆς λύπης , πάσχει Θέων ὑπὸ τοῦ γυναίου , πυρέσσει Θέων διὰ τὸν κόπον . ἅπερ κἂν μὴ προσκέηται
3954683 λιτεσθαι
ἦ γὰρ ἔμελλεν οἷ αὐτῷ θάνατόν τε κακὸν καὶ κῆρα λιτέσθαι ἡ διπλῆ ὅτι καὶ νῦν τὸ ἔμελλε σαφῶς οὐκ
παρὰ τὸ λίαν ἀργὸν ἢ ταχύν . Λιτέσθαι : κῆρα λιτέσθαι . ὤφειλεν προπαροξύνεσθαι ὡς τὸ ἔρεσθαι * * *
3953754 ὑπερφερει
. ΑΥΤΙΚΑ ΓΑΡ ΤΡΕΧΕΙ ὉΡΚΟΣ . Κατασκευάζων πῶς ἡ δικαιοσύνη ὑπερφέρει τῆς ὕβρεως , φησί . Σκολι - ῶν γὰρ
ὑπάρχει βασιλέων καὶ ἀρχόντων , ὅτι καὶ ἡ ὅρασις αὐτοῦ ὑπερφέρει πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων . ὁ δὲ Ἰσαὰκ
3948746 γευεται
, ἣν ἕψουσι πάντες οἱ κατὰ τὴν πόλιν , οὐδεὶς γεύεται τῶν ἱερέων . τοῦτο δὲ ποιοῦσι τῇ ἡμέρᾳ ,
, ὀσμὴν δὲ βαρεῖαν , ἀφ ' ἧς οὐδὲν ζῷον γεύεται . Τὴν κατὰ Ἄβδηρα λίμνην Κύστειρον καλουμένην φασὶ τὸ
3942981 λοχεια
μέρος ὀλίγον πάνυ . ἀποροῦσι δέ τινες διὰ τί ἡ λοχεία κάθαρσις ἐπὶ μὲν ἀῤῥένων ἄχρι τριάκοντα ἡμερῶν φαίνεται ,
ἅπαν ἐπεφθέγγετο ” Ἔξω Ἐπικουρείους . “ εἶτα Λητοῦς ἐγίγνετο λοχεία καὶ Ἀπόλλωνος γοναὶ καὶ Κορωνίδος γάμος καὶ Ἀσκληπιὸς ἐτίκτετο
3937437 στιλβει
ἱδρὼς τῶν Ἀργοναυτῶν ἐν ταῖς ψάμμοις μέχρι νῦν δίκην ἐλαίου στίλβει μήτε ὑπὸ τοῦ τῆς θαλάσσης κλύδωνος μήτε ὑπὸ ὄμβρων
. . ἀντὶ τοῦ ἀνθηρὸς , παρὰ τὸ λίπος : στίλβει γὰρ τὸ ἔλαιον : ἢ ἀντὶ τοῦ ἀληλιμμένος .
3932731 παρειη
καιροῦ πεντακλίνου τε διεστρώννυτο οὐδέποτε πλεῖον : ὅτε δὲ μὴ παρείη πρεσβεία , τρίκλινον . καὶ πρόσταγμα οὐκ ἐγίνετο δι
ἀναιρεῖν γὰρ καὶ ζῷα ἄλογα καὶ ἀνθρώπους , εἰ μὴ παρείη Λίβυς ἀνήρ , Ψύλλος ὢν τὸ γένος . οὗτος
3931057 ψυχροτης
ταῦτα καὶ ἐν τούτοις , οἷον μέγεθος , μικρότης , ψυχρότης , θερμότης , ἁπλῶς τὸ χειμερινὸν ἢ εὐδιεινὸν καὶ
, πρὸς δὲ τὴν γῆν ψυχρότης . Γῆς ποιότητες ξηρότης ψυχρότης : ἰδία μὲν ξηρότης , κοινὴ δὲ πρὸς μὲν
3930824 ἀφισταται
ἀλλὰ λέγειν νῦν ὅτι οὐκ ἔστιν κληρονόμος , ἀλλ ' ἀφίσταται τῶν ἐκείνου . ἡ μὲν τουτουὶ Λακρίτου πονηρία τοιαύτη
οὐ γὰρ κεντέειν δεῖ , καὶ προσκείσθω δύο ἡμέρας : ἀφίσταται δὲ οἷον λοπὸς καὶ δέρμα παχύ : διαλιπὼν δὲ
3921159 ἑλκυσει
τὸ πρῶτον , εἶτα ἐλασθεὶς τῇ τριαίνῃ δεύτερον τῆς θαλάσσης ἑλκύσει πίεται . φασὶν ὅτι κλυδωνιζομένου αὐτοῦ ἔσωσεν αὐτὸν ὁ
μέχρι νεφέων τὴν ὀφρὺν ἀνασπάσῃς , ὁ θάνατος αὐτὴν πᾶσαν ἑλκύσει κάτω . } Κἂν μυρίων γῆς κύριος πηχῶν ἔσῃ
3919767 κατωνομασται
τὸν αὐτὸν ἐπὶ τῶν ἄλλων αἱρετῶν , εἰ καὶ μὴ κατωνόμασται : τὰ δ ' ὠφέλιμα πάντα ὑπομενετέα καὶ ἐμμενετέα
. Τῆς δ ' εὐωδίας καὶ κακωδίας οὐκέτι τὰ εἴδη κατωνόμασται καίπερ ἔχοντα διαφορὰς μεγάλας ἐπί γ ' αὐτῶν τῶν

Back