| σοί φημι : τὸ πᾶν ἐστιν ἀήρ , καὶ οὗτος πυκνούμενος καὶ συνιστάμενος ὕδωρ καὶ γῆ γίνεται , ἀραιούμενος δὲ | ||
| τὸν ἐν τῷ ἀπευθυσμένῳ : ἐκεῖνος γὰρ ἐκ τῆς ψύξεως πυκνούμενος , οὐκ ἐνδίδωσι τῇ κόπρῳ κενωθῆναι , καὶ ἐκείνη |
| προσφιλῆ ἐμοὶ πόλιν ταύτην τὴν Ὀποῦντα φλέγων , ἀντὶ τοῦ λαμπρύνων ᾠδαῖς μαλεραῖς , τουτέστι λαμπραῖς , ταχύτερον καὶ ἵππου | ||
| „ ἔφη „ ὁ τὴν κόμην ἀσκῶν καὶ τοὺς ὀδόντας λαμπρύνων καὶ τοὺς ὄνυχας ξέων καὶ τοῦ μύρου ἀεὶ πνέων |
| θεὸς τοὺς ὑπερηφάνους καθαιρεῖ , τοὺς δὲ ἐπιεικεῖς καὶ ταπεινοὺς ὑψοῖ . Παρακαλέσας δὲ αὐτὸν τὸν ἑξῆς ἐπηρώτα : Τίσι | ||
| πέντε σὺν λοιπαῖς δέκα . Ταῦρός τ ' ἄρ ' ὑψοῖ τὸν Σελήνης ἀστέρα , Περὶ δὲ μοιρῶν τὴν τριάδα |
| φανερὰ καθέστηκε , καὶ τὰ μέλλοντα γίνεσθαι ταῦτ ' οὖν ἐξεργαζόμενος ἀκριβῶς καὶ πρόδηλα θεὶς ἔδειξεν ὅτι , κἂν ἐννοηθῇ | ||
| ταύτην ᾠδὴν παρακαλῶ . Ἐπειδὴ λόγος ἐστὶν ὁ διαρθρῶν καὶ ἐξεργαζόμενος τὰ λοιπά , ἔδει δ ' αὐτὸν μὴ ἀδιάρθρωτον |
| σχῆμα , ὑπὸ ὄφεων δὲ τοὺς δηχθέντας ἅμα οἴνῳ τόδε διασῴζει ποθέν . . Ἀλλά σοι καὶ ταύτας ἐγὼ τὰς | ||
| τὸ τοῦ συναλγοῦντος τοῖς δεομένοις καὶ τὸ τοῦ ἑστιάτορος σχῆμα διασῴζει μεθόριον ἀμφοῖν τιθεὶς αὑτὸν καὶ τὴν ἐν ἑκατέρῳ μέμψιν |
| ἐμποιεῖ οὐδὲ ἔρχεται ἐφ ' ἡμᾶς , ἀλλὰ τὰ μὲν ἀτρεμεῖ , ἡμεῖς δέ ἐσμεν οἱ τὰς περὶ αὐτῶν κρίσεις | ||
| πάσχεις ; ἔφη : καὶ τί δή ποτε οὐδὲ μικρὸν ἀτρεμεῖ σου τὸ οὖς ; καὶ ὁ ἐλέφας , κατὰ |
| ἔχοντα , καὶ ἀίδια καὶ γινόμενα . Εὖ γε ὦ Ἐμπεδόκλεις , ἕπομαί σοι καὶ μέχρι τῶν κρατήρων τοῦ πυρός | ||
| αὐτὴν ἔτι πολὺ πρότερον ἀποτετμήσθω . Σοὶ δὲ τί , Ἐμπεδόκλεις , δοκεῖ ; Εἰς τοὺς κρατῆρας ἐμπεσεῖν αὐτόν , |
| Παρήπαφεν : ἠπάτησεν . Πέλοι : ὑπαρχέτω . λιπόωσα : παχυτάτη . Ἀπείρονες : πολλοί . Ἐκπάγλως : ἐκπληκτικῶς . | ||
| δὲ ἑξῆϲ πάλιν λουϲαμένου ἀποϲπογγίϲαϲ ἐπιτίθει : πίπτει γὰρ ἐφελκὶϲ παχυτάτη : καὶ πάλιν ταῖϲ ἑξῆϲ αὐτὸ ποίει . χωρὶϲ |
| , ἄρα σύμφωνόν ἐστιν . Ἔτι πᾶς παρακείμενος ἀπαθήςλέγω δὲ ἀπαθής διὰ τὸ ἑώρακα πᾶς παρακείμενος ἀπαθὴς ἀρχόμενον ἀπὸ τοῦ | ||
| τιμῶν ; οὔτ ' οὖν ἐλεύθερος ἔσῃ οὔτε αὐτάρκης οὔτε ἀπαθής : ἀνάγκη γὰρ φθονεῖν , ζηλοτυπεῖν , ὑφορᾶσθαι τοὺς |
| καὶ τῆς τῶν ὀμμάτων ταραχῆς ὑποτυφομένην ὀργὴν καὶ ἀνεσκόπει καὶ διηρεύνα ἑαυτὸν πάντῃ καὶ πρὸς πάντα μικρά τε αὖ καὶ | ||
| καταβήσεσθαι καὶ θεὸν ἐξ οὐρανοῦ ἀντεραστήν . καλέσας τοίνυν Φωκᾶν διηρεύνα “ τίνες εἰσὶν οἱ νεανίσκοι καὶ πόθεν ; ἆρά |
| ἔνικμον , λεῖον , κοῦφον , πικρότατον τῇ γεύσει καὶ προσαχθὲν λύχνῳ εὐκαές : τὸ μέντοι πρασίζον καὶ τραχὺ καὶ | ||
| ὁρᾶν δεῖ κρατηθῆναι τῷ φωτί . Τάχα δὲ ἂν καὶ προσαχθὲν τῇ ὄψει οὐχ ὁρᾶται , ὅτι σκιὰν φέρει τὴν |
| μυακανθίνου πινομένη ϲτραγγουρίαϲ ὠφελεῖ τὰϲ ἐπ ' ἐμφράξει . Κηρὸϲ εὔκρατοϲ ὢν ὕλη τῶν ἄλλων γίνεται φαρμάκων , αὐτὸϲ δὲ | ||
| ἐδώδιμοϲ ἐν ὕδατι βραχείϲ , ὡϲ ἀποτίθεϲθαι τὸ δριμύ , εὔκρατοϲ γίνεται ἄδηκτόϲ τε καὶ ἐμπλαϲτικόϲ , ὡϲ καὶ τραχύτηταϲ |
| οἰκείας σφαγῆς . Οἴμοι , τί δράσω ; τίς σε βαστάσει φίλων ; Ποῦ Τεῦκρος ; ὡς ἀκμαῖος , εἰ | ||
| δὲ ἑδράνων ἔρημος , οὐδ ' ἀὴρ ἔτι πτερωτὰ φῦλα βαστάσει πυρουμένη , . : + Καὶ γὰρ καθ ' |
| , ὅπου μαλακώτερος ὁ ἀήρ . τὸ δὲ ἁλυκὸν ὕδωρ γεωδέστερόν ἐστι καὶ πλείονος δεῖται κατεργασίας , ὡς [ καὶ | ||
| φησιν ὅταν μαλακώτερος ὁ ἀήρ . Τὸ δὲ ἁλυκὸν ὕδωρ γεωδέστερόν ἐστι καὶ πλείονος δεῖται κατεργασίας , ὡς καὶ τὸ |
| τοῦτο παρέστη τὸ κατ ' ἀρχὰς εὐθὺς ὅτι νῦν Μενέλαος συλλέγει στρατιὰν τῆς γυναικὸς τῆς ἑαυτοῦ χάριν , πῶς οὖν | ||
| συνέλεγε ἐκ πάσης Πελοποννήσου στρατόν , οὐ φράζων ἐς τὸ συλλέγει , τείσασθαί τε ἐθέλων τὸν δῆμον τὸν Ἀθηναίων καὶ |
| . , . . . . + . . . Ἀήρ : παρὰ τὸ αἴρω , τὸ σημαῖνον τὸ κουφίζω | ||
| εὐχῆς ἐπακούειν . ὦ δέσποτ ' ἄναξ , ἀμέτρητ ' Ἀήρ , ὃς ἔχεις τὴν γῆν μετέωρον , λαμπρός τ |
| ἑξῆς λέγει οὕτω που Διὶ μέλλει ὑπερμενέι φίλον εἶναι : τήρει τὴν φωνὴν αὐτήν , ὅτι στοχασμὸν ἔχει , οὐκ | ||
| ἀνέχων τῇ τέχνῃ τὰ σώματα ; τὸν οὖν ἑταῖρον ἡμῖν τήρει τε ἐν ὑγείᾳ καὶ ὅπως ὧν ἐπιθυμεῖ τεύξεται συμπόνει |
| δ ' αἰσθητῷ γένεσιν οἰκεῖον ὄνομα ἐπεφήμισεν . ἐπεὶ οὖν ὁρατός τε καὶ αἰσθητὸς ὅδε ὁ κόσμος , ἀναγκαίως ἂν | ||
| τὸν οὐρανὸν ὀρανόν . αὐτὸς δὴ καὶ ἄλλοτ ' ἄλλωι ὁρατός ἐστιν , ὅπως ἂν ὀξύτητός τις ἔχοι βλέπειν . |
| ταύτην , φησίν , ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἀνατέλλων ὁ ἥλιος ἀποσκεδάσει σοι . ἑῴαν δέ , τὴν ὑπὸ τὴν ἕω | ||
| οὖν , φησὶν , ὑπὸ τὸν ὄρθρον ἀνατέλλων ὁ ἥλιος ἀποσκεδάσει σοι καὶ διασκορπίσει . ἑῴαν δὲ τὴν ὑπὸ τὴν |
| , ἀλλὰ μᾶλλον τῇ ὅλῃ κράσει . τὴν ἐξ ἀρχῆς πυρώδη δυσκρασίαν ἦν ἐσχηκὼς , ἣν ἄλλοι ὀλίγου δεῖν ἅπαντες | ||
| , ταριχευόμενος ἐν καρδάμῳ . Σκίλλα δύναμιν ἔχει δριμεῖαν , πυρώδη : πολύχρηστος δὲ γίνεται ὀπτηθεῖσα , στέατι δ ' |
| , δύο σκέπτεται ἑαυτόν τε τίς ὢν καὶ τίνων ὑπαρχόντων ἀναλίσκει καὶ τί τὸ ἔργον : λέγει δὲ πένητα μὴ | ||
| καὶ εὐωδέστατος . τὸ γὰρ ἐν αὐτῷ ὑδατῶδες ὁ χρόνος ἀναλίσκει . Ἐάν , ἐπόμβρου τοῦ ἔτους γενομένου , συμβῇ |
| πάντων τῶν ὑδάτων ἴσον ἕλκεται , τὸν δὲ χειμῶνα μοῦνος πιέζεται . Οὕτω τὸν ἥλιον νενόμικα τούτων αἴτιον εἶναι . | ||
| # α τῶν δαφνίδων ἐμβάλλεται , καὶ τρίβεται πάντα καὶ πιέζεται . τινὲϲ δὲ τὸ ἴϲον ἐξ ἀμφοῖν μίϲγουϲιν . |
| Κρέον ; οὔπω λελήσμεθ ' : ἀλλὰ σύλλεξαι σθένος καὶ πνεῦμ ' ἄθροισον , αἶπος ἐκβαλὼν ὁδοῦ . κόπωι παρεῖμαι | ||
| : ἀλλὰ κἀκείνοισι ταῦτ ' ἐναντία . Οὐκ ἔστι λῃσταῖς πνεῦμ ' ἐναντιούμενον , ὅταν παρῇ κλέψαι τε χἀρπάσαι βίᾳ |
| ἄκαιρος μετριοφροσύνη ; Ἀλλ ' εἴ τι ἐμοὶ πείθῃ , σπεῦσον ὡς τάχιστα ταῖς συμβουλαῖς πεισθῆναι τοῦ βασιλέως καὶ ἀδελφοῦ | ||
| ἢ ἐπᾳδουσῶν . εἰ δύνασαι εἰς φιλίαν αὐτοὺς ἀγαγεῖν : σπεῦσον . κυρίως γὰρ ἐπῳδαὶ λέγονται αἱ διὰ τῶν ἐπικλήσεων |
| ἔχει ἰσχυρὴ , καὶ ἤν τι θέλῃ λιπαρὸν φαγέειν , μύζει πρὸς τὰ σπλάγχνα καὶ ἔμετον ἄγει , καὶ τὸ | ||
| , ἀλλ ' ὁκόταν μὲν ἄσιτος ᾖ , τὰ σπλάγχνα μύζει , καὶ τὰ σίαλα ὀξέα : ὅταν δέ τι |
| . τῇ μὲν γὰρ Φιλουμένης γαστρὶ ἀντεξετασθῆναι οὐδ ' ἡτισοῦν ἐθάρσησεν : ἄτοκος γὰρ ἦν καὶ σφριγῶσα . καταπαννυχίσασαι δ | ||
| ἀνήρ : ἄνθρωπος . Τολμήεις : τολμηρός . ἐπεύξατο : ἐθάρσησεν , ἐκαυχήσατο . Ἦ που : ὄντως δή . |
| , τυράννοις ἐκποδὼν μεθίστασο . ὁ δ ' εἷρπ ' ἄναυδος , μέγα φρονῶν : πῶλοι δέ νιν χηλαῖς τένοντας | ||
| φωνῶ γίνεται ῥηματικὸν ὄνομα αὖος καὶ ἄναυος , ὡς αὐδῶ ἄναυδος , καὶ κατὰ ἀποβολὴν τοῦ υ ἄναος καὶ Ἀττικῶς |
| ἕψει ῥᾳδίωϲ οὔτε βρέχει : καὶ τὰϲ ἐκκρίϲειϲ ἐμποδίζει : χρονίζον δὲ ϲτρυφνότερον καὶ βραδυπορώτερον γίγνεται καὶ δυϲδιαχωρητότερον βραδύτερόν τε | ||
| ἐλαύνων . πανηγύρει ] ὡς ἐν ἑορτῆι . ὡραῖον . χρονίζον ] ἤγουν καὶ εἰς τὸν ἑξῆς χρόνον . + |
| τῆς δυσδαίμονος . φεύγει δ ' ἀναστᾶς ' ἐκ θρόνων πυρουμένη , σείουσα χαίτην κρᾶτά τ ' ἄλλοτ ' ἄλλοσε | ||
| ἑδράνων ἔρημος , οὐδ ' ἀὴρ ἔτι πτερωτὰ φῦλα βαστάσει πυρουμένη , . : + Καὶ γὰρ καθ ' ᾅδην |
| φάτις δόξα : “ φάτις ἀνθρώπους ἀναβαίνει . ” φαέθων λάμπων . ἔστι δὲ καὶ ἵππου ὄνομα . φαείνω φανῶ | ||
| σφάλλων , ἀγύρτης , οἶστρος , ἀνακάμπτων , δορεύς , λάμπων , Κύκλωπες , ἐπιφέρων , Σόλων , Σίμων . |
| αὐτοῖς , τὰ μέρη τῶν λειῶν ἐλάμβανε . καὶ φρουρὰν ἀπολείπων εἰς Κρότωνα εἰς Συράκοσαν ἔπλευσεν . Ὅτι Δίυλλος Ἀθηναῖος | ||
| τε καὶ Κέβης , ἀπολογοῦμαι , ὡς εἰκότως ὑμᾶς τε ἀπολείπων καὶ τοὺς ἐνθάδε δεσπότας οὐ χαλεπῶς φέρω οὐδ ' |
| ἄλουτον δὲ εἶπε τὴν λίμνην , καθὸ ἀλουτοῦντες καὶ ῥυποφοροῦντες ἐφιλοσόφουν οἱ περὶ τὸν Σωκράτην . ἔνθα καὶ Πείσανδρος : | ||
| ὢν ἄνθρωπος εἰς τὸ δυνατὸν ᾑρούμην διαγενέσθαι . Καὶ γὰρ ἐφιλοσόφουν , ὅπως ἐμαυτοῦ τε ὡς οἷόν τε ἦν καὶ |
| σύσπειρον κριθὰς ἀραιάς , καὶ πολλάκις αὐτῷ τῷ ἐνιαυτῷ ἀνδρόμηκες αὔξει ἡ κυπάρισσος : τοσοῦτον γὰρ αὔξει , ὅσον αἱ | ||
| φησιν . ῥεῖα : εὐκόλως . βριάει : ἰσχυροποιεῖ : αὔξει . χαλέπτει : εἰς χαλεπώτατα ἄγει . ἀρίζηλον μινύθει |
| τε φυτεύει τῷ φυτῷ τούτῳ τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν , Ἀττικὰ ἐπάρδων τὰ νάματα . . . Ἀεὶ δὲ τὰ καλὰ | ||
| ἐξ ὅσου τὴν ἁλουργίδα ἐνήψατο , οὐ λήγει ἐποχετεύων καὶ ἐπάρδων τοὺς ὑπηκόους . αἵματος δὲ οὐκ ἔνι πίθος αὐτῷ |
| γε ἅπασι κατέστη ὡς ἡ Ῥωμαίων βασιλεία , τρυφὴν μὲν ἀρνουμένη , πόλεμον δὲ αἱρουμένη , οὐδὲν ἀφίησι τῆς γῆς | ||
| ἐκ κακῶν † , ἄναξ , φρόντισον εὖ καλύψαι . ἀρνουμένη μὲν οὐκέτ ' ἂν πίθοιμί σε , πάντως γὰρ |
| : ὅσα δ ' ἐλαιώδη πάντα ὑδατώδη τέ ἐστι καὶ ἀερώδη . ἕπεται δὲ δήπου καὶ τὰ ἔργα ταῖς κράσεσιν | ||
| τῶν σωμάτων διὰ τῶν καπνῶν εἴς τε πυρώδη οὐσίαν καὶ ἀερώδη καὶ γεώδη : τὰ μὲν γὰρ λεπτότερα τῆς φθορᾶς |
| πνοήν . λέγεις μάγειρον ζῶντα ; πλησίον δέ γε ταύτης ἄσιτος ἡμέραν καὶ νύχθ ' ὅλην κεστρεύς , λεπισθείς , | ||
| ἔχει τῆς καθάρσιος : ἢν δὲ μὴ , κακῶς : ἄσιτος δὲ ταῦτα ποιείτω . Καὶ ἢν μὴ τεκνοῦσα ἦ |
| τὰς Πλειάδας εἴληπται . τὰ μὲν γὰρ ἄλλα ζῴδια πρώτην φαίνει τὴν κεφαλὴν κατὰ ἀνατολὰς , ὁ δὲ ταῦρος τὸ | ||
| , μὴ προσγραψάμενος τὴν αὐτὴν φυλακὴν ἥνπερ περὶ τῶν εἰσφορῶν φαίνει , οὐκ εὔδηλον δι ' ὃ τοῦτ ' ἐποίησας |
| οὖν ποτὲ , ᾔτησε καὶ ἔτυχεν . Ἐφ ' οἷς περιχαρὴς ἦν τῷ αὑτοῦ φίλῳ τὸν ἀδελφὸν ἀνασεσωκώς : ἐπῃνεῖτο | ||
| προδέκτορα , σελήνην δὲ σφέων . Ταῦτα πυθόμενος ὁ Ξέρξης περιχαρὴς ἐὼν ἐποιέετο τὴν ἔλασιν . Ὡς δ ' ἐξήλαυνε |
| τετυχηκὼς φύσεως τρυφερότητος ἀπέστελλεν αἴσθησιν εἰς ἀραιόν τινα σώματος ὄγκον διαχεόμενος . μετεχειρίζετο δὲ καὶ σύριγγα , ἧς νομίοις θεοῖς | ||
| διηθεῖσθαι , οὐ σκληρός , ἔν τε τῷ ἡλίῳ τεθεὶς διαχεόμενος καὶ πρὸς λύχνον ἐξαπτόμενος , οὐ ζοφώδης τῇ φλογί |
| μικρὰ τῆς κακίας ὑπανεῖτε , κἀγὼ τάχα μειδιάσω . καίτοι πραότερος ἐν τῇ νόσῳ νῦν ἐγενόμην , ὅτι οὐκ ἐντυγχάνω | ||
| αὐτίκ ' αὐτῶι ταῦτ ' ἐροῦμεν ; πρῶτον ἀριστησάτω : πραότερος ἔσται . τί τοῦτο , Σώστρατ ' ; ἠριστήκατε |
| αὑτοῦ λόγους , ὑφ ' ὧν σε ἀνασπᾷ δηλαδὴ καὶ ἀνακουφίζει πρὸς αὑτόν τε καὶ τὴν ἀρετὴν αὐτὸς πρὸ πολλοῦ | ||
| Δωριεῖς τὰ πτερά , ἀνθρώπους δὲ οἶνος ἐπαίρει τε καὶ ἀνακουφίζει γνώμην οὐδέν τι ἧσσον ἢ ὄρνιθας πτερά . καὶ |
| δ ' Ἐρεχθεύς : ὅ τε γηγενέτας δόμος οὐκέτι νύκτα δέρκεται , ἀελίου δ ' ἀναβλέπει λαμπάσιν . μῆτερ , | ||
| ὑπὸ κροτάφοισι δὲ παλμός πυκνὸς ἐπεμφέρεται , τὰ δὲ διπλόα δέρκεται ὄσσοις οἷα χαλικραίῃ νύχιος δεδαμασμένος οἴνῃ . ὡς δ |
| ἔστω κτύπος : φῶς γὰρ τόδ ' ἥκει μακάριον τῆι παρθένωι . ἐπήινες ' , ἀλλὰ στεῖχε δωμάτων ἔσω : | ||
| μὴ σφαλῶμεν : ἀσθενὴς πατήρ : κλήρους τέ μοι φύλασσε παρθένωι χερί , οὓς ἔλαβον οἰωνίσματ ' ὀρνίθων μαθὼν θάκοισιν |
| ᾧ δὲ δικαίως ἂν ἴσχυον , ὅσον οὐκ ἄλλος , ἀσθενέστερος ἁπάντων εἰμί . καὶ οἶδα μὲν ὡς δοκῶ δύνασθαι | ||
| Ἑσπερίσι γενέσθαι . πέρας δέ , ἐπεὶ βραδύτερος ἐγίγνετο καὶ ἀσθενέστερος αὑτοῦ , φοβούμενος μὴ οὐ δύνηται ζῆν ὁμοίως , |
| πρῶτον , ἀπεταγήνισα ταύτας ἁπάσας . γαλεὸς εἴληπται μέγας , ὤπτησα τὰ μέσα , τὴν δὲ λοιπὴν γρυμέαν ἕψω ποιήσας | ||
| πρῶτον , ἀπεταγήνισα ταύτας ἁπάσας . γαλεὸς εἴληπται μέγας , ὤπτησα τὰ μέσα , τὴν δὲ λοιπὴν γρυμέαν ἕψω ποιήσας |
| γενέσθαι . τοῦτο αἰσθόμενος ὁ πατήρ , ἄγριός τις καὶ ζηλότυπος γέρων , ἠγανάκτησε καὶ ὑπό τινος μεμοιχεῦσθαι οἰηθεὶς αὐτὴν | ||
| εἴτε κατὰ τέλος τὴν αὐτὴν φυλάττει γραφήν : οἷον , ζηλότυπος : ζηλωτής : τοῦτο οὐ σύνθετον ἀλλὰ παράγωγον : |
| καὶ ὠκύμορον λαβὼν ἀγαθόν , εὐχόμενος τοὐναντίον , πολυήμερον καὶ μακροχρόνιον καὶ ἀκήρατον καὶ ἀθάνατον , ὡς δυνηθῆναι καὶ σπέρματα | ||
| , ἐμμελετῶντος ἀεὶ τοῖς νόμοις , ἆθλον εἶναί φησι τὴν μακροχρόνιον ἡγεμονίαν , οὐχ ἵνα πολυετῆ ζωὴν αὐτῷ χαρίσηται μετὰ |
| : τὸ χαριὴς , ἐξ οὗ καὶ χαριέστερος : καὶ ὑγιὴς , ἐξ οὗ τὸ ὑγιέστερος συγκριτικῶς . Ὑμήν : | ||
| τὸ φανερὸν ἄγειν τὸ ἀδίκημα , ἵνα δῷ δίκην καὶ ὑγιὴς γένηται , ἀναγκάζειν τε αὑτὸν καὶ τοὺς ἄλλους μὴ |
| οὐκ ἐπιλέγοντος τοῦ δεσπότου : „ τὸν περιαυχένιον τοῦτον κύκλον ἐδωρησάμην σοι καὶ κόσμον κατορθουμένων τῶν ἐμῶν καὶ ἀγχόνην ἀποτυγχανομένων | ||
| : ” ἄπελθε λοιπόν : ἐγὼ γὰρ ἤδη τὸν λαγωὸν ἐδωρησάμην σοι . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὡς πολλοὶ |
| , ὡς ὅσων ἂν πόλεων μὴ θεὸς ἀλλά τις ἄρχῃ θνητός , οὐκ ἔστιν κακῶν αὐτοῖς οὐδὲ πόνων ἀνάφυξις : | ||
| ' , ἐγὼ δ ' ὔμμιν θεὸς ἄμβροτος , οὐκέτι θνητός καὶ ἤδη γάρ ποτ ' ἐγὼ γενόμην κόρη τε |
| ποτε , τὰ δ ' ἄλλα συγχεῖ πάνθ ' ὁ παγκρατὴς χρόνος , ἄριστα δὴ ἀνθρώπων λέγοντι . ἐγκύκλιοι γὰρ | ||
| τριμέτρων ἀκαταλήκτων οβʹ , ὧν τελευταῖος : ἀμφοῖν γένηται τοῖνδε παγκρατὴς φονεύς . ἐπὶ ταῖς ἀποθέσεσι πάσαις καὶ ἐπὶ τῶι |
| κἀκείνους πάθει προσζεύξῃ ἢ ὅτι ἐν σχήματι ἀνδρὸς ἐφάνη ὁ Πλοῦτος : δεῖ δὲ ἐννοεῖν αὐτὸν ῥυπῶντα καὶ ταπεινὸν τὸ | ||
| ἀνθρώποις δοκεῖ εἶναι ἀγαθά . Ταῦτα οὖν τίνα ἐστί ; Πλοῦτος δηλονότι καὶ δόξα καὶ εὐγένεια καὶ τέκνα καὶ τυραννίδες |
| ἡ ὑλικὴ ἀρχὴ τῆς γενέσεως , ἐκ γὰρ ταύτης ἡ λιγνυώδης ἀναθυμίασις ἀναφύεται , ἐκ δὲ τοῦ οὐρανοῦ ἡ εἰδική | ||
| τὸ τριχοῦσθαι τὸ γένειον πέφυκε γίνεσθαι , πλείων καὶ ἡ λιγνυώδης ἀναθυμίασις γίνεται . τό τε οὖν πρᾶγμα ὡς ἐπὶ |
| ὅτι πρῶτον μὲν ἀλαζονεία ψυχῆς ἐστι κακία , ψυχὴ δὲ ἀόρατος ὅτι μὴ θεῷ , κολαστὴς δὲ ὁ μὲν τυφλὸς | ||
| τὴν Ἄιδος κυνῆν , ὡς καὶ ὁ Περσεύς , περιθέμενος ἀόρατος ἐγίνετο . ἔστι δὲ κυνῆ Ἄιδος τὸ τέλος εἰς |
| εἰ ἀληθῆ ταῦτα φὴς εὐδαιμονέστερον ἀποφαίνων με τῶν πλουσίων . Ἰδοὺ δὴ οὕτως ἐπίσκεψαι , ὦ Μίκυλλε : σοὶ μὲν | ||
| βασιλέως ὕπαρχος διαδέξεται : καὶ γὰρ εἴρηταί που : ” Ἰδοὺ ἐγώ εἰμι , ἀποστέλλω ἄγγελόν μου εἰς πρόσωπόν σου |
| τινὶ τῶν μετ ' αὐτοῦ ὅτι ἡνίκα νεύσω σοι , μνημόνευσον Εὐρυδίκης . καὶ ἐπέβαλε τὴν χεῖρα ἐπὶ τῷ καρπῷ | ||
| ῥήματα . μηδὲν ἀφέλῃς μηδὲ προσθῇς , ἀλλ ' ἀκριβῶς μνημόνευσον . ” “ ἐγὼ φησὶν οἰκίας οὖσα τῆς πρώτης |
| Σμικρίνη . λέγεις δὲ τί ; ἁδελφόςὦ Ζεῦ , πῶς φράσω ; σχεδόν τι σου τέθνηκεν . ὁ λαλῶν ἀρτίως | ||
| συντυχίαν πόθ ' ἥξει ] ἐλεύσεται , ἵνα αὐτῷ ἀπαλλαγὴν φράσω † πάντ ' ἐκκάλυψον : αἱ συστηματικαὶ αὗται περίοδοι |
| ' ἔχων καὶ ἄλλ ' ἐπιδεῖξαι , ἃ τούτοις ἐστὶν διαπεπραγμένα καὶ ἅ εἰσιν ἐψευσμένοι , ἡδέως μὲν ἂν ὑμῖν | ||
| σὺ δὲ τὸ ξενικὸν ἔχων ἐὰν ἀκολουθῇς , ἴσως μὲν διαπεπραγμένα σοι καταλήψῃ , ἴσως δὲ ἐπιφανεὶς σὺ τροπήν , |
| λέγειν , τήνωι κυδάζομαί τε κἀπ ' ὦν ἠχθόμαν . κἤπειτα πολλὰ καταφαγών , πόλλ ' ἐμπιὼν ἄπειμι : λύχνον | ||
| καὶ Σώφρων δ ' ἐν τῇ ἐπιγραφομένῃ Νυμφοπόνῳ φησίν : κἤπειτα λαβὼν προῆχε , τοὶ δ ' ἐβάλλιζον . καὶ |
| φαεσφόρωι Κύκλωπος ὄψει καὶ συναυανῶ κόρας . ἰοὺ ἰού : γέγηθα μαινόμεσθα τοῖς εὑρήμασιν . κἄπειτα καὶ σὲ καὶ φίλους | ||
| μ ' ἔστ ' ἀναγκαίως ἔχον . Ἥδομαι γὰρ καὶ γέγηθα καὶ πέπορδα καὶ γελῶ μᾶλλον ἢ τὸ γῆρας ἐκδὺς |
| νῦν ἡ πεπρωμένη δηλοῖ : ὅροις τισὶν ἀναγκαίοις πεπερατῶσθαι τὴν θνητὴν ἡμῶν ζωήν , φρονήσεως δὲ ἴδιον εἶναι τοῖς τῶν | ||
| οὐδένα χρόνον ἐγένετο οὐδὲ ἀσθενὴς κατὰ τὴν ἀνθρωπίνην τε καὶ θνητὴν τῆς φύσεως ἀσθένειαν , νέος δὲ καὶ ἀκμάζων εὐθὺς |
| , καὶ εὗρεν αὐτοὺς περιπλακομένους καὶ κλαίοντας : καὶ εἶπεν Σάρρα μετὰ κλαυθμοῦ : Κύριέ μου Ἁβραὰμ , τί ἐστιν | ||
| ‖ αὔξησις , καὶ τέταρτον ‖ τελείωσις . ‖ ‖ Σάρρα [ δὲ ] ἡ γυνὴ Ἀβραὰμ οὐκ ἔτικτεν [ |
| τοῦ κάλλιον . φιλεόντων φιλείτωσαν , ὡς ἔστων ἔστωσαν . φλέγμα τὴν φλόγα . ὁ δὲ Ἀπίων τὸν φλοῖσμον ταραχὴν | ||
| διαλειμμάτων ὁμοίως , ἐξεμέσαντες δὲ τὸ φάρμακον καὶ τὴν τροφὴν φλέγμα μετὰ χολῆς οἴσουσιν ὀλίγης , εἶτα μετὰ πλείονος , |
| εἰ δὲ Ζεύς τοι τόν γε βιωσέμεν ἀρνήσηται , ἀλλὰ νόει σὺ τεῇσιν ἐνὶ φρεσίν , οὕνεκεν αὐτῷ ῥῆξε λίνον | ||
| ἐκπεριελθεῖν σε πάλιν κακοδαιμονίζοντας . σὺ δὲ τὸν τρίβωνα λεοντῆν νόει , τὸ δὲ βάκτρον ῥόπαλον , τὴν δὲ πήραν |
| Ναστοὺς τροφαλίδας ἀμφιφῶντας ἰτρία . Μοχθηρὸς ὢν καὶ τὴν γνώμην ἀχερδούσιος . Τὸν βδόλον δ ' οὐκ ἔστιν ἥτις ῥὶς | ||
| . Ἀχερδούσιος : οἷον : μοχθηρὸς ὢν καὶ τὴν γνώμην ἀχερδούσιος , ἀντὶ τοῦ σκληρός : ἔστι δὲ εἶδος ἀκάνθης |
| ἀπὸ παντὸς τοῦ σώματος , καὶ ἀπὸ μὲν τῶν ὑγιεινῶν ὑγιεινός , ἀπὸ δὲ τῶν νοσερῶν νοσερός . ἀπὸ παντὸς | ||
| ἦν τῇ τοῦ παντὸς φύσει , ὥστε ἐκ τοιαύτης διαίτης ὑγιεινός τε ἦν καὶ ἰσχυρός , καὶ κατεγήρα εἰς τὸ |
| ἔστω , ὡς τὸ μὲν ἡμέρης ἔχειν , τὸ δὲ εὐφρόνης , ἔστ ' ἂν κατατακῇ : λουέσθω δὲ θερμῷ | ||
| , ἐκεῖ : τόθεν δὲ φέγγος ἐξέλαμψέ νυν κατ ' εὐφρόνης σημεῖον ὡς στῦλος πυρός . ἐνταῦθα λειμῶν ' εὕρομεν |
| ῥᾳδίως ἕπεσθαι πάντα τὰ θᾶττον ἰόντα : ὅταν δὲ τὸ τάχιστον ἡγῆται ἐν νυκτί , οὐδέν ἐστι θαυμαστὸν καὶ διασπᾶσθαι | ||
| : ἐν τούτοις γὰρ ὁ καὶ σύνδεσμος ἐξῄρηται , τὸν τάχιστον τρόπον τῆς ἀπαγγελίας ζητοῦντος τοῦ λέγοντος . Ἔστιν ἐν |
| οὖν ὑλικὸν αἴτιον ἡ παχυτέρα ὕλη , ποιητικὸν δὲ ἡ πυρώδης θερμασία , ὥσπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἐκτὸς ὁρῶμεν : | ||
| φωτεινὴ θεῶν ἐξ αἰθέρος συνέστηκεν , ὅς ἐστι λαμπρὸς καὶ πυρώδης οὐδέποτε στάσιν ἔχων , ἀλλ ' ἀεὶ φερόμενος κύκλωι |
| . ἔχετε δὲ τοὺς πώγωνας , οὓς εἴρητ ' ἔχειν πάσαισιν ὑμῖν , ὁπότε συλλεγοίμεθα ; νὴ τὴν Ἑκάτην , | ||
| , ἐν Πάτραις , ἐν Σικελίᾳ , ἐν ταῖς πόλεσι πάσαισιν , ἐν ταῖς οἰκίαις πάσαις , ἐν ὑμῖν πᾶσιν |
| πολλοὶ φίλοι ἕπονται . τὸ δὲ ἀνάγῃ τὸ αὐτὸ τῷ αὔξῃ . ἢ ἐν τῷ καθόλου τὸν πολύφιλον πλοῦτον , | ||
| καὶ οὕτως αὑτῷ κρυβήσεται τὸ ἁμάρ τημα . ἐὰν δὲ αὔξῃ ἡ Σελήνη , οὐκ ἔξω λήσει ὁ φυγών , |
| ἐκκενοῖ , τὰ δὲ ϲηπεδονώδη τῶν ἑλκῶν ἐν τῇ δυϲεντερίᾳ περικλύζει τε καὶ ξηραίνει : μάλιϲτα δὲ τῇ τῶν ταριχηρῶν | ||
| πηγὰς ἐκροφῶν ὡς ἂν εἴποι τις , πάντα τὰ ἐνθάδε περικλύζει τοῖς ὕδασιν . ἐπεὶ οὖν περὶ τὰς κράσεις καὶ |
| πῶς τὰ αὐτὰ καὶ ὁ Στησίχορος εἰπὼν εἰς αὐτὴν καὶ τυφλωθεὶς ἀνέβλεψε ; Φασὶν ὅτι Λοκροὶ καὶ Κροτωνιᾶται ἐπολέμουν πρὸς | ||
| ἐκλήθη . ἢ καὶ τὰς φρένας ἀποβαλὼν καὶ τὸν νοῦν τυφλωθεὶς οὕτω διῆγε πλανώμενος : κατὰ γὰρ Ἐπίχαρμον νοῦς ὁρᾷ |
| ἐξ αἱματικοῦ χυμοῦ , πάντως ἐνερευθὴς ὁ ὄγκος ἐστὶ καὶ ἁπτομένῳ θερμὸς καὶ σφυγματώδης αἵ τε φλέβες οὐ μόνον αὐτῶν | ||
| ἐν πολέμῳ πῦρ ἐπιτεθὲν τῷ Ἀχιλλεῖ παρέβαλε τῷ ἐν πολεμουμένῃ ἁπτομένῳ . Σ . Ω : Ἀπολλόδωρος καὶ Ἀρητάδης καὶ |
| κενὴ μὲν οὖσα θερμή ἐστιν , ἡ δὲ πλήρωσις αὐτῆς καταψύχει , οὕτω καὶ αἱ φλέβες καὶ οἱ ἐν τῇ | ||
| εἰς ἓν καὶ ἰσχυρότατον γινόμενον διὰ τὴν εἰς ἓν ἄθροισιν καταψύχει καὶ τὸ κατὰ φύσιν ἐκεῖσε ἀναχθὲν ὑγρὸν καὶ θερμὸν |
| γεραιὰς ἐσπάρασς ' ἀπ ' ὀστέων . χρόνωι δ ' ἀπέσβη καὶ μεθῆχ ' ὁ δύσμορος ψυχήν : κακοῦ γὰρ | ||
| καὶ ἑκηβόλον ὅπλον καὶ πρόχειρον οὐκ οἶδ ' ὅπως τελέως ἀπέσβη καὶ ψυχρόν ἐστι , μηδὲ ὀλίγον σπινθῆρα ὀργῆς κατὰ |
| ἡ αὐτὴ ἐκνεφίας ποιεῖ . κεραυνὸς δὲ καὶ πρηστὴρ καὶ τυφὼς κατασκήψας σκηπτὸς λέγεται . τοσαῦτα μὲν ἀρκέσει ὡς ἐν | ||
| . ] : ἐξετύφην μὲν οὖν κλαί - ουσα . τυφὼς οὖν ἡ ἐκ τῆς ἀναθυμιάσεως συστροφὴ πρὶν ἐκπυρωθῆναι τὸν |
| διψᾷ , ζητεῖ πηγήν , καὶ ὡς πίνει τῇ δίψῃ φλεγομένη , τότε ὁ ἄρρην ἐπιβαίνει αὐτήν . ἀναγκαζομένη γὰρ | ||
| αὐτός , ἣ δὲ τῷ πόθῳ τοῦ τέκνου τείρεται καὶ φλεγομένη οἰστρεῖται , καὶ βουλομένη λύσασα ἀπάγειν ἐμβάλλει τὰ κέρατα |
| φυλάξεις καὶ τηρήσεις ταύτην τὴν ἀτερπῆ πέτραν , ὀρθὸς ἱστάμενος ἄϋπνος , οὐδέποτε καθήμενος : ἣν οὐ δυνήσῃ παρατραπῆναι . | ||
| ἐξεπέρανεν , ἢ περὶ τὸν Ἑλικῶνα ποιμαίνων ἐγρηγορὼς , καὶ ἄϋπνος ὢν , σύννους τε πρὸς ἑαυτὸν γεγονὼς , καὶ |
| πάνυ κομψάς . ὅτι ἐν νήτταις μείζων ὁ ἄρρην καὶ ποικιλώτερος . τὸ δὲ λεγόμενον γλαυκίον διὰ τὴν τῶν ὀμμάτων | ||
| ἄρτι δὲ ταῦρος ἢ κύκνος ἢ ἀετός , καὶ ὅλως ποικιλώτερος αὐτοῦ Πρωτέως : μόνην δὲ τὴν Ἀθηνᾶν ἔφυσεν ἐκ |
| ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς [ καὶ ἔταξε ] τὰ Χερουβὶμ καὶ τὴν φλογίνην ῥομφαίαν τὴν στρεφομένην , φυλάσσειν τὴν | ||
| λέγεσθαι . μήποτε δὲ καθ ' ἑτέραν ἐκδοχὴν τὰ μὲν Χερουβὶμ δηλοῖ τῶν ἡμισφαιρίων ἑκάτερον : καὶ γὰρ ἀντιπρόσωπά φησιν |
| ' ἡμῖν : νυκτερεύσας δ ' ἀθλίως πρῶτα μὲν σκληρῶς καθεῦδον , εἶτα Θούδιππος ὁ λέων παντελῶς ἔπηξεν ἡμᾶς , | ||
| ' ἡμῖν : νυκτερεύσας δ ' ἀθλίως πρῶτα μὲν σκληρῶς καθεῦδον , εἶτα Θούδιππος βδέων παντελῶς ἔπηξεν ἡμᾶς , εἶθ |
| ἀνάγκας ἀποφανῶ , δι ' ἃς ἕκαστον αὔξεταί τε καὶ φθίνει ἐν τῷ σώματι . Πρῶτον μὲν οὖν ἀνάγκη τὴν | ||
| τέλος σχήσει : ἄσημα δ ' οὐκέτ ' ἔστιν οἷ φθίνει τύχα : ὅπου μέλλει τελεῖσθαι ἡ τύχη τῆς Κύπριδος |
| φῂς , Ἑρμόγενες : εἰ δὲ καθόλου ὡς ἀσθενὲς αὐτὸ δέχῃ οὐκ ἔστιν ἀσθενές : ἀλλὰ καὶ πάνυ ἰσχύει : | ||
| εἰ αὐτὸς νῦν ποιεῖς τὸ τῇ φύσει σου οἰκεῖον καὶ δέχῃ τὸ νῦν τῇ τῶν ὅλων φύσει εὔκαιρον , ἄνθρωπος |
| ὁ δὲ χειμερινὸς τροπικός , ὁ δὲ ἀνταρκτικός τε καὶ ἀφανής . λοξὸς δὲ τοῖς τρισὶ μέσοις ὁ καλούμενος ζωιδιακὸς | ||
| καὶ ὅτε μὲν ἔστρεφε τὴν σφενδόνην τοῦ δακτυλίου , ἐγίνετο ἀφανής , ὅτε δὲ ἀντέστρεφε πάλιν , ἐγίνετο ἐμφανὴς τοῖς |
| πυρόεις Ὑπερίων ἐς νέφος ὑγρὸν ἔβαψεν ἐρευθομένης σέλας αἴγλης καὶ νεφέλην μόρφωσεν : ὀπιπευτῆρι δὲ κύκλωι ἀνδρομέη τροχάουσα δι ' | ||
| , οὐ πολλάκις ὑμῖν προὔλεγον ἐγὼ τὴν ἀπὸ τῶν ὀρῶν νεφέλην , ὅτι χειμάσει ποτὲ ἐφ ' ἡμᾶς ; Χεῖρας |
| μάλιστα ἐπιτυγχάνει ἐφ ' ὧν ἡ ὀδύνη διὰ παχύτερα καὶ γλισχρότερα φλέγματα γίνεται . χρίειν δ ' αὐτοῖς κατὰ τοῦ | ||
| πρὸς θραῦσιν ἢ κάταξιν ἢ θλάσιν ἢ διάσπασιν ἀλλὰ τὰ γλισχρότερα , ὧν ἔνια μαλακὰ καὶ ὑγρὰ τὴν φύσιν . |
| ἔστι δὲ ] Ἱμέρα πόλις Σικελίας . ἀμφιπόλει δὲ , περιπόλει . σῶζε . εὔχεται δὲ μὴ ὑποταγῆναι τὴν Ἱμέραν | ||
| δύναμιν . ἢ οὕτως : ἱκετεύω , ἀμφιπόλει , ἤγουν περιπόλει , περίεπε , ἐπισκοπῆς ἀξίου τὴν Ἱμέραν τὴν πόλιν |
| θαυμάζω καὶ ἀπιστῶ . Μὴ θαυμάσῃς , ὦ Μενέλαε : γίγνομαι γάρ . Εἶδον καὶ αὐτός : ἀλλά μοι δοκεῖςεἰρήσεται | ||
| Παρθένιον , ἔνθα μητέρ ' ὠδίνων ἐμὴν ἔλυσεν Εἰλείθυια , γίγνομαι δ ' ἐγώ . καὶ πόλλ ' ' : |
| τὸ τέκνον , καὶ ὑπὸ τοῖς μηροῖς θάλπει , καὶ λεαίνει τῇ γλώττῃ , καὶ ἐκτυποῖ ἐς ἄρθρα , καὶ | ||
| τῆς ψυχῆς ἔφερον ἀγάλμασι . . . Προσκλύζων κόλπος Ἰόνιος λεαίνει τὴν θῖνα τῷ κύματι . κατὰ δὴ ταύτης τῆς |
| ἐθέλοντες ὤμνυον ὀρθῶς δικάσειν , ἀλλ ' οὐ σκολιῶς . τρέχει γὰρ ὁ Ὅρκος ἅμα ταῖς σκολιαῖς δίκαις , ὁμοῦ | ||
| ἅπαντα γὰρ χωρεῖ . τάχιστον νοῦς : διὰ παντὸς γὰρ τρέχει . ἰσχυρότατον ἀνάγκη : κρατεῖ γὰρ πάντων . σοφώτατον |
| τὸ εἶδος , ἐπὶ γραμμῆς δὲ οὐκέτι . ἄλλη δὲ ἀκίνητος , καὶ ταύτην φασί τινες εἶναι χωριστήν , οἱ | ||
| ἐστὶ πρώτη φιλοσοφία : εἰ δὲ καὶ ἔστι τις οὐσία ἀκίνητος , ὥσπερ καὶ ἔστιν , αὕτη ἐστὶ προτέρα φιλοσοφία |
| Καὶ ἵνα μὴ ὑπὸ τῆς ἀπειρίας δειλανθῇς , φησὶν ὁ Ζώσιμος , ὅτε ἴδῃς πάντα σποδὸν γενόμενα , τότε νόει | ||
| ἀλλήλοις ἐπισπώμενα : ἐπείπερ καὶ ὡς ἐν ἀφορισμῷ ὁ πολυμαθέστατος Ζώσιμος ἐκφανέστατά φησιν . Αὐτὸ γὰρ τὸ μυστήριον τὸ τῆς |
| τόπους τὸ σῶμα γίγνεται , καὶ μώλωπας ἔχει , καὶ ζοφώδης αὖθις αὐτοῖς ἐπιτρέχει χροιά . Ναὶ μὴν ἀλλὰ σὺ | ||
| : ὁ γὰρ πρῶτος ἀρθεὶς ἀπὸ τοῦ ἀρχεγόνου ὑγροῦ ἀὴρ ζοφώδης καὶ σκοτεινὸς ἦν , εἶτα λεπτυνόμενος εἰς αἰθέρα καὶ |
| ἐγκεκορδυλημένος Θ : ἐγκεκρυμμένος . Θ ἐγκεκορδυλημένος : ἐγκεκαλυμμένος καὶ συνεστραμμένος , ὥστε μηδ ' ἀνθρώπου σχῆμα δηλοῦν , ἀλλ | ||
| ἄελλα καὶ θύελλα διαφέρει . ἄελλα μὲν γάρ ἐστιν ἄνεμος συνεστραμμένος , θύελλα δὲ ἡ συστροφὴ τοῦ ἀνέμου . ἆθλος |
| ἐάσατέ με σὺν αὐτῇ : μόνος ἐγὼ περιπτυξάμενος αὐτῇ δεσμὸς ἔσομαι : μαινέσθω κατ ' ἐμοῦ . τί γάρ με | ||
| τοὺς ἀδικοῦντας δεῖ τοῖς ἴσοις ἀμύνεσθαι καὶ προσθέντες ὅτι ὄφελος ἔσομαι πολλοῖς ἀνθρώποις σωθείς , ἀποθανὼν δ ' οὐδενί , |
| πολιτείαν , συνδέων , συμφυλάττων , τηρῶν διατηρῶν , φυλάττων διαφυλάττων . καὶ τὰ ῥήματα ἀπ ' αὐτῶν . πρᾶγμα | ||
| γάρ , ὅπερ ἄν τις τὸν ἐν τοῖς ὀνόμασιν εἱρμὸν διαφυλάττων , πολὺ πλῆθος , ἀλλὰ μέγα εἶπεν , εἰδὼς |
| εἶτ ' εἰς τρίτην ἀγορᾷ κέχρηνται : τὸν γὰρ οἴακα στρέφει δαίμων ἑκάστῳ . ἡμιχρύσους ἀρτίως διηρτάμηκε καὶ τὰ μὲν | ||
| ἔχει . Ὁ λογισμὸς πηδαλίῳ τὴν αὐτὴν ἔχει δύναμιν : στρέφει γὰρ τὸν βίον ἐπὶ τὸ σῷζον μέρος καθάπερ σκάφος |
| δεοίμην : ἐγὼ δὲ φροντίζω , πῶς ἂν ὧν ἤδη δέδωκας ἀποδοίην χάριτας . καίτοι τόν γε τρόπον αὐτὸς ὑποδεικνύεις | ||
| , τούτῳ δὲ τρίτου προσάψασθαι μόνον ἐπὶ τοῦ μείζονος θρόνου δέδωκας , ὃν ἔδει πλείονος , εἰ δὲ μή , |
| τὴν κόμην ἄνετον , τὴν δὲ χρόαν εἶχεν ἀνθηρὰν τῇ λαμπηδόνι τοῦ σώματος τὰ ἄνθη δηλῶν . ἦν δὲ Διονύσῳ | ||
| ἔστιλβεν ὑπὲρ τὸν ἥλιον , ὥστε με θαυμάζειν ἐπὶ τῇ λαμπηδόνι τῆς πύλης . κύκλῳ δὲ τῆς πύλης εἱστήκεισαν παρθένοι |