τινὶ τῶν μετ ' αὐτοῦ ὅτι ἡνίκα νεύσω σοι , μνημόνευσον Εὐρυδίκης . καὶ ἐπέβαλε τὴν χεῖρα ἐπὶ τῷ καρπῷ
ῥήματα . μηδὲν ἀφέλῃς μηδὲ προσθῇς , ἀλλ ' ἀκριβῶς μνημόνευσον . ” “ ἐγὼ φησὶν οἰκίας οὖσα τῆς πρώτης
7693962 ἐκβησῃ
Καλὸν τὸ καιροῦ παντὸς εἰδέναι μέτρον . Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός . Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία βροτοῖς . Κρίνει
Πυθόκλεις , μνημόνευσον : κατὰ πολύ τε γὰρ τοῦ μύθου ἐκβήσῃ καὶ τὰ ὁμογενῆ τούτοις συνορᾶν δυνήσῃ : μάλιστα δὲ
6536218 Ἀκουσον
ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων : ἐπίταττε οὖν ὅτι βούλει . Ἄκουσον δή , εἰπεῖν τὸν Ἐρυξίμαχον . ἡμῖν πρὶν σὲ
δὲ σῶμα καὶ δόμων περιπτυχὰς καταιθαλώσῃ σου Λικυμνίαις βολαῖς . Ἄκουσον , αὕτη : παῦε τῶν παφλασμάτων : ἔχ '
6484331 Εὐριπιδεια
, Ϛʹ , θʹ , δίμετρα καταληκτικὰ , ἤτοι ἑφθημιμερῆ Εὐριπίδεια , τὰ δὲ λοιπὰ ἀκατάληκτα : πλὴν τοῦ τελευταίου
τροχαικὸν διὰ τὰ ἑξῆς : τὰ ἑξῆς Ϛʹ τροχαικὰ ἑφθημιμερῆ Εὐριπίδεια : τὸ δὲ ηʹ ἀναπαιστικὸν μονόμετρον . ἐπὶ τῷ
6347399 συντυχιᾳ
ἀπειρίας κόζμων , ὡς ἠξίωσας # , ἀπέστειλά σοι . συντυχίᾳ δὲ τοῦ πράγματος # ἀγαθῇ κέχρησαι : πρὶν ἢ
τοιγαροῦν Ἀριστάρχου ζηλωτοῦ τῆς ἐμῆς πολιτείας ὑπάρξαντος , καὶ τῇ συντυχίᾳ τὴν ἐπιθυμίαν ἐκτείναντος , ἐπετήρουν τὸ μειράκιον ἅπαντες ,
6325651 οἰησῃ
ἢ λαβεῖν εἰδότα . νῦν μὲν οὖν με μείζω λέγειν οἰήσῃ , τῇ πείρᾳ δὲ τὸν ἑταῖρον μανθάνων πολλὰ φήσεις
ἀόρατον καρτεροῦντι παραλιπεῖν : ὅ τι γὰρ ἂν παραδράμῃς , οἰήσῃ τὸ κάλλιστον ζημιοῦσθαι . κἂν πύθηταί τις , ὅτῳ
6321229 κριτηριων
τῶν καθ ' ἡμᾶς αὐτοὺς περί τε νοῦν καὶ αἴσθησιν κριτηρίων ἀνάγκη τἀκόλουθον ὁμολογεῖν , ὅτι ὁ θεὸς τῷ μὲν
τοῖς ἐναργῶς νοουμένοις . ἐπεὶ δ ' ἐκ τῶν φυσικῶν κριτηρίων αἱ τέχναι πᾶσαι κατασκευάζουσιν ὄργανά τε καὶ κριτήρια τεχνικά
6294054 ἠγαπησα
ἐν πάσαις ταῖς ἡμέραις μου καὶ ἀλήθειαν . Τὸν Κύριον ἠγάπησα ἐν πάσῃ τῇ ἰσχύι μου : ὁμοίως καὶ πάντα
ἐρώμενον τὸν ἑαυτοῦ λέγει αὐτῷ ὅτι ἐγώ σε πάντων ἀνθρώπων ἠγάπησα μάλιστα καὶ σύ μοι εἶ καὶ παῖς καὶ υἱὸς
6290246 ἀλαζονιαν
: ἀντιπνεῖ δὲ πολλάκις εὐτυχίαι δεινά τις αὔρα . τίς ἀλαζονίαν πλείσταν παρέχει τῶν ἀνθρώπων ; τοὶ μάντεις . χωλός
ὑπ ' αὐλοῦ καὶ χοροῦ . κατηγορήσαις δ ' ἂν ἀλαζονίαν καὶ τῶν τὰ τρόπαια ἱστάντων , ὡς ἔοικεν .
6254578 ἀρτοθηκῃ
. . τῇ ἀρτοθήκῃ σκυτίνῃ . Θ . ἐν τῇ ἀρτοθήκῃ . . . νὴ τὴν Ἑκάτην : Καθὰ γυνὴ
' ] ἄγε δή θυλάκῳ ] ἀρτοθήκῃ . νῦν τῇ ἀρτοθήκῃ εὐαγγελίας ] ἕνεκεν κομίσω ] φέρω κομμάτιον χοροῦ Κέκροπος
6246693 ἐπινικιου
ᾆσμα τετέλεσται . Ἰστέον ὅτι πᾶσαι αἱ ἐπῳδοὶ τοῦ παρόντος ἐπινικίου ὅμοια καὶ ἰσόμετρα ἔχουσι τὰ κῶλα τῇ αʹ .
. Εἰ δὲ σώφρων ] * Ὅπερ ἐν ἀρχῇ τοῦ ἐπινικίου ἔλεγε , τοῦτο νῦν ἐπαναλαμβάνει . Καί τί οἱ
6198648 Ἀδριανε
Πάλιν δὲ Σεκοῦνδος ἀντέγραψε : “ κόσμος ἐστίν , ὦ Ἀδριανέ , τὸ σύστημα τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς καὶ
ὁ Σεκοῦνδος ἔγραψε τάδε : “ Ἐγὼ μέν , ὦ Ἀδριανέ , οὐ φοβηθήσομαί σε ἕνεκεν τοῦ ἀποθανεῖν . τὸ
6194472 ἐπιλοιπα
πρὸς τὴν Ἰὼ ὅτι ἑλοῦ δυεῖν θάτερον , ἢ τὰ ἐπίλοιπα τῶν σῶν πόνων εἰπὲ , ἢ τὸν λύσοντά με
ἐν Λίμναις τέμενος , ἔπειτα θύειν ἐν τῷ ἱερῷ τὰ ἐπίλοιπα : καὶ ἔκτοτε τὴν ἑορτὴν κληθῆναι χόας . ,
6191527 συναντησῃ
ἀνάρσιος : μή τις αὐτοῖς τοῖς ὀρνέοις τοῖς ἀτελέσιν ἐχθρῶδες συναντήσῃ . ἀνάρσιον : ὀλέθριον . ἀνάρσιος : ἐχθρός ,
ὀλέθριον . ἀνάρσιος : ἐχθρός , πολέμιος . ἀντιβολήσῃ : συναντήσῃ , ὑπέλθῃ ἀπὸ τοῦ βάλλειν , ἐναντιωθῇ . Κομέει
6175678 ἀιδιῳ
καὶ ἐν τοῖς συνθέτοις καὶ ὡρισμένοις , καὶ ἐν τῷ ἀιδίῳ δὲ τῷ ἄνω σώματι ἡ τοῦ διαφανοῦς φύσις ἐφήπλωται
πρὸς ταὐτὰ καὶ καθ ' ἕνα λόγον καὶ μίαν τάξιν ἀιδίῳ κινήσει , καὶ τὴν θείαν ζωὴν τῇ συμφύτῳ τοῖς
6175153 ἀθλιωτερος
μεγάλαισιν ἐν Θήβαισιν ἀνάσσων . Τανῦν δ ' ἀκούειν τίς ἀθλιώτερος ; τίς ἄταις ἀγρίαις , τίς ἐν πόνοις ξύνοικος
! ! ] α μέντοι , νὴ Δί ' , ἀθλιώτερος : [ ! ! ! ! ! ! ]
6173818 Ἐρρηθη
τινων προκρίνομαι , τούτου ἕνεκα θανάτου ὑπὸ σοῦ διώκεσθαι ; Ἐρρήθη μὲν δῆλον ὅτι τούτων πλείω ὑπό τε αὐτοῦ καὶ
τις , ὅπερ καὶ ἐν τοῖς πρόσθε που ἐρρήθη . Ἐρρήθη γάρ . Οὕτω τοίνυν καὶ περὶ ἁμάξης ἡμᾶς μὲν
6167876 Ἀβραμου
ὧν ἐν ἑτέρῳ λόγῳ διέξειμι τὰ ἱστορούμενα . Τοῦ δὲ Ἀβράμου ἔτι καὶ νῦν ἐν τῇ Δαμασκηνῇ τὸ ὄνομα δοξάζεται
. . , , : Μνημονεύει δὲ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἀβράμου Βηρωσσὸς οὐκ ὀνομάζων , λέγων δὲ οὕτως : Μετὰ
6148306 Αὐτοθι
Ἡ ἱστορία παρὰ Ἀνδροτίωνι . . . . . : Αὐτόθι φασὶ Ποσειδῶνα πρῶτον ἵππους ζεῦξαι καὶ χαλινῶσαι . .
? [ ] ἐνδιδοὺς [ ] ῥυθμόν ? ? . Αὐτόθι δ ' ὡς παραφρονοίη [ ] τε φωνεῖν τὸν
6147830 ἐπιμελουμεθα
αὐτοὶ δὲ ἐλάττονος ὑμῶν ἄξιοί ἐσμεν . ἡμεῖς μὲν γὰρ ἐπιμελούμεθα ὅπως ἡμῖν ταῦτα ὡς πλεῖστα ἔσται , ὑμεῖς δέ
οὐδέν . καὶ γὰρ καὶ τῶν μερῶν τοῦ σώματος ἐκείνων ἐπιμελούμεθα μᾶλλον , ἅπερ ὠφελιμώτερα ἑαυτοῖς πρὸς τὴν ὑπηρεσίαν νομίζομεν
6142946 ᾑρουμην
πρότερον εἶπον , τῇ συμφορᾷ , ἠνειχόμην , καὶ μᾶλλον ᾑρούμην μὴ λαβεῖν τούτων τῶν ἁμαρτημάτων δίκην ἢ δόξαι τοῖς
γὰρ δὴ κατεφρόνησα μὲν τῶν πατρῴων , ἵνα εὐδοξήσω . ᾑρούμην δὲ τὰ μὴ προςήκοντα λαμβάνειν , ἵνα καὶ τὴν
6139501 συνεστησας
τὴν οἰκουμένην καὶ τὰ ποιήματα πάντα ἃ διὰ λόγου ἑνὸς συνέστησας , δέσποτα , καὶ ὅτε ἴδω ταῦτα , τότε
ἐκεῖθεν ἐμὸς φοιτητής , οἶσθα τὸν νέον ὃν ἔναγχός μοι συνέστησας , ᾧ γνώρισμα μέγιστον ὁ πατήρ . οὗτος ἐμοὶ
6131210 ββαβ
αὐτοῦ τέσσαρα , κανόνα δὲ τοιόνδε : αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον
: αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον δὲ ἀκατάληκτον τὸ τούτου περιττεῦον συλλαβῇ
6093580 παραλελειμμενα
οὐ δεῖ θαυμάζειν : ἥκιστα γὰρ Λακεδαιμονίοις εὕροι ἄν τις παραλελειμμένα ἐν τοῖς στρατιωτικοῖς ὅσα δεῖται ἐπιμελείας . Διηγήσομαι δὲ
ψόγον αὐτοῦ διεξελεύσεσθαι , ὥστε καὶ τὰ ὑπ ' ἐκείνου παραλελειμμένα προσθήσειν μοι δοκῶ : ὅσῳ γὰρ ἂν ὑμῖν καλλίων
6078712 παραδιδωμι
ἐγώ , ἐπειδὴ καὶ πρεσβύτης εἰμί , παρακινδυνεύειν ἕτοιμος καὶ παραδίδωμι ἐμαυτὸν Διονυσοδώρῳ τούτῳ ὥσπερ τῇ Μηδείᾳ τῇ Κόλχῳ .
ἐστὶν οὗ ' μνήσθην ἐγώ . Τὴν μὲν γὰρ Ἥραν παραδίδωμι τῷ Διί , τὴν δὲ Βασιλείαν τὴν κόρην γυναῖκ
6071587 παρεκοπτου
εἰς λόγον ἔλθῃ , γνώσεται οἵων ἀγαθῶν αὐτὸν τῇ μισθοφορᾷ παρεκόπτου : εἶθ ' ἥξει σοι δριμὺς ἄγροικος κατά σου
εἰς λόγον ἔλθῃ ] προσομιλήσῃ τοῖς στεμφύλοις ἢ πλησιάσῃ . παρεκόπτου : παρῄρου , ἐλυμαίνου . ἀπὸ μεταφορᾶς τῶν παρακοπτομένων
6070081 ἀδολεσχιᾳ
Σωκράτους ἐκβάλλοντος τὰ δαιμόνια . Θ ἀδολεσχία Θ : τῇ ἀδολεσχίᾳ τῶν φιλοσόφων ὑπαχθέντος καὶ πεισθέντος . Θ ἀντὶ τοῦ
μηδέ μ ' ἐπιτρίψῃς , ἀλλὰ συγγνώμην ἔχε ἐμοῦ παρανοήσαντος ἀδολεσχίᾳ . καί μοι γενοῦ ξύμβουλος , εἴτ ' αὐτοὺς
6034039 Σκεπτεον
τῇ φύσει κεχωρισμένα τῇ προνοίᾳ συναγαγεῖν ὑπὸ μίαν οἴκησιν . Σκεπτέον δὲ τί φησιν ἐνταῦθα ὁ ἱστορικός . Καὶ γὰρ
αὐτῷ : ἔσται δὲ καὶ εὐθυμότερος ἐν τῇ ταλαιπωρίῃ . Σκεπτέον δὲ καὶ ἤν τι ἐρυγγάνῃ ἢ ὑπὸ φύσης ἔχηται
6024402 πιεσει
καθέδρας ἢ ἄλλῳ τινὶ τρόπῳ . Τότε γὰρ διαλαμβάνει τῇ πιέσει τὸ πνεῦμα καὶ οὐ δυνάμενον τὴν οἰκείαν κίνησιν κινεῖσθαι
ὀθονίοις χρῆσθαι : τὴν γὰρ ἀσφάλειαν τῆς ἐπιδέσεως ἢ τῇ πιέσει ποιητέον ἢ τῷ πλήθει τῶν ὀθονίων . ἐφ '
6023984 αβαβ
κανόνα δὲ τοιόνδε : αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον δὲ ἀκατάληκτον τὸ
λεπτὸν ἔχοις ' ἐπ ' ἀτράκτῳ λίνον κανὼν δὲ αὐτοῦ αβαβ ββαα βαβα βααβ ββαβ αβαα βαββ βαβα . Ἀπ
6018795 ἑπομαι
εἰ μή σοι ξυνέτυχον , οὐδὲ τὸν νοῦν ἐγίγνωσκον , ἕπομαι μὲν γὰρ αὐτῷ θᾶττον ἢ ἑαυτῷ τις , εἰ
μᾶλλον εἰκὸς τὸν οἶκον αὔξεσθαι . Ἀλλὰ μέχρι μὲν τούτου ἕπομαι , ἔφην ἐγώ , ὦ Ἰσχόμαχε , ὅτι ἐκπονοῦντα
6003896 ἀκουομενα
ἤρετο ἡμᾶς , “ Τί δέ ; ἐπειδὴ ἀκοῇ τὰ ἀκουόμενα ἀκούεται , τίνι ὄντι τῇ ἀκοῇ ; ” ἀπεκρινάμεθ
ι γραφόμενα . καὶ σαφές ἐστιν ὅτι τὰ προκείμενα , ἀκουόμενα ἔχοντα στοιχεῖα , πρόδηλον ἔσχε καὶ τὴν ἀφαίρεσιν :
6003409 ἀναισχυντιᾳ
καὶ αὐτῶν . Θεὸς ἡ Ἀναίδεια : ἐπὶ τῶν τῇ ἀναισχυντίᾳ ὠφελουμένων . Θρᾷκες ὅρκια οὐκ ἐπίστανται : ἐπὶ τῶν
πρῶτον ὡς οἷόν τε μάλιστα ὠργίσθην καὶ ἠγανάκτησα ἐπὶ τῇ ἀναισχυντίᾳ τοῦ λόγου , ἔπειτα δὲ ἐλογισάμην πρὸς ἐμαυτὸν ὅτι
5998605 παραδωμεν
καὶ λῃστικοῦ πολλοῦ καὶ σφοδροῦ καὶ περὶ τὰς πύλας στρεφομένου παραδῶμεν ἴχνη . εὕδοντι γάρ , φασί , κύρτος αἱρεῖ
καταλείποντα ἰδίᾳ ξυγγραφῇ τε καὶ ἀφηγήσει τοῖς μεθ ' ἡμᾶς παραδῶμεν μίμημά τε καὶ σπούδασμα κάλλιστον τοῖς αἱρουμένοις τε καὶ
5995582 αἰκιζεται
' ] εἰπέ . . αἰτιάματι ] μέμψει . . αἰκίζεται ] κολάζει . . δίδαξον ] τοῦτο . λόγῳ
' ἡμιτέλεστοι γέλως ἑστᾶσι τοῖς μιαροῖς , φιλοσόφων δὲ ἀνδρῶν αἰκίζεται σώματα , καὶ τὸ εἰληφέναι τι βασιλέως διδόντος ὄφλημα
5977602 ἐπεδωκα
κἀν τούτῳ δηλονότι ὀλίγον ὕϲτερον φθεγξαμένη , ἠρέμα καὶ αὖθιϲ ἐπέδωκα πλέον τοῦ πόματοϲ μετὰ ἐμμελοῦϲ οἴνου ἀντὶ τοῦ κνιδίου
οὐδενὸς ὧν ὑπεύθυνος ἦν , ἀλλ ' ἐφ ' οἷς ἐπέδωκα , ὦ συκοφάντα . ἀλλὰ καὶ τειχοποιὸς ἦσθα .
5967453 εὐπειθειᾳ
δ ' αὖ κἀκεῖνος ὃς αὐτῷ πάντα νοήσῃ , τῇ εὐπειθείᾳ τὰ πρωτεῖα διδούς , τῇ φρονήσει δὲ τὰ δευτερεῖα
, ὦ Ἀλεξανδρεῖς , Ἀρείου μὲν συμβουλῇ , ἐμοῦ δὲ εὐπειθείᾳ . ἆρα δοκεῖ μὲν οὗτος ὁ αὐτοκράτωρ φαυλότερόν τι
5959961 εὐνοουσῃ
δοθῆναι τὰ μέρη ; “ ὁ Ξάνθος εἶπε ” τῇ εὐνοούσῃ . “ καὶ ὁ Αἴσωπος : ” μὴ οὖν
εἰπεῖν μοι ἀπόφερε τῇ γυναικί μου , καὶ μὴ τῇ εὐνοούσῃ : οὐ γὰρ αὕτη σοι εὐνοεῖ , ἀλλ '
5957630 προσημαινεται
, καὶ ταῦτα μὲν ἐν ταῖς τελείαις γίνεται κρίσεσι . προσημαίνεται δὲ ἐν ταῖς ἐπιδήλοις , ὅτι προὔργου τῇ φύσει
καὶ ὅτι , σύνεγγυς , αὐτοῦ θαμίζοντος τοῦ ἐφιάλτου , προσημαίνεται . λέγεται δὲ ἀπὸ τοῦ δοκεῖν ἐφάλλεσθαί τινα τοῖς
5956729 θιγω
: οἷον , θήγω τὸ ἀκονῶ , πρὸς ἀντιδιαστολὴν τοῦ θίγω τοῦ διὰ τοῦ ι γραφομένου , τοῦ δηλοῦντος τὸ
δῆτα διὰ πόνων πάντων φανείς . Βούλει λάβωμαι δῆτα καὶ θίγω τί σου ; Μὴ δῆτα τοῦτό γ ' :
5956630 μηχ
Αἰγύπτιος , ὡς ἔχει τὸ ἰαμβεῖον δεινοὶ πλ . τοι μηχ . Αἰγ . . . . . : ἔπειτα
, ὡς καὶ Αἰσχύλος φησίν : δεινοὶ πλ . τοι μηχ . Αἰγ . . . . . : .
5951881 συνοισθα
ἢ καινὰ κεῖσθαι θέσμι ' ἀνθρώποις τὰ νῦν : ἐπεὶ σύνοισθά γ ' εἰς ἔμ ' οὐκ εὔορκος ὤν .
ἃ ἔλεγεν . Ἐφαίνετο γάρ , ὦ Σώκρατες : καὶ σύνοισθά που καὶ αὐτὸς ὅτι οἱ μέγιστον δυνάμενοί τε καὶ
5931567 ἐπεμβληθεντα
ἄλληλα , τὰ δὲ λοιπὰ δύο σκέλη τῇ αὐτῇ ζώνῃ ἐπεμβληθέντα ἐάσθω παρειμένα . ἔπειθ ' ὁ καυλὸς διὰ τῆς
ἐναλλαγὴν ὑπειληθέντα διὰ τῶν ἀκρισχίων ἀναγέσθω καὶ τῇ αὐτῇ ζώνῃ ἐπεμβληθέντα πρὸς τὰς παρειμένας ἀρχὰς τῶν πρώτων σκελῶν ἁμματιζέσθω .
5931103 εὐεπιφορον
τόκος ἐστὶ λῦσαι . ὀξεῖαν γὰρ τὴν ἠρεθισμένην ἢ τὴν εὐεπίφορον : ὁ δὲ ὀφείλων ἐπιδιδοὺς τόκον ἄμεμπτος γίνεται :
. τἄπη τῇ βακτηρίᾳ : ὡς εἰς τοῦτο τὸ μέρος εὐεπίφορον ὄντα τὸν Ἕρμιππον σκώπτει : οἱ δὲ Σιμέρμωνα τὸν
5929879 Ἀρητῃ
οὐ πάρεστι , τίς ξυνώμοσε . καὶ Παρθένιος ἐν τῇ Ἀρήτῃ τὸ ἄννεμε ἀντὶ τοῦ ἀνάγνωθι : καὶ ἀννείμῃ Δωριστὶ
εἰκάσθω οὖν καὶ αὐτὴ Θεανοῖ τε ἐκείνῃ τῇ Ἀντήνορος καὶ Ἀρήτῃ καὶ τῇ θυγατρὶ αὐτῆς τῇ Ναυσικάᾳ , καὶ εἴ
5927997 ἐπιχειρω
εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον ,
καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν
5927834 ϲημειωϲομεθα
εὐλαβείαϲ , ταῖϲ δὲ λοιπαῖϲ τόνδε τὸν τρόπον ἐγχειρήϲομεν : ϲημειωϲόμεθα πρότερον , εἰ μὲν εὐθυτενὴϲ εἴη , κοπαρίῳ ,
, αἱ δὲ εὐρυϲματώδειϲ εἰϲίν . τὰϲ μὲν οὖν εὐρυϲματώδειϲ ϲημειωϲόμεθα , ὡϲ καὶ τὰ ἀνευρύϲματα , καὶ ἀπαγορεύϲομεν παραπληϲίωϲ
5927624 εὑρισκομαι
μυρίους ἀχανεῖς ἐποίησε ; καὶ μὴν οὐδὲ τῆς αἰσθήσεως ἡγεμὼν εὑρίσκομαι , τάχα δέ που καὶ δοῦλος ἀκολουθῶν ᾗ ἂν
συνέφερε , καὶ τότε πατὴρ ἀναγορεύομαι , ὅτε καὶ παιδοκτόνος εὑρίσκομαι . . . ἔα με μόνην τὴν μοιχείαν θρηνεῖν
5914873 Δαρειε
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . πάτερ ] ὦ . ἐπῳδὸς κώλων ηʹ .
πάτερ ] ὦ . ἄκακε ] πρᾶε . Δαρειᾶν ] Δαρεῖε . οἴ ] φεῦ . ἀντιστροφὴ κώλων ηʹ .
5908974 τασσων
. Βίαιος ὁ Ἰξίων ἐστὶ τὴν σφωε καὶ ἐπὶ δευτέρου τάσσων , ἀμφοτέρω γὰρ σφῶε φιλεῖ , ἐπεὶ καὶ ἡ
, ἄελλα . Θᾶσσον : παρὰ τὸ ταχύς : συγκριτικὸν τάσσων , καὶ τροπῇ τοῦ τ εἰς θ , θάσσων
5905377 Κεινος
βλέπειν τὸν οὐκέτ ' ὄντα ζῶντ ' Ἀχιλλέα πάλιν . Κεῖνος μὲν οὖν ἔκειτ ' : ἐγὼ δ ' ὁ
, δύναιτ ' ἂν οὐδ ' ἂν ἰσχύων φυγεῖν . Κεῖνος γὰρ ἄλλης ἡμέρας , ὅθ ' ἱππικῶν ἦν ἡλίου
5904165 Παιδειᾳ
πώλημα : ὁ αὐτὸς δὲ καὶ πράσιμον εἴρηκεν ἐν τῇ Παιδείᾳ : παρ ' ἄλλῳ δ ' οὐδέτερον εὑρὼν μνημονεύω
γὰρ θέμις Δόξαν εἰσπορεύεσθαι πρὸς τὴν Ἐπιστήμην , ἀλλὰ τῇ Παιδείᾳ παραδιδόασιν αὐτούς . εἶτα ὅταν ἡ Παιδεία παραλάβῃ ,
5902995 ἐξελεγξας
γήρως ἢ κατὰ πήρωσιν ἀπόλεμοι ἦσαν . Αὐτὸς δὲ ὡς ἐξελέγξας δὴ τῶν Χαλδαίων τὴν μαντείαν , ὅτι οὐδὲν πεπόνθοι
τούς τε πρώτους τῶν πολιτῶν ὑβρίζοντας καὶ διαφοροῦντας τὰ κοινὰ ἐξελέγξας ἐξέβαλε τήν τε χώραν ἀπήλλαξεν ἀκαρπίας καὶ λοιμοῦ διασφάγας
5902856 ἐπιτρεπεις
καὶ λίθων ἐκάθισέ σε . κἂν βλακεύῃ τις , οὐκ ἐπιτρέπεις , ἀλλὰ καὶ φωνῇ καὶ ὀφθαλμῷ τέκτονα ἐπεγείρεις .
δεῖ πρὸς ἡμᾶς . ἔστιν ὅτῳ ἄλλῳ τῶν σπουδαίων πλείω ἐπιτρέπεις ἢ τῇ γυναικί ; Οὐδενί , ἔφη . Ἔστι
5874863 διαυλοδρομος
Δεινίου πατήρ , φησί . δισσῶν δὲ σταδίων , ὅτι διαυλοδρόμος . Νέμεον δὲ ἄγαλμα , τὸ γεγραμμένον εἰς Νεμεακὴν
αὐτοῦ : πλὴν ἐκεῖνος μὲν ὁπλιτοδρόμος νενίκηκεν , οὗτος δὲ διαυλοδρόμος : Ἐμοὶ δοκεῖ , πολλῶν καὶ ἄλλων τερπνῶν ὄντων
5867813 ἀνεξεσθε
τούτους καὶ ταῦτα , οἷον : μηδὲ τοὺς λόγους αὐτῶν ἀνέξεσθε , καὶ τίς δὲ ἀνασχήσεται ταῦτα ; . .
τῶν πρὸς ὑμᾶς γενομένων . εἰ δὲ καὶ τούτων οὐκ ἀνέξεσθε , παρίεμεν ἅπαντα καί , ὃ τοῖς ἀτυχοῦσίν ἐστι
5866707 ὀρχηστριδι
ἦρχεν ᾠδῆς . ἐπεὶ δ ' ᾖσεν , εἰσεφέρετο τῇ ὀρχηστρίδι τροχὸς τῶν κεραμεικῶν , ἐφ ' οὗ ἔμελλε θαυματουργήσειν
ηὔλει μὲν αὐτῇ ἡ ἑτέρα , παρεστηκὼς δέ τις τῇ ὀρχηστρίδι ἀνεδίδου τοὺς τροχοὺς μέχρι δώδεκα . ἡ δὲ λαμβάνουσα
5863731 ἀγγελιᾳ
Πλαταιαῖς Ἑλλήνων τοὺς Πέρσας νενικηκότων . οἱ δὲ Ἴωνες τῇ ἀγγελίᾳ θαρρήσαντες θαρσαλεώτερον ἐπέθεντο τοῖς Ἕλλησι καὶ τῆς μάχης ἐκράτησαν
. ὁ δὲ καμὼν προτέρᾳ πάθᾳ νῦν ἀρείονος ἐνέχεται ὄρνιχος ἀγγελίᾳ Ἄδραστος ἥρως : τὸ δὲ οἴκοθεν ἀντία πράξει .
5849913 Ἰση
μεσημβρινός . Ὁ ΚΛ . , ] ὁ ζῳδιακός . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ θʹ τοῦ
μίᾳ περιφερείᾳ , ἀπώτερόν ἐστι τὸ Δ τοῦ Ξ . Ἴση ἄρα ἐστίν . , ] διὰ τὸ ιγʹ τοῦ
5849629 νευσω
, σημαίνει δὲ τὸ πορεύομαι . ἢ παρὰ τὸ νεύω νεύσω νεύσιμος καὶ ἀνεύσιμος , τοῦ α ἢ τὸ ὁμοῦ
, ὃ δηλοῖ τὸ ὁρμῶ , οὗ ὁ μέλλων , νεύσω , ὡς πλέω , πλεύσω , ἀποβολῇ τοῦ ω
5843455 ναικι
τις ἐμπεσὼν ἀφείλκυσε τὸν περὶ τῶν ὄντων τῇ γυ - ναικὶ περιστήσας φόβον , ἣν ἔλαβε μὲν τῆς ἐπὶ Πέρσας
τις ἐμπεσὼν ἀφείλκυσε τὸν περὶ τῶν ὄντων τῇ γυ - ναικὶ περιστήσας φόβον , ἣν ἔλαβε μὲν τῆς ἐπὶ Πέρσας
5841747 Ὀξυνεται
ἔθνος , οὗ μέμνηται Ἀσίνιος Κουάδρατος ἐν πρώτῳ Παρθικῶν . Ὀξύνεται δέ . : Μαυρούσιοι καὶ Μαῦροι , ἔθνος μέγα
Ἀπὸ γὰρ τοῦ δαίω τὸ καίω δαῒς καὶ δάς . Ὀξύνεται δὲ τὸ δὰς , ὅτι τὰ ὀξυνόμενα ἐν τῇ
5832650 κλυεις
ἠξίουν δούλους φονεύειν φασγάνοις ἐλευθέροις . τύχην τοιαύτην σῶν κασιγνήτων κλύεις . ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ οἶδ ' ὅτῳ σκοπεῖν
ἀθυμίας : καὶ παραλύεταί μου τὰ μέλη ἐλαύνομαι ] διώκομαι κλύεις ] † ἤγουν ἤκουσας πραχθέντ ' ] ἃ ἐπράχθη
5830169 διειλεγμαι
. Ἀλλ ' ἐγὼ νῦν οὐ κατὰ τὴν ἐμαυτοῦ δόξαν διείλεγμαι τὰ πολλά , πλήν γε αὐτὸ τοῦτο ὅτι μοι
ὁ δ ' οὐ παρῆν , ἃ μὲν ὑπὲρ αὐτοῦ διείλεγμαι , μέμνησο : τίμησον δέ μοι τὴν ἐπιστολὴν δείξας
5829946 Ἠκουσας
ὁ Θέρσανδρος μικρὸν ἀναχωρήσας λέγει πρὸς τὸν Σωσθένην : “ Ἤκουσας ἀπίστων ῥημάτων , γεμόντων ἔρωτος ; ὅσα εἶπεν :
. Οὐ καταβαλεῖς τὰ κῴδι ' , ὦ θυηπόλε ; Ἤκουσας ; Ὁ κόραξ οἷος ἦλθ ' ἐξ Ὠρεοῦ .
5827880 διορισθεντων
καὶ τῶν χρωμάτων ἐπιδεικνυμένων . Ἔνεστί γε μὴν τῶν καιριωτέρων διορισθέντων τῷ λόγῳ , ἐκ τούτων ὡς ἀπό τινων ὡρισμένων
βαρέα ἐθεμελιώθη ἐφ ' ὑγρᾷ ἄμμῳ , πυρὶ τῶν ὅλων διορισθέντων καὶ ἀνακρεμασθέντων πνεύματι ὀχεῖσθαι : καὶ ὤφθη ὁ οὐρανὸς
5826397 μεθησω
δ ' , αἴ κ ' ἐθέλω , ποιήσομαι ἠὲ μεθήσω . ἄφρων δ ' , ὅς κ ' ἐθέλῃ
ὦ παῖδε Λήδας καὶ Διός , τὰ μὲν πάρος νείκη μεθήσω σφῶιν κασιγνήτης πέρι : κείνη δ ' ἴτω πρὸς
5826061 σοφιζομαι
, διηγήσεις ποιήσεων , λόγων . εἰσφέρων ] φερνῶν . σοφίζομαι ] σοφόν τι ποιῶ . οὐδὲν ] ἄρσις .
καινὰς ] νέας . ἰδέας ] ⌈ ὑποθέσεις κωμῳδιῶν . σοφίζομαι ] σοφὸς φαίνομαι : ἢ μηχανῶμαι . ὃς ]
5825935 συζυγος
ἐπιφερομένου . Ἔτι τῇ ἐμέος ἡ τέος κατ ' ἔγκλισιν σύζυγος , ἐκπεφάναντί τεος ταὶ δυσθαλίαι , Σώφρων : τὸ
τὰ ἀρσενικά : ἁπλᾶ διὰ τὰ σύνθετα , λάταγος εἰνάνυχος σύζυγος : ὑπὲρ μίαν συλλαβήν διὰ τὸ στάξ φλόξ :
5821674 παρεληλυθας
. ἀλλὰ σὺ κἀκεῖνον , ὡς ἔοικε , τὸν αὐτοκράτορα παρελήλυθας , ὃς ἐπειδὴ τάχιστα ἧκεν εἰς τὴν ἀρχήν ,
εἰς τὰς πρὸς τοὺς θεοὺς παρέλθῃς εὐχάς , εἰς δικαστήριον παρελήλυθας ἀκριβὲς καὶ ἀπαραίτητον : οὐδεὶς ἀνέξεταί σου θεὸς εὐχομένου
5821451 παραλιῳ
† Κία πρὸς τῇ Ἐφέσῳ : ἀπὸ τοῦ ἐν τῷ παραλίῳ αὐτῆς πρῶτον αὐτομάτως ἅλας πηχθῆναι . ἢ πόλις Θεσσαλίας
ὃ καλεῖται Θρᾴκιος Βόσπορος , καὶ τῇ ἐφεξῆς τοῦ Πόντου παραλίῳ μέχρι τοῦ πρὸς τὴν κάτω Μυσίαν ὁρίου , ὃ
5820466 πραττω
. , . * . Ἀδρανής : δραίνω , τὸ πράττω , δρανῶ ἔδρανον δρανής , καὶ μετὰ τοῦ στερητικοῦ
γάρ , ὥστε ὁρᾶν ἐξέσται αὐτῇ ὅ τι ἂν ἐγὼ πράττω . Ὥρα ἄν , ἔφη , συσκευάζεσθαι ὑμῖν εἴη
5819456 Καλλιστοι
γένυν ἔδευσεν φοινίαισι πλαγαῖς . ὦ μάκαρ Ἀρκαδίαι ποτὲ παρθένε Καλλιστοῖ , Διὸς ἃ λεχέων ἀπέβας τετραβάμοσι γυίοις , ὡς
καὶ Ἥρας ὀργὴ καὶ ἀλλαγὴ τῇ μὲν ἐς βοῦν , Καλλιστοῖ δὲ ἐς ἄρκτον . πρὸς δὲ τῷ τείχει τῷ
5817183 βαθυρριζα
πάντων ὧδε λεκτέον : πρῶτον μὲν ὅτι μετέωρα καὶ οὐ βαθύρριζα , ἢ εἰ καί τινα εἰς βάθος καθιᾶσιν ,
κατὰ τὴν κρᾶσιν . Ἔτι δὲ ἀσθενῆ καὶ ἰσχυρὰ καὶ βαθύρριζα καὶ ἐπιπολαιόρριζα καὶ εἴ τις ἄλλη διαφορὰ κατὰ τὰ
5816405 ἐπιλανθανομαι
πρὸς φόβου σύ , ἐπερείδομαι , γεννῶμαι , ἀντεπερείδομαι , ἐπιλανθάνομαι , πειθαρχῶ , συμφωνῶ - , ἀποδημῶ , ὑπομένω
ταύτῃ γέγηθα : ταύτῃ , τῇ Πολυξένῃ , χαίρω καὶ ἐπιλανθάνομαι τῶν ἐπισυμβάντων μοι κακῶν : ἀπίθανα ταῦτα : οὐ
5813984 συνεκδρομῃ
. . Πῶς οὖν κατελέχθη πρὸς πάντων ; φαίην ἂν συνεκδρομῇ τῶν ἄλλων πτώσεων , ἐπεὶ τὰ ταύταις συνιδιάσαντα ἄρθρα
καὶ ἦν κοινότερον μεταλαμβανόμενον τὸ ἔνθα , ἐμερίζετο μὲν τῇ συνεκδρομῇ τῶν εἰς θεν ληγόντων τὸ ἔνθεν εἰς τὴν ἐκ
5809743 ἀποκαλεις
σαυτὸν ἕτοιμον τῷ πένητι παρέχων πρὸς ἐπανόρθωσιν ἔχθραν τὴν ὠφέλειαν ἀποκαλεῖς : εἶτα πρόςθες , ὅτι καὶ σὺ αἴτιος εἶ
φύλακι τῆς ἐρημίας , ὃν νῦν ἀλλότριον καὶ οὐδὲν προσήκοντα ἀποκαλεῖς . τοιούτοις μέντοι πράγμασιν ἐπιστὰς ἐγὼ τούς τ '
5809500 σκυθρωποτερα
πόλεις καὶ ᾤου δὴ βελτίους ἀμφοτέρους εἶναι μὴ προσθέντας τὰ σκυθρωπότερα . καίτοι πῶς οὐκ ἐγγὺς θεῶν βασιλεὺς τοιαῦτα μὲν
, πολὺ δὲ χείρω [ καὶ ] τὰ ἔργα καὶ σκυθρωπότερα . καὶ γὰρ εἰπεῖν ἔστι καὶ ἀκοῦσαι [ καὶ
5802157 συνειμι
θεῶν τύραννος ] Ζεύς . . ποιναῖς ταῖσδε ] αἷς σύνειμι . ἀντημείψατο ] ἀντεδεξιώσατο . . ἔνεστι γάρ πως
τὴν ὀξεῖαν μαρτυρία τοιαύτη ἐστὶν : φημί ἀπόφημι , εἰμί σύνειμι , ἐσμέν σύνεσμεν , εἰπέ κάτειπε , ἐλθέ ἄπελθε
5799461 ἀπελθ
Εἶδος ἀετοῦ [ ὁ ἁλιαίετος ] ἐν θαλάσσῃ διαιτώμενος . ἄπελθ ' ἀφ ' ἡμῶν καὶ σὺ καὶ τὰ στέμματα
δ ' ὅτῳ πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ ' ἡμέραν ἄπελθ ' , ἄπελθε , παῖ : τάδ ' οὐκ
5794765 ἠρκεσθη
γίνεσθαι τὰ ἐξαρθρήματα . οὐ μόνον δὲ ταύταις ἡ φύσις ἠρκέσθη , ἀλλὰ καὶ συνδέσμοις ἔδησεν τὸ ἄρθρον : καὶ
εἰς πολέμους ἐμφυλίους , συνεργήσας τοῖς τῆς πατρίδος πολεμίοις οὐκ ἠρκέσθη τῇ καθόδῳ , πόλεμον δὲ ἐκκαύσας καὶ τυχὼν ὑπατείας
5793497 Φιλανορος
υἱὲ Φιλάνορος : ὁ λόγος πρὸς τὸν Ἐργοτέλη υἱὸν ὄντα Φιλάνορος . λέγει δὲ , προδεδηλωκὼς περὶ τῶν συμφορῶν ὅτι
ζάλαις ἐσλὸν βαθὺ πήματος ἐν μικˈρῷ πεδάμειψαν χρόνῳ . υἱὲ Φιλάνορος , ἤτοι καὶ τεά κεν ἐνδομάχας ἅτ ' ἀλέκτωρ
5788115 ἐξελογειτο
ὑπὸ τοῦ Πομπηίου γενόμενον . ὁποτέρως δ ' ἦλθεν , ἐξελογεῖτο περὶ τῶν γεγονότων καὶ ἐδίδου Πομπηίῳ μὲν αὐτῷ τάλαντα
ἐς ὅ τι χρῄζοιεν . Ὁ δὲ Καῖσαρ ταῖς πόλεσιν ἐξελογεῖτο τὴν ἀνάγκην , καὶ ἐδόκουν οὐδ ' ὣς ἀρκέσειν
5786505 ἀποδωσεις
πεπονθώς . Ἀποτίσεις χοῖρε τὰ γίγαρτα : οἷον ὧν κατέφαγες ἀποδώσεις πλείω . Ἀράβιος ἄγγελος : Μένανδρος ἐν Ἀνατιθεμένῃ .
οὐδὲν μᾶλλον ἕτερον ἑτέρου οὐσία ἐστίν : οὐδὲ γὰρ οἰκειότερον ἀποδώσεις κατὰ τοῦ τινὸς ἀνθρώπου τὸν ἄνθρωπον ἀποδιδοὺς ἢ κατὰ
5784904 Τριτοπατορες
, ὀνομασθεῖσαν διὰ τὸ τὴν συνοίκησιν πυκνουμένην εἶναι . . Τριτοπάτορες : . . . Ὁ δὲ τὸ Ἐξηγητικὸν ποιήσας
τὰς βʹ ἥμισυ δραχμὰς οὕτως εἰώθασιν ὀνομάζειν οἱ παλαιοί . Τριτοπάτορες : Δήμων ἐν τῇ Ἀτθίδι φησὶν ἀνέμους εἶναι τοὺς
5783189 ἐληλυθ
καὶ ταλαιπώρου [ βίου . πατὴρ Κρατείας , φήις , ἐλήλυθ ' [ νῦν ἢ μακάριον ἢ τρισαθλιώτατον δείξεις με
[ ] [ πάθουϲ . πατὴρ Κρατείαϲ , φήιϲ , ἐλήλυθ [ ] ' ἀρτίωϲ ? ? [ ; νῦν
5782129 χρυσοστεφανων
ἐπειδὴ μετὰ πάσης ἀληθείας ἐκρίνοντο οἱ ἀγωνιζόμενοι . Μᾶτερ ὦ χρυσοστεφάνων : μητέρα τῶν ἀγώνων τὴν Ὀλυμπίαν , οἷον μητρόπολιν
μοίρᾳ χρόνου ἄλλοτ ' ἀλλοῖαι διαιθύσσοισιν αὖραι . Μᾶτερ ὦ χρυσοστεφάνων ἀέθλων , Οὐλυμπία , δέσποιν ' ἀλαθείας , ἵνα
5781522 προσεκυνησα
? . [ ἔμπροσθεν ] δ ' αὐτοῦ [ στὰς προσεκύνησα - ] ? [ ! ! ! ! !
ἀφεῖναι λέγουσιν Ἀττικοί . καταπύγων ] εὐρύπρωκτος . προσέκυσα : προσεκύνησα , ὥσπερ σημείου τινὸς δοθέντος . ἰστέον μέντοι ὅτι
5778731 βααβ
κἀτέρωτα : ὥστ ' εἶναι τὸν κανόνα τοιοῦτον , βαβα βααβ αββα βαββ βααβ αβαβ ἔστι δὲ καὶ παρ '
, κανόνα δὲ τοιόνδε : αβαβ ββαα βααβ ββαβ ββαα βααβ αβαβ αβαα βααβ ββαβ αβαα βααβ Τρίμετρον δὲ ἀκατάληκτον
5775880 φορω
. . . . . : ἐντροπαλιζόμενος : ὥσπερ φέρω φορῶ παράγωγον , φέβω φοβῶ , ἀφ ' οὗ ”
μέλλοντα , ὡς τὸ τελῶ τελέσω , καλῶ καλέσω , φορῶ φορέσω , καὶ ἡ δευτέρα τὸ α ὡς τὸ
5774787 ἐτολμας
μένος ἄσχετος ἤσθιε Κύκλωψ ἰφθίμους ἑτάρους : σὺ δ ' ἐτόλμας , ὄφρα σε μῆτις ἐξάγαγ ' ἐξ ἄντροιο ὀϊόμενον
νυμφείους εἰς ἀγκώνων εὐνὰς ἐκδώσειν λέκτροις . δεινά γ ' ἐτόλμας , Ἀγάμεμνον ἄναξ , ὃς τῶι τῆς θεᾶς σὴν
5771605 ϲτρυφνοϲ
ὑγρὸν ξηραίνουϲιν ἰϲχυρῶϲ . Κρανίαϲ τοῦ δένδρου ὁ μὲν καρπὸϲ ϲτρυφνὸϲ ὢν ἐϲθιόμενοϲ ἰϲχυρῶϲ ἐπέχει τὴν γαϲτέρα : καὶ τὰ
, ἔϲτι δὲ οἷον ἀγρία μηλέα : ἧϲ ὁ καρπὸϲ ϲτρυφνὸϲ μέν ἐϲτι , κακοϲτόμαχοϲ δὲ καὶ κεφαλαλγήϲ . Ἐπιτακτίϲ
5769903 ἐντελλομαι
ποιεῦ : ὃς δ ' ἂν τούτων τῶν ἔργων τῶν ἐντέλλομαι λείπηται , ἔκπεμπε ἐκ τῆς χώρης . Καὶ ταῦτα
ὀρθὰ ἐντείλασθαι περὶ παντὸς πράγματος . ἰδοὺ γὰρ καὶ ἐγὼ ἐντέλλομαι ζητεῖν σε τὰ ἀνόμοια καὶ τὰ ὅμοια . καὶ
5769555 παρασχοις
ποιήσῃς τὸ ἐμὸν θέλημα , ἀβαρές σοί ἐστιν . εἰ παράσχοις ἐμοὶ αἰτουμένῳ τι κοῦφον καὶ ἀβαρές σοι τέλος μοι
θ δίδου ] ἡμῖν . θ δίδου ] δίδοις καὶ παράσχοις . Ξ Ἄρης ] ὦ Ἀττικῶς . Ἄρης ]
5769416 δεικνυμι
παρισούμενον , πῶς οὐ κάλλιον ὁστισοῦν ἂν κρίνοι σωφρονῶν ; δείκνυμι μὲν δὴ ταῦτα : λέγειν δὲ καὶ κάλλιον καὶ
πρὸς ἔλεον ; Ἴσως τοίνυν , ὅσῳ τὰ συμβάντα δεινότερα δείκνυμι , τοσούτῳ μείζονά σοι δίδωμι πρόφασιν εἰς τὴν τοῦ
5767935 ὁμωνυμιᾳ
οἷς φησιν ” οὕς μοι ληΐσσατο δῖος Ὀδυσσεύς ” . ὁμωνυμίᾳ γὰρ ἠπάτηται , πολλάκις τῆς ληΐδος ἐπὶ τῆς λαφυραγωγίας
. Εἰδότες γὰρ συνείρειν καὶ λέγειν ὅτι τὰ σοφίσματα ἢ ὁμωνυμίᾳ συμβαίνει γίνεσθαι ἢ ἀμφιβολίᾳ ἢ διαιρέσει , καὶ ὅλως
5767450 ἀληθειῃ
ἀσκήσας ἀπέπεμψε , ὡς ἑωυτοῦ θυγατέρα διδούς , ἐοῦσαν τῇ ἀληθείῃ Ἀπρίεω , τὸν ἐκεῖνος ἐόντα ἑωυτοῦ δεσπότην μετ '
Τοῦ γὰρ αὐτοῦ γλιχόμεθα οἵ τε ψευδόμενοι καὶ οἱ τῇ ἀληθείῃ διαχρεώμενοι : οἱ μέν γε ψεύδονται τότε ἐπεάν τι
5766892 Γαργανου
μέχρι τοῦ Γαργάνου ὄρους ἀπὸ δὲ ἀνατολῶν τῇ ἀπὸ τοῦ Γαργάνου ὄρους παραλίῳ μέχρις Ὑδροῦντος : ἀπὸ δὲ μεσημβρίας τῇ
παντελοῦς ἔργου παρέλυσε . Μεταξὺ δ ' εὐθὺς ἀπὸ τοῦ Γαργάνου κόλπος ὑποδέχεται βαθύς : οἱ δὲ περιοικοῦντες ἰδίως Ἄπουλοι
5758862 καταληξει
γὰρ διπλᾶ οὐδέποτε προτάσσονται ἢ ὑποτάσσονται , εἰ μὴ ἐν καταλήξει μερῶν λόγου , οἷον Σφίγξ , σάρξ . Πᾶσα
σωτήρ ἢ μόρον εἴπω ; ποῖ δῆτα κρανεῖ , ποῖ καταλήξει μετακοιμισθὲν μένος ἄτης ; Πρῶτον μὲν εὐχῇ τῇδε πρεσβεύω
5754511 ϲυνελθοντων
διὰ τρίψεων . κακοχυμίαϲ δὲ μόνηϲ ἐνοχλούϲηϲ , καθαρτέον . ϲυνελθόντων δὲ ἀμφοῖν , ἀμφοτέραιϲ χρηϲτέον ταῖϲ κενώϲεϲι , φλεβοτομήϲαϲ
πλειόνων ἢ ἀγρυπνίαϲ ἢ λύπηϲ ἢ καὶ πάντων τούτων ἅμα ϲυνελθόντων ϲφοδρῶϲ ξηρανθέντοϲ τοῦ ϲώματοϲ εἰϲβάλλῃ πυρετὸϲ αὐχμηρὸν μὲν ἔχων
5754114 σιγησω
, λύπην τῇ ψυχῇ μου φέρω : ἐὰν δὲ μὴ σιγήσω , ἤτοι ἐὰν λαλήσω καὶ εἴπω τὰ λυποῦντά με
πρὸς ἑτέρους λέγῃ τὰ λυποῦντα αὐτόν . εἰ δὲ μὴ σιγήσω , ἤτοι ἐὰν λαλήσω καὶ εἴπω τὰ λυποῦντά με

Back