οὐκ ἐπιλέγοντος τοῦ δεσπότου : „ τὸν περιαυχένιον τοῦτον κύκλον ἐδωρησάμην σοι καὶ κόσμον κατορθουμένων τῶν ἐμῶν καὶ ἀγχόνην ἀποτυγχανομένων
: ” ἄπελθε λοιπόν : ἐγὼ γὰρ ἤδη τὸν λαγωὸν ἐδωρησάμην σοι . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὡς πολλοὶ
5972363 παραυτικ
Μοίρας δολώσας : ἤινεσαν δέ μοι θεαὶ Ἄδμητον Ἅιδην τὸν παραυτίκ ' ἐκφυγεῖν , ἄλλον διαλλάξαντα τοῖς κάτω νεκρόν .
λοιπά . Γ ἡμῖν : τοῖς δικασταῖς . τό γε παραυτίκ ' ἔνδον : τὸ Γ παραυτὰ εὑρισκόμενον Γ εὑρεθὲν
5961494 διεγνωκας
ὦ Παρρησιάδη , ποιεῖς ; ἦ που τοὺς λίθους ἁλιεύσειν διέγνωκας ἐκ τοῦ Πελασγικοῦ ; Σιώπησον , ὦ Φιλοσοφία ,
διαθηκῶν προσδοκίας καὶ φιλίας ἐπιπλάστους ; ἢ τί καὶ πράξειν διέγνωκας μήτ ' ἀπαλλάττεσθαι μήτε χρῆσθαι τοῖς καθεστῶσι δυνάμενος ;
5929831 μονξ
τῷ θ , διαστήματι δὲ τῷ ηε , κύκλος ὁ μονξ . πάλιν κέντρῳ μὲν τῷ μ , διαστήματι δὲ
. λέγω ὅτι , τοῦ κε φερομένου ὁμαλῶς ἐπὶ τοῦ μονξ κύκλου ὑπεναντίως τῷ παντί , ὁ ἥλιος ἐν τῷ
5927765 ἐπαισα
κτητικῇ , κἂν δύο κτήσεις ἐνοοῦντο ἐν τῷ ἐμαυτοῦ δοῦλον ἔπαισα μία δέ ἐστι : μετάξαντες γοῦν εἰς τὴν ἐγκεκλιμένην
καὶ τὴν αὐτός εὐθεῖαν ἐγκεῖσθαι , ὅθεν καὶ τὸ ἐμαυτὸς ἔπαισα πλάγιον μὲν νοεῖσθαι ἐν τῇ ἀρχούσῃ κατὰ σύνθεσιν ,
5888984 ἀφησω
οὐδέν . τὸ γὰρ ὡς καὶ αὐτὸς ὑβρίζομαι , τούτοις ἀφήσω : πάλαι γὰρ τοῦτο αὐτοῖς ἐν μελέτῃ . σπινθῆρα
με ἀπελθόντες καταλίποιτε , βρόχον πλεξαμένη τὴν ψυχήν μου οὕτως ἀφήσω . ” ἐγὼ δὲ ὡς ταῦτα ἤκουσα , τὸ
5853058 αἰδημον
Παρὰ τῆς δόξης καὶ μνήμης τῆς περὶ τοῦ γεννήσαντος τὸ αἰδῆμον καὶ ἀρρενικόν . Παρὰ τῆς μητρὸς τὸ θεοσεβὲς καὶ
κακῶς ἔχειν οἰόμεθα : ἂν δέ τινος τὸ ἐντρεπτικὸν καὶ αἰδῆμον ἀπονεκρωθῇ , τοῦτο ἔτι καὶ δύναμιν καλοῦμεν . Καταλαμβάνεις
5842428 λυπησει
, εἶπεν , οὐ γὰρ οὕτως ἐμὲ εὐφρανεῖ ὡς σὲ λυπήσει . ὥσπερ γὰρ ἦν ἐρωτικὸς ὁ βασιλεὺς οὗτος ,
δὲ ἀντὶ πολλῶν ἀφιγμένῳ . καὶ ταῦτα ἔπραττεν εἰδὼς ὅτι λυπήσει τινὰ βέλτιστος ὢν εἰς ἐμέ . ἀλλ ' ὅμως
5793639 φανταϲτικον
, ἢ τὸ λογιϲτικὸν μόνον ἠδίκηται , ϲῴζεται δὲ τὸ φανταϲτικὸν καὶ ἡ μνήμη , ἢ καὶ τοῦ φανταϲτικοῦ καὶ
. τοῦ μὲν οὖν ἐμπροϲθίου μέρουϲ τοῦ ἐγκεφάλου βλαβέντοϲ τὸ φανταϲτικὸν μόνον ἠδίκηται , τῆϲ δὲ μέϲηϲ κοιλίαϲ τοῦ ἐγκεφάλου
5704378 τεθνηκα
εἰ ζῇ : ἐγὼ πρὶν τοῦ ἀποθανεῖν ὑπὸ τῶν κακῶν τέθνηκα : ἄπαγε καλύψας τοῖς ἱματίοις διὰ τὸ κόσμιον :
, τέθνηκα ἡμιθνής ἡμιθνῆτος : τοῦτο δέ , φημὶ τὸ τέθνηκα , τῇ μὲν φωνῇ ἐστιν ἐνεργητικόν , τῷ δὲ
5666501 Θαρρει
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται .
5631401 επι
? [ ] [ πρεσβυτας ] αδυναμουντας [ ] [ επι ] τα ϋψηλα και π ! ! [ !
εξ ϋ [ ψους και ειπε μοι αναστα ] ? επι τους ποδας [ σου Βαρουχ και ακουε ] τον
5630718 λογιϲτικον
ὄντα ἔνεϲτι τεκμαίρεϲθαι : βέβλαπται δὲ τὸ φανταϲτικὸν καὶ τὸ λογιϲτικόν . μιχθείϲηϲ δὲ τῷ αἵματι τῆϲ ξανθῆϲ χολῆϲ καὶ
ὄντα ἔνεϲτι τεκμαίρεϲθαι : βέβλαπται δὲ τὸ φανταϲτικὸν καὶ τὸ λογιϲτικόν . μιχθείϲηϲ δὲ τῷ αἵματι τῆϲ ξανθῆϲ χολῆϲ καὶ
5623574 ἐδανεισας
καὶ ὁ εὐτράπελός φησιν : Ἀφ ' οὗ μοι † ἐδάνεισας , τὸν λύχνον οὐ βλέπω [ αὐτόν ] .
, κακῶς ἄρα εἶχες αὐτὰ τὰ χρήματα καὶ διὰ τοῦτο ἐδάνεισας ; κακῶς ἄρ ' ] κακῶς εἶχες ] αὐτὰ
5612594 ἑλκεις
εἴχετο χείλευς : Σιμιχίδα , πᾷ δὴ τὺ μεσαμέριον πόδας ἕλκεις , ἁνίκα δὴ καὶ σαῦρος ἐν αἱμασιαῖσι καθεύδει ,
αὐτός φησι : Σιμιχίδα , πᾷ δὴ τὸ μεσαμέριον πόδας ἕλκεις ; ἔνιοι δὲ τὸ Σιμιχίδα ἐπώνυμον εἶναι λέγουσιδοκεῖ γὰρ
5611992 δρασω
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα ,
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους
5611466 τομεως
ΑΒΓ κύκλου : διπλάσιον ἄρα καὶ τὸ ΜΝ τοῦ ΒΖΕ τομέως . Καὶ ἄλλως δέ , ὑπομνήσεως ἕνεκεν , ὡς
καὶ ἐπεὶ μεῖζον μέν ἐστιν τὸ ΑΕΖ τρίγωνον τοῦ ΑΕΗ τομέως , ἔλασσον δὲ τὸ ΑΕΓ τρίγωνον τοῦ ΑΕΓ τομέως
5595708 ἐλεημων
ἐλεήμων : δέον εἰπεῖν “ ἥττων ” φησὶν Γ “ ἐλεήμων ” . Γ ὡς . . . ἀεὶ ]
τήνδ ' , ἵνα σπένδειν ἔχῃς . Οἴμ ' ὡς ἐλεήμων εἴμ ' ἀεὶ τῶν χρυσίδων . Ὑμέτερον ἐντεῦθεν ἔργον
5582225 εὐφρανθην
χαιρηδόνος ; Ἐγᾦδ ' ἐφ ' ᾧ γε τὸ κέαρ εὐφράνθην ἰδών , τοῖς πέντε ταλάντοις οἷς Κλέων ἐξήμεσεν .
, φασίν , αὐτόν . λέγω αὐτῷ : Κύριε , εὐφράνθην μετ ' αὐτῶν μείνας . Τί , φησίν ,
5560810 αὐδα
“ Αἰσονίδη , τίνα τήνδε μετὰ φρεσὶ μῆτιν ἑλίσσεις ; αὔδα ἐνὶ μέσσοισι τεὸν νόον . ἦέ σε δαμνᾷ τάρβος
; † Πάριν ὡς ἀφέλοιτο . . . πῶς ; αὔδα . Κύπρις ὧι μ ' ἐπένευσεν . . .
5555431 πραξω
εἴδωλα τῶν θεῶν παρακαλοῦσα καὶ δυσωποῦσα αὐτοὺς ἢ ἄλλο τι πράξω ; ἐπειδὴ τὸ πότερα δύο τινῶν ἔμφασιν ἔχειφαμὲν γὰρ
παθητικοῦ παρακειμένου βαρύνονται : ποιήσω ποίησις , γνώσω γνῶσις , πράξω πρᾶξις , πέφανσαι φάνσις , μεμίανσαι μίανσις . τὸ
5552187 καταγελᾳς
τὰ πρήγματα ὑμέων καὶ αὐτοὶ ὑμέες . Πῶς λέγεις ; καταγελᾷς ἡμῶν ἁπάντων καὶ παρ ' οὐδὲν τίθεσαι τὰ ἡμέτερα
ἐκπλήττωνται καθάπερ ἐπὶ τοῖς ἀσαφέσι τῶν χρησμῶν . ὁρᾷς ; καταγελᾷς μου καὶ σὺ ἐν τῷ μέρει . Οὐ τοσοῦτον
5540979 πεισθητι
κήδῃ σαυτοῦ τε καὶ ἡμῶν καὶ τῆς ὅλης ἀρχῆς , πείσθητι τὰ βέλτιστα συμβουλεύουσι ἡμῖν καὶ κοινώνει τῶν τε πραγμάτων
προξενεῖ . μισεῖ δὲ ὁ θεὸς τοὺς ἀλαζόνας . φέρε πείσθητι τῷ Σατύρῳ καὶ χάρισαι τῷ θεῷ . ” κἀγὼ
5530115 ἀνελεγκτος
μάλιστα αἰσχύνας ἑαυτόν : δεύτερον δὲ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους ἀνέλεγκτος ὑπ ' αὐτῶν μένων . Δείκνυσι δὲ ὅτι μόνη
ἐμὴν πλάνην ἐπιδεῖξαι ὥσπερ πόνους τινὰς πονοῦντος ἵνα μοι καὶ ἀνέλεγκτος ἡ μαντεία γένοιτο . μετὰ γὰρ τοὺς πολιτικοὺς ᾖα
5520010 καταξω
κατάγω . κατάξω ] εἰσάξω . κατάξω ] φέρω . κατάξω ] καταβιβάσω . κατάξω ] + εἰσάξω εἰς τὴν
τοὺς παῖδας πέμψω εἰς Ἅιδην : ὁ δὲ πρέσβυς τὸ κατάξω νοεῖ ὅτι πέμψω πρὸς τὸν Ἰάσονα ἠλλοτριωμένους μου τοὺς
5510927 ἱκανεται
μαῖα φίλη , νημερτὲς ἐνίσπες , εἰ ἐτεὸν δὴ οἶκον ἱκάνεται , ὡς ἀγορεύεις , ὅππως δὴ μνηστῆρσιν ἀναιδέσι χεῖρας
πονέεσθαι ἐπὶ τοῦ ἐνεργεῖν . . . . χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ ' ἀνεκτός : ἡ διπλῆ ὅτι ἀνεκτὸς ἡ
5508752 ἀναβλεψαντος
' ἄνω κέχηνας : Ὡς τοῦ Ἡρακλέους εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβλέψαντος μετ ' ὀργῆς φησι , τί δῆτ ' ἄνω
ἀπήγαγον . ἡ δ ' ἄφνω Πενία διεκώλυσεν . οὕτως ἀναβλέψαντος αὐτοῦ , τῶν κακῶν οὐδεὶς ἐπλούτει , τῶν δ
5505431 φανην
δὲ ὁ Κλεώνυμος ὡς ἀδήφαγος καὶ ῥίψασπις κωμῳδεῖται . Γ φανήν ] λαμπράν . Γ δίει ] διελεύσει . Γ
δὲ ὁ Κλεώνυμος ὡς ἀδήφαγος καὶ ῥίψασπις κωμῳδεῖται . Γ φανήν ] λαμπράν . Γ δίει ] διελεύσει . Γ
5491164 εὐτελεστερον
ἔχει τὰς ἐπὶ τέλους συλλαβὰς ἐξαγομέναςἥτις εἰ καὶ μακρά ἐστιν εὐτελέστερον ποιεῖ τὸν ῥυθμὸν διὰ τὸ προσεοικέναι τῇ τοῦ ι
λόγον ποιούμενος καὶ τὸν χαρακτῆρα ἐπισημαινόμενος φησὶν εἰ δὲ καὶ εὐτελέστερον συνεχώρει ἡ φύσις , οὐκ ἂν ὤκνησα διὰ τὸ
5486451 μαινομαι
δίμετρον Ἀνακρεόντειον , οἷόν ἐστι τὸ , καὶ μαίνομαι κοὐ μαίνομαι . ἐφ ' ἑκάστῳ συστήματι παράγραφος : ἐπὶ δὲ
βραχέος εἰς τὸ α μακρόν . . 〚 μᾶλλον ἢ μαίνομαι . οἱ μὲν , φασὶν , ἐκτείνουσιν : οἱ
5479294 παραληψομαι
ἐνθαδὶ τρόπον τινὰ γέγον ' οὐκ ἄκαιρος ἡ θυσία : παραλήψομαι τὸ μειράκιον τουτὶ γάρ , ἐλθὼν ὡς ἔχω ,
τῶν γραμμάτων εὑρέσεως ἀνώτερα . μάρτυρας δὲ οὐ τοὺς οἴκοι παραλήψομαι , βοηθοῖς δὲ μᾶλλον Ἕλλησι καταχρήσομαι . τὸ μὲν
5475851 ὁρατος
δ ' αἰσθητῷ γένεσιν οἰκεῖον ὄνομα ἐπεφήμισεν . ἐπεὶ οὖν ὁρατός τε καὶ αἰσθητὸς ὅδε ὁ κόσμος , ἀναγκαίως ἂν
τὸν οὐρανὸν ὀρανόν . αὐτὸς δὴ καὶ ἄλλοτ ' ἄλλωι ὁρατός ἐστιν , ὅπως ἂν ὀξύτητός τις ἔχοι βλέπειν .
5464042 φανητω
πάντων δημιουργὸς καὶ κύριος ἐφώνησεν οὕτως , Ἔστω γῆ καὶ φανήτω στερέωμα : καὶ εὐθέως ἀρχὴ τῆς δημιουργίας γῆ ἐγένετο
γὰρ κράτιστα τἀν ποσὶν κακά . Ἴτω , ἴτω , φανήτω μόρων ὁ κάλλιστ ' ἔχων , ἐμοὶ τερμίαν ἄγων
5438314 εὐλογημενος
τοὺς υἱούς σου περὶ αὐτοῦ : ὅτι ὁ εὐλογῶν αὐτὸν εὐλογημένος ἔσται , οἱ δὲ καταρώμενοι αὐτὸν ἀπολοῦνται . Καὶ
τις , οὐκ ἐπαινετός . Τί οὖν φησι : καὶ εὐλογημένος ἔστω ; Ἀλλ ' ἔοικεν αἰνίττεσθαι διὰ τοῦ λεχθέντος
5437205 ξυνοικος
τίς ἀθλιώτερος ; τίς ἄταις ἀγρίαις , τίς ἐν πόνοις ξύνοικος ἀλλαγᾷ βίου ; Ἰὼ κλεινὸν Οἰδίπου κάρα , ᾧ
σειραφόρον κριθῶντα πῶλον : ἀλλ ' ὁ δυσφιλὴς σκότῳ λιμὸς ξύνοικος μαλθακόν σφ ' ἐπόψεται . τί δὴ τὸν ἄνδρα
5432939 γινου
ἰδέαν δημιουργεῖς , εἰ μὲν θεατὴς ὢν τυγχάνεις , μιμητὴς γίνου τῆς θέας : ἂν δὲ τὸ εἶδος ἀκοῇ παραλάβῃς
ἐπιβόητος δὲ ὁ μοχθηρὰν ἔχων τὴν φήμην . ἴσθι καὶ γίνου διαφέρει , ὅτι τὸ ἴσθι σημαίνει τὸ γίνωσκε :
5427285 ἀπωλομην
μὲν δι ' ἐμὲ ἐσώθης , ἐγὼ δὲ διὰ σὲ ἀπωλόμην . . . . : / [ ! ]
ζῶς ' ἥδ ' ἀνίης ' ἀτμὸν ἐμφανῆ . . ἀπωλόμην : οὐκ οἴσετ ' εἰς δόμους νέκυν ; νοεῖς
5419016 κρυπτεις
, τῷ τε νεόζυγι σῷ πώλῳ , τὸν ἐν αἰθέρι κρύπτεις σῶν γάμων γένναν : ἃ τὸν μέγαν τᾶσδε πόλεως
πού τι σεμνόν : Ὄντως σεβάσμιόν ἐστι καὶ μυστηριῶδες ὃ κρύπτεις ἐν ἑαυτῷ , καὶ οὐκ ἐμφαίνεις ἡμῖν . :
5412314 διδασκου
ἀγαθῶν , ἢ ὅτι ἡμεῖς διὰ σὲ ζῶμεν . . διδάσκου : Μάνθανε τοῦτο ἐξ ἐμοῦ . Θ . .
. . φίλτατ ' ] προσφιλέστατε . , ἠγαπημένε . διδάσκου ] μάνθανε . . σοι ] παρέλκον ἀττικῶς ,
5407879 Μικρου
. . . ξη ∠ ʹ να γʹ . Ῥομβίτου Μικροῦ ποταμοῦ ἐκβολαί . . . . . . .
ἀρετὴν ἱερέως καὶ τεμένους εὐπρέπειαν , ἑκατέρῳ δικαίως μερίζεται . Μικροῦ μὲν ἀπεῖπον πρὸς τὴν ὀξύτητά σου τῶν ἔργων ἀθρόως
5407548 ἐχαριζομην
ἀμύνης ἐκαιροφυλάκουν , ἀλλὰ τὴν εἰς ἅπαν ἀπαλλαγὴν τῆς κολάσεως ἐχαριζόμην ἐπινέμων τὸ μέν τι τιμῇ τοῦ πατρόςδεῖ γὰρ ἀψευδεῖν
ἐχρῆτό μου τῷ δώρῳ τρυφῶν ; ἐγὼ δὲ ὁ κακοδαίμων ἐχαριζόμην θηρίον μειρακίῳ καλῷ , ἐκαλλώπιζον δὲ καὶ τὸ πονηρὸν
5400284 ἐντρεπομαι
: γεννῶ . Ὠλένες : αἱ χεῖρες . Αἰδοῦμαι : ἐντρέπομαι . Αἰζηός : νέος . Αἱμύλος : ἀπατηλός .
, κλαίω , ὁμολογῶ σοφιστεύω , ὑπισχνοῦμαι , νομίζω , ἐντρέπομαι , ἐνατενίζω , εὐλαβοῦμαι . : περιπλέκομαι , ἐπιλαμβάνομαι
5391946 ἐλευσομαι
παρέσομαι παραγενήσομαι . ἀπαντήσομαι , ἐπάνειμι ἐπανήξω : τὸ γὰρ ἐλεύσομαι Ὅμηρος μὲν εἴρηκεν , τῶν δὲ καταλογάδην οὐχ οἱ
ἔντοσθεν πόλιος καταμάρψῃ ἐόντα . καὶ γὰρ ἐγὼν οἶκον δὲ ἐλεύσομαι ὄφρα ἴδωμαι οἰκῆας ἄλοχόν τε φίλην καὶ νήπιον υἱόν
5390293 εὐλογια
εὐποτμία , εὐθηνία , εὐετηρία , εὐαισθησία , εὐβουλία , εὐλογία , εὐμαθία , εὐφωνία , εὐστοχία , εὐστομία ,
καὶ μέγεθος τῶν καλῶν ἐπίδοσις . τρίτη δ ' ἐστὶν εὐλογία , ἧς ἄνευ βεβαιώσασθαι τὰς προτέρας χάριτας οὐκ ἔστι
5363468 κασιγνητ
μετὰ τοῦ ζημιῶσαί τινα τῶν ἐχθρῶν καὶ τιμωρήσασθαι : ἐγὼ κασίγνητ ' : τοῦτο αὐτὸ , φησὶ , τὸ τινὰ
διὰ στόμα πτηνοῖσι μύθοις ἀδαπάνως τέρψαι φρένα . ἐγώ , κασίγνητ ' , αὐτὸ τοῦτ ' ἔχειν δοκῶ , σωτηρίαν
5357771 νοουμενος
ὁ λόγος φανείς , παρρησίᾳ λαλῶν , ὑπὸ ἀπίστων μὴ νοούμενος , μαθηταῖς δὲ διηγούμενος , οἳ πιστοὶ λογισθέντες ὑπ
χαυνωθεῖεν ἐκ περιουσίας . ἐνταῦθα ἀπορία ἐστί : πῶς οὖν νοούμενος εἰς τὸ πρῶτον ὁ Ζεὺς αἴτιον καὶ μᾶλλον βουλόμενος
5355006 κακοδαιμον
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ
5351584 Κυριε
τηρήσῃς αὐτὰς κατὰ τὴν ἐμὴν ἐντολήν . λέγω αὐτῷ : Κύριε , ὃ ἐάν μοι ἐντείλῃ , φυλάξω αὐτό :
γενομένην διὰ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ σωθῆναι . λέγω αὐτῷ : Κύριε , ἐλπίζω ὅτι πάντες ἀκούσαντες αὐτὰ μετανοήσουσιν . πείθομαι
5349401 Τεκνον
μηδὲ ἀκούειν : ἐκ γὰρ τούτων ἁπάντων εἰδωλολατρία γεννᾶται . Τέκνον μου , μὴ γίνου ψεύστης , ἐπειδὴ ὁδηγεῖ τὸ
τέκνον , ἥκεις ; Ὦ πάτερ δύσμοιρ ' ὁρᾶν . Τέκνον , πέφηνας ; Οὐκ ἄνευ μόχθου γέ μοι .
5342924 βλεπω
] Τῷ πολέμῳ . Θεάομαι σαφὲς ] * Θεάομαι καὶ βλέπω πρᾶγμα σαφές , τὸν Ἀλκμαίωνα πρῶτον διεξάγοντα καὶ ἰθύνοντα
: ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω , βλεπέαρόν τι ὄν : τὰ γοῦν
5339010 ϲου
αὐτὸϲ ὡϲ οἷόν τε ὑγιαίνοιϲ ἂν μάλιϲτα καὶ τοῖϲ ὑπό ϲου ἐπιμελουμένοιϲ τὴν προϲήκουϲαν ἑκάϲτῳ ὑγείαν διαφυλάξειϲ . ἐπειδὴ δὲ
] ? ] ανεϲ ? ἄρξαι καὶ ἐρχομένου ] δέ ϲου ϲτρατιώτην ] , ὁ δὲ περι ] οξεν ?
5337636 φρασω
Σμικρίνη . λέγεις δὲ τί ; ἁδελφόςὦ Ζεῦ , πῶς φράσω ; σχεδόν τι σου τέθνηκεν . ὁ λαλῶν ἀρτίως
συντυχίαν πόθ ' ἥξει ] ἐλεύσεται , ἵνα αὐτῷ ἀπαλλαγὴν φράσω † πάντ ' ἐκκάλυψον : αἱ συστηματικαὶ αὗται περίοδοι
5335200 ἐκβησῃ
Καλὸν τὸ καιροῦ παντὸς εἰδέναι μέτρον . Κακοῖς ὁμιλῶν καὐτὸς ἐκβήσῃ κακός . Κάλλιστόν ἐστι κτῆμα παιδεία βροτοῖς . Κρίνει
Πυθόκλεις , μνημόνευσον : κατὰ πολύ τε γὰρ τοῦ μύθου ἐκβήσῃ καὶ τὰ ὁμογενῆ τούτοις συνορᾶν δυνήσῃ : μάλιστα δὲ
5320693 ἀλυει
γὰρ εἴ τις ἄχθεται , πλανᾶται ἢ ἀδυνατεῖ πάντως καὶ ἀλύει . οἱ γοῦν ἀλύοντες ἄχθονται μὲν ἐν τῷ ὀδυνᾶσθαι
, καὶ πνεύματος ἐμπίπλαται , καὶ ἀκούει οὐδὲν , καὶ ἀλύει , καὶ ῥιπτάζει αὐτὸς ἑωυτὸν ὑπὸ τῆς ὀδύνης :
5314873 ἡσσων
] . [ ἀργοῦντι θυμῶι ] ῥαιδίως φέρεις τάδε , ἥσσων δὲ δούλου Φρυξὶν ] ἐμφανὴς ἔσηι . [ ]
μετανάστας : ἠματίῃ γενέθλῃ δ ' ὀλοώτατος ἔπλετο πάντων , ἥσσων δ ' ἑσπέριος γεγαὼς ἀδρανέστερα ῥέζει . Ἀφρογενὴς δὲ
5309599 ληξω
λαός : διὰ τὸ θορυβῶδες : λὰξ παρὰ τὸ λήγω λήξω , λάξ : διὰ τὸ τῶ λήγοντι μέρει τοῦ
, ὡς σὺ κελεύεις . Τρῶας δ ' οὐ πρὶν λήξω ὑπερφιάλους ἐναρίζων , πρὶν ἔλσαι κατὰ ἄστυ καὶ Ἕκτορι
5307934 κἀξ
τε δακρυούσας εἰσάγουσι καὶ τὰς ἐκείνων γινώσκουσι κατοικίας ὅπῃ εἰσὶ κἀξ οἵων ποταμῶν ἀπορρύονται ὕδατα Πιμπλείας καὶ Λειβηθρίας λέγοντες καὶ
ἐγὼ δὲ τούτου πάππος , ὥσπερ εἰ λέγοις Ἱππόνικος Καλλίου κἀξ Ἱππονίκου Καλλίας . Καλλίας ἄρ ' οὗτος οὕρνις ἐστίν
5307738 ἐσομαι
ἐάσατέ με σὺν αὐτῇ : μόνος ἐγὼ περιπτυξάμενος αὐτῇ δεσμὸς ἔσομαι : μαινέσθω κατ ' ἐμοῦ . τί γάρ με
τοὺς ἀδικοῦντας δεῖ τοῖς ἴσοις ἀμύνεσθαι καὶ προσθέντες ὅτι ὄφελος ἔσομαι πολλοῖς ἀνθρώποις σωθείς , ἀποθανὼν δ ' οὐδενί ,
5305089 ἀνοητου
ἄγων : Ἡσυχάζων . . προβατίου βίον : Μωροῦ καὶ ἀνοήτου : [ διὰ τὸ ἀδρανὲς τῆς διανομῆς τῶν πραγμάτων
καὶ φροντιστοῦ ἀνδρός , εἰ δὲ εἰς τὰ ἀριστερά , ἀνοήτου . εἰ δὲ εἰς τῶν ἄλλων μερῶν οἷον δή
5299849 ἀστεμφης
Σπαρτῶν ἀρά : × – ˘ – ] ! ἔδοξας ἀστεμφὴς κύων : × – ˘ – ] ος ἆθλος
τι καὶ μᾶλλον ὀνίνησιν . ἡ μὲν γὰρ οἶά τις ἀστεμφὴς δέσποινα καὶ ἀθώπευτος κελεύει καὶ διατάττει , ὁποίων τε
5299053 ἐλαλησα
ἀλλοπαθές , ἐμὲ αὐτὸν ἔπαισα ἐμαυτὸν ἔπαισα , ἐμοὶ αὐτῷ ἐλάλησα ἐμαυτῷ ἐλάλησα . ἔνθεν τὰ κατὰ διάστασιν παρὰ τοῖς
ἔσῃ , κύριε , τῇ δούλῃ σου , διότι ἐγὼ ἐλάλησα πονηρὰ ἐν ἀγνοίᾳ ἐνώπιόν σου . Καὶ τούτων γινομένων
5295961 ὑποβλεψας
αὐτῷ καὶ ὑπὸ τῆς ὀργῆς φρίξας τὴν χαίτην , καὶ ὑποβλέψας δεινόν , ὥσπερ ἀστραπή , μόλις δὲ ἀπεχόμενος τοῦ
αὐτῷ ἢ ἐκείνῳ προσόντα : ὁ δ ' ᾤχετό με ὑποβλέψας . καὶ ὡς περὶ Κρατύλου Αἰσχίνης , ὅτι διασίζων
5291087 χαλεπαινεις
καὶ δὴ καὶ νῦν εὖ οἶδ ' ὅτι οὐκ ἐμοὶ χαλεπαίνεις , γιγνώσκεις γὰρ τοὺς αἰτίους , ἀλλὰ ἐκείνοις .
ἔχει ἀκολουθῆσαι ἢ τῷ φαινομένῳ ; οὐδενί . τί οὖν χαλεπαίνεις αὐτῇ , ὅτι πεπλάνηται ἡ ταλαίπωρος περὶ τῶν μεγίστων
5288632 χωρω
γρώνη : . . . παρὰ τὸ γῶ , τὸ χωρῶ , γώνη καὶ προσθέσει τοῦ ρ γρώνη : ἡ
. διὸ πιστεύω καὶ μαρτυρῶ : εἰς ζωὴν καὶ φῶς χωρῶ . εὐλογητὸς εἶ , πάτερ . ὁ σὸς ἄνθρωπος
5288210 κρωζεις
ἐστὶν ἐπιδηλοῦν τι πεπανουργηκότα . Σὺ μὲν οἶδ ' ὃ κρώζεις : ὡς ἐμοῦ τι κεκλοφότος ζητεῖς μεταλαβεῖν . Μεταλαβεῖν
βλέμματι σὺ μὲν ] γράφε “ ἐγὼ μὲν ” . κρώζεις ] ματαίως λαλεῖς ὡς ἐμοῦ ] ἐξ μεταλαβεῖν ]
5286798 κακε
τοῦ πώγωνος οὕτω μιαρὸς ὤν . Σὺ δέ , ὦ κακέ , οὐ Ληκυθίων οὑμὸς δραπέτης τυγχάνεις ; οὐ μὲν
ὀλίγον τάδε λέξει ῥήματα Φερσεφόνη : „ Ἔρρε , μυλωθρὲ κακέ . „ Μήποτε λυπήσῃ σε τὸ μή σε τυχεῖν
5281329 λοιδορουμενος
κἂν ] αὐτὸς γενόμενον ἄσμενος . εὐθὺς μαχεῖται πᾶσι , λοιδορούμενος εἰς τοὺς βίους οὓς ζῶσι : σὲ δ '
ἀλλ ' οὗτος πρᾶγμ ' ἑόρακεν μιαρὸν καὶ ἀναιδές . λοιδορούμενος γὰρ ἐν ταῖς ἐκκλησίαις καὶ προπετῶς ἅπασι προσκρούων ,
5280053 βασταζω
δ ' οὐχὶ σόν . Εἴπερ γ ' Ὀρέστου σῶμα βαστάζω τόδε . Ἀλλ ' οὐκ Ὀρέστου , πλὴν λόγῳ
οἱ ἀπολλύμενοι ἐμακαρίζοντο . ἀντὶ τοῦ βαστάσω . . ἐγὼ βαστάζω . . ὠὸπ , παραβαλοῦ : Ἐλατικὸν ἐπίφθεγμα τὸ
5277993 ἑψομαι
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη
5277526 ἀπαγορευω
δὲ ὁμολογῶ μαλακὸς εἶναι καὶ τὰ δεινὰ πόρρωθεν δεδιέναι , ἀπαγορεύω μέντοι μὴ συνταράττειν ἡμᾶς πρὸς ἀλλήλας τὰς πόλεις ,
Θηβαίων φρονεῖ . Βοιωτοὶ γὰρ οὗτοι . . . . ἀπαγορεύω ] ἀντὶ τοῦ ἀγορεύω , ὅ ἐστι λέγω .
5276083 λανθανω
τὸ „ ἐκλέλαθον κιθαριστύν „ ; ἐκ τοῦ λήθω τὸ λανθάνω : καὶ ὁ μέσος παρακείμενος λέληθα καὶ κατὰ συστολὴν
παίζεις , ἐμὲ δὲ ἡ Κυνίσκα ἐκμαίνει ἐρῶντα αὐτῆς . λανθάνω , φησίν , ἐμαυτὸν εἰς μανίαν ἐμπεσών . εἶτα
5273623 ἀντιστροφιον
. . , ] δέδοται καὶ τὸ Γ διὰ τὸ ἀντιστρόφιον τοῦ ὅρου . ὁμοίως καὶ τὸ Δ : ὁ
βάσεις τὰς ὑπ ' αὐτάς , ὥσπερ αὖ τὸ ἐφεξῆς ἀντιστρόφιον μέν ἐστι πρὸς τοῦτο κατὰ τὸν εἰρημένον τρόπον ,
5273263 καθισον
εἴ μ ' ἐθέλεις πολεμίζειν ἠδὲ μάχεσθαι , ἄλλους μὲν κάθισον Τρῶας καὶ πάντας Ἀχαιούς , αὐτὰρ ἔμ ' ἐν
, κάλλη δὲ τὰ ἄνθη τῶν βαμμάτων . κάθησο τοῦ κάθισον διαφέρει . κάθησο μὲν γὰρ ἐροῦμεν αὐτῷ τινι περὶ
5269779 ἐπιλησεται
γὰρ τὸν Δία . : Ὃ ὁρῶν ὁ Ζεὺς οὐκ ἐπιλήσεται τῆς εἰς ἐμὲ ὀργῆς . : πηγὴν κλοπαίαν :
ἐγκείμενος , οὐδὲ ἀμελῶς θεωρεῖν . οὐδὲ φιλάργυρος τῶν δραχμῶν ἐπιλήσεται τούτων ὧν ἀπέθηκεν εἰς τὸ ταμιεῖον φέρων , διὰ
5267514 ἀπελθ
Εἶδος ἀετοῦ [ ὁ ἁλιαίετος ] ἐν θαλάσσῃ διαιτώμενος . ἄπελθ ' ἀφ ' ἡμῶν καὶ σὺ καὶ τὰ στέμματα
δ ' ὅτῳ πάρεστι λῆψις ὧν ἐρᾷ καθ ' ἡμέραν ἄπελθ ' , ἄπελθε , παῖ : τάδ ' οὐκ
5264253 θεασαι
παῖς οὗτος οὐ δύναται μαθεῖν ἢν μὴ Δωροδοκιστί . Ἰδοὺ θέασαι , κοὐχ ἅπαντας ἐκφέρω . Οἴμ ' ὡς χεσείω
τοῦτο ὁ Πόλεμος τὸ μέλι εἰς τὴν θυείαν βάλλει . θέασαι , ὅτι καὶ ἡμεῖς εὐφυῶς , εἴγε μὴ σφαλῶμεν
5263965 ὑπαιτιος
ὁρμὴ καὶ τῆς ψυχῆς ἡ ἄλογος καὶ παρὰ φύσιν κίνησις ὑπαίτιος : ἑκάτερον γὰρ τούτων τί ἐστιν ἕτερον ἢ παλαιὸν
ἡ ὑποψία εἰς ἐμὲ ἰοῦσα , ἐγὼ δὲ ὑπὲρ ἐκείνων ὑπαίτιος ἐσόμενος σαφῶς ᾔδη . Τοῦ δὲ ἀκολούθου ἡ μαρτυρία
5263114 φρην
τὸ γένοιτ ' ἄν . Διὸς οὐ παρβατός ἐστιν μεγάλα φρὴν ἀπέρατος . μετὰ πολλῶν δὲ γάμων ἅδε τελευτὰ προτερᾶν
προσῆγε τὴν χεῖρα τῷ αἰδοίῳ ἔλεγεν χεῖρες μὲν ἁγναί , φρὴν δ ' ἔχει μίασμά τι . : ὁ αὐτός
5260866 πονηρε
τις αὐτῷ ταῦτα συγγράφοντι παραστὰς εἴποι : Τί , ὧ πονηρὲ , ἐνοχλεῖς σεαυτῷ ταῦτα συγγράφων καὶ ἃ μὴ οἶσθα
καταρᾶται , καὶ τῶν κακῶν ὁ κίνδυνός σε κοσμεῖ , πονηρὲ καὶ καλέ . ὀκνῶ , δέσποτα , λέγειν ,
5260505 ὠφελω
πρὸς οἷς ἱκέτευεν , ἔρχεται τρέμων , ἐγὼ δὲ οὐδὲν ὠφελῶ καὶ ταῦτα πολλοὺς ἐκ δεσμῶν λελυκὼς καὶ δόξης οὔσης
. . . Ἄλφω καὶ ἀλφῶ διαφέρει . ἄλφω τὸ ὠφελῶ , ἀλφῶ δὲ τὸ εὑρίσκω . Ἄβαξ καὶ ἀβάκιον
5260501 Ταλας
αʹ δεκανῷ παρανατέλλουσι θεός τις κατακέφαλα κείμενος , καλεῖται δὲ Τάλας , καὶ κόραξ ψαύει αὐτοῦ τῆς κεφαλῆς , καὶ
τῷ μὲν πρώτῳ δεκανῷ παρανατέλλει τάδε : Δαίμων τις κατακέφαλα Τάλας προσκεκλημένος καὶ Κόραξ ψαύων κεφαλῆς αὐτοῦ , λέγω τοῦ
5259159 ἐσφαλης
σοι δεῖν ᾠήθην , ἵν ' ἐν ᾧ παρὰ γνώμην ἐσφάλης , οὐ πεισθεὶς ἐμοὶ τὰ βέλτιστα εἰπόντι , μέρος
κἀκεῖσε τοῦτον εὑροῦσα ἔφη πρὸς αὐτόν : „ μεγάλως ὄντως ἐσφάλης : πρότερον γὰρ ὤφειλες βουλεύσασθαι , πῶς ἔσται σοι
5255719 μινυθει
κλαιούσης . κλαιομένας ] θρηνούσης . μινύθει ] ἐλαττοῦται . μινύθει ] σμικρύνεται . μινύθει ] σμικρύνεται , πάσχει .
ματαία [ ] [ γλῶσς ' ] ⌊ ἀϊδὴς ⌋ μινύθει [ ] ἐλπίδι θυμὸν ἰαίν [ – ] τᾷ
5254596 τεθνηκας
' ἐς Ἄργος αὖ πάλιν . ὦ τλῆμον , εἰ τέθνηκας , ἐξ οἵων καλῶν ἔρρεις , Ὀρέστα , καὶ
σεωυτοῦ φονέα τεῖσαι . Κατὰ μὲν γὰρ τὴν τούτου προθυμίην τέθνηκας , τὸ δὲ κατὰ θεούς τε καὶ ἐμὲ περίεις
5253571 ἐξισταμαι
τὸν βυθὸν ἢ τὸ πέλαγος περιβλεψάμενος καὶ μὴ ἰδὼν γῆν ἐξίσταμαι καὶ φανταζόμενος , ὅτι ὅλον με δεῖ τὸ πέλαγος
; πάλιν τούτων πάντων καὶ τοῦ σωματίου ὅλου σοι αὐτοῦ ἐξίσταμαι , ὅταν θέλῃς . πείρασαί μοί σου τῆς ἀρχῆς
5250233 πλυνω
συλλαβὰς , διὰ τοῦ υ ψιλοῦ γράφονται : οἷον , πλύνω : δύνω : μολύνω : κρατύνω : φαιδρύνω :
μακρῷ βαρύνεται , εἰ μὴ προκατάρχοιτο ὄνομα : δύνω θύνω πλύνω φύνω μηκύνω πλατύνω ταχύνω τραχύνω . σεσημείωται τὸ βυνῶ
5246780 παραλογισασθαι
, ὅπερ δὴ καὶ αὐτὸ οὐ μικρὰ συνδίδωσι πρὸς τὸ παραλογίσασθαι . ὡς γοῦν πολλάκις δοθέντος τοῦτο συνελογίσθη τοῦτον ,
ὁ συλλογισμὸς , ὃν ὁ Ἑρμογένης πλέκει , πρὸς τὸ παραλογίσασθαι μόνον ἐπινενόηται . Μετὰ ταῦτα τοίνυν ἐστὶν ἐξ αὐτῶν
5246036 εὐϲημον
καὶ κίνδυνον ὀξὺν ἐπιφερόντων . Τίνα ἐϲτὶν ἀγαθὰ ϲημεῖα . εὔϲημον πρόϲωπον : δυνήϲῃ γὰρ κἀκ τοῦ προϲώπου μόνου βεβαίαν
τί δὲ οὔνομα ἕτερον ἐϲ ἐπίκληϲιν τοῦδε τοῦ πρήγματοϲ μᾶλλον εὔϲημον ; τί δὲ καρδίηϲ ἄλλο καιριώτερον ἐϲ ζωὴν ἢ
5245508 μετοχος
ὅτι φιλεῖ καὶ εἴωθεν ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος ὅστις ἔμπορος καὶ μέτοχος καὶ συνήθης ἐστὶ κακῶν , πάντα δειμαίνειν καὶ φοβεῖσθαι
ὤμοις ὑποκινούμενος καὶ ἅμα πράως κεκυφὼς μεγαλονοίας καὶ ἀνδρείας καλῶς μέτοχος . ὁ δὲ ἐν τοῖς ὤμοις ὑποκινούμενος , ὀρθὸς
5240443 Βασιλευ
, χοροῖσι Κηΐων φρένα ἰανθεὶς ὄπαζε θεόπομπον ἐσθλῶν τύχαν . Βασιλεῦ τᾶν ἱερᾶν Ἀθανᾶν , τῶν ἁβροβιών ἄναξ Ἰώνων ,
' ὑστεραίᾳ προσαγαγόντος αὐτοῦ τῇ πέτρᾳ τῶν βαρβάρων τις ἀνεβόησεν Βασιλεῦ Δημήτριε , τί βουλόμενος ἢ τίνος ἀναγκάζοντος πολεμεῖς ἡμᾶς
5236995 ἐπιδειξῃς
Πρότερον οὖν ἔλεγεν ὁ Φαῖδρος ὅτι ἐὰν καλλίονά μοι λόγον ἐπιδείξῃς τοῦ Λυσίου , πᾶν τὸ ἐμφανὲς κάλλος τοῦ αἰσθητοῦ
, ἕως τελευτῶν διαφυγών με στρατηγὸς ἀνεφάνης , ἵνα μὴ ἐπιδείξῃς ὡς δεινὸς εἶ τὴν περὶ Ὁμήρου σοφίαν . εἰ
5234428 Οἰμοι
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει
5229313 πενιχρον
] ἐπὶ τῆς . διασύρει τῶν φιλοσόφων τὸν βίον ὡς πενιχρὸν καὶ ἐπίπονον καὶ ἐνδεῶς ἔχοντα καὶ αὐτῆς τῆς ἀναγκαίας
ἐν ἀγαθοποιοῦ ὁρίοις ᾖ , τὸ μὲν γένος ἐλεύθερον , πενιχρὸν δὲ καὶ ὑποτεταγμένον καὶ δούλια ἔργα ποιεῖν σημαίνει .
5225831 πεπεικας
[ ! ! ! ! ! ! ! ] ς πέπεικας ἐλθεῖν πρός μ ' ; ἐγὼ δ ' εἴρηκά
καὶ οἰκειότερον ἔχων ἢ σὺ σαυτῷ ; πῶς οὖν οὔπω πέπεικας σαυτὸν μαθεῖν ; νῦν οὐχὶ ἄνω κάτω ; τοῦτ
5224792 ἑστηξεται
ὑπορρίψειας ἀστράγαλον λύκου τετρώρῳ θέοντι , τὸ δὲ ὡς πεπηγὸς ἑστήξεται , τῶν ἵππων τὸν ἀστράγα - λον πατησάντων .
περὶ τὸ μέσον ποτὲ ἑαυτοῦ κινηθήσεται , ἀλλὰ μᾶλλον καὶ ἑστήξεται καὶ ἀραρός τε καὶ ἑστηκὸς ἔσται κατὰ ταὐτὰ ἔχον
5220962 καταστρεψας
Γύγου δακτύλιος . Ἔλθοι ξένος , ὅστις ὀνήσει : Θετταλῶν καταστρέψας πόλεις ὁ Φίλιππος καὶ τοὺς ξένους πωλήσας , εἴρηκε
Τῷ θεῷ ἕπου . Ξένος ἔλθοι ὅστις ὀνήσει : Θετταλῶν καταστρέψας πόλεις ὁ Φίλιππος καὶ τοὺς ξένους πωλήσας , εἴρηκε
5220659 φευγεις
βαλλέτω ὡς ἐθέλει : πάλιν Ἄρτεμις ἄμμιν ἀρήγει . οὐ φεύγεις τὸν Ἔρωτα , τὸν οὐ φύγε παρθένος ἄλλη .
δὴ σοί , ὦ Εὐθύφρων , τίς ἡ δίκη ; φεύγεις αὐτὴν ἢ διώκεις ; Διώκω . Τίνα ; Ὃν
5218217 παυ
ὅπως ἂν ἱστίον σαπρὸν λάβῃς . Ἁνὴρ παφλάζει , παῦε παῦ ' , ὑπερζέων : ὑφελκτέον τῶν δαλίων ἀπαρυστέον τε
καὶ φιλοδικαστὴν καταρρυθμιζόμενον εἰς βίον ἥμερον ὑπὸ τοῦ παιδός : παῦ ' : ἀλλὰ δευρὶ κατακλινεὶς προσμάνθανε ξυμποτικὸς εἶναι καὶ
5216262 ἑστηκας
ἐκείνοις τε καὶ ἡμῖν , ἐξ ἴσου δὲ ἀμφοτέροις ἐκποδὼν ἕστηκας , μᾶλλον δὲ βοηθεῖς μὲν οὐδετέροις , τῇ δὲ
μὴ πολυπραγμόνει . „ ὁ γὰρ τόπος ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας „ φησί ” γῆ ἁγία ἐστί ” . ποῖος
5215695 προσμενω
κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει
κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει
5213743 ΒΕΓ
ὡς ἄρα τὸ ΑΒΕ πρὸς τὸ ΖΗΛ , οὕτως τὸ ΒΕΓ πρὸς τὸ ΗΛΘ καὶ τὸ ΕΓΔ πρὸς τὸ ΛΘΚ
ὑπὸ τῶν ΑΕΔ τῷ ὑπὸ τῶν ΑΓΔ καὶ τῷ ὑπὸ ΒΕΓ . Τετμήσθω ἡ ΒΓ δίχα κατὰ τὸ Ζ σημεῖον

Back