τε ὑμῖν ἐγὼ ἐν τοῖς βασιλείοις ἀπεκυήθην , καὶ μὴ πειραθέντα με ἰδιωτικῶν σπαργάνων ἅμα τῷ τῆς γαστρὸς προελθεῖν ἡ
. πολλῶν δὲ ὄντων τούτων ἡμῖν δρᾶν πεφυκότων , τὰ πειραθέντα διὰ τῆς μακρᾶς πείρας γράφομεν . Λαβὼν ὀνάγρου νεῦρα
4718259 πυρου
ὅταν ἁδρυνθῇ καὶ βλάπτειν δοκεῖ τὰ σιτώδη καὶ κριθὴν δὲ πυροῦ μᾶλλον . Ἐν Αἰγύπτῳ δὲ καὶ Βαβυλῶνι καὶ Βάκτροις
καὶ περιπνευμονικοὺς σὺν ὕδατι πινόμενα . Ἄμυλον ἄριστον τὸ ἐκ πυροῦ καθαροῦ πλυνομένου καὶ βρεχομένου ἐν ὕδατι γλυκεῖ ἀποχεομένου πεντάκις
4625501 ἐξεπτη
ἐν τῷ οἴνῳ , καὶ ἀνοιχθέντος τοῦ σκεύους τὰ δὲ ἐξέπτη καὶ εἶδε τὸ φῶς καὶ τέθνηκεν . οὐκοῦν παρελθεῖν
τινα αἰτίαν , Δαίδαλος δὲ ποιήσας πτέρυγας ἀμφοτέροις προσθετάς , ἐξέπτη μετὰ τοῦ Ἰκάρου . νοῆσαι δὲ ἄνθρωπον πετόμενον ,
4482542 ἐπιλανθανομενου
τιμὰς ἃς ἔλαβε φανεραί : πατρὸς δ ' ἐν γήρᾳ ἐπιλανθανομένου τῆς θεοῦ οὐχ ὑπὸ τῆς αὑτοῦ αἰτίας ἐδυστύχησε .
τὰ ἀνθρώπινα δοξάσματα . . . μεμνῆσθαι δὲ καὶ τοῦ ἐπιλανθανομένου ἧι ἡ ὁδὸς ἄγει . ὧι μάλιστα διηνεκῶς ὁμιλοῦσι
4470265 ἀδοκητα
φαίνετο βουλή : αὐτὸν μὲν σχέσθαι , κρύψαι δ ' ἀδόκητα μάχαιραν καλήν , ἥν οἱ ἔτευξε περικλυτὸς Ἀμφιγυήεις ,
] λέχος αἰνογάμου ! [ ˘˘ – | ] Ἑλένης ἀδόκητα [ ] ? κόραις καὶ ἀα ! ! !
4437154 πιθακνων
τοὺς καρποὺς καὶ τὰ σκεύη τὰ γεωργικὰ πάντα πλὴν τῶν πιθακνῶν : ὃ δ ' οὐχ οἷόν τ ' ἦν
ποτηρίων : ἐν δὲ τοῖς ἄλλοις συμποσίοις καὶ φειδιτίοις ἐκ πιθακνῶν . : Πολέμων δ ' ἐν ἕκτῳ τῶν Πρὸς
4431642 γειναμενης
ἐφυλάσσετο . Λαβόντας δὲ τὸ παιδίον τὸ τιμώμενον πρὸς τῆς γειναμένης ὡς ἐὸν πρότερον τρέφειν ἐν τῷ δημοσίῳ : καί
' ὅρκους ἀνακαλούμενος , οὓς ὤμοσαν τὰ ὅπλα περὶ τῆς γειναμένης αὐτοὺς γῆς ἀναλαμβάνοντες , οἷς κατ ' αὐτῆς ἐκείνης
4357030 φιαλης
ἐμοὶ γοῦν πολὺ ἀσφαλέστερον σκυτοτομεῖν ἐπικεκυφότα ἢ πίνειν ἀπὸ χρυσῆς φιάλης κωνείῳ ἢ ἀκονίτῳ συνανακραθεῖσαν φιλοτησίαν : ὁ γοῦν κίνδυνος
Αἴσωπον γενέσθαι . καὶ γὰρ ἐκεῖνος ἐπὶ ἱεροσυλίᾳ διεφθάρη , φιάλης χρυσῆς φωραθείσης ἐν τοῖς στρώμασιν αὐτοῦ . Ἀθαμάνων :
4285881 οἰσῃ
ἐμοῖς βουλεύμασιν , πρῶτον μὲν εὐσέβειαν ἐκ πατρὸς κάτω θανόντος οἴσῃ τοῦ κασιγνήτου θ ' ἅμα : ἔπειτα δ '
. ἀλλ ' οὐ μὰν οὐδ ' ὧς ἄτερ ὅρκου οἴσῃ ἄεθλον . Ὣς εἰπὼν ἵπποισιν ἐκέκλετο φώνησέν τε :
4149753 προφαινομενου
ἄλλα γὰρ ἄλλων ἕνεκα ἁρμόττειν ὥς γ ' ἐκ τοῦ προφαινομένου πρῶτα λεχθῆναι δόξαν παρίστησιν . Ἣν δὲ ἁπασῶν ἐπικαιροτάτην
νῆσος παρὰ τὸ φῶ τὸ φαίνω , ἢ ἀπὸ τοῦ προφαινομένου τοῖς πλέουσι πύργου , ἐν ᾧ φῶς ἀνάπτεται .
4135504 ἀσβολου
οὐδ ' ἂν ἡ μήτηρ σὺ ἡδέως φιλήσειας ὑπὸ τῆς ἀσβόλου κατῃθαλωμένον τὸ πρόσωπον . ἡδίω ταῦτα : οὐ γάρ
: τὰ πλεῖστα γὰρ ἀποπεπόνηκας . Φῦ , ἰοὺ τῆς ἀσβόλου . Αἰθὸς γεγένημαι πάντα τὰ περὶ τὴν τράμιν .
4133407 ϲινηπιοϲ
ἀγρίηϲ , κόκκου τοῦ τῆϲ Κνίδου , πάντων δὲ μάλιϲτα ϲινήπιοϲ , ὅτι τε ξύνηθεϲ , ἀτὰρ ἠδὲ ὅτι τῶν
κῶμα ἴϲχῃ , ϲίκυον χρὴ τὸν ἄγριον ξὺν ὄξεϊ τρίψαντα ϲινήπιοϲ ἴϲῃ μάζῃ ξυμμείξαντα τιθέναι . δριμὺ δὲ τὸ ἐπίπλαϲμα
4118241 πηγης
τοῦ ψεύδους ἀρχήν , ἀτυφίαν δὲ ἀληθείας , ἑκάτερον δὲ πηγῆς λόγον ἔχον : ῥέουσι γὰρ ἀπὸ μὲν τοῦ ψεύδους
σεμνοὶ καὶ ἀξιόπιστοι μάρτυρες , ἐμοὶ δοκεῖν οὐ πιόντες τῆς πηγῆς : οὐ γὰρ ἂν ἐμέμνηντο αὐτῶν . Ὁ μὲν
4083038 προσδεξαι
καὶ γινόμενος δι ' ἐμὲ καὶ τὴν ἐμὴν σωτηρίαν , πρόσδεξαι νῦν κἀμὲ τὸν ἁμαρτωλὸν καὶ ἀνάξιον δοῦλόν σου μετανοοῦντα
“ ῥῶσόν σου τὴν δύναμιν καὶ κράτυνον τὴν φρένα καὶ πρόσδεξαι πάντα τὰ ἀποκαλυπτόμενά σοι . ” καὶ πάλιν ἔλεγεν
4072569 τεφρας
εἶναι , κἂν εἰ βουλοίμεθα διανοίγοντες τοὺς ὀφθαλμοὺς ἐμπάσαι τῆς τέφρας , οἶμαι οὐκ ἂν κωλύσειεν , ἡγούμενος ὀρθῶς φρονεῖν
μύρτα , κράνα . κοχλιῶν καυθέντων μετὰ τῶν ὀστράκων τῆς τέφρας μέρη δ , κηκῖδος μέρη β , πεπέρεως μέρος
4052266 ἀπελαμπεν
κάλλιστος ἔην ποικίλμασιν ἠδὲ μέγιστος , ἀστὴρ δ ' ὣς ἀπέλαμπεν : ἔκειτο δὲ νείατος ἄλλων . βῆ δ '
κάλλιστος ἔην ποικίλμασιν ἠδὲ μέγιστος , ἀστὴρ δ ' ὣς ἀπέλαμπεν : ἔκειτο δὲ νείατος ἄλλων . βὰν δ '
4029573 ἀσχαλαᾳ
γάρ τίς θ ' ἕνα μῆνα μένων ἀπὸ ἧς ἀλόχοιο ἀσχαλάᾳ . ἢ παρὰ τὸ σχῶ σχάλλω καὶ ἀσχάλλω ,
γάρ τίς θ ' ἕνα μῆνα μένων ἀπὸ ἧς ἀλόχοιο ἀσχαλάᾳ σὺν νηῒ πολυζύγῳ , ὅν περ ἄελλαι χειμέριαι εἰλέωσιν
4014110 ἀνδροκτασιης
εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερόνδ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ , ὅτε παῖδα κατέκτανον
με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερον δ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ ὅτε παῖδα κατέκτανον Ἀμφιδάμαντος
4013186 διορισθηναι
ἑαυτῇ καὶ τὰ ἄλλα . Τίς γὰρ ἡ ἀποκλήρωσις μόνην διορισθῆναι τῶν ἐν αὐτῷ γενῶν ἢ εἰδῶν τὴν διάκρισιν ,
ἴσως ἂν προσήκοι τὰ ὑποκείμενα ταῖς ἐνεργείαις πρὸ τῶν ἐνεργειῶν διορισθῆναι . ταῦτα γὰρ σαφέστερα ἡμῖν τῶν ἐνεργειῶν . πρὸ
4010989 Ὀποεντος
: ναῖον δ ' ἐσχατιὴν Φθίης Δολόπεσσιν ἀνάσσων . ἐξ Ὀπόεντος : Ὀποῦς πόλις τῆς Λοκρίδος , ἀπὸ Ὀπόεντος τοῦ
ἐν ὑμετέροισι δόμοισιν , εὖτέ με τυτθὸν ἐόντα Μενοίτιος ἐξ Ὀπόεντος ἤγαγεν ὑμέτερόνδ ' ἀνδροκτασίης ὕπο λυγρῆς , ἤματι τῷ
3969822 ὀδωδε
ποιούμενοι τὸν λόγον ἀρξόμεθα ἀπὸ λαχάνων . τῶν λαχάνων ὅσα ὄδωδε μετὰ τὸ βρωθῆναι , τὰ κρυπτὰ ἐλέγχει καὶ πρὸς
δόλῳ παρὰ χείλεσι πῶμα οὐλόμενον λήσειεν ὅ τ ' ὠκιμοειδὲς ὄδωδε . τοῦ μὲν ὑπὸ γλώσσης νέατος τρηχύνεται ὁλκός νέρθεν
3967518 γεννηθεντος
Καινοῖ τῆς Κρήτης ἐκ Διὸς καὶ Κάρμης τῆς Εὐβούλου τοῦ γεννηθέντος ἐκ Δήμητρος : ταύτην δ ' εὑρέτιν γενομένην δικτύων
πρὸς τὴν δύσιν κειμένων : ὅπου καὶ τοῦ ἐν Θήβῃ γεννηθέντος Διονύσου αἱ στῆλαι περὶ τὰ ἔσχατα τοῦ ὠκεανοῦ ἵστανται
3958220 ποσεως
διὰ βρώσεως προσφερόμενον οὔτε δι ' ἐπιχρίσεως ἔξωθεν οὔτε διὰ πόσεως , ἀλλὰ πάντες διεφθείροντο τῇ χρείᾳ τῶν φαρμάκων ,
ὅτι οὐδὲ τοῦτο ἀποχρῶν ἐστὶν εἰς πίστιν τῆς τοῦ θερμοῦ πόσεως , ὑπηναντιοῦτό μοι τὸ ἐν τοῖς Ἀριστοφάνους Γεωργοῖς σαφῶς
3939328 νυμφιου
Ὅταν στρατιώτας καταλέγωσι , τουτῳὶ νύκτωρ ἀλειφέτω τὸ πέος τοῦ νυμφίου . Ἀπόφερε τὰς σπονδάς . Φέρε τὴν οἰνήρυσιν ,
γένυν ; οὐ μὴν δέμας γ ' εὔρυθμον [ ὧδε νυμφίου ] : τοιῶνδε λέκτρων [ εἵνεκ ' εἰς ]
3928202 ποιπνυοντα
παιδός . . . . . ἄσβεστος : Π . ποιπνύοντα : Ξ . . . . πρόπαν ἦμαρ :
ὀρῶν ἐπιθεωροῦσιν . . . . ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ποιπνύοντα ἐνεργοῦντά ἐστιν , οὐχ ὡς οἱ γλωσσογράφοι ποιοῦσι τὸ
3923526 πεπειρου
γὰρ λέγεται ἡ ῥυτίς . ψώρας ἐλαίης : τῆς μὴ πεπείρου , ἀλλὰ δι ' ὠμότητα τραχείας . | χλοώδει
τὸ χύλισμα ξηραινόμενον ἐν ἡλίῳ , μέλαν μὲν ἐκ τοῦ πεπείρου καρποῦ , ὑπόκιρρον δὲ τὸ ἐκ τοῦ ὠμοῦ .
3921348 κιχων
: ἀντὶ τοῦ ἐν νιφοέσσῃ δειρῇ ἐν νιφοέσσῃ ἐξοχῇ * κιχών : εὑρών * ἐφράσσατο : ἐνόησεν ἀμαρακόεσσα : παραπλησία
, τῶν Ἡρακλείων ἐκγεγῶτες αἱμάτων . ἔνθα τράπεζαν εἰδάτων πλήρη κιχών , τὴν ὕστερον βρωθεῖσαν ἐξ ὀπαόνων , μνήμην παλαιῶν
3896376 κυλικος
τοῖς χρόνοις κατὰ τὸν κωμικὸν Ἀριστοφάνη . μνημονεύει δὲ τῆς κύλικος Θεόπομπος μὲν ἐν Νεμέᾳ οὕτως : χώρει σὺ δεῦρο
ὁ ἰσχνός : λέπαργος ἡ χιών : λεπαστὴ γένος τι κύλικος : λεχεποίης : λεχαῖος τὸ λέχος ἐνποιοῦν : λεοφόρος
3893270 ζευγλαισι
' ἰὸν ὑπὸ σπλάγχνοις δασπλῆτις Ἐριννύς : ὥς τε βόας ζεύγλαισι δαμάσσατο πυριπνέοντας τετράγυον θέμενος σπόρον αὔλακι , τόν ῥ
τῶν ἀερίων παρὰ τὸ κνώσσειν ἐν τοῖς δαλοῖς . . ζεύγλαισι ] ζεύγμασι . σώμασι ] διὰ σωμάτων . ὅπως
3883787 ἀφονιτρον
ὕδατι ἐνδιειμένον ἢ πρὸ τοῦ ἀποσπογγισμοῦ χριόμενον † τὸ νίτρον ἀφόνιτρόν τινι τοιούτῳ , καταχρίομεν . πυρεσσόντων δέ , ἐπὶ
ὕδατι ἐνδιειμένον ἢ πρὸ τοῦ ἀποσπογγισμοῦ χριόμενον † τὸ νίτρον ἀφόνιτρόν τινι τοιούτῳ , καταχρίομεν . πυρεσσόντων δέ , ἐπὶ
3883679 Ἀμυκλου
Ὑάκινθον τὸν Ἀμύκλου καὶ Διομήδης νύμφης . ὃν Φοῖβος : Ἀμύκλου καὶ Διομήδης παῖς ἐγένετο , ᾧ ὄνομα Ὑάκινθος .
Καλλιστὼ καταστερίσας ἐκάλεσεν ἄρκτον . Ἀρκάδος δὲ καὶ Λεανείρας τῆς Ἀμύκλου ἢ Μεγανείρας τῆς Κρόκωνος , ὡς δὲ Εὔμηλος λέγει
3874112 οἱμος
ἔμπνοα βόσκει , οὐδ ' ὁπόσον πήχυιον ἐς Ἄιδα γίγνεται οἷμος , οὐδ ' εἰ Παιήων φαρμάσσοι , ὅτε μοῦνον
γὰρ τοῦ κείομαι κεῖμαι κοίμη , ὡς καὶ ἀπὸ τοῦ οἷμος οἴμη . Τὰ διὰ τοῦ ημη δισύλλαβα βαρύτονα τὸ
3866818 λιχνειας
θέλων ἀπὸ τῆς τῶν δηλωθέντων μοχθηρίας καὶ περὶ τὰ φαῦλα λιχνείας ἐμφανίσαι τὴν τῶν παιδευσάντων διδασκαλίαν . . . .
, καὶ ὁ πορφυρεὺς αἰσθόμενος ἐθήρασε δεύτερος τὴν ὑπὸ τῆς λιχνείας προῃρημένην . Σκολόπενδρα θαλάττιον θηρίον , καὶ τῷ χερσαίῳ
3859668 ἀνθελκει
παρακολουθεῖ τοῖς λεγομένοις . τὸ δὲ χρήσιμον πρὸς ἑαυτὸ ἡμᾶς ἀνθέλκει , ἐπειδὴ γινώσκοντες τὰ ἐκ τοῦ συγγράμματος ἀναφυόμενον χρήσιμον
. ὅσον δὲ τρυγῶδές τε καὶ δυσδιεξ - ίτητον , ἀνθέλκει τε καὶ ἀνιμᾶται ὁ σπλήν . τὸ δ '
3850474 δελφυος
διὰ τοῦ υος κλῖνε καὶ μὴ διὰ τοῦ εος : δελφύος γὰρ καὶ οὐ δελφέος κλίνεται . Καν . ιαʹ
οὕτως ἄριστος ἀριστερός . ἀδελφοὶ , παρὰ ἐκ τῆς αὐτῆς δελφύος : ἤγουν μήτρας : αὐχὴν παρὰ τὸ ξηρὰ εἶναι
3833747 πεπρωμενης
συνεχῶς ἅπαντα τὸν αἰῶνα , τὸ ἐπιβάλλον ἑκάστοις ἐκ τῆς πεπρωμένης μερίζουσα , οἵ τε τὰς κοινὰς τῆς οἰκουμένης πράξεις
μεμορμένον καί τινας παραλόγους ἀνάγκας : εἰ γὰρ τὰ τῆς πεπρωμένης ἐν πᾶσι νικῴη , ἀφαιρεθείη δὲ τῶν ἀνθρώπων τὸ
3816673 λειβει
ἀλλὰ κηλῇ , τὸ δὴ μετὰ τοῦτο ἤδη τήκει καὶ λείβει . τὸ γὰρ λείβει τοῦ τήκει ἐμφατικώτερον καὶ ἐγγύτερον
. τιμῶσα δὲ ἡ γραφὴ τὴν ἀλήθειαν καὶ δρόσου τι λείβει ἀπὸ τῶν ἀνθέων , οἷς καὶ μέλιττα ἐφιζάνει τις
3808591 δηχθεισι
ὡς ἐναργῆ καὶ διὰ ταχέων βοηθεῖ τοῖς ὑπὸ τῶν ἰοβόλων δηχθεῖσι καὶ τοῖς προσενεγκαμένοις τι δηλητήριον , ἥ γε ἄριστα
πάντα καὶ ἐκείνοις γίνεται τὰ ἀλγήματα , ὅσα καὶ τοῖς δηχθεῖσι δήπου . Γένος τι φρύνης ἀκούω καὶ πιεῖν δεινὸν
3805862 κνισσης
τὴν κεφαλήν , ὀσφραινόμενος αὐτὸ μόνον καλοκἀγαθίας καὶ σιτίων ἱερωτάτης κνίσσης : οὐ γὰρ ἀρνεῖται λίχνος ἐπιστήμης καὶ φρονήσεως εἶναι
. Τῶν φθισικῶν οἷσιν ἐπὶ τοῦ πυρὸς ὄζει τὸ πτύαλον κνίσσης βαρὺ , καὶ αἱ τρίχες ἐκ τῆς κεφαλῆς ῥέουσιν
3805380 φυλασσομενη
ζόφον , ἀχλυόεντας ἀνειρύσσασα χιτῶνας : καὶ φρενὶ δειδιόωσα , φυλασσομένη φάος ἠοῦς , τυπτομένη σπινθῆρι διώκεται : ἄρτι δὲ
ἀδελφὴ τοῦ νεωτέρου , ἐπείτε ἀμφοῖν ὧδε ἀποθανόντοιν ἐπύθετο , φυλασσομένη πρὸς τῶν οἰκείων πάνυ ἐγκρατῶς , ἐσχάρας πυρὸς ἐνεχθείσης
3805157 ἀνετεμε
αὐτὸν ἀναμένειν . οὗτός ποτε καὶ τὴν ἑαυτοῦ γυναῖκα ζηλοτυπήσας ἀνέτεμε τὴν ἄνθρωπον ἀπὸ τῶν αἰδοίων ἀρξάμενος . ὅτι Χαβρίας
οὗτός ποτε καὶ ζηλοτυπήσας τὴν αὑτοῦ γυναῖκα ταῖς αὑτοῦ χερσὶν ἀνέτεμε τὴν ἄνθρωπον ἀπὸ τῶν αἰδοίων ἀρξάμενος . ἐν δὲ
3793281 πληρωθεν
καὶ καθύγροις τόποις φυομένου καὶ τρεφομένου . * μεστωθέν : πληρωθέν πλῆρες * χάδοι : πίοι συνέχοι * ὀξυβάφοιο :
πλήρωμα ζωῆς , ἤτοι θάνατος , ἁγνὸν ἐν τῷ πολέμῳ πληρωθέν , ἢ ὑπὸ τοῦ πολέμου γενόμενον . ἐπεὶ δὲ
3793139 ἐκμεμαθηκεναι
ἥδιστα ἀκροῶνται , ὥστ ' ἔγωγε δι ' αὐτοὺς ἠνάγκασμαι ἐκμεμαθηκέναι τε καὶ ἐκμεμελετηκέναι πάντα τὰ τοιαῦτα . Ναὶ μὰ
καὶ ἐμὲ περίεις . Τά σε καὶ πάλαι δοκέω πάντα ἐκμεμαθηκέναι , σέο τε αὐτοῦ πέρι ὡς ἐπρήχθη καὶ οἷα
3771360 ἀκανθης
γὰρ καὶ διχοστατῶν λόγος σύγκολλα τἀμφοῖν ἐς μέσον τεκταίνεται γραίας ἀκάνθης πάππος ὣς φυσώμενος πολλῶν χαλινῶν ἔργον οἰάκων θ '
γνώμην ἀχερδούσιος , ἀντὶ τοῦ σκληρός : ἔστι δὲ εἶδος ἀκάνθης , . , . * . . ? Ἀχερουσιάς
3764765 λυκοβρωτου
περιαπτομένη ταῖς λαγῶσιν ὠφελεῖ σαφῶς : χρὴ δ ' ἐκ λυκοβρώτου γενομένῳ ῥάμματι τὸ περιάπτον ἐξαρτᾶν , ἐν δέρματι τὴν
περιῆπτεν ἄρτημα ἔχον , μάλιστα μὲν ἀπὸ βοὸς ἢ προβάτου λυκοβρώτου γεγονός : εἰ δὲ μή , ἐκ δέρματος ἐλαφείου
3763017 γινε
. Ϲκορπίοϲ ὁ μὲν χερϲαῖοϲ ὠμὸϲ ἐπιτεθεὶϲ βοήθημα τῆϲ ἰδίαϲ γίνε - ται πληγῆϲ : ὁμοίωϲ δὲ καὶ ὀπτὸϲ ἐϲθιόμενοϲ
γʹ , ὁ δὲ ἥλιος δὶς τοῦ ἔτους ἐν αὐτῇ γίνε - ται κατὰ κορυφὴν , ἀπέχων τῆς θερινῆς τροπῆς
3743694 ἐμιξεν
τῆς περιβολῆς , ἐκεῖνο δὲ τοῦ κάλλους , ἅπερ ἀμφότερα ἔμιξεν . ὅπερ καὶ ἀληθὲς ὑπάρχει ] ὑπερβατὸν κατὰ παρένθεσιν
πάμπαν ἀτέκνους κηδεστῶν βιότου , καί τ ' ἐσθλὰ κακοῖσιν ἔμιξεν : κτῆσιν μὲν γὰρ ἔδωκε , τέκνων δ '
3726963 πωλου
μήτε ἐφιέντες αὐτοῖς ἀνέδην χρῆσθαι τῇ γενναιότητι . Οἰκονομεῖ δὲ πώλου μὲν θυμὸν χαλινός , καὶ ῥυτῆρες , καὶ ἱππέως
. θηλυτέρης γὰρ πώλοιο νέας γυναικός φησι , καὶ οὐ πώλου ἵππου . ὅτι δὲ χρήσιμον τὸ γυναικεῖον γάλα καὶ
3715026 πολυδαπανον
τῆς Ἐρυθρᾶς θαλάσσης πολὺ διάστημα κομίζων ἰχθύων πλῆθος καὶ δίαιταν πολυδάπανον ἐνιστάμενος ἐβλασφημεῖτο . μετὰ δὲ ταῦτ ' ἐκ τῶν
καὶ μεταλλάξασαν ἔθαψε πολυτελῶς καὶ τάφον κατὰ τὴν Ἀττικὴν κατεσκεύασε πολυδάπανον . μετὰ δὲ ταῦτα ἄλλην ἑταίραν Ἀττικὴν ὄνομα Γλυκέραν
3713034 ἰτρια
. Σοφοκλῆς Ἔριδι : ἐγὼ δὲ πεινῶς ' αὖ πρὸς ἴτρια βλέπω . ΑΜΟΡΑΙ . τὰ μελιτώματα Φιλητᾶς ἐν Ἀτάκτοις
γλεύκους καὶ σεμιδάλεως πέμματα καὶ λάγανα καὶ τὰ ῥύμματα ἅπερ ἴτρια προσαγορεύεται καὶ πᾶν ἄζυμον ἐκ πυροῦ πέμμα καὶ οἱ
3709973 ἀποδιδοτω
ὅστις ὑπὲρ αὐτοῦ φυλάξει . Ἔπειτα ὁ πρόξενος ἐξ αὐτοῦ ἀποδιδότω τῷ πριαμένῳ τὴν φυλακήν , ὁ δὲ ταξίαρχος αὐτὸν
ἡ δικάζουσα ἀρχὴ τὰ τοῦ ὀφλόντος τῷ νικήσαντι χρήματα πάντα ἀποδιδότω , χωρὶς τῶν ἀναγκαίων κεκτῆσθαι , μετὰ τὴν διαψήφισιν
3702821 ἐγεννηθην
, καί εἰμι νῦν οὐχ ὁ πρίν , ἀλλ ' ἐγεννήθην ἐν νῷ : τὸ πρᾶγμα τοῦτο οὐ διδάσκεται ,
Χείρωνι . ἄλλως : οἱ γονεῖς οἱ ἐμοὶ , ὅτε ἐγεννήθην , δείσαντες τὴν ὕβριν τοῦ ἡγεμόνος Πελίου , ὑποθέντες
3700911 αἰγυπτιας
βʹ . κηρωτὰς βʹ ταύτας ἔχεις ὁμοῦ γρα - φείσας αἰγυπτίας , ἃς ὀλίγοι τῶν ἀνθρώπων ἔχουσιν . σκεύαζε θαρρῶν
δέκα ἀριθμῷ , ὠοῦ λέκιθον αʹ : λείου ἀφεψήματι ἀκάνθης αἰγυπτίας ἀποτριτωθέντι . Ἄλλο . Ὕελον ὄξει λεάνας εὖ μάλα
3698389 παραδεισου
Γαβριήλ , ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τοῦ παραδείσου καὶ τῶν δρακόντων καὶ χερουβείν . ἀρχαγγέλων ὀνόματα ἑπτά
τοῖς δὲ Χερουβὶμ καὶ τῇ φλογίνῃ ῥομφαίᾳ τὴν ἀντικρὺ τοῦ παραδείσου πόλιν οἰκείως δίδωσιν , οὐχ ὡς ἐχθροῖς μέλλουσιν ἀντιστατεῖν
3691189 ἀνεθορεν
στρατόπεδα ἐννοεῖν καὶ μῆτιν καὶ τέχνας καὶ ὡς Διὸς αὐτοῦ ἀνέθορεν . εἰ δὲ ἱέρακα ἢ γλαῦκα ἢ λύκον ἢ
τοῦ τοιούτου λόγου . Καὶ γὰρ ἄλλως , εἰ πρῶτον ἀνέθορεν ἀπὸ τοῦ ἀρρήτου , δῆλον ὡς ἥκιστα διέστη αὐτοῦ
3682373 ὑποκρινοιτο
, καὶ εἴ που νεανίσκον ἐξ Αἰτωλίας ἢ γέροντα Πύλιον ὑποκρίνοιτο ἤ τινα ὅλως τῶν Ἀχαιῶν καὶ οἷς ἐπολέμουν οἱ
τοῦτο καθελοῦνται ζητοῦντες οἱ δικασταὶ , ἀλλ ' εἴ τις ὑποκρίνοιτο . Τὸ τέταρτον εἶδος τῶν προσώπων ἐπεξείργασται , καὶ
3680640 κρατηρος
τῶν κατασκευασμάτων ἑτέρου παρ ' ἕτερον λέγω δὲ πρῶτον ἀργυροῦ κρατῆρος , εἶτα χρυσοῦ , πάλιν ἀργυροῦ καὶ χρυσοῦπαντελῶς ἀνεξήγητος
ἐκέλευσε μηδὲν ὑπομιγνύντας ἀλλήλοις , ὡς μήτε ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ κρατῆρος πίοι Ὀρέστης , μήτε ἐκεῖνος ἄχθοιτο καθ ' αὑτὸν
3680392 ἀδυτου
ἀποκρύψειεν ἂν ἄνθρωπον . τὸ δὲ ἐντεῦθεν τοῖς ἐντὸς τοῦ ἀδύτου γενομένοις οὐχ εἷς οὐδὲ ὁ αὐτὸς τρόπος ἐστὶν ὅτῳ
ἐς θεὸν ἐλθών . τῷ μὲν ὁ χρυσοκόμας εὐώδεος ἐξ ἀδύτου ναῶν πλόον εἶπε Λερναίας ἀπ ' ἀκτᾶς εὐθὺν ἐς
3676084 ἀπτηνα
. ἐκ τοῦ γὰρ ἐσορᾶν γίνετ ' ἀνθρώποις ἐρᾶν . ἀπτῆνα , τυτθόν , ἄρτι γυμνὸν ὀστράκων ῥῆξαί με καὶ
σχεδίας ὁ Ἀμφίβαιος καὶ Ποσειδῶν ἐκβράσας τὸν Ὀδυσσέα οἷα τυτθὸν ἀπτῆνα σπόρον ἤγουν μικρὸν ἄπτερον νεοσσὸν τῆς δάμαρτος καὶ τῆς
3665659 περιγραφομενα
ἐστιν τοῦ κύκλου . τὰ γὰρ ἐγγραφόμενα τοῖς κύκλοις ἢ περιγραφόμενα ὅμοια πολύγωνα τὰς περιμέτρους ἔχει λόγον ἐχούσας πρὸς ἀλλήλας
ὑποθέσει , οὐδὲν δὲ ἧττον καὶ τὰ αἰσθητὰ τῶν ὄντων περιγραφόμενα . εἰ μὴ γὰρ εἴη αὐτοὲν τῶν ἁπάντων ἐξῃρημένον
3665281 Βερμιον
λέγεται ὑπὸ Μακεδόνων : ὑπὲρ δὲ τῶν κήπων ὄρος κεῖται Βέρμιον οὔνομα , ἄβατον ὑπὸ χειμῶνος . Ἐνθεῦτεν δὲ ὁρμώμενοι
πάλαι μεταλλείας : ὁ δὲ Μίδου ἐκ τῶν περὶ τὸ Βέρμιον ὄρος : ὁ δὲ Γύγου καὶ Ἀλυάττου καὶ Κροίσου
3657017 βλαστα
. . . . . . . . ἁδρύνει δὲ βλαστὰ βαθεῖ ' ἐν τεύχεϊ κόπρος σαμψύχου λιβάνου τε νέας
ἆσαι δὲ ῥάδικα κακοχλοίοιο κονύζης , ἢ πέπεριν τά τε βλαστὰ κατασμώξαιο βάτοιο , καί κεν πηγνυμένοιο χύσιν διὰ ῥεῖα
3654582 παλαιγενους
. φαιδρὸς δὲ κρατὴρ θηρίκλειος ἐν μέσῳ ἕστηκε λευκοῦ νέκταρος παλαιγενοῦς πλήρης , ἀφρίζων . Ἄλεξις περὶ Ἡρακλέους φησί :
φαιδρὸς δὲ κρατὴρ θηρίκλειος ἐν μέσῳ ἕστηκε , λευκοῦ νέκταρος παλαιγενοῦς πλήρης , ἀφρίζων : ὃν λαβὼν ἐγὼ κενὸν τρίψας
3648724 πολυευκτος
ταῦτά μου διαλεγομένου ὡς πρὸς ἀκούουσαν Λευκίππην , μόλις ἡ πολύευκτος ἠὼς ἀναφαίνεται , καὶ ἡ Λευκίππη φθέγγεται , καὶ
εὐαγῶν καὶ τὸ βλάστημα ἱερώτατον , ὁ ἀγαπητός , ὁ πολύευκτος , ὃν ἐγὼ ποιησαίμην Ἀλέξανδρον καὶ θρέμμα αὖθις τοιοῦτον
3642865 ἀποκοπης
τῆς τοῦ θεραπευομένου δεῖ , καὶ ἃ μὲν πρὸ τῆς ἀποκοπῆς , ἃ δὲ κατὰ τὴν ἀφαίρεσιν , ἃ δὲ
καὶ παρεκτείνεσθαι μέχρι πλείστου . ὥστε μὴ ἐκ τῆς περιττοτέρας ἀποκοπῆς ὡς ἐκ τῆς βαθυτέρας τῶν ἐγκανθίδων ἐκτομῆς ῥοιὰς ἐπακολουθεῖν
3642574 Κασταλιας
ἱερὸν ἀνιόντι ἔστιν ἐν δεξιᾷ τῆς ὁδοῦ τὸ ὕδωρ τῆς Κασταλίας , καὶ πιεῖν ἡδὺ καὶ λοῦσθαι καλόν . δοῦναι
Πˈρόφασιν Βαττιδᾶν ἀφίκετο δόμους θεμισκρεόντων : ἀλλ ' ἀρισθάρματον ὕδατι Κασταλίας ξενωθεὶς γέρας ἀμφέβαλε τεαῖσιν κόμαις , ἀκηράτοις ἁνίαις ποδαρκέων
3637196 ἐπιλεγουσι
δὲ ” οὐχὶ προδώσειν ἡμᾶς “ , Γ ⌈ ἐπεὶ ἐπιλέγουσι ⌈ γὰρ τὰ τοιαῦτα οἱ ῥήτορες , ὡς ⌈
ἐπᾴδουσαι ὃ βούλονται : ὁ δὲ ἀναδινούμενος ἡσύχως τήκεται . ἐπιλέγουσι δὲ αὐτῷ εἰ τύχοι : ὡς οὗτος τήκεται ὁ
3636432 πλευροισι
ἕως Ἰνδῶν Ἀσίην ὄρος ἄνδιχα τέμνειν . κεῖνό τοι ἐν πλευροῖσι βορειότερον τελέοιτο , Νεῖλος δ ' ἑσπέριον πλευρὸν πέλοι
ἐπισκήψω κέδροις σοὶ τούσδε θεῖναι πλευρά τ ' ἐκτεῖναι πέλας πλευροῖσι τοῖς σοῖς : μηδὲ γὰρ θανών ποτε σοῦ χωρὶς
3635042 ὑπουργῃ
δέ τις μέτρια λέγουσα * * * τοῖς δεομένοις τινῶν ὑπουργῇ πρὸς χάριν , ἐκ τῆς ἑταιρίας ἑταίρα τοὔνομα προσηγορεύθη
καιρῷ ὑπάρχοι , μέμνησο , ὅτι μὴ κάμνων ὑπὸ καμνόντων ὑπουργῇ , ἐσθίων ὑπὸ μὴ ἐσθιόντων , πίνων ὑπὸ μὴ
3634243 Σεραφιμ
πτέρυξι σὺν ἤχῳ οἱ ἄγγελοι καὶ τὰ Χερουβὶμ καὶ τὰ Σεραφίμ : καὶ ἔστιν χαρὰ ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν
, παρακαλῶ , περὶ τῆς φωνῆς τῆς γλυκείας τῶν δύο Σεραφίμ , παρακαλῶ , περὶ ἄλλης εὐωδίας θυμιάματος . Καὶ
3633743 σπαρεισαν
ἀμήτορα , γενεᾶς τῆς θήλεος ἀμέτοχον , ἐκ μόνου πατρὸς σπαρεῖσαν ἄνευ σπορᾶς καὶ γεννηθεῖσαν ἄνευ κυήσεως : ἔπειτα δ
ὑπερβάλλουσαν ἁγνείαν ἀπιδόντες αὐτῆς , οἱ δὲ αὐτοὶ καὶ ἀμήτορα σπαρεῖσαν ἐκ μόνου τοῦ πατρὸς τῶν ὅλων , ἰδέαν τῆς
3629933 στελεχους
τὰς ῥίζας ἀπαθῆ , πολλάκις δὲ καὶ αὐτοῦ τι τοῦ στελέχους : οὐ μὴν ἀλλ ' ἐνίοτε διϊκνεῖται καὶ πρὸς
δρυῒ θελῆσαι αὐτὴν ἐκκόψαι νύκτωρ : πελειάδα δὲ ἐκ τοῦ στελέχους ἀνακύψασαν ἐπιτάξαι μὴ τοῦτο δρᾶν : τὸν δὲ δειματωθέντα
3624074 χρυσεης
λεπτῆς ἐριήκοον ἔμμεν ἀϋτῆς . Ἤδη καί τινα φῶτα χόλῳ χρυσέης Ἀφροδίτης ἔργα πρὸς ἱμερόεντα γάμων ἀμενηνὸν ἐόντα μεμνῆσθαι φιλότητος
, νηῷ ἐν μεγάλῳ , τόθι πολλάκις αὐτὸς Ἀπόλλων ἱστάμενος χρυσέης ἀναλύεται ἅμμα φαρέτρης , ἢ ἀπὸ Μιλήτοιο ἢ ἐκ
3623672 τριβραχεων
μὲν δύο τροχαϊκὰ δίμετρα ἀκατάληκτα . τὸ τρίτον ἰαμβικὸν ἐκ τριβράχεων . τὸ δ ' παιωνικὸν ἐκ κρητικῶν διρρύθμων .
παιωνικὸν ἐκ κρητικῶν διρρύθμων . τὸ πέμπτον ἰαμβικὸν ἑφθημιμερὲς ἐκ τριβράχεων . ἐφ ' ἑκάστης στροφῆς παράγραφος . ἐπὶ δὲ
3614247 ἐνθουσιωντα
ἁγίῳ δῶρον Σαμουήλ , οὐκ ἄνθρωπον μᾶλλον , ἀλλὰ τρόπον ἐνθουσιῶντα καὶ κατεχόμενον ἐκ μανίας θεοφορήτου . Σαμουὴλ δὲ ἑρμηνεύεται
τὴν τοιαύτην πρᾶξιν θερμοτάτους . ὁρῶν δὲ αὐτὸν ὁ Χαρίτων ἐνθουσιῶντα καὶ ὑπὸ τῆς ὀργῆς ἀναφλεγόμενον , καὶ γινώσκων ὅτι
3613617 ἀδυτοιο
μοι φέρε πάμπαν ἐπισταμένη Μήδεια , φωριαμῶν ἀνελοῦσα θυώδεος ἐξ ἀδύτοιο . Αὐτίκα δ ' οὐλαοπλάσμαθ ' ὑπὸ πέπλους ἐπονεύμην
καὶ τὰ μέλλοντα . ἴαχεν ] ἐβόησεν . Γ ἐξ ἀδύτοιο ] ἤγουν ἐκ τοῦ ναοῦ δι ' οὗ οὐκ
3612668 χευῃ
νεοβλάστοιο κάμωνος , ὄφρα ποτὸν νέποδός τε κακοῦ ἐκ φύρματα χεύῃ : ἄλλοτε βρωμήεντος ἀμελγόμενος γάλα πίνοι , ἠὲ χύτρῳ
' ἄλλοθεν ἄλλα κάββαλεν , ἠύτε φύλλα μένος κρατεροῦ Βορέαο χεύῃ , ὅτ ' ἀνυμένου θέρεος μετὰ χεῖμα τράπηται :
3611254 ἀρτυθεν
. γίνεται δ ' εὐπεπτότερον πᾶν ὄψον ταῖς σκευασίαις ἁπλῶς ἀρτυθέν : τὰ δὲ πετραῖα καὶ τῇ ἡδονῇ ἁπλῶς σκευασθέντα
. γίνεται δ ' εὐπεπτότερον ἅπαν ὄψον ταῖς σκευασίαις ἁπλῶς ἀρτυθέν : τὰ δὲ πετραῖα καὶ τῇ ἡδονῇ ἁπλῶς σκευασθέντα
3589283 βλεμματος
στρατιώτην ποιῆσαι μακάριον . ῥᾴδιον δέ : καὶ γὰρ ἀπὸ βλέμματος τοῦτο γένοιτο ἄν . οὗτος μὲν οὖν ἔσται μακάριος
εὐθὺς ἔζη , οἱ δὲ τοιαῦτα ἐξαπατῶντες οὐδ ' ἀπὸ βλέμματος ἔδεισαν . ἀλλὰ κἂν κυβιστήσῃ πρὸ τοῦ ζεύγους ὁ
3585646 γονης
, γενομένην τῆς θεοῦ σύντροφον . δοθῆναι γὰρ εὐθὺς ἀπὸ γονῆς τὴν Ἀθηνᾶν Πάλλαντι ὑπὸ Διὸς καὶ παρ ' ἐκείνῳ
, πάππος δὲ οὑτοσί , τηθὴ δὲ σὺ κληθήσῃ τυράννου γονῆς , ὥστε τὰ ἥδιστα τῶν ὀνομάτων ἡμῖν αἴσχιστα γενήσεται
3584911 νεκταρος
αὐτὸν καὶ μέχρι τῶν Ἥρας γάμων ; τοσοῦτον ἐμεθύσθη τοῦ νέκταρος ; ἀλλ ' ἡμεῖς τούτων αἴτιοι καὶ πέρα τοῦ
ἐπιτηδείως καὶ μάλα χαριέντως συγκινούμενον ἀθανασίας τι παρεσπάσατο καὶ τοῦ νέκταρος οὐ παντελῶς ἄγευστον οὐκ ἄρα πεσὸν εἰς ἀεὶ κείσεται
3576264 πικρας
ἀψεγέως ' . . . . ἀψίνθιον : εἶδος βοτάνης πικρᾶς : τινὲς δὲ τῶν κωμικῶν † ἀπίνθιον αὐτὸ λέγουσι
. ἀδευκέος ἔκτοθεν ἄτης : οὐ προσηνοῦς , ἀπεοικυίας , πικρᾶς : δεῦκος γὰρ τὸ γλυκύ , ὅθεν τὸ Πολυδεύκης
3571692 δροσου
ἑκάστου ἔτους τὸν βασιλέα τῶν Σεληνιτῶν τῷ βασιλεῖ τῶν Ἡλιωτῶν δρόσου ἀμφορέας μυρίους , καὶ ὁμήρους δὲ σφῶν αὐτῶν δοῦναι
ἐνετειλάμην αὐτοῖς , καὶ ὡς ἐκπιόντα ἀκηράτου χρωτὸς τῆς σῆς δρόσου κατέσχον τὴν ψυχὴν ἐξιοῦσαν καὶ δυσανασχετοῦσαν . καλῶς ἐποιήσατε
3569904 αὐαινηται
μέν γε ὕλην , ἔφην ἐγώ , καταβάλλειν , ὡς αὐαίνηται , ἐπιπολῆς , τὴν δὲ γῆν στρέφειν , ὡς
ἤδη σφίσι τὰ σπέρματα ἐν τῇ γῇ καὶ τὰ δένδρα αὐαίνηται , τηνικαῦτα ὁ ἱερεὺς τοῦ Λυκαίου Διὸς προσευξάμενος ἐς
3569637 δεδυνημενος
νῦν εἰς οὐρανὸν καὶ καταλαζονεύου περὶ τῶν ἐκεῖ , μήπω δεδυνημένος γνῶναι κατὰ τὸ ποιητικὸν γράμμα ὅττί τοι ἐν μεγάροισι
τὸ σπούδασμα , τί Δημοσθένης ἀδικεῖ , γενέσθαι κρείττων οὐ δεδυνημένος τοῦ πάθους ; ἠδίκηκα , λέγεις , ὑποστρέψας παρὰ
3569598 φορεοντα
, ὡς Στησίχορος : ᾤκτειρε δ ' αὐτὸν ὕδωρ ἀεὶ φορέοντα Διὸς κούρα βασιλεῦσιν . ὑπαρχόντων οὖν τούτων ταχθῆναί φασι
τε ] δυνατός ἐστι φέρειν , μετὰ δὲ πειρᾶσθαι αὐτὸ φορέοντα , ἐπεὰν δὲ ἀποπειρηθῇ , οὕτω δὴ κοιλήναντα τὸ
3569171 γειτνιασεως
Ἄθως καλύπτει πλευρὰ Λημνίας βοός : ἐπὶ τῶν βλαπτόντων ἐκ γειτνιάσεως . ἐπειδὴ τὴν ἐν Λήμνῳ ἐκ μαρμάρου βοῦν τὸ
αὐτόθι ἔχειν ἔρωτος ὑπόμνημα . Διονύσιος δὲ ἐφθόνησε Χαιρέᾳ τῆς γειτνιάσεως καὶ τὸν τόπον τοῦτον ἐφύλαττεν ἑαυτῷ . θέλων οὖν
3568211 θριδακος
, μέχρις ἑνωθῇ . Ἐκθλίψαντες ὑγρὸν ψύχοντός τινος , οἷον θρίδακος ἢ στρύχνου ἢ ὀξαλίδος , ἐμβάλλομεν μετ ' ἀνδράχνης
κροκίζων ἐν τῇ ἀνέσει , ὁ δ ' ἐκ τῆς θρίδακος ἐξίτηλος τῇ ὀσμῇ καὶ τραχύτερος , ὁ δ '
3565259 ἐπιλαβοντων
, : Ἐκ δὲ λύπης ἅμα τοσαύτης καὶ ὀδύνης πυρετῶν ἐπιλαβόντων , ἠγάπησε τὴν πρόφασιν , ὡς ἀφεξομένη τροφῆς διὰ
πορθμὸν τῆς Ἰταλίας , ἐν ᾧπερ ἡ Χάρυβδις , πνευμάτων ἐπιλαβόντων δυσαῶν αὐτοῖς ἀνδράσιν κατέδυσαν . Πνευμάτων ἐπιλαβόντων δυσαῶν αὐτοῖς
3565240 παρετυμολογει
* * * νύκτα μὲν ἀέσαμεν . καὶ Ὅμηρος οὕτως παρετυμολογεῖ : αὐτὰρ ἐπεὶ πόσιος καὶ ἐδητύος ἐξ ἔρον ἕντο
νῆα ἅλις χρυσοῦ καὶ χαλκοῦ νηησάσθω : ἡ διπλῆ ὅτι παρετυμολογεῖ τὴν ναῦν ἀπὸ τοῦ νῆσαι , ὅ ἐστι σωρεῦσαι
3565099 συγκινει
περὶ ὃν ὁ μέγιστος κύκλος αὐτοῦ μένων στρέφεται , καὶ συγκινεῖ μικρὸν ἕτερον κύκλον τὸν ἐπὶ τῷ φρέατι . ἐπὶ
αὐτῶν οἵα τε . οὐ μὴν οὐδὲ προηγουμένως αὐτὴ ἐγειρομένη συγκινεῖ τὸ ὄργανον , ὡς ἡ φαντασία , διὰ τὸ
3556545 σεσηποτος
: ἅπαντα γὰρ ἃ φέρει μαρτύρια ἐπὶ τοῦ παλαιοῦ καὶ σεσηπότος εὕρηται κείμενα . Σώματα : ἐπὶ τῶν ὠνίων ἀνδραπόδων
γὰρ , ἃ φέρει μαρτύρια , ἐπὶ τοῦ παλαιοῦ καὶ σεσηπότος εὕρηται κείμενα . [ Πολυδέκτηι ] . λυγρόν τ
3554835 κρηνης
ποταμῶν τὸν ὀνομαζόμενον Σίλλαν , ῥέοντα δὲ ἔκ τινος ὁμωνύμου κρήνης : ἐπὶ γὰρ τούτου μόνου τῶν ἁπάντων ποταμῶν οὐδὲν
Ἰοκάστη , Ἀντιγόνη , Ἰσμήνη , ἣν ἀναιρεῖ Τυδεὺς ἐπὶ κρήνης , καὶ ἀπ ' αὐτῆς ἡ κρήνη Ἰσμήνη ἐκλήθη
3550906 διορισμου
, οὐκ ἀεὶ ἀληθεύειν διαβεβαιούμενος ἀλλ ' ἑτέρου τινὸς δεῖσθαι διορισμοῦ καὶ τὸν ἔλεγχον εὐθὺς ἐπιφέρων : τὸν γὰρ Ὅμηρον
. δεῖται δ ' οὖν κἀν τούτοις ὁ λόγος ἑτέρου διορισμοῦ τοιούτου : τὰ μὲν ἐν πεσσοῖς ἢ πυρίᾳ ἤ
3550881 ἐξηγετο
καὶ τῶν λῃστῶν μυρί ' ἔπασχε κακά . οὔτε γὰρ ἐξήγετο τῶν ἐκ τῆς χώρας γιγνομένων οὐδὲν οὔτ ' εἰσήγεθ
κοινωνὸς τοῦ Πρώτου , Φέρτατος : οὑτοσὶ δ ' οὐκ ἐξήγετο , οὐδ ' ἂν ἔφη διαρρήδην ὑπ ' οὐδενὸς
3545002 πρωτιστης
οὕτως εἰρῆσθαι δόξειε : πᾶσι γὰρ πάρεστι τὰ ἐκ τῆς πρωτίστης τῶν ὅλων αἰτίας ἀγαθὰ χορηγούμενα . πῶς δὲ καὶ
ὅτι ἐκ τοῦ κυρίως καὶ ἁπλῶς ὄντος , τουτέστι τῆς πρωτίστης οὐσίας , προῆλθε τὸ ὂν ἐπὶ ταῦτα διὰ τὴν
3542832 σορου
ὑφιστάμην τὸν ἆθλον καὶ τὰ ψυχρὰ ἐκεῖνα τὰ ἐκ τῆς σοροῦ φιλήματα ὑπερήδιστά μοι ἐποίει ὁ λιμός . εἶτα ὀλίγου
λυπεῖσθαι ὁρῶσαν αὐτήν : ἀλλ ' ἀντὶ κέδρου : ἀντὶ σοροῦ : ἀπὸ κέδρου γὰρ αἱ σοροί . [ συνθάπτειν
3542283 ἰωμενα
' αὐτὴν ἔρχεται τὰ ζῷα τὴν ἐκ τῆς κενώσεως ἔνδειαν ἰώμενα . σαφὲς οὖν ὅτι τῆς μὲν ἐνδείας ἡ καθ
δηλητήρια συνθέσεις εἰσὶν ὑλικαί , τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ τὰ ἰώμενα τῆς αὐτῆς ὑποστάσεώς ἐστιν . εἰ δὲ τὴν φαυλοτέραν
3536647 συναγαγε
' αὔξων εἰς στάσιν ἄμμε βάλῃς † κόγχον καὶ κύαμον συνάγαγε κἂν τάδε δράσῃς ῥηϊδίως στήσεις τρόπαιον κατὰ πενίας †
χρήσασθαι ; ἀπορία καὶ δάνεια περιέστηκεν : κόγχον καὶ κύαμον συνάγαγε , φησὶν ὁ Κράτης , καὶ τὰ τούτοις πρόσφορα
3532974 λεχους
. Ἄλοχος : γυνή : κυρίως ἡ ἐκ παρθενίας ἑτέρου λέχους ἄπειρος . ἤ ἐστι λέχος , ἡ κοίτη ,
. ἀλλ ' ὕβρις οἵ τε σοὶ νεοδμῆτες γάμοι . λέχους σφε κἠξίωσας οὕνεκα κτανεῖν ; σμικρὸν γυναικὶ πῆμα τοῦτ
3530959 χαλεπαν
. Εὖ : καθόρα πέλαγος : παρὰ γᾶν ἔκφευγε Νότου χαλεπὰν φοβερὰν [ διαποντοπλανῆ ] μανίαν . Χαίρετε συμπόται ἄνδρες
? : καθόρα πέλαγος , παρὰ γᾶν | ἔκφευγε νότου χαλεπὰν φοβερὰν [ διαποντοπλανῆ ] μανίαν ? . [ ἐκ

Back