| τῆς περιβολῆς , ἐκεῖνο δὲ τοῦ κάλλους , ἅπερ ἀμφότερα ἔμιξεν . ὅπερ καὶ ἀληθὲς ὑπάρχει ] ὑπερβατὸν κατὰ παρένθεσιν | ||
| πάμπαν ἀτέκνους κηδεστῶν βιότου , καί τ ' ἐσθλὰ κακοῖσιν ἔμιξεν : κτῆσιν μὲν γὰρ ἔδωκε , τέκνων δ ' |
| οὐθὲν ὅ τι μὴ δόξειεν ἐκείνῳ προὔλεγον . Οὗτος ὁ Νέβιος βουλομένῳ ποτὲ τῷ Ταρκυνίῳ τρεῖς φυλὰς ἑτέρας ἀποδεῖξαι νέας | ||
| τὴν οἰωνοσκοπικὴν τέχνην διδαχθησόμενον . ἔχων δὲ τὴν ἔμφυτον ὁ Νέβιος μαντικὴν καὶ τὴν ἐπίκτητον παρὰ Τυρρηνῶν προσλαβὼν μακρῷ δή |
| αὐτοῦ Ξενόκλειτος , Ξενότιμος , Δᾶτις . Πυθάγγελος δέ : Τραγῳδίας ποιητὴς μοχθηρὸς καὶ ἄσημος . ὁ Ξανθίας δὲ ὑπομνησθεὶς | ||
| ἱερέως ὄντος . πεπράγαμεν : Ἐπάθομεν . . Ἡγέλοχος : Τραγῳδίας ὑποκριτὴς , ὃν καὶ ἐν τῷ Ὀρέστῃ Εὐριπίδου , |
| ἀνδράσι συνῆψε ταύτας , τὴν μὲν κηπωρῷ , θατέραν δὲ κεραμεῖ . ἐλθοῦσα τοίνυν ποτὲ πρὸς τὴν τῷ κηπωρῷ γεγαμημένην | ||
| : ἀγαθὴ δ ' ἔρις ἥδε βροτοῖσιν . καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων , καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει |
| . μίγνυνται δὲ οὐ πᾶς παντί , ἀλλ ' ὁ γλαφυρὸς μὲν καὶ τῷ ἰσχνῷ καὶ τῷ μεγαλοπρεπεῖ , καὶ | ||
| ἀναβλύζον ὕδωρ ῥεῖθρον ἐποίει χεόμενον , ὥστε καὶ λειμὼν πάνυ γλαφυρὸς ἐκτέτατο πρὸ τοῦ ἄντρου , πολλῆς καὶ μαλακῆς πόας |
| τοῦ κυνὸς ᾑμάσσετο : καὶ τότε τὴν εἰκόνα τῆς πορφύρας ἐδιδάσκετο . λαβὼν δή τινας λίθους περιθραύει τὸ τεῖχος τοῦ | ||
| ἤδη τις καὶ δειλὸς ἔδοξεν , οὗ τοὐναντίον ἐκ παιδὸς ἐδιδάσκετο . Χαίρω ὅτι τῆς τοῦ βασιλέως εὐνοίας ἀπολαύεις . |
| ποτὲ ἔδωκεν , ἄξιος δὲ ἄρα τῆς μητρὸς ἦν καὶ Γρυπός : ἐπεβούλευε γὰρ τῷ Κυζικηνῷ καίπερ ὄντι ὁμομητρίῳ . | ||
| τὸ γαυριῶ , ἢ παρὰ τὸ ἀπὸ γῆς αἴρεσθαι . Γρυπός , γρυβόνες παρὰ τοῖς Αἰολεῦσι τὸ ἐπικαμπές , ἤτοι |
| ἔθος : ἐδόκουν γὰρ ἐν τοῖς γάμοις σήσαμον διδόναι . σησαμὴ : πλακοῦς γαμικὸς ἀπὸ σησάμων πεποιημένος διὰ τὸ πολύγονον | ||
| ἔθος : ἐδόκουν γὰρ ἐν τοῖς γάμοις σήσαμον διδόναι . σησαμὴ : πλακοῦς γαμικὸς ἀπὸ σησάμων πεποιημένος διὰ τὸ πολύγονον |
| * καὶ ἐκκλῖναι . ἐπὶ τῶν διαδιδρασκόντων τοὺς θηρευτάς . Ἐλέφαντα ἐκ μυίας ποιεῖς : ἐπὶ τῶν τὰ μικρὰ ἐπαιρόντων | ||
| εἰρήνην αἰτούμενος : τυχὼν δὲ ὧν ἤθελε , τὸ ὄρος Ἐλέφαντα μετωνόμασεν : καθὼς ἱστορεῖ Δέρκυλλος ἐν γʹ Περὶ ὀρῶν |
| ἀεὶ τὴν μᾶζαν ἐσθίει , καὶ ὅστις ἀρτοσιτεῖ , ὕδατι δεδευμένον τὸν ἄρτον , καὶ τὰ ἑφθὰ δὲ πάντα μεθ | ||
| ψαιστοῦ “ θυμιάσειεν ” . κυρίως δὲ ψαιστὸν ἄλευρον ἐλαίῳ δεδευμένον , καταχρηστικῶς δὲ καὶ τὸ πόπανον . ψαιστόν : |
| ἀνακηρύττεσθαι κατὰ τὰς πόλεις ἁπάσας . : Βομβυλιός : θηρίκλειον Ῥοδιακὸν , οὗ περὶ τῆς ἰδέας Σωκράτης φησίν : Οἱ | ||
| , Περιηγητικόν , Ἄλλο Ἀττικόν , Ἄλλο πολλοῖς εἰρημένον , Ῥοδιακὸν καὶ Ἀσιανόν . Εὐβοϊκόν , ὡς τὸ ἡδὺς παιδίον |
| δεθείσης θηλείας καὶ συρομένης λίνῳ ὑπὸ τοῦ ἁλιέως , ἕτερος ἐπακολουθῶν θηρεύεται , οὐ μόνον δ ' εἷς , ἀλλὰ | ||
| θολοῦσθαι ἀπὸ τῶν ἐν Ὀλυμπίαι βουθυσιῶν : ὅ τε Πίνδαρος ἐπακολουθῶν τούτοις εἴρηκε τάδε ἄνπνευμα σεμνὸν Ἀλφεοῦ , κλεινᾶν Συρακουσσᾶν |
| Δινύτα Δάμαρχος τάνδ ' ἀνέθηκεν εἰκόν ' ἀπ ' Ἀρκαδίας Παρράσιος γενεάν . τοῦτο μὲν δὴ ἐς τοσοῦτο πεποίηται : | ||
| λιθίνοις ἔργοις τὰ τῆς ψυχῆς πάθη , οὔτε Ἀπελλῆς ἢ Παρράσιος οἱ τοῖς ἐμπειρικῶς κεκραμένοις χρώμασι προαγαγόντες εἰς ἀκρότατον τὴν |
| καὶ σχολῇ . Ὀρφεὺς ἔνεστιν , Ἡσίοδος , τραγῳδία , Χοιρίλος , Ὅμηρος , Ἐπίχαρμος , συγγράμματα παντοδαπά . δηλώσεις | ||
| καὶ σχολῇ . Ὀρφεὺς ἔνεστιν , Ἡσίοδος , τραγῳδίαι , Χοιρίλος , Ὅμηρος , Ἐπίχαρμος , συγγράμματα παντοδαπά . δηλώσεις |
| οὕτως ζήτησον . Τὰ λαλοῦντα στρουθία πολλοῦ πωλεῖται . Τῷ τράγῳ ὁ ἔριφος ἔλεγεν : “ ὦ πάτερ μου , | ||
| , ὡς λάθοι , καὶ διὰ τοῦτο ὅμοιος ἀπέβης τῷ τράγῳ . Νὴ Δία , μέμνημαι ποιήσας τοιοῦτόν τι . |
| ἐπικρυψάμενος : ἡ λύγη γὰρ ἡ σκιά . παιδοτρίβης . ἀλείπτης , γυμναστής . αἰεὶ γηράσκω πολλὰ διδασκόμενος . γέρρα | ||
| ἀλείσιον : τόπος ἡ κολώνη παράκειται . . . . ἀλείπτης : ἀπὸ τοῦ ἀλείφω ἤλειπται ὁ μὴ ἀλειφθείς , |
| ἦσαν καὶ κουφότατοι βροτοὶ ἀστῶν καί τις Ἀρίστωνος γέννης ἄπο αἱμύλον ἕλκων τίς δ ' οὗτος κτίλος ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας | ||
| τὸ μὲν δὴ ἐλλεῖπον τοῦ ἀληθοῦς κομψόν τέ ἐστι καὶ αἱμύλον καὶ ἐνίοτε οὐκ ἄχρηστον τῷ φιλοσόφῳ : καὶ διὰ |
| , . περὶ δὲ ψυχῆς Κλεάνθης μὲν τὰ Ζήνωνος δόγματα παρατιθέμενος πρὸς σύγκρισιν τὴν πρὸς τοὺς ἄλλους φυσικούς φησιν , | ||
| . ἑκάτερον δὲ τούτων ἐνδόξως ἐπικεχείρηκε , τὰ παροιμιωδῶς λεγόμενα παρατιθέμενος καὶ ποιητῶν δόξας καὶ φιλοσόφων . ἐπεὶ δέ τινες |
| τῇ τῶν Χοῶν ἑορτῇ ἆθλον θέντος στέφανον χρυσοῦν τῷ πρώτῳ ἐκπιόντι χοᾶ πρῶτος ἐξέπιε Ξενοκράτης ὁ φιλόσοφος καὶ λαβὼν τὸν | ||
| χρυσᾶ στόμια προσβεβλημένοις . καὶ Σοφοκλῆς Πανδώρᾳ : καὶ πλῆρες ἐκπιόντι χρύσεον κέρας τρίψει γέμοντα μαλθακῆς ὑπ ' ὠλένης . |
| βόμβον τῶν αὐλῶν , . , . * . . Βομβυλιός : εἶδος ζῴου παραπλήσιον † μελίσσης . εἴρηται δὲ | ||
| ἐκέλευσεν ἑαυτὸν Διόνυσον ἀνακηρύττεσθαι κατὰ τὰς πόλεις ἁπάσας . : Βομβυλιός : θηρίκλειον Ῥοδιακὸν , οὗ περὶ τῆς ἰδέας Σωκράτης |
| τι καὶ σκεῦος ὀρθῶς ἀποτελεσθήσεται , σοφία δὲ ἐς ἐκείνας ἀποκείσθω μόνας , ἃς εἶπον . ἐξαιρῶ κυβερνήτην τῶν βαναύσων | ||
| παρόντι περὶ Ἰνδῶν τῆς χώρας λελέχθω : τὰ δὲ ἄλλα ἀποκείσθω ἐς τὴν Ἰνδικὴν ξυγγραφήν . Τὸ δὲ ζεῦγμα τὸ |
| γενικὴν καὶ φυλάττουσι τὸ α πανταχοῦ μακρόν , οἷον Ἀλκμάν Ἀλκμᾶνος , Τιτάν Τιτᾶνος , παιάν παιᾶνος , Πάν Πανός | ||
| Καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . Τὰ Στησιχόρου τε καὶ Ἀλκμᾶνος Σιμωνίδου τ ' ἀρχαῖον ἀείδειν : ὁ δὲ Γνήσιππος |
| τοιαῦτα δὲ τοῖς προειρημένοις ὁμοιοτρόπως μετιὼν ἐγκωμίων καὶ ψόγων πολλῶν εὐπορήσεις . Αὐξήσεις δὲ καὶ ταπεινώσεις συλλήβδην ἅπαντα τὰ τοιαῦτα | ||
| καὶ ὅλως ἀγωνιστικώτερόν ἐστι τὸ κεφάλαιον : διὸ καὶ πολλῶν εὐπορήσεις ἐπιχειρημάτων μετὰ τὸ προηγούμενον . λέγε δὲ τὴν τοῦ |
| Ὅτι ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλὸς καὶ ἀγαθὸς σύνθετον ὄνομα γίνεται καλοκαγαθία , καὶ ἀπὸ τοῦ θεὸς καὶ τοῦ ἐχθρὸς θεοεχθρία | ||
| Ἀνημιοβολαία : ἀπὸ συντάξεως ὄνομα γίνεται : καλὸς καὶ ἀγαθὸς καλοκαγαθία , θεοῖς ἐχθρός θεοεχθρία . οὕτως οὖν ἀνημιοβόλιον ἀνημιοβολαία |
| ὑπὸ αου καὶ βου , λύσομεν ἓν τῶν ἐπιταγμάτων . πεπλάσθω ὁ ⃞ος ἀπὸ ʂ α Μο γ : αὐτὸς | ||
| ⃞ος , καὶ τὰ λοιπὰ Ϛκις γενόμενα ποιῇ ⃞ον . πεπλάσθω πάλιν τὸ τρίγωνον ἀπὸ ʂ α καὶ ʂא α |
| τῶν αἰχμαλώτων ἅπαντα κατεσκεύασε . διόπερ ἐπὶ πᾶσι τοῖς ἱεροῖς ἐπέγραψεν ὡς οὐδεὶς ἐγχώριος εἰς αὐτὰ μεμόχθηκε . λέγεται δὲ | ||
| ὁ θεὸς σχηματίζοι αὐτὸν πρὸς τὴν τῆς γραφῆς ἐπιτηδειότητα . ἐπέγραψεν οὖν τῷ πίνακι : οἷος δ ' ἐννύχιον φαντάζετο |
| πολλοὶ καὶ θαυμασάτωσαν ὑμῶν τὸν ἄργυρον καὶ τὰς τραπέζας καὶ προπινόντων φιλοτησίας , μεταξὺ πίνοντες περισκοπείτωσαν τὸ ἔκπωμα καὶ τὸ | ||
| πεπώκει οἶμαι πλέον τοῦ ἱκανοῦ τῶν παρόντων ὡς εἰκός φιλοτησίας προπινόντων καὶ ἐδεδειπνήκει πλέον ἢ κατὰ γέροντα : ὥστε ἀναστρέψας |
| τοῖς τοιούτοις κατορθοῦν , ὃ καὶ αὐτὸ μετὰ τῶν ἄλλων διαστέλλει τὴν φρόνησιν ἀπὸ τῶν εἰρημένων τριῶν ἀληθευτικῶν ἕξεων , | ||
| χάλαζαν δὲ τὸ ἐν ὑετῷ πεπηγὸς ὕδωρ . διὸ νῦν διαστέλλει ἕκαστον . : ὅτι ὑγιῶς χρώμενοι νείφειν μὲν λέγουσι |
| ἀνὴρ ἀπὸ ὧν ὀχέων ἕτερ ' ἅρμαθ ' ἵκηται ἔγχει ὀρεξάσθω , ἐπεὶ ἦ πολὺ φέρτερον οὕτω . ὧδε καὶ | ||
| ἀπὸ ὧν ὀχέων ἕτερ ' ἅρμαθ ' ἵκηται , ἔγχει ὀρεξάσθω , . , . * . . Ἁρμόττω : |
| καὶ δικασπολὲν καὶ θεραπεύειν θεώς : στραταγὲν μὲν ὦν καλῶς δυνασεῖται πολεμὲν καλῶς ἐπισταθείς , δικασπολὲν δὲ καὶ διακούεν πάντων | ||
| ἇς στερισκόμενος ἐκ γενέσιος ὁ ἄνθρωπος οὐδὲ λόγον ἔτι προέσθαι δυνασεῖται . διὸ καὶ συγγενεστάταν τῷ λόγῳ ταύταν τὰν αἴσθασίν |
| τὸν οἶνον , ἔστιν ἀρυστὴρ καὶ ἀρύστιχος καὶ κύαθος καὶ οἰνοχόη καὶ οἰνήρυσις καὶ ἔφηβος καὶ λεπαστή : ὅτι δὲ | ||
| σειρὴν ἀργυρᾶ , καρχήσια βʹ ἀργυρᾶ , κύλιξ ἀργυρᾶ , οἰνοχόη χρυσῆ , κέρατα δύο . ἐν δὲ τῷ ναῷ |
| τρεῖς δ ' εἰσὶ τῆς σκηνικῆς ποιήσεως ὀρχήσεις , τραγικὴ κωμικὴ σατυρική . ὁμοίως δὲ καὶ τῆς λυρικῆς ποιήσεως τρεῖς | ||
| δέ γε τὸ μισεῖν κοινότερον ἐπὶ τοῦ ἐχθραίνειν τεθὲν ἡ κωμικὴ σεμνότης ἐπὶ μίξεων ἔθετο ἀσέμνων . Ἀριστοφάνης γοῦν μισητίαν |
| ὕδατι ἐνδιειμένον ἢ πρὸ τοῦ ἀποσπογγισμοῦ χριόμενον † τὸ νίτρον ἀφόνιτρόν τινι τοιούτῳ , καταχρίομεν . πυρεσσόντων δέ , ἐπὶ | ||
| ὕδατι ἐνδιειμένον ἢ πρὸ τοῦ ἀποσπογγισμοῦ χριόμενον † τὸ νίτρον ἀφόνιτρόν τινι τοιούτῳ , καταχρίομεν . πυρεσσόντων δέ , ἐπὶ |
| ὑπερβάλλειν , ἀγάλματα καὶ ξόανα καὶ ζωγραφήματα καὶ συνόλως ὅσα γραφικῆς ἔργα καὶ πλαστικῆς ἐν ἑκατέρᾳ τέχνῃ κατορθούμενα , περὶ | ||
| ἐπὶ τούτων τεταγμένας αἰσθήσεις κριτικὰς ποιεῖν : ὑπὸ δὲ τῆς γραφικῆς τὴν ὄψιν διδάσκεσθαι καλῶς κρίνειν πολλὰ τῶν ὁρατῶν : |
| παιδιᾶς ἄξια καὶ δὴ καὶ τόδε προσέλεγον : δέξαι τὰν ἀγαθὰν τύχαν , δέξαι τὰν ὑγίειαν , ἃν φέρομεν παρὰ | ||
| Πυθαγορείας ἐκ τοῦ Περὶ γυναικὸς σωφροσύνας . Τὸ μὲν ὅλον ἀγαθὰν δεῖ ἦμεν καὶ κοσμίαν : ἄνευ γὰρ ἀρετᾶς οὐδέποκα |
| ὀνομάζουϲιν Ἡφαιϲτιάδα καὶ μάγον διὰ τούτου ϲκευαζομένην , κάλλιϲτόν ἐϲτιν ἐπουλωτικὸν φάρμακον . Λίθοι οἱ ἐν τοῖϲ ϲπόγγοιϲ . Εἰϲὶ | ||
| ὀστράκων , ὃν ἡφαιστιάδα καὶ γάγον ὀνομάζουσι : κάλλιστόν ἐστιν ἐπουλωτικὸν φάρμακον . Λίθος πυρίτης , ἀφ ' οὗ ὁ |
| , συνάψας καρπίμοις κισσοῦ κλάδοις ἔστεψα . θηλυκῶς δὲ τὴν θηρίκλειον εἶπε Μένανδρος ἐν Θεοφορουμένῃ : μέσως μεθύων τὴν θηρίκλειον | ||
| Διόνυσον ἀνακηρύττεσθαι κατὰ τὰς πόλεις ἁπάσας . : Βομβυλιός : θηρίκλειον Ῥοδιακὸν , οὗ περὶ τῆς ἰδέας Σωκράτης φησίν : |
| τρίτα δὲ ὁ τύραννος αὐτός , τὸ ξίφος δὲ πᾶσιν ὑπηρέτησεν . Οὐ καινὰ μὲν ταῦτα , ὦ ἄνδρες δικασταί | ||
| διαβαλοῦμεν ; καὶ διάκονον προσεροῦμεν ὃς οὔτε Ἀθηναίοις οὐδὲν πώποτε ὑπηρέτησεν οὔτε τῷ βασιλεῖ πώποτε ἠξίωσεν , ἀλλ ' ἀντὶ |
| Ἀναθέσθαι , τὸ μεταθέσθαι , ἀπὸ τῶν πεττευόντων καὶ τὰς κεκινημένας ἤδη ψήφους διορθούντων . οὔτε δὲ τὸ ὑπερθέσθαι σημαίνει | ||
| , ὡς ἱερά τε πρὸς αὐτῶν σεσυλημένα καὶ θήκας παλαιὰς κεκινημένας καὶ ἄλλα ἄδικα ἔργα ἐς τοὺς ὑπηκόους τετολμημένα καὶ |
| κακά ἐστι καὶ ἐκείνης οἰκεῖα καὶ οὐ τῆς ἀμείνονος . κοτέει : ἁμιλλᾶται : χαλεπαίνει : ὀργίζεται . * ὦ | ||
| τῶν ἐπ ' ὀλέθρῳ οἰκείῳ διακονούντων . Καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει : ἐπὶ τῶν ὁμοτέχνων διαφθονουμένων . Κακοῦ γὰρ ἀνδρὸς |
| ἂν τὴν ὑψηλὴν καὶ περιττὴν καὶ ἐγκατάσκευον διώκῃ φράσιν : συντίθησι δὲ τὰ ὀνόματα καὶ ἡδέως καὶ καλῶς νὴ Δία | ||
| κελεύει , τῆς δ ' ἀλίμου δυνάμεως , ἣν αὐτὸς συντίθησι μικρὸν εἰς τὸ στόμα λαμβάνοντα διημερεύειν ἀνάριστον καὶ ἄδειπνον |
| τὸν Ζήνωνα Κλεάνθης , περὶ οὗ λεκτέον . Κλεάνθης Φανίου Ἄσσιος . οὗτος πρῶτον ἦν πύκτης , ὥς φησιν Ἀντισθένης | ||
| : οὗτος ἦν Ἡρακλεώτης . Σφαῖρος Βοσποριανός : Κλεάνθης Φανίου Ἄσσιος , ὁ διαδεξάμενος τὴν σχολήν : ὃν καὶ ἀφωμοίου |
| γὰρ τὸ πλατὺ σκαφεῖον . μακεδνῆς μηκεδανῆς , μακρᾶς . μαργαίνειν ἐνθουσιᾶν καὶ οἱονεὶ μαίνεσθαι . μαρμαρυγάς τὰς συνεχεῖς τῶν | ||
| ῥάπτεις . . . ; . , : Τὸ δὲ μαργαίνειν , ὅ ἐστι μαίνεσθαι , καὶ ὁ πρωτότυπος αὐτοῦ |
| ἐγὼ δὲ ἔχων ἔτι πολλὰ λέγειν περὶ μουσικῆς αὐλῶν ἀκούων βόμβου καταπαύσω τὸ πολυλογεῖν , τὰ ἐκ Φιλαύλου Φιλεταίρου ἐπειπών | ||
| : καὶ εἴπερ τῷ δακτύλῳ τὸ οὖς ἐπιπωμάσαντες αἰσθανοίμεθά τινος βόμβου , ὑγιαίνειν αὐτὸ φήσομεν . ἡ γὰρ τοῦ δακτύλου |
| ὁ δὲ Ἀπόλλων προσποιεῖται μὲν πάντα εἰδέναι καὶ τοξεύειν καὶ κιθαρίζειν καὶ ἰατρὸς εἶναι καὶ μαντεύεσθαι καὶ καταστησάμενος ἐργαστήρια τῆς | ||
| Θρᾳκὶ ἐκείνῳ καὶ τῷ ἀνὰ τὸν Κιθαιρῶνα μεταξὺ βουκολοῦντι καὶ κιθαρίζειν μελετῶντι ; Ὥστε ἤν ποτε , ὦ Λυκῖνε , |
| λόγος τοῖς ἄνωθεν , καὶ εἰπέ : πρὶν γὰρ Ὀλύμπιος ἁγεμών . τὸ γὰρ παλαιὸν ὁ Ζεὺς ἀναρπάσας τὴν Πρωτογένειαν | ||
| ἀφ ' ὧν τοὺς Ὀπουντίους λέγει γεγενῆσθαι . πρὶν Ὀλύμπιος ἁγεμών : πρόσθες σύνδεσμον γάρ , ἵν ' ᾖ συναρμοστέος |
| ' οἱ μὲν ἐκ προχοιδίου , οἱ δ ' ἐκ καδίσκου γ ' ἴσον ἴσῳ κεκραμένον . Χῖος παραστὰς Κῷον | ||
| , ἔλαιον , παγκαρπία : ἅπερ ἔμβαλε . μνημονεύει τοῦ καδίσκου καὶ Στράττις ὁ κωμικὸς ἐν Λημνομέδᾳ λέγων οὕτως : |
| κοὐδενὶ συνήντα τῶν βαδιζόντων χαμαί , εἶθ ' ὅτι τοιοῦτο κτῆμ ' ἐκέκτηθ ' ὧι λίθους ἅπαντας ἐπόει τοὺς ἐνοχλοῦντας | ||
| μο [ μᾶλλον δετ ? [ τέχνην α ! [ κτῆμ ' ἐστι ς [ ἄπληστος ε ? [ πάντ |
| ἴσως μετρίως ἔχει . Πέλαγος δὲ οὐδείς πω διὰ τέλους ᾖσεν οὔτε ποιητὴς οὔτε λογογράφος , ἀλλ ' Ὅμηρος λέγει | ||
| τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν κλέα . τοῦ δὲ Πάριδος τί ἄρα ᾖσεν ἡ λύρα , εἰ μὴ μέλη μοιχικὰ καὶ οἷα |
| οὕτως : ὡς δ ' ἐδείπνησαν καὶ Διὸς σωτῆρος ἦλθε Θηρίκλειον ὄργανον , τῆς τρυφερᾶς ἀπὸ Λέσβου σεμνογόνου σταγόνος πλῆρες | ||
| τὰ ποτήρι ' , οὐ τὸν οἶνον πιόμενοι . τὴν Θηρίκλειον δεῦρο καὶ τὰ Ῥοδιακὰ κόμισον λαβὼν τοὺς παῖδας . |
| ὀνόματα εἰπὼν Αἴγλης εἶναι θυγατέρας καὶ Ἡλίου φησὶν αὐτάς . Ἑρμησιάνακτι δὲ τῷ τὰ ἐλεγεῖα γράψαντι τοσόνδε οὐ κατὰ τὴν | ||
| ὢν καὶ τῆς Ἑρμησιάνακτος θυγατρὸς κατεπάλαισαν μὲν παῖδας ἀμφότεροι , Ἑρμησιάνακτι δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ κοινοῦ τοῦ Κολοφωνίων ὑπῆρξεν ἀνατεθῆναι |
| οὐ λαβὼν , ἐνθύμιον ἐποιησάμην ὅτι χρὴ μέντοι λαβεῖν τοῦ συμβόλου ἕνεκα . ἐπιστραφεὶς οὖν καὶ λαβὼν ᾔειν ἄνω . | ||
| χαρά . ταύτην ὁ σοφὸς ἱερουργεῖν λέγεται δεόντως θεῷ διὰ συμβόλου παριστάς , ὅτι τὸ χαίρειν μόνῳ θεῷ οἰκειότατόν ἐστιν |
| τις δὲ μεθ ' Ὅμηρον τὸ μὲν μῆλον δωρίσας εἰς μᾶλον τὴν δὲ ὄψιν εἰς εἶδος μεταλαβὼν καὶ μεταθεὶς τὰς | ||
| θαλάσσης ἔκειτο , λοχήσας εἷλεν . Ὡς δὲ ἐκείνη πολὺ μᾶλον ἀπεμάχετο περὶ τῆς παρθενίας , ὀργισθεὶς Τράμβηλος ἔρριψεν αὐτὴν |
| ῥήϊον οἴσει τὴν νοῦσον . Τῷ δὲ τρίτῳ μηνὶ κυκεῶνα ἀνθινὴν πινέτω : σελίνου ῥίζας καὶ ἄνηθον καὶ πήγανον καὶ | ||
| δὲ καὶ κλίνην αὐτῷ ἀργυρόποδα καὶ στρωμνὴν καὶ σκηνὴν οὐρανοφόρον ἀνθινὴν καὶ θρόνον ἀργυροῦν καὶ ἐπίχρυσον σκιάδειον καὶ φιάλας λιθοκολλήτους |
| . Ἐκάλουν τὸν Πᾶνα βοηθόν , ὡς καὶ αὐτὸν τῆς Πίτυος ἐρασθέντα : ἐπῄνουν τὴν Ἠχὼ τὸ Ἀμαρυλλίδος ὄνομα μετ | ||
| ἀτοκίων καὶ κωλυτικῶν τῆς συλλήψεως ἐστὶ καὶ τὰ τοιαῦτα . Πίτυος φλοιοῦ , ῥοὸς βυρσοδεψικοῦ , ἑκάστου ἴσον τρίβε μετ |
| κέκλοφα φλυαρῶν ] ἔξω τῆς ἀληθείας λέγει οἶδα ] ὅτι ἔκλεψεν τοιοῦτο ] οὐδενός ] ἐν οὐδενί ὑγιαίνειν ] τὰς | ||
| τὴν δίκελλαν ἀπολέσας ἐπεζήτει , μή τις παρόντων τήνδ ' ἔκλεψεν ἀγροίκων . ἠρνεῖθ ' ἕκαστος . οὐκ ἔχων δ |
| , φησὶ , γενήθητι οἷος εἶ , μὴ λέ - γεσθαι μὲν σοφὸς , τῷ δὲ πράγματι ἄσοφος , ὥσπερ | ||
| νεανίσκον τινὰ τῶν γυμναστικῶν ἔτι ἀγένειον περὶ βαλανείων διαλέ - γεσθαι , τὰ μεγάλα δὴ ἐπαινοῦντα καὶ τοιαύτας τινὰς τὰς |
| εἶτα θρῖον καὶ βότρυς : ἡ δημιουργὸς δ ' ἀντιπαρατεταγμένη κρεᾴδι ' ὀπτᾷ καὶ κίχλας . Εὐάγγελος δὲ Ἀνακαλυπτομένῃ : | ||
| τινός . κἀν Παννυχίδι ἢ Ἐρίθοισιν : ἡμίοπτα μὲν τὰ κρεᾴδι ' ἐστί , τὸ περίκομμ ' ἀπόλλυται , ὁ |
| ἐπιστήμης γένος , οὐσία ὄντως οὖσα : τρία γὰρ ἀποφατικὰ προενεγκάμενος , τρία καταφατικὰ πάλιν ἐπάγει , ἀπὸ τοῦ ὄντος | ||
| μάλ ' ἠερόεντα καὶ οὐκ ὀνομαστὰ φέρονται . ταῦτα δὲ προενεγκάμενος ὁ Ἄτταλος ἐπιφέρει : ” ἐν δὲ „ τούτοις |
| τῆς τραγικῆς ὀρχήσεως εἶδος ἡ προσαγορευομένη ἐμμέλεια , τῆς δὲ σατυρικῆς ἡ σίκιννις , τῆς δὲ κωμικῆς ὁ κόρδαξ , | ||
| μὲν λύειν τὸν βίον , κωμῳδίας δὲ συνιστᾶν αὐτόν , σατυρικῆς δὲ τοιούτοις θυμελικοῖς χαριεντισμοῖς καθηδύνειν αὐτόν . λυρικοὶ δέ |
| καὶ δεόμενον δεῖ τὴν ἀντίδοσιν τάττειν , ὅτι καλῶς τοῦτο διετάξατο , πιστοῦται ἀπὸ τοῦ ἔν τισι νόμους κεῖσθαι προστάττοντας | ||
| ὕδασιν , οὐρανὸν ἐτάνυσεν , ἀστέρας ἐμόρφωσεν ἀπλανεῖς , δρόμον διετάξατο , οὓς σὺ σέβῃ θεούς , γῆν δὲ τοῖς |
| εὑρὼν τὸ οὕτω καλούμενον σκινδαψὸν , Ἐρέτριος ἦν , Ποικίλης αὐλητρίδος υἱός . . . . , : [ Ζήτης | ||
| Νικάνορος πάθος , ὁπότε ἐς ποτὸν ὥρμητο , φόβος τῆς αὐλητρίδος : ὁκότε φωνῆς αὐλοῦ ἀρχομένης ἀκούσειεν αὐλεῖν ἐν ξυμποσίῳ |
| μὴ ἐνδεής , αὕτη πασῶν μουσικωτάτη τε καὶ ἀρίστη : συμφωνοῦσα γὰρ ἡμῖν καὶ συναρμόττουσα εἰς ἅπαντα ἄλυπον τὸν βίον | ||
| προσβαλοῦσα ἀνίλλεται καὶ ἀρνεῖται καὶ ἀνανεύει ἀπ ' αὐτοῦ οὐ συμφωνοῦσα καὶ ἀλλοτριουμένη . Φαμὲν δή , ὡς τὴν φύσιν |
| σοφιστής . Κλέαρχός φησι Χάρμον τὸν Συρακούσιον εὐτρεπίσθαι στιχίδια καὶ παροιμίας εἰς ἕκαστον τῶν ἐν τοῖς δείπνοις παρατιθεμένων : εἰς | ||
| φῦλον ἐλεύθερον . σοὶ δ ' ἴσως εὐλάβεια τὸ τῆς παροιμίας ἐπὶ σκώμματι τῆς συμμετρίας ἐπαγαγέσθαι , μή σοι μεῖζον |
| τὸ γὰρ βαδίζει διῄρηται μὲν τοῦ δύναται , μόνον δὲ συντέθειται τῷ Σωκράτει . ἐν γοῦν τοῖς τοιούτοις ἂν διαιρούμενος | ||
| ἐκ τῶν προτάσεων , ἐξ ὧν ἡ περὶ αὐτοῦ δεῖξις συντέθειται , ἀλλὰ πρὸς πλείω πληροφορίαν δεῖ σκοπῆσαι καὶ ἐκ |
| κωμῳδικὸν μορμολυκεῖον ἔγνων . ἀκραιφνὲς ὕδωρ ἱερὸν συμβουλή πλεκτὴν σχοῖνον τυφλότερος λεβηρίδος ἀναφλᾶν καὶ ἀνακνᾶν ἀνθρωπίζεται ἠντεβόλησε ῥόπτρον καὶ νὴ | ||
| . Τριχῇ δὲ ἀναγράφουσι τὴν παροιμίαν , καὶ οἱ μὲν τυφλότερος λεβηρίδος , οἱ δὲ κενότερος , οἱ δὲ γυμνότερος |
| αἰδοῦς ἥττων , ὡς μαρτυρεῖ τοῦτο καὶ Στράβων ἐκ τοῦ Τιμαγένους ὀνόματος λέγων οὕτως : Ἐπιεικής τε ἐγένετο οὗτος ὁ | ||
| . . , . : Μῦθος δὲ καὶ τὸ ὑπὸ Τιμαγένους λεχθὲν , ὡς ὅτε χαλκὸς ὕοιτο σταλαγμοῖς χαλκοῖς , |
| προσβολὰς καρτερὰς ποιεύμενοι . Τὰ μέν νυν ὀρύγματα ἀνὴρ χαλκεὺς ἀνεῦρε ἐπιχάλκῳ ἀσπίδι , ὧδε ἐπιφρασθείς : περιφέρων αὐτὴν ἐντὸς | ||
| προηυπορημένα καὶ Θεαιτήτου προήγαγεν ἐπὶ πλέον καὶ τῶν στοιχείων πολλὰ ἀνεῦρε καὶ τῶν τόπων τινὰ συνέγραψεν . Φίλιππος δὲ ὁ |
| προσβαλλούσῃ τι ἁπαλοῦ γέλωτος . ἡ χλαμὺς δέ , ἣν ἀμπέχεται , παρὰ τῆς μητρὸς οἶμαι : καλὴ γὰρ καὶ | ||
| δὲ καὶ αὐτὸ τὸ σχῆμα : φαιὸν γὰρ τρίβωνα τοῦτον ἀμπέχεται προσγεγραμμένης αὐτῷ καὶ ἀνυποδησίας , ᾗ μάλιστα δὴ οἱ |
| . καὶ ἡ τετραπλασία ἄρα τῆς ΕΚ , τουτέστιν ἡ ὑποτεινομένη περιφέρεια ὑπὸ τῆς διαμέτρου τῆς σελήνης , ἑξηκοστῶν ἔσται | ||
| ΕΖΗΘ κύκλου πρὸς τὸν ΕΖΗΘ κύκλον , καὶ ὡς ἑκάστη ὑποτεινομένη γωνία ὑπὸ ἑκάστης περιφερείας πρὸς τὰς δ ὀρθάς , |
| ἐστὶν εἰκὼν θεοῦ , δι ' οὗ σύμπας ὁ κόσμος ἐδημιουργεῖτο . Μετὰ δὲ τὴν ἐξ εὐπατριδῶν εὐγένειαν καὶ παντέλειαν | ||
| κλιντῆρες καὶ δίφροι καὶ τράπεζαι , βέλτιστα παρ ' αὐτοῖς ἐδημιουργεῖτο , καὶ κώθων ὁ Λακωνικὸς εὐδοκίμει μάλιστα πρὸς τὰς |
| ἅρμασι κολλητοῖσι Φῶκος ] ? ἐυμμελίης [ Ἀστερόδειαν ἐκ ] Φυλάκης κούρην [ μεγαθύμου Δηϊονῆος : ἣ ? τέκετο Κρῖσον | ||
| ἐθέλει πολλάκις καὶ αὖθις ἀναφαίνεσθαι . προελθὼν μέν γε ἐκ Φυλάκης καὶ τῶν καλουμένων Συμβόλων ἐς τὸ πεδίον κατέδυ τὸ |
| μιν χλαῖναν καλὴν βάλον ἠδὲ χιτῶνα , ἔκ ῥ ' ἀσαμίνθου βὰς ἄνδρας μέτα οἰνοποτῆρας ἤϊε : Ναυσικάα δὲ θεῶν | ||
| Μενέλεῳ δύ ' ἀσαμίνθους , καὶ Κρατῖνος ἐν Χείρωσιν ἐξ ἀσαμίνθου κύλικος λείβων . κυλίσκιον δ ' ἡ σμικρὰ κύλιξ |
| ἐστιν ἐν τελείῳ καὶ ἀπὸ τελείου τέλεια ἀγαθὰ ἐργάζεται καὶ δημιουργεῖ καὶ ζωοποιεῖ . ἐπειδὴ οὖν τοιαύτης ἔχεται φύσεως , | ||
| , ὅτι καθ ' αὑτὸ ἕκαστον ἄλλῳ δὲ οὐκ ἐπιμειγνύμενον δημιουργεῖ , τό τε τῶν νομέων καὶ τὸ τῶν θηρευτῶν |
| ἀπὸ τῆς ἐπὶ τὰ Ζ Θ ἴσον ἐστὶν τῷ ὑπὸ ΚΘΗ . Καὶ ἐπεὶ τὸ ἥμισυ τοῦ ἀπὸ τῆς ἐπὶ | ||
| ἐστιν ἴση . ὁμοίως δὴ δειχθήσεται καὶ ἑκάστη τῶν ὑπὸ ΚΘΗ , ΘΗΜ , ΗΜΛ ἑκατέρᾳ τῶν ὑπὸ ΘΚΛ , |
| μορφὴν ἡμετέρην καὶ σκῆπτρα καὶ Ἀσίδα κάλλιπε γαῖαν . ἔργα μόθων οὐκ οἶδα : τί γὰρ σακέων Ἀφροδίτῃ ; ἀγλαΐῃ | ||
| , τὸ δ ' αὐτὸ καὶ κρουσίθυρον , κνισμός , μόθων . ταῦτα δὲ πάντα μετ ' ὀρχήσεως ηὐλεῖτο . |
| εἷς μὲν Ἀχαρνεύς , εἷς δὲ Λυκωπίτας : ὁ δὲ Τίτυρος ἐγγύθεν ᾀσεῖ ὥς ποκα τᾶς Ξενέας ἠράσσατο Δάφνις ὁ | ||
| τινὲς δὲ παρὰ Δωριεῦσι τοὺς Σατύρους οὕτως ἀποδεδώκασι λέγεσθαι . Τίτυρος : ὄνομα κύριον ἢ ὁ Σάτυρος . ὥς ποκα |
| Φίλιππον . ἐμιμήσατο . οὔτε γὰρ περὶ γυναῖκας ἐσπουδάκει οὔτε φίλοινος ἦν , ἀλλὰ καὶ οὐ μόνον αὐτὸς μέτριον ἔπινε | ||
| φιλοθέωρος ὁ τὰς θέας καὶ ἡδὺ τὸ θέαμα αὐτῷ , φίλοινος καὶ φιλόσοφος ὁ τὴν σοφίαν καὶ τὸν οἶνον καὶ |
| ἐπείπερ ἔγνως ἀκριβῶς πάντα τάδε , ἄκουε πάντα νῦν μέρη τραγῳδίας , ἃ πρὶν ὁ Εὐκλείδης τε καὶ λοιποὶ πόσοι | ||
| ἐκ μετεώρου τοῖς θεαταῖς διαλέγοιτο : | θαυμάσαντα δὲ τῆς τραγῳδίας αὐτὸν ] θαμὰ ὁμιλεῖν ἅμα τῷ παιδὶ τοῖς τοῦ |
| . κατεψεύσθη γὰρ πρὸς τὸν πατέρα ὑπὸ Φθίας τῆς αὐτοῦ παλλακῆς ὅτι δὴ πειραθείη πρὸς εὐνὴν αὐτῇ συνελθεῖν . ἰᾶται | ||
| σοφιστῶν ἰατρῶν ἔνιοι , ἀγνοούμενοι τίνι λόγῳ τὸν ἔρωτα τῆς παλλακῆς τοῦ πατρὸς Ἐρασίστρατος ἐγνώρισεν , ἔγραψαν τῶν ἀρτηριῶν [ |
| ἐκεῖθεν μέχρις ἡλίου . . . . . Θαλῆς τοίνυν κέκληκε τὴν ψυχὴν ἀκίνητον [ . ἀεικίνητον ] φύσιν . | ||
| σὺ δ ' ἐμοὶ γίνου ἀληθοσύνης . Ἤδη γάρ με κέκληκε θαλάσσιος οἴκαδε νεκρός , τεθνηκὼς ζωιῶι φθεγγόμενος στόματι . |
| τὸ ἀρχαῖον γενέσθαι πάνυ καλήν , λάλον μέντοι γε καὶ στωμύλον καὶ ᾠδικήν , καὶ ἀντερασθῆναί γε τῇ Σελήνῃ κατὰ | ||
| φαρμακεύτριαν πεπορισμένος καταγοητεύει τοὺς ἀθλίους νεανίσκους . τί γὰρ καὶ στωμύλον ἔχει ; τί δὲ ὁμιλητικὸν καὶ ἡδὺ φέρει ; |
| ' ὁ βίος ἐν ἑαυτῷ φέρει . παραψυχὰς οὖν φροντίδων ἀνεύρατο ταύτας : ὁ γὰρ νοῦς τῶν ἰδίων λήθην λαβών | ||
| πολλὰ λυπηρὰ ὁ βίος ἐν ἑαυτῷ φέρει παραψυχὰς γοῦν φροντίδων ἀνεύρατο ταύτας ὁ . . . τῶν ἰδίων λήθην λαβὼν |
| ἀποξύοντα . καὶ οὓς παίει τε καὶ δεῖ , τούτους ἀπεύξαιτ ' ἂν μὴ λαβεῖν ἐπ ' αὐτὸν ὀργὴν ἐνθυμούμενος | ||
| τὴν πόλιν οὐχ ὅπως ὧν ἐχρῆν , ἀλλὰ καὶ ὧν ἀπεύξαιτ ' ἄν τις ἀτεχνῶς ἀξιοῦν . θαυμάζεσθαι μὲν γὰρ |
| ἄρτου οὐκ ὀρθῶς ἐρεῖ τις , ἀλλὰ τόμος κρέως ἢ πλακοῦντος : τὸ δὲ τέμαχος μόνον ἐπὶ ἰχθύος λέγεται . | ||
| ὁ πυραμοῦς ] ἤγουν ἡμετέρα νίκη : πυραμοῦς δὲ εἶδος πλακοῦντος . πυραμοῦς εἶδος πλακοῦντος ἐκ μέλιτος ἑφθοῦ καὶ πυρῶν |
| ὁ πολίτης αὐτῆς Ἰασεύς , ἀφ ' οὗ Χοιρίλος ἐὼν Ἰασεύς . Ἴασος δὲ τὸ Ἄργος καὶ Ἰάσιοι οἱ κατοικοῦντες | ||
| κειμένη , ἡ καὶ ὀξυτόνως λεγομένη . ὁ πολίτης αὐτῆς Ἰασεύς , ἀφ ' οὗ Χοιρίλος ἐὼν Ἰασεύς . Ἴασος |
| τε καὶ ἐκ τοῦ ὁμοίου προσφέρεσθαι καὶ δεξιώσεις καὶ φιλοφροσύνας φιλοφρονεῖσθαι τοσούτῳ ἡδίους τοῖς προσομιλοῦσιν , ὅσῳ καὶ παρὰ μείζονος | ||
| ἄγων αὐτῷ τὰ παρὰ τῶν συμμάχων δῶρα , ἄλλα τε φιλοφρονεῖσθαι , ὡς αὐτὸς ἔφη ὁ Λύσανδρος ξένῳ ποτέ τινι |
| μάττειν δέ , καὶ μάκτρα οὗ ἔματτον , καὶ ὁ μάττων μαγεύς : ἡ δὲ μάκτρα καὶ μαγὶς ἐκαλεῖτο καὶ | ||
| αὕτη καρπὸν ἐνέγκοι . κραμβοτάτου ] ἡδυτάτου ἢ ξηροτάτου . μάττων ] ἤγουν σκεπτόμενος , κατασκευάζων , ἐφευρίσκων . τοτὲ |
| × – ˘ – ὅπως ὄνησιν [ στέργεις γενο [ εἰπόντι μέν σοι παν ? [ γένοιθ ' ὅπως λα | ||
| οἶδα , οὕτως εἰδέναι συνοῖσον καὶ τῷ τὰ βέλτιστ ' εἰπόντι : πολλῷ γὰρ ἂν ἥδιον εἶχον . νῦν δ |
| . φθέγξαι τι , ἵνα εἰδῶμεν πότερον τραγῳδὸς εἶ ἢ γελωτοποιός : κοινὰ γὰρ ἔχουσι τὰ ἄλλα ἀμφότεροι . διὰ | ||
| μάντεις . Ἀπολλόδωρος δὲ ὁ Κυρηναῖος , ὁ εὐτράπελος καὶ γελωτοποιός . τινὲς δὲ τὸν μετά τινος εὐτραπελίας κόλακα καὶ |
| ὅθεν ὁ Ἡρώδης διετώθαζεν αὐτὸν ἐκεῖνο ἐπιλέγων : ” καὶ κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ ῥήτορι τέκτων , ” ἀλλ ' | ||
| τὸ ὄξους δεκτικόν . ὀξίνην ] τὰς ὀξίδας ποιοῦντα : κεραμεὺς γὰρ ἦν . Ὑπέρβολον ] μετὰ Κλέωνα Ὑπέρβολος ἐπολιτεύσατο |
| ἔπασχεν ὑπὲρ πᾶσάν ἐστι τραγῳδίαν , καὶ οὐδεὶς ἂν εἴη μεγαλόφωνος , οὐδὲ ἡδόμενος κακοῖς , ὥστε ἐξαγγέλλειν ἀνδρὸς τοσούτου | ||
| κῆρυξ ἀντὶ τοῦ φωνητής , καὶ βριήπυος ὁ φωνητικὸς καὶ μεγαλόφωνος . ἤραρον ἥρμοσαν . ἦρι πρωΐας : “ ἀλλὰ |
| καὶ τὰς παρασπάδας καὶ τὰ μοσχεύματα μεταφυτεύεσθαι . ἀπὸ δὲ πασσάλου καὶ κλάδων φυτεύεται ἀμυγδαλῆ , ἀππιδέα , συκάμινον , | ||
| . Τούτῳ τῷ μηνὶ φυτεύσομεν πᾶν δένδρον καὶ κάστανον ἀπὸ πασσάλου , μάλιστα ἐν τοῖς ψυχροτέροις καὶ ὑγροτέροις τόποις . |
| . φησὶ δὲ περὶ αὐτῶν Ὅμηρος ὧδέ πως : ἢ λάθετ ' ἢ οὐκ ἐνόησεν , ἀάσατο δὲ μέγα θυμῷ | ||
| οἴῃ δ ' οὐκ ἔρρεξε Διὸς κούρῃ μεγάλοιο . ἢ λάθετ ' ἢ οὐκ ἐνόησεν : ἀάσατο δὲ μέγα θυμῷ |
| . Τερπνὸν χρῆμα ἀλλήλοις ἡλικιῶται : ἐπὶ τῶν ὁμηλίκων . Τέττιγος ἀκούει : ἐπὶ τοῦ ἀφροντίστου : παρόσον ὁ τέττιγος | ||
| Οἰνηναῖον σάκος αἴγειος στυφελοὶ πάγοι σχόμενος περὶ δουρί τελεσφόρος οἶκος Τέττιγος ἕδρανον Τιρύνθιον Ἄργος τρητὸν ἔλαιον τρηχὺ νόημα Τριτῆες γενεήν |
| Νεμεακὴν εἰς αὐτοὺς ᾠδὴν , ἧς ἡ ἀρχή : Οὐκ ἀνδριαντοποιός εἰμ ' ὥστ ' ἐλινύσοντα : ἥτις ἦν καὶ | ||
| , τρίτος Στρατονικεὺς σοφιστής , Κὰρ τὸ ἀνέκαθεν : τέταρτος ἀνδριαντοποιός , πέμπτος καὶ ἕκτος ζωγράφοι : μέμνηται δ ' |
| παρ ' αὑτῶι ἕκαστος πίνει , ὁ δὲ παῖς ὁ οἰνοχόος ἐπιχεῖ ὅσον ἂν ἀποπίηι . Κ . δ ' | ||
| συντιθέμενα πρὸ μιᾶς ἔχουσι τὸν τόνον , οἰωνοπόλος ὀνειροπόλος οἰοπόλος οἰνοχόος χρυσοχόος . τὰ δὲ μετὰ προθέσεως προπαροξύνονται , οἷον |
| τῷ Περὶ τῆς Ποικίλης ἐν Σικυῶνι , ἱδρύσαντο ναὸν Ἀφροδίτης Λαμίας . Ἐρωμένη δ ' ἦν αὕτη τοῦ Δημητρίου , | ||
| ὡς τοῦ Ἥραια Ἡραιεύς . Φάλαρα , πόλις Θετταλίας πλησίον Λαμίας . τὸ ἐθνικὸν Φαλαρεύς ὡς Μεγαρεύς . Φαλάσαρνα , |
| . Γ μισθούς ] ⌈ τοὺς Γ φόρους . Γ δημιόπρατα : ἐδήμευον γάρ τινας καὶ τὰς οὐσίας αὐτῶν κοινὰς | ||
| . τρία δὲ παρ ' ἑαυτῶν ἀπεστείλαμεν , ἵνα τὰ δημιόπρατα τῆς οὐσίας ἀναλάβῃς . παραινῶ δὲ τοῦ λοιποῦ τῷ |
| ἐστι Πρωταγόρας ὁ Τήιος * * * ὃς ἀλαζονεύεται μὲν ἁλιτήριος περὶ τῶν μετεώρων , τὰ δὲ χαμᾶθεν ἐσθίει . | ||
| , ὅν γ ' ἔστιν λέγειν ; ὁ Βουζύγης ἄριστος ἁλιτήριος . τί κέκραγας ὥσπερ Βουζύγης ἀδικούμενος ; ὁ νόθος |
| . „ ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι τοιοῦτος εἶναί τις ὑπολαμβάνεται , ὁποίοις ἂν ἥδηται τοῖς ἑταίροις . ὄνος ξύλων | ||
| Ξενοκρίτου γεγονέναι . Ὄλυμπος δέ , ὡς Ἀριστόξενός φησιν , ὑπολαμβάνεται ὑπὸ τῶν μουσικῶν τοῦ ἐναρμονίου γένους εὑρετὴς γεγενῆσθαι : |