ὀνόματα εἰπὼν Αἴγλης εἶναι θυγατέρας καὶ Ἡλίου φησὶν αὐτάς . Ἑρμησιάνακτι δὲ τῷ τὰ ἐλεγεῖα γράψαντι τοσόνδε οὐ κατὰ τὴν
ὢν καὶ τῆς Ἑρμησιάνακτος θυγατρὸς κατεπάλαισαν μὲν παῖδας ἀμφότεροι , Ἑρμησιάνακτι δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ κοινοῦ τοῦ Κολοφωνίων ὑπῆρξεν ἀνατεθῆναι
8091842 Ῥοδιῳ
στεφανούμενος ἀναιρήσεται νίκας . τὰ μέντοι ἐπιφανέστατα ἐς δρόμον Λεωνίδᾳ Ῥοδίῳ ἐστίν : ἐπὶ γὰρ τέσσαρας ὀλυμπιάδας ἀκμάζων τε τῇ
τὴν παροῦσαν πραγματείαν ἔπεμψεν αὐτὴν Εὐδήμῳ τῷ ἑταίρῳ αὐτοῦ τῷ Ῥοδίῳ , εἶτα ἐκεῖνος ἐνόμισε μὴ εἶναι καλόν , ὡς
8040169 Φωκαευς
ὡς εἴρηταί μοι ἐν τοῖς Βυζαντιακοῖς . μέμνηται τούτων ὁ Φωκαεὺς Παρθένιος . Γούνας , κατοικία Συρίας , βαθύγειος καὶ
ἐν Ἰωνίᾳ ἐμπορίᾳ χρώμενοι ἔκτισαν Μασσαλίαν . Εὔξενος δὲ ὁ Φωκαεὺς Νάνῳ τῷ βασιλεῖ ἦν ξένος . οὗτος ὁ Νάνος
7908325 Σμυρναιος
ι γράφει τὸ ὄνομα . . Μέλητος κόλπος : ὁ Σμυρναῖος ἐκαλεῖτο ἀπὸ Μελήτου ποταμοῦ , ὡς Ἑκαταῖος ἐν Αἰολικοῖς
φησι Κυρηναίους τὸν ὕκην ἐρυθρῖνον καλεῖν . Ἕρμιππος δὲ ὁ Σμυρναῖος ἐν τοῖς περὶ Ἱππώνακτος ὕκην ἀκούει τὴν ἰουλίδα :
7865660 Πολεμωνι
ὁμοπατρία καὶ ὁμομητρία , καὶ ὅτι ἀδελφὸς οὐδεὶς πώποτε γένοιτο Πολέμωνι τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου . Τὸ πρότερον , ὦ
παρόντι τότε καιρῷ τοὺς δικαστάς , οἵτινες κατεχρῶντο ὡς τῷ Πολέμωνι τῷ πατρὶ τῷ Ἁγνίου τὸ παράπαν οὐδεμία γένοιτο ἀδελφὴ
7839374 Ἰωνι
ἀναπαίστου . Τὸ Ϛʹ ὅμοιον τῷ δʹ . Τὸ ζʹ Ἰωνι - κὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον ἀπὸ μείζονος , ἤτοι ἡμιόλιον
ἀναπαίστου . Τὸ Ϛʹ ὅμοιον τῷ δʹ . Τὸ ζʹ Ἰωνι - κὸν δίμετρον βραχυκατάληκτον ἀπὸ μείζονος , ἤτοι ἡμιόλιον
7791342 Ἀγορακριτῳ
' . Ἀγοράκριτος : ἐν τἀγορᾷ γὰρ κρινόμενος ἐβοσκόμην . Ἀγορακρίτῳ τοίνυν ἐμαυτὸν ἐπιτρέπω καὶ τὸν Παφλαγόνα παραδίδωμι τουτονί .
] ἐκδίδωμι . Γ παραδίδωμι ] ἤγουν σοί , τῷ Ἀγορακρίτῳ . Γ τὸν Παφλαγόνα ] τὸν Κλέωνα . παραδίδωμι
7730594 Ἀκραγαντινῳ
δὲ Στησίχορος οὗτος σύγχρονος ἦν Πυθαγόρᾳ τῷ φιλοσόφῳ καὶ τῷ Ἀκραγαντίνῳ Φαλάριδι : οἱ δ ' Ὁμήρου υʹ ὑστερίζοντα ἔτεσι
τὸ ιδʹ Στησιχόρειον τρίμετρον ἀκατάληκτον . Γέγραπται ἡ ᾠδὴ Μίδᾳ Ἀκραγαντίνῳ . οὗτος ἐνίκησε τὴν κδʹ Πυθιάδα καὶ κεʹ :
7727072 Σοφιστης
πάθους ἐκτὸςδηλαδὴ φθόνουἐπαντλεῖν τοῖς μαθητευομένοις τῆς διδασκαλίας τὰ νάματα . Σοφιστὴς δὲ λέγεται μὲν καὶ ὁ σοφίζων τινὰ καὶ διδάσκων
πρώτην μὲν τιθέασιν ἧς ἡγεῖται Πολιτεία Τίμαιος Κριτίας : δευτέραν Σοφιστὴς Πολιτικὸς Κρατύλος : τρίτην Νόμοι Μίνως Ἐπινομίς : τετάρτην
7705669 φορηναι
ἀγάλματα ῥάμνῳ . θρέμματά τε νέποδάς τε καλὸν φυτόν ἐστι φορῆναι πρός τε πόνον κεφαλῆς καὶ δαίμονας ἠδ ' ἐπιπομπάς
ἐνὶ μεγάροισιν ἐγήρα , δῶκε δ ' Ἐρευθαλίωνι φίλῳ θεράποντι φορῆναι . ἐγήρα : ὅτι ἀντὶ τοῦ ἐγήρασε τὸν παρατατικὸν
7685415 Ἀρκαδι
καὶ μάλιστα πρᾴως εἶχε τὰ ἐς ὀργήν , τῷ δὲ Ἀρκάδι μετῆν γε θυμοῦ . καταλαβόντος δὲ Κλεομένους Μεγάλην πόλιν
ἐραννόν : ἔνθα τε δὴ τέμενός τε θυηλάς τ ' Ἀρκάδι τεύχειν . τὸ δὲ χωρίον τοῦτο , ἔνθα ὁ
7675690 Πειρω
Τυρώ , ἐξ ἧς καὶ Κρηθέως Νηλεύς , ἐξ οὗ Πειρώ , ἐξ ἧς Ἀλφεσίβοια . Κυθέρειαν : τὴν Ἀφροδίτην
εἰς Καρίαν τῆς Ἰώνων ἀποικίας , ἧς τὸ κύριον ὄνομα Πειρώ φασιν εἶναι . εἴρηται δὲ παρὰ τὸ ἐλεγαίνειν τὸ
7646056 Μενεξενος
, κινδυνεύομεν ὄναρ πεπλουτηκέναι . Τί μάλιστα ; ἔφη ὁ Μενέξενος . Φοβοῦμαι , ἦν δ ' ἐγώ , μὴ
ἢ Γρῦλος αʹ , Νήρινθος αʹ , Σοφιστὴς αʹ , Μενέξενος αʹ , Ἐρωτικὸς αʹ , Συμπόσιον αʹ , Περὶ
7628418 Λυσιστρατος
οὐκ ἐμηνύθησαν ὑπὸ Τεύκρου τῶν πεποιηκότων , Παναίτιος Χαιρέδημος Διάκριτος Λυσίστρατος : οὓς εἰκὸς ἦν ἁπάντων μάλιστα δοκεῖν εἶναι τούτων
Γ οἱ ὄνοι . νεανικῶς : ἰσχυρῶς , γενναίως . Λυσίστρατος ] πένης καὶ σκωπτόλης . ἔοικας ὦ πρεσβύτα :
7626999 Ἀττης
πόλιν Μητρὸς Δινδυμήνης ἐστὶν ἱερόν , ἐν δὲ αὐτῷ καὶ Ἄττης ἔχει τιμάς . τούτου μὲν δὴ [ τὸ ]
κεφαλῆς αἰωρῶν καὶ βοῶν Εὐοῖ Σαβοῖ , καὶ ἐπορχούμενος Ὕης Ἄττης , Ἄττης Ὕης , ἔξαρχος καὶ προηγεμὼν καὶ κιττοφόρος
7611404 Ἀγροικος
, ἡ κοινῶς ῥύμη . Ἄγροικος , ὁ ἀμαθής : Ἀγροῖκος , ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐλιζόμενος : Πλάτων δὲ
ὁ ἐν ἀγρῷ κατοικῶν . Ἄγροικος , ὁ ἀμαθής : Ἀγροῖκος , ὁ ἐν τῷ ἀγρῷ αὐλιζόμενος . Πλάτων δὲ
7608436 Ὀπουντιος
] πενταθ : ο φιλισ : / [ Ἐπάρμοστος ] Ὀπούντιος [ πάλην ] : / [ Μενάλκης ] Ὀπούντιος
Σπεύσιππος Ἀθηναῖος , Ξενοκράτης Καλχηδόνιος , Ἀριστοτέλης Σταγειρίτης , Φίλιππος Ὀπούντιος , Ἑστιαῖος Περίνθιος , Δίων Συρακόσιος , Ἄμυκλος Ἡρακλεώτης
7599575 προσφιλει
γινομένοις ἀληθείας μαθηταῖς . Τίς γὰρ ὀρθῶς διδαχθεὶς καὶ λόγῳ προσφιλεῖ γεννηθεὶς οὐκ ἐπιζητεῖ σαφῶς μαθεῖν τὰ διὰ λόγου δειχθέντα
ἀνθρώπους ποιεῖν . εὐεστοῖ ] εὐτυχίᾳ . θΞ φίλῃ ] προσφιλεῖ . δογματίζει Αἰσχύλος ὡς δεῖ ἀπέχεσθαι τῆς πρὸς γυναῖκα
7597367 ἐφευρετης
ποίης τέχνης ἑκάστη ἐπιστατεῖ καὶ τίς ὁ ταύτης ἐν βίῳ ἐφευρέτης ; Κλειὼ δ ' ἱστορίας Ἡρόδοτος , Θάλεια κωμῳδίας
ποίης τέχνης ἑκάστη ἐπιστατεῖ καὶ τίς ὁ ταύτης ἐν βίῳ ἐφευρέτης ; Κλειὼ δ ' ἱστορίας Ἡρόδοτος , Θάλεια κωμῳδίας
7596682 κακοπραγμων
. ἢ ἀπὸ τοῦ φαίνειν , ὅ ἐστι συκοφαντεῖν . κακοπράγμων γὰρ ἦν καὶ φιλόδικος . ἐν τἀγορᾷ ] ἐτυμολογεῖ
οὐ μέντοι ἔπειθέ γε τὸ μὴ οὐ μεγαλοπράγμων τε καὶ κακοπράγμων εἶναι . καὶ ἐκεῖνος μὲν κατεψηφίσθη καὶ ἀποθνῄσκει :
7582968 μητρως
. φησὶν οὖν ἐν τῇ Ἰλιάδι : Ἀσίῳ , ὃς μήτρως ἦν Ἕκτορος ἱπποδάμοιο , αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ
Ἀπόλλων ἀνέρι εἰσάμενος αἰζηῷ τε κρατερῷ τε Ἀσίῳ , ὃς μήτρως ἦν Ἕκτορος ἱπποδάμοιο αὐτοκασίγνητος Ἑκάβης , υἱὸς δὲ Δύμαντος
7572272 Κολοφωνιου
, καλεῖσθαι λέγων καὶ λοιβίδας τὰ σπονδεῖα ὑπὸ Ἀντιμάχου τοῦ Κολοφωνίου . ΛΕΣΒΙΟΝ ὅτι ποτηρίου εἶδος , Ἡδύλος παρίστησιν ἐν
καλά . ταῦτ ' εἴληφεν ὁ Εὐριπίδης ἐκ τῶν τοῦ Κολοφωνίου ἐλεγείων Ξενοφάνους οὕτως εἰρηκότος : ἀλλ ' εἰ μὲν
7571232 Ὀνατας
Μυλλίας , Ἀντιμέδων , Ἀγέας , Λεόφρων , Ἀγύλος , Ὀνάτας , Ἱπποσθένης , Κλεόφρων , Ἀλκμαίων , Δαμοκλῆς ,
] , ὡς Πυθαγόραι Κύλων [ . . ] καὶ Ὀνάτας [ ] . . . . . ὅτι μὲν
7570267 Ὡμολογει
σὺ γράμματα ; Ναί , ἔφη . Οὐκοῦν ἅπαντα ; Ὡμολόγει . Ὅταν οὖν τις ἀποστοματίζῃ ὁτιοῦν , οὐ γράμματα
; ἢ οὐκ ἔστι κρεῖττον αἰδήμονα εἶναι ἢ πλούσιον ; Ὡμολόγει . Τί οὖν ἀγανακτεῖς , ἄνθρωπε , ἔχων τὸ
7567653 ὠνειδισε
μὲν ἔκτεινε Μιτροβάτην τὸν ἐκ Δασκυλείου ὕπαρχον , ὅς οἱ ὠνείδισε τὰ ἐς Πολυκράτεα ἔχοντα , κατὰ δὲ τοῦ Μιτροβάτεω
τῇ κατ ' αὐτῶν ἐπιτιμήσει χρήσασθαι . καὶ οὔτε φανερῶς ὠνείδισε τὴν ῥαθυμίαν οὔτε παντελῶς ἀφῆκεν , ἀλλὰ διὰ τῆς
7560255 Τιμοσθενει
νίκας ἐπὶ ταῖς νίκαις . * δοῦναι τῷ Ἀλκιμέδοντι καὶ Τιμοσθένει καὶ Μελησίᾳ . ποταπάς ; ταχείας . * ἀποσοβοίη
ξύλων εἰληφὼς καὶ τὴν τιμὴν τῶν φιαλῶν , ὃ ἀπέτεισεν Τιμοσθένει ὑπὲρ τούτου ὁ πατήρ , καὶ ὅτι αὐτὸς ἐν
7559683 Παφλαγων
ὁ Κλέων . Παφλαγών ] δέον εἰπεῖν στρατηγός , εἶπε Παφλαγών . ΓΓΘ Κυκλοβόρου : ποταμὸς χειμάρρους . ἐχώσθη δὲ
μετὰ δὲ ταῦτ ' ἀπόλλυται . Ἐπιγίγνεται γὰρ βυρσοπώλης ὁ Παφλαγών , ἅρπαξ , κεκράκτης , Κυκλοβόρου φωνὴν ἔχων .
7559149 Σιλανιων
Μιθριδάτης ὁ Ῥοδοβάτου Πέρσης Μούσαις εἰκόνα ἀνέθηκε Πλάτωνος , ἣν Σιλανίων ἐποίησε . . . . . . . οὐκ
εἰποῦσαν διὰ τῶν ποιημάτων χρήσιμον , Λεαρχίδα δὲ Μενέστρατος , Σιλανίων δὲ Σαπφὼ τὴν ἑταίραν , Ἤρινναν τὴν Λεσβίαν Ναυκύδης
7557470 Ἀμφιπολιτης
. ἀμφίπολις : πόλις Μακεδονίας κατὰ Θρᾴκην . τὸ ἐθνικὸν Ἀμφιπολίτης . . . ἄμφισσα : πόλις Ὀζολῶν Λοκρῶν :
καὶ Ἡρακλείδης Αἴνιοι , Ἱπποθάλης καὶ Κάλλιππος Ἀθηναῖοι , Δημήτριος Ἀμφιπολίτης , Ἡρακλείδης Ποντικὸς καὶ ἄλλοι πλείους , σὺν οἷς
7551476 φιλειται
τὸ μὲν οὖν ἀγαθὸν καὶ τὸ ἡδὺ δι ' ἑαυτὸ φιλεῖται , τὸ δὲ χρήσιμον φιλεῖται ἢ διὰ τὸ ἀγαθὸν
Ἀφροδίτη συμπαθήσῃ τῷ δεκανῷ διὰ μουσικῆς καὶ ἁρμονίας εὐεργετεῖται καὶ φιλεῖται . τὰ δὲ σημεῖα αὐτοῦ : εὐπρεπὴς τὸ μέγεθος
7549094 Ἰθακησιος
Ἀριστοτέλης ἐν τοῖς Ὑπομνήμασί | φησιν , ὅτι Θόας ὁ Ἰθακήσιος ἱστορεῖ παρὰ Φρυξὶ πικέριον καλεῖσθαι τὸ βούτυρον . πηρῖνα
ἀπὸ δὲ χλαῖναν βάλε : τὴν δὲ κόμισσε κῆρυξ Εὐρυβάτης Ἰθακήσιος ὅς οἱ ὀπήδει : αὐτὸς δ ' Ἀτρεΐδεω Ἀγαμέμνονος
7546299 Εὐεργου
Πρὸς τῆι πυλίδι Ἑρμῆς : Δημοσθένης ἐν τῷ κατ ' Εὐέργου . Φιλόχορος ἐν τῇ εʹ “ Ἀθηναίων ” φησὶν
Ἠιτημένην : ἀντὶ τοῦ κεχρημένην Δημοσθένης ἐν τῷ κατ ' Εὐέργου , εἰ γνήσιος . ὅτι γὰρ αἰτεῖσθαι ἔλεγον τὸ
7540650 Νεοπτολεμῳ
, οὐ λόγος : ὁ Νέστωρ ἐν Τροίᾳ ἁλούσῃ ὑποτίθεται Νεοπτολέμῳ τῷ Ἀχιλλέως , ἃ χρὴ ἐπιτηδεύοντα ἄνδρα ἀγαθὸν φαίνεσθαι
. παραγενόμενος δὲ ὁ Ὀρέστης ταύτην μὲν ἀπήγαγεν πείσας , Νεοπτολέμῳ δὲ ἐπεβούλευσεν . οἳ καὶ φονευθέντα παρῆσαν οἱ φέροντες
7538815 αὐτοσιτον
. αὐτόσιτον δ ' εἴρηκε Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : παράσιτον αὐτόσιτον . αὑτὸν γοῦν τρέφων τὰ πλεῖστα συνερανιστὸς εἶ τῷ
σιτόκουρον , ἄθλιον , ἄχρηστον εἰς τὴν οἰκίαν εἰλήφαμεν . αὐτόσιτον δ ' εἴρηκε Κρώβυλος ἐν Ἀπαγχομένῳ : παράσιτον αὐτόσιτον
7533160 προσδιαλεγεται
. Ἐπιγράφεται τὸ εἰδύλλιον Ὕλας . πάλιν δὲ τῷ Νικίᾳ προσδιαλέγεται ὡς καὶ ἐν τῷ Κύκλωπι . ἐκτίθεται δὲ τὰ
ἀπὸ τῆς Εἰλειθυίας εἰσβέβληκε , καὶ τί δήποτε τῇ Εἰλειθυίᾳ προσδιαλέγεται . ἔνιοι μὲν οὖν φασι νέον ὄντα τὸν Σωγένην
7525132 ὁμωνυμῳ
ταὐτὸν λέγων τῷ ὥστε οὐδὲ ἐν ταῖς τοιαύταις ἀντιφάσεσι ταῖς ὁμωνύμῳ χρωμέναις ὑποκειμένῳ ἢ κατηγορουμένῳ ἀνάγκη τὴν μὲν τῶν προτάσεων
εἷς τῶν πρὸ αὐτοῦ βεβασιλευκότων : ἀνενεγκεῖν δὲ τὴν ἐπιθυμίαν ὁμωνύμῳ μὲν αὐτῷ Ἀμενώφει , πατρὸς δὲ Παάπιος ὄντι ,
7523070 δρομεως
φησί , ] [ προεῖπεν , ἐπερωτηθεὶς ] [ ὑπὸ δρομέως ἤδη ] μέλλοντος [ Ὀλυμπίασιν ] ἀγωνιεῖσθαι , ὅτι
. , : γρίσων ὁ χοῖρος : Ἀριστοφάνης δέ φησι δρομέως ὄνομα . . . . : γρίσων ὁ χοῖρος
7522312 φιλοκυβος
Νεφέλαις τούτου μέμνηται . Ἀμυνίας μὲν : ὧδε μὲν ὡς φιλόκυβος ⌈ ὁ Ἀμυνίας κωμῳδεῖται : ἐν ⌈ δὲ Σεριφίοις
φιλόξενος φιλοικτίρμων φιλόπλουτος , φίλυπνος , φιλοκυνηγέτης , φιλογεωργός , φιλόκυβος , φιλοχωρῶν φίλιππος , φιλοφροσύνη , τάχα καὶ φιλόφρων
7520894 Σιμος
ἀνοχὰς ποιήσασθαι μέχρι τοῦ θαργηλιῶνος μηνός . ᾑρέθησαν ἐκ βουλῆς Σῖμος Ἀναγυράσιος , Εὐθύδημος Φυλάσιος , Βουλαγόρας Ἀλωπεκῆθεν . ]
. . . . . , . Ποσειδωνιᾶται Ἀθάμας , Σῖμος . . . . τοῦτο δ ' ἀνελόντα [
7515710 παλαιστῃ
αὔξοι καὶ τὴν Αἴγιναν . Τέλος Ἀλκιμέδοντος . Ἐφαρμόστῳ Ὀπουντίῳ παλαιστῇ . Τοῦ θʹ εἴδους ἡ στροφὴ καὶ ἀντίστροφος κώλων
παγκρατιστῇ Νέμεα , Αἰγινήταις νικήσασιν πʹ Ὀλυμπιάδα . Ἀλκιμέδοντι παιδὶ παλαιστῇ , καὶ Τιμοσθένει παλαιστῇ Νέμεα . Μελησίᾳ ἀλείπτῃ .
7509968 Αὐτου
. Διόνυσε χαῖρε . μή τι πέντε καὶ δύο ; Αὐτοῦ τὴν χερνίβα παύσεις . Καὶ τῆς λοπάδος ἔνεισι δ
ἀποτείνεται ὤμων ὄργυιαν : φαίης κεν ἀνιάζειν ἐπὶ παιδί . Αὐτοῦ γὰρ κἀκεῖνο κυλίνδεται αἰνὸν ἄγαλμα Ἀνδρομέδης ὑπὸ μητρὶ κεκασμένον
7504862 Ἰασω
[ κοσμήτορε ] λόγχης , ἰὴ Παιάν , ἠδ ' Ἰασὼ Ἀκεσώ τε καὶ Αἴγλη καὶ Πανάκεια , Ἠπιόνης [
Ἀσκληπιὸν ὡς καλλίστους ἔχοντα παῖδας , Μαχάονα , Ποδαλείριον , Ἰασὼ καὶ Πανάκειαν . . . φέγγος δὲ ἀντὶ τοῦ
7504226 Λυσικλει
Ἀνύτῳ μὲν διαλεγόμενος βυρσέων ἐμέμνητο καὶ σκυτοτόμων . εἰ δὲ Λυσικλεῖ διαλέγοιτο , ἀμνίων καὶ κωδίων : Λύκωνι δὲ δικῶν
' ἐπὶ τὸ μυροπώλιον τὸ μὲν γραμματεῖον ? τιθέμεθα παρὰ Λυσικλεῖ Λευκονοεῖ : τὰς δὲ τετταράκοντα μνᾶς ἐγὼ καταβαλὼν τὴν
7502660 Ἀντιστρεφει
λϚ πολλαπλασιάσας πεποίηκε τὸν σιϚ . Ἀντιστρέφει τῷ δʹ . Ἀντιστρέφει τῷ γʹ . καὶ ὡς ἄρα ὁ Α πρὸς
ἐφ ' ἑκάτερα ἐάν εἰσιν ἀσύμπτωτοι , παράλληλοι ἔσονται . Ἀντιστρέφει μέρος πρὸς ὅλον ἕκαστον τῶν πρὸ αὐτοῦ τριῶν .
7500352 Κυθηρος
Κυδαντίδαι . Κυθήριος : Δημοσθένης ἐν τῷ πρὸς Φαίνιππον . Κύθηρος δῆμος τῆς Πανδιονίδος , ἀφ ' οὗ ὁ δημότης
τῶν διαβολῶν καὶ οἰκέτης τοῦ πρεσβύτου μάγειρος , ᾧ ἐπωνυμία Κύθηρος , ὑποθωπεύων , ὥσπερ ἐν δράματι , τὸν δεσπότην
7495493 Ληθαργος
γὰρ Λυδοὶ κωμῳδοῦνται ταῖς χερσὶν αὑτῶν πληροῦντες τὰ ἀφροδίσια . Λήθαργος κύων : ὁ προσσαίνων μὲν , δάκνων δὲ λάθρα
Ἱππαίμων ὄνομ ' ἦν , ἵππῳ δὲ Πόδαργος καὶ κυνὶ Λήθαργος καὶ θεράποντι Βάβης : Θεσσαλός , ἐκ Κρήτης ,
7493115 Εὐφιλητος
μοι κάλει Εὐφίλητον Σίμωνος Αἰξωνέα καὶ Ἀριστόμαχον Κριτοδήμου Ἀλωπεκῆθεν . Εὐφίλητος Σίμωνος Αἰξωνεύς , Ἀριστόμαχος Κριτοδήμου Ἀλωπεκῆθεν , μαρτυροῦσιν εἰδέναι
εἰσηγήσατο μὲν πινόντων ἡμῶν ταύτην τὴν βουλὴν [ γενέσθαι ] Εὐφίλητος , ἀντεῖπον δὲ ἐγώ , καὶ τότε μὲν οὐ
7490554 ἐπιμειδησας
ὡς μὴ πάντες ὄλωνται ὀδυσσαμένοιο τεοῖο . τὴν δ ' ἐπιμειδήσας προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς ” θάρσει τριτογένεια , φίλον τέκος
σὲ δὲ νήπιοι οὐδὲν ἔτιον . ” τὸν δ ' ἐπιμειδήσας προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς : “ θάρσει , ἐπεὶ δή
7485260 μισολογος
θεοὺς ἐράων , ἢ ψεῦδος ὀμόσσῃς ; ἀλλ ' οὔτε μισολόγος οὕτως οὐδείς , ὡς τούτων γε εἵνεκα τὴν τῶν
καὶ μὴ ἔστιν ἡ ἀσοφία , πανοῦργος , ἀμαθής , μισολόγος , ἄνους , ἀνόητος , ἀλόγιστος , εἰ καὶ
7484477 Σιμωνιδῃ
πεντήκοντ ' ἀνδρῶν καλὰ μαθόντι χορῷ : ἀμφὶ διδασκαλίῃ δὲ Σιμωνίδῃ ἕσπετο κῦδος ὀγδωκονταέτει παιδὶ Λεωπρεπέος . φασὶ δὲ αὐτὸν
πολλὰ Δώρια Παρθένεια [ ἄλλα ] Ἀλκμᾶνι καὶ Πινδάρῳ καὶ Σιμωνίδῃ καὶ Βακχυλίδῃ πεποίηται , ἀλλὰ μὴν καὶ ὅτι προσόδια
7483697 Νυμφην
φθόγγον ἔμμουσον ὁ αὐλὸς κινήσας ἀντηχεῖν ἀναπείσῃ τῷ Σατύρῳ τὴν Νύμφην . τοῦτο θεασάμενοι τὸ εἴδωλον καὶ τὸν Αἰθιόπων λίθον
παλαιότερα καὶ μαντεύοιτο οὗτος ὁ θεός , προφῆτιν δὲ Ἐρατὼ Νύμφην αὐτῷ γενέσθαι ταύτην ἣ Ἀρκάδι τῷ Καλλιστοῦς συνῴκησε :
7478638 Τυανευς
διελθὼν λόγον οὐ μακρὸν ” ἐπιδημεῖ ” ἔφη „ ὁ Τυανεύς ; „ ” ναὶ ” ἔφασαν „ βελτίους γε
δεσμωτήριον Ἑλληνικὸς τὴν φωνὴν „ ποῦ ” ἔφη ” ὁ Τυανεύς ; „ καὶ ἀπολαβὼν αὐτὸν „ αὔριον ” ἔφη
7477640 ὑπογραφευς
οἰκέτης μαντευομένῃ αὐτὸς οὗτος ἦν ὁ Λυκόφρων ὁ τοῦ Πριάμου ὑπογραφεύς , ὃς παρὰ τοῦ Πριάμου ἐπιταγεὶς ἤκουε τῶν τῇ
ἀφροδισίοις ἀδόξως κατέλυσεν . Χαρίτων Ἀφροδισιεύς , Ἀθηναγόρου τοῦ ῥήτορος ὑπογραφεύς , πάθος ἐρωτικὸν ἐν Συρακούσαις γενόμενον διηγήσομαι . Ἑρμοκράτης
7474942 δανειστης
εἰ καὶ αἱ λοιπαὶ πόλεις ἔχουσι τοιαύτην σελήνην . Σχολαστικὸς δανειστὴς ναυκλήρῳ χρεώστῃ ἐνετέλλετο σορὸν αὐτῷ κομίσαι καὶ δύο παιδικὰς
δανειστὴς μετὰ κλήτηρός φησι ταῦτα . ἔοικε τοῦτο λέγειν ὁ δανειστὴς πρός τινα , ὃν ἦξε δῆθεν ὡς μάρτυρα ,
7474434 διεφθορως
ἐγκαύματα ἰασάμην , ὅτε πρῴην ἀνῆλθες ἡμίφλεκτος ὑπ ' ἀμφοῖν διεφθορὼς τὸ σῶμα , καὶ τοῦ χιτῶνος καὶ μετὰ τοῦτο
ἁμαρτάνοντας , ὥστε ἐνθυμουμένωι ταῦτα Κ . ἂν εἴη Θετταλοὺς διεφθορὼς μᾶλλον ἢ Κριτίαν Θετταλοί . ἀπέθανε μὲν οὖν ὑπὸ
7472967 Λυκιῳ
, ὧν ἡ ἀντίδοσις οὐχ ἕξει αἰτίαν . Τῷ μὲν Λυκίῳ Γλαύκῳ χρυσὸν δόντι καὶ λαβόντι χαλκόν , καὶ ἑκατόμβοι
, ἐν Πειραιεῖ , ἐν ὁδῷ ὑπὸ πλατάνῳ , ἐν Λυκίῳ . Καὶ τὰ μὲν ἄλλα ἅπαντα ἀποποιεῖται εἰδέναι ,
7472010 Νικοκλης
δύναμιν . Ἅμα δὲ τούτοις πραττομένοις κατὰ μὲν τὴν Κύπρον Νικοκλῆς ὁ εὐνοῦχος ἐδολοφόνησεν Εὐαγόραν τὸν βασιλέα καὶ τῆς τῶν
. . : Περὶ δὲ τῶν καμματίδων καὶ τῶν καμμάτων Νικοκλῆς οὕτως γράφει : Διακούσας δὲ πάντων ὁ ἔφορος ἤτοι
7469356 μισθωτος
δ ' αὐτὸν ταὐτὸν πράττειν ἔφην , ἐπειδὴ τυράννου τε μισθωτὸς ἀφίκετο καὶ ἀτόπων ξύμβουλος . „ Διαλέγεσθαι μὲν δὴ
καὶ τὸν ἔμπορον ἐπὶ τούτῳ τετάχθαι δεῖ λέγειν . καὶ μισθωτὸς καὶ πανδοκεὺς καὶ ἄλλα , τὰ μὲν εὐσχημονέστερα ,
7467156 αἰσυητηρι
τῆς αἴσης , τουτέστιν ἁμαρτωλά . αἰσυητῆρι νεανίᾳ : “ αἰσυητῆρι ἐοικὼς πρῶτον ὑπηνήτην , οὗπερ χαριεστάτη ἥβη . ”
Ἀπίων ἐτυμολογῶν τὰ σεσυλημένα τῆς αἴσης , τουτέστιν ἁμαρτωλά . αἰσυητῆρι νεανίᾳ : “ αἰσυητῆρι ἐοικὼς πρῶτον ὑπηνήτην , οὗπερ
7466040 Σιμμιας
δεῖ γὰρ καὶ Κέβητα πείθειν . Ἱκανῶς , ἔφη ὁ Σιμμίας , ὡς ἔγωγε οἶμαι : καίτοι καρτερώ - τατος
, τοῦτο πέπεισμαι . Καὶ ὀρθῶς γε , ἔφη ὁ Σιμμίας . Ἔτι τοίνυν , ἔφη , πάμμεγά τι εἶναι
7462820 γημε
' ἔφρασεν ἔργ ' ἀΐδηλα Φοίβωι ἀκερσεκόμηι , ὅτι Ἴσχυς γῆμε Κόρωνιν Εἰλατίδης , Φλεγύαο διογνήτοιο θύγατρα . . .
τῶι πῦρ ? [ πνείουσαν ˘˘˘˘ – – Χίμαιραν . γῆμε δὲ παῖδα ? [ φίλην μεγαλήτορος Ἰοβάταο αἰδοίου βασιλῆος
7462258 συνησθην
ὡς ἄν τις τὰ αὐτὸς αὑτοῦ . σοί τε οὖν συνήσθην τῆς τοῦ ἐραστοῦ μανίας τούτῳ τε τοῦ κάλλους ὧν
ἀκούσας οὖν τὰς πόλεις ἐκείνας ὑπὸ σοὶ γεγονέναι σοί τε συνήσθην σχῆμα λαβόντι τὸ πρέπον Σευήρῳ τε ἤλπισα βελτίω τὰ
7459714 μεγαθυμε
ἐπ ' ἀκαμάτῳ Τριτωνίδι χεῖρας ὀρέξας : Κλῦθι , θεὰ μεγάθυμε , σάου δ ' ἐμὲ καὶ τεὸν ἵππον .
' ἐποτρύνων : ὃ δέ μιν προσεφώνεε μύθῳ : Πριαμίδη μεγάθυμε , δέμας μακάρεσσιν ἐοικώς , ταῦτα μὲν ἀθανάτων ἐνὶ
7457160 συνῳδος
Βοιωτοὺς τοὺς ἀγροίκους αὐλὸς ἐπιτηδευόμενος ἡμέρωσεν , καὶ ποιητὴς Πίνδαρος συνῳδὸς τῷ αὐλῷ : καὶ Σπαρτιάτας ἤγειρεν τὰ Τυρταίου ἔπη
λεπτοτάτης πίτυος ὁρμὴ ἀεροπετὴς ἀπεδίδου μίμημα κοσσύφου : καὶ μιγνυμένη συνῳδὸς ἡ φωνόμιμος ἅμα πᾶσι κατέκραζεν ἠχώ . αὐτὸ δὲ
7456110 Χαρμιδης
' ἄλλων ἀκούσεσθε τὰ ὀνόματα . Καὶ αὐτοῖς ἀναγίγνωσκε . Χαρμίδης Ἀριστοτέλους : οὗτος ἀνεψιὸς ἐμός : ἡ μήτηρ ἡ
“ ποτέ ; ” “ Καὶ μάλα , ” ὁ Χαρμίδης εἶπεν , “ καὶ ἀκήκοα παρὰ τῶν ἀκριβῶς εἰδότων
7454311 ἀποκρινειται
ὅτι , εἰ μὴ πάνυ θαρσεῖ ὁ ῥήτωρ ὡς οὐκ ἀποκρινεῖταί τις εἰ μὴ ὃ βούλεται , οὐ χρῆται τῷ
παρ ' ὑμῖν πεποιήκαμεν τὰς συνθήκας ” ; καὶ ὃς ἀποκρινεῖταί σοι , ὡς ὡμολόγησας τὴν θάλατταν ἐκπιεῖν . στραφεὶς
7453740 γενεαλογος
. Γεγόνασι δὲ καὶ Ἐπιμενίδαι ἄλλοι δύο , ὅ τε γενεαλόγος καὶ τρίτος ὁ Δωρίδι γεγραφὼς περὶ Ῥόδου . Φερεκύδης
Θεσσαλοῖς , ἀπό τινος πόλεως Ἴτωνος . φησὶ δὲ ὁ γενεαλόγος Σιμωνίδης Ἰτώνου θυγατέρας γενέσθαι δύο , Ἀθηνᾶν καὶ Ἰοδάμαν
7452668 Μηνοδοτος
τῶν Σαμίων ταὧς ἐστιν . ἐπεὶ δὲ καὶ τῶν μελεαγρίδων Μηνόδοτος ἐμνήσθη , λέξομέν τι καὶ ἡμεῖς περὶ αὐτῶν .
διὰ παντὸς προνενοημένος τῆς ἀσφαλείας . , . . ) Μηνόδοτος δὲ ὁ Περίνθιος τὰς Ἑλληνικὰς πραγματείας ἔγραψεν ἐν βιβλίοις
7449789 Λαμπων
, δέκα ναῦς πληρώσαντες ἀπέστειλαν τοῖς Συβαρίταις , ὧν ἡγεῖτο Λάμπων τε καὶ Ξενόκριτος : ἐκήρυξαν δὲ κατὰ τὰς ἐν
μνημονεύει : εἰ δὲ Θεμίστιον ἵκεις ὥστ ' ἀείδειν . Λάμπων δὲ μελέταν ἔργοις ὀπάζων Ἡσιόδου : μελέτη δέ τοι
7444835 Ναιδος
βιαίων ὁ Λυσίας , εἰ γνήσιος ὁ λόγος , καὶ Ναίδος τῆς ἑταίρας μέμνηται , κἀν τῷ πρὸς Μέδοντα ψευδομαρτυριῶν
αὐτὴν προσαγορεῦσαι . Εὐάνθης δὲ Ποσειδῶνος αὐτὸν υἱὸν εἶναι καὶ Ναίδος νύμφης μιγῆναί τε Ἀριάδνῃ ἐν Δίᾳ τῇ νήσῳ ἐρασθέντα
7444259 Καλλαισχρος
ἀεὶ καὶ δυσμενὴς καὶ φθονερὸς καί , ὥσπερ ποτὲ ἔφη Κάλλαισχρος ἐπ ' αὐτοῦ , μᾶλλον τῷ τρόπῳ Ἀλωπεκῆθεν ἢ
τοῦ προπάππου . ►Ἐξηκεστίδης Σόλων Δρωπίδης οὗ Κριτίας ὁ πρῶτος Κάλλαισχρος οὗ Κριτίας ὁ δεύτερος Γλαύκων Χαρμίδης Περικτιόνη Πλάτων Γλαύκων
7443938 Νικοστρατῳ
ἱερεὺς ἢ μάντις τῆς πόλεως . ἀρέσκει δὲ ταῦτα καὶ Νικοστράτῳ τῷ Ἐφεσίῳ καὶ Πανυάσιδι τῷ Ἁλικαρνασσεῖ γνωριμωτάτοις ἀνδράσι καὶ
οὑτοσὶ οὐδαμῶς οὔτ ' ἐνθάδε οὔτ ' ἐπὶ στρατεύματι ἐχρῆτο Νικοστράτῳ , ἔτι δὲ καὶ τὴν κοινωνίαν , ᾗ μάλισθ
7443596 Ὀπωρα
πολλὴν βλάπτονται καὶ οἱ συνουσιάζοντες συνεχῶς . ἐπεὶ οὖν ἐδόκει Ὀπώρα εἶναι καὶ ἡ πόρνη , πρὸς ἀμφότερα ἔπαιξεν .
Φιλυλλίου Ἄντεια , Μενάνδρου δὲ Θαὶς καὶ Φάνιον , Ἀλέξιδος Ὀπώρα , Εὐβούλου Κλεψύδρα . οὕτω δ ' ἐκλήθη αὕτη
7435149 Ναννιον
Φθειροπύλην , ἐπειδὴ ἐπὶ τῆς θύρας ἑστῶσα ἐφθειρίζετο . : Νάννιον . . . Ἀπολλόδωρος ἐν τῷ περὶ τῶν ἑταιρῶν
σκληρὸς βίος . χαῦνόν τι πλάσμα καὶ διάκενον οὐκ ἐπείρα Νάννιον ; Καρκίνου ποιήματα ἐπίσημον οὖν τὴν ἀσπίδ ' εἰς
7434955 Ναυπλιῳ
, λὰξ ἐνθορὼν ἀπέκτεινεν . Ἀερόπην δὲ καὶ Κλυμένην Κατρεὺς Ναυπλίῳ δίδωσιν εἰς ἀλλοδαπὰς ἠπείρους ἀπεμπολῆσαι . τούτων Ἀερόπην μὲν
τρίτον κρατῆρα Διὸς σωτῆρος ἔλεγον , καθὰ καὶ Σοφοκλῆς ἐν Ναυπλίῳ : Ζεῦ παυσίλυπε , καὶ Διὸς σωτηρίου σπονδὴ τρίτου
7434679 Ὠρειτης
καὶ Ἑλείτης ὁ τὸ Ἕλος οἰκῶν , Ὠρεός Ὠρεΐτης καὶ Ὠρείτης . ἔδει οὖν εἶναι Βορυσθενείτης , οὐ γὰρ ὅμοιον
πράγματος λέγω . . . . Χαριδήμου ] οὗτός ἐστιν Ὠρείτης γένος , δημοποίητος Ἀθηναῖος , στρατηγὸς ὑπ ' Ἀθηναίων
7431962 Μηριονῃ
: Ἀμφιδάμας δὲ Μόλῳ δῶκε ξεινήϊον εἶναι , αὐτὰρ ὃ Μηριόνῃ δῶκεν ᾧ παιδὶ φορῆναι : δὴ τότ ' Ὀδυσσῆος
' ἄρα μιν σκότος εἷλεν . Αἰνείας δ ' ἐπὶ Μηριόνῃ δόρυ χάλκεον ἧκεν : ἔλπετο γὰρ τεύξεσθαι ὑπασπίδια προβιβῶντος
7431275 σωφρονιζεσθω
τε καὶ ἀθυμίας . εἰ δὲ ἀσελγαίνοι τι , ἀπειλαῖς σωφρονιζέσθω . ὃ καὶ πρὸς τὸν Ἀλεξανδρέων δῆμον ἐκεῖνον τὸν
σωφρονισθῶσιν . Εἴ τις μὴ ὑπακούσει τῷ ἰδίῳ ἄρχοντι , σωφρονιζέσθω κατὰ τοὺς νόμους . Εἴ τις ζημιώσει στρατιώτην ,
7431133 Μελανιωνος
δὲ Οἰδίποδος ἐκ Θηβῶν , Τυδεὺς Οἰνέως Αἰτωλός , Παρθενοπαῖος Μελανίωνος Ἀρκάς . τινὲς δὲ Τυδέα μὲν καὶ Πολυνείκην οὐ
γήμαντα αὐτὴν οὐ Μελανίωνα ἀλλὰ Ἱππομένην . ἐγέννησε δὲ ἐκ Μελανίωνος Ἀταλάντη ἢ Ἄρεος Παρθενοπαῖον , ὃς ἐπὶ Θήβας ἐστρατεύσατο
7429797 Νικων
ὁ ὄνειρος ὀρθῶς καὶ κατὰ λόγον , ὅτι ἦν ὁ Νίκων λελειμμένος . Τὰ ἐν νεκυσίοις καὶ περιδείπνοις παρατιθέμενά τισιν
. Διόδωρος δὲ κύλικα ἀποδίδωσι . ΜΑΝΗΣ ποτηρίου εἶδος . Νίκων Κιθαρῳδῷ : καὶ πάνυ τις εὐκαίρως προπίνω , φησί
7428245 συνηγορος
καλεῖται ἀλλ ' ἔτι μένει σύνθετον , ὡς ἐπὶ τοῦ συνήγορος εὐσυνήγορος , σύμβουλος εὐσύμβουλος , κένταυρος ἱπποκένταυρος : ἔστι
ὑπὲρ τοῦ δὴ ταῦτα καὶ τί τὸ ἀδίκημα ; ὁ συνήγορος , φησίν , οὐκ εἶπεν , ἥτις ἦν ἡ
7427583 Πανυασσις
πηγῇ γυναῖκα λέγουσιν ἐπιχωρίαν , οἱ δὲ ἄνδρα Καστάλιον : Πανύασσις δὲ ὁ Πολυάρχου πεποιηκὼς ἐς Ἡρακλέα ἔπη θυγατέρα Ἀχελῴου
πολλοί : τούτων δ ' εἰσὶ κράτιστοι Ὅμηρος Ἡσίοδος Πείσανδρος Πανύασσις Ἀντίμαχος . Ὅμηρος μὲν οὖν τίνων γονέων ἢ ποίας
7426867 Αἰγινητῃ
ἄλλως . διὰ τοῦτό φησι τὸν Θηβαῖον χάριν νέμειν τῷ Αἰγινήτῃ , ἐπειδὴ ἀδελφαὶ ἐγένοντο αἱ ἡρωΐδες Θήβη τε καὶ
εὕρετο δὲ ] τοῦ ἀδικήματος παρὰ Ἀθηναίων . Θεογνήτῳ δὲ Αἰγινήτῃ πάλης μὲν στέφανον λαβεῖν ὑπῆρξεν ἐν παισί , τὸν
7425901 κολλικοφαγε
καὶ Βοιωτίδιον ἐκ Βοιώτιος . Ἀριστοφάνης Ἀχαρνεῦσιν ” ὦ χαῖρε κολλικοφάγε Βοιωτίδιον „ . καὶ ῥῆμα „ βοιωτιάζειν ἔμαθες ”
καὶ Ἀριστοφάνης ἐν Ἀχαρνεῦσι μέμνηται λέγων : ὦ χαῖρε , κολλικοφάγε . τινὲς δὲ τὰ ἴτρια ἐνόμισαν . καρφαλέον :
7425716 τηθις
πλάττουσι γὰρ τὸν Ἀρράβιον ἄμφω . Βασσιανὸς καὶ ἡ τούτου τηθὶς συγγενεῖς τε ἄμφω μοι καὶ τιμῆς ἀξίω καὶ ὅ
μάμμη , καὶ μαῖα , ἡ τοῦ πατρὸς μήτηρ : τηθὶς , ἡ μητρὸς ἢ πατρὸς ἀδελφή . Πίνδαρος δὲ
7425631 Βοιωτιακῳ
δὲ τῷ αʹ τῶν πρὸς Τίμαιον ἐν Σκώλῳ φησὶ τῷ Βοιωτιακῷ Μεγαλάρτου καὶ Μεγαλομάζου ἀγάλματα ἱδρῦσθαι . ἐπεὶ δὲ ἤδη
ἐστι τῶν μὲν Λακώνων τὸ Δήλιον ἱερὸν Ἀπόλλωνος ὁμώνυμον τῷ Βοιωτιακῷ , καὶ Μινώα φρούριον ὁμώνυμος καὶ αὕτη τῇ Μεγαρικῇ
7425015 παραδειγματικου
ἐλήφθη ἀπὸ τῶν ἀφ ' ἑνὸς καὶ τούτων ἀπὸ τοῦ παραδειγματικοῦ . καὶ ταῦτα μὲν περὶ τούτων . Δεῖ δὲ
ἐπὶ ἑκάστου τῶν γινομένων πράγματος , ὑλικοῦ εἰδικοῦ ποιητικοῦ τελικοῦ παραδειγματικοῦ ὀργανικοῦ , τῷ μὲν ὑλικῷ ἀναλογοῦσι τὰ πρόσωπα καὶ
7423457 Προξενου
Ἀθηναίων θησαυρὸν καὶ ἐπέγραψε τό τε αὑτοῦ ὄνομα καὶ τὸ Προξένου , ὃς σὺν Κλεάρχῳ ἀπέθανεν : ξένος γὰρ ἦν
. βασανίσας : ἀντὶ τοῦ δοκιμάσας Δείναρχος ἐν τῷ Κατὰ Προξένου . πολὺ δ ' ἐστὶ τοὔνομα ἐπὶ τούτου τοῦ
7422919 τοὐπιγραμμα
. ἐνταῦθα ἔληγεν . εἶθ ' ὑπεγέγραπτο τοῦ λόγου δὴ τοὐπίγραμμα , φιλοστέφανος , ἢ φιλησιστέφανος . ὅσον μὲν οὖν
προσοικοδομήσας ὕστερον ὁ δῆμος Ἀθηναίων μεῖζον μῆκος τοῦ βωμοῦ ἠφάνισε τοὐπίγραμμα : τοῦ δ ' ἐν Πυθίου ἔτι καὶ νῦν
7421290 κλωποπατωρ
κλέπτου πατρὸς ἦν Ἑρμοῦ , ἀπάτωρ δὲ ὡς πολυπάτωρ . κλωποπάτωρ : τουτέστι κλεψίγαμε , κλεπτότοκε , πατρὸς τοῦ Ἑρμοῦ
κατὰ δὲ ἄλλους ἐκ τῶν μνηστήρων . ὁ Πὰν δὲ κλωποπάτωρ , καθὸ κλέπτου πατρὸς ἦν Ἑρμοῦ , ἀπάτωρ δὲ
7420702 συνοικησασα
πρῶτος ὁ Ἀργεῖος ἔκοψε νόμισμα , εἴτε Δημοδίκη ἡ Κυμαία συνοικήσασα Μίδᾳ τῷ Φρυγίπαῖς δ ' ἦν Ἀγαμέμνονος Κυμαίων βασιλέωςεἴτε
ὅσων ὑμῖν μεμαρτύρηται , καὶ ὅτι οὐδενὶ ἄλλῳ ἐγγυηθεῖσα οὐδὲ συνοικήσασα φαίνεται : σκεψώμεθα δὲ καὶ ἐξ ὧν ἄν τις
7420006 Ἁνθρωπος
. Ἀμέλει , ποήσεις τοῦτο : ταχὺ γὰρ ἔρχομαι . Ἅνθρωπος ἐπιτρίψει με διὰ τὰ στρώματα . Ἔπαιρε σαυτόν .
αὐτήν , ἀλλ ' ὁ τῆσδ ' ἔρως φανείς . Ἅνθρωπος , ὦ δέσποιν ' , ἀποστήτω . Τὸ γὰρ
7419085 συνετωτατος
γε ἀληθής ἐστιν ὁ περὶ τοῦ Παλαμήδους λόγος , ὁ συνετώτατος τῶν Ἀχαιῶν κἀν τοῖς ἄλλοις ἄριστος τὴν ἐπιβουλὴν καὶ
βουλευόμενος ἀλλ ' ἐν βάθει . ἀντὶ εὐθείας δὲ ὁ συνετώτατος Χείρων , ὡς καὶ παρ ' Ὁμήρῳ : ἱππότα
7414185 Ἀλκμαιωνι
τῆς γυναικὸς προδεδόσθαι συστρατεύσειν μὲν ὡμολόγησεν , ἐντολὰς δὲ ἔδωκεν Ἀλκμαίωνι τῷ υἱῷ μετὰ τὴν ἑαυτοῦ τελευτὴν ἀνελεῖν τὴν Ἐριφύλην
θεοῦ τοὺς Δηλίους . Ἀχαιὸς δ ' ὁ Ἐρετριεὺς ἐν Ἀλκμαίωνι τῷ σατυρικῷ καρυκκοποιοὺς καλεῖ τοὺς Δελφοὺς διὰ τούτων :
7411873 ἁμος
ἀπὸ τοῦ ὑμέτερος ὑμός , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ ἁμέτερος ἁμός Δωρικῶς . ἢ θέμα ἐστὶ τῆς Δωρίδος διαλέκτου .
ἁμῶς , καὶ ἐν συνθέσει ἁμωσγέπως . ἀπὸ δὲ τοῦ ἁμός γίνεται ἁμόθεν ἐπίρρημα : καὶ ὥσπερ ἀπὸ τοῦ καλός
7409285 Τυλλῳ
ἐμὴν γνώμην , ὦ παῖδες ἀγαθοί , καὶ πορευθέντες ἀποκρίνασθε Τύλλῳ τήν τ ' εὐσεβῆ καὶ καλὴν ἀπόκρισιν . οἱ
παρῆν ὁ Ἀλβανὸς ὡς ἐπὶ νικήματι κοινῷ γεγηθὼς καὶ τῷ Τύλλῳ συνηδόμενος . ὁ δὲ Τύλλος ἀπόρρητον τὴν γνώμην ἔτι
7409127 Βαθυλλος
ἀπὸ τοῦ Ἀριστοκλῆς Ἀρίστυλλος , Θρασυκλῆς Θράσυλλος , οὕτως Βαθυκλῆς Βάθυλλος . Ἡρωδιανὸς Περὶ παθῶν , . . . .
ἐκ τῆς ζώσεως κολπωμάτων , . , * . . Βάθυλλος : ὄνομα κύριον , ὁ ἐρώμενος Ἀνακρέοντος . γέγονε
7408757 πεπαικται
. ἢ τὸν καλοῦ πατρὸς παῖδα . ὁ δὲ νοῦς πέπαικται εἰς τραγῳδίαν : ὁ γὰρ χαρακτὴρ τραγικὸς , ὡς
ξύνεισι πλὴν τῆς ἑσπέρας : Ἀντὶ τοῦ , σκοτίᾳ . πέπαικται δὲ ἀπὸ τοῦ Σκυθῶν ἐρημία . χαριέντως δὲ τοῦτο
7407119 Ἀγησιδαμος
αὐτὸν μόνον γενόμενον ἐνίκησεν ὁ Ἡρακλῆς . ἔοικε δὲ ὁ Ἀγησίδαμος ἡττῆσθαι πρῶτον , εἶτα ὕστερον ὑπὸ Ἰολάου παροξυνθεὶς νενικηκέναι
. τῷ Ἰολάῳ , φησὶν οὖν , χάριν ἐχέτω ὁ Ἀγησίδαμος ὥσπερ Ἀχιλλεῖ Πάτροκλος . Ἰόλᾳ φερέτω χάριν : οὕτω
7401647 Ἠμαθιωνος
δὲ λέγει κατὰ μέν τινας Ἀσκανίου , κατὰ δέ τινας Ἠμαθίωνος παῖδα εἶναι . . . . , : Διονύσιος
[ ] / υἱὸν Τιθωνοῦ [ , καὶ ] / Ἠμαθίωνος ἀπέδωκε [ ] / τὰν βασιλήαν ? ? [
7401426 Προκλει
νῦν ἔτι οἱ Θηραῖοι κατὰ ἔτος ἐναγίζουσιν ὡς οἰκιστῇ : Προκλεῖ δὲ καὶ Εὐρυσθένει μέχρι μὲν τῆς προθυμίας τῆς ἐς
Νικάνορι τῷ Σταγειρίτῃ , οἰκείῳ ὄντι Ἀριστοτέλους , δευτέρῳ δὲ Προκλεῖ Δημαράτου τοῦ Λακεδαιμονίων βασιλέως ἀπογόνῳ , ὃς καὶ δύο

Back