ὑφιστάμην τὸν ἆθλον καὶ τὰ ψυχρὰ ἐκεῖνα τὰ ἐκ τῆς σοροῦ φιλήματα ὑπερήδιστά μοι ἐποίει ὁ λιμός . εἶτα ὀλίγου | ||
λυπεῖσθαι ὁρῶσαν αὐτήν : ἀλλ ' ἀντὶ κέδρου : ἀντὶ σοροῦ : ἀπὸ κέδρου γὰρ αἱ σοροί . [ συνθάπτειν |
ἔξω τῆς ἀνατρίψιος . Τὰ δὲ ἐκ τῆς κάτω κοιλίης λυόμενα δι ' οὔρων καὶ ἱδρώτων , ἢν ὀλισθῇ μετρίως | ||
ἀνδρῶν καὶ τὰ τούτων ἐξήγετο λείψανα καὶ ἀτίμως λεπτυνόμενα καὶ λυόμενα εἰς ἀέρα ἐλικμᾶτο , τὰ δὲ καὶ ἐπὶ τῶν |
ἀικάς : τὰς φορὰς καὶ τὰς ὁρμάς , ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . . . ὁ δὲ Ἀπίων λέγει ἀπὸ τοῦ | ||
αἱ πνοαὶ αἱ κάτω ἀίσσουσαι . . συστροφάς ἀπὸ τοῦ ἀίσσειν . : αἰγίδες καὶ καταιγίδες , . Β . |
, ἄφωνοι , ἐφιδροῦντες , ἐπανενέγκαντες θνήσκουσιν . Αἱ μετὰ καταψύξιος δυσφορίαι κάκισται . Κατάψυξις μετὰ σκληρυσμοῦ , ὀλέθριον . | ||
δυσφορίαι κάκισται . Κατάψυξις μετὰ σκληρυσμοῦ , ὀλέθριον . Ἐκ καταψύξιος φόβος καὶ ἀθυμίη ἄλογος ἐς σπασμὸν ἀποτελευτᾷ . Αἱ |
πρὸς φυτείαν : ἕτερα δὲ ἀπὸ παρασπάδων , τῶν καλουμένων μοσχευμάτων : τινὰ δὲ ἀπὸ πασσάλου , ἔνια δὲ ἀπὸ | ||
φυτεύεται δὲ οὐ μόνον ἐξ αὐτοῤῥίζων , ἀλλὰ καὶ ἐκ μοσχευμάτων τουτέστι παρασπάδων . εἰ δὲ μέλλεις αὐτόῤῥιζα φυτεύειν , |
καὶ τούτοις συγκαλυπτόν - των αὐτήν : εἰώθασι γὰρ τὰ καταλιμπανόμενα ἀφ ' ἑκάστου ἄρτου μιγνύντες ποιεῖν ἄρτον . φησὶν | ||
εἰσπλεῖν ἢ τὰ εἰσπλεύσαντα μὴ δύνασθαι ἐκπλεῦσαι , τά τε καταλιμπανόμενα ἐν τῇ χώρᾳ ἑκουσίως , εἰς χρείαν δὲ φέροντα |
τῆς ὁριστικῆς ἐγκλίσεως αἱ φωναί , ὡς τὸ λέγετε καὶ λέγεσθε καὶ ἔτι διανοεῖσθε καὶ ἅπαντα τὰ τοιαῦτα . καὶ | ||
τὸ τ , καὶ ς προσλαμβάνει τὸ πληθυντικόν , λέγεται λέγεσθε , ἐλέγετο ἐλέγεσθε , εἰ δὲ συμφώνῳ παραλήγοιτο , |
ὕδωρ ἐπιπίνειν , καὶ μὴ λούεσθαι . Ἀντιάδες : ἢν ἀντιάδες γένωνται , συνοιδέει ὑπὸ τὴν γνάθον ἔνθεν καὶ ἔνθεν | ||
λάρυγγα τοιοῦτόν τι πέφυκεν ἀγγεῖον , ἀλλ ' αἱ μὲν ἀντιάδες ὅμοιαι σπόγγῳ τὴν φύσιν ὑπάρχουσαι λεπτὴν ἰκμάδα δροσοειδῶς ἐξερεύγονται |
τὴν λάφυξιν λάφυρα . εἰλαπίνη γοῦν ἀπὸ τοῦ λελαπάχθαι . λάπτειν δὲ τὸ τὴν τροφὴν ἐκπέττειν καὶ κενούμενον λαγαρὸν γίνεσθαι | ||
ἀπὸ μὲν τοῦ λαγαροῦ ἡ λαγών , ἀπὸ δὲ τοῦ λάπτειν λαπάρα . λαφύττειν δ ' ἐστὶ τὸ δαψιλῶς καὶ |
οὐ μόνον ἐξ αὐτοῤῥίζων , ἀλλὰ καὶ ἐκ μοσχευμάτων τουτέστι παρασπάδων . εἰ δὲ μέλλεις αὐτόῤῥιζα φυτεύειν , ἔστω ταῦτα | ||
δένδρα ἀπὸ σπέρματος χρήσιμα πρὸς φυτείαν : ἕτερα δὲ ἀπὸ παρασπάδων , τῶν καλουμένων μοσχευμάτων : τινὰ δὲ ἀπὸ πασσάλου |
ὅκῳ . τίς δ ' εἶ σύ γ ' οὑγγύτατα θλιβεὶς τὰς ὀσφύας ἐπὶ τῶν κοχωνῶν , ἁργοναύτης οὑτοσί ; | ||
, θλιβεὶς ἀπὸ πικρίας , καὶ μὴ γεύσῃ γλυκύτητος , θλιβεὶς ἀπὸ καύματος καὶ στενωθεὶς ἀπὸ ψύξεως : καὶ κοπιάσεις |
βάλανον καλοῦσι , ψαμμώδει γῇ καὶ ψυχροῖς τόποις χαίρει . Φυτεύεται δὲ καὶ διὰ τῶν ἐνρίζων , καὶ διὰ σπέρματος | ||
ἔχοντα . Τὰ κάρυα φυτεύεται τῷ καιρῷ τῆς ἀμυγδαλῆς : Φυτεύεται δὲ καὶ ἀπὸ σπέρματος , καὶ ἀπὸ παρασπά - |
: ἐπὶ τῶν ἀναισχύντως χωρούντων πρὸς πᾶν τὸ τυχόν . Γυμνὸς ὡς ἐκ μήτρας : ἐπὶ τῶν ἀπόρων . Γυναικὸς | ||
ἔξωθεν ὑπακουστέον τὸ ἔχε . γυμνὸν ὄνθ ' οὕτως : Γυμνὸς γὰρ ἦν . καὶ τότ ' ἀπέδυν ἐγώ : |
Γαληψὸς οὐ πολλῶι ὕστερον καὶ Οἰσύμη . ὠνόμασται δὲ ἀπὸ Γαληψοῦ τοῦ ἐκ Θάσου καὶ Τηλέφης . . . . | ||
ὡς οἱ τὰς περιόδους γεγραφότες φασίν . ὠνομάσθη δὲ ἀπὸ Γαληψοῦ τοῦ ἐκ Θάσου καὶ Τηλέφης , ὡς Μαρσύας ὁ |
: ἀντιστραφὲν γὰρ τὸ ἔσχατον ὑποκείμενον πρῶτον κατηγορούμενον γίνεται . Ἀρκτέον τοίνυν ἀπὸ τοῦ τρίτου προβλήματος , καὶ δεικτέον ὅτι | ||
χρόνους ἀλλ ' ἐν δυνάμει [ τῆς ποσότητος ] . Ἀρκτέον δὲ ἀπὸ βραχείας . οὕτω τοίνυν ὁ Ἡφαιστίων αὐτὴν |
ἐπιῤῥιγώσασιν : οὗτοι ἐπιῤῥιγέουσι , περὶ κοιλίην καύματι προκληθέντες . Ὀσφύος πόνος , καὶ κεφαλαλγικῷ καὶ καρδιαλγικῷ , μετὰ ἀναχρέμψιος | ||
Ὀσφὺς εὐώνυμος παρέχειν πράγματα ὑφ ' ὧν εὐφρανθῆναι σημαίνει . Ὀσφύος τὸ μέσον κέρδος σημαίνει . Ἥβη πάλλουσα ἀγαθὰ παρά |
. πρὸ τῆς ἐπιούσης Πυλαίας ] οἷον πρὸ μηνὸς τῆς Πυλαίας τῆς ἑξῆς . ἔγνωμεν γὰρ ἐν τοῖς Δημοσθενικοῖς ὅτι | ||
μεγάλα τῇ πόλει ἥκειν φέροντάς φασι τοὺς Πυλαγόρας ἀπὸ τῆς Πυλαίας καὶ τὸν ἱερομνήμονα . τὴν πτέρυγα παραλύσασα τοῦ χιτωνίου |
χάλκεα ἐποίουν , ἐνδύματα . Κόρυθες : περικεφαλαῖαι : ἀπὸ Κόρυθός τινος Ἰβηρίου ἐκλήθη , ταύτην ἐφεύραντος πρῶτον . δοῦρα | ||
χάλκεα ἐποίουν , ἐνδύματα . Κόρυθες : περικεφαλαῖαι : ἀπὸ Κόρυθός τινος Ἰβηρίου ἐκλήθη , ταύτην ἐφεύραντος πρῶτον . δοῦρα |
, ἀλλ ' ὀλίγη , μηδὲ πάλη : ἀκροχείρησις καὶ χειρονομίη καὶ κωρυκο - μαχίη καὶ ἀλίνδησις ἐπιτήδεια , ἀλλὰ | ||
ἡ ἀναπνοὴ τοιῶνδε φάρμακον πεπτήριον . γυμνάϲια , τρίψιεϲ , χειρονομίη ἁλτήρων βολαῖϲι τοῦ θώρηκοϲ , καὶ τῆϲ κοιλίηϲ κόποι |
ὅλως τῶν δυσδαιμόνων μογοῦσιν οἷα ἐγώ ; τινὲς οὕτως : δυσδαιμόνων δέ τινες , ἵνα λείπῃ τὸ παῖδες . : | ||
τῶν δυσδαιμόνων εἰσὶν οἵτινες τοιαῦτα μογοῦσιν οἷα ἐγώ . . δυσδαιμόνων δέ τινες ] εἰσὶ , ἤτοι δυσδαίμονες . ἓ |
περὶ μυρσίνης . [ ηʹ . ] ζʹ . περὶ φυτεύσεως μυρσίνης . [ θʹ . ] ηʹ . περὶ | ||
περὶ πίτυος . [ ιβʹ . ] ιαʹ . περὶ φυτεύσεως πίτυος . [ ιγʹ . ] ιβʹ . περὶ |
τῆς Σικελίας Κελτοὶ καὶ Ἴβηρες δισχίλιοι κατέπλευσαν εἰς Κόρινθον , ἐκπεμφθέντες ὑπὸ Διονυσίου τοῦ τυράννου συμμαχῆσαι Λακεδαιμονίοις , εἰς μῆνας | ||
γενέσθαι ἐλθεῖν . ξυνέβαινον δὲ τούτοις καὶ οἱ παρὰ Ἀλεξάνδρου ἐκπεμφθέντες πρέσβεις πρὸς Ἀβισάρην . καὶ ταῦτα οὐ χαλεπῶς πιστεύσας |
σῶμα , τὰ δ ' ἐπὶ πιτυριάσεως καὶ ψώρας καὶ φθειριάσεως ἢ κονίδων ἐνοχλουσῶν . ῥυπτικὰ μὲν οὖν ἐστι νίτρον | ||
ιαʹ περὶ κριθῆς . ιβʹ περὶ λιθιάσεως . ιγʹ περὶ φθειριάσεως . ιδʹ περὶ τριχιάσεως . ιεʹ περὶ φαλαγγώσεως . |
πάσχει ἡ πόλις καὶ στενάζει καὶ οἷον ἐκ τῶν ὀδυρμῶν κέκοπται καὶ χαράσσεται ἡ γῆ κάτωθεν . τοῦτο δὲ εἴρηκεν | ||
† ἔχει , πάσχει . πόνον ] † θλίψιν . κέκοπται ] † ἤγουν θρηνεῖ : ἐξ οὗ καὶ κοπετός |
ταῦτα . ἐκεῖνα δὲ φύσει ἡδέα , οἷς οἱ ἀληθῶς φιλόκαλοι χαίρουσι . τοιαῦται δ ' αἱ κατ ' ἀρετὴν | ||
ἢ εὑρεμάτων ὠφελουμένους : ὅθεν καὶ σωμάτων ἀγορασμοὺς ποιοῦνται καὶ φιλόκαλοι καθίστανται . τινὲς δὲ καὶ προβιβάζονται , καὶ μάλιστα |
, ὡς ἀταρτηρός καὶ ἐτήτυμος καὶ ἀτιτάλλειν . ἢ ἀπὸ Ἀλαλκομενέως τινὸς ἱδρυσαμέ - νου αὐτῆς ναὸν Ἀλαλκομενηΐς , ὡς | ||
ὄρος ὁμώνυμον . Ἀλαλκομένιον , πόλις Βοιωτίας , ἀπὸ τοῦ Ἀλαλκομενέως , ὃς καὶ ἵδρυσε τὴν Ἀθηνᾶν Ἀλαλκομενηίδα . οὐ |
λάθαργοι μυδόωσι , τουτέστιν ὄζουσι γναμπτόμενοι ὑπὸ τοῖς ἀρβήλοις οἱ λάθαργοι . Γναμπτόμενοι γὰρ ξεόμενοι : ἐξ οὗ καὶ γναφεὺς | ||
, οἷς οἱ σκυτοτόμοι τέμνουσι καὶ ξέουσι τὰ δέρματα . λάθαργοι δέ , οἱ ὑμένες καὶ τὰ ξύσματα τῶν δερμάτων |
αὐτῶν τὸ κρατεῖν . ἴσθι δὲ ὅτι τὰ αὑτοῦ μὲν Συμμάχου κομιζομένου σφόδρα ἂν ἡσθείην : εἰ δ ' ἑτέρως | ||
τὴν δὲ χεῖρα ἔμπυον εἶχε μέχρι τοῦ ἀγκῶνος . Ὁ Συμμάχου παῖς ὑπὸ χολῆς ἀπεπνίγη νύκτωρ καταδαρθὼν , καὶ πυρετοῦ |
πρὸ τοῦ καιροῦ τοῦ πολέμου ; Βʹ . Περὶ τοῦ ἁγιάζειν τὰ βάνδα . Γʹ . Περὶ τοῦ προκαθιστᾶν τὰ | ||
] τὸ ἐκ πολλῶν καταλελειμμένον ] καὶ ἀπολειφθέν ἥγιζεν ] ἁγιάζειν γελοίως σάκταν ] σακούλιον . σάκκον πολλὴν ] εἶναι |
κατ ' ἴξιν : ἢ καὶ τὰ κάτω ἥπατος ἄνωθεν διαδιδόντα , οἷον τὰ ἐς ὄρχιας καὶ κιρσούς ; σκεπτέα | ||
διῆλθεν . Ἰδὼν δὲ τὸν σωματοφύλακα τοῦ τυράννου τὰ ἐπιτήδεια διαδιδόντα τοῖς στρατηγοῖς , ὑπολαβὼν αὐτὸν τὸν Πορσίναν εἶναι , |
, Ὄρνις τ ' Αἰητός τε , τά τε πτερόεντος Ὀϊστοῦ τείρεα , καὶ νοτίοιο Θυτηρίου ἱερὸς ἕδρη . . | ||
, Ὄρνις τ ' Αἰητός τε , τά τε πτερόεντος Ὀϊστοῦ τείρεα , καὶ νοτίοιο Θυτηρίου ἱερὸς ἕδρη . Ἵππος |
αʹ . κόψας καὶ σήσας ἐπίπασον τὴν κεφαλήν . [ Ἀποφλεγματισμὸς χειμερινός . ] Λαβὼν ὑσσώπου ⋖ δʹ . ὀριγάνου | ||
εἰς γλοιοῦ πάχος χρῶ ἐν βαλανείῳ ὡς κάλλιστον . [ Ἀποφλεγματισμὸς κατασπῶν ἐκ τοῦ κρανίου φλέγμα . ] Ἀγριοσταφίδας μετὰ |
καὶ τὰς παρασπάδας καὶ τὰ μοσχεύματα μεταφυτεύεσθαι . ἀπὸ δὲ πασσάλου καὶ κλάδων φυτεύεται ἀμυγδαλῆ , ἀππιδέα , συκάμινον , | ||
. Τούτῳ τῷ μηνὶ φυτεύσομεν πᾶν δένδρον καὶ κάστανον ἀπὸ πασσάλου , μάλιστα ἐν τοῖς ψυχροτέροις καὶ ὑγροτέροις τόποις . |
μικρόν τι τῆς ἀνοίας , ὥσπερ οἱ τὰ πεφυσημένα καὶ οἰδοῦντα νύξαντες ἢ σείσαντες . ἐν δὲ τούτῳ θεασάμενος ἵππους | ||
πρόσωπον οἰδέει . Ἰᾶσθαι δὲ τούτους προσήκει , τρίβοντας τὰ οἰδοῦντα μέρη , ἐνίοτε μὲν δι ' ὀξυροδίνου , ποτὲ |
Μυελῷ βοείῳ ὀλίγον πηγάνου μίξας χρῶ . Πρὸς ἡλκωμένας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ ι , λιθαργύρου ⋖ δ , σμύρνης | ||
δὲ καὶ τοῦτο ᾧ ἐχρήσατο Ἀρχιγένης πρὸς τοὺς αἱμοῤῥαγοῦντας . Στυπτηρίας σχιστῆς ⋖ αʹ , κόμμεως ὀβολὸν αʹ , τραγακάνθης |
' ἐκ περαινόντων τε καὶ ἀπείρων περαίνοντί τε καὶ οὐ περαίνοντι , τὰ δ ' ἐξ ἀπείρων ἄπειρα φανέονται . | ||
ἄλλο βούλεται ἢ εὐθεῖαν περαίνειν διὰ τοῦ νόμου καὶ εὐθεῖαν περαίνοντι ἕπεσθαι τῷ θεῷ . Τίς ὑπονοίας χρεία παρὸν σκοπεῖν |
καὶ σωφροσύνη καὶ αἱ συγγενεῖς περιποιοῦσι διαθέσεις , ὧν αἱ φιλάρετοι ψυχαὶ κληρονομοῦσιν . οὐκοῦν οὐ τὰ προσόντα τῷ μοχθηρῷ | ||
δυναστείαν ἀγαπῶσι , τῶν δὲ περὶ ψυχὴν ὅσοι φιλόκαλοι καὶ φιλάρετοι , μὴ τὰ νόθα πρὸ τῶν γνησίων ἀλλὰ τὰ |
μάχης ] τῆς ναυμαχίας . ἀμηχανεῖν ] τοὺς Πέρσας . θώμιγγος ] θῶμιγξ κέκληται τὸ λεπτὸν σχοινίον . κακῶν ὁρῶν | ||
λίθοις ἐβάλλοντο καὶ συνετρίβοντο λιθολευστούμενοι , ἀπὸ τῆς τοξικῆς τε θώμιγγος ἰοὶ καὶ βέλη προσπίπτοντες ὤλλυσαν καὶ ἔφθειραν τοὺς Πέρσας |
τὸ σύμβολον τὴν τῶν φρενῶν πηγὴν καὶ τὸ τῷ νοεῖν προσεχέστατον ὄργανον , δι ' οὗ θεωρίαν τε καὶ ἐπιστήμην | ||
τοῖς ἑκατόν . ἡ δὲ Φάρος νησίον ἐστὶ παράμηκες , προσεχέστατον τῇ ἠπείρῳ , λιμένα πρὸς αὐτὴν ποιοῦν ἀμφίστομον . |
: θεωρηθήσεται ἄρα διὰ τῆς αὐτῆς διόπτρας Ὑδροχόος δύνων . θεωρείσθω κατὰ τὸ Ε σημεῖον . καὶ ἐπεὶ τὰ Ε | ||
: ταῦτα οὖν , φησίν , ἐκ τῶν περὶ ἀστρολογίαν θεωρείσθω : καὶ γὰρ ἐκεῖ περὶ τῆς τάξεως τῶν πλανωμένων |
οἱ Ἀθηναῖοι . οἱ δὲ αὐτοί τε : ἤγουν οἱ Μενδαῖοι τραυματιζόμενος : βαλλόμενος ὑπ ' αὐτῶν . ἔνιοι δὲ | ||
οὐχ ὑπεῖξαν . ἀναχωρήσαντες : ἐπὶ πόδα ἐλθόντες . οἱ Μενδαῖοι : οἱ ἐπὶ τοῦ λόφου . ἐς τὴν πόλιν |
θῆναι πάλιν τῆς τροφῆς καὶ ταύτην πέψαι καὶ κατασχεῖν εἴπερ εὐβλαστῆ καὶ εὔκαρπα μέλλει γενήσεσθαι . Τροφῆς μὲν οὖν πλῆθος | ||
πάντα δὲ τὰ ἐν Σκιάλᾳ φυτευθέντα καὶ θᾶττον αὐξάνεσθαι καὶ εὐβλαστῆ γίνεσθαι . Ὁ αὐτός φησι καὶ ὅτι ἡ Ἰνδικὴ |
γράφει τὴν παραλήγουσαν τῆς γενικῆς : οἷον , κλὼν , κλωνός : πρὼν , πρωνός : Χὼν , Χωνὸς , | ||
καὶ φυλάττουσι τὸ ω ἐπὶ τῆς γενικῆς , οἷον κλών κλωνός , πρών πρωνός , ἐξ οὗ καὶ Π πρώονες |
παντελῶς ἀπίστου : ἑψήματα γὰρ αὐτοῖς χορηγοῦσιν ἔκ τινος εὐτελείας ἑτοίμης γινόμενα , καὶ τῶν ἐκ τῆς βύβλου πυθμένων τοὺς | ||
διδακτῆς τε καὶ αὐτομαθοῦς , τὸ μὲν ἀσθενέστερον διδασκομένης , ἑτοίμης δὲ τὸ ἐρρωμένον . ” Εἰς δὲ τὸν καιρὸν |
τῆς φύσεως λαμβάνουσα καὶ ὡσανεὶ ἐφοδιαζομένη ζωπυρεῖ τε αὐτὰ καὶ μεγεθύνει καὶ ἐνεργέστερα διὰ τῶν παρ ' αὐτῆς μαθημάτων ἀπεργάζεται | ||
εἰλεοῦ τε καὶ χορδάψου γεννητικὸν , πληθώρας τε καὶ ἀποπληξίας μεγεθύνει αὐτόθεν καὶ τὴν κωλικὴν διάθεσιν προβάλλεται , παροξύνει καὶ |
Ἐπὶ δόρυ ἐπίστρεφε , ἀποκατάστησον . Ἐπὶ δόρυ περίσπα , ἀποκατάστησον . Ἐπὶ δόρυ ἐκπερίσπα , ἀποκατάστησον . Ἐπ ' | ||
εὔοσμον ἐξικνούμεθα : καταλαμβανόμεθα ὑφέσθαι : παραχωρεῖν ἀποπρίω : ἀγοράσας ἀποκατάστησον διακναίσῃ : διαφθείρῃ συχνοί : πολλοί ἀμῶν : θερίζων |
ἔχουσα φλεγμονῆς δίκην παλλομένην καὶ σφυγματώδη , τὴν δὲ ἀπότευξιν ἀλγεινὴν καὶ θανάτων μυρίων χείρω ; τίς γὰρ ἂν εὐδαιμονήσειε | ||
ἔχουσαι , αἱ κακῶς πενθοῦσαι . ἀλεγεινήν : φευκτὴν , ἀλγεινὴν , ἐλεεινὴν , χαλεπὴν , καὶ πένθος κακὸν καὶ |
ὑπάρχουσιν ὡρισμέναι τέσσαρες αἱ πολυθρύλλητοι , ἑλκτική , ἀποκριτική , καθεκτική , ἀλλοιωτική . διό φησι τῶν γὰρ κατὰ συμβεβηκὸς | ||
προνοίας . ἡνίοχος ] κυβερνήτρια , κυβερνῆτις , κυβερνητική , καθεκτική , διοικητής . , ἄγουσα . πολιοῦχος ] ἡ |
νυν ] δή . τῇ οἰκίᾳ ] συνίζησις . ἄνευ δρυφάκτου : δρύφακτος Γ τὸ ⌈ παραγενόμενον [ περιτεινόμενον Γ | ||
χοῖρος δέδεται . Γ ἔξεισιν ὁ ἕτερος τῶν οἰκετῶν ἀντὶ δρυφάκτου χοιροκομεῖον ἔχων . ἔστι δὲ τὸ καλούμενον ζωγρεῖον κανονωτόν |
. Τιθύμαλλον δὲ νεμηθεῖσαι , τοῦ τε ὀποῦ γευσάμεναι , διάῤῥοιαν νοσοῦσι . διὸ δεῖ ἀφανίζειν καὶ ἐκτίλλειν τὸν ἐγγὺς | ||
οὐ πέττεται , λοιπὸν διαφθειρόμενα ἐκταράσσει τὴν γαστέρα , καὶ διάῤῥοιαν ποιεῖ . καʹ . Μελαίνης χολῆς ἐς ὅμοιον αἱμοῤῥοΐδος |
. Γλαὺξ οὐκ ἂν νοσσοποιήσειε ἑτέρας προλαβούσης τὸ δῶμα . Εὐγενὴς ἵππος σκύβαλον ἑτέρου ἵππου οὐκ ἂν προσενέγκοιτο . Γῦπες | ||
Εὐρυκλῆς πᾶς ἐγγαστρίμυθος : ἀπὸ Εὐρυκλέους τοιούτου τινὸς μάντεως . Εὐγενὴς ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι |
ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς | ||
ψυχρὰ μετὰ τροφὴν πίνειν καὶ μήτε ἀθρόως μήτε χανδὸν μήτε ἄοινα . τινὲς δ ' ἐξευρήκασι βρωτὰ καὶ ποτὰ πρὸς |
δοκιμάζουσα . οὕτως πάντες κέχρηνται οἱ ἀξιόλογοι . ἐκ τοῦ Ῥητορικοῦ , . , . . . Βασκαίνει : ἀντὶ | ||
ἡ φροντίς : οὕτως Αἰσχύλος . ἐκ τοῦ Λεξικοῦ τοῦ Ῥητορικοῦ . . . ; ≌ . . . , |
ἄρνες , ἀρνῶν . ἀπὸ δὲ τοῦ κεφαλαί κατὰ λόγον κεφαλέων . . ἀρνέων ἀρνείων : . . . . | ||
: ἡ διπλῆ περιεστιγμένη , ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἀρνέων ἐκ κεφαλέων . ἀπὸ δὲ τῶν κατὰ τὴν ὀρθὴν ληγόντων εἰς |
, ὡς οὐκέτι προῄεσαν ἐκ τῆς πόλεως , παραστρατοπεδεύσας αὐτοῖς ἀπετάφρευέ τε καὶ περιεχαράκου καὶ προσβολὰς ἐποιεῖτο τοῖς τείχεσι συνεχεῖς | ||
ὁ δ ' Ἀντώνιος ἐπελθὼν αὐτῷ σὺν ὀργῇ τὴν Μουτίνην ἀπετάφρευέ τε καὶ ἀπετείχιζε . Καὶ Δέκμος μὲν ἐπολιορκεῖτο , |
καταλαμβάνοντες , φωτὸς συνεργοῦντος , ᾧ πάντα αὐγάζεταί τε καὶ διελέγχεται , ὦτα δ ' , ὡς ἔφη τις οὐκ | ||
ἐπὶ τρίτου οὐ τίθεται : ὑπὸ γὰρ συζύγου τοῦ οἷ διελέγχεται . καὶ σαφὲς ὅτι καὶ τὸ οἷ οὐκ ἐπὶ |
τινὰς ἐπὶ τοῦ νώτου ἐπιχρύσους ἔχοντα . ὁρᾷς , ὦ Ἔλεγχε ; Ὁ τὸν Ἀριστοτέλη προσποιούμενος οὗτός ἐστιν . Ἦλθεν | ||
ἀνασπάσωμεν . καὶ σύ , ὦ Ἔλεγχε , ἀνάσπα : Ἔλεγχε , συνεπιλαβοῦ τῆς ὁρμιᾶς . Ἄνω ἐστί . φέρ |
ξύλων , ἀτμὸς ἀπὸ ὕδατος , αἰθάλη ἀπὸ λίθου , βδέλος ἀπὸ λύχνου , λιγνὺς ἀπὸ κηρίων καὶ ἐλαίων , | ||
ἀτμὸς ὁ ἀπὸ ὕδατος , αἰθάλη ἡ ἀπὸ λίθου , βδέλος ὁ ἀπὸ λύχνου , λιγνὺς καὶ κνίσσα ὁ ἀπὸ |
γίνεται . ἢ παρὰ τὸ ἀρῶ , τὸ ἀροτριῶ , ἀρός καὶ ἀγρός . . . . , . ἀγρώσσω | ||
γίνεται . ἢ παρὰ τὸ ἀρῶ , τὸ ἀροτριῶ , ἀρός καὶ ἀγρός . . . . , . ἀγρώσσω |
δίψος ἐπιπόνως . Τρισκαιδεκάτῃ , μέλανα , δυσώδεα , πουλλὰ ἤμεσεν : ῥῖγος : περὶ δὲ μέσον ἡμέρης ἄφωνος . | ||
κρημνοῦ κόρη πεσοῦσα , ἄφωνος : ῥιπτασμὸς αὐτὴν εἶχεν : ἤμεσεν ἐς νύκτα : αἷμα συχνὸν ἐῤῥύη , κατὰ τὸ |
. ἵνα δὲ μὴ πάμπαν τὰ ποιούμενα ἐπιγνοῖεν μηδὲ τοῦ πατάγου τῆς λατομίας ἐπαΐοιεν , τότε δὴ ἐς ὅ τι | ||
αὐτοῦ Δῖνος νυνὶ βασιλεύων . ἀτὰρ οὐδέν πω περὶ τοῦ πατάγου καὶ τῆς βροντῆς μ ' ἐδίδαξας . οὐκ ἤκουσάς |
τὴν γονὴν δοκοῦντα συνουσιάζειν γυναικὶ ἢ πολλάκις καὶ δίχα φαντασίας συνουσιασμοῦ . ὀνειροπολεῖν τὸ φαντάζεσθαι , ὀνειρώττειν δὲ τὸ καθ | ||
ἡ ἡδονὴ ἡ ἀπὸ τοῦ χορτάσαι καὶ ἡ ἀπὸ τοῦ συνουσιασμοῦ ἐκκρούει τὴν λύπην τὴν ἐκ τοῦ πεινᾶν καὶ μὴ |
ἑκατέρωθέν τινος λαβέσθαι , καὶ τὸ εἰς δύο ἢ πλέονα διαχωρίσαι ἢ διελεῖν . Ἡρόδοτος τὰ δύο . τὸ μὲν | ||
διακρῖναι , διελεῖν , διατεμεῖν διχοτο - μεῖν , χωρίσαι διαχωρίσαι ἀποχωρίσαι , ἀποστῆσαι διαστῆσαι ἀπομερίσαι * διαμερίσαι , διαλαβεῖν |
: αἱ δὲ θήλειαι βόες μόνον , τὰ δὲ νέα δαμάλαι καὶ δαμάλιες καὶ μόσχοι καὶ πόριες καὶ πόρτιες καὶ | ||
. λυσσᾶν : ἤγουν τὰ τῶν κυνῶν ἤθη ἀναδέξασθαι . δαμάλαι : αἱ νέαι βόες αἱ εἰς τὸ δαμασθῆναι ἐπιτήδειαι |
, χελιδόνιον τὸ μικρότερον ἀρχομένης , τὰ καυστικὰ πάντα . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα μετρίως , καὶ ἡ πόα καταπλασσομένη μετρίως | ||
δὲ τὴν διάθεσιν ἐκ τοῦ πρωτοπαθοῦντος εἰς ὅλην αὐτήν . Ἀγρώστεως ἡ ῥίζα δριμύ τι καὶ ὑποστῦφον ἔχει . Ἀλόη |
τῇ δὲ Ἀσκληπιός ἐστι καὶ Ὑγεία . θεαὶ δὲ αἱ Μεγάλαι Δημήτηρ μὲν λίθου διὰ πάσης , ἡ δὲ Σώτειρα | ||
περίβολον θεῶν ἱερὸν τῶν Μεγάλων . αἱ δέ εἰσιν αἱ Μεγάλαι θεαὶ Δημήτηρ καὶ Κόρη , καθότι ἐδήλωσα ἤδη καὶ |
λέγω τὸ μὲν μέσον σημεῖον κατὰ τὴν σύμπτωσιν τῆς ἀρτηρίας διαστελλομένης οὑτωσοῦν ἐπὶ τὰ ἔξω ῥεῖν καὶ πάλιν ἀπὸ τῶν | ||
τῆς ἀποθεραπείας τρόπος οὐκ ἔναιμος , ἀλλὰ συσσαρκωτικὸς ἐπαγέσθω , διαστελλομένης σφόδρα τῆς διαιρέσεως ἢ τῶν διαιρέσεων πρὸς τὸ μὴ |
ἄνευ τοῦ δευτέρου β . Γογγυσμὸς καὶ γογγύζειν : ταῦτα ἀδόκιμα μὲν οὐκ ἔστιν , Ἰακὰ δέ . Φωκυλίδην γὰρ | ||
δὲ λέγε . Ὠνάμην , ὤνασο , ὤνατο : πάντα ἀδόκιμα ὅταν διὰ τοῦ α : τὰ γὰρ ἀρχαῖα διὰ |
ὁρῶ . ποῖ πρὸς θεῶν , ποῖ ποῖ γαλῆν : γαληνά . ἐγὼ δ ' ᾤμην σε γαλῆν λέγειν ὁρῶ | ||
ὑποκρινόμενος οὕτω προηνέγκατο ὥστε μὴ ὑποχωρῆσαι ἐκ τῆς συναλοιφῆς τὸ γαληνά , ἀλλὰ διαχωρῆσαι μᾶλλον , ὥστε δόξαι τὴν γαλῆν |
φασίν . ὠνομάσθη δὲ ἀπὸ Γαληψοῦ τοῦ ἐκ Θάσου καὶ Τηλέφης , ὡς Μαρσύας ὁ νεώτερος ἐν πέμπτῳ Μακεδονικῶν . | ||
φασίν . ὠνομάσθη δὲ ἀπὸ Γαληψοῦ τοῦ ἐκ Θάσου καὶ Τηλέφης , ὡς Μαρσύας ὁ νεώτερος ἐν πέμπτωι Μακεδονικῶν . |
ἐόντες . ” Ὧς ἔφατ ' : ἐκ δ ' ἐγέλασσεν ἄδην Ἀφαρήιος Ἴδας , καί μιν ἐπιλλίζων ἠμείβετο κερτομίοισιν | ||
ἐπὶ δὲ τῆς Πηνελόπης , οἷον „ ἀχρεῖον δ ' ἐγέλασσεν „ , ἐπίπλαστον καὶ ἐπιπόλαιον μέχρι τοῦ τὰ χείλη |
καρκίνῳ ἢ ὥστε τὸν μοχλὸν ὑπωθεῖσθαι ἐπικλειομένων τῶν πυλῶν καὶ ἀνοιγομένων : τὸν δὲ καρκίνον ἐσκευάσθαι , ὅπως ὑπὸ τὴν | ||
νυκτὸς φέρειν τὰ λαμβανόμενα . νυκτὸς οὖν αὐτῷ τῶν πυλῶν ἀνοιγομένων , συνθέμενος Ἀννίβᾳ καὶ στρατιώτας λαβών , τοὺς μὲν |
ἐλθόντας . ἐπιμόλους ] τοὺς ἐπελθόντας ἐχθρούς : τούτους γὰρ δορύπονα κακὰ λέγει . θ ἐπιμόλους ] τοὺς κατὰ τῆς | ||
πληρεῖτε . τελεῖθ ' ] εἰς τέλος ἄγετε . θΞ δορύπονα ] καὶ τὰ ἐκ τοῦ πολέμου . δορύπονα ] |
ἀθρῶ . ἢ ἀπὸ τοῦ ἀθρῶ . . . . ἀθροίζω : ἐκ τοῦ θροῦς ἢ θρόος , ὃ , | ||
θρόος , ὃ , συναίρεσιν καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀθροίζω . . . . ἄθηλον : τὸ μὴ τεθηλακός |
ὡραῖοϲ καὶ ϲμικρόν τι μαλάχηϲ ἢ κράμβηϲ ἡμίεφθον ξὺν κυμίνου ἐμβάμματι . ἐϲ δὲ δεῖπνον ϲταφυλῖνοϲ ἡ ῥίζα καὶ χόνδροι | ||
πεπέρεωϲ κόκκοι ν γάρου μέλανοϲ # γ μίξαϲ , χρῶ ἐμβάμματι ἢ ὡϲ βούλει , καθαίρει χολήν . Ἄλλο . |
τῶν ὀφθαλμῶν . οἱ τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς οἰδοῦντες καὶ ἐξογκούμενοι : κύλα δὲ τὰ ὑποκάτω τῶν ὀφθαλμῶν | ||
ἀληθέστερον : χρύσειαι ζωῇσι νεήνισιν ἐοικυῖαι . κυλοιδιόωντες : οἱ οἰδοῦντες τὰ κύλα τὰ ὑπὸ τοὺς ὀφθαλμούς . συμβαίνει γὰρ |
: οἱ δὲ ἐδέσμουν τὰ χειρόβολα καὶ ἔῤῥιπτον εἰς τὴν ἅλωνα . Οἱ δὲ ἐτρύγων ἀμπέλους , κρατοῦντες μαχαίρας : | ||
καὶ εἰ μὲν διὰ τοῦ ι γράφεται τὸ σημαῖνον τὴν ἅλωνα , ἀπὸ τοῦ ἀλοιῶ γέγονεν παρὰ τὴν τῶν ἀσταχύων |
εἴ τι περὶ τὰς προσβολὰς δύσκολον εἴη , τὰς θυσίας παριέντων . Καὶ γὰρ ἁλούσης τῆς πόλεως περὶ τρίτον μῆνα | ||
οἳ ἦσαν ἔξω τοῦ τείχους , ἐκάλει . καὶ οὐ παριέντων οὐδ ' ὣς αὐτόν , οἱ μὲν ὁπλῖται διαιρεθέντες |
Ἀπαιόλη ] ἀποστέρησις . Ἀριστοφάνης ὀξεῖαν τὴν ἐσχάτην φησίν , Ἀπαιολή . ἐρωτηματικῶς . βοάσομαί γ ' ἄρα : διπλῆ | ||
Ἀπαιόλη ] ἀποστέρησις . Ἀριστοφάνης ὀξεῖαν τὴν ἐσχάτην φησίν , Ἀπαιολή . ἐρωτηματικῶς . βοάσομαί γ ' ἄρα : διπλῆ |
πόλις ἐστὶν ἐν τῷ ἐνδοτάτῳ τόπῳ τοῦ Ἀραβικοῦ κόλπου . Καλοῦνται δὲ οἱ ἐνοικοῦντες Ἐλάσιοι . Τὸ ἐτάνυσεν οὐκ ἀντὶ | ||
τὸν τελευταῖον ] , ὅπερ ἀναπαίστου μιᾷ ἐνδεῖ συλλαβῇ . Καλοῦνται δὲ ταῦτα πάντα ἀποθέσεις . Παντὸς μέτρου ἀδιάφορός ἐστιν |
ῥηματικὸν λαλὴ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ λ , λάλλαι . λάλλαι δὲ αἱ ψῆφοι αἱ ὑπὸ τῶν κυμάτων κινούμεναι , | ||
πέτρῃ , ὕδατι πεπληθυῖαν ἀκηράτῳ : αἱ δ ' ὑπένερθε λάλλαι κρυστάλλῳ ἠδ ' ἀργύρῳ ἰνδάλλοντο ἐκ βυθοῦ : ὑψηλαὶ |
δούλων , κλαίων ἀναχωρήσει : ἐὰν δὲ θέλῃς , σὺ δίωξόν με ἐκ τῆς γῆς σαυτοῦ : ἄραρεν : ἀντὶ | ||
δούλων , κλαίων ἀναχωρήσει : ἐὰν δὲ θέλῃς , σὺ δίωξόν με ἐκ τῆς γῆς σαυτοῦ : ἄραρεν : ἀντὶ |
. Ἐφέσια γράμματα : ἐπῳδαί τινες ἦσαν , ἅσπερ οἱ φωνοῦντες ἐνίκων ἐν παντί . Ταὐτὸ τῇ , Δαφνίνην φορῶ | ||
. Ἐφέσια γράμματα : ἐπωδαί τινες ἦσαν , ἅπερ οἱ φωνοῦντες ἐνίκων ἐν παντί . ταυτὸν τῇ , Δαφνίνην φορῶ |
περιβόλοις κάνναισι . Φέρε δὴ κατακλινῶ : σὺ δὲ τράπεζαν εἴσφερε , καὶ κύλικα κἀντραγεῖν , ἵν ' ἥδιον πίω | ||
ὥσπερ τέως ἦν , ἀλλὰ καινῶν πραγμάτων . Τράπεζαν ἡμῖν εἴσφερε τρεῖς πόδας ἔχουσαν , τέτταρας δὲ μὴ ' χέτω |
' ὑπὲρ Ἑλλήσποντον ἀγάρροον , οἱ δ ' ὑπὲρ αὐτῆς Αἰγαίης βαθὺ κῦμα πολυφλοίσβοιο θαλάσσης . ἔνθα μελισσοβότοιο κατὰ σκοπιὰς | ||
ἐπώνυμον γεγονέναι φασίν , οἱ δὲ ἀπὸ τῆς Καρυστίας τῆς Αἰγαίης ὀνομαζομένης . αἱ μὲν γὰρ Αἰγαί , ἔνθεν τὸν |
τῶν θεῶν . ἀπὸ ταρροῦ : παρὰ Ἀττικοῖς τὰ ἐξ οἰσύας πλέγματα οὕτω καλεῖται . τοὺς γοῦν καλάθους τοὺς γεωργικοὺς | ||
φαύλαις καὶ οἰσυΐναις ταῖς πολλαῖς : οἰσυΐναι , ἀσπίδες ἀπὸ οἰσύας κατεσκευασμέναι : οἰσύα γὰρ φυτὸν ἱμαντῶδες , ἐξ οὗ |
παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν , αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάσδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα | ||
ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάςδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα |
αὐτόν . . πιανῶ ] δοξάσω , κοσμήσω . . κεκευθὼς ] κρυβεὶς , κατακευσθείς . . ὑπὸ ] γρ | ||
. μάντις ] ὁ Ἀμφιάραος . κεκευθὼς ] κρυφθείς . κεκευθὼς ] κρυβείς . Ξ κεκευθὼς ] κρυβείς , καταχωσθείς |
γὰρ Περιφήτην τὸν Ἡφαίστου καὶ Ἀντικλείας , ὃς ἀπὸ τῆς κορύνης ἣν ἐφόρει κορυνήτης ἐπεκαλεῖτο , ἔκτεινεν ἐν Ἐπιδαύρῳ . | ||
λέγ ? ' α ! ! ! ἐκ ? ? κορύνης ? ? [ οἴζομαι ? ? ? ? λαριμ |
] θρήνου ἄξια . αἰακτὰ ] τὰ ἄξια θρήνου . αἰακτὰ ] τὰ θρήνου καὶ κλαυθμοῦ ἄξια . Ξ πήματ | ||
, τόδ ' εἰργάσασθ ' ἄπιστον : ἦλθε δ ' αἰακτὰ πήματ ' οὐ λόγῳ . τάδ ' αὐτόδηλα , |
μητρὸς πράξεις ἐπὶ τοῦ βήματος ; ἀπεκήρυξεν ὁ πατὴρ , συνεξῆλθέ σοι τῆς οἰκίας , καὶ διὰ σὲ τὴν κοινὴν | ||
μητρὸς πράξεις ἐπὶ τοῦ βήματος ; ἀπεκήρυξεν ὁ πατὴρ , συνεξῆλθέ σοι τῆς οἰκίας , καὶ διὰ σὲ τὴν κοινὴν |
: κρανείας δέ ἐστι ταῦτα , ἰσχυρὰ ἄγαν . εἶτα περισχεθέντα τῷ ἀγκίστρῳ καὶ τὸ δέλεαρ καταπιόντα τὸν σκώληκα ἀνέλκουσι | ||
τῆς ἰσχύος τῆς ἔνδον , ἤδη δέ τινα καὶ κλάδοις περισχεθέντα καὶ ἐμποδίζοντα ἐς τὸν ὠκὺν δρόμον ὑπὸ ῥύμης τὸ |
ἔγκυον οὖσαν βλάψῃ τὴν βοῦν . θᾶσαι μ ' ὦ Κορύδων : ἀποστροφὴ τὸ σχῆμα . ἀπέστρεψε γὰρ τὸν λόγον | ||
, ὥς τυ πάταξα . θᾶσαί μ ' , ὦ Κορύδων , ποττῶ Διός : ἁ γὰρ ἄκανθα ἁρμοῖ μ |
ἐπίτροπον αὐτῶν κατέστησαν τῶν Θρᾳκῶν τινα . Περὶ Μήστρας τῆς Ἐρυσίχθονος φασὶν ὡς , ὁπότε βούλοιτο , ἀλλάσσειν τὴν ἰδέαν | ||
δὲ ὑπ ' οὐδένων . ἔστι δὲ μνῆμα ἐπὶ Πρασιαῖς Ἐρυσίχθονος , ὡς ἐκομίζετο ὀπίσω μετὰ τὴν θεωρίαν ἐκ Δήλου |
Ζηνᾷ ” ἰδού , ἀπὸ τοῦ νῦν κεχάρισταί σοι : πώλησον , χάρισον , ἀπόλυσον , ὃ βούλει εἰς αὐτὸν | ||
πρὸς ἑαυτὸν εἵλκυσε καί φησι : ” τὴν ταχίστην με πώλησον , ἐπεὶ δραπετεύσω ” . καὶ ὁ Ξάνθος : |
ἡττᾶσθαί τινος , ἐσπουδακέναι περί τινα , ἐνθέως ἔχειν , κατόχως , ἐμπύρως , διαπύρως : φλέγεσθαι τῷ πόθῳ , | ||
ἐκ πόνου ἀφωνίαι , δυσθάνατοι . Αἱ μετ ' ἐκλύσιος κατόχως ἀφωνίαι , ὀλέθριοι . Αἱ κατακλώμεναι φωναὶ μετὰ φαρμακείην |
ὕδωρ χαλάσθωσαν καὶ πόδες καὶ χεῖρες , ὀσφραντὰ δὲ αὐτοῖς προσαγέσθωσαν εὐώδη , ῥόδα , κυδώνια , γλήχων , ἡδύοσμον | ||
κοιλία διά τε τροφῆς ἢ δι ' ἀλόης καὶ κηρωταὶ προσαγέσθωσαν σκευασθεῖσαι δι ' ἐλαίου , ἐν ᾧ σικύου ἀγρίου |
δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς τοῦ Ἰλιεύς . Σοφοκλῆς ἐν Πηλεῖ | ||
δʹ Μεσσηνιακῶν ” αὐδὴν εἰσάμενος Δωτηίδι Νικοτελείῃ ” . καὶ Δωτιάς , ὡς Ἰλιάς τοῦ Ἰλιεύς . Σοφοκλῆς ἐν Πηλεῖ |
καὶ ἐνθέσθαι . λέγοιτο δ ' ἂν καὶ πληρώσασθαι καὶ προσαναθέσθαι ἐπὶ τοῦ καταστρώματος , ἐμβαλέσθαι καὶ ἐσβαλέσθαι . ἐκθέσθαι | ||
τινά φασι θεασάμενον ἐκ τῆς κλίνης αὐτοῦ κρέμασθαι ᾠά , προσαναθέσθαι ὀνειροκρίτῃ : τὸν δὲ εἰπεῖν , ὀρύττων θησαυρὸν εὑρήσεις |
„ . καὶ Κρατῖνος Ἀρχιλόχοις ” Δωδωναίῳ κυνὶ βωλοκόπῳ τίτθη γεράνῳ προσεοικώς ” . καὶ τὸ θηλυκὸν Δωδωνίς ἀπὸ τοῦ | ||
αὐτούς . Λύκου δὴ λαιμῷ ὀστέον ἐπεπήγει . Ὁ δὲ γεράνῳ μισθὸν παρέξειν εἶπεν , εἰ τὴν κεφαλὴν αὑτῆς ἐπιβαλοῦσα |
πράξεων , ἵν ' οὕτως ἀκολουθήσωσι τῷ βελτίονι καὶ μὴ σπῖλον αὐτῷ τινα καὶ μῶμον προσάψωσι , τὴν αὐτοῦ εὐγένειαν | ||
μόνην , καὶ ὡς τὸ τεχθησόμενον καθαρὸν τεχθείη , μηδένα σπῖλον προσειληφὸς ἀπὸ τῆς ἐξ ὑστέρου δι ' αἰσχρότητα συνουσίας |