δὲ ” οὐχὶ προδώσειν ἡμᾶς “ , Γ ⌈ ἐπεὶ ἐπιλέγουσι ⌈ γὰρ τὰ τοιαῦτα οἱ ῥήτορες , ὡς ⌈
ἐπᾴδουσαι ὃ βούλονται : ὁ δὲ ἀναδινούμενος ἡσύχως τήκεται . ἐπιλέγουσι δὲ αὐτῷ εἰ τύχοι : ὡς οὗτος τήκεται ὁ
6666484 ἀνηχθαι
δὲ καὶ Εὐφορίων ἐν τῷ Ξενίῳ ἐκείνῃ φασὶ τὸν Κέρβερον ἀνῆχθαι ὑπὸ τοῦ Ἡρακλέους , καὶ ἐμέσαι χολήν : ἐξ
εὑρεθεῖσα λοιπὸν ὑπὸ τῆς μητρὸς αὐτῆς Δήμητρος , λευκοπώλῳ ἅρματι ἀνῆχθαι εἰς τὸν Ὄλυμπον πρὸς τὸν πατέρα τὸν Δία .
6443395 καδισκου
' οἱ μὲν ἐκ προχοιδίου , οἱ δ ' ἐκ καδίσκου γ ' ἴσον ἴσῳ κεκραμένον . Χῖος παραστὰς Κῷον
, ἔλαιον , παγκαρπία : ἅπερ ἔμβαλε . μνημονεύει τοῦ καδίσκου καὶ Στράττις ὁ κωμικὸς ἐν Λημνομέδᾳ λέγων οὕτως :
6442313 ἀσασθαι
. . . . ἀλφίτου ἀκτήν : ἀπὸ τοῦ † ἄσασθαι ὑπὸ τοῦ μύλου , καθὰ καὶ καλεῖται ἀπὸ τοῦ
πατρίων θύοντες . . . τὸ α μετὰ τοῦ σίγμα ἄσασθαι : σημαίνει τὸ κορεσθῆναι : κυρίως δέ , φασί
6423578 αἰτιατου
πράγματος . Ἀπορίαν τινὰ κινεῖ τοῖς περὶ τοῦ αἰτίου καὶ αἰτιατοῦ εἰρημένοις ἀκολουθοῦσαν . φησὶ γὰρ ὅτι ἐπειδὴ ὁ μέσος
ἐμπειρικῶν ἀγνοούντων αὐτάς . καλῶς δὲ εἴπομεν τὸ ἐκ τοῦ αἰτιατοῦ τὸ αἴτιον ἐνταῦθα κατασκευάζεσθαι . τοῦ μὲν γάρ τινας
6341137 πιθω
: ἐγὼ δὲ ἔχω οὐδ ' ἅλις ὄξους . ἐκ πίθω ἀντλεῖς : οἷον οὕτως ἐν περιουσίᾳ ζῇς , ὥστε
πρῶτον ὀνέτροπε , παίσαις γὰρ ὀννώρινε νύκτας , τὼ δὲ πίθω πατάγεσκ ' ὀ πύθμην . σὺ δὴ τεαύτας ἐκγεγόνων
6270551 μιγματος
συμπλακεῖεν ἄριστα κύνες ἑτερόφυλοι : πολὺ μέντοι κρείττων τοῦ συνθέτου μίγματος μονοφυὴς κύων καὶ ἄκρατος . Ἀλλὰ κύνας μὲν τῶν
ἔχειν ὅ τι εἴπῃ πάντη ἀγομένη , καὶ ἐκ τοῦ μίγματος τούτων ἄλλα . Ἀλλ ' εἰ καὶ τὸ βέλτιστον
6258058 ἀπετελειτο
. ἐκ τοπικοῦ γὰρ ἐπιρρήματος τοῦ οὗ , φησίν , ἀπετελεῖτο Δωρικὴ μετάληψις ἡ εἷ , ὁμοίως τῷ ποῦ καὶ
χρῆσι ὡς φησί , ἐξ οὗ τὸ χρή ἐν ἀποκοπῇ ἀπετελεῖτο ὁμοίως τῷ παρὰ Ἀνακρέοντι σὲ γάρ φη Ταργήλιος ἐμμελέως
6190538 συμπληρουμενη
τῆς γονιμωτάτης , ἥτις ἐστὶν ἀρχὴ τελειότητος ἐκ τῶν ἰδίων συμπληρουμένη μερῶν . . . . . . § θαυμαστὴ
ἑξάδος , ἥτις ἐστὶν ἀρχὴ τελειότητος , ἐκ τῶν ἰδίων συμπληρουμένη μερῶν , οἷς ἐξισοῦται . . . § :
6160059 Ἀχνη
καὶ Ἄχνη λιμοῦ . Δηλοῖ δὲ καὶ λεπτὸν ξύσμα . Ἄχνη Λυδῆς κερκίδος : τὸ ἄκρον : ἀπὸ τοῦ τὴν
' ἑστίας : ἐπὶ τῶν ἐξ ἀρχῆς τι πραττόντων . Ἄχνη πυρός : καπνός . Καὶ Ἄχνη ὕπνου . Ὁ
6141073 ὡροσκοπικην
τῷ συναμφοῖν ἀριθμῷ χρῆσθαι ἐπὶ τῶν ἐτῶν . οἷον ἔστω ὡροσκοπικὴν μοῖραν ἐκπεπτωκέναι Καρκίνου μοίρᾳ ηʹ , ἥτις σημαίνει τόπον
Ἡλίου μοίρας : καὶ αὕτη μὲν οἴσει τὸ ἀπογώνιον ἤτοι ὡροσκοπικὴν μοῖραν : ἢ καὶ ταύτην ἐπιπροσθέντα ἢ καὶ ἀφαιρεθέντα
6137382 ἀτμου
δὲ τούτου , τὸν μυλίτην : εἶτ ' ἀναφερομένου τινὸς ἀτμοῦ θερμοῦ μετὰ τὸ καταχυθῆναι τοῦ λίθου τὸ ὄξος ἐν
γὰρ ἐνίοις τῶν βαρβάρων μέθην φασὶ γίγνεσθαι πραεῖαν δι ' ἀτμοῦ θυμιαμάτων τινῶν : ἔπειτα χαίρουσι καὶ ἀνίστανται γελῶντες καὶ
6132475 χριεσθω
β , καστορίου # α , εὐφορβίου ⋖ δ . χριέσθω διὰ τούτου μετὰ τῶν πεπονθότων καὶ τὰ ἀπαθῆ μέρη
καὶ πρὸς πάλην ἐπιτήδεια . . . ἀπομαξάμενός τε λίπει χριέσθω ἀρκείῳ ἢ ἀλωπεκείῳ ἢ βουτύρῳ προσφάτῳ . περιχείσθω δ
6121616 πλησσομενος
καὶ βουπλήξ ὁ τὸν βοῦν πλήσσων , βούπληξ δὲ ὁ πλησσόμενος ὑπὸ τοῦ βοός . . μαινομένη , τῷ οἴστρῳ
θάνατος . . οἰστρόπληξ ] οἰστρόπληξ , ὁ ὑπὸ οἴστρου πλησσόμενος . καὶ βουπλήξ ὁ τὸν βοῦν πλήσσων . .
6105379 προχοιδιου
ἔσθ ' ὁ τῆς χορδῆς τόμος . Τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . Ὄψει γὰρ
κάδον , Κρατῖνος δ ' ἐν Πυτίνῃ τοὺς μὲν ἐκ προχοιδίου , τοὺς δ ' ἐκ καδίσκου . ἀλλὰ μὴν
6097364 κομιστεον
καὶ εἰ ἐν κύστει περίττωμα εἴη , διὰ καθετῆρος αὐτὸ κομιστέον . συμβαίνει γὰρ ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἐγκατέχεσθαι ταῦτα τῷ
τεθλασμέναις . Εἰ δὲ μὴ ὑπακούοι , καθετηριστέον αὐτοὺς καὶ κομιστέον τὰ οὖρα διὰ τοῦ καθετῆρος : διουρητικοῖς δὲ μὴ
6074629 πελαγιῳ
ἀγαθὴ εἰς πάντα . Θύρ ἐστι πτηνὸν ὅμοιον ἱέρακι τῷ πελαγίῳ , δραστικόν , ἔνθεον . Θυρσίτης λίθος ὅμοιος κοραλλίῳ
αὐχένος ἡ ἔξω θάλασσα περιλαμβάνει τὴν γῆν κύματι πολλῷ καὶ πελαγίῳ . Τοῖς ἀνθρώποις τούτοις ἱερόν ἐστιν καὶ ἄγαλμα ὁ
6062175 συμμεσουρανησεων
τοῦ ἐξάρματος τῶν πόλων ἡ ΖΒ , διὰ δὲ τῶν συμμεσουρανήσεων τό τε Θ σημεῖον τοῦ ἰσημερινοῦ καὶ ἡ ΘΗ
ἢ νυκτῶν τῆς ἐλαχίστης διαφέρει . παρὰ δὲ τὴν τῶν συμμεσουρανήσεων ἀνισότητα τὸ πλεῖστον πάλιν γίνεται διάφορον ἐπὶ τῶν δύο
6050452 Λειας
οὗτος δὲ Ἀβραὰμ ὀνομάζεται . γνωριμώτερον δ ' ἐπὶ τῆς Λείας ἐκδιδάσκει λέγων , ὅτι τὴν μὲν μήτραν ἀνέῳξεν αὐτῆς
οὕτως μέντοι καὶ Ῥαχήλ , ἡ σώματος εὐμορφία , νεωτέρα Λείας , τοῦ κατὰ ψυχὴν κάλλους , ἀναγράφεται : ἡ
6049934 χανω
διὰ τῆς αι διφθόγγου γράφονται : οἷον , χαίνω , χανῶ : μαίνω , τὸ ὀργίζομαι , μανῶ : βαίνω
Ἀχανές : οἷον : ἀχανὲς πέλαγος : παρὰ τὸ χαίνω χανῶ χανές καὶ μετὰ τοῦ ἐπιτατικοῦ α ἀχανές , τὸ
6046265 συσσημου
' οἱ προεστῶτες τῶν δημιουργουμένων καὶ πωλοῦντες ταῦτ ' ἀπὸ συσσήμου , χωρὶς μὲν τὰ καινὰ χωρὶς δὲ τὰ παλαιά
: οἷς μέτρων μέλει καὶ τῶν ὡραίων , ὅπως ἀπὸ συσσήμου πωλοῖτο . Οὐκ ἔστι δὲ πλείω τὸν αὐτὸν μεταβάλλεσθαι
6042766 ἐντευξομεθα
σοφιστῶν εἶναι , τοῖς τοῦ ἐπιδεικτικοῦ καὶ ἀνατρεπτικοῦ χαρακτῆρος διαλόγοις ἐντευξόμεθα : ἐν οἷς ἔστιν ἐκμαθεῖν , ὅπως τε δεῖ
. ” ” ἕρμαιον , „ εἶπεν „ εἰ Τελεσίνῳ ἐντευξόμεθα , λέγεις γάρ που τὸν φιλόσοφον , ὃς ἐπὶ
6039294 Δρυοπος
Ὕλας : οὗτος Ἡρακλέους ἐρώμενος , υἱὸς δὲ Θειοδάμαντος τοῦ Δρύοπος . καὶ Μνασέας μὲν οὕτως . Ἑλλάνικος δὲ Θειομένη
κατεπολέμησεν Ἡρακλῆς καὶ μετέστησεν εἰς Πελοπόννησον . ὠνομάσθησαν δὲ ἀπὸ Δρύοπος τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ Δίας τῆς Λυκάονος . ἀλλὰ τὰ
6025506 συνωμολογησαμεν
πω τῶν περὶ ἐκεῖνον . ” ταῦτα ἐρρήθη , ταῦτα συνωμολογήσαμεν , ὡς νῦν εἴρηται σχεδόν . ἐξέπλευσεν δὴ τὰ
τι καὶ ὑφήσομεν ἐπὶ τὸ καταδεέστερον ἄγοντες , ἐπειδὴ ταῦτα συνωμολογήσαμεν . Τῶν μὲν οὖν εἰς βουλὴν τελούντων ἦν ὁ
6008913 ἀνεπιγραφου
αὐτοὺς εἰκάζει . . . πεπιστευμένων ἱστορίαν , τινος καὶ ἀνεπιγράφου παρατιθείς . - νον δ ' Ἀλέξανδρον ἠρέθιζον ,
: καὶ ὅλως σὺν βαρύτητι προακτέον τοὺς λόγους . Ἐξ ἀνεπιγράφου . Ὁ προκατασκευαζόμενος ἔχει φύσιν καὶ δύναμιν τοιαύτην ,
5994677 Ποιησον
καὶ τοὺς μῆνας ἀπὸ τῶν ὡρῶν τῆς σεληνιακῆς ἐκλείψεως . Ποίησον τὸν περίπατον τοῦ ἐπικρατήτορος , ὅτε ἐστὶν ἐν τῷ
δʹ . Πρὸς εἰλεὸν θαυμαστὸν καὶ κόπρον ἐμοῦσι . ] Ποίησον οὕτω . ἑψήσας ἔλαιον ἐξ ἀνήθου δὸς πιεῖν :
5993857 Εὐγενης
. Γλαὺξ οὐκ ἂν νοσσοποιήσειε ἑτέρας προλαβούσης τὸ δῶμα . Εὐγενὴς ἵππος σκύβαλον ἑτέρου ἵππου οὐκ ἂν προσενέγκοιτο . Γῦπες
Εὐρυκλῆς πᾶς ἐγγαστρίμυθος : ἀπὸ Εὐρυκλέους τοιούτου τινὸς μάντεως . Εὐγενὴς ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι
5989481 Θεωριδος
λείπους ' ἐν τραγικαῖς ᾖδε χοροστασίαις Βάκχον καὶ τὸν Ἔρωτα Θεωρίδος . . . . . . . . .
μέν ἐστιν ἐκ τῶν εἰς Ὅμηρον ἀναφερομένων . τῆς δὲ Θεωρίδος μνημονεύει λέγων ἔν τινι στασίμῳ οὕτως : φίλη γὰρ
5972349 συναποδημειν
Ῥωμαίων μηδαμῶς αὐτῷ δοῦναι τὴν ἀρχὴν , ἵνα μὴ ἀναγκάζοιτο συναποδημεῖν ἐπὶ τὸν πόλεμον ἐν γήρᾳ μακρῷ : οἱ δὲ
καὶ τὸ ἐφεῖσθαι τοῖς φίλοις μήτε συνδειπνεῖν αὐτῷ πάντως μήτε συναποδημεῖν ἐπάναγκες , ἀεὶ δὲ ὅμοιον αὐτὸν καταλαμβάνεσθαι ὑπὸ τῶν
5968701 ἀιουσα
. φευγέμεν ἐκ μεγάροιο θοὴν διὰ νύκτα μέλαιναν * ποδοψοφίην ἀίουσα βρισίθ : γένεσις . ἐλσιμόθ : ἔξοδος . ὀδοικρά
ἀυτήν σμερδαλέην ἐσιδών , μέγα νήπιος : ἡ δ ' ἀίουσα , τὸν μὲν ἄρ ' ἁρπάγδην χαμάδις βάλε κεκληγῶτα
5966365 ἀναφυομενον
ἐπειδή , ὡς εἴρηται , γινώσκοντες τὸ ἐκ τοῦ συγγράμματος ἀναφυόμενον χρήσιμον προθυμότερον ἀναγινώσκομεν τὸ σύγγραμμα . ἄλλως τε δὲ
ὀδυρμῶν καὶ κνυζημάτων ἀνάπλεων ; προϊὸν δὲ καὶ εἰς ὥραν ἀναφυόμενον , ἔμπληκτον καὶ ἀκρατές ; κἂν εἰς ἥβην προέλθῃ
5963554 προσγινηται
πλαγίας πτώσεως , ἐπὰν ἑτέρῳ προσώπῳ ἡ διάθεσις τοῦ ῥήματος προσγίνηται : ἐκ δὲ πλαγίας ὀνόματος εὐθείας ἐπιφέρεται ἄρθρα ,
ᾖ τῶν ἀγαθῶν τὸ τέλος , τὸ δὲ ἕνεκεν αὐτοῦ προσγίνηται , † πάντα αἱρετώτερα ἑνὸς ἢ δυοῖν τοῦ τέλους
5963069 καταμονης
γὰρ καταμονῆς . . . ἡ ἐκ πολλῶν ἡ ἐκ καταμονῆς μία γὰρ καταμ . μετά . . . .
καμμονίη νίκη , ὡς οἱ γλωσσογράφοι ἀλλ ' ἡ ἐκ καταμονῆς : διὸ ἐπὶ δρομέων οὐ τάσσει , ἀλλ '
5962362 κατοχου
τῆς ψυχῆς μετὰ πήξεως τοῦ παντὸς σώματος . εἴδη δὲ κατόχου τρία . ὁ μὲν γὰρ ὑπνώδης ὃς παράκειται τῷ
ζʹ περὶ κάρου . ηʹ περὶ κώματος . θʹ περὶ κατόχου . ιʹ περὶ ἀγρύπνου κώματος . ιαʹ περὶ φρενίτιδος
5956250 ῥωννυται
δεῖ τὰ γυμνάσια , ἵνα ἐκφέρωνται τὰ λιγνυώδη περιττώματα : ῥώννυται ἡ δύναμις : εὐρύνονται τὰ ἀγγεῖα . λοιπὸν τὸ
τρίτον , ἐν ᾧ ψύχεται μὲν ἀλύπως τὰ τεθερμασμένα , ῥώννυται δ ' ἡ δύναμις , ὅσα δ ' ἠραιώθη
5954722 οἰωνιστικης
Λέγονται τοίνυν Φρύγες εὑρεῖν πᾶσαν τὴν οἰωνιστικήν . τῆς δὲ οἰωνιστικῆς , τὸ μέν ἐστιν ὀρνεοσκοπικόν , τὸ δὲ οἰκοσκοπικόν
τὸ ἐκ τῆς μανίας ἀποτελούμενον τοῦ ἔργου τοῦ ἐκ τῆς οἰωνιστικῆς ἐγγινομένου . Θαυμάσειε δ ' ἄν τις τοῦ φιλοσόφου
5949660 συντριβης
τοῦ οἴκτου . . ὀλολυγμὸν ἱερὸν εὐμενῆ παιώνισον ] μετὰ συντριβῆς εὐχὴν ἐξιλαστικὴν ᾆσον . . Ἑλληνικὸν νόμισμα ] ἤτοι
. ὀλολυγμὸν ] ὕμνον . ὀλολυγμὸν ] μετὰ θρήνου καὶ συντριβῆς εὐχήν . θ ὀλολυγμὸν ] ἤτοι μετὰ θρήνου ὕμνον
5944996 φλεγματικου
ψίλωθρα ποιεῖν ἐν τοῖς λουτροῖς ἁρμόζει πάνυ τοῖς ἐκ τοῦ φλεγματικοῦ χυμοῦ ποδαγριοῦσι , μάλιστα δὲ τοῖς τὴν ἐπιφάνειαν λεπτύνεσθαι
. ἄρχεται μὲν γὰρ ἡ τῶν σκιρρουμένων διάθεσις ἐκ ῥεύματος φλεγματικοῦ γλίσχρου τε καὶ παχέος ἐν μικροῖς πόροις τοῦ μορίου
5937179 νεογιλον
φησι τὸν Διομήδην , ὅτι Τυδεὺς ἦν ἐκεῖθεν . βρέφος νεογιλόν : ὅτι ὁ Φιλάδελφος ἐν Κῷ τῇ νήσῳ ἐγεννήθη
οὐ σῦκα ; οὐ τυρὸν ἐκ ταλάρων ; οὐκ ἔριφον νεογιλόν ; οὐκ ἀλεκτορίδων ζεῦγος ; οὐ τὰ λοιπὰ τρυφήματα
5932502 Σωτηρα
: ἀντὶ τοῦ : ὅταν βουλεύσηται . τῆνον : τὸν Σωτῆρά φησι Πτολεμαῖον τὸν Λάγου , καθὸ ἐξεθεώθη ὑπὸ τοῦ
: ἀντὶ τοῦ : ὅταν βουλεύσηται . τῆνον : τὸν Σωτῆρά φησι Πτολεμαῖον τὸν Λάγου , καθὸ ἐξεθεώθη ὑπὸ τοῦ
5931923 ἀπολαμβανομενη
τῆς ἁφῆς ἐπὶ τὴν διάμετρον καταχθῇ εὐθεῖα τεταγμένως , ἡ ἀπολαμβανομένη εὐθεῖα ὑπὸ τῆς κατηγμένης πρὸς τῷ κέντρῳ τῆς τομῆς
καθόλου τε , ὅτι , ὃν ἂν ἔχῃ λόγον ἡ ἀπολαμβανομένη περιφέρεια πρὸς τὸν γραφέντα κύκλον , καθ ' ὃν
5927411 Ἠκουσα
κύριε , προσθήσω τοῦ ἐπερωτῆσαι . Λέγε , φησίν . Ἤκουσα , φημί , κύριε , παρά τινων διδασκάλων ,
ὑμῶν , ὅτι μήτε Σωκράτους μήτε Διογένους εἰκόνα ἀνατεθείκασιν . Ἤκουσα δὲ αὐτοῦ ποτε καὶ πρὸς τὸν τῶν νόμων ἔμπειρον
5924179 ῥαπιζεσθαι
κονισκε , καί με δεσπότεω βεβροῦ λαχόντα λίσσομαί σε μὴ ῥαπίζεσθαι . καὶ νῦν ἀρειᾶι σύκινόν με ποιῆσαι , †
Λοιπὸν τοίνυν ἡμῖν πρὸς τὸ τῆς κουρᾶς εἶδος καὶ τὸ ῥαπίζεσθαι μεταβήσῃ ψόγον ἐξ ἀμφοτέρων οἰόμενος μίμοις κατασκευάζειν . ἑκατέραν
5922007 ὑμενωδους
' ὁ μὲν ἐκ τοῦ τῆς ἥβης ὀστοῦ δι ' ὑμενώδους συνδέσμου λεπτοῦ , ὁ δ ' ἐκ τοῦ τῆς
καὶ φυσώδους πλῆθος , εἰ δὲ μετὰ σφυγμοῦ , φλεγμονὴν ὑμενώδους σώματος , εἰ δὲ μετὰ βάρους , πλῆθος ἐντὸς
5921829 ἐπιχρισον
βαλανείου . Περιορύξας τοῦ δένδρου τὰς ῥίζας , κόπρον ὑείαν ἐπίχρισον , καὶ χώσας ῥᾶνον οὔρῳ ἀνθρωπείῳ . τὰ δὲ
ἐπισπάσθαι δυνάμενον : εἴπερ γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει
5914916 εὐπατοριον
δάφνης ῥίζης ὁ φλοιὸς πινόμενος τριώβολον ἐν οἴνῳ εὐώδει , εὐπατόριον μετὰ τοῦ τόνον ἐντιθέναι τῷ μορίῳ , θέρμων πικρῶν
ἡμέρα εʹ , ὥρα αʹ , Διός , σαγχαρώνιον καὶ εὐπατόριον ἡμέρα Ϛʹ , ὥρα αʹ , Ἀφροδίτης , πανάκεια
5912641 ἐξαπατωμεθα
τοῦ μείζονος ἔστω τὸ δεύτερον . ταῦτα , εἰ μὲν ἐξαπατώμεθα , βλάβην οὐκ ἂν ἐνέγκαι γεγραμμένα : ὄντων δὲ
, ὦ Σώκρατες . Σκοπώμεθα , μή πῃ ἄρ ' ἐξαπατώμεθα . Ἀλλὰ χρὴ σκοπεῖν . Ὅρα τοίνυν : τὸ
5910659 ξδων
ιζ ηων . Ὁ ἄρα τῶν τετραγώνων εἷς ἔσται σπθ ξδων ἀπὸ πλευρᾶς ιζ ηων , ὁ δὲ λοιπὸς ρ
ξδων ἀπὸ πλευρᾶς ιζ ηων , ὁ δὲ λοιπὸς ρ ξδων ἀπὸ πλευρᾶς ι ηων . Ἐπεὶ γὰρ τῶν κε
5907692 ποτιζεται
ἐλαφείου κέρατοϲ ⋖ α καὶ ϲκιλλίνου ὄξουϲ κυάθου πλῆθοϲ : ποτίζεται μετὰ τὸν ἑωθινὸν περίπατον καθ ' ἡμέραν , καὶ
δρυὸϲ ἐλαίῳ δευθεῖϲα ἢ κρίθινον ἄλευρον μετὰ μέλιτοϲ ϲυντετηκότοϲ . ποτίζεται καὶ ἀριϲτολοχία δίδραχμοϲ ἐν κράματι ὀξυκράτου κυάθοιϲ δυϲίν :
5901326 πολυσημ
, . . α . . Ἀκμή : . Περὶ πολυσημ . Ἀκμῆτες : μὴ κεκοπιακότες : παρὰ τὸ κάμω
. . . , . Ἀκειόμενον : . * Περὶ πολυσημ . ? Ἀκεσταί : εὐθεράπευτοι , εὐίατοι : αἱ
5893190 μανδατορων
] κεκινῆσθαι , ταραχθῆναι . προσκεκλήσεσθαί ] ὑπὸ κλητόρων καὶ μανδατόρων διὰ μαρτύρων ἀπαχθήσεσθαι διὰ κλητῆρος ἐλεύσεσθαι εἰς τὸ δικαστήριον
περιπατεῖν , εἰ μὴ τὸν τοῦ μέρους ἄρχοντα καβαλλάριον μετὰ μανδατόρων δύο , καμπιδουκτόρων δύο , στράτορος ἑνὸς καὶ σπαθαρίου
5890078 Συμμαχου
αὐτῶν τὸ κρατεῖν . ἴσθι δὲ ὅτι τὰ αὑτοῦ μὲν Συμμάχου κομιζομένου σφόδρα ἂν ἡσθείην : εἰ δ ' ἑτέρως
τὴν δὲ χεῖρα ἔμπυον εἶχε μέχρι τοῦ ἀγκῶνος . Ὁ Συμμάχου παῖς ὑπὸ χολῆς ἀπεπνίγη νύκτωρ καταδαρθὼν , καὶ πυρετοῦ
5888044 Δρακοντι
ἡμῖν νομοθέταις ἐρρῶσθαι φράσαντες , καὶ πολλὰ χαίρειν Σόλωνι καὶ Δράκοντι καὶ τοῖς ἄλλοις εἰπόντες ἅπασι , τὸ Μακεδονικὸν χρυσίον
Ὀλύμπιά τε καὶ Νέμεα . ἐφοίτησεν δὲ μετὰ τούτους καὶ Δράκοντι τῷ μουσικῷ , ὃς γέγονεν † ἐκ γεμύλλων †
5886659 πνευματικου
ἐκ ποιοῦ πυρώδους , ἐκ ποιοῦ ἀερώδους , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ : ἐκ τετάρτου τινὸς ἀκατονομάστου , ὃ ἦν αὐτῷ
ἐκ ποιοῦ πυρώδους , ἐκ ποιοῦ ἀερώδους , ἐκ ποιοῦ πνευματικοῦ , ἐκ τετάρ - του τινὸς ἀκατονομάστου : τοῦτο
5875791 ἀποχυμα
ῥαφανίου ἐλαίου , κίκινον ἔλαιον . ἀντὶ ῥητίνης , κολοφωνίας ἀπόχυμα . ἀντὶ ῥητίνης πευκίνης , ῥητίνη τερεβινθίνη . ἀντὶ
κόψον μετὰ τοῦ κηροῦ καὶ ἐπίβαλλε τῇ κακκάβῃ καὶ τὸ ἀπόχυμα , εἰ μὲν ξηρὸν εἴη , λεῖον κοϲκινίϲαϲ ϲτάθμιζε
5869058 ἐλαϊνων
λειώσας ξηρῷ παράπτου . ἄλλο . ἰσχάδας νήστει μετὰ φύλλων ἐλαΐνων δὸς φαγεῖν . ἄλλο . ὀπὸν Κυρηναϊκὸν μεθ '
λωτοῦ πύξου : τὰ δ ' ἐλάττω καὶ ἐκ τῶν ἐλαΐνων ῥιζῶν : ἀρραγεῖς γὰρ αὗται καὶ ὁμαλῶς πως σαρκώδεις
5868376 Ἐκληθη
τριῶν δικαστηρίων , οἱ δὲ χίλιοι ἀπὸ δύο δικαστηρίων . Ἐκλήθη δὲ οὕτως ἀπὸ τοῦ ἁλίζεσθαι . Θεσμός . Τὸ
. : Βραχία . Οὕτως ἡ Ἀραβικὴ θάλασσα καλεῖται . Ἐκλήθη δὲ διὰ τὸ ἐν αὐτῇ βράχη εἶναι πλεῖστα .
5865051 συκινου
Ἀγλαοσθένης ἱστοροῦσι , Μειλίχιον καλεῖσθαι τὸν Διόνυσον διὰ τὴν τοῦ συκίνου καρποῦ παράδοσιν . διὸ καὶ τὸ πρόσωπον τοῦ θεοῦ
ἱστοροῦσι , μειλίχιον καλεῖσθαι τὸν Διόνυσον , διὰ τὴν τοῦ συκίνου καρποῦ παράδοσιν . Διὸ καὶ πρόσωπον τοῦ θεοῦ παρὰ
5862444 πεσσου
λόγῳ . δεῖ δὲ γλοιῶδες καὶ ὀλίγῳ παχύτερον ποιεῖν τοῦ πεσσοῦ τὸ πάχος , κἄπειτα ἔριον μοτῷ στενῷ παραπλήσιον διπλοῦν
. σὺν δὲ σατυρίῳ προστιθεμένη καὶ ἐν κροκύδι τιθεμένη , πεσσοῦ γινομένου καὶ τιθεμένου τῷ στόματι τῆς μήτρας , σύλληψιν
5859881 ἀναγγειλον
. ἀγωνίζεσθαι περὶ πράγματος καὶ ἀγωνίζεσθαι περὶ πρᾶγμα : † ἀνάγγειλον ἡμῖν : † περὶ τὸ πρᾶγμα ἠγωνίσω . .
πρὸς τὸν Ἁβραὰμ , τὸν ἠγαπημένον μου φίλον , καὶ ἀνάγγειλον αὐτῷ περὶ τοῦ θανάτου αὐτοῦ , καὶ πληροφόρησον αὐτὸν
5859867 Θερμους
οὕτω γὰρ ἐπιμεληθὲν τὸ πλέθρον ἐνέγκοι μοδίους ἀναμφισβητήτως τεσσαράκοντα . Θέρμους σπείρειν χρὴ πρὸ τῶν ἄλλων μετὰ ἰσημερίαν μετοπωρινήν ,
μετὰ δ ' ὡριαῖον διάστημα ἀποσπόγγιζε . Φακοὺς αἶρον . Θέρμους πικροὺς ἐν κονίᾳ βρέχε , ἕως οἰδήσωσιν : λειώσας
5856075 ἐπικρεμαται
ἐπαχλὺς ] λύπη , ἀθυμία . πεπόταται ] η . ἐπικρέμαται ἐφ ' ἡμῖν . νεολαία ] ἡ νεότης .
ὁμοίως πάντας ὑμᾶς τιμωρεῖται : ὁμοίως γὰρ πᾶσιν ὑμῖν θάνατος ἐπικρέμαται , ὃν ὑμεῖς φοβεῖσθε . καὶ πολλάκις εἶδον πτωχοὺς
5850308 κλωθω
ἀπὸ τῶν εἰς ω ῥημάτων : οἷον πείθω Πειθώ , κλώθω Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων :
δισύλλαβα βαρύτονα διὰ τοῦ ω μεγάλου γράφονται : οἷον , κλώθω : γνώθω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐγνώσθη :
5844656 Ἑρεννιον
προστίθεται μᾶλλον ὡς σοφῷ τῷ ἔθνει ἐπὶ τοσοῦτον ὡς καὶ Ἑρέννιον Φίλωνα ἐν τῷ Περὶ Ἰουδαίων συγγράμματι πρῶτον μὲν ἀμφιβάλλειν
πως ὡς σοφῶι τῶι ἔθνει ἐπὶ τοσοῦτον , ὡς καὶ Ἑρέννιον Φίλωνα ἐν τῶι Περὶ Ἰουδαίων συγγράμματι πρῶτον μὲν ἀμφιβάλλειν
5840562 σκωληκος
τρέφει ὄμβριος αἶα τὰ ἔντερα τῆς γῆς . ἕλμινς εἶδος σκώληκος , ἀπὸ σήψεως τῇ γαστρὶ ἐγγινόμενον . . *
γὰρ οὕτως ταῦτα ἔχει , βαλὼν κάθευδε καὶ τὰ τοῦ σκώληκος ποίει , ὧν ἄξιον ἔκρινας σεαυτόν : ἔσθιε καὶ
5840428 τεταραγμενῳ
” μέγα δ ' αὐτοῦ βοήσαντος περὶ ὧν ἤκουσε , τεταραγμένῳ προσπεσὼν ὁ Στέφανος καὶ τὸ ξίφος τῆς ἐσκευασμένης χειρὸς
καὶ ὑπὸ μηδεμιᾶς συμφορᾶς ἐνοχλουμένῳ , τῷ δὲ θολερῷ καὶ τεταραγμένῳ καὶ ἐν παντοίαις τύχαις φυρομένῳ : ἐνταῦθα μὲν ἀσαφείας
5834537 παριστανει
ὅσον ἐφ ' ἑαυτῷ κατὰ τὸν μερισμὸν τοῦ λόγου , παριστάνει ἐκ τοῦ δηλουμένου πληθυντικὴν ἔννοιαν . ἀλλὰ καὶ ὅτε
περιφερόμενον μήτε μοι Λυδῶν καρύκας μήτε μαστίγων ψόφους τρυφηλοὺς αὐτοὺς παριστάνει . καὶ ὁ Λυδοφοίτης δὲ μυροπώλης τὴν τρυφὴν ταύτην
5833532 καρπασου
χώρα σίτου καὶ ὀρύζης καὶ ἐλαίου σησαμίνου καὶ βουτύρου καὶ καρπάσου καὶ τῶν ἐξ αὐτῆς Ἰνδικῶν ὀθονίων τῶν χυδαίων :
. [ Περὶ ὀποῦ καρπάσου . ] Καὶ ὁ τῆς καρπάσου ὀπὸς ποθεὶς κάρον ἐπιφέρει καὶ πνιγμὸν ὀξύν : βοηθοῦνται
5833147 δηρισαντο
ἵκανε , νεῖκος Ὀδυσσῆος καὶ Πηλεΐδεω Ἀχιλῆος , ὥς ποτε δηρίσαντο θεῶν ἐν δαιτὶ θαλείῃ ἐκπάγλοις ' ἐπέεσσιν , ἄναξ
χαλεπώτατα , κακῶς . κύντερα : ἀσθενέστερα , χαλεπώτερα . δηρίσαντο : ἐπολεμήθησαν , ἐμαχέσαντο , ἐφιλονείκησαν , ἐτιμωρήθησαν .
5831291 ἐπιδυομενου
οὐ τοσοῦτον ὠφεληθήσεται ὅσον βλαβήσεται . Σελήνης δυνούσης , Ἄρεος ἐπιδυομένου , μηδενὸς ἀγαθοποιοῦ μαρτυροῦντος τῇ Σελήνῃ , κάκιστον θάνατον
οὐ τοσοῦτον ὠφεληθήσεται ὅσον βλαβήσεται . Σελήνης δυνούσης καὶ Ἄρεως ἐπιδυομένου μηδενὸς ἀγαθοποιοῦ μαρτυροῦντος τῇ Σελήνῃ κάκιστος θάνατος τῷ φυγόντι
5831022 ἐμισηθη
τοῦ Διὸς σφαιρίζειν . ἐφιλονείκησε τῷ δεσπότῃ καὶ ἐλευθερώτερον προσδιαλεγόμενος ἐμισήθη : ὁ μὲν γὰρ Ζεὺς τὸν δεσπότην ἐσήμαινεν ,
ὁ παρὼν καιρὸς ἐξετάζειν : ὅτι δὲ διὰ ταῦτ ' ἐμισήθη καὶ δεινὸν ἐφάνη τὸ τοῦ δικτάτορος ὄνομα , τοῦτό
5830634 πεπηγοτος
σπάργανα , τότε παραλύειν αὐτὰ δοκιμάζομεν , ὅτε ἤδη μετρίως πεπηγότος τοῦ σώματος οὐκέτι φόβος ἐστὶν τοῦ διαστραφῆναί τι μέρος
διὰ τῆς ᾠδῆς παραμυθίαν λέγει . πακτᾶς : ἤγουν τυροῦ πεπηγότος : ὃ οἱ Ἀττικοὶ τροφαλίδα καλοῦσι . μόσχω γαυροτέρα
5829825 ἐμβαμματι
ὡραῖοϲ καὶ ϲμικρόν τι μαλάχηϲ ἢ κράμβηϲ ἡμίεφθον ξὺν κυμίνου ἐμβάμματι . ἐϲ δὲ δεῖπνον ϲταφυλῖνοϲ ἡ ῥίζα καὶ χόνδροι
πεπέρεωϲ κόκκοι ν γάρου μέλανοϲ # γ μίξαϲ , χρῶ ἐμβάμματι ἢ ὡϲ βούλει , καθαίρει χολήν . Ἄλλο .
5829006 ἀππιδιων
κδʹ . περὶ ἐγκεντρισμοῦ ἀππιδίων . κεʹ . περὶ διαμονῆς ἀππιδίων . κϚʹ . περὶ φυτείας κυδωνίων . κζʹ .
. ἕτερον περὶ φυτείας ἀππιδίων . κδʹ . περὶ ἐγκεντρισμοῦ ἀππιδίων . κεʹ . περὶ διαμονῆς ἀππιδίων . κϚʹ .
5828872 Θαυμαζεις
χερσὶ τούτων τι ἐφύτευσας ; καὶ τὸν Κῦρον ἀποκρίνασθαι : Θαυμάζεις τοῦτο , [ ἔφη , ] ὦ Λύσανδρε ;
πονηρᾶς , καὶ ἐξουσίας ἀδεοῦς , καὶ ἀνεπιτιμήτου τόλμης . Θαυμάζεις εἰ Σωκράτει συνῆν δαιμόνιον , φίλον , μαντικόν ,
5827126 ἀποθνησκω
εἰδέα αὐτοῦ . Γινώσκετε οὖν , τέκνα μου , ὅτι ἀποθνήσκω . Ποιήσατε οὖν ἀλήθειαν καὶ δικαιοσύνην ἕκαστος μετὰ τοῦ
ἐπεὶ οὖν οἱ κλῆροι Ἑρμοῦ , παίζων τοῦτο λέγει . ἀποθνήσκω , ἐὰν λάχῃ μοι . ὡς ἐπὶ τῶν καταδικαζομένων
5827125 Πυλαιας
. πρὸ τῆς ἐπιούσης Πυλαίας ] οἷον πρὸ μηνὸς τῆς Πυλαίας τῆς ἑξῆς . ἔγνωμεν γὰρ ἐν τοῖς Δημοσθενικοῖς ὅτι
μεγάλα τῇ πόλει ἥκειν φέροντάς φασι τοὺς Πυλαγόρας ἀπὸ τῆς Πυλαίας καὶ τὸν ἱερομνήμονα . τὴν πτέρυγα παραλύσασα τοῦ χιτωνίου
5824719 κτανωσιν
αὐτοὶ ἑαυτοὺς φονεύσαντες , τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν
τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν ] ἀποθάνωσιν . αὐτοκτόνως
5822278 Εὐαν
δὲ καὶ Πρίαπος παρὰ Θεοκρίτῳ ὁ αὐτὸς εἶναι λέγεται . Εὖαν λέγουσιν ἐπίφθεγμα ὕμνου εἰς τὰ Διονύσια τελούμενον . Εἰραφιώτην
δὲ καὶ Πρίαπος παρὰ Θεοκρίτῳ ὁ αὐτὸς εἶναι λέγεται . Εὖαν λέγουσιν ἐπίφθεγμα ὕμνου εἰς τὰ Διονύσια τελούμενον . Εἰραφιώτην
5816976 Ἀποφλεγματισμος
αʹ . κόψας καὶ σήσας ἐπίπασον τὴν κεφαλήν . [ Ἀποφλεγματισμὸς χειμερινός . ] Λαβὼν ὑσσώπου ⋖ δʹ . ὀριγάνου
εἰς γλοιοῦ πάχος χρῶ ἐν βαλανείῳ ὡς κάλλιστον . [ Ἀποφλεγματισμὸς κατασπῶν ἐκ τοῦ κρανίου φλέγμα . ] Ἀγριοσταφίδας μετὰ
5815838 τρυσιβιου
φροντίζοντες δυσχεραίνουσιν ἐν στρωμναῖς κείμενοι . φειδωλοῦ ] ἐστενωμένης . τρυσιβίου ] κεκολασμένης περὶ τὴν ζωήν . ⌈ θρύμβη [
] δυσκόλως κοιμωμένης . τρυσιβίου ] καταπονούσης τὸν βίον . τρυσιβίου ] δαμαζούσης τὸν βίον . θυμβρεπιδείπνου : τὰς θύμβρας
5814455 βεβληκεν
ἀπηύρα : ὅτι οὗτος μὲν οὔτασεν , ὁ δὲ Εὔφορβος βέβληκεν . . ἀλλά με μοῖρ ' ὀλοὴ καὶ Λητοῦς
ὁρᾷς ; καὶ γνῶμ ' ἔχει . Τὸ γνῶμα γοῦν βέβληκεν ὡς οὖς ' ἑπτέτης . Χρόαν δὲ τὴν σὴν
5811046 δραστικῳ
ὡς εἴωθεν δι ' ἐμέτων καὶ νῦν . καὶ πῶς δραστικῷ κέχρηται ; καὶ λέγομεν , ὅτι ἐπὶ τῶν χρόνων
δύνων ἢ μεσουρανῶν σύν τινι τῶν κακοποιῶν ἢ ἐπιθεωρούμενος σχήματι δραστικῷ πρὸ τῆς ἀνευρέσεως τοῦ δραπέτου τεθνήξεσθαι σημαίνει τὸν δεσπότην
5810617 στελλου
κέαρ . ἡ σή , Προμηθεῦ , συμφορὰ διδάσκαλος . στέλλου , κομίζου , σῷζε τὸν παρόντα νοῦν . ὁρμωμένῳ
λιπάνθη ἱδρῶτι , βλεφάρων δὲ γόος πέσεν οὐκ ἀθελήτῳ . στέλλου πλησάμενος θυμὸν Μούσης κατόχοιο , ᾗ τόνδ ' αἱρήσεις
5800953 ἀνενεγκαι
τοῖς ἄρχουσιν οὐ παρεῖχες πρὸς κόλασιν ; εἶτα ὅτι ἔδει ἀνενέγκαι τῷ δήμῳ : ἔδει κατηγορῆσαι λέγοντα τὰ καὶ τὰ
πτηνόν . Σίφων . παρὰ τὸν ποιὸν ἦχον ἐν τῷ ἀνενέγκαι ποιεῖν . Σκαρθμός . παρὰ τὸ σκαίρω , σκαρμὸς
5799255 Ἡλιοδωρου
εἰ τυγχάνοιμι χρώμενος αὐτοῖς . ἥκει δέ μοι καὶ παρὰ Ἡλιοδώρου τοῦ τῆς Αἰγύπτου ὑπάρχου γενομένου γράμματα ἅμα τοῖς βασιλικοῖς
' ἃ κορωνὶς τοῦ δράματος . # κεκώλισται πρὸς τὰ Ἡλιοδώρου , παραγέγραπται ἐκ Φαείνου καὶ Συμμάχου . Δύο εἰσὶν
5799069 Καρουρα
τροπῆς ἐφ ' ἑκάτερα μοίρας λε γοʹ . Ἡ δὲ Καροῦρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιγ , καὶ διέστηκεν
τροπῆς ἐφ ' ἑκάτερα μοίρας λε γοʹ . Ἡ δὲ Καροῦρα τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιγ , καὶ διέστηκεν
5798984 ὑσσωπος
παναγέστατον σιτίον , ἄρτος ἐζυμωμένος μετὰ προσοψήματος ἁλῶν , οἷς ὕσσωπος ἀναμέμικται , δι ' αἰδῶ τῆς ἀνακειμένης ἐν τῷ
τροφή , προσόψημα δὲ ἅλες , οἷς ἔστιν ὅτε καὶ ὕσσωπος ἥδυσμα παραρτύεται διὰ τοὺς τρυφῶντας . νηφάλια γὰρ ὡς
5790443 βαλαντιου
γὰρ πᾶν φυτὸν γενικῷ ὀνόματι καλεῖται . Γενναῖος εἶ ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλοῦτον εὐγενῶν εἶναι δοκούντων .
τῶν κινδυνευόντων . ὅμοιον τῷ Ἐπὶ ξυροῦ . Εὐγενὴς ἐκ βαλαντίου : ἐπὶ τῶν διὰ πλούτου τιμωμένων . Ἔγχος ἐπὶ
5786394 πταρμων
. ] Διὰ τί τρίψαντες τὸν ὀφθαλμόν , παυόμεθα τῶν πταρμῶν ; ἢ διότι ἡ ἀναπνοὴ γίνεται αὕτη τῷ ὑγρῷ
οἰωνιζομένων διὰ ξυμβόλων . ξυμβόλους δὲ ἐκάλουν τοὺς διὰ τῶν πταρμῶν οἰωνισμούς . ἀνετίθεντο δ ' οὗτοι Δήμητρι . καὶ
5786157 διαγνωσεσθαι
οἰκείῳ . ταῦτα οὖν ἅπαντα διορίζεσθαι χρὴ τὸν μέλλοντα καλῶς διαγνώσεσθαι κρᾶσιν : οὐ γὰρ ἁπλῶς , εἰ τὸ δέρμα
τούτου . Ἀναγκαῖον οὖν δύο τοὐλάχιστον γνώσεις ὑπάρχειν τῷ μέλλοντι διαγνώσεσθαι τό τ ' οἰκεῖον καὶ τὸ ἀλλότριον : πρῶτον
5783562 διης
παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν , αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάσδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα
ὑπαὶ παλάμῃσι Κρόνοιο δῃωθεὶς εἵλιξεν ἀπειρεσίην ἐπὶ γαῖαν αἰθέρος ἐκ δίης πεσέειν οὖδάςδε μενοινῶν , ὄφρα κε πάντ ' ἀΐδηλα
5782122 ὀξυτερῳ
οὐ τεθήσεται . τιθέσθω γάρ : ἀκολουθήσει δὴ τῷ μὲν ὀξυτέρῳ διτόνῳ πυκνὸν ἐπὶ τὸ βαρύ , ὀξύτατος γὰρ ἦν
δυτικήν τε καὶ τὴν ἀντικειμένην ἑῴαν . Ἢ συνάπτεται τῷ ὀξυτέρῳ τὸ διαμφίς , ἵν ' ᾖ διαμφὶς ὀξυτέρα ,
5781364 αἰωρητεον
δὲ καιροὺς τῆς αἰώρας καὶ τοὺς τόπους , ἐν οἷς αἰωρητέον , καὶ τρόπους , καθ ' οὓς παραληπτέον ,
τὸ σχῆμα τῆς κατακλίσεως ὀρθιώτερον ποιεῖν , ἐνίους δὲ καὶ αἰωρητέον ἐν φορείῳ μέχρι παντελοῦς ὑποβιβασμοῦ τῆς τροφῆς . Ἐν
5780203 συνημμενοι
καὶ ἡ ὁμόνοια : τοῦ συνάπτοντος δὲ διαλυθέντος οὐ δύνανται συνημμένοι εἶναι . συμβαίνει τοίνυν αὐτοῖς στασιάζειν , ἀπαιτοῦσι μὲν
ξυνέτριψαν καὶ τῆς παρεξειρεσίας τινὰ ἀπέθραυσαν . . παρεστηκότες : συνημμένοι , τεθαρρηκότες . Ἀρριανός : οἱ δὲ ἐσκεδασμένοι καὶ
5777952 πεπεμμενου
πεπεμμένου : ἤτοι τοῦ καθ ' ἑκάστην τετράδα τοῦ μηνὸς πεπεμμένου , ἤτοι ζημουμένου καὶ κατασκευαζομένου : ἑκάστου γὰρ μηνὸς
εὔπνοις καὶ ξηροῖς τόποις ἀφῃρημένου τοῦ ὑδατώδους καὶ τοῦ καταλοίπου πεπεμμένου μᾶλλον . Ὡς γὰρ ἁπλῶς εἰπεῖν ἡ ξηρότης οἰκειοτέρα
5777920 παρακρουσθεις
, οὐδ ' ὑμεῖς . διὰ τί ; ὅτι οὐ παρακρουσθεὶς οὐδ ' ἐξαπατηθείς , ἀλλὰ μισθώσας αὑτὸν καὶ λαβὼν
δὲ τοῦτο τῷ σκεπτικῷ , μή πως ὑπὸ τοῦ δογματικοῦ παρακρουσθεὶς ἀπείπῃ τὴν περὶ αὐτοῦ ζήτησιν , καὶ τῆς φαινομένης
5777914 ἐθορε
, πάλλεν δὲ Γερήνιος ἱππότα Νέστωρ , ἐκ δ ' ἔθορε κλῆρος κυνέης ὃν ἄρ ' ἤθελον αὐτοὶ Αἴαντος :
μῦς : ὁ δὲ λέων ἐθυμώθη , φρίξας δὲ χαίτην ἔθορε φωλάδος κοίτης . κερδὼ δ ' ἐπεχλεύαζεν , ὡς
5776108 ἐπιτεταχθων
Τραπεζουντίων οἱ ὁπλῖται καὶ Κόλχοι καὶ Ῥιζιανοὶ οἱ λογχοφόροι . ἐπιτετάχθων δὲ αὐτοῖς οἱ Λεπιδιανοὶ πεζοί . παντὸς δὲ τοῦ
Τραπεζουντίων οἱ ὁπλῖται καὶ Κόλχοι καὶ Ῥιζιανοὶ οἱ λογχοφόροι . ἐπιτετάχθων δὲ αὐτοῖς οἱ † Ἀπλανοὶ πεζοί . παντὸς δὲ
5775286 παραθεντων
, ὃ καλεῖται παρατέλευτον : τὸ ιηʹ “ τοῖς φροντισταῖς παραθέντων ” ἑφθημιμερές , ὃ καλεῖται παροιμιακόν , ὡς εἴρηται
, τοὺς πόδας αὐτῷ καὶ τὴν κεφαλὴν ἐπὶ τῷ δείπνῳ παραθέντων . Καὶ τοῦτ ' ἐγένετο αὐτῷ ἐν Ἐλευσῖνι :
5774458 ἐπιτετραμερης
πρῶτος λόγος τρίτων , ἐπιτριμερὴς δὲ ὁ δεύτερος τετάρτων καὶ ἐπιτετραμερὴς ὁ τρίτος πέμπτων καὶ ἑξῆς ὁμοίως . Αἱ δὲ
: ἐπιδιμερὴς γὰρ ἡ πρώτη , εἶτ ' ἐπιτριμερὴς καὶ ἐπιτετραμερὴς καὶ ἑξῆς ἀκολούθως : αἱ δὲ πολλαπλασιεπιμόριοι ἀντιπεπονθότως δὶς

Back