ἑτέρους Ἑρμῆς , ἀγασθείη τε αὐτὸν τοῦ εὑρήματος , καὶ παλαίστρα γένοιτο Ἑρμοῦ πρώτη , καὶ οἱ πλασθέντες δὲ ἐκ | ||
δὲ οἱ δι ' ἀλκῆς σώματος , ὥσπερ δρόμος , παλαίστρα , πυγμή , παγκράτιον , δίσκος , ἅλμα , |
παραφέροντος : τοῦ γὰρ ἡλίου τὴν χιόνα τήξαντος ὁ ποταμὸς ἐρρύη μέγας , καὶ οὔτε στῆναι διὰ τὸ βάθος οὔτε | ||
Σοφοκλῆς [ . ] . Αἰσχύλος δὲ ἀφρὸς βορᾶς βροτείας ἐρρύη κατὰ στόμα . ἀντὶ τοῦ ἤνθει . . ἔπαιξεν |
τοῦ Δουκικοῦ βασιλείου ῥιζώματος , οὗ καὶ ἡ τούτου μήτηρ ἐξέφυ καρπὸς εὐγενής . Καὶ τίς γὰρ μετὰ τὸν πορφυρογέννητον | ||
γονεῖς , οὐκ ὄντων δὲ τὴν πατρίδα σημαίνει , ἧς ἐξέφυ τις καὶ ἐξεγένετο , ὥσπερ καὶ τοῦ ὀμφαλοῦ . |
διεμέρισαν πρὸς ἀλλήλους : * * σοῦ . . Υἱὲ Ταντάλου ] ὦ Πέλοψ , υἱὲ τοῦ Ταντάλου , τὰ | ||
τῆς εὐδαιμονίας . Ὅμοιόν ἐστι τὸ κῶλον τῷ περὶ τοῦ Ταντάλου ἐν τῷ Αʹ Εἴδει τῶν Ὀλυμπίων : . . |
ὧς , κακὰ πολλὰ παθών , πειρήσομ ' ἀέθλων : θυμοδακὴς γὰρ μῦθος : ἐπώτρυνας δέ με εἰπών . ” | ||
διῆναι ἀμπετὲς ἀκλήϊστον . ἄφαρ δ ' ἀπὸ πᾶσα τελέσθη θυμοδακὴς ὀδύνη , ῥέα δ ' ἄλθεται ὕδατι νοῦσος . |
ἀλθαίνεσκεν ἀκμαίαν πατρός , ὀθνεῖα γατομοῦντος Αἴθωνος πτερά . Ὁ Φρὺξ δ ' , ἀδελφὸν αἷμα τιμωρούμενος , πάλιν τιθηνὸν | ||
, ὡς ἐπιθαλάμιον . τούτου γὰρ , φασὶν , ὁ Φρὺξ ὑπομιμνησκόμενος στε - νάζει τὸν Ἑλένης γάμον καὶ ὑμέναιον |
ἑστῶτες ὠρύονται . ἀναβιῶν ' ἐκ τῆς νόσου Ξενοκλῆς ὁ δωδεκαμήχανος , ὁ Καρκίνου παῖς τοῦ θαλαττίου τὸ Σποργίλου κουρεῖον | ||
Καὶ τοῖς τρόποις ἁρμόττον ὥσπερ περὶ πόδα . Ξενοκλῆς ὁ δωδεκαμήχανος , ὁ Καρκίνου παῖς τοῦ θαλαττίου . Τὸ Σποργίλου |
ὁ Ἀρραβικός . Πρῶτος ἀπὸ τῆς δύσεως ἀρχόμενος πόντος ὁ Ἰβηρικός : δεύτερος , ἐχόμενος τούτου , ὁ Γαλατικός : | ||
Ἑλληνίς , οὐκ Ἰβηρίς „ Μένανδρος Ἀσπίδι . λέγεται καὶ Ἰβηρικός . [ Διονύσιος ] „ πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς |
Ἴωσι νεωτέρου πρὸς πρεσβύτερον προσαγόρευσις . ᾔθεος : Ἀττικοί , ἠΐθεος Ἴωνες : ὁ ὥραν γάμου ἔχων καὶ μηδέπω γεγαμηκώς | ||
δὲ τοῦ Ἐχελάου πυθοχρήστου τῆς ἀποικίας ἡγεμόνος , οὗτος μὲν ἠΐθεος ἦν ἔτι , τῶν δὲ ἑπτὰ κληρουμένων , ὅσοις |
λέγει γοῦν οὐχ ὁ Ἰακὼβ τῷ Ἰωσὴφ μᾶλλον ἢ ὁ ἱερὸς λόγος παντὶ τῷ τὸ μὲν σῶμα εὐεκτοῦντι , ἐν | ||
πάσας συμβέβηκε τῆς εἰρήνῃ φίλης ἡσυχίας μακρὰν ἀπεληλαμένης , ὁ ἱερὸς συναινεῖ λόγος : οὐ γὰρ λέγει μὴ εἶναι πολέμου |
. Τῆς δὲ μάχης τοιοῦτο τὸ τέλος λαβούσης Δημήτριος μὲν διέτεινεν εἰς Ἄζωτον περὶ μέσας νύκτας , διελθὼν σταδίους ἑβδομήκοντα | ||
ἐγένετο , ἀλλ ' ἐπεσχέθη τὸ αἷμα , καὶ μεῖναν διέτεινεν ὀδύνην καὶ φλεγμονὴν εἰργάσατο : ταύτης γενομένης , καρηβαρία |
εὕδων καὶ κεκρυμμένος νέκυς ψυχρός ποτ ' αὐτῶν θερμὸν αἷμα πίεται , εἰ Ζεὺς ἔτι Ζεὺς χὠ Διὸς Φοῖβος σαφής | ||
, μεθύων τε ταῖς πόρναισι λοιδορήσεται , κἀκ τῶν βαλανείων πίεται τὸ λούτριον . Εὖ γ ' ἐπενόησας οὗπέρ ἐστιν |
κέρας καὶ οὐρά . αὕτη δὲ ἡ διχοτομία τοῦ μήκους ὀμφαλὸς προσαγορεύεται καὶ στόμα καὶ ἀραρός . Μετὰ δὲ τὴν | ||
μὲν τὸ βρέφος τῆς μήτρας , ἐπὶ πλέον δὲ ὁ ὀμφαλὸς βασανισθῇ διατεινόμενος : ἄτροφον γὰρ γίνεσθαι τὸ ἔμβρυον : |
ζῷον ὑπερφυές , Διονύσου ἄγαλμα , ᾧ Ἰνδοὶ ἔθυον : δράκων ἦν μῆκος πεντάπλεθρον , ἐτρέφετο δὲ ἐν χωρίῳ κοίλῳ | ||
Αὐλίδι , πόλει τῆς Βοιωτίας . ἔνθα καὶ θυόντων αὐτῶν δράκων ἐπὶ τὸ πλησίον ἀνελθὼν δένδρον στρουθοῦ νεοσσοὺς ὀκτὼ διέφθειρεν |
οὕτως ἔπρεπε μέν σοι ἡ κόρυς , ἡ φοινικὶς δὲ ἐπήνθει καὶ ἡ πέλτη ἐμάρμαιρεν . Ἐπεὶ δὲ συνέστημεν , | ||
αὖ τρίτος Ἀλέξιος παντοίων ἦν χαρίτων ἀνάπλεως : χάρις γὰρ ἐπήνθει τῷ προσώπῳ ὁποίαν οὔ τις ἐν ἄλλῳ ἐθεάσατο πώποτε |
τὸ μὲν κριτικὸν ὡς ἡνιοχοῦν , τὸ δὲ ἑπόμενον ὡς ἡνιοχούμενον . ταῦτα γάρ ἐστιν ἐκ τῶν προκειμένων ἐπῶν διδαχθῆναι | ||
αἰτίας : γενόμενος δὲ μετανάστης ἀπὸ τοῦ Χαλδαϊκοῦ δόγματος ἔγνω ἡνιοχούμενον καὶ κυβερνώμενον αὐτὸν ὑπὸ ἡγεμόνος , οὗ τῆς ἀρχῆς |
τριβαλλοποπανόθρεπτα μειρακύλλια : ὁμοῦ δὲ τευθὶς καὶ Φαληρικὴ κόρη σπλάγχνοισιν ἀρνείοισι συμμεμιγμένη πηδᾷ χορεύει , πῶλος ὣς ἀπὸ ζυγοῦ . | ||
Εὔβουλος : ὁμοῦ δὲ τευθὶς καὶ φαληρὶς ἡ κόρη σπλάγχνοισιν ἀρνείοισι συμμεμιγμένη πηδᾷ , χορεύει , πῶλος ὣς ὑπὸ ζυγοῦ |
Ἴδης τόποις . ” πολὺ γὰρ τῆς Ἴδης ἄπωθεν αἱ Κελαιναί , πολὺ δὲ καὶ αἱ τοῦ Καΐκου πηγαί : | ||
μέρος Σωσίθεος ἐν Δαφνίδι λέγων οὕτως : αἵδ ' αἱ Κελαιναί , πατρίς , ἀρχαία πόλις , Μίδου γέροντος , |
παῖδα καὶ βασιλέα πάσης ἀρχῆς . καὶ Κύψελος ἔτι ζῳογονούμενος καίριος εἶναι τοῖς Βακχιάδαις οὐκ ἐδόκει , φοβοῦντος αὐτοὺς ἰνδάλματος | ||
πέλαγος ὁρίζῃ τῆς Ὀδυσσέως νεώς : Ἴωμεν : ἥ τοι καίριος σπουδή , πόνου λήξαντος , ὕπνον κἀνάπαυλαν ἤγαγεν . |
ὑπὸ τοῦ λογιστικοῦ τῆς ψυχῆς μέρους , ἀναδιφᾷ τε καὶ ἐπεξεργάζεται , νῦν μὲν ὧν τοὺς τύπους παρέλαβεν ἀπὸ τῆς | ||
περιπεσών . Διὰ τί δὲ οὕτως ἐγένετο τὰ περὶ αὐτὸν ἐπεξεργάζεται οὕτως . γέγονε μὲν γάρ , φησίν , αὐτοκράτωρ |
καὶ τῆς Λυδικῆς ὁ Ἅλυς ποταμός , ὃς ῥέει ἐξ Ἀρμενίου ὄρεος διὰ Κιλίκων , μετὰ δὲ Ματιηνοὺς μὲν ἐν | ||
μύθου . Ἦρ μέν ἐστιν ὁ τοῦ μύθου πατήρ , Ἀρμενίου τοὔνομα υἱός , Πάμφυλος γένος . τοῖς δὲ μυθικοῖς |
κλῆθρα ἵστασο : σοὶ γὰρ μέλει ἡ ἐκ τῶν οἴκων πεμπομένη βοή : ἐπειδὴ γὰρ καὶ σόν ἐστι τὸ πάθος | ||
διέβαινε : κυθηροδίκης , ἀρχή τις παρὰ Λακεδαιμονίοις εἰς Κύθηρα πεμπομένη . προσβολή : ἀντὶ τοῦ προσόρμισις καὶ καταγωγή ʃ |
κάλλιστος ἔην ποικίλμασιν ἠδὲ μέγιστος , ἀστὴρ δ ' ὣς ἀπέλαμπεν : ἔκειτο δὲ νείατος ἄλλων . βῆ δ ' | ||
κάλλιστος ἔην ποικίλμασιν ἠδὲ μέγιστος , ἀστὴρ δ ' ὣς ἀπέλαμπεν : ἔκειτο δὲ νείατος ἄλλων . βὰν δ ' |
ὁ τῇ βάσει λειπόμενος σκάζειν λέγεται . ὕστερον δ ' ἐκλήθη κατ ' εὐφημισμὸν ἀριστερὰ καὶ εὐώνυμος . Σκαιῇσι πύλῃσι | ||
ἀπὸ Μουνύχου τινὸς βασιλέως τοῦ Παντακλέους . . . : ἐκλήθη δὲ Μουνυχία , ὥς φησιν ὁ Διόδωρος παραφέρων τὰ |
τυχεῖν : ὄμβρος δ ' ἀπ ' εὐνάοντος οὐρανοῦ πεσὼν ἔκυσε γαῖαν : ἣ δὲ τίκτεται βροτοῖς μήλων τε βοσκὰς | ||
⌊ ὄμβρος δ ' ἀπ ' εὐνάεντος Οὐρανοῦ πεσὼν ⌋ ἔκυσε Γαῖαν , ἡ δὲ τίκτεται βροτοῖς ⌋ ? ⌊ |
αὐτῆς , πολλοὶ δὲ καὶ ἐκτὸς ὄντες γένους , ἐπειδὴ ἐκπρεπὲς αὐτῆς ἐθρυλλεῖτο καὶ ἐθαυμάζετο εἶναι τὸ κάλλος . τῆς | ||
μνήμης , τὸ Τίμαυον : λιμένα γὰρ ἔχει καὶ ἄλσος ἐκπρεπὲς καὶ πηγὰς ἑπτὰ ποταμίου ὕδατος εὐθὺς εἰς τὴν θάλατταν |
. καὶ θηλυκὸν ἀγυιᾶτις , ὡς καὶ τὰ προπύλαια τοῦ ἀγυιέως ἀγυιάτιδες [ θεραπεῖαι ] λέγονται . τὸ τοπικὸν ἀγυιαῖος | ||
κίονας εἰς ὀξὺ λήγοντας ἱδρύειν καὶ ἐπάνω τούτων ἄγαλμα Ἀπόλλωνος ἀγυιέως ὀνομαζόμενον . Δωριεῖς δέ ποτε τὸν τόπον πρῶτοι οἰκήσαντες |
οὕτως : κλίσιον ἡ βάσις ἐφ ' ἧς κεῖται ὁ θρόνος : “ περὶ δὲ κλίσιον θέε πάντη , ” | ||
τῶν φρεάτων ἐοικυῖαι πώματα ἔχουσαι , καὶ παρ ' ἑκάστῃ θρόνος ἔκειτο χρυσοῦς . καθίσας οὖν ἑαυτὸν ἐπὶ τῆς πρώτης |
: ὁ Προμηθεὺς ἐδέδετο ἐν τῷ Καυκάσῳ , καὶ ὁ ἀετὸς τὸ ἧπαρ αὐτοῦ κατήσθιεν . Ἀγροίτας δὲ ἐν τῇ | ||
. Ἑλένης δέ ποτε κληρωθείσης , καὶ προαχθείσης κεκοσμημένης , ἀετὸς καταπτὰς ἥρπασε τὸ ξίφος , καὶ ἐς τὰ βουκόλια |
Πηλεὺς δ ' ἐστὶν ὄνομα κεραμέως , ξηροῦ λυχνοποιοῦ , Κανθάρου , πενιχροῦ πάνυ , ἀλλ ' οὐ τυράννου νὴ | ||
τῶι ὄντι γάρ ἔστιν ἐν τῆι Ἀττικῆι κώμηι λεγομένη οὕτως Κανθάρου λιμήν , οὐχὶ Κάνθαρος , ὡς Φιλόχορος ἱστορεῖ , |
ἀφενειός , καὶ συγκοπῇ ἀφνειός , ὡς ἀδελφεός , καὶ ἀδελφειός . Αὖος , ὁ ξηρός , ἀπὸ τοῦ ὕω | ||
: καὶ μετὰ τοῦ ι , ζαχρειής : ὡς ἀδελφὸς ἀδελφειός . οὕτω Φιλόξενος ἐν τῷ περὶ Μονοσυλλάβων . Εἰρά |
μέλουσί σοι καὶ φαιδρὰ μὲν ἐσθὴς μέχρι ποδῶν τὴν τρυφὴν καθειμένη , διακριδὸν δ ' ἠσκημένης κόμης ἐπιμέλεια ; τῶν | ||
μέγας , φοβερὸς τὸ βλέμμα : κόμη ἦν αὐτῷ αὐχμηρὰ καθειμένη . Ὡς δὲ ταῦτα οἱ πειραταὶ ἐβουλεύσαντο , τὰ |
Σωτήριχος ἐν τοῖς Καλυδωνιακοῖς λέγει . . . ὁ δὲ Καλυδώνιος σῦς πρῶτον μὲν περὶ τὴν Οἴτην διατρίβων ἦλθεν εἰς | ||
. Τελαμών , πόλις Τυρρηνίας . τὸ ἐθνικὸν Τελαμώνιος ὡς Καλυδώνιος . Τελάνη , πόλις ἀρχαιοτάτη Συρίας , ἣν ᾤκει |
τὸ προτεθέν . Λυγκεύς . Λυγκέα φασὶ τὸν Ἀφαρέως καὶ Ἀρήνης οὕτω γενέσθαι ὀξυδερκῆ , ὡς καὶ τὰ ὑπὸ γῆν | ||
βοηθεῖν ὥρμησαν : νυκτερεύσαντες δὲ περὶ τὸν Μινυήιον ποταμὸν ἐγγύθεν Ἀρήνης , ἐντεῦθεν ἔνδιοι πρὸς τὸν Ἀλφειὸν ἀφικνοῦνται : τοῦτο |
περὶ τῆς Νύσης ἱστορεῖ , λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , | ||
μαρτυρῆσαι ἐν τοῖς ὕμνοις ἐν οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης |
οὐκ ἀλόγως : ἥ τε γὰρ ῥίζα προσέοικε τῇ τοῦ Ἡρακλεωτικοῦ πάνακος , καὶ ἡ δύναμις ὁμοία καθέστηκε : τὸ | ||
, ἀλλὰ διὰ τῶν σχαστηριῶν τοῦτο πράσσωμεν . Ἕνεκα τοῦ Ἡρακλεωτικοῦ ἅμματος καιρία προσλαμβάνεται , καὶ γίνεται [ καὶ ] |
ἄστυ μετελθεῖν , κωμῳδία ὠνομάσθη . ἐν διθυράμβοις . ὁ διθύραμβος γράφεται μὲν εἰς Διόνυσον , κεκινημένος καὶ πολὺ τὸ | ||
χορὸς ἦν κυκλικὸς πρὸς τὸν Διόνυσον , ἐλέγετο δὲ ὁ διθύραμβος ἀπὸ Διονύσου τοῦ ἐκ δύο θυρῶν ἐξελθόντος , ἔκ |
κρατῶν τοῦ μαντείου προσέταττε τῇ Πυθίᾳ τὴν μαντείαν ἀπὸ τοῦ τρίποδος ποιεῖσθαι κατὰ τὰ πάτρια . ἀποκριναμένης δ ' αὐτῆς | ||
, εἶτα Θέμις . Πύθωνος δὲ τότε κυριεύσαντος τοῦ προφητικοῦ τρίποδος , ἐν ᾧ πρῶτος Διόνυσος ἐθεμίστευσε , . . |
σοι βούλεται παραστῆσαι , ὅτι ἕτερος νηπίων καὶ ἕτερος τελείων χῶρός ἐστιν , ὁ μὲν ὀνομαζόμενος ἄσκησις , ὁ δὲ | ||
ἕξεις πλοῦτον : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων ⋮ Θεσσαλονίκῃ τῇ Μακεδονίτιδι χῶρός ἐστι γειτνιῶν καὶ καλεῖται Νίβας : οὐκοῦν οἱ ἐνταῦθα |
. α . . . . Ἀνόρουσεν : ἀνώρμησεν , ἀνέστη . ἔστιν ὄρω , τὸ διεγείρομαι , ἐξ οὗ | ||
ὄψ ' : ἦμος δ ' ἐπὶ δόρπον ἀνὴρ ἀγορῆθεν ἀνέστη κρίνων νείκεα πολλὰ δικαζομένων αἰζηῶν , τῆμος δὴ τά |
ἄγαν προ - θύμων : μύωψ δέ ἐστι μυῖά τις ἐρεθίζουσα τοὺς βοῦς : καὶ τὸ σίδηρον , ὃ φοροῦσιν | ||
τοῦ συμπτώματος αἰτία ἐστὶ κακοχυμία τις ὀξώδης , δάκνουσα καὶ ἐρεθίζουσα τὸ στόμα τῆς γαστρὸς καὶ τὴν ὄρεξιν ἐπεγείρουσα : |
ἔμπνοα βόσκει , οὐδ ' ὁπόσον πήχυιον ἐς Ἄιδα γίγνεται οἷμος , οὐδ ' εἰ Παιήων φαρμάσσοι , ὅτε μοῦνον | ||
γὰρ τοῦ κείομαι κεῖμαι κοίμη , ὡς καὶ ἀπὸ τοῦ οἷμος οἴμη . Τὰ διὰ τοῦ ημη δισύλλαβα βαρύτονα τὸ |
. [ ≌ . . . , . ] : θετὸς υἱός : προσποιητός . παρ ' Αἰσχύλωι . τοὺς | ||
δὲ ὁ Λοκρὸς θεασάμενος τὸν παῖδα , ὃς ἦν μὲν θετὸς αὐτοῦ κατὰ φύσιν , ἐκ δὲ τῆς ἀγνοίας ἴδιος |
δοτικὴν τῶν πληθυντικῶν , οἷον λέβης λέβητος λέβησι , Τρώς Τρωός Τρωσί , Πηλεύς Πηλέως Πηλεῦσιν , Αἴας Αἴαντος Αἴασιν | ||
ἕνδεκα . ἐκαλεῖτο δὲ Λαομεδόντεια , ἴσως ἀπὸ Λαομέδοντος τοῦ Τρωός . τὸ ἐθνικὸν ἀμφότερον Λαομεδοντίτης καὶ Λαοδαμαντίτης . Λαοδίκεια |
καὶ ἰσχυρὰς ἐναποδεικνυμένης ἀλγηδόνας . καὶ οὐδὲν ὠφελήσει ὑμᾶς οὔτε οἰκία οὔτε τὰ ἐν αὐτῇ κιονόκρανα , ἀλλ ' ἐν | ||
ἐπιφοιτᾶν καὶ ἐνδιατρίβειν τοῖς ἕδεσιν , οὓς οὐδ ' ἂν οἰκία δέξαιτο κοσμίων ἀνδρῶν οἷς μέλει τῶν ὁσίων ; προστιθέντας |
χολή , πρὸς δὲ τούτοις ἀπὸ τοῦ τραύματος μέλας ἀφρὸς ἀπέρρει καὶ σηπεδὼν ἐγεννᾶτο . αὕτη δὲ νεμομένη ταχέως ἐπέτρεχε | ||
ἀμπέλους , πλήρεις βοτρύων , παρὰ δὲ τὴν ῥίζαν ἑκάστην ἀπέρρει σταγὼν οἴνου διαυγοῦς , ἀφ ' ὧν ἐγίνετο ὁ |
οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων . | ||
, λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης , σχεδὸν Αἰγύπτοιο ῥοάων . |
ἀντιγράφοις ἦν φέρεται καὶ κοινὴ ἀνάγνωσις ἦν : . † νεώτατος δ ' ἦν Πριαμιδῶν : ὅπερ , τὸ εἶναί | ||
: ἦν ἀντὶ τοῦ ἤμην φησίν . ἔστιν Ἀττικόν : νεώτατος δ ' ἦν : ἀντὶ τοῦ ἤμην φησίν . |
γίγνεται , ἐν δὲ τῇ παντελεῖ ἐπιστροφῇ ὁ πέτρινος δὴ ὀνομαζόμενος τῇ Κελτῶν φωνῇ , ὅς ἐστι πάντων χαλεπώτατος . | ||
πληρώσεως . Θαλῆς μὲν οὖν , εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὀνομαζόμενος , φησὶ τοὺς ἐτησίας ἀντιπνέοντας ταῖς ἐκβολαῖς τοῦ ποταμοῦ |
ταχύ : τί σιγᾷς ; οὐκ ἐρεῖς ; Ἑρμῆς ἔγωγε Δαιδάλου φωνὴν ἔχων ξύλινος βαδίζων αὐτόματος ἐλήλυθα . Πρῶτον μὲν | ||
οὐδέν . Ἀττικὸς ὁ τοῦ δεν πλεονασμός . Δαιδάλου . Δαιδάλου , ὡς ἔοικεν , τῶν τῆς γονῆς ὀχετῶν Σωκράτης |
καρπαλίμως οἴμησαν ἐοικότες ἰρήκεσσι : τῶν δὲ καὶ ἀμφήριστος ἔην δρόμος : οἳ δ ' ἑκάτερθεν Ἀργεῖοι λεύσσοντες ἐπίαχον ἄλλυδις | ||
ᾠήθην τῇ πόλει συμφέρειν . ὡς γὰρ τῶν πολεμίων ὁ δρόμος οὐ δέδωκε τῇ Φήμῃ καιρὸν ἀγγελίας , ἀλλ ' |
Ἀλβανοὶ περὶ τὸ λαιὸν κέρας ἐς τὰ ὄρη προεχώρουν . ἱππεὺς διὰ τάχους Τύλλῳ προσδραμὼν ἤγγελλε τὴν προδοσίαν . ὁ | ||
τὸ σὸν τρόπαιον ἀτεχνῶς , ὃ μήτε ὁπλίτης συνανέστησε μήτε ἱππεὺς μήτε τοξότης , ᾧ μάρτυρες ἦσαν οὐ συναγωνισταὶ οἱ |
[ καθὸ καὶ ὁ Ἄρειος πάγος . ] ἔστι δὲ Ἄρειος πάγος καλούμενος , ὅτι πρῶτος Ἄρης ἐνταῦθα ἐκρίθη , | ||
ὅτι ἐν πάγῳ ἐστὶ καὶ ἐν ὕψει τὸ δικαστήριον : Ἄρειος δέ , ἐπεὶ τὰ φονικὰ ἐκεῖσε ἐκρίνοντο : δικάζει |
. Ἀγησίλαος περὶ Κορώνειαν ὅσον οὔπω παρετάσσετο : ἧκέν τις ἀγγέλλων τέθνηκε Πείσανδρος ὁ ναύαρχος Λακεδαιμονίων ἡττηθεὶς ὑπὸ Φαρναβάζου . | ||
ἐξάγγελος καὶ αὐτάγγελος διαφέρουσιν . ἄγγελος μὲν γὰρ πᾶς ὁ ἀγγέλλων τὰ ἔξωθεν . ἐξάγγελος δὲ ὁ τὰ ἔνδοθεν τοῖς |
γυμνάσειε δὲ αὖ ἑτέρους Ἑρμῆς , ἀγασθείη τε αὐτὸν τοῦ εὑρήματος , καὶ παλαίστρα γένοιτο Ἑρμοῦ πρώτη , καὶ οἱ | ||
στοιχείων μοι φράσεις . τὸ γὰρ μαθεῖν τοῦτο πολὺ τοῦ εὑρήματος ἐμοὶ τιμιώτερον „ . καὶ ὁ Αἴσωπος : ” |
. | ὁ γὰρ ἐπώνυμος τοῦ τόπου τούτου Συχέμ , Ἐμὼρ υἱὸς ὤν , ἀλόγου φύσεωςκαλεῖται γὰρ Ἐμὼρ ὄνος , | ||
τὰ αἴσχιστα , καθάπερ καὶ Συχὲμ ὁ ἔγγονος ἀνοίας . Ἐμὼρ γάρ ἐστι πατρός , ὃς μεταληφθεὶς ὄνος καλεῖται , |
δὲ πυριῆται καὶ ἀναστῇ ἀπὸ τῆς πυρίης , κηρωτὴ ἔστω πεποιημένη ἀπὸ τῆς πρώτης ἡμέρης ὡς καλλίστη , καὶ ξυμμίξαι | ||
: χαριεστέρη γὰρ ἡ πρὸς ἕτερον μέν τι ἐς τέχνην πεποιημένη , τέχνην δὲ τὴν πρὸς εὐσχημοσύνην καὶ δόξαν . |
, τέττιξ , ἐρέβινθος , ἀχράς , τό τε θειοφανὲς μητρῷον ἐμοὶ μελέδημ ' ἰσχάς , Φρυγίας εὑρήματα συκῆς . | ||
τοὺς Διαγορείους καὶ τὰ περὶ τὴν πρεσβῦτιν , ἧς τὸ μητρῷον γένος αὐτοῦ ἅπτεται . Καὶ εἰ μὴ σφόδρα ᾔδειν |
πατρίδας . τῶν δὲ Καδμείων τῶν συμφυγόντων εἰς τὸ Τιλφωσσαῖον Τειρεσίας μὲν ἐτελεύτησεν , ὃν θάψαντες λαμπρῶς οἱ Καδμεῖοι τιμαῖς | ||
ἑταιρικόν ; Πάντα ταῦτα ἐποίουν οὐ μόνος , ἀλλὰ καὶ Τειρεσίας πρὸ ἐμοῦ καὶ ὁ Ἐλάτου παῖς ὁ Καινεύς , |
οὐδεμιᾷ τάξει ἀναγκαίᾳ , ἀλλὰ τοῦ ἐπιγράμματος μηδὲν διαφέρειν τοῦ Μίδου . κθʹ Ἔτι εἰ διὰ τοῦτο ἄξιον τοὺς ἐρῶντας | ||
τῶν Λυδῶν εὐγενὴς ἀνὴρ ὁρμήσας καὶ τῇ παρ ' αὐτοῖς Μίδου βασιλείᾳ βαρυνθείς , τοῦ μὲν Μίδου ὑπ ' ἀνανδρίας |
διότι ἡ πύλη ἡ πλατεῖα τῶν ἁμαρτωλῶν ἐστὶν , ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν καὶ εἰς τὴν κόλασιν τὴν αἰώνιον | ||
ἅπασιν , ὥσπερ καὶ τοῖς ἀσθματικοῖς καὶ τοῖς ἐλεφαντιῶσιν , ἀπάγουσα διὰ τοῦ δέρματος ἅπαντα τὰ τοῦ πάθους αἴτια περιττώματα |
ἑαυτὸν εἰς τὴν θάλασσαν καὶ ἔστιν ἀθάνατος . Γλαῦκος ὁ Ἀνθηδόνιος ἦν ἁλιεύς . ἐμμανὴς δὲ γενόμενος ἥλλατο εἰς τὴν | ||
κρανίων , ἀλλὰ καὶ τῆς ἀειζώου βοτάνης , ἧς ὁ Ἀνθηδόνιος ἐκεῖνος ἐμφορηθεὶς δαίμων ἀθάνατος † πάλιν ητις † γέγονε |
αὐτῶν ὁ ὀρυκτὸς σκώληξ , ἐχόμενος δ ' ἐστὶν ὁ ξυστός , εἶθ ' ὁ σκευαστός , δηκτικώτερος μέντοι καὶ | ||
τυρὸς χλωρός , τυρὸς ξηρός , τυρὸς κοπτός , τυρὸς ξυστός , τυρὸς τμητός , τυρὸς πηκτός . Ἐν ὅσῳ |
ἔργον ἐνώμα , ἀλλ ' αὕτως ἤσπαιρεν , ἅτε βλοσυροῖο δράκοντος οὐρὴ ἀποτμηθεῖς ' ἀναπάλλεται οὐδέ οἱ ἀλκὴ ἕσπεται ἐς | ||
ποταμόν . Ἐκτήνων τῶν Θηβαίων : οἱ γὰρ Θηβαῖοι ἀπὸ δράκοντος ἐγένοντο , διὰ τοῦτο δὲ ἀνδρεῖοι . καὶ πάντες |
τὰ δὲ κοινωνοῦντα ἀρσενικῷ γένει μετατιθέασιν : ἐλπίς εὔελπις , ἀσπίς λεύκασπις . Τὰ εἰς ΙΣ πατρωνυμικὰ ἢ τύπον ἔχοντα | ||
δὲ αὐτῶν ἐπὶ τοῦ λαμπροῦ ἀδάμαντος , ἦχον ἀπετέλει ἡ ἀσπίς . Ἐπὶ δὲ ταῖς ζώναις τῶν Γοργόνων δύο δράκοντες |
μαῖρα νῦν ἡ κύων ἀπὸ μιᾶς τῶν κυνῶν τοῦ Ὠρίωνος Μαίρας καλουμένης : κυρίως δὲ † μαῖρα ἡ λευκομέλαινα αἴξ | ||
Θερσάνδρου , τὸν δὲ εἶναι Σισύφου . ἐφεξῆς δὲ τῆς Μαίρας Ἀκταίων ἐστὶν ὁ Ἀρισταίου καὶ ἡ τοῦ Ἀκταίωνος μήτηρ |
ἀλαλκομένη καὶ Ἀλαλκομενηΐς ἐν διπλασιασμῷ , ὡς ἀτηρός ἀταρτηρός , ἔτυμος ἐτήτυμος , ἀτάλλειν καὶ ἀτιτάλλειν . ἢ ἀπὸ Ἀλαλκομενέως | ||
. . . . ἀταρτηροῖς : παρὰ , ἀταρτηρός ὡς ἔτυμος ἐτήτυμος ' . . . . ἀταρπός : σημαίνει |
περιῆν προσυβρίσθαι καὶ γεγονέναι καταγελάστους : τοῖς δὲ νικήσασιν ὁ τρίπους ὑπῆρχεν , οὐκ ἀνάθημα τῆς νίκης , ὡς Δημήτριός | ||
, διηγησαμένας τὰ καθ ' ἑαυτάς . καὶ ἀπεστάλη ὁ τρίπους : καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν Ἀπόλλω σοφὸν |
, ἄμαχος , πρᾶγμα μεῖζον ἢ δοκεῖς . ἐκ διαδοχῆς καθαρὸς δοῦλος μεῖζον μεῖζον , μικρὸν μικρόν ἐπίδημος ἀνακάμψει ἀνὰ | ||
ἐκείνους , τὰ δὲ καθ ' ἡμέραν τάδε : ἄρτος καθαρὸς εἷς ἑκατέρῳ , ποτήριον ὕδατος : τοσαῦτα ταῦτα . |
ἕλον Ἀτρεΐδῃ Χρυσηΐδα καλλιπάρῃον . Χρύσης δ ' αὖθ ' ἱερεὺς ἑκατηβόλου Ἀπόλλωνος ἦλθε θοὰς ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν χαλκοχιτώνων λυσόμενός | ||
Διονύσου κατὰ μικρὸν ἐξιλασκομένου τὴν αἰδῶ ἄρχει λόγου πρῶτος ὁ ἱερεὺς πρὸς τὸν Σώστρατον : “ Τί οὐ λέγεις , |
καὶ εἰπεῖν ἀκουόντων πάντων : Εὐωχοῦ , Τίβειε . καὶ ὀψωνῶν δὲ ὑπομιμνήσκειν τὸν κρεωπώλην , εἴ τι χρήσιμος αὐτῷ | ||
βαρύς , πλουτῶν , φιλάργυρος δὲ κἀλιτήριος , ὀψοφάγος , ὀψωνῶν δὲ μέχρι τριωβόλου . οὐκ ἂν δυναίμην ἐμφαγεῖν ἄρτον |
καὶ ὑγροί . Μέλανος διὰ βένθεα : Μέλας πόντος οὕτω λεγόμενος , ὡς ἱστορεῖ Εὔδοξος ἐν δʹ Γῆς περιόδου : | ||
, μέγα καὶ ὑπὲρ μέτρον . Κάλλιχθυς : ὁ ἱερὸς λεγόμενος , ἱερὸς ἰχθύς . ἰαίνεται : εὐφραίνεται . Ὄρκυνος |
ὁδῷ περὶ τῆς μεταγνώμης τοῦ πεζοῦ πυθόμενος τήν τε ἐσθῆτα ἤλλαξεν ἐς ἰδιώτην ἀπ ' αὐτοκράτορος καὶ προύπεμψεν ἐς Μεσσήνην | ||
τινι λειμῶνι μετὰ Νυμφῶν ἄνθη ἀναλέγουσαν ἠράσθη , καὶ κατελθὼν ἤλλαξεν ἑαυτὸν εἰς ταῦρον καὶ ἀπὸ τοῦ στόματος κρόκον ἔπνει |
περὶ Θαμύρου ἢ περὶ Ὀρφέως ἢ περὶ Φημίου τοῦ Ἰθακησίου ῥαψῳδοῦ , περὶ δὲ Ἴωνος τοῦ Ἐφεσίου [ ῥαψῳδοῦ ] | ||
περιιὼν τοῖς Ἕλλησι , στρατηγεῖς δ ' οὔ ; ἢ ῥαψῳδοῦ μὲν δοκεῖ σοι χρυσῷ στεφάνῳ ἐστεφανωμένου πολλὴ χρεία εἶναι |
Ἐμπόριον ὀνομάζεται . Ἅγιον , τόπος Σκυθίας , ἐν ᾧ Ἀσκληπιὸς ἐτιμᾶτο , ὡς Πολυΐστωρ . . . : Κύβελον | ||
πρότερον γὰρ Ἤπιος ἐκαλεῖτο . Ἤπιος : οὕτως πρότερον ὁ Ἀσκληπιὸς ἐκαλεῖτο ἢ ἀπὸ τῶν τροπῶν ἢ ἀπὸ τῆς τέχνης |
, καὶ ἐξέχεε τοῦ δυστυχοῦς κλέπτου τὰ σπλάγχνα , καὶ ἐκεῖτο παρὰ τῇ τρυγόνι νεκρὸς ὁ φώρ , ἐναργὴς ἔλεγχος | ||
, καὶ ἐξέχεε τοῦ δυστυχοῦς κλέπτου τὰ σπλάγχνα , καὶ ἐκεῖτο παρὰ τῇ τρυγόνι νεκρὸς ὁ φώρ , ἐναργὴς ἔλεγχος |
μέν , ὀλίγανδρον δέ , ἀφικνεῖται : καὶ πρῶτον μὲν ναυλοχῶν ἐν τῷ πορθμῷ μεταξὺ τῆς Κέρνης καὶ τῆς Σαρπηδονίας | ||
τὸ πολλὰ τῶν ἐπῶν ἀντιμαρτυρεῖν αὐτοῖς . διὰ τί γὰρ ναυλοχῶν ἔσχατος φαίνεται ὁ Αἴας , οὐ μετ ' Ἀθηναίων |
καὶ ἦχόν τινα βομβώδη ἀφίησι καὶ τραχύν : ὁ δὲ μύωψ τῇ κυνομυίᾳ προσείκασται , βομβεῖ δὲ τοῦ οἴστρου μᾶλλον | ||
ἰδιαζόντων : μονώψ κελαινώψ τυφλώψ . τὸ δὲ ἑλίκωψ καὶ μύωψ βαρύνεται , ὥσπερ τὸ κύκλωψ καὶ κέκρωψ καὶ ἴωψ |
] εἰς τὴν ἐκβοήθησιν τῶν ἐμπυρισμῶν . Ἡ δὲ πρώτη στέγη ἐχέτω τὸ ὕψος πήχεις ζ ⊂ : ἡ δὲ | ||
μεγίστου οἴκου στέγῃ κείμενον , σκηνῆς ἔχον τάξιν : ᾧ στέγη μὲν οὐκ ἐπῆν , διατόναια δὲ τοξοειδῆ διὰ ποσοῦ |
οἱ λιθοβόλοι μονάγκωνες οὕς τινες σφενδόνας καλοῦσιν , ὁ δὲ κριὸς ὑπὸ τῆς ῥοπῆς ἐπιφερόμενος τῷ τείχει , σχαστηρίαν λαβὼν | ||
οὗτοί μοι , αὐτὸς δὲ ἐπεχείρουν τρόπῳ τοιῷδε : ἦν κριὸς τά τε ἄλλα ὑπερμεγέθης καὶ ὑπέρδασυς , τούτῳ περιβαλὼν |
καὶ κατασημηνάμενοι ἐπιμελῶς φορηδὸν ἀράμενοι μετακομίζουσιν : καὶ ὁ μὲν νεκρὸς ἐν σκοτεινῷ που τῆς οἰκίας πρόκειται ὑπὲρ τὰ γόνατα | ||
τοιούτων ἐδωδίμων , ὅτι νεκρὸς οὗτος ἰχθύος , οὗτος δὲ νεκρὸς ὄρνιθος ἢ χοίρου : καὶ πάλιν , ὅτι ὁ |
ὄφις καὶ ὄφεας καὶ ὄφεις . Ὦ ὄφιες καὶ ὦ ὄφις καὶ ὦ ὄφεες καὶ ὦ ὄφεις . Ἰστέον ὅτι | ||
μῦθος . Λέγεται καὶ περὶ τῆς ὕδρας τῆς Λερναίας ὅτι ὄφις ἦν ἔχων πεντήκοντα κεφαλάς , σῶμα δὲ ἕν , |
τοῦ λόγου πίστις : ἔνθα τραχύς ἐστι τῆς μήτρας ὁ χιτών , ἐκείνοις μόνοις συνδεῖται . ἔχει δ ' ὕλας | ||
τοὐντεῦθεν ἐπεκάλυπτε χλαῖνα τὰ κάτω τοῦ σώματος . λευκὸς ὁ χιτών : ἡ χλαῖνα πορφυρᾶ : τὸ δὲ σῶμα διὰ |
κεῖται ] Ἤγουν ἰδίᾳ καὶ μόνος ἀπ ' ἄλλων . Ἥρως δ ' ἔπειτα λαοσεβὴς ] Ἤγουν μετὰ θάνατον ἥρωσιν | ||
ἀγελείην . . . . , . ἀγρεύς : ὁ Ἥρως : εἴρηται παρὰ τὸ ἐν ἀγρῷ γεγεννῆσθαι : ἀπὸ |
γὰρ καὶ ζῷα ἄλογα καὶ ἀνθρώπους , εἰ μὴ παρείη Λίβυς ἀνήρ , Ψύλλος ὢν τὸ γένος . οὗτος γοῦν | ||
καὶ αὐτὸς ἔδωκε τὴν παῖδα πρὸς γάμον . ἄλλως : Λίβυς ὄνομα κύριον , οὐχ ὁ Ἀνταῖος , ὡς Δίδυμος |
Ποσειδῶνος καὶ Ἀμυμώνης ὕδασιν : Ἀμυμωνίοις : Δαναοῦ θυγατέρες Ἵππη Ἀμυμώνη Φυσάδεια * * * : περιβαλὼν αὐταῖς δουλείαν : | ||
συγγενέσθαι : Ποσειδῶνος δὲ ἐπιφανέντος ὁ Σάτυρος μὲν ἔφυγεν , Ἀμυμώνη δὲ τούτῳ συνευνάζεται , καὶ αὐτῇ Ποσειδῶν τὰς ἐν |
κλίμα μεσουρανήματος , * * * ἄνω δὲ διὰ τοῦ ἀναφερομένου ὑπὲρ τὸν ὁρίζοντα , κάτω δὲ διὰ τοῦ δυομένου | ||
ὀξύτητα προσαγορεύομεν . γίνεται δ ' ἡ μὲν βαρύτης κάτωθεν ἀναφερομένου τοῦ πνεύματος , ἡ δ ' ὀξύτης ἐπιπολῆς προϊεμένου |
λωτοειδές . ] Ἐν Λιβύῃ δὲ ὁ λωτὸς πλεῖστος καὶ κάλλιστος καὶ ὁ παλίουρος καὶ ἔν τισι μέρεσι τῇ τε | ||
' ἐραστῶν ἀλλήλοις καταστῆναι , ἐνθυμηθέντες ὡς οὐδ ' ὅστις κάλλιστος ἑαυτοῦ πώποτ ' ἠράσθη , ἀλλ ' ἑτέρου του |
περιτρέχειν ποιοῦσαι τοὺς μεμηνότας : Ποτνιάδες θεαί : μανιοποιοί . Πότνιαι γὰρ χωρίον ἐστὶ Βοιωτίας , ἔνθα φαγοῦσαι βοτάνην αἱ | ||
δεσπότην Γλαῦκον τὸν Βελλεροφόντου πατέρα ἐν τῷ ἐπιταφίῳ Πελίου . Πότνιαι δὲ πόλις Βοιωτίας , ὅθεν καὶ Γλαῦκος * * |
γενναῖός που κἀναφέρων ἐς τὴν ὑφ ' Ἡρακλεῖ τροφήν , θεράπων δὴ γενέσθαι τῷ Ἡρακλεῖ ὁ Φιλοκτήτης ἐκ νηπίου , | ||
' ἴσως . Ἀλλ ' ἐκποδὼν πτήξωμεν , ὡς ἐξέρχεται θεράπων τις αὐτοῦ πῦρ ἔχων καὶ μυρρίνας , προθυσόμενος , |
σοὶ γὰρ σοφίσματ ' ἐστίν : ἐγὼ κτησάμην οὐκ εὐθὺς ἀπεδίδρασκες ἐκ διδασκάλου ; δὶς παῖ - δες οἱ γέροντες | ||
ἴσως ἂν ἡδέως σου ἀκούοιεν ὡς γελοίως ἐκ τοῦ δεσμωτηρίου ἀπεδίδρασκες σκευήν τέ τινα περιθέμενος , ἢ διφθέραν λαβὼν ἢ |
: ἀνάσπα δὲ ὅμως . Ἰδού τις ἄλλος ὑπόπλατος ὥσπερ ἡμίτομος ἰχθὺς πρόσεισιν , ψῆττά τις , κεχηνὼς εἰς τὸ | ||
δείσας ἐπαύσατο . ἠθάνιον ἔκπωμα παρ ' Ἑλλανίκῳ . καὶ ἡμίτομος παρ ' Ἀττικοῖς ἀπὸ τοῦ σχήματος οὕτως ὀνομασθέν . |
, ὁμοῦ δὲ καὶ δαψίλειά τις δυναμέως . τὸ δὲ ἀμφιλαφής κατὰ ἀντιστοιχίαν εἴρηται κατὰ ἔθος τῶν Μακεδόνων μεταθέσει τοῦ | ||
φυλλορροεῖ ἡ μέλαινα ἢ ἡ ἄμπελος ἢ ἡ πλάτανος ἡ ἀμφιλαφής τε καὶ ὑψηλή , ἀλλὰ διὰ τί δένδρον φυλλορροεῖ |
οὐσίαν τοῦ πράγματος καὶ οὐκ ὀρθῶς : καὶ ὥσπερ ὁ στύλος κυρίως μὲν λέγεται στύλος παρὰ τὸ ἵστασθαι , ἐὰν | ||
τὸ ἵστασθαι , ἐὰν δὲ πέσῃ οὐκ ἔτι κυρίως καλεῖται στύλος ἀλλὰ πλάγιος στύλος , οὕτως καὶ ἡ εὐθεῖα ὀρθῶς |
καὶ ἀμαθέστατος , ἀκούων ὅτι ἦν Μακεδόνι βασιλεῖ κτῆμα ὁ Βουκεφάλας , ὄχημα ἐκείνῳ μὲν τιθασόν , τοῖς δὲ ἄλλοις | ||
Ἀλέξανδρος ἐν Ἰνδίᾳ παρὰ τὸν Ὑδάσπην ποταμόν . ἔστι καὶ Βουκεφάλας λιμὴν τῆς Ἀττικῆς . τὸ ἐθνικὸν Βουκεφαλῖται : οὕτω |
ὡδί πως . ἐν ἐαρινῷ καιρῷ πολυτελέσι δαπάναις κατεσκευάζετο ἡ σκηνὴ τριωρόφοις οἰκοδομήμασι , πεποικιλμένη παραπετάσμασι καὶ ὀθόναις λευκαῖς καὶ | ||
λιμένος καὶ τῆς νήσου περιφέροντες . ἐπὶ δὲ τῆς νήσου σκηνὴ πεποίητο τῷ ναυάρχῳ , ὅθεν ἔδει καὶ τὸν σαλπικτὴν |
: περιεβέβλητο δὲ ἱμάτιον πορφυροῦν χρυσοποίκιλον . Προέκειτο δὲ αὐτοῦ κρατὴρ Λακωνικὸς χρυσοῦς μετρητῶν πεντεκαίδεκα καὶ τρίπους χρυσοῦς , ἐφ | ||
ὥστε κατὰ λόγον τρίτον τῷ Διὶ σπένδεταί τε καὶ ὁ κρατὴρ τρίτος τίθεται . Σοφοκλῆς Ναυπλίῳ καὶ Διὸς σωτῆρος σπονδὴ |
ὁμοίως δὲ οὐδὲ τῶν ἄλλων οὐθέν , οἷον εἰ ὁ οὐδὸς θέσει , οὐκ ἐκ τοῦ οὐδοῦ ἡ θέσις ἀλλὰ | ||
οἱ ὄφεις εἰς τὸ χωρῆσαι τὸ σῶμα ὥσπερ ἔλυτρον : οὐδὸς δ ' ἀμφοτέρους ὅδε χείσεται . . . πύργῳ |
πάντων ὑβριζομένων , πάντων ἀνατρεπομένων . καὶ γὰρ νῦν ξύλα κομίζων γυναῖκα εἰς ἀγρὸν ἀπιοῦσαν ἰδὼν τὰ μὲν ξύλα πάντα | ||
μοι βαθείας ἤδη ἑσπέρας ἧκες ὑποβεβρεγμένος τοὺς πέντε κυάμους ἐκείνους κομίζων , οὐ πάνυ δαψιλὲς τὸ δεῖπνον ἀλεκτρυόνι ἀθλητῇ ποτε |
ἢ τῶν ὄπισθεν ἢ τῶν μέσων , κάτωθεν ἄνω καὶ ἀνέλκονται , ἵνα ἡ τοῦ κάλου μεσότης γένηται κατὰ τὸ | ||
προσφῦσαι , χωρίζεσθαί τε οὐκ ἐθέλουσι καὶ ἐπὶ τὸ σκάφος ἀνέλκονται . Εἰ δέ γε τοῦ ἦρος λάμποντος κύρτον πάντοθεν |
τοῦ Ταύρου ἐστὶν αὕτη . ταῦρός τις ὑπὸ τοῦ Ποσειδῶνος ἀνεδόθη περὶ τὴν Ἑλλάδα . οὗτος ἐλυμαίνετο τὴν χώραν καὶ | ||
. βλάστε μὲν νᾶσος : ὁ νοῦς : ἀνεβλάστησε καὶ ἀνεδόθη ἐκ τῆς θαλάσσης ἡ νῆσος , ἔχει δὲ αὐτὴν |