ὑπὸ τοῦ λογιστικοῦ τῆς ψυχῆς μέρους , ἀναδιφᾷ τε καὶ ἐπεξεργάζεται , νῦν μὲν ὧν τοὺς τύπους παρέλαβεν ἀπὸ τῆς
περιπεσών . Διὰ τί δὲ οὕτως ἐγένετο τὰ περὶ αὐτὸν ἐπεξεργάζεται οὕτως . γέγονε μὲν γάρ , φησίν , αὐτοκράτωρ
6722746 νεοχμος
ἀπένθητον . ἢ προσφάτως πενθούμενον . νεοχμοῦντα , μετακοσμούμενα . νεοχμὸς , ἄπονος καὶ ἄκοπος . νεωστὶ εἰργασμένως . ξυνεδεδέατο
ὅδε γὰρ δὴ βασιλεὺς χώρας , Κρέων ὁ Μενοικέως ταγὸς νεοχμὸς νεαραῖσι θεῶν ἐπὶ συντυχίαις χωρεῖ , τίνα δὴ μῆτιν
6029237 πυργουται
κινηθεὶς εἶπεν ἐπ ' αὐτῶν : οὐ γὰρ λόγοις Λάκαινα πυργοῦται πόλις , ἀλλ ' εὖτ ' [ ἂν ]
διελέγετο . , ; , ; , . . Συριανός πυργοῦται συναγυρμός ὅτι Ἰσίδωρος ὁ φιλόσοφος , ὥς φησι Δαμάσκιος
4970489 ἀνεικια
σεμνύνων φησίν : ἁ δὲ πεντὰς ἀλλοίωσις , φάος , ἀνεικία . ἀλλοίωσις μὲν ὅτι τριχᾶ διαστὰν ἐς ταυτότητα τῆς
σεμνύνων φησίν : ἁ δὲ πεντὰς ἀλλοίωσις , φάος , ἀνεικία : ἀλλοίωσις μέν , ὅτι τριχᾶ διαστὰν ἐς ταυτότητα
4833870 ἀρχει
γενομένης πρὸς τὸν ἄρχοντα τῆς χώρας , ἧς νῦν Φραώτης ἄρχει , κἀκείνου παρανομώτατά τε καὶ ἀσελγέστατα γυναῖκα ἀφελομένου αὐτὸν
ὁ ἥλιος πορεύεται , ἣ καλεῖται Ἀσία , εἷς ἀνὴρ ἄρχει ; Πάνυ μὲν οὖν , ἔφη , ὁ μέγας
4809350 ἐξευρισκει
ἡ γὰρ ἐν τῷ χρόνῳ πεῖρα τῶν πραγμάτων τὰ παραλελειμμένα ἐξευρίσκει , ὅθεν καὶ τῶν τεχνῶν αἱ ἐπιδόσεις γεγόνασι ,
τι καὶ καμπύλον , φησὶν Εὔπολις , ἀεί τε καινὸν ἐξευρίσκει τοῖς ἐπινοεῖν δυναμένοις . ἡ μουσική , φησὶν Ἀναξίλας
4793504 ὁδε
τοῦτο μέγιστον γίνεται . Τῶν δὲ δὴ ἄλλων Θρηίκων ἐστὶ ὅδε νόμος : πωλέουσι τὰ τέκνα ἐπ ' ἐξαγωγῇ .
προσέταξέ τινι θάψαι , καὶ ὁ πόλεμος ἑνὶ ἔργῳ καὶ ὅδε παρὰ δόξαν ἐλέλυτο : τοὺς δ ' ἐξ αὐτοῦ
4714288 Φανοστρατῳ
' ἀνεμείχθημεν , εἷς μὲν αὐτῶν , ἀγνώς τις , Φανοστράτῳ προσπίπτει καὶ κατεῖχεν ἐκεῖνον , Κόνων δ ' οὑτοσὶ
. Ἐπειδὴ δ ' ὁ Πυθόδωρος ἐκείνῳ μὲν καὶ τῷ Φανοστράτῳ παρόντι ὡμολόγει ἀναιρεῖν , τοῦ δὲ Χαιρέου τοῦ συγκαταθεμένου
4710583 συναπασα
ἑτέρωσε ἀποξενοῦσθαι πόλεώς τι μόριον : ἤδη δέ ποτε καὶ συνάπασα πόλις τινῶν ἔφυγεν , ἄρδην κρείττονι κρατηθεῖσα πολέμῳ .
καὶ ψεύδεται : οἷος ἑκάστου οἶκος , τοίη δὴ καὶ συνάπασα πόλις . . . . : Νῦν τοῦ ἐν
4635481 εἰκων
τῶν ὅπλων οὐκ ἐπελέληστο . πλὴν ἀλλ ' ἥ γε εἰκὼν αὐτὴ καὶ ἄλλως γαμήλιόν τι ἐπὶ τῆς ἀληθείας διεφάνη
τὴν ναῦν ἁπάντων ἀγαθῶν καὶ χρημάτων , ἐν οἷς καὶ εἰκὼν ἦν , ἣν ἡ μήτηρ Μέροπος , θυγάτηρ Ἡλίου
4531079 θυμοδακης
ὧς , κακὰ πολλὰ παθών , πειρήσομ ' ἀέθλων : θυμοδακὴς γὰρ μῦθος : ἐπώτρυνας δέ με εἰπών . ”
διῆναι ἀμπετὲς ἀκλήϊστον . ἄφαρ δ ' ἀπὸ πᾶσα τελέσθη θυμοδακὴς ὀδύνη , ῥέα δ ' ἄλθεται ὕδατι νοῦσος .
4503621 ἐνοικος
ἀφεστὸς ἦν ὄρος βραχὺ πάντῃ . τούτῳ δ ' ἦν ἔνοικος τῶν ἐκεῖ κατὰ ἀρχὰς ἐκ γῆς ἀνδρῶν γεγονότων Εὐήνωρ
οι διφθόγγου γράφονται : πάροικος : ἔξοικος : μέτοικος : ἔνοικος : ἄποικος . Πᾶσα λέξις ἁπλὴ εἰς σύνθεσιν ἐρχομένη
4489283 δημιουργικη
θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι , καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν ,
τε θεοὶ πᾶσαί τε θέαιναι ” : κἀκεῖ γὰρ ἡ δημιουργικὴ μονὰς τὰς δύο συστοιχίας τῆς θείας καὶ προνοητικῆς ἀποπληροῖ
4449294 παλαιστρα
ἑτέρους Ἑρμῆς , ἀγασθείη τε αὐτὸν τοῦ εὑρήματος , καὶ παλαίστρα γένοιτο Ἑρμοῦ πρώτη , καὶ οἱ πλασθέντες δὲ ἐκ
δὲ οἱ δι ' ἀλκῆς σώματος , ὥσπερ δρόμος , παλαίστρα , πυγμή , παγκράτιον , δίσκος , ἅλμα ,
4427542 ἐξελαθετο
αὐτῷ παρὰ Καίσαρος πινακίδες : ὁ δὲ λαβὼν πάντων ἐκείνων ἐξελάθετο καὶ λοιπὸν ἓν ἐξ ἑνὸς ἐπισεσώρευκεν . ἤθελον αὐτὸν
ἢ τῷδε γενέσθω , θεσμοὺς παραβᾶσα τοὺς ἀρχαίους , ὧν ἐξελάθετο φίλτρα καινὰ πρὸ τῶν παλαιῶν ἑλομένη . πρὸς δὲ
4408430 οἰκια
καὶ ἰσχυρὰς ἐναποδεικνυμένης ἀλγηδόνας . καὶ οὐδὲν ὠφελήσει ὑμᾶς οὔτε οἰκία οὔτε τὰ ἐν αὐτῇ κιονόκρανα , ἀλλ ' ἐν
ἐπιφοιτᾶν καὶ ἐνδιατρίβειν τοῖς ἕδεσιν , οὓς οὐδ ' ἂν οἰκία δέξαιτο κοσμίων ἀνδρῶν οἷς μέλει τῶν ὁσίων ; προστιθέντας
4396953 κανονιζων
οὗτος γὰρ ὄντως ἀναγκαίως ἔχει : ὁ γὰρ λόγος ὁ κανονίζων ἀπὸ τῶν καθόλου τὰ μερικὰ ἀναγκαίως ἀληθεύει : ἀνάγκη
ἀλλ ' οὔτε δὲ ὁ ἐκ τοῦ ἴσου τὸ ἴσον κανονίζων ἐστὶ κυρίως τρόπος ἀποδείξεως : οὐδὲ γὰρ πάντως ἀληθεύει
4321067 Ἰβηρικος
ὁ Ἀρραβικός . Πρῶτος ἀπὸ τῆς δύσεως ἀρχόμενος πόντος ὁ Ἰβηρικός : δεύτερος , ἐχόμενος τούτου , ὁ Γαλατικός :
Ἑλληνίς , οὐκ Ἰβηρίς „ Μένανδρος Ἀσπίδι . λέγεται καὶ Ἰβηρικός . [ Διονύσιος ] „ πόντος μὲν πρώτιστος Ἰβηρικὸς
4308050 ὑβριζοιτο
μοιχός , εἰς γυναῖκα μεταβαλλέσθω , ὡς ἂν ὑπὸ μοιχείας ὑβρίζοιτο . Ἰού , ἰού , τῆς ἀτοπίας . Προαγωγὸς
ἀποροῦντες πολλάκις δυσχερές τι ποιεῖν ἐπιχειρήσωσι καὶ ἄταφος ἡ φύσις ὑβρίζοιτο : δηλωτέον δὲ ἐφεξῆς διὰ τί καὶ χρῶμα προσαγορεύεται
4271030 μεθιῃ
' εἴσειμ ' ἐνθάδε μείνας εἰς ὤμιλλαν , κἂν μὴ μεθιῇ . ὠμογέρων : ὁ παρ ' ἡλικίαν γεγηρακὼς διὰ
μίσγεσθαι , διὰ παντὸς τοῦ χρόνου , μέχρις ἂν αὐτὴν μεθιῇ ὁ ἀνήρ : κἢν μὲν ὀργᾷ ἡ γυνὴ μίσγεσθαι
4244517 φρασαντος
τέκνον , φρονεῖς γὰρ ἤδη κἀποσώισαι ' ἂν πατρὸς γνώμας φράσαντος , ἢν θάνω , παραινέσαι κειμήλι ' ἐσθλὰ καὶ
παρέδραμεν ἠλλοιωμένου μοι τοῦ προσώπου καὶ χρόνῳ καὶ νόσῳ , φράσαντος δὲ τοῦ θείου τε καὶ ὁμωνύμου πρὸς αὐτόν ,
4237426 εὐογκος
. πρῶτον μέν , ἐξ ὧν πάντα γίγνεται βροτοῖς , εὔογκος εἶναι γαστρὶ μὴ πληρουμένῃ στέργειν θ ' ὑδρηλοῖς ὥστε
τοὐναντίον : τὸ σχῆμα σεμνὸς κοὐ ταπεινὸς οὐδ ' ἄγαν εὔογκος ὡς ἂν δοῦλος , ἀλλὰ καὶ στολὴν ἰδόντι λαμπρὸς
4235181 διακεκαυμενος
ὥστε φοινικοῦν γενέσθαι αὐτοῦ τὸ σῶμα . θυμάλωψ : ὁ διακεκαυμένος ἀναβάτης . χαριέντως δὲ εἶπεν , ἐπεὶ ἀνθρακεῖς εἰσιν
ἀκριβῶς ὅσαι λοιπαὶ τῶν τριχῶν , ῥυσὸς τὸ δέρμα καὶ διακεκαυμένος ἐς τὸ μελάντατον οἷοί εἰσιν οἱ θαλαττουργοὶ γέροντες :
4230908 ξυνωνιην
. Ἀρχίλοχος μέντοι κοινότερον ἔφη ὡς ἆρ ' ἀλώπηξ καἰετὸς ξυνωνίην . Καί πού τινες τὸν ἤ τὸν αὐτὸν ἐξεδέξαντο
αἶνός τις ἀνθρώπων ὅδε , ὡς ἆρ ' ἀλώπηξ κἀετὸς ξυνωνίην ἔθεντο , καὶ τὰ ἑξῆς . καὶ πάλιν ὅταν
4230606 Νυση
περὶ τῆς Νύσης ἱστορεῖ , λέγων , Ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον κέρας ἀνθέον ὕλῃ , τηλοῦ Φοινίκης ,
μαρτυρῆσαι ἐν τοῖς ὕμνοις ἐν οἷς λέγει ἔστι δέ τις Νύση , ὕπατον ὄρος , ἀνθέον ὕλη , τηλοῦ Φοινίκης
4219030 θεοδμητῳ
ἐπέτρεψε . δέον δὲ εἰπεῖν θεοδμήτως ἔκτισε σὺν ἐλευθερίᾳ , θεοδμήτῳ εἶπε πρὸς τὸ ἐλευθερίᾳ . φασὶ γάρ , ὅτι
Ἱέρων ἔκτισε καὶ ἔδωκε διοικεῖν κείνην τὴν πόλιν σὺν ἐλευθερίᾳ θεοδμήτῳ καὶ θείᾳ , ἥντινα πόλιν ἔκτισεν ὁ Ἱέρων ἐν
4209573 καταπεσοντος
φησιν ὁ Γαληνὸς ὡς πρὸς φλεγμονὴν ἐνιστάμενοι . Ἑτέρου δὲ καταπεσόντος , καὶ μεταστάντων ὀπίσω τῶν σπονδύλων , τὸ οὖρον
αἱ ὑπὸ τὴν γλῶτταν αὐτῶν εὑρίσκονται φλέβες . Ἐπιληπτικοῦ δὲ καταπεσόντος ἀπὸ τῶν μεγάλων δακτύλων τῶν ποδῶν αὐτοῦ αἷμα ἀποξύσας
4187353 ἡψατο
ἢ τῷ καταβεβλημένῳ τε καὶ ὑπὸ πόδα , σκευοποιίας μὲν ἥψατο εἰκασμένης τοῖς τῶν ἡρώων εἴδεσιν , ὀκρίβαντος δὲ τοὺς
, Ῥιανὸς δὲ τοῦδε μὲν τοῦ πρώτου τῶν πολέμων οὐδὲ ἥψατο ἀρχήν : ὁπόσα δὲ χρόνωι συνέβη τοῖς Μεσσηνίοις ἀποστᾶσιν
4177404 πεπνυται
δυσανασχετόντων : ἐπὶ τοῦ Κύκλωπος καὶ τοῦ Ὀδυσσέως . Οἶος πέπνυται : τοὶ δὲ σκιαὶ ἀΐσσουσιν : ἐπὶ τῶν ἄγαν
Ἰθάκην γάρ ποτε τὸν Ὅμηρον πλεῦσαί φασιν ἀκούσαντα , ὡς πέπνυται ἔτι ἡ ψυχὴ τοῦ Ὀδυσσέως καὶ ψυχαγωγίᾳ ἐπ '
4163850 ἐνεχειρει
. ἀναγνωσθέντος δὲ τοῦ ψηφίσματος Ἑρμοκράτης παρελθὼν εἰς τὴν ἐκκλησίαν ἐνεχείρει λέγειν , ὡς κάλλιόν ἐστι τοῦ νικᾶν τὸ τὴν
γενομένου ψηφίσματος , ὃν ἡ βουλή , ὅτι λόγῳ μόνον ἐνεχείρει προδιδόναι τὴν πόλιν , περιελομένη τοὺς στεφάνους αὐτοχειρὶ ἀπέκτεινεν
4153504 χρησμῳδων
: σὺ δ ' Ἀθηναίους ἐζήτησας μικροπολίτας ἀποφῆναι διατειχίζων καὶ χρησμῳδῶν , ὁ Θεμιστοκλεῖ ἀντιφερίζων . Κἀκεῖνος μὲν φεύγει τὴν
τῆς τέχνης . Γ καὶ Εὔπολις Πόλεσιν Ἱερόκλεες , βέλτιστε χρησμῳδῶν ἄναξ . Γ οὑξ ' Ὠρεοῦ Γ : διαβάλλει
4135822 ἐδειξεν
λέγων : † ἐκ δὲ τοῦ εἰπεῖν λαίφη προτόνοις ἐπερειδομένας ἔδειξεν ὁ ποιητὴς ὅτι ἀνέμου ὄντος καὶ τῶν ἱστίων ἡπλωμένων
ἁδινάων . οὕτω δὲ καὶ τὴν ὀργὴν καὶ τὴν δίωξιν ἔδειξεν , εἰπὼν σφήκεσσιν ἐοικότες εἰνοδίοισι καὶ ἔτι προσθεὶς οὓς
4119958 ἐξοχωτατος
πάντα γινόμενος δι ' ἀκαθαρσίαν , ὁ παρ ' αὐτοῖς ἐξοχώτατος θεός , καὶ πάντας τοὺς ἄλλους θεοὺς ἀνέλκων εἰς
κυναγοῦ δ ' ἄλλος Ἀταλάντης γόνος παῖς Παρθενοπαῖος , εἶδος ἐξοχώτατος , Ἀρκὰς μὲν ἦν , ἐλθὼν δ ' ἐπ
4118903 παλλακις
Συγγενικοῖς . ἐκ δὲ τοῦ πάλλακος ἡ παλλακὴ καὶ ἡ παλλακίς , ἡ κόρη . πανστρατιᾷ : οὕτω λέγει καὶ
Μιλτὼ πρότερον καλουμένη . συνηκολούθει δὲ αὐτῷ καὶ ἡ Μιλησία παλλακίς . ὁ δὲ μέγας Ἀλέξανδρος Θαίδα εἶχε μεθ '
4110596 γιγνῃ
μετὰ ταῦτα ἐγκύμων ἐπιχειρῇς γίγνεσθαι , ὦ Θεαίτητε , ἐάντε γίγνῃ , βελτιόνων ἔσῃ πλήρης διὰ τὴν νῦν ἐξέτασιν ,
περὶ Πρίαμον , τότε πότερον ἔμφρων εἶ ἢ ἔξω σαυτοῦ γίγνῃ καὶ παρὰ τοῖς πράγμασιν οἴεταί σου εἶναι ἡ ψυχὴ
4103090 σκεπτεται
ἐπειδὰν μειζόνων ἢ ἐλαττόνων ὄψεως ᾖ θεωρία . προηγουμένως τε σκέπτεται ὡς ἀπὸ παντὸς τῆς κόρης ἢ τοῦ ὁρωμένου μέρους
ἐν πᾶσι δέ , ὡς καὶ πρότερον εἴρηται , δύο σκέπτεται ἑαυτόν τε τίς ὢν καὶ τίνων ὑπαρχόντων ἀναλίσκει καὶ
4100575 ἐπεμνησθη
οὗ Φαβωρῖνος ὕστερον ἐν πολλοῖς τῶν ἑαυτοῦ λόγων οὐκ ἀγεννῶς ἐπεμνήσθη . Ζάμολξις οἰκέτης ἦν Πυθαγόρου , καὶ προσεκύνησαν αὐτὸν
ὁ ποιητής , εἴδωλον ἐφίσταται τοῦ Πατρόκλου , καὶ τοιούτων ἐπεμνήσθη καὶ τοιαῦτα ἐπέσκηψε τῷ Ἀχιλλεῖ ἐφ ' οἷς καὶ
4061639 θειος
ἄτμητοι δὲ οὖσαι μυρία ἄλλα τέμνουσιν . ὅ τε γὰρ θεῖος λόγος τὰ ἐν τῇ φύσει διεῖλε καὶ διένειμε πάντα
καὶ μὴν κατεπαλαίσθη ὑπὸ τοῦ Ὀδυσσέως ὁ μέγας οὗτος καὶ θεῖος ” „ εἰ Κύκλωπες „ ἔφη ” ἐγεγόνεισαν καὶ
4038570 ἀνεβλεψε
, καί πού τις αὐτῶν καὶ ἐκινήθη καὶ μετὰ ταῦτα ἀνέβλεψε , τάχα δὲ καὶ γλῶτταν ἐπὶ τούτοις προὔβαλε καὶ
τὰ αὐτὰ καὶ ὁ Στησίχορος εἰπὼν εἰς αὐτὴν καὶ τυφλωθεὶς ἀνέβλεψε ; Φασὶν ὅτι Λοκροὶ καὶ Κροτωνιᾶται ἐπολέμουν πρὸς ἀλλήλους
4020125 ἠυκομου
ἐκ ζῳδίου θ ' ἱμερόφρονα δυομένοιο κόρην ἂν φράσσαιο καὶ ἠυκόμου Κυθερείης , ἐκ δὲ μεσουρανίου τὸ καὶ ἔπλετο τηλόθι
, ὥς σευ ἀκηδέω , μηδ ' εἴ κ ' ἠυκόμου Νιόβης πυκινώτερα κλαίω . οὐδὲν γὰρ νεμεσητὸν ὑπὲρ τέκνου
4013009 ἀσημος
. κωμικὴ δὲ ἐσθὴς ἐξωμίς : ἔστι δὲ χιτὼν λευκὸς ἄσημος , κατὰ τὴν ἀριστερὰν πλευρὰν ῥαφὴν οὐκ ἔχων ,
ποι , ὁμολογῶ φονεὺς εἶναι . Ἡ δὲ νὺξ οὐκ ἄσημος : τοῖς γὰρ Διπολίοις ὁ ἀνὴρ ἀπέθανε . Περὶ
3983540 ὠφθη
ἤκουσε , καὶ Ὀδυσσεῖ δὲ ἐν διχοστασίᾳ ξυγγενόμενος οὕτω μέτριος ὤφθη , ὡς καλὸς τῷ Ὀδυσσεῖ μᾶλλον ἢ φοβερὸς δόξαι
σκύμνους , ἐπειδὰν φεύγῃ τι ἑαυτῆς μεῖζον ; καὶ ἔχιδνα ὤφθη ποτὲ τοὺς ὄφεις , οὓς ἀπέτεκε , λιχμωμένη καὶ
3980253 ὀνομαζοιτο
τὸν τοῦ σοφοῦ τρόπον τε καὶ βίον προσηκόντως ἂν φιλόσοφος ὀνομάζοιτο . Ἀλλ ' ὅμως τηλικαύτης προκοπῆς γενομένης περί τε
ἐκ Δελφῶν καλεῖται πυθόχρηστον . καὶ οἱ χρώμενοι θεωροί . ὀνομάζοιτο δ ' ἂν καὶ ἡ τέχνη μαντική προαγορευτική ,
3965565 ἐφημερος
εἰπόντος Εὐριπίδου ὁ δ ' ὄλβος οὐ βέβαιος ἀλλ ' ἐφήμερος καὶ ὅτι μικρὰ τὰ σφάλλοντα , καὶ μί '
ἀπολλύς , σπαθῶν τὴν οὐσίαν , κατακυβεύων , καταπορνοκοπῶν , ἐφήμερος τῷ βίῳ . ἐπιρρήματα δ ' ἀφειδῶς , ἀταμιεύτως
3961564 ἐραστης
ὀδόντων ὥσπερ ἐλέφαντος . Τίς ἐκεῖθεν οὐκ ἂν εὔξαιτο λαβεῖν ἐραστὴς λευκὰ φιλήματα ; Εἰ δὲ νέμοντος ἠράσθην , θεοὺς
ὢν καὶ αὐτὸς ἄρχων ἀρχὰς τῶν ἡμῖν πεποιημένων λόγων γενόμενος ἐραστὴς τούτοις οὐκ ἔλαττον ἢ τοῖς πράγμασι διδοὺς καὶ συνὼν
3956288 ἐξεφυ
τοῦ Δουκικοῦ βασιλείου ῥιζώματος , οὗ καὶ ἡ τούτου μήτηρ ἐξέφυ καρπὸς εὐγενής . Καὶ τίς γὰρ μετὰ τὸν πορφυρογέννητον
γονεῖς , οὐκ ὄντων δὲ τὴν πατρίδα σημαίνει , ἧς ἐξέφυ τις καὶ ἐξεγένετο , ὥσπερ καὶ τοῦ ὀμφαλοῦ .
3951158 ἐπλασθη
δὴ ταύτης τῆς ἰδέας καὶ τοῦ λόγου ὁ μῦθος ἀπίστως ἐπλάσθη , ὡς ἐκ τῆς νεφέλης ἵππος τε καὶ ἀνὴρ
: ἔστω δὲ ἡ ἀρχὴ τῆς ἡρωϊκῆς γενεαλογίας αὕτη : ἐπλάσθη τοίνυν πρώτη , κατὰ ἕτερον πραγματικὸν μῦθον , ἡ
3950375 ἐκπεσουσα
ἐξ αὐχμῶν φοιτῶντα κατὰ τὸν ἐκείνου φοιτᾷ νοῦν , ἐπειδὰν ἐκπεσοῦσα ἡ δίκη τῶν ἀνθρώπων ἀτίμως πράττῃ , ποιμαίνεταί τε
. πρὸ γὰρ εἴαρος λιποῦσα τὰς κάτω Θήβας ἐφάνη χελιδὼν ἐκπεσοῦσα τῆς ὥρης : ταύτης ἀκούσας μικρὰ τιττυβιζούσης “ τί
3943918 βαρβαρος
ἀπὸ ἔθνους : διπλοῦν δὲ τὸ ἔθνος , Ἕλλην ἢ βάρβαρος . μετὰ τὸ κοινὸν ἐρχόμεθα ἐπὶ τὸ ἴδιον :
ἐγένετο . δεκάτῳ δὲ ἔτει μετ ' αὐτὴν αὖθις ὁ βάρβαρος τῷ μεγάλῳ στόλῳ ἐπὶ τὴν Ἑλλάδα δουλωσόμενος ἦλθεν .
3943567 φημη
τῶν πολεμίων ἐπελθόντων καὶ ἀπελαύνεταί τις λεία πρὸς αὐτῶν . φήμη δὴ τῶν πραχθέντων ἐς τοὺς λοχῶντας ἐλθοῦσα ἀνίστανται οὗτοι
λέγεται , τροφίμων ἕνα , καὶ τὸ ἅρμα πτερωτὸν εἶναι φήμη κατέσχεν , ὅτι θᾶττον ἐλπίδος ᾔει πανταχοῦ , καὶ
3942280 ζηλωτη
χρήσασθαι θανάτοις , ἥ τε πατρὶς αὐτοῦ εὐδαιμονιζομένη τέως καὶ ζηλωτὴ δοκοῦσα ἐν ὀλίγαις τῶν ἱερῶν χρημάτων ἐσκομισθέντων ἣ δὲ
λυπηρὸν γίνεσθαι : ἐγὼ δὲ αὐτή : ἐπίφθονος μὲν , ζηλωτὴ τοῖς εἰδόσι , φθονουμένη : ἡσυχαία δὲ , ἀνόητος
3938166 ἐπηνθει
οὕτως ἔπρεπε μέν σοι ἡ κόρυς , ἡ φοινικὶς δὲ ἐπήνθει καὶ ἡ πέλτη ἐμάρμαιρεν . Ἐπεὶ δὲ συνέστημεν ,
αὖ τρίτος Ἀλέξιος παντοίων ἦν χαρίτων ἀνάπλεως : χάρις γὰρ ἐπήνθει τῷ προσώπῳ ὁποίαν οὔ τις ἐν ἄλλῳ ἐθεάσατο πώποτε
3935292 ἀναμιμνησκεται
πρὸς τούς ποτε συνήθεις . ὅθεν δῆλον ὅτι ἐπιλανθάνεται καὶ ἀναμιμνήσκεται . ὅτι δὲ ἔχει ἀνάμνησιν , δῆλον κἀντεῦθεν ἐκ
διδάσκεται , ἀλλ ' ὅταν θέλῃ , ὑπὸ τοῦ θεοῦ ἀναμιμνήσκεται . Ἀδύνατά μοι λέγεις , ὦ πάτερ , καὶ
3929357 οὐλομενου
ἐρέω : φύσις οὐδενὸς ἔστιν ἁπάντων θνητῶν , οὐδέ τις οὐλομένου θανάτοιο τελευτή , ἀλλὰ μόνον μίξις τε διάλλαξίς τε
τὸν δ ' ἁπαλῆς μάλα χειρὸς ἐπιψαύοντα πόδεσσι γαίης , οὐλομένου δὲ φοβεύμενον ἔργα μόθοιο ἐξῆγεν πολέμοιο δυσηχέος : ὃς
3913506 στρατιωτικη
εἰς ἐνιαυτὸν καὶ μῆνας δύο προελθούσης . Ἀνεῖλε δὲ ἀμφοτέρους στρατιωτικὴ στάσις . Δέχεται δὲ τὴν βασιλείαν Μάρκος Αὐρήλιος ,
στρόβιλος . καὶ τελεσιὰς δ ' ἐστὶν ὄρχησις καλουμένη : στρατιωτικὴ δ ' ἐστὶν αὕτη ἀπό τινος ἀνδρὸς Τελεσίου λαβοῦσα
3906673 Ἀσκληπιος
Ἐμπόριον ὀνομάζεται . Ἅγιον , τόπος Σκυθίας , ἐν ᾧ Ἀσκληπιὸς ἐτιμᾶτο , ὡς Πολυΐστωρ . . . : Κύβελον
πρότερον γὰρ Ἤπιος ἐκαλεῖτο . Ἤπιος : οὕτως πρότερον ὁ Ἀσκληπιὸς ἐκαλεῖτο ἢ ἀπὸ τῶν τροπῶν ἢ ἀπὸ τῆς τέχνης
3904843 πατρις
, πατρὸς δ ' αὖ κητοφάγοιο , μητρόθεν Ἰδογενής , πατρὶς δέ μοί ἐστιν ἐρυθρή Μάρπησσος , μητρὸς ἱερή ,
ἔθηκε τὰ ὅπλα πρὸ τοῦ στρατηγίου καὶ εἰπὼν , Ὦ πατρὶς , βεβοήθηκά σοι καὶ λόγῳ καὶ ἔργῳ , ἀπέπλευσεν
3898092 ἀφοσιουμενος
οἰκείαν ἀρετὴν προσφέρων , ἀλλ ' ἀπὸ τῶν ἐκτὸς αὐτοῖς ἀφοσιούμενος . ταῦτα δὲ οὐδὲ σπουδαίῳ ἀνδρὶ λαμβάνειν ἡδὺ εἰ
ῥᾴδιον εἴηἀλλ ' ἐνυπνίων τινῶν ἀποπειρώμενος τί λέγοι , καὶ ἀφοσιούμενος εἰ ἄρα πολλάκις ταύτην τὴν μουσικήν μοι ἐπιτάττοι ποιεῖν
3885384 ἐθεωρησε
τὸ πέρας οὐ βεβαιοῦται πράξει τινὶ , οἷον γραμματική : ἐθεώρησε γὰρ , ὅτι τὰ εἰς ευς ὀξύνεται , καὶ
τε ἰδιότητα αὐτοῦ τῆς μαθηματικῆς προσθεῖναι . πολλὰ γὰρ φιλοσόφως ἐθεώρησε τῶν μαθημάτων , ᾠκειώσατό τε αὐτὰ ταῖς οἰκείαις ἐπιβολαῖς
3880856 ἐφανη
. καὶ γὰρ ἐκεῖνος ὡς ἔοικε τρώγων σίκυον , ὡς ἐφάνη μελιτώδης ὁ χυμός , ἠρώτησε τὴν διακονοῦσαν , ὁπόθεν
ῥίζης γεγονὼς καὶ τηλικοῦτο βάρος οἰκίας καὶ γένους διαδεδεγμένος ἄξιος ἐφάνη τῆς τῶν προγόνων δόξης . ἐκ παίδων γὰρ Ἑλληνικῆς
3876780 καταδουλωσαι
τάδε : Ἐν σοὶ νῦν , Καλλίμαχέ , ἐστι ἢ καταδουλῶσαι Ἀθήνας ἢ ἐλευθέρας ποιήσαντα μνημόσυνον λιπέσθαι ἐς τὸν ἅπαντα
ἀρετῇ μέγα ὑπερφέρουσα , τὰ ἡμεῖς δεξάμενοι ἐθέλοιμεν ἂν μηδίσαντες καταδουλῶσαι τὴν Ἑλλάδα . Πολλά τε γὰρ καὶ μεγάλα ἐστὶ
3873048 πολυτιμητος
οὕτω καὶ ὁ τὸ μέσον ἀμφοῖν ἀναπληρῶν πλάτος , ὁ πολυτίμητος νοῦς , ἐπιστήμην καὶ ἐπιστητὸν παράγει καὶ εἰς ταὐτὸν
νοῦ θεάματα . καὶ πῶς οὐκ ἔσται τῆς αἰσθήσεως ὁ πολυτίμητος ἡμῖν νοῦς ἀτυχέστερος , εἴπερ ἐκείνη μὲν πρὸς ὄντα
3871933 φυλαξ
νόμος τὸν ἀποκαθευδήσαντα τῶν φρουρῶν θανάτῳ ζημιοῦσθαι , πόλεως πολιορκουμένης φύλαξ τις ἀποκαθευδήσας εἶδεν ὄναρ , ᾧ χρησάμενοι περιγένοιντο τῶν
γὰρ μικρὸν τῶν βασιλέων ἁμάρτημα μέγα δοκεῖ τοῖς ἄλλοις . φύλαξ ἤτοι ἄρχων . ἤτοι τοῖς καλοῖς καὶ κακοῖς .
3869881 εἱνεχ
ἔτι μηδ ' ἀντιβολούντων μηδὲν αἰσθανοίατο . Τοῦ δ ' εἵνεχ ' ἡμᾶς ταῦτ ' ἔδρασαν ; εἰπέ μοι .
οὐδ ' εἰ δεινὰ πάντα προσβάλοις . τοῦ σώματος γὰρ εἵνεχ ' οἱ πολλοὶ πόνοι , τοῦδ ' εἵνεκ '
3869844 κατεσκευασθη
ἕνα ἐπὶ παντὸς τοῦ προσώπου . ἐξεπίτηδες μέγαν ὀφθαλμὸν ἔχων κατεσκευάσθη ὁ πρεσβίς , ὃν ἰδὼν περιβλέποντα καὶ ἀξιωματικῶς ἰόντα
μέρη ἐχόντων αὐτοῖς . ὅπερ ἐστὶν ἀδύνατον . , ] κατεσκευάσθη γὰρ ὁ Η ὑπὸ τῶν Δ , Ε ,
3862897 εὑρετης
δὲ φαινίνδα ἀπὸ τῆς ἀφέσεως τῶν σφαιριζόντων : ἢ ὅτι εὑρετὴς αὐτῆς , ὥς φησιν Ἰόβας ὁ Μαυρούσιος , Φαινέστιος
πολλὰ προσλαμβάνομεν εἰς τὴν τῶν ἀφανῶν δήλωσιν . εἰπὼν δὲ εὑρετὴς ἐπήνεγκεν ἐπιδιορθούμενος ἢ συνεργός : οὐ γὰρ ἐφευρίσκει ὁ
3862754 τιου
δὲ ἡ γενικὴ τινὸς καὶ ἀποβολῆ τοῦ ν , τιὸς τιοῦ : καὶ Ἀττικῶς , τεώς : ὡς ναὸς ,
δὲ ἡ γενικὴ τινὸς καὶ ἀποβολῆ τοῦ ν , τιὸς τιοῦ : καὶ Ἀττικῶς , τεώς : ὡς ναὸς ,
3851832 θεατης
τὸν χορόν , ἀλλ ' αὐτὸς πολὺ τούτων ἀτακτότερός ἐστιν θεατής . καὶ κατὰ τὸν παρῳδὸν Μάτρωνα : οἳ μὲν
κατόπτης ] θεωρός . κατόπτης ] κατάσκοπος . κατόπτης ] θεατής . θ τῶν πραγμάτων ] ἃ καθ ' ἡμῶν
3837501 ὀνομαζομενος
γίγνεται , ἐν δὲ τῇ παντελεῖ ἐπιστροφῇ ὁ πέτρινος δὴ ὀνομαζόμενος τῇ Κελτῶν φωνῇ , ὅς ἐστι πάντων χαλεπώτατος .
πληρώσεως . Θαλῆς μὲν οὖν , εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν ὀνομαζόμενος , φησὶ τοὺς ἐτησίας ἀντιπνέοντας ταῖς ἐκβολαῖς τοῦ ποταμοῦ
3823881 δαιμων
, καὶ πάσχειν ἕτοιμοι πᾶν , ὅ τι ἂν ὁ δαίμων καὶ τὸ χρεὼν φέρῃ . μαντεύομαι δὲ καλοῖς ἐγχειρήμασιν
ἐπῄνει τὴν φιλεργίαν . ἐφάνη δέ μοί ποθεν ὁ Κωρυκαῖος δαίμων , Στρόμβιχος ὁ παμπόνηρος . ἰδὼν γάρ με ἐφεπόμενον
3819764 ἠπιστησεν
- πονησιακὸν καὶ τὸν Σικελικόν ἀντιπολιορκεῖν : ἀπὸ κοινοῦ τὸ ἠπίστησεν ἄν τις ἀκούσας οὐδένα : οὐδέτερον ἔστιν οἶμαι τοῦτο
ἦν , καὶ εἴ τις αὐτοὺς εἶδεν φιλοφρονουμένους ἀλλήλους , ἠπίστησεν ἂν τῷ λέγοντι οὐκ εἶναι φίλους αὐτούς . ἀλλ
3816183 ὑποδεικνυς
αὐτήν : ταύτῃ τοι καὶ ὡς τέχνην αὐτὴν οὐκ ἐμπειρίαν ὑποδεικνὺς τὸν τῆς τέχνης ὁρισμὸν συνῆψεν αὐτῆς τοῖς μέρεσιν :
παρθένους μὲν τὴν ἡλικίαν , τὸ δὲ φρονεῖν γυναῖκας : ὑποδεικνὺς ὅτι δεῖ παιδεύειν καὶ τὰς παρθένους . Ἔλεγε δὲ
3814898 μαρτυς
ὅτι πάθος ποιοῦσι περὶ τὴν αἴσθησιν ἡμῶν . καὶ τούτου μάρτυς καὶ Πλάτων καὶ Ἀριστοτέλης , ὁ μὲν Πλάτων λέγων
ταῦτα ἐπηγγειλάμην , ὡς πρᾷος ἔσῃ , σὺ δέ μοι μάρτυς γενοῦ καὶ τῷ λῆξαι τῆς ὀργῆς πρόσθες τὸ καὶ
3808231 ἡγεμων
οὕτω μὲν πᾶς ἀνὴρ αὑτόν τε καὶ ἐκείνους ὧν ἂν ἡγεμὼν γίγνηται σώσει , μὴ ταύτῃ δὲ τραπόμενος τἀναντία πάντα
σκύβαλα τοὺς μισθοὺς λαμβάνουσιν , ἢ ὅτι ὁ τῆς ἰατρικῆς ἡγεμὼν Ἱπποκράτης ἀνθρωπίνων κόπρων ἐγεύετο , ὥς φασι , βουλόμενος
3806993 διεδοθη
τῷ στρατοπέδῳ θόρυβος ἦν καὶ ταραχὴ καὶ τῆς νυκτὸς ἐπιλαβούσης διεδόθη λόγος ὡς πλησίον εἰσὶν οἱ πολέμιοι . ἐμπεσούσης δὲ
ἐτελεύτησεν . ὡς δὲ ἡ περὶ αὐτοῦ φήμη τῆς τελευτῆς διεδόθη καὶ συνήγγιζεν ὁ τῆς ἐκφορᾶς καιρός , τοιαύτην συνέβη
3803394 ἀναδημα
τῷ Φάωνιγέρων δὲ αὐτῷ ὑπόκειται ἐρῶν αὐλητρίδος : ὦ χρυσοῦν ἀνάδημα , ὦ τοῖσιν ἐμοῖς τρυφεροῖσι τρόποις ἡρμοσμένον , ὦ
ἑνὶ ἵππῳ τῷ λεγομένῳ κέλητι . ἄμπυξ μὲν γὰρ κυρίως ἀνάδημα τῆς κεφαλῆς τι , καὶ λῶρος χρυσῷ καὶ λίθοις
3800209 μαρτυρει
τοῦ τος , ἀλλὰ διὰ καθαροῦ τοῦ ος , ὡς μαρτυρεῖ Ἀπολλώνιος ὁ τὰ Ἀργοναυτικὰ εἰπὼν κάλωες , ὥσπερ ἥρωες
τοῖς γε ὅλοις ὁπόσῳ τινὶ κρείττους γεγενήμεθα καὶ Νικίας αὐτὸς μαρτυρεῖ . Τίνος οὖν ἕνεκα ταῦτα λέγω νῦν ; οὐ
3797408 ἡμιτομος
: ἀνάσπα δὲ ὅμως . Ἰδού τις ἄλλος ὑπόπλατος ὥσπερ ἡμίτομος ἰχθὺς πρόσεισιν , ψῆττά τις , κεχηνὼς εἰς τὸ
δείσας ἐπαύσατο . ἠθάνιον ἔκπωμα παρ ' Ἑλλανίκῳ . καὶ ἡμίτομος παρ ' Ἀττικοῖς ἀπὸ τοῦ σχήματος οὕτως ὀνομασθέν .
3797347 ξενη
τοῦ βίου , ὦ φίλε Σώκρατες , ἔφη ἡ Μαντινικὴ ξένη , εἴπερ που ἄλλοθι , βιωτὸν ἀνθρώπῳ , θεωμένῳ
πίναξ τις ἔμπροσθεν τοῦ νεώ , ἐν ᾧ ἦν γραφὴ ξένη τις καὶ μύθους ἔχουσα ἰδίους , οὓς οὐκ ἠδυνάμεθα
3787848 ἠκοντιζεν
; ἐπέμενεν γοῦν ἐπὶ τῶν ἵππων ὀρθὸς ἑστηκώς , καὶ ἠκόντιζεν ἀπὸ τῶν ἵππων ὀρθός , καὶ ἄλλα πολλὰ καὶ
τὴν ἐπιφορὰν τῶν πολεμίων αὐτὸς μὲν ἐφ ' ἅρματος ἀγωνιζόμενος ἠκόντιζεν εἰς τοὺς ἐπιφερομένους , πολλῶν δ ' αὐτῷ συναγωνιζομένων
3777406 συνταχθεις
δοῦναί σφισι τὴν χώραν οἰκεῖν . ὁ φόρος δὲ ὁ συνταχθεὶς ἦν ἵπποι ἐς ἔτος ἑκατὸν καὶ ὑποζύγια πεντακόσια καὶ
ἀπενέγκασθαι παρὰ τοῖς παιδικοῖς . ἔργῳ γοῦν τοῦτο ἔδειξεν ὁ συνταχθεὶς Θήβησιν ὑπὸ Ἐπαμινώνδου ἱερὸς λόχος καὶ ὁ κατὰ τῶν
3777265 ἀργυρωνητος
ἐλύσατο . καὶ αἰδοῖ Ἀντωνίου τῇ κηλῖδι τῇδε σιγὴ κατεχύθη ἀργυρώνητος . ἔκρινα δὴ καὶ ταύτην τῆς τύχης μὴ σιγῆσαι
περὶ μὲν γὰρ τὴν θεραπείαν αὐτῶν οὐδεὶς ἦν οὔτ ' ἀργυρώνητος οὔτ ' οἰκογενὴς δοῦλος ἀλλὰ τῶν ἐπιφανεστάτων , ἱερῶν
3776985 ἑρμηνευεται
λόγοις . πῶς δὲ συγγενής ἐστιν , ἐροῦμεν ἑξῆς . ἑρμηνεύεται δὲ καὶ οὕτως : οὕτω δὲ ἅτε πατρῷον :
ἣ αἰτία τῆς τῶν ζῴων διαμονῆς ἐστι : Βάλλα δὲ ἑρμηνεύεται κατάποσις : ἐκ ταύτης οὖν γίνεται ὁ Δάν ,
3771711 Τις
ὡς οὐκ ἂν διαφέροιεν οὐδ ' αὐτοὶ τῶν πολλῶν . Τίς οὖν εἴη ἂν αὐτῶν ἡ σοφία ; Καὶ διὰ
. Καὶ νὴ Δία κομψότατα τὴν βληχώ γε παρατετιλμένη . Τίς δ ' ἁτέρα παῖς ; Χαἵα ναὶ τὼ σιώ
3770971 κατελειπομεν
ἐτέθαπτο ὑπὸ χθονὸς εὐρυοδείης : σῶμα γὰρ ἐν Κίρκης μεγάρῳ κατελείπομεν ἡμεῖς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον , ἐπεὶ πόνος ἄλλος ἔπειγε
ἐτέθαπτο ὑπὸ χθονὸς εὐρυοδείης : σῶμα γὰρ ἐν Κίρκης μεγάρῳ κατελείπομεν ἡμεῖς ἄκλαυτον καὶ ἄθαπτον , ἐπεὶ πόνος ἄλλος ἔπειγε
3769730 ἡνιοχουμενον
τὸ μὲν κριτικὸν ὡς ἡνιοχοῦν , τὸ δὲ ἑπόμενον ὡς ἡνιοχούμενον . ταῦτα γάρ ἐστιν ἐκ τῶν προκειμένων ἐπῶν διδαχθῆναι
αἰτίας : γενόμενος δὲ μετανάστης ἀπὸ τοῦ Χαλδαϊκοῦ δόγματος ἔγνω ἡνιοχούμενον καὶ κυβερνώμενον αὐτὸν ὑπὸ ἡγεμόνος , οὗ τῆς ἀρχῆς
3768923 ὑπερπτηναι
ἡ λίμνη ἡ ἐν Σαυρομάταις , ἣν οὐδ ' ὄρνις ὑπερπτῆναι φθάνει : καὶ ἑτέρα κατὰ Μήδους , ἐφ '
τοῖς Μακεδόσιν ἀπόξυρον αὐτὴν ἁπανταχόθεν ἰδοῦσιν , ἀτεχνῶς οὐδὲ ὀρνέοις ὑπερπτῆναι ῥᾳδίαν , Διονύσου τινὸς ἢ Ἡρακλέους , εἰ μέλλοι
3764605 Ὑηττος
καὶ πόλις Ἰταλίας . τὸ ἐθνικὸν Ὑδρουσαῖος καὶ Ὑδρούσιος . Ὑηττός , κώμη Βοιωτίας , ἀπὸ Ὑηττοῦ ἀνδρὸς Ἀργείου .
καὶ πόλις Ἰταλίας . τὸ ἐθνικὸν Ὑδρουσαῖος καὶ Ὑδρούσιος . Ὑηττός , κώμη Βοιωτίας , ἀπὸ Ὑηττοῦ ἀνδρὸς Ἀργείου .
3760053 συγγραφοντι
Τίμωνα Λυδὸν καὶ Τιμοσθένην τὸν Ἀθηναῖον , Εὐδόξῳ τὰ τοιαῦτα συγγράφοντι πείθεσθε . . . . . . . .
καὶ Τύμωνα Λυδὸν καὶ Τιμοσθένην τὸν Ἀθηναῖον Εὐδόξῳ τὰ τοιαῦτα συγγράφοντι πείθεσθε . Πίνδαρος δὲ ὁ Θηβαῖος καὶ Ἡρόδοτος ὁ
3756659 λεν
δὲ Ἀριστοφάνης κωμικευόμενος λέγει , ὅτι οὐκοῦν Ἄμφοδος ὤφει - λεν κληθῆναι . ἄλλοι δὲ λέγουσιν , ὅτι οὐ γέγονεν
ἐλεγχο [ κρυφίου δὲ λόγου [ ἀνίατον ει ? [ λεν χαλεπα [ Ὀδυσεὺς δὲ π [ παιδὶ δικτυ ?
3745025 ὑπερκυψας
αἰτιολογίας ἐφάψασθαι ; ὁ δ ' ἄρα διὰ πόθον ἐπιστήμης ὑπερκύψας ἅπαντα τὸν κόσμον ζητεῖ περὶ τοῦ κοσμοποιοῦ , τίς
, ὡς ἂν ἀπὸ σκιᾶς τὸ μένον , ἀλλ ' ὑπερκύψας τὸ γενητὸν ἔμφασιν ἐναργῆ τοῦ ἀγενήτου λαμβάνει , ὡς
3741138 Νεβρος
Ἐρασίστρατος ἰατροί . ἦν δὲ Ἱπποκράτης τῶν καλουμένων Νεβριδῶν : Νέβρος γὰρ ἐγένετο ὁ διασημότατος τῶν Ἀσκληπιαδῶν , ᾧ καὶ
Ἐρασίστρατος ἰατροί . ἦν δὲ Ἱπποκράτης τῶν καλουμένων Νεβριδῶν : Νέβρος γὰρ ἐγένετο ὁ διασημότατος τῶν Ἀσκληπιαδῶν , ᾧ καὶ
3735312 οἰκειος
κρατούντων , καταλιπὼν τούτους ἐπεθύμησας τῆς ἐμῆς ἀγραυλίας καὶ ἀγενείας οἰκεῖος γενέσθαι ; Ἦν δὲ οὗτος κατὰ τὰς ὁμιλίας εὔστοχος
: οὗτος γὰρ καὶ τὸ τῆς πρεσβείας εἶχε κῦρος ἅτε οἰκεῖος ὢν βασιλεῖ : ὁ δὲ ἕτερος χάριν τοῦ πείθειν
3735291 ἡλω
καθ ' ὑπόθεσιν : εἰ δὲ ἐδεξάμην , καὶ μὴ ἥλω ὁ πατὴρ οἷα εἰκὸς , οὐκ ἂν παρ '
τὰ ὄρη πόθῳ ἀρσένων , ὡς εἶχε τοῦ κόσμου καὶ ἥλω περὶ τὸν κάτω Ταῦρον ὑπὸ τοῦ ἀρώματος ἑλχθεῖσα .
3730862 ἐσχεν
ἂν ταύτην ὁ δυστυχὴς οὗτος ὠδύρετο συμφοράν . οὐδ ' ἔσχεν αὐτῷ τινα προςκαθήμενον : ἀρκεῖ βίος ταύτην ἐπιδεῖξαι τὴν
τοῦτο συγκριθείς , ἐξ οὗ γε τοῦτο Κριὸς ὄνομ ' ἔσχεν βροτοῖς , κρίνων μὲν ἔαρος χείματός τε μεταβολάς ,
3725043 ὀφιωδης
πόαν , ἧς ὁ καυλὸς ἥ τε ῥίζα πάντως ἐστὶν ὀφιώδης τῷ ποικίλῳ ταῖς κεφαλαῖς : ὁπόσας γὰρ ἄν τις
ἔφαμεν , ἡ προνομαία χαμόθεν ἐπὶ τὸ ὕψος διακομίζει , ὀφιώδης τις οὖσα καὶ ὑγροτέρα τὴν φύσιν . Ὅτι ἡ
3724549 χρησμος
εὐρύοπα Ζεύς . ἆρά γε καὶ μόνον τοῦτο εἴρηκεν ὁ χρησμός ; οὒκ , ἀλλ ' ὥσπερ ἐπισφραγίζεται τὴν γνώμην
. ἄναξ : ὁ Κύζικος . φάτις : φήμη ἢ χρησμός . ὁ δὲ στόλος ἐνταῦθα ὡς περιληπτικὸν ὄνομα συντάσσεται
3723646 συνθεντων
, καὶ ὅσα τοιαῦτα : καὶ τοῦτο καλεῖται δόξα , συνθέντων ἡμῶν τὴν προϋποκειμένην μνήμην τῇ νεωστὶ γενομένῃ αἰσθήσει :
τὸν Ζηνόδοτον καὶ Ἀρίσταρχον . καίτοι τεσσάρων ἀνδρῶν ἐπὶ Πεισιστράτου συνθέντων τὸν Ὅμηρον , οἵτινές εἰσιν οὗτοι : Ἐπικόγκυλος ,
3720409 πολιτευομενη
σωφροσύνης οἰκία τε οἰκουμένη ἔμελλεν καλῶς οἰκεῖσθαι , πόλις τε πολιτευομένη , καὶ ἄλλο πᾶν οὗ σωφροσύνη ἄρχοι : ἁμαρτίας
. ἡ πόλις ἡ τῶν Ῥοδίων ἰσχύουσα ναυτικαῖς δυνάμεσι καὶ πολιτευομένη κάλλιστα τῶν Ἑλλήνων περιμάχητος τοῖς δυνάσταις καὶ βασιλεῦσιν ἦν
3715957 θεισης
κεῖται γὰρ παρὰ τοῖς ποσὶ τῆς Ὑγιείας , ἀρτίως γε θείσης Τύχης ταύτης , ἐπειδὴ τάχιστα ἀνεῴχθη τὸ ἱερόν .
ἐφελκομένης τῆς ὕλης ὡς διὰ σικυίας τινὸς τῆς ἐπισωρευ - θείσης νόθου θερμότητος . Ἀλλὰ τοῦτο μὲν τοῦ περὶ αἰτίας
3705996 συστρατηγος
καὶ ἑτέρων ἐθνῶν πολεμούντων Ῥωμαίοις ὁ Δέκιος ὕπατος Ῥωμαίων , συστρατηγὸς ὢν Τορκουάτου , οὕτως ἔδωκεν ἑαυτὸν εἰς σφαγὴν ,
Τυρρηνῶν καὶ ἑτέρων ἐθνῶν πολεμούντων Ῥωμαίοις ὁ Δέκιος ὕπατος Ῥώμης συστρατηγὸς ὢν Τουρκουάτου οὕτως ἀπέδωκεν ἑαυτὸν εἰς σφαγὴν καὶ ἀνῃρέθησαν

Back