παραφέροντος : τοῦ γὰρ ἡλίου τὴν χιόνα τήξαντος ὁ ποταμὸς ἐρρύη μέγας , καὶ οὔτε στῆναι διὰ τὸ βάθος οὔτε | ||
Σοφοκλῆς [ . ] . Αἰσχύλος δὲ ἀφρὸς βορᾶς βροτείας ἐρρύη κατὰ στόμα . ἀντὶ τοῦ ἤνθει . . ἔπαιξεν |
ἤκουσε , καὶ Ὀδυσσεῖ δὲ ἐν διχοστασίᾳ ξυγγενόμενος οὕτω μέτριος ὤφθη , ὡς καλὸς τῷ Ὀδυσσεῖ μᾶλλον ἢ φοβερὸς δόξαι | ||
σκύμνους , ἐπειδὰν φεύγῃ τι ἑαυτῆς μεῖζον ; καὶ ἔχιδνα ὤφθη ποτὲ τοὺς ὄφεις , οὓς ἀπέτεκε , λιχμωμένη καὶ |
τρίμετροι ἀκατάληκτοι . ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 πόλεμος αἴρεται : Διὰ τὴν ὑπερβολὴν ἀντὶ τοῦ ἐγείρεται καὶ μετεωρίζεται | ||
. . ὥστε ἐλπίζειν τὴν ἅλωσιν . . 〚 πόλεμος αἴρεται : Εἴσθεσις χοροῦ ἐπῳδικὴ κώλων τροχαϊκῶν ἐπιμεμιγμένων χορείοις ἤτοι |
καὶ πρόφασιν ἐκεῖθεν ληψόμεθα τὸν ἱερέα κοσμοῦσαν . πάλαι γὰρ εἱστήκει σαλεῦον οὔπω μὲν πεπτωκός , ἀεὶ δὲ τοῦτο παθεῖν | ||
ἦρεν εἰς ὕψος . ] Ἐν ὁδῷ τις Ἑρμῆς τετράγωνος εἱστήκει , λίθων δ ' ὑπ ' αὐτῷ σωρὸς ἦν |
παῖδα καὶ βασιλέα πάσης ἀρχῆς . καὶ Κύψελος ἔτι ζῳογονούμενος καίριος εἶναι τοῖς Βακχιάδαις οὐκ ἐδόκει , φοβοῦντος αὐτοὺς ἰνδάλματος | ||
πέλαγος ὁρίζῃ τῆς Ὀδυσσέως νεώς : Ἴωμεν : ἥ τοι καίριος σπουδή , πόνου λήξαντος , ὕπνον κἀνάπαυλαν ἤγαγεν . |
ὦ πόποι κεδνῆς ἀρωγῆς κἀπικουρίας στρατοῦ . Βακτρίων δ ' ἔρρει πανώλης δῆμος † οὐδέ τις γέρων . ὦ μέλεος | ||
αὐτόματ ' ἦν τὰ δέοντα : οἴνῳ γὰρ ἅπας ' ἔρρει χαράδρα , μᾶζαι δ ' ἄρτοις ἐμάχοντο περὶ τοῖς |
δι ' ὅλης τῆς ὁδοῦ τὸ γλεῦκος ἔρρει . ἑξῆς ἐφέρετο τετράκυκλος μῆκος πηχῶν εἴκοσι πέντε , πλάτος τεσσαρεσκαίδεκα : | ||
παντελῶς ἔπηξεν ἡμᾶς , εἶθ ' ὁ λιμὸς ἥπτετο . ἐφέρετο πρὸς Δίωνα τὸν διάπυρον : ἀλλὰ γὰρ οὐδ ' |
, καὶ ἐξέχεε τοῦ δυστυχοῦς κλέπτου τὰ σπλάγχνα , καὶ ἐκεῖτο παρὰ τῇ τρυγόνι νεκρὸς ὁ φώρ , ἐναργὴς ἔλεγχος | ||
, καὶ ἐξέχεε τοῦ δυστυχοῦς κλέπτου τὰ σπλάγχνα , καὶ ἐκεῖτο παρὰ τῇ τρυγόνι νεκρὸς ὁ φώρ , ἐναργὴς ἔλεγχος |
ὀφθαλμὸν , ὅταν ὁ διατείνων ἀπὸ τοῦ ἐγκεφάλου καὶ μήνιγγος πόρος ἐπὶ τὸν ὀφθαλμὸν ἀποῤῥαγῇ , ὡς ἀβλεψίαν τελείαν γενέσθαι | ||
πράγματα ἀγερμὸς συναγερμός , ἄθροισις συνάθροισις , συναθροισμὸς ἀθροισμός , πόρος , συναγωγή , ἔρανος , συλλογή , σύστασις : |
ὃς οὐκέτι ἐπεπήρωτο τὴν φωνὴν , ἐξ ὅτου τὸ πρῶτον ἐφθέγξατο : ἦν δὲ καὶ τἄλλα ἔμφρων . Καὶ ὁ | ||
οἰόμεναι περιστερὰν αὐτὸν εἶναι προσίεντο . ἐπεὶ δέ ποτε ἐκλαθόμενος ἐφθέγξατο , τηνικαῦτα τὴν αὐτοῦ γνοῦσαι φύσιν ἐξήλασαν παίουσαι . |
σοι βούλεται παραστῆσαι , ὅτι ἕτερος νηπίων καὶ ἕτερος τελείων χῶρός ἐστιν , ὁ μὲν ὀνομαζόμενος ἄσκησις , ὁ δὲ | ||
ἕξεις πλοῦτον : ἐπὶ τῶν ἀδυνάτων ⋮ Θεσσαλονίκῃ τῇ Μακεδονίτιδι χῶρός ἐστι γειτνιῶν καὶ καλεῖται Νίβας : οὐκοῦν οἱ ἐνταῦθα |
τῇ φράσει : τὰ μὲν γὰρ τὴν πρώτην τοῦ λόγου κατέχει τάξιν , καὶ σπερματικωτέραις χρώμενα ταῖς ἐννοίαις τοῖς τε | ||
εἰϲβολὴν τῆϲ ϲυνήθουϲ ὥραϲ ὁ παροξυϲμόϲ , χρόνον δὲ ἐλάχιϲτον κατέχει τά τε ϲυμπτώματα ἐπιεικέϲτερα καὶ ἁπλούϲτερα γίνεται ἢ οὐδόλωϲ |
Πάτροκλος ἀνθιστάμενος Τηλέφῳ . ὥστ ' ἔμφρονι δεῖξαι : οὗτος ἔστη μόνος ἅμα τῷ Ἀχιλλεῖ . ὥστε δυνατὸν εἶναι δεῖξαι | ||
μακάριος βίος καὶ τὸ κακὸν οὐδαμοῦ ἐνταῦθα καὶ εἰ ἐνταῦθα ἔστη , κακὸν οὐδὲν ἂν ἦν , ἀλλὰ πρῶτον καὶ |
εὐωχεῖται . ἀφαυροτέρους : ἀσθενεστέρους , ἀπὸ τοῦ αὔρα ἡ πνοή . ἄλλῳ ἐπινήχεται : κατ ' ἄλλου νήχεται , | ||
ἀνακόπτει , κλίνει . πάλιν : ὀπίσω . ἀήτης : πνοή . Ἀντίβιος : ἐναντίος , ἀντιδύναμος . ἐναντία : |
ὑψηλότερος . Τὸ μέν κού τι καὶ τὸ χωρίον συμμαχέει κολωνὸς ἐὼν ὥστε τοιοῦτο εἶναι , τὸ δὲ καὶ μᾶλλόν | ||
. Μετὰ δὲ δι ' ἀλλέων δέκα ἡμερέων ὁδοῦ ἄλλος κολωνὸς ἁλὸς καὶ ὕδωρ , καὶ ἄνθρωποι περὶ αὐτὸν οἰκέουσι |
Κωνστάντιος ὁ καῖσαρ , ἐν Γάλλοις πολλὰς νικήσας μάχας , ἦλθε παρὰ μικρὸν κινδύνου . Κυκλωσάντων γὰρ αὐτὸν τῶν πολεμίων | ||
' Εὐβοίης λοπάδες τόσαι ἐστιχόωντο . Ἶρις δ ' ἄγγελος ἦλθε ποδήνεμος , ὠκέα τευθίς , πέρκη τ ' ἀνθεσίχρως |
χερσὶν ὄλβον ἔχω κύλικος τρύφος ἀμφὶς ἐαγός , ἀνδρῶν δαιτυμόνων ναυάγιον , οἷα πολλὰ πνεῦμα Διονύσοιο πρὸς Ὕβρεως ἔκβαλ ' | ||
κλυδωνίου ] ταραχῆς . πληγαῖς ] ταραχαῖς . ἄντλον : ναυάγιον , πλημμύρα . ἄντλον δὲ λέγεται τὸ ἀπὸ τοῦ |
πρὸς τῇ ῥίζῃ διέχον τῆς θαλάττης ὅσον σταδίους ἑκατόν : ῥεῖ δ ' ἐξ αὐτοῦ ποτάμιον πάνακες πρὸς τὰς τῶν | ||
καὶ ἡ τομὴ βίᾳ ξηραινομένη ῥήγνυται , τοῦ δὲ ἔαρος ῥεῖ τό τε δάκρυον καὶ ἀμβλωπεῖς ἐπιγίνονται πολλαί . Καίτοι |
ὧς , κακὰ πολλὰ παθών , πειρήσομ ' ἀέθλων : θυμοδακὴς γὰρ μῦθος : ἐπώτρυνας δέ με εἰπών . ” | ||
διῆναι ἀμπετὲς ἀκλήϊστον . ἄφαρ δ ' ἀπὸ πᾶσα τελέσθη θυμοδακὴς ὀδύνη , ῥέα δ ' ἄλθεται ὕδατι νοῦσος . |
' ἐρῶ λοπάδος ἑψητῶν . Οἴμοι κακοδαίμων ὁ λύχνος ἡμῖν οἴχεται . Καὶ πῶς ἀπορραίσας λυχνοῦχον κἄλαθες ; Ἀλλ ' | ||
καὶ ἐμοὶ θάνατον σὺν τῷδ ' ἐπίτειλον , ἄναξ . οἴχεται τιμὰ φίλων τατωμένῳ φωτί : παῦροι δ ' ἐν |
, γευσαμένη δὲ ὥρας ἀνθρωπίνης ἔκαμε καὶ τῆς σπουδῆς ἐκείνης κατέπεσεν , ἐς δὲ θητείαν μετήχθη πικράν . λʹ . | ||
] ἐρημωθέντα καταστρυφθέντα ] ὑπὸ τῶν πολεμίων μετ ' ἤχου κατέπεσεν δέδουπε ] ἐδούπησεν , ἤχησεν δέδουπε ] ἔπεσεν τοῖο |
: ἰσχναίνεται γὰρ καὶ οἷον λεπτύνεται , ὡς πρὸς τὸ ἀνεστηκὸς τοῦ ὅλου σώματος τοῦτο τὸ μόριον . Τὸ δὲ | ||
δοχεῖον καὶ . . . περικεφαλαίας . λόφος πᾶν τὸ ἀνεστηκὸς καὶ ἐξέχον , καὶ γήλοφος τὸ αὐτό , ἤγουν |
πνεύματα . Ἢν ῥόος ἐν τῇσι μήτρῃσιν ἐγγένηται , αἷμα ῥέει πολλὸν , καὶ θρόμβοι πεπηγότες ἐκπίπτουσι , καὶ ὀδύνη | ||
οὐδεμία ἐκδιδοῦσα ἐς πλῆθός οἱ συμβάλλεται . Ἴσος δὲ αἰεὶ ῥέει ἔν τε θέρεϊ καὶ ἐν χειμῶνι ὁ Ἴστρος κατὰ |
δὲ ποιηταῖς θηλυκῶς . ἐκδεκτέον οὖν καὶ τὸ παρὰ Ἐρατοσθένει βαθὺς αὐλῶν θηλυκῶς εἰρῆσθαι , ὡς θῆλυς ἐέρσα . πᾶν | ||
πολιῆς ἁλὸς ἄσπετον ὕδωρ . κολπώθη δ ' ὤμοισι πέπλος βαθὺς Εὐρωπείης ἱστίον οἷά τε νηὸς ἐλαφρίζεσκε δὲ κούρην . |
καὶ ἀπὸ τοῦ ἀήρ ἀέρος γενέσθαι ἀέρα καὶ κατὰ κρᾶσιν αὖρα , ὡς γράες αἱ γραῦς καὶ 〚 αἱ 〛 | ||
παρὰ τὸ ξυστὴρ , ξύστρα : καὶ πλεονασμὸς τοῦ υ αὖρα : ἄγγελος , παρὰ τὸ ἄγω ἄγελος καὶ ἄγγελος |
' ὃ πίπτει καθετικῶς ἐνεχθεῖσα [ καὶ καθ ' ὃ πίπτει σημεῖον ] καὶ τὴν ἐλαχίστην ἀποτεμνομένην ἀπὸ τῆς καθέτου | ||
σύνδεσμον μὴ εἶναι , εἴγε τοῦ ἰδίου τῶν συνδέσμων ἐκτὸς πίπτει . τὸ ἡμέρα ἐστίν αὐτοτελές , ἀλλὰ τὸ ἤτοι |
ὁμοίως οὐρίῳ ἀνέμῳ καὶ πνεύματι : ἄλλως : ὃν τρόπον οὔριος ἄνεμος ἱστίοις , οὕτως κἀγὼ ταύτῃ φανήσομαι , τουτέστι | ||
προκεῖσθαί τινα πλοῦν ἴδιον αὐτοῖς , ἀλλ ' ἅπας ἄνεμος οὔριος αὐτοῖς ἐδόκει καὶ κατὰ πρύμναν εἱστήκει . Καλλιρόην δὲ |
ιδʹ . πρὸς ἐγχέλεις . ιεʹ . πρὸς κεστρεῖς θαλασσίους δέλος . ιςʹ . δέλος κεστρέων θαλασσίων . ιζʹ . | ||
. ιεʹ . πρὸς κεστρεῖς θαλασσίους δέλος . ιςʹ . δέλος κεστρέων θαλασσίων . ιζʹ . ἄλλο ποιοῦν καλῶς καὶ |
τὰς Ἀθήνας , † σφίσιν ἐμποδὼν γένοιντο . ὁ δὲ πλεῖστος ἦν λόγος ὡς κατὰ τοὺς ὅρκους βοηθεῖν δέοι : | ||
ἡμῖν πρότερον ἦν οὕτως ὄνομα μόνον : ὁ μὲν γὰρ πλεῖστος περίβολος ἀνέῳκτο τοῖς εἰσιοῦσιν , ὁ δὲ λειπόμενος ἔτι |
τὸ ζῷον καὶ καταδῦνον εἰς τὰς ὀπὰς τῆς γῆς , κατέδυ δὲ καὶ ὁ Ἀμφιάραος , ὁ δὲ παῖς σημεῖον | ||
οὗ . ἐπεὶ κατὰ γαῖ ' : κεραυνωθεὶς γὰρ Ἀμφιάραος κατέδυ μετὰ τοῦ ἅρματος ἐν τῷ Ὠρωπῷ τῆς Βοιωτίας καταποθεὶς |
. καὶ γὰρ ἐκεῖνος ὡς ἔοικε τρώγων σίκυον , ὡς ἐφάνη μελιτώδης ὁ χυμός , ἠρώτησε τὴν διακονοῦσαν , ὁπόθεν | ||
ῥίζης γεγονὼς καὶ τηλικοῦτο βάρος οἰκίας καὶ γένους διαδεδεγμένος ἄξιος ἐφάνη τῆς τῶν προγόνων δόξης . ἐκ παίδων γὰρ Ἑλληνικῆς |
θάτερον θατέρου κεχώρισται : κατασκεύαζε καὶ τοῖς ἄλλοις πράγμασι : στενὸς γὰρ ὁ ὅρος ἁπανταχοῦ : καλὸν ἔχει τὸ διὰ | ||
ἦν ἀδελφιδοῦς Πώρου , λοχῶντος κατὰ τὴν ὁδὸν , ᾗ στενὸς ἦν αὐλὼν , μῆκος μὲν ἱκανῶς ἐκτεταμένος , πλάτος |
ὑπηρετούντων κακίᾳ . Καὶ ὁ μὲν ἐν τούτοις ἦν , βοὴ δὲ ἐξαίφνης ἐν ἱπποδρόμῳ δήμου πεινῶντος , ὡς τῆς | ||
σμερδαλέον κυρίως τὸ τῇ ὄψει καταπληκτικὸν , λέγεται δὲ καὶ βοὴ σμερδαλέα καὶ δοῦπος καὶ ἄλλα τοιαῦτα . μέρδω τὸ |
θείαν ἀγανάκτησιν ἐπισπῶνται . ὥρᾳ χειμῶνος ἔχις τις πλησίον ὁδοῦ κατέκειτο καὶ τῇ τοῦ ψύχους σφοδρότητι ἐκινδύνευε διαφθαρῆναι . ἀνὴρ | ||
πρὸς Μιθριδάτην ἤγαγεν . ὁ δ ' ἐν παραδείσῳ τινὶ κατέκειτο μόνος ἀλύων καὶ Καλλιρόην ἀναπλάττων ἑαυτῷ τοιαύτην , ὁποίαν |
ἡ τοιαύτη ψυχή . ἕπεται δὲ αὐτῇ καὶ ἀρετῶν συμφύτων μυρίος θίασος , ὕψος ψυχῆς , μεγαλοπρέπεια γνώμης , ἐλευθέρα | ||
καὶ ῥημάτων σύγκειται , μηδὲν ἱκανῶς βεβαίως εἶναι βέβαιον : μυρίος δὲ λόγος αὖ περὶ ἑκάστου τῶν τεττάρων ὡς ἀσαφές |
ἔμελλεν ἐκτελέειν : τῶ καί μιν ἐυφρονέοντ ' ἀνὰ θυμὸν εὐρὺς ἀγάσσατο λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν | ||
πάντες Ἀχαιοὶ ἄλλοι ὁμῶς ἄλλῃσιν ἐπάλξεσιν : ἔβραχε δ ' εὐρὺς αἰγιαλὸς καὶ νῆες , ἐπεστενάχοντο δὲ μακρὰ τείχεα βαλλομένων |
ὅστις εὐτυχῶν οἴκοι μένει : ἐν γῇ δ ' ὁ φόρτος , καὶ πάλιν ναυτίλλεται . ὁρᾶτε δ ' ὡς | ||
χέρσον . Λύεται : ἐλευθεροῦται , πορεύεται . μόγος : φόρτος , πόνος : κυρίως μόγος ἐπὶ τὴν γένναν ἁπάντων |
βιαιότερον , βέλτιον δὲ ὁ ὑπερορῶν , καὶ ὑπερήφανος καὶ μετέωρος , καὶ ἀπὸ τῆς τερατείας ὁ τερατευόμενος , καὶ | ||
σοὶ καταλύων , ὅτε πρὸς τὴν ἐνταῦθα στρατείαν ἡ Ἑλλὰς μετέωρος ἦν : ὡς δὲ καλὴν εὗρεν ὑποδοχὴν καὶ πλείστης |
γὰρ λέγεις . ἃ καὶ ποήσω καὶ δέδοκταί μοι πάλαι ἱδρώς , ἀπορίανὴ Δί ' εὖ γ ' ὦ Μυρρίνη | ||
τὸν ὕπνον ἐκπέττειν : ἐκ ξηροῦ δ ' οὐκ ἔστιν ἱδρώς . Ἄτοπον δ ' ἂν ἐκεῖνο δόξειε καὶ ὥσπερ |
Ἐπίσωτρον γὰρ τὸ κύκλῳ τοῦ τροχοῦ σίδηρον . Ἠγείρετο δὲ πολὺς ὕμνος , ἤγουν ἐπιθαλάμιος ᾠδή . Ἐν χερσὶ δὲ | ||
γὰρ διαφόρως ὁ χρόνος χροΐζει τὸν λίθον . ὁ γὰρ πολὺς χρόνος , μελανὸν αὐτὸν ποιεῖ . ὁ δὲ ἥσσων |
δὲ τοῖο λιασθείς φεῦγ ' , ὁ δ ' ὄπισθε ῥέων ἕπετοἡ διπλῆ ὅτι τὸ ὕπαιθα εἰς τοὔμπροσθεν σημαίνει . | ||
καὶ Λουπίας ποταμός , διέχων Ῥήνου περὶ ἑξακοσίους σταδίους , ῥέων διὰ Βρουκτέρων τῶν ἐλαττόνων . ἔστι δὲ καὶ Σάλας |
ἂν τάδ ' ἐξέχει . νῦν δ ' ὑπὸ σκότῳ βρέμει θυμαλγής τε καὶ οὐδὲν ἐπελπομένα ποτὲ καίριον ἐκτολυπεύσειν ζωπυρουμένας | ||
μακρὰ πέσῃσιν ὑπ ' ἐκ ῥιζῶν ἐριπόντα ἄλσεος εὐρυπέδοιο , βρέμει δέ τε πᾶσα περὶ χθών : ὣς οἵ γ |
μήτε χλιαρὰ μήτε πικρὰ , ἀλλ ' ἡδίστη . Ἀγέλαστος πέτρα : ἐπὶ τῶν λύπης προξένων ἡ παροιμία : ἐπ | ||
τῶν κρημνῶν ῥίψαντες σφᾶς ἀπέθανον . εἴχετό τε Ἀλεξάνδρῳ ἡ πέτρα ἡ τῷ Ἡρακλεῖ ἄπορος γενομένη καὶ ἔθυεν ἐπ ' |
δυσφθαρτότερα τῷ πιμελῆς ἀπηλλάχθαι . τάδε μὲν κυρίως καὶ συνήθως κλῄζεται ταρίχη , καίτοι συχνῶν καὶ πολυτελῶν ἰχθύων κατὰ τὰς | ||
Σοφοκλῆς δ ' ἐν Μυσοῖς „ Ἀσία μὲν ἡ σύμπασα κλῄζεται ” , ξένε , πόλις δὲ Μυσῶν Μυσία προσήγορος |
ὁ Θρασυμάχου χρυσοχοεῖ ; ἔλαβε δ ' ἀρχὴν ἐντεῦθεν . ἔπεσέ τις φήμη ποτὲ εἰς τὸ πλῆθος τῶν Ἀθηναίων , | ||
ἀκουσομένους ; “ ἄρξασθαι δέ φασι τὴν παροιμίαν ἐντεῦθεν . ἔπεσέ τις φήμη ποτὲ εἰς τὸ πλῆθος τὸ Ἀθηναίων ὡς |
χεῖρα πῶς κατεστάθη ; ἐδέξατ ' ἀντακαῖον , ὃν τρέφει μέγας Ἴστρος Σκύθαισιν ἡμίνηρον ἡδονήν . Μενδήσιός θ ' ὡραῖος | ||
ἀνθηρόν . ἐπὶ ταύτῃ φέρων εἰς τὸ μέσον ἐπεχόρευσε σαπέρδης μέγας , ὑπό τι δυσώδης οὗτος ηρος ἀνθίαν , ὃν |
λιμένι διέτριβεν , ἐκ τούτου ὁμώνυμος αὐτῷ ὁ λιμήν : πλάτῃ : τὴν ὁδόν . διαπεπερακὼς ταῖς κώπαις τὸν λιμένα | ||
ὡς ὁ πλεῖστος ἔσπαρται λόγος , ξὺν παισὶ πεντήκοντα ναυτίλῳ πλάτῃ Ἄργος κατασχών εἰ μὴ γὰρ ἴδιον ἔλαβον εἰς χεῖρας |
ἀνηνέχθη τι δι ' ἐμέτου ἢ διὰ βηχὸς , καὶ ἐκενώθη διὰ τοῦ στόματος : πάντως ὑφιζάνει τι περὶ τὴν | ||
δὲ ἐπ ' οὐδενὶ ἔργῳ λαμπρῷ ἥ τε τῶν λίθων ἐκενώθη τοῖς βαρβάροις παρασκευὴ , καὶ ὅσα ἐκ χειρὸς ἢ |
ἑτέρους Ἑρμῆς , ἀγασθείη τε αὐτὸν τοῦ εὑρήματος , καὶ παλαίστρα γένοιτο Ἑρμοῦ πρώτη , καὶ οἱ πλασθέντες δὲ ἐκ | ||
δὲ οἱ δι ' ἀλκῆς σώματος , ὥσπερ δρόμος , παλαίστρα , πυγμή , παγκράτιον , δίσκος , ἅλμα , |
Ὅτι τοῦ Προκοπίου τοῦ συγγενοῦς Ἰουλιανοῦ στασιάσαντος καὶ τυραννίδι ἐπιθεμένου Ἡράκλειος ὁ κυνικὸς προσελθὼν αὐτῷ καὶ κατακροτήσας εὖ μάλα τῇ | ||
ὑποδεχόμενοι τὸν Ἡρακλῆν βραδύνουσι : πολυφάγος γὰρ ὁ ἀνήρ . Ἡράκλειος νόσος : ἡ ἱερά : εἰς ταύτην γὰρ περιέπεσεν |
δηλώσας ἐν τοιᾷδε ἡλικίᾳ , καὶ τοῖς ἀνδράσι πολὺς ἐγγίνεται θόρυβος ἐν πολλῷ ὁμίλῳ δημηγοροῦντι . Ἀποθανούσης δ ' αὐτῷ | ||
τισιν ἐγγενομένης ἁψιμαχίας καὶ πολλῶν ἑκατέροις παραβοηθούντων κραυγὴ καὶ πολὺς θόρυβος κατεῖχε τὸ στρατόπεδον . καθ ' ὃν δὴ χρόνον |
: Ἑσπέρα , φησίν , ἐστὶν ἤδη καὶ ἡ σῦριγξ ἠχεῖ . τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ δόναξ : τὸ δὲ | ||
. . . δαίεσθαι φωνὴν ἀφιέναι : καιομένη γὰρ μέγα ἠχεῖ . αἴθω : χὡς αὕτη λακεῖ : ἡ δάφνη |
ἀργῆτα χαλινὰ ἂν Σκυθίην Ἴστρος λέλακεν μέγα πάντοθε πάντῃ , συρόμενος κρημνοῖσι καὶ ὑδατοπλήγεσιν ἄκραις : τῇ δ ' αὖτ | ||
, λέγουσιν , ὅπου ὁ Ἰσσικὸς ἄπειρος ἢ μέγιστος κόλπος συρόμενος ἐπὶ τὸν βορρᾶν ἐς μυχὸν γαίης , ἤτοι ἐπὶ |
μάχης ἐλθεῖν τῷ Φαέθοντι . καὶ δὴ ἐφαίνοντο προσιόντες , θέαμα παραδοξότατον , ἐξ ἵππων πτερωτῶν καὶ ἀνθρώπων συγκείμενοι : | ||
δυστυχίας ἀφῖξαι ] ἦλθες ξυνασχαλῶν ] συλλυπηθησόμενος δέρκου ] βλέπε θέαμα ] θεωρίαν τόνδε ] ἤγουν ἐμέ τὸν συγκαταστήσαντα ] |
] ] ] ς ἄκαιρα μωμένους ] νικον ? ? πνέων [ ] ! δε [ ! ! ] ] | ||
κατέσχε πρῶτος , ἀπῆλθεν ἀψάλακτος , ἀλλ ' ὅμως Λακωνικὸν πνέων ᾤχετο θὤπλα παραδοὺς ἐμοί , σμικρὸν ἔχων πάνυ τριβώνιον |
ἀλλὰ τὸ ἀσεβὲς καταποντώσατε σῶμα . ” Ταῦτα λέγοντος θρῆνος ἐξερράγη , καὶ πάντες ἀφέντες τὴν νεκρὰν τὸν ζῶντα ἐπένθουν | ||
φέρουϲι , αἵπερ καὶ τὰ κατὰ τὰϲ κοίλαϲ φλέβαϲ . ἐξερράγη κοτὲ αἷμα ἀπὸ τῶν νεφρῶν πολλὸν ἁθρόον , καὶ |
μέσης αὐτῆς ὄρη χθαμαλώτερα . ὁ δὲ ἀὴρ ὁ ἐνταῦθα θολερός τε ὡς ἐπίπαν ἐστὶ καὶ νοσώδης : αἴτιοι δὲ | ||
μαντεύεται ἐπ ' ὠφελείᾳ τῶν ἐνοικούντων , τεταραγμένος δὲ καὶ θολερός , καὶ μάλιστα ἐάν τι σίνηται τῶν ἐν τῇ |
Τρίτωνος , ὡς ἔφην , Εὐρυπύλῳ ὁμοιωθέντος ἐλύθη δὲ ἡ βῶλος περὶ τὴν Θήραν βραχεῖσα ἐν τῷ πλοίῳ , μαντεύεται | ||
διχῶς τὸ σπέρμα δύναται νοεῖσθαι , καὶ ὅτι Λιβυκὴ ἡ βῶλος , καὶ ὅτι οἷον ἀρχὴ τῆς εἰς Λιβύην ἀποικίας |
καὶ ἰκτεριῶν ὠχραντικῶς ὑπὸ πάντων κινεῖται , ὁ δὲ ὀφθαλμιῶν ἐρυθαίνεται , ὁ δὲ παραπιέσας τὸν ὀφθαλμὸν ὡς ὑπὸ δυεῖν | ||
ἤγουν τραχηλώδεις , οἱονεὶ τραχήλους ἔχοντας . * ἐνερεύθεται : ἐρυθαίνεται ὕσσωπος δὲ βοτάνη ὁμοία σαμψύχῳ . * οἴνωνις : |
μυκτῆρος ἐπισπέρχοντες ἀυτμῇ . Ναὶ μὴν καὶ νιφόεσσα φέρει δυσπαίπαλος Ὄθρυς φοινὰ δάκη , κοίλη τε φάραγξ καὶ τρηχέες ἀγμοί | ||
: χιονώδης χιονιζομένη , λευκή * δυσπαίπαλος : τραχυτάτη τραχεῖα Ὄθρυς : ὄνομα ὄρους Θεσσαλίας , ὅπου ὁ σὴψ νέμεται |
οὐκ ἀλλοτρίων ἀλλ ' οἰκείων μουσῶν στόμαθ ' ἡνιοχήσας . ἀρθεὶς δὲ μέγας καὶ τιμηθεὶς ὡς οὐδεὶς πώποτ ' ἐν | ||
ἑστιαθέντες : τούτων γὰρ ὁ λογισμὸς ἀπὸ γῆς ἄνω μετέωρος ἀρθεὶς αἰθεροβατεῖ καὶ συμπεριπολῶν ἡλίῳ καὶ σελήνῃ καὶ τῷ σύμπαντι |
ὄφις καὶ ὄφεας καὶ ὄφεις . Ὦ ὄφιες καὶ ὦ ὄφις καὶ ὦ ὄφεες καὶ ὦ ὄφεις . Ἰστέον ὅτι | ||
μῦθος . Λέγεται καὶ περὶ τῆς ὕδρας τῆς Λερναίας ὅτι ὄφις ἦν ἔχων πεντήκοντα κεφαλάς , σῶμα δὲ ἕν , |
Αἰθιοπίας τε καὶ τῆς Αἰγύπτου . περιείληφε δ ' ὁ ποταμὸς καὶ ΝΗΣΟΥΣ ἐν αὑτῶι , κατὰ μὲν τὴν Αἰθιοπίαν | ||
συμμάχους εἰς τὴν Βακτρίων ἐνέβαλεν : ὁρίζει δὲ τὴν Βακτρίαν ποταμὸς Σαράγγης . Βάκτριοι τὰ ὄρη κατέλαβον τὰ ὑπὲρ τὸν |
ἐμήνυε τῷ Σκιπίωνι . ὃ δὲ προπέμψας τινὰ παρασκευὴν πολιορκίας εἵπετο : καὶ παροδεύων ἐνέβαλλεν ἐς Ἰλυργίαν πόλιν , ἣ | ||
μάχιμον ἄνευ μέντοι γε τοῦ ἄλλου ὁμίλου , ὃς πολὺς εἵπετο . Ῥωμαῖοι δὲ στρατὸν τοσοῦτον πεζόν τε καὶ ναυτικὸν |
τὴν ῥάβδον ἐκτείνει , κελεύσαντος τοῦ θεοῦ . κἄπειτ ' ἄνεμος καταράττει , νότος βιαιότατος , ὅλην τὴν ἡμέραν καὶ | ||
ἐβουλήθησαν μὴ κατοκνῆσαι , ῥᾳδίως ἐγένετο , καὶ οὐκ ἂν ἄνεμος ἐκώλυσεν . βοηθήσαντες δὲ ἅμ ' ἡμέρᾳ πανδημεὶ οἱ |
τῆς ἄγαν πιμελῆς ἀλλότριον , τηνικαῦτα καὶ ἐκεῖνος ᾐσθάνετο καὶ ἠγείρετο ἐκ τοῦ ὕπνου . Τοὺς δὲ χρηματισμοὺς ἐποιεῖτο τοῖς | ||
ἐν ἠπείρῳ μέσῃ τοὺς ἐχθροὺς κατείληφε ναυαγία : κῦμα δεδιδαγμένον ἠγείρετο καὶ ῥοῦς κεκελευσμένος ἐγίνετο καὶ ποταμὸς ἀπὸ συνθήματος ῥεῖν |
μὴ πίωσιν ἄνθρωποι . % % ἡ μέντοι καλουμένη νεκρὰ θάλασσα , καὶ ἀληθῶς οὖσα νεκράπλεῖται γὰρ οὐδέποτε , καὶ | ||
καὶ δένδρεα μακρὰ τεθήλῃ καὶ ποταμοὶ πλήθωσι , περικλύζῃ δὲ θάλασσα , ἠέλιος δ ' ἀνιὼν φαίνῃ λαμπρά τε σελήνη |
κρινόμενοι εἰλικρινέως , φιλυποστροφώδεα . Μετὰ δὲ χιόνας , νότια ἐπεγένετο , καὶ ὑέτια : κόρυζαι κατεῤῥάγησαν καὶ ξὺν πυρετοῖσι | ||
εἶναι καὶ προσόντων καὶ ἀπόντων . Πορευομένων δὲ ἐπεὶ νὺξ ἐπεγένετο , λέγεται φῶς τῷ Κύρῳ καὶ τῷ στρατεύματι ἐκ |
καὶ τὴν τούτων αἴθων τε καὶ τέμνων , ἐπειδή ποτε ἐνεπλήσθη , διαλλάττεται . καὶ πάλιν αἰχμαλώτων λύσεις καὶ τἄλλα | ||
ὀργῇ δεσποτῶν ὑποπεσόντας . Ἀκούσας ὁ Ἁβροκόμης εὐθὺς μὲν ὀργῆς ἐνεπλήσθη , ἀναβλέψας δὲ ἀτενὲς εἰς τὸν Λεύκωνα ὦ πονηρὲ |
ἄτῃ : δὴ γάρ οἱ λασίοιο καρήατος ἄλλυδις ἄλλῃ ἐγκέφαλος πεπάλακτο : συνηλοίηντο δὲ πάντα ὀστέα καὶ θοὰ γυῖα λυγρῷ | ||
' αὐτῆς ἦλθε καὶ ὀστέου , ἐγκέφαλος δὲ ἔνδον ἅπας πεπάλακτο : δάμασσε δέ μιν μεμαῶτα . καὶ τοὺς μὲν |
ἀνίσχοντα ἥλιον , ἐν ᾧ Προυσιὰς ἔστιν ἡ Κίος πρότερον ὀνομασθεῖσα : κατέσκαψε δὲ τὴν Κίον Φίλιππος , ὁ Δημητρίου | ||
τεθῆναι . Χρυσαορίς , πόλις Καρίας , ἡ ὕστερον Ἰδριάς ὀνομασθεῖσα . Ἀπολλώνιος ἐν ἑβδόμῳ Καρικῶν „ . . . |
ἀσθενοῦντας ἀσθενῶν ἐλήλυθας : ἐπὶ τῶν ὅμοια πασχόντων . Εὕδοντι κύρτος αἱρεῖ : ἐπὶ τῶν εὐτυχούντων . Ἔνεστι καὶ μύρμηκι | ||
. Μέμνηται δὲ αὐτῆς Ἐπίχαρμος ἐν Τρωσίν . Εὑδόντων ἁλιευτικῶν κύρτος : εἴρηται ἡ παροιμία ἐπὶ τῶν ἄνευ πόνου κατεργαζομένων |
τοῦ λούσασθαι , περιέπεσεν δὲ τῷ λυττῶντι κυνί : καὶ κατηνέχθη μὲν ἡ κεραμὶς ὑπὲρ τοῦ τὴν οἰκείαν χώραν ἀπολαβεῖν | ||
περᾷ τὸν ποταμὸν ὀνόματι Φορβάν . Καὶ φιβλωθεὶς ὁ Ἀχελῷος κατηνέχθη ἀπὸ τοῦ ἵππου εἰς τὰ ῥεῖθρα τοῦ ποταμοῦ , |
πάππος ἀπ ' ἀκάνθης : οὗτος γὰρ νέος μὲν ὢν ἕστηκεν ἐν τῷ σπέρματι : ὅταν δ ' ἀποβάλῃ τοῦτο | ||
οὗ κατὰ τὸ δεξιὸν μέρος ὁ τὸ λεβήτιον ἔχων κίων ἕστηκεν . Ὅταν οὖν ἄνεμον συμβῇ πνεῖν , τοὺς τῆς |
οὐ τὸν πιθανὸν ἀλλὰ τὸν τεχνικὸν ἢ σπουδαῖόν φησι . Σικελικὸς δ ' ἢ Ἰταλικός , οἷον Ἐμπεδοκλῆς . Πυθαγόρειος | ||
: μετὰ δὲ τὸ Τυρσηνικὸν πέλαγος ὁ Σικελὸς ῥόος ἢ Σικελικὸς πόντος ἀπὸ δύσεως πρὸς ἀνατολὰς κυρτὸς ἢ κυρτούμενος ἐπιστρέφεται |
” λαοὶ δ ' ὑπ ' ὀλίζονες ἦσαν „ . ὠνομάσθη δὲ ἀπὸ τοῦ μικρὰ εἶναι . Θεσσαλοὶ γάρ , | ||
δόξαν ἐπὶ φιλοσοφίᾳ . διὸ καὶ τούτοις ὁμιλῶν καὶ συνδιατρίβων ὠνομάσθη μὲν εἷς τῶν ἑπτὰ σοφῶν καὶ τὸ πρωτεῖον τῆς |
καρπαλίμως οἴμησαν ἐοικότες ἰρήκεσσι : τῶν δὲ καὶ ἀμφήριστος ἔην δρόμος : οἳ δ ' ἑκάτερθεν Ἀργεῖοι λεύσσοντες ἐπίαχον ἄλλυδις | ||
ᾠήθην τῇ πόλει συμφέρειν . ὡς γὰρ τῶν πολεμίων ὁ δρόμος οὐ δέδωκε τῇ Φήμῃ καιρὸν ἀγγελίας , ἀλλ ' |
ζῷον ὑπερφυές , Διονύσου ἄγαλμα , ᾧ Ἰνδοὶ ἔθυον : δράκων ἦν μῆκος πεντάπλεθρον , ἐτρέφετο δὲ ἐν χωρίῳ κοίλῳ | ||
Αὐλίδι , πόλει τῆς Βοιωτίας . ἔνθα καὶ θυόντων αὐτῶν δράκων ἐπὶ τὸ πλησίον ἀνελθὼν δένδρον στρουθοῦ νεοσσοὺς ὀκτὼ διέφθειρεν |
τροπῇ τοῦ ζ εἰς βδ βδόλος : καὶ τὸ ῥῆμα ὄζει βδεῖ , ὡς τὸ † ῥοιζεῖ , ῥοιβδῶ καὶ | ||
ποιείτω . Ἢν δὲ μὴ τεκνούσῃ προσθῇς , οὐδέ ποτε ὄζει οὔτε καθαιρομένη οὔτε ἄλλως : οὐδ ' ἢν κυούσῃ |
, ἄνδρας μικροὺς ἐκ ξύλου πεποιημένους μεγάλα αἰδοῖα ἔχοντας . καλέεται δὲ τάδε νευρόσπαστα ” . καὶ παρακατιὼν δέ : | ||
ἐκ λίμνης μεγάλης τὴν πέριξ νέμονται ἵπποι ἄγριοι λευκοί : καλέεται δὲ ἡ λίμνη αὕτη ὀρθῶς μήτηρ Ὑπάνιος . Ἐκ |
: ἔλαμπε , Γοργὼν δ ' ὡς : ἡ Γοργὼν ἐπέκειτο τοῖς μετώποις τοῖς ἱππικοῖς προσδεδεμένη μετὰ κωδώνων , ψόφον | ||
διαφερόντων ἐν ὡραιότητι . Μετὰ δὲ τὴν τοῦ μαιάνδρου διάθεσιν ἐπέκειτο σχιστὴ πλοκή , θαυμασίως ἔχουσα , ῥομβωτὴν ἀποτελοῦσα τὴν |
: ὁ Προμηθεὺς ἐδέδετο ἐν τῷ Καυκάσῳ , καὶ ὁ ἀετὸς τὸ ἧπαρ αὐτοῦ κατήσθιεν . Ἀγροίτας δὲ ἐν τῇ | ||
. Ἑλένης δέ ποτε κληρωθείσης , καὶ προαχθείσης κεκοσμημένης , ἀετὸς καταπτὰς ἥρπασε τὸ ξίφος , καὶ ἐς τὰ βουκόλια |
περὶ τὴν θεωρίαν τοῦ Λυσίου λόγου πάσχει ὁ Σωκράτης : κάτεισι γὰρ ἀπὸ τῆς ἑαυτοῦ νοερᾶς θεωρίας εἰς τὴν τοῦ | ||
φωνῆς δ ' οὖν ἀμοιροῦσι , τρίζουσι δὲ ὀξύ : κάτεισι δὲ ὑπὸ τὴν ὑπήνην αὐτοῖς γένειον , ὡς εἰκάσαι |
μοχθοῦσι κακοπαθοῦσι τρόμον : καὶ γὰρ μετὰ προειρημένα πάντα καὶ τρόμος τις τοῖς μέλεσι τοῦ κάμνοντος περιτρέχει καὶ γίνεται . | ||
, αἵ τε ναρκώδεις ἅπασαι κινήσεις καὶ παράλυσις καὶ προσέτι τρόμος . προαιρετικῆς μὲν οὖν ἐνεργείας βλάβη παράλυσίς τε καὶ |
γῆ . Αἰγυπτιακή . ἀναθρεψαμένη αὐτοὺς δηλονότι . θρηνεῖ . καυστικῷ , ἀφανιστικῷ : ἀπὸ τοῦ μάλα ἐρᾶν τῆς ὕλης | ||
, ὅθεν καὶ τὸ „ πυρὶ κηλέῳ „ , τουτέστιν καυστικῷ , γέγονε πλεονασμῷ τοῦ ε . παρὰ δὲ τὸν |
δεῖ καλεῖν ἐν συμποσίῳ , ἀλλ ' αὐτομάτους ἰέναι : αὐτόματος δέ οἱ ἦλθε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος . δῆλον γὰρ | ||
. πομπευτὴς γὰρ ἵππος πάντα διδάσκεται . πρῶτον μὲν γὰρ αὐτόματος ἐκτείνας εἰς τὸ ἔδαφος τοὺς πόδας καὶ χαμαιπετὴς γενόμενος |
, περιπατεῖ Τρύφων , ζῇ Πλάτων , ἀναπνεῖ Διονύσιος , πλεῖ , τρέχει , χωρὶς εἰ μὴ ἐπὶ τῶν αὐτοπαθῶν | ||
μὲν εὖρος πλεθριαῖαι , βαθεῖαι δὲ ἰσχυρῶς , καὶ πλοῖα πλεῖ ἐν αὐταῖς σιταγωγά : εἰσβάλλουσι δὲ εἰς τὸν Εὐφράτην |
εἰς ξένους τόπους , ὅπου τροπή , κίνδυνος ἐστομωμένος , πνέει καθ ' ἡμῶν φλεγμονὰς πυρεκβόλους ; μικρόν τι καρτέρησον | ||
τῷ καί μιν δελέασσιν ἀποπνείουσιν ἀϋτμὴν ῥηϊδίως ἕλκουσιν , ὅσα πνέει ἐχθρὸν ἄημα . εἴκελα δὲ τρίγλῃσιν ὕεσσί τε , |
τῆς ἐρωμένης ἀποκοπτόμενος καὶ εἰς θάλασσαν ἐλαυνόμενος ἐξαίσιον καὶ καταπληκτικὸν ἐμυκᾶτό τε καὶ ἀνέστενεν : ἡ μέντοι γῆ τὸ ἄχθος | ||
τῆς ἐρωμένης ἀποκοπτόμενος καὶ εἰς θάλασσαν ἐλαυνόμενος ἐξαίσιον καὶ καταπληκτικὸν ἐμυκᾶτό τε καὶ ἀνέστενεν : ἡ μέντοι γῆ τὸ ἄχθος |
δὲ λοιπὰ ἢ προαιρετικά ἐστιν ἢ ἀπροαίρετα , νεκρὰ καὶ καπνός . Πρὸς θανάτου καταφρόνησιν ἐγερτικώτατον ὅτι καὶ οἱ τὴν | ||
ἀπὸ κρεῶν . θ λιγνὺς κυρίως ὁ ἐκ τοῦ λίπους καπνός . καπνὸς ὁ ἀπὸ ξύλων , ἀτμὸς ὁ ἀπὸ |
, ὅσον ἧκεν εἰς ὑμᾶς , πάλαι ἂν ἡ πόλις διέφθαρτο . καὶ περὶ μὲν τῶν τότε ] ἕως ὧδε | ||
τῆς τῶν ἀγελαίων ἀνθρώπων . ὁ δ ' οὖν Διομήδης διέφθαρτο καὶ αὐτὸς ὑπὸ τῆς συνουσίας καὶ οὐδὲν ἔχων ἔξαρμα |
ἀρχῆς ἄχρι τέλους μέχρι τοῦ συνειδέναι τὴν γυναῖκα τῷ φόνῳ ἵσταται . ἔστι δὲ τῶν ἀεὶ ἐμπιπτόντων ἐν τῷ ἁπλῷ | ||
' εἰ μὲν πρὸς ἐλεεινολογίαν λέγοι , ἐγγὺς τοῦ πρέποντος ἵσταται , εἰ δὲ πρὸς πᾶσαν ἰδέαν λόγου , οὐκ |
ἀγορᾶς ναὸς ἀρχαῖος στοαῖς ἐν κύκλῳ περίστυλος , ὁ δὲ ὄροφος κατερρύηκε τῷ ναῷ καὶ ἄγαλμα οὐδὲν ἐλείπετο : βασιλεῦσι | ||
τέσσαρες δέ εἰσιν ἐν ἀριστερᾷ κίονες καὶ ἐπ ' αὐτῶν ὄροφος , πεποίηνται δὲ ἔρυμα εἶναι ξυλίνῳ κίονι πεπονηκότι ὑπὸ |
ἔστι γὰρ τοῦτο σεσηπὸς αἷμα . ταὶ δ ' αἶψα κόνις καὶ γαῖα [ ἐσσυμένως ἐγένοντο ] : διὰ τούτου | ||
Κύπριον πῦρ : ὀστὰ δ ' ἔχει Σαλαμίς , ὧν κόνις ἀστάχυες . ψυχὴν δ ' ἄξονες εὐθὺς ἐς οὐρανὸν |
θηλαῖϲ μαζῶν εἰϲι παραπλήϲια , ἀφ ' ὧν καὶ ἰχὼρ ἀπορρεῖ . ξυρήϲαϲ καὶ λίνου ϲπέρμα τρίψαϲ καὶ μέλιτι δεύϲαϲ | ||
, τὸ μὲν ὑγρὸν διὰ τῶν λίθων καὶ τῶν φαράγγων ἀπορρεῖ εἰς τὸν ἐπιφερῆ καὶ κατεπείγοντα τόπον , οἱ δ |
κατελύθησαν ὑπὸ Σκιπίωνος τοῦ Αἰμιλιανοῦ , καὶ ἡ πόλις ἄρδην ἠφανίσθη . ὅτε γὰρ ἤρξαντο πολεμεῖν τοῦτον τὸν πόλεμον , | ||
ἣν πᾶσα ἡ ἀντίπαλος ἐκλίθη δύναμις καὶ ἀνατραπεῖσα ἡβηδὸν αὐτίκα ἠφανίσθη . αἱ δὲ πόλεις ὑπὸ τὸν αὐτὸν χρόνον κεναί |
. τὸ μέλαν . ἀπὸ τοῦ γνόφου καὶ δνόφου . γνόφος δὲ ὁ κενὸς φάους ἀήρ . κατὰ δὲ μετάθεσιν | ||
κυκῶν τὴν θάλατταν ὑπὸ τῶν ἐπῶν , χειμὼν ἄφνω καὶ γνόφος ἐμπεσὼν ὀλίγου δεῖν περιέτρεψεν ἡμῖν τὴν ναῦν : ὅτε |
: οἱ ἐκτὸς ἔτι τῶν Μεγάρων ὄντες καὶ μήπω εἰσελθόντες σίδηρός τε : λιθουργός . ὕλην : ἄλλην δηλονότι . | ||
σοφοὺς ἐς τὰς τέχνας εἶναι . Σαυρομάταις γὰρ οὔτε αὐτοῖς σίδηρός ἐστιν ὀρυσσόμενος οὔτε σφίσιν ἐσάγουσιν : ἄμικτοι γὰρ μάλιστα |
τῆς λογικῆς πηγῆς [ εἰς καθαρὸν ] ἐπὶ ψυχὴν φέρεσθαι νᾶμα λείως , ἐπειδήπερ αἱ συνεχεῖς καὶ ἐπάλληλοι τροφαὶ κατακλύζουσαι | ||
τοξεύμασιν νεκρῶν ἅπαντ ' Ἰσμηνὸν ἐμπλήσω φόνου , Δίρκης τε νᾶμα λευκὸν αἱμαχθήσεται . τῶι γάρ μ ' ἀμύνειν μᾶλλον |
. . . Θάψακος πόλις ἐπὶ τὸν Εὐφράτην . . διαβατός ] ση : ὅτι βατὸς ὁ εὐφράτης ποταμός . | ||
οἱ μὲν ἄγοντες ἄκοντες ἐβράδυνονὁ γὰρ Ἀσωπὸς ποταμὸς οὐκ ἦν διαβατός , μέγας ἄφνω ῥυείς , οἱ δ ' ἀμφὶ |
, ὃς ἢν κακοῖς που περιπέσῃ καὶ πλησίον παραστῇ , πέπτωκεν ἔξω τῶν κακῶν , οὐ χεῖος , ἀλλὰ Κεῖος | ||
. ἀγρῶσται : οἱ κυνηγοί : ἀπὸ τοῦ ἀγρώσσω ῥήματος πέπτωκεν . Ὅμηρος : ἰχθῦς ἀγρώσσων πυκινὰ πτερὰ δεύεται ἅλμῃ |