ὑπηρετούντων κακίᾳ . Καὶ ὁ μὲν ἐν τούτοις ἦν , βοὴ δὲ ἐξαίφνης ἐν ἱπποδρόμῳ δήμου πεινῶντος , ὡς τῆς
σμερδαλέον κυρίως τὸ τῇ ὄψει καταπληκτικὸν , λέγεται δὲ καὶ βοὴ σμερδαλέα καὶ δοῦπος καὶ ἄλλα τοιαῦτα . μέρδω τὸ
8055586 θορυβος
δηλώσας ἐν τοιᾷδε ἡλικίᾳ , καὶ τοῖς ἀνδράσι πολὺς ἐγγίνεται θόρυβος ἐν πολλῷ ὁμίλῳ δημηγοροῦντι . Ἀποθανούσης δ ' αὐτῷ
τισιν ἐγγενομένης ἁψιμαχίας καὶ πολλῶν ἑκατέροις παραβοηθούντων κραυγὴ καὶ πολὺς θόρυβος κατεῖχε τὸ στρατόπεδον . καθ ' ὃν δὴ χρόνον
8013720 κτυπος
ξυμβολαῖς ὁ στρατός , ἐς τοσόνδε ὁ ἀπὸ τοῦ ῥοῦ κτύπος κατεῖχεν , ὥστε ἐπέστησαν τὰς εἰρεσίας οἱ ναῦται ,
γὰρ ἠχώ τις ἁρμάτων προσβαλεῖν ἔοικεν : ἵππων ὠκυπόδων ἀμφὶ κτύπος οὔατα βάλλει : καί μοι δοκῶ βασιλέως ἀκούειν λέγοντος
7685301 κραυγη
ὀϊστοῖς καὶ δορατίοις καὶ λίθοις σφοδρῶς καὶ μάλιστα ἐπιτυγχάνοντες , κραυγή τε πολλὴ καὶ τραύματα καὶ φόνος παρ ' ἀμφοτέρων
ζώου , ἥντινα καλοῦσιν ἀλωποχῆνα . Ἀϋτή : βοή . κραυγή . Ἐΐσκω : ἀπεικάζω . Ἄσιος : ὁ ξηρός
7343478 συμμιγης
κρεῶν χύτραν λέγω . καὶ πάλιν : ξουθῆς μελίσσης νάμασι συμμιγὴς μηκάδων αἰγῶν ἀπόρρους θρόμβος , ἐγκαθήμενος εἰς πλατὺ στέγαστρον
, καὶ διδάσκαλον τῶν ἔργων , Ἱστὸς δὲ , ἡ συμμιγὴς καὶ πολυμερὴς πασῶν τῶν τεχνῶν πολυπλήθεια . , ΑΜΦΙΧΕΑΙ
7198384 δρομος
καρπαλίμως οἴμησαν ἐοικότες ἰρήκεσσι : τῶν δὲ καὶ ἀμφήριστος ἔην δρόμος : οἳ δ ' ἑκάτερθεν Ἀργεῖοι λεύσσοντες ἐπίαχον ἄλλυδις
ᾠήθην τῇ πόλει συμφέρειν . ὡς γὰρ τῶν πολεμίων ὁ δρόμος οὐ δέδωκε τῇ Φήμῃ καιρὸν ἀγγελίας , ἀλλ '
7087299 ῥοθος
δμηθῆναι : ὑποταχθῆναι , δαμασθῆναι . Ἠνεμόεις : ἐλαφρότατος . ῥόθος : ἦχος . Κελαινόρινον : ἔχοντα κελαινὸν δέρμα ,
ἀΐξαντα ἂψ ὀπίσω παλίνορσα μεθερπύζειν μενεαίνει : καί σφισιν ἐξαπίνης ῥόθος ἵσταται : οὐδέ τι πρόσσω νίσσεται , ἀλλ '
6979630 οἰμωγη
ἦν , ὁρῶν τὸν πάλαι ἴσα καὶ θεὸν τιμώμενον : οἰμωγή τε πολλὴ καὶ στενὼ συμπαρεπέμπετο ἔνθεν καὶ ἔνθεν ὀλοφυρομένων
δ ' ὀρυμαγδὸς ὀρώρει . ἔνθα δ ' ἅμ ' οἰμωγή τε καὶ εὐχωλὴ πέλεν ἀνδρῶν ὀλλύντων τε καὶ ὀλλυμένων
6898044 φυγη
. ψιλωθέντων δὲ τῶν ἄκρων οὐδὲ τὰ μέσα παρέμεινε . φυγὴ δὴ τῶν Ἑρνίκων τὸ μετὰ τοῦτ ' ἐγίνετο ἐπὶ
καὶ μὴ παντελεῖ τῇ διώξει χρωμένους , ὡς εἰ μὲν φυγὴ καρτερὰ κατέχοι , ἐκδέξασθαι τὴν πρώτην δίωξιν ἀκμήτοις τοῖς
6882501 ἀλκη
παύσασθαι ἀμαιμακέτοιο κυδοιμοῦ Πηλείδαο πεσόντος : ὃ γὰρ Δαναοῖς πέλεν ἀλκή : Ὦ φίλοι , εἰ ἐτεόν μοι ἀρήγετε εὐμενέοντες
α Ἀλκμάν , οἱονεὶ ὁ ἀκμάζων , ἢ παρὰ τὸ ἀλκή γέγονεν ἀλκάν καὶ πλεο - νασμῷ τοῦ μ Ἀλκμάν
6812788 βρεμει
ἂν τάδ ' ἐξέχει . νῦν δ ' ὑπὸ σκότῳ βρέμει θυμαλγής τε καὶ οὐδὲν ἐπελπομένα ποτὲ καίριον ἐκτολυπεύσειν ζωπυρουμένας
μακρὰ πέσῃσιν ὑπ ' ἐκ ῥιζῶν ἐριπόντα ἄλσεος εὐρυπέδοιο , βρέμει δέ τε πᾶσα περὶ χθών : ὣς οἵ γ
6765871 ἐκπληξις
κνέφας . ἀλλ ' ἀμφὶ δεῖπνον οὖσι προσβάλω δόρυ ; ἔκπληξις ἂν γένοιτο : νικῆσαι δὲ δεῖ . βαθύς γέ
, οὐδ ' ὅτι τῆς μὲν ἐν ποιήσει τέλος ἐστὶν ἔκπληξις , τῆς δ ' ἐν λόγοις ἐνάργεια , ἀμφότεραι
6715996 καρτερα
' ὁρῶντες οἰκείων νεκρῶν παρ ' αὐτῇ καὶ στίφη πολεμίων καρτερὰ ὁμόσε χωροῦντα , ῥίψαντες τὰ ὅπλα τρέπονται πρὸς φυγήν
τῷ πολίσματι : καὶ γίνεται ὠθισμὸς ἐνταῦθα πολὺς καὶ μάχη καρτερὰ συσταδὸν περὶ τὸ τεῖχος μετὰ θυμοῦ καὶ ὀργῆς καὶ
6643980 μυκηθμος
δ ' αὖτε κύπελλα βοῶν γλάγος ἠδὲ καὶ οἰῶν , μυκηθμὸς δέ τε πουλὺς ὀρίνεται ἔνθα καὶ ἔνθα μισγομένων ,
καὶ ὑισμὸν εἶπον καὶ ὑίζειν ὑίζοντες . βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι .
6635165 κλαγγη
νεῶν , μετὰ δ ' ἰὸν ἕηκεν , δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετ ' ἀργυρέοιο βιοῖο ; εἰ γὰρ οὖν δι
τῶν θηρίων καὶ συρίττειν : . . . οὐ γὰρ κλαγγὴ ἐπὶ τούτου λέγεται ἀλλ ' ἐπὶ γεράνων καὶ ἀετῶν
6573875 στονος
ἥψατο καὶ τῆς πόλεως . διήκει ] διέρχεται . θ στόνος ] στεναγμός . στένουσι ] στενάζουσι . στένει ]
ὅλης καὶ γὰρ κράτος . Κρήτης γὰρ οἷος τῶν ὀδυρμάτων στόνος , οἷος σπαραγμός , γυμνὰ Ῥωμαίων ξίφη ὅταν κατεῖδον
6548154 τρομος
μοχθοῦσι κακοπαθοῦσι τρόμον : καὶ γὰρ μετὰ προειρημένα πάντα καὶ τρόμος τις τοῖς μέλεσι τοῦ κάμνοντος περιτρέχει καὶ γίνεται .
, αἵ τε ναρκώδεις ἅπασαι κινήσεις καὶ παράλυσις καὶ προσέτι τρόμος . προαιρετικῆς μὲν οὖν ἐνεργείας βλάβη παράλυσίς τε καὶ
6532382 ἠχος
τύχη . θεῶν ] τὰ τῶν . ὠτίοις . * ἦχος . ἀλλὰ φθαρτικὸς . τοιαύτη . ἡμετέρας . ἀντὶ
ἀντὶ τοῦ ψόφει , κροῦε . Ἐπεὶ ὁ τοῦ χαλκοῦ ἦχος οἰκεῖος τοῖς κατοιχομένοις . Φησὶν Ἀπολλόδωρος Ἀθήνησι τὸν ἱεροφάντην
6526421 ὀρωρει
ἔλειπον ἀνέρες : ἐν δ ' ἄρα τοῖσι βοὴ πολύδακρυς ὀρώρει : ἀλλ ' οὐκ ἐν μεγάροις Ἀντήνορος , οὕνεκ
μεμαῶτα φόνοιο : ἀμφὶ δ ' ἄρά σφισι δοῦπος ἐρειδομένοισιν ὀρώρει , μαρναμένων ἑκάτερθε κατὰ φθισήνορα χάρμην . Ἔνθ '
6514784 βοαι
ὄχλον , πολὺ δὲ τὸ θαῦμα , λαμπραὶ δὲ αἱ βοαί , καὶ οὐκ ἀπιστῶ . τίς γὰρ ἂν εἴης
δὴ παιδίοις τὸ δήλωμα ὧν ἐρᾷ καὶ μισεῖ κλαυμοναὶ καὶ βοαί , σημεῖα οὐδαμῶς εὐτυχῆ : ἔστιν δὲ ὁ χρόνος
6506805 ἐξαισιος
τοῦ νῦν ἐκ τῶν χασμάτων ἐκπίπτει πνεύματος μεγέθος καὶ βρόμος ἐξαίσιος : ἐκφυσᾶται δὲ καὶ ἅμμος καὶ λίθων διαπύρων πλῆθος
κάτω διετήρουν τὴν χάλαζαν . ἀλλ ' οὐ μόνον ἡ ἐξαίσιος φορὰ πάντων τοὺς οἰκήτορας εἰς ὑπερβαλλούσας δυσθυμίας ἤγαγεν ,
6501231 Κλεονικη
πολλοὶ μὲν ἀναιροῦνται τῶν τοῦ Κνωποῦ φίλων , καὶ ἡ Κλεονίκη μαθοῦσα φεύγει εἰς Κολοφῶνα . Οἱ δὲ περὶ τὸν
ἐμὴ κωμῆτις ἥδ ' ἐξέρχεται . Χαῖρ ' , ὦ Κλεονίκη . Καὶ σύ γ ' , ὦ Λυσιστράτη .
6479209 κροτος
ἐν τοῖς δεινοῖς ἐπιδεικνυμένων . . θειασμός : Ἀρριανός : κρότος τε ἀθρόος καὶ ἐπιθειασμοὶ ὡρμήθησαν ὑπέρ τε αὐτοῦ τοῦ
ὑπὸ γλωσσῶν κροτεῖσθαι : αἱ γὰρ παρὰ τῶν πολλῶν εὐφημίαι κρότος γλωσσῶν . ἀφῆκας οὖν καὶ τὸ δοξάριον : τί
6446829 ἠκουετο
, κατὰ τὴν Ὁμηρικὴν χρῆσιν σημαῖνον τὸ ἀκούομεν ἢ τὸ ἠκούετο ἐν τῷ πευθόμεθ ' ᾗχι ἕκαστος καὶ πεύθετο γὰρ
καὶ ἀκοῦσαι καὶ ἰδεῖν : μαστίγων τε γὰρ ὁμοῦ ψόφος ἠκούετο καὶ οἰμωγὴ τῶν ἐπὶ τοῦ πυρὸς ὀπτωμένων καὶ στρέβλαι
6435281 καναχιζε
ἔμπλην ἔλασαν καλλίτριχας ἵππους . τῶν δ ' ὑπὸ σευομένων κανάχιζε † πός ' εὐρεῖα χθών † ὡς δ '
ὀιομένων : περὶ γὰρ νέφος ὣς ἐφαάνθη λαὸς δυσμενέων , κανάχιζε δὲ τεύχεα φωτῶν κινυμένων , ἄμοτον δὲ κονίσαλος ὦρτο
6432665 κονις
ἔστι γὰρ τοῦτο σεσηπὸς αἷμα . ταὶ δ ' αἶψα κόνις καὶ γαῖα [ ἐσσυμένως ἐγένοντο ] : διὰ τούτου
Κύπριον πῦρ : ὀστὰ δ ' ἔχει Σαλαμίς , ὧν κόνις ἀστάχυες . ψυχὴν δ ' ἄξονες εὐθὺς ἐς οὐρανὸν
6413785 φονος
ἐπεὶ γὰρ ἔδοξεν ἀτύχως τῷ ὀρέστῃ πεπτωκέναι τῆς μητρὸς ὁ φόνος ἄδικος ὁ λοξίας νενόμισται : ἢ τὸ ἄδικα ἐδίκασεν
, ὑπάρχει οὐσία : ὁ δὲ , ὃν ποιεῖ , φόνος , οὔκ ἐστιν οὐσία , ἀλλ ' ἔργον τὶ
6384029 δουπος
θάλασσα . Ταύροισιν : ἤως ταύρων κατ ' ἀντίπτωσιν . δοῦπος : κτύπος . ἱκάνει : φθάνει . Θεινόντων :
' ἀλλήλοισιν ἐναντίον ἀΐξαντες μάρνανται : κρατερὸς δὲ πρὸς αἰθέρα δοῦπος ἱκάνει : οὐδέ τ ' ἀλεύασθαι θέμις ἔπλετο δήϊον
6380390 βαλλομενων
θροῦς ἦν ἐξ ἁπάντων ἐγειρόμενος παρεγκελευομένων ἀλλήλοις , βαλλόντων , βαλλομένων , κτεινόντων , κτεινομένων , ὠθούντων , ὠθουμένων ,
ἀπὸ προμαχώνων βοηθοῦνται , καὶ οἱ βόες φυλάττονται ἀπὸ τῶν βαλλομένων σαγιττῶν . Τὰς δὲ βαλλιστροφόρους ἁμάξας δι ' ὅλου
6379041 ἰσορροπος
ἀλλήλοις εἰς χεῖρας , τὸ μὲν πρῶτον ἐκθύμως ἀμφοτέρων ἀγωνιζομένων ἰσόρροπος ἦν ἡ μάχη , μετὰ δὲ ταῦτα τῶν περὶ
οὔτε πλῆθος οὔτε ἐμπειρίᾳ διαφέροντες οὐδέτεροι , καὶ διὰ τοῦτο ἰσόρροπος ἡ μάχη σφίσιν ἐγένετο . ἐν ὅσῳ δὲ οὗτοι
6348292 παταγος
μελλόντων δ ' ἀριστο - ποιεῖσθαι , τὸ μὲν πρῶτον πάταγος ἐξηχεῖτο πολύς , ἅτε τοσούτων ἀνθρώπων ὁμοῦ καὶ ὑποζυγίων
] ἀπὸ τοῦ πατῶ καὶ τοῦ ἄγω τὸ συντρίβω . πάταγος ] ἦχον . πάταγος ] θόρυβος . πάταγος ]
6338372 σαλπιγξ
, καὶ λίγξω τὸ ἠχήσω : μῆνιγξ : σφίγξ : σάλπιγξ . Ἡ ι συλλαβὴ ἔχουσα μεθ ' ἑαυτὴν δύο
κλίναντες ταῖν χεροῖν διατρίβετε τὴν γῆν : ἢν δὲ ἡ σάλπιγξ ὑποσημήνῃ , τότε δὴ ἀνα - στάντες θυμῷ καὶ
6329327 γελως
ταῦτα συγχωρῆσαι . καίτοι εἰ τὰ ζητούμενα ὡς ὁμολογούμενα ὑποτίθεσθαι γέλως , πῶς εἰκὸς ἅ γε ζητεῖν γέλως , ταῦτ
γεγόναμεν εἰς τὸ διαλλάξαι χείρους . καίτοι τὸ πρᾶγμα ἀρχόμενον γέλως εἶναι ἐδόκει : μὴ γὰρ ἄν ποτε στῆναι φιλονεικίαν
6328342 ἐρημια
, τὸν ὁμώνυμον τὸν θεῖον . πῶς οὖν ἂν εἴη ἐρημία , οὗ χορὸς τοιούτων ἕστηκεν ; Σαυτῷ καὶ νῦν
λάχανα οὐ θέλω . οὕτως καὶ σχολὴν οὐ θέλω , ἐρημία ἐστίν , ὄχλον οὐ θέλω , θόρυβός ἐστιν .
6323530 κλονος
μάλιστα τῆς τάξεως ἀπολέλαυκεν : ἡ ταραχὴ δὲ καὶ ὁ κλόνος καὶ ὁ κυδοιμὸς ἐν σμικρῷ μορίῳ τοῦ ὄντος ,
χειμῶνα γεννᾶν ἤρξατο πρὸ τῆς μάχης καὶ δυσμενῶν ἦν συμφορὰ κλόνος , στόνος , λαῶν δὲ τῶν σῶν χαρμονὴ νικηφόρος
6315716 ἐρεσσομενων
. οὔπω κεῖθεν ἔην δολιχὸς πλόος , οὐδὲ γαλήνης δηρὸν ἐρεσσομένων ἠκούετο δοῦπος ἐρετμῶν , καὶ χθονὸς εὐκόλποισιν ἐπ '
τοῦ πίπτω πίπτυλος καὶ πίτυλος καὶ ἔστιν ὁ ἀπὸ τῶν ἐρεσσομένων κωπίων γενόμενος θόρυβος . πίτυλος ὁ κτύπος ὡς ἀπὸ
6277257 πολυς
Ἐπίσωτρον γὰρ τὸ κύκλῳ τοῦ τροχοῦ σίδηρον . Ἠγείρετο δὲ πολὺς ὕμνος , ἤγουν ἐπιθαλάμιος ᾠδή . Ἐν χερσὶ δὲ
γὰρ διαφόρως ὁ χρόνος χροΐζει τὸν λίθον . ὁ γὰρ πολὺς χρόνος , μελανὸν αὐτὸν ποιεῖ . ὁ δὲ ἥσσων
6264340 σιγη
μέντοι ἑαυτὸν ἐλύσατο . καὶ αἰδοῖ Ἀντωνίου τῇ κηλῖδι τῇδε σιγὴ κατεχύθη ἀργυρώνητος . ἔκρινα δὴ καὶ ταύτην τῆς τύχης
τῶν ἡδέων ἡγοῦ μᾶλλον συντελεῖν εἰς ἀρετήν . τὰ γράμματα σιγὴ ἔστι ζῶσα τοῖς εἰδόσι , τοῖς δὲ μή ,
6263261 ὁμαδος
δ ' ] ἐς Πάγγαιον Ἀπόλλων , τοῖν δὲ κορυσσομένοιν ὅμαδος πέφρικε Γιγάντων [ , ] τοῖος ἄναξ πρέσβιστος [
, ἔνι δὲ κάπρος : ἔνθ ' ἔνι δὲ ἄλλος ὅμαδος πολλῶν καὶ πολυκεφάλων θρεμμάτων , νικώντων ἅπασαν θηρίων φύσιν
6261309 ἠχω
ὅρκος οὐ δάκνει . λιθωμόται δημηγόροι φθάνοντος ἔργον γίνεται . ἠχὼ πετραίαν χυτρόπωλιν συνδήσας ἄρα τὼ χεῖρε μηδὲ σὺ ζήτει
ἑαυτοῦ ἔχων τὰ κακὰ , ἐκ βάθους θρηνῶν . ἥτις ἠχὼ μινύθει καὶ ἐλαττοῦται ἐμοῦ θρηνούσης , ἕνεκα τῶν δύο
6251938 προδρομος
δὲ ἀπαθὴς καὶ ἄμικτος τῷ σώματι καὶ χωριστός , οἷον πρόδρομος τοῦ ποιητικοῦ , ὥσπερ ἡ αὐγὴ τοῦ φωτός ,
ὡς ἄλλων ἐφεπομένων : ὁ γὰρ πρόδρομός τινων ἀκολοθούντων ἐστὶ πρόδρομος καὶ οὐδὲ πάνυ πολὺ τὸ μέσον τοῦ προδρόμου καὶ
6221499 δηϊων
δ ' ὄφρα μὲν εἰλίποδας βοῦς βόσκ ' ἐν Περκώτῃ δηΐων ἀπὸ νόσφιν ἐόντων : αὐτὰρ ἐπεὶ Δαναῶν νέες ἤλυθον
ὑπὲρ κεφαλῆς ἐπικάρσιον ἀσπίδ ' ἐρείδει , ὁππότ ' ἐέλδονται δηΐων πόλιν ἐξαλαπάξαι , καὶ πεδίον τεύχουσι μετήορον , ἑπταβόειον
6220710 τρομεουσι
, εὐδιόων , μαλακὴν ἅλα κοῦφα κυλίνδων : λάβρους γὰρ τρομέουσι καὶ ἐχθαίρουσιν ἀήτας ἰχθύες , οὐδ ' ἐθέλουσιν ὑπεὶρ
τοῦ αἵματος ἐκ τῶν ἀκρωτηρίων τοῦ σώματος , τὰ σπλάγχνα τρομέουσι καὶ αἱ σάρκες : τὰ μὲν γὰρ τοῦ σώματος
6210082 καχλαζει
] ἀκρόπολιν . πρύμναν ] + ἐπὶ τὸ ἄκρον . καχλάζει ] ἠχεῖ . θ καχλάζει ] ἀναβράζει . Ξ
θ καχλάζει ] ἀναβράζει . Ξ καχλάζει ] ἀνεγείρεται . καχλάζει ] βοᾷ . μεταξὺ δ ' ἀλκά : μεταξὺ
6201392 καναχη
ἔτι ῥιπῆς , πυκνὰ βιαζομένοιο τινασσομένου κενεῶνος , ῥηγνυμένων νεφέων καναχὴ βαρύφωνος ὁδεύει : βροντὴ δὲ βρεμέθουσα , παραΐσσουσα κελεύθοις
δὲ μέσοισι κορύσσετο δῖος Ἀχιλλεύς . τοῦ καὶ ὀδόντων μὲν καναχὴ πέλε , τὼ δέ οἱ ὄσσε λαμπέσθην ὡς εἴ
6201257 ἀραβος
. πατουμένων δὲ τῶν ἁλισκομένων καὶ ἀλοωμένων τοῖς γόνασιν , ἄραβος πολὺς τῶν ὀστέων συντριβομένων ἀκούεται καὶ πόρρωθεν , τὰ
. Τὸ Α ἐπαγομένου τοῦ Ρ μετὰ φωνήεντος ψιλοῦται : ἄραβος ἀρετή ἀριθμός . τὸ δὲ χεῖρα ἁραιήν δασύνεται .
6173475 ὠθισμος
περί τε τὰς πύλας καὶ τὴν πάροδον , καὶ γίνεται ὠθισμὸς ἐνταῦθα πολὺς καὶ κραυγὴ παρ ' ἀμφοτέρων καὶ φόνος
ἀπέδου χώρου . Ἐνθαῦτα ἐν τῇ διατάξι ἐγένετο λόγων πολλὸς ὠθισμὸς Τεγεητέων τε καὶ Ἀθηναίων : ἐδικαίουν γὰρ αὐτοὶ ἑκάτεροι
6167652 οἰμωγης
: ἄλλως : ἀπ ' ἀρχῆς δὲ τὸ νέφος τῆς οἰμωγῆς ἐξαιρόμενον δῆλόν ἐστιν ὅτι ταχέως εἰς μεῖζον κακὸν ἀνάξει
! ] ! [ κομμοῦ ⌊ ? ] τ ' οἰμωγῆς ⌋ τε δυσηχέος αὐτίκ [ ! ! ! ⌊
6160828 ἐρρει
ὦ πόποι κεδνῆς ἀρωγῆς κἀπικουρίας στρατοῦ . Βακτρίων δ ' ἔρρει πανώλης δῆμος † οὐδέ τις γέρων . ὦ μέλεος
αὐτόματ ' ἦν τὰ δέοντα : οἴνῳ γὰρ ἅπας ' ἔρρει χαράδρα , μᾶζαι δ ' ἄρτοις ἐμάχοντο περὶ τοῖς
6152798 πιτυλος
καὶ ἔστιν ὁ ἀπὸ τῶν ἐρεσσομένων κωπίων γενόμενος θόρυβος . πίτυλος ὁ κτύπος ὡς ἀπὸ τοῦ τύπτω τύπτιλος καὶ ἐκβολῇ
τύπτιλος καὶ ἐκβολῇ τοῦ ἑνὸς τ καὶ μεταθέσει τῶν γραμμάτων πίτυλος : ἔστι δὲ ὁ ἐκ τῶν κωπίων γενόμενος .
6150702 βοησας
. ἀλλ ' ὅτε τόσσον ἀπῆν , ὅσσον τε γέγωνε βοήσας , καὶ τότ ' ἐγὼ Κύκλωπα προσηύδων κερτομίοισι :
. ἀλλ ' ὅτε τόσσον ἀπῆν , ὅσσον τε γέγωνε βοήσας . † ) τὸ ἐγεγώνει ἀντὶ τοῦ εἰς ἀκοὰς
6145798 πεδιοιο
ὅτι ἀπὸ τοῦ προπάτορος ὁ Ἀντίλοχος Νηλήιος . . ἕλκῃσιν πεδίοιο τιταινόμενος σὺν ὄχεσφιν : ἡ διπλῆ ὅτι διὰ πεδίου
Ἀχαιοὶ ἔκδεον ἡμιόνων : ταὶ δὲ χθόνα ποσσὶ δατεῦντο ἐλδόμεναι πεδίοιο διὰ ῥωπήϊα πυκνά . πάντες δ ' ὑλοτόμοι φιτροὺς
6145597 ῥοθιον
κρότου , ἐκ τούτου Νέαρχος ταῖς ναυσὶν ἐπῆγε μὲν τὸ ῥόθιον καθ ' ἅπερ ἐκώλυον , καὶ ἅμα ταῖς σάλπιγξιν
πολεμίων κοπίδα διηρμένος , ὥστε τοὺς Μάχλυας μηδὲ ὑποστῆναι τὸ ῥόθιον τοῦ θυμοῦ , ἀλλὰ διαιρεθέντες ἔδωκαν αὐτῷ διεξελθεῖν .
6135440 μαχη
καὶ τῆς κόνεως ἐπισκοτούσης . ἐπεὶ δὲ πέρας ἔσχεν ἡ μάχη [ καὶ ] πεντακισχίλιοι μὲν ἔπεσον Ἀντιγόνου , τριακόσιοι
γὰρ καὶ ἐπισφαλής ἐστιν ἀεὶ ἡ δι ' ὄψεως μόνον μάχη πρὸς οἱονδήποτε ἔθνος , εἰ καὶ ἔλασσον αὐτῇ πλῆθος
6132201 κτεινομενων
καὶ γυναικὸς ἀκολάστου θυμός : τοιοῦτοι γὰρ τῶν ἐξ ἐπιβουλῆς κτεινομένων οἱ λόγοι : ἀφ ' ἑστίας τὸ πάθος :
λαοὶ ἀλλήλους ὀλέκοντες : ἐν αἵματι δ ' ἔπλετο δῆρις κτεινομένων ἑκάτερθε : νεκροὶ δ ' ἐπέκειντο νέκυσσι πανσυδίῃ ψεκάδεσσιν
6124210 ὑστριχις
ἥδιστ ' ἔχουσι , κοὐδὲν ἀφ ' ὑὸς γίγνεται πλὴν ὑστριχὶς καὶ πηλὸς ἡμῖν καὶ βοή . ἐξιόντι μοι ἁλιεὺς
ἔστι δὲ χαλκιδαϊκὸν ἤτοι ἀττικῆς διαλέκτου . ὕσπληγξ δὲ καὶ ὑστριχὶς κυρίως μάστιξ ἦν ἐκ χοιρείων τριχῶν συμπεπλεγμένη , καταχρηστικῶς
6122246 προσπελαζει
καὶ ἐκθέσεις προφητῶν : νοῦς τε ἀπέραντος ἐπὶ τὸ προκείμενον προσπελάζει : καὶ εἰς ἓν πέρας λήγει τὸ προκείμενον .
: οὕτως ἀνὰ τὸ πέλαγος τετραμμένη τῷ αἰθέρι κύρει καὶ προσπελάζει . αἰθέρι κύρει : ἡ Κάραμβις τῷ αἰθέρι προσεγγίζει
6090174 αἰχμαι
ὁ Ἀπόλλων γνώμηι Διὸς μαντεύεσθαι . σταλάγματα ] τὰ σταλάγματα αἰχμαί εἰσι βιβρώσκουσαι τὰ σπέρματα . σταλαγμὸν χθονὶ ] λείπει
δέμας : ἔχουσιν . Αἰγλήεις : φαιδρός . Ἀκρέμονες : αἰχμαί . Προτενεῖς : μακραί . Ἠθαλέας : κοινάς .
6083171 ῥοιβδος
βδόλος : τὸ ῥῆμα ὄζει βδεῖ , ὡς τὸ ῥοῖζος ῥοῖβδος , ῥοιζῶ ῥοιβδῶ καὶ ἀναρροιβδῶ , τροπῇ τοῦ ζ
καὶ σπῶντας ἐν χηλαῖσιν ἀλλήλους φοναῖς ἔγνων : πτερῶν γὰρ ῥοῖβδος οὐκ ἄσημος ἦν . Εὐθὺς δὲ δείσας ἐμπύρων ἐγευόμην
6079726 ἐχεοντο
δ ' ἀλλοίοισιν ἐπῴχοντ ' . Αὐτὰρ Ἀχαιοὶ εἰς ἀγορὴν ἐχέοντο καλεσσαμένου Μενελάου : καί ῥ ' ὅτε δὴ μάλα
ἐρισθενέος πυκινὸν δῶ ᾤχετο , τοὶ δ ' ἀπάνευθε νεῶν ἐχέοντο θοάων . ὡς δ ' ὅτε ταρφειαὶ νιφάδες Διὸς
6074093 πληγη
ἐὰν δὲ παραλλάξωσι καὶ μὴ κατασπῶσιν ὁμοίως , ἀσθενής : πληγὴ γὰρ οὕτως , ἐκείνως δ ' ἀφαίρεσις . ἔστι
ὀσφραίνονται προσενεγκόντες . οὕτω , φησὶν , ἥψατό μου ἡ πληγὴ , ὃν τρόπον ἅπτεται κάρφος μυκτῆρος . οὔκουν ἀνύσεις
6073300 πουλυς
γὰρ ποτὶ βυσσὸν ἴῃ θοὰ κύματα τέμνων , δὴ τότε πουλὺς ὅμιλος ὁμαρτῇ ποντοπορεύων ἰχθυόεις ἕπεται , κατὰ δ '
διετέλεσεν , ἕως ἀπέθανεν : ἐν δὲ τῇ ἀρτηρίῃ ψόφος πουλὺς ἐνῆν , καὶ ἱδρῶτες πονηροὶ , καὶ ἐμβλέψιες ἐμφρονώδεες
6072078 στεναγμος
ἦν πάροιθε μὲν ὄλβος δικαίως : νῦν δὲ τῇδε θἠμέρᾳ στεναγμός , ἄτη , θάνατος , αἰσχύνη , κακῶν ὅς
τῆς πόλεως . διήκει ] διέρχεται . θ στόνος ] στεναγμός . στένουσι ] στενάζουσι . στένει ] στενάζει .
6067296 ἁψεα
. Β . Κ . Π . λύθεν δέ οἱ ἅψεα πάντα . * ) ὅτι οὕτως λέγει τὰς συναφὰς
δειρήν τε στέρνον τε : τὰ δ ' ἡμίβρωτα κέχυνται ἅψεα , πολλὰ δ ' ὀδόντες ὑπὸ στόμα δαιτρεύουσιν :
6065681 φονιας
: ὅστις δ ' ἀλιτὼν ὥσπερ ὅδ ' ἁνὴρ χεῖρας φονίας ἐπικρύπτει , μάρτυρες ὀρθαὶ τοῖσι θανοῦσιν παραγιγνόμεναι πράκτορες αἵματος
τοὐφειλόμενον πράσσουσα Δίκη μέγ ' ἀυτεῖ : ἀντὶ δὲ πληγῆς φονίας φονίαν πληγὴν τινέτω . δράσαντα παθεῖν , τριγέρων μῦθος
6056361 δασκιος
Αἰολέων δὲ τὸ πάθος , οἷον κακόμορος κάμμορος , δασύσκιος δάσκιος , κακοδαιμονέστερος καδδαιμονέστερος , ὡς παρ ' Ἐπιχάρμῳ ,
ἀνέρες ἀγροιῶται : τὸν μέν τ ' ἠλίβατος πέτρη καὶ δάσκιος ὕλη εἰρύσατ ' , οὐδ ' ἄρα τέ σφι
6055565 ἀγρα
τε μάλιστα ὀρνίχων ἐφίληθεν , ὅσοις τέ περ ἐξ ἁλὸς ἄγρα . Ἀγεάνακτι πλόον διζημένῳ ἐς Μιτυλήναν ὤρια πάντα γένοιτο
τινὰ παιδοτριβούντων , ἐν οἷς ἤσκηται . Δέδοται καὶ κακοῖς ἄγρα : ἐπὶ τῶν παρ ' ἀξίαν εὖ πραττόντων .
6044900 κονισαλος
γράφουσιν ἀντὶ τοῦ νυκτὸς ἀμείνω . πολλὸν ἀμείνω ? . κονίσαλος ὤρνυτ ' ἀελλής : ἡ διπλῆ ὅτι οὐ λέγει
' ἐπὶ λᾶαν ἵησιν : ὣς ἄρα τῶν ὑπὸ ποσσὶ κονίσαλος ὄρνυτ ' ἀελλὴς ἐρχομένων : μάλα δ ' ὦκα
6040187 πετραων
πτόλιν Αἰήταο ἔσσεται ἠὲ καὶ αὖτις ἐς Ἑλλάδα γαῖαν ἱκέσθαι πετράων ἔκτοσθε : καταυτόθι δ ' ἄμμε καλύψει ἀκλειῶς κακὸς
. ἀλλ ' ἔχετ ' αὐτοῦ νῆα θελήμονες ἐκτὸς ἐρωῆς πετράων , εἵως κεν ἐμοὶ εἴξειε δαμῆναι . ” Ὧς
6021327 μαρναντ
θῖνα θαλάσσας : [ ναυσὶ ] δ ' εὐπρύμνοις παραὶ μάρναντ ' , ἐναριζομένων [ ] [ δ ' ἔρευθε
μέγαν Διὸς αἰθέρ ' ἱκ [ ] [ μὲν ] μάρναντ [ ' ] ἐπ ? ' ἀριστερὰ δαϊοτᾶτος [
6015482 ἀηται
ἔρωτες : “ Χαλκιόπη , περί μοι παίδων σέο θυμὸς ἄηται , μή σφε πατὴρ ξείνοισι σὺν ἀνδράσιν αὐτίκ '
αὔτως ὕδρῳ ἐισκόμενος : τὸ δ ' ἀπὸ χροὸς ἐχθρὸν ἄηται οἷον ὅτε πλαδόωντα περὶ σκύλα καὶ δέρε ' ἵππων
6012111 ὠθουμενων
, οὐκ ὄντες μενεμάχοι , περί τε τὰς πύλας αὐτῶν ὠθουμένων ἀνῃρέθησαν ἀμφὶ τοὺς τρισχιλίους . τῆς δ ' ἐπιούσης
. τούτων δὲ ἐπ ' αὐτὸν ὑπὸ τοῦ κεραυνοῦ πάλιν ὠθουμένων πολὺ ἐπὶ τοῦ ὄρους ἐξέκλυσεν αἷμα : καί φασιν
6003633 μελεσσιν
ὑπὲρ κνημῖδος , ἔνερθε δὲ δαιδαλέοιο θώρηκος βριαροῖσιν ἀρηρότος ἀμφὶ μέλεσσιν , ἄμφω ἐπειγόμενοι : περὶ δέ σφισιν ἄμβροτα τεύχη
πρὶν μένος ἠελίοιο σκήλει ' ἀμφὶ περὶ χρόα ἴνεσιν ἠδὲ μέλεσσιν . Οὐδὲ πυρὴ Πατρόκλου ἐκαίετο τεθνηῶτος : ἔνθ '
6002821 ἀπλετος
ὠκὺν ὀϊστόν : ἔξοχα γὰρ τόδε φῦλον , ὅς ' ἄπλετος ἔτραφεν αἶα , πουλυγόνον τελέθει : τὸ μὲν ἄρ
ψυχοῦσα τὰ πάντα . Νώτοις δ ' ἀμφὶ θεᾶς φύσις ἄπλετος ᾐώρηται . Χαῖται μὲν γὰρ ἐς ὀξὺ πεφρικότι φωτὶ
5994159 νηυς
κἰλαρὴ κατάστηθι ! ! ! ! ! ις ἄλλον : νηῦς μιῆς ἐπ ' ἀγκύρης οὐκ ] ἀσφαλὴς ? ?
ἀεὶ κατεναντία λύχνου αὐτὸς ἐὼν ἐρέτης , αὐτόστολος , αὐτόματος νηῦς . Ἡρὼ δ ' ἠλιβάτοιο φαεσφόρος ὑψόθι πύργου ,
5991742 ἱδρως
γὰρ λέγεις . ἃ καὶ ποήσω καὶ δέδοκταί μοι πάλαι ἱδρώς , ἀπορίανὴ Δί ' εὖ γ ' ὦ Μυρρίνη
τὸν ὕπνον ἐκπέττειν : ἐκ ξηροῦ δ ' οὐκ ἔστιν ἱδρώς . Ἄτοπον δ ' ἂν ἐκεῖνο δόξειε καὶ ὥσπερ
5989291 δεινη
? ? ἔδειξας ⌉ ? . ” νὺξ ἐπῆλθεν ἀμφοτέροις δεινή : τὸ γὰρ πῦρ ἐξεκαίετο . ⌈ δεινότερον δ
γυνὴ παιδίον αὑτῆς τριακοσταῖον παρακατέθετο . ἀποθανούσης δὲ τῆς ἀνθρώπου δεινή τις φιλοστοργία γέγονε τοῦ θηρίου πρὸς τὸ παιδίον :
5985350 γαληνη
ἐρατεινήν : Μειλιχίη δέ τοι αἰὲν ἐπ ' ὀφρύσι νεῦσε γαλήνη παίδεσιν ἠδὲ τοκεῦσιν , ἐπὶ φρεσὶν ἠδὲ νόοιο ,
στησόμεθα : δώσω δὲ ἐγὼ τοῦ χοροῦ τὸ σύνθημα . γαλήνη μὲν ἔχει τοὺς ἀρχομένους ἅπαντας , καθάπερ ἐκ τρικυμίας
5981412 κυλινδων
ζωμοῦ δ ' ἔρρει παρὰ τὰς κλίνας ποταμὸς κρέα θερμὰ κυλίνδων , ὑποτριμματίων δ ' ὀχετοὶ τούτων τοῖς βουλομένοισι παρῆσαν
φύγον ἔνδοθι νηῶν , ὅσσους Εὐρύπυλος μέγ ' ἐπῴχετο πῆμα κυλίνδων . Παῦροι δ ' ἀμφ ' Αἴαντα καὶ Ἀτρέος
5977910 ἀλιαστος
νηυσὶ θοῇσι μάχην ἀλίαστον ἔχουσι : καὶ ὅμαδος δ ' ἀλίαστος ἐτύχθη : παρὰ τὸ λιάζω , τὸ σημαῖνον τὸ
Δαναοὶ δὲ φόβηθεν νῆας ἀνὰ γλαφυράς , ὅμαδος δ ' ἀλίαστος ἐτύχθη . Ζεὺς δ ' ἐπεὶ οὖν Τρῶάς τε
5975493 κορυθες
κόρυν ἀνέρα δ ' ἀνήρ , ψαῦον δ ' ἱππόκομοι κόρυθες λαμπροῖσι φάλοισι νευόντων : ὡς πυκνοὶ ἐφέστασαν ἀλλήλοισι ,
χειρῶν βέλεα ῥέον ἠμὲν Ἀχαιῶν ἠδὲ καὶ ἐκ Τρώων : κόρυθες δ ' ἀμφ ' αὖον ἀΰτευν βαλλομένων μυλάκεσσι καὶ
5974165 θρευμαι
τοῦ κονιορτοῦ κίνησις ἱππέων πλῆθος σημαίνει ἐπέρχεσθαι . ἄλλως . θρεῦμαι : ἐμφαίνεται ὁ τῶν παρθένων χορὸς ὁρῶν οἱονεὶ νοεροῖς
κομμάτια ὅσα κομματικῶς ἐν θρήνοις γίνεται : ὡς τὸ “ θρεῦμαι φοβερὰ μεγάλ ' ἄχη καὶ ” τάδε μὲν Περσῶν
5973877 ἀση
φῆμις , ἄση ἄσις . οὕτως Ἡρωδιανός . τὸ δὲ ἄση γέγονε παρὰ τὸ ἄω , ἄσω , ὅθεν :
ἔλαβεν ὀξὺς , ξυνεχὴς μετὰ πόνου : δίψα πουλλή : ἄση : πότον κατέχειν οὐκ ἠδύνατο : ἦν δὲ ὑπόσπληνός
5971153 λαος
καὶ τὸ Μενέλαος , παρὰ τὸ μένειν γὰρ καὶ τὸ λαός : ἀπὸ δὲ πλειόνων , οἷον πεντεκαίδεκα : τοῦτο
: τῶ καί μιν ἐυφρονέοντ ' ἀνὰ θυμὸν εὐρὺς ἀγάσσατο λαός : ὃ δ ' ἐν μέσσοισιν ἔειπεν : Ὦ
5969849 ἠχη
ἠχεῖ ἢ βοὰ καὶ βοὴ καὶ φωνή . βοὰ ] ἠχή , φωνή . βοὰ ] ἦχος . θ ποτᾶται
. Τὰ εἰς ΧΗ δισύλλαβα παραληγόμενα φωνήεντι προσηγορικὰ ὀξύνεται : ἠχή βληχή ψυχή βρυχή βροχή . τὸ δὲ τύχη καὶ
5963812 ἑλκομενων
γὰρ ἧπαρ θερμότερον γινόμενον καὶ δριμύτερον τὴν γαστέρα ξηροτέραν ἐργάζεται ἑλκομένων καὶ ἐκβοσκομένων τῶν σιτίων τὴν ὑγρότητα . δεῖ οὖν
ὀδυρομένην ὁράασθαι μητέρα περθομένης πόλιος περὶ δυσμενέεσσι παίδων θ ' ἑλκομένων ὑπὸ ληΐδα δουρὸς ἀνάγκῃ : ὣς ἥ γ '
5962609 ὀρουσαν
φρεσὶν ἰαίνοντο . Ἐν δὲ καὶ αὐτοὶ Τρωσὶ κακὰ φρονέοντες ὄρουσαν : μαίνετο δ ' ἐν μέσσοισιν Ἄρης στονόεσσά τ
μεγαλήτορι θωρηχθέντες ἔστιχον , ὄφρ ' ἐν Τρωσὶ μέγα φρονέοντες ὄρουσαν . αὐτίκα δὲ σφήκεσσιν ἐοικότες ἐξεχέοντο εἰνοδίοις , οὓς
5962228 ἀγρῃ
κοῦρος μάρψῃ τε κτείνῃ τε , γέλων δ ' ἐπιθήσεται ἄγρῃ : ὣς ὅ γ ' ὑπὲρ κεφαλῆς βροτέης ὀλοφώϊος
πλόκοι , οἷσι καὶ αὐτὴ ὥστε περ ὁρμιῇσιν ἐφέλκεται ἰχθύας ἄγρῃ , πρηνὴς ἐν ψαμάθοισιν ὑπ ' ὀστράκῳ εἰλυθεῖσα .
5958905 ὠρτο
πλέονας παρὰ ναῦφιν ἐποτρύνειε νέεσθαι . ὣς ἔφατ ' , ὦρτο δ ' ἔπειτα Θόας , Ἀνδραίμονος υἱός , καρπαλίμως
. * τὸν δὲ μέτ ' ὀρθογόη Παν - διονὶς ὦρτο χελιδών , ἕως τοῦ οἴνας περιταμνέμεν : ὣς γὰρ
5958134 φθισιμβροτος
πολλοὶ πολλάκις ἀγνώσσουσι περιπταίοντες ὀλέθρῳ . οἵη καὶ Τρώεσσι τότε φθισίμβροτος ἄτη ἐς πόλιν αὐτοκέλευθος ἐκώμασεν : οὐδέ τις ἀνδρῶν
. ἵν ' ᾖ ὅμοιον τῷ : ἔφριξεν δὲ μάχη φθισίμβροτος ἐγχείῃσι . διὰ γὰρ τὰς ἀκμὰς τῶν δοράτων φρῖξαι
5953762 οἱη
ἀγκλίνασα μένει δέμας ἐν ψαμάθοισι : κεῖται δ ' ἀστεμφὴς οἵη νέκυς : ὃς δέ κεν ἰχθὺς ἐγχρίμψῃ λαγόνεσσιν ,
τὸ κάτοπτρον , ἐπεὶ τοίη μὲν ὁρᾶσθαι οὐκ ἐθέλω , οἵη δ ' ἦν πάρος , οὐ δύναμαι . Τὸν
5953545 μυρομενων
. ἢ κυρίως τίθεται ἡ λέξις ἐπὶ τῶν εἰς ἅλα μυρομένων ποταμῶν , ὅ ἐστιν ἐκχεομένων , ὥστε οὐ τροπῇ
δῶμα ἡδὺ κινυρομένων γοερὴ περιπέπτατ ' ἰωή : ὣς τῶν μυρομένων λαρὸς γόος ἀμφιδεδήει . Καὶ τότε που Πριάμοιο πολυτλήτοιο
5953382 ἐνοπη
Μακρὸν δ ' ἅμα πάντες ἄυσαν : σμερδαλέη δ ' ἐνοπὴ μέχρις οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανε , μέχρις ἐπ ' Ἀιδονῆος
τῶν ᾠδῶν εὐρυθμίᾳ . οὐκ εὖ δέ : ἡ γὰρ ἐνοπὴ ἀεὶ ἐπὶ θορύβου τίθεται . Θρηικίης Ζώνης ἐπιτηλεθόωσαι :
5949949 κωμα
βοὴ , καὶ ἡ μεταβολὴ ἡ εἰρημένη παρηκολούθει ἐς τὸ κῶμα : ἤκουεν ἀνωμάλως , τὰ μὲν σφόδρα καὶ εἰ
καὶ σαίνω γίνεται : κῶ τὸ ὑπνῶ , ἐξ οὗ κῶμα ὁ ὕπνος : κείω , οὗ ὁ μέλλων κείσω
5947856 ὀχλος
ἔνεισι καὶ τοξόται καὶ ἀκοντισταί , πολλαὶ δὲ τριήρεις καὶ ὄχλος ὁ πληρώσων αὐτάς . χρήματά τ ' ἔχουσι τὰ
αὐτῶν ἐκαρπούμεθά τε καὶ προσεκτώμεθα . ἔνθεν καὶ παμμιγής τις ὄχλος ἀεὶ περιεστοίχει τὰς ἀγυιὰς τῶν τε αὐτοχθόνων καὶ τῶν
5939182 σακεεσσι
κατὰ πᾶσαν ἀνασταχύεσκον ἄρουραν γηγενέες : φρίξεν δὲ περὶ στιβαροῖς σακέεσσι δούρασι τ ' ἀμφιγύοις κορύθεσσί τε λαμπομένηισιν Ἄρηος τέμενος
αὐτὴν νῆσον ἱκώμεθα , δὴ τότ ' ἔπειτα σὺν κελάδῳ σακέεσσι πελώριον ὄρσετε δοῦπον . ” Ὧς ἄρ ' ἔφη
5934035 δειμα
χρύσεον ἰχθύν , παντᾷ τοι χρυσῷ πεπυκασμένον : εἷλέ με δεῖμα μήτι Ποσειδάωνι πέλοι πεφιλημένος ἰχθύς , ἢ τάχα τᾶς
ἐκ τῆς χώρας : τοῖς δὲ περὶ τὸ ἱερὸν οἰκοῦσι δεῖμα ἦν οὐδέν , ἀλλὰ Ἴωσιν ὅρκους δόντες καὶ ἀνὰ
5930325 λαβρον
ὅτε λαῦρον : ὁπόταν σκοτοῦνται τὸν λογισμὸν δίκην μέθης , λαβρὸν δὲ πάνυ σφροδρόν . κῶμον : πόλεμον , ἐρωτικὴν
Μούσας , προσεχέτω τῷ Πρόκλῳ . οὐδὲν γὰρ ἡμεῖς τοιοῦτο λαβρὸν οὐδὲ σοφὸν ἐπιστάμεθα , ἀλλὰ σαφές τε καὶ σύντομον
5927532 πολλος
πᾶσαι . Πληιάδες φορέονται . Ὁ δ ' οὐ μάλα πολλὸς ἁπάσας χῶρος ἔχει , καὶ δ ' αὐταὶ ἐπισκέψασθαι
ἐνθυμοίμεθα , εἴ τι φρονοῖμεν , πλεῖον ἡμέρης μιῆς . πολλὸς γὰρ ἥμιν ἐστὶ τεθνάναι χρόνος , ζῶμεν δ '
5927146 ἐξερραγη
ἀλλὰ τὸ ἀσεβὲς καταποντώσατε σῶμα . ” Ταῦτα λέγοντος θρῆνος ἐξερράγη , καὶ πάντες ἀφέντες τὴν νεκρὰν τὸν ζῶντα ἐπένθουν
φέρουϲι , αἵπερ καὶ τὰ κατὰ τὰϲ κοίλαϲ φλέβαϲ . ἐξερράγη κοτὲ αἷμα ἀπὸ τῶν νεφρῶν πολλὸν ἁθρόον , καὶ
5926703 ἀκυμων
ἔστι λοιπὸν ἀγαθόν , εἰ καὶ τοῦτ ' ἄρα . ἀκύμων : Εὐριπίδης ἐπὶ τοῦ μὴ γεννᾶν τέθεικεν , ὡσανεὶ
ὡραῖον . θάλπος ] καῦμα . εὖτε ] ὁπηνίκα . ἀκύμων ] ἀτάραχος . νηνέμοις ] νηνεμίαν ἐχούσαις . εὕδοι

Back