καὶ τὴν τούτων αἴθων τε καὶ τέμνων , ἐπειδή ποτε ἐνεπλήσθη , διαλλάττεται . καὶ πάλιν αἰχμαλώτων λύσεις καὶ τἄλλα | ||
ὀργῇ δεσποτῶν ὑποπεσόντας . Ἀκούσας ὁ Ἁβροκόμης εὐθὺς μὲν ὀργῆς ἐνεπλήσθη , ἀναβλέψας δὲ ἀτενὲς εἰς τὸν Λεύκωνα ὦ πονηρὲ |
καὶ πρόφασιν ἐκεῖθεν ληψόμεθα τὸν ἱερέα κοσμοῦσαν . πάλαι γὰρ εἱστήκει σαλεῦον οὔπω μὲν πεπτωκός , ἀεὶ δὲ τοῦτο παθεῖν | ||
ἦρεν εἰς ὕψος . ] Ἐν ὁδῷ τις Ἑρμῆς τετράγωνος εἱστήκει , λίθων δ ' ὑπ ' αὐτῷ σωρὸς ἦν |
τὴν ζωοποιὸν αὐτῆς ὀνειρώξαντι δύναμιν αὐτοκίνητον αὐτὴν καὶ ἀεικίνητον προσαγορεῦσαι ἐπῆλθε , τοσοῦτον τοῦ ἐγκαλεῖν ἀπέχομεν , ὅσῳ καὶ προσεπαινοῦμεν | ||
μάλιστα δ ' ἐς ἀγῶνα χρήσασθαι θαρροῦντι τῷ στρατῷ διανοούμενος ἐπῆλθε καὶ ἀντεστρατοπέδευσε τῷ Καίσαρι περὶ Φάρσαλον , καὶ τριάκοντα |
παιδὶ τοῦ Τελαμῶνος δεύτερον τοῦτο ὑπὲρ τῶν αὐτῶν ἡττηθέντι . κατεῖχε δὲ καὶ σκίπωνα χρυσᾶς ἕλικας ἔχοντα περιερπούσας , χρυσοῖς | ||
ἰσχυρὰ καὶ οὐ πολὺ ἀπέχουσα τοῦ πίστις εἶναι τοὺς πολλοὺς κατεῖχε . καὶ τὰ μὲν ἐπὶ τούτων πραχθέντα τῶν ὑπάτων |
ἂν τάδ ' ἐξέχει . νῦν δ ' ὑπὸ σκότῳ βρέμει θυμαλγής τε καὶ οὐδὲν ἐπελπομένα ποτὲ καίριον ἐκτολυπεύσειν ζωπυρουμένας | ||
μακρὰ πέσῃσιν ὑπ ' ἐκ ῥιζῶν ἐριπόντα ἄλσεος εὐρυπέδοιο , βρέμει δέ τε πᾶσα περὶ χθών : ὣς οἵ γ |
Βυζαντίῳ ταῦτα . . παρὰ τὸ Ὁμηρικὸν τότε μοι χάνοι εὐρεῖα χθών . . λείπει εὖ ἂν ἔχοι . εἰ | ||
ὁκόϲαι πρὸ ἑβδόμηϲ ἀπαιτέουϲι ϲικύην . ἔϲτω δὲ μεγάλη , εὐρεῖα πάντῃ , ἀμφιϲχεῖν τὸ ἀλγέον χωρίον ἱκανή . οὐ |
βοέα βοῆ , ὡς κυνέα κυνῆ : τραγέα τραγῆ : θόη τὸ βαρύτονον , οὕτω δὴ καὶ τὸ ὀξύτονον : | ||
βοέα βοῆ , ὡς κυνέα κυνῆ : τραγέα τραγῆ : θόη τὸ βαρύτονον , οὕτω δὴ καὶ τὸ ὀξύτονον : |
Υἱὸς Ἀχιλλῆος κρατερόφρονος , ὅς τε τοκῆα σεῖο πάροιθ ' ἐφόβησε βαλὼν περιμήκεϊ δουρί : καί νύ κέ μιν θανάτοιο | ||
σὸς δόλος , Ἥρη , Ἕκτορα δῖον ἔπαυσε μάχης , ἐφόβησε δὲ λαούς . ἀμήχανε : ἡ διπλῆ ὅτι δύο |
καὶ πρὸς καρδίην ὀδύνη , ἣν φλεβοτομίη ἔλυσεν : ταύτῃ ὑδροποσίη ἢ μελίκρητον ξυνήνεγκεν . Ἐλλέβορον ἔπιε μέλανα , οὐδὲ | ||
καὶ βάρος ἐς βραχίονα , νάρκη , ἔμετοι συχνοὶ , ὑδροποσίη . Τῷ Εὐφράνορος παιδὶ , τὰ ἐξανθήματα οἷα τὰ |
βοηθημάτων κωλυόμενον , χυλῷ δὲ ἀρνογλώσσου χρησαμένων ἡμῶν , παντάπασιν ἐπαύσατο : ἔστω δὲ τὸ ἐνιέμενον πλῆθος κυάθου . τοῦτο | ||
καὶ ταύτην καὶ πλείονας ἐπὶ ταύτῃ καὶ ἁδροτέρας ἐκπιὼν οὐκ ἐπαύσατο τῆς ἀδολεσχίας . Εἰρεσιώνην ἐξ ἀνθῶν πλέξασα ᾔειν ἐς |
μυξωτῆρσι κύνες δὲ πανίχνια σημήναντο . ναὶ μὴν ἀνθρώποισι πέλει περιδέξιος ὥρη χειμερίη , στείβουσί τ ' ἀμοχθήτοισιν ὀπωπαῖς , | ||
. περιώσιον περιωσίως . περιδώσομαι συνθήσομαι . περιτροπέων περιτρεπόμενος . περιδέξιος οἱ μὲν περισσῶς δεξιὸς περὶ τὴν τοῦ δόρατος βολήν |
δικαιοσύνη μέχρι τῆς ἡμέρας ἐκείνης . καὶ ὅτε εἰς ἡλικίαν ἐπῆλθεν , ἔλαβεν αὐτῷ γυναῖκα καὶ ἔτεκεν αὐτῷ παιδίον , | ||
δεδάηκα , εἴτ ' οὖν ἐκ πέτρης ὀλοὸν τόδε φῦλον ἐπῆλθεν , εἴτ ' αὐτόχθονές εἰσιν , ἐπαντέλλουσι δὲ γαίης |
τῷ ῥα νέοι θάλποντες ἐπειρῶντ ' , οὐδ ' ἐδύναντο ἐντανύσαι , πολλὸν δὲ βίης ἐπιδευέες ἦσαν . Ἀντίνοος δ | ||
, πρὶν τούτους τόδε τόξον ἐΰξοον ἀμφαφόωντας νευρήν τ ' ἐντανύσαι διοϊστεῦσαί τε σιδήρου . ” τὸν δ ' αὖτε |
ἢ δράκαιν ' ἄμικτος , ἢ Χίμαιρα πύρπνοος , ἢ Χάρυβδις , ἢ τρίκρανος Σκύλλα , ποντία κύων , Σφίγξ | ||
ἀνεπλέομεν γοόωντες : ἔνθεν γὰρ Σκύλλη , ἑτέρωθι δὲ δῖα Χάρυβδις δεινὸν ἀνερρύβδησε θαλάσσης ἁλμυρὸν ὕδωρ . ἦ τοι ὅτ |
τὸ ζῷον καὶ καταδῦνον εἰς τὰς ὀπὰς τῆς γῆς , κατέδυ δὲ καὶ ὁ Ἀμφιάραος , ὁ δὲ παῖς σημεῖον | ||
οὗ . ἐπεὶ κατὰ γαῖ ' : κεραυνωθεὶς γὰρ Ἀμφιάραος κατέδυ μετὰ τοῦ ἅρματος ἐν τῷ Ὠρωπῷ τῆς Βοιωτίας καταποθεὶς |
' ἄκοιτιν ἁλὸς μέγα λαῖτμα λιποῦσαν : καί σευ φορμίζοντος ἐπήιεν ἀθρόα φῦλα θῆρές τ ' οἰωνοί τε βαθυσκόπελοί τε | ||
ὑπὸ [ στρατιῇσι ] Λακώνων , τόσσος ἐμοῖς βασιλεῦσιν [ ἐπήιεν ] ἀντιβολήσων , ἀλλὰ πολὺ πλείων τε καὶ [ |
, καὶ ἐξέχεε τοῦ δυστυχοῦς κλέπτου τὰ σπλάγχνα , καὶ ἐκεῖτο παρὰ τῇ τρυγόνι νεκρὸς ὁ φώρ , ἐναργὴς ἔλεγχος | ||
, καὶ ἐξέχεε τοῦ δυστυχοῦς κλέπτου τὰ σπλάγχνα , καὶ ἐκεῖτο παρὰ τῇ τρυγόνι νεκρὸς ὁ φώρ , ἐναργὴς ἔλεγχος |
εἰς οὓς ἐξεμάνη καὶ ἐπαρῴνησεν , οὐ πρόσθεν ἄρα τοῦ κλόνου ἐπαύσατο καὶ τῆς ὑποψίας ἕως ἐπεῖδε τοῖς ὀφθαλμοῖς πάντα | ||
! ! ! ! ! ! ! ! ! ] κλόνου καὶ ἀναλθήτων ὀδυνάων σπρεσιαο ? [ ! ! ! |
γραίη . τῶν οὖν τριχῶν ἑκάστοθ ' ἡ μὲν ἀκμαίη ἔτιλλεν ἃς ηὕρισκε λευκανθιζούσας , ἔτιλλε δ ' ἡ γραῦς | ||
, καὶ διὰ τέλεος αἰεί : σιγῶσα , ἐψηλάφα , ἔτιλλεν , ἔγλυφεν , ἐτριχολόγει : δάκρυα , καὶ πάλιν |
ταρφέα κινυμένοιο πέλει κτύπος , ἀμφὶ δὲ χαῖται ῥώοντ ' ἐσσυμένοιο , κάρη δ ' εἰς ὕψος ἀείρει φυσιόων μάλα | ||
Βοῇ δ ' ἀμφίαχεν ἄστυ καί τινος αἰζηοῖο διὰ φλογὸς ἐσσυμένοιο φθεγγομένου : τοὺς δ ' ἔνδον ἀμείλιχος Αἶσα δάμασσεν |
. . . . οὐδέν ἐστ ' ἀλλ ' ἢ γνάθος . τὸ Ξενοκράτους τυρίον οὑριστικὸς δ ' Εὐβουλίδης ὁ | ||
. Φοίνικι ἐν Οἰνειάδῃσι καὶ Ἀνδρεῖ ἀδελφεοῖς ἐοῦσιν , ἡ γνάθος ᾤδησεν ἡ ἑτέρη καὶ τὸ χεῖλος τὸ πρὸς τῆς |
δηριόωντο Κήτειοι Τρῶές τε καὶ Ἀργεῖοι μενεχάρμαι , ἄλλοτε μὲν προπάροιθε νεῶν , ὁτὲ δ ' ἀμφὶ μακεδνὸν τεῖχος , | ||
περὶ πάντων ἔστ ' ἀνθρώπων . εἰ δέ κέ οἱ προπάροιθε πόλεος κατεναντίον ἔλθω : καὶ γάρ θην τούτῳ τρωτὸς |
: μόνῃ γάρ , ὡς τὸ εἰκός , τῇ Πηλιώτιδι μελίῃ τοῦτο ἐδέδοτο . Λεπτὸν θηρίον ὁ κεράστης . ἔστι | ||
ἄφαρ δέ οἱ ἦτορ ἔλυσεν . Ἣ δ ' ἔπεσεν μελίῃ ἐναλίγκιος , ἥν τ ' ἐν ὄρεσσι δουροτόμοι τέμνουσιν |
λίνα . Καρπαθίην ὅτε νυκτὸς ἅλα στέψαντος ἀήτου λαίλαπι Βορραίῃ κλασθὲν ἐσεῖδε κέρας , εὔξατο κῆρα φυγών , Βοιώτιε , | ||
, ἕως οὗ . διατμαγέν : χωρισθὲν , διαῤῥαγὲν , κλασθὲν , διακοπέν . ἕρκος : ἔνδυμα ἀπὸ τοῦ εἴγρω |
ἀπὸ τοῦ ἄω ἄελλα , οὕτως καὶ ἀπὸ τοῦ θύω θύελλα . Ὀψέ : μόλις . ἀπολήξασα : παύσασα , | ||
καταντίον Ἀτρυτώνης , δὴ τότε παύσατο κῦμα , κατευνήθη δὲ θύελλα σμερδαλέη , καὶ χεῦμα κατεπρήυνε γαλήνη . Οἳ δὲ |
πέλαγος ἀνάξει , κεῖς ' , ὅθι τ ' ἠοῦς ἠριγενείης οἰκία καὶ χοροί εἰσι , καὶ ἀντολαὶ ἠελίοιο καὶ | ||
ὑπερβάτως κολλῶντες τὸ Ὠκεανοῖο τῷ ” ὅθι τ ' ἠοῦς ἠριγενείης „ , οὗ , φασὶν , οἰκεῖ ἡ ἡμέρα |
πτερόεντα μετοχμάζοντες ὀπίσσω , καὶ κεφαλὴν πτερόεσσαν ἀνηιώρησαν ἀπειλῆι , Εὖρος ὁμοῦ Ζεφύρωι , Βορέης , Νότος , ἄμμοροι αὔρης | ||
τοῦ χθές . Ἐπητύος . παρὰ τὸ ἔπος ἐπητύς . Εὖρος . τὸ πλάτος . δι ' οὗ ἐστὶν εὐρεῖν |
ἐφ ' ἧς κυκλοτεροῦς οὔσης τῆς φθορᾶς τὸ μέσον ὀστέον ἔμεινε κατὰ φύσιν ἔχον , μετὰ τὴν τῶν σωμάτων ἀναστολήν | ||
ἐμέ . Καὶ πάλιν ἐξῆλθεν ἔξω τῆς πόλεως , καὶ ἔμεινε λυπούμενος , μὴ εἰδὼς ποῦ ἀπέλθῃ . Καὶ ἀπέθηκε |
τι δύσοσμον ἀφιεῖσα , ὁτὲ δὲ αὐτῶν ἐγγὺς περισκαίρουσα καὶ κορικῶς ὥσπερ ἀκκιζομένη , ἐπέσχε μὲν αὐτοὺς τῆς ὁρμῆς τῆς | ||
, ἑταίραν ἀντὶ νύμφης . καὶ τὰ μὲν πρῶτα αἰδουμένη κορικῶς εὖ μάλα καὶ κατὰ τὸν τῶν γαμουμένων νόμον ὑπέκρυπτε |
οὐχ ὑποτάσσεται δὲ τὸ ο , ἡνίκα ὑποτάσσηται , οἷον εὐνὴ , αὐλή . κραιπνή : ταχεῖα . Γηθοσύνη : | ||
: ἀμοιβὴ ἀμοιβαῖος : σπουδὴ σπουδαῖος : τροπὴ τροπαῖος : εὐνὴ εὐναῖος . Τὰ διὰ τοῦ μαιος , εἴτε κύρια |
σάκος εὐρὺ καὶ ἱππόκομον τρυφάλειαν Κάστωρ , πολλὰ δ ' ἔνυξεν ἀκριβὴς ὄμμασι Λυγκεύς τοῖο σάκος , φοίνικα δ ' | ||
δὲ λόγος οὗτος , τῆς θωρακοζώνης εἰς τὸ κάτω μέρος ἔνυξεν . , ὁ δὲ λόγος οὗτος , , . |
ὁ μὲν οὖν δῆμος μετέωρος καθῆστο , Χαιρέας δὲ πρῶτος εἰσῆλθε μελανείμων , ὠχρός , αὐχμῶν , οἷος ἐπὶ τὸν | ||
ἔμεινεν Ἰωσὴφ τὴν ἡμέραν ἐκείνην παρὰ τῷ Πεντεφρῇ καὶ οὐκ εἰσῆλθε πρὸς Ἀσενέθ , διότι ἔλεγεν : οὐ προσήκει ἀνδρὶ |
ἔστι λοιπὸν ἀγαθόν , εἰ καὶ τοῦτ ' ἄρα . ἀκύμων : Εὐριπίδης ἐπὶ τοῦ μὴ γεννᾶν τέθεικεν , ὡσανεὶ | ||
ὡραῖον . θάλπος ] καῦμα . εὖτε ] ὁπηνίκα . ἀκύμων ] ἀτάραχος . νηνέμοις ] νηνεμίαν ἐχούσαις . εὕδοι |
ποτ ' ἠὼς νυμφίον εἶδε Λέανδρον ἀριγνώτοις ἐνὶ λέκτροις . νήχετο δ ' ἀντιπόροιο πάλιν ποτὶ δῆμον Ἀβύδου ἐννυχίων ἀκόρητος | ||
ὃ μὲν ἱπταμένων πτερύγων ῥοίζημα τινάσσων ἄσχετος ὑψικέλευθος ἐς ἠέρα νήχετο Χειμών , ὤμοις ζωογόνοις ἐγκύμονα κάλπιν ἀείρων . καὶ |
. ἢ κυρίως τίθεται ἡ λέξις ἐπὶ τῶν εἰς ἅλα μυρομένων ποταμῶν , ὅ ἐστιν ἐκχεομένων , ὥστε οὐ τροπῇ | ||
δῶμα ἡδὺ κινυρομένων γοερὴ περιπέπτατ ' ἰωή : ὣς τῶν μυρομένων λαρὸς γόος ἀμφιδεδήει . Καὶ τότε που Πριάμοιο πολυτλήτοιο |
φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς , καὶ τότ ' ἔπειτα νομόνδ ' ἐξέσσυτο ἄρσενα μῆλα , θήλειαι δὲ μέμηκον ἀνήμελκτοι περὶ σηκούς | ||
ἐκ τῆς ἔρας : “ ἐξερίπῃ δρῦς πρόρριζος . ” ἐξέσσυτο ἐξώρμησεν . ἐξήλατος ἐξ ἐλασμάτων συγκειμένη , ἓξ πτύχας |
[ ] ἀνήλυσιν : ἠελίου δέ [ αὐγὴ πρῶτον ] ἔλαμψε [ ] βοώπιδος οἷα σελήνης , [ ! ! | ||
γὰρ κατέλιπεν αὐτὸν τὸ κάλλος οὐδὲ φοβούμενον , ἀλλ ' ἔλαμψε μὲν ὑπὸ τοῦ δέους ἡ παρειά , τὸ βλέμμα |
ἄστυ ἤτοι τὸ εὔξενον , ὡς τὸ κληϊσταὶ δ ' ἔπεσαν σανίδες ἀντὶ τοῦ εὔκλειστοι , καὶ τειχιόεσσα ἀντὶ τοῦ | ||
ἀμύνονθ ' οἳ δ ' ἐλάτῃσιν : ἐν δ ' ἔπεσαν Μινύαισι κατὰ σκοτόεσσαν ὁμίχλην . Οὕς τοι ἐπειγομένους κτεῖνεν |
κἰλαρὴ κατάστηθι ! ! ! ! ! ις ἄλλον : νηῦς μιῆς ἐπ ' ἀγκύρης οὐκ ] ἀσφαλὴς ? ? | ||
ἀεὶ κατεναντία λύχνου αὐτὸς ἐὼν ἐρέτης , αὐτόστολος , αὐτόματος νηῦς . Ἡρὼ δ ' ἠλιβάτοιο φαεσφόρος ὑψόθι πύργου , |
δὴ πολεμίων παρόντων , καὶ τὰ κλεῖθρα ὑπὸ τῶν φυλάκων κατείχετο , ἡ δὲ αὐτοῖς μοχλοῖς τε καὶ βαλανάγραις ἐκτιναχθεῖσα | ||
. λέγεται δὲ Ἀλέξανδρον διαλῦσαι , ἐξελόντα τὸν ἔμβολον ᾧ κατείχετο ὁ ῥυμὸς , ἢ τῷ ἐγχειριδίῳ ἀποτεμόντα , μετὰ |
τὸ τὴν ἔλην τοῦ ἡλίου . δεέλη ἐστὶ , καὶ δείλη . Δίκτυον . παρὰ τὸ βαλεῖν , ὃ ἐστὶ | ||
μέρος τῆς ἡμέρας , ὡς Ὅμηρος : ἢ ἠὼς ἢ δείλη ἢ μέσον ἦμαρ . ὁ δὲ Ἡσίοδος οὐ τοῦ |
τοῖς ἄλλοις μέρεσι τῆς πόλεως ἢ ἀγνοίᾳ τῶν κατασκηψάντων κακῶν ἀγρόθεν παρεγένοντο , πολυτρόπων ἀπέλαυον συμφορῶν , ἢ καταλευόμενοι ἢ | ||
χρυσὸν ἁπάντων κοίρανον ἀνδρῶν . Ἠελίῳ γὰρ ἄγων ἱερήιον ἀντεβόλησα ἀγρόθεν ἄστυδ ' ἰόντι περίφρονι Θειοδάμαντι : καί μιν ἑλὼν |
καὶ ἄγριον , δὶς μὲν ἀπεώσαντο Ῥωμαίους , ἔτεσί που ἀγχοῦ εἴκοσιν , Ἀκυληίαν δ ' ἐπέδραμον καὶ Τεργηστόν , | ||
* . Ἄγχι : σημαίνει τὸ πλησίον : παρὰ τὸ ἀγχοῦ ἀγχόθι ἄγχι κατὰ συγκοπήν , . , . * |
τοὺς ἀνάντεις τόπους . οὐρίαχοι ὁ οὔραχος τοῦ δόρατος . οὖρος ὁ φύλαξ , καθὸ συνήθως : “ οὖρος Ἀχαιῶν | ||
, ἀλλὰ προσεπισφραγιζόμενος τὸ τῆς ἐξουσίας προσέθηκεν , Ἧι λιγὺς οὖρος ἐπιπνείῃσιν ὄπισθεν , τῇ νηὶ δὴ λέγων τῇ πλεούσῃ |
Λυδῶν ἐνίων καὶ νήσους δέ τινας ὑπηγαγόμην καὶ ἄχρι Μιλήτου ἐπέβην τὰ πολλὰ τῆς Ἰωνίας καταστρεφόμενος : καὶ καλὸς ἦν | ||
. ἐγὼ γάρ σοι δεινῶς ἄφιππός εἰμι καὶ οὐδὲ ὅλως ἐπέβην ἵππου ἐν τῷ πρὸ τοῦ χρόνῳ . δέδια τοίνυν |
μεγάλῳ . ἀπὸ δὲ γλαυκῶπις Ἀθήνη ἔγχεος ὁρμὴν ἔτραπ ' ὀρεξαμένη ἀπὸ δίφρου . δριμὺ δ ' Ἄρη ' ἄχος | ||
τ ' ὀιστῶν τερπομένους : στῆ δ ' ἆσσον , ὀρεξαμένη χερὸς ἄκρης , Αἰακίδεω Πηλῆος , ὁ γάρ ῥά |
διόπων στρατιᾶς οἷα πεπόνθαμεν , οἷά τις ἡμᾶς δράσας ἀφανῆ φροῦδος , φανερὸν Θρηιξὶν πένθος τολυπεύσας ; κακὸν κυρεῖν τι | ||
υἱὸν ἡ δύστηνος ὧδ ' ὀλωλότα , ἀλλ ' ἐγγελῶσα φροῦδος ; Ὢ τάλαιν ' ἐγώ : Ὀρέστα φίλταθ ' |
τῶν μὲν λεγόντων , ὅτι πᾶν τὸ ὑφεστὼς χώραν τινὰ κατείληφε , καὶ ἄλλων ἄλλην ἀπονεμόντων , ἢ ἐντὸς τοῦ | ||
οἴκοι καταμεῖναι , τουτέστιν εἰς τὴν περὶ ὧν ἄκρως οὐ κατείληφε μὴ παρελθεῖν ἅμιλλαν , ἀλλ ' ἠρεμῆσαί τε καὶ |
: Ἑσπέρα , φησίν , ἐστὶν ἤδη καὶ ἡ σῦριγξ ἠχεῖ . τοῦτο γὰρ δηλοῖ τὸ δόναξ : τὸ δὲ | ||
. . . δαίεσθαι φωνὴν ἀφιέναι : καιομένη γὰρ μέγα ἠχεῖ . αἴθω : χὡς αὕτη λακεῖ : ἡ δάφνη |
μοχθοῦσι κακοπαθοῦσι τρόμον : καὶ γὰρ μετὰ προειρημένα πάντα καὶ τρόμος τις τοῖς μέλεσι τοῦ κάμνοντος περιτρέχει καὶ γίνεται . | ||
, αἵ τε ναρκώδεις ἅπασαι κινήσεις καὶ παράλυσις καὶ προσέτι τρόμος . προαιρετικῆς μὲν οὖν ἐνεργείας βλάβη παράλυσίς τε καὶ |
ʹʹδʹʹ Ἁλιάκμονος ποτ . ἐκβολαί μθʹ ∠ ʹʹγʹʹ λθʹ γοʹʹ Δῖον κολωνία νʹ λθʹ ∠ ʹʹιβʹʹ Βαφύρον ποταμοῦ ἐκβολαί νʹ | ||
, καὶ κόλπος Θερμαῖος . Πρώτη πόλις Μακεδονίας Ἡράκλειον : Δῖον , Πύδνα πόλις Ἑλληνὶς , Μεθώνη πόλις Ἑλληνὶς καὶ |
, γαμβρὸν ἐυμμελίην Ἀντήνορος ὅς ῥα μάλιστα θυμὸν ἐνὶ Τρώεσσι σαοφροσύνῃσι κέκαστο . Ἔνθα καὶ Ἰλιονῆι συνήντετο δημογέροντι , καί | ||
δ ' ὁπότ ' ὀρφανικοῖο μετ ' ἠιθέοιο μέλαθρον οὔτι σαοφροσύνῃσι μεμηλότες ἥλικες ἄλλοι κλητοί τ ' αὐτόμολοί τε πανήμεροι |
διὰ τὸ μέλος εὐφραῖνον . καὶ ἐν τοῖς ἑξῆς οὗ περιβρέμεται Θρηϊκία χελιδών . Θ . . . 〚 ἃ | ||
τε σκολιή τε καὶ ἄσχετος , ἧχι θάλασσα συρομένη μακρῇσι περιβρέμεται σπιλάδεσσιν , Ἀονίῳ τμηθεῖσα πολυγλώχινι σιδήρῳ . πρὸς δὲ |
νοῦς ἐστι τοιοῦτος , ἡ δὲ σύνταξις οὕτως : αὔρα ποντιὰς αὔρα , ἥτις κομίζεις τὰς ἐν θαλάσσῃ πορευομένας θοὰς | ||
τὸ αὔρα ἀποδοτέον , ἵν ' ᾖ οὕτως : αὔρα ποντιὰς , ποῖ με κομίσεις , ἢ εἰς τὸν ὅρμον |
ἕσταναι : ἑστία : ἕσπερα : ἔσχαρα : ἐσχατιά : ἑσμός : ἐσίταμον , δηλοῖ δὲ τὴν πρόσοδον : ἔσμιον | ||
λόγῳ συνομαρτείτωσαν , ὡσαύτως δὲ καὶ ὁ τῶν φιλορνίθων νυμφῶν ἑσμός : βούλεται γὰρ ἀπ ' αὐτῶν ἐπιστρέφειν ἐπὶ τοὺς |
μῆκος . τὰ γὰρ συνεσταλμένον ἔχοντα τὸ υ ὀξύνεται , πηγυλίς „ νὺξ γὰρ ἐπῆλθε κακὴ Βορέαο πεσόντος πηγυλίς ” | ||
ὀξύνεται , πηγυλίς „ νὺξ γὰρ ἐπῆλθε κακὴ Βορέαο πεσόντος πηγυλίς ” , Θηγυλίς , ἐπίθετον Ἀθηνᾶς , γογγυλίς . |
δ ' αὖτε κύπελλα βοῶν γλάγος ἠδὲ καὶ οἰῶν , μυκηθμὸς δέ τε πουλὺς ὀρίνεται ἔνθα καὶ ἔνθα μισγομένων , | ||
καὶ ὑισμὸν εἶπον καὶ ὑίζειν ὑίζοντες . βοῶν δὲ μύκημα μυκηθμὸς μυκᾶσθαι μυκώμενοι . ὀίων δὲ βληχὴ βληχᾶσθαι βληχώμεναι . |
τὰ Ναυπακτικὰ ποιήσας καὶ Φερεκύδης ἐν Ϛʹ φασὶν εἰς τὸ σπέος αὐτὰς φυγεῖν τῆς Κρήτης τὸ ὑπὸ τῷ λόφῳ τῷ | ||
δ ' ἀλίτησεν ἀταρποῦ ὕλῃ ἔνι πλαγχθεὶς , ἐν δὲ σπέος ἥλυθε Νυμφῶν Λιμνακίδων : αἱ δέ σφιν ἐσαθρήσασαι ἰόντα |
ἄγγελε μελλόντων , θνητοῖς χρησμωιδὲ μέγιστε : ἡσυχίαι γὰρ ὕπνου γλυκεροῦ σιγηλὸς ἐπελθών , προσφωνῶν ψυχαῖς θνητῶν νόον αὐτὸς ἐγείρεις | ||
, Κλείσθενες , Εὐξείνῳ μοῖρ ' ἔκιχεν θανάτου πλαζόμενον : γλυκεροῦ δὲ μελίφρονος οἴκαδε νόστου ἤμπλακες οὐδ ' ἵκευ Χῖον |
ἐννέα φῶτας ἔπεφνεν . ἀλλ ' ὅτε δὴ τὸ τέταρτον ἐπέσσυτο δαίμονι ἶσος , ἔνθ ' ἄρα τοι Πάτροκλε φάνη | ||
μὲν δουρικλυτὸς ἔνθορε μέσσῳ κρημνοῦ ἀπαΐξας : ὃ δ ' ἐπέσσυτο οἴδματι θύων , πάντα δ ' ὄρινε ῥέεθρα κυκώμενος |
δὲ † φόβῳ προτέρωσε νέοντο . ἤδη δέ σφισι δοῦπος ἀρασσομένων πετράων νωλεμὲς οὔατ ' ἔβαλλε , βόων δ ' | ||
, ὅτε τις αὐτῶν ἐκπέσοι κύματι καὶ κλύδωνι καὶ ξύλοις ἀρασσομένων : ἔγεμεν γὰρ ἡ θάλασσα ἱστίων καὶ ξύλων καὶ |
καὶ ἀνάγων καὶ τάττων πάντα . Πρῶτος δὲ πορεύεται ὅτι ἱέμενος ἐπὶ τὸ νοητὸν αὐτὸς καὶ ἐνιδρύων ἑαυτὸν ταῖς οἰκείαις | ||
χώρῳ λίπεν οὔνομα , τῆμος ἀφ ' ἵππου ἐς Διὸς ἱέμενος πέσεν ἥρως Βελλεροφόντης . κεῖθι δὲ καὶ πεδίον τὸ |
συνεξαίρειν αὐταῖς τὰ κατωτέρω , ὅ τε κατὰ τὸ διάφραγμα κατασπῶν μὲν τὸ στέρνον , ἀνασπῶν δὲ βραχύ τι καὶ | ||
γλοιοῦ πάχος χρῶ ἐν βαλανείῳ ὡς κάλλιστον . [ Ἀποφλεγματισμὸς κατασπῶν ἐκ τοῦ κρανίου φλέγμα . ] Ἀγριοσταφίδας μετὰ μαστίχης |
] ταχεῖαι . αὖραι ] τοῦ ἀέρος πνοαί . . κραιπνόφοροι ] κραιπνὸν τὸ ταχὺ , ἀπὸ τοῦ κάρτα πνεῖν | ||
] ταχεῖαι . αὖραι ] τοῦ ἀέρος πνοαί . . κραιπνόφοροι ] κραιπνὸν τὸ ταχὺ , ἀπὸ τοῦ κάρτα πνεῖν |
Ἦν ταῦτα . Καὶ τοῦθ ' ἡμῶν ἀπορουμένων ἔτι μείζων κατεχύθη σκοτοδινία , φανέντος τοῦ λόγου τοῦ πᾶσιν ἀμφισβητοῦντος ὡς | ||
περὶ τῆς Λευκίππης , ὡς ἀφανὴς ἐγένετο , νέφος αὐτῇ κατεχύθη λύπης . καὶ τὸ μὲν ἀληθὲς οὐκ εἶχεν εὑρεῖν |
} ἐκ δὲ πόσιος μῶκος , ἐκ μώκου δ ' ἐγένεθ ' ὑανία , ἐκ δ ' ὑανίας δίκα . | ||
Πενθεῖ δὲ τί μέρος ἀφροσύνης προσῆκ ' ἐμῆς ; ὑμῖν ἐγένεθ ' ὅμοιος , οὐ σέβων θεόν . τοιγὰρ συνῆψε |
ζῳδίων φύσεις ὁρᾶν οὕτως . Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα | ||
, ἀπόχρη γε μὴν ἀλλήλας περιλιχμήσασθαι . ἄγρα δὲ αὐτῶν νήματα ἄγαν λεπτὰ καὶ ἐρραφέντα τούτοις ἀραιῶν στημονίων τὰ ἱμάτια |
ἔνθα μὲν τὸ σπέρμα καρυῶδες , ἔνθα δὲ ὑμενῶδες καὶ ἀμενηνόν . ὅσα μὲν οὖν ξυλώδεσιν ἢ δερματικοῖς τισι περιέχεται | ||
τάξιν : δηλοῦσι γὰρ ὅτι ἔσχατόν ἐστι καὶ ἀβληχρὸν καὶ ἀμενηνόν : τί γάρ ἐστι συμβεβηκός ; ὃ γίνεται καὶ |
βιότοιο κακὴν καὶ ἀεικέα θήρην , οὐ γὰρ γειομόροιο τομὴν ἐδάησαν ἀρότρου , κείνοις οὔποτε τερπνὸς ἀκούεται ὁλκὸς ἁμάξης , | ||
κοπτομένη δείξειεν ὑπὸ ῥιπῇσι θάλασσα : νήπιοι , οὐδ ' ἐδάησαν ὅσον πινυτώτεροι ἄνδρες , οἳ κείνους καὶ πάμπαν ἀλευομένους |
καρδίᾳ προσέφερε καὶ εἶπεν : “ Ὁρᾷς πῶς πηδᾷ καὶ πάλλει πυκνὸν παλμὸν ἀγωνίας γέμοντα καὶ ἐλπίδος , γένοιτο δὲ | ||
διαμερίζει . ἐπινωμᾷ ] ἐπιμερίζει . θ ἐπινωμᾷ ] + πάλλει , κινεῖ . Χάλυβος ] πόλεως Σκυθικῆς . Χάλυβος |
ἐρατεινῆς . ἢν δ ' αὐτοὺς Κρόνος αἰνὸς ἐπὶ ζώου πτερόεντος δέρκητ ' , ἠὲ καὶ αὐτοὶ ἐνὶ πτερόεντι πέλωνται | ||
ὄμμα τιταίνει γυμνὸν ἐπισσείουσα κάρη κυανάμπυκι κισσῷ , ὡς ἥγε πτερόεντος ἀναΐξασα νόοιο Κασσάνδρη θεόφοιτος ἐμαίνετο : πυκνὰ δὲ χαίτην |
ἐλόωντες : ἐνέπλησαν δὲ φόβοιο πάντα πόρον : σκιεροὶ δὲ μυχοὶ χθαμαλαί τε χαράδραι στείνονται λιμένες τε καὶ ἠϊόνων ἐπιωγαὶ | ||
πραϋνόῳ δὲ πειθοῖ : εἶκε δέ μοι Γαῖα Θαλάσσας τε μυχοὶ χάλκεος Οὐρανός τε : τῶν δ ' ἐγὼ ἐκνοσφισάμαν |
χερσὶν ὄλβον ἔχω κύλικος τρύφος ἀμφὶς ἐαγός , ἀνδρῶν δαιτυμόνων ναυάγιον , οἷα πολλὰ πνεῦμα Διονύσοιο πρὸς Ὕβρεως ἔκβαλ ' | ||
κλυδωνίου ] ταραχῆς . πληγαῖς ] ταραχαῖς . ἄντλον : ναυάγιον , πλημμύρα . ἄντλον δὲ λέγεται τὸ ἀπὸ τοῦ |
, ἦλθε διὰ προμάχων καὶ ἀκόντισεν ὀξύσχοινον : οὐδ ' ἔρρηξε σάκος , σχέτο δ ' αὐτοῦ δουρὸς ἀκωκή : | ||
καὶ τὴν ὑστέραν θερμαίνει , ὥστε πολλαῖς ἤδη καὶ καταμήνια ἔρρηξε τέως οὐ καθαιρομέναις . εἰ δὲ μὴ ἐξαρκεῖ καθῆραι |
, ἀνέμῳ διαλέγει ἄλλη συνωρίς ἁμαξιαῖα χρήματα ἀμήρυτοι λόγοι ἀνασπᾶν γνωμίδιον ἀνδρόγυνον ἄθυρμα ἀνέμους γεωργεῖν ἄνθρωπος φιλοπραγματίας ἀνωφρυασμένος ἄνθρωπος ἄπλυτον | ||
, καὶ ἡ τρίτη συνεσταλμένη τυγχάνει , οἷον γνώμη γνώμης γνωμίδιον , ψυχή ψυχῆς ψυχίδιον , ξίφος ξίφους ξιφίδιον : |
: ταύτῃ δὲ νῆσος παράκειται Μελίτη . . . ἥτις προβέβληται τοῦ Παχύνου ἀκρωτηρίου τῆς Σικελίας ἡ δὲ Ὀθρωνὸς πρὸς | ||
καὶ πρὸς πόνον ἀλείφει καὶ τοὺς ἀργεῖν καὶ σχολάζειν ἐθέλοντας προβέβληται , διείρηται γοῦν | ἓξ ἡμέρας ἐνεργεῖν , ἀλλ |
. οἷς μὲν οἴδημα περίκειται κύκλῳ , τὰ δὲ ὡς τάφρος βαθεῖα καὶ στενὴ περιακολουθεῖ , δολερὸν ἄνδρα σημαίνουσιν . | ||
τοὺς Τρῶας οὐ χωρεῖ τὸ πεδίον καὶ μάταιον μὲν ἡ τάφρος ἀνάλωμα , περιττὴ δὲ τὸ τεῖχος δαπάνη καὶ τὴν |
. καὶ ὁ μὲν ἐς τὴν γῆν ἀφο - ρῶν ἔκλαιεν : τὸν δὲ Ἀριστοκράτην οἱ Ἀρκάδες καταλιθώσαντες τὸν μὲν | ||
βόας ἑστῶτας ἐν τῇ ἀρούρῃ , ἐλθὼν δὲ πρὸς αὐτὴν ἔκλαιεν προσποιούμενος . παυσαμένης δὲ ἐκείνης , ἐπύθετο τί κλαίεις |
, Ποσειδάωνι ἄνακτι : τοῦ γὰρ καὶ δαίτης ἠντήσατε δεῦρο μολόντες . αὐτὰρ ἐπὴν σπείσῃς τε καὶ εὔξεαι , ἣ | ||
ἐν ἀγκυρουχίαις θαρσοῦσι ναῶν ποιμένες παραυτίκα , ἄλλως τε καὶ μολόντες ἀλίμενον χθόνα ἐς νύκτ ' ἀποστείχοντος ἡλίου . φιλεῖ |
] εἰς τὴν ἐκβοήθησιν τῶν ἐμπυρισμῶν . Ἡ δὲ πρώτη στέγη ἐχέτω τὸ ὕψος πήχεις ζ ⊂ : ἡ δὲ | ||
μεγίστου οἴκου στέγῃ κείμενον , σκηνῆς ἔχον τάξιν : ᾧ στέγη μὲν οὐκ ἐπῆν , διατόναια δὲ τοξοειδῆ διὰ ποσοῦ |
. * , Δου . οὐκ ἔστιν οὕτως ἀσφαλὴς πλούτου πυλεών , ὃν οὐκ ἀνοίγει τύχης καιρός . , Δου | ||
Τὰ εἰς ων τῷ ε παραληγόμενα διὰ τοῦ ω , πυλεών πυλεῶνος , Τυφέων Τυφέωνος , Ποσειδέων Ποσειδέωνος , Ἀλκμέων |
ἐπιδείκνυνται , διερευνᾷ μή τισιν ἀναγκαίαις αἰτίαις ἐνδέδενται , ὧν ὁλκὸς ἡ δύναμις . εἰ γάρ τις , φησί , | ||
Συρίης τε πόληες θινὸς ἔπι στρεπτῆς περιμήκεες : ἀμφὶ γὰρ ὁλκὸς ἐς δύσιν ἔστραπται πολιῆς ἁλός , ἄχρι κολώνης οὔρεος |
δακτύλιος : ἐπὶ τῶν πολυμηχάνων καὶ πανούργων . Γύγης γὰρ βουκόλος ὢν γῆς ὑπὸ σεισμοῦ ῥαγεί - σης νεκρὸν εὑρὼν | ||
πρέπον ἂν καὶ ἡμῖν χορεύειν τῷ γάμῳ . ἅπτεται καὶ βουκόλος ἐν νάπαις σύριγγος , ὅταν ἴδῃ μόσχον , ὃν |
κατὰ νόον τοι , βασιλεῦ . Ὁ μὲν δὴ ταῦτα ἀμείψατο , Ξέρξης δὲ ἐς γέλωτά τε ἔτρεψε καὶ οὐκ | ||
ἀπῆλθον εἰς Σπάρτην ἔποικοι . [ Καλλίστην ἐπὶ νῆσον ] ἀμείψατο δ ' οὔνομα : ἤλλαξε δὲ τὸ ὄνομα ἡ |
[ ! ] ! νει ? [ ] [ ] λυσεν συ ? ? [ ] [ αληθως ] μετ | ||
[ ! ] ! νει ? [ ] [ ] λυσεν συ ? ? [ ] [ αληθως ] μετ |
πανταχῆ βλέπεται καὶ βοᾶται ὁ Ὀλυμπιακὸς ἀγών . τὸ γὰρ δέδορκεν , ἀντὶ παθητικοῦ τοῦ βλέπεται . ἵνα ταχυτὰς ποδῶν | ||
ἀκταῖς Ἑλώρου , ἔνθ ' Ἀρείας πόρον ἄνθρωποι καλέοισι , δέδορκεν παιδὶ τοῦθ ' Ἁγησιδάμου φέγγος ἐν ἁλικίᾳ πρώτᾳ : |
, κατὰ τὴν Ὁμηρικὴν χρῆσιν σημαῖνον τὸ ἀκούομεν ἢ τὸ ἠκούετο ἐν τῷ πευθόμεθ ' ᾗχι ἕκαστος καὶ πεύθετο γὰρ | ||
καὶ ἀκοῦσαι καὶ ἰδεῖν : μαστίγων τε γὰρ ὁμοῦ ψόφος ἠκούετο καὶ οἰμωγὴ τῶν ἐπὶ τοῦ πυρὸς ὀπτωμένων καὶ στρέβλαι |
ἀμφίδυμοι πανομοίϊον ἀμφιέσαντο : ἶσαι μὲν βλεφάροισιν ὕπ ' ὀφθαλμῶν ἀμαρυγαὶ ἱμερόεν στράπτουσι : προσώπατα δ ' ἀμφοτέρῃσι φαιδρὰ πέλει | ||
Κηφεὺς ἠῴου παρελαύνεται ὠκεανοῖο , ἦμος καὶ μεγάλοιο Κυνὸς πᾶσαι ἀμαρυγαὶ δύνουσιν , καὶ πάντα κατέρχεται Ὠρίωνος , πάντα γε |
τῆς λείας , ὅπερ καὶ θηλυκῶς λέγεται , οἷον : πέτρη γὰρ λίς ἐστι περιξεστῇ εἰκυῖα . Λίσπη : ἐκτετριμμένη | ||
πᾶσα μὲν ὕλη , πᾶσα δ ' ἄρ ' ὀκριόεσσα πέτρη ποταμῶν τε ῥέεθρα πνοιαί τε λιγέων ἀνέμων ἀμέγαρτον ἀέντων |
ἀντίληψιν . μέσην δὲ χώραν αὐγῆς τε καὶ ἄνθρακος εἴληχε φλόξ : σβεσθεῖσα μὲν γὰρ εἰς ἄνθρακα τελευτᾷ , ζωπυρουμένη | ||
. . ; . . , . . . : φλόξ : παρὰ τὸ φλέγω φλέξω φλὲξ καὶ φλόξ . |
γεωμόρου ἀντιόωντα . ἤτοι ὁ μὲν νειοῖο γύας τέμνεσκεν ἀρότρῳ Θειοδάμας † ἀνίῃ βεβολημένος : αὐτὰρ ὁ τόνγε βοῦν ἀρότην | ||
ἀθλητὰς ἀποτελεῖ . τοῦτο τοῦ Ἡρακλέους τὸ ἔργον καὶ ὁ Θειοδάμας οὗτος σεμνὸς παρὰ Λινδίοις , ὅθεν βοῦς μὲν ἀρότης |
, τοτὲ δ ' ὀψέ περ ὡς ἐν ὀνείρῳ λαθρίδιον στενάχουσα φίλης μιμνῄσκετο πάτρης . Αἰακίδης δὲ γέροντα Νεοπτόλεμος βασιλῆα | ||
κἀκεῖθι , Διὸς μέγα χωσαμένοιο , δειλαίη Σύβαρις , ναέτας στενάχουσα πεσόντας , μηναμένους ὑπὲρ αἶσαν ἐπ ' Ἀλφειοῦ γεράεσσιν |
φθέγγονται , ἤπια καὶ τούτοις τὰ νοήματα . οἱ δὲ κλαγγηδὸν φθεγγόμενοι ὀξύ τε καὶ ὀρνίθιον φθέγμα ἱέντες μάργοι καὶ | ||
πολύ : κεῖθεν ἔπειτα ἑξείης κατὰ νῶτον ἐγειρόμενος λόχος ἀνδρῶν κλαγγηδὸν παταγοῦσιν , ἐπ ' ὀφρύα μηρίνθοιο σευόμενοι καὶ δεῖμα |
δεομένοις οὐδὲ ῥιπιδίων , ἀλλὰ φυσικῆς εὐπνοίας , οἷος ὁ ἀκραὴς Ζέφυρος , καθαρὸς ὢν [ Ζέφυρος ] : τὰ | ||
δ ' ἑβδομάτῳ Δρεπάνην λίπον : ἤλυθε δ ' οὖρος ἀκραὴς ἠῶθεν ὑπεύδιος , οἱ δ ' ἀνέμοιο πνοιῇ ἐπειγόμενοι |
βασιλείων καὶ τῶν ἄλλων κατασκευασμάτων ὁ χρόνος τὰ μὲν ὁλοσχερῶς ἠφάνισε , τὰ δ ' ἐλυμήνατο : καὶ γὰρ αὐτῆς | ||
[ . ] Ἦτοι τότε . ὄντως τότε ἠμαύρωσε καὶ ἠφάνισε τὸ θεσπέσιον καὶ ἐκ θεῶν καταγόμενον γένος τοῦ φόρκοιο |
Ἀλκμὰν δὲ διὰ τοῦ σ τὴν εὐθεῖαν ἐκφέρει : ἁλιπόρφυρος εἴαρος ὄρνις . καὶ τὴν γενικήν : οἶδα δ ' | ||
' ὥς τ ' ἢ ἀνέμων ἰαχὴ πέλε λάβρον ἀέντων εἴαρος ἀρχομένου , ὅτε δένδρεα μακρὰ καὶ ὕλη φύλλα φύει |
ἔτλα , νόσον : διέβα δὲ Φρυγῶν καὶ πρὸς εὐκάρπους γύας σκηπτὸς σταλάσσων Δαναΐδαις φόνον . Φθιώτιδες γυναῖκες , ἱστοροῦντί | ||
οἷον στελεῷ : “ ἀμφὶ πελέκκῳ . ” πεντηκοντόγυον πεντήκοντα γύας ἔχον : γύης δὲ μέτρον γῆς . περιμήκετον περισσῶς |
λάθεν ἐγγὺς ἐοῦσα : ἀλλ ' ἤτοι πρῶτον μὲν ἀτυζόμενος δεδόνηται ἐς φόβον , οὐδ ' ἄρα μῆχος ἔχει μύραιναν | ||
ἰοῦσα : πορευομένη . Ἀτυζόμενος : φοβούμενος , ταρασσόμενος . δεδόνηται : κεκίνηται , τετάρακται , φοβεῖται , δειλιᾷ , |
, γευσαμένη δὲ ὥρας ἀνθρωπίνης ἔκαμε καὶ τῆς σπουδῆς ἐκείνης κατέπεσεν , ἐς δὲ θητείαν μετήχθη πικράν . λʹ . | ||
] ἐρημωθέντα καταστρυφθέντα ] ὑπὸ τῶν πολεμίων μετ ' ἤχου κατέπεσεν δέδουπε ] ἐδούπησεν , ἤχησεν δέδουπε ] ἔπεσεν τοῖο |
, καὶ προέκειτο τὸ ἀργύριον . ἡ δὲ προεστῶσα τοῦ καπηλείου τὸ κέρδος ὁρῶσα , πρὸς τὴν ὑπηρεσίαν παρεσκευάζετο , | ||
λουτρὸν αὖ τὸ δεύτερον . βλέφαρα κέκλῃταί γ ' ὡς καπηλείου θύραι . ἥλῳ τὸν ἧλον , παττάλῳ τὸν πάτταλον |
καὶ ἠυκόμοις ἀλόχοισιν . Ὀψὲ δὲ δὴ Μενέλαος ἐνὶ μυχάτοισι δόμοιο εὗρεν ἑὴν παράκοιτιν ὑποτρομέουσαν ὁμοκλὴν ἀνδρὸς κουριδίοιο θρασύφρονος , | ||
νηὸν Ἀθηναίης γλαυκώπιδος ἐν πόλει ἄκρῃ οἴξασα κληῗδι θύρας ἱεροῖο δόμοιο πέπλον , ὅς οἱ δοκέει χαριέστατος ἠδὲ μέγιστος εἶναι |