. καὶ θηλυκὸν ἀγυιᾶτις , ὡς καὶ τὰ προπύλαια τοῦ ἀγυιέως ἀγυιάτιδες [ θεραπεῖαι ] λέγονται . τὸ τοπικὸν ἀγυιαῖος | ||
κίονας εἰς ὀξὺ λήγοντας ἱδρύειν καὶ ἐπάνω τούτων ἄγαλμα Ἀπόλλωνος ἀγυιέως ὀνομαζόμενον . Δωριεῖς δέ ποτε τὸν τόπον πρῶτοι οἰκήσαντες |
ὑπαιθρίας οὔσης . ἀγυιεῦ ] ἐν ταῖς ὁδοῖς ἱστάμενος . ἀγυιεὺς κίων εἰς . . . ἀμφοῖν . ἔστι δὲ | ||
' ἀμερῶν μόχθων καὶ δανοτῆτος † ἀνηλόκισμαι λάμπει δ ' ἀγυιεὺς βωμὸς ἀτμίζων πυρὶ σμύρνης σταλαγμούς , βαρβάρους εὐοσμίας Πόσειδον |
ἔχει λακκαῖον ἐν τῇ φάραγγι . Ἀπὸ Φοινικοῦντος ἐπὶ τὰ Ἑρμαῖα στάδιοι ζʹ : ἐκ δεξιῶν τὴν ἄκραν ἔχων ὁρμίζου | ||
ὦ Σώκρατες , διαφερόντως ἐστίν , καὶ ἅμα , ὡς Ἑρμαῖα ἄγουσιν , ἀναμεμειγμένοι ἐν ταὐτῷ εἰσιν οἵ τε νεανίσκοι |
τῶν κατηγοριῶν κοινὸς ὁ λόγος ὑπάρχει . ὥσπερ γὰρ ἡ χαλκῆ σφαῖρα γίνεται , ἀλλ ' οὐ τὸ εἶδος τῆς | ||
τὸ ἐπίγραμμά τινες τὸ ἐπὶ Μίδᾳ τοῦτόν φασι ποιῆσαι : χαλκῆ παρθένος εἰμί , Μίδα δ ' ἐπὶ σήματι κεῖμαι |
ἐλάμβανον παχὺ καὶ χειμερινὸν ἱμάτιον . θεραπείαν : * * χλαῖνα γὰρ ἐδίδοτο . ἀνέμων . . Ἐν Πελλήνῃ πανήγυρις | ||
. διαφέρειν φησὶ καὶ τῷ σχήματι : ἡ μὲν γὰρ χλαῖνα τετράγωνον , φησίν , ἱμάτιον , ἡ δὲ χλαμὺς |
θεάματα , ἢ Σκύλλα , ἢ Χάρυβδις , ἢ Ἀλκινόου κῆπος , ἢ ἡ Εὐμαίου αὐλή : πάντα θνητά , | ||
. Τούτων , ἤγουν τῶν δένδρων , γυμνὸς ὢν ὁ κῆπος , τουτέστιν ὁ μετέωρος τόπος καὶ ὑπὸ τῶν ἀνέμων |
καὶ τὸ κτητικὸν Κρητικός . καλεῖται δὲ ἡ νῆσος καὶ Ἀερία καὶ Χθονία καὶ Ἰδαία . Κρητινία , τόπος Ῥόδου | ||
Αἰθιοπία , Κυρήνη , Ὀφιοῦσα , Λιβύη , Κηφηνία , Ἀερία . Λίξα , πόλις Λιβύης , ὡς Ἀλ . |
γὰρ εἰς ων λήγοντα ἢ ὀξύνονται , ὡς τὸ Σαρπηδών Ἑλικών , ἢ βαρύνονται , ὡς τὸ Θέων Τρύφων , | ||
ἡγεμὼν δὲ οἷά τις ἦν χοροῦ τοῦ Αἰγυπτιακοῦ θιάσου παντὸς Ἑλικών , ἐπάρατον καὶ ἐξάγιστον ἀνδράποδον παρεισφθαρὲν εἰς τὴν αὐτοκρατορικὴν |
μῦθος . ναὸς καὶ σηκὸς διαφέρει . ὁ μὲν γὰρ ναός ἐστι θεῶν , ὁ δὲ σηκὸς ἡρώων . ναύκληροι | ||
τῷ παιδὶ , καὶ ταύτην οἰκεῖν τὸν Ἀχιλλέα . Καὶ ναός ἐστιν ἐν αὐτῇ τοῦ Ἀχιλλέως , καὶ ξόανον τῆς |
ἔχουσαν ἐν αὑτῇ , οἰκουμένην . διαφέρει δὲ σταθμὸς καὶ αὐλή : ὁ μὲν γὰρ σταθμὸς οἰκητήριον θρεμμάτων , ἡ | ||
, εἴποι ἄν Ζηνός που τοιήδε γ ' Ὀλυμπίου ἔνδοθεν αὐλή . ὁ δὲ κόλαξ τοῦτο τὸ ἔπος κἂν περὶ |
σ καταλήγουσαν , διὰ τοῦ ι γράφονται : οἷον , κυπάρισσος : νάρκισσος : Μέλισσος : Κύρμισσος : Πόλισσος : | ||
γένηται . χαίρει δὲ μᾶλλον καθύγροις καὶ σκεπηνοῖς τόποις . κυπάρισσος δὲ ὁ ἄρρην ἄγονός ἐστιν . Μυρσίνη παῖς ἦν |
περιῆν προσυβρίσθαι καὶ γεγονέναι καταγελάστους : τοῖς δὲ νικήσασιν ὁ τρίπους ὑπῆρχεν , οὐκ ἀνάθημα τῆς νίκης , ὡς Δημήτριός | ||
, διηγησαμένας τὰ καθ ' ἑαυτάς . καὶ ἀπεστάλη ὁ τρίπους : καὶ ὁ Βίας ἰδὼν ἔφη τὸν Ἀπόλλω σοφὸν |
θέλων δὲ προσκυνῆσαι ἀνέκρινε , τίνος εἴη . μαθὼν δὲ Ἀδώνιδος εἶναι ἔφη : οὐδὲν ἱερὸν ἀντὶ τοῦ οὐδενὸς ἄξιον | ||
] . ἐν δὲ ἰωνικῷ τῷ ἀπὸ μείζονος Σωτάδου ἐξ Ἀδώνιδος τόδε τίνα τῶν παλαιῶν ἱστοριῶν θέλετ ' ἐσακοῦσαι : |
Ὄνειον κόνειον γένειον δάνειον . τὸ δὲ κοινεῖον προπερισπᾶται καὶ λυχνεῖον καὶ πορνεῖον οὐ μόνον ἔχοντα τὸ Ν . Τὰ | ||
δασύπους , γλυκεῖα δ ' ἡ μίμαρκυς . Ἅψαντες λύχνον λυχνεῖον ἐζητοῦμεν . Ὦ τοιχωρύχον ἐκεῖνο καὶ τῶν δυναμένων , |
. Πειραιεύς : πόλις Ἀττικῆς καὶ λιμήν . Ἐλευσῖνι . Ἐλευσίς : δῆμος καὶ πόλις Ἀττικῆς . ἐντέτηκε . ἐγκεκόλληται | ||
ἀνετίθεσαν καὶ ὡσανεὶ λιτανεύουσαι ἀπήρχοντο εἰς Ἐλευσῖνα . ἡ δὲ Ἐλευσίς ἐστι λιμὴν τῆς Ἀττικῆς . ἡ δὲ μελίτεια εἶδος |
ἀδελφαὶ καὶ ἡ Λητὼ ζῶον εὐτελές , δι ' ἣν Ὀρτυγία Δῆλος ἡ νῦν κέκληται . θεός , εἰπέ μοι | ||
κυκλοτεροῦς . οὕτω γὰρ στρογγύλη λίμνη ἐν Ὀρτυγίᾳ καλεῖται . Ὀρτυγία δὲ ἡ Δῆλος ἀπὸ τοῦ τὴν Λητὼ εἰς ὄρτυγα |
Πιερίαν διασπασθεὶς ὑπὸ τῶν μαινάδων . Κλειὼ δὲ Πιέρου τοῦ Μάγνητος ἠράσθη κατὰ μῆνιν Ἀφροδίτης , συνελθοῦσα δὲ ἐγέννησεν ἐξ | ||
ἦν Ἐπίχαρμος ὁ ποιητής , πολλῶι πρότερος ὢν Χιωνίδου καὶ Μάγνητος . . Ἐπίχαρμος Ἡλοθαλοῦς Κῶιος . καὶ οὗτος ἤκουσε |
Βώμιος , ὡς ἀπὸ τοῦ Χήσιος τὸ Χησιεύς . καὶ βωμός ὁ τόπος τῶν θυσιῶν , ὁ πρὸς τὴν ἐσχάραν | ||
Ζηνὸς ἐγγύς , ὧν κατ ' Ἰδαῖον πάγον Διὸς πατρῴου βωμός ἐστ ' ἐν αἰθέρι , καὶ οὔ πώ σφιν |
δὲ τούτων ἀρχηγὸς Ἀθηνίων ὄνομα , ἀνὴρ ἀνδρείᾳ διαφέρων , Κίλιξ τὸ γένος . οὗτος οἰκονόμος ὢν δυοῖν ἀδελφῶν μεγαλοπλούτων | ||
ἀπολιπούσης αὐτὸν τῆς τέχνης . ηʹ . Φίλαγρος δὲ ὁ Κίλιξ Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατὴς ἐγένετο , σοφιστῶν δὲ θερμότατος καὶ |
Ὅθεν καὶ θείᾳ φήμῃ Ἀδράστεια : αὕτη γὰρ ἡ διάταξις Ἀδράστεια ὄντως καὶ ὄντως Δίκη καὶ σοφία θαυμαστή . Τεκμαίρεσθαι | ||
Ἀρέθουσα καὶ Ἴδη , Κρώμνη , Βριθὼ , Καλαινὼ , Ἀδράστεια , καὶ Γλαύκη . Οὐκ ἐκ τούτων τῶν μελιῶν |
η γράφει τὴν τρίτην ἀπὸ τέλους ἁρματηλάτης : χρυσήλατος : σφυρήλατος : θεήλατος : ἱππήλατος . Τὰ ἀπὸ τοῦ α | ||
δὲ καὶ κατ ' ἐνιαυτόν , ἅπερ ἐλάττω ἐκάλουν . σφυρήλατος . δι ' ὅλου βάθους ναστός . εἰς τὰς |
τοιούτων : ἐπέκεινα Σαγγαρίου ὅμοροι Παφλαγόνων Μαριανδυνοί , ἔνθα πόλις Ἡράκλεια πεπόλισται , ὅπου Κιμμέριοι πόαν φαγόντες ἀκόνιτον ἐδυστύχησαν : | ||
Ἐλευσίνια , καὶ ἡ πλουσία Μαραθών , ἔνθα ἐτελεῖτο τὰ Ἡράκλεια : ἦν δὲ τὸ ἆθλον ἀργυραῖ φιάλαι : καὶ |
σπουδάσειν ὡς κἂν εἰς ῥέοντα πλοῖα ἐμβῆναι οὐκ ὀκνησάντων . Ὕης : ἐπίθετον Διονύσου , ὡς Κλείδημος , ἐπειδή φησιν | ||
Ὑάδας . Ἀριστοφάνης δὲ συγκαταλέγει ξενικοῖς θεοῖς τὸν Ὕην : Ὕης γάρ φησιν ἐπίκλησις τοῦ Σαβαζίου . Ὕλαν κραυγάζειν : |
ἀεί . τὸν ὑμνοποιὸν δόναχ [ ' , ὃν ἐκφύει Μέλας ] ποταμὸς ἀηδόν ' εὐπνόων αὐλὴν σοφήν θεοῦ γὰρ | ||
τοῦ ποταμοῦ τοῦ Μέλανός εἰσιν αἱ πηγαί , καὶ ὁ Μέλας ἐς λίμνην καὶ οὗτος τὴν Κηφισίδα ἐκδίδωσιν . ἐπέχει |
κλαίειν : ἐπὶ τοῦ ἀφροντίστου . Προσέχεται δ ' ὥσπερ λεπάς : ἐπὶ τῶν τινος ἐχομένων . Πρὸς λέοντα δορκὰς | ||
ὄστρεον , μῦς , κτείς , σωλήν , κόγχη , λεπάς , τῆθος , βάλανος . πορευτικὰ δὲ κῆρυξ , |
. Φησὶν Εὔδοξον ἱστορεῖν , ὅτι ἐν τῇ κατὰ Ἱερὸν Ὄρος θαλάττῃ τῆς Θρᾴκης ἐπιπολάζει κατά τινας χρόνους ἄσφαλτος . | ||
Τοῦτ ' ] Τὴν Αἴτνην . Ἐφέπεις ] Διοικεῖς . Ὄρος ] Ἐνταῦθα γὰρ ἱερὸν αὐτοῦ . Εὐκάρποιο ] Πολυκάρπου |
Ἀρέθουσα , Ἀστακός , Τεγέα , Χαλκίς , Λάρισσα , Ἥραια , Ἀπολλωνία , ἐν δὲ τῇ Παρθυηνῇ Σώτειρα , | ||
, καὶ τὰ ἐπὶ τῷ Ἄργει , ἔνθα ἐτελεῖτο τὰ Ἥραια τὰ καὶ Ἑκατόμβαια : ἐδίδοτο δὲ τῷ νικήσαντι ἀσπὶς |
νεαρὸν τοῦ προσφάτου : τὸ βίος τοῦ ζωή : τὸ φωλεὸς τοῦ κοίτη : τὸ ἕνεκα τοῦ χάριν : τὸ | ||
ἀπὸ τοῦ χῶ τὸ χωρῶ καὶ ἐξ αὐτοῦ χηραμὸς ὁ φωλεὸς καὶ ἡ κατάδυσις τῶν ὄφεων καὶ σφηκῶν καὶ μελισσῶν |
διαφέρει . βωμοὶ γάρ εἰσιν οἱ τὰς προσβάσεις ἔχοντες , ἐσχάρα δὲ ἐν ᾗ τὰ θυόμενα ὀπτοῦται : ἑστία δὲ | ||
δ ' ὑπέρυθρον , τὸ δ ' αὖ μέλαν οἷον ἐσχάρα : κάκιστον δὲ τὸ μέλαν καὶ θανατωδέστατον . βοηθεῖ |
τοῦ ἁλιεύς : τὸ θηλυκὸν Ἁλίας , καὶ Ἁλιακός τὸ κτητικόν . . . ἁλικαρνασσός : πόλις Καρίας : ἀπὸ | ||
. γράφεται δὲ καὶ ὁ Καρικὸς τάφος ἵν ' ᾖ κτητικόν . γράφεται δὲ καὶ Καρὸς ἵν ' ᾖ ἐθνικὸν |
. Ἀγχοῦ : πλησίον . Θαλέας : ὄνομα κύριον . Σιμόεις : ὄνομα ποταμοῦ . Φθόϊς : εἶδος πλακοῦντος . | ||
προσέειπε πατὴρ ἀνδρῶν τε θεῶν τε . . ᾗχι ῥοὰς Σιμόεις συμβάλλετον ἠδὲ Σκάμανδρος : ὅτι τὸ κατ ' ἀμφοτέρων |
δὲ καὶ πάθη τῶν διαστημάτων διὰ τὸ σπάνιον τῆς χρήσεως προσηγορεύετο . Μέλος δέ ἐστι τέλειον μὲν τὸ ἔκ τε | ||
, παγὰν ἀενάου φύσεως ῥιζώματ ' ἔχουσαν . τετρακτὺς δὲ προσηγορεύετο παρ ' αὐτοῖς ὁ ἐκ τῶν πρώτων δʹ ἀριθμῶν |
ὦ γῆ Φεραία , χαῖρε , σύγγονόν θ ' ὕδωρ Ὑπέρεια κρήνη , νᾶμα θεοφιλέστατον . ἐγγὺς μὲν Φέρης : | ||
τῆς παρά , ὡς τὸ ὑπέρμορα ἀντὶ τοῦ παραμεμοιραμένον . Ὑπέρεια : ὄνομα κρήνης . καὶ χώρα Φαιάκων . ὑπερηνορέοντες |
, φυλάττει τὸ ω : οἷον , χειμὼν χειμῶνος : κευθμὼν κευθμῶνος : οὐχ οὕτως δὲ ἔχοντα διὰ τοῦ ο | ||
συνεβούλευσα μελαμβαθὴς [ ] ] ὁ σκοτεινὸς διὰ τὸ βάθος κευθμὼν ] ὁ κατώτατος τόπος ἤγουν ὁ Ἅιδης καλύπτει ] |
Κυπαρισσήεντα καὶ Ἀμφιγένειαν ἔναιον „ . τὸ ἐθνικὸν Κυπαρισσηέντιος . Κυπάρισσος , πόλις ἐν Παρνασσῷ κατὰ τοὺς Δελφούς , ἡ | ||
οἱ τόποι γὰρ ἀπὸ τῶν ἐν αὐτοῖς ὄντων ὀνομάζονται , Κυπάρισσος Ἐλαία , καὶ τύπῳ περιεκτικῶν Σικυών Μαραθών , καὶ |
αὐτῶν ὁ ὀρυκτὸς σκώληξ , ἐχόμενος δ ' ἐστὶν ὁ ξυστός , εἶθ ' ὁ σκευαστός , δηκτικώτερος μέντοι καὶ | ||
τυρὸς χλωρός , τυρὸς ξηρός , τυρὸς κοπτός , τυρὸς ξυστός , τυρὸς τμητός , τυρὸς πηκτός . Ἐν ὅσῳ |
ἐστιν ὅτι λεπτή τε κατὰ τοῦτο καὶ σηραγγώδης ἐστὶν ἡ Ἴδη . ἀπέχει δὲ Ἀλεξανδρείας τῆς ἐν τῇ Τρῳάδι τεσσαράκοντα | ||
νῆσος μεγάλη καὶ λιπαρὰ καὶ εὔτροφος : ἐν ᾗτινι ἡ Ἴδη ὄρος , Ἴδη δρυσὶ θάλλουσα καλλιφύλλοις , ἤτοι ὑψηλαῖς |
. ἐπὶ τῶν ἐπιχειρούντων τι ποιεῖν καὶ ἀποτυγχανόντων . αὐτόχθων ἑστία : ἡ τοῦ Χείρωνος . αὐτοχόωνος : αὐτοχώνευτος . | ||
Οἶκος θεοῦ λέγοιτο ἂν ἡ ἑκάστου τάξις καὶ ἰδιότης καὶ ἑστία καὶ μονή : οὐ γὰρ ὡς ἄλλος ἐν ἄλλῳ |
ἤγουν ἔμπροσθεν , ῥύου τὸ ἑπτάπυλον ἕδος , ἤτοι τὴν ἑπτάπυλον πόλιν τῶν Θηβαίων . γίνωσκε γὰρ ὅτι ἐζωγράφουν ταύτην | ||
δ ' ὑπὲρ μελάθρων φονώ - σαισιν ἀμφιχανὼν κύκλῳ λόγχαις ἑπτάπυλον στόμα , ἔβα πρίν ποθ ' ἁμετέρων αἱμάτων γένυσιν |
κατέφυγεν ἐπὶ τὴν ἐσχάραν . . θέλουσα θῦσαι πέλανον ] πέλανος κυρίως ὁ πεπηγὼς ῥύπος λέγεται . Ἄλλως . ὁ | ||
ἐκπαιδεύεται ] † εἰς παιδείαν ἐκείνων αὔξουσι τὰ κακά . πέλανος ] ῥύπος . αἱματοσταγὴς ] † ἐκ τοῦ αἵματος |
ἀχρεῖον καὶ παράορον δέμας κεῖται στενωποῦ πλησίον θαλασσίου ἰπούμενος ῥίζαισιν Αἰτναίαις ὕπο . κορυφαῖς δ ' ἐν ἄκραις ἥμενος μυδροκτυπεῖ | ||
“ μὴ κέρα ἶπες ἔδοιεν ” . ἱπνούμενος ] καιόμενος Αἰτναίαις ] ταῖς τοῦ ὄρους τῆς Αἴτνης κορυφαῖς ] αὐτῆς |
Ἀσίαν πάλιν διαβῇς , πολλὰ κἀκεῖ δράματα : ἡ γὰρ Σάμος εὐθὺς καὶ τὸ Πολυκράτους πάθος καὶ τῆς θυγατρὸς αὐτοῦ | ||
παρεσκευάζοντο καὶ ἐκ τοῦ τοιούτου , καὶ ὣς μέλλουσα , Σάμος θᾶσσον ἐτειχίσθη : αἱ δὲ παρὰ τοῦ Ἀλκιβιάδου ἐπιστολαὶ |
δευτέρῳ . . , : Ἐκαλεῖτο δὲ καὶ λαμπτὴρ ὁ λυχνοῦχος . Ἐν γοῦν τῷ δευτέρῳ τῶν Φιλίστου βιβλίων εἴρηται | ||
Αἴσωπος . λυχνίον : οἱ ἀμαθεῖς λυχνίαν αὐτὸ καλοῦσιν . λυχνοῦχος , λαμπτήρ , φανός διαφέρει . λυχνοῦχος μέν ἐστι |
ἔτεκεν , ὡς Ὅμηρος τέκε δὲ ζείδωρος ἄρουρα . διμόρφου γηγενοῦς σκηπτουχίας : ἡ Ἀττικὴ γὰρ ἦν βασιλεία τοῦ Κέκροπος | ||
ἡ Ὀλυμπία : πρώην γὰρ Κρόνιος λόφος ἐλέγετο . ἔνθα γηγενοῦς Ἰσχένου . Γίγας ἐγένετο Ἑρμοῦ καὶ Ἱερείας παῖς , |
θάλλει δ ' ἀρεταῖσιν σόν τε , Κασταλία , πάρα Ἀλφεοῦ τε ῥέεθˈρον : ὅθεν στεφάνων ἄωτοι κλυτάν Λοκˈρῶν ἐπαείροντι | ||
νεὼ καταγώγιον ἐποίησε καὶ δειπνητήριον τῶν ξένων . τιμάσαις πόρον Ἀλφεοῦ : πρώτῳ τῷ Ἀλφειῷ ἔθυσεν ὡς ἐγχωρίῳ θεῷ : |
τῷ δώρῳ τῆς χρυσῆς φιάλης . ἔνθεν καὶ κηδεστής . κᾶδός τε τιμάσας ἑόν : τὸ κῆδος . τὴν συγγένειαν | ||
ὅπως καὶ δόξῃ χαριστικός τις εἶναι παρὰ τοῖς πίνουσιν . κᾶδός τε : τὴν κατ ' ἐπιγαμίαν οἰκειότητα τιμῶν τῷ |
καὶ τὴν ὀνομασίαν ἔσχεν ἡ πόλις . . . Βοῦς Κύπριος : κοπροφάγος , εἰκαῖος , ἀκάθαρτος . Σημαίνει δὲ | ||
τῶν πλουσίων καὶ ὑβριστῶν . Τοιοῦτοι γὰρ οἱ Κολοφώνιοι . Κύπριος βοῦς : ἐπὶ τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος |
Χωρεῖτέ νυν ἱερὸν ἀνὰ κύκλον θεᾶς , ἀνθοφόρον ἀν ' ἄλσος παίζοντες οἷς μετουσία θεοφιλοῦς ἑορτῆς . Ἐγὼ δὲ σὺν | ||
τε ἀπεδέδεικτο καὶ φυτὰ καὶ νεὼς ἐδέχετο καὶ ταχὺ τὸ ἄλσος ἔθαλλε καὶ ἀραῖς ἰσχυραῖς ἐφρουρεῖτο . καὶ πάντα ἦν |
τὰ ἔμπροσθεν μέρη ἔξωθεν τῆς Καρμανίδος ἄκρας ἡ Περσόνησος , Ὤγυρις καλουμένη , ὅπου ὁ τύμβος ἢ τὸ σῆμα τοῦ | ||
. Ἰστέον δὲ ὅτι Ἡρωδιανὸς ἐν τῇ Καθόλου βαρύνει τὸ Ὤγυρις , φάσκων τὰ εἰς ρις θηλυκὰ ὀξύνεσθαι , πλὴν |
Σικελίας . Ἆκις παρὰ τὸ ἀκίδι ἐοικέναι τὰ ῥεύματα . δρυμὸς τόπος λέγεται ὁ πολλοὺς ἔχων δρῦς . τινὲς αἰτιῶνται | ||
τὰ ταύτῃ ὄρη . ἐνταῦθα δ ' ἐστὶν ὁ Ἑρκύνιος δρυμὸς καὶ τὰ τῶν Σοήβων ἔθνη , τὰ μὲν οἰκοῦντα |
ἐν Πλάτωνος Ἀδώνιδι καὶ ἐν Ἀριστοφάνους Αἰολοσίκωνι , δοῖδυξ , θυΐα , τυρόκνηστις , ἐσχάρα , ἡ δὲ κύβηλις ἐν | ||
σκαλίς , ὅλμος , ὕπερον , κάρδοπος , ἡ καὶ θυΐα , δοῖδυξ ὁ καὶ ἀλετρίβανος , σκάφη , μάκτρα |
τὸ δ ' οὔπω . Ἄμπνευμα σεμνὸν Ἀλφεοῦ , κλεινᾶν Συρακοσσᾶν θάλος Ὀρτυγία , δέμνιον Ἀρτέμιδος , Δάλου κασιγˈνήτα , | ||
ἐπιστολὰς καὶ ἐγκλείοντες εἰς σκύτινα ἀγγεῖα καὶ οὕτω σφραγίζοντες . Συρακοσσᾶν τε καὶ Ὀρτυγίας : Ὀρτυγία νῆσος ταῖς Συρακούσαις παρακειμένη |
πρόσταγμα τοῦ βασιλέως , καὶ ἅμα ταῦτα λέγων ἀνέτεινε τὸ σκαφεῖον καὶ πατάξας τὴν κεφαλὴν ἀπέκτεινε τὸν Ῥέμον . [ | ||
. παρὰ τὴν ἄμην δὲ εἴρηται : ἄμη γάρ ἐστι σκαφεῖον πλατύ . βούλεται δὲ εἰπεῖν ὅτι διαστέλλοντες τὸν κάχληκα |
ἡ ἐκεῖ ἀγομένη πανήγυρις . ἐκεῖ γὰρ νικήσας ἐστέφθη . Πελλάνα τε καὶ Σικυών : ἐν Σικυῶνι Πύθια ἄγεται . | ||
ὡς ἐπὶ τὴν Πελλάναν Χαράκωμά ἐστιν ὀνομαζόμενον καὶ μετὰ τοῦτο Πελλάνα πόλις τὸ ἀρχαῖον . Τυνδάρεων δὲ οἰκῆσαί φασιν ἐνταῦθα |
' ἐν Ἀρκαδίᾳ : ἐν Ἀρκαδίᾳ πολλοὶ ἀγῶνες ἄγονται : Λύκαια : Κόρεια : Ἕρμαια . τά τ ' ἐν | ||
χαλκοῦς . Πολλοὶ δ ' ἄγονται ἀγῶνες ἐν Ἀρκαδίᾳ , Λύκαια , Κόρεια , Ἀλεαῖα , Ἕρμαια : ἐν δὲ |
ἑξῆς δὲ τὰ Μέγαρα καὶ Νῖσος καὶ Σκύλλα καὶ πορφυροῦς πλόκαμος καὶ Μίνωος πόρος καὶ περὶ τὴν εὐεργέτιν ἀχαριστία . | ||
καὶ νεφέλας , τοὺς κεραυνούς . αὕτη ἡ ἀστραπὴ ὥσπερ πλόκαμος οὕτω κατέρχεται . Τυφῶν ἡ ἐκ τῆς ἀναθυμιάσεως συστροφὴ |
αὐτὸν ὡς πάντα ἐν ὅπλοις καὶ πολεμικῇ θεῷ , τῆς Οὐρανίας τὸ ἄγαλμα μετεπέμψατο , σεβόντων αὐτὸ ὑπερφυῶς Καρχηδονίων τε | ||
ἀπὸ Σκανδείας στάδια ὡς δέκα . τὸ δὲ ἱερὸν τῆς Οὐρανίας ἁγιώτατον καὶ ἱερῶν ὁπόσα Ἀφροδίτης παρ ' Ἕλλησίν ἐστιν |
ἀντὶ τοῦ ὑπὸ τοῦ βασιλέως κατασταθεὶς ἄρχων : καὶ ῥέεθρα χλοερά : χλοητρόφα βοτανώδη . χλοερά δὲ εἶπε διὰ τὸ | ||
κατασταθεὶς ἄρχων : καὶ ῥέεθρα χλοερά : χλοητρόφα βοτανώδη . χλοερά δὲ εἶπε διὰ τὸ ἄνθη εἶναι ἐπ ' αὐτοῖς |
κυβιστητῆρι δ ' ἐοικὼς ἄλλοτε μὲν βαθὺ κῦμα διατρέχει ἠΰτε λαίλαψ , ἄλλοτε δ ' ἐς νεάτην φέρεται βρύχα , | ||
βυθὸν , ἤως τὸ πέλαγος . διατρέχει : διαβαίνει . λαίλαψ : ἄνεμος , σφοδρὰ πνοιὴ , ταχὺς ἄνεμος . |
Πελλήνη : πυλήνη : γαλήνη : Μυκήνη : Λευκήνη : Πριήνη : Κυλλήνη : τιθήνη : Πειρήνη ἡ πόλις : | ||
Πριηπεύς καὶ Πριαπεῖς πληθυντικῶς . καὶ ἡ χώρα Πριαπίς . Πριήνη , πόλις Ἰωνίας . τὸ ἐθνικὸν Πριηνεύς καὶ Πριήνιος |
παρ ' αὐτὴν ἱερὸν Κλαρίου , καὶ τὸ ὄνομα ἀπὸ Κλάρου ἐτέθη τούτῳ τῷ μαντείῳ , ὅτι δὴ ὁ χῶρος | ||
θεοῦ , ὑπὸ Μαντοῦς τῆς Τειρεσίου θυγατρὸς καθιδρυμένον ἢ ὑπὸ Κλάρου τινὸς ἥρωος , ὡς Θεόπομπος . Νέαρχος δὲ . |
. Ῥακῶτις . οὕτως ἡ Ἀλεξάνδρεια πρότερον ἐκαλεῖτο . ὁ οἰκήτωρ Ῥακωτίτης . Ῥαμνοῦς , δῆμος τῆς Αἰαντίδος φυλῆς . | ||
πορνεῖον . Ἀριστοφάνης „ ἐν κασωρίοισι λείχων ” . ὁ οἰκήτωρ κασωρίτης , καὶ θηλυκῶς κασωρῖτις καὶ κασωρίς . Κατάβαθμος |
' πολακτίσῃς λέχος τὸ Ζηνός , ἀλλ ' ἔξελθε πρὸς Λέρνης βαθὺν λειμῶνα , ποίμνας βουστάσεις τε πρὸς πατρός , | ||
ναῦται πρῶτα Καρνῖται κύνες , οἳ τὴν βοῶπιν ταυροπάρθενον κόρην Λέρνης ἀνηρείψαντο , φορτηγοὶ λύκοι , πλᾶτιν πορεῦσαι κῆρα Μεμφίτῃ |
ἤθροισα σποράδην τὸ πρὶν ἀειδόμενον : ἡμέτερος γὰρ κεῖνος ὁ χρύσεος ἦν πολιήτης εἴπερ Ἀθηναῖοι Σμύρναν ἐπῳκίσαμεν . φασὶ δ | ||
εἰρημένα μοῦνα : ἐν μὲν γὰρ Θήβῃσι τῇσι Βοιωτῶν τρίπους χρύσεος , τὸν ἀνέθηκε τῷ Ἀπόλλωνι τῷ Ἰσμηνίῳ , ἐν |
Ἑλικωνιάς , Ὀλύμπιος Ὀλυμπιάς , Δήλιος Δηλιάς . τὸ δὲ Ἀβαντίς ἀπὸ τῆς Ἄβαντος γενικῆς , ὡς Ἑλικωνίς τῆς Ἑλικῶνος | ||
Σικελῶν , Μεταποντῖνος Λεοντῖνος Βρεντεσῖνος Τερεντῖνος Ἀρρητῖνος Ἀσσωρῖνος Ἐρυκῖνος . Ἀβαντίς , ἡ Εὔβοια , ὡς Ἡσίοδος ἐν Αἰγιμίου βʹ |
ὑπὸ τῷ μητροπάτορι γενομένης κληρονομήσας ἀρχῆς . Ἐριχθονίου δὲ καὶ Καλλιρρόης τῆς Σκαμάνδρου γίνεται Τρώς , ἀφ ' οὗ τὴν | ||
ἐκ τῆς νῦν μὲν Ἐννεακρούνου καλουμένης κρήνης , πρότερον δὲ Καλλιρρόης , Πολυστέφανος ἐν τῷ περὶ κρηνῶν φησι . μέμνηνται |
, ἀλλὰ τὸ μνημεῖον δηλοῖ . ὁ δὲ περὶ τοῦ Αἰγαίωνος μῦθός ἐστιν οὗτος . φυγὼν ἐκ τῆς Εὐβοίας ἦλθεν | ||
θεῶν κήρυκ ' ἔτεχ ' Ἑρμῆν . στῆλαί τ ' Αἰγαίωνος ἁλὸς μεδέοντι Γίγαντος βρυαζούσης λεαίνης ὀλόμενε παίδων , ποῖον |
. . . σιδήρῳ ὀρείοις ποσί ὀρσίπους βοή ὁσίους θαλάμους ὄτοβος ἅλιμος οὐκ ἄμοιρος ἦν × – ὀχᾶσθαι . . | ||
, ” Ἔδεσσα μὲν δὴ οὕτω τοῖς ὅπλοις περιεσμαραγεῖτο καὶ ὄτοβος ἦν καὶ κόναβος ἅπαντα ἐκεῖνα “ καὶ ” ὁ |
. τὴν δὲ Μετώπην φασὶ γήμαντα Ἀσωπὸν τὸν Ὠκεανοῦ , Λάδωνος οὖσαν θυγατέρα , τεκνῶσαι Κέρκυραν , Αἴγιναν , Σαλαμῖνα | ||
μήτηρ ἤτοι τῶν Θηβῶν . . Ἡ Μετώπη θυγάτηρ ἦν Λάδωνος τοῦ ποταμοῦ , γυνὴ δὲ Ἀσωποῦ τοῦ ἐν Θήβαις |
γὰρ ἐπῆλθε κακὴ Βορέαο πεσόντος πηγυλίς ” , Θηγυλίς , ἐπίθετον Ἀθηνᾶς , γογγυλίς . τὸ δὲ Παμφυλίς ἐθνικὸν ὀξύνεται | ||
νεμέσω καὶ τελῶ τελέσω , ἐντεῦθεν ἀκεστρίς καὶ ἀκέστρια καὶ ἐπίθετον ἀνήκεστος , οἷον : ἀνήκεστον λάβεν ἄλγος , . |
ἦμεν . μικρὸν δὲ ἄπωθεν τῶν ἐπαυλίων πέτρα τις ἦν συνηρεφὴς κατὰ κορυφὴν δάφναις καὶ πλατανίστοις , ἑκατέρωθεν δὲ μυρρίνης | ||
ἦν γάρ τις οὐ πολὺ ἀπέχων ἱερὸς χῶρος ὕλῃ βαθείᾳ συνηρεφὴς , καὶ πέτρα κοίλη πηγὰς ἀνιεῖσα : ἐλέγετο δὲ |
; ὡς εὐπρέπης νιν ἀμφέπει ! ! ! ! Ἡ Λῆμνος τὸ παλαιὸν εἴ τις ἄλλη [ Εὐξάμην ] τάδε | ||
ἤγειρεν γάρ τοί μ ' οἶνος μὴ συμμιχθεὶς Ἀχελώῳ . Λῆμνος κυάμους τρέφουσα τακεροὺς καὶ καλούς . Ἐνταῦθα δ ' |
' ὧν ἀναβαίνουσιν ἐπὶ τὰ τείχη : βαθμούς : ἐνηλάτων βάθρα : περιφραστικῶς τὰ ἐνήλατα , ὅπου ἐπιβαίνομεν . ἢ | ||
δὲ τῆσδε ποῖ περῶ ; Θεσπρωτὸν οὖδας . σεμνὰ Δωδώνης βάθρα ; ἔγνως . τί δὴ τόδ ' ἔρυμά μοι |
, Κόρκυρα καὶ Σαλαμίς , ἔτι δ ' Αἴγινα καὶ Πειρήνη καὶ Κλεώνη , πρὸς δὲ ταύταις Θήβη τε καὶ | ||
ἐς τὸ ὕδωρ . ἐπὶ δὲ αὐτῇ λέγουσιν ὡς ἡ Πειρήνη γένοιτο ὑπὸ δακρύων ἐξ ἀνθρώπου πηγή , τὸν παῖδα |
Ἀρχεβάτην Καρτέρωνα Αἰγαίωνα Πάλλαντα Εὔμονα , Κάνηθον Πρόθοον Λίνον Κορέθοντα Μαίναλον , Τηλεβόαν Φύσιον Φάσσον Φθῖον Λύκιον , Ἁλίφηρον Γενέτορα | ||
τὸ φθαρῆναι αὐτὴν ἐγάμησεν ὁ Λοκρός . μίχθη Μαιναλίαισιν : Μαίναλον ὄρος Ἀρκαδίας καὶ πόλις . ἐνταῦθα μιχθεὶς αὐτῇ ὁ |
Ἄβδηρος Ἀβδήρου Ἀβδηρίτης , Πεντάσχοινος Πεντασχοίνου Πεντασχοινίτης , Διόλκος Διόλκου Διολκίτης : οὕτως Ὠρεός Ὠρεοῦ Ὠρεΐτης , καὶ κατὰ σύνοδον | ||
. ὁ πολίτης Ἀβδηρίτης . καὶ γὰρ τοῦ Δίολκος τὸ Διολκίτης καὶ τοῦ Ὀξύρυγχος Ὀξυρυγχίτης . Ἔφορος καὶ τὴν πόλιν |
Ἑρμῆς . τὸ ἐθνικὸν ὡς τὸ Βοίβη Βοίβιος , Ἀκτή Ἄκτιος , οὕτως Ἀλύχμη Ἀλύχμιος . . . ἀλύη : | ||
τοῦ Ἀττικοῦ , ὡς αὐλή αὐλίτης . ἔστι καὶ ” Ἄκτιος Αἰγεύς ” ὡς Εὐφορίων Διονύσῳ . ἔστι καὶ Ἀκτιάς |
αἰγῶν ϲπύραθοι μετ ' ὄξουϲ καταπλαττόμενοι ἰδίωϲ ἰϲχιαδικοῖϲ ἁρμόζουϲιν . Αἰγῶν δὲ ϲπύραθοι λεανθέντεϲ ἐν ὄξει τὴν τοῦ ϲιναπιϲμοῦ χρείαν | ||
: τὸ Αἰγαῖον πέλαγός φησιν . ἐκλήθη δὲ ἀπὸ νήσου Αἰγῶν καλουμένης . Ὅμηρος : οἱ δέ τοι εἰς Ἑλίκην |
, ὡς Ἴστρος ἐν ἀποικίαις τῆς Αἰγύπτου . ἔστιν ἕτερος Αἰγιαλὸς προσεχὴς τῷ Πόντῳ μετὰ τὴν Κάραμβιν ἄκραν , ὡς | ||
λεʹ ∠ ʹʹγʹʹ Νῶρα πόλις λβʹ λεʹ ∠ ʹʹγʹʹ ιβʹʹ Αἰγιαλὸς προσηχής λβʹ ιβʹ λεʹ ∠ ʹʹγʹʹ βʹʹ Κουνιουχάριον ἄκρον |
ἐξ ἀρχῆς τῷ Ποσειδῶνι τὸ ἱερὸν τοῦτο Ἀγαμήδης λέγονται καὶ Τροφώνιος ποιῆσαι , δρυῶν ξύλα ἐργασάμενοι καὶ ἁρμόσαντες πρὸς ἄλληλα | ||
ἄρχων Στυμφήλου τῆς Ἀρκαδίας ἐγάμει Ἐπικάστην , ἧς παῖς ἦν Τροφώνιος σκότιος . οὗτοι τοὺς τότε πάντας ὑπερεβάλλοντο εὐτεχνίᾳ , |
πλησίον . καὶ κλίνεται Τύλεως . τὸ ἐθνικὸν Τυλίτης ὡς Μεμφίτης . Τυμέναιον , ὄρος περὶ Φρυγίαν . οἱ κατοικοῦντες | ||
ταύτης τῆς προσηγορίας . Ὄγδοος δὲ βασιλεὺς γενόμενος Χέμμις ὁ Μεμφίτης ἦρξε μὲν ἔτη πεντήκοντα , κατεσκεύασε δὲ τὴν μεγίστην |
αὐτὴν ἐν σηπίας μορφῇ καὶ ἐμίγη αὐτῇ , ὅθεν καὶ Σηπιὰς χωρίον Μαγνησίας Θετταλικῆς . οὕτω γοῦν φυγάδα Οἰνώνης ἤτοι | ||
Πηλιάδας δὲ παρεξήμειβον ἐρίπνας , αἰὲν ἐπιπροθέοντες , ἔδυνε δὲ Σηπιὰς ἄκρη : φαίνετο δ ' εἰναλίη Σκίαθος , φαίνοντο |
Ὀβολκωνίτης . Ὀγκαῖαι , πύλαι Θηβῶν . Εὐφορίων Θρᾳκί . Ὄγκα γὰρ ἡ Ἀθηνᾶ κατὰ Φοίνικας . Ὄγκειον , χωρίον | ||
” ῥύου “ οὕτως ῥητέον , ὦ μάκαιρ ' ἄνασσα Ὄγκα , ὦ μακαρία θεὰ Ἀθηνᾶ πρὸ τῆς πόλεως γενομένη |
ταῦτα παρατίθεται Ἀπολλόδωρος ἐν Νεῶν καταλόγωι . . . . Αἱμονία : ἡ Θετταλία ἀπὸ Αἵμονος . Αἵμων δὲ υἱὸς | ||
Ἔρυκα μετὰ Αἰγέστου τοῦ Τρωὸς Αἴγεσταν τειχίσαι . , : Αἱμονία τοπρότερον ἡ Θεσσαλία ἐκαλεῖτο . Καὶ ἄλλας δὲ ἔσχεν |
τῆς Ἀσίας , ὅσαι ὁμοίως εἰς τὰ δεξιὰ κεῖνται . Ἀβαντιὰς ἔπλετο Μάκρις ] τουτέστιν Εὔβοια . Οὕτω δὲ Μάκριν | ||
. . Μαρτυρεῖ δὲ τῷ προτέρῳ λόγῳ ἀπὸ τοῦ Ἀβάντιος Ἀβαντιὰς τὸ Ἀβαντία θηλυκόν : ὅπερ που κατὰ βαρβαρικὴν τροπὴν |
πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες μέλος ἐπιλήνιον , ἐφειστήκει δ ' αὐτοῖς Σιληνός : καὶ δι ' ὅλης τῆς ὁδοῦ τὸ γλεῦκος | ||
εἰπεῖν : ἐπειδὰν πίῃ ὁ γέρων καὶ κατάσχῃ αὐτὸν ὁ Σιληνός , αὐτίκα ἐπὶ πολὺ ἄφωνός ἐστι καὶ καρηβαροῦντι καὶ |
' Ἁλικαρνασός , τὸ βασίλειον τῶν τῆς Καρίας δυναστῶν , Ζεφυρία καλουμένη πρότερον . ἐνταῦθα δ ' ἐστὶν ὅ τε | ||
καὶ Βυβλίς ἐκλήθη ἀπὸ τῶν Βυβλίων Φοινίκων : ἀλλὰ καὶ Ζεφυρία . ὁ πολίτης „ Διαγόρας ὁ Μήλιος καὶ . |
λίνων ἢ σχοίνων . στέψαντες : στεφανώσαντες , περικυκλώσαντες . δρίος : δάσος , ὄρος . Θοά : ταχύτατα . | ||
ἀϋτεῖ : ἡ δὲ μάλ ' ἰάνθη , διά τε δρίος ἰθὺς ὀρούει . ὡς δ ' ὁπότ ' ἰχθυβόλοι |
οὕτως : κλίσιον ἡ βάσις ἐφ ' ἧς κεῖται ὁ θρόνος : “ περὶ δὲ κλίσιον θέε πάντη , ” | ||
τῶν φρεάτων ἐοικυῖαι πώματα ἔχουσαι , καὶ παρ ' ἑκάστῃ θρόνος ἔκειτο χρυσοῦς . καθίσας οὖν ἑαυτὸν ἐπὶ τῆς πρώτης |
ἄνω , ἰαί , ὡς ἐπὶ νίκῃ , ἰαί . Εὐοῖ , εὐοῖ , εὐαῖ , εὐαῖ . Λάκων , | ||
μυχοὺς [ Ἐλευσῖνος ] ἀν ' [ ἀνθεμώδεις ] : Εὐοῖ ὦ Ἰόβακχ ' ὦ ἰὲ [ Παιάν ] : |
πυρῶδες : ἐπειδὴ τὸ Λήμνιον πῦρ ἀπὸ τοῦ Ἡφαίστου . Λέρνη κακῶν : λίμνη ἦν , εἰς ἣν τὰ καθάρματα | ||
καταλήγουσαν , διὰ τοῦ ε ψιλοῦ γράφονται : οἷον , Λέρνη ἡ κρήνη : Κέρνη ὁ λιμήν : πτέρνη : |
Δίφιλος δέ φησιν : ὦ τόνδ ' ἐποπτεύουσα καὶ κεκτημένη Βραυρῶνος ἱεροῦ θεοφιλέστατον τόπον , Λητοῦς Διός τε τοξόδαμνε παρθένε | ||
τῆς Ἀργοῦς ἐπιβατέων παίδων παῖδες ἐξελασθέντες ὑπὸ Πελασγῶν τῶν ἐκ Βραυρῶνος ληισαμένων τὰς Ἀθηναίων γυναῖκας , ὑπὸ τούτων δὴ ἐξελασθέντες |
, ἀλλὰ τῆς κεφαλῆς περιελομένη τὸ κάλυμμα ἐπί τι οἴκημα ἄδυτον ἐμφερὲς σπηλαίῳ ἐξώρμα , καὶ ἡ μὲν ἐδεδύκει τῷ | ||
αἰξίν . ὅσοις μὲν δὴ καθαγίσασι τὰ ἱερεῖα ἐς τὸ ἄδυτον ἀποστεῖλαι * * * πεποιημένους ἀρχήν , καθελίξαι δεῖ |
, ποταμοὶ ἐξαιρούμενοι τῆς γῆς καὶ θαλάττης ζεῦγμα καὶ ὁ Ἄθως ὡς ἐτμήθη . φασὶ δὲ καὶ ἀνδρῶνι ἐντυχεῖν , | ||
ὑπερτάτην ἄτην : ἐπὶ τῶν πασχόντων ἄξια ὧν ἔδρασαν . Ἄθως καλύπτει πλευρὰ Λημνίας βοός . Ἀπὸ κώπης ἐπὶ βῆμα |
Ζεὺς Βῆλος καὶ Ἀπόλλων . Κατὰ τούτους γίνονται Πόντος καὶ Τυφὼν καὶ Νηρεὺς , πατὴρ Πόντου . Ἀπὸ δὲ τοῦ | ||
τὴν Αἴγυπτον , Ἀθηνᾶ δὲ καὶ Ζεὺς ὑπελείφθησαν μόνοι . Τυφὼν δ ' ἐκ ποδὸς ἐδίωκεν . οἱ δὲ προμηθείᾳ |
ὁ δὲ Μελικέρτης μετεβλήθη εἰς δαίμονα : ἔστι δὲ οὗτος Παλαίμων . χορεύουσαι τοίνυν ποτὲ αἱ Νηρεΐδες ἐπεφάνησαν τῷ Σισύφῳ | ||
ἀγάλματα δὲ ἐν αὐτῷ Ποσειδῶν καὶ Λευκοθέα καὶ αὐτὸς ὁ Παλαίμων . ἔστι δὲ καὶ ἄλλο Ἄδυτον καλούμενον , κάθοδος |
διὰ τοῦ ὄρους ῥέουσι δύο , Κραυσίνδων τε καλούμενος καὶ Βρύχων : ὁ μὲν τοὺς ὑπὸ ταῖς τοῦ Πηλίου * | ||
εἰς ΧΩΝ δισύλλαβα ἀρσενικὰ βαρύνονται μὴ ὄντα μηνῶν ὀνόματα : Βρύχων Τύχων Σπέρχων . τὸ δὲ γλήχων ὤφειλε βαρύνεσθαι . |
οὐ τὸν πιθανὸν ἀλλὰ τὸν τεχνικὸν ἢ σπουδαῖόν φησι . Σικελικὸς δ ' ἢ Ἰταλικός , οἷον Ἐμπεδοκλῆς . Πυθαγόρειος | ||
: μετὰ δὲ τὸ Τυρσηνικὸν πέλαγος ὁ Σικελὸς ῥόος ἢ Σικελικὸς πόντος ἀπὸ δύσεως πρὸς ἀνατολὰς κυρτὸς ἢ κυρτούμενος ἐπιστρέφεται |
γράφει τὴν παραλήγουσαν : εὑρετής : προπετής : εὐπετής : εὐνέτης : ὀφειλέτης : φυλέτης : ἐρέτης : στρατηγέτης . | ||
πᾶσα δ ' ἐκτύπει στέγη . λαβὼν δὲ προχύτας μητρὸς εὐνέτης σέθεν ἔβαλλε βωμούς , τοιάδ ' ἐννέπων ἔπη : |
ὣς ἐπιπωλεῖται στίχας ἀνδρῶν , μωλυτὴς ἐπέων φίλος Ἄσσιος , ὅλμος ἄτολμος . καὶ σκωπτόμενος ὑπὸ τῶν συμμαθητῶν ἠνέσχετο καὶ | ||
. εἶτα ἄροτρον , βωλοκόπος , σφῦρα , σκαλίς , ὅλμος , ὕπερον , κάρδοπος , ἡ καὶ θυΐα , |
τόπος δηλῶν τὴν ἐν τῇ πόλει πορευτὴν ὁδόν . ὁ τοπίτης ἀγυιεύς , καὶ κίων ἀγυιεύς , καὶ ἀγυιάτης , | ||
ἀγροιῶτις καὶ ἀγρωστῖνος καὶ ἀγρεῖος καὶ ἀγρίτης , ὡς τόπος τοπίτης , καὶ ἀγρείη διὰ διφθόγγου . Ἀγυιά , τόπος |