τοῦτο κἀμοὶ προτετίμηνται καὶ κανόνα τούτων ἐποιησάμην τὸν Κύκλωπα . Εἶδες , βασιλικωτάτη μοι κεφαλή , θαυμαστὴν εὐταξίαν ἐν τοῖς
πονέσεις , καὶ δεύτερον οὐ μεταμέλῃ . Αὔλει μοι . Εἶδες ἔαρ , χειμῶνα , θέρος : ταῦτ ' ἐστὶ
5594858 ἐπισταντας
] καὶ δεήσεως ἐν τῶι [ στόματι ] ? ἐθεώρησα ἐπιστάντας [ ] μοι ἀγγέλους ἑπτὰ [ ἐκ τοῦ ]
καταφρονοῦσι δὲ τοῦ ἐξ αὐτῆς φόβου , ὅταν ἀνθρώπους αὐταῖς ἐπιστάντας ἴδωσιν . αὐλῶν δὲ καὶ συρίγγων ἐμμελῶν ἐπακούσασαι οὐκ
5551153 θεαματα
, ἀλλὰ ἐκ τοῦ εὐθέος διαγωνιζόμενοι . καὶ ἔστιν τὰ θεάματα , ἐμοὶ δοκεῖν , οὐδέν τι ἐκείνοις παραπλήσια ,
, ὦ Σώκρατες , καλῶς τε λέγεις καὶ ἐγὼ εἰσάξω θεάματα ἐφ ' οἷς ὑμεῖς εὐφρανεῖσθε . Ὁ μὲν δὴ
5480580 παλιμβολα
συνεχεῖ ἐγνωσμένον μελέτῃ . τὰ γοῦν ἐξ ἐπινοίας καλὰ καὶ παλίμβολά εἰσιν : ἔλαχεν : καρποῦσθαι : χρυσέας κόμης :
συνεχεῖ ἐγνωσμένον μελέτῃ . τὰ γοῦν ἐξ ἐπινοίας καλὰ καὶ παλίμβολά εἰσιν : ἔλαχεν : καρποῦσθαι : χρυσέας κόμης :
5355051 κακιστα
προσφέρεσθαι φόρον ταλάντων μυρίων δισχιλίων πεντακοσίων . ὅπου οὖν ὁ κάκιστα καὶ ῥᾳθυμότατα τὴν βασιλείαν διοικῶν τοσαῦτα προσωδεύετο , τί
πάνυ λίαν πονηρά , λίαν κακά . , ἀδικώτατα , κάκιστα ψεύσματα . βουλήσεται ] ὁ Στρεψιάδης . φέρειν ]
5325181 παμμεγεθη
λοιπὴν γρυμέαν ἕψω ποιήσας τρῖμμα συκαμίνινον . γλαύκου φέρω κεφάλαια παμμεγέθη δύο , ἐν λοπάδι μεγάλῃ ταῦτα , λιτῶς προσαγαγὼν
κράνη δὲ χαλκᾶ περιτίθενται μεγάλας ἐξοχὰς ἐξ ἑαυτῶν ἔχοντα καὶ παμμεγέθη φαντασίαν ἐπιφέροντα τοῖς χρωμένοις , ὧν τοῖς μὲν πρόσκειται
5320274 θρεμματα
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ
5275267 ἱματια
ἑαυτοῦ τὸ συμπέρασμα ἔχει : οἷον τυμβωρύχος ἐστὶν ὁ ἀνῃρημένος ἱμάτια καὶ κόσμον τοῦ νεκροῦ : ἐγὼ δὲ οὐκ ἀφειλόμην
γὰρ Ἡρακλέα νοήσεις ἑτέρας πόθῳ κατασχεθέντα ἐπίχρισον τοῦτο αὐτοῦ τὰ ἱμάτια καὶ πρός σε πάλιν ἀντιστρέψει τὸν πόθον . τοῦτο
5260145 ἡνωσεν
καὶ εὐθεῖαν , δεόντως τὴν εὐθεῖαν ἐν τῷ ἄρχοντι μέρει ἥνωσεν , ἵνα κατὰ τὸν λόγον τῆς φωνῆς ἀκίνητος μένῃ
καὶ ἕτεροι τὰς γυναῖκας ἐλάμβανον καί , οὓς ἡ φύσις ἥνωσεν , ἡ συμφορὰ διεμέρισεν . ] [ Ταύτῃ τῶν
5251724 μαραθρα
ὠφελοῦντα . νοσήσας γὰρ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὁ ὄφις ἐπὶ τὰ μάραθρα τρίβει , καὶ ἡ ἄρκτος πυρέξασα τοὺς μύρμηκας ἐσθίει
βολβοὺς τοὺς ἐρυθῶντας τοὺς μικροὺς ἅμα ἁλσὶ καὶ ἐλαίῳ ἢ μάραθρα πεφρυγμένα ἅμα ταρίχῳ ἢ σκίλλης βραχὺ μεμαρασμένης . Ἀρρυτίδωτον
5179681 παρεχοντας
εἶχον οἱ Ἀθηναῖοι τοὺς χορηγοὺς τοὺς τὰς δαπάνας τοῖς χορευταῖς παρέχοντας χειροτονεῖν . τὸν γοῦν Αἰολοσίκωνα Ἀριστοφάνης ἐδίδαξεν , ὃς
, οὐκ ἐπιτερπὲς πρὸς αἴσθησιν ὕφασμα , ἀλλὰ λόγους ψυχῇ παρέχοντας ὄνησιν ἢ ψεῦδος ἐλέγχοντας καὶ συνιστῶντας ἀλήθειαν ἢ ἀρετὴν
5085249 ἀρξειεν
ἐναντίον σπεύδοντες ] ἀγωνιζόμενοι ὡς ] ἵνα μή ποτ ' ἄρξειεν ] ἀλλ ' ὁ Κρόνος ἀεὶ ἄρχοι ἐνταῦθ '
ἐπ ' ἠεροειδέα πόντον πλαζόμενοι κατὰ ληΐδ ' , ὅπῃ ἄρξειεν Ἀχιλλεύς , ἠδ ' ὅσα καὶ περὶ ἄστυ μέγα
5050383 εὐτρεπιζουσιν
σώματος περιγράψαντες εἰς τὸ ἀγλαὸν τῆς μορφῆς περιχρώσαντες πρὸς γάμον εὐτρεπίζουσιν . Εἰκάσαις ἂν αὐτὸν ἰδὼν ἥρωϊ στεφανηφοροῦντι καὶ ἀναβεβλημένῳ
κατασκευάζουσιν : ῥητορικὴ ἡ λέξις : εὐτρεπίζονται , ἑτοιμάζονται , εὐτρεπίζουσιν . ὄλεθρον : ἀπὸ τοῦ ὄλλω καὶ θρόον :
5043760 ἀωρους
δὲ ὠμὸν ἄγριον , ὅθεν καὶ τοὺς ὠμοὺς τῶν καρπῶν ἀώρους φαμέν . οἱ δὲ τὸν μέγαν φασί , τὸν
ἡμᾶς : τἄλλα δὲ πάντα ἅτε ὄντες δεινοὶ προφάσεις οὐκ ἀώρους προὐβάλοντο . ἔδειξαν δ ' οὐχ ἥκιστα ἐπὶ τῶν
5014368 τοιαυθ
τινὰ σώματα ἥκιστα βάρους ἐμφαντικά , ἄχναι ἢ πίτυρα ἢ τοιαῦθ ' ἕτερα : ἀλλ ' ὅταν κατ ' ἐπισύνθεσιν
' οἴεσθε τριηραρχήσειν , ὑμεῖς δ ' οὐκ ἐμβήσεσθαι ; τοιαῦθ ' ὑβρίζων καὶ τὴν ἀπὸ τῆς ψυχῆς πικρίαν καὶ
5011929 καταλιμπανω
φησί , καὶ δεδιῴκηται πάλαι : τοὺς διθυράμβους σὺν θεοῖς καταλιμπάνω ἠνδρωμένους καὶ πάντας ἐστεφανωμένους : οὓς ἀνατίθημι ταῖς ἐμαυτοῦ
τί μᾶλλον ἠθέλησεν εἰπεῖν . Λέοντι πάντα ἢ Πανταλέοντι τἀμαυτοῦ καταλιμπάνω . εἶτα καὶ τὴν ὕλην ταῖς ἐμπιπτούσαις ἀντιθέσεσιν .
4984988 ἐξεον
ἔλεγε τάδε : Δαιμόνιε ἀνδρῶν , τί φεύγεις αἰεί , ἐξεόν τοι τῶνδε τὰ ἕτερα ποιέειν ; Εἰ μὲν γὰρ
μοίρῃ , τὸ ἐξαμαρτάνειν ταῦτα αὐτοί , ὥσπερ σφίσι μούνοισι ἐξεόν , καὶ μετὰ τοῦ ἀνεπιπλήκτου παρὰ σφέων παντελέως καὶ
4973345 Τριτωνες
[ ἐκ τᾶς θαλάσσας τ [ Ναῦται βυθοκυματοδρόμοι , ἁλίων Τρίτωνες ὑδάτων , καὶ Νειλῶται γλυκυδρόμοι τὰ γελῶντα πλέοντες ὑδάτη
μεγέθει τοῦ παρὰ Ταναγραίοις ἀποδέοντα . παρέχονται δὲ ἰδέαν οἱ Τρίτωνες : ἔχουσιν ἐπὶ τῇ κεφαλῇ κόμην οἷα τὰ βατράχια
4967735 θηρατικα
δικτύου , ὃ χρίουσιν ἰξῷ . δίκτυα : Ἀντὶ τοῦ θηρατικὰ δίκτυα . καὶ αἱ πηκταὶ δὲ εἶδος δικτύου .
σύσκια , βραχεῖς δὲ αὐτῶν οἱ καὶ μάλιστα δεινοὶ τὰ θηρατικὰ μετὰ κυνῶν περιιόντες ἰχνηλατοῦσιν , εἴ που τῷ θηρὶ
4944047 κρινα
: τῷ δὲ ἱματίῳ ζῴδιά τε καὶ τῶν ἀνθῶν τὰ κρίνα ἐστὶν ἐμπεποιημένα . ὁ δὲ θρόνος ποικίλος μὲν χρυσῷ
εὐψόφως ἐπικρουσθείη . ἀλλὰ τὰ μέν : ἐν θέρει τὰ κρίνα , ἐν χειμῶνι αἱ μήκωνες καὶ τὰ πλαταγώνια αὐτῶν
4932326 ὠνουμενους
' ἐπὰν ληφθῶσιν ὑπὸ τῶν ἁλιέων , τεθνεῶτες ἐπιτρίβουσι τοὺς ὠνουμένους . τῆς οὐσίας γάρ εἰσιν ἡμῶν ὤνιοι , ὁ
' ἐπὰν ληφθῶσιν ὑπὸ τῶν ἁλιέων , τεθνεῶτες ἐπιτρίβουσι τοὺς ὠνουμένους . τῆς οὐσίας γάρ εἰσιν ἡμῶν ὤνιοι , ὁ
4924473 θησαυρους
μέγα . Ὑπερηφανεία μέγιστον ἀνθρώποις κακόν . Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν . Χάριν φίλοις εὔκαιρον ἀπόδος ἐμ μέρει .
δέ φασι μετασχεῖν τῆς ἐπὶ Δελφοὺς στρατείας , τούς τε θησαυροὺς τοὺς εὑρεθέντας παρ ' αὐτοῖς ὑπὸ Σκιπίωνος τοῦ στρατηγοῦ
4921589 ποτηρια
ἡ μί ' ἐστὶ χιλίων ποτηρίων . ΚΥΜΒΙΑ τὰ κοῖλα ποτήρια καὶ μικρὰ Σιμάριστος . Δωρόθεος δέ : γένος ποτηρίων
ἐφεξῆς στρώματ ' , ἀργυρώματα , θηρίκλειοι καὶ τορευτὰ πολυτελῆ ποτήρια ἕτερα . Ἀριστοφῶν δ ' ἐν Φιλωνίδῃ : τοιγαροῦν
4916489 ἐπρασσον
καὶ πεζῷ ἅμα ἐπιόντες . καὶ οἱ μὲν προθύμως ταῦτα ἔπρασσον , οἱ δὲ ἄλλοι ξύμμαχοι βραδέως τε ξυνελέγοντο καὶ
ποιοῦνται , ὥστε διὰ τοῦ ποτοῦ ἐπιστεφανοῦσθαι , καὶ ταῦτα ἔπρασσον πρὸς οἰωνοῦ τιθέμενοι . κοῦροι δὲ διανέμουσι πᾶσιν ἐπαρξάμενοι
4886627 βολβους
. Ἡρακλείδης δ ' ὁ Ταραντῖνος τοῦ συμποσίου περιγράφων τοὺς βολβούς φησι : περιγράφειν δεῖ τὴν πολλὴν βρῶσιν καὶ μάλιστα
, ὀξύγαλα , βωλίτας , μῆλα τὰ μήπω πέπειρα , βολβούς . Φλεγματικὸν δ ' ἁπλῶς χυμὸν γεννᾷ τῶν ζῴων
4886434 περιδεραια
τὰ δὲ περὶ τῷ τραχήλῳ οὑτωσὶ μὲν εἰπεῖν περιτραχήλια καὶ περιδέραια καὶ δέραια καὶ ὑποδέραια καὶ ὑποδερίδες , ἦ που
τὰς ἁπάντων τῶν σατραπῶν καὶ βασιλέων αὐλάς . οἷς τὰ περιδέραια ταῦτα καὶ θεάματα τὰ κορασιώδη παραβαλεῖν οὐκ ἄξιον .
4875206 ἐγνωριζον
Λεύκωνα εὐθὺς μὲν ἀχανεῖς ἐγένοντο , ἀνενεγκόντες δὲ κατὰ μικρὸν ἐγνώριζον ἐκ τοῦ σχήματος . ἐκ τῆς φωνῆς , ἐξ
, τὰ ὀνόματα , τὸ εἶδος . Οὕτως κατὰ βραχὺ ἐγνώριζον αὐτήν : προσπεσόντες δὲ τοῖς γόνασιν ἔκειντο ἀχανεῖς :
4843300 τυρους
ᾧ τυρεύουσιν , καὶ κρεμαστήρ , ἐφ ' οὗ τοὺς τυροὺς ἔτερσον , καὶ τὸ ἄνω τοῦ ποδὸς ἢ τὸ
θ ' ἕλκων , βλαύτας σύρων , βολβοὺς τρώγων , τυροὺς κάπτων , ᾤ ' ἐκλάπτων , κήρυκας ἔχων ,
4829010 ἐκτρεφει
. τίκτει δὲ ἕν , κατάπερ ἵππος , καὶ τοῦτο ἐκτρέφει τῷ γάλακτι ἐς ἔτος ὄγδοον . ζῶσι δὲ ἐλεφάντων
δὲ ] ὅτι ἔκ τινος δόλου γέγονε . τρέφει ] ἐκτρέφει . εὐμενὴς ] εὐνοϊκῶς πρὸς ἡμᾶς διακείμενος , φίλος
4827605 ἀλουμενα
κατέλαβε τοὺς Ἀθηναίους : τῶν δὲ ἀλούντων ἐπιτηροῦντες οἱ πένητες ἀλούμενα τὰ ἄλευρα διήρπαζον , κἀντεῦθεν οἱ τοῦτο δρῶντες αὐτῶν
τοὺς θεοὺς οὕτως ὠνόμαζον . ἢ ὅτι λιμοῦ καταλαβόντος ἥρπαζον ἀλούμενα τὰ ἄλευρα : ἀπὸ γοῦν ἐκείνων τοὺς πονηροὺς ἀλιτηρίους
4822251 ἐκμιμουμενοι
, πάντα δ ' ὑπὸ τῆς ἡδονῆς ποιοῦσιν ἅπερ ὄρνιθες ἐκμιμούμενοι . Πρῶτον μὲν εὐθὺς πάντες ἐξ εὐνῆς ἅμα ἐπέτονθ
καὶ εὐανθεστάτας στρωμνὰς εὐτρεπισάμενοι μαλακῶς σφόδρα κατακλίνονται , τὴν γυναικῶν ἐκμιμούμενοι τρυφήν , αἷς ἡ φύσις ἐπέτρεψεν ἀνειμένῃ χρῆσθαι διαίτῃ
4820379 καταλιμπανουσιν
ὄντων μέρος τὸ ἀρκοῦν , πωμάζουσι τὸ ἀγγεῖον , καὶ καταλιμπάνουσιν ἡμέρας κʹ . τινὲς δὲ ἐκ τῶν σύκων τῶν
μὲν τῶν ἐκ Πελοποννήσου νεῶν τοὺς ναύτας ὁπλίσαντες ἐν Χίῳ καταλιμπάνουσιν , ἀντιπληρώσαντες δὲ ταύτας τε ἐκ Χίου καὶ ἄλλας
4819247 πλακουντας
οἷον σεμίδαλιν καὶ ἴτριον καὶ τὸν καλούμενον πόλτον καὶ τοὺς πλακοῦντας καὶ τὰ λιπαρὰ καὶ τὰ ὀστρακόδερμα πλὴν ἐχίνου καὶ
ἐγίνοντο , καὶ δημιουργοὶ ἔπλαττον . Ἀριστοφάνης Δαιταλεῦσιν : πέμψω πλακοῦντας ἑσπέρας χαρισίους . χαυλιόδων : κεχαλασμένους ἔχων τοὺς ὀδόντας
4801223 ὀβελους
Βυσσός . βυθός . Βάρις . ναῦς . Βουπόρους . ὀβελοὺς μεγάλους . Βαλανάγρας . κλεῖς . Γνωσιμαχεῖν . τὸ
ἐπεὶ κατὰ πῦρ ἐκάη καὶ φλὸξ ἐμαράνθη , ἀνθρακιὴν στορέσας ὀβελοὺς ἐφύπερθε τάνυσσε , πάσσε δ ' ἁλὸς θείοιο κρατευτάων
4796459 συνεισπεσοντες
τοὺς ἐπὶ τῶν πυλῶν ἐφόνευσαν : οἱ δὲ κατόπιν ἑπόμενοι συνεισπεσόντες τῆς πόλεως ἐκράτησαν . Διοίτας , στρατηγὸς Ἀχαιῶν ,
, πᾶσαν τὴν πύλην ἀνέῳξαν . οἱ στρατιῶται τῷ ἵππῳ συνεισπεσόντες τούς τε φύλακας ἀπέκτειναν καὶ τὴν λοιπὴν δύναμιν δεξάμενοι
4783666 ἐκομιζεν
πρὸς τὸν χείρωνα . ἢ ἀσθμαίνοντα τὰ τῶν κάπρων σώματα ἐκόμιζεν , ἤγουν ἐκπνέοντα καὶ ἐκλείποντα ἤδη : Βαθυμῆτα χείρων
γε εἷλκέ τις ἐκείνας , ἀλλὰ πῦρ ἐνέβαλε , δᾷδας ἐκόμιζεν . αὕτη μόνη κατέχει ναῦν ἡ λαβή . ὁ
4758815 ἐμπορευομενους
ὅσα καὶ ὁ σμάραγδος . Ἀλλὰ καὶ τοὺς διὰ θαλάσσης ἐμπορευομένους ἀπὸ κλύδωνος ῥύεται . Λίθος ὁ σπάνιος . Οὗτος
παιδοτροφοῦντας , νοσοῦντας , ἀποθνῄσκοντας , πολεμοῦντας , ἑορτάζοντας , ἐμπορευομένους , γεωργοῦντας , κολακεύοντας , αὐθαδιζομένους , ὑποπτεύοντας ,
4753941 γεγαμηκοτας
. τέλεον καὶ [ τὸ ] τέλειον : τελείους τοὺς γεγαμηκότας καλοῦσι , καὶ τελεωθῆναι τὸ γῆμαι . τελετή :
γὰρ οὕτω τὸ σῶμα θερμαίνει ὡς πῦρ καὶ γυνή : γεγαμηκότας δὲ διίστησι καὶ κοινωνοὺς καὶ ἀδελφοὺς καὶ φίλους ἐχθροὺς
4748332 κακηι
εἰς θάρσος κατέστησαν τοὺς ἀκούοντας , οἱ δὲ πειθοῖ τινι κακῆι τὴν ψυχὴν ἐφαρμάκευσαν καὶ ἐξεγοήτευσαν . καὶ ὅτι μέν
ἀρέσκει μηδὲν ὑγιὲς ἐκ φρενῶν λέγοντι πείθειν τοὺς πέλας τόλμηι κακῆι : οἱ δ ' αἰσχρὰ κέρδη πρόσθε τοῦ καλοῦ
4746205 προσκτασθαι
ἀλλὰ τὰ μὲν τῷ δυνάμει μετέχειν ὑγρότητος τὰ δὲ τῷ προσκτᾶσθαι τῷ ὑγρῷ πλησιάσαντα , τῷ τε ἔξωθεν καὶ τῷ
ἀρχαίων μηδὲν πραθῆναι τῶν τε προσόδων περιποιεῖν ὥστε ἀεί τι προσκτᾶσθαι : ἐπειδὴ δ ' ἐτελεύτησε Φιλοκτήμων , οὕτω διετέθη
4734624 πωλουντες
καὶ τὰ τῆς πόλεως καὶ τὰ σφῶν αὐτῶν μικροῦ λήμματος πωλοῦντες . ἡμεῖς δ ' οὔτε τῶν ἐκείνου πραγμάτων οὐδὲν
τῆς πόλεως τινὲς δυσωνοῖντό τι τῶν πωλουμένων , ἔλεγον οἱ πωλοῦντες ὅτι μᾶλλον ἂν ἔλοιντο Τελεσταγόρᾳ δοῦναι ἢ τοσούτων ἀναδόσθαι
4727653 πευθοιαθ
ἔπεα πτερόεντα προσηύδα , ἄγχι σχὼν κεφαλήν , ἵνα μὴ πευθοίαθ ' οἱ ἄλλοι : “ ὦ φίλ ' ,
προσέφη γλαυκῶπιν Ἀθήνην , ἄγχι σχὼν κεφαλήν , ἵνα μὴ πευθοίαθ ' οἱ ἄλλοι : “ ξεῖνε φίλ ' ,
4726782 ἀνερωτων
λόγοι , τοῦ μηδενὸς ἄξιον ὄντα ἤλεγξε τὰ πολιτικὰ , ἀνερωτῶν ἅπαντα ἐκεῖνα ἃ ἤρετο , ὅτε ταῦτ ' ἐλήλεγκτο
νῦν λεγόμενα . Τίνα λέγεις ; Εἰς ἀπορίαν ἐμβάλλων καὶ ἀνερωτῶν ὧν μὴ δυναίμεθ ' ἂν ἱκανὴν ἀπόκρισιν ἐν τῷ
4726184 εὐωχουμενους
ἡδομένους , πενθοῦντας , γελῶντας , πολεμοῦντας , ὀργιζομένους , εὐωχουμένους , πλέοντας : ὥστε ἔγωγε εἰς τὰς Ὁμήρου φωνὰς
ἐν θρόνοις χρυσοῖς καθημένους καὶ οἰκίας μεγάλας οἰκοῦντας καὶ πολυτελῶς εὐωχουμένους . καὶ γὰρ δὴ τοῦτον εἰκός ἐστι πᾶσαν ἀρχὴν
4720263 παρατιθησιν
ὡς μηδενὸς ἐν Σαμοθρᾴκῃ μυστικοῦ λόγου περὶ Καβείρων λεγομένου , παρατίθησιν ὁμοίως καὶ Στησιμβρότου τοῦ Θασίου δόξαν , ὡς τὰ
οὗ μέσον κατὰ τὸν χρόνον ἅμα καὶ τὴν ἀντακολούθησιν . παρατίθησιν δὲ τούτου καὶ ἐναργῆ παραδείγματα , ἃ διὰ τὸ
4717693 χυδην
ἐπιχαιρέκακος εἶ καὶ φθονεῖς τοῖς πλησίον . στεφάνων τε τούτων χύδην πεπλεγμένων τούτῳ πρόπιθ ' , ἵνα καὐτὸς ἄλλῳ .
τὸν ποταμὸν ἀριστοποιουμένους καὶ τὰ τυχόντα προσφερομένους ἐπὶ τῆς ἄμμου χύδην ἐῤῥιμμένους , εἶπεν : ὦ τάλας ἐγώ , τὸ
4711687 λοιδορουμεν
. Τοὺς οὖν φεύγοντας τὸν σωφρονιστὴν λόγον , διὰ ταύτης λοιδοροῦμεν λέγοντες , Νικᾷ τὸν ὀνηλάτην . Νύκτα δασεῖαν :
: ἐξ ὧν γὰρ ἐγκωμιάζομεν τὴν φύσιν , ἐκ τούτου λοιδοροῦμεν τὴν τέχνην . εἰ γὰρ φύσις ἐστὶν ἡ καταλύουσα
4697678 προπινομενα
, Ἄπολλον , ὡσπερεὶ τεθνηκότι ; Μεγάλ ' ἴσως ποτήρια προπινόμενα καὶ μέστ ' ἀκράτου κυμβία ἐκάρωσεν ὑμᾶς . ἀνακεχαίτικεν
Ἀναξανδρίδης ἐν Ἀγροίκοις : μεγάλ ' ἴσως [ ποτήρια ] προπινόμενα καὶ μέστ ' ἀκράτου κυμβία ἐκάρωσεν ὑμᾶς . ἀνακεχαίτικεν
4693712 στεφανους
δ ' ἄνθος καὶ τῇ ὄψει καλόν , ὥστε καὶ στεφάνους ποιεῖν ἐξ αὐτοῦ , καὶ φαρμα - κῶδες ,
αὐτῶν χορεύειν κοῦφα σκιρτῶσα πρὸς μέλος : Ἔρωτες δὲ ῥόδων στεφάνους πλεξάμενοι , οὓς ἐξ Ἀφροδίτης κήπων ὅταν θέλωσι δρέπονται
4678073 ξυνηλικες
: εὖ γὰρ σαφῶς τόδ ' ἴστ ' , ἐμοὶ ξυνήλικες , ἅπαντες ἡμεῖς , οἳ κράτη τάδ ' ἔσχομεν
. εὖ γὰρ ] καλῶς γινώσκετε τοῦτο , ὦ ἐμοὶ ξυνήλικες Πέρσαι , ὅτι ἅπαντες ἡμεῖς οἳ κράτη κατέσχομεν ,
4676260 πενομενους
μᾶλλον γὰρ τιμῶσιν αἱ πόλεις τῶν ἀδίκως πλουτούντων τοὺς δικαίως πενομένους , καὶ ἐπιλούουσιν ἐν θερ - μοῖς ὕδασι ψυχροὺς
ὑβρισταῖς εἶναι καὶ οἷς οὐ προσήκει . οὐ γὰρ τοὺς πενομένους καὶ λίαν ἀπόρως διακειμένους ὑβρίζειν εἰκός , ἀλλὰ τοὺς
4668724 Τἀλλα
τυγχάνοντες , ἀλλὰ μᾶλλον ὄντες χυμοὶ πρὸς πόρον χωροῦντες . Τἄλλα μὲν οὖν τῶν ἐοικότων ψήγμασι καὶ πιτύροις καὶ ὅτι
δὲ ἐπὶ τῶν τὰ ἑαυτῶν ἐγκλήματα ἄλλοις πανούργως προσαπτόντων . Τἄλλα φιλώμεθα , τἄλλα μὲν ἀγαπώμεθα . κατὰ τοῦτο ,
4656218 ἐγκαρπον
πρὸς τὸν τῶν καλῶν ζῆλον , ἅμα δὲ τὴν ἱστορίαν ἔγκαρπον καὶ πᾶσι χρησίμην ἐφ ' ὅσον ἡμῖν δυνατὸν κατασκευάζομεν
καὶ λυμαίνεται καὶ σπαράττει . Καλὸν σῶμα ὁρᾷς ἀνθοῦν καὶ ἔγκαρπον : μὴ χράνῃς , μὴ μιάνῃς , μὴ προσάψῃ
4647434 ἀπεφηνα
, ἑταίρας μελῳδούσας , αἳ πολλοὺς ἐξέδυσαν , μάτην ᾀδούσας ἀπέφηνα . Ἀλλ ' ὅθεν ἐξέβην , ἐκείνων γε τῶν
δὲ οἰκείων φευγόντων καὶ μηδὲ πλησίον προσιέναι τολμώντων , τοιοῦτον ἀπέφηνα ὡς καὶ κατηγορεῖν δύνασθαι καὶ περὶ τῶν νόμων διαλέγεσθαι
4646708 χαριεστατους
ἐποίουν , καὶ τῶν παρ ' αὐτοῖς ὄντων Ἑλλήνων τοὺς χαριεστάτους ἐπιλέξαντες ἐπὶ τὴν τῶν θεῶν θεραπείαν ἔταξαν . μετὰ
διαστέλλεται περιόδους , οὐ τοὺς ἀξιωματικοὺς βούλεται λαμβάνειν ἀλλὰ τοὺς χαριεστάτους . εὐκόρυφοι δὴ φαίνονται καὶ εὔγραμμοι διὰ τοῦτο καὶ
4645846 μειρακια
τίς σοι ἐνδῷ ὁτιοῦν , τούτου ἅσμενος ἔχῃ ὥσπερ τὰ μειράκια . ὡς δὴ σὺ οἴει ἐμὲ ἢ καὶ ἄλλον
καὶ μετ ' ἐκεῖνον αὖ πλεῖν ἢ σταδίῳ λαλίστερα Ἀριστοφάνης μειράκια γενέσθαι φησὶν , ἅτ ' , οἶμαι , τοσοῦτον
4638552 ἀφιστησιν
αὐτὸν ἀεὶ φερομένων , ἐφ ' ὅσον γε μὴ τοσοῦτον ἀφίστησιν αὐτοὺς ἐπὶ τὸ περιγειότερον , ὅσον ἀξιόλογόν τινα παράλλαξιν
, ἐν προσθέτῳ δὲ ἔμμηνα ἄγει , καταπλασθέντα δὲ λέπρας ἀφίστησιν . ἀσφόδελος : τούτου αἱ ῥίζαι δύναμιν ἔχουσιν διουρητικὴν
4626583 ἀρτους
πυγῇσιν : ἀλλὰ θύμον καὶ σκόρδα φέρει καὶ σῦκα καὶ ἄρτους . ἐξ ὧν οὐ πολεμοῦσι πρὸς ἀλλήλους περὶ τούτων
δὲ διὰ βάθους ἐστὶν ὠμά . μετὰ δὲ τοὺς πυρίνους ἄρτους οἱ ἀπὸ τῆς ὀλύρης εἰσὶ κάλλιστοι , ὅταν εὐγενεῖς
4624226 ὀψοποιους
τῇ μνήμῃ πατρίδα καὶ βασιλικὴν ἑστίαν , κατάλογον ἐρωμένων , ὀψοποιούς τε καὶ οἰνοχόους καὶ ἄλλην ἀκόλαστον δίαιταν , ᾗ
δημιουργοὺς ἀγαλμάτων , ἐπὶ εὐφροσύνῃ ὀφθαλμῶν : μυροπώλας δὲ καὶ ὀψοποιούς , χυμῶν καὶ ὀδμῶν δημιουργοὺς γενναίους : καὶ ὅσαι
4619202 θαλλους
ὄμπην , πελάνους , στεφάνους , πέμματα , στέμματα , θαλλούς , μυρρίνας , ἄνθη . παιανίσαι , παιᾶνα ᾆσαι
[ . ] : νῦν οὖν ἡμεῖς ἱκέται * * θαλλούς τε θεῶν † τε σέβας τίθεμεν πρὸ ποδῶν τῶν
4617056 διηγου
λέγειν . τὸν δὲ σὸν ἔρωτα , ὦ Βουκαῖε , διηγοῦ σῇ μητρὶ ἐν τῷ θαλάμῳ ἀντ ' ἄλλου σπουδαίου
σὺ οὖν αὐτός τε δίδου μεμνημένος , ὡς ἡδέως μοι διηγοῦ προτέρας δόσεις , καὶ τοὺς ἄλλους ἐργάζου φιλοτιμοτέρους .
4615759 ἐφυετο
ἀκμῆς τοὺς κατὰ νόμον ἐξεπλήρου χρόνους , οὔτε πόα κτήνεσιν ἐφύετο διαρκής , τῶν τε ναμάτων τὰ μὲν οὐκέτι πίνεσθαι
, μεταβάλλον δὲ πάλιν ἐπὶ τοὐναντίον οἷον νεώτερον καὶ ἁπαλώτερον ἐφύετο : καὶ τῶν μὲν πρεσβυτέρων αἱ λευκαὶ τρίχες ἐμελαίνοντο
4612341 ὁμοτραπεζους
αὐτὰ φίλοις καὶ ἐχθροῖς ἀποδιδόναι , οὐδ ' ὁμοίως ἑκατέρους ὁμοτραπέζους ποιεῖσθαι καὶ ὁμοσπόνδους , ἡγουμένους καὶ τράπεζαν βωμὸν εἶναι
ὑπόνοιαν ἔφερε θειασμοῦ τινός : ὁ δὲ τοῦ χωρίου δεσπότης ὁμοτραπέζους αὐτοὺς ἐποιήσατο καὶ πολλῆς ἐπιμελείας ἠξίου , τοῖς συγγεωργοῦσι
4606514 ὁλμους
ταῦτα δὲ Ἀργείας φορεῖν σχιστὰς ἐνεργεῖν . ῥέγκειν δὲ τοὺς ὅλμους . οἴμοι τῶν κακῶν . οὐκ ἐσωφρόνησας , ὦ
τὰ μὲν ἴσως ἀπορῶν τὰ δ ' εἰρωνευόμενος ἔφη καθάπερ ὅλμους εἶναι τοὺς ὑπὸ τῶν ὁλμοποιῶν πεποιημένους , οὕτω καὶ
4599888 τραγελαφους
ἅττ ' ἐποίεις ; οὐχ ἱππαλεκτρυόνας μὰ Δί ' οὐδὲ τραγελάφους , ἅπερ σύ , ἃν τοῖσι παραπετάσμασιν τοῖς Μηδικοῖς
, στρώματ ' , ἀργυρώματα , φιάλας , τριήρεις , τραγελάφους , καρχήσια , γαυλοὺς ὁλοχρύσους . πλοῖα ; τοὺς
4595711 ἀωρα
ὕδωρ . ἀπὸ τοῦ ἀρύεσθαι , ὅ ἐστιν ἀπαντλεῖν . ἄωρα πράττειν : τὸ παρ ' ὥραν καὶ παρὰ καιρόν
φύλλων , βεβαρημένην ἐς ὕπνον . ὁ δ ' Ἔρως ἄωρα θέλγων * * * * * προδότιν γάμων γενέσθαι
4594667 Ἑρμοκοπιδαι
. . . : Ἑρμοκοπιδῶν ] παρ ' ὅσον οἱ Ἑρμοκοπίδαι ἠκρωτηρίασαν τοὺς Ἑρμᾶς , ὅτε ἐπὶ Σικελίας ἔμελλεν πλεῖν
. . . . . . . . . . Ἑρμοκοπίδαι : οἱ τοὺς Ἑρμᾶς περικόψαντες , ὧν ὑπωπτεύετο εἶναι
4593619 ληϊα
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ
4592155 ἀνετιθεσαν
ὑπῆρξεν ὥστε πλείους ἢ χιλίας ἱεροδούλους ἐκέκτητο ἑταίρας , ἃς ἀνετίθεσαν τῇ θεῷ καὶ ἄνδρες καὶ γυναῖκες . καὶ διὰ
ὠφελείᾳ τῷ βουλομένῳ . τὸ γὰρ πρῶτον φανὲν σῦκον Ἑρμῇ ἀνετίθεσαν , οἱ δὲ παριόντες ᾖρον . σὺν δόρει ,
4591228 ἑωρακαμεν
καὶ μετώπῳ καὶ αὐτοὶ πολλάκις γαγγλία τέμνομεν καὶ ἄλλους τέμνοντας ἑωράκαμεν . ὁ δὲ τρόπος τῆς ἐνεργείας αὐτῶν τοιοῦτος :
τὸ δικαιοτέραν . τὰ δὲ ἄλλα πάντα χαίρειν ἐάσει : ἑωράκαμεν γὰρ ὅτι ζῶντί τε καὶ τελευτήσαντι αὕτη κρατίστη αἵρεσις
4582905 δειπνουντας
πολὺν χρόνον ὡς εἰώθει διατρίψαντα , ἀλλὰ μάλιστα σφᾶς μεσοῦν δειπνοῦντας . τὸν οὖν Ἀγάθωνατυγχάνειν γὰρ ἔσχατον κατακείμενον μόνονΔεῦρ '
Παρασκευαστικῶν καὶ οἱ θεραπεύοντες , φησί , τοὺς Περσῶν βασιλεῖς δειπνοῦντας ἅπαντες λελουμένοι διακονοῦσιν ἐσθῆτας καλὰς ἔχοντες καὶ διατρίβουσι σχεδὸν
4574406 ἀποτυγχανοντες
καὶ οἵ τε ὅμοιοι τούτοις ἡδέως χρῶνται , οἵ τε ἀποτυγχάνοντες τῶν πραγμάτων ἐπιθυμοῦσι τούτους ὑπὲρ αὑτῶν βουλεύεσθαι , καὶ
, ἔλεγεν ὁμοίους εἶναι τοῖς μνηστῆρσι τῆς Πηνελόπης , οἳ ἀποτυγχάνοντες ἐκείνης περὶ τὰς θεραπαίνας ἐγίνοντο . , . ὁ
4572490 δακετα
εἴη ἂν καὶ ταύτῃ : τὰ μὲν γὰρ αὐτῶν ἐστι δάκετα καὶ ἐνίησιν ἀπὸ τοῦ ὀδόντος φάρμακον , βλητικὰ δὲ
. . . ἑρπετὰ καὶ δάκετα : Καὶ τὰ ἄλλα δάκετα , ὥσπερ εἰ τύχοι ὁ σκορπίος . 〚 δάκετα
4569967 ἐπεθηκαν
ὠμῶν ἱερείων ἀπαρξάμενοι ἔκοψαν μικρὸν ἀπὸ παντὸς μέλους , καὶ ἐπέθηκαν ἐπὶ τὰ μηρία , ὡς δοκεῖν ὅλα τὰ μέλη
συνεργούς τε καὶ διαδόχους τῆς σφετέρας ἐπιστήμης ὡσπερεὶ κεφάλαιον τοῦτο ἐπέθηκαν τῶν εἰς τοὺς Ἕλληνας εὐεργεσιῶν , προσθήσω δὲ καὶ
4563719 φρισσει
οἱ πυρὶ λαμπετόωντι ἔικτον , ὀρθὰς δ ' ἐν λοφιῇ φρίσσει τρίχας ἀμφί τε δειρήν : τῷ ἴκελος Διὸς υἱὸς
ξηρὰ κόπτεσθαι οὐδὲν λυπεῖται , τριβόμενα δὲ σὺν τῷ ὑγρῷ φρίσσει καὶ οὔτε ἀνίησι τὰς δυνάμεις οὔτε ἀνακιρνᾶται ἀλλήλοις .
4553009 θεραποντας
δὲ τέχνης ἐθέλεις δεδαηκότας ἐντύνασθαι ἢ σοφίης υἱῆας ἢ ὀτρηροὺς θεράποντας , χρυσοφαὴς εἴη τοι ἐπ ' Ἀρνειοῖο Σελήνη ,
ἢ τὸ μὲν οἴκους νοήσεις διὰ τοὺς ἐν τῶι οἴκωι θεράποντας καὶ θεραπαινίδας : εἰκὸς γὰρ ἦν θρηνεῖν κἀκείνους τὴν
4550513 ὠνουμενοι
τιμῶντες τὸ θεῖον θύουσι ταῦτα καὶ ἀνάπτουσιν , ἀλλ ' ὠνούμενοι τὴν δίκην , ἣν οὐ ξυγχωρεῖτε αὐτοῖς δικαιότατοι ὄντες
ἐστι τὸ πλῆθος , ὅθεν οἱ πλείους τῶν βαρβάρων λαμβάνουσιν ὠνούμενοι τοὺς ἅλας καὶ τῶν Ἑλλήνων καὶ Σκυθῶν οἱ Χερρόνησον
4547886 ἐργαζομενους
Φίλιππος μεθ ' ἡμέραν μὲν ἐπὶ τὴν διωρυχὴν καταβαίνειν ὡς ἐργαζομένους δὴ καὶ προκαλύμματα ὑπερέτεινεν ὡς βουλόμενος λανθάνειν : τὰ
προσουρεῖν καὶ πλησίον ἀφοδεύειν τοῦ περιφράγματος , ὥστε διοχλεῖσθαι τοὺς ἐργαζομένους . Ἔγραψε γοῦν ὁ Πεισίστρατος , ὡς ἐάν τις
4547045 ἀντλησαντες
ἐν ὑστέροισιν εὔκλειαν [ ] χρόνοις [ , ἅπασαν ] ἀντλήσαντες [ ] ἡμέραν [ πόνον ] ψυχαῖς . [
ἀνθρώπων θεούς . κτήσασθ ' ἐν ὑστέροισιν εὔκλειαν χρόνοις ἅπασαν ἀντλήσαντες [ ] ἡμέραν [ πόνον ] ψυχαῖς [ !
4543838 μενοινᾳ
εἶναι , καί οἱ πάντα γένοιτο , ὅσα φρεσὶν ᾗσι μενοινᾷ . ” ἦ ῥα , καὶ ἀμφοτέρῃσιν ἐδέξατο καὶ
ἀνδρὶ ἑκάστῳ , ἀγγελίας προϊεῖσα : νόος δέ οἱ ἄλλα μενοινᾷ . ἡ δὲ δόλον τόνδ ' ἄλλον ἐνὶ φρεσὶ
4541451 συχνην
οὐχ οὕτως ὁ Ζεὺς οὔτε χάλαζαν ἐμβάλλει χαλεπὴν οὔτε χιόνα συχνὴν οὔτε ὄμβρον πολύν , δι ' ἃ τῆς συνουσίας
ὄνομα δηλαδὴ καὶ τὸ ῥῆμα , ἅπερ , ἐπειδὰν ἀγνοῶνται συχνὴν τὴν περὶ αὐτῶν ἐρώτησιν λαμβάνουσι , καὶ τὰ μὲν
4530417 ἀγορασῃς
τό . ⌈ πρίῃ . [ πρίω ] ] ⌈ ἀγοράσῃς . [ ἀγόρασον ] , ἢ “ σχίζε ”
καὶ ὁ ἀγαλματογλύφος ἔφη : „ ἀλλ ' ἐὰν τούτους ἀγοράσῃς , τοῦτόν σοι προσθήκην δώσω . ” πρὸς ἄνδρα
4529593 προσελαυνων
δῆτα καὶ γέγονεν . ὁρμηθεὶς γὰρ ἐκεῖθεν ὁ βασιλεὺς καὶ προσελαύνων ἐπὶ τὰ πρόσω τῆς χώρας οὐκέτι ἀντιβαῖνον εἶχεν οὐδὲν
τραύματος ἀπαλλάττεται . βασιλεὺς δὲ ἡμέρας ἑπτὰ πρὸς ταῖς δέκα προσελαύνων ἀεὶ καὶ φάραγγας βαθείας καὶ κρημνοὺς ἀποτόμους καὶ δυσχωρίας
4523814 λειχειν
ἀλλὰ βούλομαι , ” ἔφη , “ ἐν Ἀθήναις ἅλα λείχειν ἢ παρὰ Κρατέρῳ τῆς πολυτελοῦς τραπέζης ἀπολαύειν . ”
χυλὸν ἀναπαύου κακῶν . ἔλεγον δ ' ἔτι καὶ ἐπίπαστα λείχειν : ἦν δ ' ἔτνος , καὶ ἐπιπάττοντες ἀλφίτων
4523119 ἐριφους
ἡ πρώτη ἕκτη κούρῃ γε γενέσθαι ἄρμενος , ἀλλ ' ἐρίφους τάμνειν καὶ πώεα μήλων , σηκόν τ ' ἀμφιβαλεῖν
. τὸ δὲ φίλημα κέντρου μελίττης πικρότερον . Πολλάκις ἐφίλησα ἐρίφους , πολλάκις ἐφίλησα σκύλακας ἀρτιγεννήτους καὶ τὸν μόσχον ,
4520042 προῃειν
ὡς ἔτυχε διεκείμην , καὶ μικρόν τι ῥαΐσας τὸ πέρα προῄειν . μετὰ ταῦτα ὑετοὶ , πάγοι , κρύσταλλοι ,
? [ οὔσης πλήρης - ] τῆς θαλάσσης [ οὐ προῄειν - ] , εἶδέν με ? [ εἷς τῶν
4516638 πειθουσιν
οἱ ῥήτορες . εἰ γὰρ τὰ δοκοῦντα λέγουσιν , οὐ πείθουσιν : οὐδεὶς γὰρ ἐφ ' αὑτοῦ γιγνώσκων ἑτέρῳ περὶ
τῶν ἑαυτῶν πολιτῶν προῖκα συνεῖναι ὧι ἂν βούλωνται , τούτους πείθουσιν τὰς ἐκείνων συνουσίας ἀπολιπόντας σφίσιν ξυνεῖναι χρήματα διδόντας καὶ
4516362 διελανθανεν
Μακεδονίαν ἀφικνουμένους . ἐπὶ τούτοις καὶ τρίτον , ὅτι οὐ διελάνθανεν αὐτὸν ἡ τοῦ Φιλίππου προαίρεσις οἵα τε ἦν περὶ
ποτε καὶ ὁτιοῦν ; Τοῦτο ὅτι μὲν μυριάκις μύρια ἔτη διελάνθανεν ἄρα τοὺς τότε , χίλια δὲ ἀφ ' οὗ
4515568 οἰκοδομουντας
μήτε γῆς μήτ ' οὐρανοῦ ἁπτόμενον , ἀπόστειλόν μοι τοὺς οἰκοδομοῦντας τὸν πύργον καὶ τὸν ἀποκριθησόμενόν μοι ὅσα ἂν ἐπερωτήσω
ἄλλο μέρος τῆς μηχανικῆς . . Πρῶτον μὲν δεῖ τοὺς οἰκοδομοῦντας πύργους ὀρύξαντας μέχρι πέτρας ἢ ὕδατος ἤ τινος ἐδάφους
4511960 ἐνεργα
τὰ ὄντα , ἀλλὰ οὐ πᾶσα ἔχει αὐτὰ προβεβλημένα καὶ ἐνεργὰ , διὸ οὐδὲ εὐχερῶς καίπερ φύσει αὐτὰ ἔχουσα ἀναμιμνῄσκεται
ὥσπερ ἂν εἰ ζῳγράφος ἐβούλετο τὰ ἑαυτοῦ ἔργα κινούμενα καὶ ἐνεργὰ ἰδεῖν , οὕτω κἀγὼ τοὺς πολίτας , οὓς διαγράφω
4507477 ἁδρους
εἰ καίεται , καὶ ἵνα χώρα ᾖ ὑποτιθέναι ἑτέρους χόνδρους ἁδροὺς ἀεὶ πρὸ τοῦ τὸν πρῶτον χόνδρον παντελῶς σβεσθῆναι ἕτερον
ἑταίρας . ἣ δὲ ἦν ὑπερήφανος καὶ δεινῶς φορτικὴ καὶ ἁδροὺς ᾔτει μισθούς , καὶ λαβοῦσα πρὸς ὀλίγον ἂν ὡμίλησε
4502662 ἐχους
Ὢ δυστυχής : ἐγὼ δὲ σὺν χαρᾷ λόγους τοιούσδ ' ἔχους ' ἔσπευδον , οὐκ εἰδυῖ ' ἄρα ἵν '
γάμον ἐπόρθμευσας δόλωι . ἐγὼ δὲ λεπτῶν ὄμμα διὰ καλυμμάτων ἔχους ' ἀδελφὸν οὔτ ' ἀνειλόμην χεροῖν , ὃς νῦν
4502090 ὑποζυγια
ἁμάξας καὶ τὰ περισσὰ τῶν ἐς αὐτὰς τιθεμένων καὶ τὰ ὑποζύγια , χωρὶς ὧν αὐτὸς ὑπελείπετο , πραθῆναι . καὶ
. ἡ δὲ τοῦ Πύρρου δύναμις ἀπολωλεκυῖα σκηνάς τε καὶ ὑποζύγια καὶ ἀνδράποδα καὶ τὴν ἀποσκευὴν ἅπασαν ἐπὶ μετεώρου τινὸς
4501258 φαγωμεν
ἔθυσας : καὶ εἶπες μοι , Ἄναστα , ποίησον ἵνα φάγωμεν μετὰ τῶν ἀνθρώπων τούτων εἰς τὸν οἶκον ἡμῶν .
. εἶθ ' οἱ μὲν τὸν βίον τοῦτον νομίζοντες “ φάγωμεν καὶ πίωμεν , αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν ” καὶ τὸν
4499118 καταποτα
ἢ τεσσαρεσκαίδεκα . Ὅταν δὲ αὗται αἱ ἡμέραι παρέλθωσι , κατάποτα ποιέειν ἐκ τοῦ ὀποῦ τοῦ σιλφίου , ὅσον κύαμον
: δάκνει γὰρ ἰσχυρῶς . ἔνιοι δὲ καὶ ἀψινθίου μίσγοντες κατάποτα σκευάζουσιν : πλῆθος δ ' ἀρκεῖ δραχμῶν δύο .
4497955 ποτα
ἄγι ? μὴ τα [ ´ταβάσομεν ? ] ! αἴ ποτα κἄλλοτα ! [ ! ! ] ην ὄττινα τῶνδε
πορφυρίαν περθέμενον χλάμυν . . . κατθάνοισα δὲ κείσηι οὐδέ ποτα μναμοσύνα σέθεν ἔσσετ ' οὐδὲ † ποκὔστερον ' †
4492352 συνισασιν
καὶ γὰρ πλεῖστον κρατεῖ καὶ πάντες συνίσασι καὶ ὅτι αὖ συνίσασιν αὐτὸς ἐπίσταται . Ἑλοῦ δὴ ποτέρως ἐμὲ συκοφαντεῖς ,
πᾶσι μᾶλλον ἢ ' κείνοις προσήκει . ἃ γὰρ μὴ συνίσασιν αὑτοῖς ποτε σχοῦσι , ταῦτ ' οὐδὲ ζητεῖν ἀξιώσουσι
4490022 τεγη
δρῶσι τῷ λεχθέντι καὶ ὅσοι κατασκευάζοντες οἰκίας ἰσόπεδα καταλείπουσι τὰ τέγη , περιστεφανοῦν θωρακίοις δέον ὑπὲρ τοῦ μή τινα κατακρημνισθῆναι
μετὰ τῶν ὅπλων , αἱ δὲ γυναῖκες αὐτῶν προκαταλαβόμεναι τὰ τέγη τοὺς Ἠπειρώτας ἄνωθεν βάλλουσαι ἀναχωρῆσαι βιάζονται , ὥστε καὶ
4475261 σεμνυνουσι
καὶ χλαμύδας καὶ χειρῖδας καὶ προγαστρίδια καὶ τἆλλα οἷς ἐκεῖνοι σεμνύνουσι τὴν τραγῳδίαν , ὅπερ καὶ γελοιότατον : ἐπεὶ καθ
θηρεύσας ἴυγξι : τοὺς μὲν ἄλλους παῖδας οἱ πατέρες οἶμαι σεμνύνουσι τὰ πολλὰ πολλάκις ἐπιψευδόμενοι : ἐπὶ σοῦ δὲ τὰ
4473163 βασανιζοντες
δὲ ἢ κλέψαντες ἀπαρνῶνται ἢ συγκρύπτωσι τοῖς δεσπόταις , τότε βασανίζοντες ἀξιοῦμεν τἀληθῆ λέγειν αὐτούς . Οὐδὲ μὴν ἀπογενέσθαι ἢ
εἴτε ἐστὶ γνήσια εἴτε καὶ νόθα , ἐν τοῖς ἑρπετοῖς βασανίζοντες ὡς ἐν τῷ πυρὶ τὸν χρυσὸν οἱ βάναυσοι ,
4471993 ὠνια
καπήλων , ἑταιρῶν τε καὶ βαναύσων : ὥστε τά τε ὤνια τοὺς ἔχοντας πλείστης ἀποδίδοσθαι τιμῆς καὶ μηδὲν ἀργὸν εἶναι
. πρὸς τοὺς ἀγορανόμους : τοὺς ἐπισκοποῦντας τὰ τῆς πόλεως ὤνια καὶ διοικοῦντας αὐτά , ὡς ἐν Ἀχαρνεῦσιν . βλάβης

Back