Μακεδονίαν ἀφικνουμένους . ἐπὶ τούτοις καὶ τρίτον , ὅτι οὐ διελάνθανεν αὐτὸν ἡ τοῦ Φιλίππου προαίρεσις οἵα τε ἦν περὶ
ποτε καὶ ὁτιοῦν ; Τοῦτο ὅτι μὲν μυριάκις μύρια ἔτη διελάνθανεν ἄρα τοὺς τότε , χίλια δὲ ἀφ ' οὗ
5890617 ἀνεμνησε
δικασταί , μεταξὺ γάρ με πάλιν τὰ τῶν ἀνθρώπων πράγματα ἀνέμνησε περὶ τῆς γλώσσης , καὶ ταύτης με τὸ μέρος
; ἀλλὰ τοῖς ἐχθροῖς ὑπηρετῶν ; „ οὕτως μὲν οὖν ἀνέμνησε κεφαλαιωδῶς , ἐξ ὧν αὐτὸν ἐδείκνυεν οὐκ ὄντα τῆς
5856283 Ἡμων
τόπος . Ἰδοὺ ἰδού , δοῦπον αὖ κλύω τινά . Ἡμῶν γε ναὸς κοινόπλουν ὁμιλίαν . Τί οὖν δή ;
. . ἐστὶν ἐξολωλεκώς : Ἀπώλεσεν . . ἐνίους : Ἡμῶν . ἐξολωλεκώς : Ἀπολωλεκώς . . Ἀττικὸν δὲ τὸ
5800720 ἐνενοησεν
μὴ τρέπεσθαι τὸ θεῖον , οὔτε τὸ ἐνεθυμήθη οὔτε τὸ ἐνενόησεν δηλωτικὰ μεταμελείας ἐστίν : [ τὸ δὲ θεῖον ἄτρεπτον
, ὅτι δεῖ πράττειν πάντα κατὰ τὸν ὀρθὸν λόγον , ἐνενόησεν ὅτι καθόλου μὲν τοῦτο εἴρηται , οὐκ ἀκριβῶς δέ
5754627 ἀδικεων
. Τὰ δὲ νῦν παρεόντα , Πακτύης γάρ ἐστι ὁ ἀδικέων , τῷ σὺ ἐπέτρεψας Σάρδις , οὗτος δότω τοι
λυπέει [ . . ] . . ἐχθρὸς οὐχ ὁ ἀδικέων , ἀλλὰ ὁ βουλόμενος . . ἡ τῶν συγγενῶν
5724559 οἰκοδομουντας
μήτε γῆς μήτ ' οὐρανοῦ ἁπτόμενον , ἀπόστειλόν μοι τοὺς οἰκοδομοῦντας τὸν πύργον καὶ τὸν ἀποκριθησόμενόν μοι ὅσα ἂν ἐπερωτήσω
ἄλλο μέρος τῆς μηχανικῆς . . Πρῶτον μὲν δεῖ τοὺς οἰκοδομοῦντας πύργους ὀρύξαντας μέχρι πέτρας ἢ ὕδατος ἤ τινος ἐδάφους
5613028 ἐρευνωμεν
γένη καὶ δεσποτικὰ γράμματα καὶ συνόλως σώματα παρελθόντες ψυχῆς φύσιν ἐρευνῶμεν . εἰ μὲν γὰρ πρὸς ἐπιθυμίας ἐλαύνεται ἢ ὑφ
' ἄν , τοῦτο δὴ τὰ νῦν λέγωμέν τε καὶ ἐρευνῶμεν . Οὐκέτι νόμους , ὦ Μέγιλλε καὶ Κλεινία ,
5546306 ἐδρα
ἔχοντα . Ἐνέδραι . παρὰ τὸ ἕζω ῥῆμα , ὄνομα ἔδρα καὶ ἐνέδρα . Ἑδώλια . ἕζω ἢ ἕδω ,
οὐδεὶς ἦν ὃς οὐκ ἐπήδα τε καὶ ἐβόα καὶ πάντα ἔδρα τὰ τῶν ἐκπεπληγμένων . ἥσθην οὖν , ὅτι τοῦ
5531154 φυλετας
τὰ πρὸς γονεῖς πρὸς τέκνα , τὰ πρὸς φίλους συγγενεῖς φυλέτας . ἐχθροὶ γεγόνατε μήτε Ἅλυν διαβάντες , μήτε δεξάμενοί
καὶ μητρὸς ἔλαχε τῶν καθ ' ἑαυτοὺς ἀρίστων , οὓς φυλέτας ὄντας ἡ ὁμοφροσύνη μᾶλλον ᾠκείωσεν ἢ τὸ γένος .
5490276 ἀνταποδιδωσι
ἐπειδὰν ὑπὸ τῶν γονέων ἐκτραφῇ , γηράσασιν αὐτοῖς τὴν αὐτὴν ἀνταποδίδωσι χάριν : ἐν ᾧ γὰρ ὑπ ' αὐτῶν ἐξετράφη
τοῦτο τὸ γράμμα πρὸς τοὺς τὰ πολλὰ λέγοντας , καὶ ἀνταποδίδωσι ταὐτὰ καὶ πλείω , τοῦτο βουλόμενον δηλοῦν , ὡς
5483385 ἰχθυηρους
χύτρα χαλκῆ γέγονε : τοὺς δὲ πινακίσκους τοὺς σαπροὺς τοὺς ἰχθυηροὺς ἀργυροῦς πάρεσθ ' ὁρᾶν . ὁ δ ' ἰπνὸς
λοπάδος εἶδος , παρὰ τὸ εἰς ὀξὺ λήγειν . 〚 ἰχθυηροὺς δὲ πινακίσκους , 〛 τοὺς ἐπιτηδείους ἰχθῦν χωρῆσαι .
5473494 προῃειν
ὡς ἔτυχε διεκείμην , καὶ μικρόν τι ῥαΐσας τὸ πέρα προῄειν . μετὰ ταῦτα ὑετοὶ , πάγοι , κρύσταλλοι ,
? [ οὔσης πλήρης - ] τῆς θαλάσσης [ οὐ προῄειν - ] , εἶδέν με ? [ εἷς τῶν
5456177 παραδειξας
δή ἐν τοῖς στρατηγικοῖσιν ἐξετάζεται μαθήμασιν . τίς δή τι παραδείξας ἐμοί τὰ δέοντ ' ἀπελθὼν αὐτὸς ἡσυχίαν ἄγε .
φόβος δὲ αὐτὸν οὗτος εὐπαιδίας ἐδίδαξε τέχνην . καὶ εἰκόνας παραδείξας εὐπρεπεῖς εἰς αὐτὰς βλέπειν εἴθισε τὴν γυναῖκα : καὶ
5446555 ἐγνωριζον
Λεύκωνα εὐθὺς μὲν ἀχανεῖς ἐγένοντο , ἀνενεγκόντες δὲ κατὰ μικρὸν ἐγνώριζον ἐκ τοῦ σχήματος . ἐκ τῆς φωνῆς , ἐξ
, τὰ ὀνόματα , τὸ εἶδος . Οὕτως κατὰ βραχὺ ἐγνώριζον αὐτήν : προσπεσόντες δὲ τοῖς γόνασιν ἔκειντο ἀχανεῖς :
5439272 ἐγρηγορει
φυσικὴ αἴσθησις , τῆς εὐκρινείας . Ἐγρήσσει . γρηγορεῖ , ἐγρηγορεῖ . τρομέουσι : τρέμουσιν . Φέρτερον : τὸν ἰσχυρότερον
μοι , ἀλλ ' ἄλλος ἐλθὼν λέγει , ὅτι ἤδη ἐγρηγορεῖ , ἤδη πρόεισιν : εἶτα ταραχαί , εἶτα φροντίδες
5382841 δρυοχους
διὰ τῆς δωρησαμένης θεοῦ τὸ τῆς χλανίδος κάλλος ἐσήμηνεν . δρυόχους : ἐν οἷς καταπήσσεται ἡ τρόπις ξύλοις , ταῦτα
οἱ περίπατοι . Δρόμοις , τοῖς γυμνασίοις . Δρύοχοι . δρυόχους ἐν Τιμαίῳ καλεῖ τὰ στηρίγματα τῆς πηγνυμένης νηός .
5369463 προσαποδουναι
δ ' ἐξιέναι . Ἄμφω δὲ καὶ ταῦτα ἄλογα : προσαποδοῦναι γὰρ δεῖ καὶ τί τὸ ἐργαζόμενον ταῦτα καὶ ποιοῦν
περιωδευμένοις ἔθνεσιν , οἰκεῖον ἂν εἴη τὰ τούτοις γειτονοῦντα μέρη προσαποδοῦναι πρῶτον , ἔπειτα τοὺς ἑξῆς τόπους παραδεῖξαι . Πρὸς
5359259 αὐλουντας
τὰς ἐν τῷ Πειραιεῖ αὐλητρίας καὶ τὰ πορνεῖα καὶ τοὺς αὐλοῦντας καὶ ᾄδοντας καὶ ὀρχουμένους , ταῦτα πάντα δεινὰ ὄντα
καλαμαυλήτην εἴπατε χαῖρε Θέων . ὥσπερ οὖν τοὺς τῷ καλάμῳ αὐλοῦντας καλαμαύλας λέγουσι νῦν , οὕτω καὶ ῥαππαύλας , ὥς
5331731 κἀντε
εἴ τὲ : ἀλλαχοῦ : κεἴτε δημοσίᾳ : ἀλλαχοῦ : κἄντε δημοσίᾳ τίθεμεν . τίθεμεν . , . . ἀλλαχοῦ
ἑξηκοστῶν νβ κ , ἀφαιρεθείσης δηλονότι τῆς ἡλίου παραλλάξεως : κἄντε τὸν ἥλιον κατὰ τὸ Α ὡς αὐτὸς ὑπέθετο μὴ
5323393 ἀγορασῃς
τό . ⌈ πρίῃ . [ πρίω ] ] ⌈ ἀγοράσῃς . [ ἀγόρασον ] , ἢ “ σχίζε ”
καὶ ὁ ἀγαλματογλύφος ἔφη : „ ἀλλ ' ἐὰν τούτους ἀγοράσῃς , τοῦτόν σοι προσθήκην δώσω . ” πρὸς ἄνδρα
5316816 Δελφικα
κεφαλῆς χρυσοῦν καὶ ἀμύκλας ἐν τοῖς ποσὶ χαλκᾶς καὶ στέμματα Δελφικὰ ἐν ταῖς χερσὶν ἐπήιει τὰς πόλεις , δόξαν περὶ
πρεσβύτατος τῶν Ἠμαθίωνος παίδων , καθὰ Μελισσεύς φησιν ὁ τὰ Δελφικὰ συνταξάμενος . Ἑλικὼν δὲ καὶ Κιθαιρὼν ἀπὸ Ἑλικῶνος καὶ
5312943 ἐνθυμηθητι
] γρ . δ ' οὖν . μέμνης ' ] ἐνθυμήθητι , ἐνθυμοῦ . τελευταῖος τῶν τριμέτρων ἰάμβων . δυνήσεται
πτερὰ τῶν λόγων εἰκῆ παρελθέτω , ἀλλ ' ἐκεῖνό μοι ἐνθυμήθητι , ὡς εἰ καθ ' ἕνα τόπον ἐχρῆν ἱδρύεσθαι
5305779 Ἀκαδημεια
ἐγγραφῇ , κοσμητὴς καὶ φόβος χειρῶν , ἔπειτα Λύκειον καὶ Ἀκαδήμεια καὶ γυμνασιαρχία καὶ ῥάβδοι καὶ κακῶν ἀμετρίαι : καὶ
τόπου τὸ ὄνομα , φέρε εἰπεῖν ὅτι καλεῖται Λύκειον ἢ Ἀκαδήμεια , μηθὲν διαφέρειν . τίνος οὖν χάριν ταῦτα παυόμενος
5299057 διεβιβαζον
καὶ ἡ σκοτοδινία . διατρίβειν : ἐγχρονίζειν . διεβίβασκον : διεβίβαζον . διαμπερές : διαμπάξ . δακρυῶδες ἕλκος : τὸ
πρὸς πολιορκίαν ἐπιτήδεια . ἔνιοι δὲ μετὰ ὀλίγης παρασκευῆς καὶ διεβίβαζον : περιττὸς ὁ καί σύνδεσμος λόχων : λόχοι Λακεδαιμονίων
5292382 Ἀγωμεν
ταῦτα λαλῆσαι αὐτὸν μετ ' ἐμοῦ , λέγει μοι : Ἄγωμεν εἰς ἀγρόν , καὶ δείξω σοι τοὺς ποιμένας τῶν
εἰς τὸν τόπον οὗ κεκαθίκαμεν , καὶ λέγει μοι : Ἄγωμεν παρὰ τὸν πύργον : ὁ γὰρ αὐθέντης τοῦ πύργου
5291720 σκοποιτο
θεωρηθείη , εἴ τις αὐτὸν πρὸς αὑτὸν τὸν ἄνθρωπον παραβάλλων σκοποῖτο ὁποτέρα τῶν ἕξεων βελτίων , πότερον ὅταν τύχῃ νοσῶν
ἄνδρας , πάντα δι ' ὧν τὸν αἰῶνα διεξελήλυθε , σκοποῖτο δ ' αὐτὴν , ὥσπερ τὰς νῦν φρονούσας ἐφ
5289535 ἐχωρεε
καὶ ὕπνος οὐκ ἐπῄει . Τῇ δ ' ὑστεραίῃ , ἐχώρεε πολλὸν , ὕστερον αἷμα , καὶ ἔθανεν . Τῷ
. Ὁ δὲ , ὡς ταῦτα ἤκουσε , εἴπας τοσόνδε ἐχώρεε ἔξω : Δέσποτα , οὐ δή κώ με ἀπώλεσας
5284007 προστιθεντι
τὸ λείωμα καὶ προσβαλὼν ἐν τῷ οἴνῳ καὶ ᾧ κηρωτὴν προστιθέντι . ἄλλο . ποίει κηρωτὴν ἐκ κύπου καὶ τοῦ
ἢ διαλεκτικὴν συνουσίαν ἀποπληροῦν οὕτω καὶ τὸ οὐκ ἄνθρωπός σοι προστιθέντι καιρὸς ἀκούειν ὅτι περιεργοτέρα γέγονεν ἡ ἀπόκρισις ἢ διαλεκτικωτέρα
5250648 Νεοκλειδης
. . δεόμενοι : Χρῄζοντες . . εἷς μέν γε Νεοκλείδης : εἰς ῥήτορα καὶ τὰ δημόσια κλέπτοντα καὶ ξένον
βραχέα ποιεῖ ? [ κυρίως ] # , ὡς λέγει Νεοκλείδης ? [ ] : ” βραχέα σοφῷ [ τύχη
5237664 μαρτυρομενον
δὲ συνεισπεσόντες ἦγον αὐτὸν βίᾳ , βοῶντα καὶ κεκραγότα καὶ μαρτυρόμενον . συνδραμόντων δὲ ἀνθρώπων πολλῶν καὶ ἀγανακτούντων τῷ πράγματι
τῶν τριχῶν σύρουσα τὰς χεῖρας ὀρέγοντα εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ μαρτυρόμενον τοὺς θεούς . ἡγεῖται δὲ ἀνὴρ ὠχρὸς καὶ ἄμορφος
5235063 καταλιμπανω
φησί , καὶ δεδιῴκηται πάλαι : τοὺς διθυράμβους σὺν θεοῖς καταλιμπάνω ἠνδρωμένους καὶ πάντας ἐστεφανωμένους : οὓς ἀνατίθημι ταῖς ἐμαυτοῦ
τί μᾶλλον ἠθέλησεν εἰπεῖν . Λέοντι πάντα ἢ Πανταλέοντι τἀμαυτοῦ καταλιμπάνω . εἶτα καὶ τὴν ὕλην ταῖς ἐμπιπτούσαις ἀντιθέσεσιν .
5233234 ἀνεδιδασκεν
ἀπορρήτῳ , Ἀριστομένην δὲ πρός τε τὸν ἐρινεὸν ἤγαγε καὶ ἀνεδίδασκεν ὡς τῆς σωτηρίας ἐξήκοι σφίσιν ὁ χρόνος . Ἀριστομένης
προκαλούμενον . ὁ δ ' ἐξ αὐτοῦ μάλιστα τοῦδε αὐτοὺς ἀνεδίδασκεν , ὅτι Καίσαρι μὲν τοῦτ ' ἐξ ἀπορίας ἀναγκαῖον
5226328 ἀπεκαλυφθη
ἀνακαίνωσις τῶν πνευμάτων ὑμῶν . ἀλλ ' οὐ σοὶ μόνῳ ἀπεκαλύφθη , ἀλλ ' ἵνα πᾶσιν δηλώσεις αὐτά . μετὰ
καὶ πέντε ἡμέρας νηστεύσαντός μου καὶ πολλὰ ἐρωτήσαντος τὸν κύριον ἀπεκαλύφθη μοι ἡ γνῶσις τῆς γραφῆς . ἦν δὲ γεγραμμένα
5203802 ἀποκαλυφθηναι
! ! ! ! τοῦτο ] ? τὸ μυστήριον [ ἀποκαλυφθῆναι ] ? [ . ! ! ! ἀγαθὸς ]
ἀντίφρασιν ἀντὶ τοῦ ἐκεράσατε , μᾶλλον ἐμεθύσατε . διεκρανώσατε : ἀποκαλυφθῆναι ἐποιήσατε . ᾦξαν καὶ θύρας , ἀπὸ δὲ κρήδεμνον
5194961 ἀπεκτονε
ἢ πρὸς τὸ ἀπέπνευσε . Ζαμενὴς δὲ ἡ μανικωτάτη : ἀπέκτονε γὰρ τοὺς αὑτῆς παῖδας καὶ τὸν ἀδελφὸν ἄψαρτον .
Νεμέας , Ἀφέσας τις ὤν Θεσσαλίας . . . . ἀπέκτονε : κτείνω κτενῶ , ὁ μέσος παρακείμενος ἔκτονα καὶ
5189658 γους
γίνεται κατὰ κρᾶσιν τῶν δύο οο εἰς τὴν ου δίφθογγον γοῦς καὶ θοῦς . Καὶ περὶ μὲν τοῦ γόος ἔστιν
⌊ . [ νεκρῶν ] ? ! [ [ ] γοῦς ὑπ [ [ ] αφρόνω [ [ ] !
5184407 σαω
τι κακῷ νόῳ ἀντιβολήσαις , ἀλλὰ σάω μὲν ταῦτα , σάω δ ' ἐμέ : σοὶ γὰρ ἐγώ γε εὔχομαι
γενναία , μὴ ἀποκάμῃς , ἀλλ ' ἐπάμυνε τάχιστα , σάω δ ' ἐρίηρας ἑταίρους : οὔτοι κακῶς σοι κείσεται
5184275 διελκειν
ἀπόσχῃ , μὴ ἀφῇς . μωλύειν : τὸ ἐκλύειν καὶ διέλκειν καὶ μαραίνειν . καὶ μωλύον κρέας λέγεται τὸ ἠρέμα
καὶ τὴν δύναμιν μεγάλην ἔχειν , τὸ μέντοι στόμα μὴ διέλκειν : ὃ ποιεῖν τοὺς πολλὰ μὲν λαλοῦντας , ἀδύνατα
5156051 τεμαχια
τῷ μὴ τὰ τῶν λίθων σημεῖα φαίνεσθαι , καὶ τῷ τεμάχιά τινα τοῦ ἐνοχλοῦντος χυμοῦ ἐν ταῖς ἀμίσιν ἐφιζάνοντα φαίνεσθαι
ᾧ τὸν Ἀλέξανδρόν φασιν ἀναβοῆσαι : ” ὦ Ἡρώδη , τεμάχιά σου ἐσμὲν οἱ σοφισταὶ πάντες , „ καὶ τὸν
5143066 εὐφρανει
καὶ ὃς μηδαμῶς , εἶπεν , οὐ γὰρ οὕτως ἐμὲ εὐφρανεῖ ὡς σὲ λυπήσει . ὥσπερ γὰρ ἦν ἐρωτικὸς ὁ
ἄτακτος . ἀπὸ τοῦ κρούειν τὰς χεῖρας . Γέρων ἐρινὸς εὐφρανεῖ τοὺς γείτονας : ὁ λόγος ἐπὶ γεγαμηκότος γέροντος .
5133654 ἐλυμηνατο
αὐτοὺς ἐξημάρτανεν : αἰεὶ δὲ προβαίνων τῇ παρανομίᾳ εἰς τέλος ἐλυμήνατο τὰ κατὰ τὴν Ἤπειρον . οὐ γὰρ διέλειπεν αἰτίας
ἐκπεπυρωμένον , ἡ δὲ τοῦ οὔρου δριμύτης τὴν ὄσφρησιν ἂν ἐλυμήνατο ” . καὶ ὁ Αἴσωπος : „ βάδιζε ,
5131062 οἰκιη
οὐκ ἐπιτέτραπται ; ὅτι , ἔφην , ἢ ἀγροὶ ἢ οἰκίη ἢ τέκνα ἢ δάνεια ἢ νοῦσοι ἢ θάνατοι ἢ
ἀλλ ' ἐκ μέσου κατῆστο . Καὶ νῦν αὕτη ἡ οἰκίη διατελέει μούνη ἐλευθέρη ἐοῦσα Περσέων καὶ ἄρχεται τοσαῦτα ὅσα
5124720 ἀκριβουντας
ἔφη : τοὺς γάρ τοι ῥαψῳδοὺς οἶδα τὰ μὲν ἔπη ἀκριβοῦντας , αὐτοὺς δὲ πάνυ ἠλιθίους ὄντας . καὶ ὁ
αὐτὸν εἶναι ὑποκείμενον ὅρον καὶ τὸν αὐτὸν κατηγορούμενον , τοὺς ἀκριβοῦντας ταῦτα διορισμοὺς προχείρους ἡμᾶς ἔχειν βουλόμενος προσέθηκε μὴ ὁμωνύμως
5122086 κεραμευουσι
εἰς τὸν κάνθαρον . Ἐπιγένης Ἡρωίνῃ : ἀλλ ' οὐδὲ κεραμεύουσι νῦν τοὺς κανθάρους , ὦ τάλαν , ἐκείνους τοὺς
ζʹ σοφῶν ἀπέλιπε . τὸ δὲ Νέστορος ποτήριον πολλοὶ καὶ κεραμεύουσι : πλεῖστοι γὰρ περὶ αὐτοῦ συνεγράψαντο . καὶ θεοφιλὲς
5119451 ἐκηρυττεν
ὧν ἡ φήμη τὰς ἀφορμὰς λαμβάνουσα λαμπρὸν τὸ περὶ αὐτῆς ἐκήρυττεν ὄνομα , ἓν δὲ τοῦτο πρῶτον καὶ ἰδιαίτατον διεδείκνυτο
. Ὅτι Αὐτοφραδάτης πάντας τοὺς συμμισθοφόρους ἐξαγαγεῖν βουλόμενος ἐπὶ μάχην ἐκήρυττεν , ὡς ἕνεκα ἀριθμοῦ ποιοῖτο τὴν ἔξοδον . ἐκ
5114633 πονηρε
τις αὐτῷ ταῦτα συγγράφοντι παραστὰς εἴποι : Τί , ὧ πονηρὲ , ἐνοχλεῖς σεαυτῷ ταῦτα συγγράφων καὶ ἃ μὴ οἶσθα
καταρᾶται , καὶ τῶν κακῶν ὁ κίνδυνός σε κοσμεῖ , πονηρὲ καὶ καλέ . ὀκνῶ , δέσποτα , λέγειν ,
5112176 συντριψω
τοῦ πότου παύσειε , τοῦ λίαν πότου ; ἐγᾦδα . συντρίψω γὰρ αὐτοῦ τοὺς χόας , καὶ τοὺς καδίσκους συγκεραυνώσω
φαῦλον ὑποκριτὴν ἴσως τῶν τοιούτων καὶ τηλικούτων , μὴ καὶ συντρίψω που πεσὼν τὸν ἥρωα ὃν ὑποκρίνομαι . Φαίη τοιγαροῦν
5103599 θορυβουμενους
εἶεν ἠρώτα καὶ ἐπεὶ πύθοιτο ἐπῄνει : εἰ δέ τινας θορυβουμένους αἴσθοιτο , τὸ αἴτιον τούτου σκοπῶν κατασβεννύναι τὴν ταραχὴν
εἶπον τοίνυν ὅτι τοὺς μὲν ὡς ὑπαρχόντων Θηβαίων Φιλίππῳ λίαν θορυβουμένους ἀγνοεῖν τὰ παρόντα πράγμαθ ' ἡγοῦμαι : εὖ γὰρ
5102062 μυχιον
δὲ πονήρως ἔχων : ὑπέστενε γοῦν καὶ ὑπέβηττε καὶ ἐχρέμπτετο μύχιόν τι καὶ δυσπρόσοδον , ὠχρὸς ὅλος ὢν καὶ διῳδηκώς
πόσα κατέφαγεν ἀεὶ τεθνήξεσθαι δοκῶν καὶ ὁπότε εἰσίοιμι ὑποστένων καὶ μύχιόν τι καθάπερ ἐξ ᾠοῦ νεοττὸς ἀτελὴς ὑποκρώζων ὥστ '
5098931 ἀποκτεινειε
ἐναντίον Ἀθηναίων ἁπάντων [ ἐν τῷ δήμῳ ] ἀπογράψας τινὰς ἀποκτείνειε [ καὶ αἴτιος γένοιτο τοῦ θανάτου ] ; οὐ
ἔλεγε τὸν μὲν Κύρου Σμέρδιν ὡς αὐτὸς ὑπὸ Καμβύσεω ἀναγκαζόμενος ἀποκτείνειε , τοὺς μάγους δὲ βασιλεύειν . Πέρσῃσι δὲ πολλὰ
5098652 ζωγραφους
ἕνεκα ἀργύριον , τοὺς δὲ δημιουργοὺς αὐτοῦ τούτου , τοὺς ζωγράφους , ἀτιμάζοι τε καὶ μὴ βούλοιτο παρ ' αὐτῶν
' ἦν [ ἡ Λαὶς ] καλὴ ὡς καὶ τοὺς ζωγράφους ἐρχομένους πρὸς αὐτὴν ἀπομιμεῖσθαι τῆς γυναικὸς τοὺς μαστοὺς καὶ
5096171 ἐστρατευμενους
τῆς βουλῆς φρονοῦντι , εἰδότες μὲν καὶ τούσδε Γαΐῳ Καίσαρι ἐστρατευμένους καὶ τὰ ἐκείνου πάντα ὑπονοοῦντες : ἡ δὲ ἀπορία
τὴν τυραννίδα ὁμοίως , τὸν δὲ δῆμον ὑφορώμενοι καὶ τοὺς ἐστρατευμένους τῷ Καίσαρι πολλοὺς ἐν τῇ πόλει τότε παρόντας ,
5090386 ἀναπολειν
περὶ τοῦ Νεοπτολέμου : τί οὖν ἔτι μέλλω τὰ αὐτὰ ἀναπολεῖν ; ἀπορεῖν γάρ ἐστι λόγων τὸ ἀναπολεῖν τὰ αὐτὰ
μέλλω τὰ αὐτὰ ἀναπολεῖν ; ἀπορεῖν γάρ ἐστι λόγων τὸ ἀναπολεῖν τὰ αὐτὰ ὥσπερ παισὶ νηπίοις [ τοῖς τέκνοις ]
5089359 βουλευομενους
καθάπερ πρὸς Νικάνορα : εἰ δὲ μή , τοὺς ἐπιτρόπους βουλευομένους μετ ' Ἀντιπάτρου καὶ περὶ τῆς παιδὸς καὶ περὶ
πολλῷ φόβῳ διάγων . εἰ οὖν ὁρῴην ὑμᾶς σωτήριόν τι βουλευομένους , ἔλθοιμι ἂν πρὸς ὑμᾶς καὶ τοὺς θεράποντας πάντας
5076486 κεκτησεται
ὄνομα ποτηρίου . Κρατῖνος : οὐδ ' ὀξύβαφον οἰνηρὸν ἔτι κεκτήσεται . Ἀντιφάνης δὲ εἶδος κύλικος μικρᾶς κεραμέας αὐτὸ παρίστησιν
ὀξύγαρον γὰρ * * * : ” ὀξύγαρον οἰνηρὸν ἔτι κεκτήσεται ” . ὀξύβαφον , οὐχὶ ὀξόβαφον . ὀξύβαφον ,
5076347 Ὁρατε
νὴ Δί ' ἐστὶ δῆτα . Τίς κἀστίν ποτε ; Ὁρᾶτε . Γιγνώσκει τις ὑμῶν ; Νὴ Δία ἔγωγε :
ὧν οὐδενὸς αὐτοὶ δοῦναι δίκην δίκαιον ἂν εἶναι φήσαιτε . Ὁρᾶτε δὲ κἀκεῖν ' , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , ὅτι
5071506 ἠπιστηθη
πρᾶγμα γενόμενον καὶ θαυμαστὰ ἂν ἐργασάμενον , εἴ τις ἄρα ἠπιστήθη καλῶς αὐτῷ χρῆσθαι κατά τινα τρόπον , τὸ δὲ
δηλῶσαι ὅλῳ τῷ ὀνόματι οὗ ἐβούλετο ὁ νομοθέτης : οὕτως ἠπιστήθη καλῶς θέσθαι τοῖς γράμμασι τὰ ὀνόματα . Ἀληθῆ μοι
5068020 οὑν
. πότερα τῶν ζῴων φρονιμώτερα . . . ὁ μὲν οὗν Κλεάνθης ἔλεγε , καίπερ οὐ φάσκων μετέχειν λόγου τὰ
κόσμος κυκλεῖται τῶν ζωογονουμένων καὶ φυομένων ἁπάντων . Ἡσίοδος μὲν οὗν οὕτως περὶ αὐτῆς λέγει ; πρῶτον ἕνη τετράς τε
5062485 ὑπεναντιους
τις ἀντιστρατοπεδευόντων πολεμίων τὰς μεγίστας σκηνὰς προστήσῃ καὶ ἀπατήσῃ τοὺς ὑπεναντίους , ὡς χάρακα βάλλοι , ἵνα κἀκεῖνοι τὰ ὅμοια
: ἐλπίζω μακρῶς καὶ δυνατῶς ἀκοντίσας παρελθεῖν καὶ νικῆσαι τοὺς ὑπεναντίους . εἰ γὰρ ὁ πᾶς χρόνος : τὸ εἴ
5055491 λανθανοντα
καὶ τοῦτο προτέτακται , ἕπεται μέντοι καὶ τὰ ἄλλα δυνάμει λανθάνοντα καὶ ἔστι πάντα ἐν τῷ μέρει . Καὶ ἴσως
Δημήτριος . λέγεται δ ' ὅτι καὶ τὰ Θουκυδίδου βιβλία λανθάνοντα ὑφελέσθαι δυνάμενος αὐτὸς εἰς δόξαν ἤγαγεν . ἐκαλεῖτο δὲ
5053701 περιεφερεν
θειοτέρας μοίρας τετυχηκέναι . ταύτην τὴν ὑπόληψιν ἐνσφραγισάμενος τῇ διανοίᾳ περιέφερεν ὁ ἠλίθιος ἐν ἑαυτῷ μυθικὸν πλάσμα ὡς ἀψευδεστάτην ἀλήθειαν
καὶ τὸν ἐκείνου τρόπον καὶ τοὺς ἐκείνου λόγους καὶ ὅσην περιέφερεν ἐν ἑαυτῷ παιδείαν . οὗτος τοίνυν θρηνῶν ἔτι μετ
5053315 ἀθεατα
ὑπὲρ γῆς ἡλίου , καὶ ἐπεῖδεν ἥλιος ἐν Ῥόδῳ τὰ ἀθέατα θεάματα ἑαυτῷ . καὶ Ὅμηρος μὲν πλοῦτον ἔφη καταχέαι
τούτῳ γὰρ ἐπιτέτραπται δι ' ἔτους ἅπαξ εἰσιόντι ἐπισκοπεῖν τὰ ἀθέατα ἄλλοις , ἐπειδὴ καὶ ἐξ ἁπάντων μόνῳ ὁ τῶν
5047859 θεσμοθετης
τοῦ ἀπολογουμένου ῥάβδον κατέχει παρεστὼς ὁ κῆρυξ ἢ ⌈ ὁ θεσμοθέτης καὶ Γ τοῦτο ἐπιτίθησιν ἐπὶ τοὺς καταψηφισθέντας , Γ
τοῦ δικαστηρίου ὡς βραδέως ἥκοντα . θεσμοθέτης : ὅτι καὶ θεσμοθέτης παρετύγχανε καὶ ἔβλεπε τὰ δικαστήρια . Γ θεσμοθέτης ]
5034912 τελουμενους
ἕνεκα τῶν πρὸς αὐτὰς φίλτρων ἀλογοῦντας μὲν τῶν πατρίων , τελουμένους δὲ τὰς μυθικὰς τελετάς , ἕνα τὸν ἔξαρχον καὶ
καὶ καρποὺς τοὺς αὐτοὺς σιτουμένους , καὶ μυστήρια τὰ αὐτὰ τελουμένους : οὓς περιβάλλει τεῖχος ἓν καὶ πόλις μία ,
5034441 ἐπανηλθομεν
γὰρ χρόνον ἦμεν ἐν τῇ Κυζίκῳ καὶ μετὰ τοῦτο ὡς ἐπανήλθομεν , ἓξ μῆνας ἑξῆς τοὺς ἅπαντας ἐρρωμενέστατα ἐμαυτοῦ διετέθην
καὶ ἵππων ποταμίων . Ὅθεν δὴ πάλιν ἀποστρέψαντες εἰς Κέρνην ἐπανήλθομεν . Ἐκεῖθεν δὲ ἐπὶ μεσημβρίαν ἐπλεύσαμεν δώδεκα ἡμέρας ,
5023697 πιομενοι
. ὡσπερεὶ αὐτὰ τὰ ποτήρι ' , οὐ τὸν οἶνον πιόμενοι . Σωσικράτης Φιλαδέλφοις : λεπτὴ δὲ κυρτοῖς ἐγγελῶσα κύμασιν
ἴασιν : οὐκ ἔδει δέ , ἀλλ ' εἰς κρήνην πιόμενοι πορεύονται . . περιστένεται δέ τε γαστήρ : ἡ
5021040 ἐδοκιμασεν
φασι Παρμενίδην . Πυθαγόρας δὲ τῶν ὀσπρίων μάλιστα τὸν κύαμον ἐδοκίμασεν . λειάντικόν τε γὰρ εἶναι καὶ διαχωρητικόν , διὸ
ἀναγραφὰς ἢ κατὰ χρόνους εὐπαρακολουθήτους ἐκεῖνος οὐδετέραν τούτων τῶν διαιρέσεων ἐδοκίμασεν . οὔτε γὰρ τοῖς τόποις , ἐν οἷς αἱ
5016503 νεικειεσκε
Ἀχιλῆι μάλιστ ' ἦν ἠδ ' Ὀδυσῆι : τοὺς γὰρ νεικείεσκε . τότ ' αὖτ ' Ἀγαμέμνονι δίῳ ὀξέα κεκληγὼς
Ἀχιλῆι μάλιστ ' ἦν ἠδ ' Ὀδυσῆι . τὼ γὰρ νεικείεσκε : τότ ' αὖ Ἀγαμέμνονι δίῳ ὀξέα κεκληγὼς λέγ
5015681 ὁλουϲ
ὅπωϲ μὴ μόνον τοὺϲ χυλοὺϲ αὐτῶν λαμβάνοιϲ , ἀλλ ' ὅλουϲ τοὺϲ ὄγκουϲ καταπίνειν : μὴ τοί - νυν μηδὲ
πυέλουϲ γὰρ τοῦ ἐλαίου θερμοῦ πληροῦντεϲ , οὕτωϲ ἐμβιβάζουϲιν αὐταῖϲ ὅλουϲ τοὺϲ ἀρθριτικοὺϲ ἐνδιατρίβειν χρόνῳ ϲυχνῷ κελεύοντεϲ . διαφορητικώτατον δὲ
5012738 ἐξηπατα
, ὡς ἦν ἀλαζὼν καὶ φέναξ οἵοις τε τοὺς θεατὰς ἐξηπάτα μώρους λαβὼν παρὰ Φρυνίχῳ τραφέντας . Πρώτιστα μὲν γὰρ
. τούτῳ γὰρ δὴ καὶ μάλα τις πειθήνιος ἐγίνετο : ἐξηπάτα γὰρ ἡμᾶς τούτοις τοῖς λόγοις , οἶμαι , ἵνα
5011544 συναιρει
, ἐπλέετο : Ἰακὰ ταῦτα . ἡ δὲ Ἀττικὴ συνήθεια συναιρεῖ , ἐδεῖτο ἐπλεῖτο . Ἐξαλλάξαι : τὸ τέρψαι καὶ
καὶ πολλὰς ζωὰς καὶ δυνάμεις τῆς ψυχῆς ἐπὶ τὸ ἓν συναιρεῖ καὶ ἀνάγει , ἵνα μᾶλλον σῴζηται καὶ συνέχηται .
5011360 κλεπτοντας
ἑαυτῷ τοιοῦτόν τι διαπεπραγμένῳ : ὥσπερ οὐ πάντας καὶ τοὺς κλέπτοντας καὶ ἱεροσυλοῦντας τούτῳ τῷ τεκμηρίῳ χρωμένους . οὐ γὰρ
μὴ καλῶς ὑπηρετοῦντα . κἀκεῖνοι οὖν τοὺς ἁλισκομένους ὡς κακῶς κλέπτοντας τιμωροῦνται . [ καὶ ὡς πλείστους δὴ ἁρπάσαι τυροὺς
5011322 ἐπηρας
, σεμνός τις ἐγένου καὶ τὰς ὀφρῦς ὑπὲρ τοὺς κροτάφους ἐπῆρας . εἶτα σχῆμα ἔχων καὶ βιβλίδιον μετὰ χεῖρας εἰς
κἀξ οἴνου βότρυς , καὶ μυελόν . Εἰκῆ μ ' ἐπῆρας ὄντα τηλικουτονί πολλοῖς ἐμαυτὸν ἐγκυλῖσαι πράγμασιν . ἐγὼ γὰρ
5011209 συμβουλευσας
αὐτὸ ἀναγαγὼν ἐνδοξότερον αὐτὸ ἐποίησε καὶ λαμπρὸν οὐχ ἥμαρτον ταῦτα συμβουλεύσας , οὔ , μὰ τοὺς ἐν Μαραθῶνι προκινδυνεύσαντας καὶ
, συναγαγὼν τὸν λαὸν αὐτοῦ , διελάλησε τοῖς Γαλάταις , συμβουλεύσας αὐτοῖς ἑαυτὸν καὶ τοὺς τραυματίας ἅπαντας ἀποκτεῖναι καὶ τὰς
5011143 εὐχωλῃς
τιμή τε βίη τε . καὶ μὲν τοὺς θυέεσσι καὶ εὐχωλῇς ἀγανῇσι λοιβῇ τε κνίσῃ τε παρατρωπῶς ' ἄνθρωποι λισσόμενοι
ἔτι χρείαν ἑκατόμβης ἔχει ; καὶ τοὺς μὲν θυσίῃσι καὶ εὐχωλῇς ἀγανῇσι λοιβῇ τε κνίσῃ τε παρατρωπῶς ' ἄνθρωποι ,
5005555 ἀγροικως
ἀμφιβάλλου σφυροῖς : οὐ καθήσεις , τάλαν , μηδ ' ἀγροίκως ἄνω γόνατος ἀμφέξει ; Ἕρμιππος δέ φησι Θεόκριτον τὸν
βουκόλος ὢν ἐθέλεις με κύσαι , τάλαν ; οὐ μεμάθηκα ἀγροίκως φιλέειν , ἀλλ ' ἀστικὰ χείλεα θλίβειν . μὴ
4983449 ἀνερωτων
λόγοι , τοῦ μηδενὸς ἄξιον ὄντα ἤλεγξε τὰ πολιτικὰ , ἀνερωτῶν ἅπαντα ἐκεῖνα ἃ ἤρετο , ὅτε ταῦτ ' ἐλήλεγκτο
νῦν λεγόμενα . Τίνα λέγεις ; Εἰς ἀπορίαν ἐμβάλλων καὶ ἀνερωτῶν ὧν μὴ δυναίμεθ ' ἂν ἱκανὴν ἀπόκρισιν ἐν τῷ
4973327 κατησθιε
: ἥτις αἰνίγματα ἔλεγε καὶ τὸν μὴ ἰσχύοντα λῦσαι αὐτὰ κατήσθιε . προέκειτο δὲ τότε παρὰ τῶν Θηβαίων τῷ εὑρόντι
οἷον ἡ ὀλολυγὴ καὶ ὁ μυκηθμός , καὶ τοὺς ἐλεεινὰ κατήσθιε τετριγῶτας . Μετωνυμία ἐστὶ μέρος λόγου ἐφ ' ἑτέρου
4973324 σπαργαν
γὰρ τὸν αὐτὸν χῶρον ἐκλιπὼν ἐμοὶ οὕφις ἐπ ' ἀμὰ σπάργαν ' † ἠπλείζετο , καὶ μαστὸν ἀμφέχασκ ' ἐμὸν
λέγεις ἐτήτυμα . παρθένια δ ' † ἐμᾶς ματέρος † σπάργαν ' ἀμφίβολά σοι τάδ ' ἀνῆψα κερκίδος ἐμᾶς πλάνους
4971348 ἐταραττεν
οὐδὲν ἀδικήσεται . παρεφρόνει τις χειροτέχνης καὶ τοὺς μὲν πόρρωθεν ἐτάραττεν , ἔστι δ ' ὧν καὶ ἥπτετο , χαλεπώτατος
, ὅσας δύναιντο προσαγαγέσθαι : ὃ καὶ μάλιστα τοὺς Ἕλληνας ἐτάραττεν , ἡδομένους μὲν τῷ Περσεῖ , φιλέλληνι ὄντι ,
4970864 συνηναγκασε
τινα ἐπιβουλὴν μηχανήσηται , φθάσας αὐτὸν συνέλαβε καὶ πιεῖν κώνιον συνηνάγκασε . τοὺς δὲ συνηκολουθηκότας στρατιώτας ἐπαγγελίαις δημαγωγήσας κατέμιξε τοῖς
νικήσας , καὶ τοὺς μὲν ἀνελὼν τοὺς δὲ διώξας , συνηνάγκασε τὸν Διονύσιον γυμνὸν διανήξασθαι τὸ ῥεῖθρον τοῦ ποταμοῦ καὶ
4968381 κρινα
: τῷ δὲ ἱματίῳ ζῴδιά τε καὶ τῶν ἀνθῶν τὰ κρίνα ἐστὶν ἐμπεποιημένα . ὁ δὲ θρόνος ποικίλος μὲν χρυσῷ
εὐψόφως ἐπικρουσθείη . ἀλλὰ τὰ μέν : ἐν θέρει τὰ κρίνα , ἐν χειμῶνι αἱ μήκωνες καὶ τὰ πλαταγώνια αὐτῶν
4963125 ἐρηται
' ἢ θυγατέρα ἢ μητέρα , ἀποψηφισάμενος ταύτης , ἐπειδὰν ἔρηται ὑμᾶς ποῦ ἦτε ; καὶ εἴπητε ὅτι ἐδικάζομεν ;
φιλίας καὶ ὁμονοίας , μαχόμεθα . κἄν τις ὑμᾶς ἐπιστὰς ἔρηται , Τί δὲ ὑμᾶς οἱ Νικαεῖς ἀδικοῦσιν ; οὐδὲν
4960806 Κατελιπε
γὰρ αὐτὸν ὀμνύειν ἀντὶ τῶν Νυμφῶν τὰς αἶγας ἐκέλευον ; Κατέλιπε ταύτας ὡς καὶ Χλόην . Οὐδὲ θύων ταῖς Νύμφαις
ὡς ἐκεῖνος ταῦτα ὀρθῶς καὶ κατὰ τοὺς νόμους ἔπραξε . Κατέλιπε γὰρ Εὔπολις θυγατέρας δύο , ταύτην τε ἣ νῦν
4960711 ἑλξειν
μόνοις συνδεῖται . ἔχει δ ' ὕλας οἰκείας , ἃς ἕλξειν ἤμελλε παρὰ τῆς μήτρας , αἷμα καὶ πνεῦμα διὰ
διωλόμεσθ ' : ἄεπτ ' , ἄναξ , πάσχομεν . ἕλξειν ἔοιχ ' ὑμᾶς ἐπισπάσας κόμης , ἐπεὶ οὐκ ἀκούετ
4959965 ἑωρακεν
δὲ τὴν μὲν τόλμαν εἴργασται , τὸ δὲ ἔργον οὐχ ἑώρακεν , πλὴν ἐπὶ τῆς ἀσπίδος τῆς Γοργόνος τὴν εἰκόνα
: ἀναίσχυντά ἐστιν , ἀλλὰ καὶ κρύπτειν οὐδὲν δυνάμενα ὧν ἑώρακεν ἅπαξ . οὐκ ἀφέστηκεν οὖν μου τῆς ψυχῆς λέγοντα
4957956 δεδοκται
δεικνύναι τεκμήριον ἐμφανὲς ἅμα τοῖς λόγοις . νῦν οὖν ἐπεὶ δέδοκταί σοι τοὺς νεανίσκους δεῦρο κομίσαι χαίρω τε , καὶ
κύβον , ἀλλ ' οὐδὲν ἧττον ἀναρρίπτω καὶ τολμῶ καὶ δέδοκταί μοι , κἀμὲ μήτε Λέαγρος οὑμὸς ἑταῖρος ἐπισχεῖν θελήσει
4955496 ὠτακουστας
ὧν πάντα ὁ βασιλεὺς ἐπισκοπεῖ : ὡς βασιλέως ὦτα τοὺς ὠτακουστάς , δι ' ὧν ἀκούει τὰ πραττόμενα ἑκάστῳ πανταχοῦ
οἷάπερ ὄνος . τὸ δὲ ἀληθές , ὅτι πολλοὺς εἶχεν ὠτακουστάς , ὡς πάντ ' ἔχειν γινώσκειν τὰ ἐν τῇ
4954483 Σικελικα
ταῦτα προσετίθην ἀκηκοώς , ἱμάτια ποικίλ ' εἰ λέγοι τις Σικελικά . σκεύη μὲν οὖν καὶ κτήματ ' ᾠόμην φέρειν
ταῦτα προσετίθην ἀκηκοώς , ἱμάτια ποικίλ ' εἰ λέγοι τις Σικελικά . σκεύη μὲν οὖν καὶ κτήματ ' ᾠόμην φέρειν
4941720 ἀπεκριθη
ἠρώτησα λέγων Τί ἐστιν τὸ μὴ ἔχον ἀνάπαυσιν ; τότε ἀπεκρίθη μοι Ῥαγουήλ ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃς μετ
ψηλαφᾶν καὶ ἐξετάζειν , ποῖα μᾶλλον μέρη αὐτοῦ ἐπόνουν . ἀπεκρίθη ὁ ὄνος : „ ἃ σὺ θιγγάνεις . „
4938307 ἐτερατευσατο
λίαν , ἢ οὐ κράζοντες : περὶ ὧν Ἡσίοδος πρῶτος ἐτερατεύσατο . φύλαξαι δὲ καὶ τὸν μουνῶπα στρατὸν , ἤτοι
μεταβολάς , οἷς πολλὰ ἐκεῖνος πρὸς ἰδιώτας ἀνθρώπους τοὺς Φαίακας ἐτερατεύσατο . τούτοις οὖν ἐντυχὼν ἅπασιν , τοῦ ψεύσασθαι μὲν
4937920 ἀριστᾳ
ἀνενδοίαστόν ἐστιν , ἐπεὶ καὶ τῷ περιπατεῖ καὶ ζῇ καὶ ἀριστᾷ καὶ τοῖς ὁμοίοις , αὐτοτελέσιν οὖσιν , προστίθεται ἔσθ
καὶ ὑπερμεθυσθέντες ἀπέρχονται . τὰ δὲ πλεῖστα ὁ βασιλεὺς μόνος ἀριστᾷ καὶ δειπνεῖ . ἐνίοτε δὲ καὶ ἡ γυνὴ αὐτῷ
4930784 πωλητηριον
, ἄξια πιπράσκουσιν . ὁ δὲ τόπος πρατὴρ λίθος καὶ πωλητήριον καὶ ὡς Ἡρόδοτος πρατήριον . παρὰ δὲ τοῦ πιπράσκοντος
συγκάλει . Ἀγαθῇ τύχῃ τοὺς ὠνητὰς ἤδη παρεῖναι πρὸς τὸ πωλητήριον . ἀποκηρύξομεν δὲ βίους φιλοσόφους παντὸς εἴδους καὶ προαιρέσεων
4930397 Τευκρους
, ἀνὴρ ἐπιφανής , καὶ τοὺς λαοὺς ἀφ ' ἑαυτοῦ Τεύκρους προσηγόρευσε . Τεύκρου δ ' ἐγένετο θυγάτηρ Βάτεια :
ἴσως ἡ Κιλικία ἢ ἔμπαλιν . Τὰ οὖν περὶ τοὺς Τεύκρους καὶ τοὺς μύας , ἀφ ' ὧν ὁ Σμινθεύς
4928997 τοὐπτανειον
. γεω - μετρικῇ δὲ καὶ σοὶ πρᾶγμα τί ; τοὐπτανεῖον ἡμεῖς σφαῖραν εἶναι τιθέμεθα : τοῦτο δεῖ διελέσθαι καὶ
κύνα τῇ τέχνῃ μεταθεῖσαν : ἑώρων γὰρ τοὺς κύνας εἰς τοὐπτανεῖον παρεισιόντας καὶ λαφύσσοντας πολλὰ καὶ ὅσα ἐν γάμοις πλουσίων
4926810 βαθυρριζα
πάντων ὧδε λεκτέον : πρῶτον μὲν ὅτι μετέωρα καὶ οὐ βαθύρριζα , ἢ εἰ καί τινα εἰς βάθος καθιᾶσιν ,
κατὰ τὴν κρᾶσιν . Ἔτι δὲ ἀσθενῆ καὶ ἰσχυρὰ καὶ βαθύρριζα καὶ ἐπιπολαιόρριζα καὶ εἴ τις ἄλλη διαφορὰ κατὰ τὰ
4924552 ἐπετρεχε
ἀνήρ : ἀποθανόντος δὲ τούτου , ὀδυρομένῳ ὁ δελφὶς ἐοικὼς ἐπέτρεχε τῷ αἰγιαλῷ , ἐπιζητῶν αὐτὸν καὶ στενάζων , ὡς
καὶ Μυσίαν καὶ Ἀσίαν , ἃ Ῥωμαίοις νεόκτητα ἦν , ἐπέτρεχε καὶ ἐς τὰ περίοικα περιπέμπων ὑπηγάγετο Λυκίαν τε καὶ
4923756 ἐπραξα
. ἀναπείσει ] ὅτι δίκαια ⌈ ἔπραξεν . / [ ἔπραξα . ] ἀποροῦσιν ἐνταῦθα , πῶς οὕτω δέον εἰπεῖν
φίλτατε , διετέθην καὶ οἷα μὲν εἶπον , οἷα δὲ ἔπραξα πρὸς τοὺς οὐ σωφρονοῦντας , τούς τε ἄλλους ἅπαντας
4923467 ἐπιτηδευοι
τὰ μείζω δοκοῦντα καὶ τὰ σμικρότερα : καὶ εἴτε ἱππικῆς ἐπιτηδεύοι ἀγωνίαν εἴτε μουσικῆς εἴτε γεωργίας ἐπιμελοῖτο εἴτε στρατηγεῖν ἐθέλοι
ἡμετέρων τέκνων ἀνερωτῶν καὶ χαίρων , εἴ τι τῶν καλῶν ἐπιτηδεύοι ; πολλοὶ μάρτυρες ἥξουσιν , ὦ ἄνδρες Ἀντιοχεῖς ,
4919384 οἰσων
κομιδὴν τῶν ἄχθων . ἀριστεροζύγης : ζύγιος σειραφόρος , ὁ οἴσων τὴν σειράν . ἀγρίοις κατακαῦσαι ξύλοις : τὰ τερατώδη
. ἄπειμι δ ' οὖν ὕδωρ αὐτῷ πρὸς τὸ τραῦμα οἴσων καὶ τὰ ἄλλα ποιήσων ἃ νομίζεται ὥσπερ λεχοῖ .
4908975 περισκοπω
διὸ οὐ συνεπιφαίνεται αὐτῷ Ἀντιγόνη , ἀλλ ' ὕστερον : περισκοπῶ εἰ φαίνεται : ἀντὶ τοῦ εὐτελής : λοιδορία :
. ⌈ ὅτι περιφρονῶ ⌈ δὲ εἶπε , καὶ οὐ περισκοπῶ , ἵν ' , ἐπειδὴ τὸ περιφρονῶ διπλοσήμαντόν ἐστι

Back