φυσικὴ αἴσθησις , τῆς εὐκρινείας . Ἐγρήσσει . γρηγορεῖ , ἐγρηγορεῖ . τρομέουσι : τρέμουσιν . Φέρτερον : τὸν ἰσχυρότερον
μοι , ἀλλ ' ἄλλος ἐλθὼν λέγει , ὅτι ἤδη ἐγρηγορεῖ , ἤδη πρόεισιν : εἶτα ταραχαί , εἶτα φροντίδες
5710949 ἀπολλυσιν
ὕδατι καὶ νότῳ . Ἐναντία γὰρ καὶ τὰ ὕδατα καὶ ἀπόλλυσιν ἄμφω τὰς ὀσμάς . Ἀλλὰ δεῖ καθάπερ τὰ ἀπομάγματα
μαρτυρηθέντα [ - ] ἁλίσκεται [ ] ὁ καταμαρτυρούμενος καὶ ἀπόλλυσιν ἢ χρήματα ἢ αὐτὸν [ διὰ ] τοῦτον ὃν
5625932 νιφετος
παραφέρων , συγκλύζων , πηγάς τινας ἀφιείς , ὄμβρος , νιφετός , ποταμός , πυκνός , συνεχής , ἄπταιστος ,
μὴ καθέλῃ , οὐ σεισμός , οὐκ ἄνεμος , οὐ νιφετός , οὐκ ὄμβρος , οὐ φθόνος , οὐκ ἐχθρός
5573224 ἐδρα
ἔχοντα . Ἐνέδραι . παρὰ τὸ ἕζω ῥῆμα , ὄνομα ἔδρα καὶ ἐνέδρα . Ἑδώλια . ἕζω ἢ ἕδω ,
οὐδεὶς ἦν ὃς οὐκ ἐπήδα τε καὶ ἐβόα καὶ πάντα ἔδρα τὰ τῶν ἐκπεπληγμένων . ἥσθην οὖν , ὅτι τοῦ
5570884 ἀνοσιωτατων
ἀποσχέσθαι γένηται μᾶλλον ἑκὼν διὰ τὰ τοιαῦτα φόνων τῶν πάντῃ ἀνοσιωτάτων . ὁ γὰρ δὴ μῦθος ἢ λόγος , ἢ
τάδε : Ὦ πάντων ἀνδρῶν ἤδη μάλιστα ἀπ ' ἔργων ἀνοσιωτάτων τὸν βίον κτησάμενε , τί σε ἐγὼ κακὸν ἢ
5568494 τηρησειν
ἄθυμοι , πολλὰ προσδοκῶντες , ἀλλήλοις διαλεγόμενοι , συνεχὲς ὀμνύοντες τηρήσειν τὰ συγκείμενα . Ἔρχονται δὴ πρὸς αὐτοὺς ὁ Κόρυμβος
σκήπτεται μέν τι , ὁ δὲ Περίλαος πείθεται καὶ ἐπόμνυται τηρήσειν αὐτὴν γάμων ἁγνὴν εἰς ὅσον ἂν ὁ χρόνος διέλθῃ
5556736 πωλησας
“ οὐκ ἐκείνη ” φησὶν , “ ἀλλ ' ὁ πωλήσας . ” “ ἀνδραποδιστὴς ἄρα ἦν , καὶ ἀλλοτρίαν
θάλασσαν γαληνήν τε καὶ πραεῖαν , ἐπεθύμησε πλεῖν . διόπερ πωλήσας αὐτοῦ τὰ πρόβατα , φοίνικας ἀγοράσας καὶ ναῦν ἐμφορτισάμενος
5517355 ἐβιωσε
τῇ Πυθαγόρου φιλοσοφίᾳ ὑπὲρ τὰ πέντε καὶ ἑκατὸν ἔτη Ἀθήνησιν ἐβίωσε . . : ! ! ! ! ! !
τὰ τοιαῦτα . ἔτι δὲ καὶ ἀπὸ τοῦ χρόνου ὅσον ἐβίωσε , πολὺν ἢ μέτριον : ἑκάτερον δὲ ἀφορμὴν ἐγκωμίων
5491819 ἐκαλεε
οἰκετέων τοὺς μάλιστα ὥρα πιστοὺς ἐόντας ἑωυτῇ ἑτοίμους ποιησαμένη , ἐκάλεε τὸν Γύγην . Ὁ δὲ οὐδὲν δοκέων αὐτὴν τῶν
χειρὶ μὲν τῇ δεξιῇ εἶχε τοῦ νεηνίσκου τὴν καρδίην , ἐκάλεε δὲ τοὺς ἀνὰ τὴν οἰκίην πάντας : ὁ δὲ
5487730 παρερχεται
δεῖ ποιεῖν ἢ λέγειν καθίστανται . καὶ οὐδὲ Πλάτων αὐτὰς παρέρχεται . ἀλλὰ καὶ οὗτος ἀξιοῖ τὴν Πυθίαν ἐρωτᾶν ὁπόταν
παλαιφάτων ἀρᾶν βαρέαι καταλλαγαί : τὰ δ ' ὀλοὰ πενομένους παρέρχεται , πρόπρυμνα δ ' ἐκβολὰν φέρει ἀνδρῶν ἀλφηστᾶν ὄλβος
5460783 εὐλιμενα
λιμέσι μέχρι δεῦρο , ἐντεῦθεν δ ' ἤδη τὰ ἑξῆς εὐλίμενα καὶ χώρα ἀγαθὴ τῶν τε Λεητανῶν καὶ Λαρτολαιητῶν καὶ
ἐκβολαὶ συνελθοῦσαι † καὶ πάντα καταρρεόντων ἐκ τῆς Αἴτνης εἰς εὐλίμενα στόματα : ἐνταῦθα δὲ καὶ τὸ τῆς Ξιφονίας ἀκρωτήριον
5439273 διελανθανεν
Μακεδονίαν ἀφικνουμένους . ἐπὶ τούτοις καὶ τρίτον , ὅτι οὐ διελάνθανεν αὐτὸν ἡ τοῦ Φιλίππου προαίρεσις οἵα τε ἦν περὶ
ποτε καὶ ὁτιοῦν ; Τοῦτο ὅτι μὲν μυριάκις μύρια ἔτη διελάνθανεν ἄρα τοὺς τότε , χίλια δὲ ἀφ ' οὗ
5378418 Νεφθαλειμ
Λουδουεὶμ καὶ τοὺς καλουμένους Ἐνεμιγεὶμ καὶ τοὺς Λαβιεὶμ καὶ τοὺς Νεφθαλεὶμ καὶ τοὺς Πατροσωνιεὶμ καὶ τοὺς Χασλωνιείμ , ὅθεν ἐξῆλθεν
Ζελφὰν , τῷ αὐτῷ χρόνῳ ᾧ καὶ Βάλλαν συλλαβεῖν τὸν Νεφθαλεὶμ , τῷ ἑνδεκάτῳ ἔτει , μηνὶ πέμπτῳ , καὶ
5375955 ἐκκυψας
ἐξοχῇ κλίνας . ὁ δ ' Ἥλιος τὸ πρῶτον ἡδὺς ἐκκύψας ἀνῆκεν αὐτὸν τοῦ δυσηνέμου ψύχους , ἔπειτα δ '
πρόξενον θλίβων . μικρὸν δ ' ἐπισχὼν εἶτ ' ἔσωθεν ἐκκύψας ψαύειν ἔμελλεν ἰσχάδος Καμειραίης : ἕτερος δ ' ἐπῆλθεν
5367214 ἑλξειν
μόνοις συνδεῖται . ἔχει δ ' ὕλας οἰκείας , ἃς ἕλξειν ἤμελλε παρὰ τῆς μήτρας , αἷμα καὶ πνεῦμα διὰ
διωλόμεσθ ' : ἄεπτ ' , ἄναξ , πάσχομεν . ἕλξειν ἔοιχ ' ὑμᾶς ἐπισπάσας κόμης , ἐπεὶ οὐκ ἀκούετ
5361988 ἰσημεριης
καὶ ἐπινέφελος : ταῦτα δὲ ξυνέτεινε καὶ οὐκ ἀνίει μέχρις ἰσημερίης . Ἦρ δὲ ψυχρὸν , βόρειον , ὑδατῶδες ,
: ἐτησίαι ἔπνευσαν : περὶ ἀρκτοῦρον , ὕσματα νότια μέχρις ἰσημερίης . Ἐν τῇ καταστάσει ταύτῃ , κατὰ χειμῶνα μὲν
5335150 Δα
” ὃς Δολόπων „ ἄγαγε θρασὺν ὅμιλον σφενδονᾶσαι , ἱπποδάμων Δα - ” ναῶν βέλεσι πρόσφορον . „ τοῦτο δὴ
ἐγκατελήφθη καὶ ἡ κατασκευὴ πᾶσα , καὶ τὸ ἅρμα τὸ Δα - ρείου αὖθις ἐγκατελήφθη καὶ ἡ ἀσπὶς αὖθις καὶ
5319268 διασπασθεις
λέγει τὸν Ὀρφέα τὸν τῆς Καλλιόπης , ἐπειδὴ παρὰ γυναικῶν διασπασθεὶς τόνδε τὸν βίον ἐτελεύτησε , τὸν ἄνθρωπον φεύγοντα ,
γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός . μυθολογεῖται δ ' ὅτι διασπασθεὶς ὑπὸ τῶν Τιτάνων συνετέθη πάλιν ὑπὸ τῆς Ῥέας ,
5310923 παρακαθισας
προσπεσὼν περιεχύθη τῇ κόρῃ . καρτερήσας δ ' οὖν καὶ παρακαθίσας διελέγετο , ἄλλοτε ἄλλα ῥήματα συνάπτων οὐκ ἔχοντα νοῦν
δὲ καὶ Ἀρτασύρας : καὶ ὁ Βαγαπάτης δὲ σῆμα Δαρείου παρακαθίσας ἔτη ζ , ἐτελεύτησε . βασιλεύει Ξέρξης ὁ υἱός
5303957 συλλεγεις
δὴ βουλόμενος ἀγαθὸς γενέσθαι , ἔφη , ὦ Εὐθύδημε , συλλέγεις τὰ γράμματα ; ἐπεὶ δὲ διεσιώπησεν ὁ Εὐθύδημος σκοπῶν
ἀωτεῖς ; ἀντὶ τοῦ τὸ κάλλιστον τοῦ ὕπνου ἀπανθίζῃ καὶ συλλέγεις ' . . . . ἀωρία : ἐκ τοῦ
5299334 εὐφρανεν
πλείω ἐλύπησεν , ἡνίκα ἦν δυσμενής , ἢ φίλος γενόμενος εὔφρανεν . ἦν δὲ καὶ ὅσα ἐλύπει τὸ δίκαιον τιμῶντος
ἡμᾶς ἡδίους , καὶ τῷ μετὰ τῶν σῶν γραμμάτων πάλιν εὔφρανεν ἡμᾶς , καὶ τρίτῳ γε τοῖς λόγοις τοῖς περὶ
5285669 ἀνιει
τούτων δ ' εἰ μία διαφθαρείη , διπλασίας ὁ τμηθεὶς ἀνίει τόπος : δι ' ἣν αἰτίαν ἀήττητος ὑπάρχειν διείληπτο
Μὴ δῆτα σύ γ ' , ἀλλ ' ἐνθένδ ' ἀνίει τἀγαθά . Τὴν γῆν ὅταν νομίσωσι τὴν τῶν πολεμίων
5229974 πεφανερωται
ὁ θεὸς ἐν τῷ ποιεῖν . ταῦτά σοι ἐπὶ τοσοῦτον πεφανέρωται , ὦ Τρισμέγιστε : τὰ δὲ ἄλλα πάντα ὁμοίως
ἐγγὺς θανάτου δεδυστυχήκασιν , οἱ δὲ τοὐναντίον : * * πεφανέρωται . * * πέρας . * † οὐδαμῶς .
5215610 ὀρνιθιας
τὸ ὄνομα : τινὲς γὰρ οὐ νότους αὐτοὺς ἀλλ ' ὀρνιθίας προσαγορεύουσι , τῶν ἀμφιβίων ὀρνίθων τότε μάλιστα φαινομένων κατὰ
. Χάρητος ὑποσχέσεις : ἐπὶ τῶν εὐχείρως ἐπαγγελλομένων . Χειμὼν ὀρνιθίας : ἤγουν σφοδρός , ἐν ᾧ τὰ ὄρνεα φθείρεται
5205259 ἐβαλλεν
μένος ὑγρὸν ἀέντων , οὔτε ποτ ' ἠέλιος φαέθων ἀκτῖσιν ἔβαλλεν , οὔτ ' ὄμβρος περάασκε διαμπερές : ὣς ἄρα
ἔβαλλεν αἴρων λάας , τουτέστι λίθους . Καὶ οὓς μὲν ἔβαλλεν ὁ Δευκαλίων , ἄνδρες ἐγίνοντο , οὓς δὲ ἡ
5195342 ἐξεπληττον
. Σοφοκλῆς Ἀχαιῶν Συλλόγωι καὶ Αἰσχύλος Κρήσσαις . οὐδ ' ἐξέπληττον αὐτούς , ˈ Κύκνους ποιῶν καὶ Μέμνονας κωδωνοφαλαροπώλους .
ποιήματα . οὗτοι δὲ τὸ μὲν πρῶτον διὰ τὴν εὐφωνίαν ἐξέπληττον τοὺς ἀκούοντας , μετὰ δὲ ταῦτα ἀναθεωρήσεως γενομένης κατεφρονήθησαν
5195098 παρεουσα
. σὺν δ ' Ἄρηι Κύπρις καὶ ἅμ ' Ἠελίῳ παρεοῦσα αἰθροβάτας τεύχει , σχοίνοις τρίβον ἐξανύοντας . ἢν δὲ
γλαυκῶν σέλμα τόδε ῥοθίων . * Λύχνε , σὲ γὰρ παρεοῦσα τρὶς ὤμοσεν Ἡράκλεια ἥξειν κοὐχ ἥκει : λύχνε ,
5185145 διαθερμαινεσθαι
, παραπλήσια πέπονθε καὶ τὰ ζῶα : βραδέως οὖν ἀνάγκη διαθερμαίνεσθαι τὰ σώματα ὑπὸ τοῦ πόνου , καὶ τοῦ ὑγροῦ
ἢ πάθους ἢ ὀξύτης καὶ φορὰ τῆς διανοίας ἢ τὸ διαθερμαίνεσθαι τὸν νοῦν , πάντα ἂν τὰ τοιαῦτα , ἀπὸ
5184543 Σοδομα
Κύριον τὸν ποιήσαντα ταῦτα πάντα , ἵνα μὴ γένησθε ὡς Σόδομα , ἥτις ἐνήλλαξε τάξιν φύσεως αὐτῆς . Ὁμοίως δὲ
τὴν Βακτριανήν , ἧς οἱ οἰκήτορες Σόγδιοι καὶ Σόγδοι . Σόδομα , μητρόπολις ἦν τῶν δέκα πόλεων τῶν ἐπὶ τῇ
5183211 φανεσκε
ὕδωρ ἀπολέσκετ ' ἀναβροχέν , ἀμφὶ δὲ ποσσὶ γαῖα μέλαινα φάνεσκε , καταζήνασκε δὲ δαίμων . δένδρεα δ ' ὑψιπέτηλα
, ἀμφὶ δὲ πέτρη δεινὸν βεβρύχει , ὑπένερθε δὲ γαῖα φάνεσκε ψάμμῳ κυανέη : τοὺς δὲ χλωρὸν δέος ᾕρει .
5174960 ἐχωρεε
καὶ ὕπνος οὐκ ἐπῄει . Τῇ δ ' ὑστεραίῃ , ἐχώρεε πολλὸν , ὕστερον αἷμα , καὶ ἔθανεν . Τῷ
. Ὁ δὲ , ὡς ταῦτα ἤκουσε , εἴπας τοσόνδε ἐχώρεε ἔξω : Δέσποτα , οὐ δή κώ με ἀπώλεσας
5172055 ἐφονευσα
οὐ μὴ πιστώσῃ ἐκεῖνος ὁ Ἴσθμιος Σίνις ὅτι ἐγὼ αὐτὸν ἐφόνευσα : Σίνις υἱὸς Πολυπήμονος περὶ τὸν Ἰσθμὸν ξενοκτονῶν ,
, εἶτα ὁ φεύγων τῷ ὅρῳ χρήσεται ἀλλ ' οὐκ ἐφόνευσα , τοῦτο γὰρ ἀδίκου πράγματος ὄνομα , μετὰ δὲ
5166814 παιδαγωγος
δοκεῖ . ἀλλὰ θεραπείᾳ τοὺς πόνους αὐτῷ συγκαλύψωμεν . Χθὲς παιδαγωγὸς ἦν ὁ σήμερον ὑπὸ παιδὸς ἀγόμενος , καὶ σεμνὸς
, τῷ οὔνομα μὲν ἦν Σίκιννος , οἰκέτης δὲ καὶ παιδαγωγὸς ἦν τῶν Θεμιστοκλέος παίδων : τὸν δὴ ὕστερον τούτων
5165763 ἐγρηγορεσαν
πῶς δοκεῖς τὸν Πλοῦτον ἠσπάζοντο καὶ τὴν νύχθ ' ὅλην ἐγρηγόρεσαν , ἕως διέλαμψεν ἡμέρα . Ἐγὼ δ ' ἐπῄνουν
λέγειν , οὐ γρηγορῶ , καὶ τὰ παρεληλυθότα ἐγρηγόρει καὶ ἐγρηγόρεσαν . φησὶν ὁ κωμικός : ” ἕως διέλαμψεν ἡμέρα
5147715 ἀστρολογον
βέλει . * τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψας ' ἀνέδειξεν ἀστρολόγον πάντων πρεσβύτατον σοφίῃ . * ἦ ὀλίγον τόδε σῆμα
εἰκόνος τόδε : τόνδε Θαλῆν Μίλητος Ἰὰς θρέψας ' ἀνέδειξεν ἀστρολόγον πάντων πρεσβύτατον σοφίῃ . Τῶν τε ᾀδομένων αὐτοῦ εἶναι
5147254 ἐας
τυράννους ? τεύχων ? [ ] [ δεινὰ ] ? ἐᾶς . ἔτι δὲ στρατιώτας [ ] [ ] ?
τυράννους ? τεύχων ? [ ] [ δεινὰ ] ? ἐᾶς . ἔτι δὲ στρατιώτας [ ] [ ] ?
5145786 ἀλυει
γὰρ εἴ τις ἄχθεται , πλανᾶται ἢ ἀδυνατεῖ πάντως καὶ ἀλύει . οἱ γοῦν ἀλύοντες ἄχθονται μὲν ἐν τῷ ὀδυνᾶσθαι
, καὶ πνεύματος ἐμπίπλαται , καὶ ἀκούει οὐδὲν , καὶ ἀλύει , καὶ ῥιπτάζει αὐτὸς ἑωυτὸν ὑπὸ τῆς ὀδύνης :
5145769 φαιδρυνει
, τὰ ὀλισθήσαντα ὑποφθὰς πιέζει , συνάγει τὰ σκιδνάμενα , φαιδρύνει τὰ ἀπρεπῆ , κατείργει τὰ ληφθέντα , διώκει τὰ
τῶν ὅλων . χρυσὸς δὲ καὶ χρώματα τὸ πᾶν ἔργον φαιδρύνει τοῦτο . καὶ ταῦτα μὲν οὕτω πως μεμηχάνηται :
5142214 ἀναμενει
ἐπιστήμῃ οὐκ ἐμπειρίᾳ προγιγνώσκει τῶν ἀνθρώπων τὰ πάθη καὶ οὐκ ἀναμένει πάντα γενέσθαι : δικαστοῦ γὰρ ἤδη τοῦτό γε :
; ἐβασάνισε τῇ πρεσβείᾳ τοῦ δήμου τὴν γνώμην καὶ μαθεῖν ἀναμένει , πῶς ἔχει πρὸς ἀπειλάς . κἂν ἴδῃ μὴ
5138385 ἐπακουει
τῇ καὶ τῇ παραφέροντα , εἶτα κατὰ ποϲὸν εὐτονώτερον : ἐπακούει γὰρ οὕτω καὶ ἀπολύεται τῆϲ προϲφύϲεωϲ . εἰ δὲ
Ἡλίου θυγάτηρ , διότι καὶ αὐτὴ πάντα ἐφορᾷ καὶ πάντα ἐπακούει οὐ γενεαλογῶν εἴρηκεν . . ὅθεν καὶ Ἰχναία διὰ
5133442 κυουσι
κεχήνασι , καὶ τὸ πνεῦμα ἐσρέον πληροῖ αὐτάς , καὶ κύουσι τριῶν ἐτῶν . λέγουσι δὲ νεοττιὰν μὴ ὑποπλέκειν γῦπα
δὲ πᾶσαν ὥραν ὀρθός , τῆς θηλείας ὑποτιθείσης ἑαυτήν . κύουσι δὲ καὶ τίκτουσι καθὼς καὶ οἱ κύνες . ζῇ
5132857 Αἰνῳ
: ἕκαστον γὰρ τῶν λουομένων ὡς σωθέντα ἀνατιθέναι . ἐν Αἴνῳ ἔφη τοὺς ὀκτὼ μῆνας εἶναι ψῦχος , τοὺς δὲ
λδʹ μζʹ γʹʹ ἡ δ ' ἀνατολικὴ πλευρὰ αὐτῷ τῷ Αἴνῳ ποταμῷ , ἧς τὸ νοτιώτατον πέρας ἐπέχει μοίρας λδʹ
5123981 περιβλεπει
ἅλματι , γονάτων κρότος καὶ χειρῶν φαίνεται , ὡς ἀνάγαυρος περιβλέπει εἰς ἑαυτὸν καὶ καταβλέπει , φωνὴ λεπτὸν κράζουσα λιγυρὰ
δυνάμενος οὐδὲ ἀρκούμενος τοῖς παροῦσιν Αἰγυπτίους καὶ Σύρους φαντάζεται καὶ περιβλέπει τὸ δεῖγμα , καὶ πολύς ἐστι νὴ Δία τόκους
5118219 ἐπαυετο
πρὸς γοῦν τὸν Ἀλέξανδρον καὶ πρὸς ἡμᾶς γε λέγων οὐδὲν ἐπαύετο τοσούτων ὄντων τῶν αὐτῷ προσπεφοιτηκότων μηδένα οὕτως πώποτε θαυμάσαι
. τηθὴν ἐλύπει δακρύον παιδίον . ὡς δὲ ἐνοχλούμενον οὐκ ἐπαύετο , ἠπείλει λύκῳ παραβαλεῖν , εἰ μὴ παύσαιτο .
5105445 εἰδ
[ ] ! ! ! κατὰ ? ? ? πῦρ εἰδ ! [ [ ] ! αυτης ? ? Ἑλλ
[ ] ! ! ! κατὰ ? ? ? πῦρ εἰδ ! [ [ ] ! αυτης ? ? Ἑλλ
5104564 σεισμος
μάχην στρατῶν ἢ διοσημία φανῇ αἰφνίδιος ἢ τῆς γῆς γένηται σεισμός , ἀποστρέφονται εὐθὺς οἱ ἄνθρωποι καὶ ἀποχωροῦσιν ἀπ '
φρέατος ὕδατος πιόντα προειπεῖν , ὡς εἰς τρίτην ἡμέραν ἔσοιτο σεισμός , καὶ γενέσθαι . ἀνιόντα τε ἐξ Ὀλυμπίας ἐς
5100169 ἀποθνησκοντα
ἀδύνατον δὲ ] τοῦτό γ ' , ὅταν [ ἦι ἀποθνήσκοντα - ] ? [ ] ? ? [ ταῦτα
θηρείων μελέων . ἀδύνατον δὲ τοῦτό γ ' ὅταν ἦι ἀποθνήσκοντα τὰ ζῶια . κέρματα θηρείων μελέων μυκτῆρσιν ἐρευνῶν ,
5097024 τηλικουτονι
καὶ οἰκειότερον . διὰ τοῦτο ἐνταῦθα ἐπὶ θαυμασμοῦ εἴληπται . τηλικουτονί ] τοιοῦτον , τοσοῦτον . , ἤγουν ὀλύμπιον .
. Ὦ Πόσειδον , τοῦ μάκρους . Τίνες ᾠκοδόμησαν αὐτὸ τηλικουτονί ; Ὄρνιθες , οὐδεὶς ἄλλος , οὐκ Αἰγύπτιος πλινθοφόρος
5094862 ἐκλελοιπως
ται κατὰ μεσημβρίαν , ὅτε δὴ λέγεται καθεύδειν ὁ Πὰν ἐκλελοιπὼς τὴν θήραν . ἐκάθευδε δ ' ἄρα πρότερον μὲν
αὐτοῦ τὸ ὑπεραῖρον . εἰ δὲ ἐλλείποι , διαμένοι ἂν ἐκλελοιπὼς ἐν ὅσῳ διεξέρχεται τὸ ἐλλεῖπον . ὅλος δὲ ἐκλείπει
5085503 ῥᾳστ
: τὸν δὲ μουσικώτατον κλεινὰς Ἀθήνας ἐκπερᾶν Ἀμφίονα . οὗ ῥᾷστ ' ἀεὶ πεινῶσι Κεκροπιδῶν κόροι κάπτοντες αὔρας ἐλπίδας σιτούμενοι
. . πορίσειεν : Δώσοι . . παράσχοι . . ῥᾷστ ' : Εὐχερῶς . ἀναπεισθέντ ' : Οἱ καταπεισθέντες
5079934 εὐφρανει
καὶ ὃς μηδαμῶς , εἶπεν , οὐ γὰρ οὕτως ἐμὲ εὐφρανεῖ ὡς σὲ λυπήσει . ὥσπερ γὰρ ἦν ἐρωτικὸς ὁ
ἄτακτος . ἀπὸ τοῦ κρούειν τὰς χεῖρας . Γέρων ἐρινὸς εὐφρανεῖ τοὺς γείτονας : ὁ λόγος ἐπὶ γεγαμηκότος γέροντος .
5079595 ἐπιλειπει
μὴ τελέως ἵζει ἐς τὴν ἑωυτῶν χώρην , ἀλλά τι ἐπιλείπει , τῷ χρόνῳ λεπτύνεται ἰσχίον καὶ μηρὸς καὶ κνήμη
διαβάλῃ τοὺς τόκους φύσει εὔτοκος ἐοῦσα , τὸ μὲν πρῶτον ἐπιλείπει τὰ ἐμμήνια , ἢ γίνεται ἐλάσσω , καὶ τὸν
5077146 νεωνητος
ἀλλήλας οὐκ ἀγεννῶς ἠμφισβήτουν περὶ τοῦ τίνι τούτων νυμφίος ὁ νεώνητος ἔσται . τῆς δὲ τοῦ Ξάνθου γυναικὸς εἴσω κληθῆναι
ἐμαυτῇ . “ καὶ ἐξέρχεται καί φησιν ” ποῦ ὁ νεώνητος ; “ ἐπιστραφεὶς ὁ Αἴσωπος λέγει ” ὧδε ,
5066723 συντριψω
τοῦ πότου παύσειε , τοῦ λίαν πότου ; ἐγᾦδα . συντρίψω γὰρ αὐτοῦ τοὺς χόας , καὶ τοὺς καδίσκους συγκεραυνώσω
φαῦλον ὑποκριτὴν ἴσως τῶν τοιούτων καὶ τηλικούτων , μὴ καὶ συντρίψω που πεσὼν τὸν ἥρωα ὃν ὑποκρίνομαι . Φαίη τοιγαροῦν
5058153 ἐπιλαμβανει
τε ἐμπεσόντος ἐς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῷ τοῦ κύματος καὶ αὐτίκα ἐπιλαμβάνει τὸ χρεὼν αὐτόν . θαλάσσης δὲ ἀναφαίνεσθαι κῦμα ἐν
ἑπταμήνῳ ἡ μὲν ἑκατέρου τῶν φώτων κατὰ μῆκος μέση πάροδος ἐπιλαμβάνει μοίρας σγ με , ἡ δ ' ἐν τῷ
5056950 ἡτοιμασεν
ὑπερφέρει πάντας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων . ὁ δὲ Ἰσαὰκ ἡτοίμασεν πάντα καλῶς : παραλαβὼν δὲ Ἁβραὰμ τὸν ἀρχάγγελον Μιχαὴλ
ἐστι τῶι ἐν Ψαλμοῖς εἰρημένωι τὸ τόξον αὐτοῦ ἐνέτεινε καὶ ἡτοίμασεν αὐτὸ καὶ ἐν αὐτῶι ἡτοίμασε σκεύη θανάτου : ἐντείνει
5053528 ἱκανεται
μαῖα φίλη , νημερτὲς ἐνίσπες , εἰ ἐτεὸν δὴ οἶκον ἱκάνεται , ὡς ἀγορεύεις , ὅππως δὴ μνηστῆρσιν ἀναιδέσι χεῖρας
πονέεσθαι ἐπὶ τοῦ ἐνεργεῖν . . . . χρειὼ γὰρ ἱκάνεται οὐκέτ ' ἀνεκτός : ἡ διπλῆ ὅτι ἀνεκτὸς ἡ
5042024 ἀθλησαντα
νίκῃ διδόναι χρήματα . Εὐπώλου δὲ ὕστερόν φασιν Ἀθηναῖον Κάλλιππον ἀθλήσαντα πένταθλον ἐξωνήσασθαι τοὺς ἀνταγωνιουμένους χρήμασι , δευτέραν δὲ ἐπὶ
ῥυσάμην καὶ ἀνήγαγον αὖτις Ἄργος ἐς ἱππόβοτον , καὶ πολλὰ ἀθλήσαντα , . , . * . . † Ἀθριβής
5041510 εὐημερειν
. νὴ τὴν Ἀθηνᾶν , ἡδύ γ ' ἔστ ' εὐημερεῖν ἐν ἅπασιν : ἰχθὺς ἁπαλὸς οἷος γέγονέ μοι οἷον
τίς μᾶλλον ἀγωνιᾷ , ἔφη , ὁ τὰ μέγιστα βουλόμενος εὐημερεῖν . . Κράτητος γοῦν αὐτὸν ἐρωτήσαντος εἰ οἱ θεοὶ
5035965 ἐταρασσε
πολεμίους , τὸ δὲ πῦρ σκιδναμένων τῶν βοῶν πάντῃ φερόμενον ἐτάρασσε τοὺς Λίβυας . καὶ τῆς τάξεως διαλυθείσης οἱ μὲν
. μεμαγμένον ] μεμαλαγμένον . ἐζυμωμένον , τεταραγμένον ἔματτεν ] ἐτάρασσε μιμήσομαι ] μι - πάντας ] κατὰ ] δίμετρος
5028710 ἀπολυσασα
, βάρβαρε . τοῦ θηριώδους καὶ παρασπόνδου βίου ἡμᾶς γὰρ ἀπολύσασα καὶ τῆς δυσχεροῦς ἀλληλοφαγίας , ἤγαγ ' εἰς τάξιν
, πρὶν τὸ θερμὸν ὕδωρ ἐπιβαλεῖν , κεχηνότα , κἀκείνην ἀπολύσασα τῶν ὠδίνων , καὶ συντελέσασά γε ὅσα ἐπὶ ταῖς
5028524 ἐνεστηκεν
μή : εἰ δὲ ὃς μὲν ἐνέστηκεν ὃς δὲ οὐκ ἐνέστηκεν , οὐ συνυπάρχουσιν ἀλλήλοις . διόπερ καὶ ἡ μακρὰ
καθόλου καὶ γενικόν , τὸ δὲ μερικὸν καὶ ὑποβεβηκός . ἐνέστηκεν δὲ μάλιστα ὁ λόγος περὶ τοῦ παρὰ φύσιν καθ
5026767 εἰσαγοι
ἡλικίαν , οἷον ὅτε τὸν Θεαίτητον ἤ τι τοιοῦτο πρόσωπον εἰσάγοι , πάντως οὐ κατὰ τὸ Κύρου δήπουθεν ὄν ,
τάχιον ἀπάγεσθ ' ὧδε . τίν ' ἄρ ' ἂν εἰσάγοι ; } ἔχω δ ' ἐπίκληρον Λάμιαν : οὐκ
5026173 ἀνατελλοι
γὰρ τῆς σελήνης οἱ τόκοι ἐδίδοντο : εἰ γοῦν οὐκ ἀνατέλλοι . . . τοὺς τόκους . ἐκ τούτου δῆλον
' ἂν ὠφελήσειέν ς ' ; ὅτι εἰ μηκέτ ' ἀνατέλλοι σελήνη μηδαμοῦ , οὐκ ἂν ἀποδοίην τοὺς τόκους .
5021123 φωτιζει
κύριος „ . ἡ θεία σύνταξις αὕτη τὴν ὁρατικὴν ψυχὴν φωτίζει τε ὁμοῦ καὶ γλυκαίνει , φέγγος μὲν τὸ ἀληθείας
ἔχοντα , οἷον ἀναγκαίως τὸ πῦρ θερμαίνει , ὁ ἥλιος φωτίζει , ἐνδεχόμενα δὲ τὰ δυνάμενα καὶ ἄλλως ἔχειν ,
5020294 ἀφηρπασε
? ? [ ] Ἐλπήνωρ ? τὸν ? [ ] ἀφήρπασε ? δώματα Κίρκης ἴκελα [ ] Ἀντιφάτῃ ? ?
μυὸς ἐν τῇ λίμνῃ νεκροῦ , καταπτὰς ἀετός , τοῦτον ἀφήρπασε , σὺν αὐτῷ δὲ προσηρτημένον ὁμοῦ καὶ τὸν βάτραχον
5017320 ἑωρακεν
δὲ τὴν μὲν τόλμαν εἴργασται , τὸ δὲ ἔργον οὐχ ἑώρακεν , πλὴν ἐπὶ τῆς ἀσπίδος τῆς Γοργόνος τὴν εἰκόνα
: ἀναίσχυντά ἐστιν , ἀλλὰ καὶ κρύπτειν οὐδὲν δυνάμενα ὧν ἑώρακεν ἅπαξ . οὐκ ἀφέστηκεν οὖν μου τῆς ψυχῆς λέγοντα
5001940 ἀπωσομεθα
ὑπὸ θεῶν ἐσόμεθα , τὰ δ ' ἐξ ἀδικίας κέρδη ἀπωσόμεθα : ἄδικοι δὲ κερδανοῦμέν τε καὶ λισσόμενοι ὑπερβαίνοντες καὶ
καὶ ἐπὶ τὴν ἡμετέρην ἄρξῃ τε ἀδικέων , καὶ ἡμεῖς ἀπωσόμεθα . Μέχρι δὲ τοῦτο ἴδωμεν , μενέομεν παρ '
5001753 πειθομεν
” εἶπεν ὁ Εὐκράτης , “ ἢ τουτονὶ τὸν ἀδαμάντινον πείθομεν ” δείξας ἐμέἡγεῖσθαι “ δαίμονάς τινας εἶναι καὶ φάσματα
τοὺς ἄλλους πηδῶντα . Τί φής , ὦ βασιλεῦ ; πείθομεν ἢ ληροῦμεν ; ἤδη ψηφίζου τοσοῦτον προενθυμηθείς , ὡς
5001722 κατεπιε
πρῶτον μὲν ἐξεμεῖ τὸν λίθον , ἔπειτα τοὺς παῖδας οὓς κατέπιε : μεθ ' ὧν Ζεὺς τὸν πρὸς Κρόνον καὶ
ἁλιάδι αὐτοῦ κῆτος ἐπελθὸν ἐν ὄψει τοῦ παιδὸς τὸν Ἐπωπέα κατέπιε . λέγουσι δὲ καὶ τοὺς δελφῖνας πολεμίους τῷ πομπίλῳ
4996421 ἐφορμησας
πόδεσσι . ” τῶν δ ' ἅπαξ εἰρημένων . ἐπορεξάμενος ἐφορμήσας , ἐπεκτείνας . ἔπορον ἔδωκαν . ἕπουσαν ἀπὸ τοῦ
ἀτάκτως καταγελῶντες τῶν Ἑλλήνων ὡς φευγόντων . Ἰφικράτης ἐξ ἀφανοῦς ἐφορμήσας πολλοὺς μὲν αὐτῶν ἀπέκτεινεν , πολλοὺς δὲ καὶ αἰχμαλώτους
4995274 ἐπρησθη
οὐδ ' ἀκηκοὼς ἔκρουσε πουλύπουν τιν ' ὁ δ ' ἐπρήσθη καὶ τοτ ' οὐ λαλῶν ὅλα τὰ ῥήματ '
δὲ γλώσσης βάθος : περιφραστικῶς φησι ἀντὶ τοῦ ἡ γλῶσσα ἐπρήσθη , ἀντὶ τοῦ , ἤγουν . : τῶν πινόντων
4994555 ἐθρεψεν
, ἀετῶν νεοττοὺς τέτταρας συλληφθῆναι κελεύει . συλληφθέντας οὖν οὕτως ἔθρεψεν , ὡς λέγεται , καὶ ἐπαίδευσεν , ὅπερ οὐ
, ὡς θεᾶς βρέτας ἀπεστράφη πάλιν . σοφήν ς ' ἔθρεψεν Ἑλλάς , ὡς ἤισθου καλῶς . καὶ μὴν καθεῖσαν
4990424 ἐφειδοντο
τῆς γῆς . κατὰ σπάνιν οὖν τροφῆς τε καὶ ἄλλων ἐφείδοντο ἔσθ ' ὅτε τῶν ἐν τοῖς πεδίοις , ἵν
θάνατον . ” οἱ μὲν οὖν Δελφοὶ οὐδ ' ὣς ἐφείδοντο τοῦ Αἰσώπου . ὃ δ ' ἐπὶ τὸ τοῦ
4988829 συνηναγκασε
τινα ἐπιβουλὴν μηχανήσηται , φθάσας αὐτὸν συνέλαβε καὶ πιεῖν κώνιον συνηνάγκασε . τοὺς δὲ συνηκολουθηκότας στρατιώτας ἐπαγγελίαις δημαγωγήσας κατέμιξε τοῖς
νικήσας , καὶ τοὺς μὲν ἀνελὼν τοὺς δὲ διώξας , συνηνάγκασε τὸν Διονύσιον γυμνὸν διανήξασθαι τὸ ῥεῖθρον τοῦ ποταμοῦ καὶ
4988339 φοβησομαι
. . . . οὔ ς ' ἔτι Πηλέος υἱὲ φοβήσομαι : ἡ διπλῆ ὅτι σαφῶς φεύξομαι . . .
, ἃ μὴ οἶδα εἰ καὶ ἀγαθὰ ὄντα τυγχάνει οὐδέποτε φοβήσομαι οὐδὲ φεύξομαι : ὥστε οὐδ ' εἴ με νῦν
4985582 πραττ
× | – – × – ἀλλότρια ? ? ? πράττ [ – ˘ – × οἱ νόμοι ϲυνθήματ '
× | – – × – ἀλλότρια ? ? ? πράττ [ – ˘ – × οἱ νόμοι ϲυνθήματ '
4979157 καταληψεται
εἴπερ γὰρ ὁ νοῦς ἑαυτὸν καταλαμβάνεται , ἤτοι ὅλος ἑαυτὸν καταλήψεται , ἢ ὅλος μὲν οὐδαμῶς , μέρει δέ τινι
, τίνα αἰσχύνην οὖσαν οὐκ ἀπωσόμεθα καὶ τίς οὐκ οὖσα καταλήψεται ἡμᾶς ; καὶ τίς ὑπάρχουσά τε ἡμῖν δόξα διαφεύξεται
4977557 ἐξηπατησεν
. ταῦτα κατιδὼν ὑπό τι μικρὸν ἐπιθήκισα : εἶτα νῦν ἐξηπάτησεν ἡ χάραξ τὴν ἄμπελον . ἰὼ χελῶναι μακάριαι τοῦ
μῆλον αἰδεσθεῖσα καὶ χαλεπῶς ἤνεγκεν , ὥσπερ ὅτε Κυδίππην Ἀκόντιος ἐξηπάτησεν . Ἑρμοχάρει δὲ αἰτησαμένῳ κατῄνεσε τὸν γάμον ὁ πατὴρ
4976429 χειμεριοι
, σκόπελοι , σπιλάδες , βράχη , χοιράδες , ἄκραι χειμέριοι , κατήνεμοι , ὀξεῖαι , σκληραί , περιπετεῖς ,
τῆι δ ἡμέραι Δημοκρίτωι Πλειάδες δύνουσιν ἅμα ἠοῖ : ἄνεμοι χειμέριοι ὡς τὰ πολλὰ καὶ ψύχη ἤδη καὶ πάχνη ἐπιπνεῖν
4975259 ἀϋπνος
φυλάξεις καὶ τηρήσεις ταύτην τὴν ἀτερπῆ πέτραν , ὀρθὸς ἱστάμενος ἄϋπνος , οὐδέποτε καθήμενος : ἣν οὐ δυνήσῃ παρατραπῆναι .
ἐξεπέρανεν , ἢ περὶ τὸν Ἑλικῶνα ποιμαίνων ἐγρηγορὼς , καὶ ἄϋπνος ὢν , σύννους τε πρὸς ἑαυτὸν γεγονὼς , καὶ
4973101 διατιθεμενα
, οὐ μὴν ἔχει ἀντιπαρακειμένην παθητικὴν ἐκφοράν , καθὸ τὰ διατιθέμενα ἄψυχα καθεστῶτα οὐκ ἠδύνατο ὁμολογῆσαι τὸ παθεῖν , εἰ
καὶ θαλάττῃ δὲ καὶ ἅλμῃ πολλάκις αἰονήσαντες αὐτὰ βέλτιον ἐθεασάμεθα διατιθέμενα . χρηστέον οὖν ἐπὶ τῶν ἄρθρων καὶ τοῖς μᾶλλον
4969463 ἀχαριτως
τὸ δ ' ἡδὺ πάντως ἡδὺ κἀκεῖ κἀνθάδε . οὐκ ἀχαρίτως δὲ καὶ Σφαῖρον τὸν συσχολάσαντα μὲν Χρυσίππῳ παρὰ Κλεάνθει
Κάραβος καὶ Κωβιός , Σεμίδαλις . Ἀττικὸν δὲ δεῖπνον οὐκ ἀχαρίτως διαγράφει Μάτρων ὁ παρῳδός , ὅπερ διὰ τὸ σπάνιον
4968475 ἐβιω
τῶν Θησέως ἀρῶν ἀνέστησεν Ἀσκληπιός : ὁ δὲ ὡς αὖθις ἐβίω , οὐκ ἠξίου νέμειν τῷ πατρὶ συγγνώμην , ἀλλὰ
οὔτε ἔργου , ἐτάθη δὲ τὸ σῶμα καὶ ἐπάγη , ἐβίω δὲ καὶ ἐξήγρετο . Σκόμφος , ἐν Οἰνειάδῃσι ,
4967720 ἐπιουσα
τὰ χείλη ἐκμυζεῖν . αὕτη μὲν ἀσιτίας , ἡ δὲ ἐπιοῦσα ἀλουσίας , ἡ δὲ ἀπ ' ἐκείνης ἀλουσίας ,
καὶ ἡ ἐνεστῶσα καὶ ἡ ἐνεστηκυῖα . ἡ δ ' ἐπιοῦσα ἡμέρα καλεῖται αὔριον καὶ ὑστεραία καὶ ὑστέρα καὶ προσιοῦσα
4967287 ἀπεσβεσε
βόστρυχον ; τίς τὸν πυρσὸν τὸν φανότατον τῆς ἐμῆς δόξης ἀπέσβεσε ; τίς κατέχει κόνις τὰς ἱερὰς ἐκείνας κόμας ,
ποτὸν ἀχρήιστον ἀμαιμακέτου πίεν ἅλμης . καὶ δὴ λύχνον ἄπιστον ἀπέσβεσε πικρὸς ἀήτης καὶ ψυχὴν καὶ ἔρωτα πολυτλήτοιο Λεάνδρου .
4966656 χειμαινει
. . ἐν δὲ τῇ δ Εὐδόξῳ τροπαὶ χειμεριναί : χειμαίνει . . Οὐρ . διδ . Εὐδόξῳ , Δημοκρίτῳ
χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ βᾳ Εὐκτήμονι Δελφὶς ἐπιτέλλει : χειμαίνει . Ἐν δὲ τῇ δῃ Εὐδόξῳ τροπαὶ χειμεριναί :
4964742 περιπλευμονικη
ὕπωχρον , πελιδνόν : φωνὴ πονηρὴ , ἀσαφής : γλῶσσα περιπλευμονική : οὐκ ἔμφρων : πνεῦμα πρὸς χεῖρα πονηρὸν ,
Καὶ ἑτέρη ἐπὶ τοῦ ὑπερῴου ῥεγχώδης : γλῶσσα ξηρὴ , περιπλευμονική : ἔμφρων ἔθανεν . Καὶ ὁ ἐν Ὀλύνθῳ ὑδρωπικὸς
4962901 ἀγοιεν
ποιούμενοι . εἰ δ ' ἀναστροφὴν ἔχοιεν καὶ πλείονα σχολὴν ἄγοιεν , καὶ τὰ τρίτῃ καὶ τετάρτῃ καὶ ταῖς ἔτι
ἐνθάδε τοῖον οἷόν κ ' ἠὲ φέροιεν Ἀχαιοὶ ἤ κεν ἄγοιεν : τύνη δ ' ἕστηκας , ἀτὰρ οὐδ '
4962736 λαζυται
τοῦ ε εἰς υ , ὡς τῆλε τῆλυ καὶ λάζεται λάζυται , καταλείψομεν ζήτησιν , διότι οὐκ ὀρθοτονεῖται . Τὸ
Εἰ δὲ ἡ κάθαρσις τῇ γυναικὶ ὀλίγη χωρέοι , πόνος λάζυται ἰσχυρὸς ἰξύας τε καὶ τὸν ἀμφὶ τὰ αἰδοῖα πάντα
4959127 ὑποτιθεσθε
ἰδέας φατὲ εἶναι οὐσίας τῶν αἰσθητῶν , ταύτας δὲ ἐξῃρημένας ὑποτίθεσθε , συμβαίνει τὰς οὐσίας χωριστὰς εἶναι τῶν πραγμάτων ὧν
εἰ δὲ τοῦτο , οὐδὲ διαλέγεσθε . πάντα γὰρ ἀκατάλληλα ὑποτίθεσθε : ὁμολογουμένως οὖν ψεύδεσθε ὡς περὶ ὡρισμένων διαλεγόμενοι .
4956404 ἀντειπον
, καὶ οὔθ ' ὅτ ' αὐτὸν ἐποιεῖσθε πολίτην οὐδὲν ἀντεῖπον , οὔθ ' ὅτ ' ἐπῃνεῖτε , οὔθ '
ῥέοντι καθ ' ὑμῶν οὐχ ὑπεχώρησα , ἀλλ ' ἀναστὰς ἀντεῖπον καὶ τὰ τῆς πόλεως δίκαι ' οὐχὶ προὔδωκα ,
4947107 ἐβλεπε
Αἰγύπτου παιδὸς Λιγγέως ἔφασαν εἶναι ὅτι καὶ τὰ ὑπὸ γῆν ἔβλεπε , διὰ τὸ ἐφευρεῖν πολλὰ τῶν μετάλλων . ἄλλως
ἐν Πελοποννήσῳ παρθένων τῶν τότε . ἀρρενωπὸν δὲ καὶ γοργὸν ἔβλεπε , τοῦτο μὲν καὶ ἐκ τῆς θηρείου τροφῆς ,
4945625 ἐπιλειψουσιν
. οὐ γὰρ δὴ πείσει γ ' ὑμᾶς οὐδεὶς ὡς ἐπιλείψουσιν οἱ τοιοῦτοι ῥήτορες , οὐδ ' ὡς διὰ τοῦτο
μέν , ἄνπερ ἡ πόλις ᾖ , πολλοὶ καὶ οὐκ ἐπιλείψουσιν , εὖ δὲ ποιεῖν ἡμᾶς οὐδεὶς ἐθελήσει , τοὺς
4944186 ἐξηρανθη
Ὀμίλῳ , ὥσπερ χἄτερος , ὕστερον ἐκαύθη : ὅμως δὲ ἐξηράνθη πλὴν ὀλίγου ἡ κοιλίη : δυσεντερίη δὲ ὑπέλαβε ,
δὲ καὶ ἔπειτα ἐπὶ πουλὺν χρόνον τῆς κεφαλῆς ἐγένοντο : ἐξηράνθη ὡς τρίτῃ . Ὁπόσα ἄσημα ἀφανίζεται , δύσκριτα ,
4939099 Ἀγαθαρχον
καὶ τοὺς Τυρρηνοὺς ταραχωδῶς ἀπῃτηκέναι τοὺς μισθοὺς τὸν υἱὸν αὐτοῦ Ἀγάθαρχον κατὰ τὴν ἀπουσίαν αὐτοῦ , πάντας ἀπέσφαξεν , οὐκ
Μετὰ δὲ τοῦτο ναῦς τε ἐκπέμπουσι δώδεκα οἱ Συρακόσιοι καὶ Ἀγάθαρχον ἐπ ' αὐτῶν Συρακόσιον ἄρχοντα . καὶ αὐτῶν μία
4938556 Χοασπην
καὶ καταφερομένους εἰς τὸν Περσικὸν κόλπον . μετὰ γὰρ τὸν Χοάσπην ὁ Κοπράτας ἐστὶ καὶ ὁ Πασίτιγρις , ὃς ἐκ
καὶ τὸν Τίγριν ἦν δυνατὸν διακόψαντα τὸν Κύδνον εἰς τὸν Χοάσπην ἐκβαλεῖν . Οὐ μόνον δὲ ταῦτ ' ἄν τις
4937819 νομευων
, τὸν μὲν βουκολέων , τὸν δ ' ἄργυφα μῆλα νομεύων : ἐγγὺς γὰρ νυκτός τε καὶ ἤματός εἰσι κέλευθοι
ἀοιδᾶς . Δάφνις ἐγὼν ὅδε τῆνος ὁ τὰς βόας ὧδε νομεύων , Δάφνις ὁ τὼς ταύρως καὶ πόρτιας ὧδε ποτίσδων
4934182 ἐρρυσαμην
νυκτὶ Ἑκάβην ἀπάγχουσαν αὐτὸν καὶ λέγουσαν : οὐκ ἐγώ σε ἐρρυσάμην ἐκ τῶν χειρῶν τῶν Τρώων ; διὰ τί μὴ
' Αἰγύπτιον . ἰδὼν δ ' ἐρήμους καὶ παρόντα μηδένα ἐρρυσάμην ἀδελφόν , ὃν δ ' ἔκτειν ' ἐγώ ,
4933613 δεδοικασιν
φάει τε πυρμαχοῦντα πῦρ βαπτείνοντα βάψαι θέλουσι , πάμπαν οὐ δεδοίκασιν ὡς τρίπλοκον τείχισμα καὶ στερέμνιον ἄλληλα συνδέοντα τέσσαρσι στίχοις
. Γαλαῖ τρύζουσαι χειμῶνα ἰσχυρὸν σημαίνουσι . μάλιστα δὲ αὐτὰς δεδοίκασιν οἱ μύες . Ἴδια δὲ ἄρα τῶν ζῴων καὶ
4932769 βουλομεθ
ἐὰν μὲν δέξωνται ταῦτα καὶ πεισθῶσιν ἡμῖν , καὶ ἃ βουλόμεθ ' ὦμεν διῳκημένοι καὶ μετὰ προσχήματος ἀξίου τῆς πόλεως
ἐπὶ τῷ τοῦ Ἀρχιάδου μνήματι , ταύτας ὑμῖν τὰς μαρτυρίας βουλόμεθ ' ἀναγνῶναι : ἔπειτ ' ἤδη καὶ τὰ λοιπὰ

Back