σώματος περιγράψαντες εἰς τὸ ἀγλαὸν τῆς μορφῆς περιχρώσαντες πρὸς γάμον εὐτρεπίζουσιν . Εἰκάσαις ἂν αὐτὸν ἰδὼν ἥρωϊ στεφανηφοροῦντι καὶ ἀναβεβλημένῳ
κατασκευάζουσιν : ῥητορικὴ ἡ λέξις : εὐτρεπίζονται , ἑτοιμάζονται , εὐτρεπίζουσιν . ὄλεθρον : ἀπὸ τοῦ ὄλλω καὶ θρόον :
6525115 παλτα
Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους οἱ μὲν παλτά , οἱ δὲ λίθους , οἱ δὲ τοξεύματα .
ὠμῶς τε καὶ ξὺν ὕβρει ἐξηγεῖτο . . . . παλτά : Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους
6370543 κακοποια
οὕτως καὶ τῶν ἀλόγων ζῴων τὰ ἄδικα τὴν φύσιν καὶ κακοποιὰ πρός τε τὸ βλάπτειν ὡρμημένα τῇ φύσει τοὺς ἐμπελάζοντας
τοῦ Κρόνου πρεσβυτικά , στιβαρά , πανοῦργα , ἐνδόμυχα , κακοποιὰ μηνύει , ὁ δὲ τοῦ Διὸς ἀστεῖα , ἀξιωματικά
6330137 ἀνοιγουσι
μετὰ τοὺς ὕπνους : καὶ γὰρ τὰ βλέφαρα μόλις τε ἀνοίγουσι καὶ διὰ τοῦτο καὶ ἀκίνητος μένει : καὶ λῆμαι
γάλα ἀλεαίνοντες εἶτα αὐ - τοῖς ἐγχέοντες , οἳ δὲ ἀνοίγουσι τὰ βλέφαρα , καὶ ὠφελούμενοι ἥδονταί τε καὶ αἰσθάνονται
6260050 προσωπεια
. αὗται δέ γε ῥῖνας ἔχουσιν : εἰσεληλύθασιν οἱ χορευταὶ προσωπεῖα περικείμενοι μεγάλας ἔχοντα ῥῖνας καὶ ἄλλως γελοῖα καὶ ἀσχήμονα
τῷ βατραχείῳ τὰ πρόσωπα , πρὶν ἐπινοη - θῆναι τὰ προσωπεῖα . τὸ “ ψηνίζων ” δὲ εἶπεν ὡς πρὸς
6202652 νεογνα
ἦν καὶ τερπνόν ; ὅτι μὲν δρακόντων ἦν ἔφοδος καὶ νεογνὰ τὰ βρέφη δύο εἶδε καὶ ἐδυσφόρει μήποτε ἀπόλωνται .
νέων τὴν βληχὴν ἔθηκεν . ὥσπερ , φησί , τὰ νεογνὰ οὐδέπω τὴν φωνὴν ἔναρθρον ἔχοντα ἀπαγόμενα πρὸς τῶν πολεμίων
6164885 ἀκουσματα
πολλὰ γάρ ἐστιν ἐν αὐτῇ τὰ τοῦ λογισμοῦ θεάματα καὶ ἀκούσματα . Τοῖς μὲν σταδιοδρομοῦσιν ἐπὶ τῷ τέρματι τὸ βραβεῖον
εἷς ἄνθρωπός ἐστιν . Τὰ μὲν οὖν ἄλλα θεάματα καὶ ἀκούσματα ἑνὸς ἑκάστου ἔργου τὴν ἐπίδειξιν ἔχει : ἢ γὰρ
6152311 ὀρεια
ἐπὶ τῶν ἄλλων θηρίων . καὶ ἔστι θηρία τὰ μὲν ὄρεια ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὡς οἱ λέοντες , τὰ δ
καλῶϲ ἐϲκευαϲμένοι , πτηνῶν δὲ τὰ ἀπίμελα καὶ ἄβρομα καὶ ὄρεια , ὠὰ ἀλεκτορίδων ἁπαλά , ἰχθύων οἱ πετραῖοι καὶ
6123100 θεαματα
, ἀλλὰ ἐκ τοῦ εὐθέος διαγωνιζόμενοι . καὶ ἔστιν τὰ θεάματα , ἐμοὶ δοκεῖν , οὐδέν τι ἐκείνοις παραπλήσια ,
, ὦ Σώκρατες , καλῶς τε λέγεις καὶ ἐγὼ εἰσάξω θεάματα ἐφ ' οἷς ὑμεῖς εὐφρανεῖσθε . Ὁ μὲν δὴ
6121832 ἀχθη
εἰς τὸ κοινόν : οἱ δὲ ὦμοι , ὅτι τὰ ἄχθη πάντα ἐπ ' αὐτοῖς κομίζεται : τὸ δὲ στόμα
καὶ οἴονται ἀκούειν ὅτι οὐ λῆροί εἰσι , γῆς ἄλλως ἄχθη , ἀλλὰ ἄνδρες οἵους δεῖ ἐν πόλει τοὺς σωθησομένους
6118689 ἀπρακτα
ποτε φιλίας τῷ καιρῷ χρήσιμον : ἀλλ ' ἢ μόνον ἄπρακτα τῷ κειμένῳ περιαλγήσαντες πάλιν περὶ τῶν καθ ' ἑαυτοὺς
Ἑλληνικῶν μεταθεὶς ὁ Θεόπομπος ἀργά τε καὶ ἀκίνητα πεποίηκε καὶ ἄπρακτα . λόγου γὰρ δύναμιν καὶ διὰ τὴν κλοπὴν ἐξεργασίαν
6102859 σαγαρεις
. καὶ οἱ πεζοὶ ἔχουσι μὲν γέρρα καὶ κοπίδας καὶ σαγάρεις ὥσπερ οἱ ἐπὶ Κύρου τὴν μάχην ποιησάμενοι : εἰς
ἀκινάκην Περσικὸν ξιφίδιόν τι , τῷ μηρῷ προσηρτημένον , καὶ σαγάρεις Σκυθικάς . Ἄραβες δὲ καὶ στρουθῶν δοραῖς ἀντὶ θωράκων
6056152 ἐργαλεια
Λαγγαρίας ἤτοι ἐν τῇ Λαγγαρίᾳ πόλει , τὰ δ ' ἐργαλεῖα καθιερώσει τῷ ναῷ τῆς Μυνδίας ἤτοι τῆς Ἀθηνᾶςποῖα ἐργαλεῖα
Γ [ τὰ ] ἐν τῷ μαγειρείῳ ⌈ τυγχάνει Γ ἐργαλεῖα Γ , τοῦ γελοίου χάριν ἄξαι φησὶ ταῦτα εἰς
6051246 ἀκροαματα
καὶ περιπλεκόμενος βιαιότερον τοῖς πρέμνοις ] . τὰ δὲ θυμελικὰ ἀκροάματα τὸν Διόνυσον θεραπεύει διὰ τὴν πρὸς τὰς θαλίας οἰκειότητα
ἐρίζοντες . ἥ τε περὶ τὰ θεάματα αὐτῶν ἢ τὰ ἀκροάματα σπουδὴ φιλονείκως ἑκάστοτε ἐμερίζετο : καὶ οὐδενὶ ἀμφότεροι ὁμοίως
6032318 συσσιτια
, περιπέμπων ἐν ταῖς νυξὶν ἀνὰ τὰς στιβάδας καὶ τὰ συσσίτια τὰς ἐρριμμένας ἀσπίδας ἐκέλευσε συλλέγειν καὶ ὡς αὐτὸν κομίζειν
τὴν τῶν γʹ . τὴν γὰρ τῆς ἀπόκρισις γʹ . συσσίτια . ►ἀνδρία φιλίτια συσσίτια Κρῆτες Λάκωνες Ἀθηναῖοι◄ ὅπλων ἕξιν
6017961 πιπρασκοντες
μὲν γὰρ ἐπ ' ἀδικίᾳ καὶ συκοφαντίᾳ συνεστήσασθε , μισθοῦ πιπράσκοντες τῶν λόγων ὑμῶν τὸ αὐτεξούσιον καὶ πολλάκις τὸ νῦν
. ἀγκαλιδοφόροι δὲ αὐτοὶ οἱ φέροντες : ἀγκαλιδοπῶλαι δὲ οἱ πιπράσκοντες , . , . . . Ἄγαλμα : .
6015482 ἀγορασαντες
Δήλῳ διατρίβειν : τῶν δὲ Δηλίων ἀποκρινομένων αὐτοῖς ὅτι ἱερεῖα ἀγοράσαντες οἱ ἄνθρωποι διέβησαν εἰς τὴν Ῥήνειαν : διὰ τί
, ὡς ἰχθῦς πεπράκασιν , οὐ τρίποδα : οἱ δὲ ἀγοράσαντες ἔλεγον , ὡς πᾶν τὸ ἀνιὸν καὶ πᾶν ὅ
5988224 γεωργικα
συγκοπὴν τῆς σα συλλαβῆς . Διὰ τοῦ χαλκοῦ δὲ τὰ γεωργικὰ ἔργα εἰργάζοντο , διά τινος βαφῆς στεῤῥοποιοῦντες αὐτόν .
ἀναγκαιοτάτην ἄρδῃ καὶ ἐποχετεύῃ τοῖς φυτευθεῖσι καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα γεωργικὰ πᾶσιν ἐγχειρῇ , ὁ δ ' αὖ μουσικὸς αὐλοῖς
5975238 μαραθρα
ὠφελοῦντα . νοσήσας γὰρ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὁ ὄφις ἐπὶ τὰ μάραθρα τρίβει , καὶ ἡ ἄρκτος πυρέξασα τοὺς μύρμηκας ἐσθίει
βολβοὺς τοὺς ἐρυθῶντας τοὺς μικροὺς ἅμα ἁλσὶ καὶ ἐλαίῳ ἢ μάραθρα πεφρυγμένα ἅμα ταρίχῳ ἢ σκίλλης βραχὺ μεμαρασμένης . Ἀρρυτίδωτον
5974281 ἐξιοντες
δὲ δημοτικοὶ διὰ τὸν φθόνον ἐπὶ τῇ προφάσει τῶν δραπετῶν ἐξιόντες ἐπὶ τὴν χώραν οὐ μόνον τὰς κτήσεις διήρπαζον ,
εὐθὺς συντάττειν , ἵνα μὴ σποράδην καὶ κατ ' ὀλίγους ἐξιόντες ἐπὶ τὰ αὑτῶν ἀπολλύωνται δι ' ἀταξίαν καὶ κόπον
5962752 φαινοντες
ἐϋδμήτων ἐπὶ βωμῶν ἕστασαν αἰθομένας δαΐδας μετὰ χερσὶν ἔχοντες , φαίνοντες νύκτας κατὰ δώματα δαιτυμόνεσσι . πεντήκοντα δέ οἱ δμῳαὶ
οὐ μόνον ταῦτ ' , ἀλλὰ καὶ παθημάτων τὰς αἰτίας φαίνοντες ἐν τῷ σώματι ἰατρικῆς τέχνης τε καὶ ἐπιστήμης ἐμπειρίαν
5960159 συμποσια
λόγον ] αἱρεῖν . ἔτι δ ' ἐπεὶ πρὸς [ συμπόσια ] , καὶ [ πρὸς ] [ ] τὸ
Ἦν δ ' αὐτοῖς νόμιμον μηδὲ προχοΐδας εἰσφέρεσθαι εἰς τὰ συμπόσια , δῆλον ὅτι νομίζοντες τὸ μὴ ὑπερπίνειν ἧττον ἂν
5949880 κομωσι
καὶ πάντες λεῖοι πρὸς αὐτὸν ἤρχοντο : Λουκϊανὸς δὲ τοῖς κομῶσι , καὶ πάντες κομῶντες . ζήτει δὲ καὶ τοὺς
ἱππικὴν ἔχοντες . Θ κἀν τοῖς Ἱππεῦσι μὴ φθονῆτε ἡμῖν κομῶσι Θ μηδ ' ἀπεστλεγγισμένοις . Θ ἱππάζεταί τε :
5948207 ἀνειμενα
ὡμοιώθη . ἔχε κλᾷδα : εἶχε κλεῖδα ὡς ἱέρεια . ἀνειμένα : ἀνακείμενα . πολύθεστε : πολυπόθητε . προχάνα :
εἰσιν . ὀφθαλμοὶ μειδιῶντες ἅμα ὑγρό - τητι , βλέφαρα ἀνειμένα , μέτωπον μαλακόν , τὰ ἀμφὶ τὰ βλέφαρα λαγαρὰ
5942401 καρποφορα
τῷ βρέφει , καὶ τῶν δένδρων ἄρρενα μὲν καλοῦσι τὰ καρποφόρα , θήλεα δὲ τὰ μὴ φέροντα τοὺς καρπούς ,
ὅπου ἂν οἰκῶσιν ἄνθρωποι ; οἱ δὲ στρουθοὶ περὶ τὰ καρποφόρα τῶν δένδρων ; οἱ δὲ κύκνοι ὅπου ἔξεστιν αὐτοῖς
5940971 ᾀδοντες
εἰς αὐτὸν βάλλουσιν , τῇ σφῶν διαλέκτῳ τὸν Ἀφροδίτης ὕμνον ᾄδοντες . Κατορύσσουσι δὲ κατ ' ἐνιαυτὸν γραῦν κατάκριτον παρὰ
, πλήρης σταφυλῆς . ἐπάτουν δὲ ἑξήκοντα Σάτυροι πρὸς αὐλὸν ᾄδοντες μέλος ἐπιλήνιον , ἐφειστήκει δ ' αὐτοῖς Σιληνός .
5928299 συγκοψαντες
ποιοῦσι καὶ παντελῶς ἐξηλλαγμένον περὶ τὰς τῶν τετελευτηκότων ταφάς : συγκόψαντες γὰρ ξύλοις τὰ μέλη τοῦ σώματος εἰς ἀγγεῖον ἐμβάλλουσι
. . ὑπερπετάμεναι γὰρ τὸν καπνὸν σκοτοῦνται καὶ πίπτουσι : συγκόψαντες δ ' αὐτὰς μεθ ' ἁλμυρίδος μάζας ποιοῦνται καὶ
5913976 νιτρωδη
τοιοῦτον καὶ εἶναι . Καὶ ἡ θάλαττα δὲ καὶ τὰ νιτρώδη καὶ σαπρὰ καὶ ὀξέα τῶν ὑδάτων ἔχει τινὰ μίξιν
ἐστὶ τὰ βραδέως τὰ ὄσπρια τήκοντα . τοιαῦτα δὲ τὰ νιτρώδη καὶ ἁλμυρά . ἐν δὲ τῷ περὶ ὑδάτων Ἱπποκράτης
5896810 τειχομαχιαν
Κάσσιον τοῖς πρὸς θαλάσσῃ τείχεσι τὸ ναυτικὸν οὐκ ἀνέτοιμον ἐς τειχομαχίαν ἐπαγαγόντα : ἐλπίζων γάρ τι τοιοῦτον ἐπεφέρετο πύργους ἐπτυγμένους
καὶ ἀφετήρια καὶ κλίμακας καὶ πᾶσαν ἄλλην ἀποσκευὴν τῶν ἐς τειχομαχίαν ἐπιτηδείων . καὶ ἀφικόμενοι ἐς Λέσβον κατῆραν ἐς τὸν
5890972 τετριχωμενα
ὡς ἐπιπλεῖστον γὰρ αὐτῶν τὰ ἤθη ἐστὶ θηριώδη . σκέλη τετριχωμένα πάνυ θριξὶ πυκναῖς καὶ μεγάλαις δυσμαθῆ καὶ ἀγριώτερον σημαίνουσιν
προφανῆναι νομίζουσιν . σισύρνας καὶ σισύρας τὰ δασέα δέρματα τὰ τετριχωμένα : καὶ Ἀλκαῖος ὁ μελοποιός : ἐνδὺς σίσυρναν :
5887491 ὀπτηθεντα
, τρέφει δὲ μᾶλλον : φάρυγγα τραχύνει καὶ στόμα . ὀπτηθέντα δὲ ἀλυπότερα γίνεται : διαχωρεῖ δὲ μάλιστα τῶν καρύων
βούληταί τις ὑπάγειν , ἕψοντα διδόναι : μετρίως δὲ ἐχούσης ὀπτηθέντα γίνεται τρόφιμα . πρὸς δὲ τὰς οὐρήσεις ἀμφοτέρως σκευασθέντα
5880147 βοσκομενων
ἔξωθεν τούτου , τὰς δὲ σκούλκας μήκοθεν ἐν κύκλῳ τῶν βοσκομένων ἵππων ποιεῖν , εἰ μὴ ἄρα ἀποτροφὰς τῶν ἀλόγων
ἐν τῇ νήσῳ καρπῶν καὶ τὸ πλῆθος τῶν ἐν αὐτῇ βοσκομένων κτηνῶν φιλοτιμηθῆναι τοῖς ἐγχωρίοις ἐνδείξασθαι τὰς ἰδίας εὐεργεσίας .
5874195 πρεσβυτικα
οἷς κοινωνεῖ φύσιν . Πρόσωπα δὲ ὁ μὲν τοῦ Κρόνου πρεσβυτικά , στιβαρά , πανοῦργα , ἐνδόμυχα , κακοποιὰ μηνύει
γὰρ ἀφλέγμαντα τηρῆσαν , ποιεῖ δὲ καὶ πρὸς χρόνια ἕλκη πρεσβυτικά τε καὶ εὐνούχων , ἔτι δὲ πρὸς τὰ περὶ
5865376 στυφοντα
προστίθεται . ἔξωθεν δ ' ἐπιτιθέμενα συλλαμβάνεται τῇ ὠφελείᾳ τὰ στύφοντα καὶ τὰ διὰ φοινίκων καὶ κυδωνίων καταπλάσματα προσειληφότα βαλαύστιον
τὰ δριμέα σύμπαντα : μιγνύσθω δ ' αὐτοῖς καὶ τὰ στύφοντα χωρὶς τοῦ ψύχειν σαφῶς . ἄριστον δ ' ἅμα
5864275 ἀφθας
βάτου , ἢ κέρας ἐλάφειον λεάνας παράτριβε . [ Πρὸς ἄφθας βρεφῶν . ] Φακὴν μετὰ βραχέος ἄρτου καὶ κυδωνίων
χρῶνται . Βάτου τὰ φύλλα καὶ οἱ βλαστοὶ δὲ διαμασώμενοι ἄφθας τε καὶ τὰ ἄλλα ἕλκη τὰ ἐν τῷ στόματι
5856503 κομιζουσιν
τῆς ἐλευθερίας . λέοντας τρέφουσιν ἡμέρους ἐγκλείσαντες καὶ σιτίζουσι καὶ κομίζουσιν ἔνιοι μεθ ' αὑτῶν . καὶ τίς ἐρεῖ τοῦτον
τῶν παρεστώτων τινὲς ὑπέλαβον αὐτόν : καὶ κελευσθέντες φοράδην οἴκαδε κομίζουσιν οὐδενὸς συναισθανόμενον ὑπὸ κάρου τῶν ἀθρόων κατασκηψάντων κακῶν .
5852891 ῥοπαλα
τὰ σκῆπτρα λαβόντος γενέσθαι . τοῖς μὲν δὴ ἡτοίμαστο τὰ ῥόπαλα , τῶν δέ τις ταυτὶ μὲν συνειδότων , τοῦ
θυγατέρα . ἐλεύθερόν τι τολμήσει πονεῖν , θηρᾶν λέοντας , ῥόπαλα βαστάζειν . θυγάτριον , ἡ νῦν ἡμέρα δίδωσί μοι
5847116 θαλαττιοις
νησιδίῳ καὶ ἐν Λιπάραις τοῖς τε καταχθονίοις θεοῖς καὶ τοῖς θαλαττίοις . ἀπὸ μὲν οὖν Ἐρικώδους εἰς Φοινικώδη δέκα μίλιά
καὶ ὁ περὶ τοὺς καλοὺς θανάτους τούς τε ἐν τοῖς θαλαττίοις κινδύνοις καὶ τοὺς ἐν ταῖς νόσοις ἀδεὴς ἀνδρεῖος ,
5829273 πολυκαρπα
καὶ ὤκιμον ἐμφλοιοσπέρματα , θριδακίνη δὲ παπποσπέρματον . Πάντα δὲ πολύκαρπα καὶ πολυβλαστῆ , πολυκαρπότατον δὲ τὸ κύμινον . ἴδιον
συμβαίνειν καὶ περὶ τὰ φυτά : τὰ γὰρ πολύφορα καὶ πολύκαρπα καὶ αὐτὰ θᾶττον καταγηρῶσιν , τὰ δὲ στεριφὰ καὶ
5827629 ῥιπτουντες
σάρκας ἐσθί - οντες , τὰ δ ' ὄστρακα πόρρω ῥιπτοῦντες : μεμυκότα γὰρ ἐν τῷ ζῆν , μετὰ τὴν
μὲν αὐτοὶ κτείνοντες , οἱ δὲ καὶ σφᾶς αὐτοὺς ἄνωθεν ῥιπτοῦντες ἀπέθνησκον . ἐγένετο δὲ καὶ νέων ἑτέρωθεν ἐκδρομή τις
5824527 γερρα
ἁπλοῦς . γεῖσα : ἅπαντα τὰ ἐξέχοντα τῶν τοίχων . γέρρα : δύο σημαίνει , τάς τε πλεκτὰς ἀσπίδας καὶ
. γέρρον Περσικὰ μὲν εἰσὶν ὅπλα : κυρίως δὲ τὰ γέρρα : κατὰ χρηστικῶς δὲ καὶ ἅπαν σκέπασμα , εἶτε
5815763 δημιουργικα
αἰτίων τὸν ὧν οὐκ ἄνευ λόγον ἐπέχει . Εἴδη μὲν δημιουργικὰ τῶν μήτε ὄντων ἐν τῇ φύσει μήτε ὑπὸ τῆς
ἀστυνόμοι εἰς ἓξ πεντάδας διῄρηνται : καὶ οἱ μὲν τὰ δημιουργικὰ σκοποῦσιν , οἱ δὲ ξενοδοχοῦσιν : καὶ γὰρ καταγωγὰς
5815374 βοωσι
ποιηταὶ κατατρέχοντές που τῆς ἡδονῆς καὶ ἀκρασίας ἐπικούρους καὶ βοηθοὺς βοῶσι . Πλάτων μὲν δυσχεραίνοντά τινα ποιήσας πατέρα τῷ τοῦ
γρυλλιξεῖτε : χοίρων φωνὴν μιμήσεσθε . ΓΓ οὕτω γάρ πως βοῶσι τὰ δελφάκια κοΐ , καὶ ἔστι ποιὰ φωνή .
5806728 δειλαιοι
σιμός τε ] εἴη καὶ τὴν ὄψιν οὐκ εὔχαριςἀγνοοῦντες οἱ δείλαιοι , ὅτι καλὸς εἶναι τἄνδοθεν τοῖς | θεοῖς Σωκράτης
ἵνα τόδε . σύμμαχον εἶχεν ὑποψίαν . ἀλλ ' οἱ δείλαιοι σύμβουλοι ἐξαγαγόντες εἰς τὴν Βοιωτίαν τὴν ἀκμὴν τῆς πόλεως
5804990 μοθωνας
εἶδος . ἔλεγον δὲ καὶ τοὺς φορτικοὺς καὶ πανουργίᾳ προσφερομένους μόθωνας . οὔτοι μὰ τὴν Δήμητρα : πάτριος τῶν Ἀθηναίων
. . μόθων : Λάκωνες τοὺς παρατρεφομένους τοῖς ἐλευθέροις παῖδας μόθωνας καλοῦσιν . 〚 ἢ ἀντὶ τοῦ ἀνόητος . ἄλλοι
5795305 δειπνα
, μέλη σωμάτων , εἰκόνες , σφαγαὶ , τάφοι , δεῖπνα . οἱ μὲν τοῖς σώμασι τῶν φιλτάτων σκηνοῦντες ἐλάνθανον
ἔστιν , οὐ τροφήν , καὶ ὅτι ἐπὶ τὰ ἀλλότρια δεῖπνα πᾶς γίνεται ὀξύχειρ κοὐκ ἐγκρατής : τοῖς δὴ τοιούτοις
5782501 σκυθρωπα
ὄντων δυσχερῶν ἐν τῇ διανοίᾳ λήθην ἐντίθησι . τὰ γὰρ σκυθρωπὰ τοῦ βίου περὶ μὲν τὴν ἀγορὰν ἢ τὸ γυμνάσιον
διαφυλάξαι σὺν πᾶσι τοῖς σοὶ διαφέρουσιν ] . [ Τὰ σκυθρωπὰ κατὰ θείαν καὶ ἀπόρρητον σοφίαν καὶ πρόνοιαν τοῖς ἀνθρώποις
5781398 ἐπιλελησμενοι
ἐπιθήσοντες ἅπαντι τῷ πολέμῳ . καὶ οἱ μὲν εὐκοσμίας ἁπάσης ἐπιλελησμένοι χύδην τε καὶ ἀφύλακτα ἐχώρουν , γεγηθότες καὶ εὐωχούμενοι
δυστυχῶν : ἐπεὶ καὶ ὅμοια ποιήσομεν τοῖς καταράτοις κόλαξιν ἐκείνοις ἐπιλελησμένοι ἀνδρὸς τοσαῦτα μηρία ταύρων τε καὶ αἰγῶν πιότατα καύσαντος
5780481 θρεμματα
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ
5776352 ἐφημερα
μετρίους τινάς , οὐκ εἰς περιουσίαν ἀλλ ' εἰς τὰ ἐφήμερα καὶ τὰ ἀναγκαῖα τοῦ βίου : μὴ διδόντων δὲ
Πλατωνικὸς ] καὶ Εὐδαίμων καὶ εἴ τις τοιοῦτος . πάντα ἐφήμερα , τεθνηκότα πάλαι : ἔνιοι μὲν οὐδὲ ἐπ '
5765008 λικνα
λευκόν : λαμπρόν . παναπηρέας : ἀβλαβεῖς . χρυσῶ πλέα λίκνα : ἢ χρυσοῦ πεπληρωμένα ἢ ὅτι περιεχρύσουν αὐτὰ δι
καὶ πέρσεις τελεταὶ , καὶ θίασοι παντοδαποὶ , καὶ τὰ λίκνα φέρουσαι . Μετὰ δὲ ταῦτα Μακέται , αἱ καλούμεναι
5764709 ἐγεραιρον
τὸν Ἄδρηστον καὶ δὴ πρὸς τὰ πάθεα αὐτοῦ τραγικοῖσι χοροῖσι ἐγέραιρον , τὸν μὲν Διόνυσον οὐ τιμῶντες , τὸν δὲ
ἐνίαις ὡς σωτῆρι τῆς πατρίδος , ᾧ πάλαι τοὺς ὑπερασπίσαντας ἐγέραιρον οἱ περισωθέντες . ἀνερρήθη δὲ καὶ πατὴρ πατρίδος ,
5760198 κληροις
καὶ δὴ τῷ Ἰάσονι ὁ μαντικώτατος Μόψος ὄρνισί τε καὶ κλήροις μαντευόμενος προθύμως ἐνεβίβασε τῷ σκάφει τοὺς Ἀργοναύτας , αἴσιον
τῶν συγγενικῶν συναφειῶν καὶ αὖθις διαιρεθέντας ἀναμὶξ καὶ ἀδιαφόρως τοῖς κλήροις ἀποδοθῆναι . ἀλλὰ τίς λόγος τὸ μέγεθος τῆς συμφορᾶς
5755398 κινημασιν
εὐδαίμων , ἐν δὲ τοῖς κατ ' αἴσθησιν καὶ ἀλόγοις κινήμασιν εἰκάζει . τὰ γὰρ μὴ παρὰ τὴν τοῦ λόγου
. στυγνῆς πρὸς κύμασιν ἄτης ] ταραχαῖς . . λυπηρᾶς κινήμασιν βλάβης . . ἦ σοφὸς ] τὸν Πιττακὸν λέγει
5754694 ἀγριοις
ἐπειδὴ καὶ πλείονος ἄξια φροντίδος ἐστὶ καὶ οὐχ ὁμοίως τοῖς ἀγρίοις εὔτονα , γεωργικῆς ἐπιστήμης δεόμενα πρὸς κραταιοτέραν δύναμιν .
θΞ φιλοστόνως ] θρηνωδῶς . ματαίοις ] ἀνωφελέσι . θΞ ἀγρίοις ] τοῖς δυναμένοις ἐκπλῆξαι . ἀγρίοις ] θρηνητικοῖς .
5754096 ἀναστελλουσι
τῶν δένδρων περιχώσαντες καὶ τὴν τοῦ χειμῶνος ὥραν ἐάσαντες πάλιν ἀναστέλλουσι τὴν γῆν κατὰ τὸν τοῦ βλαστοῦ καιρόν . ἅπασα
τις φθάσῃ ἐκκαθᾶραι τὸ πᾶν σῶμα , μετὰ τοῦτο τοῖς ἀναστέλλουσι καὶ ἀποκρουομένοις τοὺς ἐπιρρέοντας χυμοὺς χρήσηται φαρμάκοις , ἰάσατο
5752661 παρηγον
. ὡς δ ' ἧκον οἱ στρατηγοὶ καὶ τὸν μηνύσαντα παρῆγον κἀκεῖνος εἶπεν , σιωπὴ μὲν καὶ φόβος κατεῖχε τὸ
παρηγγύησεν εἰς δύο ἄγειν τὸν λόχον : ἐκ τούτου δὴ παρῆγον οἱ δεκάδαρχοι εἰς μέτωπον : ὁπότε δ ' αὖ
5751978 ὁμοσπονδους
πόλεως εἰπεῖν δύναται , ἀλλ ' ἐπὶ τοὺς συσσίτους καὶ ὁμοσπόνδους μελετᾷ . Τὴν μὲν τοίνυν κοινωνίαν τῶν περὶ τῆς
ἐχθροῖς ἀποδιδόναι , οὐδ ' ὁμοίως ἑκατέρους ὁμοτραπέζους ποιεῖσθαι καὶ ὁμοσπόνδους , ἡγουμένους καὶ τράπεζαν βωμὸν εἶναι τῆς ἑστίας καὶ
5746880 καλλιμα
ξείνῳ περικαλλέα χηλὸν ἐξέφερεν θαλάμοιο , τίθει δ ' ἐνὶ κάλλιμα δῶρα , ἐσθῆτα χρυσόν τε , τά οἱ Φαίηκες
ὠκύποδας καὶ ἀρήια τεύχεα φωτῶν φάρεά τ ' εὐποίητα γυναικῶν κάλλιμα ἔργα : τοῖς ἔπι θυμὸν ἴαινε Νεοπτολέμοιο φίλον κῆρ
5742394 ἀποκρυφα
ἐπειδήπερ ἐξελέγης εἰς τὴν ἀλήθειαν . ταῦτα δὲ πάντα τὰ ἀπόκρυφα γράψον ἐπὶ πτύχας χαλκᾶς καὶ ἀπόθου ἐν τῇ γῆι
τῇ : Κυνῆ Ἄϊδος . ἐπὶ τῶν ἀφανῆ τινα καὶ ἀπόκρυφα ποιούντων . Πλάτων ὁ φιλόσοφος ἐν ταῖς πολιτείαις εἰσφέρει
5741131 ἀποσμηξαι
λεπτομερέστερον τοῦ κοινοῦ . τοῦτο μὲν οὖν ὡς πρὸς τὸ ἀποσμῆξαι πρῶτον ἐνιέσθω . εἰ γὰρ τὸ πρῶτον φάρμακον οὐκ
ὁ τῆς ὑπερκαθάρσεως φόβος οὐ δεινός : εὐμαρὲς γὰρ καὶ ἀποσμῆξαι τὸν στόμαχον καὶ ἀποστῦψαι . οὓς μὲν οὖν μεταχειρίζεσθαι
5739898 τρεφοντες
' ἑαυτοὺς τρέφεσθαι γάλακτι καὶ κρέασι καὶ πολλὰς ἀγέλας κτηνῶν τρέφοντες οὐκ ἐπεδέοντο σίτου : κατασκευάσαντες δ ' οἰκήσεις ἑαυτοῖς
μεγάλην , εἰ πεφθεῖεν , οὕτω βρωθέντες πυροί , καὶ τρέφοντες ἰσχυρῶς τὸ σῶμα καὶ ῥώμην ἐπίσημον παρεχόμενοι τοῖς προσενεγκαμένοις
5733072 ἐνεπλησθησαν
καὶ λέγουσιν ἵλεων εἶναι τὸν θεόν , διότι οἱ ἰχθύες ἐνεπλήσθησαν τῶν κρεῶν . εἰ δὲ ταῖς οὐραῖς αὐτὰ ἐς
σώματος . τὸ δὲ ναυτικὸν ἐπήρθη ταῖς ἐλπίσι καὶ φρονήματος ἐνεπλήσθησαν , ὅτι τὸν ἀνδρειότατον καὶ κάλλιστον εἶχον ἡγούμενον .
5732937 στεατα
τὰ ἐπὶ τοῦ θυσιαστηρίου , τά τε ὁλοκαυτώματα καὶ τὰ στέατα „ : λέγεται γὰρ εὐθύς : ” καὶ εἶδε
, ὡς μή τινα γνῶναι τὸ ἀπόρρητον . [ . στέατα . . καθείς , ἐμβαλών , χαλάσας . ”
5732604 ἀχλαινον
δ ' ἀμφικλύστους χοιράδας Γυμνησίας / σισυρνοδῦται καρκίνοι πεπλωκότες / ἄχλαινον ἀμπρεύσουσι νήλιποι βίον , / τριπλαῖς δικώλοις σφενδόναις ὡπλισμένοι
. Οἱ δ ' ἀμφικλύστους χοιράδας Γυμνησίας σισυρνοδῦται καρκίνοι πεπλωκότες ἄχλαινον ἀμπρεύσουσι νήλιποι βίον , τριπλαῖς δικώλοις σφενδόναις ὡπλισμένοι .
5732229 ληϊα
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ
5725459 ἁπαλα
, τὸ δὲ τραχὺ δυσβλαστές : τὰ δὲ ἄκρα καὶ ἁπαλὰ καὶ ἔνυγρα καθάπερ τὸ κλῆμα καὶ ἡ κράδη :
φύλλα καὶ οἱ βλαστοὶ καὶ τὰ σφαιρία τὰ νέα καὶ ἁπαλὰ τὰς ὑγρότητας τῶν πλαδαρῶν ἑλκῶν καὶ σηπεδονωδῶν ἀλύπως καὶ
5722073 ἁπαλωτατα
. καρδάμου χλωροῦ τὰ ἁπαλώτατα φύλλα , λιβανωτίδος χλωρᾶς τὰ ἁπαλώτατα φύλλα τρίψας , καὶ τούτων τὸ ὑγρὸν ἐκθλίψας ,
. καὶ τῶν πετραίων ὁ φύκης καὶ ἡ φυκίς , ἁπαλώτατα ἰχθύδια ὄντα , ἄβρωμα καὶ εὔφθαρτά ἐστιν , ἡ
5718467 ποπανα
παρ ' ἡμῖν μὲν γὰρ ἀσφόδελος μόνον καὶ χοαὶ καὶ πόπανα καὶ ἐναγίσματα , τὰ δ ' ἄλλα ζόφος καὶ
, ἐπεὶ δὲ βωμῷ προθύματα καθωσιώθη Ἡφαίστου φλογὶ , καὶ πόπανα καὶ πέλανος . 〚 Ἄλλως . δέον εἰπεῖν ,
5717146 θηλυδριαι
ἐκεῖνοἐπειδὴ πάσχειν ἀνάγκη τὸ θνητόν , ἵνα μὴ καθάπερ οἱ θηλυδρίαι κεκλασμένοι καὶ παρειμένοι | καὶ προαναπίπτοντες μετ ' ἐκλύσεως
ἐναντία . Οἱ τὰ γόνατα ἔσω νεύοντες γυναικεῖοί τε καὶ θηλυδρίαι . Ἰσχία παχέα γυναικεῖον ἄνδρα σημαίνει : ἰσχία ὀστώδη
5712439 ξιφη
δὲ καὶ σαυνίοις ὁλοσιδήροις ἀγκιστρώδεσι , φοροῦσι δὲ κράνη καὶ ξίφη παραπλήσια Κελτίβηρσιν . ἀκοντίζουσι δ ' εὐστόχως καὶ μακράν
πᾶν ὅσον βάρβαρον ἠγάπα ζῆν ἐν σπονδαῖς , αὖθις τὰ ξίφη θήξαντες ἐπιστρατεύουσι , διαπλέουσιν , ἀπειλοῦσι , δρῶσι ,
5712374 ψαιστα
τὴν τρώγλην τὸν πελανὸν ἔνθες τοῦ δράκοντος εὐφήμως , καὶ ψαιστὰ ? δεῦσον : τἄλλα δ ' οἰκίης ἔδρηι δαισόμεθα
ἦν ἄρδονθ ' ἁπαλὴν καταπίνειν . λεκανίσκαισιν δ ' ἂν ψαιστὰ παρῆν ἡδυσματίοις κατάπαστα , ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ '
5709801 μισουμενοι
κἂν ἀγνοῶσιν αὐτούς : κακὰς δὲ οἱ ἔχθιστοι ἢ οἱ μισούμενοι ἢ οἱ μισοῦντες τοὺς ὁρῶντας , κἂν λανθάνωσιν .
τὰ Ἀθήνησιν Διονύσια καὶ Παναθήναια , ἀλλὰ ἑορτάζουσιν μισοῦντες καὶ μισούμενοι : πόλεμόν μοι λέγεις , οὐχ ἑορτήν . Καλαὶ
5705618 προθυρα
δὲ ναὸν ὄντα τὴν οἴκησιν στεφανοῦσιν [ τὰ τῶν ἐρωμένων πρόθυρα ] : διὰ ταῦτα δὲ καὶ θύουσιν ἔνιοι ἐπὶ
τῶν οἰκίας μεγαλοπρεπεῖς κατασκευαζόντων . ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνοι εἰς τὰ πρόθυρα κίονας μεγάλας ὑποβάλλουσιν , οὕτω καὶ οὗτος ὡσπερεὶ μέγαρον
5705418 πυρφορα
πυκνὰς καὶ μελέτας τῶν ἰδίων ἐποιεῖτο καὶ μηχανὰς ποικίλας συνεπήγνυτο πυρφόρα τε ἀγγεῖα σιδήρεα ἐξῆπτε κοντῶν μακρῶν , αἰωρεῖσθαι τὸ
αὐτίκα αἵ τε ἑλεπόλεις μηχαναὶ προσήγοντο καὶ ἀνὰ τὰς τύρσεις πυρφόρα ἐρρίπτοντο βέλη οἵ τε ἐς τὰ μεταπύργια φαινόμενοι ἐβάλλοντο
5704003 ταμιευειν
περὶ γραμματικῆς ὡς τέχνης ἐπιτηδείου γραμμαῖς τὰς φωνὰς δημιουργεῖν καὶ ταμιεύειν τῇ ἀναμνήσει , ἴδωμεν τίς μετὰ ταύτην δευτέρα πρέπουσα
ὀφείλοντας , ἀπάγων ὑπερημέρους . τὰ δὲ ῥήματα φείδεσθαι , ταμιεύειν ταμιεύεσθαι , θησαυροποιεῖν , φρουρεῖν , ἀγρυπνεῖν , φυλάττειν
5702155 κατατιθενται
πολλαῖς οἱ Ἀχαιοὶ Λακεδαιμονίων μὲν αὐτῶν ὅσους εἶχον συνειληφότες , κατατίθενται σφᾶς ἐς δεσμωτήριον , τοὺς ξένους δὲ ἀπ '
οἱ δ ' Ἡρακλεῖδαι ἐπεὶ τὴν λάρνακα φέροντες ἐβαρύνοντο , κατατίθενται : καὶ ἀποκαλύψαντες εὗρον ἀντὶ τῆς Ἀλκμήνης λίθον ,
5692205 γεννηματα
τὸ εὐχαριστεῖν αὐταρκέστατος . οἱ μὲν οὖν τῶν δένδρων καρποὶ γεννήματα λέγονται τῶν ἐχόντων , ὁ δὲ παιδείας καὶ φρονήσεως
οὐ τῷ θεῷ . τὰ μὲν γὰρ οἰκεῖα τοῦ θεοῦ γεννήματα αἱ ὁλόκληροι ἀρεταί , τὰ δὲ συγγενῆ φαύλων αἱ
5691382 ἐφηλιδας
ὁ Πλούταρχος τὰς πικρὰς ἀμυγδάλας φησὶν τὰς τοῖς προσώποις ἐξαίρειν ἐφηλίδας . * ἀργινόεσσαν : λευκήν * ἐπισεύονται : ἐπάγουσιν
ῥίζα : δι ' ὃ καὶ εἰς ψίλωθρον χρήσιμον καὶ ἐφηλίδας ἀπάγειν : τῷ δὲ καρπῷ ψιλοῦσι τὰ δέρματα .
5678026 ἁρπαζουσιν
Καινὸν οὐδέν , ἀλλ ' οἷα καὶ πρὸ τοῦ : ἁρπάζουσιν , ἐπιορκοῦσιν , τοκογλυφοῦσιν , ὀβολοστατοῦσιν . Ἄθλιοι καὶ
οἱ Ἰλλυριοὶ καὶ ἄνδρας πολλοὺς καὶ ἔτι πλείονας τῶν γυναικῶν ἁρπάζουσιν : ἐσθέμενοι δὲ ἐς τὰς ναῦς ἔπλεον τὴν ἐπὶ
5677630 κλωμακοεσσαν
. Ὅμηρος ” οἵ τ ' εἶχον Τρίκκην καὶ Ἰθώμην κλωμακόεσσαν „ . ἔστι καὶ Μεσσήνης . ἀπὸ Ἰθώμου βασιλέως
Ὀϊλῆϊ πτολιπόρθῳ . Οἳ δ ' εἶχον Τρίκκην καὶ Ἰθώμην κλωμακόεσσαν , οἵ τ ' ἔχον Οἰχαλίην πόλιν Εὐρύτου Οἰχαλιῆος
5677411 φιληματα
ὦ βούτα , συγκάτθανε δῶρα τὰ Μοισᾶν , παρθενικᾶν ἐρόεντα φιλήματα , χείλεα παίδων , καὶ στυγνοὶ περὶ σῶμα τεὸν
κόρον , καὶ οὐδέν ἐστιν , ἐὰν ἐξέλῃς αὐτοῦ τὰ φιλήματα : φίλημα δὲ καὶ ἀόριστόν ἐστι καὶ ἀκόρεστον καὶ
5673494 ἀλειπτας
τῶν σωμάτων καὶ πᾶσι τοῖς μέρεσιν εὐκίνητα φροντίδων ἀπαλλάττει τοὺς ἀλείπτας οὐδὲν ἢ βραχέα παρέχοντας τῶν εἰς ἐπιμέλειαν , ὥσπερ
ἀνευρίσκοντο μὴ ψεύσαντες τῆς ἐπ ' αὐτοῖς χρηστῆς ἐλπίδος τοὺς ἀλείπτας νόμους , οἱ δὲ ἄνανδροι καὶ ἀγεννεῖς ὑπὸ τῆς
5666546 ἀχρεια
αἴσθωνται ψύχους , εὐθὺς ἀποδιδράσκουσι τὸν ἀέρα καὶ τὰ σώματα ἀχρεῖα ποιοῦσι καὶ ἀδύνατα ἀνέχεσθαι χειμῶνος , ὅτι δὲ ἔξεστιν
φύσεως θεωρία . τί οὖν παρασκευαζομένη τὰ ὅπλα κατατίθεσαι ὡς ἀχρεῖα ; τί δὲ τεχνάζῃ ἃ περιφρονεῖς καὶ ἐπονείδιστα νομίζεις
5663933 ἀναγοντες
οἵ μευ κουριδίην ἄλοχον καὶ κτήματα πολλὰ μὰψ οἴχεσθ ' ἀνάγοντες , ἐπεὶ φιλέεσθε παρ ' αὐτῇ : νῦν αὖτ
τοῖς πάθεσι κοινὰς πάσας . οἱ μέντοι ἐξηγηταὶ ὑπὸ διαίρεσιν ἀνάγοντες τὸν λόγον τέσσαρας διαφορὰς λέγουσι κυνάγχης , καὶ ἑκάστῃ
5654598 πληρωθεντες
ἐμπιπτόντων ὑετῶν καὶ χάλαζα ἰσχυρὰ ἐπέρρευσε , καὶ οἱ ποταμοὶ πληρωθέντες ἀνεχύθησαν , καὶ διὰ πάσης ἡμέρας σκότος ἦν βαθύτατος
τὸν ἑξῆς λόγον ὡς ἐκεῖθεν ἀπ ' αὐτῶν τῶν Μουσῶν πληρωθέντες διατιθέασιν . Ἐπισημαντέον δὲ τοῦτο καὶ ζητητέον πῶς εἰπὼν
5652611 θεριζοντες
τινι λόγους ἀνασπῶντες , ἔφης ὦ Σοφόκλεις , τὸν ἀνθέρικον θερίζοντες , τὸ ἐκ τῆς ψάμμου σχοινίον πλέκοντες , οὐκ
χεδρόπων χειροδρόποι : ἤγουν οἱ ταῖς χερσὶ δρέποντες , ἤγουν θερίζοντες ἄνευ δρεπάνου . ἐν δὲ τοῖς τόποις τῶν ὀσπρίων
5652483 κληματα
τοῦ καρποῦ προσαφαιρεῖν τι χρή , ἵνα μὴ καὶ τὰ κλήματα λεπτότερα , καὶ ὁ καρπὸς ἄχρηστος γένηται . ἔτι
χερσαῖος ἀνδράχνῃ τὰ φύλλα ἔοικε , λεπτότερα δέ : τὰ κλήματα μακρὰ κατὰ γῆς , στρυφνά , καὶ πρὸς αὐτὰ
5651776 τραχωματα
οὐδὲ οὐκέτι μεϲολαβεῖν τι ἕτερον αὐτῶν παρακελεύεται . τὰ τοίνυν τραχώματα , ἅπερ καὶ δαϲύματα πρόϲ τινων κέκληται , ἐκ
ιε : ἔϲτι δὲ καὶ ἕτερα κολλύρια ποιοῦντα πρὸϲ τὰ τραχώματα , οἷόϲ ἐϲτιν ὁ φοῖνιξ καὶ ὁ Διόνυϲοϲ καὶ
5647878 φακελους
αὐτοβοεὶ καὶ τὸ πολεμησείοντες καὶ παγχάλεπον καὶ ἁμαρτάδα καὶ ὕλης φακέλους : τὰ δὲ ποιηταῖς μέλει , οἷον τὸ †
ἰσχυρῶς : καὶ ὕλην ταύταις ἐπεφόρουν παντοίαν λίθων καὶ ξύλων φακέλους τε χόρτων παντοδαπῶν καὶ κληματίδων καὶ καλάμων καὶ ἄλλων
5647755 ἐτρεποντο
παντὶ θυμῷ τοῖς πολεμίοις ἐμβάλωμεν : καὶ δὴ προθύμως ἐμβαλόντες ἐτρέποντο τοὺς βαρβάρους . Λεπτίνης , Καρχηδονίων ἐπέκεινα τοῦ Παχύνου
καὶ σεμνὰ περὶ ⌈ τὸ κωμῳδεῖν [ τῷ σκώπτειν ] ἐτρέποντο . ⌈ τινὲς δέ φασιν , ὅτι τραγικοὶ ἦσαν
5646685 ἐσθηματα
ἐφεστῶτα δὲ ὀκρίβασιν οὕτως ὑψηλοῖς τερατώδη τε τὰ περὶ αὐτὸν ἐσθήματα , οὐκ ἄφοβοι ἦσαν τοῦ σχήματος , ἐπεὶ δὲ
ἱμάτια . ἐσθήματα ] ἐσθήσεις . ἐσθήματα ] ἐνδύματα . ἐσθήματα ] τὰ ὅπλα . ἐσθήματα ] τὰς πανοπλίας .
5644483 βρωμασιν
τἀλλότρια γίνετ ' ὀξύχειρ κοὐκ ἐγκρατής : τοῖς δὴ τοιούτοις βρώμασιν τὰ φάρμακα εὕρητ ' ἐκεῖθεν . μεταφορὰ δ '
δὲ Μαριανδυνοῦ Μαριανδυνίαν προσαγορευθῆναι λέγουσιν . ὀνείασιν : σιτίοις , βρώμασιν . μυδαλέην : μυσαράν . μὴ καὶ λευκανίην γε
5640418 ἐγχειριδια
φίλους τε καὶ ἐχθροὺς νομίζειν , ξυνίσταντό τε καὶ λαβόντες ἐγχειρίδια ἐξαπιναίως ἐς τὴν βουλὴν ἐσελθόντες τόν τε Πειθίαν κτείνουσι
προέχουσι παρέστησαν ἐν ταῖς εὐχαῖς , ἀνὴρ ἀνδρί , ἔχοντες ἐγχειρίδια . Καὶ τοὺς μὲν κατεβεβλήκεσαν , οἱ δὲ αὐτῶν
5636571 ἐπειρον
, μίστυλλόν τ ' ἄρα τἆλλα καὶ ἀμφ ' ὀβελοῖσιν ἔπειρον ὤπτησάν τε περιφραδέως ἐρύσαντό τε πάντα , βάλλον δ
δαῖτ ' ἐντυνόμενοι κρέα τ ' ὤπτων ἄλλα τ ' ἔπειρον . οἱ δ ' ὡς οὖν ξείνους ἴδον ,
5633865 ἀποτιθενται
καὶ βελονίδες , ὡς Ἕρμιππος ἐν Μοίραις . ἵνα δὲ ἀποτίθενται αἱ ἐσθῆτες , χηλοί , κιβωτοί κιβώτια , κίσται
οἱ Στωικοὶ δὲ τοὺς κοινῶς ποιοὺς πρὸ τῶν ἰδίως ποιῶν ἀποτίθενται : τί δὲ ἄλλο ἐστὶ τὸ ὁριστὸν ἢ τὸ
5633096 σκυτεις
τὰ ἴδια ὀστέα ὑπὲρ τὸ τεῖχος βαλλέτωσαν . Οἱ δὲ σκυτεῖς μικροὺς καλάποδας μὴ ἐχέτωσαν . Κυμαῖοι εἰς ψηφοφορίαν ἀπαντήσαντες
καὶ διαφορεῖ . Καὶ ὁ ἀγήρατος ὁμοίως , ᾧ οἱ σκυτεῖς χρῶνται , ἀποκρούεται καὶ διαφορεῖ . Χάλκανθος ἰσχυρῶς στύφει
5631533 περιφερομενοι
. χορευέμεν : κινεῖσθαι : γράφεται κορυσσόμενοι . χορεύμενοι : περιφερόμενοι . κελαινῷ : μέλανι , μελανοποιῷ , θανασίμῳ .
τῷ χρόνῳ ὃν διαλεγόμεθα οὐδὲν παυόμεθα εἰς τὸ αὐτὸ ἀεὶ περιφερόμενοι καὶ ἀγνοοῦντες ἀλλήλων ὅτι λέγομεν . ἐγὼ γοῦν σε
5631105 ἐκκοπτοντες
κύκλου τῶν Ἀθηναίων ἐγκάρσιον τεῖχος ἄγοντες , τάς τε ἐλάας ἐκκόπτοντες τοῦ τεμένους καὶ πύργους ξυλίνους καθιστάντες . αἱ δὲ
ἐν τοῖς Θεσμοφορίοις ὑποστρωννύουσι τὴν θερμότητα τὴν κατὰ τὰ ἀφροδίσια ἐκκόπτοντες . κνύζᾳ τε : τὴν κόνυζαν λέγει κνύζαν .
5629367 παρεφερετο
δικαστῶν τὴν αὐτὴν ψῆφον ἐτίθεσαν περὶ τῶν κρινομένων . οἷον παρεφέρετό τις ἄδικόν τι ποιήσας πρᾶγμα , οἱ δὲ δέκα
δικαστῶν τὴν αὐτὴν ψῆφον ἐτίθεσαν περὶ τῶν κρινομένων . οἷον παρεφέρετό τις ἄδικόν τι ποιήσας πρᾶγμα , οἱ δὲ δέκα
5628471 ἀποστρεψαντες
Μήδων τινὲς ἤδη , οἱ μὲν ἁμάξας προωρμημένας καταλαβόντες καὶ ἀποστρέψαντες προσήλαυνον μεστὰς ὧν δεῖται στρατιά , οἱ δὲ καὶ
. καὶ οἱ Ἰνδοὶ ὁμοῦ σφισι πάντων τῶν δεινῶν προσκειμένων ἀποστρέψαντες ἤδη προτροπάδην ἔφευγον ἐς πόλιν ὀχυρωτάτην τῶν πλησίον .

Back