τὸ εὐχαριστεῖν αὐταρκέστατος . οἱ μὲν οὖν τῶν δένδρων καρποὶ γεννήματα λέγονται τῶν ἐχόντων , ὁ δὲ παιδείας καὶ φρονήσεως
οὐ τῷ θεῷ . τὰ μὲν γὰρ οἰκεῖα τοῦ θεοῦ γεννήματα αἱ ὁλόκληροι ἀρεταί , τὰ δὲ συγγενῆ φαύλων αἱ
7710698 ἐκγονα
' ἔνι φροντίδος ἔγχος ᾧ τις ἀλέξεται : οὔτε γὰρ ἔκγονα κλυτᾶς χθονὸς αὔξεται οὔτε τόκοισιν ἰηίων καμάτων ἀνέχουσι γυναῖκες
δὲ τῆς τούτων ὁμιλίας τε καὶ τρίψεως πρὸς ἄλληλα γίγνεται ἔκγονα πλήθει μὲν ἄπειρα , δίδυμα δέ , τὸ μὲν
7097692 τιμια
! εὐκλείας θεοῦ : [ ] δονδε ! ! ? τιμία . . . [ ] ειν [ [ ]
. πρέσβειρα θεάων : ἡ παλαιοτάτη τῶν ἀρετῶν , ἡ τιμία , δίκη , ἔντιμος δικαιοσύνη . Μετά : ἐν
7022789 θρεμματα
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ
6879524 ὀρνεα
ἀντὶ δὲ περικεφαλαίας τὴν χύτραν , ἵνα μὴ ἐφιπτάμενα τὰ ὄρνεα τύπτῃ αὐτούς . τὰς δὲ μυρρίνας πρὸς τὸ ἀποσοβεῖν
πελίας καλεῖσθαι καὶ τοὺς γέροντας πελίους : καὶ ἴσως οὐκ ὄρνεα ἦσαν αἱ θρυλούμεναι πελειάδες , ἀλλὰ γυναῖκες γραῖαι τρεῖς
6777288 τικτομενα
τὰ ἄλλα ζῶα , ἅπαξ ἡμερωθεὶς ἀγριοῦται . τὰ δὲ τικτόμενα ἐξ αὐτοῦ γίνεται ἐκείνῳ ἐοικότα . βιβάζειν δὲ χρὴ
τῶν ὀρνίθων τὸ ἕκτον μέρος ἔστωσαν ἀλεκτρυόνες . Τὰ δὲ τικτόμενα ὠὰ εὐθὺς ληπτέον , καὶ συνθετέον εἰς ἀγγεῖα μετὰ
6773586 ἐγγονα
οὗ γὰρ ἐνεκολπίσασθε τὰ προπαιδεύματα , τῆς ἐμῆς θεραπαινίδος τὰ ἔγγονα , τὴν μὲν ὡς γαμετὴν ἐξετιμήσατε , ἐμὲ δὲ
οὖν ὑπονοητικοί ἐσμεν , οἷς μὴ φυσικὴ ἔστι πρὸς τὰ ἔγγονα φιλοστοργία ; διὰ τί ἀποσυμβουλεύεις τῷ σοφῷ τεκνοτροφεῖν ;
6728623 πετεινα
καλεῖται Χαρσιάρω : ἐν αὐτῇ τῇ ὥρᾳ εὐχαριστοῦσιν πάντα τὰ πετεινὰ τὸν θεόν : καὶ ἀποτελεῖται ἐν αὐτῇ πᾶν στοιχεῖον
τοῖς ἀλόγοις ζῴοις μέγιστα καὶ σπουδαιότατα διείληπται . τὰ γοῦν πετεινὰ ἃ μάλιστα πέφυκε πρὸς τάχος , ἔστιν ἰδεῖν ὑπὲρ
6724698 γεννωμενα
τῇδε τῇ γῇ ; Ἢ εἰ λάβοιμεν τὰ μάλιστα γήινα γεννώμενα καὶ πλαττόμενα ἐν αὐτῇ , εὕροιμεν ἂν καὶ ἐνταῦθα
ἔξωθεν φόβῳ τῶν βρεφῶν . ἔοικε γὰρ καὶ τὰ μήπω γεννώμενα φιλεῖν καὶ δέει πατρικῷ ἁλισκόμενος ἐντεῦθεν ὀρρωδεῖν ἤδη ,
6698491 θεαματα
, ἀλλὰ ἐκ τοῦ εὐθέος διαγωνιζόμενοι . καὶ ἔστιν τὰ θεάματα , ἐμοὶ δοκεῖν , οὐδέν τι ἐκείνοις παραπλήσια ,
, ὦ Σώκρατες , καλῶς τε λέγεις καὶ ἐγὼ εἰσάξω θεάματα ἐφ ' οἷς ὑμεῖς εὐφρανεῖσθε . Ὁ μὲν δὴ
6694244 σπερματα
λόγον ἐν γῇ μὲν οὐχ οἷόν τε ὥσπερ τὰ ἄλλα σπέρματα φύεσθαι , ψυχὴν δὲ ζῴου δύνασθαι μόνην τὸ σπέρμα
, ἤτοι τὴν θυτικὴν μαντείαν : εὐκίνητος γὰρ οὖσα καὶ σπέρματα ἔχουσα ἡ γαστὴρ θύεται θεοῖς , ἀφ ' οὗ
6672059 γεννητικα
τέλεια καὶ οὐ πηρώματά ἐστι . σημεῖον δέ , ὅτι γεννητικὰ ἑτέρων τοιούτων καὶ ἀκμὴν ἔχει καὶ φθίσιν . ἀλλὰ
ἡ δὲ πρὸς δύναμιν τοῦ γεννᾷν : ἔνια δὲ ἄτροφα γεννητικὰ δὲ , τὰ δ ' ἴσως ἀνάπαλιν . Τάχα
6648018 γεωργικα
συγκοπὴν τῆς σα συλλαβῆς . Διὰ τοῦ χαλκοῦ δὲ τὰ γεωργικὰ ἔργα εἰργάζοντο , διά τινος βαφῆς στεῤῥοποιοῦντες αὐτόν .
ἀναγκαιοτάτην ἄρδῃ καὶ ἐποχετεύῃ τοῖς φυτευθεῖσι καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα γεωργικὰ πᾶσιν ἐγχειρῇ , ὁ δ ' αὖ μουσικὸς αὐλοῖς
6585218 πτηνα
αἵματος γεννητικά , γυμναστικοῖς μᾶλλον σώμασιν ἐφαρμόζονται : τὰ δὶς πτηνὰ δὲ ἐναέρια κουφότερα μὲν πολλῷ καὶ οὐχ οὕτω πολύτροφα
γὰρ τὰ θηρία ὑπὸ τῶν φιλοσοφούντων μεταβάλλομαι , χερσαῖα ἔνυδρα πτηνὰ πολύμορφα ἄγρια τιθασσὰ ἄφωνα εὔφωνα ἄλογα λογικά : νήχομαι
6580384 ἀγαλματα
πατέρες καὶ βοηθὸν τῶν ἀδικουμένων πατέρων ὑπὸ τῶν παίδων . ἀγάλματα γάρ εἰσιν οἱ πατέρες τοῦ πάντων πατρὸς τοῦ Διός
ἐκ ταύτης τὰ σπουδαιότατα ποιεῖται τῶν ἔργων . τὰ δὲ ἀγάλματα γλύφουσιν ἐκ τῶνδε , κέδρων κυπαρίττου λωτοῦ πύξου :
6559933 τεμενη
Ὅτι Ἐπωπεὺς βασιλεὺς Σικυῶνος τοὺς θεοὺς εἰς μάχην προκαλούμενος τὰ τεμένη καὶ τοὺς βωμοὺς αὐτῶν ἐλυμαίνετο . Ὅτι φασὶ τὸν
καὶ στέφονται τὰς κεφαλὰς ἄνθεσι . πολλὰ δὲ καὶ ἄλλα τεμένη καὶ βωμοὺς καὶ βρέτη θεῶν καθωσίωσαν , ἁγισμούς τε
6522762 μελη
Ἄρτεμιν , μάλ ' ἡδέως . τῇ κλίμακι διαστρέφονται κατὰ μέλη στρεβλούμενοι . ἀγάλματα χρυσοῦ ' στ ' ἀπέφθου ,
πράξεις καὶ τὴν τούτων συμμετρίαν , καθάπερ μουσικὴ περὶ τὰ μέλη . τῶν οὖν ὑποκειμένων ἐστὶ καὶ ὕλης λόγον ἐχόντων
6519955 ἀψυχα
πραγμάτων ἀσχολεῖται εὐφημίας τὸ ἐγκώμιον : τὰ δὲ πράγματα ἢ ἄψυχά ἐστιν , ὄντα ἐν σώμασιν οἷον ἀσπὶς ἢ δόρυ
τὰ ἔμψυχα καὶ ἄλογα , οἷον ὁ βοῦς , τὰ ἄψυχά φησι χρῆναι παρασκευάζειν καὶ ἔχειν οἴκοι κείμενα : καὶ
6514982 βρεφη
γυναιξί . κατὰ δὲ τὰς γενέσεις τῶν τέκνων τὰ μὲν βρέφη παραδίδοσθαι τοῖς ἀνδράσι , καὶ τούτους διατρέφειν αὐτὰ γάλακτι
τί πρακτέον ἐκλιπόντος αὐτοῦ καὶ πότε καὶ πῶς ἀπογαλακτιστέον τὰ βρέφη περί τε ὀδοντοφυήσεως καὶ τῶν κατὰ χρόνους αὐτοῖς ἐπιγινομένων
6447023 ληϊα
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ
6440918 νοθα
καὶ Ἀνδρόγεων καὶ Ἀριάδνην , καὶ ἕτερα τέκνα ἔσχε πλείονα νόθα . τῶν δὲ Μίνωος υἱῶν Ἀνδρόγεως μὲν εἰς τὰς
ὅσα δὲ κατακλυσθῶσιν ἐκ τοῦ ῥεύματος τοῦ ποταμοῦ , ὡς νόθα ἡγοῦνται ἀπόλλυσθαι . οἱ δὲ Πυθαγόρειοι καὶ τοὺς ἐπιτηδείους
6440560 χευματα
δὲ τραπεζῶν τὰ πρὸς τροφῆς ὑπηρεσίαν κύκλοι , τεύχη , χεύματα , κοῖλοι πίνακες , πίνακες ἐκπέταλοι ἢ ὕπτιοι ἢ
καὶ τὰ ὕδατα τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰ μεγάλα τοῦ πόντου χεύματα καὶ οἱ ποταμοὶ καὶ αἱ κρῆναι καὶ τὰ βησσήεντα
6439763 ζωα
κατὰ τὴν νῦν γέννησιν ἀποσημαίνει , ἅπαντα γὰρ φαίνεται τὰ ζῶα καὶ τὰ φυτὰ καὶ διαμένοντα καὶ γεννώμενα ἐν τοῖς
τούτων καὶ τὸ παντὶ ἐνδέχεται : οὐ πάντα δὲ τὰ ζῶα βαδίζει : οὐδὲ γὰρ τὰ ἑρπετά : ὥστε διὰ
6429868 λογικα
τελευταίοις . Εἰσὶ γὰρ τὰ γένη τῶν δαιμόνων τὰ μὲν λογικὰ μόνως , τὰ δὲ ἄλογα μόνως , τὰ δὲ
κακῶς ζησάντων ὁρᾶται . Αἱ δὲ μετεμψυχώσεις εἰ μὲν εἰς λογικὰ γένοιντο , αὐτὸ τοῦτο ψυχαὶ γίνονται τῶν σωμάτων ,
6357730 τιμιωτατα
ἀναθέσει τιμᾶν , ἐπεὶ καὶ αὐτῶν , ἔφην , ἡμῶν τιμιώτατα ἃ φθεγγόμεθα , ὡς δὴ τοὺς μὲν ἀνδριάντας καὶ
ἐπὶ ταῦτα ἴεμαι , ἀρετῆς ἐπιθυμῶν καὶ διακινδυνεύων , τὰ τιμιώτατα δὲ θέλων περιποιήσασθαι καὶ ἐς ἐμαυτὸν μὴ καταλῦσαι τῆς
6346682 ξοανα
καὶ ἔργα πολυτελέα καὶ ἀρχαῖα ἀναθήματα καὶ πολλὰ θωύματα καὶ ξόανα θεοπρεπέα . καὶ θεοὶ δὲ κάρτα αὐτοῖσιν ἐμφανέες :
τὸ πρὸς ταῖς Μυκήναις ἀμφοῖν , ἐν ᾧ τὰ Πολυκλείτου ξόανα τῇ μὲν τέχνῃ κάλλιστα τῶν πάντων πολυτελείᾳ δὲ καὶ
6330054 πτερωματα
καὶ ἱπτάμενος ἀνεπαύετο . Τοῖς δὲ λοιποῖς θεοῖς δύο ἑκάστῳ πτερώματα ἐπὶ τῶν ὤμων , ὡς ὅτι δὴ συνίπταντο τῷ
γὰρ ἄνθρακες καὶ ὁ καπνὸς καὶ τὸ θεῖον καὶ τὰ πτερώματα κεραννύμενα τὰ μὲν ταῖς τοῦ ἡλίου αὐγαῖς , τὰ
6328555 πεποιημενα
τοῦ θρόνου παρερχόμεθα : ἐν Ὀλυμπίᾳ δὲ ἐρύματα τρόπον τοίχων πεποιημένα τὰ [ δὲ ] ἀπείργοντά ἐστι . τούτων τῶν
τοῖς τεθνεῶσι θρήνους , τὰ δὲ γέλωτος ἕνεκεν ἢ λοιδορίας πεποιημένα , ὥσπερ τὰ τῶν κωμῳδοδιδασκάλων καὶ τὰ τοῦ Παρίου
6325613 ὀστρακοδερμα
, καὶ ὀξυτάτως πηγνύων , καὶ ἔχων βέλος ὀξὺ , ὀστρακόδερμα δ ' εἰσὶν ὁ καραβὸς καὶ οἱ ἀστακοί .
εἰς τὴν ἰδίαν κοίτην , ἀλλότριον μὴ ἐπιβαίνων . Τὰ ὀστρακόδερμα πάντα γηράσαντα τὸ ὄστρακον ἀποβάλλουσι καὶ ἄλλο κάτωθεν νέον
6313238 θαλασσια
πολύπους τὸν κάραβον . πόνοισι : ἀγῶσιν . Ἰχθυόεσσα : θαλασσία , ἰχθυηρά . μετά σφισιν : ἐν αὐτοῖς τοῖς
τέλει γεγράφθαι : „ ἐκ δὲ παίδων χαύνοις φρένας ἁ θαλασσία λέπας „ . ὁ δ ' Ἀριστοφάνης γράφει ἀντὶ
6308746 ἀθανατα
αὐτῆς Διονύσου Βακχῶν : Θυὰς γὰρ ἡ Βάκχη . Μόνον ἀθανάτα τίκτεν ] * Ὅσους παῖδας ἡ Θέτις ἐγέννα ,
κορυφας ? [ [ ] ! θεω [ [ ] ἀθανάτα ? [ [ ] ! νοια ? [ !
6292775 παιδευματα
ἀνήκειν ἡγεῖται παιδείαν βασιλεῖ προσήκειν καὶ ἰδιώτῃ , οὐδὲ ταὐτὰ παιδεύματα ἁρμόττειν τῷ ἄρξοντι γῆς καὶ θαλάσσης καὶ τῷ ταξιαρχήσοντι
καὶ μάλα γεννικόν , μὴ ἔχειν ἀτάκτως μηδὲ ἀπειθῶς πρὸς παιδεύματα ἀνθρωπικά : ἐπεὶ δὲ ἀπέφηνεν αὐτοὺς ὁ ὀρχηστοδιδάσκαλος καὶ
6284158 χερσαια
ἀλλοιοῦσα τὰ πράγματα : ἐπὶ δὲ τῶν ὁδευόντων ὁμοίως τὰ χερσαῖα καὶ τὰ τετράποδα τῶν ζῳδίων ἐπισκοπεῖν χρή . ἐπίμονα
θεὸς ποιήσας τὰ τετράποδα καὶ τὰ θηρία καὶ ἑρπετὰ τὰ χερσαῖα τὴν πρὸς αὐτὰ εὐλογίαν παρασιωπᾷ , τηρῶν τῷ ἀνθρώπῳ
6272675 ἐνυδρα
ἔχει καὶ ὁ ἄνθρωπος ψύλλους καὶ φθεῖρας , καὶ [ ἔνυδρα ] ἕλμιγγας . Ἔχει ὁ μέγας κόσμος ποταμοὺς ,
: Μενέστωρ δέ φησι καὶ συκάμινον . ψυχρότατα δὲ τὰ ἔνυδρα καὶ ὑδατώδη . καὶ γλίσχρα δὲ τὰ ἰτέϊνα καὶ
6270269 θηλεα
, ἐξ ἀνάγκης ἐν ἀμφοτέροισιν ἄρσενα γεννᾶται : ὁκόταν δὲ θήλεα ἀπ ' ἀμφοτέρων , θήλεα γίνεται : ὁκόταν δὲ
ταῦτα πάντα προσερεῖ τὰ μὲν ἄρρενα ὑεῖς , τὰ δὲ θήλεα θυγατέρας , καὶ ἐκεῖνα ἐκεῖνον πατέρα , καὶ οὕτω
6263798 ἁπαλωτατα
. καρδάμου χλωροῦ τὰ ἁπαλώτατα φύλλα , λιβανωτίδος χλωρᾶς τὰ ἁπαλώτατα φύλλα τρίψας , καὶ τούτων τὸ ὑγρὸν ἐκθλίψας ,
. καὶ τῶν πετραίων ὁ φύκης καὶ ἡ φυκίς , ἁπαλώτατα ἰχθύδια ὄντα , ἄβρωμα καὶ εὔφθαρτά ἐστιν , ἡ
6254329 ἀνηροτα
πίνοντά περ ἔμπης , ἀλλὰ τά γ ' ἄσπαρτα καὶ ἀνήροτα πάντα φύονται , καὶ μέν οἱ Λύκιοι τέμενος τάμον
τῶν ποιητῶν μαρτυρεῖν λέγοντα ἀλλὰ τά γ ' ἄσπαρτα καὶ ἀνήροτα πάντα φύονται / πυροὶ καὶ κριθαὶ ἠδ ' ἄμπελοι
6251776 ἀσπαρτα
φυτεύει χερσὶ φυτὸν οὔτε ἀροῖ , ἀλλὰ τά γ ' ἄσπαρτα καὶ ἀνήροτα πάντα “ νέμεται ; Καὶ μὴν ῥήτορά
ἢ ἐπὶ φάγρον πέτρῃ ἀλωόμενον φύλλων δ ' ὅσς ' ἄσπαρτα τά τ ' ἐρρίζωται ἀρούραις χείματος ἠδ ' ὁπόταν
6243961 ὀρεια
ἐπὶ τῶν ἄλλων θηρίων . καὶ ἔστι θηρία τὰ μὲν ὄρεια ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὡς οἱ λέοντες , τὰ δ
καλῶϲ ἐϲκευαϲμένοι , πτηνῶν δὲ τὰ ἀπίμελα καὶ ἄβρομα καὶ ὄρεια , ὠὰ ἀλεκτορίδων ἁπαλά , ἰχθύων οἱ πετραῖοι καὶ
6241135 ἀερια
φλέβας , ἐξέδρας . Ἔχει ὁ μ . κ . ἀέρια ζ . : ἔχει κ . ὁ ἄνθρ .
κολαστὰς προσμαρτύρεται τὸν αἰθέρα καὶ τοὺς ἀνέμους , ἤτοι τὰ ἀέρια στοιχεῖα : τοὺς ποταμοὺς καὶ τὰς πηγάς , τὴν
6233148 καρπιμα
τρόποι μὲν οὖν τοιοῦτοι τῶν τοιούτων γενέσεων . Πάντα δὲ κάρπιμα ἢ ἄκαρπα , καὶ ἀείφυλλα ἢ φυλλοβόλα , καὶ
πρὸ δὲ τῆς εἰσόδου πεφυκέναι δένδρα θαυμαστά , τὰ μὲν κάρπιμα , τὰ δὲ ἀειθαλῆ , πρὸς αὐτὴν μόνον τὴν
6222570 φιλτρα
οὐκέτι ἐρῶ οὐδὲ ὀνειδίσω τῷ Διί τὰ δὲ τῶν θεῶν φίλτρα ἀφανῆ νῦν εἰσιν μοχθήσαντες ἐκράτησαν λείπει τὸ εἰσίν :
συγγνώμης εἰσὶν ἐπάξιοι συνηθείας , βιαστικωτάτου πράγματος , ἡττώμενοι καὶ φίλτρα ἀρχαῖα συμβιώσει μακρᾷ ταῖς ψυχαῖς ἐνεσφραγισμένα λύειν ἀδυνατοῦντες .
6212058 τετραποδα
μὲν θάλασσα ἔχει τοὺς ἰχθῦς , ἡ δὲ γῆ τὰ τετράποδα καὶ τὰ ἑρπετὰ , ὁ δὲ ἀὴρ τὰ πτηνά
, γεωργεῖν , σπείρειν , φυτεύειν , ὠνεῖσθαι δούλους , τετράποδα , οἰκοδομάς τε καὶ φρέατα ἐργάζεσθαι , ἀγαθόν τε
6189912 τερατα
γυναῖκες ὡς ἐν Αἰγύπτῳ , ἐκείναις τερατώδη ἐπιχωριάζει γίνεσθαι . τέρατα δέ ἐστιν οὐ μόνον τὰ πλεονάζοντα ἢ ἐλλείποντα τοῖς
, πολλῶν δὲ θαυματοποιῶν θαύματα ἐπιδεικνύντων , πολλῶν δὲ τερατοσκόπων τέρατα κρινόντων , μυρίων δὲ ῥητόρων δίκας στρεφόντων , οὐκ
6185836 ἀχθη
εἰς τὸ κοινόν : οἱ δὲ ὦμοι , ὅτι τὰ ἄχθη πάντα ἐπ ' αὐτοῖς κομίζεται : τὸ δὲ στόμα
καὶ οἴονται ἀκούειν ὅτι οὐ λῆροί εἰσι , γῆς ἄλλως ἄχθη , ἀλλὰ ἄνδρες οἵους δεῖ ἐν πόλει τοὺς σωθησομένους
6182052 κτηματα
ποιητὸν ἐπὶ τὸν κλῆρον εἰσαγαγεῖν , ὥσπερ ἐπὶ τὰ σαυτοῦ κτήματα καὶ οὐκ εἰς τὰ κατὰ νόμον τῷ προσήκοντι δοθησόμενα
δὲ ἐμοιράσαντο , τουτέστιν ὀξύθυμοι ὄντες ἐμοιράσαντο καὶ διενείμαντο τὰ κτήματα ὥστε ἴσα λαχεῖν . λέγει δὲ τὰς ταφάς :
6179591 τερπνα
γράφεται μέγα τέρπεται . Κρέα : ὑπάρχουσι , λείπει . τερπνά : ἡδέα . εὐάντητος : ἐπιθυμητὴ , εὐσυνάντητος ,
τόρευσον ἔαρος κύπελλον ἤδη : τὰ πρῶτ ' ἡμῖν τὰ τερπνά ῥόδα φέρουσαν ὥρην . ἀργύρεον δ ' ἁπλώσας ποτὸν
6177931 ἐσθιομενα
φηγοῦ ἢ πρίνου , γάλακτι συνεκλεανθείς : καὶ μῆλα κυδώνια ἐσθιόμενα λεῖα : ἢ σὺν γλήχωνι καὶ ὕδατι πινόμενα ,
πιεῖν , καὶ ἀβλαβὴς διατηρηθήσεται . τὰ δὲ ἔντερα αὐτοῦ ἐσθιόμενα κωλικοὺς καὶ νεφριτικοὺς ἰῶνται . ἡ δὲ χολὴ ὀξυδορκίαν
6170728 βρωματα
αὐτῷ , αἵτινες εἴποτε μέλλοι ἐσθίειν , αὐτοῦ [ τὰ βρώματα ] διήρπαζον ἐμβάλλουσαι φθοράν τινα . Καὶ οὕτω Φινεὺς
δὲ ιβʹ λαβὼν ἑταίρους μόνους καὶ οἴνου Μαρωνείτου ἀσκὸν καὶ βρώματα εἰσῆλθεν εἰς τὸ τοῦ Κύκλωπος σπήλαιον ἐκείνου περὶ νομὴν
6169600 ἐνδυματα
μεγάλων πέρι ; . Λάχεσι μὲν λέγουσι τὰ γεγονότα . ἐνδύματα ἀμόργινα . ἔστι δὲ ἄμοργις καὶ ἡ τοῦ ἐλαίου
παρθενίων ὑγρὰ λάφυρα πόθων , σάνδαλα καὶ μαλακαί , μαστῶν ἐνδύματα , μίτραι , ὕπνου καὶ σκυλμῶν τῶν τότε μαρτύρια
6133500 ἡγεμονικα
ἀφανῆ . γνωμικὰ γὰρ ἁ φύσις ἁ τῶ ἀριθμῶ καὶ ἡγεμονικὰ καὶ διδασκαλικὰ τῶ ἀπορουμένω παντὸς καὶ ἀγνοουμένω παντί .
ἐφάρμοζε , τὰ μὲν στρατιωτικὰ τῷ Ἄρει , τὰ δὲ ἡγεμονικὰ καὶ βασιλικὰ Διί , τὰ πρεσβυτικὰ τῷ Κρόνῳ ,
6132024 σφαγια
γὰρ ὡς ἐς ἔργον ὥπλισται στρατός ; καὶ δὴ παρῆκται σφάγια τάξεων ἕκας . πόσον τι δ ' ἔστ '
πρῶιραν ἐμβαλεῖτε † φάσγανόν θ ' ἅμα πρόχειρον ὤσει † σφάγια τῶι τεθνηκότι ; οἱ δ ' ἐς κέλευσμ '
6113011 ποικιλματα
ἀνιέρωται τῷ Ἀπόλλωνι , ὁπόσα τῶν ταῖς χερσὶν ἁρμοζόντων τεκτόνων ποικίλματα ἄγων τὸν Κρισαῖον λόφον . . . . .
ὠλένας πρὸς οὐρανὸν ῥίπτονθ ' , ἵν ' οἰκεῖς ἀστέρων ποικίλματα . σύ θ ' , ἣ ' πὶ τὠμῶι
6100889 συντροφα
αὐαίνονται , καθάπερ καὶ τῶν μὴ ὁμογενῶν τὰ ὁμοβλαστῆ καὶ σύντροφα γενόμενα ἀλλήλοις ὥσπερ ἐπὶ τῆς ἀναδενδράδος ἐλέχθη καὶ τῆς
: πᾶσα δ ' εὔμορφος γυνὴ ἐρῶσα φοιτᾷ τηγάνων τε σύντροφα τριβαλλοπανόθρεπτα μειρακύλλια , ὁμοῦ δὲ τευθὶς καὶ Φαληρικὴ κόρη
6100774 θηρια
τὸ πυριατήριον . ἐγχώριος ἀνήρ , ἐγχώριον πρᾶγμα ἀριστητικός ἥσθημα θηρία καπνοδόκην καυχήσεται καὶ γένηται τοῖσδε σάμερον κοπίς . τὰ
ἐγώ . Τοὺς μεγίστους , ἔφη , καὶ τὰ μέγιστα θηρία , ἃ πρότερον αὐτὸν κατήσθιε καὶ ἐκόλαζε καὶ ἐποίει
6088248 θνητα
ὦ φίλη δέσποιν ' , ἐπεί σε μανθάνω θνητὴν φρονοῦσαν θνητὰ κοὐκ ἀγνώμονα , πᾶν σοι φράσω τἀληθὲς οὐδὲ κρύψομαι
. τὰ μὲν γὰρ κρείττω μόνιμα μόνως , τὰ δὲ θνητὰ πάντῃ μεταβλητά . ἡ δὲ μερικὴ ψυχή , ὡς
6085042 ἑρποντα
, τὰ δὲ ὄνυξι καὶ ὁπλαῖς ἐκαρτέρωσε , τὰ δὲ ἕρποντα εὐχύτοις σώμασι καὶ εὐυποχωρήτοις ἐμαλάκυνε , καὶ ὅπως μὴ
τετράποδα περὶ τὰ ὅμοια , τὰ δὲ ἑρπυστικὰ περὶ τὰ ἕρποντα καὶ ὁλκὰ τῶν ζῴων : τὰ μὲν θηριώδη περὶ
6078058 νενομοθετημενα
ἀπό τινος ἀλύτου καὶ θείου προστάγματος καθ ' ἕνα ἕκαστον νενομοθετημένα καὶ ἐξ ἀνάγκης ἀποβησόμενα , μηδεμιᾶς ἄλλης ἁπλῶς αἰτίας
μεγαλοφροσύνῃ τῶν ῥητόρων . ὑμεῖς μέν γε τἀπὶ τῷ πλήθει νενομοθετημένα δεινά , ἐάν τις ἢ διχόθεν μισθοφορῇ ἢ ὀφείλων
6077350 αἰσθανομενα
ταῦτα καὶ οὐδὲν ἕτερον ἀντιλαμβάνεται ἐπιθυμίας καὶ ἡδονῆς ἢ τὰ αἰσθανόμενα , φανερόν . ποία γὰρ αἴσθησις ἡδονῆς καὶ λύπης
ἔταττε τὴν λέξιν , ὀστᾶ σφακελίζειν ἔλεγε τὰ μηδεμιᾶς ἀλγηδόνος αἰσθανόμενα ; μήποτε οὖν ἐπ ' ὀστέου τίθησι τὴν λέξιν
6074114 στυπτηριωδη
ἐστι νιτρώδη , τὰ δ ' ἁλμυρά , τὰ δὲ στυπτηριώδη , τὰ δὲ θειώδη , τὰ δ ' ἀσφαλτώδη
ἐστι νιτρώδη , τὰ δ ' ἁλμυρά , τὰ δὲ στυπτηριώδη , τὰ δὲ θειώδη , τὰ δ ' ἀσφαλτώδη
6067054 θυομενα
ἐπὶ Δήλῳ τῇ νήσῳ τὸν αὐτὸν νόμον . τὰ δὲ θυόμενα , ἤν τέ τις Ἐπιδαυρίων αὐτῶν ἤν τε ξένος
πολλοὶ ἱερόθυτα καλοῦσι . Κρατῖνος . . τὰ τοῖς θεοῖς θυόμενα ἱερεῖα . θυμέλη : νῦν μὲν θυμέλην καλοῦμεν τὴν
6060945 ἐρημα
τὸ νέφος : αἱ μὲν ἀγχιστῖναι : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται . ἐννῆμαρ μέν : τῇ δεκάτῃ δέ .
προσαμύνει , ἀλλὰ κατὰ σταθμοὺς δύεται : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται : αἱ μέν τ ' ἀγχιστῖναι ἐπ '
6058683 ἐρνη
τὰ προπαιδεύματα , καὶ θεασάμενοι πηγὰς καὶ παρ ' αὐταῖς ἔρνη φοινίκων στρατοπεδεύειν οὐ παρὰ τοῖς φυτοῖς ἀλλὰ παρὰ τοῖς
ἑκάστῳ κτήνη συγγεγέννηκε , τῆς ψυχῆς ὥσπερ ἀπὸ μιᾶς ῥίζης ἔρνη διττὰ ἀναβλαστούσης , ὧν τὸ μὲν ἄτμητον ὅλον δι
6050544 ἀκαρπα
φυτευόμενα μὲν οὖν κατὰ φύσιν ἀγαθὰ γίνεσθαι παρὰ φύσιν δὲ ἄκαρπα . ταῦτα μὲν οὖν ὥσπερ κοινὰ πάντων . Τῶν
ἐλαίας μὲν συνεκφέρουσιν , δάφνας δὲ οὐδαμῶς . τὰ δὲ ἄκαρπα χείρω χωρὶς τῶν ἐχόντων ἐξ αὐτῶν ἢ δι '
6043206 εὐκαταφρονητα
εἰδέναι τίνα ταῦτά ἐστιν . Οὐ μικρὰ ὅλως οὐδὲ παντάπασιν εὐκαταφρόνητα ὡς πρὸς τὴν δύναμιν ἐξετάζεσθαι τῆς συμπάσης ἀρχῆςεἰ μή
οὐδὲν χρηστὸν ἀπέλαυσαν ἐκείνου τοῦ πόνου . ἕτεροι δ ' εὐκαταφρόνητα καὶ ταπεινὰ λαβόντες ὀνόματα , συνθέντες δ ' αὐτὰ
6041413 φρονιμα
εἰ τύχοι , καὶ γραμματικὰ καὶ γεωμετρικὰ καὶ δίκαια καὶ φρόνιμα καὶ ἀνδρεῖα καὶ σώφρονα πάμπολλά ἐστιν : αὐτὸ δὲ
φανείη ἡ πόλις . ταῦτα λέγοντα , λέγειν γὰρ δόξαι φρόνιμα , πεῖσαι Ἀλέξανδρον . καὶ τοὺς μὲν ἱππέας ξυμπέμπειν
6039014 ταπεινα
, διαμαρτάνει : καὶ γὰρ πάθη τινὰ διεστῶτα ὕψους καὶ ταπεινὰ εὑρίσκεται , καθάπερ οἶκτοι λῦπαι φόβοι , καὶ ἔμπαλιν
τοὺς κανθάρους , ὦ τάλαν , ἐκείνους τοὺς ἁδρούς , ταπεινὰ δὲ καὶ γλαφυρὰ πάντες ὥσπερ αὐτὰ τὰ ποτήρια ,
6032604 δυσοσμα
: φυλασσέσθω δὲ καὶ τὰ πάνυ ξηραίνοντα καὶ τὰ πάνυ δύσοσμα καὶ τὰς ἐπισήμους εὐωδίας καὶ τὰς ἐπισήμους ἀρτύσεις .
, ἀποφέρεται ἀπ ' αὐτῶν τὸ πνεῦμα . ἄνοσμα : δύσοσμα δὲ καὶ εὔοσμα οὐ τὰ δυσχερὲς ἢ ἡδὺ ἀποπνέοντα
6029949 ἐνυπνια
τῷ ἐγρηγορέναι . Ἀλλὰ τίνων μὲν καὶ ὅπως σημεῖα τὰ ἐνύπνια , εἴρηται , ὅπως δὲ καὶ αἴτια καὶ τίνα
δὲ τεταραγμέναι φαίνονται αἱ ὄψεις καὶ τερατώδεις καὶ χείρονα τὰ ἐνύπνια , οἷον τοῖς μελαγχολικοῖς καὶ πυρέσσουσι καὶ οἰνωμένοις :
6028925 ἀσπορα
, κύπρος τ ' ὀσμηρόν τε σισύμβριον ὅσσα τε κοίλοις ἄσπορα ναιομένοισι τόποις ἀνεθρέψατο λειμών κάλλεα , βούφθαλμόν τε καὶ
καὶ τὸ τρίτον ζῴδιον ἀπὸ ὡροσκόπου μὴ ἄσπορόν ἐστιν : ἄσπορα δὲ ζῴδιά ἐστι ταῦτα : Δίδυμοι , Λέων ,
6026908 βαλανεια
] - τρα % καὶ ν ? [ καὶ ] βαλανεῖα ? [ καὶ μύρα ] καὶ ἀλείμματα ? [
ὕλης ἐν τῷ σώματι περιεχόμενον , ἐπ ' ἐκείνων τὰ βαλανεῖα μᾶλλον προτρέπει τὴν γαστέρα . χέοντα γὰρ τὰς ὕλας
6017364 φυτα
τὰ φυτά , προσιόντος δὲ τοῦ χειμῶνος , στεγάζουσι τὰ φυτά . εἰ δὲ βούλει κίτρια ἐρυθρὰ ποιῆσαι , ἐγκέντρισον
ζʹ . ὁποῖα εἶναι δεῖ τὰ μέλλοντα φυτεύεσθαι τῶν ἐλαιῶν φυτά . ηʹ . ἐλαίας πολυφόρους ποιῆσαι . θʹ .
6008544 βλαστηματα
ἑαυτοῖς , πάνθ ' ὅσα καλὰ καὶ τρόφιμα καὶ σπουδαῖα βλαστήματα καθιεροῦντες . Ἀλλ ' ὅ γε τῶν ἐνυπνίων μύστης
: εὑρέθη ἔχων καὶ κύστιν σκληρὴν καὶ ὀδυνώδεα : καὶ βλαστήματα , καὶ θέρμαι . Καὶ μετὰ ταῦτα ἠλγήκει παρ
6007092 αὐτοματα
τῇδε δ ' αὖ ταγηνίαις . τεμάχη δ ' ἄνωθεν αὐτόματα πεπνιγμένα εἰς τὸ στόμ ' ᾄττει , τὰ δὲ
: ἄπεπτα γάρ . χρὴ ὦν ἡμᾶϲ , εἰ ῥηϊδίωϲ αὐτόματα , δέχεϲθαι , ἢν δὲ μή , ὀτρύνειν διδόνταϲ
6006706 ἐσθηματα
ἐφεστῶτα δὲ ὀκρίβασιν οὕτως ὑψηλοῖς τερατώδη τε τὰ περὶ αὐτὸν ἐσθήματα , οὐκ ἄφοβοι ἦσαν τοῦ σχήματος , ἐπεὶ δὲ
ἱμάτια . ἐσθήματα ] ἐσθήσεις . ἐσθήματα ] ἐνδύματα . ἐσθήματα ] τὰ ὅπλα . ἐσθήματα ] τὰς πανοπλίας .
6002730 ἐφημερα
μετρίους τινάς , οὐκ εἰς περιουσίαν ἀλλ ' εἰς τὰ ἐφήμερα καὶ τὰ ἀναγκαῖα τοῦ βίου : μὴ διδόντων δὲ
Πλατωνικὸς ] καὶ Εὐδαίμων καὶ εἴ τις τοιοῦτος . πάντα ἐφήμερα , τεθνηκότα πάλαι : ἔνιοι μὲν οὐδὲ ἐπ '
6001950 ἁπαλα
, τὸ δὲ τραχὺ δυσβλαστές : τὰ δὲ ἄκρα καὶ ἁπαλὰ καὶ ἔνυγρα καθάπερ τὸ κλῆμα καὶ ἡ κράδη :
φύλλα καὶ οἱ βλαστοὶ καὶ τὰ σφαιρία τὰ νέα καὶ ἁπαλὰ τὰς ὑγρότητας τῶν πλαδαρῶν ἑλκῶν καὶ σηπεδονωδῶν ἀλύπως καὶ
5984836 ἀγονα
μὴ πάλιν ἡ τεκοῦσα ὑποθάλψῃ αὐτὰ ἐπελθοῦσα ταχέως , γίνεται ἄγονα . ἀθρόα δὲ καὶ πεντεκαίδεκα ᾠὰ ἀποτίκτει . Παφλαγόνων
, ὡς ὀκτὼ μῆνας ἐνδιαιτηθῆναι γαστρί , κατὰ τὸ πλεῖστον ἄγονα ; λογικόν τέ φασιν ἄνθρωπον κατὰ τὴν πρώτην ἑπταετίαν
5984045 ζωια
πρὸς τὴν νίκην , δόξαι τῆς σωτηρίας αἴτια γεγονέναι τὰ ζῶια : χάριν οὖν αὐτοῖς τοὺς ἀνθρώπους ἀποδοῦναι βουλομένους εἰς
, . ̈ . , Δ . γεγενημένα εἶναι τὰ ζῶια συστάσει † ειδεεναστρον πρῶτον τοῦ ὑγροῦ ζωιογονοῦντος . .
5957773 ἀφθαρτα
μὲν περὶ κινούμενα καὶ φθαρτά , ἡ δὲ περὶ κινούμενα ἄφθαρτα δέ , ἡ δὲ περὶ ἄφθαρτα καὶ ἀκίνητα .
δ ' αἰσχίστην κατὰ τοῦ βίου μελέτην , φθείρειν τὰ ἄφθαρτα καὶ σβεννύναι τὰ μένοντα τῆς φύσεως λαμπάδια ἄσβεστα .
5953148 νεοττια
' ἐνοικοῦντες λύκοι . ᾠῶν δ ' ἐν αὐτῇ διέτρεχεν νεόττια . μόνος γὰρ ἦν λέγων ἄκουσμα κἀκρόαμα . καὶ
καὶ ἐκ τούτων δὲ ὑποθετέον ταῖς ὄρνισι . Τὰ δὲ νεόττια ταῖς πρώταις ἡμέραις ἔσω μένειν χρή . εὐδίας δὲ
5951725 ἑρπετα
τρίπον , ἀλλάσσει δὲ μόνον φύσιν ὅσς ' ἐπὶ γαῖαν ἑρπετὰ γίνηται ἀνά τ ' αἰθέρα καὶ κατὰ πόντον .
τῷ πέδῳ κινεῖσθαι , ἐβάλοντο ἰλυοὺς ἤτοι φωλεούς . λείπειΚαρίωνος ἑρπετὰ τοὺς φωλεοὺς ἐποίησαν . τὰ θηρία , οἱονεὶ κινώπεδα
5948536 ἐργαλεια
Λαγγαρίας ἤτοι ἐν τῇ Λαγγαρίᾳ πόλει , τὰ δ ' ἐργαλεῖα καθιερώσει τῷ ναῷ τῆς Μυνδίας ἤτοι τῆς Ἀθηνᾶςποῖα ἐργαλεῖα
Γ [ τὰ ] ἐν τῷ μαγειρείῳ ⌈ τυγχάνει Γ ἐργαλεῖα Γ , τοῦ γελοίου χάριν ἄξαι φησὶ ταῦτα εἰς
5940668 αἰδοια
λέουσι τοῖς καλουμένοις μύρμηξιν : ἀπεστραμμένα δ ' ἔχουσι τὰ αἰδοῖα * καὶ χρυσοειδεῖς τὴν χρόαν , ψιλότεροι δὲ τῶν
δέος : ἢ παρὰ τὸ ἐγκρύπτειν τούτῳ τῷ μέρει τὰ αἰδοῖα κατὰ τὴν τοῦ δέους διάθεσιν : ἢ ὅτι τῶν
5934220 νεογνα
ἦν καὶ τερπνόν ; ὅτι μὲν δρακόντων ἦν ἔφοδος καὶ νεογνὰ τὰ βρέφη δύο εἶδε καὶ ἐδυσφόρει μήποτε ἀπόλωνται .
νέων τὴν βληχὴν ἔθηκεν . ὥσπερ , φησί , τὰ νεογνὰ οὐδέπω τὴν φωνὴν ἔναρθρον ἔχοντα ἀπαγόμενα πρὸς τῶν πολεμίων
5925454 ποιμνια
μίαν ἐξ ἀμφοῖν ἀγέλην ὁρᾶσθαι : ἔτι δὲ αἰπόλια καὶ ποίμνια συμμιχθέντα ἐπὶ νομῆς διημερεύσαντα ῥᾳδίως καὶ πρᾴως ὑπὸ τῶν
μηδέ , ὅταν ἀληθεύωσι , πιστεύεσθαι . καί που παιδίον ποίμνια νέμον ἐφ ' ὑψηλοῦ τόπου ἱστάμενον πολλάκις ἀνέκραγε :
5920988 κακοποια
οὕτως καὶ τῶν ἀλόγων ζῴων τὰ ἄδικα τὴν φύσιν καὶ κακοποιὰ πρός τε τὸ βλάπτειν ὡρμημένα τῇ φύσει τοὺς ἐμπελάζοντας
τοῦ Κρόνου πρεσβυτικά , στιβαρά , πανοῦργα , ἐνδόμυχα , κακοποιὰ μηνύει , ὁ δὲ τοῦ Διὸς ἀστεῖα , ἀξιωματικά
5915751 ταμιεια
γίνεσθαι τούτων τῶν θησαυρῶν , ἀλλὰ τὰ μὲν τοῦ χρυσοῦ ταμιεῖα ἑτέροις φύλαξιν ἐπιτρέπει , τὰ σιτοφυλάκια δὲ οὐκ ὀκνεῖ
λογισμοὶ συνεφέροντο ; τίς δ ' ἡμῶν ἀκόντων ἤνοιγε τὰ ταμιεῖα ; τίς τῶν ἀψαύστων καὶ ἐπαράτων ἐκίνει χρημάτων καὶ
5909942 ζῳα
αἰτίοις . αὐτίκα ὁ ἥλιος εἷς ὢν πάντα δημιουργεῖ τὰ ζῷα καὶ οὐδὲν αὐτοῦ τὴν πᾶσαν δύναμιν καταδέχεται : μήποτε
παράδοξον ὡς πρὸς τοὺς ἑτεροφύλους ἀντικρινόμενον : τὰ γάρ τοι ζῷα τὰ δακετὰ καὶ τὰ ἐγχρίμπτοντα πάμπολλα ὄντα μηδὲν αὐτοὺς
5906905 ὀστα
τῷ Θησεῖ , τὸν μὲν Λυκομήδην ἀνεῖλον , τὰ δὲ ὀστᾶ μεταστειλάμενοι καὶ τὸ Θησεῖον οἰκοδομήσαντες ἰσοθέους οὕτω τιμὰς διανέμουσι
καταπορνευθείσας γὰρ ἐστραγγάλησαν , εἶτα καύσαντες τὰ σώματα κατήλεσαν τὰ ὀστᾶ καὶ κατεπόντωσαν . τῆς δὲ τῶν Λοκρῶν νομογραφίας μνησθεὶς
5897853 παιδια
ἐκ τῆς πατρίδος , οὔτε μητέρα αἰδεσθέντες τὴν ἐμὴν οὔτε παιδία ἐλεήσαντες οὔτ ' ἄλλο πάθος ἥμερον οὐδὲν ἐπὶ ταῖς
Σφόδρα γε . Ὁρᾷς οὖν ὅτι τάδε πάντα πλὴν σοῦ παιδία ἐστίν . εἰ οὖν πεισόμεθα τῷ ἀνδρί , ἐμὲ
5896624 νηματα
ζῳδίων φύσεις ὁρᾶν οὕτως . Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα
, ἀπόχρη γε μὴν ἀλλήλας περιλιχμήσασθαι . ἄγρα δὲ αὐτῶν νήματα ἄγαν λεπτὰ καὶ ἐρραφέντα τούτοις ἀραιῶν στημονίων τὰ ἱμάτια
5891476 θειωδη
εὐανθῆ , καθαρὰν καὶ κινναβαρίζουσαν τῇ χρόᾳ , ἔτι δὲ θειώδη ἀποφορὰν ἔχουσαν . Στίμμι κράτιστόν ἐστι τὸ στίλβον καὶ
τι λελαλήκασιν , τὰς οὐσίας αἰνιττόμενοι . Ταριχεύοντες δὲ τὰ θειώδη τινὲς , τοῦ φαρμουθὶ μηνὸς ἐλθόντος , ἕκαστον τῶν
5884347 ἀλση
, φυτουργήματα ἀμπελουργία ἀμπελουργήματα , κηπεύματα κῆποι , παράδεισοι , ἄλση . καὶ γεωργικοί , φυτουργικοί , ἀμπελουργικοί , κηπουρικοί
Ἀτλαντίδας καὶ τὴν Δαρδάνου γένεσιν . ἐνταῦθα δὲ καὶ τὰ ἄλση τό τε Ἰωναῖον καὶ τὸ Εὐρυκύδειον . . .
5884079 ἐνυλα
τῇ αἰτίᾳ προσχρήσεται ὡς αὐτὰ καθ ' αὑτὰ περαινόμενος . ἔνυλα οὖν καὶ αὐτῷ τὰ εἴδη καὶ ἄλλως ἀχώριστα ἢ
ἐὰν καὶ ἐπὶ τῶν ἀύλων οὕτω τοὺς ὅρους ληψόμεθα , ἔνυλα ἔσται τὰ ἄυλα . ἀλλὰ τοῦτο ἀδύνατον . οὐκ
5871057 κιβωτου
ἑκάτερος , ὁ μὲν τοῦ παραδείσου , ὁ δὲ τῆς κιβωτοῦ . Ἄρχει γεωργίας ‖ ἑκάτερος μετὰ κατακλυσ - μόν
: δυνατός . ἐκ χηλοῖο : γάλακτος , ὕψους ἐκ κιβωτοῦ . Εὐβοίῃσιν : ὄνομα . Ἀονίῃσι : ὄνομα .
5869470 γνησια
δὲ τοῦ ἀδελφοῦ πέρυσιν , ὑπερβᾶσα τὸν τελευταῖον κληρονόμον , γνησία θυγάτηρ τοῦ ἡμετέρου θείου ἥκει φάσκουσα εἶναι Φίλη ,
Καππαδοκίας ἔχων τὴν ἀρχήν , οὐ γὰρ ἦν αὐτῷ γονὴ γνησία , τὸν πρεσβύτερον τῶν παίδων τἀδελφοῦ Ἀριαράθην υἱοποιεῖται .
5868991 φυομενα
φαντάζεσθαι . ἐν δὲ ταύτῃ οὔσῃ τοιαύτῃ ἀνὰ λόγον τὰ φυόμενα φύεσθαι , δένδρα τε καὶ ἄνθη καὶ τοὺς καρπούς
: ἐν μὲν γὰρ τῇ περὶ ἡμᾶς μικρὰ πάντα τὰ φυόμενα , καὶ οὐδὲν ὑπερέχον ὡς εἰπεῖν τῆς θαλάττης :
5863913 μεταρσια
τὸν ἀπὸ γῆς ἑαυτὸν εἰς ὕψος αἴροντα καὶ ἐπισκοποῦντα τὰ μετάρσια , μετεωροπόλον τε καὶ μετεωρολογικόν , ἐρευνῶντα τί ἡλίου
' αὐτοῦ καὶ νοῦς εὐθὺ τοῦ αἰθέρος συντέταται πρὸς τὰ μετάρσια καὶ ἡ ὁδὸς αὐτῷ ἄνω δι ' οὐρανοῦ ἄπεισι
5854338 καλα
τί ἐστιν αὐτὸ τὸ καλόν , ταῦτ ' ἂν εἴη καλά ; “ ἐγὼ δὲ δὴ ἐρῶ ὅτι εἰ παρθένος
καὶ σωφροσύνης πρόσωπον , καὶ οὔτε ἕσπερος οὔτε ἑῷος οὕτω καλά . Ἀλλὰ δεῖ ἰδόντας μὲν εἶναι ᾧ ψυχὴ τὰ
5850261 πτερωτων
Ἑρμοῦ τε καὶ Μουσῶν χορευτὰς , περὶ οὓς τὰ τῶν πτερωτῶν λόγων κάλλη τε καὶ τολμήματα Ζεὺς ὁ θεῶν βασιλεὺς
ὁμοίως : καὶ οἱ ἄνεμοι ἅρπυιαι λέγονται καὶ ὀνόματα δαιμόνων πτερωτῶν θηλειῶν . ἁρπυιογούνους δὲ λέγει τὰς σειρῆνας οἷον ὀρνιθογόνους

Back