γὰρ ὡς ἐς ἔργον ὥπλισται στρατός ; καὶ δὴ παρῆκται σφάγια τάξεων ἕκας . πόσον τι δ ' ἔστ '
πρῶιραν ἐμβαλεῖτε † φάσγανόν θ ' ἅμα πρόχειρον ὤσει † σφάγια τῶι τεθνηκότι ; οἱ δ ' ἐς κέλευσμ '
6754799 θυματα
] ἐκ παραλλήλου . χρηστήρια ] τὰ εἰς χρείαν θυσίας θύματα ἢ μαντεύματα : διὰ γὰρ τῶν θυμάτων οἱ μάντεις
〚 αι ? ? 〛 πα ? [ | παρασταθέντα θύματα παρατετημε ! [ ! ] ? [ | καὶ
6644047 σκυλα
λίθους παμπληθεῖς , καὶ ποιήσαντες ἐξ αὐτῶν ἀναστήματα μεγάλα , σκῦλα τῶν βαρβάρων ἀνέθεσαν , βουλόμενοι τῆς στρατείας ἀθάνατον ὑπόμνημα
δέκα τὰς μείζους πλευρὰς ἔχον : ἐν τούτῳ καθιέρωσε τὰ σκῦλα τοῦ Καινινιτῶν βασιλέως , ὃν αὐτοχειρίᾳ κατειργάσατο . τὸν
6492920 κειμηλια
τύχης , δηλοῖ συζευχθήσεσθαι τοῦτον γυναικὶ σώφρονι καὶ πλουσίᾳ , κειμήλια ἐχούσῃ διάφορα : καὶ μύροις ἀλειφθήσεται εὐωδέσι καὶ ἀνδράσι
, Ὅταν καλῇ καιρός σε τἀληθῆ λέγειν . Καὶ τὰ κειμήλια εἰς πρόβατον . Ἑρμηνεία . Δάκνει πάντως τοῦ σοφοῦ
6453931 κανα
οὐ περιμένει τὴν σὴν σχολήν . ἀλλ ' εἴσιτε : κανᾶ πρόχειρα , χέρνιβας , θυλήματα ποιεῖτε . ποῖ κέχηνας
ἄξεταί ποτε ; ἀλλ ' εἷα τἀπὶ τοισίδ ' ἐξάρχου κανᾶ , στεφανοῦσθε κρᾶτα , καὶ σύ , Μενέλεως ἄναξ
6434691 ξοανα
καὶ ἔργα πολυτελέα καὶ ἀρχαῖα ἀναθήματα καὶ πολλὰ θωύματα καὶ ξόανα θεοπρεπέα . καὶ θεοὶ δὲ κάρτα αὐτοῖσιν ἐμφανέες :
τὸ πρὸς ταῖς Μυκήναις ἀμφοῖν , ἐν ᾧ τὰ Πολυκλείτου ξόανα τῇ μὲν τέχνῃ κάλλιστα τῶν πάντων πολυτελείᾳ δὲ καὶ
6390505 ἱερεια
θύειν τῇ Ἀρτέμιδι ὅ τι ἕκαστος εἶχε , θήλεά τε ἱερεῖα καὶ ἄρσενα ὁμοίως : καὶ ἀπ ' ἐκείνου διαμεμένηκεν
καὶ Εὐρύλοχος φέροντες : τὰ δέ ἐστι μέλανες κριοὶ τὰ ἱερεῖα . μετὰ δὲ αὐτοὺς ἀνήρ ἐστι καθήμενος , ἐπίγραμμα
6377384 ἀναθηματα
καὶ ἀμύγδαλα σιγαλόεντα Παφλαγόνες παρέχουσι : τὰ γάρ τ ' ἀναθήματα δαιτός . Φοινίκη καρπὸν φοίνικος καὶ σεμίδαλιν : Καρχηδὼν
εἴη , ἀπέπεμψε ἀσινέα ἐς Κυρήνην . Ἀνέθηκε δὲ καὶ ἀναθήματα ὁ Ἄμασις ἐς τὴν Ἑλλάδα , τοῦτο μὲν ἐς
6370222 κτηματα
ποιητὸν ἐπὶ τὸν κλῆρον εἰσαγαγεῖν , ὥσπερ ἐπὶ τὰ σαυτοῦ κτήματα καὶ οὐκ εἰς τὰ κατὰ νόμον τῷ προσήκοντι δοθησόμενα
δὲ ἐμοιράσαντο , τουτέστιν ὀξύθυμοι ὄντες ἐμοιράσαντο καὶ διενείμαντο τὰ κτήματα ὥστε ἴσα λαχεῖν . λέγει δὲ τὰς ταφάς :
6345695 θρεμματα
, οἱ δὲ ἐκείνων ἐργάται τὰ τῶν πελαγῶν ἡμῖν σαγηνεύουσι θρέμματα , καὶ σωροὶ παρ ' ἡμέραν πάσης ἰδέας ἰχθύων
Τοιαῦτα μέν ἐστιν ὑμῖν , ὦ θεοί , ταῦτα τὰ θρέμματα . οἱ δὲ δὴ Ἐπικούρειοι αὐτῶν λεγόμενοι μάλα δὴ
6327961 στεμματα
πόπανα , ὄμπην , πελάνους , στεφάνους , πέμματα , στέμματα , θαλλούς , μυρρίνας , ἄνθη . παιανίσαι ,
: οὐ καλῶς γὰρ ἐν τοῖς ἑξῆς μετετέθησαν . . στέμματα : ὅτι ἔθος αὐτῷ πληθυντικῶς ἀντὶ ἑνικοῦ λέγειν .
6298106 χρηστηρια
κρείσσω θνητὸς οὖς ' ὑπερδράμω ; πίμπρη τὰ σεμνὰ Λοξίου χρηστήρια . δέδοικα : καὶ νῦν πημάτων ἅδην ἔχω .
προχωρήσειν ἔμελλε καὶ ὡς οὐ μικρᾶς ἐνήρχετο τῆς περὶ τὰ χρηστήρια τραγῳδίας , οὐ δοκιμάσας μόνος ἀντιλέγειν ἅπασιν , ἀπολιπὼν
6246642 μαντευματα
καὶ Ἠπειρώταις , αἱ πέλειαι καὶ τὰ ἐκ τῆς δρυὸς μαντεύματα μετέχειν μάλιστα ἐφαίνετο ἀληθείας . τότε δὲ τὰ χρησθέντα
μητέρ ' αἰδεσθῶ κτανεῖν ; ποῦ δὴ τὸ λοιπὸν Λοξίου μαντεύματα τὰ πυθόχρηστα , πιστά τ ' εὐορκώματα ; ἅπαντας
6228807 γερα
γὰρ δοκεῖ πρῶτος , οὓς ἐκόλασε θανάτῳ , προγράψαι καὶ γέρα τοῖς ἀναιροῦσι καὶ μήνυτρα τοῖς ἐλέγχουσι καὶ κολάσεις τοῖς
ὁ δεσμεύων αὐτοῦ τὰς φρένας . λάχη ] ἀντὶ τοῦ γέρα . ἀπέχειν ] μὴ πλησιάζειν ἡμᾶς τοῖς θεοῖς .
6213007 δασασθαι
πρέπει νῷν χαλκοτόροις ξίφεσιν οὐδ ' ἀκόντεσσιν μεγάλαν προγόνων τιμὰν δάσασθαι . μῆλά τε γάρ τοι ἐγώ καὶ βοῶν ξανθὰς
ὅρκον ἕλωμαι μή τι κατακρύψειν , ἀλλ ' ἄνδιχα πάντα δάσασθαι κτῆσιν ὅσην πτολίεθρον ἐπήρατον ἐντὸς ἐέργει : ἀλλὰ τί
6212418 φιλα
ὅταν δὲ σὺ στένηις , ἡμᾶς παρόντας χρή σε νουθετεῖν φίλα : ἐπικουρίαι γὰρ αἵδε τοῖς φίλοις καλαί . ἀλλ
μορφῆς καὶ μεγέθους , ἴσασιν ἄνθρωποι . Τούτοις οἱ πέρδικες φίλα σπεισάμενοι σύννομοί τε καὶ συνήθεις καὶ ὁμόσκηνοι διαμένουσιν .
6208537 πατρωια
εὐκτεάνους , μόχθοισιν ἰαινομένους σφετέροισιν . εἰ δὲ μεσουρανέοι , πατρώια πάντ ' ἐκέδασσεν , δηθάκι δ ' οὐδ '
θεράποντα , / τὸν πολυθρήνητον Λίνον Αἴλινον : ἡ δὲ πατρώια / Φοιβείοις βέλεσιν γῆ κατέχει φθίμενον . καὶ Ἡσίοδος
6181129 δωρα
δὲ ἀναλώματι . τίσιν γὰρ ἂν φαίημεν ἁρμόττειν τὰ πολυτελῆ δῶρα ; ἆρά γε τοῖς πένησιν ; ἀλλὰ πέμπειν οὐ
πως θαλάμας τε καὶ κοίτας , φύσεως ταῦτα ἰχθύσι τὰ δῶρα : ἀλλὰ καὶ θηρίων ἐλεύθερός ἐστιν ὅσα βόσκει θάλαττα
6166773 μελαθρα
, μαινάδες : ὁ γὰρ ἄναξ ἄνω κάτω τιθεὶς ἔπεισι μέλαθρα τάδε Διὸς γόνος . βάρβαροι γυναῖκες , οὕτως ἐκπεπληγμέναι
δ ' ὄμμα πανταχῆι στρέφων . Πυλάδη , δοκεῖ σοι μέλαθρα ταῦτ ' εἶναι θεᾶς , ἔνθ ' Ἀργόθεν ναῦν
6132024 γεννηματα
τὸ εὐχαριστεῖν αὐταρκέστατος . οἱ μὲν οὖν τῶν δένδρων καρποὶ γεννήματα λέγονται τῶν ἐχόντων , ὁ δὲ παιδείας καὶ φρονήσεως
οὐ τῷ θεῷ . τὰ μὲν γὰρ οἰκεῖα τοῦ θεοῦ γεννήματα αἱ ὁλόκληροι ἀρεταί , τὰ δὲ συγγενῆ φαύλων αἱ
6114868 ἀρηια
κλέος ἐσθλὸν ἄρηαι . ἀλλ ' ἄγε δύσεο τεύχε ' ἀρήια , ὄφρα τάχιστα δίφρους ἐμπελάσαντες Ἄρηός θ ' ἡμέτερόν
ἀρέσθαι . ” Ὧς φάτο , δῦνε δὲ τεύχε ' ἀρήια : τοὶ δ ' ἰάχησαν θεσπέσιον μεμαῶτες . ὁ
6095856 ἐπινικια
: τὸ μὲν ἐν Καλλίου , ἡνίκα στεφανωθέντος Αὐτολύκου τὰ ἐπινίκια εἱστία , τὸ δὲ ἐν Ἀγάθωνος , ἃ καὶ
πρώτῃ τραγῳδίᾳ ἐνίκησεν Ἀγάθων , τῇ ὑστεραίᾳ ἢ ᾗ τὰ ἐπινίκια ἔθυεν αὐτός τε καὶ οἱ χορευταί . “ ”
6088630 ὀργια
διαμένουσι . Ἀλλ ' οὐκ ἐγίνωσκες τὴν ἐπῳδὴν καὶ τὰ ὄργια . Εἰ ταῦτα , ὦ Κριτία , ἐξ ἐπῳδῆς
. 〛 κἀξίστασθαι : ἐκχωρεῖν . . μὴ ἐμυήθη . ὄργια δὲ τὰ μυστήρια . . μήτε Κρατίνου : Πρὸς
6082936 μυστηρια
καῦμα πυρὸς φεύγουσα πυρίδρομον : ἐκ δὲ χιτώνων γυμνὰ καλυπτομένης μυστήρια φαίνετο κόλπου , καὶ γαστὴρ ἀμάρυσσε ῥοδόχροος : ἐν
τὰ μεγάλα καὶ φοβερὰ ἔστι σημεῖα καὶ ἕξεως τεράστια καὶ μυστήρια , λέγω δὴ τὴν περὶ στοιχειώσεως τῶν ὑπὸ τοῦ
6065858 ὀνειρατα
γῆς πέμπειν εἰς φάος , ἤτοι ἀναδιδόναι σοι ἀγαθὰ τὰ ὀνείρατα ἃ εἶδες . οἱ γὰρ ὄνειροι ἐκ τῆς γῆς
ἡ Ἄτοσσά φησι πρὸς τὸν χορὸν , πολλὰ μὲν νυκτερινὰ ὀνείρατα φαντάζομαι , ἐξ οὗ καιροῦ ὁ ἐμὸς παῖς ὁ
6064877 λαφυρα
κριτὴς αἱρεθεὶς καὶ χαριζόμενος αὐτῇ τὸν Διομήδην ἔκρινε λαβεῖν τὰ λάφυρα καὶ μὴ τὴν γῆν ὅθεν κατηράσατο ὁ ἥρως μήποτε
; πόσους ἄγων ἧκες ἡμῖν αἰχμαλώτους ; ποῦ σοι τὰ λάφυρα ; ποῦ σοι τὸ τρόπαιον ἕστηκεν ; οὐδέν ,
6061663 νηματα
ζῳδίων φύσεις ὁρᾶν οὕτως . Σελήνης ἐν Κριῷ ἱμάτια , νήματα , ἔρια , τάπητας , κεφαλοδέσμια λέγε τὰ ἀπολωλότα
, ἀπόχρη γε μὴν ἀλλήλας περιλιχμήσασθαι . ἄγρα δὲ αὐτῶν νήματα ἄγαν λεπτὰ καὶ ἐρραφέντα τούτοις ἀραιῶν στημονίων τὰ ἱμάτια
6041941 λιπουσαι
καὶ ἐπανακλαγγάνουσαι δικαίως : πρὸς δὲ τὸν κυνηγέτην μὴ ἐπανίτωσαν λιποῦσαι τὰ ἴχνη . μετὰ δὲ τοῦ εἴδους καὶ τοῦ
ἐς τάσδε γὰρ βλέψας ' ἐπηυξάμην τάδε γραῦς , αἳ λιποῦσαι δώματ ' Ἀργείας χθονὸς ἱκτῆρι θαλλῶι προσπίτνους ' ἐμὸν
6022726 τοξα
Φερενδάτης ὁ Μεγαβάζου . Πάκτυες δὲ σισυρνοφόροι τε ἦσαν καὶ τόξα ἐπιχώρια εἶχον καὶ ἐγχειρίδια : Πάκτυες δὲ ἄρχοντα παρείχοντο
ἅπαν ” , “ Ῥωμαίων ἔφητὰ σώματα καὶ ἵπποι καὶ τόξα καὶ βέλη καὶ δόρατα τῶν ἡμετέρων ἰσχυρότερα εἶναι παντί
6009542 δρωμενα
ποταμοῦ , τὴν μὲν ἀστράπτουσαν τοῖς στρατιώταις ἐν κόσμῳ τὰ δρώμενα θεωμένοις μετὰ φρονήματος καὶ ἡσυχίας , τὴν δὲ ὁμάδου
ἐγίνοντο χορός . καὶ τὰ ἐκ συσκευῆς δὲ καὶ κακουργίας δρώμενα κατά τινος ὑπό τινων δράματα . . . .
6007383 προθυρα
δὲ ναὸν ὄντα τὴν οἴκησιν στεφανοῦσιν [ τὰ τῶν ἐρωμένων πρόθυρα ] : διὰ ταῦτα δὲ καὶ θύουσιν ἔνιοι ἐπὶ
τῶν οἰκίας μεγαλοπρεπεῖς κατασκευαζόντων . ὥσπερ γὰρ ἐκεῖνοι εἰς τὰ πρόθυρα κίονας μεγάλας ὑποβάλλουσιν , οὕτω καὶ οὗτος ὡσπερεὶ μέγαρον
5991277 ψαιστα
τὴν τρώγλην τὸν πελανὸν ἔνθες τοῦ δράκοντος εὐφήμως , καὶ ψαιστὰ ? δεῦσον : τἄλλα δ ' οἰκίης ἔδρηι δαισόμεθα
ἦν ἄρδονθ ' ἁπαλὴν καταπίνειν . λεκανίσκαισιν δ ' ἂν ψαιστὰ παρῆν ἡδυσματίοις κατάπαστα , ὀπταὶ δὲ κίχλαι μετ '
5988272 μηρια
οὐχ ἑτέρας μᾶλλον φλογὸς ἔλπομ ' ἔγωγε ἀθανάτοις οὕτω κεχαρισμένα μηρία καίειν . Πρὸς δ ' ἔτι τοι καὶ τοῦτο
, οἳ δὲ λέβητι χρυσείῳ φορέοισιν ὕδωρ , ὃ δὲ μηρία λούει , ὃς δ ' ὄπιθεν πτερύγεσσιν ἀναψύχει τὸν
5967120 χευματα
δὲ τραπεζῶν τὰ πρὸς τροφῆς ὑπηρεσίαν κύκλοι , τεύχη , χεύματα , κοῖλοι πίνακες , πίνακες ἐκπέταλοι ἢ ὕπτιοι ἢ
καὶ τὰ ὕδατα τοῦ ὠκεανοῦ καὶ τὰ μεγάλα τοῦ πόντου χεύματα καὶ οἱ ποταμοὶ καὶ αἱ κρῆναι καὶ τὰ βησσήεντα
5952154 δειματα
ξυνεχῶς μαίνωνται , αὗται αἱ προφάσιες εἰσίν : ἢν δὲ δείματα καὶ φόβοι , ὑπὸ μεταστάσιος γίνεται τοῦ ἐγκεφάλου θερμαινομένου
ὄψεώς φησι τὸ Γοργείοισι . καὶ γὰρ τὰς Γοργόνας λέγουσι δείματα φέρειν τοῖς ἀνθρώποις . τὸ δὲ ὅλον : εἶδον
5939409 γεωργικα
συγκοπὴν τῆς σα συλλαβῆς . Διὰ τοῦ χαλκοῦ δὲ τὰ γεωργικὰ ἔργα εἰργάζοντο , διά τινος βαφῆς στεῤῥοποιοῦντες αὐτόν .
ἀναγκαιοτάτην ἄρδῃ καὶ ἐποχετεύῃ τοῖς φυτευθεῖσι καὶ τοῖς ἄλλοις ὅσα γεωργικὰ πᾶσιν ἐγχειρῇ , ὁ δ ' αὖ μουσικὸς αὐλοῖς
5932617 ποπανα
παρ ' ἡμῖν μὲν γὰρ ἀσφόδελος μόνον καὶ χοαὶ καὶ πόπανα καὶ ἐναγίσματα , τὰ δ ' ἄλλα ζόφος καὶ
, ἐπεὶ δὲ βωμῷ προθύματα καθωσιώθη Ἡφαίστου φλογὶ , καὶ πόπανα καὶ πέλανος . 〚 Ἄλλως . δέον εἰπεῖν ,
5919742 γαμηλια
, ἑκηβόλον ἔθνος ὀϊστῶν : καὶ γὰρ τοῖς πλέονές τε γαμήλια λέκτρα γυναῖκες κεκριμέναι μεθέπουσι καὶ εὐνάζονται ἅπασαι νύκτας ἀμειβόμεναι
λογίζεται . οὐδὲ παρθένον αἰτῶν οὐ σκοπῶν ἐστιν , ὅτι γαμήλια μέν τις δῶρα διδοὺς οὔπω δῆλον ποιεῖ τῷ πατρὶ
5903826 βουφορβια
ταύτῃ παιδία : ἐξέθηκεν δὲ αὐτὰ εἰς τὰ τοῦ πατρὸς βουφόρβια . ὁ δὲ πατὴρ ἡγεῖται ἐκ βοὸς εἶναι ,
ἐξανθεῖν ἁλός . κἀν τῶιδε πᾶς τις , ὡς ὁρᾶι βουφόρβια πίπτοντα καὶ πορθούμεν ' , ἐξωπλίζετο , κόχλους τε
5890096 ταμιεια
γίνεσθαι τούτων τῶν θησαυρῶν , ἀλλὰ τὰ μὲν τοῦ χρυσοῦ ταμιεῖα ἑτέροις φύλαξιν ἐπιτρέπει , τὰ σιτοφυλάκια δὲ οὐκ ὀκνεῖ
λογισμοὶ συνεφέροντο ; τίς δ ' ἡμῶν ἀκόντων ἤνοιγε τὰ ταμιεῖα ; τίς τῶν ἀψαύστων καὶ ἐπαράτων ἐκίνει χρημάτων καὶ
5882286 ἱερα
ὅθεν καὶ παροιμία Βοιωτία ὗς . καὶ ἡ Καλαύρεια δὲ ἱερά ἐστι Ποσειδῶνος , ὥς φησι Φιλοστέφανος . ἦν δὲ
, τὸν μὲν χειμῶνα τὰ βαλανεῖα , θέρους δὲ τὰ ἱερά ; ποῖον γάρ σοι τοιοῦτον οἰκητήριον , φησὶν ὁ
5868733 τοξευματα
οἱ μὲν παλτά , οἱ δὲ λίθους , οἱ δὲ τοξεύματα . . παραυτόθεν : αὐτίκα , ἀπὸ τοῦ παρόντος
κάτω τοῦ τόξου τῷ ἀριστερῷ ποδὶ προσβαίνοντες . τὰ δὲ τοξεύματα ἐχώρει διὰ τῶν ἀσπίδων καὶ διὰ τῶν θωράκων .
5831303 ἐπιχωρια
τὴν ἐν θεοῖς διατριβὴν λέγουσιν : οἱ δὲ ὅτι ὡς ἐπιχωρία θεός . ἄγαλμα γὰρ αὐτῆς ὁ Κάδμος ἱδρύσατο ἐν
τὸ ξυλίνους οἴκους ἔχειν . μόσσυνος γὰρ ὁ ξύλινος οἶκος ἐπιχωρία φωνή . . περὶ τῶν Μοσσυνοίκων φησὶν ὁ Ἀπολλώνιος
5822720 ἀγλαα
ἐπὶ πόντον ἄγοντες κάτθεσαν εἰν Ἰθάκῃ , ἔδοσαν δέ οἱ ἀγλαὰ δῶρα , χαλκόν τε χρυσόν τε ἅλις ἐσθῆτά θ
τετιμένος οὔτε βροτοῖσιν . ὣς μὲν καὶ Πηλῆϊ θεοὶ δόσαν ἀγλαὰ δῶρα ἐκ γενετῆς : πάντας γὰρ ἐπ ' ἀνθρώπους
5818339 τευχη
καὶ ἄλλοι σύμπεσον ἀλλήλοισι . Περὶ σφίσι δ ' ἄμβροτα τεύχη χρύσεα κινυμένοισι μέγ ' ἴαχεν : ἀμφὶ δὲ πόντος
τοῦ δέδοικα δεδοίκω . Τούτοις δὲ ἦν χαλκᾶ μὲν τὰ τεύχη , ἤγουν τὰ ὅπλα , χαλκοῖ δέ τε οἶκοι
5804164 σκηπτρα
οὓς Ἄρης σπείρει ποτὲ λάβρον δράκοντος ἐξερημώσας γένυν , οὐ σκῆπτρα , χειρὸς δεξιᾶς ἐρείσματα , ἀρεῖτε καὶ τοῦδ '
, τὰ δ ' ἀφελεῖν ἡμᾶς οἴομαι δεῖν : τὰ σκῆπτρα ταυτὶ λέγω καὶ τοὺς χρυσοῦς στεφάνους καὶ τὰς ἁλουργεῖς
5801647 φιληματα
ὦ βούτα , συγκάτθανε δῶρα τὰ Μοισᾶν , παρθενικᾶν ἐρόεντα φιλήματα , χείλεα παίδων , καὶ στυγνοὶ περὶ σῶμα τεὸν
κόρον , καὶ οὐδέν ἐστιν , ἐὰν ἐξέλῃς αὐτοῦ τὰ φιλήματα : φίλημα δὲ καὶ ἀόριστόν ἐστι καὶ ἀκόρεστον καὶ
5784343 ἐπιλεκτου
' ἵππων . Κατόπιν δὲ βασιλέως τὰ σήματα ἦν τῆς ἐπιλέκτου στρατιᾶς : τὰ δέ εἰσιν ἀετοὶ χρυσοῖ καὶ εἰκόνες
. . . . . Ἀρριανός : τὰ σημεῖα τῆς ἐπιλέκτου στρατιᾶς ἀετοί , εἰκόνες βασίλειοι , στέμματα , πάντα
5781618 λῃστηρια
' ὃν μάλιστα οἱ Ταῦροι , Σκυθικὸν ἔθνος , τὰ λῃστήρια συνίσταντο τοῖς καταφεύγουσιν ἐπ ' αὐτὸν ἐπιχειροῦντες : καλεῖται
ναυτικά , ἀφ ' ἧς ἐθαλαττοκράτησε πολὺν χρόνον καὶ τὰ λῃστήρια καθεῖλε καὶ Ῥωμαίοις ἐγένετο φίλη καὶ τῶν βασιλέων τοῖς
5771250 ληϊα
γῆν χρυσῆν , καὶ τὰ δένδρα χρυσᾶ , καὶ τὰ λήϊα , καὶ τοὺς λειμῶνας , καὶ τὰ ἐν αὐτοῖς
ὡς ἀπαλοῖ δι ' αὐχένος . Λειμών . ἐστὶν ὅπου λήϊα καταβόσκεται . Λιρός . ὁ ἀναιδής . παρὰ τὸ
5769209 λειψανα
. ἔτι γοῦν καὶ νῦν τὰ μένοντα αὐτοῦ ἐρείπια καὶ λείψανα ἰδόντι θαυμάζειν ἔστι καὶ τὴν τέχνην τῶν τὴν ἀρχὴν
στιγμή . . , : τάφος : ὅπου τίθεται τὰ λείψανα . παρὰ τὸ θῶ καὶ τιθῶ , παράγωγον θάπτω
5766769 ναιετε
γένους ἐπίσκοποι , ἐπακούσατέ μου νῦν εὐχομένου . . αἵτε ναίετε καλλίπωλον ἕδραν : ἱππικοὶ λέγονται οἱ Ὀρχομένιοι . Ἐργῖνος
κεχρημένον ἠδὲ δόμοιο , οἳ πόλιν αἰπεινὴν Κύμην ἐριώπιδα κούρην ναίετε , Σαρδήνης πόδα νείατον ὑψικόμοιο : ἀμβρόσιον πίνοντες ὕδωρ
5756883 ἱρα
ἄλλου οὐδενός , καὶ τἆλλα ἐχρᾶτο διαίτῃ Ἑλληνικῇ καὶ θεοῖσι ἱρὰ ἐποίεε κατὰ νόμους τοὺς Ἑλλήνων : ὅτε δὲ διατρίψειε
ἐχθροῖσι τῆς πατρίδος ἅλωσιν καὶ τὰ ἐς ἔρσενα γόνον ἄρρητα ἱρὰ ἐκφήνασαν Μιλτιάδῃ . Ἡ δὲ Πυθίη οὐκ ἔα ,
5747842 ἐρδειν
τοῖνδε παγκρατὴς φονεύς ; ἀλλ ' ἐπεὶ δοκεῖς τάδ ' ἔρδειν καὶ λέγειν , γνώσῃ τάχα : εἶα δή ,
πάμπαν ἔεργ ' ἀεσίφρονα θυμόν . Κὰδ δύναμιν δ ' ἔρδειν ἱέρ ' ἀθανάτοισι θεοῖσιν ἁγνῶς καὶ καθαρῶς , ἐπὶ
5741883 ὁσια
ἢ οὕτως ἀποδοτέον : σὺ Ἄπολλον ἐρωτᾷς με , εἰ ὅσια κλυτὰν χεῖρά οἱ προσενεγκεῖν , ὁ πᾶν τὸ ἐσόμενον
. πολλῶι γε μᾶλλον σαυτὸν ἤσκησας σέβειν ἢ τοὺς τεκόντας ὅσια δρᾶν δίκαιος ὤν . ὦ δυστάλαινα μῆτερ , ὦ
5733611 ξενοισι
κοινῶν προνοουμένη τήν τε πόλιν καὶ τὸ κοινὸν αὔξει . ξένοισί τ ' ] τοῖς τε ξένοις δίκας εὐσυμβόλους διδοῖεν
ῥηθέντι περὶ αὐτὸν γιγνέσθω . τὰ αὐτὰ δὲ ἔστω ταῦτα ξένοισί τε πρὸς ξένους καὶ ἀστοῖσι καὶ ξένοις πρὸς ἀλλήλους
5733231 δεσμα
ἐξῆγον ὡς ἀπολέοντες , εἷς δέ τις τούτων ἐκφυγὼν τὰ δεσμὰ καταφεύγει πρὸς πρόθυρα Δήμητρος Θεσμοφόρου , ἐπιλαβόμενος δὲ τῶν
. συλληφθεὶς οὖν καὶ Ἡρακλῆς τοῖς βωμοῖς προσεφέρετο τὰ δὲ δεσμὰ διαρρήξας τόν τε Βούσιριν καὶ τὸν ἐκείνου παῖδα Ἀμφιδάμαντα
5727125 φασγανα
[ ˘˘ | – ˘˘˘˘ˈ˘˘σται – – – ] ! φάσγανα κατὰ ? ? γῆς ? ? ? ἔβαλον Φρύγιαι
σὺν δὲ καὶ ὑψῆέν τε πανόσμεον , ὅσσα τε τύμβοι φάσγανα παρθενικαῖς νεοδουπέσιν ἀμφιχέονται , αὐτάς τ ' ἠιθέας ἀνεμωνίδες
5701100 ἀχη
ἄρα τί μ ' ὀλέκεις ; Ὦ κακάγγελτά μοι προπέμψας ἄχη , τίνα θροεῖς λόγον ; Αἰαῖ , ὀλωλότ '
δὲ παρακέλευσμα σῶν ἀέρι φερόμενον οἴχεται . δυοῖν δ ' ἄχη , ματρί τ ' ἔλιπεν , σέ τ '
5658074 ὁμοσπονδους
πόλεως εἰπεῖν δύναται , ἀλλ ' ἐπὶ τοὺς συσσίτους καὶ ὁμοσπόνδους μελετᾷ . Τὴν μὲν τοίνυν κοινωνίαν τῶν περὶ τῆς
ἐχθροῖς ἀποδιδόναι , οὐδ ' ὁμοίως ἑκατέρους ὁμοτραπέζους ποιεῖσθαι καὶ ὁμοσπόνδους , ἡγουμένους καὶ τράπεζαν βωμὸν εἶναι τῆς ἑστίας καὶ
5652378 ὀλοα
δεινά . ὀλοὰ ] τὰ δεινά , τὰ ὀλέθρια . ὀλοὰ ] ὀλέθρια . θ ὀλοὰ ] + ἀντὶ μιᾶς
ὀλέθρια . ὀλοὰ ] θρηνητικά . ὀλοὰ ] ὀλέθρια . ὀλοὰ ] θρηνητικά . ὁρᾶν ] ὁρᾶσθαι . ὁρᾶν ]
5643161 θρησκειαις
. καὶ τὰ μὲν ἰσημερινὰ ἱεροῖς καὶ ταῖς περὶ θεὸν θρησκείαις ἐπισημαίνει , τὰ δὲ τροπικὰ ταῖς τῶν ἀέρων καὶ
σχῆμα , παντοίοις δὲ ἔθεσι καὶ νομίμοις καὶ θεῶν παντοίων θρησκείαις χρώμενοι καὶ ἐν μὲν ταῖς ὑποταγαῖς ταπεινοὶ καὶ δειλοὶ
5643040 ἀθλα
στασιάζειν τε καὶ ἐπιφθόνως ἔχειν πρὸς ἀλλήλους . τὰ γὰρ ἆθλα αὐτοῖς τῶν τεχνῶν τῶν μὲν ἀργύριόν ἐστι , τῶν
εἰ κακίας μὲν ὑπέχουσι δίκην οἱ ῥήτορες , ἀρετῆς δὲ ἆθλα μὴ κέκτηνται , καὶ προδότης μὲν ἁλοὺς σωφρονίζομαι ,
5638768 φοβητρα
ὕστερον χαλεποῖς ἐφάνη τὰ πρῶτα παιδικὰ καὶ νηπίων ὡς ἀληθῶς φόβητρα : στρατεῖαί τε γὰρ καὶ τραύματα καὶ συνεχεῖς ἀγῶνες
ὀμφαλὸς γῆς δάφνηι καταστεφόμενος τὰ κοινὰ πάντων [ ] ἀνθρώπων φόβητρα ? ? καὶ τῆς ὑμετέρας ἐργασεδατα ! ! [
5634910 μνηματα
τρίπορνον αὐτήν . ἀπὸ πλειόνων δὲ ταλάντων ἢ διακοσίων δύο μνήματα κατεσκεύασεν αὐτῆς : ὃ καὶ πάντες ἐθαύμαζον , ὅτι
ἐᾷς ἀνέλεγκτον . Ἀλλ ' ἀκούεις οἷα τὰ περὶ τὰ μνήματα σκιοειδῆ φαντάσματα ; Ταῦτά ἐστι τὰ ἀερώδη τῶν ψυχῶν
5634499 βουλευματα
οὖν φραπὶς καὶ πραπίς . ἀφ ' ἧς προΐεται τὰ βουλεύματα . οὕτω Φιλόξενος . Περίπατος . ἡ περὶ σχέσιν
δ ' , ὅτι ἀκούω . τὰ γὰρ τοιαῦτα ὑμῶν βουλεύματα ἠξίουν μήθ ' ὁρᾶν μήτ ' ἀκούειν , οἳ
5628742 βελη
. σκοπὸς μὲν οὖν ἡμῖν οὗτος οὗ δεῖ στοχάζεσθαι : βέλη δὲ αὐτοῦ καὶ οἷον ἡ τοῖς βέλεσιν ἔφεσις τὰ
φυλακτήρια , ἐκ χειρὸς χρήσιμα , ἀγχέμαχα , βλήματα , βέλη , πάντα τὰ ἀφιέμενα . ἀσπὶς καὶ τὰ μέρη
5628249 ἐπωνυμα
τῶιδέ τ ' ἀμείβει † θανάτους θανάτων τά τ ' ἐπώνυμα δεῖπνα Θυέστου λέκτρα τε Κρήσσας Ἀερόπας δολίας δολίοισι γάμοις
καὶ Ἑρκούλειοι , ὀνόματα τάξεων . τάγματα γάρ τινα δαίμονος ἐπώνυμα . Ἰόβις γὰρ παρὰ Ἰταλοῖς ὁ Ζεύς , Ἑρκούλιος
5623917 κεινα
θεὸς εἴτε βροτῶν ἦν ὁ ταῦτα πράσσων . Ὦ πασᾶν κείνα πλέον ἁμέρα ἐλθοῦς ' ἐχθίστα δή μοι : ὦ
ῥέζων ποκὰ πᾶσι θεοῖς μόνας λάθετ ' ἠπιοδώρου Κύπριδος : κείνα δὲ Τυνδαρέου κόραις χολωσαμένα διγάμους τε καὶ τριγάμους τίθησι
5623793 ἀγαλματα
πατέρες καὶ βοηθὸν τῶν ἀδικουμένων πατέρων ὑπὸ τῶν παίδων . ἀγάλματα γάρ εἰσιν οἱ πατέρες τοῦ πάντων πατρὸς τοῦ Διός
ἐκ ταύτης τὰ σπουδαιότατα ποιεῖται τῶν ἔργων . τὰ δὲ ἀγάλματα γλύφουσιν ἐκ τῶνδε , κέδρων κυπαρίττου λωτοῦ πύξου :
5622781 ἐντυνεσθαι
φωνῆς . Ἀλόχοις : κοίταις . Λεχέων : κοιτῶν . ἐντύνεσθαι : ποιεῖν , φυλάσσειν . Ἀσσυρίους : Βαβυλωνίους .
διαταραττόμενος χαλεπώτατος . φησὶ δ ' αὐτὸν καὶ δίδυμα τόξα ἐντύνεσθαι , τὸ μὲν ἐπ ' εὐαίωνι τύχᾳ , τὸ
5604620 Θετταλικα
ἀναισχυντίᾳ ὠφρυωμένων . Θεοῦ δὲ δῶρόν ἐστιν εὐτυχεῖν βροτούς . Θετταλικὰ πτερά : ἐπὶ τῶν παρασχῆμα ἐσθῆτας ἐνειμένων : αἱ
ὡς ἡ νέα κωμῳδία εὐπάρυφος . τὰς δὲ Θετταλικὰς χλαμύδας Θετταλικὰ πτερὰ ὠνόμαζον , καὶ ἐντεθετταλίσμεθα ἔλεγον τὸ χλαμυδοφοροῦμεν .
5597132 ἐκομιζον
καὶ εὐτελές : εἰς τὴν μεσόγειαν γὰρ ἀναβαίνοντες οἱ ἔμποροι ἐκόμιζον ἅλας , ἀνθ ' ὧν τοὺς οἰκέτας ἐλάμβανον :
ἀπῆγον μετὰ τιμῆς ὅτι πλείστης φιλοφρόνως ὑποδεξάμενοι : στολὰς δὲ ἐκόμιζον πρεπούσας ἀνδρὶ τοιούτῳ καὶ θεραπεύειν τὸ σῶμα τοῦ νέου
5585497 ξυστων
γράμμασι χρυσοῖς δηλούμενοι : ἃ δὴ σύμπαντα ἀνατεταμένα προὐφαίνετο ἐπὶ ξυστῶν ἠργυρωμένων . Ἐπὶ δὲ τούτοις ὧδε διακοσμηθεῖσιν Ἰουθούγγους ἠξίου
Ἀπολλωνίῳ κατὰ τὴν Ἔφεσον . διαλεγόμενος γὰρ περὶ τὰ τῶν ξυστῶν ἄλση κατὰ μεσημβρίαν , ὅτε δὴ καὶ τὰ ἐν
5575910 ἐσθηματα
ἐφεστῶτα δὲ ὀκρίβασιν οὕτως ὑψηλοῖς τερατώδη τε τὰ περὶ αὐτὸν ἐσθήματα , οὐκ ἄφοβοι ἦσαν τοῦ σχήματος , ἐπεὶ δὲ
ἱμάτια . ἐσθήματα ] ἐσθήσεις . ἐσθήματα ] ἐνδύματα . ἐσθήματα ] τὰ ὅπλα . ἐσθήματα ] τὰς πανοπλίας .
5571924 βασιληια
Τερηδόνα πόλιν ἔκτισεν κατὰ τὰς Ἀράβων εἰσβολάς : τά τε βασιλήια δένδροις ἤσκησε , κρεμαστοὺς παραδείσους ὀνομάσας . Καὶ ταῦτα
ἑκατέρῳ τῆς πόλιος ἐτετείχιστο ἐν μέσῳ ἐν τῷ μὲν τὰ βασιλήια περι - βόλῳ τε μεγάλῳ [ τε ] καὶ
5571418 ξιφη
δὲ καὶ σαυνίοις ὁλοσιδήροις ἀγκιστρώδεσι , φοροῦσι δὲ κράνη καὶ ξίφη παραπλήσια Κελτίβηρσιν . ἀκοντίζουσι δ ' εὐστόχως καὶ μακράν
πᾶν ὅσον βάρβαρον ἠγάπα ζῆν ἐν σπονδαῖς , αὖθις τὰ ξίφη θήξαντες ἐπιστρατεύουσι , διαπλέουσιν , ἀπειλοῦσι , δρῶσι ,
5568083 πιστα
] βεβαίωσις , βεβαιώσεις , τὰ προτεινόμενα ἐπὶ βεβαιώσει , πιστά . , δεσμοί , τεκμήρια , πίστεις . ἡ
ἐπόπτας εἶναι καὶ ἐπιτηρητὰς τῆς χώρας αὐτοῦ . τὸ δὲ πιστά τινές φασιν , οἱ ὑποπτεύσαντες τοὺς κατὰ τὸν χορὸν
5567869 καθαροισι
. καλὸν μὲν δέμας ἁγνὸν ἔχειν ἀδμῆτά τε μίμνειν παρθενικὴν καθαροῖσί τ ' ἀεὶ μελεδήμασι χαίρειν , μήτε βαρυτλήτων λαγόνων
. καλὸν μὲν δέμας ἁγνὸν ἔχειν ἀδμῆτά τε μίμνειν παρθενικὴν καθαροῖσί τ ' ἀεὶ μελεδήμασι χαίρειν , μήτε βαρυτλήτων λαγόνων
5564564 ἐρημα
τὸ νέφος : αἱ μὲν ἀγχιστῖναι : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται . ἐννῆμαρ μέν : τῇ δεκάτῃ δέ .
προσαμύνει , ἀλλὰ κατὰ σταθμοὺς δύεται : τὰ δ ' ἐρῆμα φοβεῖται : αἱ μέν τ ' ἀγχιστῖναι ἐπ '
5562711 παναγρον
. λύγους : βρόχους . ταναόν : , μακρόν . πάναγρον : . Αἰχμήν : δουρόν . τριγλώχινα : τριῶν
ὑποχὰς καὶ σαγήνας καὶ καλύμματα καὶ πέζας καὶ σφαιρεῶνας καὶ πάναγρον . Φασὶ τὴν τρίγλαν ἥδεσθαι ἐν παντὶ ῥύπῳ καὶ
5555307 ἀκροθινια
ἡγεῖσθε καὶ κατανοεῖν ποίημα ; πολλῆς γὰρ ἀκρασίας ἀπενεγκαμένην τὰ ἀκροθίνια βδελύττεσθαι καλὸν ἦν , τῇ κατὰ Ῥωμαίους συῒ παρεικαζομένην
πρόσφαγμα θεᾶς . σιγᾶτε , φίλαι : τὰ γὰρ Ἑλλήνων ἀκροθίνια δὴ ναοῖσι πέλας τάδε βαίνει , οὐδ ' ἀγγελίας
5554435 ἱδρυματα
θεοῖς δαιμόνων , εἴτε τινὲς ἔντοποι Μαγνήτων εἴτ ' ἄλλων ἱδρύματα παλαιῶν μνήμῃ διασεσωμένων εἰσίν , τούτοις ἀποδιδόντας τὰς τῶν
ὦμον ἢ βραχίονα ; μὴ σύ γε τὰ Νυμφῶν διολέσηις ἱδρύματα καὶ Πανὸς ἕδρας ἔνθ ' ἔχει συρίγματα . καλῶς
5538245 εὐωχιαι
καὶ χορεία καὶ θαλία . . . καὶ χορεῖαι καὶ εὐωχίαι . γάλα τ ' ὀρνίθων : Τοῦτο ἐκ παροιμίας
πανταχοῦ τῆς ἀγορᾶς τὰ συμπόσια . καὶ τοῖς μὲν πολλοῖς εὐωχίαι πάνδημοι πρόκεινται , οἱ δεξιώτεροι δὲ τῶν ἀστῶν δημοσίᾳ
5537752 ζωματα
, τοῖοι δέ οἱ ἀμφοτέρωθεν ὦμοι καὶ πόδες ἀκρότατοι καὶ ζώματα πάντα . Πάλιν δὲ παρὰ τῷ Εὐδόξῳ ἀναστρέφεται διημαρτημένως
ἄσπιδες βεβλήμεναι : πὰρ δὲ Χαλκίδικαι σπάθαι , πὰρ δὲ ζώματα πόλλα καὶ κυπάσσιδες . τῶν οὐκ ἔστι λάθεσθ '
5534384 σφαξαι
οὐ ξυναρπάσας στρατόν , σὲ κἄμ ' ἀποκτείναντας Ἀργείους κόρην σφάξαι κελεύσει ; κἂν πρὸς Ἄργος ἐκφύγω , ἐλθόντες αὐτοῖς
. θῦσε δὲ ἐθυμίασεν : οὐδέποτε γὰρ θῦσαι ἐπὶ τοῦ σφάξαι ἱερεῖόν φησι . . Ι . . . .
5533963 κλαυσας
ἠὲ κασίγνητον ὁμογάστριον ἠὲ καὶ υἱόν : ἀλλ ' ἤτοι κλαύσας καὶ ὀδυράμενος μεθέηκε : τλητὸν γὰρ Μοῖραι θυμὸν θέσαν
εἰμι ἀπὸ τοῦ νῦν . Καὶ ἀναστὰς κατεφίλησεν αὐτοὺς καὶ κλαύσας εἶπεν : Ἀκούσατε , ἀδελφοί μου , ἐνωτίσασθε Ῥουβὴμ
5528446 δεξο
λιπαυγῆ , Ζεῦ χθόνιε , σκηπτοῦχε , τάδ ' ἱερὰ δέξο προθύμως , Πλούτων , ὃς κατέχεις γαίης κληῖδας ἁπάσης
ὦ ? θύγατερ Σχοινῆος , ἀμείλιχον [ ἦτορ ἔχουσα , δέξο ] ? τάδ ' ἀγλαὰ ? [ ] δῶρα
5523285 νεογνα
ἦν καὶ τερπνόν ; ὅτι μὲν δρακόντων ἦν ἔφοδος καὶ νεογνὰ τὰ βρέφη δύο εἶδε καὶ ἐδυσφόρει μήποτε ἀπόλωνται .
νέων τὴν βληχὴν ἔθηκεν . ὥσπερ , φησί , τὰ νεογνὰ οὐδέπω τὴν φωνὴν ἔναρθρον ἔχοντα ἀπαγόμενα πρὸς τῶν πολεμίων
5514164 κοτυλοι
οὐ κεράμεα μόνον ἀλλὰ καὶ ἄλλης ὕλης , ὥσπερ οἱ κότυλοι ὅτι καὶ ἀργυροῖ ἐγίνοντο , ἱκανὸς μηνῦσαι Ἀριστοφάνης ἐν
: ἐκπώματα δὲ καὶ ἐκπωμάτια καὶ ποτήρια καὶ κώθωνες καὶ κότυλοι καὶ κοτυλίσκοι καὶ φιάλαι καὶ κύλικες καὶ κυλίσκαι καὶ
5513726 δαιδαλα
ἐψόφησεν : “ ἄντα τιτυσκομένη , τὰ δ ' ἀνέβραχε δαίδαλα πάντα . ” ἀντιάσειεν ἐπιτύχοι : “ αἲ γὰρ
ἀναθήματα διέσπειραν . οὐκοῦν διαλαθὼν ἐπὶ τῷ βωμῷ κατέπηξε τὰ δαίδαλα τῶν τριπόδων , ἃ ἐπήγετο . λήξει οὐ μὰ
5511733 μυσταις
παρ ' ἐμοῦ . ἱεροῖσι ] ὕμνοις . , τοῖς μύσταις , τοῖς ἀφιερωμένοις ἀνδράσιν ἡμῖν . . ἡ τοῦ
' ἐπίφαυσκον θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἄκη : μετὰ δ ' ὅρκια μύσταις : ἀρχαίου μὲν πρῶτα χάους ἀμέγαρτον ἀνάγκην καὶ Κρόνον
5509760 φαρεα
τὰ φηρία . ἰδίως δὲ τὰ φήρεα λέγει ἀντὶ τοῦ φάρεα , ἅπερ εἰσὶν ἱμάτια . τετάρσωται : πεπλάτυται ,
, σκύλων Φρυγίων ἐπὶ τύμβον ἀγάλματα συστολίσαι χρήιζουσα λίνωι , φάρεα πορφύρεα , δῶρα Κλυταιμήστραι , προσεῖπεν δ ' Ὀρέστας
5507610 παιδαρια
ἀκούων ὅτι ὄνος ὢν ἠμπέσχετο λεοντῆν . ταύτῃ τοι ξυνελθόντα παιδάρια ξαίνει τε αὐτὸν τοῖς ῥοπάλοις καὶ ἀφαιρεῖται τῆς δορᾶς
, ὁπότ ' ἔδει τοῦτόν τε καὶ αὑτὴν τρέφειν καὶ παιδάρια τρία , ἃ ἦλθεν ἔχουσα ὡς αὐτόν , καὶ
5504892 ὁπλα
γὰρ ἐν τῷ γεννᾶσθαι ἀπὸ τῆς Διὸς κεφαλῆς ἐξέθορε τὰ ὅπλα κινοῦσαἢ παρὰ τὸ παλλομένην τὴν τοῦ Διονύσου καρδίαν ἀνενεγκεῖν
, ἐπεὶ Πάτροκλόν γε ἐποίησεν ἐν Ἰλιάδι Ὅμηρος Ἀχιλλέως τὰ ὅπλα ἐνδύντα , καὶ ἐγγενέσθαι τε ἔφη τοῖς βαρβάροις δόξαν
5503370 παλτα
Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους οἱ μὲν παλτά , οἱ δὲ λίθους , οἱ δὲ τοξεύματα .
ὠμῶς τε καὶ ξὺν ὕβρει ἐξηγεῖτο . . . . παλτά : Ἀρριανός : ἐξηκόντιζον εἰς τοὺς προμαχομένους τοῦ τείχους
5497712 φορτηγοι
. ἔξεστι δ ' ἐπ ' αὐτῶν καταχρήσασθαι καὶ τῷ φορτηγοί , ἐπεὶ καὶ τὰ κομιζόμενα ὑπ ' αὐτῶν εἴποις
ἄνδρα . νῆες τῶν πλοίων διαφέρουσιν . νῆες μὲν αἱ φορτηγοί , αἳ καὶ μέγισταί εἰσιν : πλοῖα δὲ τὰ
5486606 ἐναγισματα
: ἡ τῶν ἐφόρων παρὰ Λακεδαιμονίοις ἀρχή . Ἐναγίζειν καὶ ἐναγίσματα : τὰ τοῖς νεκροῖς ἐπισπενδόμενα ἐν τῷ τάφῳ .
καινοῦ τὸ ἐντεῦθεν βίου φασὶν ἄρχεσθαι . τὰ δὲ Θετταλικὰ ἐναγίσματα φοιτῶντα τῷ Ἀχιλλεῖ ἐκ Θετταλίας ἐχρήσθη Θετταλοῖς ἐκ Δωδώνης
5483025 αὐτοισι
οὗτος δότω τοι δίκην . Λυδοῖσι δὲ συγγνώμην ἔχων τάδε αὐτοῖσι ἐπίταξον , ὡς μήτε ἀποστέωσι μήτε δεινοί τοι ἔωσι
τοῦ Ἴστρου τοῦ Σκυθικοῦ , καὶ εἰ ἐς ταὐτὸ συνέλθοι αὐτοῖσι τὸ ὕδωρ , μέζονες . δοκέειν δὲ ἔμοιγε ,
5480840 γυναια
τῶν ἀλκῇ διαφερόντων θηρίων παρέχεσθαι τὴν θηλὴν καὶ διατρέφειν , γύναια δέ τινα περὶ τὸν τόπον ποιμαίνοντα κατιδεῖν τὸ γινόμενον
' ὃν οὐχ ἑάλωσαν ἄνδρες , μειράκια , παῖδες , γύναια , βρέφη , πρεσβύται ; τῆς γὰρ ἐν τῇ
5478784 φονια
σχοινίοις , οὕτως [ ἐπὶ ] τὸν ἵππον ἐπήγαγον : φόνιά τε πατρίδι : ἀντὶ τοῦ φονίως . ἢ τὰ
σχοινίοις , οὕτως [ ἐπὶ ] τὸν ἵππον ἐπήγαγον : φόνιά τε πατρίδι : ἀντὶ τοῦ φονίως . ἢ τὰ

Back