ἔθυσας : καὶ εἶπες μοι , Ἄναστα , ποίησον ἵνα φάγωμεν μετὰ τῶν ἀνθρώπων τούτων εἰς τὸν οἶκον ἡμῶν .
. εἶθ ' οἱ μὲν τὸν βίον τοῦτον νομίζοντες “ φάγωμεν καὶ πίωμεν , αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν ” καὶ τὸν
6041394 Κἀγω
οὐ γάρ ἐστιν ἄλλων τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ
σκορπίον , ἐκταραχθέντα ἀναπηδῆσαι , εἶτα γνόντα τὸ γεγενημένον , Κἀγὼ σὲ , φησὶν , ἐκφοβήσω , βασιλεῦ : δός
5967703 πιωμεν
ὅδ ' αὖτ ' ἐκείνου φθόγγος ἐξωλέστερος . κλίθητι καὶ πίωμεν : οὐ καὶ σιτία πάρεστιν ; ὦ δύστηνε ,
τρία θρέμματα καὶ σφάξατε ταχέως καὶ ὑπηρετήσατε ἵνα φάγωμεν καὶ πίωμεν : ὅτι εὐφρασία ἐστὶν ὡς ἡ ἡμέρα αὕτη .
5861577 καθηγητα
ὃ βούλει λέγε . “ καὶ ὁ κηπουρός : ” καθηγητά , διὰ τί τὰ παρ ' ἐμοῦ βαλλόμενα λάχανα
θαυμαστὸς ἔμπορος καὶ ἄκρος . “ οἱ σχολαστικοί : ” καθηγητά , τί ἐπαινεῖς ; τί τῆς σῆς θαυμασιότητος ἄξιον
5699267 ἐζητεις
τὸ ζητοῦντα μὲν λόγους ἥκειν Ἀθήναζε , φανῆναι δὲ οὓς ἐζήτεις ἔχοντα . τὰ δ ' ἐφεξῆς ἅπαντα τῶν λόγων
, τί ποιεῖς ; Ἡ δὲ εἶπε : Τέως σὺ ἐζήτεις , ἵνα πόλιν κτίσῃς , εὗρον . Ἀφ '
5635815 μεμφομενοι
ἐν τῇ ἀντιλήψει , ἀλλ ' ἐν παραγραφικοῦ τάξει : μεμφόμενοι γὰρ ἐροῦμεν , ὡς οὐκ ὀφείλει ἐπὶ κατορθώμασι κρίνεσθαι
Δαρεῖος καὶ Ξέρξης στρατεύοντες ἐφ ' ἣν οὔπω εἶχον , μεμφόμενοι τῇ Τύχῃ τοῦτο ποιεῖν , ὅτι μὴ καὶ τούτων
5549154 προσεχῃς
ῥῆμα οὐδέν , οὐδὲ χρόνου κανονισμός , ἐὰν οἷσπερ προεῖπον προσέχῃς . Ὥσπερ γὰρ ἐπὶ τοῦ τύπτω αἱ τῶν χρόνων
ψιθυρίζῃ . ἢν ταῦτα ποῇς ἁγὼ φράζω καὶ πρὸς τούτοις προσέχῃς τὸν νοῦν ἕξεις αἰεὶ στῆθος λιπαρόν , χροιὰν λαμπράν
5519381 προκαλουμενου
ἀποφαίνει Φορμίων γῆμαι ἐγγυησάμενος αὐτὴν παρὰ Πασίωνος . ταῦτα δὲ προκαλουμένου Ἀπολλοδώρου οὐκ ἠθέλησε Φορμίων παραδοῦναι τὰς θεραπαίνας . Τὸν
. ἐπικωμάσας ] μετὰ φθορᾶς ἀμπέλων . καὶ προσέτι πολλὰ προκαλουμένου : ἐν τῷ πίνειν πολλὰ ἐμοῦ προκαλουμένου αὐτὸν καὶ
5491854 πνιγῃ
ἀκρατὴς ἔνοχος τῇ παροιμίᾳ φαίνεται , ὅτι ὅταν τὸ ὕδωρ πνίγῃ καὶ βλάπτῃ , τί ἕτερον δεῖ πίνειν ; λέγεται
: παρόσον οἱ ἐρῶντες εὐχερῶς ὀμνύουσι . Ὅταν τὸ ὕδωρ πνίγῃ , τί δεῖ ἐπιπνίγειν : παρεγγυᾶται μὴ τοῖς δυστυχοῦσι
5470988 νηφοντες
οἶδ ' εἴ τις ἡδίων ἔμοιγε , καὶ μάλιστα ὅσῳ νήφοντες ἐν εἰρήνῃ καὶ ἀναιμωτὶ ἔξω βέλους ἑστιασόμεθα , εἴτε
τραγημάτων πολλῶν εἰπὼν ἐπάγει : μετὰ δὲ ταῦτα ἐξαναστάντες ἀπηλλαττόμεθα νήφοντες διὰ τὸν φόβον τοῦ πλούτου ὃν ἐλάβομεν , πλοῦτον
5413914 ἀπεστειλατε
ἐχειροτονήσατε τὸν πόλεμον , ὅτι ἐξ οὗ χρόνου τὸν Διοπείθην ἀπεστείλατε , κεχειροτονήκατε πόλεμον , ὥστε περιττὸν περὶ τῶν ἐγνωσμένων
περὶ ὧν οὐκ ἠκούσατε , περὶ τούτων ἀποκρινάμενοι τὴν γνώμην ἀπεστείλατε . καὶ οἱ μὲν πρέσβεις αὐτοί , ὧν κατεψεύδετο
5385921 ἐλουοντο
ἣν ὁ Πήγασος τῇ ὁπλῇ πλήξας ἐποίησεν . λῶντο : ἐλούοντο . περκάζων ἤτοι μελαινόμενος ὑπὸ τῆς ἐκφύσεως τῶν τριχῶν
τοῦ ε , οὐ διὰ τοῦ α , ἐν ᾧ ἐλούοντο , οἱ ἀρχαῖοι . προφορεῖσθαι : τὸ παραφέρειν τὸν
5368110 κεχορτασμενος
καθεστηκυίας , ἤτοι καὶ εἴ τίς ἐστιν καθεστηκώς , ἤτοι κεχορτασμένος . ἀλλὰ τῆς φύσεως καθεστηκυίας οὔσης , ἤτοι κεχορτασμένης
ἡδὺ νομίζει , ἃ οὐδ ' ὅλως τις φαγεῖν θελήσαι κεχορτασμένος ὤν : ἅτινα , ἤτοι τὰ πικρὰ καὶ τὰ
5353455 ζησῃ
ἐκεῖνον , ἵνα ὁ δηχθεὶς ὑφ ' ἡδονῆς ἰδὼν σωφροσύνην ζήσῃ τὸν ἀληθῆ βίον . τοιοῦτον ὄφιν εὔχεται ὁ Ἰακὼβ
“ ὦ Σεκοῦνδε , τί σιωπῶν ἀποθνῄσκεις ; λάλησον καὶ ζήσῃ , χάρισαι σεαυτῷ ζωὴν διὰ τοῦ λόγου . καὶ
5333322 τακτῃ
” καὶ οἱ μὲν κατέφαγον τὰ σῦκα . τῇ δὲ τακτῇ ὥρᾳ ὁ δεσπότης λουσάμενος καὶ ἀριστήσας , εὐπέπτως ἔχων
ἐλθεῖν , ἅμα δὲ καὶ τὸν Αἴσωπον . τῇ οὖν τακτῇ ὥρᾳ ἐλθόντες κατεκλίθησαν ἐν τῷ δείπνῳ . καὶ τῶν
5323228 λαβω
ὅτι γίνεται ὅμοια τὰ ΑΒΓ ΔΕΖ τρίγωνα . ἐὰν γὰρ λάβω τὰ κέντρα τὰ Μ Ν , καὶ ἐπιζεύξω τὰς
μὲν οὐ προσιέμην δανείσασθαι , εἰδὼς ὅτι ἀναλώσας ὃ ἂν λάβω οὐχ ἕξω ἀποδοῦναι , νῦν δέ μοι δοκῶ εἰς
5313235 κατεδηδοκως
καὶ ἀτάραχος , ἐὰν δὲ ἡ Ἀφροδίτη ἔσται τρώκτης καὶ κατεδηδοκὼς μὲν τὰ οἰκεῖα , ζητῶν δὲ καταφαγεῖν καὶ τὰ
γονέας , ἄτιμος ἔστω : ἀλλὰ καὶ ὁ τὰ πατρῷα κατεδηδοκὼς ὁμοίως . καὶ ὁ ἀργὸς ὑπεύθυνος ἔστω παντὶ τῷ
5305464 Σατανας
εὐλογημένον . Τῶν οὖν ὑπαρχόντων μοι πάντων ἀπολομένων ἔμαθεν ὁ Σατανᾶς ὅτι οὐδὲν δύναταί με εἰς ὀλιγωρίαν τρέψαι : καὶ
ἀρτοπρατῶν ἕως ἂν προσενέγκῃ μοι καὶ φάγομαι . Καὶ ὁ Σατανᾶς τοῦτο γνοὺς μετεσχηματίσθη εἰς πράτην : καὶ ἐγένετο κατὰ
5301569 ζεσον
τὴν σανδαράχην , ζέσον ἔλαιον ἡμέραν μίαν : εἰς πρίσματα ζέσον ὁμοίως τῇ ἀσβέστῳ , καὶ τὸ ὕδωρ νυχθήμερον ἓν
σὺν ἅλμῃ , θαλασσίῳ ὕδατι , καὶ στυπτηρίᾳ σχιστῇ , ζέσον ἑπτάκις ; καὶ ἔασον , καὶ εὑρήσεις τὴν ὑδράργυρον
5296420 κοιμωμενοι
παλινῳδίαν . οἱ γὰρ δὴ πρὸ μεσημβρίας ἐκεῖνοι λελουμένοι καὶ κοιμώμενοι Λακωνικοί τινες γεγένηνται τοὺς τρόπους καὶ καρτερικοί , καὶ
καὶ πολλοί εἰσιν ἐν τῷ κατὰ φύσιν οὕτως ἐξ ἔθους κοιμώμενοι ἀνεωγότας ἔχοντες τοὺς ὀφθαλμούς , οὕστινας οἱ ἰδιῶται λέγουσι
5292182 ἀφειλεσθε
[ τούτων ] . Ἀλλ ' ὡς [ χρήματα ] ἀφείλεσθε ἐμοῦ ; [ ἀλλ ] ' ὡς τῶν [
ἐπεί μ ' ἀφέλεσθέ γε δόντες „ ἀντὶ τοῦ ἐμοῦ ἀφείλεσθε . Ἰωνικόν : συνέβη τρωθῆναι τὸν Ἀλέξανδρον ἵππον ἀντὶ
5271293 ἀποτρεχω
ἐστιν . οὐκ ἔστιν ; ἀλλ ' ἀκήκοας μυριάκις . ἀποτρέχω δή . ὢ δυστυχὴς ἐγώ . τίνα τρόπον ἐνθαδὶ
ἀπολέσει αὐτοὺς ἕως γενεῶν . Ἐγὼ εἰς τὴν ἀνάπαυσίν μου ἀποτρέχω , ὡς οἱ πατέρες μου : ὑμεῖς δὲ φοβεῖσθε
5270241 συμποται
ὅταν δὲ βασιλεὺς πότον ποιῆται , ποιεῖται δὲ πολλάκις , συμπόται αὐτῷ εἰσιν ὡς μάλιστα δώδεκα . καὶ ὅταν δειπνήσωσιν
οἱ δὲ συγκληθέντες δαιτυμόνες δαιταλεῖς , ἐπίκλητοι σύγκλητοι κλητοί , συμπόται , σύνδειπνοι . ἄκλητοι , οὓς ἀνεπαγγέλτους Κρατῖνος καλεῖ
5264900 ἀκροωμαι
ἐποίουν . Γ ἀνέλκει ] εἰς τὸ βῆμα . Γ ἀκροῶμαι ] ἵνα κἀνταῦθα ⌈ ἐλεηθῇ Γ [ ἐλεηθῶσιν ]
θηλείας καὶ τοὺς υἱεῖς τῆς χειρός , ἐγὼ δ ' ἀκροῶμαι , τὰ δὲ συγκύψανθ ' ἅμα βληχᾶται , κἄπειθ
5235681 βραδυνων
μὴ χρησάμενος τοῖς παροῦσιν ἀνόητος ἐν οὐ μένουσι μέλλων καὶ βραδύνων ἐν ἀπιοῦσι : φθονερὸς γὰρ ὁ χρόνος καὶ τὴν
ὁ δὲ πατὴρ ἐπὶ πολὺ νοσῶν καὶ πρὸς τὸν θάνατον βραδύνων ἐπαχθὴς αὐτῷ καὶ ὀχληρὸς ἐφαίνετο : ἀνέπειθέ τε ἰατροὺς
5225354 σχολαστικοι
. οὐδὲν οὖν αὐτῆς ἐστι κρεῖττον . “ οἱ δὲ σχολαστικοὶ εἶπον ” καλῶς λέγει , οὐδὲν κρεῖττον γλώσσης .
” πάντα . “ Αἴσωπος ἑστὼς ἐγέλασεν . οἱ δὲ σχολαστικοὶ ὡς εἶδον αὐτὸν ἐξαίφνης γελάσαντα καὶ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ
5222080 ἐφαγον
ἔδωκεν οὗ μετὰ χεῖρας εἶχεν ἐσθίουσα κιτρίου , καὶ λαβόντες ἔφαγον . εἶτα παραβληθέντες πελωρίοις καὶ ἀγριωτάτοις ζῴοις ταῖς ἀσπίσι
καὶ ἐν τῇ τραπέζῃ οἱ θεοὶ διεμερίσαντο εἰς μικρότατα καὶ ἔφαγον ἀπὸ τῶν κρεῶν τῶν σῶν . ἀμήχανον , ἀβούλητον
5215823 πραττε
τὰς τῶν πλοίων ἐπιμελείας . ὧδ ' ἔρδειν : οὕτως πράττε . ἔργον ἐπ ' ἔργῳ : ἀδιαλείπτως . *
Εὖ εἰπεῖν θάλατταν : ἐπὶ τῶν μάτην εὐεργετούντων . Εὖ πράττε : τὰ φίλων δ ' οὐδὲν , ἢν σὺ
5213210 πληρωσει
] πορνείας . ⌈ ἀναπλήσει / [ καταπλήσει ] ] πληρώσει . . . ὦ καλλίπυργον : κομμάτιον πρὸ τῆς
ἀλλ ' ἢ θανὼν τροφεῖα : ἀλλ ' ἢ θανὼν πληρώσει καὶ ἀποδώσει τὰ τροφεῖα τῇ χθονί , ἤγουν ἀποδώσει
5209745 ἀποδωσεις
πεπονθώς . Ἀποτίσεις χοῖρε τὰ γίγαρτα : οἷον ὧν κατέφαγες ἀποδώσεις πλείω . Ἀράβιος ἄγγελος : Μένανδρος ἐν Ἀνατιθεμένῃ .
οὐδὲν μᾶλλον ἕτερον ἑτέρου οὐσία ἐστίν : οὐδὲ γὰρ οἰκειότερον ἀποδώσεις κατὰ τοῦ τινὸς ἀνθρώπου τὸν ἄνθρωπον ἀποδιδοὺς ἢ κατὰ
5203347 μακαριοι
, . ] ἢν δὲ ὁσίως καὶ δικαίως διαβιώσωμεν , μακάριοι μὲν ἐνταῦθα , μακαριώτεροι δὲ μετὰ τὴν ἐνθένδε ἀπαλλαγήν
Ἀσενέθ , ὅτι ἀπεκαλύφθη σοι τὰ ἀπόρρητα τοῦ θεοῦ καὶ μακάριοι οἱ προσκείμενοι κυρίῳ τῷ θεῷ ἐν μετανοίᾳ , ὅτι
5190908 συνελθητε
διήλλαχθε σιδάρῳ ] τῆς μάχης πέπαυσθε , καὶ εἰς ἓν συνέλθητε τῇ κατ ' ἀλλήλων σφαγῇ , σιδήρῳ διαλλάκτῃ χρησάμενοι
, μηδὲν δὲ πράξητε τῶν ἐφεξῆς , οἷον ἐὰν μὴ συνέλθητε ὥστε λῦσαι ἢ συνελθόντες μὴ λύσητε , τί τὸ
5190665 δῳς
εἰς τὰς χεῖράς σου , μέχρις ἂν γνῷς , τίνι δῷς . Δευτέρα δὲ ἐντολὴ τῆς διδαχῆς : ] οὐ
τὰ τῆς γλώσσης σημήϊα ἠπιώτερα γένηται , καὶ μήτε φάρμακον δῷς μήτε κλύσῃς ἐς κάθαρσιν , πρὶν αἱ κρίσιες παρέλθωσιν
5190488 πινετε
τοὔψον λαβοῦσαι τοῦτο τἀπεσταλμένον σκευάζετ ' , εὐωχεῖσθε , προπόσεις πίνετε , λέπεσθε , ματτυάζετε . ἐπιχαιρέκακος εἶ καὶ φθονεῖς
ἔχετε καὶ μεγάλων οἴκων : ἀρχὰς διώκετε : ἐσθίετε καὶ πίνετε ὅσα καὶ τὰ κτήνη : οὐκ αἰσθάνεσθε οὐδὲ ὡς
5174323 ἐκαθευδον
κλεῖν ἐφέλκεται . κἀγὼ τούτων οὐδὲν ἐνθυμούμενος οὐδ ' ὑπονοῶν ἐκάθευδον ἄσμενος , ἥκων ἐξ ἀγροῦ . ἐπειδὴ δὲ ἦν
' ἐπεποιήκειν αὐτό , παραγαγὼν τὸν στροφέα παρεισῆλθον ἀψοφητί . ἐκάθευδον δὲ πάντες , εἶτα ἐπαφώμενος τοῦ τοίχου ἐφίσταμαι τῇ
5166436 μεμαθηκε
φορεύμενα Νείκεος ἔχθει . οὕτως ἧι μὲν ἓν ἐκ πλεόνων μεμάθηκε φύεσθαι ἠδὲ πάλιν διαφύντος ἑνὸς πλέον ' ἐκτελέθουσι ,
σὲ νῦν , πρότερον οὐκ εἰθισμένος . εἶτ ' εἰ μεμάθηκε , δεσπότα , ζῆν ἐγκαλεῖς ; ζῆν δ '
5154186 περιγενηται
ἐς ὃ ἀπεστήριξεν , ἀναγκαῖόν ἐστιν , ἢν ἄρα καὶ περιγένηται ὁ ἄνθρωπος . Τὰ δὲ τρώματα τὰ ἐν τοῖσιν
ὑπέρινος γίνεται καὶ ἀπόλλυται : ἢν δὲ ταύτην τὴν ἡμέρην περιγένηται καὶ ἅμα τῇ καθάρσει μεθῇ ὁ πυρετός , ὑγιὴς
5143263 νικησεις
Μὴ λυποῦ , ἔφη , τὴν γὰρ ἄλλην χιλιετηρίδα σὺ νικήσεις . Σχολαστικὸς συνεκάθητο ἡγεμόνι δεξιοπήρῳ . εἰς ἐώραν οὖν
λαβὴν ] ὡς ἐπὶ παλαιστοῦ . Γ κατεργάσῃ γάρ : νικήσεις , περιέσῃ αὐτοῦ σῶμα ἔχων ἰσχυρὸν καὶ στερρότατον ,
5136095 πραττετε
, ἢ τί βούλεται ἡ γυνή ; τί δὲ καὶ πράττετε , ὅταν συνῆτε ; ὁρᾷς ; οὐ φιλεῖς με
' ἡγού - μενος προαγορεῦσαι . ἴστε δέ , ἃ πράττετε : καὶ τί με δεῖ λέγειν , ἃ αἰσχύνομαι
5123847 δισταζων
τὰ πράγματα ἐνδοῦναι τοῖς Ἀθηναίοις . καὶ διασκοπῶν ἀνεῖχε : διστάζων , εἴτε χρὴ μένειν , εἴτε ἀπιέναι , οὐδεμιᾷ
καὶ τῆς ἀμφοτέρων ἡλικίας καταπεφρονηκότι : εἰ δ ' ἔτι διστάζων τῇ διανοίᾳ φοβεῖται , παραλαμβάνειν αὐτὸν ἐκέλευσε καὶ τὸ
5120644 δυστυχω
πείσει τὸν Δία . . ἐγὼ γὰρ οὐκ , εἰ δυστυχῶ : Ἐγώ , φησί , καὶ ἐὰν δυστυχῶ τοιαύτας
πανταχοῦ φρονεῖν μέγα . Ὡς οἰκτρόν , ἣ τὰ τοιαῦτα δυστυχῶ μόνη , ἃ μηδὲ πιθανὰς τὰς ὑπερβολὰς ἔχει .
5105385 ἀγαπωσιν
ἀγαπῶσιν ἁπλῶς τιμᾶσθαι ἢ νικᾶν ἢ χρήματα συλλέγειν ἢ ἐὰν ἀγαπῶσιν ἁπλῶς ἐσθίειν ἢ πίνειν ἢ ἐσθῆτας φορεῖν , οὔκουν
ὄψεων ἀσθενείας αὐτῶν καὶ ἀντίρροπόν τινα κατάληψιν αὐτοῖς τὸ τοιοῦτον ἀγαπῶσιν εἰ καὶ ἀνειμενωτέραν μηχανώμενοι . τοῦτο φαίνεται καὶ Ἐμπεδοκλῆς
5103981 ἠρκειτο
σχολήν : ἐν δὲ τῇ Ῥώμῃ τῶν Μάγνου παίδων ἐπιστατῶν ἠρκεῖτο τῇ γραμματικῇ σχολῇ . Τὰ δὲ πέραν ἤδη τοῦ
ἄνθρωπος ἦν καὶ τῇ γεωργίᾳ διηνεκῶς προσέχων οὐ τοῖς ἰδίοις ἠρκεῖτο πόνοις , ἀλλὰ καὶ τοὺς τῶν γειτόνων καρποὺς ὑφῃρεῖτο
5102765 μισουμενοι
κἂν ἀγνοῶσιν αὐτούς : κακὰς δὲ οἱ ἔχθιστοι ἢ οἱ μισούμενοι ἢ οἱ μισοῦντες τοὺς ὁρῶντας , κἂν λανθάνωσιν .
τὰ Ἀθήνησιν Διονύσια καὶ Παναθήναια , ἀλλὰ ἑορτάζουσιν μισοῦντες καὶ μισούμενοι : πόλεμόν μοι λέγεις , οὐχ ἑορτήν . Καλαὶ
5095491 ἀποθνῃσκομεν
βίον τοῦτον νομίζοντες “ φάγωμεν καὶ πίωμεν , αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν ” καὶ τὸν θάνατον βαθὺν ὕπνον καὶ λήθην τιθέμενοι
ἡμῶν τεθνάναι καὶ ἐν ἡμῖν τεθάφθαι , ὅτε δὲ ἡμεῖς ἀποθνῄσκομεν , τὰς ψυχὰς ἀναβιοῦν καὶ ζῆν . ἔνιοι δὲ
5075937 κολακες
τοῖς ὄντως καλοῖς οὐδὲν ἧττον ἢ τοῖς δικαίως ἐπαινουμένοις οἱ κόλακες : ἀρετὴ ἤδη καὶ δόξα καὶ τιμὴ καὶ κέρδος
δὴ ταῦτα καὶ μεγάλα τῶν ἔργων , ἃ λογοποιοῦσιν οἱ κόλακες , τάχει μᾶλλον ἢ τῇ ῥώμῃ κρατῶν τούτοις οἷς
5073470 ἐφρασε
πεσεῖν ἀνέστησεν ὡς ἄγαλμα , καὶ κατὰ ῥάβ - δον ἔφρασε , τουτέστιν ἐραψῴδησεν : οἱ δὲ οὐκ ἀκούουσι νῦν
ἐπιγιγνομένοις : παισὶν ἡμῶν δηλονότι . Γνώμῃ : βουλῇ . ἔφρασε : ἡρμήνευσεν . τὸ ξύμπαν : τὸ κεφάλαιον ἐπὶ
5066496 Καριων
τις αὖ ἐλθὼν διακωλύσῃ τι τῶν προὔργου ποεῖν . Παῖ Καρίων , τὰ στρώματ ' ἐκφέρειν ἐχρῆν αὐτόν τ '
ὡς ἔοικεν , εὐθὺς ἀπῆγον ἐκεῖ , ἔφη δὲ ὁ Καρίων . μεμυστιλημένοι : εὐωχημένοι , ζωμὸν ἀρυσάμενοι κοίλοις ἄρτοις
5050572 ἐπραττον
ἀμπεχόμενον ἐν οἷς αὐτὸν κατεθάψαμεν . ” “ Τί δὲ ἔπραττον , ” ὁ Ἴων ἔφη , “ ὦ Εὔκρατες
τολμῶντες τοὺς μηδὲν ἀδικοῦντας οὐ προσδέονται τοῦ δηλώσοντος τί νύκτωρ ἔπραττον καθ ' αὑτοὺς ἐν ταῖς οἰκίαις καὶ πῶς προσεφέροντο
5047503 συνεδροι
αὐτοὺς ἡ μήτηρ ἐπειρᾶτο καὶ οἱ ἐν ἀξιώσει ὄντες καὶ σύνεδροι πατρῷοι φίλοι . ὁ δὲ Ἀντωνῖνος , πάντων αὐτῷ
μὲν ἐμαυτοῦ τοσαῦτα λέγω : ὑμῖν δ ' , ὦ σύνεδροι , κινδύνων τὸν μέγιστον τρέχουσιν οὐ περὶ ἐμοῦ σκεπτέον
5047128 ᾑρουμην
πρότερον εἶπον , τῇ συμφορᾷ , ἠνειχόμην , καὶ μᾶλλον ᾑρούμην μὴ λαβεῖν τούτων τῶν ἁμαρτημάτων δίκην ἢ δόξαι τοῖς
γὰρ δὴ κατεφρόνησα μὲν τῶν πατρῴων , ἵνα εὐδοξήσω . ᾑρούμην δὲ τὰ μὴ προςήκοντα λαμβάνειν , ἵνα καὶ τὴν
5043672 σπυριδι
οὐ γῇ κρύπτει , καθάπερ ὁ νόμος κελεύει , ἀλλὰ σπυρίδι καταθεὶς ὁ πατὴρ τοῖς φύλλοις συγκαλύπτει καὶ ἐπὶ τῶν
ποτὲ γοῦν ἐν δυσθυμίᾳ ὢν καὶ φροντίδι ἐθεασάμην ἐμαυτὸν ἐν σπυρίδι ἔχοντα λεπτὰ κερμάτια καὶ εἰσελθὼν ἐν ἐργαστηρίῳ τινὶ ταῦτα
5032852 ἠριστων
περὶ σοῦ βουλευσώμεθα . Ἐκ τούτου οἱ μὲν ἀμφὶ Κλέανδρον ἠρίστων : τὴν δὲ στρατιὰν συνήγαγε Ξενοφῶν καὶ συνεβούλευε πέμψαι
ἀφικνοῦντο . καὶ τὰ μὲν πολλὰ ἐν τῇ πολεμίᾳ καὶ ἠρίστων καὶ ἐδείπνουν : διὰ δὲ τὸ τἀναγκαῖα μόνον πράττειν
5032095 ἀνεκραγον
τοῦθ ' , ὅτι νῶϊν ἀνήκεστος χόλος ἔσται . ” ἀνέκραγον ἀνεφώνουν : “ ἀλλ ' ἐπεὶ οὖν τὸ πρῶτον
τῆς ὀργῆς αὐτῶν : καὶ τοὺς ἀνθρώπους εὐθὺς ἐξέπληττον οἷς ἀνέκραγον ὥστε οἱ μὲν αὐτῶν περιτρέχοντες ἐδέοντο , οἱ δὲ
5031947 ὠνδρες
[ ] δ ' ὄκως ἂν μὴ μακρηγορέων ὐμέας , ὦνδρες δικασταί , τῆι παροιμίηι τρύχω , πέπονθα ? πρὸς
ἐγχανὼν : ἀντὶ τοῦ ” καταγελάσας “ . ἐμοὶ μὲν ὦνδρες : τοὺς τρεῖς τοὺς ἑξῆς ὁ πρεσβύτης πρὸς τοὺς
5031019 δειπνησαι
δεῖ ἔτι τούτους , ἐπεὶ ἡμᾶς πάντως εἶδον , ἡδέως δειπνῆσαι οὐδ ' ὅπου ἂν θέλωσι σκηνῆσαι . Ἐντεῦθεν οἱ
τὸ δεῖπνον αὐτῶν καὶ εἰσήρχοντο παρὰ τῷ ἀδελφῷ τῷ πρεσβυτέρῳ δειπνῆσαι μετ ' αὐτοῦ , συμπαραλαμβάνοντες καὶ τὰς τρεῖς ἀδελφὰς
5030966 ἀποδεξονται
δικαίως τῷ ἀνελόντι ἀποδεδώκασι τὴν δωρεὰν , καὶ ὅτι πάντες ἀποδέξονται , καὶ ὅτι μὴ γένοιτο μὲν καιρὸν τοῦτον γενέσθαι
πρεσβύται σύλλογον περὶ σὲ ποιησάμενοι ζηλώσουσι μὲν τῆς εὐπαιδίας , ἀποδέξονται δὲ χρημάτων προκρίναντα τὴν τοῦ παιδὸς θεραπείαν . ἔλπιζε
5027410 Κοριαννοι
: τὸ λάχανον , ὅπερ οἱ πολλοὶ ἀνδράφαξυν καλοῦσιν . Κοριαννοῖ Φερεκράτης . ἀδράφαξυν ἕψουσα εἶτα ὀκλὰξ καθημένη . ,
, ὡς διαφόρων γινομένων καὶ ἐν Τέῳ κυλίκων . Φερεκράτης Κοριαννοῖ : ἐκ τοῦ βαλανείου γὰρ δίεφθος ἔρχομαι , ξηρὰν
5023111 κοσμησον
: καὶ σὺ μὲν τὴν δευτέραν τράπεζαν εὐτρεπῆ ποίει , κόσμησον αὐτὴν παντοδαποῖς τραγήμασιν , μύρον , στεφάνους , λιβανωτόν
μου , ὅτι φίλος μου ἐστίν : ἀλλὰ ἄπελθε καὶ κόσμησον τὸν θάνατον ἐν πολλῇ ὡραιότητι , καὶ οὕτως ἀπόστειλον
5020003 δειπνησειαν
ἦν μικρῷ βελτίων , ὅτε παρείησάν τινες . ἐπεὶ δὲ δειπνήσειαν , ἐσιώπων πάντες , ἀκρόαμα δὲ οὐδὲν οὐδέποτε παρεφέρετο
ἦν μικρῶι βελτίων , ὅτε παρείησάν τινες . ἐπεὶ δὲ δειπνήσειαν , ἐσιώπων πάντες , ὅ τε παῖς ἐφειστήκει κεκραμένον
5016375 ἐπιλεγουσιν
ὅτι ὅταν καθ ' ἑαυτοὺς συλλεγέντες τινὲς πράττωσί τι , ἐπιλέγουσιν ἑαυτοῖς , Ἀττικοὶ τὰ Ἐλευσίνια . Αὐτῷ μελητέον ,
τὸ ἐν ταῖς θυσίαις ἐπιλεγόμενον . ἐπειδὰν γὰρ σπονδοποιήσωνται , ἐπιλέγουσιν , ἐκκέχυται , κάλει θεόν : πρὸς ὃ ἐξείλεκται
5013056 εὐδαιμονεστατα
δὲ τοῖς μεγίστοις ἀγαθοῖς συναπέρχεται τὰ ἄριστα πράξας , οὗτος εὐδαιμονέστατα τελευτᾷ . εὕροι δ ' ἄν τις καὶ τῶν
ὁρῶντες ἢ ἀγχομένους ὑπὸ τῶν ἀντιπάλων : ταῦτα γὰρ τὰ εὐδαιμονέστατα πρόσεστι τῇ νίκῃ αὐτῶν . παρ ' ἡμῖν δὲ
5012924 χωρισθησονται
γʹ ἔχοντες ὡροσκοποῦντα κακοπαθήσουσι καὶ ξενιτεύσουσι πολλὰ καὶ τῶν γονέων χωρισθήσονται θανάτῳ καὶ γαμήσαντες λυπηθήσονται , ὕστερον δὲ λήψονται προεφθαρμένας
μαρτυροῦντος , νόμῳ συνελεύσονται : ἐὰν δὲ Κρόνου , θανάτῳ χωρισθήσονται : ἐὰν δὲ Ἑρμοῦ χωρὶς τοῦ Διός , ἐπὶ
5009407 προσκυνουσιν
συναντώντων προσκυνούντων τῷ ἀγάλματι ὑπολαβὼν ὁ ὄνος , ὅτι αὐτῷ προσκυνοῦσιν , ἀναπτερωθεὶς ὠγκᾶτο καὶ οὐκέτι περαιτέρω προβαίνειν ἐβούλετο .
Ἀσσύριος γὰρ ὢν καὶ Μήδοις προσοικήσας , οὗ τὰς τυραννίδας προσκυνοῦσιν , οὐδὲν ὑπὲρ ἐλευθερίας ἐνθυμεῖται μέγα , σὺ δ
5009046 Καλλια
Μεγακλέος εὖτ ' ἂν ἴδωμαι , οἰκτείρω σε , τάλαν Καλλία , οἷ ' ἔπαθες . Τῶνδε δι ' ἀνθρώπων
ἐρώμενον ποιῆσαι . ἐπιθυμῶ δέ σοι , ἔφη , ὦ Καλλία , καὶ μυθολογῆσαι ὡς οὐ μόνον ἄνθρωποι ἀλλὰ καὶ
5008146 ἐπεμβαλων
ἑψήσας , μετὰ δὲ ταῦτα τὸν κηρὸν καὶ τὴν ῥητίνην ἐπεμβαλών , ὅταν ἐμπλάστρου πάχος λάβῃ , καθελὼν ἀπὸ τοῦ
ἑψήσας , μετὰ δὲ ταῦτα τὸν κηρὸν καὶ τὴν ῥητίνην ἐπεμβαλών , ὅταν ἐμπλάστρου πάχος λάβῃ , καθελὼν ἀπὸ τοῦ
5006604 δωσετε
αὐτοῖς τὰ ἔπεα τάδε ἃ καλέεται Κάμινος : εἰ μὲν δώσετε μισθὸν ἀείσω ὦ κεραμῆες : δεῦρ ' ἄγ '
εὖ καὶ κακῶς ποιεῖν . ἢν οὖν σωφρονῆτε , τούτῳ δώσετε ὅ τι ἄγετε : καὶ ἄμεινον ὑμῖν διακείσεται ἢ
5002530 συνδουλοι
, τρωγαλίων , ἰσχάδων καὶ καρύων , ἅπερ ἥρπαζον οἱ σύνδουλοι . ἰοῦς ' εἴσω : Ἐλθοῦσα ἐντὸς , ἵνα
ὁ δὲ Αἴσωπος ὑποπεσὼν πάντας φησίν ” δέομαι ὑμῶν , σύνδουλοι , ἐπεὶ νεώνητός εἰμι καὶ ἀσθενὲς σῶμα ἔχω ,
5002313 ὁμογνωμονες
δὲ σφαγεῖς πάντ ' ᾤοντο πεπραγμένα εἶναι , καὶ οἱ ὁμογνώμονες αὐτοῖς ἐξεφέροντο τὰ ὅπλα εἰς τὴν ἀγοράν . ὁ
ἀπεδέχεσθε , προσίεσθε , ἠνείχεσθε , ἐχαίρετε , συνῃνεῖτε , ὁμογνώμονες ἦτε , ᾑρεῖσθε , ἐπενεύετε , ἐπεχειροτονεῖτε , ἐπεκυροῦτε
5001638 ἐμεθῃ
. παρὰ φύσιν ἔμετοί εἰσι καὶ κάκιστοι , ἐὰν πρασοειδὴς ἐμεθῇ χολή , ἀλλὰ καὶ πέλια ἢ μέλανα ἐμούμενα κάκιστά
φλέγμα , παρὰ φύσιν ἐστίν . εἰ μὲν χολὴ ξανθὴ ἐμεθῇ , τῇ δήξει καὶ τῇ ἀνίᾳ βλάπτει τὰ μόρια
4999506 τημερον
οὐδέπω ; τοῦτον δέ γ ' οἶμ ' ἐγὼ χεσεῖσθαι τήμερον . οὐκ αὖ σὺ παύσει χαλεπὸς ὢν καὶ δύσκολος
θεὸν : Τὸν δυνατόν . . τὸν Πλοῦτον . . τήμερον : Ἀττικόν . Θ . σήμερον . δοῦναι δίκην
4996481 ἐδακρυον
οὐκ ἂν οὕτως ἐδημοσίευον τὴν γνώμην , ἢ οὐκ ἂν ἐδάκρυον , ἵνα ἐλεγχθῶ : ἀνάγκη μὲν , ὅτι οὐκ
, ” νόμος μὴ ἀνοίγειν τὰς πύλας , αἰχμάλωτοι φεύγοντες ἐδάκρυον , οὐκ ἤνοιξαν οἱ στρατηγοὶ , ἐπελθόντες οἱ πολέμιοι
4994938 ἐγκαλεις
εἰθισμένος . εἶτ ' εἰ μεμάθηκε , δεσπότα , ζῆν ἐγκαλεῖς ; ζῆν δ ' ἐστὶ τὸ τοιοῦτον ; ὡς
μὲν γὰρ σωφρονισμοῦ χάριν τοῦτον τὸν νόμον ἐκύρωσαν , καλῶς ἐγκαλεῖς καὶ προφέρῃ τὴν ἀποκήρυξιν : εἰ δὲ πρὸς ἀρετὴν
4994191 ἐζων
. προθύμως δ ' αὐτῷ συνεστρατεύοντο Τεγεᾶται : ἔτι γὰρ ἔζων οἱ περὶ Στάσιππον , λακωνίζοντες καὶ οὐκ ἐλάχιστον δυνάμενοι
μέλλω τὸ φροντίζω λεγόμενον : ποιμενικὸν γὰρ καὶ γεωργικὸν βίον ἔζων οἱ παλαιοί . δεύτερον δὲ ὁ Ἀλέξανδρος αὐτῇ ἐντυχὼν
4987741 διψωντες
δὲ προσεχώρουν , ἅτε μελισσῶν σμήνη , τοῦ ἡμετέρου λίαν διψῶντες αἵματος καὶ πάντας ἄρδην καταπιεῖν γλιχόμενοι . Τῇ πόλει
γῆς . διαλέγονται δὲ ἀεὶ περὶ χρημάτων , ὥσπερ οἱ διψῶντες περὶ πηγῶν . μακαρίζουσιν οὐ Νέστορα , οὐκ Ἀργανθώνιον
4986809 αἰοναν
δεῖται στύφεσθαι τὰ μόρια ταῦτα , ὥστε ἀφεψήσαντα ἀψίνθιον ἐλαίῳ αἰονᾶν δεῖ ἢ μηλίνῳ ἢ σχινίνῳ ἢ μαστιχίνῳ . ὡσαύτως
εἰ δὲ καὶ πελιδνὸν γενέσθαι φθάσειεν , ἀποσχάζοντα καταπλάττειν , αἰονᾶν δὲ τὰ μὲν πλεῖστα δι ' ὕδατος θερμοῦ :
4986640 πεπαυσεται
ἐπιστάμενος . “ Εἶεν : ὁ μὲν γεννάδας εἰπὼν ταῦτα πεπαύσεται : σὺ δὲ ἢν πεισθῇς τοῖς εἰρημένοις , καὶ
τὸ παράπαν λόγον ποιεῖσθαι , μᾶλλον δ ' ὅπως αὐτίκα πεπαύσεται πάντα ποιεῖσθαι λόγον : εἰ δ ' ὅπως κύριος
4985958 ἐπῃνουν
ἡγοῦντο . καὶ τότε δὴ τοὺς ἐπὶ τὴν εἰρήνην καταφυγόντας ἐπῄνουν καὶ ἧκον τῶν αὐτῶν ἐπὶ τοῖς αὐτοῖς ἀξιοῦντες τυχεῖν
αὐτῷ δηλαδὴ ὁ λόγος ἐδύνατο : καὶ ἦσάν τινες οἳ ἐπῄνουν αὐτόν . ὁ δ ' ἕτερος τὰ ἡμέτερα ὁ
4984549 ἐπραξα
. ἀναπείσει ] ὅτι δίκαια ⌈ ἔπραξεν . / [ ἔπραξα . ] ἀποροῦσιν ἐνταῦθα , πῶς οὕτω δέον εἰπεῖν
φίλτατε , διετέθην καὶ οἷα μὲν εἶπον , οἷα δὲ ἔπραξα πρὸς τοὺς οὐ σωφρονοῦντας , τούς τε ἄλλους ἅπαντας
4980764 ἀρξειεν
ἐναντίον σπεύδοντες ] ἀγωνιζόμενοι ὡς ] ἵνα μή ποτ ' ἄρξειεν ] ἀλλ ' ὁ Κρόνος ἀεὶ ἄρχοι ἐνταῦθ '
ἐπ ' ἠεροειδέα πόντον πλαζόμενοι κατὰ ληΐδ ' , ὅπῃ ἄρξειεν Ἀχιλλεύς , ἠδ ' ὅσα καὶ περὶ ἄστυ μέγα
4980760 σιγησω
, λύπην τῇ ψυχῇ μου φέρω : ἐὰν δὲ μὴ σιγήσω , ἤτοι ἐὰν λαλήσω καὶ εἴπω τὰ λυποῦντά με
πρὸς ἑτέρους λέγῃ τὰ λυποῦντα αὐτόν . εἰ δὲ μὴ σιγήσω , ἤτοι ἐὰν λαλήσω καὶ εἴπω τὰ λυποῦντά με
4979736 ἡξουσι
καὶ αὗται αἱ ἐπιρρήσεις οὐκ εἰς μακράν , ἀλλ ' ἥξουσί σοι σὺν τῷ Δείμῳ καὶ τῇ Ἐνυοῖ , δαίμοσι
ὧν , τῶν δακρύων , εἰς πόθον καὶ εἰς μνήμην ἥξουσί μου μετὰ ταῦτα : ἄλλως : ἀντὶ τοῦ :
4978859 Ἀναστα
καλέσας με παρέσχετό μοι ταύτας τὰς τρεῖς χορδὰς λέγων μοι Ἀνάστα , ζῶσαι ὥσπερ ἀνὴρ τὴν ὀσφῦν σου : ἐρωτήσω
τοῦ δὲ ἑνὸς νοήσαντος καὶ εἰπόντος πρὸς τὸν ἕτερον : Ἀνάστα , δίωξον αὐτόνἔφη : Ἄφες : ὅταν ἔλθῃ λαβεῖν
4972717 φαγῃς
περιφραστικῶς δὲ χύτραν εἶπε , τουτέστιν ἀπὸ χύτρας μὴ πρῶτον φάγῃς πρὶν σπείσῃς ἐξ αὐτῆς τοῖς θεοῖς . χυτροπόδων :
εἰ μὲν ἀνθρωπίνην θέλεις , ὦ Διονύσιε , πείνησον ἵνα φάγῃς , δίψησον ἵνα πίῃς : εἰ δὲ δεξιάν τινα
4971898 παρεξω
ἀναβλέψω , εἰ δὲ ἐπιμείνω τῇ ἀρρωστίᾳ , ἵνα μηδὲν παρέξω αὐτῷ . νῦν οὖν αὐτὸς φάσκει , ὅτι ἐθεραπεύθην
θαυμάσομαι , θρύψω καὶ θρύψομαι , ἀκούσω καὶ ἀκούσομαι , παρέξω καὶ παρασχήσομαι , ὡς παρ ' Ἀριστείδῃ , ἑνὸς
4968857 ἐλθωσι
ἐπὶ τῆς ἐκκλησίας σὺν ἐκείνῳ , τέως ἂν οἱ πεμφθέντες ἔλθωσι , μένειν . ἔτυχε δὲ διεφθαρκὼς αὐτοῦ τῶν θεραπόντων
καὶ καλλίστας , εἶτα τὰς λοιπὰς ἐφεξῆς : ὅταν δὲ ἔλθωσι ἐπὶ τὰς φαυλοτάτας , κηρύττουσι πόσον τις θέλει προσλαβὼν
4963493 ἀποδω
κέκληκε : τὸ δὲ μαρτύριον ἀναβαλοῦμαι , ἔστ ' ἂν ἀποδῶ σοι τὰς πληγάς . ἡσθέντων οὖν ἐπὶ τοῖς πεπαιγμένοις
, παρ ' αὑτόν , ἀλλὰ χωρίς . ἀλλ ' ἀποδῶ πάλιν παρ ' οὗ παρέλαβον ἀρτίως ; ἄτοπον .
4963388 ψηφισαμενοι
τὰς πόλεις . οἱ δ ' Ἀθηναῖοι καὶ οἱ ἄλλοι ψηφισάμενοι , ὥσπερ βασιλεὺς ἔγραψεν , αὐτονόμους εἶναι ὁμοίως καὶ
τῇ θυγατρὶ Ἀθηναῖοι ἐπράυναν ἐν ἄστει τε αὐτὴν θάψαντες καὶ ψηφισάμενοι τὴν ἡμέραν , ἐφ ' ἧς ἀπέθανεν , ἐξαιρεῖν
4962239 κελευεις
, ἔλεγε τάδε : Βασιλεῦ , ἐπειδὴ ἀληθείῃ διαχρήσασθαι πάντως κελεύεις ταῦτα λέγοντα τὰ μὴ ψευδόμενός τις ὕστερον ὑπὸ σέο
αὐτὸς ὑπέσχετο καὶ κατένευσε : τύνη δ ' οἰωνοῖσι τανυπτερύγεσσι κελεύεις πείθεσθαι , τῶν οὔ τι μετατρέπομ ' οὐδ '
4959381 ἐϲθιειν
ἀλφίτοιϲ καταπλάϲϲειν , ἢ ἀμπέλου φύλλα ἑφθὰ μετὰ μέλιτοϲ , ἐϲθίειν δὲ τάριχον ὠμὸν καὶ πίνειν ἀκρατέϲτερον οἶνον καὶ κελεύειν
χρῆϲθαι ποτῷ . χρὴ δὲ καὶ ἀμύγδαλα εἰϲ μέλι βάπτοντα ἐϲθίειν καὶ πλακοῦντοϲ γεύεϲθαι τηνικαῦτα καὶ πέπονοϲ καὶ ϲικύου τὸ
4958539 κραιπαλαν
σαπρόν , Θάσιον , Βίβλινον , Μενδαῖον , ὥστε μηδένα κραιπαλᾶν . Ἐπίχαρμος δὲ ἀπό τινων ὀρῶν Βιβλίνων φησὶν αὐτὸν
γέροντι μανθάνειν σοφά . Καλὸν δὲ νήφειν ἢ τὰ πολλὰ κραιπαλᾶν . Καρπὸς δ ' ἀρετῆς δίκαιος εὔτακτος βίος .
4953838 ἐπεμβαλλε
, εἰ δὲ ἐπιτεῖναι βουλη - θείηϲ μᾶλλον , ἅλαϲ ἐπέμβαλλε τῷ ἀφεψήματι : πρόϲεχε δὲ ἀκριβῶϲ , μὴ διὰ
. τήξας τὸν κηρὸν μετὰ τῆς ῥητίνης ἐπ ' ἀνθράκων ἐπέμβαλλε τὸ ἔλαιον καὶ ἀνακίνει τῇ σπάθῃ : μιχθέντων δὲ
4953500 πλουτησεις
ζ μετὰ χρόνου εὐτυχήσεις καὶ γηράσεις η ἀνοίξεις ἐργαστήριον καὶ πλουτήσεις θ οὐ σωθήσῃ τῆς ἀρρωστίας σου ι οὐ σοφιστεύσεις
. ἀλλ ' ἀπελθὼν δὸς αὐτὸν τῷ ἀρχιερεῖ καὶ σφόδρα πλουτήσεις . τοῦ δὲ ἀπερχομένου , ἄγγελος κυρίου εἶπε πρὸς
4950938 νομοθετουσιν
“ , ψεῦδος δὲ τὸ ἓν ἔχον ψεῦδος , πάλιν νομοθετοῦσιν αὐτοὶ αὑτοῖς . ἀκόλουθον γὰρ ἦν , εἰ ἀληθές
δίκας ἁπάσας ἰδιώταις τε καὶ ἄρχουσι καὶ λειτουργοῖς θεῶν καὶ νομοθετοῦσιν ὅσα τῶν ἱερῶν ἄγραφα ὄντα καὶ ἀνέθιστα * *
4949203 πεφευγας
παρῆς τοῖς γινομένοις ἢ τὸ ? ἀκούσας παρ ' ἑτέρου πέφευγας ἐκποδών : πλησίον τῆς παρηΐδος αὐτῆς αὔραν πέμπων :
, ἵνα μὴ ἱκετεύω σε . θάρρει δὲ , ἐπεὶ πέφευγας τὸν ἐμὸν ἱκέσιον Δία , τουτέστι τὴν ἐμὴν ἱκεσίαν
4948015 ἀπομενει
χάριν φιλονεικία ἐγένετο καὶ θανάτου τέλος τοῖς αἰνομόροις ἀδελφοῖς , ἀπομενεῖ καὶ ἐπικτηθήσεται τοῖς ἐπιγόνοις καὶ τοῖς συγγενέσιν ἐκείνων ,
ἐγένετο καὶ θανάτου τέλος τοῖς αἰνομόροις ἀδελφοῖς , μενεῖ καὶ ἀπομενεῖ καὶ ἐπικτηθήσεται τοῖς ἐπιγόνοις καὶ συγγενέσι ἐκείνων , τουτέστιν
4945551 ἐπεστειλα
αὐτῷ . κεφάλαιον δ ' ἦν ὅπερ καὶ πρὸς αὐτὸν ἐπέστειλα , ὅτι ἀδύνατα ἀξιοῖεν . μετὰ ταῦτα Σεβῆρος μὲν
, καὶ μηδενὸς ὑστερήσειν ὑπεσχόμην αὐτοῖς , καὶ αὐτὸς δὲ ἐπέστειλα περὶ ὧν ἔχρῃζον Ἀθήνησί μοι γενέσθαι πολλάκις : νῦν
4944532 σιτινον
καὶ εἰς τὸν κόσμον βούλεται πορευθῆναι [ ] : καὶ σίτινον ἄρτον [ ] καὶ [ ὀπώραν - ] καὶ
[ καταλύειν - ] . εἰ δὲ διὰ ? [ σίτινον - ] ἄρτον ? [ ὀνειδίζετέ - ] με
4940668 εἰπαν
Ὁ δὲ Ξέρξης εἴρετο αὐτοὺς ὅκῃ πλέοιεν : οἱ δὲ εἶπαν : Ἐς τοὺς σοὺς πολεμίους , ὦ δέσποτα ,
τὴν κρίσιν ἡμῶν πρὸς τὸν ὕψιστον [ ] . Καὶ εἶπαν [ ] τῷ κυρίῳ Σὺ εἶ κύριος τῶν κυρίων
4938612 δεδωκα
καὶ λόγιόν ἐστι τοιοῦτον ἀναγεγραμμένον ἐν Δευτερονομίῳ : ” ἰδοὺ δέδωκα πρὸ προσώπου σου τὴν ζωὴν καὶ τὸν θάνατον ,
ὅτι οὐκ ἐζημίωσα : τὸ δέον γὰρ καὶ τὸ ἀνάλογον δέδωκα . τινὲς μὲν οὖν καὶ τῶν εὖ ποιησάντων καὶ
4928887 ἀνεχῃ
καὶ ὑφασμάτων , μόνα δὲ τὰ τῶν λόγων ἐλλείμματα οὐκ ἀνέχῃ οὔτε συγχωρεῖν οὔτε εἰς χρόνον τινὰ ἀνατίθεσθαι , ἀλλ
Ἀρεοπαγίτην σέ , ὃς ὑπ ' αἰδοῦς , οἶμαι , ἀνέχῃ ληροῦντα ἤδη τοσαῦτα ἔξω τοῦ πράγματος . Εἰπέ μοι

Back