τυχεῖν , τούτων δὲ δραχμὰς τοὐλάχιστον δώδεκα ἢ πλέον ἀναλώσασιν ὀσφρέσθαι μόνον : οὕτως ἔσθ ' ἅγιον παντελῶς τὸ θηρίον
γὰρ ὁ γλάμων ἔχει . Προσένεγκέ μοὐγγὺς τὸ στόμ ' ὀσφρέσθαι τὸ σόν . Σφυράδων πολλῶν ἀναμέστη . Πείσανδρος εἰς
8333317 ἀναλωσασιν
τέχνης Φειδίᾳ : ταῦτα μὲν γὰρ Ἠλείοις προσήκοντα λογίσασθαι τοῖς ἀναλώσασιν ἀφθόνως καὶ μεγαλοπρεπῶς : ἡμεῖς δὲ ὑπὲρ ἄλλου φήσομεν
ἡμῖν τυχεῖν : τούτων δὲ δραχμὰς τοὐλάχιστον δώδεκα ἢ πλέον ἀναλώσασιν ὀσφρᾶσθαι μόνον : οὕτως ἐσθ ' ἅγιον παντελῶς τὸ
6611799 εὐξαμενοισιν
πολὺ τῶν θεῶν γάρ ἐστι τιμιωτέρα : τῶν μὲν γὰρ εὐξαμένοισιν ἔσθ ' ἡμῖν τυχεῖν , τούτων δὲ δραχμὰς τοὐλάχιστον
πολὺ τῶν θεῶν γάρ ἐστι τιμιωτέρα . τῶν μὲν γὰρ εὐξαμένοισιν ἔσθ ' ἡμῖν τυχεῖν , τούτων δὲ δραχμὰς τοὐλάχιστον
6157716 δραχμων
σύ , ἔφησεν , ἐκείνῳ προσέχεις , ὃς οὐδὲ πεντήκοντα δραχμῶν ἱμάτιον ἔχει ; Σχολαστικὸς ἵππον ἐπίπρασκεν . ἐλθόντος δέ
νομίζοντες ἐν τῷ ἑκατόμβοι ' ἐννεαβοίων , ὡς πρὸς ἀριθμὸν δραχμῶν τὴν ἀξίαν τῶν ὅπλων ἀντιτιμώμενον , ὑπό τι εὔηθες
6011699 ὀβολων
ὃν μεθυόντων προσέλαβον ὑμῶν , χοᾶς τρεῖς , δέκ ' ὀβολῶν ὁ χοῦς . Ἱκέσιος δ ' ἐν βʹ περὶ
ἐσθίουσιν , ὅσα δὲ ἀφροδισιάζουσιν , ὅπως δὲ περιλείχουσι τῶν ὀβολῶν τὸν ῥύπον ; ” Τὸ δὲ πάντων δεινότατον ,
5995420 μεδιμνων
τοὺς πλουσίους μὴ μόνους ἀπολαύειν τῶν ἀγαθῶν , ἀλλὰ ἀπὸ μεδίμνων τοσούτων χρυσίου χοίνικά γε ἡμῶν πάντων κατασκεδάσαι , ἀπὸ
. Λεύκωνα δέ φασιν ἐκ τῆς Θεοδοσίας Ἀθηναίοις πέμψαι μυριάδας μεδίμνων διακοσίας καὶ δέκα . οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι
5815178 ταλαντου
δεῖ καταφιλῆσαι καὶ θωπεῦσαι δι ' ἐπαίνου . ἄπαγε , ταλάντου ἐστίν : οὐ λυσιτελεῖ μοι οὐδὲ τῇ πόλει οὐδὲ
, ἵνα ἐν ἄξονι ἐμβάλλωνται χαλκῷ σταθμὸν ἔχοντα ἕκαστον αὐτῶν ταλάντου . Καὶ εἰς ταῦτα ἄξων ἐναρμόζεται σιδηροῦς ταλάντων δ
5731224 ταλαντον
σκοπεῖτε δὲ μὴ τοῦτο , εἰ μνᾶς ἑκατὸν καὶ πάλιν τάλαντον ἔδωκεν , ἀλλὰ τὴν προθυμίαν καὶ τὸ αὐτὸν ἐπαγγειλάμενον
λαμβανόμενα εἰς σύγκρισιν , οἷον ὅταν σκεπτώμεθα τίνα λόγον ἔχει τάλαντον πρὸς μνᾶν , ὁμογενεῖς ὅρους φαμὲν τὸ τάλαντον καὶ
5709169 τετρακισχιλιας
' ἐπιμελῶς ὠνεῖσθαι παρ ' αὐτῶν διδόντα τοῦ ἑνὸς δραχμὰς τετρακισχιλίας . ὅτι Χαμαιλέων παρατίθεται ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου ταῦτα
φησὶν καὶ Φειδόλεῳ Ῥαμνουσίοις κοινῇ τάλαντον ἐνοφείλειν καὶ Αἰαντίδῃ Φλυεῖ τετρακισχιλίας καὶ Ἀριστομένει Ἀναγυρασίῳ τέτταρας καὶ δέκα μνᾶς . διὰ
5703497 ταλαντων
αὐτὰ τὰ ἐν Σούσοις καὶ τὰ ἐν Περσίδι τέτταρας μυριάδας ταλάντων ἐξετασθῆναι : τινὲς δὲ καὶ πέντε λέγουσιν : ἄλλοι
Καίσαρος ἐνδόντος αὑτὸν ἀκροατὴν , τὸ δάνειον εἰπὼν τῶν πεντακοσίων ταλάντων καὶ τὴν συγγραφὴν , ἐν ᾗ καὶ τοῦτο ἦν
5702081 διακοσια
δὲ δευτέρᾳ προεκομίσθη νομισμάτων τάλαντα χίλια , ἀργύρου τάλαντα δισχίλια διακόσια , ἐκπωμάτων πλῆθος , ἀγαλμάτων καὶ ἀνδριάντων ποικίλων ἅμαξαι
, πεζοὶ δὲ ἐς ἑκατὸν μυριάδας , καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα διακόσια , ἐλέφαντες δὲ οὐ πολλοί , ἀλλὰ ἐς πεντεκαίδεκα
5654259 μεδιμνου
νόμος διαρρήδην κωλύει παιδὶ μὴ ἐξεῖναι συμβάλλειν μηδὲ γυναικὶ πέρα μεδίμνου κριθῶν . Μεμαρτύρηται δὲ Ἀρίσταρχον μὲν πρότερον Δημοχάρους τοῦ
οὖσιν , οὐδὲ γυναικὶ παρ ' Ἀθηναίοις συναλλάσσειν πλὴν ἄχρι μεδίμνου κριθῶν , διὰ τὸ τῆς γνώμης ἀσθενές . τῶν
5616574 τοὐλαχιστον
τετράπηχυ , περαιτέρω δὲ μηκέτι προϊέναι , καὶ ὥρισε πάλιν τοὐλάχιστον μέγεθος τοῦ ἀνθρώπου μονόπηχυ , ἔλαττον δὲ μηκέτι μειοῦσθαι
στοιχεῖον ἓν μόνον δύναται συμπληροῦν τὸ στοιχειωτόν , δύο δὲ τοὐλάχιστον . Τίς οὖν ἡ διαφορὰ μερῶν καὶ στοιχείων ;
5524020 λιτρων
πράξει δεῖσθαι χρημάτων , οὐ πολλῶν δέ , ἀλλὰ πεντήκοντα λιτρῶν χρυσίου δοθησομένων τῷ ὑπ ' αὐτὸν τελοῦντι πλήθει ,
πράγματος . , ἕνεκεν τίνος πράγματος χάριν . μνῶν ] λιτρῶν . . τῶν . . . ] ἕνεκα .
5520888 μναι
. ἓξ τάλαντα περιόντα τῶν ἑπτὰ ταλάντων , καὶ εἴκοσι μναῖ τῶν τετταράκοντα μνῶν . οὐ γὰρ ἂν δύναιτο ἀποδεῖξαι
προτελέσωσιν εἰς τὴν ἀφορμήν : ᾧ μὲν γὰρ ἂν δέκα μναῖ εἰσφορὰ γένηται , ὥσπερ ναυτικόν , σχεδὸν ἐπίπεμπτον αὐτῷ
5481086 δραχμας
καὶ κατουλοῦσα , ἥτις καὶ ἔχει οὕτως : Στέατος ὑείου δραχμὰς μη , ἀσφάλτου καὶ νίτρου ἀνὰ δραχμὰς κε ,
. ἐὰν δὲ μὴ ἐπαναγκάσῃ ὁ ἄρχων , ὀφειλέτω χιλίας δραχμὰς ἱερὰς τῇ Ἥρᾳ . ἀπογραφέτω δὲ τὸν μὴ ποιοῦντα
5453463 ὀβολος
ἐπεγράφοντο . καὶ ἐκαλεῖτο οὕτως , ὅτι ἐπὶ τῇ δραχμῇ ὀβολὸς ἦν , τῆς δραχμῆς λογιζομένης πρὸς ἕξ . ἐλάμβανε
: κωδύας πεφωγμένης ἡμιώβολον , στύρακος τὸ ἴσον , λιβάνου ὀβολὸς αʹ , σικύου σπέρματος κόκκοι κʹ , σελίνου σπέρματος
5424486 χοινικων
] προτιμότερον . , κρεῖττον . ἡμιεκτέου ] τῶν τεσσάρων χοινίκων , τοῦ χωροῦντος δʹ χοίνικας , ἤγουν τὰ τέσσαρα
εἰπών : οὐδὲν κάλλιον ἡγοῦμαι ἡμιεκτέου μέτρου : τουτέστι τεσσάρων χοινίκων . ὁ γὰρ μέδιμνος μηʹ χοινίκων ἐστίν . τούτου
5421899 μνων
ὁ πατήρ , ἀφανίζουσι δ ' οὗτοι , τετταράκοντα μὲν μνῶν ὑποκειμένους , εἴκοσι δ ' ὄντας τὸν ἀριθμόν ,
εἴη δύο μὲν τάλαντα ἀργυρίου διδόναι οἱ ἀντὶ τῶν ἑκατὸν μνῶν τῶν ἐκ τοῦ δημοσίου , ἐὰν δὲ κατάσχωμεν ἡμεῖς
5417280 χοινικες
: ἑξάκις γὰρ ὀκτὼ σαρανταοκτώ . τὸ γὰρ ἡμίεκτον τέσσαρες χοίνικες . ⌈ ἡμιεκτέον φησὶν ὁ Στρεψιάδης τὸ ἡμίεκτον ,
τὸ δὲ ἡμιεκτέον , τουτέστι τὸ δωδέκατον τῶν μηʹ , χοίνικες τέσσαρες . ἡμιεκτέου : τοῦ τετραχοινίκου . ὁ γὰρ
5414680 δραχμης
τοῖς ἐπὶ πλήθει χυμῶν ταὐτὸν πάσχουσι δι ' ὀξυκράτου ὅσον δραχμῆς , καὶ ἔξωθεν δὲ τῷ στομάχῳ ἐπιτιθέμενον ἐπ '
δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν αὐλεῖ , τεττάρων δὲ παύεται . λόγοισιν Ἑρμόδωρος
5401980 κυαθος
δεῖ ἀρύεσθαι τὸν οἶνον , ἔστιν ἀρυστὴρ καὶ ἀρύστιχος καὶ κύαθος καὶ οἰνοχόη καὶ οἰνήρυσις καὶ ἔφηβος καὶ λεπαστή :
' οὐ προσεφέρετο εἰ μή τις αἰτήσειεν : ἐδίδοτο δὲ κύαθος εἷς πρὸ τοῦ δείπνου , αὐτῶι δὲ πολὺ πρώτωι
5396407 ὀβολου
, “ τὴν Ἀναξιμένους , ” ἔφη , “ διάλεξιν ὀβολοῦ τάριχος διαλέλυκεν . ” Ὀνειδιζόμενός ποτε ὅτι ἐν ἀγορᾷ
μικροτράπεζοι φυλλοτρῶγες δράσειαν ; ὅπου τέτταρα λήψει κρέα μίκρ ' ὀβολοῦ . παρὰ δ ' ἡμετέροις προγόνοισιν ὅλους βοῦς ὤπτων
5380632 στατηρα
: καὶ γὰρ ἐν τοῖς ἱσταμένοις τὴν μνᾶν τῆς ῥοπῆς στατῆρα ὀνομάζουσιν , καὶ ὅταν εἴπωσι πενταστάτηρον , πεντάμνουν δοκοῦσι
, τὸν δ ' ὀβολὸν λίτραν , τὸν δὲ Κορίνθιον στατῆρα δεκάλιτρον , ὅπερ δέκα ὀβολοὺς δύναται . ἔνιοι δὲ
5367300 κυαθων
ἄλλο . πάνακος ῥίζαν κόψας δὸς νήστει ἐν ὕδατι θερμῷ κυάθων γʹ . κοχλιάριον αʹ . [ Πρὸς σπληνικοὺς ,
πιόντες γὰρ ἔτι διψῶσι καὶ ἄρχονται μὲν ἀπὸ τῶν βραχυτέρων κυάθων , προϊόντες δὲ ταῖς μείζοσιν οἰνοχόαις ἐγχεῖν παραγγέλλουσιν :
5344884 μνας
παρ ' ἑκάστου τῶν κεκτημένων . οὗτος πρῶτος μισθὸν εἰσεπράξατο μνᾶς ἑκατόν : καὶ πρῶτος μέρη χρόνου διώρισε καὶ καιροῦ
εἰς τὴν τριηραρχίαν . οὗτος δὲ ἐπέδειξε δυοῖν δεούσας πεντήκοντα μνᾶς ἀνηλωκέναι : ὥστε τούτοις λελογίσθαι , ὅσον περ ὅλον
5334895 παλαιστων
ἐν τῷ κυλίειν τὴν κόπρον . ὁμοῦ μὲν ὡς τῶν παλαιστῶν ἀδηφαγούντων , ὁμοῦ δὲ τῷ ἐπιφερομένῳ οἰκείως τῶν παλαιστῶν
κονίσαι , τουτέστι νικῆσαι : κονιορτοῦνται γὰρ οἱ νικώμενοι τῶν παλαιστῶν . οὕτω Μεθόδιος . . . . ἀκοῦμαι καὶ
5314016 τρισχιλιας
βραχὺ γὰρ πρὸ ἡμῶν εἶχον αἱ θεαὶ βοῦς μὲν ἱερὰς τρισχιλίας , χώρας δὲ πλῆθος ὥστε λαμβάνειν μεγάλας προσόδους .
: κτήσασθαι γὰρ αὐτὸν πρόβατα μὲν ἑπτακισχίλια , καμήλους δὲ τρισχιλίας , ζεύγη βοῶν πεντακόσια , ὄνους θηλείας νομάδας πεντακοσίας
5285529 σταθμου
τὰ γένη μακρὸν ἐπεφαίνετό μοι δηλοῦν : τὸ δὲ τοῦ σταθμοῦ πλῆθος εἰς μύρια τάλαντ ' ἀργυρίου τὴν σύμπασαν εἶχε
, εἰ καὶ κατὰ σχῆμα διαφέροι [ διαφέρει ] , σταθμοῦ ἂν ἐπὶ μεγέθει τὴν φύσιν ἔχειν . οὐ μὴν
5273036 ἑπτακοσιας
τῳ . ὃ φανήσεται οὗτος , ὀφείλων καὶ οὐκ ἐκτετεικὼς ἑπτακοσίας δραχμάς , ἃς ὦφλεν ἐν ταῖς εὐθύναις τῷ ἐπωνύμῳ
τοῦ δὲ σύμπαντος λαοῦ τὸ μὲν παλαιόν φασι γεγονέναι περὶ ἑπτακοσίας μυριάδας 〚 καὶ καθ ' ἡμᾶς δὲ οὐκ ἐλάττους
5270350 μετρητης
ἐννέα ὀβολῶν Ἀλεξανδρεινῶν : τοῦ δ ' οἴνου δραχμῆς ὁ μετρητὴς καὶ ἔριφος ὁ μέτριος ὀβολοῦ καὶ λαγώς . τῶν
. παρεκόπην διχοινίκῳ : ἀντὶ τοῦ “ ἐπλάνησέ με ὁ μετρητὴς μετρῶν τῇ ποσότητι δύο χοίνικας ” . οὐ τοῦτ
5268567 χιλιαδων
ὁ στρατός , τουτέστιν ἀπὸ δύο μέχρι πέντε ἢ ἓξ χιλιάδων , καὶ ἔλαττον ὀφειλούσης τῆς πρώτης τάξεως , εἰ
οἰκοῦντες ὑπ ' αὐτῷ , συνήχθησαν εἰς ἀριθμὸν ὀγδοήκοντα τριῶν χιλιάδων μετὰ τῶν ἐν τοῖς ἀγροῖς οἰκούντων . Τελευτὴν μέντοι
5258651 ὀβολοι
ἐν Λαμίᾳ Κράτης ἡμίεκτόν ἐστι χρυσοῦ , μανθάνεις , ὀκτὼ ὀβολοί , ἦν δὲ καὶ τριώβολον καὶ διώβολον εἴδη νομισμάτων
εὐτελής . τριώβολον : μισθὸς δικαστικὸς καὶ οἱ ἁπλῶς τρεῖς ὀβολοί . τρυγόνα ψάλλειν : παροιμία ἐπὶ τῶν φαύλως πραττόντων
5256612 δεκ
μέγ ' ἄριστος ὀκτώ τ ' , ἀμφοτέρων τέσσαρα καὶ δέκ ' ἔτη : τῇ δ ' ἐνάτῃ ἔτι μὲν
καὶ ἐφημερὶς ἡ θρυλουμένη οὕτως ἔχουσα : τίθει μαγείρῳ μνᾶς δέκ ' , ἰατρῷ δραχμήν , κόλακι τάλαντα πέντε ,
5251883 τριωβολον
βοηθεῖν ἀφηγοῦνται : πίνεται δὲ καὶ λαγωοῦ τῆς πιτύας ὅσον τριώβολον ἐν οἴνῳ , καὶ πράσου χύλισμα ὅσον ἡμικοτύλιον ἐν
τοὺς Πελοποννησίους . πεντώβολον ἡλιάσασθαι ] δικάσαι λαμβάνοντα πεντώβολον ἢ τριώβολον . ἢν ἀναμείνῃ ] ἐὰν ὑπομείνῃ καὶ πολεμῶν μὴ
5239217 πηχεων
, εἰ πρὸς τοὺς ἄλλους ἔχεις ἀντικρίνοιντο : εἶναι γὰρ πήχεων καὶ πεντεκαίδεκα : τάς γε μὴν χελώνας εἶναι τοσαύτας
δ ' ὁ πῆχυς ἢ ὁ ποῦς , τὸ ιϚ πήχεων ἢ ποδῶν ἐστι ῥητόν . Ἔστω τὸ ΑΓ ποδῶν
5211345 πεντακοσιων
ὥστε τὴν πᾶσαν εἶναι τῆς νήσου περιφορὰν σταδίων τετρακισμυρίων δισχιλίων πεντακοσίων . κατοικεῖν δέ φασι τὴν Πρεττανικὴν αὐτόχθονα γένη καὶ
τρισχιλίων ταλάντων τὸν λόγον ἀπαιτοῦσι , τῶν δὲ μυρίων καὶ πεντακοσίων ὧν παρὰ Ἀντιόχου λαμβάνουσι λόγον οὐκ ἀπαιτοῦσιν , οὐδὲ
5208094 δισχιλιας
κατεφρόνησεν ὥστ ' εὐθὺς ἐπὶ ταῖς ἐν τοῖς δήμοις διαψηφίσεσι δισχιλίας δραχμὰς ἔλαβε . Φήσας γὰρ Φιλωτάδην τὸν Κυδαθηναιᾶ ,
ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς δὲ ποταμίας κατεσκεύασε διαιρετὰς δισχιλίας , αἷς παρεσκευάσατο καμήλους τὰς πεζῇ παρακομιζούσας τὰ σκάφη
5200435 ὀκτακισχιλια
” ἡμῖν δὲ τὸ τῆς “ χώρας τίμημα ὑπάρχειν ἀφορμὴν ὀκτακισχίλια τάλαντα ἀκούσεται ” . “ ἤτοι οὖν γραφικὸν ἁμάρτημά
Αἴγυπτον καὶ τοῖς μὲν ἐγχωρίοις φιλανθρώπως προσεφέρετο , παραλαβὼν δὲ ὀκτακισχίλια τάλαντα μισθοφόρους ἤθροιζε καὶ δυνάμεις παρεσκευάζετο : συνέτρεχε δὲ
5185918 ταλαντα
φασὶν , ἦν , παρὰ Διονυσίου λαβὼν ὑπὲρ τὰ ὀγδοήκοντα τάλαντα , ὡς καὶ Ὀνήτωρ φησὶν ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ :
ὅσον ὡμολόγητο εἶχεν , ὦ ἄνδρες δικασταί , ἀλλὰ τρία τάλαντα ἀργυρίου καὶ τετρακοσίους κυζικηνοὺς καὶ ἑκατὸν δαρεικοὺς καὶ φιάλας
5170174 μεδιμνος
ἀποκρίνασθαι ” μύριοί εἰσιν ἀριθμόν , ἀτὰρ μέτρον „ γε μέδιμνος : εἷς δὲ περισσεύει , τὸν ἐπενθέμεν οὔ κε
ἀπομάκτρα , σκυτάλη , περιστροφίς , μαγίς , χοῖνιξ , μέδιμνος ἡμιμέδιμνος , ἑκτεύς , καὶ παρ ' Ἀλκαίῳ τῷ
5162103 ψυκτηριδιον
, τἀκπώματα ἦγεν δύο δραχμάς , κυμβίον δὲ τέτταρας , ψυκτηρίδιον δὲ δέκ ' ὀβολούς , Φιλιππίδου λεπτότερον . Ὁ
' ἀνὰ χοίνικα μάττει . Ἄλεξις δ ' ἐν Ἱππίσκῳ ψυκτηρίδιον καλεῖ διὰ τούτων : ἀπήντων τῷ ξένῳ εἰς τὴν
5143819 δεκα
δοκεῖ , ἐφράσσετο σανίσιν ἡ ἀγορὰ , καὶ κατελείποντο εἴσοδοι δέκα , δι ' ὧν εἰσιόντες κατὰ φυλὰς ἐτίθεσαν τὰ
συμβουλευσάσης , ἄραντες ἐπὶ νώτων τὴν Ἀργὼ καὶ δύο καὶ δέκα ἡμέρας δι ' ἐρήμου γῆς πορευόμενοι , ἐν τῷ
5133051 δεουσας
τὸν μέν τόξων εὖ εἰδότα . Τυρσηνικόν ἐστι τὸ τὰς δεούσας προτάττειν πράξεις ὑποτάττειν : φασὶ γὰρ περιπατήσας ἀνέστη ἀντὶ
ἴσχει ἡμέρας τεσσαρεσκαίδεκα τὸ ἐλάχιστον : τὸ δὲ μακρότατον δύο δεούσας εἴκοσι , καὶ βήσσει ταύτας τὰς ἡμέρας ἰσχυρῶς ,
5123384 παραμασητην
καὶ μὴν ἔτι τοῦτ ' ἔστιν ἄξιον μόνον , τὸν παραμασήτην λαμβάνειν δίκρουν ξύλον : οὔτ ' εὔρυθμος γάρ ἐστιν
ἐπαφροδισίας καὶ χάριτος ἦν μεστόν . Μοσχίωνα δὲ τὸν παράσιτον παραμασήτην Ἄλεξίς φησιν : ἀλλαχοῦ δ ' ὁ αὐτὸς τρεχεδείπνους
5120515 χιλια
θυρεοὺς ἑκατὸν ἡμέρας ἑκάστης καὶ ξίφη τριακόσια καὶ καταπελτικὰ βέλη χίλια , σαύνια δὲ καὶ λόγχας πεντακοσίας καὶ καταπέλτας ,
οὐκ ἔφη , τάλαντα δ ' ᾔτει τῆς μὲν διαλύσεως χίλια καὶ φʹ , τῆς δὲ ἡσυχίας χίλια . καὶ
5112395 τυννουτονι
ἀφαίρεσιν τοῦ ν . τυννουτοῒ : γρ . καὶ “ τυννουτονὶ ” , ὥσπερ καὶ “ τοσουτὸν ” καὶ “
. θυμόσοφός ἐστιν φύσει . εὐθύς γε τοι παιδάριον ὂν τυννουτονὶ ἔπλαττεν ἔνδον οἰκίας ναῦς τ ' ἔγλυφεν ἁμαξίδας τε
5092301 ἑκατον
ἄρχοντος , τετάρτῳ δὲ ἔτει τῆς πρώτης ὀλυμπιάδος ἐπὶ ταῖς ἑκατόν , ἣν Δάμων Θούριος ἐνίκα τὸ πρῶτον . Ἑλικαέων
τῆς Ἴδης ἔστιν , ἀπέχουσα Κυζίκου μὲν σταδίους ἐνενήκοντα καὶ ἑκατόν , τῆς δ ' ἐγγυτάτω θαλάττης καθ ' ἣν
5073811 δραχμαι
ποι τούτων ἕνεκα ἀπέστειλα , αἱ πεντακόσιαι μάλιστά πως συνέβαινον δραχμαί . οἷον δ ' αὖ καὶ τὸ πρόσθεν τούτων
ἐὰν δὲ μᾶλλον μαίνεσθαι καὶ φαντασίας τινὰς φαίνεσθαι , δύο δραχμαί : ἐὰν δ ' ὥστε μὴ παύεσθαι μαινόμενον τρεῖς
5061017 Αἰγιναιον
πόλεως εἰς τοὺς ἑκάστων οἴκους . Τῶν δὲ δούλων ἕκαστος Αἰγιναῖον φέρει στατῆρα κατὰ κεφαλήν . Διῄρηνται δ ' οἱ
ἐν ὕδατι χλιερῷ καθεζέσθω . Ἕτερον : ἀδιάντου ὅσον στατῆρα Αἰγιναῖον ἐν οἴνῳ λευκῷ ἴσον ἴσῳ κεράσας δίδου πίνειν .
5059470 μνα
καὶ μέγεθος μεγέθει , οὕτω καὶ ῥοπὴ ῥοπῇ : οἷον μνᾶ πρὸς μνᾶν καὶ πρὸς τάλαντον ἴση ῥηθείη καὶ ἄνισος
νήσων μία Ἄνδρος . . . . μνῶν ] ἡ μνᾶ ἐστι μέγιστον τῶν τοῦ ταλάντου μερῶν , ὡς εἰς
5058191 δραχμη
: καὶ γὰρ ἠδίκησέ με . πόρνοι μεγάλοι Τιμαρχώδεις Θεόδωρος δραχμὴ χαλαζῶσα ἀγάμητον ἀλείπτριαν ἀντίκλειδες ἀντίπαις ἀπφία , ἀπφίον δεῖπνον
ἐὰν μὲν ὥστε παίζειν καὶ δοκεῖν ἑαυτῷ κάλλιστον εἶναι , δραχμὴ σταθμῷ : ἐὰν δὲ μᾶλλον μαίνεσθαι καὶ φαντασίας τινὰς
5052180 διδοτω
ἐκήρυξε μηδεὶς τῶν ὁπλιτῶν αὐτὸς φερέτω τὴν ἀσπίδα , ἀλλὰ διδότω τοῖς ὑπασπισταῖς ἢ τοῖς ἄλλοις ἀκολούθοις : αὐτοὶ δὲ
: ἤτοι γὰρ λέγει , ὁ τρὶς ἁλοὺς ψευδομαρτυρῶν χιλίας διδότω , ἢ τρὶς χιλίας διδότω ἅπαξ ἁλούς . περὶ
5050939 δραχμῃ
τέτταρα τάλαντα : οἷς τὸ ἔργον ἂν προσθῆτ ' ἐπὶ δραχμῇ μόνον τῶν δέκ ' ἐτῶν , ὀκτὼ τάλανθ '
κύτταροι μάλευρον νυμφόβας . ὁ Σιληνός πανόπτης Ζεύς ἀλιάποδα ? δραχμῇ παχείᾳ ? οἴνη θρηνῶν . . . τῶν Καρκίνου
5045939 κοτυλη
ʂ ὁ ξέϲτηϲ # ιηʹ # κʹ # κζʹ ἡ κοτύλη # θʹ # ιʹ # ιγʹ ʂ τὸ μέγα
δὲ ϲταθμὸν ἔχει τὸ κοχλιάριον καὶ ἡ κοτύλη . ἡ κοτύλη ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν ὡϲ τὸ τρυβλίον . ] Τὸ
5043355 Στρατιωτῃ
ἄλλα πώλει πάντα πλὴν τῶν μυρτίνων . ΦΙΛΥΡΙΝΟΣ . Ξέναρχος Στρατιώτῃ : φιλύρας εἶχε γὰρ ὁ παῖς ἀφύλλου στέφανον ἀμφικείμενον
ἡ τυραννὶς ἐδεῖτο . Ἀντιφάνης δ ' ὁ κωμῳδιοποιὸς ἐν Στρατιώτῃ τὰ ὅμοια λέγει περὶ τῆς τῶν ἐν Κύπρῳ βασιλέων
5040067 ἀναλωμα
ὑπερβαλεῖς πλούτῳ τοὺς μάλιστα δοκοῦντας Ῥωμαίων εὐπορεῖν : καλὸν νομίσας ἀνάλωμα καὶ πρέπον ἡγεμόνι τοὺς ἀγαθοὺς ἄνδρας ἀναξίως τῆς ἀρετῆς
αἱ μυστηριώδεις θυσίαι . Τέλος . τάξις , βλάβη , ἀνάλωμα . Τέμπη . μεταξὺ ὀρῶν στενότητες . Τένθης .
5037607 πολυπλασιαζω
. Ἡ δὲ ἐννεαδικὴ οὕτως εὑρίσκεται . τὰ πρῶτα ἔτη πολυπλασιάζω ἐπὶ τὸν εʹ δʹ , ἐπεὶ ἕκαστος ἐνιαυτὸς ἔχει
αὐτὰς μόνον τὰς τῇ ἐποχῇ παρακειμένας τοῦ πλάτους ιβʹ ιηʹ πολυπλασιάζω ἐπὶ τὸν ιεʹ : γίνονται ρπδʹ λʹ : ἀπολύω
5037016 ὀβολοιν
Σωκρατικὸς ἐπιτιμήσαντος αὐτῷ Πλάτωνος διότι πολλοὺς ἰχθῦς ἠγόρασε , δυοῖν ὀβολοῖν ἔφη ὠνῆσθαι . τοῦ δὲ Πλάτωνος εἰπόντος διότι καὶ
ἅπαντες . καίτοι τοὺς μὲν οὐκ ἔστι πλείονος ἢ δυοῖν ὀβολοῖν ἀξίους εἶναι , τἄλλα δὲ μετὰ τούτων ὧν εἶπον
5027119 ταὡν
δηλοῖ Ἀντιφάνης ἐν Στρατιώτῃ ἢ Τύχωνι λέγων οὕτως : τῶν ταὧν μὲν ὡς ἅπαξ τις ζεῦγος ἤγαγεν μόνον , σπάνιον
Στράττις παρίστησιν ἐν Παυσανίᾳ διὰ τούτων : πολλῶν φλυάρων καὶ ταὧν ἀντάξια , οὓς βόσκεθ ' ὑμεῖς ἕνεκα τῶν ὠκυπτέρων
5019651 προφωνω
γὰρ ἐσθλοὶ κρείσσονες πολλῶν κακῶν . ἓν δέ σοι μόνον προφωνῶ , μὴ ἐπὶ δουλείαν ποτὲ ζῶν ἑκὼν ἔλθῃς παρὸν
' , ὕστερος γὰρ ἀστὸς εἰς ἀστοὺς τελῶ , ὑμῖν προφωνῶ πᾶσι Καδμείοις τάδε : Ὅστις ποθ ' ὑμῶν Λάϊον
5019532 ταχθεν
ἀρχῶν μὴ μετέχειν ᾧ ἂν μὴ ᾖ οὐσία εἰς τὸ ταχθὲν τίμημα , ταῦτα δὲ ἢ βίᾳ μεθ ' ὅπλων
νόμων , ἢ μονίμους εἶναι τοὺς τεθέντας ἢ μή . ταχθὲν μὲν γὰρ αὐτὸ καὶ μετασχὸν τοῦ τὰ αὐτὰ κατὰ
5012884 κολλυβος
τοῦ ἀργυραμοιβοῦ φησιν ὁ Μένανδρος ἀδοκίμως : ὁ μὲν γὰρ κόλλυβος δόκιμον , ὁ δὲ κολλυβιστὴς παρασεσημασμένον . Τὰ ἴδια
Λυσίας ἐν τῷ περὶ χρυσοῦ τρίποδος . καὶ ὁ νῦν κόλλυβος ἀλλαγή , καὶ τὸ καταλλάττειν τὸ νόμισμα , καὶ
5005199 κοτυλων
ὄνου γάλα ἑφθὸν δίδου , καὶ πινέτω μὴ ἔλασσον δώδεκα κοτυλῶν : ἢν δὲ ῥώμη περιέχῃ , πλεῖον ἑκκαίδεκα .
ἄρξηται ἀνιέναι τινὰ γλισχρότητα , κατὰ μικρὸν ὕδωρ παρεπίχει ἄχρι κοτυλῶν ἕξ , τρίβων εὐτόνως , ἀναλαμβάνων τε τὴν λεπίδα
4989963 πεμπτων
ἐπιδίτριτος , καὶ αὕτη πρὸς τὸ τμῆμα τὸ πρὸς αὐτῇ πέμπτων θ ὂν ὡσαύτως ἐπιδίτριτος , πρὸς μέντοι τὴν ἑτέραν
ἐλάσσονος . Ἔστω γὰρ ἰσοσκελὲς τρίγωνον τὸ ΒΔΕ ἔχον τεσσάρων πέμπτων τὴν πρὸς τῷ Ε περιειλημμένην κύκλῳ οὗ κέντρον τὸ
4989529 χοινικας
, ἐπιπάσσων τε ἁλῶν τετριμμένων χοίνικα μίαν εἰς τὰς θʹ χοίνικας , [ καὶ ] κίνει ταῖς χερσὶ πράως ,
, παρεκλάπην , ἐζημιώθην . . διχοινίκῳ ] κατὰ δύο χοίνικας , διὰ διχοινίκου , ἐν , εἰκοστοτετάρτῳ μεδίμνου ,
4987711 λαμβανετω
τρανότερα εἶναι τῆς νῦν προκειμένης πραγματείας , παρ ' ἐκείνου λαμβανέτω . τρανότερα δ ' ἐστὶ καὶ τὰ περὶ τῶν
οὐγ . ʹʹ βδελλίου . . . οὐγ . ʹʹ λαμβανέτω τούτων πρὸς τὴν δύναμιν ὁ κάμνων γρ . γʹ
4984141 ψυκτηρ
ψυχροποσίαν παρεσκευασμένον . Ψυκτῆρα Πλάτων Συμποσίῳ . ἔστι δὲ ὁ ψυκτὴρ σκεῦος , ἐν ᾧ διανίζουσι τὰ ποτήρια , μεστὸν
Διονυσιακὸν ἔκπωμα , ὥσπερ καὶ ὁ κοτυλίσκος . ὁ δὲ ψυκτὴρ πολυθρύλητος , ὃν καὶ δῖνον ἐκάλουν , ἐν ᾧ
4983003 Στρουθια
εὐχώμεθα . κοτύλας χωροῦν δέκα ἐν Καππαδοκίαι κόνδυ χρυσοῦν , Στρουθία , τρὶς ἐπέπιον μεστόν γε . Ἀλεξάνδρου πλέον τοῦ
εὐχώμεθα . κοτύλας χωροῦν δέκα ἐν Καππαδοκίᾳ κόνδυ χρυσοῦν , Στρουθία , τρὶς ἐξέπιον μεστόν γ ' . Ἀλεξάνδρου πλέον
4978844 ἡμιταλαντον
χρύσεος κεῖται ἐν τῷ Κλαζομενίων θησαυρῷ , ἕλκων σταθμὸν εἴνατον ἡμιτάλαντον καὶ ἔτι δυώδεκα μνέας , ὁ δὲ ἀργύρεος ἐπὶ
' ἡ χρῆσις καὶ ἡ τοῦ πέμπτον ἡμιτάλαντον καὶ τρίτον ἡμιτάλαντον καὶ ἕβδομον ἡμιτάλαντον : τὸ δ ' ἦν τέτταρα
4974754 γενεθλιακου
ἐμπίπτει ὁ μὴν τοῦ πλήθους τῶν μηνῶν ἐκβαλλομένου ἀπὸ τοῦ γενεθλιακοῦ μηνός , ἑκάστῳ ζῳδίῳ ἑνὸς μηνὸς διδομένου ἀπὸ τοῦ
ὃ ἐμπίπτει ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν μηνῶν ἐκβαλλομένου ἀπὸ τοῦ γενεθλιακοῦ μηνὸς κατὰ τὸ ἓν ζῴδιον ἑνὸς μηνὸς ἐφεξῆς ἀπὸ
4969315 κυαθους
, οὐχ ὡσαύτως δὲ πινόμενον , ἀλλὰ δεῖ ποιῆσαι τρεῖς κυάθους , τὸν μὲν ἕνα μέλιτος , τὸν δ '
κυάθῳ : τουτέστι τρίτον τῷ κυάθῳ ἀντλούμενον , οἷον τρεῖς κυάθους . * ἀφύξιμον : ἀπνευστί πότιμον εὐσταθέος δέ ,
4967201 πεντακισχιλιας
. Δίων δὲ τοῖς μὲν ἀνόπλοις τῶν Συρακοσίων διέδωκε τὰς πεντακισχιλίας πανοπλίας , τοὺς δὲ ἄλλους ἐκ τῶν δυνατῶν τοῖς
πείθει τὸν ἄνθρωπον ἀποδόσθαι οἱ δισμυρίων αὐτὸν εὕρημα ποιησάμενον τὰς πεντακισχιλίας . ὁ μὲν δὴ τοῦ θησαυροῦ ἐρῶν οὔπω ξυνίει
4963005 ἀναβαλλῃ
ἀπὸ καρδίας εὐχάριστος τοῖς θεοῖς . Μέμνησο ἐκ πόσου ταῦτα ἀναβάλλῃ καὶ ὁποσάκις προθεσμίας λαβὼν παρὰ τῶν θεῶν οὐ χρᾷ
σοι τοῦτο τί δῆτα μέλλεις ] τί λοιπὸν βραδύνεις καὶ ἀναβάλλῃ ἐπεὶ οὐ φθονεῖς , ὡς λέγεις μὴ οὐ ]
4960742 τιμημα
Ἀναξιμένης ἐν Φιλιππικοῖς . “ Ὅτι ἑξακισχίλια ἦν τάλαντα τὸ τίμημα τῆς Ἀττικῆς . Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τῶν συμμοριῶν
τόξευμα , παράδειγμα , τόλμημα , φρόνημα , κίνημα , τίμημα προστίμημα , ἀξίωμα , πλάσμα , πταῖσμα , θαῦμα
4958264 στατηρ
πενταστάτηρον Σωσικράτης ἐν Παρακαταθήκῃ τὴν πεντάλιτρον . ὁ δὲ χρυσοῦς στατὴρ δύο ἦγε δραχμὰς Ἀττικάς , τὸ δὲ τάλαντον τρεῖς
τετύχηκε δέ μοι καὶ εἰκοσίμνως ἔρανος . ὁ δὲ χρυσοῦς στατὴρ μνᾶν ἠδύνατο : καὶ γὰρ ἐν τοῖς ἱσταμένοις τὴν
4954434 Κνηκου
γ , κνήκου # α , μέλιτος τὸ ἀρκοῦν . Κνήκου λευκοῦ λίτρα α πεφρυγμένου καὶ λελεπισμένου , μέλιτος κύαθοι
δυνάμεωϲ καὶ ξηραντικῆϲ οὐδέπω καυϲτικῆϲ ἀλλὰ τρίτηϲ που τάξεωϲ . Κνήκου τῷ ϲπέρματι πρὸϲ τὰϲ καθάρϲειϲ μόνον χρώμεθα : εἰ
4952503 ὀβολω
χιλίας τριακοσίας δραχμὰς καὶ πεντήκοντα καὶ μίαν καὶ δύ ' ὀβολώ . τὸ μὲν τοίνυν πρῶτον χρέως , ὃ ἐκπλέων
. Φεῦ . Ὡς μέγα δύνασθον πανταχοῦ τὼ δύ ' ὀβολώ . Πῶς ἠλθέτην κἀκεῖσε ; Θησεὺς ἤγαγεν . Μετὰ
4935696 χαριεντε
. Δυϊκά . Τὼ χαρίεντε , τοῖν χαριέντοιν , ὦ χαρίεντε . Πληθ . Οἱ χαρίεντες , τῶν χαριέντων ,
τι κἀμὸς αὐτοῦ . ἱματίω δέ μοι δύ ' ἐστὸν χαρίεντε τούτω , οἷν μεταλαμβάνων ἀεὶ θάτερον ἐξελαύνω εἰς ἀγοράν
4933426 μναν
τοῖς δεομένοις , ᾧ μὲν πέντε δραχμάς , ᾧ δὲ μνᾶν , ᾧ δὲ ἡμιτάλαντον : εἰ δέ τις φιλόσοφος
ὁ δὲ Ῥουτίλιος παρὰ τῶν ἁλιευόντων αὑτοῦ δούλων τριωβόλου τὴν μνᾶν τοῦ ὄψου καὶ μάλιστα τοῦ θυριανοῦ καλουμένου : μέρος
4932115 ἐρωτησῃς
ὥστε οὖν ἡ ἀπόκρισις δηλοῖ τὴν κατηγορίαν . ὅταν δὲ ἐρωτήσῃς τί ἐστιν ὁ ἄνθρωπος ; ἀκούεις ζῷον : τὸ
ἔχοντας ἐπάνω τῆς κορυφῆς , ἀποπνίγομαι . ἐὰν δ ' ἐρωτήσῃς πόσου τοὺς κεστρέας πωλεῖς δύ ' ὄντας , δέκ
4930180 διπλασιον
ἐκεῖνος τὸν διπλάσιον αὑτοῦ μετρεῖ , ἐκεῖνος δὲ τὸν ἐκείνου διπλάσιον , ἐκεῖνός τε τὸν ἐκείνου διπλάσιον , καὶ ἀεὶ
ἄρα ὑπὸ ΖΒΝ μετὰ τοῦ ὑπὸ ΒΖΝ μεῖζόν ἐστιν ἢ διπλάσιον τοῦ ὑπὸ ΒΖΝ . ἀλλὰ τὸ μὲν ὑπὸ ΖΒΝ
4929730 περιττευειν
σημαίνει μὲν καὶ τὸ νικᾷν , σημαίνει δὲ καὶ τὸ περιττεύειν , ὡς ἐνταῦθα . . , . περιγίγνεσθαι :
αὐτὰς ἔχει . διὰ τοῦτο καὶ ἀνωτέρω ἐλέγομεν τὴν διαφορὰν περιττεύειν τῷ εἴδει τοῦ γένους . καταφατικὴ δὲ εἴρηται διὰ
4929393 νομισθεν
τῆς Ἀτθίδος φησὶ ” τὸ δὲ θεωρικὸν ἦν τὸ πρῶτον νομισθὲν “ δραχμὴ τῆς θέας , ὅθεν καὶ τοὔνομα ἔλαβε
, αὐτὸς γὰρ ἐξηγήσατο , ὅ τί ποτέ ἐστι τὸ νομισθὲν , διδάσκων , ὅτι οὐ περὶ τοῦ ὄντως ἀληθῶς
4926833 πεντηκοντα
: οὐδὲν γάρ ἐστι μεταξὺ ταύτης καὶ τῆς ” τὰ πεντήκοντα ὀλίγα ἐστίν “ . ἦν δέ γε ἡ ”
ἀνερρήθησαν , τῶν δὲ περὶ Εὐμένη τε καὶ Ἀλκέταν ἐς πεντήκοντα κατεγνώσθησαν , μάλιστα ἐπὶ τῆι Κρατεροῦ ἀναιρέσει τῶν Μακεδόνων
4916611 τριωβολου
. οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον : τἀμὰ γὰρ διοίχεται . ἀτὰρ
ἐπίρρημα θαυμαστικόν οἴει ] ὑπολάβῃς τυραννίδα ] τὴν δύναμιν αὐτοῦ τριωβόλου ] τοῦ κἂν ] τὸ “ κἄν ” δηλοῖ
4915194 τἀκπωματα
Ὑπέρβολος τἀκπώματα κατεδήδοκεν . Ἀτὰρ ὁ Μεγάκλεες ὑσθάτου Παάπιδος Ὑπέρβολος τἀκπώματα κατεδήδοκεν . . . . καὶ παρὰ Λεύκωνι ἐν
ἐκνενιτρωμένα θεῖναι : κύαθος δ ' ἦν ἀργυροῦς , [ τἀκπώματα ] ἦγεν δύο δραχμάς , κυμβίον δὲ τέτταρας ,
4911322 ἀναλωθεν
μικρῶν μὴ παροξύνου , τὸ γὰρ ὑπὲρ τὰς τριακοσίας μυριάδας ἀναλωθὲν ἐγὼ μὲν τῷ υἱῷ ἐπιδίδωμι , ὁ δὲ υἱὸς
τινὸς ὁμοίου τε καὶ ὁμοίως . ἦν δὲ οὐδὲ τὸ ἀναλωθὲν εἴς τι τῶν σοι σωτηρίων πολύ τι . χαριεῖ
4897668 ἑκκαιδεκα
εἰσὶ πλείους ἢ πέντ ' ἢ ἕξ . οὐκοῦν ἀμφοτέρων ἑκκαίδεκα . ποιήσωμεν αὐτοὺς εἴκοσιν , εἰ δὲ βούλεσθε ,
κεφαλῆς τὸ ἀρχαῖον , ὃ βροντῆς ἔργον ἐγεγόνει , διαλιπὸν ἑκκαίδεκα ἔτη , πάλιν ἐνέκειτο καὶ ἦν χαλεπώτερον ἀρξάμενον εὐθὺς
4893756 ἀπεφθου
στυγνότητ ' , ἀλουσίαν . προπίνω σοι φιλοτησίαν λαβὼν ὕδατος ἀπέφθου κύαθον : ἂν δ ' ὠμὸν πίῃς , βαρὺ
, σταθμὸν διτάλαντα . Ἐποιέετο δὲ καὶ λέοντος εἰκόνα χρυσοῦ ἀπέφθου , ἕλκουσαν σταθμὸν τάλαντα δέκα : οὗτος ὁ λέων
4891726 ἡμιεκτον
Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . . . . ἡμίεκτον καὶ ἡμιμέδιμνον : Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ
βώλους ἀργίλου ξηρᾶς , μέχρι διάβροχοι γένωνται , μέτρον ὡς ἡμίεκτον εἰς ἀμφορέα : ἐπειδὰν δ ' ἀφεψήσῃς , πιεῖν
4882879 πεντακοσιας
τὰς τιμὰς τῶν ἐν ἀγῶσιν ἀθλητῶν , Ὀλυμπιονίκῃ μὲν τάξας πεντακοσίας δραχμάς , Ἰσθμιονίκῃ δὲ ἑκατόν , καὶ ἀνὰ λόγον
εἴρηται , ἐὰν δέ τις εἴπῃ ἀποβεβληκέναι τὴν ἀσπίδα , πεντακοσίας δραχμὰς ὀφείλειν κελεύει . οὐκ οὖν δεινόν , εἰ
4882559 ὀβολους
μίξας ἀναλάμβανε καὶ χρῶ πρὸ τῆς ἐπισημασίας ἐν ὀξυμέλιτι διδοὺς ὀβολοὺς β μόνους . Καρκίνων ποταμίων ἡ τέφρα θαυμασίως ἐπὶ
τέχνης ἐννέα ἢ δέκα , ὧν ἕκαστος τούτῳ δύ ' ὀβολοὺς ἀποφορὰν ἔφερε τῆς ἡμέρας , ὁ δ ' ἡγεμὼν
4877809 ἐφιππιον
δέ , κόραις μὲν ἀνήβοις γυμναῖς στάδιον καὶ δίαυλον καὶ ἐφίππιον καὶ δόλιχον , ἐν αὐτῷ τῷ δρόμῳ ἁμιλλωμέναις ,
δεύτερος δὲ ὁ τὸν δίαυλον , καὶ τρίτος ὁ τὸν ἐφίππιον , καὶ δὴ καὶ τέταρτος ὁ τὸν δόλιχον ,
4874556 χωρουν
δεῖ πλείω λέγειν : κινεῖται γὰρ ἤδη τὸ βάρβαρον στράτευμα χωροῦν ἐφ ' ἡμᾶς . ἀλλ ' ἄπιτε καὶ καθίστασθε
τὸν τόπον εἶναι σῶμα : ἔσται γὰρ σῶμα διὰ σώματος χωροῦν , εἰ τὰ κινούμενα ἐν τόπῳ κινεῖται . ἀλλὰ
4865820 ὑπεσχου
' , ὦ πάτερ Πόσειδον , ἃς ἐμοί ποτε ἀρὰς ὑπέσχου τρεῖς , μιᾶι κατέργασαι τούτων ἐμὸν παῖδ ' ,
τὰ δὲ τῶν ἄλλων σοῦ κινοῦντος καὶ συναγωνιζομένου . Ἣν ὑπέσχου μοι προθυμίαν ἐπὶ τοὺς ἐχθρούς , ταύτην ὑπὲρ ἀνδρὸς
4861946 τριτατον
Εὐρώπῃ ποτὲ Κύπρις ἐπὶ γλυκὺν ἧκεν ὄνειρον , νυκτὸς ὅτε τρίτατον λάχος ἵσταται ἐγγύθι δ ' ἠώς , ὕπνος ὅτε
ἤματα κρυπταδίῃ τε λανθάνῃ , ἦ τ ' ἄν μιν τρίτατον μετὰ μῆνα δέχοιο . εἰ δέ γε Καρκίνον οἶκον
4851926 τολμ
εὐήθης ξείνων δέκτρια Πασιφίλη . πάμπαν ἀποσχόμενος : ἶσον δὲ τολμ ? ? [ εἰ ? δ ' ὦν ἐπείγεαι
[ . ] . ] φρα ? ? [ ] τολμ ? ? [ ] εμουσα ! [ ] .
4848621 ἑξακοσιων
οὐδ ' ἐδύναντο , καὶ μάλιστα περισκοποῦντες , οἷα νεῶν ἑξακοσίων ἐπὶ μήκιστον ἐκτεταγμένων καὶ τῆς οἰμωγῆς ἐναλλασσομένης ἀνὰ μέρος
, καὶ πρὸ τῶν πυλῶν τέτταρας ἐξεστρατευμένας σπείρας , ἀνδρῶν ἑξακοσίων ἑκάστην , τῆς μὲν ἐπὶ τὴν Ῥώμην ὁδοῦ ἀπετράποντο
4843511 ἑκατονταδες
τόσσα βροτῶν ἔχει ἔργα δαέντων . τρεῖς μέν οἱ πολίων ἑκατοντάδες ἐνδέδμηνται , τρεῖς δ ' ἄρα χιλιάδες τρισσαῖς ἐπὶ
συνάπαντες ἐόντες ἀριθμὸν τρεῖς τε μυριάδες καὶ ὀκτὼ χιλιάδες καὶ ἑκατοντάδες ἑπτά : ὁπλῖται μὲν οἱ πάντες συλλεγέντες ἐπὶ τὸν
4842662 εἰκοσι
βασιληίην . Ποιήσας δὲ ταῦτα , ἐν Πέρσῃσι ἀρχὰς κατεστήσατο εἴκοσι , τὰς αὐτοὶ καλέουσι σατραπηίας : καταστήσας δὲ τὰς
Εὔανδρόν τινα κατὰ τῶν σοφιστῶν εἰρηκότα , ὡς ὅτι λαβὼν εἴκοσι τάλαντα παρὰ τοῦ Νικοκλέους αὐτὸς ὁ Ἰσοκράτης ἔπεμψεν αὐτῷ

Back