ἀρχῶν μὴ μετέχειν ᾧ ἂν μὴ ᾖ οὐσία εἰς τὸ ταχθὲν τίμημα , ταῦτα δὲ ἢ βίᾳ μεθ ' ὅπλων
νόμων , ἢ μονίμους εἶναι τοὺς τεθέντας ἢ μή . ταχθὲν μὲν γὰρ αὐτὸ καὶ μετασχὸν τοῦ τὰ αὐτὰ κατὰ
6499354 εὐροειν
σου τὸ ἔργον ἦν , ἡλιάζεσθαι ; οὐχὶ δὲ τὸ εὐροεῖν , τὸ ἀκώλυτον εἶναι , τὸ ἀπαραπόδιστον ; καὶ
πράγματα . θόρυβος ἐν Ῥώμῃ καὶ ἀσπασμοί . ἀλλὰ τὸ εὐροεῖν ἀντὶ πάντων τῶν δυσκόλων . εἰ οὖν τούτων καιρός
6410333 ἀναβαλλῃ
ἀπὸ καρδίας εὐχάριστος τοῖς θεοῖς . Μέμνησο ἐκ πόσου ταῦτα ἀναβάλλῃ καὶ ὁποσάκις προθεσμίας λαβὼν παρὰ τῶν θεῶν οὐ χρᾷ
σοι τοῦτο τί δῆτα μέλλεις ] τί λοιπὸν βραδύνεις καὶ ἀναβάλλῃ ἐπεὶ οὐ φθονεῖς , ὡς λέγεις μὴ οὐ ]
6390725 προαιρετον
πεπρωμένης ἐν πᾶσι νικῴη , ἀφαιρεθείη δὲ τῶν ἀνθρώπων τὸ προαιρετὸν καὶ ἑκούσιον , παραινέσεις μὲν ἁπάσας καὶ τέχνας καὶ
καὶ ἐν τοῖς Ἀναλυτικοῖς . τὸ δὲ βουλευτὸν καὶ τὸ προαιρετὸν ἁπλῶς μὲν οὖν οὐκ ἔστι ταὐτόν : γενικώτερον γάρ
6362820 ζυμιτης
διαχωρέει δὲ ἧσσον . Αὐτῶν δὲ τῶν ἄρτων ὁ μὲν ζυμίτης κοῦφος καὶ διαχωρέει : καὶ κοῦφος μέν ἐστιν ,
διὰ τὸ ἰσχυρόν . ἔστω δὲ καὶ ἕωλος μᾶλλον καὶ ζυμίτης : ἀποβρεχέσθω δ ' ὕδατι θερμῷ ἄλλῳ καὶ ἄλλῳ
6353937 Ἁπαν
τοῦ κακοῦ προσέπτατο ; δήλωσον ἡμῖν τοῖς ξυναλγοῦσιν τύχας . Ἅπαν μαθήσῃ τοὔργον , ὡς κοινωνὸς ὤν . Κεῖνος γὰρ
γε φύσις καὶ τὸ τῶν ἠθῶν γενναῖον φιλοσοφίᾳ πρέποντα . Ἅπαν ἡμῶν τὸ γένος διὰ σοῦ καὶ κτᾶταί τι χρηστὸν
6346386 ὑγραϲιαϲ
καὶ δυϲκινηϲία ἐϲτὶ τοῦ ὀφθαλμοῦ μετὰ πόνου καὶ ἐρεύθουϲ χωρὶϲ ὑγραϲίαϲ . πυριᾶν οὖν αὐτοὺϲ ϲυχνῶϲ ϲπόγγοιϲ ἐξ ὕδατοϲ θερμοῦ
οὐϲίαϲ τεγγομένηϲ . ἄχρι μὲν οὖν τοῦ ϲώζεϲθαί τι τῆϲ ὑγραϲίαϲ ἑκτικὸϲ μόνον ὁ πυρετόϲ ἐϲτιν : ὅταν δὲ εἰϲ
6285334 καττον
μήτηρ τῇ Ἑστίᾳ . τὰν αἴλουρον : τὸν ἰδιωτικῶς λεγόμενον κάττον . θηρία μικκά : οἱ μύες . ἀνεξήραινον :
μήτηρ τῇ Ἑστίᾳ . τὰν αἴλουρον : τὸν ἰδιωτικῶς λεγόμενον κάττον . θηρία μικκά : οἱ μύες . ἀνεξήραινον :
6278831 μονωθεις
] ἀντὶ τοῦ προκρινῶ . . ἐρημωθεὶς ] ἀντὶ τοῦ μονωθείς . . ἀλεξήσασθαι ] ἀμύνασθαι . . ἡμιόλιος ]
ἐγώ σε ἀνταμυνοῦμαι . ” Ἐν μιᾷ οὖν τῶν ἡμερῶν μονωθείς , ἐκδυσάμενος καὶ τὰς χεῖρας ἑαυτοῦ κροτῶν καὶ τινάσσων
6265381 ἐβεβαιωσε
ταῦτα τὰ μέρη ] ὧν καὶ νῦν ὁμολογεῖ ἀφεστάναι ἡμῖν ἐβεβαίωσε Μικίωνι τὸ βαλανεῖον . Καὶ ἐγὼ μὲν ὁ ἄθλιος
χρῆσθαι . οὐ γὰρ ἴδιον πλεονέκτημα ᾔτησεν , ἀλλ ' ἐβεβαίωσε κοινὸν δικαίωμα . Καὶ ἔστιν ἐν τῷ σχήματι τούτῳ
6263932 ἡλιαια
, παρὰ τὸ „ ἁλέες δεῦτε ” παράγωγον ἁλία καὶ ἡλιαία . ἔστι δὲ τὸ μέγα δικαστήριον , τὸ ἐκ
ἀντὶ ἐνεργητικοῦ κεῖται τοῦ ἠκρωτηριακότες . Ἡλιαία καὶ ἡλίασις : ἡλιαία μέν ἐστι τὸ μέγιστον δικαστήριον τῶν Ἀθήνησιν , ἐν
6248145 πραττεσθω
δίδωσί σοι , καθάπερ ἐπέστειλας : ἀλλὰ τὰ ἀπὸ σοῦ πραττέσθω διὰ τάχους . ἐνεγέγραπτο μὲν ταῦτα : καί μοι
ἀπομνημονεῦσαι καὶ τηρῆσαι καιρὸν ἀμοιβῶν καὶ σπεῦσαι λαμπρότερον ἀποδοῦναι . πραττέσθω δὴ νῦν , εἰ καὶ μὴ πρότερον . δύο
6228850 οἰχομεσθα
ἡμῖν ποῦ ' στιν ; ἢ κόμποι μάτην ; σφαλέντες οἰχόμεσθα : πρὸς σὲ δ ' ἥκομεν . ἰδίαι δοκῆσάν
ἐν φάει βίος : [ ἢν δ ' ὑστερήσηις , οἰχόμεσθα , κατθανῆι : ] θανοῦσι δ ' αὐτοῖς συνθανοῦσα
6220354 Διαστημα
τῷ φρέατι ἀέρος μείζονα ποιεῖ αὐτὸν φαντάζεσθαι τοῖς ὁρῶσι . Διάστημα δὲ αὐτοῦ μεῖζον καὶ ἔλαττον ἡμῖν φαντάζεται . Μεσουρανῶν
δ ' ἔνιοι , ἦχος ἀπλατὴς κατὰ τόπον ἀδιάστατος . Διάστημα δ ' ἐστὶ δυοῖν φθόγγων μεταξύτης . σχέσις δὲ
6214316 ὑπαλληλον
διχῶς λέγεται : λέγεται γὰρ γένος γενικώτατον , λέγεται καὶ ὑπάλληλον . ἀλλὰ μὴν καὶ τὸ εἶδος διχῶς λέγεται :
: λέγεται γὰρ καὶ εἶδος εἰδικώτατον , λέγεται καὶ εἶδος ὑπάλληλον . καὶ ἐπειδὴ τὸ μὲν γενικώτατον γένος ἐπαναβεβηκὸς αὐτῷ
6207411 ἀπολῃ
, καταλειφθήσεται , ἐναπομείνῃ ἐναπομενεῖ ἄβρωτον , ἐνυπομενεῖ . ⌈ ἀπολῇ [ ἀπολεῖ ] ] μαστιγωθήσῃ . ἀρτίως ] πρὸ
σοι , εἰ πεύσῃ τὰ σιωπώμενα κακά : ὀλῇ : ἀπολῇ ἀκούσασα τὸ πάθος . οὕτως γὰρ δεινόν ἐστιν ὡς
6196647 φωνημ
αὐτὸ λίαν ὧδε λιπαρεῖϲ θεόν ; ὥϲτ ' ἀνέρρωγεν τὸ φώνημ ' εὐθὺϲ ὀξὺ καὶ μέγα . ζῆθι . ὦ
λεγε ! [ θηρευμ [ ] σεθου ? ? [ φώνημ [ ] ον [ τονδᾰφ [ ] τὼς ἐξεφ
6189559 Νοητεον
μεριστοῦ , ἄλλο τὸ μεριστὸν καὶ μέτοχον τοῦ ἀμερίστου . Νοητέον μέντοι ἑκάτερον κατὰ μίαν τὴν συναμφότερον φύσιν ἀμιγῆ πως
χορδή . ἣν εἰλητὸν καλοῦμεν ἡμεῖς . ἔγειρε φλογέας : Νοητέον οὕτως , ἔγειρε φλογέας λαμπάδας ἐν χερσὶ τινάσσων .
6179163 προσμενω
κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει
κοσμικῶν πραγμάτων , τουτέστιν ἠρεμίαν σχών . σχολάζω καὶ τὸ προσμένω , ὅπερ συντάσσεται μετὰ δοτικῆς , ὡς τὸ σχολάζει
6174905 προειται
, ἡ δ ' ἐξ Ἀρείου πάγου βουλὴ ταῦτα πάντα προεῖται χάριτος ἢ λημμάτων ἕνεκα ; ἆρ ' ἴσθ '
οὐ δυσχερανεῖς ὅτι μὴ πάλαι , οὐχ ὅσον τοῦ χρόνου προεῖται ζημίαν θήσει ; οὐκ εἰ δεῖ καὶ τῆς κόρης
6163976 διανοημα
ὅτι οὐ μίγνυται † αὐτῆς ἄν : τὸ μὲν γὰρ διανόημα καὶ τυφλῷ δῆλόν φασιν , ἡ σύνθεσις δὲ συσταλεῖσα
καὶ ἡ δόξασις καὶ ἡ διανόησις ἡ μὲν κατὰ τὸ διανόημα , ἡ δὲ κατὰ τὸ δόξασμα : καθόλου τοίνυν
6155926 βουλευτον
τῇ προαιρέσει , ὥστε πραχθῆναι . ἐπεὶ τοίνυν τὸ προαιρετὸν βουλευτόν ἐστιν , ὀρεκτὸν τῶν ἐφ ' ἡμῖν δηλονότι ,
βουλευτά . οὐ γὰρ περὶ πάντων βουλεύονται οὐδὲ πᾶν ὁτιοῦν βουλευτόν . πρῶτον δὲ τίθεται βουλευτὸν εἶναι οὐ περὶ οὗ
6128188 ἀφροντιστων
μωρὸν κάρτα πυραύστου μόρον . Χελώνη μυῶν : ἐπὶ τῶν ἀφροντίστων τινός : τῷ δὲ Ἀγαμέμνονι τῆς Θερσίτου παῤῥησίας ἔλαττον
Ἄιδεις ὥσπερ εἰς Δῆλον πλέον : ἐπὶ τῶν φιληδόνων καὶ ἀφροντίστων . Ἀδελφὸς ἀνδρὶ παρείη : ὅτι προτιμητέον τοὺς οἰκείους
6125984 ἡσυχαζῃ
' ἂν ἰσχύειν , καὶ τὴν πόλιν , ἐὰν μὲν ἡσυχάζῃ , τρίψεσθαί τε αὐτὴν περὶ αὑτὴν ὥσπερ καὶ ἄλλο
ἐγὼ τὰς κατάρας ἐπ ' ἐμαυτὸν ἕλξω . Κἂν γὰρ ἡσυχάζῃ φιλοστοργίᾳ τῇ πρὸς ἐμέ , ‖ τὸ συνειδὸς ἐπιμέμψεται
6122848 πιει
γαμει ? ? ? [ ] ! ! ! ! πιει ! ! [ ! ! ] [ ] !
καὶ λέγων ἡμᾶς ἐδίδαξεν ? ] [ ] [ ] πιει [ ! ! ] ? . οθ [ !
6122143 καταλυεις
λόγων , κλέπτεις τὴν ἀκρόασιν , βλάπτεις τὴν πόλιν , καταλύεις τὴν δημοκρατίαν . Τίς οὖν ἐστιν ἀποτροπὴ τῶν τοιούτων
σοφίσματα . γίνονται δὲ οὕτως : ἆρ ' ἔστιν οὖ καταλύεις οἰκία ; ναί . τὸ οὐ καταλύεις οὐκ ἀπόφασίς
6099836 ἀποδιδου
τῷ κόσμῳ , τὰ δὲ τοῦ θεοῦ τῷ θεῷ ἀκριβῶς ἀποδίδου . τὴν ψυχήν σου νόμιζε παραθήκην ἔχειν παρὰ θεοῦ
δὲ τῷ νικήσαντι δίδωσι τὸ ἔπαθλον . φριμάσσεο : φριμαγμὸν ἀποδίδου μεθ ' ἡδονῆς , τουτέστι βρενθύου καὶ ἐναβρύνου ,
6095662 ψηφιεισθε
συγγενείας ἐστίν . Ἵνα δ ' ἀκριβῶς μάθητε περὶ ὧν ψηφιεῖσθε , τοὺς πολλοὺς λόγους ἐάσας οὗτος εἰπάτω ὅ τι
τὴν τοιαύτην καὶ περιφανῶς ἐγνωσμένην ὑπὸ πάντων γῆς περίοδον εἰργασμένην ψηφιεῖσθε ἀστὴν εἶναι ; καὶ τί καλὸν φήσετε πρὸς τοὺς
6091460 δεχωμεθα
λιθίνων ἢ χαλκῶν μηδὲν ἡμῖν διαφερέτωσαν : καὶ μήτε κήρυκα δεχώμεθα παρ ' αὐτῶν μήτε σπονδὰς σπενδώμεθα : ἡ ἐρημία
τῶν χειρῶν , ἵνα δι ' αὐτῶν διδῶμέν τε καὶ δεχώμεθα κατὰ τὸν κοινωνικὸν λόγον , καὶ τῶν δακτύλων ἁπλῶν
6052938 κατεδεται
καὶ πονῶν κτήσεται , καὶ οὕτως οὐχὶ τὰς σάρκας αὐτοῦ κατέδεται ἀλλὰ τὰς ἀπὸ τῶν σαρκῶν ἐργασίας . ἀγαθὸν δὲ
δειλίαν λέγεις . οὐκ ἴστε τὸ κακὸν οἷόν ἐστι . κατέδεται ἡμᾶς . τυχὸν ἴσως ὅδ ' ὀδυνώμενός τι νῦν
6052152 ἀγνοηται
διελθεῖν , ἵνα μηδὲν τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ὑποκειμένην ἱστορίαν ἀγνοῆται . Φρίξον τὸν Ἀθάμαντος μυθολογοῦσι διὰ τὰς ἀπὸ τῆς
τοῦ θεοῦ : διὸ οὐδὲ ἐπιστρέφεται κἂν ὑπὸ πάντων ἀνθρώπων ἀγνοῆται . σεαυτοῦ μὴ κρατῶν ἄλλων μὴ θέλε κρατεῖν .
6050555 τοσουταριθμον
τάξιν διηγοίμην . ἐκπληρώσαιμι . τοσοῦτ ' ἀριθμὸν ] γρʹ τοσουτάριθμον . ἐρράγη , ἐκινήθη . ἐρράγη . λέξας κακὸν
ἐν μιᾷ ἡμέρᾳ ἐφ ' ὅλην τὴν οἰκουμένην . . τοσουτάριθμον ] τοσοῦτο καὶ πολὺ καὶ μέγα κατὰ τὸν ἀριθμόν
6050101 ὀλυμπιονικην
νικῆσαι τοῖς ποσὶν ἐποίησε . βούλεται δὲ δεῖξαι αὐτὸν καὶ ὀλυμπιονίκην καὶ πυθιονίκην . διὸ καὶ ἄνω εἴρηκεν ὡς τοῖς
εἰς ἀγῶνα παρεσκευασμένος καλῶς : εἰ δὲ ὑμεῖς ἐμπνεύσητε , ὀλυμπιονίκην εἶναι τὸν νέον μαντεύομαι . γένοιτο δὲ ὑμᾶς λαμπρῶς
6047369 ἠτιμωσθαι
οἱ φεύγοντες τῶν ἄλλων πολιτῶν ὡς πλείστους καὶ διαβεβλῆσθαι καὶ ἠτιμῶσθαι βούλονται , ἐλπίζοντες τοὺς ὑφ ' ὑμῶν ἀδικουμένους ἑαυτοῖς
μᾶλλον ὡς Ἀριστείδης ἢ πλουτεῖν ὡς Καλλίας | , καὶ ἠτιμῶσθαι ὡς | Θρασύβουλος ἢ ἄρχειν ὡς Κριτίας , καὶ
6046868 χἠμεις
σὺ μεμπτὸν ἐνθάδ ' ὢν ἐρεῖς ἐμοί : οἴκοι δὲ χἠμεῖς εἰσόμεσθ ' ἃ χρὴ ποεῖν . Χωρῶν ἀπείλει νῦν
πάντας χρηστὸς ὤν , οὐκ ἔστι χειρόνιπτρον . ἀναθῶμεν νῦν χἠμεῖς τούτοις τασδὶ τὰς εἰρεσιώνας καὶ προσαγήλωμεν ἐπελθόντες . χαίρετε
6045893 γενεθλιακου
ἐμπίπτει ὁ μὴν τοῦ πλήθους τῶν μηνῶν ἐκβαλλομένου ἀπὸ τοῦ γενεθλιακοῦ μηνός , ἑκάστῳ ζῳδίῳ ἑνὸς μηνὸς διδομένου ἀπὸ τοῦ
ὃ ἐμπίπτει ἀπὸ τοῦ πλήθους τῶν μηνῶν ἐκβαλλομένου ἀπὸ τοῦ γενεθλιακοῦ μηνὸς κατὰ τὸ ἓν ζῴδιον ἑνὸς μηνὸς ἐφεξῆς ἀπὸ
6045852 ἀπατηλων
δὲ κατάϲταϲιϲ καὶ ἐν γλυκέϲι καὶ ἐν πικροῖϲι γεύμαϲι . ἀπατηλῶν ἄρα γευμάτων προκάλυμμα ἡ χολή . ἢν μὲν ὦν
' ὄμματ ' εἶ . Τυφλὸν ὄνειρον : ἐπὶ τῶν ἀπατηλῶν . Τυφογέρων : ἐπὶ τῶν τυφομανῶν γερόντων . Τῶν
6045024 ἐπικυρουν
, ἐπειδὴ παρῆν ὁ χρόνος , ἐν ᾧ τὰς ἀρχὰς ἐπικυροῦν ἔδει συνελθόντας εἰς τὸ πεδίον , οὐδενὸς οὔτε μετιόντος
ἐπιψηφίζειν . ἐπικρίναι . ἐπιψηφίζειν . ἀντὶ τοῦ ἐπιμαρτυρεῖν καὶ ἐπικυροῦν τὸν λόγον ὃν σὺ λέγεις . ἡ δὲ σύνταξις
6041648 συναγωγιμον
δοτέον ἔτι , πλακοῦντος ἁπτέον . Κατάκεισο κἀκείνας κάλει . συναγώγιμον ποιῶμεν . ἀλλ ' εὖ οἶδ ' ὅτι κυμινοπρίστης
ἐστί σου πάλαι . καὶ Ἔφιππος ἐν Γηρυόνῃ : καὶ συναγώγιμον συμπόσιον ἐπιπληροῦσιν . ἔλεγον δὲ συνάγειν καὶ τὸ μετ
6034450 πανδεινον
ὑμᾶς ἥκειν παρρησίας , ὄντας οἷοίπερ ἐστέ , πῶς οὐ πάνδεινον ; εἰ δὲ γεωργὸς ὢν ἀεὶ σπείρων οὐδὲν κομιζόμενος
τιμωρίαν ἐπιτρέπειν ἀλλ ' ἑαυτοῖς . πῶς γὰρ οὐκ ἔστι πάνδεινον , διὰ τροφῆς ἣ τοῦ ζῆν αἰτία καθέστηκε θάνατον
6029051 βαρυπυκνων
παρανήτην διεζευγμένων , ἐκαλεῖτο δὲ φρύγιον . τέταρτον τὸ ὑπὸ βαρυπύκνων περιεχόμενον , οὗ τέταρτος ὁ τόνος ἐπὶ τὸ ὀξύ
διὰ τεσσάρων τρία ἐστὶν εἴδη . πρῶτον μὲν τὸ ὑπὸ βαρυπύκνων περιεχόμενον , οἷόν ἐστι τὸ ἀπὸ ὑπάτης ὑπάτων ἐπὶ
6009900 κεχαρισται
πάνυ οἰκείως εἰσάγεται στάχυσιν ἐστεφανωμένη . τοῦτο γὰρ ἀναγκαιότατον ὧν κεχάρισται τοῖς ἀνθρώποις ἡ ἥμερος τροφή , ἐστί . ταύτην
, καὶ μᾶλλον τὰ χρήματα τοῖς κύμασιν ἢ τῷ δήμῳ κεχάρισται : ἐπὶ τούτοις οὖν παθόντες τῆς τυραννίδος χαλεπώτερα καὶ
6008673 ἀικλον
ἔτι φησὶν ὁ Πολέμων καὶ τὸ δεῖπνον ὑπὸ τῶν Λακεδαιμονίων ἄικλον προσαγορεύεσθαι , παραπλησίως ἁπάντων Δωριέων οὕτως αὐτὸ καλούντων .
καὶ παρατιθέασιν ἐν τῇ θοίνῃ τοὺς ἰπνίτας ἄρτους . ὅτι ἄικλον ὑπὸ τῶν Δωριέων καλεῖται τὸ δεῖπνον . ὅτι τὸν
6006716 Λυσεις
. ΤΕτάρτη ἀντίθεσις : ἀλλ ' εἰκὸς ἀναλαβεῖν . ΑΙ Λύσεις . οὐκ ἂν ἕλοιτο εὐμετάβολός τις καὶ εὐχερὴς εἶναι
Περὶ τῶν μυθολογουμένων ζῴων : . Περὶ αἰτιῶν : . Λύσεις ἀπορουμένων : . Τόπων προοίμια : . Περὶ τοῦ
6002430 Σκοπειτε
ἐκ πεντακοσίων , ἀπῆλθεν ἐπιωρκηκὼς καὶ δόξας πονηρὸς εἶναι . Σκοπεῖτε δὴ αὐτοί , ὦ ἄνδρες δικασταί , ἐκ τῶν
ὁστισοῦν ἀνὴρ περιέσται ; μηδαμῶς , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι . Σκοπεῖτε δὲ , ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , καὶ τοῦτο ,
6000876 ῥεγκεται
τι δεξιόν . Ὡς μεγάλ ' ὁ Παφλαγὼν πέρδεται καὶ ῥέγκεται , ὥστ ' ἔλαθον αὐτὸν τὸν ἱερὸν χρησμὸν λαβών
ῥέγκεται . οὐ γάρ ἐστι δόκιμον οὕτω λέγειν . ΓΘ ῥέγκεται ] ῥέγκει : ὁμοιοκατάληκτον δὲ μόνον τοῦτο εἴρηκεν :
5999662 ὁμολογειτε
' ἄν ; εἰ δὲ ἀδίκως , ὑμεῖς μὲν ἐντεῦθεν ὁμολογεῖτε οὐδὲν ἀμείνους εἶναι Περιλάου , ἐγὼ δὲ οὔπω δίδωμι
. εἰ μὲν οὖν αὐτοί φατε παραδοῦναι Σωστράτωι , ληιστὰς ὁμολογεῖτε καταπέμπειν : εἰ δ ' ἀκόντων ὑμῶν ἐκεῖνος ἐκράτει
5992815 ἐνδεκτον
ἔστιν ὑγιές , οὐ τοῦτό μου ἀποφαινομένου , ὡς οὐκ ἔνδεκτον ἀποκοπῆναι σύνδεσμον : δεδείξεται γὰρ τὸ τοιοῦτον . τὸ
μήποτε εὐλόγως τὰ προσηγορικὰ δύο ἄρθρα αἰτεῖ . οὐ γὰρ ἔνδεκτον ἀναφέρεσθαι κτῆμά τινος , τοῦ κτήτορος μὴ οὐχὶ προαναφερομένου
5989703 ἀμυνου
γίγνεται . Ἔνεγκ ' ἀτυχίαν καὶ βλάβην εὐσχημόνως . Ἐχθροὺς ἀμύνου μὴ ' πὶ τῇ σαυτοῦ βλάβῃ . Ἔστιν Δίκης
Ἐπαίνει ἀρετήν . Πρᾶττε δίκαια . Φίλοις εὐνόει . Ἐχθροὺς ἀμύνου . Εὐγένειαν ἄσκει . Κακίας ἀπέχου . Κοινὸς γίνου
5984241 αἰδημον
Παρὰ τῆς δόξης καὶ μνήμης τῆς περὶ τοῦ γεννήσαντος τὸ αἰδῆμον καὶ ἀρρενικόν . Παρὰ τῆς μητρὸς τὸ θεοσεβὲς καὶ
κακῶς ἔχειν οἰόμεθα : ἂν δέ τινος τὸ ἐντρεπτικὸν καὶ αἰδῆμον ἀπονεκρωθῇ , τοῦτο ἔτι καὶ δύναμιν καλοῦμεν . Καταλαμβάνεις
5983903 συναποστηναι
ὑπὸ δὲ τοῦ πλήθους κατισχυόμενοι καί τινας τῶν στρατιωτῶν πείσαντες συναποστῆναι πάλιν ἀπεχώρησαν . εὔζωνοι δ ' ὄντες καὶ πάντες
τὸ ς ἀναδέχεται : ἀποστάντος δὲ τοῦ τόνου ἦν ἔνδεκτον συναποστῆναι καὶ τὸ ς , καθότι καὶ τῶν εἰς ω
5979871 προσημαινεται
, καὶ ταῦτα μὲν ἐν ταῖς τελείαις γίνεται κρίσεσι . προσημαίνεται δὲ ἐν ταῖς ἐπιδήλοις , ὅτι προὔργου τῇ φύσει
καὶ ὅτι , σύνεγγυς , αὐτοῦ θαμίζοντος τοῦ ἐφιάλτου , προσημαίνεται . λέγεται δὲ ἀπὸ τοῦ δοκεῖν ἐφάλλεσθαί τινα τοῖς
5973080 νικον
„ ὕδατα δινήεντος ἀμευσάμενος Ἀθύραο „ . τὸ ἐθ - νικὸν διὰ τῆς αι διφθόγγου Ἀθυραῖος , ὡς Ῥήβας Ῥηβαῖος
, ὅτι τὸ παλαιὸν βασιλεῖς πολυθρέμμονες , καὶ ποιμε - νικὸν ἔζων βίον : μῆλον δὲ λέγεται τὸ πρόβατον Αἰολικῶς
5969574 ἀλεξικακε
ὦ Ἡράκλεις “ ἐπὶ θαυμασμοῦ λαμβάνεται . τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ ἐπὶ σχετλιασμοῦ καὶ λαμβάνεται διὰ μέσου . ὁμομητρίαν
. σχετλιάζων δ ' ἔθηκε διὰ μέσου τὸ ” ὦ ἀλεξίκακε “ : ἔστι δὲ ἐπίθετον τοῦ Ἡρακλέους . ὦ
5968845 σεσηρως
μιαρὸς οὗτος . ὡς δὲ καὶ κλέπτον βλέπει . οἷον σεσηρὼς ἐξαπατήσειν μ ' οἴεται . ποῦ δ ' ὅ
εἰμι μουσικώτερος τρύχνου . τρώκτης σφόδρ ' ἐστίν , ἅμα σεσηρὼς καὶ γελῶν . ἀσπαζόμεσθ ' ἐρετμία καὶ σκαλμίδια .
5968004 Δικαιος
τῆι περὶ Σαλαμῖνα καὶ οἱ θεοὶ συνεμάχησαν τοῖς Ἕλλησιν . Δίκαιος γὰρ ὁ Θεοκύδους , ἀνὴρ Ἀθηναῖος , ἔφη θεάσασθαι
καλοῦ . Διὰ τὰς γυναῖκας πάντα τὰ κακὰ γίνεται . Δίκαιος ἂν ᾖς , τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ . Δίκαιος
5965828 μεταβολικον
στίχος ἐκ Τηλέφου Εὐριπίδου . ἀτταταῖ : διπλῆ καὶ μέλος μεταβολικόν . Γ ἀτταταῖ ] θρηνῶν παρατραγῳδεῖ . παρατηρητέον ὅτι
[ κτλ . . . ] Α φωνῆεν δίχρονον , μεταβολικόν , προτακτικὸν τοῦ Ι καὶ Υ . Β σύμφωνον
5964854 Καρδαμωμου
' ἑξῆς ἡμερῶν ε καὶ διαλίμπανε δέκα . Διουρητικόν . Καρδαμώμου , ἀμώμου , σχοίνου ἄνθους ἀνὰ ⋖ Ϛ ,
ὄξει ἐπίχριε : τοῦτο ῥήσσει καὶ ξηραίνει . Ἄλλο . Καρδαμώμου σπέρμα κυαμίνῳ ἀλεύρῳ σὺν ὕδατι κατάπλασ - σε δὶς
5959697 πταρνυται
ξυνιέναι , καὶ βαδίζειν αὐτὸν ἐκέλευσεν . ἤδη δὲ ἀποχωρῶν πτάρνυται : κἀκεῖνος εὐθὺς ἀνεβόησεν ὡς εἴη κίναιδος . εἶτα
τοῦτον εὐθὺς ἐν ἀγορᾷ . αὑτῷ βαδίζει καὶ λαλεῖ καὶ πτάρνυται ἕκαστος ἡμῶν , οὐχὶ τοῖς ἐν τῇ πόλει .
5959253 Ἰτω
, οὕτω προστάττειν ὥσπερ ἐν οἴκῳ ἔνιοι δεσπόται προστάττουσιν , Ἴτω τις ἐφ ' ὕδωρ , Ξύλα τις σχισάτω :
Σοφός τ ' ἂν αὑτὸς κἀγαθὸς κεκλῇ ' ἅμα . Ἴτω : ποήσω , πᾶσαν αἰσχύνην ἀφείς . Ἦ μνημονεύεις
5952527 ἐξελωσι
φάσκων εἶναι Λακεδαιμονίους , ἀλλ ' ἵνα Ἀργείους σφίσι σπεισάμενοι ἐξέλωσι καὶ αὖθις ἐπ ' Ἀθηναίους μόνους ἴωσι , τούτου
[ τῶν βαρβάρων ] , ἢν μή ποτε αὐτοὺς μὴ ἐξέλωσι , μὴ ἐλευθερῶσαι . τρίβειν οὖν ἐκέλευε πρῶτον ἀμφοτέρους
5952063 ἀποφαντικος
εἰσὶ μὲν καὶ ἕτεροι λόγοι παρὰ τὸν ἀποφαντικόν ὁ δὲ ἀποφαντικὸς τῆς νῦν θεωρίας , διὰ τοῦτο ἐπέγραψε τὸ βιβλίον
δὲ κατὰ τὸ σημαινόμενον . φησὶν οὖν ὅτι εἷς ἐστὶν ἀποφαντικὸς λόγος ὁ ἓν δηλῶν . ἔστι δὲ τῇ μὲν
5948459 σκωλος
, ἃ οὐ πάντως ἐτυμολογοῦμεν , ὡς οὐδὲ τοῦτο . σκῶλος πυρίκαυστος Ν ; Σκῶλον Β . . , :
μεγήρας . καὶ τὸ μὲν αὐτοῦ μεῖν ' ὥς τε σκῶλος πυρίκαυστος ἐν σάκει Ἀντιλόχοιο , τὸ δ ' ἥμισυ
5946648 ἡλιαζεσθαι
Λυκείῳ ἡλιάζεσθαι ; τοῦτο γάρ σου τὸ ἔργον ἦν , ἡλιάζεσθαι ; οὐχὶ δὲ τὸ εὐροεῖν , τὸ ἀκώλυτον εἶναι
ἔασον ἡμέρας ηʹ καὶ πωμάσας ἀπόθου ἐν ὑπαίθρῳ , ὥστε ἡλιάζεσθαι ἡμέρας ιʹ , καὶ ἐκ τοῦ ὕδατος κατάσταζε ,
5938531 Μεγαρεες
τοῦ Ξούθου στρατάρχεω γενομένου Ἀθηναίοισι ἐκλήθησαν ἀπὸ τούτου Ἴωνες . Μεγαρέες δὲ τὠυτὸ πλήρωμα παρείχοντο τὸ καὶ ἐπ ' Ἀρτεμισίῳ
, ἀπικόμενος δὲ ὁ κῆρυξ πρὸς αὐτοὺς ἔλεγε τάδε : Μεγαρέες τάδε λέγουσι : Ἡμεῖς , ἄνδρες σύμμαχοι , οὐ
5937063 μεταβουλευσασθαι
πειρῶ διαχέαι τὰ βεβουλευμένα , ἤν κως δύνῃ ἀναγνῶσαι Εὐρυβιάδην μεταβουλεύσασθαι ὥστε αὐτοῦ μένειν . Κάρτα τε τῷ Θεμιστοκλέϊ ἤρεσε
καὶ τὰς κεκινημένας ἤδη ψήφους διορθούντων . Πλάτων δὲ τὸ μεταβουλεύσασθαι καὶ μεταγνῶναι . . . ἀνεπάγγελτος : ἄκλητος .
5931541 τετυπυια
Τετυφότες , τετυφυῖαι , τετυφότα . Ἑνικά . Τετυπώς , τετυπυῖα , τετυπός . Δυϊκά . Τετυπότε , τετυπυία .
τέτυπα τροπῇ τοῦ α εἰς ως , τὸ θηλυκὸν ἡ τετυπυῖα , τὸ οὐδετέρον τὸ τετυπός . Ὁ τύψας μετοχὴ
5929618 σιγωντος
λέγειν . τὸ γὰρ σιγῶντα δύναται νοεῖσθαι καὶ ἐπὶ τοῦ σιγῶντος ἀνθρώπου καὶ ἐπὶ τῶν σιγωμένων πραγμάτων . δύναται τὸ
: Εὐτυχία γὰρ ἀνδρὶ τὸ ἐν ἔργοις εἶναι . Στόματος σιγῶντος θεὸς ἔκδικος . Ἑρμηνεία . Ἐπιείκειαν ὁ τῇ φρονήσει
5927591 Ὀρθιον
. Ἑδώλοισιν . ὑποστρώμασι νηός , ζυγαῖς , καθέδραις . Ὄρθιον νόμον Θαμύρα . ὁ κιθαρῳδικὸς τρόπος τῆς μελῳδίας ,
Ταϋγέτου πόδ ' ] Σκοπῶν . Ἔμβαλον ] Προσέῤῥηξαν . Ὄρθιον ] Ἐξάκουστον . Μεταλαμβάνειν ] Κοινωνεῖν . Περιστέλλων ]
5925224 ἀπεθνῃσκεν
καὶ ἐπιθεῖσα ἐπὶ τὰ στέρνα τοῦ ἀνδρὸς τὴν ἑαυτῆς κεφαλὴν ἀπέθνῃσκεν . ἡ δὲ τροφὸς ἀνωλοφύρατό τε καὶ περιεκάλυπτεν ἄμφω
ἐπιθήσωσιν , ὅτι τυχὸν εἰ μὴ ἐφλεβοτομήθη , οὐκ ἂν ἀπέθνῃσκεν . Τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι [ .
5920287 ἀκυρολογια
ὁ οὖν λέγων νεαρὸν τὸ κρέας καὶ πρόσφατον τὸ ὕδωρ ἀκυρολογία † † . τὸ βίος τοῦ ζωὴ διαφέρει ,
ἃ δὲ περὶ ἐναλλαγὴν λέξεως ἐν συντάξει , ὡς ἡ ἀκυρολογία . βαρβαρισμός ἐστιν ἁμάρτημα ἐν μιᾷ λέξει περὶ τὴν
5904614 ἀντιφονων
] ἰσοφόνων . Ξ ἀντιφόνων ] ἀντὶ τοῦ ἴσων . ἀντιφόνων ] τῶν ἐξ ἐναντίας γινομένων . θ θανάτων ἀραί
ὁμοσπλάγχνων ] ἀδελφικῶν . . δαιμόνιοι ] δυστυχεῖς . . ἀντιφόνων ] τῶν ἐξ ἐναντίας γινομένων . . διανταίαν ]
5903656 Γοργοι
Πραξινόα , περὶ τὰς θύρας ὅσσος ὅμιλος . θεσπέσιος . Γοργοῖ , δὸς τὰν χέρα μοι : λάβε καὶ τύ
[ ] : ἡ Πλειστοδίκη [ τῆι ] ? ? Γοργοῖ ? [ ] ? ? σύνζυξ μετὰ ? ?
5900463 Ἰατρος
πλεονεξίαν φύγε . Ἰδίας νόμιζε τῶν φίλων τὰς συμφοράς . Ἰατρὸς ὁ λόγος τοῦ κατὰ ψυχὴν πάθους . Καλὸν γυναικὸς
ἀεὶ δ ' ὑλακτεῖ , καὶ ξένοισιν οὐ χαίρει . Ἰατρὸς ἦν ἄτεχνος . οὗτος ἀρρώστῳ , πάντων λεγόντων “
5898117 Κρειττον
ἔδει , καὶ μὴ δύναμιν οὖσαν τοσαύτην ἄγονον εἶναι . Κρεῖττον δὲ οὐχ οἷόν τε ἦν εἶναι οὐδ ' ἐνταῦθα
ἥτις καὶ Καλαμίνθη , πόλις Λιβύης . Ἑκαταῖος Περιηγήσει . Κρεῖττον οὖν ὡς Ἡρόδοτος [ Ἡρόδωρος ? ] διὰ τοῦ
5894764 πιστοτερον
ὅστις ἐστίν , αὐτὸς ἐλθέτω , φανήτω , μαρτυρησάτω . πιστότερον γὰρ οὕτως ἔσται τὸ κατηγόρημα μαρτυρηθέν . ἐπεὶ νῦν
ὑμῶν περὶ πλείονος ποιεῖται , ὑμεῖς δ ' αὐτοὶ φανήσεσθε πιστότερον πρὸς ἐκείνους ἢ πρὸς ὑμᾶς αὐτοὺς διακείμενοι ; ἄξιον
5893959 ὑπερφρονει
δὲ αἰγιθάλας ζῷον ἐστί : καὶ τῶν μὲν μικρῶν ὀρνίθων ὑπερφρονεῖ , ἐπιτίθεται δὲ ταῖς αἰξὶ κατὰ τὸ καρτερὸν ,
τῇδε τὸ θεῖον . ὅτι τὰ ἀνθρώπεια τὸ θεῖον ἢ ὑπερφρονεῖ ἢ ἀτιμάζει ἢ πρόνοιαν αὐτοῖς ἔφορον οὐκ ἐφίστησι .
5892369 ἐβουλευομεθα
εἰ ἓν ὧν ἐπεχείρησαν Θηβαῖοι κατώρθωσαν , οὐκ ἂν νῦν ἐβουλευόμεθα . ἀλλ ' ἐάσω τό γε μηδ ' ἔργῳ
. ἐπειδὴ δὲ μεστὸς ἐγένετο ἀγανακτῶν , ἐσκοποῦμεν πάλιν καὶ ἐβουλευόμεθα κοινῇ ἐγὼ καὶ Ὀλυμπιόδωρος οὑτοσί , ὅντινα τρόπον τούτων
5891837 ἑλκυϲματοϲ
λειοῦται οἴνῳ ἢ χυλῷ τήλεωϲ . μὴ παρόντοϲ δὲ τοῦ ἑλκύϲματοϲ μολυβδαίνῃ χρώμεθα . Χυλοῦ τήλεωϲ καὶ λινοϲπέρμου καὶ ἀλθαίαϲ
δὲ πρὸϲ τὰ αὐτὰ καὶ τὸ πιλάριον τὸ δι ' ἑλκύϲματοϲ καὶ ἡ δι ' ᾠῶν ὁμοίωϲ . Ἑκάτερον τούτων
5890830 κριμα
Μὴ οὖν ἐκεῖνος ἐμόν ἐστιν ἔργον , μή τι ἐμὸν κρίμα ; Οὔ . Τί οὖν ἔτι μοι μέλει ;
, ἡ δὲ τῆς λαμπάδος αὐτοῦ δόξα ἀποβήσεται αὐτῷ εἰς κρίμα : ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ τοῦ σκότους καὶ οὐχὶ
5890493 σιωπα
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ
5887903 τολμ
εὐήθης ξείνων δέκτρια Πασιφίλη . πάμπαν ἀποσχόμενος : ἶσον δὲ τολμ ? ? [ εἰ ? δ ' ὦν ἐπείγεαι
[ . ] . ] φρα ? ? [ ] τολμ ? ? [ ] εμουσα ! [ ] .
5886449 ἠθελησαμεν
? ? [ ἡδέ ] - ων πληρώματος , % ἠθελήσαμεν , % ἵνα μὴ προλημφθῶμεν , βοηθεῖν ἤδη τοῖς
τοῦτο δὲ ἦν ὑπότιτθον , πολλῇ δὲ ἐμφράξει κατείχετο : ἠθελήσαμεν οὖν αὐτὸ διὰ καθάρσεως ἐκφράξαι , ἀλλ ' οὐκ
5885308 ἐκφερω
ἅπαντας ἐκφέρω . Οἴμ ' ὡς χεσείω , κοὐχ ἅπαντας ἐκφέρω . Ταυτὶ τί ἐστι ; Λόγια . Πάντ '
' οὓς καθέξειν αὐτὰ πεπίστευκα ἐγκρατῶς πρώτοις τε καὶ μόνοις ἐκφέρω : παρ ' ὑμῶν δ ' οἱ ἄλλοι πολῖται
5884655 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
5883648 κρουνεια
, κάδοι , ὁλκεῖα , κρουνεῖ ' . ἔστι γὰρ κρουνεῖα ; ναί . ΚΥΑΘΙΣ , κοτυλῶδες ἀγγεῖον . Σώφρων
, κάδοι , ὁλκεῖα , κρουνεῖ ' . ἔστι γὰρ κρουνεῖα ; ναί . λουτήριἀλλὰ ' τί καθ ' ἕκαστα
5883132 γενεθλιακης
δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἡμερῶν : τὰς γὰρ ἀπὸ τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας ἐκβαλοῦμεν ἀπὸ τῶν μηνιαίων τόπων κατὰ ζῴδιον ἡμέρας
, Ἑρμῇ νβ , Σελήνῃ οα . καὶ ἀπὸ τῆς γενεθλιακῆς ἡμέρας ἀπὸ τοῦ κυρίου τοῦ παροδικοῦ ἐνιαυτὸν μερίζουσι τοῖς
5879556 πρωτειον
λιστ . οἰνομέλιτος τὸ ἀρκοῦν . ἔστω δὲ τὸ μέλι πρωτεῖον , καὶ ὁ οἶνος παλαιὸς καὶ εὐώδης . Λιβάνου
ἵνα μὴ φορτικὸν γένηται τὸ πρωτεῖον ὑμῶν , ἀλλὰ καὶ πρωτεῖον ᾖ καὶ φιλῆται . τὰ δὲ τῶν ἡγεμόνων νῦν
5879459 ταμιευομενων
εἰσαεὶ παρέξω . βούλομαι δέ σοι προειπεῖν τὸ πλῆθος τῶν ταμιευομένων ἀγαθῶν , ἵνα κἂν συναινῇς ἑκὼν ἀσμενίζῃς , κἂν
τοῦτο δρᾶν τὰς δὲ χείρονας διὰ πλείονος χρόνου : καὶ ταμιευομένων μὲν πλείω χρόνον ἀντέχειν , ἐὰν δὲ πᾶσαν ἐξαιρῶσιν
5877262 ἀπαιτεις
τῆς δωρεᾶς . πυνθάνομαι τοίνυν αὐτοῦ , ” Τί λοιπὸν ἀπαιτεῖς παρ ' ἡμῶν ; οὐκ ἠβουλήθην ; οὐκ ἀνῆλθον
τῆς μητρὸς εἶπεν : „ βαρύ γε ἐνοίκιον τῆς δεκαμήνου ἀπαιτεῖς „ . Ὁ αὐτὸς ἀξιούμενος ὑπὸ τῶν φίλων τεκνοποιῆσαι
5872213 Μενεστρατον
ἐν τῷ λόγῳ ὑποσημαίνει , καὶ Λυσίας ἐν τῷ πρὸς Μενέστρατον , εἰ γνήσιος ὁ λόγος ἐστίν . Πρόκλησις :
τὰ ἥδιστα πεποιηκέναι . Ἀκούω δ ' αὐτὸν καὶ εἰς Μενέστρατον ἀναφέρειν τι περὶ τῶν ἀπογραφῶν τούτων : τὸ δὲ
5871637 ὡριστος
κεν ἀνὴρ ? [ ] [ οὐδὲ ] θεῶν ? ὥριστος ἀλεξήσειεν [ ὄλεθρον ] ? . [ ] ο
παράγωγον φημί , ἐξ οὗ τὸ ” πέφαται δ ' ὥριστος Ἀχαιῶν ” καὶ ἀρηΐφατος . . . . .
5864046 ἀποσχῃ
ἂν πρὸς τὰς ἀνατολὰς περιχωρήσασα ἡ σελήνη ζῴδιον τοῦ ὁρίζοντος ἀπόσχῃ , μένειν δὲ μέχρι ἂν ζῴδιον ὑπὲρ γῆς μετεωρισθῇ
Ξέρξην , ἀπίστους ποιήσῃ τοὺς Ἴωνας καὶ τῶν ναυμαχιέων αὐτοὺς ἀπόσχῃ . Θεμιστοκλέης μὲν ταῦτα ἐνέγραψε . Τοῖσι δὲ βαρβάροισι
5862111 πειραθητι
ἄλλον δέ τινα ἴωμεν . Μὴ πρὸς θεῶν , ἀλλὰ πειράθητι πάντα εἰπεῖν ὅσα ἔχεις ὑπὲρ τοῦ αὐτοῦ πράγματος ,
, ἢ πῶς ; Πειρῶμαι μέν , ὦ Σώκρατες : πειράθητι δὲ καὶ σὺ σαφέστερον ἔτι λέγειν . Λέγω δὴ
5861244 ἀναζυγωσαι
: τὸ ἀναλαμβάνειν τὸ πρᾶγμα διὰ χρόνου . . . ἀναζυγῶσαι : τὸ τὰς θύρας ἀναπετάσαι : Ἀριστοφάνης : τὴν
σὺν τούτοις ἄλλα , ἐν τοῖς περὶ φωνῆς προείρηται . ἀναζυγῶσαι δὲ τὸ φθέγμα ἔλεγον , καὶ καταπεπνῖχθαι τὸ φθέγμα
5858382 κλεπτικον
κατηγορούμενος . ὡς δὲ καὶ κλέπτον βλέπει : ἀντὶ τοῦ κλεπτικόν . Γ “ κλέπτον ” βαρέως Ἀττικοί , καθὸ
κυνῶν . κλέπτον τὸ χρῆμα : ⌈ ἀντὶ τοῦ Γ κλεπτικόν . Γ ἔπαιξε δέὲ ⌈ : ὡς ἐν κωμῳδίᾳ
5855556 κτανωσιν
αὐτοὶ ἑαυτοὺς φονεύσαντες , τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν
τῷ ἑαυτῶν σιδήρῳ ἑαυτοὺς τρώσαντες . κτάνωσιν ] φονεύσωσιν . κτάνωσιν ] ἑαυτούς . Ξ κτάνωσιν ] ἀποθάνωσιν . αὐτοκτόνως
5855015 μονομερης
τὸ ἐκ πολλῶν ἀστέρων συνιστάμενον σχῆμα , ἀστὴρ δὲ ὁ μονομερής . ἀστρολογία ἀστρονομίας διαφέρει . ἀστρονομία μέν ἐστιν ἡ
ψυχὴ μὲν οὖν ἡ τῶν ἀνθρώπων πολυμερής ἐστι καὶ οὐ μονομερής . συνθετὴ γάρ ἐστιν ὡς εἶναι φανερὰν αὐτὴν διὰ
5853311 χρυσοχοος
προσήγαγεν ταὐτὸ δίκαιον τοῦτο , ἀλλ ' αὑτὸς ῥήτωρ , χρυσοχόος , ταμίας , ἀντιγραφεὺς γέγονεν . καὶ μὴν εἰ
Ἔτι τὰ παρὰ τὸ ” χέω ” σύνθετα παροξύνεται : χρυσοχόος οἰνοχόος . τὸ πρόχοος δὲ ἀπὸ προθέσεως . Ὅσα
5852437 ἀναιδεστατον
δὲ ὡς παρὰ τὴν βδέλλαν τὸ ζωΰφιον , ὅπερ ἐστὶν ἀναιδέστατον καὶ δυσαπόσπαστον . . . . ἀπολογούμενον ] οἱονεὶ
ἔπραξεν ζῶν . Ἐτόλμα τοίνυν πρὸς τῷ διαιτητῇ πρᾶγμ ' ἀναιδέστατον λέγειν , ὡς ὁ πατὴρ αὑτοῦ δεκάτην ἐποίησεν ὥσπερ
5851927 κορωνοποδιου
χλωροῦ ἡ ἐντεριώνη , ὀξυακάνθης ὁ καρπὸς , ἀκάνθης λευκῆς κορωνοποδίου ἡ ῥίζα , μορέας ἄωρος καρπὸς ξηρανθέντα ἐπιπασσόμενα ,
κνήκου τῆς ἐντεριώνης . . . . γρ . δʹ κορωνοποδίου ῥίζης . . . . . γρ . Ϛʹ

Back