ἀπὸ καρδίας εὐχάριστος τοῖς θεοῖς . Μέμνησο ἐκ πόσου ταῦτα ἀναβάλλῃ καὶ ὁποσάκις προθεσμίας λαβὼν παρὰ τῶν θεῶν οὐ χρᾷ | ||
σοι τοῦτο τί δῆτα μέλλεις ] τί λοιπὸν βραδύνεις καὶ ἀναβάλλῃ ἐπεὶ οὐ φθονεῖς , ὡς λέγεις μὴ οὐ ] |
ἂν εἴης αὐτὸς ἀναπληρῶσαι τὸ τὴν ἐμὴν προθυμίαν ἐκφυγόν . Πολὺν τρέμοντες διηγάγομεν χρόνον δεδιότες μή σε ὁ καιρὸς καὶ | ||
Καλλίου , καὶ ὅτι μοιχεύων χρήματα ἐδίδου . γενναῖος : Πολὺν ἔχων ὄλβον . . κατωφαγᾶς : Ὅτε βαρύνεται , |
ὑπ ' Αἰγίσθου παθών , ὅς μου κατέκτα πατέρα χἠ πανώλεθρος μήτηρ . ἀφῖγμαι δ ' ἐκ θεοῦ μυστηρίων Ἀργεῖον | ||
Βακτρίων ] τῶν . ἔρρει ] ἐφθάρη . πανώλης ] πανώλεθρος . οὐδὲ ] ἐφθάρη ἀλλὰ πᾶσα ἡ νεότης . |
πορνίδιον , οὐδὲ θυροκοπῶν ὦφλεν δίκην . οὕτω τὸ γῆρας σωφρονοῦν οὐκ εὐτυχεῖ . Μάλιστα δ ' ἐκπλήττει με τῶν | ||
ἀκολασία κρατεῖ βίος τε ἀγεννὴς καὶ ἀνελεύθερος εὐδοκιμεῖ καὶ τὸ σωφρονοῦν ὀνειδίζεται . ἐν Ἰωνίᾳ μὲν ταῦτα , αἱ Λάκαιναι |
περὶ τὸ ΑΓΗ ὀρθογώνιον κύκλος τξ , ἡ δὲ ὑπὸ ΑΓΗ γωνία , οἵων μέν εἰσιν αἱ β ὀρθαὶ τξ | ||
ιθ γ ἔγγιστα , διὰ τοῦτο δὲ καὶ ἡ ὑπὸ ΑΓΗ ὅλη τῶν αὐτῶν κα νε . καὶ ὅταν ἄρα |
, οὕτως αὐτοῦ ἀποδεχώμεθα . Καί μοι εἰπέ , ὦ Θρασύμαχε : τοῦτο ἦν ὃ ἐβούλου λέγειν τὸ δίκαιον , | ||
. Καὶ θεοῖς ἄρα ἐχθρὸς ἔσται ὁ ἄδικος , ὦ Θρασύμαχε , ὁ δὲ δίκαιος φίλος . Εὐωχοῦ τοῦ λόγου |
, ἀπώλεια , ζημία ζημιῶδες , ἐπιβλαβές , ἐπιζήμιον , βλαβερῶς ἐπιβλαβῶς , ἐπιζημίως , βλαβερὸς ἐπιβλαβής , ζημιώδης ἐπιζήμιος | ||
, ζημία βλαβερά ἐπιβλαβής καὶ τὰ ὅμοια ἐπιζήμιος ζημιώδης , βλαβερῶς ἐπιβλαβῶς ἐπιζημίως : τὸ γὰρ ζημιωδῶς δύσφθεγκτον , εἰσενεγκεῖν |
τῶν ἐκ τῆς βας διαιρέσεως τοῦ ἐλάσσονος τῶν ἐκ τῆς αης διαιρέσεως ᾖ γπλ . . Τετάχθω ὁ ἐλάσσων ὁ | ||
ἔγκλισιν λαμβάνει ὁ τῶν ζῳδίων κύκλος πρὸς τὸν ὁρίζοντα Κριοῦ αης μοίρας μεσουρανούσης , καὶ Ζυγοῦ αης μοίρας μεσουρανούσης ἀνατέλλει |
ὁ οἰκέτης παῖδα γεγονέναι , ὁ δὲ συμβαλλόμενος τοὺς μῆνας ἀπώμοσε , φὰς οὐκ ἑωυτοῦ μιν εἶναι . Τούτου δὴ | ||
Ἑρμογένης ἀνήρετο εἰ πολὺ εἴη αὐτῷ ἀργύριον . ὁ δὲ ἀπώμοσε μηδὲ ὀβολόν . Ἀλλὰ γῆν πολλὴν κέκτησαι ; Ἴσως |
ὅτι εἰ τότε ἐψεύσω , πόθεν δῆλον , εἰ νῦν ἀληθεύεις ; εἰκὸς γὰρ καὶ νῦν ψεύδεσθαί σε . οὐ | ||
ἠδυνάμην ἣν λέγεις σεαυτοῦ ἐσχάτην ἡμέραν αἰῶνα ποιῆσαι , ἐὰν ἀληθεύεις ὅτι Αἴσωπος ζῇ . ἐκεῖνον γὰρ τηρήσας ἐφύλαξας εἰς |
παράπαν ] παντελῶς ἡμαρτήκαμεν ] ἠστοχήσαμεν ὡρικῶς ] τρυφηλῶς : νεωτερικῶς εἶπε διότι ἦν τεθρυμμένη ἀλλ ' ὅ τι ] | ||
νεωτερικῶς . παίζουσι γὰρ τῇ γραῒ οἱ γέροντες . . νεωτερικῶς , ἤγουν ὡς πυνθάνονται αἱ ἐν ὥρᾳ οὖσαι γυναῖκες |
γὰρ συκῆ χαῦνον φυτόν ἐστι καὶ ἀνωφελῆ ξύλα ποιεῖ . Σύμβουλός ἐστιν ὁ χρόνος τῶν πραγμάτων . Συγγνώμη πρωτοπείρῳ : | ||
Σὺν Ἀθηνᾷ καὶ χεῖρα κίνει . Συνῆλθεν ἀτταγᾶς νουμηνίῳ . Σύμβουλός ἐστιν ὁ χρόνος τῶν πραγμάτων . Συγγνώμη πρωτοπείρῳ : |
] νοθεύσειν , μολύνειν , νενοθευμένην δεῖξαι τὴν μάχην . καπηλεύσειν ] ἀναβαλέσθαι . καπηλεύσειν ] ἐκκλίνειν , οὐ καλῶς | ||
ἐλθὼν ] παραγενόμενος . ἔοικεν ] φαίνεται . Ξ οὐ καπηλεύσειν ] οὐ κιβδηλεύσειν , ἤτοι οὐ ψεύσεσθαι . Ξ |
νικῆσαι τοῖς ποσὶν ἐποίησε . βούλεται δὲ δεῖξαι αὐτὸν καὶ ὀλυμπιονίκην καὶ πυθιονίκην . διὸ καὶ ἄνω εἴρηκεν ὡς τοῖς | ||
εἰς ἀγῶνα παρεσκευασμένος καλῶς : εἰ δὲ ὑμεῖς ἐμπνεύσητε , ὀλυμπιονίκην εἶναι τὸν νέον μαντεύομαι . γένοιτο δὲ ὑμᾶς λαμπρῶς |
ἀρχῶν μὴ μετέχειν ᾧ ἂν μὴ ᾖ οὐσία εἰς τὸ ταχθὲν τίμημα , ταῦτα δὲ ἢ βίᾳ μεθ ' ὅπλων | ||
νόμων , ἢ μονίμους εἶναι τοὺς τεθέντας ἢ μή . ταχθὲν μὲν γὰρ αὐτὸ καὶ μετασχὸν τοῦ τὰ αὐτὰ κατὰ |
καθάπερ ἀπὸ χειμάρρου βίας κατασυρεῖεν . ἡμᾶς δέ , εἰ βελτιώσεως ζῆλός τις ἦν , ἰχνηλατεῖν ἔδει τὰς τούτων καταδύσεις | ||
. Καλὸν ἀεὶ τῷ κρείττονι τὸ χεῖρον ἀκολουθεῖν , διὰ βελτιώσεως ἐλπίδα . Πένης ὢν ἡσύχαζε , μὴ μέγα φρόνει |
θεῶν ἀνώμοτος φίλος γένοι ' ἂν κἀπικηρυκεύμασιν τάχ ' ἂν πίθοιο : τἀμὰ μὲν γὰρ ἀσθενῆ , τοῖς δ ' | ||
θεῶν πρὸς μῦθον ἔειπε : ἦ ῥά νύ μοί τι πίθοιο φίλον τέκος ὅττί κεν εἴπω , ἦέ κεν ἀρνήσαιο |
ὄρος . διαβὰς δὲ τὸν Νέστον ποταμὸν λέγουσιν , ὅτι δεκαταῖος ἀφίκετο ἐπὶ τὸ ὄρος τὸν Αἶμον . καὶ ἐνταῦθα | ||
γένηται δεκαταῖος , καὶ μοτοῦν ὠμολίνῳ : ἐπὴν δὲ γένηται δεκαταῖος , ἐξιεὶς τὸ πῦον πᾶν , ἐσιέναι οἶνον καὶ |
τῆς πόλεως πρὶν ἥλιον δῦναι , τοῖς δὲ μὴ πεισθεῖσιν ἐπικηρύξαι θάνατον , ἐπιμεληθῆναι δὲ τῆς ἀπαλλαγῆς αὐτῶν , ἵνα | ||
Μένανδρος ἀπεκήρυξεν αὐτὴν ἀγαγών , οἷον ὑπὸ κήρυκι ἐπώλησεν . ἐπικηρύξαι δὲ τὸ ὑποσχέσθαι χρήματα δώσειν τῷ συλλαβόντι καὶ ἀνάγοντι |
. τούτων μὲν ὀβολόν , εἰ πολύ , τίθημι : λογιοῦμαι γάρ . αὗται δὲ ῥόαι . ὡς εὐγενεῖς . | ||
. κἂν πάλιν δυνηθῶ , ποιήσω πάλιν καὶ οὐδὲν ὑμῖν λογιοῦμαι τῶν τοιούτων . οὐδὲ γὰρ οἱ γονεῖς τοῖς τέκνοις |
θερμότατον ἐὸν ἐν τῷ σώματι , τὸ αἷμα , ὁκόταν διαθερμανθῇ ἐκ τῶν σαρκῶν καὶ τῆς κοιλίης πρὸς τῷ ἐνεόντι | ||
δὲ καὶ ἀποτήκεται τοῖσι μὲν παιδίοισι μάλιστα , οἷσιν ἂν διαθερμανθῇ ἡ κεφαλὴ ἤν τε ὑπὸ ἡλίου , ἤν τε |
αὐτὸ λίαν ὧδε λιπαρεῖϲ θεόν ; ὥϲτ ' ἀνέρρωγεν τὸ φώνημ ' εὐθὺϲ ὀξὺ καὶ μέγα . ζῆθι . ὦ | ||
λεγε ! [ θηρευμ [ ] σεθου ? ? [ φώνημ [ ] ον [ τονδᾰφ [ ] τὼς ἐξεφ |
Τηλέφου ἐστὶν Εὐριπίδου : ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἥττων ] ἐμοῦ . | ||
ἐκ τοῦ Τηλέφου Εὐριπίδου ἴθ ' ὅποι χρῄζεις : οὐκ ἀπολοῦμαι τῆς σῆς Ἑλένης οὕνεκα . ἴθι , πορεύου . |
αἰσθέσθαι βοῆς . οὐκ ἔστ ' ἀκούσας δείν ' ὅπως σιγήσομαι . ναί , πρός σε τῆσδε δεξιᾶς εὐωλένου . | ||
ἐν χεροῖν ἔχων μέλλοι τις εἰς τράχηλον ἐμβαλεῖν ἐμόν , σιγήσομαι δίκαιά γ ' ἀντειπεῖν ἔχων . καλῶς ἔχοι μοι |
ἴσως ἔχαιρε φιλόγελώς τις ὤν . ὁ δὲ τοὺς ἀρίστους συγκαλῶν , ἐκ πολλοῦ φροντίσας καὶ παρασκευασάμενος καὶ βλασφημίας τινὰς | ||
πόλις . ἐὰν οὖν μοι παραγένησθε , ἐγὼ ἔσομαι ὁ συγκαλῶν τὸν δῆμον , καὶ ἅμα ἐγὼ ὑμῖν ταύτην πίστιν |
ἔκραξεν : „ ὁρᾷς , ὦ στρατηγέ , ὅπως ὀρθῶς ἀπεκρίθην ; ἃ γὰρ μὴ προσεδόκησα , καὶ συνήντησά σοι | ||
. Καὶ θεόν : καὶ εἰς τήν . ἠμείφθην : ἀπεκρίθην . Ἔγρεο : ἐγείρου . τρηχεῖαν : δυσχερῆ . |
Φορμίωνος . οὕτω μὲν Σιτάλκης τε ὁ Τήρεω Θρᾳκῶν βασιλεὺς ξύμμαχος ἐγένετο Ἀθηναίοις καὶ Περδίκκας ὁ Ἀλεξάνδρου Μακεδόνων βασιλεύς . | ||
τῷ Κοαλέμῳ : χὤπως ἀμυνεῖ τὸν ἄνδρα . Καὶ τίς ξύμμαχος γενήσεταί μοι ; Καὶ γὰρ οἵ τε πλούσιοι δεδίασιν |
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο | ||
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ |
δῆμον ἐπ ' αὐτὸν μεταθεῖναι τὴν μιθριδατικὴν μάχην . Καὶ συνήργησεν αὐτῷ πολὺς ὢν ἤδη λοιπὸν ὁ περὶ Μιθριδάτου λόγος | ||
εἴ τις οὐ βούλεται ἀπιέναι , ἀλλὰ ἔχειν λόγον ὅτι συνήργησεν εἰς τὴν ἀποικίαν , διδότω δραχμὰς πεντήκοντα καὶ μενέτω |
ἀπαίδευτον , ὡς ἂν συνηρανισμένον ἐκ συγκλύδων ὄχλου καὶ βιαίων φλυάρων . ὁ δὲ τούτῳ προσεταιριζόμενος ἀθλιώτερος μακρῷ . Ὁπότε | ||
σαφές : ἀληθές μακρῷ χρόνῳ : πολλῷ χρόνῳ στωμυλμάτων : φλυάρων πιθανολογιῶν παρῆκα : ἀφῆκα κομψός : πέρπερος εἰσηγησάμην : |
καὶ ταύτην ἐθεράπευσεν ἢ ἐπὶ θερμασίᾳ πυρεκτικῇ , τοὺς χυμοὺς χεούσῃ καὶ πεμπούσῃ τούτους περὶ τὴν κεφαλήν . καὶ ταύτην | ||
ὀιζυραί δέ οἱ αἰεὶ φθίνουσιν νύκτες τε καὶ ἤματα δάκρυ χεούσῃ . * ) ἀθετοῦνται στίχοι Ϛʹ ὅτι οὐδὲν εἴληφε |
μοι . Τί σοι ἐντείλωμαι ; ὁ Ζεύς σοι οὐκ ἐντέταλται ; οὐ δέδωκέν σοι τὰ μὲν σὰ ἀκώλυστα [ | ||
ταύτας τηρῶν ἄλλων τινῶν προσδέῃ ; ἀλλ ' ἐκεῖνος οὐκ ἐντέταλται ταῦτα ; φέρε τὰς προλήψεις , φέρε τὰς ἀποδείξεις |
Ἀριστοφάνης , ὃ μὲν εἰπὼν κραναὰς ἀκαλήφας , ὃ δὲ ἀκαλήφαις ἐστεφάνωσθαι . Δίφιλος δὲ ὁ Σίφνιός φησιν : ἐστὶν | ||
' ἦν τὸ κακῶς ᾄδοντος ἀκούειν : βουλοίμην γὰρ κἂν ἀκαλήφαις τὸν ἴσον χρόνον ἐστεφανῶσθαι . Οὗτοι γὰρ ἡμῖν οἱ |
τῶν κοπροφάγων καὶ εἰκαίων . Κάμηλος καὶ ψωριῶσα πολλῶν ὄνων ἀνατί - θεται φορτία : ἐπὶ τῶν ἐν γήρᾳ μὲν | ||
λόγοις : ἀντὶ τοῦ ἄνευ αἰτίας . ἢ γράφεται καὶ ἀνατί , ἤτοι ἀτιμωρητὶ καὶ ἄνευ ἄτης : συγκοινωνεῖς μοι |
ἐμήδισαν προθύμως οὐδ ' ἔτι ἐνδοιαστῶς , ὥστε ἐν τοῖσι πρήγμασι ἐφαίνοντο βασιλέϊ ἄνδρες ἐόντες χρησιμώτατοι . Οἱ δὲ Ἕλληνες | ||
τοιαῦτα ποιήσειν : ἦν γὰρ κατὰ τὠυτὸ Ὀλυμπιὰς τούτοισι τοῖσι πρήγμασι συμπεσοῦσα : οὐκ ὦν δοκέοντες κατὰ τάχος οὕτω διακριθήσεσθαι |
δόξαν ἀπηνέγκατο ὁ Θεμιστοκλῆς , περὶ οὗ ἄνω ἐγράφη . πιθηκισμοῖς : ἀπάταις καὶ κολακεύμασιν . ΓΘ ἄλλως : μιμήμασιν | ||
σὺ οὖν , ὦ Ἱέρων , μὴ πείθου διαβολαῖς μηδὲ πιθηκισμοῖς , ὅ ἐστιν ἀπάταις . ἄλλως : ὁ λόγος |
τῆι περὶ Σαλαμῖνα καὶ οἱ θεοὶ συνεμάχησαν τοῖς Ἕλλησιν . Δίκαιος γὰρ ὁ Θεοκύδους , ἀνὴρ Ἀθηναῖος , ἔφη θεάσασθαι | ||
καλοῦ . Διὰ τὰς γυναῖκας πάντα τὰ κακὰ γίνεται . Δίκαιος ἂν ᾖς , τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ . Δίκαιος |
ἐκεῖνος [ ] ἀνθρώπων [ ] εδοκει ? . [ Λολλιανοῦ ] Φοινεικικῶν ? [ ] [ ] στερ [ | ||
πολιτικῶν προσειπὼν λόγων καὶ ῥητορικῆς ὄφελος . ὁ ἀνὴρ οὗτος Λολλιανοῦ μὲν ἀκροατής , Ἡρώδου δὲ οὐκ ἀνήκοος . ἐβίω |
ὠνούμενοι . Γ πημανεῖται ] βλάψει , λυπήσει , ὦ Δικαιόπολι . Γ ἐξομόρξεται : ἐναποψήσεται , ἐναπομάξει . ὡς | ||
. Κλάων μεγαριεῖς . Οὐκ ἀφήσεις τὸν σάκον ; Δικαιόπολι Δικαιόπολι , φαντάδδομαι . Ὑπὸ τοῦ ; Τίς ὁ φαίνων |
πιθανῶς ἢ κατὰ καιρόν . πυνθάνῃ : Ἤγουν ἐρωτᾷς . ὡρικῶς : Νεωτερικῶς . . ὡρικῶς : ἀντὶ τοῦ νεωτερικῶς | ||
πυνθάνῃ : Ἤγουν ἐρωτᾷς . ὡρικῶς : Νεωτερικῶς . . ὡρικῶς : ἀντὶ τοῦ νεωτερικῶς . παίζουσι γὰρ τῇ γραῒ |
καρτέρησον , ἀνάμεινον , κράτησον . τὸν σὸν λόγον , πρόσμεινον . σχέω , σχῶ καὶ ῥῆμα εἰς μι σχῆμι | ||
χάλα καὶ δεῖξον : ἐν ταύτηι περιφέρεις γάρ . βραχὺ πρόσμεινον , ἱκετεύω ς ' , ἵν ' ἀποδῶι . |
εἶναι . νοῦν γ ' ἔχων : πλουτεῖ γὰρ ὁ Βλεπαῖος . Κρατῖνος δ ' ὁ νεώτερος ἐν Τιτᾶσι : | ||
βούλεται . νοῦν γ ' ἔχων : πλουτεῖ γὰρ ὁ Βλεπαῖος . Κρατῖνος ὁ νέος : Κόρυδον τὸν χαλκοτύπον πεφύλαξο |
: λίμνας ἐπίβα τᾶς Δηλιάδος : αἰάξεις , εἰ μὴ πείσηι , τὰς καλλιφθόγγους ὠιδάς . ἔα ἔα : τίς | ||
μὴ παρῆις . δέδοικα γάρ σε μή τις ἐμπεσὼν πόθος πείσηι μεθεῖναι σῶμ ' ἐς οἶδμα πόντιον τοῦ πρόσθεν ἀνδρὸς |
σε σκαιὰν ἐποίησέ σου τὴν ἄσκησιν : τιμῶν καπνούς : προσποιοῦ ἔνθεος εἶναι : τέθνηκεν ἥδε : εἰ δὲ νομίζεις | ||
προσποιοῦ μὴ ἀκούειν . ἀκούους ' ] κἂν ἀκούῃς , προσποιοῦ μὴ ἀκούειν . ἐμφανῶς ] φανερῶς . θΞ ἄκου |
τὰς νούσους μὴ προσπελάζειν , εἰ μή τις μεγάλα πάνυ ἐξαμαρτάνοι καὶ πολλάκις : ταῦτα δὲ φαρμάκων δέεται ἤδη , | ||
θ ' ὕβριν δούλην ἔχηι ἐζημιοῦτο δ ' εἴ τις ἐξαμαρτάνοι . ἔπειτ ' ἐπειδὴ τἀμφανῆ μὲν οἱ νόμοι ἀπεῖργον |
: “ Οὐκ ἄρ ' ἐγὼ μούνη μετὰ Λάτμιον ἄντρον ἀλύσκω , οὐδ ' οἴη καλῷ περὶ δαίομαι Ἐνδυμίωνι . | ||
ἐπαύξησιν λαμβανομένου . ὁ μέλλων ἀλύσω καὶ πλεονασμῷ τοῦ κ ἀλύσκω , ὡς μεθύω μεθύσω μεθύσκω . ἀλύσκειν οὖν τὸ |
δοτέον ἔτι , πλακοῦντος ἁπτέον . Κατάκεισο κἀκείνας κάλει . συναγώγιμον ποιῶμεν . ἀλλ ' εὖ οἶδ ' ὅτι κυμινοπρίστης | ||
ἐστί σου πάλαι . καὶ Ἔφιππος ἐν Γηρυόνῃ : καὶ συναγώγιμον συμπόσιον ἐπιπληροῦσιν . ἔλεγον δὲ συνάγειν καὶ τὸ μετ |
κατηγορούμενος . ὡς δὲ καὶ κλέπτον βλέπει : ἀντὶ τοῦ κλεπτικόν . Γ “ κλέπτον ” βαρέως Ἀττικοί , καθὸ | ||
κυνῶν . κλέπτον τὸ χρῆμα : ⌈ ἀντὶ τοῦ Γ κλεπτικόν . Γ ἔπαιξε δέὲ ⌈ : ὡς ἐν κωμῳδίᾳ |
καλὰ κεκτημένους ; Πάνυ γε . Ἀλλὰ μὴν Ἔρωτά γε ὡμολόγηκας δι ' ἔνδειαν τῶν ἀγαθῶν καὶ καλῶν ἐπιθυμεῖν αὐτῶν | ||
, εἴτε ὅταν ἐπίστῃ εἴτε ὅπως βούλει : ἀεὶ γὰρ ὡμολόγηκας ἐπίστασθαι καὶ ἅμα πάντα . δῆλον οὖν ὅτι καὶ |
παντὶ δήλη , ὅστις Ἑρμῆν καλεῖ λόγιον καὶ ἀγοραῖον καὶ ἐμπολαῖον : ἐναγωνίῳ δὲ καὶ ἀντὶ χορηγοῦ καθέστηκεν . Ὅμηρος | ||
: καταχρηστικῶς δὲ πᾶς πωλῶν κάπηλος λέγεται . ἀλλ ' ἐμπολαῖον : Ποιήσατε πράτην . . πραγματευτήν . . πραγματευτικόν |
λέγεις „ ; „ ἔφη ” ἤδη γὰρ ὁ κώδων ἐψόφηκεν ; ” εἰπόντος δέ „ εὖ σοι εἴη „ | ||
δαιμόνων ? [ ] ; τάλαιν ' ἐγώ , τίς ἐψόφηκεν ; ἆρ ' ὁ πάππας ἔρχεται ; ἔπειτα πληγὰς |
τόπος , πάλιν αὐτὸς ἐν ἑτέρῳ , καὶ τοῦτο μέχρις ἀπείρω συμβήσεται . ἀνάγκα τοιγαροῦν τὰ μὲν ἄλλα ἐν τόπῳ | ||
ὁ τόπος πάλιν αὐτὸς ἐν ἑτέρῳ , καὶ τοῦτο μέχρι ἀπείρω συμβασεῖται . ἀνάγκα τοιγαροῦν τὰ μὲν ἄλλα ἐν τόπῳ |
τὸν τῆς Δήμητρος ὅρκον . ΓΘ ἐκφάγω ] καταναλώσω καὶ ἐκβάλω καὶ ἐκδιώξω . ἐκπίω : ἑξῆς πρὸς τὸ ὑπ | ||
μή ς ' ἐκφάγω : ἐὰν μή σε καταναλώσω καὶ ἐκβάλω ἐκ ταύτης τῆς γῆς καὶ διώξω . τὸ δὲ |
τὸν Ἄλβιν ἀπὸ τοῦ εἰρημένου μέρους πρὸς ἀνατολὰς μέχρι τοῦ Συήβου ποταμοῦ , καὶ τὸ τῶν Βουργουντῶν τὰ ἐφεξῆς καὶ | ||
ἀνατολὰς ἐπιστροφή λεʹ νϚʹ Χαλούσου ποτ . ἐκβολαί λζʹ νϚʹ Συήβου ποταμοῦ ἐκβολαί λθʹ ∠ ʹʹ νϚʹ Οὐιαδούα ποταμοῦ ἐκβολαί |
τρία γὰρ ἔτεα ἐπανεβάλετο τὴν Σαρδίων ἅλωσιν : καὶ τοῦτο ἐπιστάσθω Κροῖσος , ὡς ὕστερον τοῖσι ἔτεσι τούτοισι ἁλοὺς τῆς | ||
αὐτῶν λόγους καὶ μὴ αἰτείτω μόνον , ἀλλὰ καὶ πονεῖν ἐπιστάσθω μεμνημένος τοῦ περὶ τῶν ἀργούντων εἰπόντος , ὑπὲρ ὧν |
] ? [ Ἀρετῆς ἁπάσης σεμνὸς ] ἡγεῖται τρόπος . Βέβαιόν ἐστι κτῆμα παιδεία ] μόνη . Γέροντα τίμα τοῦ | ||
] ? [ Ἀρετῆς ἁπάσης σεμνὸς ] ἡγεῖται τρόπος . Βέβαιόν ἐστι κτῆμα παιδεία ] μόνη . Γέροντα τίμα τοῦ |
αὐτῶν βλάβας ποιεῖται , πλεονάσαντα δὲ ἔτι μᾶλλον λυμαίνεται . Ποσὸν δὲ ἐν πάσῃ τροφῇ τὸ δοκεῖν ἔτι τινὸς λείπεσθαι | ||
συνεχοῦς τῆς ἐννοίας τὸ συνεχὲς προαγούσης εἰς τὸ πόρρω . Ποσὸν μὲν οὖν , ὅταν τὸ ἓν προέλθῃ καὶ τὸ |
νουθετῶ . Ὅστις πένης ὢν ζῆν ἐν ἄστει βούλεται , ἀθυμότερον ἑαυτὸν ἐπιθυμεῖ ποιεῖν : ὅταν γὰρ εἰς τρυφῶντα καὶ | ||
κάματον : οὐ γὰρ συμφέρει οὕτω διακείμενον τὸ στράτευμα ἔτι ἀθυμότερον καθιστάναι , ἀλλὰ μᾶλλον πρὸς θεραπείαν τε καὶ ἀνάληψιν |
τῆς θ ' ὁμοσπόρου ? [ ˘ – × ] ἐξελαύνεις ? δωμάτων τ˘ [ × – – × ] | ||
ἄκοντα κατέχεις , ἀδικεῖς , εἴθ ' ἑκόντα καθήμενον οὐκ ἐξελαύνεις , ἀδικεῖς . ἀλλ ' ἐκεῖνος ἡμῖν μὴ γένοιτο |
ματαιοπονεῖν ἐν τῇ ὁδῷ . . . ληφθῶ δόλῳ ] κρατηθῶ δόλῳ τῷ τῶν πολεμίων . . Ἐτεόκλεες , φέριστε | ||
καὶ ἀπὸ τούτων μαθὼν ἐγὼ οὔτι καὶ οὐδαμῶς ληφθῶ καὶ κρατηθῶ τῷ τῶν Ἑλλήνων δόλῳ . τὸ δὲ μὴ παρέλκον |
μεγαίρω τοῦδέ σοι δωρήματος . τί δῆτα μέλλεις μὴ οὐ γεγωνίσκειν τὸ πᾶν ; φθόνος μὲν οὐδείς , σὰς δ | ||
: ἐκ τῶν δυνατῶν . ὡς ἐπιπλῆστον γεγωνίσκων ὠφελεῖν : γεγωνίσκειν , τὸ ἐκτεταμένως καὶ ἐξακούστως βοᾶν . ἔτι καὶ |
ἡ ὑπὸ τῶν ἴσων πλευρῶν ἡ ὑπὸ ΒΗΖ τῇ ὑπὸ ΔΗΖ ἴση : καὶ βάσις μὲν ἄρα ἡ ΒΖ βάσει | ||
ΕΗΔ , δυσὶν ὀρθαῖς ἴσαι οὖσαι , ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ ἴσαι [ ὥστε καὶ ταῖς ὑπὸ ΕΗΔ ΔΗΖ δυσὶν |
ταῦτα διὰ φυλακῆς εἶχον ἑκάτεροι σφᾶς αὐτοὺς μένοντες ἐν ταῖς παρεμβολαῖς ἄχρι πολλοῦ . Ἔπειτ ' Αἰκανῶν τε καὶ Οὐολούσκων | ||
Ῥωμαίων ὕπατοι μέρος τῆς δυνάμεως ἀναλαβόντες ἀντεστρατοπέδευσαν ταῖς τῶν πολεμίων παρεμβολαῖς καὶ πρὸς μὲν μάχην καιρὸν ἐπετήρουν οἰκεῖον , ταῖς |
ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ ἄρα ὑπὸ ΣΝΡ ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ ΞΝΖ . τὸ δὲ ἀπὸ | ||
ὡς ἄρα τὸ ὑπὸ τῶν ΘΝΖ πρὸς τὸ ὑπὸ τῶν ΣΝΡ , οὕτως ἡ ΘΖ πρὸς ΖΛ , τουτέστιν ἡ |
Ἔφευγε , κἀγὼ τῆς ὑπαντὰξ εἰχόμην . Οὔκουν μ ' ἐάσεις ἀναμετρήσασθαι τάδε ; Ἐγὼ δ ' ὑπερῶ τὸν ὅρκον | ||
τὴν αὐτὴν πάντας βαδίζειν . εἰ δὲ μίαν μὲν ἀτραπὸν ἐάσεις , ἀποικοδομήσεις δὲ τὰς λοιπάς , ἐμφράξεις τὴν εὐρυχωρίαν |
Τί οὖν ; ἠγωνίζου τι ἡμῖν ; καὶ πῶς τι ἠγωνίσω ; Τὰ πρῶτα τῶν ἄθλων ἠνεγκάμεθα , ὦ Σώκρατες | ||
ἀγωνίζεσθαι πρᾶγμα : „ ἀνάγγειλον ἡμῖν , πῶς τὸ πρᾶγμα ἠγωνίσω . „ . ἀλεαίνειν : τὸ θερμαίνεσθαι , οὐκ |
δόξαν καὶ ⌊ ἀρετήν ⌋ , φεῦγε ψόγον ⌊ . Γαμεῖν ἀναβάλλουπο [ ] ? ! ! ! ? ? | ||
τὸν ἁπλοῦν , ἔχοι δ ' ἄν πως ἴσως ὧδε Γαμεῖν δέ , ἐπειδὰν ἐτῶν ᾖ τις τριάκοντα , μέχρι |
ἐκτρέπω τὸ μεταποιῶ καὶ μεταβάλλω ἐκ τούτου εἰς τοῦτο . εὐσωματεῖ ] ἰσχυρός ἐστιν , γενναῖον σῶμα , πιαίνει τὸ | ||
λέγειν . ἐπιτρέπεις ] ἀντὶ τοῦ “ συγχωρεῖς ” . εὐσωματεῖ γὰρ καὶ σφριγᾷ : ἐκ τοῦ ἐναντίου συγκατατίθεται : |
ῥηθὲν πρὸς τοὺς γηγενεῖς οὐσίας πέρι . Τὸ ποῖον ; Ἱκανὸν ἔθεμεν ὅρον που τῶν ὄντων , ὅταν τῳ παρῇ | ||
ἄριστον τοῦτο καὶ παντὸς ἐλεύθερον ἱκανόν φυλάξαι κινδύνου . . Ἱκανὸν δὲ ἐπαλεξῆσαι καὶ τὸ τῆς χελώνης αἷμα καὶ ἀναριπῖσαι |
ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον . ἡ ἄρα ΜΝ δύναται | ||
τὸ ἀπὸ τῆς ΜΝ ἄρα ἴσον ἐστὶ τῷ ὑπὸ τῶν ΞΝΖ . τὸ δὲ ὑπὸ ΞΝΖ ἐστι τὸ ΞΖ παραλληλόγραμμον |
. Ἔτι γὰρ μένεις ; Ἄπειμι : σὺ δὲ οὐ χαιρήσεις οὕτω σκαιὸς ἐκ χρηστοῦ γενόμενος . Τίς οὗτός ἐστιν | ||
ἐκκαυλίζων καταβροχθίζει , κἀμφοῖν χειροῖν μυστιλᾶται τῶν δημοσίων . Οὐ χαιρήσεις , ἀλλά σε κλέπτονθ ' αἱρήσω ' γὼ τρεῖς |
χρὴ τό γ ' εὐσεβὲς σκοπεῖν . εἴσηι σύ : χερνίβων γὰρ ἑστήξεις πέλας . στήσομεν ἄρ ' ἀμφὶ βωμόν | ||
μὲν γὰρ ἡγοῦμαι δεῖν τὸν εἰς ἱέρ ' εἰσιόντα καὶ χερνίβων καὶ κανῶν ἁψόμενον , καὶ τῆς πρὸς τοὺς θεοὺς |
ἂν πρὸς τὰς ἀνατολὰς περιχωρήσασα ἡ σελήνη ζῴδιον τοῦ ὁρίζοντος ἀπόσχῃ , μένειν δὲ μέχρι ἂν ζῴδιον ὑπὲρ γῆς μετεωρισθῇ | ||
Ξέρξην , ἀπίστους ποιήσῃ τοὺς Ἴωνας καὶ τῶν ναυμαχιέων αὐτοὺς ἀπόσχῃ . Θεμιστοκλέης μὲν ταῦτα ἐνέγραψε . Τοῖσι δὲ βαρβάροισι |
μου τὴν μόνην ξυνωρίδα . Πῶς εἶπας ; Οἷά περ πέπονθ ' ἀκήκοας . Οὔκουν τις ὡς τάχιστα προσπόλων μολὼν | ||
με περιελαύνεις . Οὔκ , ἀλλ ' ὅπερ πίνων ἀνὴρ πέπονθ ' ὅταν χεσείῃ , τοῖσιν τρόποις τοῖς σοῖσιν ὥσπερ |
κατεσφραγισμένα , σαφῆ δ ' ἀκούεις ἐξ ἐλευθεροστόμου γλώσσης . κομίζου δ ' ὡς τάχιστ ' ἐξ ὀμμάτων . ἔοιγμεν | ||
καὶ οὐδὲν ἐπελπομένα ποτὲ καίριον ἐκτολυπεύσειν ζωπυρουμένας φρενός . εἴσω κομίζου καὶ σύ , Κασσάνδραν λέγω : ἐπεί ς ' |
, τὸ κρέας . τὸ δὲ ἀνύσας Ἀττικὸν ἀντὶ τοῦ ἄνυσον , σπούδασον . Ἀττικοὶ δὲ δασύνουσιν αὐτό . . | ||
“ ἄνοιγε ἀνύσας ” : οὕτως γὰρ ὤφειλεν : “ ἄνυσον ἀνοίξας ” . θᾶττον ] ταχέως . , συντόμως |
ἀριστερῶν μερῶν , μέχρι τῶν στενῶν τοῦ Ἀραβίου κόλπου στάδιοι ͵͵α ͵αχοʹ . Ἀπὸ δὲ τῶν στενῶν τοῦ Ἀραβίου κόλπου | ||
τὸ μὲν ἀρκτῷον αὐτῆς ἄκρον ἀπὸ τοῦ ἀρκτῴου ὁρίζοντος σταδίους ͵͵α ͵δσνʹ : τὸ δὲ δυτικὸν αὐτῆς ἄκρον [ ἀπὸ |
μάχηαι . Ἥρῃ δ ' οὔ τι τόσον νεμεσίζεται οὐδὲ χολοῦται : αἰεὶ γάρ οἱ ἔωθεν ἐνικλᾶν ὅττι κεν εἴπῃ | ||
. . . . ἀγαίεται : βασκαίνει , ὀργίζεται , χολοῦται : τῷ δ ' ἦ τοι Ζεὺς αὐτὸς ἀγαίεται |
Μέγ ' ἄρα πέλαγος ἐλάχετόν τι . Ναὶ ναί . Ξύμφημι καὐτός . Φεῦ φεῦ , ποῖ μόλωμεν , ὦ | ||
κακοῖν , ἢ γῆς ἀπῶσαι πατρίδος ἢ κτεῖναι λαβών . Ξύμφημι : δρῶντα γάρ νιν , ὦ γύναι , κακῶς |
ευς ὀξύνεται , καὶ ἀπέδειξε , καὶ τὸ πᾶν αὐτῆς πεπέρανται . Καὶ οἱ Στωϊκοὶ δὲ , καὶ οὗτοι γὰρ | ||
ἂν εἴη πεπερασμένον , οὕτω καί , εἰ τὸ κενὸν πεπέρανται , ὑπό τινος αὐτὸ περιέχεσθαι ἀναγκαῖον . Τί ἂν |
Σκυθικαί . καὶ Ἀλκαῖος ἐν ηʹ καὶ Σκυθικὰς ὑποδησάμενος . Σμικυθίων : Δημοσθένης ἐν τῷ κατ ' Ἀριστοκράτους . ὄνομα | ||
. Φερεκράτης Γραυσί : σὺ δ ' οὐδὲ θᾶσσον , Σμικυθίων , ἐπισιτιεῖ ; τίς δ ' οὗτος ὑμῖν ἐστι |
Τετυφότες , τετυφυῖαι , τετυφότα . Ἑνικά . Τετυπώς , τετυπυῖα , τετυπός . Δυϊκά . Τετυπότε , τετυπυία . | ||
τέτυπα τροπῇ τοῦ α εἰς ως , τὸ θηλυκὸν ἡ τετυπυῖα , τὸ οὐδετέρον τὸ τετυπός . Ὁ τύψας μετοχὴ |
, ἡ δ ' ἐξ Ἀρείου πάγου βουλὴ ταῦτα πάντα προεῖται χάριτος ἢ λημμάτων ἕνεκα ; ἆρ ' ἴσθ ' | ||
οὐ δυσχερανεῖς ὅτι μὴ πάλαι , οὐχ ὅσον τοῦ χρόνου προεῖται ζημίαν θήσει ; οὐκ εἰ δεῖ καὶ τῆς κόρης |
Γ ἑξμέδιμνον Γ κυψέλην Γ : ἓξ μεδίμνους χωροῦσαν Γ κυψέλην . Γ ἑξμέδιμνον κυψέλην : κυψέλη ἐστὶν εἶδος δεκτικὸν | ||
ἢ ἵνα φαίνηται ἀγανακτῶν ἐν λόγοις . Γ ἑξμέδιμνον Γ κυψέλην Γ : ἓξ μεδίμνους χωροῦσαν Γ κυψέλην . Γ |
τὸ δ ' ἡδὺ πάντως ἡδύ , κἀκεῖ κἀνθάδε . Φιλεῖ γὰρ ἡ μακρὰ συνουσία καὶ τὰ συμπόσια τὰ πολλὰ | ||
τῇ πόλει , βιαίῳ δὴ θανάτῳ ἐπιβουλεύουσιν ἀποκτεινύναι λάθρᾳ . Φιλεῖ γοῦν , ἦ δ ' ὅς , οὕτω γίγνεσθαι |
οὐκ ἔστι δὲ Αἰνείως ὡς Πετεώς . . . . Αἰνείωο Αἰνείως , Αἰνειῶο Αἰνειώς . Αἰνειώς Αἰνειῶο . ως | ||
. . . Αἰνείαο : ἡ διπλῆ ὅτι Ζηνόδοτος γράφει Αἰνείωο . οὐκ ἔστι δὲ Αἰνείως ὡς Πετεώς . . |
τῶν λόγων ταραχθεὶς ἀηδίᾳ . ἐμέσω ] ἰδιωτικῶς ξεράσω . τυφογέρων ] ματαιογέρων , ἀλαζὼν γέρων : ἢ κατάξηρος , | ||
[ ἵνα ] ἐμέσω ⌈ δηλονότι : βλασφημεῖ γάρ . τυφογέρων ] μάταιος ⌈ γέρων / . κἀνάρμοστος ] ἀηδής |
ἢ τερατογόνοι μικροπρεπεῖς ἰδιωτικαί . αἱ δὲ ἑξῆς ηʹ Ἀφροδίτης ἀσώτων λάγνων καὶ κατωφερῶν ἀκρίτων ἐπιψόγων , εὐμεταβόλων περὶ τὰ | ||
συνασμενισμοῦ παρασχεῖν ἐνέχυρον , ἵνα μὴ τραπέζης μεταλαβόντες ἱερᾶς , ἀσώτων μειρακίων τρόπον , ὑπὸ κόρου καὶ πλησμονῆς ἐναλλοίωσιν ἐμπαροινοῦντες |
χοῦς κεκραμένου οἴνου : λαβὼν ἔκπιθι τοῦτον . ἐπεφαρμάκευσο , γλυκύτατ ' , ἀναλυθεὶς μόλις . εὖ ἴσθι , κἀγὼ | ||
οἷ ' αὐτὸς ἐργάζει κακά . Ἀλλ ' , ὦ γλυκύτατ ' Εὐριπίδη , τουτὶ μόνον , δός μοι χυτρίδιον |
: Μελίτην μὲν εἶναι τὴν μισθωσαμένην , Λευκίππην δὲ τὴν ἀνῃρημένην . εἰ δὲ ταῦτα γέγονεν οὕτως , ἐγὼ μὲν | ||
φόνον , εἰπάτω τίς ἐστιν ὁ μεμισθωμένος , δειξάτω τὴν ἀνῃρημένην . εἰ δὲ μήθ ' ὁ ἀποκτείνας ἐστὶ μήθ |
μὴ χρῶ . Νόμοις πείθου . Νόει τὸ δίκαιον . Θυμοῦ κράτει . Ἀρετὴν ἐπαίνει . Κακοὺς μίσει . Τὸν | ||
ἁμαρτάνουσιν οὐ παρίσταται . Θεὸν ἐπιορκῶν μὴ δόκει λεληθέναι . Θυμοῦ κρατῆσαι κἀπιθυμίας καλόν . Θεοῦ ὄνειδος τοὺς κακοὺς εὐδαιμονεῖν |
Μίδας ” . πέμπτον κατὰ ὑποκορισμόν , ὡς τὸ “ Σωκρατίδιον ” , “ Εὐριπίδιον ” . ἕκτον κατὰ ἐναλλαγήν | ||
. ἀντὶ τοῦ μεγάλως . ἀττικὴ ἡ φράσις . ὦ Σωκρατίδιον : ἀπὸ τοῦ ὑποκοριστικοῦ διαβάλλει τοῦτον . ὦ ' |
καὶ ὠνομάζετο ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων Στρατηγὶς , ἥν φησιν Ἑλλάνικος Ἠλεκτρυώνην καλεῖσθαι . Ἐγέννησε δὲ τρεῖς παῖδας , Δάρδανον , | ||
καὶ ὠνομάζετο ὑπὸ τῶν ἐγχωρίων Στρατηγίς : ἥν φησιν Ἑλλάνικος Ἠλεκτρυώνην καλεῖσθαι . ἐγέννησε δὲ γʹ παῖδας : Δάρδανον τὸν |
. λέπαδνα : οἱ στηθιαῖοι λῶροι : τοῦτο δὲ ὡς βυρσοπώλης εἶπεν . ΓΘ ἄλλως : λεπτότατα καὶ εἰς πολλὰ | ||
διὰ τὸ δύσοσμον . καὶ γὰρ αἱ βύρσαι δύσοσμοι , βυρσοπώλης δὲ ὁ Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ |
, ἀλλ ' ὅτι πάσχει πάσχον ἐστίν : ἢ οὐ συγχωρεῖς οὕτω ; Ἔγωγε . Οὐκοῦν καὶ τὸ φιλούμενον ἢ | ||
κἀμοί : καὶ ὅτι τοὺς δύο ἀνελὼν οὐδὲν ἐμοὶ ζῇν συγχωρεῖς : καὶ ἡ σφαγὴ τῶν πρώτων συνήθειαν πεποίηκε , |
εἰ καὶ τὰ μέγιστα νῦν χαλεπαίνει . . ζεῖ ] βράζει . . ἐκμαίνεται , ἀκμάζει . . ἐξέζεσε ] | ||
, ἀπὸ τοῦ ἐπὶ καχλήκων ξηρῶν ἠχεῖν . παφλάζει ] βράζει καὶ τετάρακται . πεποίηται δὲ παρὰ τὸ πάφλα . |
δὲ θεοῦ , τουτέστι τῆς φύσεως , ἕκαστον πρᾶγμα οὐ σκαιότερόν ἐστιν , ἀντὶ τοῦ οὐκ ἀπρεπές , σεσιγημένον , | ||
δέ , φησι , πρᾶγμα τὸ θεοῦ χωρὶς πραττόμενον οὐ σκαιότερόν ἐστι σιωπώμενον , οἷον σοφώτερόν ἐστι : τὸ γὰρ |
διαπονουμένους , ὑπερασπίσαι τε τοῦ ἀδελφοῦ καὶ εἰπεῖν τοῦτο . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γηράσκω αἰεὶ | ||
βακχεύει : ἐπὶ τῶν παρ ' ὥραν τι διαπραττομένων . Γραῶν ὕθλοι : ἐπὶ τῶν μάτην ληρούντων . Γραῦς ἀνακροτήσασα |
τοῦτο Ἔρωτος , ἐκεῖνο ἐσιώπα , τοῦτο φθέγγεται . μὴ ῥίψῃς , μὴ φάγῃς : οὐδὲ ἐν πολέμῳ πρεσβευτὴς παρανομεῖται | ||
. Οἱ παῖδες λαβύρινθος ἀνέξοδος : ᾗ γὰρ ἂν ὄμμα ῥίψῃς , ὡς ἰξῷ τοῦτο προσαμπέχεται . τῇ μὲν γὰρ |
λείπει δὲ τὸ κατέλαβέ με . ὁ δὲ νοῦς : καταφθορὰ μὲν ζωῆς ἀβιωτοποιὸς κατέλαβέ με , κακῶν δὲ ὁ | ||
ἐλπίς ἐστιν μετανοίας , ἐν ᾗ δύνανται ζῆσαι . ἡ καταφθορὰ οὖν ἐλπίδα ἔχει ἀνανεώσεώς τινα , ὁ δὲ θάνατος |
πήγανον ὡς πολέμιον αὐτῷ ὑπάρχον . Ἐκ τοῦ Τιμοθέου . Πονηρόν τι ζῷον καὶ κακοῦργον ἡ ἰκτίς , ἐπίβουλόν τε | ||
, ὥσπερ τινές . Κραταιὸν ] Πιθανόν . Δόλιον ] Πονηρόν . Φίλον εἴη φιλεῖν ] * Λέγει ὅτι ὁ |