πράξει δεῖσθαι χρημάτων , οὐ πολλῶν δέ , ἀλλὰ πεντήκοντα λιτρῶν χρυσίου δοθησομένων τῷ ὑπ ' αὐτὸν τελοῦντι πλήθει ,
πράγματος . , ἕνεκεν τίνος πράγματος χάριν . μνῶν ] λιτρῶν . . τῶν . . . ] ἕνεκα .
7070274 μναι
. ἓξ τάλαντα περιόντα τῶν ἑπτὰ ταλάντων , καὶ εἴκοσι μναῖ τῶν τετταράκοντα μνῶν . οὐ γὰρ ἂν δύναιτο ἀποδεῖξαι
προτελέσωσιν εἰς τὴν ἀφορμήν : ᾧ μὲν γὰρ ἂν δέκα μναῖ εἰσφορὰ γένηται , ὥσπερ ναυτικόν , σχεδὸν ἐπίπεμπτον αὐτῷ
6757962 λιτρας
, ἀφρονίτρου λευκοῦ , ἀνὰ λίτραν μίαν , ἐλαίου παλαιοῦ λίτρας β , ὕδατος πηλοποιοῦ ξέστην ἕνα , μίσυος ὠμοῦ
πίσσης λίτραν αʹ . κηροῦ λίτραν αʹ . ἀξουγγίου παλαιοῦ λίτρας βʹ . τὰ τηκτὰ τήξας κατάχεε , τῶν ἄλλων
6706570 τετρακισχιλιας
' ἐπιμελῶς ὠνεῖσθαι παρ ' αὐτῶν διδόντα τοῦ ἑνὸς δραχμὰς τετρακισχιλίας . ὅτι Χαμαιλέων παρατίθεται ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου ταῦτα
φησὶν καὶ Φειδόλεῳ Ῥαμνουσίοις κοινῇ τάλαντον ἐνοφείλειν καὶ Αἰαντίδῃ Φλυεῖ τετρακισχιλίας καὶ Ἀριστομένει Ἀναγυρασίῳ τέτταρας καὶ δέκα μνᾶς . διὰ
6692102 κοτυλας
. . . Ψ : . . . καθόλου δὲ κοτύλας ἐκάλουν πάντα τὰ κοῖλα : καὶ Αἰσχύλος ἐν Ἠδωνοῖς
ἐλαίου ἀνὰ οὐγγίας δ , καὶ τοῦ χυλοῦ τῆς ἀνεμώνης κοτύλας ἀττικὰς δύο καὶ ἡμίσειαν . Τὴν κολοφωνίαν ἅμα τῷ
6664243 τετρακοσιαι
τὰς ἑπτὰ χιλιάδας , ἵνα μή τοι ἐπιδευέες ἔωσι αἱ τετρακόσιαι μυριάδες ἑπτὰ χιλιάδων , ἀλλὰ ᾖ τοι ἀπαρτιλογίη ὑπ
τῇ τοῦ Διονύσου πομπῇ διενεχθέντων . Εἶτ ' ἀργυρωμάτων ἅμαξαι τετρακόσιαι , καὶ χρυσωμάτων εἴκοσι , ἀρωμάτων δὲ ὀκτακόσιαι .
6660345 δραχμων
σύ , ἔφησεν , ἐκείνῳ προσέχεις , ὃς οὐδὲ πεντήκοντα δραχμῶν ἱμάτιον ἔχει ; Σχολαστικὸς ἵππον ἐπίπρασκεν . ἐλθόντος δέ
νομίζοντες ἐν τῷ ἑκατόμβοι ' ἐννεαβοίων , ὡς πρὸς ἀριθμὸν δραχμῶν τὴν ἀξίαν τῶν ὅπλων ἀντιτιμώμενον , ὑπό τι εὔηθες
6636149 δραχμαι
ποι τούτων ἕνεκα ἀπέστειλα , αἱ πεντακόσιαι μάλιστά πως συνέβαινον δραχμαί . οἷον δ ' αὖ καὶ τὸ πρόσθεν τούτων
ἐὰν δὲ μᾶλλον μαίνεσθαι καὶ φαντασίας τινὰς φαίνεσθαι , δύο δραχμαί : ἐὰν δ ' ὥστε μὴ παύεσθαι μαινόμενον τρεῖς
6623621 ὀβολων
ὃν μεθυόντων προσέλαβον ὑμῶν , χοᾶς τρεῖς , δέκ ' ὀβολῶν ὁ χοῦς . Ἱκέσιος δ ' ἐν βʹ περὶ
ἐσθίουσιν , ὅσα δὲ ἀφροδισιάζουσιν , ὅπως δὲ περιλείχουσι τῶν ὀβολῶν τὸν ῥύπον ; ” Τὸ δὲ πάντων δεινότατον ,
6616018 κυαθων
ἄλλο . πάνακος ῥίζαν κόψας δὸς νήστει ἐν ὕδατι θερμῷ κυάθων γʹ . κοχλιάριον αʹ . [ Πρὸς σπληνικοὺς ,
πιόντες γὰρ ἔτι διψῶσι καὶ ἄρχονται μὲν ἀπὸ τῶν βραχυτέρων κυάθων , προϊόντες δὲ ταῖς μείζοσιν οἰνοχόαις ἐγχεῖν παραγγέλλουσιν :
6614340 κοτυλων
ὄνου γάλα ἑφθὸν δίδου , καὶ πινέτω μὴ ἔλασσον δώδεκα κοτυλῶν : ἢν δὲ ῥώμη περιέχῃ , πλεῖον ἑκκαίδεκα .
ἄρξηται ἀνιέναι τινὰ γλισχρότητα , κατὰ μικρὸν ὕδωρ παρεπίχει ἄχρι κοτυλῶν ἕξ , τρίβων εὐτόνως , ἀναλαμβάνων τε τὴν λεπίδα
6572795 κυαθουϲ
μικρὰ μύϲτρα τέϲϲαρα . Τὸ ὀξύβαφον καὶ τὸ μέγα μύϲτρον κυάθουϲ τρεῖϲ . Ἡ κοτύλη καὶ τὸ τρυβλίον ὀξύβαφα δύο
φηϲι : “ δίδου τοῖϲ αἱμοπτοικοῖϲ τοῦ χυλοῦ τῆϲ ἐλελιϲφάκου κυάθουϲ δύο μετὰ μέλιτοϲ # α νήϲτειϲ πιεῖν καὶ εὐθέωϲ
6346610 μεδιμνων
τοὺς πλουσίους μὴ μόνους ἀπολαύειν τῶν ἀγαθῶν , ἀλλὰ ἀπὸ μεδίμνων τοσούτων χρυσίου χοίνικά γε ἡμῶν πάντων κατασκεδάσαι , ἀπὸ
. Λεύκωνα δέ φασιν ἐκ τῆς Θεοδοσίας Ἀθηναίοις πέμψαι μυριάδας μεδίμνων διακοσίας καὶ δέκα . οἱ δ ' αὐτοὶ οὗτοι
6309500 ἀρταβαι
Κῦρος . εἶχε δὲ οὕτως : πυραμίνων ἀλεύρων καθαρῶν τετρακόσιαι ἀρτάβαι ἡ δὲ ἀρτάβη ἡ Μηδικὴ μέδιμνός ἐστιν Ἀττικός :
ἀρτάβαι . παιπάλης ἐξ ἀλφίτων πεποιημένης ὡς εἰς κυκεῶνας δέκα ἀρτάβαι . καρδάμου κεκομμένου σεσησμένου λεπτοῦ * * [ ἀρτάβαι
6292719 μναν
τοῖς δεομένοις , ᾧ μὲν πέντε δραχμάς , ᾧ δὲ μνᾶν , ᾧ δὲ ἡμιτάλαντον : εἰ δέ τις φιλόσοφος
ὁ δὲ Ῥουτίλιος παρὰ τῶν ἁλιευόντων αὑτοῦ δούλων τριωβόλου τὴν μνᾶν τοῦ ὄψου καὶ μάλιστα τοῦ θυριανοῦ καλουμένου : μέρος
6257730 πεντακοσια
δ ' ἀπὸ τῆς Ἰαπυγίας μεμιλιᾶσθαί φησι καὶ εἶναι μίλια πεντακόσια ἑξήκοντα δύο εἰς Σήναν πόλιν , ἐντεῦθεν δ '
εἰς εὐωχίαν ποτὲ μὲν χίλια τρίκλινα , ποτὲ δὲ χίλια πεντακόσια συνεπλήρου μετὰ πολυτελεστάτης κατασκευῆς . καὶ ὁ χειρισμὸς τῆς
6238495 διακοσια
δὲ δευτέρᾳ προεκομίσθη νομισμάτων τάλαντα χίλια , ἀργύρου τάλαντα δισχίλια διακόσια , ἐκπωμάτων πλῆθος , ἀγαλμάτων καὶ ἀνδριάντων ποικίλων ἅμαξαι
, πεζοὶ δὲ ἐς ἑκατὸν μυριάδας , καὶ ἅρματα δρεπανηφόρα διακόσια , ἐλέφαντες δὲ οὐ πολλοί , ἀλλὰ ἐς πεντεκαίδεκα
6223324 ἑκκαιδεκα
εἰσὶ πλείους ἢ πέντ ' ἢ ἕξ . οὐκοῦν ἀμφοτέρων ἑκκαίδεκα . ποιήσωμεν αὐτοὺς εἴκοσιν , εἰ δὲ βούλεσθε ,
κεφαλῆς τὸ ἀρχαῖον , ὃ βροντῆς ἔργον ἐγεγόνει , διαλιπὸν ἑκκαίδεκα ἔτη , πάλιν ἐνέκειτο καὶ ἦν χαλεπώτερον ἀρξάμενον εὐθὺς
6196422 δραχμης
τοῖς ἐπὶ πλήθει χυμῶν ταὐτὸν πάσχουσι δι ' ὀξυκράτου ὅσον δραχμῆς , καὶ ἔξωθεν δὲ τῷ στομάχῳ ἐπιτιθέμενον ἐπ '
δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν αὐλεῖ , τεττάρων δὲ παύεται . λόγοισιν Ἑρμόδωρος
6187640 τετταρακοντα
] , νέος κατὰ πρεσβύτην Ἀναξαγόραν , ἔτεσιν αὐτοῦ νεώτερος τετταράκοντα . συντετάχθαι δέ φησι τὸν Μικρὸν διάκοσμον ἔτεσιν ὕστερον
ὅσα τελευτῶν ὡμολόγησεν ἔχειν αὐτὸς χρήματα , ἑπτὰ τάλαντα καὶ τετταράκοντα μνᾶς , ἐκ τούτων αὐτῷ λογιοῦμαι , πρόσοδον μὲν
6173069 πεντηκοντα
: οὐδὲν γάρ ἐστι μεταξὺ ταύτης καὶ τῆς ” τὰ πεντήκοντα ὀλίγα ἐστίν “ . ἦν δέ γε ἡ ”
ἀνερρήθησαν , τῶν δὲ περὶ Εὐμένη τε καὶ Ἀλκέταν ἐς πεντήκοντα κατεγνώσθησαν , μάλιστα ἐπὶ τῆι Κρατεροῦ ἀναιρέσει τῶν Μακεδόνων
6149362 πεμπτων
ἐπιδίτριτος , καὶ αὕτη πρὸς τὸ τμῆμα τὸ πρὸς αὐτῇ πέμπτων θ ὂν ὡσαύτως ἐπιδίτριτος , πρὸς μέντοι τὴν ἑτέραν
ἐλάσσονος . Ἔστω γὰρ ἰσοσκελὲς τρίγωνον τὸ ΒΔΕ ἔχον τεσσάρων πέμπτων τὴν πρὸς τῷ Ε περιειλημμένην κύκλῳ οὗ κέντρον τὸ
6141996 υπʹ
ἐστιν ὁμοῦ πέντε , τετράκις ποιῶ τὰ ρκʹ , γίνεται υπʹ , μερίζω παρὰ τὸν εʹ καὶ ἔχω μέρος ἓν
. Σικύου ἀγρίου ῥίζης ⋖ φοϚʹ , σκίλλης καθαρᾶς ⋖ υπʹ , ἀσφοδέλου ῥίζης ⋖ ρμδʹ , ἐλαίου ῥαφανίνου ⋖
6131969 τριηκοντα
ἔσχον τὴν ἐπωνυμίην . Δωριέες δὲ οἱ ἐκ τῆς Ἀσίης τριήκοντα παρείχοντο νέας , ἔχοντές τε Ἑλληνικὰ ὅπλα καὶ γεγονότες
δύο ἐπὶ τῇ κούρῃ , ἐπὶ δὲ τῷ κούρῳ μέχρι τριήκοντα ἡμερέων ἐλάχιστον αἷμα κατέρχεται ἐπὶ τὴν αὔξην τῷ παιδίῳ
6128442 χιλιαδων
ὁ στρατός , τουτέστιν ἀπὸ δύο μέχρι πέντε ἢ ἓξ χιλιάδων , καὶ ἔλαττον ὀφειλούσης τῆς πρώτης τάξεως , εἰ
οἰκοῦντες ὑπ ' αὐτῷ , συνήχθησαν εἰς ἀριθμὸν ὀγδοήκοντα τριῶν χιλιάδων μετὰ τῶν ἐν τοῖς ἀγροῖς οἰκούντων . Τελευτὴν μέντοι
6092452 ὀβολοι
ἐν Λαμίᾳ Κράτης ἡμίεκτόν ἐστι χρυσοῦ , μανθάνεις , ὀκτὼ ὀβολοί , ἦν δὲ καὶ τριώβολον καὶ διώβολον εἴδη νομισμάτων
εὐτελής . τριώβολον : μισθὸς δικαστικὸς καὶ οἱ ἁπλῶς τρεῖς ὀβολοί . τρυγόνα ψάλλειν : παροιμία ἐπὶ τῶν φαύλως πραττόντων
6092212 δισχιλιας
κατεφρόνησεν ὥστ ' εὐθὺς ἐπὶ ταῖς ἐν τοῖς δήμοις διαψηφίσεσι δισχιλίας δραχμὰς ἔλαβε . Φήσας γὰρ Φιλωτάδην τὸν Κυδαθηναιᾶ ,
ἀριθμὸν ἴσοι τοῖς ἅρμασι . ναῦς δὲ ποταμίας κατεσκεύασε διαιρετὰς δισχιλίας , αἷς παρεσκευάσατο καμήλους τὰς πεζῇ παρακομιζούσας τὰ σκάφη
6087629 πεντηρεις
ἐννήρεις τριάκοντα , ἑπτήρεις τριάκοντα ἑπτὰ , ἑξήρεις πέντε , πεντήρεις ἑπτακαίδεκα : τὰ δ ' ἀπὸ τετρήρους μέχρι τριηρημιολίας
διακοσίας τεσσαράκοντα : τούτων δ ' ἦσαν τετρήρεις μὲν ἐννενήκοντα πεντήρεις δὲ δέκα , ἐννήρεις δὲ τρεῖς , δεκήρεις δὲ
6080861 ἑψησαντα
καὶ μέλι καὶ ῥίζα χαλβάνης καὶ ᾠὰ χελώνης κελεύει διδόναι ἑψήσαντα ἐπ ' ἀνθράκων χαλβανόεσσα ] ἡ χαλβάνη δὲ ὀπός
δὲ ξέστην α , καὶ ταῦτα ἐπ ' ἀνθράκων διακεκαυμένων ἑψήσαντα μετρίως καὶ ἀπαφρίσαντα μῖξαι ζιγγιβέρεως μὲν # γ ,
6080841 μνας
παρ ' ἑκάστου τῶν κεκτημένων . οὗτος πρῶτος μισθὸν εἰσεπράξατο μνᾶς ἑκατόν : καὶ πρῶτος μέρη χρόνου διώρισε καὶ καιροῦ
εἰς τὴν τριηραρχίαν . οὗτος δὲ ἐπέδειξε δυοῖν δεούσας πεντήκοντα μνᾶς ἀνηλωκέναι : ὥστε τούτοις λελογίσθαι , ὅσον περ ὅλον
6057070 ταλαντον
σκοπεῖτε δὲ μὴ τοῦτο , εἰ μνᾶς ἑκατὸν καὶ πάλιν τάλαντον ἔδωκεν , ἀλλὰ τὴν προθυμίαν καὶ τὸ αὐτὸν ἐπαγγειλάμενον
λαμβανόμενα εἰς σύγκρισιν , οἷον ὅταν σκεπτώμεθα τίνα λόγον ἔχει τάλαντον πρὸς μνᾶν , ὁμογενεῖς ὅρους φαμὲν τὸ τάλαντον καὶ
6045268 παλαιστων
ἐν τῷ κυλίειν τὴν κόπρον . ὁμοῦ μὲν ὡς τῶν παλαιστῶν ἀδηφαγούντων , ὁμοῦ δὲ τῷ ἐπιφερομένῳ οἰκείως τῶν παλαιστῶν
κονίσαι , τουτέστι νικῆσαι : κονιορτοῦνται γὰρ οἱ νικώμενοι τῶν παλαιστῶν . οὕτω Μεθόδιος . . . . ἀκοῦμαι καὶ
6040981 ὀκτωκαιδεκα
γὰρ τοῦ προσώπου εἰσί , τὰ δὲ τοῦ λόγου . ὀκτωκαίδεκα δὲ ὄντων τρία εἰσὶν τοῦ προσώπου μόνου , ἀποστροφή
τις πρὸ αὐτοῦ ἤγειρε τρό - παια . βασιλεύσας δὲ ὀκτωκαίδεκα ἔτεσιν ἐπὶ παισὶ νεανίαις διαδόχοις ἀνεπαύσατο , χρήματά τε
6034809 ἑφθου
προσκαλουμένοις , οἷον πηγάνου σπέρματος καὶ κυμίνου ἴσῳ μετὰ μέλιτος ἑφθοῦ καὶ νίτρου ὀλίγου : ἀσιτία δὲ ἀναγκαία τῷ πάθει
ϲυντίθεται καὶ διὰ κυμίνου καὶ πηγάνου καὶ νίτρου καὶ μέλιτοϲ ἑφθοῦ , ἐφ ' ὧν μᾶλλον πνευμάτωϲιϲ ἐνοχλεῖ . καὶ
6007806 πεντ
ἐκ παίδων συγγυμνασίαν . ὁ μὲν γὰρ Ἐμπεδοκλῆς κρηνάων ἀπὸ πέντ ' ἀνιμῶντά φησιν ἀτειρέι χαλκῷ δεῖν ἀπορρύπτεσθαι : ὁ
Ἄρατος , ὅταν λέγηι : οἱ δ ' ἐπιμὶξ ἄλλοι πέντ ' ἀστέρες , οὐδὲν ὁμοῖοι , ἔμπαλιν εἰδώλων δυοκαίδεκα
6003598 Ποντικου
καὶ ἀνακινήσας καρφίῳ ἀνήθου ἀνάπλασσε , ὡς ἔστι θερμόν , Ποντικοῦ καρύου μέγεθος καὶ δίδου καταπίνειν . Στυπτηρία σὺν μέλιτι
δὲ μητρὸς Χηνέα . Εὐθύφρων δ ' ὁ Ἡρακλείδου τοῦ Ποντικοῦ , Κρῆτά φησιν εἶναι : Ἠτείαν γὰρ πόλιν εἶναι
5991109 κυαθοιϲ
δύο τοῦ ἀποβρέγματοϲ ἢ κύαθον πικροῦ τοῦ χυλοῦ ξὺν ὕδατοϲ κυάθοιϲ δύο . ἢν δὲ καὶ καῦϲοϲ ἔχῃ τὸν ϲτόμαχον
ἐξ Ἀμινναίαϲ ϲταφυλῆϲ ὅϲον τριώβολον , ἀπυρέτοιϲ ϲὺν οἴνου αὐϲτηροῦ κυάθοιϲ Ϛ , πυρέϲϲουϲι δὲ ϲὺν ὕδατι ὀμβρίῳ : ἧϲϲον
5989811 κοτυλαϲ
ϲταθμῷ δὲ ⋖ ξʹ . Ὁ ξέϲτηϲ μέτρῳ μὲν ἔχει κοτύλαϲ βʹ , ϲταθμῷ δὲ ⋖ ρκʹ . καλεῖται δὲ
ηʹ . Ὁ χοῦϲ ἔχει ξέϲταϲ Ϛʹ . Ὁ ξέϲτηϲ κοτύλαϲ βʹ , αἳ καὶ [ τρίβανα ἢ ] τρυβλία
5984585 τεϲϲαρων
καὶ βραχείαϲ ˘ ἑπτάχρονοϲ , οἷον Καλλίξεινοϲ : διϲπόνδειοϲ ἐκ τεϲϲάρων μακρῶν = = ὀκτάχρονοϲ , οἷον Ἡρακλείδηϲ . Τὸ
δὲ ἀπὸ τοῦ πρώτου λουτροῦ πρὸϲ τὸ δεύτερον ὡρῶν ἰϲημερινῶν τεϲϲάρων ἢ πέντε χρόνοϲ , εἰ τὸ τρίτον ἔτι μέλλοιϲ
5971258 ἀρταβας
τῶν καθαρῶν πεντακοσίας ἀρτάβας : κριθαμίνων δὲ καθαρῶν ἀλεύρων χιλίας ἀρτάβας : καὶ τῶν δευτέρων χιλίας ἀρτάβας . σεμιδάλεως πεντακοσίας
: τοῦτο δέ ἐστι κεραμεοῦν ἄγγος , ἐπιδεχόμενον ὡς εἴκοσιν ἀρτάβας : ἐν ᾧ πολλὰ μὲν τῶν ἀγριμαίων ἔγκειται πεπονημένα
5965583 ἐννενηκοντα
τεσσαράκοντα καὶ πέντε πήχεις , τὸ δ ' ὕψος πηχῶν ἐννενήκοντα , διειλημμένην στέγαις ἐννέα , ὑπότροχον δὲ πᾶσαν τροχοῖς
ἐννέα καὶ τῶν παρ ' αὐτοῦ , οἷον ἔννατος ἐννάκις ἐννενήκοντα : ταῦτα γὰρ ψιλοῦνται : πρόσκειται ἀπὸ τοῦ ε
5959887 δεκαπεντε
τὰ ἀπὸ ΓΕ καὶ τρία τὰ ἀπὸ ΖΕ ἴσα ἐστὶν δεκαπέντε τοῖς ἀπὸ τῆς ἐκ τοῦ κέντρου τοῦ κύκλου τοῦ
χαραγμάτων : πέντε καὶ πέντε δέκα γὰρ , καὶ πέντε δεκαπέντε , ὅπως ἀναβιβάζονται ταῦτα τὰ γραμματίτζια μέχρι τῶν ἐνενήκοντα
5958812 τεσσαρακοντα
καὶ τὸ πάθος ἐκείνοις ἐς τέλος αἰφνίδιον οὕτω συνενεχθῆναι ὡς τεσσαράκοντα μυριάδας τούτων συγκοπῆναι . Κάτωνά τε ἐν Ῥώμῃ τῶν
' ἂν ἀπὸ εἴκοσι καὶ πέντε ἐτέων ἐς πέντε καὶ τεσσαράκοντα ἔτεα : μετὰ δὲ τούτους , ὅσοις ἂν γένηται
5957698 σεσησμενου
σὺν καρύων θασίων λεπισθέντων καὶ ἀψινθίου κόμης ἴσον , ἀνίσου σεσησμένου ἥμισυ , πίνειν ὁλκῆς τριώβολον νῆστις , καὶ πάλιν
δρ . θʹ , τοῦ σπέρματος τοῦ ἐλελισφάκου πεφρυγμένου καὶ σεσησμένου δρ . ιδʹ , πεπέρεως δρ . βʹ .
5953309 ἐλελιϲφακου
ὑϲϲώπου ἀνὰ # γ , λύγου ϲπέρματοϲ # γ , ἐλελιϲφάκου # γ κύπρου ἄνθουϲ λίτραν α . ἕψεται δὲ
δέ φηϲι : “ δίδου τοῖϲ αἱμοπτοικοῖϲ τοῦ χυλοῦ τῆϲ ἐλελιϲφάκου κυάθουϲ δύο μετὰ μέλιτοϲ # α νήϲτειϲ πιεῖν καὶ
5952967 ͵Ϛ
τῆς γῆς ἑξηκοστῶν μὲν λʹ σταδίων μυριάδων δὲ ιβʹ καὶ ͵Ϛ . καλοῦνται δὲ οἱ μὲν ἐπὶ τοῦ αὐτοῦ ἡμισφαιρίου
ἀρχῆς στερεόν , αἱ ἄρα μυριάδες ρʹ ἐπὶ τὰς μονάδας ͵Ϛ γενόμεναι ποιοῦσιν μυριάδας ξʹ διπλᾶς , ὥστε ὁ ἐκ
5952549 ταλαντων
αὐτὰ τὰ ἐν Σούσοις καὶ τὰ ἐν Περσίδι τέτταρας μυριάδας ταλάντων ἐξετασθῆναι : τινὲς δὲ καὶ πέντε λέγουσιν : ἄλλοι
Καίσαρος ἐνδόντος αὑτὸν ἀκροατὴν , τὸ δάνειον εἰπὼν τῶν πεντακοσίων ταλάντων καὶ τὴν συγγραφὴν , ἐν ᾗ καὶ τοῦτο ἦν
5951823 ἑπτακοσιας
τῳ . ὃ φανήσεται οὗτος , ὀφείλων καὶ οὐκ ἐκτετεικὼς ἑπτακοσίας δραχμάς , ἃς ὦφλεν ἐν ταῖς εὐθύναις τῷ ἐπωνύμῳ
τοῦ δὲ σύμπαντος λαοῦ τὸ μὲν παλαιόν φασι γεγονέναι περὶ ἑπτακοσίας μυριάδας 〚 καὶ καθ ' ἡμᾶς δὲ οὐκ ἐλάττους
5949954 τετρακοσιας
ὄντα καὶ δύσπορον τότε μάλιστα αὐτῷ γενόμενον ὑπὸ ὄμβρων , τετρακοσίας τοῦ Μιθριδάτου κώμας ἐπέτρεχεν , οὐκ ἀπαντῶντος ἐς οὐδὲν
τοιάδε δίδωμι : ξεῖνόν τέ σε ποιεῦμαι ἐμὸν καὶ τὰς τετρακοσίας μυριάδας τοι τῶν στατήρων ἀποπλήσω παρ ' ἐμεωυτοῦ δοὺς
5944673 καλλιϲτου
ϲτροβίλων ἀμυγδάλων πικρῶν ἴϲον ἑκάϲτου καὶ πεπέρεωϲ βραχὺ μέλιτοϲ ἀπηφριϲμένου καλλίϲτου τὸ ἱκανόν : δίδου ἐκ τούτου κοχλιαρίου μεγίϲτου πλῆθοϲ
καὶ ἑψῶν ἐπὶ πυρὸϲ ἐπ ' ὀλίγον , ἐπίβαλλε μέλιτοϲ καλλίϲτου τὸ ἴϲον καὶ ϲμύρνηϲ ⋖ β κρόκου ⋖ β
5942629 πιπιϲκειν
ἄκοϲ ἐόν : ἀτὰρ καὶ μαλάχηϲ ϲπέρματοϲ ὁκόϲον ὁλκῆϲ δραχμὴν πιπίϲκειν ξὺν ὕδατι , ἄριϲτον πείρῃ τιϲ ἐπιϲτώϲατο . μυρία
: τὰϲ δὲ ϲάρκαϲ ἀρτίϲκουϲ διαπλάϲανταϲ ψύχειν ἐν ϲκιῇ : πιπίϲκειν δὲ τούϲδε ὅκωϲ καὶ τὴν ϲκίλλην . καὶ αὐτοὶ
5940849 πεντεκαιδεκα
ἵνα δὲ στενότατός τε καὶ διὰ στενότητα βαθύτατος ἐς τοὺς πεντεκαίδεκα ξυνάγεσθαι : καὶ ταῦτα πολλαχῇ εἶναι τοῦ Ἰνδοῦ .
αὐτὸν ἀνελόντα βουλευτὰς μὲν ἐνενήκοντα , ὑπάτους δ ' ἐς πεντεκαίδεκα , ἀπὸ δὲ τῶν καλουμένων ἱππέων δισχιλίους καὶ ἑξακοσίους
5926033 ξεστας
ἕψομεν , μέχρι τὸ τρίτον ἀπολειφθῇ , εἶτα προσεπιχέαντες γλεύκους ξέστας Ϛ καὶ ἀψινθίου ἡμίλιτρον ἐπιμελῶς μίξαντες καταγγίζομεν καὶ ἀποτιθέμεθα
δὲ καὶ οἴνου ἐμβάλλουσι παλαιοῦ εἰς τὸν ξέστην τῶν ἰχθύων ξέστας βʹ . Εἶτα εἰ βούλει εὐθέως χρήσασθαι τῷ γάρῳ
5918633 κοχλιαρια
, ϲαρκοκόλληϲ ⋖ δ , κόμμεωϲ ⋖ β , ξηρίου κοχλιάρια ια μετὰ ἀφεψήματοϲ φοινίκων κυάθων β . καταρροφείτωϲαν δὲ
ἀπόθου ἐν ὑελίνῳ ἀγγείῳ , ἐπὶ δὲ τῆς χρείας δίδου κοχλιάρια γʹ . μετ ' οἴνου ἐπὶ ἡμέρας ζʹ .
5907252 μνων
ὁ πατήρ , ἀφανίζουσι δ ' οὗτοι , τετταράκοντα μὲν μνῶν ὑποκειμένους , εἴκοσι δ ' ὄντας τὸν ἀριθμόν ,
εἴη δύο μὲν τάλαντα ἀργυρίου διδόναι οἱ ἀντὶ τῶν ἑκατὸν μνῶν τῶν ἐκ τοῦ δημοσίου , ἐὰν δὲ κατάσχωμεν ἡμεῖς
5905679 ἑξηκοντα
. ἐνταῦθα δέ που καὶ Μήθυμνα πόλις Λεσβίων ἐστὶν ἀπὸ ἑξήκοντα σταδίων τῆς ἐκ Πολυμηδείου πρὸς τὴν Ἄσσον παραλίας .
διακοσίων τετταράκοντα [ , εἶτα εἰς τὴν Θεσσαλονίκειαν ] ἑξακοσίων ἑξήκοντα , ἐντεῦθεν [ ἐπ ' Ἴστρον δι ' Εἰδομένης
5902378 ὀμφακινου
χηνείου γο βʹ , τερεβινθίνης γο γʹ ςʹʹ , ἐλαίου ὀμφακίνου γο ιʹ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματος γο αʹ , λιβάνου
κατάχριε ἢ ἀδίαντον καὶ λάδανον ἴσα λειώσας μετ ' ἐλαίου ὀμφακίνου ἢ μυρσινίνου , ἢ σχινίνου ἐπίχριε . ἄλλο .
5898550 πεντακοσιων
ὥστε τὴν πᾶσαν εἶναι τῆς νήσου περιφορὰν σταδίων τετρακισμυρίων δισχιλίων πεντακοσίων . κατοικεῖν δέ φασι τὴν Πρεττανικὴν αὐτόχθονα γένη καὶ
τρισχιλίων ταλάντων τὸν λόγον ἀπαιτοῦσι , τῶν δὲ μυρίων καὶ πεντακοσίων ὧν παρὰ Ἀντιόχου λαμβάνουσι λόγον οὐκ ἀπαιτοῦσιν , οὐδὲ
5895112 εἰκοσιν
τῷ πρεσβυτέρῳ λέλεκται . ἀπὸ Κάλπης λιμένος εἰς Ῥόην στάδιοι εἴκοσιν : ὅρμος ναυσὶ μικραῖς . ἀπὸ Ῥόης εἰς Ἀπολλωνίαν
Ἀλκιβιάδης οὗτος νῦν ἐπιχειρεῖ πρῶτον μὲν ἔτη οὐδέπω γεγονὼς σφόδρα εἴκοσιν , ἔπειτα παντάπασιν ἀπαίδευτος , πρὸς δὲ τούτοις ,
5880893 δραχμας
καὶ κατουλοῦσα , ἥτις καὶ ἔχει οὕτως : Στέατος ὑείου δραχμὰς μη , ἀσφάλτου καὶ νίτρου ἀνὰ δραχμὰς κε ,
. ἐὰν δὲ μὴ ἐπαναγκάσῃ ὁ ἄρχων , ὀφειλέτω χιλίας δραχμὰς ἱερὰς τῇ Ἥρᾳ . ἀπογραφέτω δὲ τὸν μὴ ποιοῦντα
5875217 τριακοσιαι
Ἑλλήνων Ἰφικράτης ἡγεῖτο δισμυρίων . καὶ ναῦς ἠριθμήθησαν τριήρεις μὲν τριακόσιαι , τριακόντοροι δὲ διακόσιαι : τῶν δὲ τὴν ἀγορὰν
ἦν , ὡς Κτησίας ὁ Κνίδιος ἀνέγραψε , πεζῶν μὲν τριακόσιαι μυριάδες , ἱππέων δὲ εἴκοσι μυριάδες , ἁρμάτων δὲ
5866410 μιξαι
. Τὸν δ ' ἐξάκουστον Ἥφαιστον ἐκέλευσεν ὕδωρ καὶ γῆν μίξαι , καὶ ποιῆσαι ἀνθρώπου φωνὴν καὶ δύναμιν , ἀντὶ
, ἄρου τοῦ μεγάλου ῥίζης χηραμίδα καὶ ἔλαιον σὺν μέλιτι μίξαι , ἐπιῤῥοφεῖν δὲ ὄξος κεκρημένον . Ἄλλο ἰσχυρόν :
5865979 μιλιων
τρεῖς , γίνονται πόδες ἐννενήκοντα μυριάδες , οἱ ποιοῦσι διάστημα μιλίων ἑκατὸν ὀγδοήκοντα . Εἰ δὲ διεσκεδασμένως κινοῦνται , ὁμολογούμενον
τῆς Σαρματίας ὀρῶν , στάδια τρισμύρια δισχίλια φʹ , ἤτοι μιλίων χιλιάδες ͵δ καὶ τλγʹ . Τῶν δὲ τῆς οἰκουμένης
5864516 ἐννακοσιοι
τῷ Ϛ : ἑξάκις γὰρ ϘϚ φοϚ καὶ ἑξάκις ρν ἐννακόσιοι . ὥστε ἡ εἰκοσιτεσσαράπους καὶ ἡ τριακοντάπους μήκει μὲν
] πάντες πεζοὶ μὲν μύριοι καὶ ἑξακισχίλιοι , ἱππεῖς δὲ ἐννακόσιοι , οἱ δ ' Ἀντιγόνου χωρὶς τῶν ἐλεφάντων πεζοὶ
5859795 εἰκοσι
βασιληίην . Ποιήσας δὲ ταῦτα , ἐν Πέρσῃσι ἀρχὰς κατεστήσατο εἴκοσι , τὰς αὐτοὶ καλέουσι σατραπηίας : καταστήσας δὲ τὰς
Εὔανδρόν τινα κατὰ τῶν σοφιστῶν εἰρηκότα , ὡς ὅτι λαβὼν εἴκοσι τάλαντα παρὰ τοῦ Νικοκλέους αὐτὸς ὁ Ἰσοκράτης ἔπεμψεν αὐτῷ
5855300 ὀβολους
μίξας ἀναλάμβανε καὶ χρῶ πρὸ τῆς ἐπισημασίας ἐν ὀξυμέλιτι διδοὺς ὀβολοὺς β μόνους . Καρκίνων ποταμίων ἡ τέφρα θαυμασίως ἐπὶ
τέχνης ἐννέα ἢ δέκα , ὧν ἕκαστος τούτῳ δύ ' ὀβολοὺς ἀποφορὰν ἔφερε τῆς ἡμέρας , ὁ δ ' ἡγεμὼν
5854733 νηστει
, ἢν ὀδύνη τε ἔχῃ καὶ μὴ δύνηται ἀποπτύειν , νήστει δίδου ἄνθος χαλκοῦ ὅσον κοτινάδα , καὶ ὀποῦ σιλφίου
μελαίνης σπέρματος , λινοσπέρμου πεφωγμένου ἴσα μέλιτι ἑφθῷ ἀναλαβὼν δίδου νήστει διαμασᾶσθαι . πρὸς τραχύτητα βρόγχου καὶ βῆχα διαίμους τε
5853841 ἡμικοτυλιον
ἁπαλοῖϲ φύλλοιϲ ὅϲον ⋖ β μετ ' οἴνου αὐϲτηροῦ ὅϲον ἡμικοτύλιον . ἐπειδὴ δὲ καὶ ταῦτα λυμαίνεται τῶν ἀνθρώπων τὰ
μὴ θέλῃ ἡ κόπρος διαχωρέειν , ἐν τούτοισι : μέλιτος ἡμικοτύλιον καὶ νίτρου Αἰγυπτίου ὁκόσον ἀστράγαλον οἰός : ταῦτα τρίψας
5845346 δεκαεπτα
οἷον ηυ , ωυ , υι . Σύμφωνα δέ εἰσι δεκαεπτά . Ἐκλήθησαν δὲ σύμφωνα , ὅτι αὐτὰ μὲν καθ
ἐννήρεις λʹ , ἑπτήρεις λζʹ , ἑξήρεις εʹ , πεντήρεις δεκαεπτά : τὰ δ ' ἀπὸ τετρήρους μέχρι τριηρημιολίας διπλάσια
5843723 κυαμου
προϲφάτοιϲ μὲν ἐν ὀξυκράτῳ , χρονίοιϲ δὲ ἐν ἀφεψήματι ϲυμφύτου κυάμου Αἰγυπτίου μέγεθοϲ πρωὶ καὶ ὀψέ , ἐμπνευματουμένοιϲ δὲ καὶ
γεντιανῆϲ ἀριϲτολοχίαϲ ϲτρογγύληϲ δαφνίδων ἴϲα ἀναλάμβανε μέλιτι ἑφθῷ καὶ δίδου κυάμου τὸ μέγεθοϲ , ἀπυρέτοιϲ μετ ' οἴνου κεκραμμένου κυάθουϲ
5839069 ἀπεφθου
στυγνότητ ' , ἀλουσίαν . προπίνω σοι φιλοτησίαν λαβὼν ὕδατος ἀπέφθου κύαθον : ἂν δ ' ὠμὸν πίῃς , βαρὺ
, σταθμὸν διτάλαντα . Ἐποιέετο δὲ καὶ λέοντος εἰκόνα χρυσοῦ ἀπέφθου , ἕλκουσαν σταθμὸν τάλαντα δέκα : οὗτος ὁ λέων
5835537 τριωβολον
βοηθεῖν ἀφηγοῦνται : πίνεται δὲ καὶ λαγωοῦ τῆς πιτύας ὅσον τριώβολον ἐν οἴνῳ , καὶ πράσου χύλισμα ὅσον ἡμικοτύλιον ἐν
τοὺς Πελοποννησίους . πεντώβολον ἡλιάσασθαι ] δικάσαι λαμβάνοντα πεντώβολον ἢ τριώβολον . ἢν ἀναμείνῃ ] ἐὰν ὑπομείνῃ καὶ πολεμῶν μὴ
5834030 διακοσιων
μυριάδων πεζῶν , ἱππέων δὲ τρισχιλίων [ νεῶν δὲ μακρῶν διακοσίων ] . ὁ μὲν οὖν στρατηγὸς τῶν δυνάμεων Ἰμίλκων
, ἣν ᾤκουν Ἰλλυριοί , κατ ' Ἐπίδαμνον . ὕστερον διακοσίων Κορινθίων ἀποικία εἰς αὐτὴν ἐστάλη , ἧς ἡγεῖτο Γύλαξ
5828552 κωδυαϲ
ἑρπύλλῳ τε μετὰ μελιλώτου ἐν γλυκεῖ ἑψημένῃ , ἢ λείαϲ κωδύαϲ ἀναλαμβάνοντεϲ ἄρτῳ μετὰ ῥοδίνου ἢ κηρωτῆϲ καταπλάϲϲομεν . καὶ
χαμαιμήλου , ἐνίοτε δὲ καὶ κωδύων : καὶ ἐλαίῳ δὲ κωδύαϲ ἀφεψήϲαντεϲ καταιονοῦμεν τὴν κεφαλὴν καὶ παραχρῆμα ὕπνον ἡδὺν ἐπιφέρει
5825767 πεντακισχιλιας
. Δίων δὲ τοῖς μὲν ἀνόπλοις τῶν Συρακοσίων διέδωκε τὰς πεντακισχιλίας πανοπλίας , τοὺς δὲ ἄλλους ἐκ τῶν δυνατῶν τοῖς
πείθει τὸν ἄνθρωπον ἀποδόσθαι οἱ δισμυρίων αὐτὸν εὕρημα ποιησάμενον τὰς πεντακισχιλίας . ὁ μὲν δὴ τοῦ θησαυροῦ ἐρῶν οὔπω ξυνίει
5816284 ποσιας
κλύσαι τῷ ὕδατι . Ἢ ἐλατήριον , ἢ κέστρον δύο πόσιας , ἑψεῖν ἐν ὕδατι ὅσον δύο κοτύλῃσι , καὶ
οἴνῳ καὶ ὕδατι κλύσαι . Ἕτερον : ἐλατήριον ὅσον δύο πόσιας ὕδατι διεὶς , κλύσαι . Ἕτερον : κολοκυνθίδας ἀγρίας
5815050 κοχλιαριον
τε μίξαϲ ἀπόθου , καὶ ἐπὶ τῆϲ χρείαϲ ἐπίπαττε ὅϲον κοχλιάριον μεϲτὸν τοῖϲ ὄψοιϲ ἢ μεθ ' ὕδατοϲ θερμοῦ ἢ
ποιεῖ . ἄλλη ἀντίδοτοϲ ϲκορπιοπλήκτοιϲ : ἀριϲτολοχίαϲ μακρᾶϲ λείαϲ δίδου κοχλιάριον ἓν μετ ' οἴνου ἀκράτου κυάθων τεϲϲάρων : ἐνεργεῖ
5811176 χιλιαρχους
τὰ δίκαια Πομπηίῳ καὶ κατηγορήσων τοῦ παιδὸς ἐπὶ Πομπηίου . χιλιάρχους δὲ αὐτῷ καὶ ἱππάρχους ἐπὶ τιμῇ κελεύσαντος ὑπαντᾶν τοῦ
ἦρχε Κηφισόδωρος , ἐν Ῥώμῃ δ ' ἀντὶ τῶν ὑπάτων χιλιάρχους ὁ δῆμος τέσσαρας κατέστησε , Λεύκιον Φούριον , Παῦλον
5808320 κυαθῳ
: ἄνιε δὲ τὸ φάρμακον ὕδατι θερμῷ ἑνὶ καὶ ἡμίσει κυάθῳ . πιόντα δέ , εἰ μηδὲν κωλύοι , χρὴ
συνταράξας * μιξάμενος : ἐνώσας κυάθῳ : τουτέστι τρίτον τῷ κυάθῳ ἀντλούμενον , οἷον τρεῖς κυάθους . * ἀφύξιμον :
5801873 ταλαντα
φασὶν , ἦν , παρὰ Διονυσίου λαβὼν ὑπὲρ τὰ ὀγδοήκοντα τάλαντα , ὡς καὶ Ὀνήτωρ φησὶν ἐν τῷ ἐπιγραφομένῳ :
ὅσον ὡμολόγητο εἶχεν , ὦ ἄνδρες δικασταί , ἀλλὰ τρία τάλαντα ἀργυρίου καὶ τετρακοσίους κυζικηνοὺς καὶ ἑκατὸν δαρεικοὺς καὶ φιάλας
5801127 πεντακοσιας
τὰς τιμὰς τῶν ἐν ἀγῶσιν ἀθλητῶν , Ὀλυμπιονίκῃ μὲν τάξας πεντακοσίας δραχμάς , Ἰσθμιονίκῃ δὲ ἑκατόν , καὶ ἀνὰ λόγον
εἴρηται , ἐὰν δέ τις εἴπῃ ἀποβεβληκέναι τὴν ἀσπίδα , πεντακοσίας δραχμὰς ὀφείλειν κελεύει . οὐκ οὖν δεινόν , εἰ
5798568 τʹ
τοῦ Ἀκάμαντος , τὴν Κύπρον εὐώνυμον ἔχοντι εἰς Πάφον στάδιοι τʹ : πόλις ἐστὶ κειμένη πρὸς μεσημβρίαν : ἔχει δὲ
ἔχει καὶ ὕδωρ . Ἀπὸ Παλαιᾶς ἐπὶ τὸν Φιλεοῦντα στάδιοι τʹ . Ἀπὸ Φιλεοῦντος ἐπὶ τὰ Ἄκρα . . .
5789751 κνηστρου
, οἷον μύξαι ὁρῶνται : ἢν οὖν φλεγματώδεα ᾖ , κνήστρου ὅσον πόσιν διιέναι ξὺν μελικρήτου κοτύλῃ , καὶ κλύσαι
παρεμποδισμοῦ τέταχεν . κυρίως γὰρ ἐπὶ τῆς ἀκοῆς τέταχε . κνήστρου : κνηστῆρος . Νίκανδρός φησι : σιλφίου , ἣν
5789732 ρξ
# η , τερεβινθίνης # η , πεπέρεως λευκοῦ κόκκους ρξ . τὸ ὕπερον ἀλείφων γλευκίνῳ κόπτε . Ἰσχιαδικοὺς ἐν
∠ ʹ ἡ δὲ ὡς ἐπὶ τὰ Κάσια ὄρη ἐκτροπὴ ρξ μθ ∠ ʹ ἡ δὲ ἐν τούτοις πηγή .
5778533 λειοτατηϲ
καὶ ἱκανῶϲ φλέγμα καὶ χολήν . Κυκλάμινοϲ . Κυκλαμίνου ῥίζηϲ λειοτάτηϲ ⋖ Γ ἢ δ πρὸϲ δύναμιν , ϲὺν ὑδρομέλιτι
. λαμβάνει δὲ ἀλεύρου πυρίνου λεπτοτάτου μέρη δύο , κολοφωνίαϲ λειοτάτηϲ μέροϲ α : ἐπιπάϲϲοντα δὲ τὸ ξηρίον ϲκέπειν μοτοῖϲ
5777020 ἐνενηκοντα
τὰ σφέτερα πράγματα καὶ ὕστερον τὸν Πειραιᾶ τειχίσαι πλειόνων ἢ ἐνενήκοντα σταδίων καὶ ἄλλα τοιαῦτα προσέταξεν αὐτοῖς , ὧν τὰ
. Κρατῖνος δὲ ὁ τῆς κωμῳδίας ποιητὴς ἑπτὰ πρὸς τοῖς ἐνενήκοντα ἔτεσιν ἐβίωσε , καὶ πρὸς τῷ τέλει τοῦ βίου
5769427 ἑκατον
ἄρχοντος , τετάρτῳ δὲ ἔτει τῆς πρώτης ὀλυμπιάδος ἐπὶ ταῖς ἑκατόν , ἣν Δάμων Θούριος ἐνίκα τὸ πρῶτον . Ἑλικαέων
τῆς Ἴδης ἔστιν , ἀπέχουσα Κυζίκου μὲν σταδίους ἐνενήκοντα καὶ ἑκατόν , τῆς δ ' ἐγγυτάτω θαλάττης καθ ' ἣν
5767951 τρισχιλιας
βραχὺ γὰρ πρὸ ἡμῶν εἶχον αἱ θεαὶ βοῦς μὲν ἱερὰς τρισχιλίας , χώρας δὲ πλῆθος ὥστε λαμβάνειν μεγάλας προσόδους .
: κτήσασθαι γὰρ αὐτὸν πρόβατα μὲν ἑπτακισχίλια , καμήλους δὲ τρισχιλίας , ζεύγη βοῶν πεντακόσια , ὄνους θηλείας νομάδας πεντακοσίας
5760525 ἐπιρροφειτω
δίδου ⋖ α πρωὶ νήϲτει καὶ εἰϲ κοίτην ὁμοίωϲ καὶ ἐπιρροφείτω ὕδατοϲ καθαροῦ . ” Ἐλλέβοροϲ ἑκάτεροϲ , ὅ τε
ἐν μέλιτι ἑφθῷ δίδου καρύου Ποντικοῦ μέγεθοϲ , καὶ ὕδωρ ἐπιρροφείτω θερμόν . καὶ τὰ δι ' ὀπίου δὲ καὶ
5757285 ἐπιχεων
καὶ τὸ εὐφόρβιον λειοτριβήσας ἐπίπαττε κατὰ μικρὸν καὶ πάλιν λείου ἐπιχέων τὸ αἰγείρινον ἔλαιον ἕως συστάσεως μήτε παχείας πάνυ μήτε
αὐτῶν τὰς ἀρετὰς τῇ εὐωχίᾳ , καθάπερ ἔλαιον πῦρ , ἐπιχέων τῇ ψυχῇ συμμέτρως , μὴ τελείως σβεννὺς αὐτῆς τὸ
5753481 ἀττικας
. Μετὰ δὲ ταῦτα , βοείου γάλακτος ὡς τέσσαρας κοτύλας ἀττικὰς ὠμοῦ ἔπινεν , κατὰ δύο κυάθους δι ' ἡμέρης
: ὀρύξαι χρὴ βόθρον , καὶ φῶξαι ὅσον δύο χοίνικας ἀττικὰς γιγάρτων , τῆς σποδιῆς ἐπιβαλὼν ἐπὶ τὸν βόθρον ,
5752388 ἀναλυε
ἐπίβαλλε κηρόν , ῥητίνην , καὶ πάλιν ἑψήσας ἀμόλυντον , ἀνάλυε καὶ χρῶ ὡς ἀντεμβροχῇ : ἐγὼ δὲ καὶ ἐλαίου
αὐτὰ μὲν ῥῖψον , τὰ δὲ τηκτὰ μίξαϲ τῷ ἐλαίῳ ἀνάλυε . Ἀλθαίαϲ , φοινίκων ἢ νικολάων ἀνὰ λι .
5744788 ζιγγιβερεως
ἡ ῥίζα , βαλαύστιον , γίγαρτα , ἔλαιον βαλάνινον , ζιγγιβέρεως ἡ ῥίζα , καγκάνου ῥίζα , κρόμμυον , σίκυος
' αὐτοῦ μέγεθος κυάμου πρὸ τῶν σιτίων . Ἔμβαμμα : ζιγγιβέρεως ⋖ β , πεπέρεως μακροῦ , σκαμμωνίας , ὀποῦ
5742192 τριακοσια
ἀξιώσας μέγαν . ξυνεβάλοντο δὲ οἱ ἐπιχώριοι πεντήκοντα εἶναι καὶ τριακόσια ἔτη μετὰ τὴν μάχην οὔπω λέγοντες καὶ ὁπόσα γεγονὼς
μὲν ἵπποι βασιλικαὶ πλείους τῶν τρισμυρίων , ὀχεῖα δὲ τούτων τριακόσια : ἐνταῦθα δὲ καὶ πωλοδάμναι καὶ ὁπλομάχοι καὶ ὅσοι
5740128 κεκομμενου
, τὴν δὲ νηδὺν ἀνασχισθεῖσαν καὶ καθαρθεῖσαν , πλέην κυπέρου κεκομμένου καὶ θυμιήματος καὶ σελίνου σπέρματος καὶ ἀννήσου , συνερραμμένην
περιστερῶν πάνυ συνεχῶς χρῶμαι , καὶ μετὰ καρδάμου δὲ σπέρματος κεκομμένου καὶ διηθημένου ἀντὶ νάπυος χρῶμαι ἐπ ' ἰσχιάδος καὶ
5739973 δισχιλια
οἱ Ἡρακλεῶται ξένια πέμπουσιν ἀλφίτων μεδίμνους τρισχιλίους καὶ οἴνου κεράμια δισχίλια καὶ βοῦς εἴκοσι καὶ οἶς ἑκατόν . ἐνταῦθα διὰ
λέγεται αὐτῷ γενέσθαι εἰς δώδεκα μὲν ἱππέων μυριάδας , εἰς δισχίλια δὲ ἅρματα δρεπανηφόρα , πεζῶν δὲ εἰς μυριάδας ἑξήκοντα
5736921 σιδʹ
τῶν Αἰγινητῶν . τάχει ] τῷ . ἤγουν σζʹ ἢ σιδʹ . . κατὰ κοινοῦ τὸ δίς , ἵν '
Καρκίνου ιεʹ ἕως τῆς τοῦ Αἰγόκερω ιεʹ : συνάγονται ἀναφοραὶ σιδʹ : τούτων τὸ ἥμισυ ρζʹ . ταύταις προσθεὶς τὰς
5735536 ψηγματος
στιλπνότατον . εἰσὶν οὖν πλησίον ἐφεξῆς , ὥσπερ κολωνοὶ τοῦ ψήγματος , καὶ τὸ πεδίον ἅπαν ἀστράπτει . χαλεπὸν οὖν
ἡμέραις Εὐβοϊκὸν ἐξαίρουσι τάλαντον : πᾶσα γὰρ ἡ βῶλός ἐστι ψήγματος συμπεπηγότος καὶ ἀπολάμποντος μεστή . διὸ καὶ θαυμάσαι τις
5719952 ὑπαγεϲθω
καὶ τρὶϲ καὶ τετράκιϲ προεμεῖν ἀπὸ δείπνου καὶ ἡ γαϲτὴρ ὑπαγέϲθω : προειπόντα δὲ χρὴ τοῖϲ οἰκείοιϲ τοῦ κάμνοντοϲ τὸν
ιε : μετὰ δὲ ταῦτα τῇ διὰ τῆϲ ἀλόηϲ πικρᾷ ὑπαγέϲθω ϲυνεχῶϲ ἡ κοιλία . ὠφέλιμοϲ γὰρ αὐτῆϲ ἡ ϲυνεχεϲτέρα
5717732 ἐκλειχειν
δὸς πιεῖν . ἄλλο . ἀείζωον μετὰ μέλιτος δίδου λεῖον ἐκλείχειν ἢ βολβὸν ἢ ἀβρότονον , ὡς χόνδρον δίδου μεθ
πάχουϲ ϲυμμέτρου καὶ δίδου ἐκ τοιούτου πρὸ πολλοῦ τῶν ϲιτίων ἐκλείχειν . Κεφ . αʹ Περὶ καρδιακῶν βʹ Περὶ τῶν
5716901 συντελεσειν
τῆς ἐπιβολῆς , ὡς δ ' οὐχ ὑπήκουσεν , ὡμολόγησε συντελέσειν περὶ ὧν ἠξιωκὼς ἦν . διαγγελθείσης δὲ τῆς πράξεως
δόξα καὶ πλοῦτος καὶ τὰ ὁμοιότροπα κεκλήρωται . ὁ δὲ συντελέσειν μὲν οὐχ ὑπισχνεῖται , ” ἀναπληρώσειν ” δ '

Back