παρέχειν πράγματα . Πυθομένου δέ τινος , πῶς ἔστιν ἐσθίειν ἀρεστῶς θεοῖς , Εἰ δικαίως ἔστιν , ἔφη , καὶ
διὰ τὸ καὶ τοὔνομα φέρειν ἡμῶν καὶ συνδιατετριφέναι πλείω χρόνον ἀρεστῶς πάνυ , καθάπερ δίκαιον ἦν τὸν υἱοῦ τάξιν ἐσχηκότα
5142102 Μακαριον
τις ἐρωτᾷ , νῦν δὲ τὴν Σωκράτους ἐρώτησιν φύγοιμι . Μακάριόν γε , ὦ Ἱππία , πάθος πέπονθας , εἰ
ἔχει . Μὴ φεῦγ ' ἑταῖρον ἐν κακοῖσι κείμενον . Μακάριόν ἐστιν υἱὸν εὔτακτον τρέφειν . Μηδέποτε πειρῶ δύο φίλων
4683705 οἰκηια
δέ τε δούρατ ' ἀμάξης , τῶν πρόσθεν μελέτην ἐχέμεν οἰκήια θέσθαι . Εὖτ ' ἂν δὴ πρώτιστ ' ἄροτος
' ἀμείβετο τοῖσδε : Ὦ παῖ Κύρου , τὰ μὲν οἰκήια ἦν μέζω κακὰ ἢ ὥστε ἀνακλαίειν , τὸ δὲ
4618265 περιγενομενον
τινα καὶ μετὰ ἐνιαυτὸν τῆϲ πείϲεωϲ ἀνατρηθέντα τὸ κρανίον καὶ περιγενόμενον : ἦν γὰρ ἐν τῷ βρέγματι τὸ κάταγμα τὸ
κακῶν γυναικῶν ἡ παραβολή . Λυδὸς καπηλεύει : λέγεται Κῦρον περιγενόμενον τῶν Λυδῶν προστάξαι αὐτοῖς καπηλεύειν . Λύκου πτερά :
4585404 προτιμησιν
Αἰγαίῳ αἱ Κυκλάδες πρῶται . Πρώτην δὲ αἶσαν εἶπεν : προτίμησιν γὰρ εἶχον ὑπὲρ τὰς ἄλλας εἰς τὰς ἐν Δήλῳ
μακροτέρα τῆς ψυχῆς γενομένη , διὰ δὲ τὴν αὐτοῦ Καλλιμάχου προτίμησιν , εἰ ταῖς τῶν πατέρων τιμαῖς ἡ τῶν παίδων
4568377 μαθηι
, ἵν ' Ἑλλὰς τοὺς Ἀλεξάνδρου γάμους δώρημα Κύπριδος ψευδονύμφευτον μάθηι : Κύπρις δὲ νόστον σὸν διαφθεῖραι θέλει , ὡς
ἀδικεῖ δὲ καὶ ὁ πειθόμενος ψευδομένωι προσέχων πρὶν ἢ τἀληθὲς μάθηι . διαβολὴ γὰρ μήτηρ ἐστὶ πολέμου καὶ τίκτει ὀργήν
4520986 ἐχθες
ἐπιστραφέντος αὐτῶν , ὡς εἰ μηδὲ ἐγένοντο τὸ παράπαν , ἐχθὲς καὶ πρώην ἐν Ἀλεξανδρείᾳ τῇ κατ ' Αἴγυπτον Αἰνησίδημός
' ἐν τῷ κρατεῖν ταῖς δυνάμεσιν , ὃ καὶ τὰ ἐχθὲς ἀφαιρεθέντα , ἔτι ὄντα παρὰ τοῖς πολεμίοις σῶα ,
4448877 ἁρπασαντος
ἐπιδιώξεώς ἐστιν ἕως ἂν ἀχθῇ ὁ παῖς εἰς τὸ τοῦ ἁρπάσαντος ἀνδρεῖον . ἐράσμιον δὲ νομίζουσιν οὐ τὸν κάλλει διαφέροντα
ἐπεὶ καὶ Ἡρακλῆς νόθος ἦν : ἐκλήθη δὲ ἀπὸ κυνὸς ἁρπάσαντος κρέας ἐκ θυσίας γενομένης τῷ Ἡρακλεῖ κἀκεῖσε ἀποθεμένου .
4381230 κυλικειον
, ἐξὸν τοσουτουὶ δύ ' ἀγάλματ ' ἀγοράσαι ; τὸ κυλικεῖον ὁ πρῶτος εὑρὼν πολυτελὲς τμητὸν μέγα γλαύκου πρόσωπον ,
Πτολεμαίῳ , ἐστεφάνωτο διαδήματι χρυσῷ . Παρέκειντο δὲ πᾶσι τούτοις κυλικεῖον μεστὸν χρυσωμάτων , κρατήρ τε χρυσοῦς , μετρητῶν πέντε
4363533 ἑτοιμος
ἀγορεύεις : αὐτίκα γάρ τοι ἔπειτα μεθ ' Ἕκτορα πότμος ἑτοῖμος . Τὴν δ ' αὖτε προσέειπε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς
ἅπαντά μοι διελθεῖν . Θεανδρίδαισι δ ' ἀεξιγυίων ἀέθλων κάρυξ ἑτοῖμος ἔβαν Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε συνθέμενος ,
4335437 δουλος
τῷ γὰρ ἐμός τί μᾶλλον ὑπακούεται οἶκος ἢ ἵππος ἢ δοῦλος ἤ τι τῶν τοιούτων ; Αἱ κτητικαὶ ἀπὸ γενικῶν
μηδεὶς ὑμᾶς ἐγράφετο . ἐγὼ δὲ ἐξιόντας μὲν οὐκ εἶδον δοῦλος ὢν τῆς ἀνάγκης , ἣν οἶσθα , γράψαι δὲ
4316745 τετοκε
εἴπωμεν . καὶ ἐπὶ τῶν φυσικῶν δὲ ὁμοίως : εἰ τέτοκε , κατὰ γαστρὸς ἔσχηκε : καὶ εἰ τοῦτο ,
, ἐπειδὴ γάλα ἔχει , γάλα δὲ ἔχει , ἐπειδὴ τέτοκε . φευκτέα δὲ ἡ διάλληλος δεῖξις παρὰ φιλοσόφοις ,
4288660 σημερον
ἄλλοτε ἄλλως ἔχον οὐχ ὑποπίπτει ἀκριβεῖ γνώσει , ἀλλὰ τυχὸν σήμερον μὲν τοιῶσδε γινώσκεται αὔριον δὲ τοιῶσδε διὰ τὸ ἄλλως
εἰ μὴ γὰρ ἐσπούδαζεν , οὐκ ἂν ἀπέστειλέ με ὄρθρου σήμερον . Ἀναστὰς οὖν πορεύσομαι τῷ καύματι : οὐ γὰρ
4269639 προθυμος
ἄλλων ἕνεκα τοιούτους εἶναι , γιγνώσκοντας ὅτι , ἐάν τις πρόθυμος εἰς ὑμᾶς ᾖ , οὐ μόνον ἡμᾶς ὠφελήσετε :
προδοσίαν , ὅτι τὸν κατὰ Ῥωμαίων πόλεμον ἐκφέρειν οὐκ ἦν πρόθυμος , ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ κοινῷ μόνος ἀντέλεγε τοῖς
4261478 Ὀνατα
ἀσπίδι : πολλὰ μὲν ἄλλα σοφοῦ ποιήματα καὶ τόδ ' Ὀνάτα [ ἔργον ] Αἰγινήτεω , τὸν γείνατο παῖδα Μίκων
θεῷ Δεινομένης ἐστὶν ὁ Ἱέρωνος , ἔργα δὲ τὸ μὲν Ὀνάτα τοῦ Αἰγινήτου τὸ ἅρμα , Καλάμιδος δὲ οἱ ἵπποι
4233598 σωα
τὴν καυσίαν τῆς κεφαλῆς ἀφελών . ἡ μέντοι πεζὴ στρατιὰ σώα πρὸς Ἀντίπατρον ἐκ τοῦ πολέμου παρεγένετο , ὃ καὶ
μονοσυλλάβως Ἀττικοί , καὶ τὸν σῶον σῶν . καὶ ἡ σώα σᾶ παρ ' αὐτοῖς . Ἠριδανὸν . . .
4213818 ὡμολογημενα
ἐστὶ τοῖς ῥήτορσι καὶ μάλιστα τῷ Δημοσθένει τὰ ἀμφίβολα ὡς ὡμολογημένα λαμβάνειν . μισθωτὸς ] τινὲς εἰρήκασιν ὅτι ἑκὼν ἐν
πραγμάτων τὰ μὴ ὡμολογημένα καὶ ἔχοντα ἀντίῤῥησιν , τὰ δὲ ὡμολογημένα καὶ μὴ ἔχοντα ἀντίῤῥησιν οὐ κρίνεται : οἷον ἐφωράθη
4146507 ὁποτερος
γε ὑμᾶς ἐδόκουν ὁρᾶν καὶ ἄρτι ἥκετε , καὶ δῆτα ὁπότερος μὲν ὑμῶν , ἔφην , ὁ ἐρωτῶν ἦν καὶ
δεῖν τὸν ἔλεγχον γενέσθαι , ἐκ τῆς ἀνθρώπου βασανιζομένης , ὁπότερος ἦρξεν χειρῶν ἀδίκων : τοῦτο γάρ ἐστιν ἡ αἴκεια
4120464 ὁμολογηθεντα
θάτερον αὐτοὺς ἠξίουν πράττειν , ἢ λύειν τὰ πρὸς Ῥωμαίους ὁμολογηθέντα ἢ πολεμεῖν σφίσι μετ ' ἐκείνων . οἱ δὲ
τῶν μὴ τυγχανόντων ἀποτίσειαν οἱ ψευσθέντες τῆς ἐλπίδος καὶ τὰ ὁμολογηθέντα μὴ κομιζόμενοι . οἰχήσεται δὴ πάλιν φέρων αὐτοὺς ὁ
4107887 συζυγα
ἀκατάλληλον , εἰμὶ Ὀδυσσεύς , Τρύφων ὀνομάζομαι καὶ τὰ τούτοις σύζυγα . πάλιν γὰρ οὐκ ἐγχωρεῖ τὴν ἰδίαν θέσιν κοινῇ
ἦν γένος καὶ τὸ ἀπ ' αὐτῆς ποιόν ; ἢ σύζυγα μὲν ὑπάρχει καὶ ἐνταῦθα ποίησις , ποιεῖν καὶ ποιοῦν
4107203 ἠον
, καὶ ὡς Ἰακώτερον μὲν τὸ ἔον , τὸ δὲ ἦον κοινόν , ὅθεν τὸ ἦες καὶ ἦε . τὸ
τὸ δὲ ἐών ἤγουν ὑπάρχων κοινῶς μὲν δοκεῖ ἀπὸ τοῦ ἦον δευτέρου ἀορίστου γενέσθαι , διὸ καὶ ἀναλόγως ὀξυτονεῖσθαι ]
4100118 τραγελαφος
χρόνου , καθ ' ὃν ἦν ἢ ἔσται , οἷον τραγέλαφος ἦν χθὲς ἢ πέρυσιν ἢ ἔσται αὔριον ἢ εἰς
ἔστιν αὐτὸ χωρὶς εἰπεῖν . οὐ γὰρ ἐπειδὴ λέγωμεν ὁ τραγέλαφος δοξαστόν ἐστιν , ἤδη δυνάμεθα εἰπεῖν ὅτι τὸ μὴ
4096093 ἀναφερῃ
, ζῷον ἁπλῶς λέγεται , ὅταν δὲ πρὸς τῷ ὁρᾶν ἀναφέρῃ καὶ προσλογίζηται ὅτι μίμημά ἐστι τοῦδε τοῦ ἀληθοῦς ζῴου
ἀγαθῆς χαρᾶς καὶ ἀφανίζεται , ὁπόταν εἰς ὕψος τὴν εὐδαιμονίαν ἀναφέρῃ ἡ μοῖρα [ καὶ ὅταν τὴν εὐδαιμονίαν εἰς ὕψος
4092349 συνετου
ἐστιν ἡ σύνεσις . οὐ γὰρ διαφέρει ὁ εὐσύνετος τοῦ συνετοῦ , ἀλλὰ καὶ ὁ συνετὸς αὐτὸ τοῦτο βούλεται ,
εὐγνώμονος : τίθησι δὲ καὶ τὴν λέξιν ἐπίπαν ἐπὶ τοῦ συνετοῦ : ” τούνεκ ' ἐπητής ἐσσι καὶ ἀγχίνοος καὶ
4086511 λλων
, παῖ ] αμουμενη ? ] ! α γνωρίσηι ] λλων τέκνα ] ας φανεὶς ] λαβεῖν [ ] α
! ιελ ! [ [ ] ι [ [ ] λλων ? τ ? [ [ ] ! ' ἄγγελον
4084577 δηλος
καὶ τῆς Ἀλκμήνης ἐστὶν ἔτι ὁ θάλαμος ἐν τοῖς ἐρειπίοις δῆλος . οἰκοδομῆσαι δὲ αὐτὸν τῷ Ἀμφιτρύωνι Τροφώνιόν φασι καὶ
ἕτοιμα καὶ ἀρκοῦντα τὰ Ἀντωνίου , ἑτέρας ἀσχολίας προύφερε καὶ δῆλος ἦν ἢ αὖθις ἐπιμεμφόμενός τι τῷ Ἀντωνίῳ ἢ τῆς
4077289 ἐνομιζες
οὐκ οἶσθα πατὴρ γενόμενος : ἢ μέχρι τοῦ τεκεῖν ὑπάρχειν ἐνόμιζες : κρεῖττον ἦν περιόντος περιορᾷν , ἢ πεπτωκότος ἐπιλανθάνεσθαι
σοι βοηθήσω καὶ τὸν κατήγορον τὴν κατηγορίαν λῦσαι ; δεινὸν ἐνόμιζες , εἰ δίκαιος ὢν συνεῖναι τὸν δεύτερον δόξεις ᾑρῆσθαι
4062899 θλασις
τὰ τοὺς ἐμπεφυσημένους μῦς ὠφελήσοντα καὶ μάλιστα , ὅταν ἡ θλάσις αὐτῶν ἔχῃ τι καὶ φλεγμονῆς καὶ δυσίατοι γίνωνται .
μήτε θλάσῃ μήτε κατάξῃ τὸ κρανίον . ἡ μὲν γὰρ θλάσις γίνεται διὰ τὸ βάρος τῶν πληττόντων , ἡ δὲ
4055795 ἐνοχος
ὁ ἐνιαυτός : ὀξύτονον δὲ ὁ ἀριθμός : ἔναρος : ἔνοχος : ἔνερος ὁ νεκρός : ἐνιπὴ ἡ ἀπειλὴ καὶ
μετ ' ἐκείνους τεθέντι καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς ἔστ ' ἔνοχος , ὁ τοιοῦτος πότερα μὴ δῷ διὰ τοῦτο δίκην
4047833 ποθητος
ἐστὶ πολύτιμος , καθαρός , λυχνίτης , πυραυγίζων , βασιλεῖ ποθητός , ἐν Ἰνδικῷ γινόμενος . οὗτος λεῖος ποθεὶς αἱμοπτοϊκοὺς
παρ ' αὐτὸ πάντα διὰ τοῦ ο : ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω
4036184 σα
? , ἐμαί , σαί , αἵ , ἐμά , σά , ἅ . ἐντὸς δυϊκαὶ ἐκτὸς ἑνικαί , νωΐτερος
ἀκριβείας ἐν τούτοις εἰρηκέναι τά τε τοῦ πατρὸς τά τε σά ; καίτοι τοῦ γε παραφρονοῦντος ἦν ἕτερα ἀνθ '
4034802 ἐλεησαι
ἀξιῶ δ ' ὑμᾶς ἀπολύσαντάς με μακαρίσαι μᾶλλον ἢ καταλαβόντας ἐλεῆσαι . Φασὶ δὲ τῶν μὲν ἐντυχόντων παιομένοις αὐτοῖς οὐδένα
, ὄψει με τεθνηκυίαν . Ὁ δ ' οὐκ ἐπείσθη ἐλεῆσαι τὴν ὄνον , καὶ παραχρῆμα θανοῦσα ἐπεπτώκει . τοῦ
4018589 τοὐνομ
' ἀξιῶ , ἢ πατρὸς ἄλλου σεαυτὸν παραγράφειν , ἢ τοὔνομ ' ἔχειν ὃ ' κεῖνος ἔδωκέ σοι . νὴ
βάρβαρος Θόας , ὃς ὠκὺν πόδα τιθεὶς ἴσον πτεροῖς ἐς τοὔνομ ' ἦλθε τόδε ποδωκείας χάριν . ναοῖσι δ '
4016712 ἐπιστατειαν
τε καὶ ἐπιστασίας ἑκουσίως . ἀμφοτέρων γὰρ δεῖ βουλομένων τὴν ἐπιστατείαν γίνεσθαι ὁμοίως τοῦ τε ἄρχοντος καὶ τῶν ἀρχομένων ,
φίλτατε , διὰ τὴν πρὸς ἡμᾶς διάθεσιν σοῦ % καὶ ἐπιστατείαν , τοῦ τε θαυμασίου % Κάρου % καὶ Διονυσίου
4016567 ἐφιλειτο
ἐδόκει : καὶ ἐφίλει Κῦρος τὴν μητέρα κακῶς , καὶ ἐφιλεῖτο ὑπὸ τῆς μητρὸς φιλίαν ὁμοίαν . καὶ ταῦτα μέντοι
ταῦτα καὶ τὰ τούτοις ὅμοια ὡς στρατιωτικὸς ὑπ ' αὐτῶν ἐφιλεῖτο καὶ ὡς γενναῖος ἐθαυμάζετο : καὶ γὰρ ἦν θαύματος
3981089 ὑπολοιπον
ὡς νενικηκότες , καὶ τὴν μίαν ναῦν τῶν Ἀθηναίων τὴν ὑπόλοιπον ἐδίωκε Λευκαδία ναῦς μία πολὺ πρὸ τῶν ἄλλων .
ἐπὶ τοῦτο φερούσας ἀφορμάς . Ἐξητασμένων δὲ ποσῶς τῶν προτεθέντων ὑπόλοιπον ἂν εἴη καὶ τὸν ἀπὸ τοῦ τέλους διασκέψασθαι λόγον
3965418 πραγμ
δρόμον ὀδυρμόν , ἀνακαλοῦντας αὑτοὺς ὀνόματι , ὧν καὶ τὸ πρᾶγμ ' ἤκουον : εὐτυχῶς δέ τι λοφίδιον ἦν ἐνταῦθ
” ἐγώ , “ περίεργός εἰμι , ” καὶ τὸ πρᾶγμ ' αὐτῶι λέγω , ὡς εὗρον , ὡς ἀνειλόμην
3963579 φρασῃς
μᾶλλον ἀλγῇς . Λῆρος : οὐ γὰρ παύσομαι πρὶν ἂν φράσῃς μοι τίς ποτ ' ἐστὶν οὑτοσί . Εὔνους γὰρ
. Ἐπεὶ γὰρ ἔσχε μοῖρ ' Ἀχιλλέα θανεῖν Οἴμοι : φράσῃς μοι μὴ πέρα , πρὶν ἂν μάθω πρῶτον τόδ
3962947 σωον
Θεὸς βουληθεὶς δημοσιεῦσαι αὐτοῦ τὴν κενοδοξίαν τὸ σάνδαλον αὐτοῦ ἀποπτυσθῆναι σῶον ἐκ τοῦ πυρὸς ἐποίησεν . καὶ οὕτως ἐγνώσθη ὅτι
Φαίαξι “ βόμβησε δὲ λίθος . ” σόον ἐμφανῆ καὶ σῶον καὶ ὁλόκληρον . Σούνιον ἀκρωτήριον τῆς Ἀττικῆς . σοῖο
3962498 ἁνθρωπος
, εἰπεῖν πρὸς τοὺς παρόντας ὡς τυφλόν ἐστι τοῦ μέλλοντος ἅνθρωπος : ἐκφαγεῖν γὰρ ἂν Ἀθηναίους τοῖς αὑτῶν ὀδοῦσιν ,
τῶν Ἀχαιῶν ; ἐροῦμεν , νὴ Δία : πρώην ἔγημεν ἅνθρωπος καὶ συγγνώμη τῆς γυναικὸς ἐχομένῳ . τοῦτο γὰρ ἡμῖν
3958580 Κανδαυλης
Ἀχιλλεὺς ποθῇ , πένθος αὑτῷ προξενεῖ : ἐὰν ἔχῃ γυναῖκα Κανδαύλης καλήν , φονεύει Κανδαύλην ἡ γυνή . τὸ μὲν
, μέχρι Κανδαύλεω τοῦ Μύρσου . Οὗτος δὴ ὦν ὁ Κανδαύλης ἠράσθη τῆς ἑωυτοῦ γυναικός , ἐρασθεὶς δὲ ἐνόμιζέ οἱ
3958070 ἐλευθερωι
τὴν τοῦ Πολυκράτους τυραννίδα συντονωτέραν οὖσαν , ὥστε καλῶς ἔχειν ἐλευθέρωι ἀνδρὶ τὴν ἐπιστασίαν τε καὶ δεσποτείαν [ μὴ ]
! ] ? ? ? ? ! ? [ αὐτῆϲ ἐλευθέρωι γὰρ ἤθει ⌊ καὶ βίωι δεθεὶϲ ἀπλάϲτωι τὴν φιλοῦϲαν
3950031 μακαριος
ἔθος Ῥωμαίων Ῥωμαῖοι διαφυλάττοντες : ὃ οὐ μόνον διατετήρηκεν ὁ μακάριος ὑμῶν ἐπίσκοπος Σωτὴρ , ἀλλὰ καὶ ἐπηύξηκεν : ἐπιχορηγῶν
: Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ πενίαν , τὴν ἀνίατον νόσον
3948451 ἀποκριθεντος
σφαγὰς βαπτίζειν τὸ σπαθίον μέχρι κενεμβατήσεως εἰς τὸ ἔμβρυον : ἀποκριθέντος γὰρ τοῦ αἵματος ἰσχνὸν γίνεται τὸ σῶμα . μετὰ
δέρμα , ὅπερ ἱδρὼς καλέεται θερμός . Τούτου δ ' ἀποκριθέντος , τό τε αἷμα καθίσταται ἐς τὴν κατὰ φύσιν
3937158 χρηστος
ζῆν ἔρχετ ' ἀποθανούμενος . Δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς . Εἴ τίς φησι τοὺς
τέκνον : ἐφίημι γάρ . Ὁ Τιμοκλῆς οὗτος ἔστι μὲν χρηστὸς ἀνὴρ καὶ φιλόθεος καὶ τοὺς λόγους πάνυ ἠκρίβωκε τοὺς
3936924 εὐγνωμον
ἔνδοξος καὶ θαυμαστὸς ὤν . εἰ δ ' ἐρεῖς ὅτι εὔγνωμον καὶ σύμμετρον τὸ „ Καὶ μαχόμην κατ ' ἐμαυτὸν
Ἀμέλησον : ἄλλος τειχιεῖ . Καὶ μὴν τοῦτό γε πάντως εὔγνωμον αἰτῶ . Τὸ ποῖον ; Εἰς τοσοῦτον ἐπιβιῶναι ,
3934576 Ἰνδιστι
ἐπὶ δύο σταδίους τὸ εὖρος : ὄνομα δὲ τῶι ποταμῶι Ἰνδιστὶ μὲν Ὕπαρχος , Ἑλληνιστὶ δὲ φέρων πάντα τὰ ἀγαθά
, καὶ πήγνυται . τῶι δενδρέωι δὲ τούτωι ὄνομά ἐστιν Ἰνδιστὶ σιπταχόρα , ὅπερ Ἑλληνιστὶ σημαίνει γλυκύ , ἡδύ :
3929994 τεθνεως
τοῦ προστροπαίου : ὁ γοῦν Ἀντιφῶν ἐν τοῖς Φονικοῖς φησι τεθνεὼς οὗτος ἡμῖν ἐνθύμιον γενήσεται . ἀρχὴ τοῦ ζ ζῆλος
ἀπόφασις τὸ ὁ τεθνεὼς ἄνθρωπος οὐκ ἔστι καὶ τῆς ὁ τεθνεὼς νεκρός ἐστι τὸ ὁ τεθνεὼς νεκρὸς οὐκ ἔστιν ,
3905910 Κρεωφυλος
καὶ Ἀρεθούσης , ὡς Ἀριστοκράτης . . . . : Κρεώφυλος δὲ βʹ , Ἀριστοκράτης δὲ γʹ , Τοξέα ,
κρατῆρα , καὶ αὐτὴ δὲ τοὺς κόρακας λευκάνασα ἀφῆκεν . Κρεώφυλος δ ' ἐν τοῖς Ἐφεσίων Ὥροις οἳ τὴν Ἔφεσον
3902112 φονευς
τοὐμὸν ἀμπτυχαί τ ' ἐλεύθεροι , ἐπεὶ πατρὸς πέπτωκεν Αἴγισθος φονεύς . φέρ ' , οἷα δὴ ' χω καὶ
Λυδοὶ φέροντες τὸν νεκρόν , ὄπισθε δὲ εἵπετό οἱ ὁ φονεύς . Στὰς δὲ οὗτος πρὸ τοῦ νεκροῦ παρεδίδου ἑωυτὸν
3901140 βουλεαι
ὁδὸν διάβαινε ἐς τὴν ἡμετέρην . Εἰ δ ' ἡμέας βούλεαι ἐσδέξασθαι μᾶλλον ἐς τὴν ὑμετέρην , σὺ τὠυτὸ τοῦτο
, οὐκ ἐθελήσεις ἔργον ἐποίχεσθαι , ἀλλὰ πτώσσειν κατὰ δῆμον βούλεαι , ὄφρ ' ἂν ἔχῃς βόσκειν σὴν γαστέρ '
3881528 ἑταιρα
δὲ ὅτι καὶ ἑτέρα ἐν τῇ Λέσβῳ ἐγένετο Σαπφώ , ἑταίρα , οὐ ποιήτρια . Λέγει Ἡσίοδος , τὴν ἀηδόνα
: ὄνομα κύριον , τὸ γένος Καρύστιος . Γλυκέρα : ἑταίρα τις . Γνῶσις : ἀντὶ τοῦ κρίσις Δημοσθένης ἐν
3878873 τυχῃς
καῦσαι αὐτοῦ τὸν σπλῆνα ὡς τὸν πρόσθεν , καὶ ἢν τύχῃς καύσας , ὑγιέα ποιήσεις . Ἄλλη νόσος σπληνός :
, καῦσαι τὰ στήθεα καὶ τὸ μετάφρενον : ἢν γὰρ τύχῃς καύσας , ἡ αὐτὴ ἂν ὠφελείη γένοιτο . Ἡ
3870980 ὁσιωτεροι
τοιαῦτα : μὴ νοσεῖν οἱ νοσοῦντες , ὁσιώτεροι μύειν * ὁσιώτεροι θύειν ὕβριν ἐκτετμῆσθαι νόμους ἐρρῶσθαι . μισθὸς δ '
τὸ δὲ πάντων παραδοξότατον : ὅσῳ γὰρ ἂν εὐσεβέστεροι καὶ ὁσιώτεροι γένησθε , τοσούτῳ ἐλάττων ἔσται παρ ' ὑμῖν ὁ
3865746 στρουθιοις
οὐχὶ συμπιέσασα τὸ στόμα , ὥσπερ πολέμιον , ἀλλὰ τοῖσι στρουθίοις χαυνοῦς ' ὁμοίως ἧσε , παρεμυθήσατο , ἐποίησέ θ
ἐφίλησεν οὐχὶ συμπιέσασα τὸ στόμα ὥσπερ πολέμιον , ἀλλὰ τοῖσι στρουθίοις χανοῦς ' ὁμοίως : ἧς ἐπαρεμυθήσατο ἐποίησέ θ '
3864708 δανεισαμενον
ἔχει δύναμιν καὶ πᾶσι δίκαιον δοκεῖ , οἷον τὸ τὸν δανεισάμενον τὸ δάνειον ἀποδοῦναι , νομικὸν δέ , ὅπερ πρὶν
ζητεῖν δὲ τῶν εὐνούχων τοὺς ὅ τι δόξειε πράττοντας καὶ δανεισάμενον ὡς πλεῖστον χρυσίον ὠνεῖσθαι παρ ' αὐτῶν τὰ μέγιστα
3861028 παιδιον
ποιήσεις δὲ καὶ τὴν ἀνθρωπείαν μὴ εἶναι δυσώδη : τὸ παιδίον , οὗ μέλλεις τὴν κόπρον λαμβάνειν , πρὸ τριῶν
ἀπότρεχε τέκνον καὶ σήμανον Λάμεχ τῷ υἱῷ σου ὅτι τὸ παιδίον τοῦτο τὸ γεννηθὲν τέκνον αὐτοῦ ἐστιν δικαίως καὶ οὐ
3860515 φιλαμα
ἔσχε φιλεῦσα . μὴ καυχῶ , σατυρίσκε : κενὸν τὸ φίλαμα λέγουσιν . ἔστι καὶ ἐν κενεοῖσι φιλάμασιν ἁδέα τέρψις
καὶ ἢν ἐθέλῃ σε φιλᾶσαι , φεῦγε : κακὸν τὸ φίλαμα , τὰ χείλεα φάρμακον ἐντί . ἢν δὲ λέγῃ
3856938 ἀντεγκληματικη
γὰρ ἀπὸ ῥητοῦ τὴν παραγραφὴν ποιεῖται . ἡ μέντοι ἀντίθεσις ἀντεγκληματική : ἀντεγκαλεῖ γὰρ ὁ φεύγων ὡς ἄξιος παθεῖν τοῦτο
καὶ διανοίᾳ ἀντιστατικὴ ἀντίθεσις εὑρίσκεται , ἀλλ ' ἐνίοτε καὶ ἀντεγκληματική : οἷον νόμος τὸν καταφεύγοντα ἐπὶ τὰς Ἁρμοδίου καὶ
3850680 προθυμα
' οἶκον ] αὔξων οὔτε ? [ πρὸς κέρδος βλέπων πρόθυμα ἔπρασσε δοῦλος ὢν ἀπον˘ ? ? ? ? [
μέσον πέδον ἔστη , γέλων δ ' ἔθηκε συνδείπνοις πολὺν πρόθυμα πράσσων : ἔκ τε γὰρ κρωσσῶν ὕδωρ χεροῖν ἔπεμπε
3845720 Ἀλκμεωνι
. . . κἀγὼ μὲν ἄτεκνος ἐγενόμην κείνης ἄπο : Ἀλκμέωνι δ ' ἔτεκε δίδυμα τέκνα παρθένος . [ καὶ
οὐχὶ μαίνεσθαί σοι δοκεῖ κατ ' ἴσον Ὀρέστῃ τε καὶ Ἀλκμέωνι , πλὴν τοῦ σοφοῦ ; ἕνα δὲ ἢ δύο
3842316 τἀργυριου
! ] ? τοῦ χρυϲίου μὲν βάϲανοϲ εἶναι φαίνεται καὶ τἀργυρίου πῦρ , ὡϲ λέγουϲιν οἱ ϲοφοί , τἀργύριον ἀνθρώπου
οἶσθα τῶν μετεώρων πραγμάτων ; ἀλλ ' εἰ † σπανίζεις τἀργυρίου μοι τὸν τόκον ἀπόδοτε † . τοῦτο δ '
3834873 κρησιν
τοσοῦτον εἴρηκεν ὅτι γίνεται συμμέτρως ἐχούσης τῆς ψυχῆς κατὰ τὴν κρῆσιν : ἐὰν δὲ περίθερμός τις ἢ περίψυχρος γένηται ,
καὶ πλησμονήν : χαλκὸς ὁ μαλακώτατός τε καὶ ἀραιότατος πλείστην κρῆσιν δέχεται καὶ γίνεται κάλλιστος : καὶ ὕδατος τὸ λεπτότατον
3828903 συνθηματα
τοῖς πολεμίοις ἀκούσομεν , τά τε συνθήματα καὶ ὅσα παρὰ συνθήματα καὶ τὸ τῆς παρατάξεως εἶδος ἐναλλάσσειν ὀφείλομεν . Τὸ
ὡπλίζομεν , ἡμεῖς ἐπαινεσόμεθα : παρ ' ἡμῶν ἦν τὰ συνθήματα , παρ ' ἡμῶν ἔστω καὶ τὰ ἐγκώμια .
3825964 τουτ
φῶμεν , ὦ Ἱππία ; Ναί . Ἐρεῖ τοίνυν μετὰ τοῦτ ' ἐκεῖνος , σχεδόν τι εὖ οἶδα ἐκ τοῦ
ποταμοῦ κωλύειν εἰς θάλατταν προχεῖσθαι τὸ ῥεῦμα , καὶ διὰ τοῦτ ' αὐτὸν πληρούμενον ἐπικλύζειν ταπεινὴν οὖσαν καὶ πεδιάδα τὴν
3825143 ἐξαρνος
Σκόπει μήν , ἔφη , ὦ Σώκρατες , ὅπως μὴ ἔξαρνος ἔσῃ ἃ νῦν λέγεις . Ἔσκεμμαι , ἦν δ
δὲ Νάναρος ἀφικομένῳ τῷ ἀγγάρῳ , καὶ ἀπαιτοῦντι Παρσώνδην , ἔξαρνος γενόμενος , οὐδαμοῦ ἔφη ἐκεῖνον ἑωρακέναι , ἐξ ὅτου
3816146 ἀναξιος
ὧν ἀξιοῖ τυγχάνειν ὁ χαῦνος ἑαυτόν , οὐδ ' αὐτῶν ἀνάξιος ὤν : ὁ δὲ μειζόνων ἢ ἄξιος οὐ πᾶς
πρὸς ὑμᾶς ἅπασαν ἐρῶ τὴν ἀλήθειαν . καὶ γὰρ ὡς ἀνάξιος ἦν ᾔδειν , καὶ παρῆν ὅτε τούτων ἠξιοῦτο ,
3804455 ἐσσα
θύγατερ , αἰαῖ τύχας : ξυνοικεῖς ὦν νέωι γ ' ἔσσα παλαιτέρα . ὃ μὲν γὰρ ἄλλην λαμβάνει νεανίδα ,
δὲ τὴν πρόσοδον : ἔσμιον τὸ νόστημον : Ἕσπερος : ἔσσα : ἐσσὴν ὁ βασιλεὺς , ἢ ὁ ἡγεμών :
3804059 γελασας
κατὰ παιδίων προυνικῶν ἕτοιμον ὠνήσω μορμολύκιον . “ ὁ δὲ γελάσας λέγει ” Αἴσωπε , εἴσελθε εἰς τὸν ἐνδότερον τρίκλινον
λαβὼν καὶ τοὺς τῶν ἀδικησάντων σε ὁμήρους προσλαβὼν ἄπιθι . γελάσας ὁ Ξενοφῶν εἶπεν : Ἢν οὖν μὴ ἐξικνῆται ταῦτ
3800910 δημοσια
τῶν ἰδιωτῶν οἰκήσεις , πανταχοῦ δὲ τοῖς ἰδίοις ἐγκέκριται τὰ δημόσια , τοῦτο μὲν ἱερά , τοῦτο δὲ λουτρά ,
δ ' ὅταν ἐπὶ νοῦν ἴῃ τινί , πρὸς τὰ δημόσια ἴτω θύσων , καὶ τοῖς ἱερεῦσί τε καὶ ἱερείαις
3798197 ἐνεστηκος
δὲ μέλλον οὔπω ἔστιν . λείπεται δὲ ἓν εἶναι μέρος ἐνεστηκός . ἤτοι οὖν ὁ ἐνεστηκὼς χρόνος ἀμερής ἐστιν ἢ
γυμνὰ λάβῃ τὰ δένδρα , μάλιστα δὲ ἐὰν καὶ ὕδωρ ἐνεστηκός : ἐὰν διαμένῃ πλείω χρόνον , ἐξέπηξεν εἰς ἀσθενεῖς
3796803 ἐκγονου
, οἷον ὁ παῖς τοῦ ἀνδρὸς καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἐκγόνου , ἐπειδὴ πλησίον ἐστὶ τοῦ πατρὸς τοῦ πρώτου κινήσαντος
ὁ πατὴρ τοῦ υἱοῦ πρότερος ὑπάρχει καὶ ὁ υἱὸς τοῦ ἐκγόνου , ἐπειδὴ πλησίον ἐστὶ μᾶλλον τοῦ πατρός . χρόνῳ
3794609 λελοιπεναι
πολλῷ θορύβῳ καθειστήκεισαν διὰ τὸ τὰς ἀφυστερούσας ναῦς τὴν εἰθισμένην λελοιπέναι τάξιν , ὁ δὲ Κόνων δεξιῶς τῷ καιρῷ χρησάμενος
τῶν ἀγόντων παρρησίαν . διόπερ Ἀγαθοκλῆς μὲν δικαίως ἂν λέγοιτο λελοιπέναι τὴν τῆς τυραννίδος τάξιν , Δεινοκράτης δ ' αἴτιος
3788787 πεπρωμενον
Κρονίδη ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες . ἄνδρα θνητὸν ἐόντα πάλαι πεπρωμένον αἴσῃ ἂψ ἐθέλεις θανάτοιο δυσηχέος ἐξαναλῦσαι ; ἔρδ '
Προμηθεύς φησι , διὰ τί φοβοίμην ἐγὼ , ᾧ οὐ πεπρωμένον ἐστὶν ἀποθανεῖν ; . ταρβεῖς ] εἰς φόβον πίπτεις
3782416 εἰσηγησαμην
, Φαίδιμ ' , ὢν ἐτύγχανεν ὁ Χαβρίου Κτήσιππος , εἰσηγησάμην νόμον ἄν τιν ' οὐκ ἄχρηστον , ὡς ἐμοὶ
εἶναι μὴ φαῦλον , οἶμαι , σύμβουλον ἐν οἷς πρώην εἰσηγησάμην φανέντα τὴν ἔτι λοιπὴν τῆς πατρίδος ἐλπίδα περιιδεῖν .
3778439 τιμημα
Ἀναξιμένης ἐν Φιλιππικοῖς . “ Ὅτι ἑξακισχίλια ἦν τάλαντα τὸ τίμημα τῆς Ἀττικῆς . Δημοσθένης ἐν τῷ περὶ τῶν συμμοριῶν
τόξευμα , παράδειγμα , τόλμημα , φρόνημα , κίνημα , τίμημα προστίμημα , ἀξίωμα , πλάσμα , πταῖσμα , θαῦμα
3764696 ἡμερωτερος
αὐτὴν ἀπὸ τῆς Ἴδης , οὐ γεωργός , ἀλλὰ γεωργοῦ ἡμερώτερος καὶ σχολαίτερος καὶ εἰρηνικώτερος , ποιμὴν καὶ βουκόλος .
γνώρισμα . Μορμολύττῃ , ὧ γενναῖε : μαθὼν δέ , ἡμερώτερος ἔσῃ . Ἀλλὰ ἀπόκρινε , τὸ ἀνθρώπινον σῶμα πότερον
3763286 φρατριος
καθ ' ἕκαστον φράτορες . καὶ ὄις φρατήρ , καὶ φράτριος αἲξ ἡ θυομένη τοῖς φράτορσιν . ἐκαλοῦντο δὲ καὶ
τὸ κυλικεῖον ἐνεγράφην : Ζεὺς ἔστι μοι ἑρκεῖος , ἔστι φράτριος , τὰ τέλη τελῶ . Ἄνθρωπος εἶ δηλονότι καὶ
3762860 ψευστης
ὁ μοιχὸς καὶ ὁ μέθυσος καὶ ὁ κατάλαλος καὶ ὁ ψεύστης καὶ ὁ πλεονέκτης καὶ ὁ ἀποστερητὴς καὶ ὁ τούτοις
κατὰ τῶν πλησίον . ὅτι μὲν οὖν ἐστι φιλαπεχθὴς καὶ ψεύστης καὶ τολμηρός , σχεδὸν ἱκανῶς ἐκ τῶν προειρημένων ὑπεδείχθη
3761918 παρθενωι
ἔστω κτύπος : φῶς γὰρ τόδ ' ἥκει μακάριον τῆι παρθένωι . ἐπήινες ' , ἀλλὰ στεῖχε δωμάτων ἔσω :
μὴ σφαλῶμεν : ἀσθενὴς πατήρ : κλήρους τέ μοι φύλασσε παρθένωι χερί , οὓς ἔλαβον οἰωνίσματ ' ὀρνίθων μαθὼν θάκοισιν
3757522 τιμημ
τίμημ ' : Εἶδος τιμωρίας . Θ . . . τίμημ ' ἐπιγράψω : Πρόστιμα ἐπιθῶ τῇ κρίσει . .
αὐτῶν ἁθρόα πολλὰ λαμβάνῃ . ἡμῖν δὲ τὸ τῆς χώρας τίμημ ' ὑπάρχον ἀφορμὴν [ ἑξακισχίλια τάλαντα ] ἀκούσεται ,
3755807 γεγραψαι
ἰδοὺ ἡ ἐπιστολή , ὡς εὐεργέτης τε αὐτοῦ ἐν αὐτῇ γέγραψαι καὶ πᾶν ὅ τι ἐσμέν , ἐγὼ δὲ ἔτη
καὶ τὴν σωτηρίαν ὑμῖν ἐν τῇ τούτων εἶναι ψήφῳ ; γέγραψαι ψήφισμα Δημόσθενες , πολλῶν ὄντων καὶ δεινῶν καὶ παρανόμων
3751539 ξυλληψεσθαι
τε πολλὰ μὴ συνεὶς ἀποξέων κἀνθαῦτα κἀνταῦθα δὲ ποιῶν ὀρθίως ξυλλήψεσθαι : βοηθήσειν . τὰ μὲν φόβῳ : ἵνα μὴ
ἀνεῖλε κατὰ κράτος πολεμοῦσι νίκην ἔσεσθαι , καὶ αὐτὸς ἔφη ξυλλήψεσθαι . περὶ μὲν οὖν τοῦ χρηστηρίου τὰ γιγνόμενα ᾔκαζον
3749202 Τυχη
, ἐμοὶ δὲ ἀντὶ πύργου , τὸν θεῖον ἥρπασεν ἡ Τύχη , τὸν μὲν πρότερον , ἡ δὲ οὐκ ἐνεγκοῦσα
φρέαρ ἐκοιμᾶτο . μέλλοντος δὲ αὐτοῦ ὅσον οὔπω καταπίπτειν ἡ Τύχη ἐπιστᾶσα καὶ διεγείρασα αὐτὸν εἶπεν : „ ὦ οὗτος
3748364 κελευομενον
κεκοσμημένος , ᾗ τὰς ἑξήκοντα ἑκατονταρχίας ἕπεσθαί τε καὶ τὸ κελευόμενον ὑπηρετεῖν κελεύει ὁ νόμος . τούτους Ῥωμαῖοι τοὺς ἡγεμόνας
θρόνον ἵζεσθαι , τέλος ὡς ἠναγκάζετο εἴπας τάδε ἐποίεε τὸ κελευόμενον : Ἴσον ἐκεῖνο , ὦ βασιλεῦ , παρ '
3743039 χθες
γυναικὸς γυνὴ τὴν αὐτὴν δέησιν , ἣν καὶ σύ μου χθὲς ἐδεήθης : δός μοί τι ἐπὶ τοῦτον τὸν ὑπερήφανον
ἐμαυτοῦ διανοίας ” , εἶπεν ” ὦ ἄνδρες , ἀπολελόγημαι χθὲς Ἀπολλωνίῳ τῷ γενναίῳ „ . „ ἠκούσαμεν ” ἦ
3736405 ἐλευθερος
ποθεινοτέρα . καὶ γὰρ δὴ μύρῳ μὲν ἀλειψάμενος δοῦλος καὶ ἐλεύθερος εὐθὺς ἅπας ὅμοιον ὄζει : αἱ δ ' ἀπὸ
τοῦτο γὰρ ἐγώ σε ἐξῄτησα , πότερον δοῦλος εἶ ἢ ἐλεύθερος ; τί δέ μοι τοῦτο διαφέρει ; ” Αἴσωπος
3732626 δουλον
τις φιλία οὔτε δίκαιον οὔτε ψυχῇ πρὸς σῶμα οὔτε πρὸς δοῦλον δεσπότῃ . κήδονται μὲν γὰρ τούτων οἱ ἄρχοντες καὶ
θυμούμενος . Λύπης ἰατρός ἐστιν ὁ χρηστὸς φίλος . Μηδέποτε δοῦλον ἡδονῆς σαυτὸν ποίει . Νοῦς ἐστι πάντων ἡγεμὼν τῶν
3721546 ὑπαρκτικον
Σωκράτης ὑπόκειται , τὸ δὲ δίκαιος κατηγορεῖται , τὸ δὲ ὑπαρκτικὸν ῥῆμα τὸ ἔστιν τρίτον προσκατηγορεῖσθαι λέγεται . ἡμεῖς δὲ
ἐν τῇ συνθέτῳ προτάσει εὑρεθήσεται τὸ τρίτον προσκατηγορούμενον ἤτοι τὸ ὑπαρκτικὸν ῥῆμα κατὰ συμβεβηκὸς κατηγορεῖσθαι τοῦ ὑποκειμένου , τότε οὐ
3718568 ἐμα
πεισθεῖσα ἐμοί , ἔστω δὲ πάντα τὰ ἁμαρτήματα καὶ ἀδικήματα ἐμά . Ὅπου δὲ καθ ' ὑπερβολὴν δύνασαι ἀποδεῖξαι μὴ
τὴν καρδίαν , κατά , τὰ ἔνδον . , τὰ ἐμά . ἅπαντα ταῦτ ' ] τοὺς τούτους λόγους ,
3715780 συγγνωστον
κατὰ προαίρεσιντοῦτο γὰρ ὑπαίτιον , ἀλλὰ τυχηρόν , ὅπερ ἐστὶ συγγνωστόν , οὐδὲν ἧττον ἕλκεται κάτω διὰ τοῦ περιαυχενίου κόσμου
ὑπὸ τῶν ! ! ! αίων τὴν ἰδιώτῃ μὲν καὶ συγγνωστόν δὲ ἔτι φιλοσόφῳ ἂν ὄνειδος : ἐπεὶ μαντική ,
3712305 νικησωμεν
, μᾶλλον δὲ προδόντες ἡμᾶς , οἷς οὔτ ' ἂν νικήσωμεν ἡμεῖς ὁ βίος ἔσται καλός , οὔτ ' ἂν
χρόνον διετελέσαμεν : ἐπειδὴ δὲ ἐκεῖνοι τετελευτήκασι , κἂν νῦν νικήσωμεν , ὄνειδος ἕξομεν , διότι ἠμφεσβητήθημεν , διὰ τὸν
3707572 ἀϊδια
ὁ κόσμος ἀΐδιος ἦν , ἦν ἂν καὶ τὰ ζῶα ἀΐδια καὶ πολύ γε μᾶλλον τὸ τῶν ἀνθρώπων γένος ,
οὐδὲν τοιοῦτον , οἱ δὲ πλείω καὶ μᾶλλον , ὄντα ἀΐδια , ὥσπερ Πλάτων τά τε εἴδη καὶ τὰ μαθηματικὰ
3703044 ὑποχρεως
εἰς τὴν ἐπώνυμον τοῦ ἔτους ἀρχήν : ᾧ πάλαι μὲν ὑπόχρεως ἦν , καιρὸν δὲ ἐζήτουν ἐπιτήδειον τῆς ἐκτίσεως ,
λέγεται ὁ ὑπὸ χρεῶν ἤτοι ὁ ὀφειλέτης , κατάχρεως , ὑπόχρεως ὁ πολλῶν χρεῶν ἔμπλεως . ἔλαθες γενόμενος ] σημείωσαι
3702129 αἰτῃς
λόγων οὕτως ἔχειν . τῶν δὲ ἐμῶν ὅ τι ἂν αἰτῇς πέμψομεν τοῦ μὴ λυπεῖν . ἄλλως δὲ οὐ πέμψομεν
ἀλλάξαι τι δυνάμενος τῶν ἐπικεκλωσμένων , ὀλίγον αἰτεῖς ὁπόσον ἂν αἰτῇς , εἰ δὲ ὡς δέδοκται τῷ θεῷ πάντα ἔσται
3699717 τυχοιμι
θεοῦ . τί λέγω ; τί ποιῶ ; πῶς ἂν τύχοιμι τῆς ἐρωμένης ; οὐκ οἶδα γὰρ ἐγὼ τὰς ὁδούς
ἀξιοῦν τυγχάνειν . ὡς οὖν ἐμοῦ ἀποροῦντος ὅ τι ἂν τύχοιμι ποιῶν ὥστε καλῶς ἔχειν τά τε ἡμέτερα καὶ τὰ
3697779 πορνοβοσκος
, ὁ δ ' ἅρπαξ , ὁ δ ' ἀνάπηρος πορνοβοσκὸς καταφαγᾶς ” : ἀλλ ' οὐκ ἐχρῆν τὰς ἅπαξ
ἂν παρὰ τὴν δόξαν τῶν ἀκουόντων τι πράττηται : οἷον πορνοβοσκὸς ἐκήρυξε τοὺς ἀπάτορας προῖκα δέχεσθαι : παρὰ γὰρ τὴν
3692751 κατθανειν
; Τίς δ ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν , τὸ πνεῖν δὲ δειπνεῖν , τὸ δὲ καθεύδειν
φησὶν τίς δ ' οἶδεν εἰ τὸ ζῆν μέν ἐστι κατθανεῖν , τὸ κατθανεῖν δὲ ζῆν κάτω νομίζεται ; καὶ
3686168 ὁμοιοτατος
ἐστὶ τὸ μεθύειν κακὸν μέγιστον ἀνθρώποισι καὶ βλαβερώτατον ; ἐκκόψαι ὁμοιότατος ἄνθρωπος οἴνῳ τὴν φύσιν τρόπον τιν ' ἐστί .
τῶν τὰς λιθίνας εἰκόνας κατασκευαζομένων τοῦ μὲν λίθου προνοεῖν ὅπως ὁμοιότατος ἔσται , αὑτῶν δ ' ἀμελεῖν , ὡς μὴ
3682015 ἀπορραγῃ
. ϲυνηθεϲτέρη δὲ ϲτομάχῳ ἐϲτὶν ἡ ῥῆξιϲ : εἰ ὦν ἀπορραγῇ κοτε , αἱμορραγίαι οὐ κάρτα μεγάλαι , ὁκοῖαι ἀπὸ
τετίμηκε τὸν ἄνθρωπον : καὶ γὰρ ἵνα τὴν ἀρχὴν μὴ ἀπορραγῇ ἀπὸ τοῦ ὅλου ἐπ ' αὐτῷ ἐποίησε , καὶ
3669071 μεταβαλοντα
ποτε θεόν φασι δρᾶσαι , Καινέα τὸν Θετταλὸν ἐκ γυναικὸς μεταβαλόντα εἰς ἀνδρὸς φύσιν : ἦν γὰρ ἀνδρὶ ῥιψάσπιδι τρόπον
συμβαινόντων τὴν ἐπιμέλειαν ἔλαχε , Μωυσῆς δὲ διὰ τὸν ἀέρα μεταβαλόντα πρὸς κάκωσιν τῶν οἰκητόρων : ταῖς δ ' ἀπ

Back