. ϲυνηθεϲτέρη δὲ ϲτομάχῳ ἐϲτὶν ἡ ῥῆξιϲ : εἰ ὦν ἀπορραγῇ κοτε , αἱμορραγίαι οὐ κάρτα μεγάλαι , ὁκοῖαι ἀπὸ | ||
τετίμηκε τὸν ἄνθρωπον : καὶ γὰρ ἵνα τὴν ἀρχὴν μὴ ἀπορραγῇ ἀπὸ τοῦ ὅλου ἐπ ' αὐτῷ ἐποίησε , καὶ |
ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ ' ἀραιώϲει | ||
τῇ ἀρτηρίῃ λάβρωϲ τὸ αἷμα ἐκχέεται . ἢν δὲ ἀπὸ διαβρώϲιοϲ , χρὴ ἐπανερωτῆν , εἴ κοτε πρόϲθεν ἔβηξε ὥνθρωποϲ |
. καὶ ἐκ τούτων δὲ ἐδηλώθη ὅτι [ ὁ ] ποδαγρός : ἀρκετὸν μὲν ἦν ἀπὸ τοῦ κλήρου καὶ τοῦ | ||
. καὶ ἐκ τούτων δὲ ἐδηλώθη ὅτι [ ὁ ] ποδαγρός : ἀρκετὸν μὲν ἦν ἀπὸ τοῦ κλήρου καὶ τοῦ |
καρκίνῳ ἢ ὥστε τὸν μοχλὸν ὑπωθεῖσθαι ἐπικλειομένων τῶν πυλῶν καὶ ἀνοιγομένων : τὸν δὲ καρκίνον ἐσκευάσθαι , ὅπως ὑπὸ τὴν | ||
νυκτὸς φέρειν τὰ λαμβανόμενα . νυκτὸς οὖν αὐτῷ τῶν πυλῶν ἀνοιγομένων , συνθέμενος Ἀννίβᾳ καὶ στρατιώτας λαβών , τοὺς μὲν |
θεῖον ἀπάνθισμα τῶν ἡρώων . καὶ εἴρηται ἄωτος ἀπὸ τοῦ ἄειν , ὅ ἐστι πνεῖν καὶ ὀδωδέναι . νότῳ τρίτον | ||
: αὐτὸς δὲ φίλης αἰῶνος † ἀμερθείς . παρὰ τὸ ἄειν , ὅ ἐστι πνέειν , σημαίνει δὲ τὸ αἰών |
. Ἐνύπνιον : διὰ τὸ ἐν ὕπνῳ καὶ μόνον . Ἑσπέρα : ὁ τῆς ἑῴας , ἤγουν τῆς πρωΐας , | ||
: μικρὰ δ ' ἀκούσαθ ' ὅμως αὐτὰ τἀναγκαιότατα . Ἑσπέρα μὲν γὰρ ἦν , ἧκε δ ' ἀγγέλλων τις |
γλαυκώϲεωϲ Δημοϲθένουϲ . γλαύκωϲιϲ λέγεται διττῶϲ : ἡ μὲν γὰρ κυρίωϲ γλαύκωϲιϲ μεταβολή ἐϲτι πρὸϲ τὸ γλαυκὸν καὶ ξηρότηϲ καὶ | ||
καὶ ἡ Ἔϲδρα ἀντίδοτοϲ οὐδὲν ἧττον τῶν εἰρημένων . Ἡ κυρίωϲ πλευρῖτιϲ φλεγμονὴ τοῦ τὰϲ πλευρὰϲ ὑπεζωκότοϲ ὑμένοϲ ἐϲτίν , |
' ἐρεμνῇ νυκτὶ ἐοικώς , γυμνὸν τόξον ἔχων καὶ ἐπὶ νευρῆφιν ὀϊστόν , δεινὸν παπταίνων , αἰεὶ βαλέοντι ἐοικώς . | ||
ἔγχεϊ ὀξυόεντι ἵετ ' ἀκοντίσσαι , ὁ δ ' ἀπὸ νευρῆφιν ὀιστῷ . Πριαμίδης μὲν ἔπειτα κατὰ στῆθος βάλεν ἰῷ |
δὲ ἐκ τῶν ἀριστερῶν ἐπελαύνοιεν , τότε δὴ πᾶς ὁ ἀκροβολισμὸς ἀρίδηλος γίνεται , καὶ τῶν θυρεῶν ἡ προβολή , | ||
ἀπὸ τοῦ ξυμμαχικοῦ ἐκ τῶν ὑπερδεξίων : καὶ τὸ πᾶν ἀκροβολισμὸς ἔστω πανταχόθεν ὡς ἔνι πυκνότατος εἰς τάραξίν τε τῶν |
λεπτοῖς φρυγάνοις καὶ φορυτῷ κούφῳ κατερέφουσιν : ὅταν οὖν εἷς ὀλισθῇ , πολλῶν ὁμοῦ πορευομένων , οἱ λοιποὶ φοροῦντες ὕλην | ||
κάτω κοιλίης λυόμενα δι ' οὔρων καὶ ἱδρώτων , ἢν ὀλισθῇ μετρίως , ὑπὸ αὐτοματισμοῦ λύεται τὰ σμικρά : τὰ |
, καθύπο χεῖρα κινῶν ἕως συγγαμήσωσιν αἱ οὐσίαι , ἔσται ῥηγνύμενον . Ἐπίβαλλε οὖν τοῦ λευκοῦ φαρμάκου τὸ ἥμισυ καὶ | ||
τραχέα τό τε κεκραγὼς ἀντὶ τοῦ βοῶν , καὶ τὸ ῥηγνύμενον ἀντὶ τοῦ φερόμενον , οἵοις πᾶσιν ὁ Θουκυδίδης χρῆται |
χρόνῳ ταῖς ἐπομβρίαις ἀπὸ περάτων ἐπὶ πέρατα πᾶς ' ἂν λεωφόρος ἐγεγένητο . πέφυκε γὰρ ἡ ὕδατος φύσις καὶ μάλιστα | ||
ὁμοίως καὶ τὰ ἐν μέσῳ ἔχοντα τὸ Ω , οἷον λεωφόρος , Λεωκράτης , λεωνίκης , λεωγόρος . Οὕτω καὶ |
τρίψεωϲ μθ Περὶ ἑϲπερινῆϲ τρίψεωϲ ν Περὶ ἀπεψίαϲ να Περὶ κραιπάληϲ νβ Περὶ ὁμαλῶν δυϲκραϲιῶν νγ Διάγνωϲιϲ ἀρίϲτηϲ κράϲεωϲ νδ | ||
τὰ τοιαῦτα : τοὐντεῦθεν δὲ ὕπνοϲ ἀτάραχοϲ διαδεχέϲθω . Περὶ κραιπάληϲ Φιλουμένου . Καὶ τὰϲ ἐξ οἴνου δὲ γιγνομέναϲ ἀπεψίαϲ |
ἣ καὶ νῦν ἐστιν ἐπὶ τῶν ὀρῶν ἐντριβὴς καὶ καλεῖται δίοδος Ἀννίβου . τῶν δὲ τροφῶν αὐτὸν ἐπιλειπουσῶν ἠπείγετο μέν | ||
ἄλλα πανδοκεῖα κομψά , πόσοι δὲ λειμῶνες : ἁπλῶς ὡς δίοδος . τὸ δὲ προκείμενον ἐκεῖνο : εἰς τὴν πατρίδα |
. Γ βασάνιζε ] κίνει , δοκίμαζε . Γ ἀπὸ βαλβίδων : ἀπ ' ἀρχῆς , εὐθέως . Γ ἀπὸ | ||
. Γ δρᾶσον ] Ἀττικῶς ἀντὶ τοῦ δράσεις . ἀπὸ βαλβίδων : βαλβὶς ἡ ἄφεσις τῶν δρομέων . μετήνεγκεν οὖν |
συγκοπὴ καὶ πλεονασμὸς , ὄμβρος . Οἶκος . παρὰ τὸ ὑποχωρῶ οἶκος : ὑφ ' ὂν χωροῦμεν . Ἡρωδιανὸς ἐν | ||
. ἀναχασσάμενος : ἀπὸ τοῦ ἀναχάζω , ὃ σημαίνει τὸ ὑποχωρῶ . . . . ἀναβέβρυκεν : ἀναπέπωκεν . ἂν |
αἰτίαν ἔχοντι . γέγραφεν γὰρ ἐάν τις ἀποκτείνῃ Χαρίδημον , ἀγώγιμος ἔστω , ἐὰν δέ τις ἀφέληται ἢ πόλις ἢ | ||
ἔφη , τὰς χιλίας δραχμάς , ἀπόληται , καὶ αὐτὸς ἀγώγιμος γένωμαι . συλλέξας δ ' , ἔφη , τὸν |
ἐλαύνειν στρατόν . ἦν δ ' ἐκ τοῦ Οὐολούσκων ἔθνους ἐπίλεκτος ἀκμὴ σύμμαχος ἀπεσταλμένη Λατίνοις , πρὶν ἢ τὴν μάχην | ||
γράφει τὴν παραλήγουσαν : οἷον , διάλεκτος : ἄλεκτος : ἐπίλεκτος . Ὁμοίως καὶ παρὰ τὸ στέγω ἢ φλέγω , |
βάθοϲ ἴϲχῃ ἡ ἀπόϲταϲιϲ , εὖτε καὶ ἀπορρῶγεϲ ἀναφέρονται τοῦ ϲπλάγχνου . βραγχώδεεϲ , βραχύπνοοι , βαρύφωνοι : τὰ ϲτήθεά | ||
φύλλου , κυπαρίϲϲου ϲπέρματοϲ , ἀμμωνιακοῦ θυμιάματοϲ , ϲτροβίλου , ϲπλάγχνου ἢ ἀντ ' αὐτοῦ ὀνύχων μεγάλων β , καρποβαλϲάμου |
πρὸς τὸ ἐν πυρὸς αὐγῇ , τὸ ἀπὸ τοῦ πυρὸς φωτιζόμενον . . . . ψ ἐν πυρὸς αὐγῇ : | ||
ἄπειρον ἐκπίπτουσα . οἷον ἔστω φωτίζον μὲν τὸ αβ , φωτιζόμενον δὲ τὸ γδ , ἴσα δὲ ἀλλήλοις καὶ σφαιρικά |
ὑπολειφθέντες Πελοποννησίων καὶ οὐκ ἐξαναστάντες Ἀρκάδες διέσῳζον αὐτὴν μοῦνοι . Ἀπρίεω δὲ [ ὧδε ] καταραιρημένου ἐβασίλευσε Ἄμασις , νομοῦ | ||
Ἀμάσιος σῆμα ἑκαστέρω μέν ἐστι τοῦ μεγάρου ἢ τὸ τοῦ Ἀπρίεω καὶ τῶν τούτου προπατόρων , ἔστι μέντοι καὶ τοῦτο |
φροιμιάζηι νεοχμόν ; ἐξαύδα σαφῶς . οὐ καθαρά μοι τὰ θύματ ' ἠγρεύσασθ ' , ἄναξ . τί τοὐκδιδάξαν τοῦτό | ||
, εἴπερ ἱκανὸν ἕξετ ' ὄψον . Τὰ γὰρ παρόντα θύματ ' οὐδὲν ἄλλο πλὴν γένειόν τ ' ἐστὶ καὶ |
ἐκεῖνα ἢ ταῦτα . ὁ μὲν οὖν Τίγρις ἐκ τῶν νοτιωτάτων μερῶν τῆς Ἀρμενίας , ἃ πλησίον ἐστὶ τῆς Βαβυλωνίας | ||
κύκλος : ὑπὲρ ἧς πρῶτον ποιησόμεθα τὸν λόγον ἀπὸ τῶν νοτιωτάτων αὐτῆς μερῶν ἀρξάμενοι . ταῦτα δὴ φέρεται μὲν διὰ |
ἓν μὲν παιδικῶν : καὶ τὰ λοιπά . ἀβόλοις . ἄβολος , νέος οὐδέπω γνώμονα ἔχων . γνώμονα δ ' | ||
' οὐδ ' ἂν εἰπεῖν τὸ μέγεθος δύναιτό τις . ἄβολος : νέος οὐδέπω γνώμονα ἔχων . γνώμονα δὲ ἔλεγον |
: διὸ καὶ συνέβη τὴν πόλιν εὐκαίρως κειμένην ἐπὶ τῶν κλείθρων εἶναι κυριεύουσαν τῶν εἰς τὴν ἄνω χώραν ἀναπλεόντων . | ||
δὲ τριήρης ἐφ ' ἧς αὐτὸς κατέπλει μέχρι μὲν τῶν κλείθρων τοῦ Πειραιέως προέτρεχεν ἁλουργοῖς ἱστίοις : ὡς δ ' |
. οἱ δὲ τρόποι τρεῖϲ ἔαϲι : ἢ γὰρ ἀπὸ ῥήξιοϲ ἀγγείου , ἢ διαβρώϲιοϲ , ἢ ἀραιώϲιοϲ ἀνάγεται . | ||
πάϲῃ ἰδέῃ ἀναγωγῆϲ τάμνειν φλέβα : ἤν τε γὰρ ἐκ ῥήξιοϲ ἢ διαβρώϲιοϲ , εὐάρμοϲτοϲ φλεβοτομίη , ἤν τε ἐπ |
σημεῖον λαμβάνουσιν εἰ καλῶς ἀπήνθηκεν : ἐὰν γὰρ συγκαυθῇ ἢ βρεχθῇ , συναποβάλλει τὸν καρπὸν καὶ οὐ τετρημένον γίγνεται : | ||
μὴν καὶ αἱ λίμναι γε , ὅταν ἀρκούντως ἡ γῆ βρεχθῇ , μεθίενται πάλιν εἰς τὴν θάλατταν ὑπὸ τῶν Αἰγυπτίων |
πονεύμενος „ , ὅπερ ἐν Ἰλιάδι κεῖται , εὐκτικόν ἐστι συγκοπὲν ἐκ τοῦ βλείοιο , ἐλέγχων κακῶς νοῆσαι τοὺς εἰπόντας | ||
. Κορμός . παρὰ τὸ κείρω . Κλαίω . παράγωγον συγκοπὲν ἐκ τοῦ καλῶ . ἐπικαλοῦνται γὰρ τοὺς ἀποθανόντας οἱ |
Αἰσχίνα . ὥστ ' εἴ τοι κατὰ δεξιὸν ὦμον ἀρέσκει λῶπος ἄκρον περονᾶσθαι , ἐπ ' ἀμφοτέροις δὲ βεβακώς τολμασεῖς | ||
] ! ! ! ! ! ! ! ] ο λῶπος [ ! ! ! ] κον [ πεποιῆσθαι ] |
τὸ κατὰ τὴν γενομένην διακοπὴν ἑδράζεσθαί τε καὶ στηρίζεσθαι τὸ τιτρῶσκον , ὃ πάντως ὀξὺ μὲν ὑπάρχειν ἀναγκαῖόν ἐστιν ἵνα | ||
γὰρ εὕρεμα τὸ δόρυ . ἐπίλογχον δὲ βέλος αὐτὸ τὸ τιτρῶσκον σιδήριον , ὅπερ ὁ κρίκος ἐμβεβλημένος ἐν τῷ ξύλῳ |
ἡ χάραξ τὴν ἄμπελον : ὅταν ὑπὸ τοῦ σώζοντος τὸ σωζόμενον ἀπατηθῇ . Ἐξ ἄμμου σχοινίον πλέκει : ἐπὶ τῶν | ||
τὰ βράχη καὶ καθίζειν , σπάνιον δ ' εἶναι τὸ σωζόμενον σκάφος . διόπερ πόρρωθεν τὸν παράπλουν ποιοῦνται φυλαττόμενοι μὴ |
Σηπιάδος ἀκτῆς . Μέχρι μέν νυν τούτου τοῦ χώρου καὶ Θερμοπυλέων ἀπαθής τε κακῶν ἦν ὁ στρατός , καὶ πλῆθος | ||
ἐγένετο μακρῷ Ἀριστόδημος κατὰ γνώμας τὰς ἡμετέρας , ὃς ἐκ Θερμοπυλέων μοῦνος τῶν τριηκοσίων σωθεὶς εἶχε ὄνειδος καὶ ἀτιμίην : |
Ἀπολλόδωρος δ ' ἐν δευτέρῳ Χρονικῶν πόλιν λέγει αὐτὴν τὰ Ὕκκαρα . Μέμνηται τῆς λέξεως καὶ Θουκυδίδης . Ὕκκαρα δὲ | ||
στρατηγοὶ μετὰ τῆς τῶν Ἀθηναίων δυνάμεως παραπλεύσαντες εἰς Αἴγεσταν , Ὕκκαρα μὲν Σικελικὸν πολισμάτιον ἑλόντες ἐκ τῶν λαφύρων συνήγαγον ἑκατὸν |
ἄρα τῷ ε ἴσος ἐστί . καί ἐστιν ὁ μὲν ζθ ὁ ἐκ τῶν αδ , δβ ἐπίπεδος μετὰ τοῦ | ||
τοῦ γδ τετράγωνος . ὅλος ἄρα ὁ κξ ὅλῳ τῷ ζθ ἴσος ἐστίν . ἔστι δὲ καὶ τῷ ε ὁ |
ἐξαπατῶν τοῖς λόγοις . ἐπιλίγδην ὅσον ἐπιψαῦσαι : “ ἄκρον ἐπιλίγδην . ” ἐπιλλίζουσι . ἐπιλλίζειν ἐστὶν τὸ τοὺς ὀφθαλμοὺς | ||
φόβοιο : ἡ διπλῆ ὅτι ἀντὶ φυγῆς . . ἄκρον ἐπιλίγδην : ἡ διπλῆ ὅτι τὸ ἐπιλίγδην μεσότητός ἐστιν . |
ἐκ νεύρων ἀπὸ ῥάχιος καὶ ἀρτηρίης . Καρδίης πηγή : ξυγγενὴς φλὲψ τείνει διὰ φρενῶν , ἥπατος , σπληνὸς , | ||
τ ' ἀνήρ . εἴθ ' ὤφελέν μοι κηδεμὼν ἢ ξυγγενὴς εἶναί τις ὅστις τοιαῦτ ' ἐνουθέτει . σοὶ δὲ |
τῆς ὀδύνης παῦσιν τοῖς θερμαίνουσι καὶ κατασυγκρίνειν δυναμένοις ἀνασκευάσαι καὶ ἐκμοχλεῦσαι τοῦ μορίου τὸ πάθος . οἷον οὖν μὴ ἐχρήσαντο | ||
μὲν οὖν τῇ σφοδρότητι καὶ οἱονεὶ τῇ ἀρχῇ πρὸς τὸ ἐκμοχλεῦσαι τὸν παχύτατον χυμὸν , τὸ διὰ τῆς κεδρίας ὡς |
λόγων . ὁ δὲ ἰδὼν ἄνδρα ἐχθρὸν ἐκ παλαιοῦ τὸν Ταξίλην ἐπιστρέψας ἀνήγετο ὡς ἀκοντίσων : καὶ ἂν καὶ κατέκανε | ||
ἐᾶν ὑπὸ τοὺς αὐτοὺς ἡγεμόνας τεταγμένας : ὁμοίως δὲ καὶ Ταξίλην καὶ Πῶρον κυρίους εἶναι τῶν ἰδίων βασιλειῶν , καθάπερ |
στρατιώτας καὶ τοὺς παρὰ τῶν ἄλλων συμμάχων ἀνέζευξεν ἀπὸ τοῦ Λιλυβαίου τὴν πορείαν ποιούμενος ἐπὶ Σελινοῦντος . ὡς δ ' | ||
δὲ οὖν Ἄννων ἀναζεύξας μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως ἐκ τοῦ Λιλυβαίου παρῆλθεν εἰς τὴν Ἡράκλειαν , καθ ' ὃν καιρὸν |
ϲκυβάλοιϲι ἐπιρρέει ξανθόν , ἄκρητον , ἀμιγέϲ , ὡϲ δοκέειν φλεβὸϲ ϲτόμιον ἀνεῷχθαι : ἀνεϲθίει γὰρ τὸ δριμὺ τὰϲ φλέβαϲ | ||
ἔλαϲμα καὶ ἀπὸ τῆϲ ἄνωθεν τῆϲ ἐπὶ τὴν καρδίην κοίληϲ φλεβὸϲ ἐϲ τὴν παρὰ τὴν ῥάχιν καὶ ἀπὸ τῆϲ ῥάχιοϲ |
ὠμότητα καὶ διὰ τοῦτο ἀποστάντων αὐτὸς διὰ τῆς ἐρήμης Ἀραβίας ὁδεύσας ἧκεν εἰς Μέμφιν . ἔτυχον δὲ Αἰγύπτιοι τὸν Ἆπιν | ||
. τῆς δ ' ἂν ἴδοις προτέρω , νοτιώτερον οἶμον ὁδεύσας , Ἀραβικοῦ κόλπου μύχατον πόρον , ὅστε μεσηγὺς εἱλεῖται |
πεσὼν [ ἔχων δ ? [ κλέψει ? ? [ πολεμ ? [ κῆδος ? ? [ δεδοικ [ ἕξεις | ||
ἠσφαλισμένα . . Λύκαια ] γυμνάσιον Ἀθήνησιν ὅπου πρὸ τοῦ πολεμ . . . . γυμνάζ . . . . |
Οὐ γὰρ δὴ συμπεσεῖν γε φήσω τά τε ἐν Αἰγύπτῳ ποιεύμενα τῷ θεῷ καὶ τὰ ἐν τοῖσι Ἕλλησι : ὁμότροπα | ||
τὰ μὲν γὰρ ἐπιπολῆϲ ξέει τὰ ἔντερα , ἀναδορὴν μούνην ποιεύμενα , καὶ ἔϲτιν ἀϲινέα . ἀτὰρ δὲ ἀϲινέϲτερα πολλόν |
; Ὄπτα σὺ σιγῇ κἄπαγ ' ἀπὸ τῆς ὀσφύος . Ὅτῳ δὲ θύετ ' οὐ φράσεθ ' ; Ἡ κέρκος | ||
γένεσις ἐκεῖθεν ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ δηλονότι τοῦ καλοῦ . Ὅτῳ δέ τις ἄγαται καί ἐστι συγγενής , τούτου ᾠκείωται |
καὶ ὅταν μεταβαίνῃ τὸ σῶμα καὶ ὅταν ψύχηται καὶ ὅταν ὑγραίνηται καὶ ὅταν καίηται . διὰ ταῦτ ' οὖν ἀφείσθω | ||
οὕτω γὰρ ἂν ἥκιστα ἐκπίπτοι ἡ ἕδρη . Ἢν δὲ ὑγραίνηται ὁ ἀρχὸς , καὶ ἰχὼρ ἀποῤῥέῃ , περινίψαι τρυγὶ |
ἀγοράζων . ἀντ ' ὀνομάτων αὗται μετοχαί : ὁ γὰρ ἀγοραστὴς ἐπὶ τοῦ ὀψωνοῦντος τέτακται . καὶ Πλάτων δ ' | ||
ἀγοράζων . ἀντ ' ὀνομάτων αὗται μετοχαί : ὁ γὰρ ἀγοραστὴς ἐπὶ τοῦ ὀψωνοῦντος τέτακται . καὶ Πλάτων δ ' |
τῆς φωνῆς . Τί ἐστι φωνή ; φωνή ἐστιν ἀὴρ πεπληγμένος ἢ τὸ ἴδιον αἰσθητὸν ἀκοῆς . Ἀλλ ' ἐπειδὴ | ||
, ἐν οἷς φησιν [ ] Ἀργοῦς κάρα σὸν λειψάνῳ πεπληγμένος : ἀντὶ τοῦ κέκριται εἵμαρται . γράφεται πέπρωται : |
ὅταν οὐκ εὐπραγῶσι ἀνέμους . διαψαίρουσι : κινοῦσιν : τὸ ψαίρειν κυρίως ἐπὶ τοῦ ἱστίου , ὅτε μὴ εὐπλοεῖ εὐφόρῳ | ||
τοῦ ἱστίου , ὅτε μὴ εὐπλοεῖ εὐφόρῳ ἀνέμῳ . τὸ ψαίρειν κυρίως ἐπὶ τῶν ἀρμενίων λέγεται , ὅταν μὴ εὐπορῶσιν |
καὶ πυροὺς , ὅτι πανταχοῦ καὶ παρὰ πᾶσι σπειρόμενοι . Πυκνός . παρὰ τὸ πτύσσω , πτυκνὸς καὶ πυκνός . | ||
ὦτοι τῶν Ἑλλήνων Ἀνδροκλέα τὸν ἀπ ' αἰγείρων ἀστράψῃ διὰ Πυκνός παρὰ κωφὸν ἀποπαρδεῖν . ἐν δὲ διχοστασίῃσι καὶ Ἀνδροκλέης |
, ἐκπερι - σπασθεῖσα δὲ τὴν αφχψ καὶ ἐπικατασταθεῖσα τὴν αβγδ . ἡ δὲ τῶν ἀποκαταστάσεων διαφορὰ ὁμοία ταῖς ἐπὶ | ||
ἀσπίδα δὲ τὴν ἐπὶ λαιάν . Οἷον ἔστω σύνταγμα τὸ αβγδ , λοχαγῶν δ ' ἐν αὐτῷ ζυγὸν τὸ αβ |
. Κυδαθηναιεύϲ : Ὑπ . ἐν τῷ ὑπὲρ τοῦ Ἱππέως κλ . . Τριακάϲ : τοῖς τετελευτηκόσιν ἤγετο ἡ τριακοστὴ | ||
τὰς ἐν τῷ γδ μονάδας . ἐμέτρει δὲ καὶ τὸν κλ κατὰ τὰς ἐν ἑαυτῷ μονάδας : ὅλον ἄρα τὸν |
, μύκης , κέρας : δῆλον δὲ ἔσται ὃ λέγομεν προελθοῦσι μάλιστα . νῦν δὲ τὸ ὁρατὸν κυρίως ἐστὶ χρῶμα | ||
ἢ ἄλλοις τοῖς μετ ' αὐτὸν ἢ ἀπ ' αὐτοῦ προελθοῦσι , τί θαυμαστὸν τὰ μὲν καταδεέστερα μετέχειν τῶν πρὸ |
μέρος : ἑκὰς δὲ φρυκτοῦ φῶς ἐπ ' Εὐρίπου ῥοὰς Μεσσαπίου φύλαξι σημαίνει μολόν . οἱ δ ' ἀντέλαμψαν καὶ | ||
, ἀεὶ θαμίζων ] τῆιδε ? Χαλκίδος [ ? πέραι Μεσσαπίου ] τ ' ἄφυλλον ὑψηλὸν [ λέπας νέμων ] |
αὐτὴν τρίτην , οὕτως ἡ δευτέρα ἤτοι ἡ μετὰ τὴν προσληφθεῖσαν δευτέραν , πρὸς ἣν ἡ πρώτη λόγον ἔχει δεδομένον | ||
ἡ πρώτη λόγον ἔχει δεδομένον : ἡ γὰρ μετὰ τὴν προσληφθεῖσαν δευτέρα οὖσα ἔχει πρὸς τὴν Β ἤτοι τὴν μετὰ |
καθὼς ἔχει καὶ τὸ ξηρόνξερόν , ποθῆσαιποθέσαι : ἀπὸ τοῦ ἐρίπω ἤριπτο , ἐρήριπτο , καὶ ἔτι ἐρέριπτο . . | ||
γραφόμενον . Ἀλλ ' εἰ ἦν ἀληθὲς τὸ συνωνυμεῖν τὸ ἐρίπω τῷ πίπτω , οὐκ ἂν ὑπῆρχε τὸ ἐρίπεται , |
τὸ πνεῦμα ἔληξεν : ἔτεκε δὲ γόνον θῆλυν . Τῇ Πολυκράτεος , θέρεος , περὶ τὸ ἄστρον , πυρετός : | ||
μέν νυν Σάμον ἀνέθηκε κατὰ ξεινίην τὴν ἑωυτοῦ τε καὶ Πολυκράτεος τοῦ Αἰάκεος , ἐς δὲ Λίνδον ξεινίης μὲν οὐδεμιῆς |
καθάπερ ὑμεῖς ἄνω καὶ κάτω τῆς πόλεως ἰοῦσαι . θ πρύμνηθεν ] ἀπὸ τῆς πρύμνης . θ εὗρε ] ἐπέτυχε | ||
τευχήρεις , ποτὶ δὲ ζυγὸν ἷζον ἕκαστος . Τῖφυς δὲ πρύμνηθεν ἐπήπυεν ἠδ ' ἐκέλευε κλίμακα νηὸς ἔσω ἐρύσαι , |
ἄκρων τῶν ἑσπερίων , πλησίον δὲ καὶ τοῦ μυχοῦ τοῦ Ἀδριατικοῦ , διέχων αὐτοῦ περὶ χιλίους σταδίους : τελευτᾷ δ | ||
ἔστι τῆς Κορίνθου πόλεως πρὸς δύσιν ἐστὶν , ἀπὸ τοῦ Ἀδριατικοῦ πελάγους , ἡ δὲ Σαρωνικὴ πρὸς ἀνατολάς ἐστι συρομένη |
πολεμήσαντος αὐτοῖς , πέρι πάμπαν ἐπολυπραγμόνουν οὐδέν , οὐδὲ σφίσιν ἐνθύμιος ἦν ὅλως , πονουμένης ἔτι τῆς Ἰταλίας ὑπὸ Ἀννίβου | ||
ὁ γοῦν Ἀντιφῶν ἐν τοῖς Φοινικοῖς φησι τεθνεὼς οὗτος ὑμῖν ἐνθύμιος γενήσεται . ἔνδοξος καὶ ἐπίδοξος διαφέρει . ἔνδοξος μὲν |
τῇ προαιρέσει , ὥστε πραχθῆναι . ἐπεὶ τοίνυν τὸ προαιρετὸν βουλευτόν ἐστιν , ὀρεκτὸν τῶν ἐφ ' ἡμῖν δηλονότι , | ||
βουλευτά . οὐ γὰρ περὶ πάντων βουλεύονται οὐδὲ πᾶν ὁτιοῦν βουλευτόν . πρῶτον δὲ τίθεται βουλευτὸν εἶναι οὐ περὶ οὗ |
ὁρμαθόν : Οὕτως ἐπόμπευον καὶ ὁρμαθοὺς ἔχουσαι τῶν ἰσχάδων . τοὐράνου γάρ μοι μέτεστιν : Τοῦ ἐράνου φησὶ μετέχω . | ||
ὥστε ἕκαστον κατὰ δύναμιν συμβάλλεσθαι εἰς τὰ κοινὰ χρήματα . τοὐράνου : Τοῦτό φησιν ὅτι τρέφομεν τοὺς πολεμοῦντας . . |
Οἰνουσσῶν τῶν πρὸ Χίου νήσων καὶ ἐκ Σιδούσσης καὶ ἐκ Πτελεοῦ , ἃ ἐν τῇ Ἐρυθραίᾳ εἶχον τείχη , καὶ | ||
τὸν Ἀντρῶνα τίθησι Πτελεόν , εἶτα τὸν Ἅλον ἀπὸ τοῦ Πτελεοῦ διέχοντα ἑκατὸν καὶ δέκα σταδίους . περὶ δὲ τῆς |
Φρόντιζε , ὅπως σε μὴ τὰ ἐν τῇ γαστρὶ σιτία ἐπαίρῃ , ἀλλ ' ἡ ἐν τῇ ψυχῇ εὐφρασία : | ||
ἵππον καλὸν ἔχω , ἴσθι , ὅτι ἐπὶ ἵππου ἀγαθῷ ἐπαίρῃ . τί οὖν ἐστι σόν ; χρῆσις φαντασιῶν . |
τρηχὺς τὸ πρῶτον . ἐπὴν δ ' εἰς ἄκρον ἵκηται ῥηϊδίη δ ' ἤπειτα πέλει , χαλεπή περ ἐοῦσα . | ||
ἢ οἰκεῖον οὐ ξυνήθηϲ αὐτέοιϲι ἡ πέψιϲ , ἀνάδοϲιϲ δὲ ῥηϊδίη , ὅκωϲ ἐϲ τὴν ἑωυτέων τροφὴν ἁρπάγδην ἕλκοντοϲ τοῦ |
: ὁ δὲ ἐπὶ τὸν Φίλιππον ἀμύνειν Ἀθηναίοις ὁ Ὀτίλιος ἀπέσταλτο ἐκ Ῥώμης . τὰ δὲ ὄρη τὰ ὑπὲρ τὴν | ||
, ὁ γὰρ ἆθλος οὗτος ἦν καὶ ἐφ ' ὃν ἀπέσταλτο , τουτὶ μὲν ἐάσω . ἀλλὰ γεγένηνται δήπου πρεσβεῖαι |
ὁμιλέομεν , ὁμοῦ τὰς ἴλας συμβάλλομεν . . . . κεῖς ' ἵππους τε καὶ ἅρμ ' ἰθύνομεν : ἡ | ||
Πουλυδάμα σὺ μὲν αὐτοῦ ἐρύκακε πάντας ἀρίστους , αὐτὰρ ἐγὼ κεῖς ' εἶμι καὶ ἀντιόω πολέμοιο : αἶψα δ ' |
. παρὰ τὸ σκλῶ μονοσύλλαβον , ὅ ἐστι ἀπὸ τοῦ σκέλλω . Στεῖρα . παρὰ τὸ στῶ , οὗ παράγωγον | ||
. . . ἀσκελές : τὸ σκληρόν : παρὰ τὸ σκέλλω ξηραίνεσθαι . . . . ἀσκωλιάζειν : ἐφ ' |
διὰ τὸ ἐπίπονον αὐτὰ γίγνεσθαι * * * ἐὰν δὲ μείνῃ ἐννέα μῆνας ἐν τῇ μήτρᾳ [ ποιεῖ ] , | ||
ἐπὶ προκαταρκτικῇ αἰτίᾳ γέγονε νεκρῶδες τὸ πρόσωπον . εἰ δὲ μείνῃ ὡσαύτως ἔχον , ἥ τε ἀγρυπνία καὶ ἡ γαστρόρροια |
καὶ τοὺς τῆς ἀρχῆς ὅρους ἐπὶ πλεῖον ἔτεινεν , ὥσπερ ηὐξημένῳ σώματι μείζω χιτῶνα ὑφαινόμενος . καὶ παραλαβὼν τῶν οἰκητόρων | ||
μινύθησις σαρκῶν μάλιστα τἀναντία , ἢ ᾗ τὸ ἔκπτωμα : ηὐξημένῳ δὲ τὰ ὀστέα μένει . Δακτύλου δὲ ἄρθρον , |
. ἔστι καὶ ποταμὸς Ἱμέρας , ὡς Νικάνωρ . . Μυλαί : πόλις Σικελίας . Ἑκαταῖος Εὐρώπηι . . . | ||
οὕτω λέγονται . καὶ τὸ θηλυκὸν Μυλαῗτις . εἰσὶ δὲ Μυλαί καὶ Θετταλίας , ἧς τὸ ἐθνικὸν Μυλαῖος . Μύλακες |
γλήνεα φοινίσσει : ἤτοι αἱματώδεις ἔχει τοὺς ὀφθαλμούς . * φοινίσσει : πειφοινιγμένος ἐστὶ κατὰ τὰ γλήνη , ἤτοι κατὰ | ||
ἴσως δ ' ἐκ φολίδων τετρυμένη : αὐτὰρ ἐνωπῆς γλήνεα φοινίσσει τεθοωμένος , ὀξὺ δὲ δικρῇ γλώσσῃ λιχμάζων νέατον σκωλύπτεται |
τὰς τῶν δεσμωτῶν κακουχίας . λέγεται δὲ ἐπὶ τῶν δεσμευθέντων ἀφύκτως . Διὰ φρατόρων κύων : ἐπὶ τῶν ὅπου μὴ | ||
χοῖρος δεδουπὼς κτανθεὶς τὸν κτανόντα ἤτοι τὸν Μελέαγρον ἠμύνατο πλήξας ἀφύκτως ἄκρον σφυρὸν ἤτοι ἀστράγαλον καὶ πόδα τοῦ ὀρχηστοῦ καὶ |
, ἐπίστροφον ὅρμον ἔχουσα . ἑξείης δ ' ἐπὶ τοῖσι Λιγυστιὰς ἕλκεται ἅλμη , ἔνθ ' Ἰταλῶν υἱῆες ἐπ ' | ||
ὕδωρ αὐτὸ τὸ Λιγυστικὸν πέλαγος . Τούτῳ γὰρ συναπτέον τὸ Λιγυστιὰς ἅλμη . Καὶ ἔστιν ὁ στίχος ὡς παραδρομὴ λόγου |
καὶ ἤν πῃ τοῦ ἥπατοϲ ἢ τῆϲ κοιλίηϲ κατὰ ϲτόμα ἐντάϲιεϲ ἢ φλεγμαϲίαι ἔωϲι , ϲικύην προϲβάλλοντα ἐντάμνειν : καὶ | ||
τὸ αἰδοῖον ξὺν ἐπιθυμίῃ καὶ λύπῃ ἀφροδιϲίων ἔργων πρήξιοϲ . ἐντάϲιεϲ δὲ γεννῶνται ϲπαϲμώδεεϲ , οὐδαμὰ πρηϋνόμεναι : ἀλλὰ καὶ |
καρδίαν κραδίαν καὶ τὸ κράτος κάρτος , καὶ παρὰ Καλλιμάχῳ ἀμιθρῆσαι ἀντὶ τοῦ ἀριθμῆσαι . καλεῖται δὲ καὶ ἐναλλαγὴ καὶ | ||
οὐ δικασπόλος κεῖνος : οὐ λεωλογεῖν ἐμάνθαν ' , οὐκ ἀμιθρῆσαι , ἀλλ ' ἦν ἄριστος ἐσθίειν τε καὶ πίνειν |
Λυσιστράτη , τίν ' ὅρκον ὁρκώσεις ποθ ' ἡμᾶς ; Ὅντινα ; εἰς ἀσπίδ ' , ὥσπερ , φασίν , | ||
φύλλα πίπτοντα βυθίζεται τῶν δένδρων . : ὃν θρασυσπλάγχνως : Ὅντινα Κιμμερικὸν Βόσπορον λιποῦσάν σε καρτερικῶς χρὴ ἐκπεράσαι εἰς τὸν |
. καὶ εἰ μὲν λεπτότερον τὸ περιεχόμενον ὑπολάβοιμεν αἷμα , ἐπιπολῆϲ ἐγχαράξομεν , εἰ δὲ παχύτερον , διὰ βάθουϲ , | ||
περιττόν , ἀλλὰ καὶ τοῦ κατὰ φύϲιν ἅψαϲθαι , τὸ ἐπιπολῆϲ τοῦ ἕλκουϲ παραπλήϲιον δέρματι καταϲκευάϲομεν καὶ εἰϲ οὐλὴν ἄξομεν |
παρανήτην διεζευγμένων , ἐκαλεῖτο δὲ φρύγιον . τέταρτον τὸ ὑπὸ βαρυπύκνων περιεχόμενον , οὗ τέταρτος ὁ τόνος ἐπὶ τὸ ὀξύ | ||
διὰ τεσσάρων τρία ἐστὶν εἴδη . πρῶτον μὲν τὸ ὑπὸ βαρυπύκνων περιεχόμενον , οἷόν ἐστι τὸ ἀπὸ ὑπάτης ὑπάτων ἐπὶ |
ἡ Κύμη περὶ τὴν Μιτυλήνην ἐστίν : καλεῖται δὲ νῦν Φρικωνίς . Ἡ δὲ ἑτέρα Κύμη , ὅθεν ἦν Αἰόλος | ||
, ὡς Ἑλλάνικος ἐν ἱερειῶν Ἥρας βʹ . καλεῖται καὶ Φρικωνίς ἡ Λάρισα καὶ Φρικωνῖτις . ἔδει οὖν Φρικιεύς καὶ |
τούτου τὰ ὑποπτευόμενα αἴτια εἶναι . ἐπειδάν γε μὴν ὁ ἱπποκόμος τὸν ἵππον παραδῷ τῷ ἀναβάτῃ , τὸ μὲν ἐπίστασθαι | ||
τὸ ἐπιμελοῦμαι παράγεσθαι , βουκόμος καὶ βουκόλος , ὥσπερ καὶ ἱπποκόμος . . . . . . . , . |
ὀπιϲθότονοϲ , ὅταν δὲ ἰϲοϲθενῶϲ ἐφ ' ἑκάτερα τείνηται , τέτανοϲ τὸ πάθοϲ προϲαγορεύεται . ὁ δὲ Πέλοψ ταῦτα τὰ | ||
μὴ ἀπὸ τραυμάτων , ἀλλ ' ἀπὸ πληρώϲεωϲ γένηται ὁ τέτανοϲ , μετὰ τὴν φλεβοτομίαν τοῖϲ ἀμυκτικωτέροιϲ ἀλείμμαϲι κεχρῆϲθαι , |
' ἐστίν , ὅπου Διὸς Τροφωνίου μαντεῖον ἵδρυται , χάσματος ὑπονόμου κατάβασιν ἔχον , καταβαίνει δ ' αὐτὸς ὁ χρηστηριαζόμενος | ||
ἐλῄζετο καὶ τῶν χερσαίων ἔστιν ἅ . οὐκοῦν διά τινος ὑπονόμου κρυπτοῦ ἐκβάλλοντος ἐς τὴν θάλατταν τὰ ἐκ τῆς πόλεως |
θύμα , θύμβραν . Ὡς ἡ ποτ ' αὐτὸν ἢν κάμῃ τις , εὐθέως ἐρεῖ [ πρὸς αὐτὸν ] , | ||
κῦμ ' ἀλεείνων πάντοθεν ἐσσύμενον στυγερῇ ὑπὸ χείματος ὥρῃ χεῖρα κάμῃ καὶ θυμόν , ὑποβρυχίης δ ' ἄρα νηὸς ὀλλυμένης |
ἔξοχα δ ' αὖ τίουσι φύσιν : τὸ δὲ πάμπαν ἄπυστον ἐς φιλότητα μολεῖν , τὴν οὐ θέμις : ἀλλὰ | ||
: ἐκβάλῃ . Τιν ' : τῶν ἀνθρώπων δηλονότι . ἄπυστον : ἀνήκοον , ἀμαθῆ . Τέχνης : πανουργίας , |
ὡστ ' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδε πηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ δι ' ἐνιαυτοῦ ὅτου | ||
' οὐκ ἔτ ' οὐδεὶς οἶδ ' ὁπηνίκ ' ἐστὶ τοὐνιαυτοῦ . . . . . μέγιστον ἀγαθόν , εἴπερ |
εἴσω τῶν πολεμίων ἐτύγχανον προελθόντες , τότε δὴ δοθέντος τοῦ ξυνθήματος ἐκδραμόντες οἱ Φράγγοι ἐσβάλλουσιν ἀθρόον ἐς αὐτοὺς ἀτάκτως τε | ||
. καὶ οὗτοι ἐπὶ τοὺς ἀποχωροῦντας τῶν βαρβάρων τραπόμενοι ἀπὸ ξυνθήματος , πολλοὺς μὲν αὐτῶν ἐν τῇ φυγῇ ἀπέκτειναν , |
γιεʹ : καὶ διέστηκεν Ἀλεξανδρείας πρὸς δύσεις ὥραις γ ∠ ʹιβ : ἡ δὲ Οὐολουβιλὶς ἔχει τὴν μεγίστην ἡμέραν ὡρῶν | ||
. . . . . ογ ∠ ʹ κη ∠ ʹιβ Φαράθα . . . . . . . . |
δὲ κυρίως ὁ ζυγὸς τῆς νηός . πωλικῶν θ ' ἑδωλίων ] ἀπὸ τῶν παρθενικῶν θαλάμων . πωλικῶν ] παρθενικῶν | ||
ʃ παρεξειρεσίαν λέγει τὸ ἄκρον τῆς νηὸς τὸ ἔξωθεν τῶν ἑδωλίων καὶ τῶν καθεδρῶν , ἐφ ' αἷς καθέζονται οἱ |
μόρον εἰσὶ κέλευθοι . Εὐρύαλος δ ' ἄρα πολλὸν ἀπὸ στιβαρῆς βάλε χειρὸς λᾶα μέγαν , Τρώων δὲ θοὰς ἐλέλιξε | ||
τὸ τρίτον αὖτ ' ἔρριψε μέγας Τελαμώνιος Αἴας χειρὸς ἄπο στιβαρῆς , καὶ ὑπέρβαλε σήματα πάντων . ἀλλ ' ὅτε |
αὐτοὶ βῆμεν ἐπὶ ῥηγμῖνι θαλάσσης . ] μῆλα δὲ Κύκλωπος γλαφυρῆς ἐκ νηὸς ἑλόντες δασσάμεθ ' , ὡς μή τίς | ||
ἠδ ' οἵτινες οἵδ ' ἐφέπονται ἀνέρες , ὅππῃ τε γλαφυρῆς ἐκ νηὸς ἔβητε . ” Τοῖά μιν ἐξερέοντα κασιγνήτων |
δένδρων καρπὸν καταδρέψαντες ὡς εἰς ἄρουραν τὴν μήτραν ἀόρατα ὑπὸ σμικρότητος καὶ ἀδιάπλαστα ζῷα κατασπείραντες καὶ πάλιν διακρίναντες μεγάλα ἐντὸς | ||
μὲν ἐς ὑπόμνησιν τῆς Ἀννίβου καὶ Σκιπίωνος μεγαλονοίας καὶ Φλαμινίνου σμικρότητος παρεθέμην : ὁ δ ' Ἀντίοχος ἐκ Πισιδῶν ἐς |
ὅ γε πρὶν θανέειν ἀναδύεται , ἀλλ ' ἐπὶ παισὶν ἡμιθανὴς προβέβηκε , μέλει δέ οἱ οὔτι μόροιο τόσσον , | ||
: χάριν παίδων . παίδων : παισίν . Ἡμιδαμής : ἡμιθανὴς , ἡμίκοπος . ἡμιδαής : ἡμίτμητος , ἡμιμέριστος , |
, δυσχερῆ ζῶμεν βίον . . ΑΥΤΑΡ ΕΠΕΙ ΔΟΛΟΝ . Δόλος , μηχανὴ κακὸν ἔχουσα ἀγαθῷ δοκοῦντι κεκαλυμμένον : ἀπάτη | ||
τὸ καλόν . Δένδρον : διὰ τὸ δεόντως ἱδρῦσθαι . Δόλος : ἐστὶ διὰ τὸ δελεάζειν . Ἐκκλησία : διὰ |
τοῦ ἰδίου δεσπότου ὀρχήσασθαι ἔφη : ” ἐγὼ οὐ μόνον ὀρχουμένη ἄσχημος ἀλλὰ καὶ περιπατοῦσα . ” ὁ μῦθος πρὸς | ||
ἰδίου δεσπότου ὀρχεῖσθαι εἶπεν : „ ἀλλ ' οὐ μόνον ὀρχουμένη εἰμὶ ἄσχημος ἀλλὰ καὶ περιπατοῦσα . „ ὁ λόγος |
γὰρ καὶ τρὶς τάχα τεύξεαι : ἢν δ ' ἔτι λυπῇς , χρῆμα μὲν οὐ πρήξεις , σὺ δ ' | ||
Μὰ Δί ' ἀλλ ' ἀφελὼν τὸν στέφανον , ἢν λυπῇς τί με , ἵνα μᾶλλον ἀλγῇς . Λῆρος : |
ἀλκὴν ἔχουσαν κήδευς : τὸ δὲ κήδευς Ἰωνικὸν ἀντὶ τοῦ κήδεος . Τὸ δὴ κῆδος σημαίνει τρία , τὴν ἐξ | ||
μήποτ ' οὖν κηδείους τοὺς φροντίδος πολλῆς ἀξίους ἐμοί . κήδεος ὁ κηδεύσιμος καὶ ὑπὸ κηδεμονίαν πεπτωκώς : “ κήδεός |
] Ἀγχιαλέα τὸν παρακείμενον ποταμόν . Γεννᾷ δ ' υἱὸν Κύδνον , ἀφ ' οὗ ποταμὸς Κύδνος ἐν Ταρσῷ : | ||
πίνειν καὶ λούεσθαι καὶ προσορῶσιν εὐφραίνεσθαι . ἐγὼ μὲν οὔτε Κύδνον οὔτε Χοάσπην , ὅθεν βασιλεὺς ἔπινε , περιφέρων , |
: ὅταν δὲ χρῆσθαι , ἡ ἀμπελουργική ; Φαίνεται . Φήσεις δὲ καὶ ἀσπίδα καὶ λύραν ὅταν δέῃ φυλάττειν καὶ | ||
τοῦτον ὀκλαδίαν πόει . Μακάριος εἰς τἀρχαῖα δὴ καθίσταμαι . Φήσεις γ ' , ἐπειδὰν τὰς τριακοντούτιδας σπονδὰς παραδῶ σοι |
, ὡς Στράβων ἑβδόμῃ . οὗτοι λέγονται καὶ Τετράκωμοι . Τευθίς , πόλις Ἀρκαδίας . τὸ ἐθνικὸν πατρωνυμικῶς Τευθίδης . | ||
, ὡς Στράβων ἑβδόμῃ . οὗτοι λέγονται καὶ Τετράκωμοι . Τευθίς , πόλις Ἀρκαδίας . τὸ ἐθνικὸν πατρωνυμικῶς Τευθίδης . |
, . . . . βάλε χεῖρ ' ἐπὶ καρπῷ λίγδην . † ) ξεστικῶς . ἅπαξ δὲ ἐνταῦθα καὶ | ||
λήψω : καὶ ἐξ αὐτοῦ ἐπίρρημα λήβδην : ὡς λείχω λίγδην : ἄκρον ἐπιλίγδην : σφριγῶσιν ἀκμάζωσι . σκυτίνας , |
τῇ θέσει , ὅποι ἂν ῥέπῃ , καὶ ὁκόσα ἂν ῥέπῃ . Ὑποκρινέσθω δὲ ὁ ἐπιδεδεμένος ταὐτὰ , ἅπερ καὶ | ||
κάκιον ποιέῃ , ἔχον ἐς τὸ ὑπεναντίον : ἢν δὲ ῥέπῃ ἐς τὸ ὑγιὲς , τὸ πάμπαν μὴ ἀφελεῖν τι |