ἔνδοξος καὶ θαυμαστὸς ὤν . εἰ δ ' ἐρεῖς ὅτι εὔγνωμον καὶ σύμμετρον τὸ „ Καὶ μαχόμην κατ ' ἐμαυτὸν
Ἀμέλησον : ἄλλος τειχιεῖ . Καὶ μὴν τοῦτό γε πάντως εὔγνωμον αἰτῶ . Τὸ ποῖον ; Εἰς τοσοῦτον ἐπιβιῶναι ,
5485181 ἀπιστουμενος
δοκιμάζει τὸν ὄρνιν ἐκ τῆς γραφῆς . ὁ δὲ οἶδεν ἀπιστούμενος καὶ τὰ ἀπόρρητα φαίνει τοῦ σώματος καὶ τὸν νεκρὸν
, οὐδὲν τῆς πίστεως φροντίσας . διόπερ ἐν ταῖς ἐπιβολαῖς ἀπιστούμενος ἀπετύγχανεν , ὥσπερ δαιμονίου τινὸς ἀντιπράττοντος . εἰς πολλὰς
5210276 προθυμος
ἄλλων ἕνεκα τοιούτους εἶναι , γιγνώσκοντας ὅτι , ἐάν τις πρόθυμος εἰς ὑμᾶς ᾖ , οὐ μόνον ἡμᾶς ὠφελήσετε :
προδοσίαν , ὅτι τὸν κατὰ Ῥωμαίων πόλεμον ἐκφέρειν οὐκ ἦν πρόθυμος , ἀλλὰ καὶ ἐν τῷ κοινῷ μόνος ἀντέλεγε τοῖς
5111585 ἑτοιμοτερος
ἴσον ἴσῳ μίξῃς καὶ τὸν καυλὸν τοῦ μορίου περιχρίσῃς , ἑτοιμότερος ἔσῃ πρὸς συνουσίαν καὶ τῇ πλησιαζομένῃ ἡδονὴν ἀπεργάσῃ .
. τούτου γὰρ γενομένου τῶν ἀλλοτρίων ἐσθήτων ἕκαστος οὐ φειδόμενος ἑτοιμότερος ἦν πράττειν τὰ κελευόμενα . Χάρης ἀπῆγε στρατόπεδον ἐκ
4928400 εὐνουν
οἰκουρὸν ἔσεσθαι τὴν γυναῖκα σημαίνει καὶ τῷ θεράπαιναν ὠνήσασθαι βουλομένῳ εὔνουν ἔσεσθαι τὴν θεράπαιναν προαγορεύει . ἀποδημεῖν δὲ κωλύει ἀποκλεισμοῦ
περὶ τῶν κατὰ μέρος ἀπολογησάμενος , ἅπασαν ἔσχε τὴν βουλὴν εὔνουν . οἱ δὲ περὶ τὸν Κριτίαν φοβούμενοι τὸν ἄνδρα
4911676 ἐναντιωτατον
γλυκυτάτῳ μηδεμίαν ἔχοντι ϲτύψιν , ὁποῖόν ἐϲτι τὸ Ϲαβῖνον : ἐναντιώτατον γάρ ἐϲτι τούτοιϲ τὸ ὀμφάκινον . ἐν μὲν οὖν
πλῆθος σπωμένοις ἢ τρέμουσιν ὠφελιμώτατον , τοῖς δὲ διὰ κένωσιν ἐναντιώτατον : τοῖς δὲ . . . . . .
4899797 φιλοις
ἐπιδοτικὸς μέν ἐστιν ὁ δεομένοις ἐπιδιδούς , μεταδοτικὸς δὲ ὁ φίλοις . ἐρωτᾶν τοῦ πυνθάνεσθαι διαφέρει . πυνθάνεσθαι μὲν γάρ
ἂν ἔχοι ἐξετάζειν τινὰ ἑαυτόν , πόσου ἄρα τυγχάνει τοῖς φίλοις ἄξιος ὤν , καὶ πειρᾶσθαι ὡς πλείστου ἄξιος εἶναι
4793495 σωφρονως
μὲν τὴν πόλιν δεδυστυχήκασιν , ἄλλως δὲ κόσμιοί εἰσι καὶ σωφρόνως βεβιώκασιν ; ἀλλ ' οὐχ οἱ μὲν πολλοὶ αὐτῶν
ἀφρόνως πράττηται τῷ σωφρόνως πραττομένῳ ; Ἔφη . Τὸ δὲ σωφρόνως πραττόμενον ὑπὸ σωφροσύνης πράττεσθαι , τὸ δὲ ἀφρόνως ὑπὸ
4773315 ἐπιεικες
ἐπιβωσόμεθα ἀντὶ τοῦ ἐπιβοησόμεθα . ἐπιεικέα ἐγχωροῦντα , πρέποντα . ἐπιεικές ἐπεοικός , προσῆκον , ἐγχωροῦν . ἐπιειμένε ἐπημφιεσμένε .
ἀκριβῶς εἰδὼς ὅτι , εἰ καὶ πρὸς τοὺς ἄλλους μὴ ἐπιεικές ἐστιν ταῖς διαίταις ἰσχυρίζεσθαι , πρός γε τοῦτον ἁπάντων
4759245 περιειναι
τοῦ θρόνου περὶ τὰς ἀκμὰς τῶν ὑποθέσεων , τοσοῦτον αὐτῷ περιεῖναι ὁρμῆς , καὶ ὅτε ἀποτορνεύοι περίοδον , τὸ ἐπὶ
εἶχεν ἀμφ ' αὑτόν : περὶ δὲ τὴν Λυκίαν Πτολεμαῖον περιεῖναι μαθὼν Αἰγύπτου μὲν ἀπέγνω , Κύπρον δ ' ἐλπίσας
4755099 εὐνους
ἀπὸ γνώμης ἐστὶ τοῦ πατρός : ὅτι εἰδὼς ὅπως εἰμὶ εὔνους αὐτῷ ἐγὼ , ἐκήρυξε τῷ λυτρωσαμένῳ δώσειν : τὴν
γ ' : ἐπειδήπερ γὰρ ἦλθες , ὦ μέλε , εὔνους , πτερώσω ς ' ὥσπερ ὄρνιν ὀρφανόν . Σοὶ
4753113 ἀφῃρημενῳ
τείχεσιν ἐνδεικνύμενος διεχλεύαζεν . Γ διακεκαρμένῳ ] ⌈ περιῃρημένῳ [ ἀφῃρημένῳ ] , πωλήσαντι . Θουφράστου ] Θεοφράστου . διεμύλλαινεν
δουλείαν , ἀγαθὸν τελεώτατον ὑπολαμβάνων ἄφρονι , τὸ μὲν αὐτεξούσιον ἀφῃρημένῳ πρὸς τὸ μὴ σὺν ἀδείᾳ πλημμελεῖν , ἐκ δὲ
4742093 αἰσχιστον
ἢ μή , κοινωνοὶ γένεσθε τῆς γνώμης . Φαίνεταί μοι αἴσχιστον εἶναι καὶ ἀλλότριον ἀνδρὸς ἐλευθέρου τὸ ψεύδεσθαι εἰς τὸ
κολάζειν ᾧ βιάζεσθαι παρῇ . Ἄφερπέ νυν : κἀμοὶ γὰρ αἴσχιστον κλύειν ἀνδρὸς ματαίου φλαῦρ ' ἔπη μυθουμένου . Ἔσται
4719580 ἐκδιδασκει
φεῦ . τόδε ] τὸ ὤμοι . . ἀλλ ' ἐκδιδάσκει πάνθ ' ] ὁ μακρὸς καὶ πολὺς χρόνος διδάσκει
τὸ ἄρρεν ἢ θῆλυ , μετὰ ταῦτα περὶ τῶν ἀκολούθων ἐκδιδάσκει . σαφῶς γὰρ εἰδὼς ὅτι δίχα πόνου καὶ ἐπιμελείας
4705427 ἑτοιμος
ἀγορεύεις : αὐτίκα γάρ τοι ἔπειτα μεθ ' Ἕκτορα πότμος ἑτοῖμος . Τὴν δ ' αὖτε προσέειπε ποδάρκης δῖος Ἀχιλλεύς
ἅπαντά μοι διελθεῖν . Θεανδρίδαισι δ ' ἀεξιγυίων ἀέθλων κάρυξ ἑτοῖμος ἔβαν Οὐλυμπίᾳ τε καὶ Ἰσθμοῖ Νεμέᾳ τε συνθέμενος ,
4696209 ὑπηρετειν
παρὰ τοῦ Δημιουργοῦ τῆς ἀθανασίας ἔχουσι σύμβολον . Εἰ δὲ ὑπηρετεῖν τῷ πρώτῳ βαρύνονται , καὶ ὅτι μὴ πρῶτος αὐτὸς
πρὸς τοὺς τοῖς ὀρχουμένοις ὑπηρετοῦντας , οἳ τοὺς ἄρχοντας αὐτοῖς ὑπηρετεῖν ἠξίουν , οὕτως ὥσπερ νῦν ἐχέτω , μᾶλλον δέ
4678151 χρηστον
ἦν . Πολλὰ ἀγαθά σοι γένοιτο , ὅτι ἄνδρα καὶ χρηστὸν καὶ φιλόλογον καὶ Μαξίμου συγγενῆ καὶ ἡμῖν γε φίλον
φοβούμενοι τὸ θεῖον ἐπὶ τοῦ σοῦ πάθους μισῶ πονηρόν , χρηστὸν ὅταν εἴπῃ λόγον . ἀσυλλόγιστόν ἐστιν ἡ πονηρία .
4665112 ἐχθρον
παράγραφος . πιστεύω ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν τῷ σάκει τὸν ἐχθρὸν τοῦ Διὸς δαίμονα . πέποιθα ἀπολεῖσθαι τὸν ἔχοντα ἐν
ὑμνοῦσι Χρὴ δὲ πᾶν ἔρδοντ ' ἀμαυρῶσαι τὸν ἐχθρόν . ἐχθρὸν δέ που λέγει τὸν ἀντίπαλον . καὶ σχεδὸν ἔν
4624969 διαφθειρων
δυνάμενος οὐδὲ τὸ τοῦ Σωκράτους ἐκεῖνο ἔγκλημα παθεῖν ἂν ὡς διαφθείρων τὰ μειράκια . ἐπεὶ δὲ καὶ εἰς τὸ ἀγένειον
ἀντεγκλήματι : ὅτι ἄξιος ἦν ἀναιρεθῆναι λυμαινόμενος τῷ γένει , διαφθείρων τὴν τῶν γυναικῶν πρὸς ἄνδρας ὁμόνοιαν , τὴν τῶν
4607780 αἰσχυνεσθαι
ἕτερος φιλόσοφος ἐν τοῖς Ἱστορικοῖς Ὑπομνήμασιν αὐτοὺς λέγει τοὺς Ῥωμαίους αἰσχύνεσθαι καὶ καταγελᾶν ἑαυτῶν ἐπ ' ἀνδράποδα τοιαῦτα δεηθέντας ὅπλων
καὶ προτρέπει δημηγορεῖν . Ἅμα δὲ καὶ τοὺς νεωτέρους διδάσκει αἰσχύνεσθαι τοὺς πρεσβυτέρους , καὶ πάνθ ' ὑστέρους πράττειν ,
4595795 ἑαλωκα
τὴν ἑτέραν , ἣν Παγίδα ἐπικαλοῦσιν ; Ἐκείνην , καὶ ἑάλωκα ὁ κακοδαίμων καὶ συνείλημμαι πρὸς αὐτῆς . Οὐκοῦν δι
καὶ σφοδρὸς Ἔρως : δεινὸν μὲν ὁμολογεῖν , ἀληθῶς δὲ ἑάλωκα . ” ταῦτα ἅμα λέγων ἐνεπλήσθη δακρύων , ὥστε
4541823 φρονημα
ὁμοῦ [ τε ] καὶ καλήν . ὅτι τὸ μέτριον φρόνημα τὰς εὐπραγίας οὐκ ἐᾷ διαλύεσθαι . Τιμολέοντι τῷ Κορινθίῳ
πλουσίων παρρησιαστικῶν ὑπερηφάνων . τοῦτο γὰρ ταῖς ὀλβίαις ἁρμόζει τὸ φρόνημα : δουλεῦσαι ὑποπεσεῖν . ταπεινωθεῖσαν φοβηθῆναι : καταστέλλειν ,
4535132 Παρνε
! ! ! ! ! ! ! ! ] [ Πάρνε ] , πρός [ σε ] χρήσομαι [ ]
[ ] ἀκούοντα : [ ⚓˘⚓ – – ] , Πάρνε ? ? ? ? ? , ς ? '
4528733 εὐπραξια
τὸ ἀγαθὸν ἔχων τέλος τῆς αὑτοῦ ἕξεως , ὃ ἡ εὐπραξία ἐστίν , ἀλλὰ τὸ ἀρέσκειν τοῖς ἐπαινέταις : νῦν
τέως δ ' ἐπεὶ παρὰ τῶν πλείστων εὐζωία τις καὶ εὐπραξία εἴρηται , πειστέον ἂν εἴη τοῖς λέγουσι καὶ ῥητέον
4526331 χρηστος
ζῆν ἔρχετ ' ἀποθανούμενος . Δούλῳ γὰρ οἶμαι πατρίδος ἐστερημένῳ χρηστὸς γενόμενός ἐστι δεσπότης πατρίς . Εἴ τίς φησι τοὺς
τέκνον : ἐφίημι γάρ . Ὁ Τιμοκλῆς οὗτος ἔστι μὲν χρηστὸς ἀνὴρ καὶ φιλόθεος καὶ τοὺς λόγους πάνυ ἠκρίβωκε τοὺς
4517381 εὐημερησας
πάλιν ἡμέρᾳ ὡς συναγορεύοιμι τῷ Φιλοκράτει , καὶ τὴν ἐκκλησίαν εὐημερήσας οἰχοίμην φέρων , πείθων ὑμᾶς μὴ προσέχειν τοῖς τὰς
μισούσῃ πέμπει καὶ δεῖται καὶ κλαίει , πάλιν δὲ μικρὰ εὐημερήσας ἐπαίρεται : πλὴν καὶ τότε πῶς ; † μηδ
4515226 χαυνουμενος
ὁ Κλεινίου ἐπειδὴ νέος ὢν ἔτι τοὺς ὁμοτέχνους ἐνίκα , χαυνούμενός τε τῇ νίκῃ καὶ τῷ μεγέθει διαθρυπτόμενος τῶν τιμῶν
ὁ Κλεινίου ἐπειδὴ νέος ὢν ἔτι τοὺς ὁμοτέχνους ἐνίκα , χαυνούμενός τε τῇ νίκῃ καὶ τῷ μεγέθει διαθρυπτόμενος τῶν τιμῶν
4513205 πειθομενος
πάλαι δὲ αὐτὴν ἐμοίχευεν . Ὁ κατάρατος , ὃν ἐγὼ πειθόμενος αὐτῇ ἀφῆκα ἐλεύθερον ; Ἡ θυγάτηρ δέ σοι ταῖς
ἐπιδεικνύουσιν ; ὃς τῇ μὲν πατρίδι οὕτως ἐχρῆτο ὥστε μάλιστα πειθόμενος . . . τοῖς δ ' ἑταίροις πρόθυμος ὢν
4469309 θαρρειν
τῇ πατρίδι κινδυνευούσῃ καθὰ καὶ περικτωμένῃ τὴν ἡγεμονίαν αἴσιος . θαρρεῖν δὲ χρὴ τοῖς τε θεοῖς καὶ αὐτῷ τῷ λογισμῷ
, οἶμαι , κἂν αὐτὸς ἐπαινέσαις : ἀλλὰ καὶ σοὶ θαρρεῖν ἔχω , τούτου δὲ αἴτιος ὁ σὸς τρόπος .
4466616 ἀποδεκτος
ὅλον δρόμον ἄριστα διανύσει καὶ θαυμαστὸς πλέον δόξει καὶ πᾶσιν ἀποδεκτός . Ὃς ἱππείαν ] . Γλυκεῖα δὲ φρὴν ]
ὅλον δρόμον ἄριστα διανύσει καὶ θαυμαστὸς πλέον δόξει καὶ πᾶσιν ἀποδεκτός : Γλυκεῖα δὲ φρήν . ἡ φρὴν δὲ καὶ
4460797 ἀδικον
τὸν βίον , καὶ τὸν ἐν τούτοις ψευσάμενον ἢ πόρον ἄδικον ἐπιτελοῦντα θανάτωι περιπίπτειν ἦν ἀναγκαῖον . λέγεται δὲ τοῦτον
ἢ ὁ υἱός . ἐκεῖνον ] τὸν ἥττονα , τὸν ἄδικον . εἶφ ' ] δήλωσον . ἀρτίως ] πρὸ
4456723 ἐλευθερως
δ ' ἁπλῶς , ἀκάκως , ἀπλάστως , ἐκφανῶς , ἐλευθέρως , εὐθυρρημόνως , εὐήθως . τάττοιτο δ ' ἂν
ἐστὶν ἐντιμότερος . ἐλευθέρως δὲ . . . : [ ἐλευθέρως ] φησὶν πολιτευόμεθα [ ] [ ἔν τε τοῖς
4454347 αἰχμαλωτῳ
τε πλοῦτος δοκεῖ ἀγαθὸν τῷ πλουτήσαντι καὶ ἡ ἐλευθερία τῷ αἰχμαλώτῳ , δόξειεν ἂν ἀγαθὸν εἶναι τὸ μοιχεῦσαι ἢ τὸ
οἷοι νῦν βροτοί εἰσιν . Αὐτίκα ἐν πρώτῳ λόγῳ ἐπὶ αἰχμαλώτῳ ἐρασταὶ δύο , ὁ μὲν θρασὺς καὶ ἐπιμανής ,
4444702 πραγμ
δρόμον ὀδυρμόν , ἀνακαλοῦντας αὑτοὺς ὀνόματι , ὧν καὶ τὸ πρᾶγμ ' ἤκουον : εὐτυχῶς δέ τι λοφίδιον ἦν ἐνταῦθ
” ἐγώ , “ περίεργός εἰμι , ” καὶ τὸ πρᾶγμ ' αὐτῶι λέγω , ὡς εὗρον , ὡς ἀνειλόμην
4443198 αἰσχυνομενος
σὺν ἀμφιπόλοισιν ἕπεσθαι , ἀλλ ' ἐγὼ οὐκ ἔθελον δείσας αἰσχυνόμενός τε , μή πως καὶ σοὶ θυμὸς ἐπισκύσσαιτο ἰδόντι
ἀμείβεσθαι τὴν ἀρετήν , ἕτοιμός ἐστιν ἐμμένειν ταῖς συνθήκαις , αἰσχυνόμενός τι παραβῆναι . τῷ δὲ ἑτοιμότερος προσυπακουστέον τὸ ἐκείνου
4438974 πρεπον
τότε ὄντας χρόνῳ . κοινῇ δὲ διαλαμβάνοντες ἅπαντες πειρασόμεθα τὸ πρέπον εἰς δύναμιν οἷς ἐπέταξας ἀποδοῦναι . σκοπεῖν οὖν δὴ
τοῖς Ἀθηναίοις , ὁ στρατηγὸς τῶν Ἀθηναίων . δέον ] πρέπον . . ἀπώλεσα ] ἔφαγον . , ἠνάλωσα ,
4436768 περιορων
ὅς , “ σίλλος , ὦ δέσποτα , γεγένημαι σὲ περιορῶν . σὺ δὲ ποῦ χθὲς ἐδείπνεις ; μῶν παρὰ
, ὥς φησιν ὁ Θουκυδίδης : ὁ γὰρ δυνάμενος παῦσαι περιορῶν δὲ τἀληθέστερον αὐτὸ δρᾷ . πῶς οὖν δυνατόν ἐστι
4434464 στρατηγημασιν
ἀνθρώπῳ , ὃς ἐγκεχείρηκε λέγειν ὡς Φίλιππος οὐ τοῖς αὑτοῦ στρατηγήμασιν , ἀλλὰ ταῖς ἐμαῖς δημηγορίαις εἴσω Πυλῶν παρῆλθε ;
τοῦ στρατηγοῦ τῶν πολεμίων διάθεσιν ὁ ἡμέτερος ἡγεμὼν κεχρήστω τοῖς στρατηγήμασιν : εἰ μὲν γὰρ εἴη θρασύς , εἰς ἄκαιρον
4433724 ἀκεραιοις
ἐχθρὸν δηλονότι . καὶ οὐκ ἐξίσταμαι : ὧν παρῄνεσα . ἀκεραίοις : ἀζημίοις . ὀρθόν : ἀληθῆ . ἔχει :
, ὑμεῖς δὲ μεταβάλλετε , ἐπειδὴ ξυνέβη ὑμῖν πεισθῆναι μὲν ἀκεραίοις , μεταμέλειν δὲ κακουμένοις . καὶ ἔτι ἐκεῖνα :
4431879 φυλαξαμενος
μόνα τυγχάνει κοινὰ κατὰ τῆς πόλεως ἀδικήματα , ἵνα ταῦτα φυλαξάμενος καὶ τῆς τοιαύτης γραφῆς ἀλλότριος γένηται , ἢ τῷ
αὐτοῦ σωτηρίας μὴ φεισάμενος , μὴ τὴν ἀπειρίαν τῆς ὁδοῦ φυλαξάμενος , μὴ ταύτην ἐννοήσας τὴν συμφορὰν , μὴ προσκεψάμενος
4429894 συνειδως
κριθῆναι ὅ τι δεῖ παθεῖν ἢ ἀποτεῖσαι . ὁ δὲ συνειδὼς αὑτῷ πολλὰ καὶ πονηρὰ πάντ ' ἐποίει ὥστε ἀπαλλαγῆναι
τοῖς αὐτοῖς ἐνέχοιντο , οὗτος δὲ τὰ τῆς πόλεως Ἐργοκλεῖ συνειδὼς κλέπτοντι καὶ ἐπὶ τοῖς ὑμετέροις δωροδοκοῦντι μὴ τῆς αὐτῆς
4425892 λυσιτελεστερον
ῥητέον δὲ πρὸς τοῦτο τέως τὸ σκωμμάτιον , ὅτι τὸ λυσιτελέστερον κρᾶμα καταλληλότερόν ἐστι καὶ συμφωνότερον τῇ φύσει τοῦ χρωμένου
φεύγοντας μὴ φονεύετε , ἵνα τὸ φεύγειν ἡγοῖντο τοῦ μένειν λυσιτελέστερον . Τυρταῖος , Λακεδαιμονίων μελλόντων παρατάττεσθαι Μεσηνίοις καὶ βεβουλευμένων
4401003 μετριοισι
τοῦτ ' ἐσθ ' , ὁρᾷς , Ἑλληνικὸς πότος , μετρίοισι χρωμένους ποτηρίοις λαλεῖν τι καὶ ληρεῖν πρὸς αὐτοὺς ἡδέως
ἀναγκαίοις ἡ ταλαιπωρίη . , Δου . εὐτυχὴς ὁ ἐπὶ μετρίοισι χρήμασιν εὐθυμεόμενος , δυστυχὴς δὲ ὁ ἐπὶ πολλοῖσι δυσθυμεόμενος
4392635 διαπεπραγμενος
θεράπων , οὐκ οἶδ ' ὅ τι οὗτος μεγαλεῖόν ἐστι διαπεπραγμένος ἐπαβελτερώσας τὸν πάλαι γ ' ἀβέλτερον . λέγουσι δὲ
θεράπων , οὐκ οἶδ ' ὅ τι οὗτος μεγαλεῖόν ἐστι διαπεπραγμένος , ἐπαβελτερώσας τὸν πάλαι γ ' ἀβέλτερον . οὐδεμίαν
4389108 σαυτῳ
τοῖς ἔργοις ἂν μάλιστα διάγοις ἀφ ' ὧν δύνασαι πορίσαι σαυτῷ βίον . τοῦ κε κορεσσάμενος : ὅταν , φησίν
πολλῶν ὧν εἶχεν ἔχοντος : ᾧ καὶ τῶν σαυτοῦ διδοὺς σαυτῷ τοῦτ ' ἂν ἐποίεις : δεῖ γὰρ ἐν ταῖς
4387457 αἰδουμενον
πρός με γραμμάτων καὶ εἶχεν εὐθὺς πειθόμενον , τὴν μὲν αἰδούμενον , σοὶ δὲ τεθαρρηκότα . γίγνου τοίνυν καὶ νῦν
φακῆς διὰ τοῦ Κεραμεικοῦ φέρειν . ἐπεὶ δὲ εἶδεν αὐτὸν αἰδούμενον καὶ παρακαλύπτοντα , παίσας τῇ βακτηρίᾳ κατάγνυσι τὴν χύτραν
4382103 δουλον
τις φιλία οὔτε δίκαιον οὔτε ψυχῇ πρὸς σῶμα οὔτε πρὸς δοῦλον δεσπότῃ . κήδονται μὲν γὰρ τούτων οἱ ἄρχοντες καὶ
θυμούμενος . Λύπης ἰατρός ἐστιν ὁ χρηστὸς φίλος . Μηδέποτε δοῦλον ἡδονῆς σαυτὸν ποίει . Νοῦς ἐστι πάντων ἡγεμὼν τῶν
4374511 παρηρχετο
τεταγμένον τόπον . καθίστασαν ] ἐποίησαν . . ἐχώρει ] παρήρχετο . . κρυφαῖον ἔκπλουν ] ὡς ἡμεῖς ᾠόμεθα .
ὁ δὲ χρόνος , ἤγουν ὁ καιρὸς τοῦ ἔρωτος , παρήρχετο . ἀλλ ' ἦς οὐδὲν ἐλαφρόν : παροιμία ἐπὶ
4366888 στρουθιοις
οὐχὶ συμπιέσασα τὸ στόμα , ὥσπερ πολέμιον , ἀλλὰ τοῖσι στρουθίοις χαυνοῦς ' ὁμοίως ἧσε , παρεμυθήσατο , ἐποίησέ θ
ἐφίλησεν οὐχὶ συμπιέσασα τὸ στόμα ὥσπερ πολέμιον , ἀλλὰ τοῖσι στρουθίοις χανοῦς ' ὁμοίως : ἧς ἐπαρεμυθήσατο ἐποίησέ θ '
4366337 περιβαλλων
οὐ πολὺ δὲ ξυμβιώσεις αὐτοῖς ἐν τῷ οὐρανῷ πίνων καὶ περιβάλλων τὸ τῆς Ἥβης εἶδος : ἄξῃ γὰρ τὴν νεωτάτην
μετεώρους ἀνάγει περὶ τὴν τοῦ κόσμου ἀστροθεσίαν ἐνθουσιαστικοῖς καὶ φυσικοῖς περιβάλλων νοήμασι , μάλιστα τοῖς περὶ ταῦτα σεμνῶς ἐσπουδακόσιν .
4357121 ἀμειβεσθαι
; οὕτω παιδεύεις τοὺς νέους ; οὕτως ἀναπείθεις τὴν θρεψαμένην ἀμείβεσθαι ; πόσων δι ' ἑνὸς ῥήματος ἀμοιβῶν τὴν πόλιν
Ἰξίων ἐν τῷ τροχῷ ἔλεγε , τὸν εὐεργέτην ἀγαναῖς ἀμοιβαῖς ἀμείβεσθαι . ἄνευ οἱ χαρίτων : ἀντὶ τοῦ ἔξω συνουσίας
4354898 ἀδοξοις
τῷ δήμῳ μὴ προέσθαι τὴν ἐλευθερίαν ποτὲ , μηδὲ χαίρειν ἀδόξοις ἐπιτηδεύμασιν , ἀλλὰ φιλοτιμεῖσθαι τοῖς κατορθώμασιν : οὐ ταύτην
ἀδόξοις πρέπει τὰ ἄδοξα πράττειν : ἐπεὶ καὶ οἰκεῖον τοῖς ἀδόξοις τὸ ἄδοξον : καὶ ἐν τούτῳ γὰρ , ὅτι
4339737 φοβερον
θαλάσσῃ στενοῦ , ὅπερ καὶ ἐπὶ γῆς ἄγαν κινδυνῶδες καὶ φοβερόν ἐστιν . ἁλὸς ἐν ξυνοχῇσι : ὅπου στενοῦται ἡ
γαίης : ἐπὶ γῆς ἐν τῇ γῇ * σμερδαλέον : φοβερόν * ἀείρει : αἴρει , ὑψοῖ μετεωρίζει * τῆς
4333993 λυπεισθαι
παισίν . καὶ γὰρ ἐκεῖνοι διδόασιν οὕτως , ὥστε μηδὲν λυπεῖσθαι μετ ' ὀλίγον συντριβέντων . ἆρα ἀγνοεῖτε τὴν προσοῦσαν
λυπησομένῳ γενόμενον ἓν ὂν καὶ ταὐτὸν πεποίηκεν ἄλλο , τὸ λυπεῖσθαι . Τί οὖν αὐτὸ τὸ ἓν γενόμενον , πρὶν
4319720 πιστον
δὲ ὅτι διὰ τὰς συνθήκας οὐκ ἠμφισβήτησα , νομίζων σε πιστὸν εἶναι : ἐνίκησας δὲ ἐμοῦ σκοπήσαντος κατὰ τὰ δόξαντα
ὑπὸ τῆς Ἀπολλοδώρου μητρός . μετὰ τῆς αἰτίας οὖν τὸ πιστὸν παρ - ήγαγεν εἰπὼν ὅτι μὴ ἀπίστει : διέφθαρται
4307135 φιλικος
εὐγενείας . Ἦν καὶ Πολύαινος Ἀθηνοδώρου Λαμψακηνός , ἐπιεικὴς καὶ φιλικός , ὡς οἱ περὶ Φιλόδημόν φασι . καὶ ὁ
οἱ φαῦλοι γέμουσι . φαίνεται τοίνυν ὅτι οὐδὲ πρὸς ἑαυτὸν φιλικός ἐστιν ὁ μοχθηρός , ὅτι οὐδὲν φιλητὸν ἔχει .
4304337 κελευομενον
κεκοσμημένος , ᾗ τὰς ἑξήκοντα ἑκατονταρχίας ἕπεσθαί τε καὶ τὸ κελευόμενον ὑπηρετεῖν κελεύει ὁ νόμος . τούτους Ῥωμαῖοι τοὺς ἡγεμόνας
θρόνον ἵζεσθαι , τέλος ὡς ἠναγκάζετο εἴπας τάδε ἐποίεε τὸ κελευόμενον : Ἴσον ἐκεῖνο , ὦ βασιλεῦ , παρ '
4303688 σιγηλον
καὶ οὐδὲν ἠδύνατο λαλεῖν . Τοῦτον ὁ δεσπότης κατὰ πάντα σιγηλὸν ἔχων καὶ ἀποίητον τῇ πολιτικῇ ἐργασίᾳ , ἔπεμψεν εἰς
τοῖς οἰκείοις ὅροις ἔμενε λίθος ὢν οὐδὲ τὸ τῆς φύσεως σιγηλὸν ἠνείχετο , ἀλλὰ καὶ λίθος ὢν εἶχεν ἐξουσίαν φωνῆς
4301113 πενητα
Ἰδών τι κρυπτὸν μηδὲν ἐκφάνῃς ὅλως . Ἱκέτην γέροντα καὶ πένητα μὴ προδῷς . Ἴσχυε σοφίᾳ κἀρετῇ , χρόνῳ δὲ
γὰρ πέφευγας , προσδόκα καὶ μὴ φυγεῖν . ἐὰν ὁρῶν πένητα γυμνὸν ἐνδύσῃς , μᾶλλον ἀπέδυσας αὐτόν , ἂν ὀνειδίσῃς
4295843 πονηρον
. . : Πόνηρον βαρυτονούμενον , ὡς σόλοικον , καὶ πονηρόν ὀξυτονούμενον , ὡς κυδοιμόν , φασὶ διαφέρειν παρὰ τοῖς
ἐπιτρέπειν σε ἔδει τῳ διακινδυνεύοντα ἢ χρηστὸν αὐτὸ γενέσθαι ἢ πονηρόν , πολλὰ ἂν περιεσκέψω εἴτ ' ἐπιτρεπτέον εἴτε οὔ
4291789 τηλικονδε
] μείζονα ? . καὶ σπινθῆρι [ ] μεικρῷ πάνυ τηλικόνδε [ ] ? ? ἐπεξάπτεται ? [ πῦρ ]
, λόγος , οὕτω καὶ τὸ ποιοῦν τὸ τηλικόνδε οὐ τηλικόνδε , ἀλλ ' αὖ τὸ τί πηλίκον ἡ πηλικότης
4268024 δαιμονιον
οἴκημα , εἰσελθὼν ἐμαντεύετο καὶ λιμαγχονηθεὶς ἀπέθανεν . ἐγκατοικῆσαν δὲ δαιμόνιόν τι τὰς μαντείας ἐτέλει . εἰσήρχοντο οὖν ἐντὸς οἱ
ἀφ ' ἑαυτῶν . Καὶ ἄλλο δή τί μοι δοκεῖ δαιμόνιόν τι θαῦμα ὁ θεὸς ἐν τούτοις διασημαίνει . Ὥσπερ
4265106 ποθητος
ἐστὶ πολύτιμος , καθαρός , λυχνίτης , πυραυγίζων , βασιλεῖ ποθητός , ἐν Ἰνδικῷ γινόμενος . οὗτος λεῖος ποθεὶς αἱμοπτοϊκοὺς
παρ ' αὐτὸ πάντα διὰ τοῦ ο : ποθεινός : ποθητός : πολυπόθητος . Βλέφαρον παρὰ τὸ βλέπω καὶ αἴρω
4259033 Ζων
κατὰ τὸν χειμῶνα φαινόμενον . Δίδοται δὲ καὶ ἄλλως . Ζῶν προσήκει ἐμβαλεῖν σὺν τοῖς πτεροῖς τὸ στρουθίον εἰς μίκρον
Μῦν : τὸν μυσαρόν . Σῦν : τὸν χοῖρον . Ζῶν : τὸν ζῶντα : ἡ εὐθεῖα , ὁ ζῶς
4250654 ἐξευρηκως
ἐκείνου καὶ ἐτιμωρήσατο τὸν ἀδελφὸν Ἀντίπατρον , ἀνεφάνη μέντοι φονέα ἐξευρηκὼς ἑαυτῷ καὶ οὐ σύμμαχον . Κασσάνδρῳ μὲν ὅστις δὴ
οὐδέπω χάριν ἄν μοι εἰδείης εἰκότως : οὐδὲν γάρ σοι ἐξευρηκὼς ἔδειξα , ὡς ἐγγυτέρω σε ποιήσειν τῆς ἐλπίδος ,
4242444 ταπεινον
ὑπὲρ ὑμῶν ἀναδεξάμενος κίνδυνον καὶ τὸν πόλεμον σεμνῶς διαλύσαςοὐ γὰρ ταπεινόν τι προήχθην εἰπεῖν οὐδὲ φόβῳ πολιορκίας καθεῖλον τὸ φρόνημαἐπανῄειν
ἀγήνορα κάρφει : τὸν αὐθάδη καὶ ὑπερόπτην εὐτελῆ ποιεῖ καὶ ταπεινόν . ἡ γὰρ αὐθάδεια πρὸς καταφρόνησιν ἐγείρει τῶν ἄλλων
4233489 μισων
εὔλογον εἴπῃ σοῦ τὸ ἀπόρημα , πλὴν ἐγὼ τὴν πολυλογίαν μισῶν καὶ τὰ αὐτὰ περὶ τῶν αὐτῶν λέγειν πολλάκις ,
ἀμφοτέροις χαρίζεται χάριν καὶ δοκῶν αἰδεῖσθαι φιλίαν αὑτόν τε κἀκείνους μισῶν οὐκ οἶδε . πολλὴν δὲ ἄρα βραδυτῆτα κατέγνως τῆς
4226808 χαιρειν
[ τῇ πόλει τῶν ] Ἀλεξανδρέων [ - ] ? χαίρειν ? [ ! ! ! ! ! ! !
αἰὼν μέρος ἔχει θεοῦ τινος . ἢ φιλοσοφητέον οὖν ἢ χαίρειν εἰποῦσι τῷ ζῆν ἀπιτέον ἐντεῦθεν , ὡς τὰ ἄλλα
4221861 παιδικοις
διασύρει τοὺς Ἀθηναίους , ὡς φαύλου βίου ὄντας καὶ τοῖς παιδικοῖς χρωμένους ἀναιδῶς . ἐκ τίνων εἰσί , φησίν ,
οὔτε ἁλόντα εὐμεταχείριστον ἡγήσεται : ἐξ ὧν πᾶσα ἀνάγκη ἐραστὴν παιδικοῖς φθονεῖν μὲν οὐσίαν κεκτημένοις , ἀπολλυμένης δὲ χαίρειν .
4219146 θοινῃ
σὲ κἀκεῖνος , ὡς εἰκός , οἷς εἶχε , καλλίονι θοίνῃ , τοῖς περὶ τοῦ βασιλέως λόγοις , ἐν οἷς
τῆς βορῆς , Ἀστυάγης εἴρετό μιν εἰ ἡσθείη τι τῇ θοίνῃ . Φαμένου δὲ Ἁρπάγου καὶ κάρτα ἡσθῆναι παρέφερον τοῖσι
4218968 ἀγαπητον
ἐκτείνει μόνον , ἀλλὰ καὶ ἐπαύξει τὸ σιτηρέσιον , ὅτε ἀγαπητὸν ἦν μὴ ἐλαττῶσαι . οὔκουν δεῖ ἡμῖν ξενηλασίας συνεχοῦς
ἄνδρα οὕτω κεκαθαρμένον ; ἢ καὶ χρυσοῦ σπανιώτερον ἀρετὴ καὶ ἀγαπητὸν ὅτῳ καὶ εἷς που τοιόσδε εἰς τὴν κρίσιν ἀφίκοιτο
4199849 ξυνοντα
ἐμοὶ κύκλοι , ταῦτ ' ἐξανασχήσεσθε , τοῖσιν Ἀτρέως ἐμὲ ξυνόντα παισίν , οἵ μ ' ἀπώλεσαν ; πῶς τῷ
ἀτὰρ καὶ κώλῳ τὰ αὐτὰ πάθεα γίγνεται , καὶ τὰ ξυνόντα ὁμοῖα , καὶ ἡ αὐτὴ ξυμμορφή . τουτέων δὲ
4196005 κειρομενος
. ὁ δὲ χοῖρος ἅτε δὴ μήτ ' ἀμελγόμενος μήτε κειρόμενος μηδὲ συνειδὼς ἑαυτῷ πρός τι τῶν τοιούτων ἑλκόμενος ,
ποιῶ , τρίβων τι ἢ κείρων , καὶ πάσχω , κειρόμενος ἢ τριβόμενος ὑφ ' ἑτέρων : κἀν τῷ ἔχειν
4194724 πρεπει
γὰρ πλείονας λέγων ὄψει μᾶλλον τὰ συμφέροντα . μεγάλῃ περιστάσει πρέπει ψεῦδος . μηδένα ἀπάτα , μάλιστα δὲ τὸν συμβουλίας
θεραπεία τῆς ἐπιθυμίας αὐτῶν διάδηλος γίνεται : ὡς φῶς δὲ πρέπει τὸ αἰνολαμπὲς αὐτῶν σέλας . ἡμέτερον + ἤγουν ὥσπερ
4186311 πολεμιον
ἄρα παρέστηκε τὸν μὲν Συρακόσιον , ἑαυτὸν δ ' οὒ πολέμιον εἶναι τῷ Ἀθηναίῳ , καὶ δεινὸν ἡγεῖται ὑπέρ γε
ἂν τοῦτο ὑπὲρ τῶν Φράγγων ἔμελλεν ἔσεσθαι , οἷς γε πολέμιον μὲν τὸ πνῖγος καὶ πλείστην ἐντίθησι δυσθυμίαν , καὶ
4186278 ἀδικειν
ἐστιν , ὅτι ἡ δικαιοπραγία με - σότης ἐστὶ τοῦ ἀδικεῖν καὶ ἀδικεῖσθαι : τὸ μὲν γὰρ πλέον ἐστί ,
μὲν ἀγνοῶν ἔκρινεν . εἰπὼν ὅτι πολλαχῶς τὸ ποιεῖν καὶ ἀδικεῖν λέγεται νῦν διαιρεῖ καὶ ὃν τότε κατὰ συμβέβηκος ἔλαττον
4183074 φερεπονον
Ἐκ τοῦ Τιμοθέου . Ῥωμαλέον τι ζῷον ἡ κάμηλος καὶ φερέπονον τὴν ἰσχύν , καὶ εἰ μὴ χαλεπὸν ἦν αὐτῇ
δὲ τῇ ἀνδρείᾳ , ὡς καρτερικὸν τὸ σῶμα ποιοῦσα καὶ φερέπονον , τὸ δὲ τῇ σωφροσύνῃ , ὡς τὸ σύμμετρον
4177075 ἀπρεπες
καίπερ ὁρῶντες ὅτι εἰς κίνδυνον ἔρχονται , ὅμως φεύγοντες τὸ ἀπρεπὲς τοῦ ὀνόματος συμφοραῖς μεγίσταις περιέπεσον , καὶ αἰσχύνην μείζονα
καὶ μοῖρα κραταιή . ἀθετοῦνται στίχοι γ ' , ὅτι ἀπρεπὲς μητέρα υἱῷ λέγειν ἀγαθόν ἐστι γυναικὶ μίσγεσθαι . [
4166880 συννους
: οὔτ ' ὄμμ ' ἐπαίρουσα : ἀντὶ τοῦ : σύννους καὶ σκυθρωπὴ οὖσα οὐκ ἀκούει : κλύδων : ἡ
αἰθέρι ; τηρῶ τὸν Δία ὕοντα πολλῷ δέσποτα , τί σύννους κατὰ μόνας σαυτῷ λαλεῖς δοκεῖς τε παρέχειν ἔμφασιν λυπουμένου
4165921 αὐδωμενος
ἅπαντες . Εἶθ ' ὁ Μοσχίων ὁ παραμασήτης ἐν βροτοῖς αὐδώμενος . Ἄνθρωπος εἶναί μοι Κυρηναῖος δοκεῖς : κἀκεῖ γὰρ
καλεῖ : εἶθ ' ὁ Μοσχίων ὁ παραμασήτης ἐν βροτοῖς αὐδώμενος . ἐν δὲ τῷ Παγκρατιαστῇ Ἄλεξις τρεχεδείπνους καταλέγων φησίν
4164285 προσταττομενον
- στολὰς ὅπως [ ἂν ] πάντες τούτῳ ποιῶσι τὸ προσταττόμενον . ὁ δὲ Τιθραύστης παραγενόμενος εἰς Κολοσσὰς τῆς Φρυγίας
, μετὰ πολλῶν δώρων ἀπήντησε καὶ πᾶν ἔφησε ποιήσειν τὸ προσταττόμενον . ὁ δὲ Νίνος μεγαλοψύχως αὐτῷ χρησάμενος τῆς τε
4163919 ὀνειδος
καὶ τυραννικούς , Ἡσιόδου μὲν τὸ Ἔργον δ ' οὐδὲν ὄνειδος , ἀεργίη δέ τ ' ὄνειδος : τοῦτο δὴ
τὸν δὲ παράσιτον πλούσιος οὐδέποτε κοσμεῖ . ἄλλως τε οὐδὲ ὄνειδος αὐτῷ ἐστιν , ὡς σὺ φής , τὸ παρασιτεῖν
4163652 πρᾳοτερος
μὴ πρὸς ἐμὲ τὰ ποικίλα . νῦν ὀσπρίων ἄμητος . πρᾳότερος περιστερᾶς πρὸς δύ ' οὐδ ' ἂν Ἡρακλῆς .
' ἐπιστήσας τῷ πάθει τὸν λόγον καὶ τῶν νόμων ἐφάνης πρᾳότερος , καὶ πανταχοῦ τοῖς γεγραμμένοις ἀκολουθῶν ἔδειξας ἐν οἷς
4162322 ἐνοχος
ὁ ἐνιαυτός : ὀξύτονον δὲ ὁ ἀριθμός : ἔναρος : ἔνοχος : ἔνερος ὁ νεκρός : ἐνιπὴ ἡ ἀπειλὴ καὶ
μετ ' ἐκείνους τεθέντι καὶ πᾶσι τοῖς λοιποῖς ἔστ ' ἔνοχος , ὁ τοιοῦτος πότερα μὴ δῷ διὰ τοῦτο δίκην
4160602 χαιρων
, ἀνωϊστί , δόλῳ οὐλομένης ἀλόχοιο . ὣς οὔ τοι χαίρων τοῖσδε κτεάτεσσιν ἀνάσσω : καὶ πατέρων τάδε μέλλετ '
μὲν δὴ αὐτοὶ Πυθαγόρειον ἤδη τῷ Ἀπολλωνίῳ ἐφάνη καὶ ἠκολούθει χαίρων . Τὸν δὲ ὄχθον , ἐφ ' οὗ οἱ
4150985 ἁρετη
Δήμητρα , σῦκον οὐδὲ ἓν οὕτως ὅμοιον γέγονεν . τοιούτους ἁρετὴ ἔοικε τροφίμους τοὺς ἑαυτῆς δεικνύναι . ὢ τῆς ἐπιθήκης
ἀρετήν , δόξαν ἐξ αὐτῆς ποίει . Πλούτου πλέον πέφυκεν ἁρετὴ βροτοῖς . Περὶ χρημάτων λαλεῖς , ἀβεβαίου πράγματος .
4148832 ἀναιρεισθω
, μηδένα ὀρθὸν ἀνίστασθαι : ὁ δὲ ἀναστὰς ὡς πολέμιος ἀναιρείσθω . τὸ παράγγελμα τοῦτο ἐδίδαξε τοὺς στρατιώτας καταφρονῆσαι τοῦ
, ἐν αὐτῷ τῷ διορύγματι πρὸς τοῦ δεσπότου τῆς οἰκίας ἀναιρείσθω , τὸ μὲν προηγούμενον | ἔργον ἔλαττον ἐξεργαζόμενος ,
4141331 ἐλανθανες
πρόσωπον ἄρ ' ἐλάνθανες : ὦ εἰρήνη , ἐμὲ δηλονότι ἐλάνθανες . Γ ὥσπερ ὁ γεγραμμένος : ἀνθέμων , ἀντὶ
καὶ ἔρωτα αὐτῆς ἔχειν βούλεται . τὸ πρόσωπον ἄρ ' ἐλάνθανες : ὦ εἰρήνη , ἐμὲ δηλονότι ἐλάνθανες . Γ
4129560 ΗΚΕ
ἀπὸ ΞΥ . ἐὰν ἄρα ποιήσωμεν , ὡς τὸ ὑπὸ ΗΚΕ πρὸς τὸ ἀπὸ ΚΖ , οὕτως τὸ ὑπὸ ΜΞΝ
τῆς ἁφῆς ἀγομένῃ διαμέτρῳ τῇ ΚΕ γωνίαν ποιοῦσα τὴν ὑπὸ ΗΚΕ ἴσην τῇ δοθείσῃ τῇ Υ : ὅπερ ἔδει ποιῆσαι
4129376 ἀνοητος
ἀπόρου σχήματος καὶ ματαία ἡ σκέψις διότι οὔτε ἀλαζὼν οὔτε ἀνόητος ἀρετή , οἷοι δὴ καὶ τυφλοὶ πόνοι πάντες οἱ
Ὑπέρβολος ὁ λυχνοποιὸς καὶ Διοκλῆς ὁ λωποδύτης καὶ Μελιτίδης ὁ ἀνόητος . Καὶ τί σοι λέγομεν τὸν Ἀπόλλω ; ὁρᾷς
4125410 ἀδοξον
ἀκούοιμι αἰσχρῶν λόγων . κἀντεῦθεν ἐπεδείκνυε τό τε ἐπικίνδυνον καὶ ἄδοξον τῆς συμβάσεως . ὅμοιον δὲ καὶ τὸ Καίσωνος .
πάνθ ' ὁρᾷ σοφοὶ σοφοὺς σῴζουσιν , ἢν ὦσιν σοφοί ἄδοξον , ἄκραν γλῶσσαν ἠκονημένον ἁγνὸν εἰς σηκὸν θεοῦ ×
4123880 φορτικον
μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος , αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἐξ ἀρχῆς συνέταττον οἱ
μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος , αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἐξ ἀρχῆς συνέταττον οἱ
4117247 φρονων
ἁπλῆν καὶ βέβαιον ὑποδεῖξαι τοῦ βίου . Ταῦτα μὲν δὴ φρονῶν προσῄειν αὐτοῖς , ἐλελήθειν δ ' ἐμαυτὸν εἰς αὐτό
τούτους λέγω , καὶ σφόδρα γε . Πολλάκις ἄρα εἷς φρονῶν μυρίων μὴ φρονούντων κρείττων ἐστὶν κατὰ τὸν σὸν λόγον
4114207 προῃρημενος
ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι , πράττων ἐπ ' ἀργυρίῳ , καὶ προῃρημένος ὡς ἀληθῶς μισθαρνεῖν , οὐκ εἰς ἃ καὶ συγγνώμην
οὐκ ἂν παρέσχον ἄλλῳ τινί . νῦν δὲ τοῖς χρηστοῖς προῃρημένος δοῦναι , δῆλον ὅτι ἀγαθός εἰμι : εἰ δὲ
4107676 φρονειν
, ἄλλως δ ' οὔ . Καὶ μὲν δὴ τὸ φρονεῖν , τοῦτο δὴ συντετύχηκε μόνῳ τῷ πρώτῳ . Ὑφ
κόσμον , τὰ δ ' ἤδη ζωήν , τὰ δὲ φρονεῖν καὶ ζῆν εὖ , τῷ δὲ νῷ τὸ ἀγαθόν
4106470 ἀξιοις
παρῄνει καὶ τὴν γῆν διένεμε , καὶ δωρεὰς αἰτεῖν τοῖς ἀξίοις ἐπέτρεπε καὶ τῶν οὐκ ἀξίων ἐνίοις ἐδίδου παρὰ γνώμην
τοῖς αἰτοῦσι τροφῶν καὶ τὰς ἑστιάσεις παρέχομεν καὶ οὐ τοῖς ἀξίοις . ιγʹ . ἴσως ἂν κτλ . κοινῇ εἰ
4103120 ἀλυσιτελες
δὲ ἐν μέρει ψυχῇ κοινωνεῖν σώματι πρὸς ἀμφότερα ταῦτά ἐστιν ἀλυσιτελές . Εἰ δή τις κατιδὼν τοῦτο συμπλέκει τινὰ τοιαύτην
πρὸς τὰ τοιαῦτα πραγματῶδες καὶ δυσμεταχείριστον , ἅμα δὲ καὶ ἀλυσιτελές . Ἂν ᾖ ἡ πόλις μεγάλη καὶ μὴ ἱκανοὶ
4099728 σφοδρ
κἂν ἑκατὸν ἔτη βιῷς ἀεί ὄψει παρόντα , κἂν ἐνιαυτοὺς σφόδρ ' ὀλίγους , σεμνότερα τούτων ἕτερα δ ' οὐκ
μεγάλοι ] βολβοί . οἵδε ] ἄλλοι οὗτοι . οἱ σφόδρ ' ἐγκεκυφότες : τοιαῦτα γὰρ τῶν ἄγαν φροντιζόντων καὶ
4099599 εὐνοιᾳ
Ἀθηναῖα . εὐνοίᾳ ] φιλίᾳ . εὐνοίᾳ ] τάφῳ . εὐνοίᾳ ] ἕνεκα τῆς εὐνοίας , ἀγάπης . εὐνοίᾳ ]
δ ' ἄν τις ἔχοι λέγειν πολέμους τῇ τῶν θεῶν εὐνοίᾳ κυβερνηθέντας καί , νὴ Δία γε , καὶ εἰρήνης
4096564 παυσας
αἰσχρόν : εἰ δὲ ἕτερα μέρη τρίψας εὔφραινεν , ὀδυνωμένην παύσας , καὶ παῖδας ἐκ τῆς μητρὸς γενναίους ἐποίησεν ,
ἀναγκάσαντος , τῆς δὲ προσηκούσης τιμωρίας τοῦ δέους . ὃ παύσας , ὦ βασιλεῦ , μεστὴν αὖθις σωμάτων ἀπέφηνας τὴν
4096213 ἀδωροδοκητον
' ἃς τοὺς ἄρχοντας τοῦ καιροῦ ᾑροῦντο ἀδέκαστον : καθαρόν ἀδωροδόκητον : μὴ δῶρα δεχόμενον ἀμυδρόν : στυγνόν , ἀσθενές
ἡσυχίᾳ , ἄσμενοι παρεκάλουν ἐπὶ τὸ βῆμα , τὸν μόνον ἀδωροδόκητον ὀνομάζοντες τῇ πόλει : ὁ δὲ παριὼν ἀρχὰς αὐτοῖς

Back