σώζει τὸ ζῶον ἐκ τῆς ἀναπνοῆς . τὴν μὲν οὖν παραδοθεῖσαν ἡμῖν ἱστορίαν περὶ ψυχῆς διεληλύθαμεν , τὰ μὲν οἷς
τίθησι : Πολυνείκης δ ' ἀπήντησεν δορί , πληγὴν σιδήρωι παραδοθεῖσαν εἰσιδών , κνήμην τε διεπέρασεν Ἀργεῖον δόρυ : στρατὸς
5978640 ἐκδοθεισαν
: ὡς δὲ ἐκεῖνος ἔφη , καὶ τὴν Ἰὼ ἀφικέσθαι ἐκδοθεῖσαν εἰς Αἴγυπτον , ἀλλὰ μὴ βοῦν γενομένην οὕτως οἰστρήσασαν
δὲ ἣν Στησίχορος ποιῆσαι δοκεῖ ἐντεῦθεν λέγει τοὺς παῖδας . ἐκδοθεῖσαν γὰρ τὴν Ῥαδίνην εἰς Κόρινθον τυράννῳ φησὶν ἐκ τῆς
5494664 Λατινην
μετὰ δὲ τούτους Σαβῖνοι , τελευταῖοι δ ' οἱ τὴν Λατίνην ἔχοντες , ἀρξάμενοι πάντες ἀπὸ τοῦ ποταμοῦ . ἡ
καλουμένων Ἑπτὰ ὑδάτων . Ἀπὸ δὲ Ῥεάτου πάλιν τὴν ἐπὶ Λατίνην ὁδὸν ἰοῦσι Βατία μὲν ἀπὸ τριάκοντα σταδίων , Τιώρα
5464671 ῥησιν
. Ὡς δ ' ἀπέθαν ' ὡνήρ , πᾶσι κατέλιπε ῥῆσιν ὅκου Νίνος νῦν ἐστι καὶ τὸ σῆμ ' ᾄδει
Πῶς γὰρ οὔ ; Ἀλλ ' ὅταν γέ τινα λέγῃ ῥῆσιν ὥς τις ἄλλος ὤν , ἆρ ' οὐ τότε
5461271 θεωριδα
. θεωρίδα ] νῆα . θεωρίδα ] εἶδος νηός . θεωρίδα ] τὴν ναῦν τοῦ Χάρωνος . θ ἀστιβῆ ]
Ἀθηναῖοι ἔστελλον ναῦν ἐστεφανωμένην εἰς τὸν Ἀπόλλωνα διὰ μαντείας . θεωρίδα γοῦν ἐκείνην ἐκάλουν ὡς εἰς τὸν θεὸν ἀπερχομένην καὶ
5447463 Λιβυ
δὴ δεῦρό μοι ] ! ! τηϲον ὡϲ ἔχειϲ , Λίβυ , ] αλλον δὲ πληϲίον ϲχεδόν ] δ '
καταχρήσεθ ' αὑτὸν ἀνορωρυγμένην ταύτην ἰδών . οἱ Θρᾷκες , Λίβυ , Τρῶες καλοῦνται : πάντα νῦν ἤδη ' σθ
5357397 ἠνεγκα
φανῶ ἔφηνα , χωρὶς τοῦ εἶπα ἀπὸ τοῦ ἕπω , ἤνεγκα ἀπὸ τοῦ ἐνέγκω , ἔθηκα ἀπὸ τοῦ τίθημι ,
, συνηυδόκησαν τῇ ἐπιστολῇ : εἰδότες ὅτι εἰκῆ πολιὰς οὐκ ἤνεγκα , ἀλλὰ ἐν Κυρίῳ Ἰησοῦ πάντοτε πεπολίτευμαι . .
5339075 ἀφιξομαι
περὶ ὁτέων γράφεις , καὶ ἢν κελεύῃς , παρὰ σὲ ἀφίξομαι ἐς Σῦρον . ἦ γὰρ ἂν οὐ φρενήρεες εἴημεν
' αἰσχυνῶ γε Κρησίους δόμους οὐδ ' ἐς πρόσωπον Θησέως ἀφίξομαι αἰσχροῖς ἐπ ' ἔργοις οὕνεκα ψυχῆς μιᾶς . μέλλεις
5319482 Χθες
εἶναι δοκεῖ . ἀλλὰ θεραπείᾳ τοὺς πόνους αὐτῷ συγκαλύψωμεν . Χθὲς παιδαγωγὸς ἦν ὁ σήμερον ὑπὸ παιδὸς ἀγόμενος , καὶ
χρώμενοι τῷ τολμήματι ἰσόρροπον τῇ πράξει τὴν τιμωρίαν ἐκτίσουσιν . Χθὲς Καρίωνος περὶ τὸ φρέαρ ἀσχολουμένου εἰσέφρησα εἰς τοὐπτάνιον :
5273644 ἡξω
βελτίω τὰ πράγματα . ἄγαμαι κεραμέωϲ αἴθωνοϲ ἐϲτεφανωμένου . ἱμάνταϲ ἥξω δεῦρο πυκτικοὺϲ ἔχων . κἀν ποίᾳ πόλει τοϲοῦτοϲ ὢν
αὐτὸς ἱστορεῖ , εἰς τὸ λοιπόν , εἶπεν , οὐχ ἥξω πρὸς σέ , ἂν οὕτως ὑποδέχῃ , ἵνα μήτε
5267742 χαραξας
ἀέξεται οὔδεϊ ῥίζα . τὸν μὲν ἔχις βουβῶνος ὕπερ νεάτοιο χαράξας ἄντλῳ ἐνυπνώοντα χυτῆς παρὰ τέλσον ἅλωος εἶθαρ ἀνέπνευσεν καμάτου
ὑπηρετουμένων αὐτῷ , καὶ πρὸς τὸν στρατηγὸν Στρυμόνος ἐξαποστεῖλαι , χαράξας ἐπιστολὴν περιέχουσαν ἀσφαλῶς φυλάττειν τοῦτο μέχρι τῆς ἐκβάσεως τοῦ
5221901 ἡξεις
ἐμοὶ φέρει . Ἤδη σε ἔχειν ἡγοῦμαι τὸ ὡς ταχέως ἥξεις ἀκούσας καὶ συγχαίρω τῷ τε βασιλεῖ τοῦ σοῦ τάχους
τοῦ γάμου λόγον , ἐν ᾧ τὸν θεὸν ὕμνησας , ἥξεις ἐπὶ τὰ τῶν γαμούντων ἐγκώμια . κοινὰ δὲ τὰ
5218756 πυλαρταο
Ἀπίων διὰ τὸ ἐκ πολλῶν ἱματίων τὰ στρώματα συντίθεσθαι . πυλάρταο Θ . Ν . λ . . , :
πυλάρταο Θ . Ν . λ . . , : πυλάρταο κρατεροῖο : μίαν διάνοιαν αἱρετέον διὰ τῶν δύο λέξεων
5205432 ἀφικομην
ἄν . ὅτε γὰρ κατ ' ἀρχὰς εἰς Συρακούσας ἐγὼ ἀφικόμην , σχεδὸν ἔτη τετταράκοντα γεγονώς , Δίων εἶχε τὴν
τὸ μειράκιον , ἵνα μὴ τούτῳ μαχοίμην , ἐπειδὴ δὲ ἀφικόμην πάλιν , ἦγον αὐτὸν ἐπὶ τὴν οἰκίαν τὴν Σίμωνος
5178117 λοπαδ
πρῶτος αὐτῶν καταμαθὼν τῆς λοπάδος , ἀνεπήδησε κἄφευγεν κύκλῳ τὴν λοπάδ ' ἔχων , ἄλλοι δ ' ἐδίωκον κατὰ πόδας
. κάκκαβον λέγω . σὺ δ ' ἴσως ἂν εἴποις λοπάδ ' . ἐμοὶ δὲ τοὔνομα οἴει διαφέρειν , εἴτε
5162576 ταυτηνι
πρὶν ὑφ ' ὁτουοῦν ἐληλέγχθαι , κατ ' αὐτὸς σαυτοῦ ταυτηνὶ φέρεις τὴν ψῆφον . Ἐγὼ δὲ , ὦ ἄνδρες
ὄντακαὶ ἐν ἅπαντι τῷ χρόνῳ τούτῳ ἔτι εἰς τὴν ἡμέραν ταυτηνὶ εὐδοκιμῶν οὐδὲν πέπαυται , καὶ οὐ μόνον Πρωταγόρας ,
5157972 ἀγουσαν
τῷ τόπῳ . μετὰ δὲ τὴν διώρυγα τὴν ἐπὶ Σχεδίαν ἄγουσαν ὁ ἑξῆς ἐπὶ τὸν Κάνωβον πλοῦς ἐστι παράλληλος τῇ
ἀντέλλοι σελήνη : πρὸς τὸ εἰρημένον ὑπ ' αὐτοῦ ὁρῶν ἄγουσαν τὴν σελήνην εἰκάδας . τίη τί δή : παράλληλα
5148880 Λακαιναν
ἄπαιδ ' . ἀπωλόμην , φίλαι . [ ὣς τὴν Λάκαιναν σύγγονον Διοσκόροιν Ἑλένην ἴδοιμι : διὰ καλῶν γὰρ ὀμμάτων
φάρεα πορφύρεα , δῶρα Κλυταιμήστραι , προσεῖπεν δ ' Ὀρέστας Λάκαιναν κόραν : Ὦ Διὸς παῖ , θὲς ἴχνος πέδωι
5141743 Φωκιδα
, παρειμένοι καὶ οἷον μικρὸν ἀσθμαίνοντες , ἐκπερῶμεν πρὸς τὴν Φωκίδα καὶ τὴν Δωρίδα γῆν καὶ τὸν Μηλιᾶ κόλπον ,
ὡς γὰρ δὴ τὰ στρατόπεδα ἀντεκάθητο περὶ τὴν ἐς τὴν Φωκίδα ἐσβολήν , λογάδες Φωκέων πεντακόσιοι φυλάσσοντες πλήρη τὸν κύκλον
5128805 τρικυμιαν
ὡς θάλασσαν ἢ βυθόν : ἂν γὰρ βραδύνῃς , λαμβάνεις τρικυμίαν . } Ὡς τὰς γυναῖκας τοκετὸς ὀλολύξαι ποιεῖ ,
ἢ στρογγύλον . τρίχαλον ] κυρτόν . τρίχαλον : τὴν τρικυμίαν βούλεται εἰπεῖν τὴν ἐκ τριῶν μερῶν ποντίζουσαν τὴν ναῦν
5123005 Ἀργειαν
Τίρυνθα , ταύτην αὐτῷ Κυκλώπων τειχισάντων . μερισάμενοι δὲ τὴν Ἀργείαν ἅπασαν κατῴκουν , καὶ Ἀκρίσιος μὲν Ἄργους βασιλεύει ,
ἔδοσαν , εἴτε μὴ κτανὼν θέλοιμ ' ἄγεσθαι πάλιν ἐς Ἀργείαν χθόνα . ἐμοὶ δ ' ἔδοξε τὸν μὲν ἐν
5100343 Ἰδαιαν
δὲ Κλεοπάτραν τὴν Ὠρειθυίας πρώτην ἔγημεν , μετὰ ταῦτα δὲ Ἰδαίαν τὴν Δαρδάνου , ἥτις ἀπεχθῶς ἔχουσα πρὸς τοὺς προγόνους
” σὺ δ ' αὖθι μίμνων „ που κατ ' Ἰδαίαν χθόνα ποίμνας Ὀλύμπου συναγαγὼν ” θυηπόλει . ” Τῷ
5089576 Κρωβυλην
τοίνυν περὶ τοὺς αὐτοὺς χρόνους Διοπείθης ἐμβαλὼν εἰς τὴν χώραν Κρωβύλην μὲν καὶ τὴν Τιρίστασιν ἐξηνδραποδίσατο , τὴν δὲ προσεχῆ
σιωπᾶν βούλομαι τὴν νύκτα τὴν πολλῶν κακῶν ἀρχηγόν . οἴμοι Κρωβύλην λαβεῖν ἔμ ' , ἑκκαίδεκα τάλαντα . . .
5085282 Μενελεω
' ἐμὴν κτανεῖν , ἀλλ ' ἀντ ' ἀδελφοῦ δῆτα Μενέλεω κτανὼν τἄμ ' οὐκ ἔμελλεν τῶνδέ μοι δώσειν δίκην
φησι ταῖς Ψυλλικαῖς , δύ ' ἀδελφῶν κυνῶν ἐκεῖθεν ὑπὸ Μενέλεω περὶ τὴν Ἀργολικὴν τραφεισῶν . περὶ δὲ Κυρήνην ἐκ
5065247 πηδησασα
τ ' ἐμὴν παῖδ ' , ἣ δόμων ἐξώπιος βέβηκε πηδήσασα Καπανέως δάμαρ , θανεῖν ἐρῶσα σὺν πόσει . χρόνον
: πήδημ ' ἐς Ἅιδου : ἀντὶ τοῦ : ταχέως πηδήσασα ἐν τῷ Ἅιδῃ : τὴν πόρρωθέν μου καὶ ἀπροσδόκητον
5057728 ἐδομαι
προσδοκίαν χάρις , ὡς ἡ τοῦ Κύκλωπος , ὅτι ὕστατον ἔδομαι Οὖτιν . οὐ γὰρ προσεδόκα τοιοῦτο ξένιον οὔτε Ὀδυσσεὺς
δὲ λεγόμενον ἐπὶ τρίτου ἂν ἠκούετο , Οὖτιν ἐγὼ πύματον ἔδομαι , εἰ μὴ ἀνθυπαλλαγῇ τῆς ἀντωνυμίας εἰς δεύτερον αὐτὸ
5055488 Κυδνου
, Διότιμον δὲ τὸν Στρομβίχου πρεσβείας Ἀθηναίων ἀφηγούμενον διὰ τοῦ Κύδνου ἀναπλεῦσαι ἐκ τῆς Κιλικίας ἐπὶ τὸν Χοάσπην ποταμόν ,
ὕδωρ ἐπιμίσγεται τοῦ τε Πυράμου καὶ τοῦ Πινάρου καὶ τοῦ Κύδνου τοῦ σκολιοῦ , τοῦ μέσην τὴν Ταρσὸν τὴν καλῶς
5049325 διωρυγα
κόλπου διὰ τοῦ ἰσθμοῦ , δεξάμενος τὴν θάλασσαν εἰς τὴν διώρυγα . Δημήτριος δ ' ὁ Σκήψιος οὐκ οἴεται πλευσθῆναι
χρησάμενος . πρώτην δ ' ἐκ τοῦ Πηλουσίου προελθοῦσιν εἶναι διώρυγα τὴν πληροῦσαν τὰς κατὰ τὰ ἕλη καλουμένας λίμνας ,
5036185 Στρατονικου
πέττεται γαμήλιος . Ὁ μάγειρος οὗτος Πατανίων προσελθέτω . Πλείους Στρατονίκου τοὺς μαθητάς μοι δοκεῖ ἕξειν Πατανίων . Πεπωκέναι δοκεῖ
τῷ περὶ γελοίου λεχθῆναι μέν φησι τὴν παροιμίαν ὑπὸ τοῦ Στρατονίκου , ἀλλ ' εἰς Σιμύκαν τὸν ὑποκριτήν , διελόντος
5035614 ἀνερρηξαν
αἴγειρον ἀνέφηναν ἐκ τῆς γῆς καὶ παρὰ τὴν αἴγειρον ὕδωρ ἀνέρρηξαν , Δρυόπη δὲ μετέβαλε καὶ ἀντὶ θνητῆς ἐγένετο νύμφη
συνθήματος ᾔσθοντο , αἱ μὲν γυναῖκες ὁμοῦ πᾶσαι τοὺς κόλπους ἀνέρρηξαν , οἱ δὲ ἄνδρες τὰ ξίφη λαβόντες ἐπέθεντο τοῖς
5028929 ἀποπεμψω
τὸν λίθον , οὐ μὴ σὲ ἀδικήσω , ἀλλὰ σὲ ἀποπέμψω εἰς τοὺς ἰδίους σου τόπους “ . καὶ ἐπὰν
ἀγαθὰ ἔσεσθαι τοὺς μὲν ἀπιέναι οἴκαδε ἐθέλοντας εἰς τὴν οἰκείαν ἀποπέμψω ἢ ἐπανάξω αὐτός , τοὺς δὲ αὐτοῦ μένοντας ζηλωτοὺς
5021744 Ἀρκαδιαν
ταχθεὶς ὑπὸ Κασάνδρου στρατηγὸς ἐπὶ τῆς Ἀργείων πόλεως ἐξοδεύσας εἰς Ἀρκαδίαν νυκτὸς ἐκυρίευσε τῆς τῶν Στυμφαλίων πόλεως : περὶ ταῦτα
φθείρει , δι ' ὅλου δὲ φθείρει καθάπερ οἱ περὶ Ἀρκαδίαν φασὶ καὶ πεύκην καὶ ἐλάτην καὶ ἀλλ ' ὅτι
5014538 Μυκονον
τὴν Πάτμον δεξιὰς λαβὼν , τοὺς δὲ Μελαντείους καὶ τὴν Μύκονον ἐκ τῶν εὐωνύμων καὶ Τῆνον [ ἐκ δεξιῶν ἔχων
, ἀφ ' ὧν ἡ παροιμία ‚ πάντα ὑπὸ μίαν Μύκονον ‚ ἐπὶ τῶν ὑπὸ μίαν γραφὴν ἀγόντων τὰ διῃρημένα
5011834 Ἑρμιονην
φησι διὰ τὸν Νεπτόλεμον , ὅτι τότε παρακαλούμενος παραχωρῆσαι τὴν Ἑρμιόνην ὑπερεῖδεν καὶ νῦν αὐτῆς ἀποστερεῖται : ἄλλως : τῶν
παρὰ Ἰκαρίου μνηστεύεται Πηνελόπην . Μενέλαος μὲν οὖν ἐξ Ἑλένης Ἑρμιόνην ἐγέννησε καὶ κατά τινας Νικόστρατον , ἐκ δούλης δὲ
5004322 Ἐντιμος
δὲ χαλεπῶς καὶ μόλις . Ἀντίφημος γὰρ ὁ Ῥόδιος καὶ Ἔντιμος ὁ Κρὴς οἱ τὴν εἰς Γέλλαν στείλαντες ἀποικίαν πρῶτον
. . . . , . ] Ὅτι Ἀντίφημος καὶ Ἔντιμος οἱ Γέλαν κτίσαντες ἠρώτησαν τὴν Πυθίαν , καὶ ἔχρησε
4992927 Φθιαν
τὸν Αἰακόν , καὶ Φθιώτης διὰ τὴν προσεχῆ πατρίδα τὴν Φθίαν , καὶ Θετταλὸς διὰ τὴν πόρρω πατρίδα τὴν Θετταλίαν
πρὸς Διὸς μαντεῖα Δωδωναῖ ' . ἐπεὶ δ ' ἀφικόμην Φθίαν , δοκεῖ μοι ξυγγενοῦς μαθεῖν περὶ γυναικός , εἰ
4988938 ἰπον
δὲ ἐν Φοινίσσαις κέχρηται τῷ ὀνόματι . ἐν δὲ Πλούτῳ ἶπον τὴν μυάγραν καλεῖ . καὶ Καλλίμαχος δὲ ἔφη ἶπον
καθήμενος Ἥφαιστος μυδροκτυπεῖ . λέγει οὖν τὴν Αἴτνην τοῦ Τυφῶνος ἶπον , τουτέστι τιμωρίαν καὶ κόλασιν : ἴπω γὰρ καὶ
4987537 νεν
] ! [ ! ! ] ! [ ! ] νεν ? ? ? Δημέα [ κατα ! [ καϲτ
] ! εινοναυτον δηιοισε [ – ˘ – [ ] νεν ἐνυάλιος [ ] μεντ ' εοργυδενακλ ! [ !
4955981 ῥιψω
νηπίῳ τίτθη κλαίοντι “ σῖγα . μή σε τῷ λύκῳ ῥίψω . ” λύκος δ ' ἀκούσας τήν τε γραῦν
οὐ πολύ σε ὀνήσει ἡ ἀθανασία , ἐπεὶ ἀράμενός σε ῥίψω ἐπὶ κεφαλὴν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ , ὥστε μηδὲ τὸν
4955321 καθω
ὠνόμαζον , ὡς Πλάτων ἐν Ἑλλάδι βούλει τήνδε σοι πλεκτὴν καθῶ , κἄπειτ ' ἀνελκύσω σε δεῦρο ; πελέκεις ,
παῖς ἔνδον τὰς ἀλεκτρυόνας σοβεῖ . βούλει τήνδε σοι πλεκτὴν καθῶ κἄπειτ ' ἀνελκύσω σε δεῦρο ; εἴξασιν ἡμῖν οἱ
4953308 κοψω
ἤρων , ὁμολογῶ . καὶ νῦν δ ' ἐρῶ . κόψω τὴν θύραν . ἀλλ ' ἐψόφηκεν ἡ θύρα .
καὶ τοὺς ἰδιώτας . Ἄγε δὴ τίνα τρόπον τὴν θύραν κόψω ; Τίνα ; Πῶς ἐνθάδ ' ἄρα κόπτουσιν οὑπιχώριοι
4936014 ἡκα
εθ ? ' ὕδωρ [ ] πλαζομέναις ἵνα λύσσαν ἀχύνετον ἧκα βαλοῦσα . [ ] ! ! [ ] [
ὤφειλεν εἶναι ἤνεγξα , οἱ δὲ λοιποί , ἔθηκα ἔδωκα ἧκα , ἐπεὶ πάντῃ τὸ στοιχεῖον ἀπέβαλον , οὐκ ἐκλίθησαν
4934282 βωλον
καθὰ Μενεκλῆς καὶ Πίνδαρος ἱστοροῦσιν , ὑπέδειξε τὸν πλοῦν καὶ βῶλον ἔδωκε τοῖς Ἀργοναύταις , ἣν Εὔφημος ὁ πρωρεὺς τῆς
οὐρανοῦ μέσον χθονὸς τεταμέναν αἰωρήμασι πέτραν ἁλύσεσι χρυσέαις φερομέναν δίναισι βῶλον ἐξ Ὀλύμπου , ἵν ' ἐν θρήνοισιν ἀναβοάσω γέροντι
4922957 ἀκρατοκωθωνας
παλαιὸν οἴκων κτῆμα . ἀπὸ δὲ τοῦ ποτηρίου τούτου καὶ ἀκρατοκώθωνας καλοῦσι τοὺς πλέονα ἄκρατον σπῶντας , ὡς Ὑπερείδης ἐν
τοὺς νεωτέρους ἐπὶ βοήθειαν καλεῖς , οὓς ὕβριζες καὶ ἐλοιδοροῦ ἀκρατοκώθωνας ἀποκαλῶν ; ] [ εἰ μέν τις ἀκρατέστερον ἔπιεν
4919944 Ἡρακλειαν
τοὺς Καύκωνας οὐχ ὁμοίως ἅπαντες λέγουσι : τὴν γὰρ δὴ Ἡράκλειαν ἐν τοῖς Μαριανδυνοῖς ἱδρῦσθαί φασι Μιλησίων κτίσμα : τίνες
θυσίαν ἐτέλουν οἱ Ἀμφικτύονες . ἐκ δὲ τοῦ λιμένος εἰς Ἡράκλειαν τὴν Τραχῖνα πεζῇ στάδιοι τετταράκοντα , πλοῦς δ '
4917299 σκιπωνι
ἑπτά , κἠγώ σοι δίδωμ ' ἀριστῆιον Θαλῆς δὲ τῶι σκίπωνι τοὔδαφος ψήσας καὶ τὴν ὑπήνην τἠτέρηι λαβὼν χειρὶ ἐξεῖπε
σιναρῷ ἐπὶ τὴν γῆν , ἀλλὰ , μετέωρον ἔχων , σκίπωνι ἀντερείδηται , οὕτω δὲ καρτερὸν γίνεται τὸ ὑγιὲς σκέλος
4915347 σπαθιδα
εἰς τὰς τριόδους ; τῆς μυρηρᾶς ληκύθου πρὶν κατελάσαι τὴν σπαθίδα , γεύσασθαι μύρου . φέρ ' ἴδω , τί
μύρισον , ) Ἀλέξιδος μέντοι ἐν τῷ Δρωπίδῃ σπάθην τὴν σπαθίδα εἰπόντος , τὴν σπάθην ἐν τῷ μύρῳ καθῆκεν .
4909328 ἁλωα
τῷ εἱλιγμῷ τῆς ἀσπίδος . * ὁλκῷ : τῷ σώματι ἅλωα : τὴν σπεῖραν , τὸ σῶμα . κυρίως δὲ
σελήνης : μετενήνεκται δὲ εἰς τὴν τῆς ἀσπίδος περιφέρειαν . ἅλωα : ἀπὸ τοῦ ἅλωνος , ἐπεὶ κυκλοτερής ἐστιν ,
4896190 Χαρυβδιν
αἰτίας καὶ τί δὴ παθὼν τὸ τρίτον αὖθις περὶ τὴν Χάρυβδιν ἐπραγματεύσατο , περὶ ἣν Ὀδυσσεὺς οὐ πλέον ἢ δὶς
εἰς τὸ μεταξὺ χάσμα Ἀπαμείας καὶ Ἀντιοχείας , ὃ καλοῦσι Χάρυβδιν , ἀνατέλλει πάλιν ἐν τετταράκοντα σταδίοις : τὰ δὲ
4882479 ἐπιταγην
πρόσταξιν , οἷον ὡσανεὶ προσέταξας ἀνδριαντοποιῷ ἀνδριάντα ποιῆσαι κατά τινα ἐπιταγήν , οἷον ἐπιτάξας αὐτῷ ὅτι βούλομαι εἶναι αὐτὸν τὸν
, τούτους πάντας βεβλαφέναι κατὰ τὴν ἀνάγκην καὶ κατ ' ἐπιταγήν , ἑκουσίως δὲ παραίτιον κακῶν οὐδενὶ γεγονέναι τῶν ἀνθρώπων
4880181 Διοσκουριαδα
, τῆς τε Λακινίας Ἥρας τὸ ἱερὸν παρέπλευσαν καὶ τὴν Διοσκουριάδα καλουμένην ἄκραν ὑπερέθεντο . μετὰ δὲ ταῦτα τὸ καλούμενόν
. Περὶ δὲ τὸ ἐνδότατον τοῦ Εὐξείνου πόντου μετὰ τὴν Διοσκουριάδα γῆν Κόλχοι , οἱ τῶν Αἰγυπτίων ἀπόγονοι , μέτοικοι
4849220 φερομενην
εἰς τὴν πατρίδα ἤδη γηραιὸς κατέλυσε τὴν καθεστῶσαν πολιτείαν κακῶς φερομένην ὑπό τε ἄλλων καὶ Βοήθου , κακοῦ μὲν ποιητοῦ
ἰσοσκελὴς ὁ κῶνος , περισσὸν ἦν προσεκβάλλειν διὰ τὸ τὴν φερομένην εὐθεῖαν αἰεί ποτε ψαύειν τῆς τοῦ κύκλου περιφερείας ,
4835555 Βουνος
, Βοῦνον δὲ Ἑρμοῦ καὶ Ἀλκιδαμείας εἶναι , καὶ ἐπεὶ Βοῦνος ἐτελεύτησεν , οὕτως Ἐπωπέα τὸν Ἀλωέως καὶ τὴν Ἐφυραίων
ἢ υἱωνός : ὁ δ ' ἵκετο Κολχίδα γαῖαν . Βοῦνος δὲ Ἑρμοῦ καὶ νύμφης τινὸς παῖς . . .
4834418 Ἀτρειδεω
ὀνομάτων : ἐμεῖο γὰρ καὶ ἐμεῦ , οὐχ ὡς ἡ Ἀτρείδεω καὶ ἡ Ἀτρείδαο ἢ καλοῖο . . Καθὼς πρόκειται
εὐθείας Ἀσίου ἡ γενικὴ γίνεται , Ἰωνικῶς Ἀσίεω , ὡς Ἀτρείδεω , καὶ κατὰ κρᾶσιν Ἀσίω . ἢ κατὰ συγκοπήν
4830013 δελτον
εἰσπηδήσας εἰς τὸ διδασκαλεῖον ἐξήρπασε τῶν χειρῶν τοῖς ὀδοῦσι τὴν δέλτον , καὶ ὁ Γέλων ἐξαναστὰς τοῦ θάκου ἐδίωκεν αὐτόν
στρατοπεδεύοντι περὶ τὴν Ἀλεξάνδρειαν Ποπίλιος παρὰ Ῥωμαίων πρεσβευτὴς ἧκε φέρων δέλτον , ἐν ᾗ τάδε ἐγέγραπτο , μὴ πολεμεῖν Πτολεμαίοις
4829099 ὑπτιαν
τοῦ μύρου συμπλέκου τῷ ἀνταγωνιστῇ : δύο μηρῶν σπάσας κλῖνον ὑπτίαν , ἔπειτα ἀνώτερος ὑποβάλλων διὰ μηρῶν καὶ διαστείλας αἰώρει
ἡ λέξις ὡς ἂν τύχῃ προάγεσθαι [ ἀλλ ' ] ὑπτίαν ἐμφαίνουσα καὶ μηδεμίαν ἐπιτήδευσιν τῆς λέξεως . ἔτι ἐν
4821689 ἀνεληφθη
μου , ἡ δύναμις , κατέλειψάς με : καὶ εἰπὼν ἀνελήφθη . Καὶ αὐτῆς ὥρας διεράγη τὸ καταπέτασμα τοῦ ναοῦ
Μὴ κλαύσῃς ὅτι ἔλαβον τὸ φῶς τοῦ οἴκου σου : ἀνελήφθη γὰρ ἀπὸ καμάτων εἰς ἀνάπαυσιν , καὶ ἀπὸ ταπεινώσεως
4813284 ἡκοντ
' ἔχει πόλις . οὐδ ' οἶδεν Εὐρυσθεύς σε γῆς ἥκοντ ' ἄνω ; οὐκ οἶδ ' , ἵν '
εἴσιθι . Ἡ γὰρ θεός ς ' ὡς ἐπύθεθ ' ἥκοντ ' , εὐθέως ἔπεττεν ἄρτους , ἧψε κατερικτῶν χύτρας
4812323 ἐσχαραν
Ἀπόλλωνος : ὃς δὴ ἀετὸς ἰδὼν ταύτην κατέφυγεν ἐπὶ τὴν ἐσχάραν . . θέλουσα θῦσαι πέλανον ] πέλανος κυρίως ὁ
μὲν θανόντα τόνδ ' Ἀχιλλέως γόνον θάψον πορεύσας Πυθικὴν πρὸς ἐσχάραν , Δελφοῖς ὄνειδος , ὡς ἀπαγγέλληι τάφος φόνον βίαιον
4809372 Ἀμφιλοχικον
' Ἀμφιλοχία δ ' : Ἄργος ἐνταῦθ ' ἔστι τό Ἀμφιλοχικόν . Μετὰ τοῦτ ' Ἀκαρνᾶνες : πόλεις οὗτοι δ
. προσένευσαν : † προσέπαυσαν . ἐς Ἄργος : τὸ Ἀμφιλοχικόν . καὶ αὐτοῖς . . . ἦλθε κῆρυξ .
4808372 τηνδε
εἴη προτροπή τις καὶ συμβουλή , οὐκ ἂν ὃ μὲν τήνδε τὴν ἐπιστήμην , ὃ δὲ τήνδε προέλοιτο . ὥστε
τῆς πόλεως , ἐν οἷς πάλαι τοὺς ἑαυτῶν νεκροὺς οἱ τήνδε κατοικοῦντες ἐνεταφίαζον Ἕλληνες : οὓς καὶ συνάγων καί τινι
4808128 τελευταιαν
εὐδαιμονίαν οὐ ταῖς αἰσχίσταις μετροῦσιν ἡδοναῖς ἀλλὰ τῷ καλῷ , τελευταίαν δὲ τὴν ἐν τοῖς πολέμοις γενναιότητα τὴν παρασκευάζουσαν εἶναι
αὐταί εἰσιν , ἀλλὰ καὶ διαφορὰν ὀνόματος ἔχουσι κατὰ τὴν τελευταίαν συλλαβήν . ἀλλ ' ἐπειδὴ ὡς Ἕλενος καὶ Ἑλένη
4805186 Ἀργω
, πρῶτα ὑπέθετο : εἴθ ' ὤφελε : περιφραστικῶς ἡ Ἀργώ : οὐκ ὤφειλεν ἡ Ἀργὼ παρελθοῦσα τὰς Συμπληγάδας εἰς
τῷ Τοξότῃ ἀντικαταφέρεται . ἠγνοήκασι δὲ καὶ τὰ περὶ τὴν Ἀργώ : ἄρχεται γὰρ ἀντικαταδύνειν οὐ τῷ Σκορπίῳ , ἀλλὰ
4802065 στησω
, κἂν τὰ τῆς συντάξεως ἐλάνθανεν , ὡς ἐπὶ τοῦ στήσω καὶ ἔστησαἐὰν στήσω . . Πέμπτον ὅτι τὸ δώσω
ἅπαντα τῶν σοφιστικῶν προπαιδευμάτων . „ τὴν δὲ διαθήκην μου στήσω πρὸς Ἰσαάκ „ , ἵν ' ἑκατέρας ἀρετῆς τὸ
4802011 πορευθηναι
μυθικῶς κολοιὸν μέγαν νομίσαντα τοῖς κόραξιν ἴσον εἶναι πρὸς αὐτοὺς πορευθῆναι : ἡττηθέντα δὲ πάλιν εἰς τοὺς κολοιοὺς ὑποστρέψαι :
δὴ ζητητέον , πότερα τῷ διάστημά τι εἶναι ἐκεῖ δεῖ πορευθῆναι τὴν ὄψιν ἢ τῷ σῶμά τι εἶναι ἐν τῷ
4800442 κατῳκησε
ἐθνῶν παντοδαπῶν συνερρυηκότας . καὶ τὸ μὲν πρῶτον τὴν Λέσβον κατῴκησε , μετὰ δὲ ταῦτα ἀεὶ μᾶλλον αὐξόμενος διά τε
ἔπειτα δὲ καὶ καύσομεν . Ἠλέκτρα θυγάτηρ τοῦ Ἄτλαντος ἥτις κατῴκησε πλησίον τῶν πυλῶν τούτων , καὶ οὕτως ἐκλήθησαν Ἠλέκτραι
4799545 Θρᾳκιαν
κείμενον . Καλεῖ δ ' ὁ ποιητὴς Σάμον καὶ τὴν Θρᾳκίαν , ἣν νῦν Σαμοθρᾴκην καλοῦμεν . τὴν δ '
Θρᾴκης πόλεμον ὑπεδέχετο καταλύσειν : πείσειν γὰρ Σιτάλκην πέμπειν στρατιὰν Θρᾳκίαν Ἀθηναίοις ἱππέων τε καὶ πελταστῶν . ξυνεβίβασε δὲ καὶ
4798487 ἐξετεινε
τῷ περὶ τοῦ στεφάνου : τὴν γὰρ δευτέραν ἐπιφορὰν ἀπεριγράφως ἐξέτεινε διὰ τὸ πλειόνων κατασκευῶν δεῖσθαι . περὶ οὖν προοιμίων
τὴν χεῖρ ' ἀφῄρει : Λάθρα ἐκίνει . . λαθραίως ἐξέτεινε . συρίξας : Συριγμόν τινα ποιήσας . . ὡς
4796138 κατεδομαι
τὸ δὲ ὑποτακτικὸν διὰ τοῦ ω μεγάλου . Ἔδομαι , κατέδομαι , οὐ βρώσομαι . Ἄγαγε , ἀγαγών , ὡς
δεινὴ γλῶσσα Βρεττία παρῆν . Ἐπὶ τῷ ταρίχει τὸν γέλωτα κατέδομαι . Οὕτω γὰρ ἡμῖν ἡ πόλις μάλιστα σῶς ἂν
4795362 ἐριζω
ὥσπερ παρὰ τὸ σκαίρω σκαρῶ γίνεται σκαρίζω καὶ εἴρω ἐρῶ ἐρίζω , οὕτως καὶ παρὰ τὸ μείρω μερῶ γίνεται μερίζω
[ ! ! ! ] κυανοκόμοιο [ ] ἀόριστος τοῦ ἐρίζω Ἀριστοφάνης ὅσσα Αἰγινήταις [ ] Ζηνόδοτος Πυθιᾶν Ζηνόδοτος κτανεμεν
4791335 θυραν
⌈ , τουτέστι τὸν ἀντιβάτην , ? , πρὸς τὴν θύραν , αὐτῇ δὲ τῇ δοκῷ τὸν ὅλμον : κατὰ
σφάζοντες , θύονται δὲ οἱ διὰ τῶν σπλάγχνων μαντευόμενοι . θύραν καὶ θυραίαν φησὶ διαφέρειν . θυραία μὲν γάρ ἐστι
4784781 ἑστιουχον
αὐγάν . κλυοῦς ' ἐμοῦ δὲ Ναΐδων τις παρ ' ἑστιοῦχον σέλας πολλὰ διώξεται ? ? . Νύμφας δέ τοι
τὴν Θρᾴκην διελθόντες μόλις ἥκουσιν ἐπὶ τὴν Περσίδα γῆν τὴν ἑστιοῦχον καὶ τὴν ἔχουσαν αὐτῶν τὴν ἑστίαν : ὥστε στένειν
4764090 πιπτοι
φιλοσοφοῖ καὶ ὁ κλῆρος αὐτῷ τῆς αἱρέσεως μὴ ἐν τελευταίοις πίπτοι , κινδυνεύει ἐκ τῶν ἐκεῖθεν ἀπαγγελλομένων οὐ μόνον ἐνθάδε
ἐμβληθείσας οὔτε καταδύνειν οὔτε κατατήκεσθαι . ὑπὸ τοῦτο τὸ γένος πίπτοι ἂν καὶ ἐν Πιτάνῃ πλίνθος ἡ λεγομένη ἐπιπλεῖν .
4759616 ἠλεγχον
ἄχθος μεῖζον οὐδὲ δώμασιν κτῆσις κακίων οὐδ ' ἀνωφελεστέρα . ἤλεγχον : οὕτω γὰρ κακὸν δούλων γένος : γαστὴρ ἅπαντα
ἄρχω ἦρχον , ἄγω ἦγον , ἅπτω ἧπτον , ἐλέγχω ἤλεγχον , ἐν οἷς καὶ τὸ ἰξεύω ἴξευον ἐπεὶ οὐκ
4759497 Δωρικην
σιδήρειός τε ῥαιστήρων κτύπος . Μία δ ' ἐστὶν αὐτῶν Δωρικὴν ἀποικίαν ἔχουσα , Λιπάρα δ ' ὄνομα , συγγενὶς
ἀγαπῶσαν φίλει . Τὸν λίθον πρὸς τὴν σπάρτην κατὰ τὴν Δωρικὴν παροιμίαν ἄγοντες . Τὸν πόκον περικείρεσθαι βούλομαι τῶν προβάτων
4758817 Ἀϊδος
ταύτην Ἱππόλυτος πρὸς Φαίδραν εἶπε φάσκουσαν φιλεῖν αὐτὸν σφόδρα . Ἄϊδος κυνῆ : ἐπὶ τῶν ἐπικρυπτόντων ἑαυτοὺς διά τινων μηχανημάτων
δέος ᾕρει , μή μοι Γοργείην κεφαλὴν δεινοῖο πελώρου ἐξ Ἄϊδος πέμψειεν ἀγαυὴ Περσεφόνεια . αὐτίκ ' ἔπειτ ' ἐπὶ
4758521 Τρωαδα
Κεφάλων δέ φησιν ὅτι Δάρδανος ἀπὸ Σαμοθράικης ἐλθὼν εἰς τὴν Τρωάδα τὴν Τεύκρου τοῦ Κρητὸς θυγατέρα γαμεῖ Ἀρίσβην . Ἑλλάνικος
δὲ ὁ τὰς Ἀγαθοκλέους πράξεις ἀναγράψας Ῥώ - μην τινὰ Τρωάδα τῶν ἀφικνουμένων ἅμα τοῖς ἄλλοις Τρωσὶν εἰς Ἰταλίαν γήμασθαι
4757901 χωρουσαν
χωροῦντα : κολυμβήθραν δὲ παρ ' αὐτοῖς ὑπάρχειν κεκονιαμένην , χωροῦσαν ἀμφορεῖς χιλίους , ἐξ ἧς τὴν ῥύσιν εἰς τοὺς
: καὶ χαίρετε . ἀπέρχομαι γὰρ ἤδη καταλιπὼν τὴν οὐκέτι χωροῦσαν ἄνδρας ἀγαθοὺς πόλιν . καὶ ὑμεῖς , ὦ θεοὶ
4756877 Ὀδυσσειαν
ἐξ οὗ καὶ ἀλαβανδιακὸς σολοικισμός , ὡς Φιλόξενος ὁ τὴν Ὀδύσσειαν ἐξηγούμενος , ὅταν ἡ μὴ ἀπαγόρευσις ἀντὶ τῆς οὐ
, , ἐν ὑπομνήματι Ἀνδρονίκου εἰς τὸ δος Ἀριστονίκου εἰς Ὀδύσσειαν . . . . , . ὣς ἄρ '
4755438 εχ
! ! ! ! ! ! ! ἀγῶνας ] | εχ ? * | Μακεδον * . [ ἐπιχειρήσειν ]
! ! ! ! ! ! ] ! [ ] εχ ! ! ! [ ] ! ! [ ]
4754732 τιμωρησασαν
* : τὴν Ἀδράστειαν : Ἢ τὴν Δίκην τὴν Ἄδραστον τιμωρήσασαν : θεὰ γὰρ ἦν τοὺς ὑπερηφάνους τιμωροῦσα . :
τῶν χρησμῶν τοῦ Ἀπόλλωνος , τὴν ὠκύποινον , τὴν ταχέως τιμωρήσασαν καὶ μετελθοῦσαν ἐκεῖνον . μένει δὲ ἀκμὴ καὶ εἰς
4747000 ζωσαν
ἥν , δόξασαν ἀποτεθνηκέναι , ἔθαψε πολυτελῶς . τυμβωρύχοι δὲ ζῶσαν εὑρόντες εἰς Ἰωνίαν ἐπώλησαν . τοῦτο γὰρ ἡμῖν ἐμήνυσε
τε δὲ οὐδὲ ἐβουλήθης εἰκόνα μοι τοῦτον μόνον τοῦ ἀνδρὸς ζῶσαν περιληφθέντα ἀφανίσαι : σὺ μέντοι , καὶ ὅτι μὲν
4746132 ἐχετλην
, ὅθ ' ἑωθινὸν ἀγροιῶται ἱστοβοῆος ἔνερθεν ὑπ ' εὐποίητον ἐχέτλην γειοτόμον δαμάλῃσιν ἐπιθύνουσιν ἄροτρον : ἢ πάλιν ἑσπερίῃσιν ὅτ
μάλα δ ' ἔμπεδον εὖ ἀραρυῖαν τυκτὴν ἐξ ἀδάμαντος ἐπιθύνεσκεν ἐχέτλην . οἱ δ ' ἤτοι † εἵως μὲν περιώσια
4745798 ἐπιλαβοι
πάσης ῥάχεως : βέλτιον δέ , εἰ καὶ τῆς κεφαλῆς ἐπιλάβοι τὸ κατάπλασμα . ἐπὶ δὲ πλευριτικῶν καὶ περιπνευμονικῶν ἐν
, ἑτέραν περιμεῖναι χἀτέραν τρικυμίαν : ναυαγίου δ ' ἂν ἐπιλάβοι ' : ἐγὼ δ ' ἅπαξ ἁψάμενός εἰμι καὶ
4743882 κατεσθιουσαν
ὀπιπτεύω . ἀγρίαν κύνα τὴν Σκύλλαν φησὶ θυγατέρα Φόρκυνος θηριομιγῆ κατεσθίουσάν τινας τῶν * παραπλεόντων * τὸ Σικελικὸν πέλαγος .
ὀπιπτεύω . ἀγρίαν κύνα τὴν Σκύλλαν φησὶ θυγατέρα Φόρκυνος θηριομιγῆ κατεσθίουσάν τινας τῶν * παραπλεόντων * τὸ Σικελικὸν πέλαγος .
4739425 ἀντεχου
φρόνει . ἔτι δὲ καὶ τῆς περὶ τὸν βίον κοσμιότητος ἀντέχου , καὶ πρᾶττε πάντα Φιλίππου μὲν ἄξια , Ὀλυμπιάδος
. τὸ δὲ ἐντελὲς τὸ ἔλυτρον . Γ ἔχ ' ἀντέχου παῖ : κράτει καὶ ἕλκε τοῦ δόρατος τὴν θήκην
4731898 ἀρχουσαν
τοῦ Ἀπίωνος λόγος διὰ τοῦ ι γράφει τὴν τοῦ Ἠλυσίου ἄρχουσαν : ὁ δ ' αὐτὸς λέγει καὶ ὅτι πείρατα
. τὸ γʹ ἰαμβέλεγος τὴν τελευταίαν συλλαβὴν μετατιθεὶς ἐπὶ τὴν ἄρχουσαν . γεγένηται δὲ καὶ παρὰ τὸ Σαπφικὸν , συστεῖλαν
4730816 ἀφικωμαι
τὸ ὄχημα , ἀντὶ τοῦ τὸν ὕμνον τὸν ἐπὶ τῷ ἀφίκωμαί τε καὶ πρὸς τὸ γένος τῶν ἀνδρῶν , ἤγουν
ἦν ἢ μὴ συνιέναι . τούτῳ μὲν οὖν , ἐὰν ἀφίκωμαί ποτε καὶ σωθῶ , πειράσομαι διαλεχθῆναι περὶ ὧν εἰς
4719275 Ἰωνικην
τὸ ὑπῆρχον . ἔστι γὰρ ἀπὸ τοῦ ἦν κατὰ διάλυσιν Ἰωνικήν . Ὅμηρος ἢ τότε κοῦρος ἔα , νῦν αὖτέ
φύλακα πιστὴν ἔχειν . καταλέξω δέ σοι , Κύνουλκε , Ἰωνικήν τινα ῥῆσιν ἐκτείνας κατὰ τὸν Αἰσχύλου . . .
4718108 καταβαινω
εἰ μὴ μέσον ὄνομα πίπτοι : γράφω καταγράφω , βαίνω καταβαίνω . Πᾶν εἰς ΜΙ ὑπερδισύλλαβον προπαροξύνεται , ὁμοίως καὶ
κλάδων φαγεῖν ; ὁ δὲ ἀπεκρίνατο : Ἐκεῖνα , ὡς καταβαίνω , τρώγω . Λιμόξηρος ἀρτοπράτῃ προσελθὼν ᾔτει δοῦναι δηνάρια
4715848 τεμνοντεϲ
: τινὲϲ δὲ τὴν ἑτέραν τοῦ λ γραμμὴν ἄλλῃ λοξῇ τέμνοντεϲ δηλοῦϲι τὴν λίτραν , # . τὸ δὲ γ
ἐκ τοῦ παρακοπτικῶϲ ταράττεϲθαι τὸν κάμνοντα , τὴν ἐν μετώπῳ τέμνοντεϲ ὀρθίαν φλέβα πρὸϲ ἅπαξ αὐτάρκωϲ ἀφέλωμεν κλύϲμαϲί τε χρηϲώμεθα
4715484 ἐσταλη
λαβὼν χρήματα , πρῶτα μὲν ἐπὶ Κυδωνίας τῆς ἐς Κρήτην ἐστάλη , ἔνθεν δὲ ἐς Κυρήνην διέβαλε μετὰ στρατιᾶς εἰς
καὶ τῶν μισθοφόρων ξένων ξὺν χιλίοις καὶ πεντακοσίοις ἐπὶ Χίου ἐστάλη , δείσας μή τι πρὸς τὴν ἀγγελίαν τῆς ἥττης
4714587 περονην
καὶ ὑπὸ τοῦ διαξύλου ἐπαίρεται καὶ ὀρθοῦται καὶ τὴν δευτέραν περόνην λαμβάνει : ἵνα δὲ μὴ περινεύωσιν , ἄνωθεν λαμβάνουσι
Ἤτοι ἐξοχήν , περόνην . διόλου τῶν στέρνων αὐτοῦ βάλε περόνην , δεσμεῖ ἀσφαλῶς . ἢ τὴν ἀναιδῆ καὶ στώμυλον
4712996 κρατω
ἐξισωτέον τὸ γοῦν ἴς ' ἀντιλέξαι : τοῦδε γὰρ κἀγὼ κρατῶ : οὐ γάρ τι σοὶ ζῶ δοῦλος , ἀλλὰ
τὸ κρατήσας καὶ κόψας : παρὰ τὸ ἔχω : τὸ κρατῶ : ὁ παθητικὸς πα - ρακείμενος εἶχμαι : καὶ
4712019 ταινιαν
Καὶ σχοῖνος μὲν οὐκ ἦν , ἡ δὲ Χλόη λυσαμένη ταινίαν δίδωσι καθεῖναι τῷ βουκόλῳ : καὶ οὕτως οἱ μὲν
κυρτότερα φιλοῦσιν ῥέπειν , διὰ τοῦτο δεῖ σε πλατεῖαν βάλλειν ταινίαν καὶ οὕτως πιέζειν τὸν βραχίονα . εἶτα , ἵνα
4709512 δειλαιαν
: † εἰσόψει γάρ με καὶ ἴδῃς τὴν μόσχον τὴν δειλαίαν σὺ ἡ δειλαία ἀναρπαστὸν ἀπὸ τῆς σῆς χειρὸς ὥσπερ
. σκύμνον γάρ μ ' ὥστ ' οὐριθρέπταν μόσχον δειλαία δειλαίαν ἐσόψηι χειρὸς ἀναρπαστὰν σᾶς ἄπο λαιμότομόν θ ' Ἅιδαι
4707024 κελευσιν
γνωρισθῆναι ἅμα Κερκυόνι φεύγει εἰς Ὀρχομενόν . Αὐγείου δὲ κατὰ κέλευσιν Δαιδάλου πρὸς τὴν τῶν αἱμάτων ἔκχυσιν ἐπιδιώκοντος καταφεύγουσιν ὁ
ἠλιθείης , ὑπομνήματα τοῦ χρησμοῦ , τέως δὲ ἕως κατὰ κέλευσιν ὑποθήσομαί σοι πάλιν ὑπὸ χρησμὸν , καὶ τὰς εἰς
4700956 κοιλην
ἐπιπέδων . Ἀναξιμένης τραπεζοειδῆ . Λεύκιππος τυμπανοειδῆ τῷ πλάτει , κοίλην δὲ τῷ μεγέθει . Οἱ ἀπὸ Θαλοῦς μέσην τὴν
Ἰουδαίας ὑπὸ τοῦ πατρὸς τοῦ βασιλέωςἐκεῖνος γὰρ ἐπελθὼν τὰ κατὰ κοίλην Συρίαν καὶ Φοινίκην ἅπαντα , συγ - χρώμενος εὐημερίᾳ
4700947 ἐπιβαλοντος
οὐδὲ σμικρὰν ὑποφήναντός σου πειθοῦς προσδοκίαν , ἀλλὰ καὶ προσθήκην ἐπιβαλόντος τῷ μίσει . ὅθεν οὐδὲ τολμῶσι δευτέραν ἐκπέμψαι πρεσβείαν
γενεᾶς , τοῦ πάντα ἐφορῶντος θεοῦ ταύτην αὐτῷ τὴν δίκην ἐπιβαλόντος . κελεύω δὲ ὑμᾶς , τὸ ἀντίγραφον τῆς ἐπιστολῆς
4700087 θελουσαν
. Ἐν τοιούτοις ὄντος αὐτοῦ λόγοις τέττιξ φεύγων χελιδόνα θηρᾶσαι θέλουσαν κατέπεσεν εἰς τὸν κόλπον τῆς Χλόης : καὶ ἡ
τοὺς παῖδας αὐτοῦ ἔφη : Τὴν θέλουσαν κεράσατε καὶ τὴν θέλουσαν ἀφροδισιάσατε . κἀκεῖναι εἶπον : Ἡμεῖς οὐ διψῶμεν .
4700031 κλιθειη
εἴη , ὡς ἐπὶ τοῦ καθέζομαι ἐκαθεζόμην , ἢ ἀττικῶς κλιθείη , ὡς ἀντιβολῶ ἠντιβόλουν . ἔτυπτες : τὰ εἰς
σύγκειται , πλεονασμὸν † δέξηται τοῦ σ καὶ παραλόγως ἔξωθεν κλιθείη . Ἀττικῶς οὖν παρὰ προθέσεως οὔσης τῆς συνθέσεως ἔσωθέν

Back