εἰσπηδήσας εἰς τὸ διδασκαλεῖον ἐξήρπασε τῶν χειρῶν τοῖς ὀδοῦσι τὴν δέλτον , καὶ ὁ Γέλων ἐξαναστὰς τοῦ θάκου ἐδίωκεν αὐτόν
στρατοπεδεύοντι περὶ τὴν Ἀλεξάνδρειαν Ποπίλιος παρὰ Ῥωμαίων πρεσβευτὴς ἧκε φέρων δέλτον , ἐν ᾗ τάδε ἐγέγραπτο , μὴ πολεμεῖν Πτολεμαίοις
6809734 θεραπαινιδα
εἶτ ' ἐπεὶ τέλος ἔδοξ ' ἔχειν , πέμψασα τὴν θεραπαινίδα τὸ μισθάριον ἔχουσαν ἐκέλευ ' ἀποφέρειν θοἰμάτιον . ὁ
Πλαγγόνα διακονίας ἐρωτικῆς . ἄδικον δὲ ποιοῦμεν εἰ τὴν μὲν θεραπαινίδα τετιμήκαμεν , οὐκ ἀποδώσομεν δὲ τὴν χάριν τῇ Ἀφροδίτῃ
6737338 σορον
ἅμα δὲ εἶπε καὶ δίς που καὶ τρὶς ἐπάταξε τὴν σορόν , καὶ κάτωθεν ἀκούω φωνῆς πάνυ λεπτῆς . τρόμος
, Ξενίου μέμνησαι Διός . ” ὁ δὲ κρούσας τὴν σορόν , “ Ἐπεὶ τοίνυν ἀπιστεῖ Κλειτοφῶν , ” ἔφη
6725872 ἐκελευ
παῖδ ' ἀλείμματα παρὰ τῆς θεοῦ λαβοῦσαν εἶτα τοὺς πόδας ἐκέλευ ' ἀλείφειν πρῶτον , εἶτα τὰ νόνατα . ὡς
λέγεται τὸ προστάσσω , ὁ παρατατικὸς ἐκελόμην ἐκέλου καὶ Αἰολικῶς ἐκέλευ : οἱ γὰρ Αἰολεῖς τὴν ου εἰς ευ τρέπουσιν
6649237 ἐπιπολαιοτερα
πάλιν σοφώτερον λέγομεν τὸν γινώσκοντα τὰ δυσχερέστερα τοῦ εἰδότος τὰ ἐπιπολαιότερα , καὶ πάλιν σοφώτερον λέγομεν τὸν ἀκριβέστερον περὶ τὴν
: ἔνια δὲ οὐδὲ ἐς νεύρων ψιλώματα ἀφικνεῖται , ἀλλὰ ἐπιπολαιότερα ἐκπίπτει . Διὰ οὖν ταύτας τὰς εἰρημένας προφάσιας οὐκ
6627813 ἐντολην
ὠτός , ὡς πατὴρ ἀποθνῄσκων : ἔμελλε γάρ σοι πᾶσαν ἐντολὴν δώσειν , ἀρχὴν τοσαύτην πῶς λαβοῦσα τηρήσεις . σὺ
οὕτως ἁπλῶς διακονῶν τῷ θεῷ ζήσεται . φύλασσε οὖν τὴν ἐντολὴν ταύτην , ὥς σοι λελάληκα , ἵνα ἡ μετάνοιά
6619943 ἐντευξιν
ἄλλων , εἰς οὐδὲν πρότερον καταθέμενος τὴν αὑτοῦ σπουδὴν καὶ ἔντευξιν ἢ εἰς φίλου σωτηρίαν . . Ἐκ τούτου τὰς
θέας φόβον ἐμβάλλων . . πεῖραν ] δοκιμήν . . ἔντευξιν . εὖ φυλακτέον ] ἄξιός ἐστι φυλάξασθαι καὶ σκοπῆσαι
6585316 ἐπιστολην
δὲ τὰ μὲν ἄλλα φιλανθρώπως πρὸς τὴν πρεσβείαν ἀπεκρίνατο , ἐπιστολὴν δὲ γράψας πρὸς τὸν δῆμον ἐξῄτει τοὺς ἀμφὶ Δημοσθένην
Πέρσας τις ἀπιὼν ἦλθε πρὸς ἐμὲ καὶ ἐκέλευσέ με τὴν ἐπιστολὴν ἣν ἔγραψα οἴκαδε δοῦναι , κἀγώ , ὁ γὰρ
6551068 ἐλαθες
ἀπόκρισιν . Ἔχω καὶ μάλα ἱκανῶς : καίτοι με ἀποκρινάμενος ἔλαθες . Ἀνάπαυλα γάρ , ὦ Πρώταρχε , τῆς σπουδῆς
, μακρόν τινα τὸν ὄνειρον λέγεις , εἴ γε σαυτὸν ἔλαθες κατακοιμηθεὶς παρασάγγας ὅλους . Ὄνειρον γάρ , ὦ τάν
6539422 παιδισκην
αἰχμαλωτισθεὶς ἠγοράσθη ὑπὸ Λάβαν : καὶ ἔδωκεν αὐτῷ Αἰνᾶν τὴν παιδίσκην αὐτοῦ εἰς γυναῖκα : ἥτις ἔτεκε θυγατέρα , καὶ
τὴν πρώτην μου γυναῖκα ὑδροφοροῦσαν εἰς οἶκον τινὸς εὐσχήμονος ὡς παιδίσκην ἕως ἂν λάβῃ ἄρτον καὶ προσενέγκῃ μοι : καὶ
6538466 ἐπῳδην
τοῖς πρίν : ἀλλὰ καὶ γραῒ δῶκεν εὐμαρῶς τράχηλον εἰς ἐπῳδὴν καὶ σκυτίσιν βραχίονας πεπεισμένως ἔδησε : ῥάμνον τε καὶ
ἄρτον καὶ τὸ θεῖον καὶ τὰ ἄλλα πάντα πρὸς τὴν ἐπῳδὴν εὐτρέπιζε . Καινὰ περὶ σοῦ ἀκούομεν , ὦ Λέαινα
6527571 ὑποσχεσιν
, ἐπ ' εὐγενείᾳ μέγα φρονῶν , ὅμως διὰ τὴν ὑπόσχεσιν δώσειν ὡμολόγησεν . Ὡς δὲ ταῦτα συνέθεντο , πᾶσαν
κατ ' ἰδίαν ἐρεῖν τοῦ ἀληθοῦς . ὅθεν νῦν τὴν ὑπόσχεσιν πληροῦντες ἐν πρώτοις σκεπτώμεθα εἰ ἔστι τι ἀληθές .
6519167 κλαυσαι
φήσω . πρὸ τούτου δ ' ἔνδον αὐτὸ βούλομαι λαβοῦσα κλαῦσαι καὶ φιλῆσαι καὶ πόθεν ἔλαβεν ἐρωτᾶν τὴν ἔχουσαν .
ξένην χώραν ἀπελθεῖν . [ κλαυτὸν ] δὲ καὶ ἄξιον κλαῦσαι ταῖς ἀρτιτρόποις , ἤτοι ταῖς τρεπομέναις κόραις ἀπὸ τῆς
6487697 εἰσεδεξατο
τοῖς Εὐριπίδου λόγοις ” τὰ μὲν πυλωρῶν κλεῖθρά μ ' εἰσεδέξατο “ . κούρισμα δ ' ᾠδὴ συμφορᾶς πληρεστάτη ταύτην
ἐὰν δέ τι δείσῃ τῶν νηπίων , ὁ δὲ χανὼν εἰσεδέξατο τὸ βρέφος . εἶτα τοῦ φόβου παραδραμόντος τὸν καταφυγόντα
6482555 πευσιν
φοινικᾶς κελεύσας λαβεῖν , εἰσελθόντα τὸν Αἴσωπον τὴν προτέραν αὖθις πεῦσιν ἐπύθετο . καὶ ὁ Αἴσωπος „ σὲ μὲν „
, καὶ τοῦτο διχῶς λέγουσιν . οἱ μὲν γὰρ τὴν πεῦσιν λέγουσιν ὡς ἀπὸ τῶν Ἀθηναίων πρὸς Δημοσθένην , νυνὶ
6463752 ταφην
! ! Νηρεὺς νέκυσιν [ [ ] ! ον ? ταφήν ? ? ? μετὰ ? ? Νηρεΐδων [ [
' ἑκάστοις εἰπεῖν ὅτι μόνοις ἐκείνοις παρατίθεται τὴν τοῦ σώματος ταφήν , καὶ τῶν εὐεργεσιῶν ὑπομνήσασαν παρακαλέσαι θάψαντας ἐν τοῖς
6457583 Ἀδριανουπολιν
πάντας τῆς πόλεως κοινωνῆσαι αὐτῷ τοῦ σκέμματος πείσας καὶ τὴν Ἀδριανούπολιν ἅπασαν ὑπὲρ αὐτοῦ ποιησάμενος , συχνῶς μετεκαλεῖτο τὸν ἀδελφόν
πρὸς αὐτὸν ἐξελθόντας ἰδών τε καὶ συνταξάμενος ἐχώρει πρὸς τὴν Ἀδριανούπολιν , λαβὼν ἐκ βασιλέως καὶ συγχωρήσεις ἐγγράφους βασιλικοῖς γράμμασιν
6444080 παλλακην
ἐπιφανῆ καὶ καταπληκτικὸν τὴν πρόσοψιν . Φαλακρὸς κτένα , Εὐνοῦχος παλλακήν , Κωφὸς αὐλητήν , Κάτοπρον ὁ τυφλός , Ὁ
ς ' , ἐπειδὰν οὑμὸς υἱὸς ἀποθάνῃ , λυσάμενος ἕξω παλλακήν , ὦ χοιρίον . νῦν δ ' οὐ κρατῶ
6435777 εἰληφας
, φυλάξομαί σοι . οὐ γὰρ ἀπ ' ἐμοῦ καρδίαν εἴληφας , ἀλλ ' ἔμοιγε καρδίαν δέδωκας . „ ὁ
οὔτ ' ἄλλη τις ὀφθεῖσα ἤρεσε γυνή , ἀλλὰ τοιοῦτον εἴληφας Ἁβροκόμην [ καθαρὸν ] , οἷον ἐν Τύρῳ κατέλιπες
6420286 ἀραν
κατὰ τὴν φθορὰν αὐτῶν , καὶ τοῦτ ' εἶναι τὴν ἀρὰν τὴν Ὁμήρου ἐπαρωμένου εἰς ὕδωρ πάντα ἐλθεῖν , ὡς
αὐτοῖς τοῦτον τὸν ὅρκον ὀμόσαι , ἀλλὰ καὶ προστροπὴν καὶ ἀρὰν ἰσχυρὰν ὑπὲρ τούτων ἐποιήσαντο . Γέγραπται γὰρ οὕτως ἐν
6415676 λαρνακα
. πεῖραν οὖν καθεῖναι καὶ μάλα ἐλεγκτικήν φασιν αὐτόν . λάρνακα πληρώσας κεραστῶν ἐμβάλλει τὸ βρέφος , οἱονεὶ πυρὶ τὸν
' ἄρα καὶ ὁ τῶν γυναικῶν χορὸς τὴν θεοφόρον ἀράμεναι λάρνακα καὶ ὄνῳ ἐπιθέμεναι τὸν αἰγιαλὸν καταλαμβάνουσι καὶ θαλαττοπόνῳ πρεσβύτῃ
6399049 κυλικα
ὀλίγον φροντίσας γε δεσποτῶν . ὡς ἐκπιών γ ' ἂν κύλικα μαινοίμην μίαν , πάντων Κυκλώπων ἀντιδοὺς βοσκήματα ῥίψας τ
δέ φησι τὸ ἐν τῷ ἰσχίῳ ὀστοῦν καλεῖσθαι ἄλεισον καὶ κύλικα . κοτυλίσκος δὲ καλεῖται ὁ ἱερὸς τοῦ Διονύσου κρατηρίσκος
6375585 Διφιλου
, οὐδὲ ἀνή - λισκον οὐδέν . Ἀνθεμίων δὲ ὁ Διφίλου καλλωπίζεται δι ' ἐπιγράμματος ὅτι ἀπὸ τοῦ θητικοῦ τέλους
ἔστιν ἐν ἀκροπόλει ἵππος ἀνδρὶ παρεστηκώς : καὶ τὸ ἐπίγραμμα Διφίλου Ἀνθεμίων τόνδ ' ἵππον ἀνέθηκεν θεοῖς , θητικοῦ ἀντὶ
6370415 Ἱερεμιαν
σύμβουλος τοῦ φωτὸς , μὴ μεριμνήσῃς τὸ πῶς ἀποστείλῃς πρὸς Ἱερεμίαν : ἔρχεται γὰρ πρός σε ὤρᾳ τοῦ φωτὸς αὔριον
ἀπὸ τοῦ βασιλέως τῶν Χαλδαίων , ἐλάλησεν ὁ θεὸς πρὸς Ἱερεμίαν λέγων : Ἱερεμία , ὁ ἐκλεκτός μου , ἀνάστα
6327374 νομουϲ
Τροιζήνιοϲ γεγενημένοϲ [ κατὰ τοὺϲ νόμουϲ , κατὰ τοὺϲ [ νόμουϲ ] γεγενημένοϲ [ ] [ Τροιζήνιοϲ , ἔχων ]
! ϲ : ἡ δ ' ἐξουϲία μεταφέρουϲα ] τοὺϲ νόμουϲ [ ] ουϲιν ἐνμένειν : ] ν ? οὗτοϲ
6322945 μειρακα
εἴρηκε . εἴρηκε δὲ καὶ σύμποδα καὶ συνθήκην μεσέγγυον τὴν μείρακα καταθέσθαι Ἀριστοφάνης λέγει . ὅτῳ δὲ τὰ σκεύη ἐκομίζετο
ἐκ μὲν παιδὸς εἰς ἔφηβον , ἐκ δὲ ἐφήβου εἰς μείρακα καὶ ἐπὶ τῶν ἑξῆς ἡλικιῶν : λέγει δὲ περὶ
6312629 πευσομενος
ἐπιμένειν ἀναγκαζόμεθα . καὶ ἐμοῦ φήσαντος , ὡς τούτου χάριν πευσόμενος τοῦ Ὀνηγησίου τοῖς περιβόλοις προσκαρτερῶ , καὶ ἀντερωτήσαντος ,
ὀκνηρὸν ἀνανδρίας ἅμα καὶ προδοσίας φέρει διαβολήν . διὸ παρῆλθον πευσόμενος ὑμῶν τίνα γνώμην ἔχοιτε καὶ τί πρακτέον ἡγοῖσθε ,
6311416 δαμαρτ
' ἀνδρῶν ἐκ χερῶν μιαιφόνων [ καὶ τὴν τάλαιναν ἀθλίαν δάμαρτ ' ἐμὴν λάβωμεν , ἧι δεῖ ξυνθανεῖν ἐμῆι χερὶ
ὄντι δοὺς πόσει τάδε πάλιν πρὸς οἴκους σπεῦδ ' ἐμὴν δάμαρτ ' ἔχων , ὡς τοὺς γάμους τοὺς τῆσδε συνδαίσας
6306985 αὐλητριδα
νήφοντα ἄνδρα ἀφαιρούμενον μὲν τὸν κρατῆρα , ἀπάγοντα δὲ τὴν αὐλητρίδα , καθαιροῦντα δὲ τοὺς στεφάνους , παύοντα δὲ τὴν
αὐτὴν παντοδαποῖς τραγήμασιν , μύρον , στεφάνους , λιβανωτόν , αὐλητρίδα λαβέ . εἰ τὸ συνεχῶς καὶ πολλὰ καὶ ταχέως
6303138 διδωμ
καὶ βούλεσθέ μοι χρῆσθαι προθύμωι , τὴν ἐμὴν ψυχὴν ἐγὼ δίδωμ ' ἑκοῦσα τοῖσδ ' , ἀναγκασθεῖσα δ ' οὔ
δὴ σύ μοι . μαρτύρων ἐναντίον σοι τήνδ ' ἐγὼ δίδωμ ' ἔχειν γνησίων παίδων ἐπ ' ἀρότωι , προῖκα
6272965 πρασιν
ἀντιβάλλοντες , ὅπερ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων συμβαίνει τῶν εἰς πρᾶσιν γραφομένων βιβλίων καὶ ἐνθάδε καὶ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ . περὶ
φωνάς , οἷα βοῶντες ἀεὶ διαρρήγνυνται προσκαλούμενοι τοὺς παριόντας εἰς πρᾶσιν : δεινὴ γὰρ ἡ θέα τῶν ὄψων , κἂν
6269362 εἰσιων
τὰς θύρας ἐδυνάμην καὶ κοιμίζειν τοὺς φύλακας καὶ ἀθέατος εἶναι εἰσιών . εἰ δέ τι ἐν Ἰνδοῖς ἢ Ὑπερβορέοις θέαμα
διεπέρασεν , καὶ τὴν λίμνην καὶ τὸν Πυριφλεγέθοντα ἤδη ἑώρακας εἰσιών . Οἶδα ταῦτα καὶ σέ , ὅτι πυλωρεῖς ,
6265145 συνοικιαν
. ὡς τοίνυν ἀληθῆ λέγω , καὶ πρεσβεῖά τε τὴν συνοικίαν ἔλαβεν κατὰ τὴν διαθήκην , καὶ τῷδ ' οὐχ
' ἑκάστους διαίτης ἀπαλλαγῆναι καὶ συνελθόντας οἰκεῖν ἐν ταὐτῷ μίαν συνοικίαν κοινὴν περιβαλλομένους ἥδ ' ἐστὶν ἡ πείσασα , καὶ
6263706 ἡμαρτε
, τυχὸν δὲ καὶ μείζονα ταύτης ὑφίσταται πλάνην ἃ μὲν ἥμαρτε κατὰ νοῦν οὐ λαμβάνων , ἃ δὲ μηδαμῶς ἐπλημμέλησε
αὐτήν : καὶ ὃς ἐκτείνας . . . τῆς μὲν ἥμαρτε , τὸν δὲ . . . πλήξας ἀπέτεμεν .
6256866 θυιαν
καὶ τὰς πυξίδας ἀνατρέπων καὶ τὰ φάρμακα συγχέων καὶ τὴν θυίαν περιτρέπων , καὶ μάλιστα ἐπειδὰν τὴν θυσίαν ὑπερβαλώμεθα ,
ὑγρασίαν ἔχει πλείστην ὑπὸ ψύξεως πεπηγυῖαν : εἰ γοῦν τις θυίαν σκευάσας ἐκ μολύβδου μετὰ δοίδυκος μολυβδίνου , βαλὼν εἰς
6254329 εὐχην
εἶναι φίλων : πυθομένου δέ τινος διὰ ποίαν αἰτίαν τοιαύτην εὐχὴν ποιεῖται , „ ὅτι „ , ἔφη , ”
τοῦ γένους , φιλοτιμησομένων πατρίδι , διαθησόντων ἀγῶνας . εἶτα εὐχὴν ἐπιθήσεις τοῖς εἰρημέ - νοις , αὐτὸς αἰτῶν αὐτοῖς
6253528 γλασσαν
κἠμέρην πῖνε ? [ ] . ὄσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας . Κύδιλλα , κοῦ '
Λαμπρίσκε , τὰς φίλας Μούσας . ὄσσην δὲ καὶ τὴν γλάσσαν , οὖτος , ἔσχηκας : πρός σοι βαλέω τὸν
6249869 ἐπιταγην
πρόσταξιν , οἷον ὡσανεὶ προσέταξας ἀνδριαντοποιῷ ἀνδριάντα ποιῆσαι κατά τινα ἐπιταγήν , οἷον ἐπιτάξας αὐτῷ ὅτι βούλομαι εἶναι αὐτὸν τὸν
, τούτους πάντας βεβλαφέναι κατὰ τὴν ἀνάγκην καὶ κατ ' ἐπιταγήν , ἑκουσίως δὲ παραίτιον κακῶν οὐδενὶ γεγονέναι τῶν ἀνθρώπων
6244362 Γοργονα
αὐτῷ , τὴν ἐξ αὐτοῦ προφέροντες καὶ προσείοντες ὡς εἰπεῖν Γοργόνα , καὶ τοῦτον κατεσίγασαν , τὴν ἄλλως πρόλαλον ὄντα
χάσματι , ὁ Περσεὺς δὲ τῇ λαιᾷ μὲν προδείκνυσι τὴν Γοργόνα , τῇ δεξιᾷ δὲ καθικνεῖται τῷ ξίφει : καὶ
6231049 ἐπιβεβουλευμενος
ὅτε τὴν τῶν παρανόμων αὐτὸν ἐδίωκε γραφήν , ἔλεγεν ὡς ἐπιβεβουλευμένος ὁ παῖς εἴη περὶ οὗ τὸ ψήφισμα γεγραμμένον ἦν
' αὐτῷ μένειν , ὡς δ ' εἰς τὴν γυναῖκα ἐπιβεβουλευμένος , ὅπως ἂν ἀποκτείνειεν ἐζήτει . καὶ ἀπέκτεινεν ,
6219538 συσκευην
ἐλιπάρει . ἀπελογεῖτό τε , φάσκων πάντα ψευδῆ εἶναι καὶ συσκευὴν κατ ' αὐτοῦ καὶ δρᾶμα ἐσκευάσθαι . πολλὰς δὲ
, “ Οὐκ ἐρεῖς , ” ἔφη , “ τὴν συσκευὴν τοῦ δράματος ; ἰδοὺ καὶ ἡ Κλειὼ πέφευγεν .
6199704 χαριεντισμον
τοῦ νέου , ὡς εἰκός . οἴημα . χαριεντισμόν . χαριεντισμὸν ἀντὶ τοῦ παίγνιον . ὀλίγον . μετὰ γὰρ τοὺς
τοῦ νέου , ὡς εἰκός , οἴημα . χαριεντισμόν . χαριεντισμὸν ἀντὶ τοῦ παίγνιον . μυρίοι κτλ . οἱ Θρασύμαχοι
6192804 διατεθεις
γὰρ μάλιστα συμβαίνειν εἴωθενἢ καὶ ἄλλως πως ἐπὶ τὸ θερμότερον διατεθεὶς ὁ ἄνθρωπος , δίψα δ ' αὐτὸν ἔχει ,
λόγον ἐκίνησε καὶ τὰς τιμωρίας αὐτοῦ διεξῆλθεν , ὥσπερ φόβῳ διατεθεὶς πρὸς τὰ διηγήματα κατεύχεται τὸν Δία ἔχειν εὐμενῆ .
6192068 μεταμορφουμενην
ἔπη τὴν Νέμεσιν ποιεῖ διωκομένην ὑπὸ Διὸς καὶ εἰς ἰχθὺν μεταμορφουμένην , ἣ Διοσκούρους καὶ Ἑλένην ἔτεκε . φησί που
πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν : πάλαι γὰρ τῆς παραδόξου ταύτης θέας
6183808 λουσαμενος
τὴν αἰτίαν . καὶ μαθὼν ὅτι πᾶν εἰς γάμους συνηγόρασται λουσάμενος παρῆν ἄκλητος ὡς τὸν νυμφίον . καὶ μετὰ τὸ
ἱερόν . ἤδη δὲ βαθείας ἑσπέρας εὐπορήσας ὑπηρετῶν , αὐτόθι λουσάμενος ὑπὸ λαμπτῆρος ἀπὸ μικρᾶς πάνυ τροφῆς ἀνεπαυόμην . καὶ
6178206 Δημωναξ
πάθει αὐτοῦ , καὶ εἰπόντος , Τί οὖν , ὦ Δημῶναξ , Πολυδεύκης ἀξιοῖ ; Αἰτιᾶταί σε , ἔφη ,
ἐπὶ χλευασμῷ , Εἰ χιλίας μνᾶς ξύλων καύσαιμι , ὦ Δημῶναξ , πόσαι μναῖ ἂν καπνοῦ γένοιντο ; Στῆσον ,
6164145 καταδικην
, προσελθὼν αὐτῷ ἐκέλευον ἐπὶ τὴν τράπεζαν ἀκολουθοῦντα κομίζεσθαι τὴν καταδίκην . ὡς δὲ ταῦτα ἀληθῆ λέγω , τούτων ὑμῖν
ἀναγνώσεται τὰς μαρτυρίας . Ὁ δὲ Θεόφημος ἀντὶ τοῦ τὴν καταδίκην ἀπολαβεῖν ἀκολουθήσας ἐπὶ τὴν τράπεζαν , ἐλθών μου τὰ
6163506 εἰσαγω
παρῆν μὲν ὁ διδά - σκαλος οὔπω καθαρῶς ἀναπεπνευκώς , εἰσάγω δὲ αὐτὸν εἰς τὸν λόγον ὡς δὴ ἐπῃνεκότα πρός
δὴ τὸν ἄνδρα παρά τε τὸν Μόδεστον εἰσάγω καὶ πάλιν εἰσάγω παρὰ σὲ διὰ γραμμάτων νομίζων ταύτην ἐκείνης οὐ λείπεσθαι
6161758 ἐφωραθη
τοῦτον περιέσπασεν . καὶ Φαίδωνι δὲ τὴν τῆς δουλείας δίκην ἐφωράθη : καὶ τὸ καθόλου πᾶσι τοῖς Σωκράτους μαθηταῖς ἐπεφύκει
δὲ ὡμολογημένα καὶ μὴ ἔχοντα ἀντίῤῥησιν οὐ κρίνεται : οἷον ἐφωράθη τις φονεύων τινά : τὸ πρᾶγμα οὐκ ἔχει ποιότητα
6160144 ἐπιδοϲιν
ἀκμὴν ἐγγὺϲ οὖϲαν ἢ μακράν , ἐὰν καλῶϲ ἐπιϲκοπήϲῃϲ τὴν ἐπίδοϲιν : τὰ μὲν γὰρ [ ὀρθῶϲ ] κατὰ μικρὸν
ὁ ἄρρωϲτοϲ γίγνεται , οἷον κατὰ τὴν εἰϲβολὴν ἢ τὴν ἐπίδοϲιν ἢ κατὰ τὴν ἀκμὴν ἢ τὴν παρακμὴν τοῦ παροξυϲμοῦ
6148094 περιδησας
δ ' ἢν παρὰ τὸ γόνυ βούληται , ἄλλους ἱμάντας περιδήσας , ἢ περὶ τὸν μηρὸν , πλήμνην ἄλλην ὑπὲρ
βίκον ὑαλοῦν , ἔχοντα μέλι καὶ τὴν ἀρχὴν τοῦ λίνου περιδήσας τῷ στόματι τοῦ βίκου πωμάσας ἀποτίθεσο . Χόνδρος γίνεται
6145511 ἠλευθερωθη
. ἑταίρα ἔδοξεν εἰς τὸ τῆς Ἀρτέμιδος ἱερὸν εἰσεληλυθέναι καὶ ἠλευθερώθη καὶ κατέλυσε τὴν ἑταιρείαν : οὐδὲ γὰρ εἰς τὸ
Ἔδοξέ τις τρία αἰδοῖα ἔχειν . ἔτυχε δοῦλος ὢν καὶ ἠλευθερώθη καὶ τρία ἀντὶ ἑνὸς ὀνόματος ἐκτήσατο , τὰ δύο
6144395 ἐρωμενην
| [ . οὗτος οὖν ὁ Ἐπίκουρος οὐ Λεόντιον εἶχεν ἐρωμένην τὴν ἐπὶ ἑταιρείᾳ διαβόητον γενομένην ; ἡ δὲ οὐδ
οὔσης ἀεὶ τῷ ποθοῦντι σπουδῆς ἐκ παντὸς θεραπεύειν τρόπου τὴν ἐρωμένην οὐ θεῶν εἰσέρχεται δέος , οὐ λογισμὸς αὐτῷ γίνεται
6142234 ἐσταλη
λαβὼν χρήματα , πρῶτα μὲν ἐπὶ Κυδωνίας τῆς ἐς Κρήτην ἐστάλη , ἔνθεν δὲ ἐς Κυρήνην διέβαλε μετὰ στρατιᾶς εἰς
καὶ τῶν μισθοφόρων ξένων ξὺν χιλίοις καὶ πεντακοσίοις ἐπὶ Χίου ἐστάλη , δείσας μή τι πρὸς τὴν ἀγγελίαν τῆς ἥττης
6134487 διψω
Ι προσγεγραμμένον . Τὰ εἰς ΞΩ καὶ ΨΩ περισπᾶται : διψῶ γυψῶ κενοδοξῶ φιλοδοξῶ ἀδοξῶ αὐξῶ ἀλεξῶ . τὸ γὰρ
λέγει δ ' οὖν ὑστεροῦσα παρὰ πολύ : Πτολεμαῖε , διψῶ , φησί , παππία , σφόδρα : ἀλλ '
6124563 Διογειτονα
τις γήμας τὴν Διοδότου μὲν θυγατέρα Διογείτονος δὲ θυγατριδῆν ἐγράψατο Διογείτονα κακῆς ἐπιτροπῆς ὑπὲρ τῶν παίδων : ᾧ γέγραφε τὸν
δὲ Στεφάνου τουτουὶ Σαυρίας Λαμπτρεύς : κοινὸν δὲ αὑτοῖς προσαιροῦνται Διογείτονα Ἀχαρνέα . συνελθόντες δ ' οὗτοι ἐν τῷ ἱερῷ
6122262 παλινῳδιαν
μεταστρέφεται . Στρηνιᾷ : ἐπὶ τῶν ἀναίδην σκωπτόντων . Στησίχορος παλινῳδίαν ᾄδει : ἐπὶ τῶν μεταβαλλομένων ἐπὶ τοῖς βελτίοσιν .
, ὃς ᾄδων ἐς τὴν Ἑλένην ἐναντίον τῷ προτέρῳ λόγῳ παλινῳδίαν αὐτὸν ἐκάλεσεν οὐκ ἔστιν ἔτυμος ὁ λόγος οὗτος ἤδη
6122074 στραφεις
. Ὁ σὸς δέ , παμμέγιστε Ῥωμανέ , στόλος τείχη στραφεὶς ἔπληττεν ἐν προθυμίᾳ , χαίρων κατασπῶν ταῦτα , ῥίπτων
μετ ' αὐτοῦ , ἕνα δὲ μόνον ἀφῆκεν , ὃς στραφεὶς οἴκοι ἀπήγγειλε πάντα . ἐλθὼν δὲ εἰς Θήβας ὁ
6117641 ἐδοξ
Ἑλικώνιαι παρθένοι στάν , ἐπὶ θρῆνόν τε πολύφαμον ἔχεαν . ἔδοξ ' ἦρα καὶ ἀθανάτοις , ἐσλόν γε φῶτα καὶ
ξένῳ πατήρ με τῷδ ' ἔδωκεν εὐνέτιν . * * ἔδοξ ' ὄρους κατ ' ἄκρα Σιναίου θρόνον μέγαν τιν
6107414 ἐληλυθα
τι , πρᾶγμά [ ] τι τοιοῦτον ἀγγελῶν [ ] ἐλήλυθα , κατὰ τὴν [ ] Ἰωνίαν πάλαι γεγενημένον [
. Ἐπὶ πείρᾳ δοὺς τριάκονθ ' ἡμέρας . Ὄρνεις φέρων ἐλήλυθα . Ὄρνιθας ἀποστέλλει . Βουληφόρως τὴν ἡμετέραν , ὦ
6105605 Ἱππονικος
τῶν λόγων , δεικτέον πρῶτον τοῦ λόγου τὴν ὑπόθεσιν . Ἱππόνικός τις , ὡς ἔχει ὁ πολὺς λόγος , Κύπριος
τὰς θύρας ἀνοίγει . ἦσαν δ ' οἱ σωματοποιήσαντες αὐτοὺς Ἱππόνικός τε ὁ Μακεδὼν καὶ Ἀγήτωρ ὁ Λαμιεύς : ὁ
6098873 τεινουσαν
τὰ δ ' ἀνοίγειν : κατανοήσαντα δὲ μίαν τὴν μάλιστα τείνουσαν ἐπὶ τὰ ἕλη καὶ τὰς λίμνας τὰς πρὸ τῆς
πλευρὰς τῆς Ἑλλάδος , τὴν μὲν πρὸς ἕω βλέπουσαν , τείνουσαν δὲ ἀπὸ Σουνίου πρὸς τὴν ἄρκτον μέχρι τοῦ Θερμαίου
6097916 παρακουσας
Ἐπιμηθεῖ παρήγγειλε μὴ δέξασθαί τι παρὰ Διός , ὁ δὲ παρακούσας ἐδέξατο τὴν Πανδώραν . Κατάλογ . : Φορκίδες .
τῆι δὲ δὴ ὀγδόηι ἡμέρηι ἔχοντί οἱ φλαύρως οἷα δὴ παρακούσας τις πρότερον ἔτι ἐν Σάρδισι τοῦ Κροτωνιήτεω Δημοκήδεος τὴν
6091652 θυραν
⌈ , τουτέστι τὸν ἀντιβάτην , ? , πρὸς τὴν θύραν , αὐτῇ δὲ τῇ δοκῷ τὸν ὅλμον : κατὰ
σφάζοντες , θύονται δὲ οἱ διὰ τῶν σπλάγχνων μαντευόμενοι . θύραν καὶ θυραίαν φησὶ διαφέρειν . θυραία μὲν γάρ ἐστι
6087853 προσεκυνησε
ἔκλαυσεν ὑφ ' ἡδονῆς Διονύσιος ἰδὼν καὶ ἡσυχῆ τὴν Νέμεσιν προσεκύνησε . μόνην δὲ Πλαγγόνα προσμεῖναι κελεύσασα τοὺς λοιποὺς προέπεμψεν
, γράμματα παρὰ βασιλέως δεξάμενος οὐκ ἐῶντος πολιορκεῖν , ἀναγνοὺς προσεκύνησε τὴν ἐπιστολὴν καὶ ἔθυσεν εὐαγγέλια ὡς μεγάλα δὴ ἀγαθὰ
6082494 κιβωτον
τεκτονικὴ μία οὖσα διὰ τοῦτό ἐστιν ἵνα ποιήσῃ θρόνον ἢ κιβωτὸν ἢ πλοῖον ἀπὸ μιᾶς φύσεως τοῦ ξυλίνου . Οὐκοῦν
ὕπνου . Τοὺς δὲ χρηματισμοὺς ἐποιεῖτο τοῖς βουλομένοις αὐτῷ προσιέναι κιβωτὸν τοῦ σώματος προβαλλόμενος . Οἱ δὲ οὐδὲ κιβωτόν φασιν
6079774 μετεγνω
ἐν τούτῳ τῷ χρόνῳ , τοσούτῳ ὄντι , οὐδὲν ἐκεῖνος μετέγνω τῶν πεπραγμένων ἑαυτῷ , διὰ τὸ παρὰ πάντων ὁμολογεῖσθαι
δὲ θείου γενομένου καὶ ἐξαπιναίως ὕδατος ἐξ οὐρανοῦ πολλοῦ καταρραγέντος μετέγνω τε καὶ γάμοις ἀρεσάμενος τὸν παρόντα Θρᾳκῶν ὅμιλον ἐφίησι
6073963 καθιζανει
: εἰς τὸ Ἡραῖον ἐκαθέζοντο , καὶ παρὰ Μενάνδρῳ : καθιζάνει μὲν ἐνίοτ ' εἰς τὰ σήσαμα , καὶ ἐν
ἀνδρῶν παρ ' αὐτὸν ἴσα βαίνους ' ἑταίρα πολυτελής . καθιζάνει μὲν ἐνίοτ ' εἰς τὰ σήσαμα . ὁ θάτερος
6073622 μισθωσιν
μὴ πρὸς ἄλλο δέ τι παράδειγμα σκέψησθε ἢ πρὸς τὴν μίσθωσιν , εἰ δοκεῖ ὑμῖν ἀκόλουθον εἶναι τῷ τὴν τέχνην
τοῖς μεμαρτυρημένοις , ἐναντία δ ' ἣν ἀνέγνων ὑμῖν ἄρτι μίσθωσιν , τῇδε τῇ διαθήκῃ : οὐδὲν δὲ τῶν πεπραγμένων
6069917 πεμψασα
τὸν ποταμὸν οἰκοδομεόμενος . Ἔχοντι δέ οἱ τοῦτον τὸν πόνον πέμψασα ἡ Τόμυρις κήρυκα ἔλεγε τάδε : Ὦ βασιλεῦ Μήδων
, παρά τε ἀνδρὶ φίλῳ αὑτοῦ εἱστιᾶτο ; ἡ δὲ πέμψασα τὸ φάρμακον καὶ κελεύσασα ἐκείνῳ δοῦναι πιεῖν ἀπέκτεινεν ἡμῶν
6069866 παραθηκην
σοφὸν καὶ θεὸν ἴσον ἁμάρτημα . λόγον χειρίζων περὶ θεοῦ παραθήκην σοι δεδόσθαι νόμιζε τὰς ψυχὰς τῶν ἀκουόντων . οὐκ
Πρώτως μὴ λέγε , ἀλλὰ πρῶτον . Παρακαταθήκην , οὐ παραθήκην . Ἀπαράβατον μή , ἀπαραίτητον δέ . Ἀγωγὸν οἱ
6046143 κλειν
καὶ ἐπὶ τὰ ἄνω μέρη συστῇ , ὥστε καὶ τὴν κλεῖν κατασπᾶσθαι σφόδρα . εἰ δὲ μηδὲν τούτων εἴη ,
: ἐπὶ δὲ τῇ κλειδὶ ἔχει γὰρ δὴ ὁ Πλούτων κλεῖν , λέγουσιν ἐπ ' αὐτῇ τὸν καλούμενον Ἅιδην κεκλεῖσθαί
6042723 εἰσελθοντος
: ἕνα βούλεσθαι ἀριθμὸν εὑρεῖν , ᾧ ἕως τοῦ τελευταίου εἰσελθόντος ἐξ ἴσου πάντες ἕξουσιν ἤτοι μῆλα ἢ στεφάνους .
δὲ θᾶττον ἐπληρώθη τὸ θέατρον ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν . εἰσελθόντος δὲ μόνου Χαιρέου πᾶσαι καὶ πάντες ἐπεβόησαν ” Καλλιρόην
6036436 Πλαγγονα
. ἔστι δὲ σκοπεῖν ἀπ ' ἀρχῆς πρῶτα μὲν τὴν Πλαγγόνα , ἥτις ὥσπερ ἡ Χίμαιρα πυρπολεῖ τοὺς βαρβάρους :
αὐτῆς . “ ἀσμένως ” εἶπεν ὁ Διονύσιος “ ἀμείβομαι Πλαγγόνα διακονίας ἐρωτικῆς . ἄδικον δὲ ποιοῦμεν εἰ τὴν μὲν
6035558 παρακαταθηκην
ἀδελφόν , τὰ σώμαθ ' ἡμῶν εἰς τὰς χεῖρας ἐνέθηκεν παρακαταθήκην ἐπονομάζων , τὴν μὲν ἀδελφὴν Δημοφῶντι καὶ δύο τάλαντα
καὶ Ἴωνά τινα συγγραφέα φασὶν εἰρηκέναι : ἡμεῖς δὲ τοῦτο παρακαταθήκην ἐροῦμεν ὡς Πλάτων καὶ Θουκυδίδης καὶ Δημοσθένης . .
6034941 πανοπλιαν
ῥίψασπις ἦν ὁ Κλεώνυμος . εἶχον δὲ καὶ οἱ ἥρωες πανοπλίαν : ⌈ καὶ δῆλον ἐκ τῶν Δαιταλέων . Γ
ἐκεῖνος τοίνυν ὁ Θερσίτης ὁ τοιοῦτος εἰ λάβοι τὴν Ἀχιλλέως πανοπλίαν , οἴει ὅτι αὐτίκα διὰ τοῦτο καὶ καλὸς ἅμα
6034223 κοψω
ἤρων , ὁμολογῶ . καὶ νῦν δ ' ἐρῶ . κόψω τὴν θύραν . ἀλλ ' ἐψόφηκεν ἡ θύρα .
καὶ τοὺς ἰδιώτας . Ἄγε δὴ τίνα τρόπον τὴν θύραν κόψω ; Τίνα ; Πῶς ἐνθάδ ' ἄρα κόπτουσιν οὑπιχώριοι
6026999 ἐκαθεζετο
. κατ ' ἄρ ' ἕζετο : ὅτι Ζηνόδοτος γράφει ἐκαθέζετο . οὐκ ἐᾷ δὲ ἑλληνίζειν τὸν Ὅμηρον : ὥσπερ
Φιλόχορος ἐπὶ Γλαυκίππου καὶ ἡ βουλὴ κατὰ γράμμα τότε πρῶτον ἐκαθέζετο : καὶ ἔτι νῦν ὀμνῦσιν ἀπ ' ἐκείνου καθεδεῖσθαι
6026778 φεως
. Ὅτι Καμβύσης ὁ Πέρσης μετὰ τὴν ἅλωσιν Μέμ - φεως καὶ Πηλουσίου τὴν εὐτυχίαν οὐ φέρων ἀνθρωπίνως , τὸν
φιλτατ [ ] εωποντει [ ! ! ] [ ] φεως ελθειμ [ ] κρηωτ [ ] λλαι [ ]
6025993 πλαστιγγα
τοῦ ζυγοῦ , ἤτοι στάθμης , μέρος . . * πλάστιγγα : πλαστιγξ ἡ τοῦ ζυγίου χύτρα * πεσοῦσαν :
διδάξω καθ ' ὅσον ἂν τὸν κότταβον ἀφεὶς ἐπὶ τὴν πλάστιγγα ποιήσῃ πεσεῖν πλάστιγγα ; ποίαν ; τοῦτο τοὐπικείμενον ἄνω
6025099 ἐλαλει
ἀπὸ τοῦ δένδρου ἐπυνθάνετο , τί ἂν πρὸς τὸ οὖς ἐλάλει αὐτῷ ἡ ἄρκτος . ὁ δὲ εἶπεν : ”
βούλοιτο [ διαλέγεσθαι - ] · ὡς δὲ οὐδὲν [ ἐλάλει , ] ἀλλὰ ὁμοίοις ἡ παρθένος [ κατείχετο -
6023533 ἐπαγγελιαν
ἐπεὶ οὕτως εἶ ἑδράστερος καὶ συνετός , οὐ τεύξῃ τὴν ἐπαγγελίαν . ” ὁ Αἴσωπος μαθὼν ὅτι στερεῖται τῆς ἐπαγγελίας
καὶ τὴν τοῦ ὅπως δεῖ κρίνειν τοὺς ὀνείρους διδασκαλίαν καὶ ἐπαγγελίαν τῶν ἐν ἀμφοτέραις ταῖς βίβλοις γραφησομένων περὶ πάντων τῶν
6020904 καρδοπον
θήλειαν οὖσαν . τῷ τρόπῳ ; ἄρρενα καλῶ ' γὼ κάρδοπον ; μάλιστά γε , ὥσπερ γε καὶ Κλεώνυμον .
: ὅτι ἣν ἔδει σε καρδόπην εἰπεῖν , εἶπες ἀπαιδεύτως κάρδοπον . εὐηθικῶς : ἀπαιδεύτως . ' κάλεσας εὐηθικῶς ]
6016633 Δαναην
τοῦ αἵματος τοῖς βωμοῖς , ἕως καὶ αὐτὴν κατέσφαξαν . Δανάην δὲ τὴν Λεοντίου τῆς Ἐπικουρείου θυγατέρα ἑταιριζομένην καὶ αὐτὴν
ἀπὸ Δανάης . χρυσῷ γὰρ ἀπεικασθεὶς ὁ Ζεὺς ἔφθειρε τὴν Δανάην ἐκ τοῦ στέγους εἰσελθὼν ἐξ ἧς γεννᾶται . *
6015056 ὑστεραιαν
καὶ μᾶλλον ἠπείγετο συναγαγεῖν ἡμᾶς . τοῦτο δὲ εἰς τὴν ὑστεραίαν παρεσκευάζετο . ἐώνητο δὲ τῇ κόρῃ τὰ πρὸς τὸν
παραγγέλλειν ὑπὲρ τοῦ πλοῦ τοῖς ἡγεμόσιν . ἐς δὲ τὴν ὑστεραίαν κακῶς ἤδη ἔχοντα ὅμως θῦσαι τὰ τεταγμένα . παραγγεῖλαι
6014450 ΛΟΣ
οἷον : Μῆλος Βῆλος Δῆλος Σφῆλος . Ἔτι τὰ εἰς ΛΟΣ δισύλλαβα προσηγορικὰ ἢ ἐπιθετικὰ τῷ Η παραληγόμενα , εἰ
τὸ ἀπὸ ΑΕ , τὸ ὑπὸ ΠΜΘ πρὸς τὸ ὑπὸ ΛΟΣ . καὶ ἐπεί ἐστιν , ὡς ὅλον τὸ ὑπὸ
6012600 θοἰματιον
ἐν τῷ προκολπίῳ . καὶ ἔνδον μένειν , ὅταν ἐκδῷ θοἰμάτιον ἐκπλῦναι . καὶ φίλου ἔρανον συλλέγοντος καὶ διειλεγμένου αὐτῷ
τὴν πλατεῖαν σοὶ μόνῳ ταύτην πεποίηκεν ὁ βασιλεύς ; Αἰγύπτιος θοἰμάτιον ἠρδάλωκέ μου . τοὺς ἐν τῇ πόλει μάρτυρας ἔχω
6012061 Ἀλκηστιν
μέγα πρᾶγμ ' . ἐρεῖ τις ὡς Κλυταιμνήστρα κακή : Ἄλκηστιν ἀντέθηκα χρηστήν . ἀλλ ' ἴσως Φαίδραν ἐρεῖ κακῶς
λέγουσιν οἱ τήν τε Εὐάδνην ἡμῖν τὴν Ἴφιδος καὶ τὴν Ἄλκηστιν τὴν Πελίου παῖδα ἐνδόξως θρυλοῦντες ; Πατὴρ δὲ ἐν
6007430 καταρχεις
ταῖσδ ' Ἐλευθεραῖς Αἰθέρα καὶ Γαῖαν πάντων γενέτειραν ἀείδω κακῶν κατάρχεις τήνδε μοῦσαν εἰσάγων κοὔτ ' ἂν δίκης βουλαῖσι προσθεῖ
„ . ἄττιν , οὐχ Ἄττιδα . Δημοσθένης : ” κατάρχεις τοῖς Σάβοις : Ἄττις Ὕις , Ἄττις ” .
6006547 δεσποτιν
χρόνους ἢ πόνους ἔχει βραχεῖς , τὴν δὲ ὑπό τινων δεσπότιν εἰσαγομένην πάντων ἐγγελῶντος εἱμαρμένην καὶ μᾶλλον ἃ μὲν κατ
; φράζε μοι σαφέστερον . γυναῖκ ' ἐφ ' ἡμῖν δεσπότιν δόμων ἔχει . οὔ που τετόλμηκ ' ἔργον αἴσχιστον
6006021 Τελεσφορον
δ ' ἐλθὼν εἰς τὸ ἱερὸν γίγνομαι περιιὼν κατὰ τὸν Τελεσφόρον , ἐπέρχεται ὁ νεωκόρος ὁ Ἀσκληπιακὸς , καὶ ὡς
. Ὁ δ ' Ἀντίγονος ἀποτυχὼν ταύτης τῆς ἐπιβολῆς ἐξέπεμψε Τελεσφόρον εἰς Πελοπόννησον , δοὺς αὐτῷ πεντήκοντα ναῦς καὶ στρατιώτας
6004038 συναντησας
δόλῳ ἀνέλῃ τοὺς μνηστῆρας . Μελάνθιος δὲ ὁ τότε οἰκέτης συναντήσας αὐτῷ συνεπομένῳ τῷ Εὐμαίῳ τῷ συφορβῷ φησι πρὸς τὸν
. χαλκοῦ : τοῦ ἀγκίστρου . Ἀντιάσας : προσεγγίσας , συναντήσας . τάχα : ἴσως : γλυκὺ τὸ σχῆμα .
5997708 ἡμικραιραν
. παραχρῆμα λύει τοὺϲ πόνουϲ . Πρὸϲ πάϲαν κεφαλαλγίαν καὶ ἡμικραίραν διὰ πείραϲ πολλῆϲ . ἀψινθίου χυλοῦ κιϲϲοῦ χυλοῦ αἰγὸϲ
δέ τι ταῖς τοῦ μέρους ἰάσεσιν . Θεραπεύειν ἐγχειρῶν τις ἡμικραίραν ἐπισκεψάσθω πρότερον ὁποίας δεῖται καθάρσεως ἢ φλεβοτομίας ὁ κάμνων
5994491 ἐρομενος
ἀνὴρ ἀτρέμας ἧκε παρὰ Ἀστυάγην , καὶ δι ' εὐνούχου ἐρόμενος τὴν εἴσοδον , πάντα ἀπήγγειλεν , ὡς ἀκούσειε παρὰ
μυρία , ἃ ἐλλοχῶν ἂν πελταστικὸς ἀνὴρ μισθοφόρος ἐν λόγοις ἐρόμενος , ἡνίκ ' ἐπιστήμην καὶ αἴσθησιν ταὐτὸν ἔθου ,
5990642 ἀπελθων
ὑπόσχεσιν ἀπῄτει πληρῶσαι καὶ τῆς νήσου ἐξήλαυνεν . ὁ δὲ ἀπελθὼν καὶ τὴν κεφαλὴν τῆς γοργόνος ἀποτεμών , εἰσήνεγκεν εἰς
μὲν ἑωυτοῦ κατὰ χώρην ἔφη καταλείψειν , ἵνα ὀπίσω σφέα ἀπελθὼν ἔχοι , τὴν μέντοι ὁλκάδα , τήν οἱ Δαρεῖος
5990601 σπαθιδα
εἰς τὰς τριόδους ; τῆς μυρηρᾶς ληκύθου πρὶν κατελάσαι τὴν σπαθίδα , γεύσασθαι μύρου . φέρ ' ἴδω , τί
μύρισον , ) Ἀλέξιδος μέντοι ἐν τῷ Δρωπίδῃ σπάθην τὴν σπαθίδα εἰπόντος , τὴν σπάθην ἐν τῷ μύρῳ καθῆκεν .
5987049 ἐζημιωθην
. ἀποθανόντος δὲ τοῦ ἵππου τῷ λιμῷ ἔλεγε : Μεγάλως ἐζημιώθην : ὅτε γὰρ καλῶς ἔμαθε μὴ τρώγειν , τότε
βέλτιστον Νέρβαν . ὑπὸ δὲ νόσου χαλεπῆς κατασχεθεὶς ὅλον ἐκεῖνον ἐζημιώθην τὸν καιρόν , ἀφαιρεθεὶς αὐτοκράτορος φιλανθρώπου κἀμὲ ἀγαπῶντος καὶ
5986918 λαβουσαν
τοῦ ὄντος ἵστασθαι οὐκ ἐᾷ τὰ πράγματα , οὐδὲ τέλος λαβοῦσαν τὴν φορὰν τοῦ φέρεσθαι στῆναί τε καὶ παύσασθαι ,
κατὰ τὰς τριόδους πεφηνυίας . διὸ προστάσσει ὡς τάχος χάλκωμα λαβοῦσαν ἠχεῖν , ὅτι οὐκ ἔλαθεν αὐτὴν φανεῖσα . ἱδρύοντο
5986348 γραμματιον
νόμος οὐκ ἔστιν ἐπὶ δούλων . ἀναγνώτω σοι πρῶτον τὸ γραμμάτιον τῆς ἀπελευθερώσεως , εἶτα τότε γάμον εἰπάτω . γυναῖκα
. αἰτήσαντί σοι , ὦ γνησιώτατε τῶν ἐμῶν φίλων , γραμμάτιον περὶ τῶν ἐν ὀφθαλμοῖς παθῶν , ὅπως δεῖ ποιεῖσθαι
5985640 μνηστειαν
συνῆκε τὸ δέον καὶ εὐθὺς ἕτερον ἱερέα ἑτοιμάσας τὸν τὴν μνηστείαν τελέσοντα τέως εἶχεν ἀφανῆ , αὐτὸς δὲ τῷ θυσιαστηρίῳ
πρότερον μὲν ἦν κεκρικὼς κοινοπραγίαν Ἀντιπάτρῳ καὶ διὰ τοῦτο τὴν μνηστείαν ἐπεποίητο , μήπω τῶν κατ ' αὐτὸν πραγμάτων βεβαίως
5983694 Ἀριστομενους
μάλιστα ὑπνωμένου τὸ ἐγχειρίδιον : τὰ μὲν δὴ δεσμὰ τοῦ Ἀριστομένους ἔτεμεν ἡ παρθένος , ὁ δὲ παραλαβὼν τὸ ξίφος
, δικαιοσύνη παρέστηκε , τουτέστιν οὐ ψευδόμεθα οἷς λέγομεν περὶ Ἀριστομένους : ἀπὸ δὲ τοῦ ποιητοῦ οὕτω : Δικαίως ὁ

Back