| πάσης ῥάχεως : βέλτιον δέ , εἰ καὶ τῆς κεφαλῆς ἐπιλάβοι τὸ κατάπλασμα . ἐπὶ δὲ πλευριτικῶν καὶ περιπνευμονικῶν ἐν | ||
| , ἑτέραν περιμεῖναι χἀτέραν τρικυμίαν : ναυαγίου δ ' ἂν ἐπιλάβοι ' : ἐγὼ δ ' ἅπαξ ἁψάμενός εἰμι καὶ |
| φρόνει . ἔτι δὲ καὶ τῆς περὶ τὸν βίον κοσμιότητος ἀντέχου , καὶ πρᾶττε πάντα Φιλίππου μὲν ἄξια , Ὀλυμπιάδος | ||
| . τὸ δὲ ἐντελὲς τὸ ἔλυτρον . Γ ἔχ ' ἀντέχου παῖ : κράτει καὶ ἕλκε τοῦ δόρατος τὴν θήκην |
| γὰρ καθ ' Ἅιδην δύο τρίβους νομίζομεν , μίαν δικαίων χἀτέραν ἀσεβῶν ὁδόν : εἰ γὰρ δίκαιος κἀσεβὴς ἕξουσιν ἕν | ||
| ἐστ ' , ἢν μὴ δίκαια δρῶμεν . σκέψαι δὲ χἀτέραν ἔτι γνώμην . ἀπὸ γὰρ ὀλοῦμαι . καὶ μὴν |
| κακήν , ἣν οὐδεὶς ζηλώσει ὀχήσω ] ἤγουν βαστάσω , φυλάξω , : ὀχεω ῶ . ἐκ μεταφορᾶς τῶν φρουρούντων | ||
| θρηνῶ καὶ οὐχ εὑρίσκω τινὰ μηχανήν , δι ' ἧς φυλάξω τὴν μέχρι νῦν σωφροσύνην τετηρημένην ; Ταῦτα λέγουσα ἤγετο |
| καὶ τὴν ἐμαυτοῦ προαίρεσιν κατὰ φύσιν ἔχουσαν τηρῆσαι : οὐ τηρήσω δέ , ἐὰν ἀγανακτῶ πρὸς τὰ γινόμενα . Ταράσσει | ||
| ἅλμα : ὅμως εἰ καὶ κινδυνεύω τελειῶσαι τὸ ποίημα , τηρήσω γε τὴν ὑπόσχεσιν , ὥσπερ καὶ ἡμεῖς λέγομεν : |
| . . ἐνετίθεις θρυαλλίδων ] ⌈ ἐνέβαλες [ ἐνέβαλλες ] θρυαλλίδα . θρυαλλὶς κυρίως ὁ τοῦ φωτελίου σπινθήρ : νῦν | ||
| τῇ μὲν οὖν ἑτέρᾳ εἰϲ τοὺϲ λύχνουϲ χρῶνται καλοῦντεϲ κυρίωϲ θρυαλλίδα . Φοῖνιξ . Τὸ μὲν δένδρον ϲτυπτικῆϲ μετέχει δυνάμεωϲ |
| φαίνεσθαι τὰς ῥίζας , περίπλασσε κόπρῳ βοείᾳ νεαρᾷ , καὶ προσχώσας , εὐθὺς ἄρδευε . ὅταν δὲ αὐξηθῶσιν , ἐπίσχισον | ||
| τὰς ῥίζας περιορύξας τοῖς κλωνίοις ἐπιβάλῃς ἐλλεβόρου μέρος , καὶ προσχώσας ἐάσῃς . Τοὺς σικύους ἔμβαλλε εἰς τρυγίαν ἡδεῖαν καὶ |
| Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ πάθους . ὑγρὸς ἄκανθος ὁ εὐκαμπὴς καὲ εὔτονος . . . . λεπτότερον καὶ εὐτονώτερον . | ||
| Ἡρωδιανὸς ἐν τῷ περὶ πάθους . ὑγρὸς ἄκανθος ὁ εὐκαμπὴς καὲ εὔτονος . . . . λεπτότερον καὶ εὐτονώτερον . |
| γάρ ἐστε νήστιδες , γιγνώσκεται . τὴν μάλθαν ἐκ τῶν γραμματείων ἤσθιον . ἀκροκώλι ' , ἄρτοι , κάραβοι , | ||
| , Ἀριστοφάνης δὲ ἐν τῷ Γηρυτάδῃ τὴν μάλθαν ἐκ τῶν γραμματείων ἤσθιον . οὐ μὴν ἀγνοητέον ὅτι τὸν ἐπιτήδειον εἰς |
| ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην , φωνὴν μίαν ἱεῖσαν , ἕνα τόνον : ἐκ πασῶν δὲ ὀκτὼ οὐσῶν | ||
| αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην φωνὴν μίαν ἱεῖσαν ἕνα τόνον : ἁπασῶν δ ' ὀκτὼ οὐσῶν μίαν |
| τε ἔχων ὕλην καὶ ταύτην οὐ πηγνὺς ἀλλ ' ἀπωθῶν αἰθρίαν ἄγει τοῖς πλησίον : ὑετιώτερος δ ' ἀεὶ τοῖς | ||
| κατὰ φύσιν : Ἀριστοφάνης : ἀσκωλίαζ ' ἐνταῦθα πρὸς τὴν αἰθρίαν . εἴρηται παρὰ τὸ σκῶλον , ὅ ἐστι σκόλοπα |
| πρὸς Ἁβραὰμ τὸν δοῦλόν μου , καὶ εἰπὲ αὐτῷ ὅπως ἐξελεύσῃ τοῦ βίου , ὅτι ἰδοὺ ἐπληρώθησαν αἱ ἡμέραι τῆς | ||
| , ἂν σχῇς , ἕξεις : ἂν μὴ σχῇς , ἐξελεύσῃ : ἤνοικται ἡ θύρα . τί πενθεῖς ; ποῦ |
| : εἰ δὲ μὴ οὕτως ἔχει , κλίσιν δὲ τὴν δέουσαν ἀναδέχεται , ὡς εἰ καὶ ἁπλᾶ καθειστήκει , σαφὲς | ||
| ὡσαύτως ἀνευρίσκει , ἐπὶ δὲ τῶν ὁμοταγῶν ποιεῖται αὐτῶν τὴν δέουσαν διάκρισιν . καὶ δὴ καὶ παρὰ δόξαν τῶν πολλῶν |
| Ἀχαιῶν ἀπόδος ἐν σμικρῶι μακροὺς θανοῦς ' , ἵν ' εἰδῆις μὴ καταισχύνειν ἐμέ . μή , πρός σε γονάτων | ||
| πέσοι . [ ! ! ! ! ! ! ! εἰδῆις ] γ ' ὅτι [ κρατεῖ ] τῶν σῶν |
| οὖσαν γενομένην . ἇς ὑπὸ . ὑφ ' ἇς * τήκομαι ἀντὶ τοῦ λείβομαι : ὡς ἐκ πέτρας ἐκ πηδῶσα | ||
| ἀναπιδύουσα : ὅ ἐστι πηδῶσα : τὸ δὲ ἑξῆς : τήκομαι ὡς λιβὰς πιδακόεσσα ἣν πετρίνην - εἶπεν διὰ τὸ |
| , ἐξέρριψεν , αἰὼν γίνεται . ἀλλ ' ἐν πελάγει συγκλυσμός ; ἀναπνοὴν ἔχει Ζεῦ σῶτερ , εἰπεῖν , ἀντέχου | ||
| , ἐξέρριψεν , αἰὼν γίνεται . ἀλλ ' ἐν πελάγει συγκλυσμός : ἀναπνοὴν ἔχει Ζεῦ σῶτερ εἰπεῖν ἀντέχου τῶν σχοινίων |
| φασκ ' ἀνὴρ οὐδὲν ποιῶν . Ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . Ἴσως πυρορραγὲς κακῶς τ ' ὠπτημένον . | ||
| χορὸν λυδιστὶ τιλλουσῶν μέλη πονηρά . ἐφθάρη μαρίλης τὴν φάρυγα πλέαν ἔχων . μακάριος τῶν παιδικῶν ὥσπερ ὁ Περσικὸς ὥραν |
| ἐπιτιθήσας . αἰόλος : διὰ τὴν πανουργίαν , πανοῦργος . Ἀντιάσας : ἐξ ἐναντίας ἐλθὼν , συναντήσας τὴν νῆα . | ||
| κακῆς . Ἅλμενος : πηδήσας . ἀνέσχε : ἀνῆλθεν . Ἀντιάσας : συναντήσας . Κέκλεται : σημαίνει . αὖ : |
| ἐστι πάνυ . ὅταν οὖν γεννήσῃ τοὺς νεοσσοὺς καὶ ὀλίγον αὐξηθῶσι , τύπτουσιν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτῶν . ἐκεῖνοι οὖν | ||
| γνώμῃ πάντες ὡς ἡμᾶς μεταστήσονται . Λακεδαιμόνιοι δ ' ἂν αὐξηθῶσι δι ' ἡμῶν καὶ μὴ δικαίως μηδ ' ἁπλῶς |
| δύο κινδύνους παρ ' ἐλπίδα πᾶσαν διαφυγών , λῃστηρίου καὶ ναυαγίου : ἐξελθὼν δὲ καὶ τὴν Χλόην ἐπὶ τῆς γῆς | ||
| εἰς τὸν αὐτὸν ὄλεθρον καὶ τοὺς ἑπομένους αὐτὸς ἐσώθη διὰ ναυαγίου , καὶ ἀπέλαβε δημοσίᾳ τὴν τιμὴν ὧν ἀπέβαλε φορτίων |
| δὲ αὐτῷ ὅτι ὁραῖόν ἐστιν τοῖς ὀφθαλμοῖς κατανοῆσαι , καὶ ἐφοβήθην λαβεῖν ἀπὸ τοῦ καρποῦ . καὶ λέγει μοι : | ||
| . ἀλώπεκος δὲ καταγελώσης εἶπεν : ” οὐ τὸν μῦν ἐφοβήθην , ἀλλὰ † τὴν πεῖραν . ” ὁ λόγος |
| τοῖς καὶ τοῦτο ἀποφαινομένοις , ὥστε πᾶν τοὐναντίον ἀποφαίνεσθαι , χειρίστην εἶναι κατάστασιν κράσεως τοῦ περιέχοντος ἡμᾶς ἀέρος τὴν θερμὴν | ||
| ἀνοσίως τοῖς ἀνθρώποις προσηνέχθησαν , ὥστε τὴν τῶν προειρημένων κράτησιν χειρίστην φαίνεσθαι τοῖς τότε τὰ τούτων ἀσεβήματα θεωμένοις . Καὶ |
| ὁμοίῳ οὐ φαίνεται , εἰ δὲ ὑακίνθινον , τῷ μέλανι λυπεῖς , εἰ δὲ φοινικοβαφῆ , φοβεῖς , ὡς ῥέοντος | ||
| , εἰπὲ καὶ τὴν ἀδικίαν , ὑπὲρ ἧς ἡμᾶς οὕτω λυπεῖς : εἰ δὲ οὐκ ἔχοι τις αἰτίαν μηδαμόθεν εἰπεῖν |
| ποιήσῃς τὸ ἐμὸν θέλημα , ἀβαρές σοί ἐστιν . εἰ παράσχοις ἐμοὶ αἰτουμένῳ τι κοῦφον καὶ ἀβαρές σοι τέλος μοι | ||
| θ δίδου ] ἡμῖν . θ δίδου ] δίδοις καὶ παράσχοις . Ξ Ἄρης ] ὦ Ἀττικῶς . Ἄρης ] |
| : ἱματίῳ δὲ χρῆσθαι σισύρᾳ Γαλατικῇ . καὶ πρῶτος ἐνεπορπήσατο σισύραν μέλαιναν , τοῖς δὲ στρατηγοῖς ἐπὶ στιβάδος ἀνακείμενος ἑωρᾶτο | ||
| ἐκ τῶν κωδίων , τὸ ἀμπεχόνιον καλούμενον . καὶ τὴν σισύραν βαίτην ὑπέλαβον εἶναι τινές . τὸ δὲ οὐκ ἔστιν |
| Ἀδικεῖτε , ὦ Ξενοφῶν , τὰς ἡμετέρας κώμας πορθοῦντες . προλέγομεν οὖν ὑμῖν , ἐγώ τε ὑπὲρ Σεύθου καὶ ὅδε | ||
| ἐστι Ῥωμαίοις πρὸς τύραννον οὐδ ' εὔορκον . καὶ τάδε προλέγομεν ἔτι ὄντες ὑπὸ τῷ κινδύνῳ καὶ προεροῦμεν ὑπὲρ τῆς |
| καθαρμὸς καὶ τέθνηκα ἤδη δεύτερον : διὰ σὲ πέπραμαι καὶ ἐδέθην σιδήρῳ καὶ δίκελλαν ἐβάστασα καὶ ἔσκαψα γῆν καὶ ἐμαστιγώθην | ||
| ἀνθρώπων αἴτιος ἔσεσθαι δούλῳ καὶ μετὰ ταῦτα δεσμώτῃ γενομένῳκαὶ γὰρ ἐδέθην ποτὲ συκοφαντηθείς , ἀλλ ' ὁ τὰς ἐσχάτας συμφοράς |
| τὸν ἐλάττω ἔχοντα δύναμιν . Ὁ δὲ Φοιβίδας , ἐπεὶ ἡθροίσθησαν αὐτῷ οἱ ὑπολειφθέντες τοῦ Εὐδαμίδου , λαβὼν αὐτοὺς ἐπορεύετο | ||
| τῶν Θηβαίων ἱππεῖς ἐπὶ νάπῃ ἀδιαβάτῳ ἐγίγνοντο , πρῶτον μὲν ἡθροίσθησαν , ἔπειτα δὲ ἀνέστρεφον διὰ τὸ ἀπορεῖν ὅπῃ διαβαῖεν |
| ὅταν οὖν θερμανθῶσιν αἱ φλέβες καὶ τὸ αἷμα ἐν αὐτῇσι ζέσῃ , διαδιδοῦσιν αἱ μὲν ἀπὸ τῆς κεφαλῆς ἐς τὰς | ||
| θλασθέντα βρέχεται ἐφ ' ἡμέρας δ καὶ ἕψεται , ἄχρι ζέσῃ τρίτον ἢ τέταρτον , κινοῦντος σπάθῃ κυπαρισσίνῃ : εἶτα |
| β , μίγνυε τὸν ϲάπωνα τοῖϲ λοιποῖϲ προλειωθεῖϲιν ἐπιτρίβων ταῖϲ χερϲὶ καὶ χρῶ . Περὶ πιτυριάϲεωϲ . πιτύροιϲ ὅμοια ἀπὸ | ||
| ὑπηρέτῃ κατέχειν εὐφυῶϲ τὴν ἀρχὴν τοῦ λίνου , ἀμφοτέραιϲ ταῖϲ χερϲὶ κατέχοντεϲ τὴν τρίχα διακινοῦμεν ἄνω τε καὶ κάτω , |
| ἐγχυμάτιζε . Νίτρον ὀπτὸν ἔμπλασον εἰς τὸ οὖς καὶ ὄξος ἐπίσταζε , καὶ ἔριον ἐνθεὶς ἔασον διὰ νυκτός : τῇ | ||
| ἄλλο . χελώνης λιμναίας ἥν τινες ἀμύδα καλοῦσιν , αἷμα ἐπίσταζε ἐπὶ τὸ βρέγμα . Κεφ . βʹ . [ |
| ἐστί , σκληροτέραν δὲ πάντων σχεδὸν ἔχει τὴν σάρκα καὶ ψαθυρὰν ἱκανῶς : τρέφει τοιγαροῦν , ὅταν πεφθῇ καλῶς , | ||
| τῶν ἰχθύων δ ' ἐσθίειν ὅσοι μαλακήν τε ἅμα καὶ ψαθυρὰν ἔχουσι τὴν σάρκα , τῶν δ ' ἤτοι σκληρὰν |
| διὰ τὸ θαυμάσαι ταύτην . Ὅμηρος ἠύτε πορφυρέην ἶριν θνητοῖσι τανύσσει . διὸ καὶ ἐμυθεύσαντό τινες αὐτὴν ταύρου κεφαλὴν ἔχουσαν | ||
| εἶδεν Ὀλύμπου : ἡ δ ' ἑτέρη φαέεσσι διάκτορον ὄμμα τανύσσει φάρεϊ φοινίξασα διαυγέα κύκλα προσώπου , δεξιτερῆς ὅρπηκας ἐφαπλώσασα |
| , πρὸς ὀλίγον ἀνεβίουν , ὦ Ὀνησίκριτε , ἀποθανὼν ὡς μάθοιμι ὅπως ταῦτα οἱ ἄνθρωποι τότε ἀναγιγνώσκουσιν . εἰ δὲ | ||
| μὲν πολύποδα εἶδον , ἃ δὲ πάσχει , ἡδέως ἂν μάθοιμι παρὰ σοῦ . Ὁποίᾳ ἂν πέτρᾳ προσελθὼν ἁρμόσῃ τὰς |
| : ἐπλησίασεν εἰς τὸν φωλεὸν τοῦ θηρός . Τηλεθόωσαν : ὑψηλοτάτην . ἄφαρ : εὐθέως . μάθεν : γράφεται μάρψεν | ||
| τῆς πόας : τέως μὲν τὰ ἄκρα ἔλαβε τήν τε ὑψηλοτάτην πλάτανον καὶ τὸ χθαμαλώτατον τὴν πόαν : λήψεται δὲ |
| ὑπὸ τοῦ ἄξονος . πλῆξαι τὸ ἐκ χειρὸς πατάξαι . πλημυρίς τὸ ὅρμημα τῆς θαλάσσης . πλήσσοντο διέβαινον : “ | ||
| εἶσι ἑρπετὸν οὐδὲ ποτητὸν ἀείρεται . ἔνθ ' ἄρα τούσγε πλημυρίς μυχάτῃ ἐνέωσε † τάχιστα ἠιόνι , τρόπιος δὲ μάλ |
| στρατοῦ οὐ δίδοται καιρὸς ἀντικαταστάσεως τοῖς ἐν αὐτοῖς εὑρισκομένοις . Συντόμως δὲ τὴν πάροδον τὸν ὑποστράτηγον ἐπὶ τὰ πρόσωπα ποιούμενον | ||
| ἦν ἀπαγγελία , ἔθος ἦν πίνειν οἶνον . ταχέως : Συντόμως . . καὐτὴ πίῃς : Καὶ ἐγώ . Θ |
| ' ἀνδρῶν ἐκ χερῶν μιαιφόνων [ καὶ τὴν τάλαιναν ἀθλίαν δάμαρτ ' ἐμὴν λάβωμεν , ἧι δεῖ ξυνθανεῖν ἐμῆι χερὶ | ||
| ὄντι δοὺς πόσει τάδε πάλιν πρὸς οἴκους σπεῦδ ' ἐμὴν δάμαρτ ' ἔχων , ὡς τοὺς γάμους τοὺς τῆσδε συνδαίσας |
| ὀξυβελεῖς τε καὶ πετροβόλους καὶ τὴν ἄλλην χορηγίαν πᾶσαν τὴν ἀνήκουσαν πρὸς πολιορκίαν . ἄφνω δὲ προσπεσὼν τῇ πόλει καὶ | ||
| τὴν περὶ τὸ Ἴλιον χώραν τὴν ὑπὸ τῷ Ἕκτορι , ἀνήκουσαν ἀπὸ τοῦ ναυστάθμου μέχρι Κεβρηνίας : τάφον τε γὰρ |
| Λαμψακηνὸς οὕτω φησίν , ὅτι καὶ Ἴκαρον τὴν νῆσον καὶ Λέρον Μιλήσιοι συνώικισαν καὶ περὶ Ἑλλήσποντον ἐν μὲν τῆι χερρονήσωι | ||
| Ἀστυπάλειαν , ἐκ δὲ τῶν δεξιῶν τὴν Κῶ καὶ τὴν Λέρον [ καὶ τὴν Κίναραν καὶ τὴν Ἀμοργὸν , καὶ |
| ἠσκήσατο , ὡς βαρβάρων τροπαῖα μυρίων χερὶ θήσων , ὅταν κωπῆρες ἐσβῶμεν σκάφος . πέπλους δ ' ἀμείψας ' ἀντὶ | ||
| πρώτῃ : κατὰ κώμας δὲ τῷ παλαιῷ τρόπῳ οἰκηθεῖσα . κωπῆρες πλοῖον : ὡς ἡμεῖς καὶ Θουκυδίδης ἐν τετάρτῃ . |
| Παλάμηδες , ὦ σοφωτάτη φύσις . Ταυτὶ πότερ ' αὐτὸς ηὗρες ἢ Κηφισοφῶν ; Ἐγὼ μόνος : τὰς δ ' | ||
| ὑφ ' αὑτῶν ἀναμιμνῃσκομένους : οὔκουν μνήμης ἀλλὰ ὑπομνήσεως φάρμακον ηὗρες . σοφίας δὲ τοῖς μαθηταῖς δόξαν , οὐκ ἀλήθειαν |
| : ἀπόκλειε , ἔφελκε . ὅθεν “ ἰλλάσιν ” . ἀποχάλα ] ἐνδίδου καὶ ἐπάφιε . ζωΰφιον , ᾧ χρῶνται | ||
| πῶς . ὅπως ] πῶς . εἷλε ] στρέφε . ἀποχάλα ] ἀφίει . λινόδετον ] ἐν λίνῳ δεδεμένην . |
| ἀντίδοσιν , οἷον ὅτι τοσάδε σοι μέλλω δοῦναι ὑπὲρ ὧν μαθήσομαι καὶ τοσάδε ὑπὲρ ὧν τερφθήσομαι . ἡ μὲν οὖν | ||
| τίνος ἀκούσω : τίνος κλύω : ἀπὸ τίνος ἀκούσω καὶ μαθήσομαι τὸ συμβάν σοι αἴτιον ὅθεν ἀπώλου : ἦ , |
| βύσμα δ ' ἂν εἴη τῶν χρησίμων , Ἀριστοφάνους εἰπόντος βύσμα καὶ γευστήριον . τοῦτο δὲ βύστραν ἕτεροι κεκλήκασιν , | ||
| ' εἰς τὸν οἶνον ἀμφορέα κενὸν λαβὼν τῶν ἔνδοθεν καὶ βύσμα καὶ γευστήριον , κἄπειτα μίσθου σαυτὸν ἀμφορεαφορεῖν . ὀβολῶν |
| δορὸς κλασθὲν πέτευρον , νερτέρων κειμήλιον , Αὔσιγδα Κινύφειος ᾗ τέγγων ῥόος νασμοῖς λιπαίνει . τῷ δὲ Νηρέως γόνῳ Τρίτωνι | ||
| δὲ φόρτον ταῖσδ ' ἔχων χρείας ἐμῆς Ἄδραστος ὄμμα δάκρυσιν τέγγων ὅδε κεῖται , τό τ ' ἔγχος τήν τε |
| ὁρμᾷ , ἤτοι φεύγει καὶ ἐκκλίνει τὴν τυπὴν καὶ τὴν τύψιν τῆς τεφρώδους ἐχίδνης . * περκνός : μέλας καὶ | ||
| χέας τρύγα φυρήσασθαι ἢ ὄξευς , νεαλεῖ δὲ πάτῳ περὶ τύψιν ἑλίξαις . Ὄφρα δὲ καὶ πάσῃσιν ἀλεξητήριον ἄταις τευξάμενος |
| ὡραῖοϲ καὶ ϲμικρόν τι μαλάχηϲ ἢ κράμβηϲ ἡμίεφθον ξὺν κυμίνου ἐμβάμματι . ἐϲ δὲ δεῖπνον ϲταφυλῖνοϲ ἡ ῥίζα καὶ χόνδροι | ||
| πεπέρεωϲ κόκκοι ν γάρου μέλανοϲ # γ μίξαϲ , χρῶ ἐμβάμματι ἢ ὡϲ βούλει , καθαίρει χολήν . Ἄλλο . |
| ἀποθανεῖν μήτε ζῆν θέλων ἐξ ἅπαντος ἀλλ ' ὡς ἂν διδῶται , προσέρχηται αὐτῷ , τί κωλύει μὴ δεδοικότα προσέρχεσθαι | ||
| τὰ πρόβατα : οὕτω καὶ ἐν τῷ βίῳ , ἐὰν διδῶται ἀντὶ βολβαρίου καὶ κοχλιδίου γυναικάριον καὶ παιδίον , οὐδὲν |
| ἦλθεν ὁ Ἰσοκράτης ἐπὶ τοῦτον τὸν λόγον , ὥστε ἁπλῶς καταδραμεῖν τούτων . καὶ οἱ μὲν ἀπελογήσαντο , λέγοντες τὴν | ||
| ἀδεῶς ἡμῖν ὑπάρξει πᾶσαν ὅσην ἂν βουλώμεθα τῆς ἐκείνων χώρας καταδραμεῖν . Ἀποδεξαμένων δὲ καὶ ταύτην τὴν γνώμην τῶν Οὐολούσκων |
| σκλήρωμα ὄγκος ἐστὶ σαρκώδης , τυλώδης , σκληρότερος στεατώματος καὶ χοιράδος , περιωρισμένος δέ . συνήνωται τοῖς κατὰ φύσιν σώμασιν | ||
| σχάσον , ταχὺ δ ' ἄγκυραν ἔρεισον χθονί πρῴραθε , χοιράδος ἄλκαρ πέτρας . ἐγκωμίων γὰρ ἄωτος ὕμνων ἐπ ' |
| τῆϲ μέϲηϲ κράϲεωϲ ἐπὶ τὸ ψυχρότερον . Μόλυβδοϲ δυνάμεώϲ ἐϲτι ψυκτικῆϲ , ἔχει δὲ καὶ ὑγρὰν οὐϲίαν πλείϲτην ὑπὸ ψύξεωϲ | ||
| ' οὐδὲ ῥυπτικῆϲ μετέχει δυνάμεωϲ . Μόλυβδοϲ . Δυνάμεώϲ ἐϲτι ψυκτικῆϲ : διότι ὑγρὰν οὐϲίαν κέκτηται ὑπὸ ψύξεωϲ πεπηγυῖαν , |
| μὲν γὰρ οὖσα φαίνει ὥρας ∠ ʹ δʹ κʹ : δευτεραία αʹ ∠ ʹ ιʹ : καὶ ἀεὶ ὅσων ἂν | ||
| μὲν γὰρ οὖσα φαίνει ὥρας ∠ ʹ δʹ κʹ ; δευτεραία ὥραν αʹ ∠ ʹ ιʹ , τριταία ὥρας βʹ |
| καὶ ὡριαῖον , καὶ τὰς γινομένας ἡμέρας τε καὶ ὥρας κούφισον ἀπὸ τῶν τῆς μέσης ἀποκυή - σεως ἡμερῶν σογ | ||
| στοιχεῖ χρόνῳ . Ἔπαιρε σαυτόν , ὦ τέκνον , καὶ κούφισον . μή πώς με πίπτων καταβάλῃς σὺ χωλὸς ὤν |
| Καί μοι τὰς μαρτυρίας ἀνάγνωθι ταυτασί : σὺ δ ' ἐπίλαβε τὸ ὕδωρ . Λαβὲ δή μοι τὰς μαρτυρίας ἐκείνας | ||
| ἀληθῆ ἐστι , μάρτυρας ἐγὼ παρέξομαι ὑμῖν . Καί μοι ἐπίλαβε τὸ ὕδωρ . Πρὶν τοίνυν ταῦτα ὁμολογηθῆναι αὐτῷ , |
| ἵν ' εἰδῆτε . Οὐ τοίνυν μόνον ἐκ τούτων ἂν γνοίητε , ὅτι δεινὸν οὐδ ' ὁτιοῦν πέπονθεν τὸν ἄνθρωπον | ||
| συμβουλεύω ἐγὼ γνῶναι ὑμᾶς αὐτούς . μάλιστα δ ' ἂν γνοίητε , εἰ ἀναλογίσαισθε ἐπὶ τίνι ὑμῖν μέγα φρονητέον ἐστίν |
| ταῦτα ἐπαγγείλαντα καὶ τὴν γνώμην ἐλαύνεσθαι , τὰς βολὰς δὲ ἀνασκοπῶν τῶν ὀμμάτων καὶ ὁρῶν αὐτὸν ἔννουν καὶ καθεστηκότα ἀντέδωκε | ||
| τοὺς δημιουργικοὺς τοὺς ἐν αὐτῷ , ὥσπερ καὶ ὁ ἰατρὸς ἀνασκοπῶν τοὺς λόγους τῆς ὑγείας τοὺς ἐν αὐτῷ ὄντας οὕτως |
| τὸν πατέρα κολάζειν , ὅπου , ἀφ ' οὗ . ἀπέσχισάς ] ἔκοψας . μέτειμι ] ἐπανέλθω . παῖδά ] | ||
| καὶ νῦν φρόντιζε . ἀντὶ τοῦ ” βλαβῆναι “ . ἀπέσχισάς με ] ἐκώλυσας , ἐχώρισας . παρὰ τὰ ἐξ |
| ποιήσεις τοὺς ἐρεβίνθους αὐτόθεν . πάλιν : τρώγων ἐρεβίνθους ἀπεπνίγη πεφρυγμένους . Δίφιλος δέ φησιν : οἱ ἐρέβινθοι δύσπεπτοι , | ||
| θὲς ἐν θερμῷ ἡλίῳ , καὶ ἀναζέσαντος ἔμπασον λεπτοὺς ἅλας πεφρυγμένους , καὶ ὅταν καταστῇ , μετάβαλε ἀλλαχοῦ . Τὸ |
| τίποτας ὅπου νὰ ποιήσῃς τρῦπαν ὅσον σακκοράφης , ἢ καὶ μικροτέραν , ὅσον βελόνης χοντροῦ . Εἶτα ποίησον φουρνόπουλον , | ||
| γίγνοιντο , σὺ μὲν ὁ πέμψας τοὺς δύο τούτους παῖδας μικροτέραν , ἐγὼ δὲ ὁ λαβὼν μείζω τὴν οὐσίαν ἀποφανοῦμαι |
| . πηδαλίων ] τροπικόν . στόμα ] τῶν ἵππων . πυριγενετᾶν χαλινῶν : τῶν ὑπὸ τοῦ πυρὸς χαλκευθέντων : λέγω | ||
| διὰ τοὺς θεούς . εὑρήσεις δὲ καὶ προϊὼν διὰ στόμα πυριγενετᾶν χαλινῶν . οἱ πολλοὶ δὲ ἀγνοοῦντες ἀντὶ τῆς εἰς |
| φαρέτραν , καὶ εἰ μὲν ἀλύπως τύχοιεν τὴν ἡμέραν ἐκείνην διαγαγόντες , καθιέναι εἰς τὴν φαρέτραν ψηφῖδα λευκήν : εἰ | ||
| φαρέτραν , καὶ εἰ μὲν ἀλύπως τύχοιεν τὴν ἡμέραν ἐκείνην διαγαγόντες , καθιέναι εἰς τὴν φαρέτραν ψηφῖδα λευκήν : εἰ |
| ἀπορήσῃς , ποίας ἐστὶν ἐγκλίσεως ἢ ποίας συζυγίας , ἀλλὰ διαγνῷς ἄν , ὅτι ὁριστικῆς , οὔτε ποίας διαθέσεώς ἐστιν | ||
| γὰρ ἐν οὐρανῷ τὰ πράγματα . ἵνα γνῷς : ἵνα διαγνῷς καὶ διακρίνῃς ἐκ τοῦ ἱλαροὺς εἶναι ἢ κατηφεῖς , |
| τοῦ εἰς . . . πορεύσομαι , μεταχειρίζομαι . , μετελεύσομαι ἐν μεταχειρίσει , ἀποπορεύσομαι , εἶμι δὲ πρὸς αὐτὸν | ||
| ὑπόκειται συνέταξα τὸ βιβλίον μηδενὸς καταφρονήσας λόγου . νῦν δὲ μετελεύσομαι ἐπὶ τὰς τοῦ Κυρανοῦ ἑτέρας βίβλους , ὅπως καὶ |
| , . . Γενναιότατος “ ὤμοι τάλαινα , ὡς κακῶς διάκεισαι , γενναιότατος περὶ ἐμὲ γενόμενος καὶ θανάτου με ῥυσάμενος | ||
| πρᾶξιν ἡντινοῦν , τὸ καλὸν ἀγνοῶν ; καὶ ὁπότε οὕτω διάκεισαι , οἴει σοι κρεῖττον εἶναι ζῆν μᾶλλον ἢ τεθνάναι |
| : ὅταν δὲ χρῆσθαι , ἡ ἀμπελουργική ; Φαίνεται . Φήσεις δὲ καὶ ἀσπίδα καὶ λύραν ὅταν δέῃ φυλάττειν καὶ | ||
| τοῦτον ὀκλαδίαν πόει . Μακάριος εἰς τἀρχαῖα δὴ καθίσταμαι . Φήσεις γ ' , ἐπειδὰν τὰς τριακοντούτιδας σπονδὰς παραδῶ σοι |
| ' ἴσως ἐπιδώσουσιν αὐτοὶ δέει , μὴ παρ ' ὑμῶν λάβοιμι . ” τοιάδε εἰπὼν ἐθεᾶτο γυμνάσια τῶν δύο τελῶν | ||
| πρόσθ ' ἔχεις πέπλους ; φεῦ : τίν ' ἂν λάβοιμι τῶν ἐμῶν ἀρχὴν κακῶν ; ἅπασι γὰρ πρώτοισι χρήσασθαι |
| Νίκαρχον . Γ σελαγοῖντ ' ] ἀντὶ τοῦ καίοιντο . σελαγοῖντ ' ] καιόμεναι λάμποιεν . ἐκπληττόμενος ὁ Δικαιόπολις ἐν | ||
| ἅψηται , φησί , μόνον , εὐθὺς καίονται . Γ σελαγοῖντ ' ἄν : αἱ ναῦς δηλονότι . ταῦτα δὲ |
| [ σεαυτοῦ καὶ πάντων ? [ τῶν ] σου . θῦσον [ . Φιλέας εἶπεν : Φειδόμενος [ ] ἐμαυτοῦ | ||
| ἐδείπνησε , προσελθὼν τῷ σιτευταρίῳ ἔλεγεν : Ἕωλον μοι ὄρνιν θῦσον . Σχολαστικὸς ἀπὸ πολλῶν μιλίων χωρίον ἔχων , ἵν |
| ἤδη τήνδε καὶ Φιλαινέτην . οὔκουν ἐπείξεσθ ' ; ὡς Γλύκη κατώμοσεν τὴν ὑστάτην ἥκουσαν οἴνου τρεῖς χοᾶς ἡμῶν ἀποτείσειν | ||
| , τάδε τέρα θεάσασθε . Τὸν ἀλεκτρυόνα μου ξυναρπάσασα φρούδη Γλύκη . Νύμφαι ὀρεσσίγονοι , ὦ Μανία , ξύλλαβε . |
| κἀπεκροφήσας : πλέον τι προσέθηκεν ὑπερβολῇ τῆς ἀπειλῆς , τῷ ἐκπίω ἐπενεγκὼν τὸ ἐκροφήσας . Γ οἷον ὄψομαί ς ' | ||
| τῷ ἀπολλύναι τὸν οἶνον ἔφησεν : „ ἐὰν γὰρ αὐτὸν ἐκπίω , οὐ μόνον αὐτὸς ἀπόλλυται , ἀλλὰ κἀμὲ προσαπόλλυσιν |
| ] εἴπερ , ἐπεί . ἐς κόρακας ] ἀπελεύσῃ , ἀπέλθῃς , εἰς τὴν ἀπώλειαν . , φθαρῇ . ἰδοὺ | ||
| καὶ ἠφανισμένος . εἰ ] ἐπειδή . ἐς κόρακας ] ἀπέλθῃς . ὡς ] ὄντως . ἠλίθιον ] μωρόν . |
| φιλονικίας ἐπὶ τοῖς πράγμασι πάντ ' ἄνδρα παρασχέσθαι δεῖ , ὅσηνπερ ἐκ τῶν ἄνωθεν χρόνων ἀμελείας : μόλις γὰρ οὕτως | ||
| δύναμιν τοσαύτην εἰς τὸν λόγον παρὰ τῶν Μουσῶν λαβεῖν , ὅσηνπερ αὐτὸς ἔσχηκας εἰς τὸ περισῶσαι τὴν πόλιν . ὁ |
| . Ἀπὸ Ἑρμαίας ἄκρας πρὸς ἥλιον ἀνίσχοντα 〚 μικρὸν ἀπὸ Ἑρμαίας 〛 εἰσὶ νῆσοι τρεῖς μικραὶ κατὰ τοῦτο , ὑπὸ | ||
| καὶ Ἑρμαίας ἄκρας ἐν τῷ μεταξύ . Ἀπὸ δὲ τῆς Ἑρμαίας ἄκρας ἕρματα τέταται μεγάλα , ἀπὸ δὴ τῆς Λιβύης |
| τὴν τοῦ προβάτου δοράν , Φιλήμονος εἰπόντος ἐν Εὐρίπῳ στρῶμα μηλωτήν τ ' ἔχει . καὶ σκεῦός τι ὁλοσίδηρον , | ||
| ἱματίου . Ἀ - ριστοφάνης Δαιταλεῦσιν . δηλοῖ δὲ καὶ μηλωτήν , διφθέραν . Φερεκράτης Ἰπνῷ . καὶ ἴσως ἀπὸ |
| τὸ ἀπολωλέναι τὸ φῶς ἐκεῖ . Αὖον , τὸ πρὸς αὔην καὶ καῦσιν ἐπιτήδειον . Ἀρά , παρὰ τὸ ἐν | ||
| ἀποβάπτων : ἢν δὲ μὴ ἁπαλὴν ἔχῃ , ἀλλ ' αὔην , λεπτὴν ποιήσας , ἐς τὸ μέλι μίξας , |
| ὄρος . διαβὰς δὲ τὸν Νέστον ποταμὸν λέγουσιν , ὅτι δεκαταῖος ἀφίκετο ἐπὶ τὸ ὄρος τὸν Αἶμον . καὶ ἐνταῦθα | ||
| γένηται δεκαταῖος , καὶ μοτοῦν ὠμολίνῳ : ἐπὴν δὲ γένηται δεκαταῖος , ἐξιεὶς τὸ πῦον πᾶν , ἐσιέναι οἶνον καὶ |
| . Ὅμως δ ' ἀπόδειξον ταῦτα τῇ γυναικί σου . Οἵαν ἀδικῶ γυναῖχ ' ὁ δυσδαίμων ἐγώ . Ὁ δ | ||
| . Ζεῦ τέλει ' ] Ζεῦ πληρέστατε . Τοιαύτην ] Οἵαν νῦν ἔχουσιν . Ἀμένα ] τοῦ Ἀμένου ποταμοῦ Σικελίας |
| ; ἀμαθὲς καὶ τὸ βούλεσθαι τάδε . ] ὅταν γὰρ ἡβᾶι δῆμος εἰς ὀργὴν πεσών , ὅμοιον ὥστε πῦρ κατασβέσαι | ||
| λῆμα μὲν οὔπω στόρνυσι χρόνος τὸ σόν , ἀλλ ' ἡβᾶι , σῶμα δὲ φροῦδον . τί πονεῖς ἄλλως ἃ |
| κυβερνήτην κακόν . τύχην ἔχεις , ἄνθρωπε , μὴ μάτην τρέχε . εἰ δ ' οὐκ ἔχεις , κάθευδε , | ||
| , ἄνδρες φίλοι : ἄρτους ἐπιλελήσμεθ ' ἀρκοῦντας πρίασθαι . τρέχε δή , παῖ . καὶ τοῦτο ἔλεγεν αὐτὸς γελῶν |
| κύλικας ἢ προχοίδια εἶναι δοκούσας , καὶ τὴν ἐν Ἀριστοφάνους Σκηνὰς καταλαμβανούσαις λήκυθον τὴν ἑπτακότυλον , τὴν χυτρίαν , τὴν | ||
| Δημιοπράτοις ἀναγέγραπται , κόσκινον κριθοποιόν . ὁ δὲ Ἀριστοφάνης ἐν Σκηνὰς καταλαμβανούσαις ἔφη ὥσπερ κόσκινον αἰρόπινον τέτρηται . Λύχνοιδ ' |
| μύρον Λυδῶν ἔφασαν . . πολυτελῶν ἔν τε τροφαῖς καὶ ἐνδύμασιν . . ἐπίπαν ] παντελῶς . Ἠπειρογενὲς ] Ἤπειρος | ||
| . ἁβροδιαίτων ] * τῶν πολυτελῶν ἔν τε τροφαῖς καὶ ἐνδύμασιν . ἕπεται ] ἀκολουθεῖ οἵτ ' ] οἵτινες . |
| ' εὐθὺς ἡ Μύνδος λιμένα ἔχουσα , καὶ μετὰ ταύτην Βαργύλια , καὶ αὕτη πόλις : ἐν δὲ τῷ μεταξὺ | ||
| . Ἐκ Μύνδου εἰς Πάνορμον στάδιοι πʹ Ἐκ Μύνδου εἰς Βαργύλια στάδιοι σνʹ . Ἀπὸ Πανόρμου εἰς Ποσείδιον [ τὸ |
| βουλοίμην μεγάλην θήραν ποιῆσαι : καὶ ἱππέας , ἔφη , αἰτοίην ἄν σε ἐκ τοῦ φανεροῦ . Κάλλιστα λέγεις , | ||
| δὲ ἐν ἐπιστολαῖς . οὔκουν ἡγησάμην ἐνοχλήσειν , εἰ χάριν αἰτοίην ὑπὲρ ἧς πρὸς μὲν αὐτὸν οὐκ εἶχέ μοι μνησθῆναι |
| τοὺς μὲν τείνειν , τοὺς δ ' ἀντισπᾶν ; Πληγὰς λήψεσθ ' , Ἁργεῖοι . Εἶά νυν . Εἶα ὤ | ||
| . ἐὰν οὖν ταῦτα λέγῃ , ἐνθυμεῖσθ ' ᾧ ῥᾳδίως λήψεσθ ' αὐτὸν ψευδόμενον . πρῶτον μὲν γὰρ οὐκ ἐκ |
| ὑποσκίοισιν ἐν ψυκτηρίοις . Εὐριπίδης Φαέθοντι : ψυκτήρια δένδρεα φίλαισιν ὠλέναισι δέξεται . καὶ ὁ τὸν Αἰγίμιον δὲ ποιήσας εἴθ | ||
| ἐν φάραγξι σήπεται νέκυς . χρυσέαν βῶλον ψυκτήρια δένδρη φίλαισιν ὠλέναισι δέξεται . κρήνης πάροιθεν ἀνθεμόστρωτον λέχος ἀνθρωποκτόνος ἄγωνον ⌊ |
| βασιλέως στρατηγοὶ μετὰ πάσης τῆς δυνάμεως , καὶ τοῦ στόλου συμπαραπλέοντος προῆγον ἐπὶ τὴν Αἴγυπτον . ὡς δ ' ἧκον | ||
| στρατιώταις ἀναζευγνύειν καὶ ταχὺ πάλιν ἐπανῆλθεν εἰς τὴν Συρίαν , συμπαραπλέοντος αὐτῷ καὶ τοῦ στόλου παντός . Πτολεμαῖος δὲ μετὰ |
| ; καὶ ἔασον , καὶ εὑρήσεις τὴν ὑδράργυρον ὡς ψιμμίθιον πεπηγυῖαν : καὶ λοιπὸν ἐκ τούτου συνμίσγεις ὅταν θέλῃς , | ||
| τῶν Ῥωμαίων , τήν τε τοῦ Ποπλίου κεφαλὴν ἐπὶ δορατίου πεπηγυῖαν ἀνατείνοντες καὶ τῶν ἄλλων ἀνδρῶν τῶν ἐπιφανῶν , ὡς |
| τοῦ σώματος κινήματα καὶ σάλους καὶ προπαθείας μὴ προλαμβάνειν μηδὲ προφυλάττειν μηδὲ ἔχειν σημεῖα χειμῶνος ἐν ἑαυτῶι γενησομένου καὶ μέλλοντος | ||
| οὐκ [ ἀποστερεῖν ] ὤιμην εἶναι τῶν ὑπαρχόντων , ἀλλὰ προφυλάττειν [ ] ὅπως πλείω τῶν ὄντων [ ] ἢ |
| τέθνηκας ζητῶν ἐμὲ , ἐγὼ δὲ ζῶ καὶ τρυφῶ , κατάκειμαι δὲ ἐπὶ χρυσηλάτου κλίνης μετὰ ἀνδρὸς ἑτέρου . πλὴν | ||
| ἔστιν , ἡ δ ' οὐ φαίνεται . ἐγὼ δὲ κατάκειμαι πάλαι χεζητιῶν , τὰς ἐμβάδας ζητῶν λαβεῖν ἐν τῷ |
| ἄλλοι Ἀττικοὶ βόακας . Ἀριστοφάνης : ἔχουσα γαστέρα μεστὴν βοάκων ἀπεβάδιζον οἴκαδε . ὠνομάσθη δὲ παρὰ τὴν βοήν . διὸ | ||
| Ἀριστοφάνης Σκηνὰς καταλαμβανούσαις : ἀλλ ' ἔχουσα γαστέρα μεστὴν βοάκων ἀπεβάδιζον οἴκαδε . ὠνομάσθη δὲ παρὰ τὴν βοήν . διὸ |
| εἰ μὲν κεναῖς φάσεσι πεπίστευκας , εἰπέ : εἰ δὲ διαμένεις οἷον δεῖ πρὸς ἐμέ , παραγενηθέντος μου μαθήσῃ πάντα | ||
| , ” ὦ βασίλεια : βασιλὶς γὰρ εἶ καὶ ἀεὶ διαμένεις . οὐκ εἰς πολεμίων χεῖρας ἐμπέπτωκας , ἀλλὰ τῆς |
| Κῶ εἶχε ὁ Πέρσης . Ὁ δὲ ἀμείβεται τοῖσδε : Γύναι , θάρσεε : καὶ ὡς ἱκέτις καὶ εἰ δὴ | ||
| πρός με βαί ' , ἀεὶ δ ' ὑμνούμενα : Γύναι , γυναιξὶ κόσμον ἡ σιγὴ φέρει . Κἀγὼ μαθοῦς |
| : ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ : | ||
| : ἀπὸ γὰρ τοῦ λαιμοῦ ὁ λευκὸς ἀφρὸς γίνεται . Ἐγών : ἐγώ . ἀθεμίστερον : ἀδικώτερον . Κακοφροσύνῃ : |
| τοῦ εἰπεῖν Γηρυόνῃ τρισωμάτῳ “ τετραπτίλῳ ” εἶπεν . Γ τετραπτίλῳ ] τετρακεφάλῳ ὤφειλεν εἰπεῖν . δέον εἰπεῖν Γηρυόνῃ τρικεφάλῳ | ||
| τὸ εἰπεῖν αὐτὸν “ πολεμολαμαχαϊκόν ” Γ βούλει μάχεσθαι Γηρυόνῃ τετραπτίλῳ ; : ἀντὶ τοῦ τετρακεφάλῳ . αἰνίττεται δὲ εἰς |
| ἐπὶ δύο ἢ τρεῖς ἡμέρας τὸ ὀστοῦν , καὶ ἠρέμα ἄνοιξον , καὶ τὴν εὑρισκομένην ἔνδοθεν τοῦ ὀστέου ἀμυγδάλην λαβών | ||
| ! ! ! ! ] ἐκείνηϲ : ου ! [ ἄνοιξον , εἴ τι καὶ φυλάττει χρήϲιμον ? [ ἵν |
| τοὐντεῦθεν , ἔφασαν οἱ Αἰγύπτιοι , τί καλὸν ἂν ποιοῦντες σωθείημεν ; καὶ ὁ Κῦρος αὖ πρὸς τοῦτο εἶπεν : | ||
| οὐδ ' ἐκμελῆ οὐδ ' ἄπο τῆς τέχνης , εἰ σωθείημεν , προσερεῖν ἐν τῷ μέσῳ τὴν πόλιν . κατὰ |
| ' ἢ μίαν , τί σοὶ διαφέρει τοῦτο ; παράθες σημίαν . οὐκ ἔστι κανδύλους ποιεῖν , οὐδ ' οἷα | ||
| ἢ μίαν , τί σοι διαφέρει τοῦτο ; παράθες [ σημίαν . ] οὐκ ἔστι κανδύλους ποιεῖν οὐδ ' οἷα |
| οἱ ὁμήλικες : τῶν περδίκων , τῶν τεττίγων , τῶν ὁμηλίκων : τοῖς πέρδιξι , τοῖς τέττιξι , τοῖς ὁμήλιξι | ||
| ἀργὰς ἐνόμιζον . Τερπνὸν χρῆμα ἀλλήλοις ἡλικιῶται : ἐπὶ τῶν ὁμηλίκων . Τέττιγος ἀκούει : ἐπὶ τοῦ ἀφροντίστου : παρόσον |
| ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ κατακαυθήσεται καὶ ταπεινωθήσεται , καὶ ἔσται κατακαιόμενον καὶ τηκόμενον ὡς κηρὸς ἀπὸ πυρός , οὕτως κατακαήσεται | ||
| ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ κατακαυθήσεται καὶ ταπεινωθήσεται , καὶ ἔσται κατακαιόμενον καὶ τηκόμενον ὡς κηρὸς ἀπὸ πυρός , οὕτως κατακαήσεται |
| ὁμιλέομεν , ὁμοῦ τὰς ἴλας συμβάλλομεν . . . . κεῖς ' ἵππους τε καὶ ἅρμ ' ἰθύνομεν : ἡ | ||
| Πουλυδάμα σὺ μὲν αὐτοῦ ἐρύκακε πάντας ἀρίστους , αὐτὰρ ἐγὼ κεῖς ' εἶμι καὶ ἀντιόω πολέμοιο : αἶψα δ ' |