ἔλαιον γλυκύτατον , ἐμβαλλέσθω δὲ εἰς τὰς κεʹ λίτρας αὐτοῦ μόδιος ἰταλικὸς τοῦ σπέρματος . διηθήσας οὖν τὸ ἔλαιον ὡς
καὶ τοῦτο τοιόνδε : τῶν ἀνθῶν τῆς αἰγείρου μεμυκότων ἔτι μόδιος ἰταλικὸς ἐμβάλλεται λίτραις ἐλαίου γλυκυτάτου κʹ : κάλλιον δὲ
5962149 κυαθος
δεῖ ἀρύεσθαι τὸν οἶνον , ἔστιν ἀρυστὴρ καὶ ἀρύστιχος καὶ κύαθος καὶ οἰνοχόη καὶ οἰνήρυσις καὶ ἔφηβος καὶ λεπαστή :
' οὐ προσεφέρετο εἰ μή τις αἰτήσειεν : ἐδίδοτο δὲ κύαθος εἷς πρὸ τοῦ δείπνου , αὐτῶι δὲ πολὺ πρώτωι
5799295 ͵ασϘϚ
τπδ , ὑπὸ τοῦ δὲ ὑπερέχεται τοῦ ͵αφλϚ . ιγʹ ͵ασϘϚ ρμδ . ιδʹ ͵αυνη ρξβ . ιεʹ ͵αφλς οη
τὰ ἑξηκοστά : διῄρουν γὰρ οὕτως τὴν μονάδα εἰς μυριάδας ͵ασϘϚ . ἐπιστῆσαι οὖν ἐστιν ἐκ τούτων ὁ πᾶς κύκλος
5797087 Ἀφρονιτρον
τοὺϲ ἤδη περιπεπτωκόταϲ ἀναϲῴζει . Ἀφρόνιτρον καὶ νίτρου ἀφρόϲ . Ἀφρόνιτρον ἀφροῦ νίτρου διαφέρει : νίτρου μὲν γὰρ ἀφρὸϲ ξηραντικόν
τροφαῖς καὶ ὑδροποσίαις . Σύγχρισμα τοῖς ἐκ κινήσεως κοπωθεῖσιν . Ἀφρόνιτρον ὕδατι λύσας καὶ διηθήσας μῖξον οἴνῳ βραχεῖ καὶ ἐλαίῳ
5793030 θηριακων
τῆϲ διὰ ϲαρκῶν θηριακῆϲ ϲύμμετρον καὶ ταύτηϲ ἀπορῶν τῶν τε θηριακῶν τροχίϲκων καὶ προϲέτι τῶν διὰ ϲπερμάτων καὶ τῆϲ Φιλωνείου
ἡδυχρόου τὸ φάρμακον , καὶ ἑτέρων ἀρτίσκων , σκιλλητικῶν καὶ θηριακῶν , πρότερον περὶ τῆς σκευασίας τούτων λεκτέον . Ἡδυχρόου
5763146 ἀκροτας
φύσιν , αἴκα ἀγαθὸς γένηται : ἁ γὰρ ἑκάστω ἀρετὰ ἀκρότας καὶ τελῃότας ἐστὶ τᾶς ἑκάστω φύσιος : οἷον ἁ
δέοντος : διόπερ καὶ ἀκρότας καὶ μεσότας εὐθέως ἐντί : ἀκρότας μέν , διότι τῶ δέοντος ἔχεται : μεσότας δέ
5743409 ἐδεδεικτο
' ἀπὸ τοῦ ἀπογείου τοῦ ἐπικύκλου μοίρας οζ β . ἐδέδεικτο δ ' ἡμῖν καὶ ἐν τῷ χρόνῳ τῆς γʹ
ἐφαίνετο , ἐπεῖχεν ἂν τοῦ Τοξότου μοίρας θ μϚ . ἐδέδεικτο δ ' , ὅτι καὶ κατὰ τὴν αʹ ἀκρώνυκτον
5733903 ἀλληγορια
αὐτῷ παραστάσης . Τὸ δ ' ἐστὶν οἴνου συγκομιδῆς γεωργοῖς ἀλληγορία , δι ' ὧν φησίν : Ὅς ποτε μαινομένοιο
: τῇ παριαύων τερπέσθω . Τούτοις παραπλησίως ἔχει καὶ ἡ ἀλληγορία , ἥπερ ἕτερον δι ' ἑτέρου παρίστησιν , οἷόν
5724803 σμζ
τοῖς ὁμοίοις Ϡξδ , ἅ ἐστιν Αἰγυπτιακὰ Ϡξδ καὶ νυχθήμερα σμζ λγ β με κγ μ κη ἔγγιστα , ἀνωμαλίας
τοῦ ἐπικύκλου , ὃν ἔχει τὰ ͵γρκβ ∠ ʹ πρὸς σμζ ∠ ʹ , ᾧ λόγῳ ὁ αὐτός ἐστιν ὁ
5706006 διδῳς
, φάρμακον διδόναι : ἢν γὰρ αὐτίκα ἀρχομένου τοῦ πυρετοῦ διδῷς , ἐπὴν καθαρθῇ , ἐπανέλαβε πυρετὸς , καὶ αὖθις
δύναμίν τε καὶ φύσιν τὴν ἑωυτέου : ἢν γάρ τινι διδῷς ἀνθρώπῳ φάρμακον ὅ τι φλέγμα ἄγει , ἐμέεταί σοι
5687186 αζ
ἐστιν , ὡς ἡ αδ πρὸς δβ , οὕτως τὸ αζ πρὸς τὸ δθ , καί ἐστι τὸ μὲν αζ
τὸ αζ πρὸς τὸ δθ , καί ἐστι τὸ μὲν αζ τὸ ὑπὸ τῶν αδ , δζ , τουτέστι τὸ
5679350 δραχμη
: καὶ γὰρ ἠδίκησέ με . πόρνοι μεγάλοι Τιμαρχώδεις Θεόδωρος δραχμὴ χαλαζῶσα ἀγάμητον ἀλείπτριαν ἀντίκλειδες ἀντίπαις ἀπφία , ἀπφίον δεῖπνον
ἐὰν μὲν ὥστε παίζειν καὶ δοκεῖν ἑαυτῷ κάλλιστον εἶναι , δραχμὴ σταθμῷ : ἐὰν δὲ μᾶλλον μαίνεσθαι καὶ φαντασίας τινὰς
5678666 διπλασιας
παρασκευάζοντος , τοῦ Πυθιάδος τε καὶ Ὀλυμπιάδος νίκης ὀρεγομένου , διπλασίας τε καὶ ἔτι πολλῷ πλέονος ἀσχολίας ἐστὶν γέμων ὁ
εἰς τὴν Λιβύην , ναυμαχεῖν οὐ κρίνων συμφέρειν διὰ τὸ διπλασίας εἶναι τὰς ναῦς τῶν πολεμίων . Διονύσιος δὲ τῇ
5673887 λιχανος
ἐπὶ τὴν αὐτὴν τάσιν ἀφίκωνται ἥ τε παρυπάτη καὶ ἡ λιχανός , ἡ μὲν ἐπιτεινομένη ἡ δ ' ἀνιεμένη ,
. τὸ γὰρ δίτονον , ὅταν μὲν ὁρίζωσι μέση καὶ λιχανός , ἀσύνθετόν ἐστιν , ὅταν δὲ μέση καὶ παρυπάτη
5671018 μνα
καὶ μέγεθος μεγέθει , οὕτω καὶ ῥοπὴ ῥοπῇ : οἷον μνᾶ πρὸς μνᾶν καὶ πρὸς τάλαντον ἴση ῥηθείη καὶ ἄνισος
νήσων μία Ἄνδρος . . . . μνῶν ] ἡ μνᾶ ἐστι μέγιστον τῶν τοῦ ταλάντου μερῶν , ὡς εἰς
5652658 κλασμα
” εἰπεῖν . ἄγμα γὰρ καλεῖται τὸ κάταγμα καὶ τὸ κλάσμα . ἀλλὰ σολοικοφανῆ τὴν ὀνομασίαν πεποίηνται διὰ τὸ μὴ
. ὁ δὲ Σωτάτης , ἰδὼν αὐτόν , εἰσῆλθεν εἰς κλάσμα πίθου κειμένου , καὶ ὑπεκρύβη τὸν Πτολεμαῖον . ὕστερον
5634663 ἀρτισκων
τῶν ἐπ ' ἐρημίας βιούντων . καὶ θηριακῶν δὴ καλουμένων ἀρτίσκων ⋖ α λειοτριβηθεῖσα ζεννύσθω δὶς ἢ τρὶς ἐν οἴνῳ
ὠνόμασαν αὐτὴν θηριακήν . ♃ Ἀρτίσκων σκιλλητικῶν ⋖ μδʹ . ἀρτίσκων θηριακῶν ⋖ κδʹ . ἀρτίσκων ἡδυχρόου ⋖ κδʹ .
5631966 ἐναιωρηματων
ἐναιωρημάτων , ὥσπερ καὶ ἕτερον μὲν ἐπὶ τῷ πέρατι τῶν ἐναιωρημάτων , ἀρχῇ δὲ τῶν νεφελῶν : τρεῖς δ '
ὥσπερ πειρώμεναι τὸν ὡρισθέντα τόπον ταῖς ὑποστάσεσι . Τῶν δὲ ἐναιωρημάτων ὅσα μὲν τὸν ἀκριβῶς μέσον τοῦ παντὸς ἀπείληφε διαστήματος
5618457 συγκρινομενων
τοῦτον : ἀριθμὸς ὁ ἔχων ἐν ἑαυτῷ ὅλον τε τὸν συγκρινομένων καὶ μέρος αὐτοῦ τρίτον πρὸς τῷ ὅλῳ . ὑποδείγματα
ἐπεὶ καὶ Δαναώτατος ὑπερτίθεται παρὰ Ἀριστοφάνει , τῶν κυρίων οὐ συγκρινομένων . εἰ δὲ καθὸ ὀξύνεται , ὄνομα , καὶ
5592235 διαιρετικων
. διὰ τί δέ ; εἰρήκαμεν ὅτι τιμιώτεραί εἰσι τῶν διαιρετικῶν . τούτων δὲ χρεία ἐστὶν εἰς τὸ διαιρεῖν γένη
τὰς αὐτὰς εἶναι , περὶ τῶν συστατικῶν λέγεις ἢ τῶν διαιρετικῶν , εἰ μὲν περὶ τῶν συστατικῶν , ἐπειδὴ αὗται
5584489 αὐτοχθονων
νῦν οἱ καθ ' ἑκάστην χώραν , καὶ μάλιστα τῶν αὐτοχθόνων , δι ' οὐδὲν οὕτως ὡς διὰ τὸ ὁμόγλωσσον
ἀσίδηρον , ἤδη στωμύλον , αὐτῶν τῶν Ἀττικῶν ἕνα τῶν αὐτοχθόνων ; οὕτω μετεπεποίητο ὑπὸ τοῦ χρόνου . Ἀλλὰ Τόξαρις
5579078 προηγουμενη
, ὡς ἐν οὐδεμιᾷ τῶν κατηγοριῶν ἀναχθήσεται : οὐ γὰρ προηγουμένη αὐτῶν ἐστιν ἡ σημασία , ἀλλὰ συσσημαίνουσιν , ὥσπερ
ἑαυτὸν εἰς τὴν τοῦ φονέως ἐναρμόσῃ τάξιν . καὶ γίνεται προηγουμένη μὲν ἡ κατὰ τοῦ φονέως αὐτῷ ψῆφος , κατὰ
5568665 κοτυλη
ʂ ὁ ξέϲτηϲ # ιηʹ # κʹ # κζʹ ἡ κοτύλη # θʹ # ιʹ # ιγʹ ʂ τὸ μέγα
δὲ ϲταθμὸν ἔχει τὸ κοχλιάριον καὶ ἡ κοτύλη . ἡ κοτύλη ταὐτὸν δὲ εἰπεῖν ὡϲ τὸ τρυβλίον . ] Τὸ
5561409 πηχεωϲ
τοῦ κυφώματοϲ , ὡϲ εἶναι τῆϲ γλυφῆϲ τὸ μῆκοϲ ὅϲον πήχεωϲ , μήτε ὑψηλότερον τῆϲ τοῦ κάμνοντοϲ ῥάχεωϲ μήτε πολλῷ
ὀϲτοῦ . Ϙθʹ . Περὶ βραχίονοϲ . ρʹ . Περὶ πήχεωϲ καὶ κερκίδοϲ . ραʹ . Περὶ ἄκραϲ χειρὸϲ καὶ
5539919 ἡμιεκτον
Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ . . . . ἡμίεκτον καὶ ἡμιμέδιμνον : Δείναρχος ἐν τῇ Κατὰ Καλλισθένους εἰσαγγελίᾳ
βώλους ἀργίλου ξηρᾶς , μέχρι διάβροχοι γένωνται , μέτρον ὡς ἡμίεκτον εἰς ἀμφορέα : ἐπειδὰν δ ' ἀφεψήσῃς , πιεῖν
5539554 αἰγιλωψ
[ ιεʹ . Πρὸς τοὺς αἰγίλωπας . ] Ὁ μὲν αἰγίλωψ ἀπόστημά ἐστι σμικρὸν μεταξὺ τοῦ μεγάλου κανθοῦ καὶ τῆς
ἰσχυρῶς ἕλκει . Ἀβρότονον κεκαυμένον , ἀγαρικόν , ἀδίαντον , αἰγίλωψ , ἀκαλήφης ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα ἱκανῶς ,
5509420 ἡμιτονιαιον
διάτονον . ἁρμονία μέν ἐστιν , ἐν ᾗ τὸ πυκνὸν ἡμιτονιαῖον . αὕτη δέ ἐστι μονοειδής . χρώματος δὲ εἴδη
τινος βαρυτέρου φθόγγου ἐπὶ τὸν ἑξῆς ὀξύτερον μεταβῇ τὸ λεγόμενον ἡμιτονιαῖον διάστημα ποιησαμένη κἄπειτ ' ἀπ ' αὐτοῦ τόνον διαστήσασα
5497423 σξʹ
λιμένα ἔχει καὶ ὕδωρ . Ἀπὸ Βιέννου εἰς Φαλάσαρναν στάδιοι σξʹ : ὅρμος ἐστὶν , ἐμπόριον , πόλις παλαιά :
δεξιὸν παραπλέοντι Ῥόδον , στάδια υʹ : ἐπὶ Τῆλον στάδια σξʹ : ἐπὶ Λακτῆρα τῆς Κῴας στάδια τκʹ : ἐπὶ
5443032 ἁρμογας
ψεκάδες , τὸ διατηκόμενον ὑπὸ τῆς ἰκμάδος συρρεῖ εἰς τὰς ἁρμογὰς τῶν λίθων , καὶ πηγνύμενον συμφυεῖς ἀπεργάζεται τοίχους .
βάλε ἐν τῷ δευτέρῳ βατανίῳ : καὶ πάλιν περιπηλώσας τὰς ἁρμογὰς , δὸς ἐν τῷ ὀπτανίῳ ἀνὰ μέσον τὸ θεῖον
5436632 τεφραϲ
κράμβηϲ ῥίζα ξηρὰ καεῖϲα ϲὺν τοῖϲ καυλοῖϲ καὶ ἀναληφθείϲηϲ τῆϲ τέφραϲ ὀξυγγίῳ χοιρείῳ παλαιῷ ἀρκοῦντι , ἵνα μὴ διαρρέῃ εἰϲ
καὶ καιόμενον δὲ τὸ δέρμα τῆϲ ὑαίνηϲ καὶ διδομένηϲ τῆϲ τέφραϲ ἐν ποτῷ παύει τὸ ὑδροφοβικὸν πάθοϲ . διάγνωϲιϲ δέ
5424147 Ῥωμαϊκη
, ἐξ ἀλλοφύλου τε γένους συνοικισθείσης , ἡ μετέπειτα συστᾶσα Ῥωμαϊκὴ πόλις τὴν ἐπωνυμίαν ἀμείψασα , εἰς τὴν τοῦ κρατοῦντος
Ῥωμαϊκῆς διαλέκτου ὅτι ἐστὶν ἐκ τῆς Ἑλληνικῆς κοὐκ αὐθιγενὴς ἡ Ῥωμαϊκὴ διάλεκτος . . . : Ἄκη , πόλις Φοινίκης
5423008 γογγυλιδων
δὲ καὶ δαύκου καὶ κάρου αἱ μὲν ῥίζαι ὀλιγοτροφώτεραι τῶν γογγυλίδων εἰϲί , θερμαὶ δὲ καὶ ἀρωματίζουϲαι ϲαφῶϲ καὶ οὐρητικαί
. γλεύκους ἐξ οἴνου πέντε μάριες . ῥαφανίδων ἑψανῶν , γογγυλίδων ἐσκευασμένων ἐν ἅλμῃ πέντε μάριες : καππάρεως ἐσκευασμένης ἐν
5422869 δραχμαι
ποι τούτων ἕνεκα ἀπέστειλα , αἱ πεντακόσιαι μάλιστά πως συνέβαινον δραχμαί . οἷον δ ' αὖ καὶ τὸ πρόσθεν τούτων
ἐὰν δὲ μᾶλλον μαίνεσθαι καὶ φαντασίας τινὰς φαίνεσθαι , δύο δραχμαί : ἐὰν δ ' ὥστε μὴ παύεσθαι μαινόμενον τρεῖς
5418298 πεμπτων
ἐπιδίτριτος , καὶ αὕτη πρὸς τὸ τμῆμα τὸ πρὸς αὐτῇ πέμπτων θ ὂν ὡσαύτως ἐπιδίτριτος , πρὸς μέντοι τὴν ἑτέραν
ἐλάσσονος . Ἔστω γὰρ ἰσοσκελὲς τρίγωνον τὸ ΒΔΕ ἔχον τεσσάρων πέμπτων τὴν πρὸς τῷ Ε περιειλημμένην κύκλῳ οὗ κέντρον τὸ
5399120 σπθ
ὑποτείνουσαν ιζ . ἔστιν οὖν τὸ ἀπὸ τῆς ὑποτεινούσης τετράγωνον σπθ . ἀλλὰ καὶ τὸ ἀπὸ τῆς καθέτου μετὰ τοῦ
σπϚ Μυρίκη σπζ Μυρρίνη ἢ μυρϲίνη σπη Μῶλυ ἢ βήϲαϲα σπθ Νάρδου ϲτάχυϲ σϘ Νάρδοϲ κελτική σϘα Νάρθηξ σϘβ Νᾶπυ
5396332 ὁμωνυμωϲ
. Ἐπίθετον δέ ἐϲτι τὸ ἐπὶ κυρίων ἢ προϲηγορικῶν † ὁμωνύμωϲ τιθέμενον καὶ δηλοῦν ἔπαινον ἢ ψόγον . λαμβάνεται δὲ
Ἰταλικὸν δηνάριον ἔχει δραχμὴν αʹ . Δραχμὴ δὲ καὶ ἄλλη ὁμωνύμωϲ καλεῖται Αἰγυπτιακή , ἥτιϲ ἕκτον μέροϲ ἐϲτὶ τῆϲ Ἀττικῆϲ
5394854 Μαλεων
οὖν μετὰ τὸν Μεσσηνιακὸν κόλπον ὁ Λακωνικὸς μεταξὺ Ταινάρου καὶ Μαλεῶν , ἐκκλίνων μικρὸν ἀπὸ μεσημβρίας πρὸς ἕω : διέχουσι
περὶ Ἀρκαδίας εἰρήσθω . Πολυβίου δ ' εἰρηκότος τὸ ἀπὸ Μαλεῶν ἐπὶ τὰς ἄρκτους μέχρι τοῦ Ἴστρου διάστημα περὶ μυρίους
5390599 ηων
ιζ ἴσαι ἀριθμοῖς η , καὶ γίνεται ὁ ἀριθμὸς ιζ ηων . Ὁ ἄρα τῶν τετραγώνων εἷς ἔσται σπθ ξδων
ιζ ηων , ἔσται ἄρα ὁ λοιπὸς πέντε δα τῶν ηων : τὰ δὲ πέντε δα τῶν ηων δέκα ὄγδοά
5384502 μυρεψικον
ἐν θυείᾳ ἐπίβαλε τοῖς βεβρεγμένοις : ἔστω δὲ τὸ ἀγγεῖον μυρεψικὸν κασσιτέρινον καὶ πωμάσας ἐπιμελῶς ἔα ἡμέρας καὶ νύκτας δύο
τρόπον : κύπειρον κόψαντα κατασῆσαι ὅσον σκαφίδα , καὶ κάλαμον μυρεψικὸν ἕτερον τοσοῦτον , καὶ σχοίνου τῆς μυρεψικῆς ἴσον ,
5383521 ὠκυτοκιον
διαβρέχων διδῷ τις πίνειν . ἀγαθὴν δὲ τὴν ῥίζαν καὶ ὠκυτόκιον περίαπτον καὶ εἰς φίλτρα : ὅταν δὲ ὀρύξωσι ,
, περιαπτόμενον δὲ κεφαλαλγίαϲ παύειν χρονίαϲ , εἶναι δὲ καὶ ὠκυτόκιον ἐπὶ τῶν δυϲτοκουϲῶν γυναικῶν κατεχόμενον τῇ χειρὶ τῆϲ τικτούϲηϲ
5378669 ὑπνοποιος
ὑστέρας , Φιλουμένου πʹ . Πεσσὸς ἀνώδυνος παʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς ἀνώδυνος , σκληρίας πάσης μαλακτικὸς πβʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς
Πεσσὸς ὑπνοποιὸς ἀνώδυνος , σκληρίας πάσης μαλακτικὸς πβʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς πρὸς φλεγμονὰς πγʹ . Πεσσὸς πρὸς φλεγμονὰς καὶ παρεγκλίσεις
5375486 Μηνι
μʹ . περὶ ἀνδράχνης . μαʹ . μυκήτων ποίησις . Μηνὶ Ἰαννουαρίῳ σπείρεται θαλασσοκράμβη , μετὰ χρυσολαχάνου , καὶ τίλεως
ἰδίως , καὶ μολόχιν ἰδίως : καὶ σπείρεται κολίανδρον . Μηνὶ Δεκεμβρίῳ σπείρεται μαρούλλιν , καὶ πικρίδιν , πολύκλωνον ,
5373171 φολις
ὣς ἄρα μιν εἰπόντα καταστέγασε [ Στυγὸς ] ὕδωρ . φολὶς δ ' ἀπέλαμπε φαεινή , ἄλλοτε μὲν κυανοῦ ,
πολυπόδια λέγει . Λεπίσι : λεπίς ἐστιν ἡ ἀποξεομένη , φολὶς δ ' ἡ ἄνω τοῦ δέρματος οὖσα : ἡ
5368281 φαυλιας
, ἐπικορίζεσθαι Ἕλληνες . ὑδρορόη Ἀττικοί , ὑδροχόα Ἕλληνες . φαυλίας ἐλαίας τὰς ἐκ κοτίνου μεταπεφυτευμένας ἐλαίας . φιλεῖ “
, τὰ δὲ φαυλότεροι φαυλίων μήλων . καὶ Ἀνδροτίων : φαυλίας καὶ στρουθίας , καὶ πάλιν : οὐ γὰρ ἀπορρεῖ
5357523 παραμεση
μέσων χρωματική μέση τρίτη συνημμένων παρανήτη συνημμένων χρωματική νήτη συνημμένων παραμέση τρίτη διεζευγμένων παρανήτη διεζευγμένων χρωματική νήτη διεζευγμένων τρίτη ὑπερβολαίων
λιχανός . Ἑρμοῦ δὲ τὸ μεταίχμιον Ἀφροδίτης καὶ Ἡλίου κατέχοντος παραμέση . περὶ ὧν ἀκριβέστερον καὶ μετὰ γραμμικῶν καὶ ἀριθμητικῶν
5357298 ἀπινθιον
δὲ τῶν κωμικῶν † ἀπίνθιον καλοῦσιν . καὶ ἔστιν ἤτοι ἀπίνθιον , ὃ οὐκ ἄν τις πίῃ διὰ πικρότητα ,
δὲ τῶν κωμικῶν † ἀπίνθιον αὐτὸ λέγουσι , καὶ ἔστιν ἀπίνθιον , ὃ οὐκ ἄν τις πίῃ διὰ τὴν πικρότητα
5354426 δαπανωντων
μόχθους ἄλλων κατέδονται : ἐπὶ τῶν ἀργῶν καὶ τὰ ἀλλότρια δαπανώντων . Κιλίκιοι τράγοι : ἐπὶ τῶν δασυτάτων καὶ θρασυτάτων
ἔστι πάλιν λαβεῖν , ὡς παρὰ τῶν σωφρόνων , ὧδε δαπανώντων . Ἕως ἂν φοβῇ τὸν τρίβωνα καὶ τὴν πήραν
5341710 σταθμος
ἐπιπροΐαλλε μάλα σπεύδοντι ἐοικώς . Ἐν δὲ καὶ Αὐγείαο μέγας σταθμὸς ἀντιθέοιο τεχνήεις ἤσκητο κατ ' ἀκαμάτοιο βοείης : τῷ
σταθμὸς τάλαντα Βαβυλώνια ογʹ , μναῖ νβʹ . ποτηρίων λιθοκολλήτων σταθμὸς τάλαντα Βαβυλώνια νϚʹ , μναῖ λδʹ . ἔθος δ
5327670 παραμισγειν
οἴνου : ἢν δὲ μὴ γλυκὺς ᾖ , ἄμεινον μέλι παραμίσγειν : καὶ κράμβην ἑφθὴν ὁμοῦ πηγάνῳ καὶ λινοζώστει ,
, δύο , ἢν δὲ μείζων , μία ἀρκέει : παραμίσγειν δὲ τῶν σπερμάτων κύμινον αἰθιοπικὸν καὶ σέσελι μασσαλιωτικὸν ,
5324415 ἐπιτριτεταρτος
πρόβασις κατὰ τὴν ὀνομασίαν τοιαύτη τις ᾖ : ἐπιδίτριτος , ἐπιτριτέταρτος , ἐπιτετράπεμπτος , εἶτα ἐπιπένθεκτος καὶ παραπλησίως ἐπὶ τῶν
εἶπον , τὸ δ καὶ τὸ γ . καὶ πάλιν ἐπιτριτέταρτος , τρίτον καὶ τέταρτον : καὶ ἐφεξῆς . λέγει
5323981 ἁπαντῃ
δὲ προσθῇ Νεῖκός τ ' οὐλόμενον δίχα τῶν , ἀτάλαντον ἁπάντῃ , καὶ Φιλίη μετὰ τοῖσιν , ἴση μῆκός τε
παρὰ τὴν ἀπουσίαν τῶν προαγωνισμάτων συνίεσθαι . Καὶ ἔστι μὲν ἁπάντῃ ὑπαίτιος ὑμῶν ἡ ἐπιχείρησις διότι καὶ ὑπὲρ καλῶν ἔργων
5319311 γεντιανης
πόσιν , τῶν μὲν καρκίνων μύστρα β , τῆς δὲ γεντιανῆς δ : εἰ δὲ τριταῖος ὢν μὴ πεπώκοι ,
κενταυρίου ἢ κονύζης ἢ σιλφίου ἢ τριφύλλου τῆς ἀσφαλτιζούσης ἢ γεντιανῆς ἐμπασσομένης τῷ ἐνέματι . εἰ δ ' ἀντίληψις εἴη
5316510 θλιβηται
δεύσας , ὑποθυμιήσθω . Ὅταν δὲ ἄνω ᾖ , καὶ θλίβηται καρδίη καὶ στόμαχος καὶ ὑπομένωσι , σμύρνην , ἢ
μὴ τοῦ κώλου καὶ τῶν λοιπῶν ἐντέρων θλιβομένων καὶ βαρυνομένων θλίβηται καὶ πιλοῦται ὁ νεφρὸς καὶ πλεῖον ὀδυνᾶται . δῆλον
5315499 λεχθεισων
ἀρκεῖ τὰς σημειώδεις καὶ ἁπλουστέρας ἐκθέσθαι τῶν ὑπ ' αὐτοῦ λεχθεισῶν , ὑποθεμένοις , ὥσπερ ἐκεῖνος , εἶναι τὸ μέγεθος
δύο συλλαβῶν γενομένων ἰὴ παιάν ἡρῷον γίνεται , βραχέως δὲ λεχθεισῶν ἰαμβεῖον : δῆλον οὖν ὅτι καὶ τὸν ἴαμβον ἀναθετέον
5312289 διμοιριτης
δεκανία καὶ ἐνωμοτία καὶ ἐνωμοτάρχης . Τί ἐστι διμοιρία καὶ διμοιρίτης καὶ τί ἡμιλόχιον καὶ ἡμιλοχίτης . Τί ἐστι πρωτοστάτης
[ ἀγαθοὶ γὰρ ὄντες οὐδὲν ] ἀγαθὸν πράττομεν [ ὁ διμοιρίτης ] φέρων αὐτός ποτε [ ] ον , πήραν
5306750 στερεος
τῶν Γ Δ Ε ἐστιν μονάδων ρμδʹ [ ὁ Θ στερεός : ἁπλῶν οὖν μυριάδων ρμδʹ ἐστὶν ὁ ἐκ τῶν
ὥστε ὁ ἐκ τῶν νʹ νʹ νʹ μʹ μʹ λʹ στερεός ἐστιν μυριάδων ξʹ διπλῶν . ιεʹ . Ἔστωσαν δὴ
5305549 οὐγγια
κʹ . Ἡ λίτρα ἔχει # ιβʹ . Ἡ δὲ οὐγγία δραχμὰϲ ηʹ , αἵτινεϲ καὶ ὁλκαὶ λέγονται . Ἡ
κοδράντης , ἡ δὲ δραχμὴ ἔχει κεράτια ιηʹ , ἥτις οὐγγία καλεῖται . τὸ δὲ τάλαντον λίτρας ρκεʹ καὶ λεπτὰς
5303834 ἀντιδιαιρεσις
ὀργανικὰ οὐ προσποιούμενοι τὸ σύνθετον . Ἔστι δ ' οὐκ ἀντιδιαίρεσις τὸ σύνθετον πρὸς τὸ ἁπλοῦν εἶναι , ἀλλὰ κατὰ
τὰ μέν ἐστι λογικά , τὰ δὲ ἄλογα . ” ἀντιδιαίρεσις δέ ἐστι γένους εἰς εἶδος τομὴ κατὰ τοὐναντίον ,
5303603 λεκυθους
πρὸς πυρετὸν ἁρμόζεσθαι δεῖ πτισάνης τε χυλὸν αὐτοῖς ἐπιδιδόναι καὶ λεκύθους ὠῶν καὶ μαλάχας ἀποζεσθείσας καὶ θριδακίνας ἴντυβά τε καὶ
ἑψήσας καὶ λειώσας ἐπιμελῶς ἐπίβαλλε τρύγα ὄξους καὶ ὠῶν ἀνέφθων λεκύθους βʹ καὶ ῥοδίνου βραχὺ καὶ μίξας ἅμα πάντα καὶ
5294982 χρωματικη
τρίτη διεζευγμένων ἐναρμόνιος τρίτη διεζευγμένων χρωματικὴ καὶ διάτονος ἐναρμόνιος διεζευγμένων χρωματικὴ διεζευγμένων διάτονος διεζευγμένων νήτη διεζευγμένων τρίτη ὑπερβολαίων ἐναρμόνιος τρίτη
μέσων χρωματική μέσων διάτονος μέση τρίτη συνημμένων ἐναρμόνιος τρίτη συνημμένων χρωματικὴ καὶ διάτονος συνημμένων ἐναρμόνιος συνημμένων χρωματική συνημμένων διάτονος νήτη
5289799 σημαιας
χάρακα : οἱ δ ' ἠκολούθουν , καὶ τάς τε σημαίας αὐτῶν ἀφαιροῦνται καὶ τοὺς τραυματίας συλ - λαμβάνουσι καὶ
οἱ ἀετοὶ λαφύξουσι τῶν ἐλεφάντων τὰ σπλάγχνα , δείξας τὰς σημαίας . ὁπόταν δὲ προσίωσι κινδυνεύσοντες , λίπα ἀλείφονται .
5286578 Πελωριαδος
τὸν σφόνδυλον . ἐστὶ δὲ κεδνὸς κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραισι Πελωριάδος προβολαῖσι . τίς οὕτως τακτικὸς ἀκριβὴς ἢ τίς οὕτως
τὸν σφόνδυλον . ἔστι δὲ κεδνὸς κἀν πορθμῷ πρὸς ἄκραισι Πελωριάδος προβολαῖσι . τὸν σκάρον ἐξ Ἐφέσου ζήτει , χειμῶνι
5286165 διμοιρια
στίχος καὶ δεκανία καὶ ἐνωμοτία καὶ ἐνωμοτάρχης . Τί ἐστι διμοιρία καὶ διμοιρίτης καὶ τί ἡμιλόχιον καὶ ἡμιλοχίτης . Τί
μεμερισμένα ἐμερίσω , μεριστάς , ἀντιμοιρεῖ ἰσομοιρεῖ , ἄμοιρος , διμοιρία διμοιρίτης , ἀμέριστον , τριτημόριον μοιρολογχῆσαι ὡς Ἀντιφῶν .
5285090 Ἰσχυροτερον
; Ἀνάγκη . Ἰσχυρότερον ἄρα τὸ κινοῦν τοῦ κινουμένου ; Ἰσχυρότερον γάρ . Ἐναντίαν δὲ ἔχειν φύσιν ἀνάγκη τὸ ἐν
μεῖζον εἶναι ἐν ᾧ κινεῖται τὸ κινούμενον ; Ἀνάγκη . Ἰσχυρότερον ἄρα τὸ κινοῦν τοῦ κινουμένου ; Ἰσχυρότερον γάρ .
5282072 ἁπτικον
αἴσθησιν ἔχειν τὸ ζῶον ἐνδέχεται : ἅπαν γὰρ σῶμα ἔμψυχον ἁπτικόν . τὰ μὲν οὖν ἄλλα στοιχεῖα ἔξω γῆς αἰσθητήρια
ἁπάσης αὐτὸ ἁπτῆς ποιότητος ἀμοιρεῖν : σῶμα γάρ ἐστι τὸ ἁπτικόν , εἴρηται δέ , ὅτι σώματος ᾗ σῶμα ποιότητές
5281476 λειπουσας
μέση σελήνη τοῦ μέσου ἡλίου μοιρῶν ἐστιν ρκ , τὰς λειπούσας εἰς τὰς ρπ μοίρας ξ , ἥτις ἐστὶν ἐγγυτέρα
καὶ τὰ τῶν βʹ δὲ στηριγμῶν σελίδια προσαναπληρώσομεν αὐτόθεν τὰς λειπούσας εἰς τὰς τξ μοίρας ἐφ ' ἑκάστου στίχου τοῖς
5268596 τριφθεν
ἡμέρου σικύου τὸ σπέρμα : προβραχὲν δὲ λεπίζεται , εἶτα τριφθὲν δίδοται μετὰ ὕδατος κυάθων τριῶν , ὅσον κοχλιάρια βʹ
. Ῥόου ἐρυθροῦ προσθετά : σμύρνα καὶ βολβίον ξὺν μέλιτι τριφθὲν προσθετὸν ἄριστον . Ἢ ῥόδα ἑψήσας ἐν ὕδατι ,
5268487 παρεμπλοκης
πολὺ μᾶλλον γίνεται , δοκεῖ δ ' οἷον ἡδύσματος ἢ παρεμπλοκῆς τάξιν ἔχειν . Ἐπὰν δὲ ἱκανὸν χρόνον τοῖς ποσὶ
οἱ δὲ χρόνοι ἔσονται ἐκ τῆς τῶν κακοποιῶν καὶ ἀγαθοποιῶν παρεμπλοκῆς . Ἦν δὲ καὶ τῆς ἡττηθείσης γυναικὸς τὸ θέμα
5268268 ὁκοτερον
ἐχέτω , σὺ δὲ τῶν ὤμων σείων , ἀκροάζεσθαι ἐς ὁκότερον ἂν ψοφέῃ : βούλεσθαι δὲ ἐς τὸ ἀριστερὸν ταμέειν
ὁκόταν δὲ τὸ μὲν θῆλυ , τὸ δὲ ἄρσεν , ὁκότερον ἂν ἑκατέρου κρατήσῃ , τοιοῦτον ἐπαύξεται . Ὅμοια δὲ
5258511 Ξεναινετου
γὰρ ἦν , ὦ ἄνδρες , Συπαλήττιος . Οὗτος ἔλαβε Ξεναινέτου Ἀχαρνέως θυγατέρα , ἐξ ἧς γίγνεται Κυρωνίδης καὶ Δημοχάρης
καὶ οὗτοι , ὄντες ἐξ ἐκείνου , μὴ μόνον τὸν Ξεναινέτου οἶκον πλέον ἢ τεττάρων ταλάντων ἕξουσιν , ἀλλὰ καὶ
5256975 Ὁτῳ
; Ὄπτα σὺ σιγῇ κἄπαγ ' ἀπὸ τῆς ὀσφύος . Ὅτῳ δὲ θύετ ' οὐ φράσεθ ' ; Ἡ κέρκος
γένεσις ἐκεῖθεν ἐκ τοῦ ἀγαθοῦ καὶ δηλονότι τοῦ καλοῦ . Ὅτῳ δέ τις ἄγαται καί ἐστι συγγενής , τούτου ᾠκείωται
5253439 κεραιαις
τοὺς πολιορκοῦντας , τὸ μὲν πρῶτον ἐκ τῶν μεγίστων ἱστῶν κεραίαις ἱσταμέναις ἐβάσταζον ἄνδρας ἐν θωρακίοις , οὗτοι δ '
εὖ μάλ ' ἐρευθὴς πνευματίη : παχίων δὲ καὶ ἀμβλείῃσι κεραίαις τέτρατον ἐκ τριτάτοιο φόως ἀμενηνὸν ἔχουσα ἠὲ νότου ἀμβλύνετ
5243870 ἑξαπους
δωδεκάποδα , σύμμετρος ἔσται αὐτῇ μήκει : μετρεῖ γὰρ ἡ ἑξάπους καὶ ἑαυτήν : πᾶς γὰρ ἀριθμὸς ὡς ἑαυτῷ ἐφαρμόζων
τετράγωνον ὀκτάπουν , ὁ δὲ περιεχόμενος ὑπ ' αὐτοῦ κύκλος ἑξάπους , τὸ δὲ ἐγγεγραμμένον ἐν τῷ ἑξάποδι κύκλῳ τετράγωνον
5239251 ηθʹ
ηζθʹ κύκλου ἐπιπέδῳ : ἡ αβʹ ἄρα πρὸς ἑκατέραν τῶν ηθʹ κμʹ ὀρθή ἐστιν : ὥστε ἡ ὑπὸ τῶν κμθʹ
γὰρ τῶν ηζʹ ζθʹ ἀνὰ ἥμισύ ἐστιν ζῳδίου : ἡ ηθʹ ἄρα ζῳδίου ἐστίν , ὥστε καὶ ἡ λμʹ :
5233723 Σταφιδος
ἐς μᾶζαν ἐμπάσασαν προσθεῖναι , προνηστεύσασαν ἐπὶ δύο ἡμέρας . Σταφίδος ἀγρίης ὅσον δύο δραχμίδας διεὶς μελικρήτῳ δοῦναι πιεῖν .
ἐν τῷ τῆς κινήσεως ἐλλιπεῖ μηδὲν ὑφιζάνῃ τῆς γύψου . Σταφίδος διαβραχείσης ἕως ἂν οἰδήσῃ , εἶτα ἐκπιασθείσης , κοτύλας
5229406 σκαφιον
τῇ πρὸς τὴν Δημοσθένους γραφὴν ἀπολογίᾳ . ὅτι δὲ τὸ σκαφίον εἶδος κουρᾶς καὶ Ἀριστοφάνης Γήρᾳ . Σκευοποιοῦντα τὸ πρᾶγμα
φησι Πάμφιλος . εἶναι δ ' αὐτὸ οἷόν ἐστι τὸ σκαφίον . ΚΕΛΕΒΗ . τούτου τοῦ ἐκπώματος Ἀνακρέων μνημονεύει :
5223159 πυθμην
γὰρ ὀννώρινε νύκτας , τὼ δὲ πίθω πατάγεσκ ' ὀ πύθμην . σὺ δὴ τεαύτας ἐκγεγόνων ἔχηις τὰν δόξαν οἴαν
μέσσα , Διὸς δ ' ἐκ πάντα τέτυκται : Ζεὺς πύθμην γαίης τε καὶ οὐρανοῦ ἀστεροέντος . καὶ ἀρχὴ μὲν
5221047 σλβ
τὰς σμδ λα καὶ ὁμοίως τὰς ρκζ ια καὶ τὰς σλβ μθ . ἐπὶ δὲ τοῦ τοῦ Ἄρεως , ἐπειδὴ
Ν σημεῖον ἀπέχουσα τοῦ Λ ἀπογείου τὰς τῆς ἀνωμαλίας μοίρας σλβ νϚ : οὐδὲν γὰρ αἰσθητὸν γίνεται διάφορον τοῦ ὁμαλοῦ
5220953 Μεθυδριον
στάδιοι τριῶν δέοντες τεσσαράκοντα καὶ ἑκατόν . ὠνομάσθη μὲν δὴ Μεθύδριον , ὅτι κολωνός ἐστιν ὑψηλὸς Μαλοίτα τε ποταμοῦ καὶ
ἐς τὰ χωρία ὁδοὶ τὰ ἐντὸς Ἀρκαδίας , ἐς μὲν Μεθύδριον ἑβδομήκοντα στάδιοι καὶ ἑκατόν , τρισὶ δὲ ἀπὸ Μεγάλης
5219886 θειμεν
οὑτωσί πως ὑπειπόντα τὸ τοῦ Πιττακοῦ , ὥσπερ ἂν εἰ θεῖμεν αὐτὸν λέγοντα τὸν Πιττακὸν καὶ Σιμωνίδην ἀποκρινόμενον εἰπόντα :
συντεθέντα ἐν κεφαλαίῳ γένοιτ ' ἄν , εἰ δέκα μόνας θεῖμεν τὰς αἱρέσεις ἐν φιλοσοφίᾳ ; Ὑπὲρ διακόσια , ὦ
5219522 γλυκυῤῥιζης
, λευκογράφις Αἰγυπτία . ἀντὶ γλήχωνος , ὕσσωπον . ἀντὶ γλυκυῤῥίζης χυλοῦ , συκαμίνου χυλὸς ἢ γλυκοκαλάμου χυλός . ἀντὶ
περσαίας φύλλων ξηρῶν , ῥόδα ξηρά . ἀντὶ πευκεδάνου , γλυκυῤῥίζης χυλός . ἀντὶ πισσελαίου , ὑγρόπισσον . ἀντὶ πίσσης
5214409 διεχων
ρλθ : ἐπόγδοος ὁ ͵βρπζ τοῦ ιζʹ , μεῖζον ἁμιτονίου διέχων ἀπὸ τοῦ ιηʹ : ἔλαττον δὲ ἀπὸ τοῦ κʹ
οἰκητόρων : τῆς δὲ Τροιζηνίας γῆς ἐστιν ἰσθμὸς ἐπὶ πολὺ διέχων ἐς θάλασσαν , ἐν δὲ αὐτῷ πόλισμα οὐ μέγα
5213399 συνδρομας
μεταφέρει , ἀλλὰ μέρος τι αὐτῆς . ὡς γὰρ τὰς συνδρομὰς καταδιαιρεῖ , οὕτω καὶ τὰς θεραπείας . καὶ οἶδε
τέχνας ταύτας : τοῖς δὲ λοιποῖς περιβοησίας σημαίνει καὶ ὄχλων συνδρομὰς διὰ τὸ τὰ ἔργα ταῦτα πολλοῖς ἐπιδείκνυσθαι . χαλκεύειν
5212315 Αἰγυπτιακη
ἔχει δραχμὴν αʹ . Δραχμὴ δὲ καὶ ἄλλη ὁμωνύμωϲ καλεῖται Αἰγυπτιακή , ἥτιϲ ἕκτον μέροϲ ἐϲτὶ τῆϲ Ἀττικῆϲ δραχμῆϲ ἄγουϲα
ἐπεθύμησας θοίνης εὐτελεστέρας . ἔστι δὲ καὶ ἰδέα τις δείπνων Αἰγυπτιακή , τραπεζῶν μὲν οὐ παρατιθεμένων , πινάκων δὲ παραφερομένων
5210102 σκευασια
. Θυμιάματος τοῦ βασιλικοῦ σκευασία ρμϚʹ . Θυμιάματος μοσχάτου Θεοπέμπτου σκευασία ρμζʹ . Θυμιάματος καλοῦ ῥοδάτου σκευασία ρμηʹ . Μοσχάτου
, βλάβην δ ' οὐδεμίαν ἑτέραν προστρίβεται . χειρίστη δὲ σκευασία πτισάνης ἐστίν , ὅταν οἱ μάγειροι τρίψαντες αὐτὴν ὠμὴν
5209979 ὀβολος
ἐπεγράφοντο . καὶ ἐκαλεῖτο οὕτως , ὅτι ἐπὶ τῇ δραχμῇ ὀβολὸς ἦν , τῆς δραχμῆς λογιζομένης πρὸς ἕξ . ἐλάμβανε
: κωδύας πεφωγμένης ἡμιώβολον , στύρακος τὸ ἴσον , λιβάνου ὀβολὸς αʹ , σικύου σπέρματος κόκκοι κʹ , σελίνου σπέρματος
5209293 ψευδωνυμου
καὶ κυάμου θηρὸς ἀπ ' Ἀρκαδίης , δραχμὴν καὶ ῥίζης ψευδωνύμου , ἣν ἀνέθρεψε χῶρος ὁ τὸν Πίσῃ Ζῆνα λοχευσάμενος
ἀγαθὰ ἀπὸ τῆς ἀληθινῆς ῥητορικῆς , πόσα δὲ ἀπὸ τῆς ψευδωνύμου συμβαίνει κακά . ρκδʹ Τὰ τῷ ὄντι δίκαια Τρία
5204264 Κερκυρα
ὕπο δὴ κεῖσθαι δρέπανον : [ ἡ ] νῆσος ἡ Κέρκυρα : αὕτη πρότερον Σχερία ἐκαλεῖτο . ἀποδίδωσι δὲ τὴν
τοιαύτη . Ἐπίδαμνος ἦν πόλις Κερκυραίων ἄποικος , ἡ δὲ Κέρκυρα Κορινθίων . πλημμελούμενοι οὖν κατ ' ἐκεῖνον τὸν καιρὸν
5203103 σκευαριων
ὅτι . Κομιδῇ μὲν οὖν : αὐχμὸς γὰρ ὢν τῶν σκευαρίων μ ' ἀπώλεσεν . Ἀλλ ' οὐχὶ νῦν .
τὸν κότταβον εἶναι ἀποδίδωσιν , ἐν ᾗ ἐξίσταντο καὶ τῶν σκευαρίων οἱ δυσκυβοῦντες . λέγει δ ' οὕτως : πρὸς
5201450 κληματινη
κατάπλαϲϲε . τὰϲ δὲ ἐκϲαρκώϲειϲ τὰϲ ἐπὶ τῶν διδύμων τέφρα κληματίνη νίτρῳ καὶ ὕδατι φυραθεῖϲα ἰᾶται καταπλαϲϲομένη . κνηϲμοῦ δὲ
ἔλαιον ἐν μελικράτῳ καὶ ϲύκων ἀφέψημα καὶ κονία ϲυκίνη ἢ κληματίνη ϲὺν οἴνῳ πολλῷ καὶ ὀρίγανοϲ ἢ θύμοϲ ϲὺν κονίᾳ
5200702 φιβαλεων
φιβαλέων Φερεκράτης : ὦ δαιμόνιε πύρεττε μηδὲν φροντίσας καὶ τῶν φιβαλέων σύκων τρῶγε τοῦ θέρους κἀμπιπλάμενος κάθευδε τὰς μεσημβρίας :
, τὴν μὲν τῶν † χελιδονέων , τὴν δὲ τῶν φιβαλέων ἰσχάδων , καὶ τῆς ψιθίας ἀσταφίδος καὶ μύρτων ἕτερον
5199555 διτονον
' ἴσων ἀφῄρηται . μετὰ δὲ τοῦτο τῷ τὸ ὀξύτερον δίτονον ἐπὶ τὸ βαρὺ ὁρίζοντι διὰ τεσσάρων εἰλήφθω ἐπὶ τὸ
, ἥ τε ἐπὶ τὸν τόνον καὶ ἡ ἐπὶ τὸ δίτονον , ἐπὶ δὲ τὸ ὀξὺ μία , ἡ ἐπὶ
5197806 καλανδας
Διοφάνης δὲ λέγει , τὸ σπέρμα τῆς δάφνης συλλέγεσθαι περὶ καλάνδας Δεκεμβρίας . σπείρεται δὲ μετὰ εἰδοὺς Μαρτίας . μεταμοσχεύεται
οἱ πλείους . ἤρξατο μὲν οὖν ἡ νόσος περὶ τὰς καλάνδας τοῦ Σεπτεμβρίου μηνός , διέμεινε δὲ τὸν ἐνιαυτὸν ἐκεῖνον
5197506 λεκιθους
. βʹ . κρόκου γο . βʹ . ὠῶν ὀπτῶν λεκίθους γο . δʹ . ῥοδίνου τὸ ἀρκοῦν . ἄλλο
ἀκακίας χυλοῦ , μάννης ἀνὰ ⋖ α , ὠῶν ὀπτῶν λεκίθους δ . τὰ μὲν ξηρὰ λειαίνεται χυλῷ ἀρνογλώσσου ,
5195638 ἀριστολοχειας
αὐτὴν καὶ ξηράνας εἰς ὅλμον κόπτε συντόμως σὺν δυσὶ δραχμαῖς ἀριστολοχείας καὶ ἀπ ' αὐτοῦ τεσσάρων δραχμῶν ὁλκὸν στήσας ,
ἀνθύλλιοι ἀμφότεραι , ἀνθεμὶς ἡ καὶ χαμαίμηλον , ἀπαρίνη , ἀριστολοχείας ἡ ῥίζα , καὶ μᾶλλον ἡ στρογγύλη , ἄρκτιον
5193092 λιχανου
, διὰ τοῦ ἐμβρυοτόμου ἢ τοῦ πολυπικοῦ σπαθίου κρυπτομένου μεταξὺ λιχανοῦ καὶ τοῦ μικροῦ δακτύλου κατὰ τὴν ἔνθεσιν , εἰ
, οὗ τρίτος ὁ τόνος ἐπὶ τὸ ὀξύ , ἀπὸ λιχανοῦ ὑπατῶν ἐναρμονίου ἢ χρωματικῆς ἢ διατόνου ἐπὶ παρανήτην διεζευγμένων
5188331 πρεμνων
τε καὶ ὀσμύλους ἐκ τῶν κυμάτων προελθόντας καὶ διὰ τῶν πρέμνων ἀνερπύσαντας καὶ τοῖς κλάδοις περιπεσόντας καὶ ὀπωρίζοντας , καὶ
τοὺς μὲν ἄλλους τρόπους φύεται πάντας , ἀπὸ δὲ τῶν πρέμνων καὶ τῶν ξύλων οὐ φύεται : μηλέα δὲ καὶ
5185214 λεξωμεν
τὴν θέσιν τῶν τόπων τῶν εἰς δώδεκα μέρη προστετμημένων καὶ λέξωμεν ὀνόματα ζῳδίων καλουμένων : τὸ πρῶτον λέγεται Κριὸς ,
συζυγιῶν ἀρκεῖ τοσαῦτα , περὶ δὲ τῶν εἰς μι ἤδη λέξωμεν συζυγιῶν . Αἱ εἰς μι συζυγίαι τέσσαρές εἰσι τὸν
5184589 χοινικες
: ἑξάκις γὰρ ὀκτὼ σαρανταοκτώ . τὸ γὰρ ἡμίεκτον τέσσαρες χοίνικες . ⌈ ἡμιεκτέον φησὶν ὁ Στρεψιάδης τὸ ἡμίεκτον ,
τὸ δὲ ἡμιεκτέον , τουτέστι τὸ δωδέκατον τῶν μηʹ , χοίνικες τέσσαρες . ἡμιεκτέου : τοῦ τετραχοινίκου . ὁ γὰρ
5183386 λειαϲ
- που ἀφεψήματι ἢ ἴρεωϲ ἑψηθείϲηϲ ἐν μελικράτῳ ἢ ἴρεωϲ λείαϲ ὅϲον β κοχλιαρίων ἐμπαϲϲομένων μελικράτῳ : τοῦτο καὶ κάτω
ἐλαίαϲ φύλλοιϲ ἑφθοῖϲ μετὰ ὕδατοϲ χρῶ , ἢ ϲταφίδαϲ ἐκγιγαρτιϲθείϲαϲ λείαϲ ϲπληνίῳ ἐπιπλάϲαϲ ἐπιτίθει ἢ ἀδίαντον τρίψαϲ μετὰ μέλιτοϲ .
5181788 ἐκπερισπασμος
ἐπὶ τὰ εὐώνυμα μέρη , ὁ δὲ ἐπ ' ἀσπίδα ἐκπερισπασμὸς ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν ἐπὶ τὰ δεξιὰ νεύειν . Ἐὰν
ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν νεύειν κατόπιν , ὁ δὲ ἐπὶ δόρυ ἐκπερισπασμὸς ἀπὸ τῶν ἔμπροσθεν ἐπὶ τὰ εὐώνυμα μέρη , ὁ

Back