αἴσθησιν ἔχειν τὸ ζῶον ἐνδέχεται : ἅπαν γὰρ σῶμα ἔμψυχον ἁπτικόν . τὰ μὲν οὖν ἄλλα στοιχεῖα ἔξω γῆς αἰσθητήρια
ἁπάσης αὐτὸ ἁπτῆς ποιότητος ἀμοιρεῖν : σῶμα γάρ ἐστι τὸ ἁπτικόν , εἴρηται δέ , ὅτι σώματος ᾗ σῶμα ποιότητές
6568743 ἀκροτας
φύσιν , αἴκα ἀγαθὸς γένηται : ἁ γὰρ ἑκάστω ἀρετὰ ἀκρότας καὶ τελῃότας ἐστὶ τᾶς ἑκάστω φύσιος : οἷον ἁ
δέοντος : διόπερ καὶ ἀκρότας καὶ μεσότας εὐθέως ἐντί : ἀκρότας μέν , διότι τῶ δέοντος ἔχεται : μεσότας δέ
6467009 Βαλλα
κατὰ τὰς εὐχὰς Ῥαχήλ . Ἡ δὲ μήτηρ μού ἐστι Βάλλα , θυγάτηρ Ῥωθέου , ἀδελφοῦ Δεβόρρας , τῆς τροφοῦ
γεῦσις , ἣ αἰτία τῆς τῶν ζῴων διαμονῆς ἐστι : Βάλλα δὲ ἑρμηνεύεται κατάποσις : ἐκ ταύτης οὖν γίνεται ὁ
6373482 ἐντεταμενας
καὶ τὰς εἰκόνας αὐτῶν ἀνατιθέναι τοὺς πλείστους ἐν τοῖς ἱεροῖς ἐντεταμένας καὶ τῇ τοῦ τράγου φύσει παραπλησίας : τὸ γὰρ
καὶ τὰς γεφύρας εὗρον διαλελυμένας , τὰς ἐδόκεον εὑρήσειν ἔτι ἐντεταμένας , καὶ τούτων οὐκ ἥκιστα εἵνεκεν ἐς τὸν Ἑλλήσποντον
6360151 ἰνωδης
. Δεῖ τοίνυν εἰδέναι , ὡς ἡ τῶν μυῶν οὐσία ἰνώδης ἐστὶ καὶ σαρκώδης . καὶ διὰ μὲν τοῦ σαρκώδους
παχεῖα καὶ λεία καὶ σαρκώδης , ἡ δὲ λεπτὴ καὶ ἰνώδης . διόπερ ἀπορήσειεν ἄν τις εἰ ῥίζας τὰς τοιαύτας
6266255 ἀμεγεθες
ὄνομα , ἀλλ ' ἔστι τι ὑποκείμενον κἂν ἀόρατον κἂν ἀμέγεθες ὑπάρχῃ . Ἢ οὕτως οὐδὲ τὰς ποιότητας φήσομεν οὐδὲ
γίνεται , εἰ ἔστι μέγεθος ἀδιαίρετον : ἔσται γὰρ μέγεθος ἀμέγεθες . ὥστε καὶ ἡ μνήμη νῦν εὔλογος τοῦ ἐκ
6241513 αἰγιλωψ
[ ιεʹ . Πρὸς τοὺς αἰγίλωπας . ] Ὁ μὲν αἰγίλωψ ἀπόστημά ἐστι σμικρὸν μεταξὺ τοῦ μεγάλου κανθοῦ καὶ τῆς
ἰσχυρῶς ἕλκει . Ἀβρότονον κεκαυμένον , ἀγαρικόν , ἀδίαντον , αἰγίλωψ , ἀκαλήφης ὁ καρπὸς καὶ τὰ φύλλα ἱκανῶς ,
6196936 λαψοντες
τὰς στενὰς καὶ περιμήκεις : ἐξ οὗ καὶ Ὅμηρος : λάψοντες γλώσσῃσιν ἀραιῇσιν μέλαν ὕδωρ . * εἰνὰς δ '
. πεποιημένον , ὡς τὸ τετριγῶτας καὶ κελαρύζει , καὶ λάψοντες γλώσσῃσι . Περίφρασίς ἐστι φράσις πλείοσι λέξεσι παριστάνουσα μετ
6196312 στενουσιν
στρατιῶται γεγηρακότες , τὰ παλαιὰ σφῶν αὐτῶν ᾄδουσαι τοῖς παροῦσι στένουσιν , ἡμῖν δὲ ἐφάμιλλα τοῖς ᾀδομένοις τὰ ὁρώμενα ,
ἐν οἷς ποιοῦμεν λυπήσωμεν : ὡς νῦν γε εἰσὶν οἳ στένουσιν , ὧν αὐτὸς ᾐσθόμην , καὶ οὔ σε ἀποκρύψομαι
6192279 γλυκυριζης
, μήκωνος σπέρματος ⋖ δʹ , τραγακάνθης , κρόκου , γλυκυρίζης ἀνὰ ⋖ δʹ , σμύρνης ⋖ βʹ : ἀναλάμβανε
δὲ ἐμπύους ἡ ἔσδρα μεγάλως ὠφελεῖ καὶ ὁ χυλὸς τῆς γλυκυρίζης μετὰ χρυσιατικοῦ . Ἡ καρδία οὔτε φλεγμονὴν , οὔτε
6172158 ἱμαντωδες
, καμπτόμενος , ἀπὸ τῶν λύγων : λύγος δὲ φυτὸν ἱμαντῶδες : δίδη μόσχοισι λύγοισιν : ἐν Γοργίᾳ : „
τὸ τριχῶν γένος ἐν τῷ δέρματι πέφυκεν , συγγενὲς μὲν ἱμαντῶδες ὂν αὐτοῦ , σκληρότερον δὲ καὶ πυκνότερον τῇ πιλήσει
6163857 διακριτικη
μονὴν ἐπ ' ἀμφοτέρων τῶν συνδέσμων : αὕτη γὰρ ἦν διακριτικὴ τῆς ἀφαιρέσεως καὶ τῆς ἀποκοπῆς , ἐπεί , εἰ
διακριτικήν τε καὶ τὴν πρὸς ἐξαιμάτωσιν : ἡ μὲν οὖν διακριτικὴ πᾶν ὅσον ἀτέραμνον καὶ δυσκατέργαστον εἰς τὸ παρακείμενον χολῆς
6158735 ἀποχη
τε μέλανοϲ καὶ κρεῶν πλήθουϲ καὶ πάντων ἁπλῶϲ τῶν παχυχύμων ἀποχὴ καὶ τῶν ἄγαν θερμῶν καὶ δριμέων , ὑδρογάρων φημὶ
οὖν ταῖς κατὰ τὴν δίαιταν καταλλήλοις χρηστέον ὑδροποσίαις : κρεῶν ἀποχὴ καὶ συνουσίας ἀφροδισίων . ἀλειμμάτων δὲ παραλήψεις γενόμεναι παρ
6147910 τελειοτας
ἁ μὲν τῶ ὀφθαλμῶ τᾶς τῶ ὀφθαλμῶ φύσιος ἀκρότας καὶ τελειότας : ἁ δὲ τῶ ἀνθρώπω τᾶς τῶ ἀνθρώπω φύσιος
Πυθαγορείου Μεταποντίνου ἐκ τοῦ Περὶ ἀρετῆς . Ἀρετά ἐντι ἀνθρώπω τελειότας φύσιος ἀνθρώπω . ἕκαστον γὰρ τῶν ἐόντων τέλειον καὶ
6141382 πνευματωδες
μεταβάλλον ἐξαμελούμενον εἰς τὸν ἕρπυλλον . ἔστι δὲ πολύχυτον , πνευματῶδες , τῷ δὲ πνεῖν τρέπει τὰ θηρία . ἢ
καὶ σπέρμα δυνάμει . Ἐπειδὴ τοίνυν θερμὸν καὶ ὑγρὸν καὶ πνευματῶδες ὂν τὸ σπέρμα ταχέως ἀπόλλυσι τὴν δύναμιν , ὅταν
6137094 βουκεντρον
ἀλλὰ πρὸς τὸν καρπὸν ἀπέκλινε . ὅρπηκα : λέγει τὸ βούκεντρον . ἔνδρυον ἑλκόντων μεσάβων : διὰ τὸ εἶναι τὸ
ὁ βουνός ; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . βουπλήξ : βούκεντρον . βούπρῳρος : θυσία τις ἐξ ἑκατὸν προβάτων καὶ
6134726 ἀμειψεις
γίγνοιτο λόγῳ . αἱ μὲν γὰρ τῶν ? ? ἀρχόντων ἀμείψεις δειναὶ μεταποιεῖν ? καὶ ἐξαλλάττειν τό τε συνεχὲς τῆς
ἡ μὲν ἀριθμητικὴ πρὸς λογισμοὺς καὶ διανομὰς καὶ συνεισφορὰς καὶ ἀμείψεις καὶ κοινωνίας , ἡ δὲ γεωμετρία πρὸς στρατοπεδεύσεις πόλεών
6092836 αὐτοτελων
δὲ τὸ ἔχειν τι σημαντικὸν μέρος διακρίνει τὸν λόγον τῶν αὐτοτελῶν αὐτοῦ μερῶν , ὀνόματός τε καὶ ῥήματος , διότι
περιέχοντος . ἀλλὰ τοῦτο μὲν καθόλου περὶ πασῶν εἴρηται τῶν αὐτοτελῶν ἀποφάνσεων , ἐπὶ δέ γε τῶν μετὰ τρόπου λεγομένων
6086065 σαρκοφαγοι
ἡμίονοι . λάβραξ . Ἀριστοτέλης φησὶν ὅτι μονήρεις εἰσὶ καὶ σαρκοφάγοι . γλῶσσαν δ ' ἔχουσιν ὀστώδη καὶ προσπεφυκυῖαν ,
ἃς οἱ ποδαγρικοὶ τοὺς πόδας ἐντιθέντες ὠφελοῦνται , καὶ σοροὶ σαρκοφάγοι γίνονται . ἰσχναίνει καὶ τὰ πολύσαρκα καὶ παχέα σώματα
6085989 Σελευκις
καὶ τῆς Σελευκείας Σελευκεῖς καὶ Σελευκεύς καὶ Σελευκηνός , καὶ Σελευκίς ἡ χώρα . ἔστι καὶ ποτηρίων εἶδος Σελευκίς ,
δὲ καὶ Κοίλης Συρίας εἴκοσι , Παλαιστίνης δὲ ἡ νῦν Σελευκίς . βασιλεῖς ἐνικήθησαν Τιγράνης Ἀρμένιος , Ἀρτώκης Ἴβηρ ,
6085592 ἀπαθεσι
περιτέμῃς τὸ σεσηπός , τὴν οἷον ῥίζαν αὐτοῦ συνημμένην τοῖς ἀπαθέσι καίειν , ὡς ἐπὶ τῶν αἰδοίων εἰώθαμεν ἐργάζεσθαι πολλάκις
αἵματος ἐπὶ τοὺς διῃρημένους τόπους γίνεσθαι . ἐν δὲ τοῖς ἀπαθέσι τόποις πολλῶν ἀνεστομωμένων ἀρτηριῶν τε καὶ φλεβῶν εἰς τοὺς
6084908 στρυφνοτης
. ἔστι δὲ τὰ τοιάδε οἷον γλυκύτης καὶ πικρότης καὶ στρυφνότης καὶ πάντα τὰ τούτοις συγγενῆ , ἔτι δὲ καὶ
χυμὸς ὀνομάζεται . εἰσὶ δὲ ποιότητες ὀξύτης , αὐστηρότης , στρυφνότης , δριμύτης , ἁλυκότης , γλυκύτης , πικρότης .
6073436 Σεμνων
δείπνων σχὼν τὴν προσηγορίαν . . . . : τῶν Σεμνῶν Ἀθήνησιν καλουμένων θεῶν τὰς μὲν δύο Σκοπᾶς ἐποίησεν ἐκ
. ἱδρύσατο δὲ καὶ παρ ' Ἀθηναίοις τὸ ἱερὸν τῶν Σεμνῶν , ὥς φησιν Λόβων ὁ Ἀργεῖος ἐν τῶι Περὶ
6072140 ἀναπληρωσεις
' ὡς ἐνέργεια τῆς φύσεως . κατὰ συμβεβηκὸς δὲ αἱ ἀναπληρώσεις καὶ ἀποκαταστάσεις , αἵ εἰσιν εἰς τὴν φύσιν ἡδεῖαι
καὶ οἱ κάμνοντες καὶ οἱ παρὰ φύσιν διακείμενοι διώκουσιν : ἀναπληρώσεις γάρ εἰσι πᾶσαι . συναπτέον δὲ οὕτως τὴν λέξιν
6067104 ἡγεμονις
τῷ μεσαιτάτῳ τῶν ἀκρεμόνων ἱδρυμένην , ὑφ ' ὧν οἷα ἡγεμονὶς ὄντως ἐν κύκλῳ δορυφορεῖται . τοιαύτην δ ' ἔχει
ἁρμονίας ἀποτελεῖ , σχεδόν τι τῆς κατὰ μουσικὴν ὀργανοποιίας ἁπάσης ἡγεμονὶς οὖσα . . . § : κατά τε μουσικὴν
6045789 κριτικη
κριτική ἐστιν ὀξέος καὶ βαρέος φθόγγου : ἡ δὲ ὄσφρησις κριτικὴ εὐωδῶν καὶ δυσωδῶν ὀσμῶν καὶ τῶν μεταξύ , ἐκ
καὶ μόνῃ τῇ λογικῇ ψυχῇ πρόσεστι δύναμις ὢν ἐπιστατικὴ καὶ κριτικὴ τῶν ἀλόγων αὐτῆς μερῶν ἢ δυνάμεων : ὥστε οὐδὲ
6032354 ἐπιφυσεις
περισκάψαι καὶ γυρῶσαι φυτὸν ἢ βαθῦναι τάφρον ἢ τὰς περιττὰς ἐπιφύσεις ἀποτεμεῖν ἤ τι τῶν ὁμοιοτρόπων ἐργάσασθαι , τὰ δ
εἶναι . ἔνιοι δ ' ἐπιμυλίδας φασὶν εἶναι τὰς πλατείας ἐπιφύσεις . ἐπιγουνὶς δὲ τὸ ἀνώτερον μέρος τοῦ γόνατος ,
6028470 ἀνεστελλε
τοὺς εὐθέτους τόπους καὶ βέλη παντοδαπὰ καὶ τοὺς ἀγωνιζομένους ἐπιστήσας ἀνέστελλε τοὺς ἐπὶ τῶν ἐπάλξεων ἀντιτεταγμένους . ἅμα δὲ τούτοις
καὶ ἀναιρεῖ αὐτόν . ἁμαρτάνοντι ἐπέπληττε καὶ ἀδικοῦντα ἤλεγχε καὶ ἀνέστελλε τοῦ ἀδικεῖν πατρικῇ ναὶ μὰ τὸν ὁ γενναῖος τῇ
6025962 ῥηγνυσθαι
γὰρ εἶναι συνεστηκότα τε μάλιστα καὶ ἥκιστα τεμνόμενα δακρυρροεῖν καὶ ῥήγνυσθαι . Μεθ ' ἡλίου δὲ τροπὰς καὶ μετὰ ζεφύρου
ἔν τε γὰρ τοῖς αὐχμοῖς , ὥσπερ εἴρηται , ξηραινομένην ῥήγνυσθαι καὶ ὑπὸ τῶν ὑδάτων ὑπερυγραινομένην διαπίπτειν . . .
6021877 Μεταβολη
ἢ βαρυτονεῖν ἢ μέσῳ τῷ τῆς φωνῆς τόνῳ κεχρῆσθαι . Μεταβολὴ δὲ λέγεται τετραχῶς : καὶ γὰρ κατὰ γένος καὶ
: ῥόαι δὲ πικραὶ διαμένουσι καί τινα πλείω χρόνον . Μεταβολὴ δ ' εὐλόγως τῶν καρπῶν ἐκπεττομένης μᾶλλον τῆς τροφῆς
6019382 ἀρσις
οὐδὲν ὑστερεῖ , πλὴν τῆς νεφέλης καὶ τοῦ ὕδατος ἡ ἄρσις , ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν οὐδὲν ἄλλο ἐστὶ τὸ προσδοκώμενον
εἰσφερομένων ἀντιγράφεται . . . ἀνταρσία : ἡ ἐξ ἐναντίας ἄρσις . . . ἀντιλαχεῖν : τὸ δίκην ἐπὶ διαιτητοῦ
6014215 Διαφοραι
καὶ ἄκνισον . Οὗτος μὲν οὖν καθόλου τις διορισμός . Διαφοραὶ δὲ πολλαὶ καὶ τῆς γῆς καὶ τῶν δένδρων ,
αἰδοίοις ὑπεροχὰς στυπτηρία σχιστὴ μετὰ χαλκάνθου καὶ σμύρνης στακτῆς . Διαφοραὶ τῶν μαλαγμάτων εἰσὶν αἱ μέγισται τρεῖς : τὰ μὲν
6013055 δοχειον
χειμῶνος ὥραν ἐχλιαίνετο , εἰ μὴ ἡ γῆ πυρὸς ἦν δοχεῖον καὶ οἰκητήριον ; πόθεν δὲ τὰ ἀειθαλῆ τῶν δένδρων
, ἀποκλείσαιμι . λοφεῖον ⌈ λέγεται τὸ στρογγύλον τοῦ ἐσόπτρου δοχεῖον καὶ . . . περικεφαλαίας . λόφος πᾶν τὸ
6008422 αἰθαλη
δὲ ἀπὸ κρεῶν καιομένων : λιγνὺς , ἀπὸ αἰλαιωδῶν : αἰθάλη ἀπὸ ἀσβέστου : καπνός . μαπία , σπονγγίστρα ,
πύλης ἐπιτίθου ἐπ ' ἀνθράκων , ἕως οὗ ἔλθῃ ἡ αἰθάλη . Ὁμοίως καὶ τὴν σανδαράχην ποίει . Σὺ μὲν
6004109 νοσωδων
' ἐγώ , τυγχάνει οὐδὲν διαφέροντα τῶν ὑγιεινῶν τε καὶ νοσωδῶν , ὡς ἐκεῖνα ἐν σώματι , ταῦτα ἐν ψυχῇ
τοιαῦτα καὶ ἔστιν , ὡς ἄρα καὶ τῶν ὑγιεινῶν καὶ νοσωδῶν ἡ ἐπιστήμη ὑγιεινὴ καὶ νοσώδης καὶ τῶν κακῶν καὶ
5998037 συστασιος
, “ νοῦν τε καὶ στάθμαν ἀκλινεστάταν τὸν ἀριθμὸν ὑπεῖμεν συστάσιός τε καὶ γενέσιος τῶν πάντων : ” Φιλόλαος δὲ
ἐσέλθῃ , διεκίνησε καὶ διώῤῥωσε τὸ αἷμα ἐκ τῆς ἐωθυίης συστάσιός τε καὶ κινήσιος , καὶ διεθέρμηνε : διαθερμανθὲν δὲ
5995139 ἀναλογουσα
γραμματικῇ τε καὶ μουσικῇ . λύρα μὲν γὰρ ἡ ἑπτάχορδος ἀναλογοῦσα τῇ τῶν πλανήτων χορείᾳ τὰς ἐλλογίμους ἁρμονίας ἀποτελεῖ ,
, ἀλλὰ καὶ ἡ σὰρξ αἰσθητική : καὶ ἔστω μὲν ἀναλογοῦσα τῷ ἀέρι ἐπὶ τῆς ὄψεως μεταξὺ τοῦ κυριωτέρου αἰσθητηρίου
5990841 ὀροβοειδεις
ἐστι τὸ κακόν . εἰ δὲ πέψις μὲν ᾖ καὶ ὀροβοειδεῖς ὑποστάσεις ἐκκρίνει τῶν νεφρῶν τὸ πάθος δηλοῖ . Τί
ἱκανῶς διώρισται . Ὅταν δ ' ἡ σὰρξ τήκηται , ὀροβοειδεῖς ὑποστάσεις γίνονται , ὁρίζονται δὲ ταῦτα πέψει τε καὶ
5969694 βαθυτερας
ἀπὸ τῆς τάφρου , τὸ μὲν βάθος οὔσης πεντήκοντα ποδῶν βαθυτέρας , τὸ δὲ πλάτος κατὰ λόγον τοῦ βάθους ,
ἀράχνια τὰ ἐν τοῖς δοκοῖς τὰ λευκά . τὰς δὲ βαθυτέρας ἐπιρρήξεις ἐνάλειφε στέατι βοείῳ ἢ αἰγείῳ ἢ μυελῷ βοείῳ
5957135 ἡμιτονιαιον
διάτονον . ἁρμονία μέν ἐστιν , ἐν ᾗ τὸ πυκνὸν ἡμιτονιαῖον . αὕτη δέ ἐστι μονοειδής . χρώματος δὲ εἴδη
τινος βαρυτέρου φθόγγου ἐπὶ τὸν ἑξῆς ὀξύτερον μεταβῇ τὸ λεγόμενον ἡμιτονιαῖον διάστημα ποιησαμένη κἄπειτ ' ἀπ ' αὐτοῦ τόνον διαστήσασα
5950138 πολυποδων
τε πρόχουν κέγχρων τε χύτραν βολβῶν τε σιρὸν δωδεκάπηχυν καὶ πολυπόδων ἑκατόμβην . τούτων δ ' ἔσται πολὺ σεμνότερον παρὰ
αἱ ταύταιϲ ἐναντίαι , μάλιϲτα δὲ τευθίδων καὶ ϲηπιῶν καὶ πολυπόδων νάρκηϲ τε καὶ τῶν ϲελαχίων ἐδωδὴ καλῶϲ ἂν ἁρμόϲοι
5934588 κυλινδουμενον
γραφὴν ἐπιδεῖξαι κελεῦσαι , καὶ τὸν ἵππον ἔμπαλιν κείμενον ὀφθῆναι κυλινδούμενον . Ἡδὺς εἶ , ἔφην , Θερσαγόρα , ἂν
ἐπὶ σμικροῦ σκίμποδος θλιβόμενον ὑγιαίνειν ἄμεινον ἢ ἐπὶ πλατείας κλίνης κυλινδούμενον νοσεῖν , οὕτω καὶ ἐν μικρᾷ περιουσίᾳ βέλτιον συστελλόμενον
5934576 γεννητικαι
μὲν σάρκες , ὅταν καλῶς πεφθῶσιν , αἵματός εἰσιν ἀρίστου γεννητικαί , μάλιστα τῶν εὐχύμων ζῴων , ὁποῖόν ἐστι τὸ
χρονίσασαι δ ' ἐν τῇ γαστρὶ κακόχυμοι γίνονται καὶ φθειρῶν γεννητικαί : μετὰ δὲ καρύων ἐσθιόμεναι κάλλιστόν ἐστιν ἔδεσμα :
5934207 ὑποδιαιρεσις
θεωρητικόν , ὁρμητικόν , πρακτικόν : τούτων δ ' ἑκάστου ὑποδιαίρεσις . Τοῦ γὰρ περὶ τὴν θεωρίαν τῆς καθ '
σφαλλώμεθα . ἔστι δὲ καὶ τῶν πέντε μερῶν τῆς ἰατρικῆς ὑποδιαίρεσις ἑκάστου . φυσιολογικὸν μὲν οὖν ἐστιν αὐτῆς μέρος ,
5926462 ὀστρεον
ἐν τῷ περὶ ζῴων ὄστρεα , φησίν , πίνη , ὄστρεον , μῦς , κτείς , σωλήν , κόγχη ,
. εἰ δὲ μὴ ἔχουσι τὸ ΛΕ , προπαροξύνονται : ὄστρεον ὄρνεον δένδρεον . τὸ δὲ ὀστέον παροξύνεται ὡς δισύλλαβον
5925982 Ἀττις
Δημοσθένης : ” κατάρχεις τοῖς Σάβοις : Ἄττις Ὕις , Ἄττις ” . Θεόπομπος Καπήλισι : „ κολάσομαι γ '
, τοῦτο γάρ ἐστιν ὁ πῖλος . Ἐρᾷ δὲ ὁ Ἄττις τῆς Νύμφης : αἱ δὲ Νύμφαι γενέσεως ἔφοροι ,
5921792 μελῳδουμενων
μέσον κοινός , διάζευξις δ ' ὅταν δύο τετραχόρδων ἑξῆς μελῳδουμένων ὁμοίων κατὰ σχῆμα τόνος ᾖ ἀνὰ μέσον . ὅτι
τὸν δὲ τόνον ἐπόγδοον . τῶν δὴ παρὰ τοῖς κιθαρῳδοῖς μελῳδουμένων τετραχόρδων πεποιήσθω πρῶτον τὸ ἀπὸ νήτης μέχρι παραμέσης διὰ
5920830 μεγαλοπρεπων
ἔπειθ ' ὥσπερ τὰ μειράκια καταβὰς ἀπὸ τῶν γενναίων καὶ μεγαλοπρεπῶν ὀνομάτων τε καὶ σχημάτων ἐπὶ τὰ θεατρικὰ τὰ Γοργίεια
, προσεπιθεασώμεθα . ὅτι μὲν τοίνυν ἡ τῶν κυρίων καὶ μεγαλοπρεπῶν ὀνομάτων ἐκλογὴ θαυμαστῶς ἄγει καὶ κατακηλεῖ τοὺς ἀκούοντας καὶ
5912120 ἐμβαλλομεναι
ϲυμπέττουϲι δὲ καὶ τοὺϲ ϲκληροὺϲ καὶ ἀπέπτουϲ ὄγκουϲ ἅπανταϲ , ἐμβαλλόμεναι τοῖϲ καταπλάϲμαϲιν . ἰϲχυροτέρα δὲ πρὸϲ ἅπαντα ταῦτα ἡ
ἢ πληροῦσθαι ὑπὸ τοῦ ἄξονος : ἐλήλαται δὲ ταῖς χοινικίσιν ἐμβαλλόμεναι . ἢ πασσαλίσκοι κωλύοντες ἐξιέναι τὸν τροχόν . ἐπίσωτρα
5911508 ἀκονη
. ἐστὶ δὲ καὶ γένος λίθου φάγρος . ἡ γὰρ ἀκόνη κατὰ Κρῆτας φάγρος , ὥς φησι Σιμίας . χάνναι
. ὃ δοκῶ περὶ τῶν ἀνδρῶν , τοῦτό μοι ἡ ἀκόνη ἡ παροξύνουσα καὶ παρορμῶσα . δόξαν ἔχω ἕως ἔτικτεν
5902302 κυδωνιᾳ
, ῥάβδους τετραγώνους καὶ ὑπολεύκους ἔχων , φύλλα δὲ μηλέᾳ κυδωνίᾳ ἐοικότα , ἐπιμηκέστερα δὲ καὶ μικρότερα καὶ τραχέα λεληθότως
, ἀκάνθας ἀγκιστροειδεῖς ἔχων ὡς βάτος , φύλλα δὲ στρογγύλα κυδωνίᾳ ὅμοια , καρπὸν δ ' οἷον ἐλαίας , ὃς
5902041 ὀργανοποιιας
καιρίαι . ταύτην τὴν κατασκευὴν ὁ Πασικράτης εἰσηγησάμενος κατηγόρησε τῆς ὀργανοποιίας ὡς ἀπράκτου : ἡ γὰρ ὅλη ἐνέργεια τοῦ ὀργάνου
τοῦ παλαιοῦ ζήλου παρὰ τοῖς ἀνθρώποις καὶ μάλιστα περὶ τὰς ὀργανοποιίας καὶ τὴν ναυτικὴν παρασκευήν . ἐξημερουμένων δ ' ἀεὶ
5897118 λεκτον
: τουτὶ μὲν γὰρ ἀξίωμά ἐστι , τὸ δὲ ἀξίωμα λεκτόν , τὸ δὲ λεκτὸν ἀσώματον . ἀνάπαλιν δὲ ἡ
τετάρτῃ , ὥστε ἄναρχον αὐτοῖς εἶναι τὴν ἀπόδειξιν τοῦ εἶναι λεκτόν . Καὶ ἄλλα δὲ πλείω ἔστιν εἰς τὸν τόπον
5896200 πυρεταινῃ
ὑποκλύσαι . Πρὸ δὲ τοῦ φαρμάκου τῆς πόσιος , ἢν πυρεταίνῃ , ἕωθεν μὲν διδόναι μελίκρητον ὑδαρές : τὴν δὲ
φλέγματος , ἀλλ ' ἢ ἀπὸ κόπου , ἢ ἄλλως πυρεταίνῃ , ὕδωρ θερμῆναι πολλὸν , ἔπειτα ὑπερχέων τὴν κεφαλὴν
5895281 ῥωσις
τοῦ σώματος ἰσχὺς ὑποφθίνει , τοσοῦτον ἡ τῆς διανοίας αὔξεται ῥῶσις . Τίνα τοίνυν παρεισελθὼν ὁ νοῦς ἐξεπαίδευσε τὸν Τηλέμαχον
γὰρ πόνῳ πραΰνεται πόνος , καὶ ὑγεία , ἔτι δὲ ῥῶσις καὶ θρέψις γίνεται σωμάτων διὰ πόνων , τέχνας τε
5894233 ἀποστιλβει
. Ἐκεῖνο γάρ ἐστιν ὁ χρυσός , τὸ λαμπρὸν ὃ ἀποστίλβει , τὸ ὕπωχρον μετ ' ἐρυθήματος ; νῦν γὰρ
δὲ λυχνῖτις ζώνη στυλοῦται πέζαν ἴωνι τύπωι ῥάβδου κοίλης ἔντος ἀποστίλβει δὲ συηνὶς στικτὴ πρὸς πτέρναις : κίονος ἥδε θέσις
5891543 ὀστρεου
νήσωι σάλον ἐχούσηι πολύν , καθάπερ φησὶν ὁ Πλάτων , ὀστρέου τρόπον ἐνδεδεμένη τῶι σώματι διὰ τὸ μὴ ἀναφέρειν μηδὲ
ὀστρείοισιν ὁμοίη . ὄστρεον δὲ ὡς ὄρνεον Πλάτων Φαίδρῳ : ὀστρέου τρόπον δεδεσμευμένοι . αἱ δὲ πελωρίδες ὠνομάσθησαν παρὰ τὸ
5890948 τοποισι
ἐπιγενομένων , συντομώτερον . Ὅσα δὲ τῶν ἀλγημάτων ἐν τοῖσι τόποισι τούτοισι μὴ παύσηται μήτε πρὸς τὰς ἀναπτύσιας , μήτε
πομπὸν δέ με χωρεῖν , ἵν ' εἰ μὲν ἐν τόποισι τοῖσδ ' ἔχεις τὰς παῖδας ἡμῶν , αὐτὸς ἐκδείξῃς
5890582 ὑπερτελειοι
ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀνδρείους , οἵτινες καλοῦνται τέλειοί τε καὶ ὑπερτέλειοι , καὶ τοὺς κιθαριστηρίους δὲ καὶ τοὺς δακτυλικούς .
αὕτη : τῶν ἀριθμῶν οἱ μέν εἰσι τέλειοι οἱ δὲ ὑπερτέλειοι οἱ δὲ ἐλλιπεῖς , οἵτινες καὶ ἀτελεῖς καλοῦνται .
5889462 κοινοτητας
γαμηλίῳ κρατῆρι ποτὲ καὶ τὴν γενέθλιον σπονδὴν συνάψωμεν . Τὰς κοινότητας τῶν ὑποθέσεων ἰδίας αἱ μεταχειρίσεις ἐργάζονται . διὸ καὶ
σκοποί . Κεφ . λγʹ . Παρεισήγαγον δὲ τὰς εἰρημένας κοινότητας , οὐκ ἔχοντες ἐν τοῖς πράγμασι διεξαγωγήν . ἐπεὶ
5887334 στενοτερος
Βοσπόρῳ καὶ ἀναμεταξὺ Καλχηδόνος καὶ Βυζαντίου πορθμὸς τοῦ Ἀνάπλου καλουμένου στενότερος ὑπάρχει περὶ τὰς Κυανέας πέτρας ὑπὲρ τοὺς ἄλλους πορθμοὺς
δύο χόνδρων τούτων διττὴν ἐργάζεσθαι διάρθρωσιν . ἔστι δὲ καὶ στενότερος ταύτης τῆς κάτω βάσεως ὁ δεύτερος χόνδρος , ὥστε
5886776 ὑπνοποιος
ὑστέρας , Φιλουμένου πʹ . Πεσσὸς ἀνώδυνος παʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς ἀνώδυνος , σκληρίας πάσης μαλακτικὸς πβʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς
Πεσσὸς ὑπνοποιὸς ἀνώδυνος , σκληρίας πάσης μαλακτικὸς πβʹ . Πεσσὸς ὑπνοποιὸς πρὸς φλεγμονὰς πγʹ . Πεσσὸς πρὸς φλεγμονὰς καὶ παρεγκλίσεις
5886557 ἀθυτων
δὴ καὶ τῶν ἀγαθῶν ἀνδρῶν ἄξιόν ἐστιν ἐπιμνησθῆναι οὓς οὗτος ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ὄντων τῶν ἱερῶν ἐκπέμψας ἐπὶ τὸν πρόδηλον
. Ἀμεινιάδης ] οὗτος μάντις ἦν Ἀθηναῖος . . . ἀθύτων καὶ ἀκαλλιερήτων ] ἐκ παραλλήλου . . . .
5885214 Βουτουν
φασι εἶναι ἱρούς . Ἔστι δὲ χῶρος τῆς Ἀραβίης κατὰ Βουτοῦν πόλιν μάλιστά κῃ κείμενος , καὶ ἐς τοῦτο τὸ
, ἐπενόεε τείσασθαι τοὺς διώξαντας . Πέμψαντι δέ οἱ ἐς Βουτοῦν πόλιν ἐς τὸ χρηστήριον τῆς Λητοῦς , ἔνθα δὴ
5882473 φραγμοις
οὐ πόρρω θαλάσσης . Δρακοντία μεγάλη φύεται ἐν συσκίοις καὶ φραγμοῖς . καυλὸν δ ' ἔχει λεῖον , ὀρθόν ,
τὸ ὑπὸ αἱμασιῶν περιεχόμενον αἱμασιὰν καλοῦσιν . αἱμασιαῖς : τοῖς φραγμοῖς κυρίως τοῖς ἠκανθωμένοις . αἱματοπώτης : οἱ Ἀττικοὶ μηκύνοντες
5881870 Πυτια
δυνάμεως γὰρ ἐπισπαστικῆς τε καὶ διαφορητικῆς ἐστιν ἡ ζύμη . Πυτία πᾶσα δριμείας ἐστὶ καὶ λεπτυντικῆς καὶ διαφορητικῆς δυνάμεως καὶ
ἀμυγδάλαιϲ πικραῖϲ ἀνάγει μὲν μᾶλλον , ἧττον δὲ πέττει . Πυτία Γαληνοῦ . Πυτία πᾶϲα δριμείαϲ ἐϲτὶ καὶ λεπτυντικῆϲ καὶ
5879011 περιεσπασαν
διὰ τὴν ἀγωνίαν ἐποκειλάντων οἱ Ῥόδιοι ταχέως τὰ μὲν ἀκροστόλια περιέσπασαν , ὕλην δὲ ξηρὰν καὶ δᾷδας ταῖς ναυσὶν ἐνέντες
ἀνέτρεψαν , καὶ τὸν κόσμον ὅσος ἦν περικείμενος , τοῦτον περιέσπασαν . εἶτα , ἀσελγέστατε , τοσοῦτοι ἐχθροὶ γεγενημένοι οὐκ
5878776 πολυκαρπια
ἐστι τὰ ὁρίζοντα πλῆθος καὶ καλλονὴν πίττης , οὐχ ἡ πολυκαρπία τῶν πευκῶν . Οἱ δὲ περὶ τὴν Ἴδην φασί
πρὸς τὴν νίκην . ὁμοίως δὲ καὶ τοὺς ἀνθρώπους ἡ πολυκαρπία τρέφουσα τοῖς τε ἀναστήμασι τῶν σωμάτων καὶ τοῖς ὄγκοις
5875989 κορυμβος
ὀξὺ λῆγον . ἐκαλεῖτο δὲ τοῦτο ἐπ ' ἀνδρῶν , κόρυμβος δὲ ἐπὶ γυναικῶν , σκορπίος δὲ ἐπὶ παίδων .
' αὐχένι σάρκες : σφαιρωτὸς δ ' ἐφύπερθε μετήορος ὕψι κόρυμβος . ξείνη δ ' ἐν κεράεσσι φύσις κείνοισι τέτυκται
5874388 Λιπαρας
καὶ ἔρημος : ὠνόμασται δ ' ὅτι μάλιστα τοῖς εἰς Λιπάρας ἐκ Σικελίας πλέουσιν εὐώνυμός ἐστι . πολλάκις δὲ καὶ
καλούμεναι Πελωρίδες ὠνομάσθησαν , τεῦτλον ἐξ Ἄσκρης , μαινίδες ἐκ Λιπάρας , γογγύλαι ἐκ Μαντινείας , Μηθυμναῖοι κτένες , γαλεὸς
5874168 στεγνοτερον
. στεγανὸς ὁ σκεπασμένος : λέγεται δὲ στεγανὸν καὶ τὸ στεγνότερον : καὶ στεγανόποδες ὄρνιθες : οἱ ἐν ὕδασι διατρίβουσι
, τὰς δὲ ἀμυδρόν , καὶ τῶν ἀμυδρὸν τὰς μὲν στεγνότερον , τὰς δὲ ῥοωδέστερον . ταῖς μὲν οὖν στεγνότερον
5871127 Μνημοσυνη
μὲν νοητικὸν δίδωσιν ὁ Ζεύς , τὸ δὲ μνημονευτικὸν ἡ Μνημοσύνη . σφέτερον : καταπεφρόνηκε τῶν ἀντωνυμιῶν : δεύτερον γὰρ
μνημονικὸν τὸν παιδευθησόμενον : ὧν τὸ μὲν μνημονευτικὸν δίδωσιν ἡ Μνημοσύνη , τὸ δὲ νοητικὸν ὁ Ζεύς . . Μοῦσαι
5869256 Καλλιστον
κηρία . Τὸ προοίμιον ἀπὸ τῆς πατρίδος τοῦ νικητοῦ . Κάλλιστον αἱ μεγαλοπόλιες Ἀθᾶναι ] * Αἱ Ἀθῆναι , φησίν
, καὶ λιβανωτοῦ φλοιὸν , καὶ τὰ τούτοις ὅμοια . Κάλλιστον δὲ καὶ τοῦτο ᾧ ἐχρήσατο Ἀρχιγένης πρὸς τοὺς αἱμοῤῥαγοῦντας
5868679 τριπλευρων
ΕΘ λοιπῇ τῇ ΕΞ ἴση , γενήσονται δὲ καὶ δύο τριπλεύρων ὁμοίων τῶν ΕΗΘ καὶ ΕΚΞ αἱ δύο μὲν πλευραὶ
τῇ ΚΕ , δοθέν ἐστιν ἑκάτερον τῶν ΓΔΚ , ΕΖΚ τριπλεύρων : ὥστε καὶ ἑκατέρα τῶν ΓΔ , ΡΔ δοθεῖσά
5865070 ϲυκαμινου
δὲ ἑκάτερα πηλῷ ἢ βολβίτῳ καταχριόμενα ἢ ϲυκῆϲ ὀπῷ ἢ ϲυκαμίνου τοῖϲ φύλλοιϲ λείοιϲ ἢ μαλάχηϲ ἢ κριθίνῳ ἀλεύρῳ ϲὺν
χυλιζομένη δὲ ἡ ῥίζα κλύϲμα ϲυρίγγων ἄριϲτον γίγνεται μάλιϲτα προϲμιγνυμένου ϲυκαμίνου ὀποῦ καὶ μέλιτοϲ . καὶ καυθεῖϲα καὶ ξηρὰ ἐπιπαϲϲομένη
5864904 ὑσταται
Θετταλαὶ , Τὰς Εὔμηλος ἔλαυνε ποδώκεας , ὄρνιθας ὥς , ὕσταται πάντων ἐγένοντο ἐν τῷ τότε , καὶ ὁ Εὔμηλος
Ἴμβρου καὶ Λήμνου διέφυγον , τέσσαρες δὲ τῶν νεῶν αἱ ὕσταται πλέουσαι καταλαμβάνονται παρὰ τὸν Ἐλαιοῦντα . καὶ μίαν μὲν
5863970 Ἰδεα
τινὶ προσιόντες ἐπὶ κολακείᾳ . Ἰατρεύειν Πλάτων Πολιτείας δευτέρῳ . Ἰδέα ἡ μορφή . καὶ ἀπὸ τούτου ἰδέαι αἱ ὁδοὶ
ἀτόμους ἄμορφον . Οἱ Στωικοὶ σῶμα τὴν ὕλην ἀποφαίνονται . Ἰδέα ἐστὶν οὐσία ἀσώματος , αἰτία τῶν οἵα ἐστὶν αὐτή
5863950 τετραπλευρων
, ἐκεῖνα τὰ τετράπλευρα παραλληλόγραμμά ἐστιν , καὶ ἔτι ὧν τετραπλεύρων αἱ ἐπιζευγνύμεναι διαγώνιοι ἀμφότεραι δίχα τέμνουσιν τὰ τετράπλευρα ,
αἱ ἀπεναντίον πλευραὶ ἴσαι ἀλλήλαις εἰσίν , ἢ πάλιν ὧν τετραπλεύρων αἱ ἀπεναντίον γωνίαι ἴσαι ἀλλήλαις εἰσίν , ἐκεῖνα τὰ
5860982 πληρουντων
ἡλιώϲεωϲ καὶ ϲφοδρᾶϲ ψύξεωϲ ἀπεχέϲθωϲαν καὶ πάντων τῶν τὴν κεφαλὴν πληρούντων . Περὶ φθειριάϲεωϲ . φθειρῶν γένεϲιϲ ἐν τῇ κεφαλῇ
τινι τοιούτῳ σώματός τινος ἰκμάδα ἀφαιρουμένων , καὶ τοῦτο νοτίδος πληρούντων , ὥσπερ ἦν ἐκεῖνο τὸ σῶμα πρότερον διάβροχον .
5860624 ἐγκλινομενων
τό , δῆλον ὡς καὶ ὅ . Ἐδείχθη ὡς ἀπὸ ἐγκλινομένων οὐ παράγονται αἱ κτητικαί . καὶ οἱ ἀξιοῦντες οὖν
φωνῆς ἡ τοῦ ἄρθρου πρόσθεσις γίνεται , σαφὲς κἀκ τῶν ἐγκλινομένων καὶ κατὰ τὴν φωνήν , Δίωνος ἡ ἐκφώνησις μεγίστη
5854807 ἀντανηγον
ἐπὶ τὸν αἰγιαλὸν παρεβοήθουν , καὶ ἐπειδὴ πλήρεις ἦσαν , ἀντανῆγον πέντε καὶ ἑβδομήκοντα ναῦς : καὶ τῶν Συρακοσίων ἦσαν
. Τότε ὦν ἐπεὶ ἐπέπλεον οἱ Φοίνικες , οἱ Ἴωνες ἀντανῆγον καὶ αὐτοὶ τὰς νέας ἐπὶ κέρας . Ὡς δὲ
5854369 ξυουσι
. φλῶσι : Συντρίβουσι . . συντρίβουσι , θλίβουσι , ξύουσι . . τἀντικνήμια : Ταῖς ἄντζαις . . ἀντικνήμια
βότρυες δ ' ὑγραντικοὶ καὶ διαχωροῦνται . αἱ δὲ ῥοιαὶ ξύουσι μὲν τὸ ἔντερον , τῷ δὲ στομάχῳ οὐ κακαὶ
5852144 θερμαντικη
περιπεπηγὼϲ φορυτῷ τε καὶ καλάμοιϲ , δριμυτάτη δέ ἐϲτι καὶ θερμαντικὴ ἐγγὺϲ τοῦ καίειν ἔξωθεν προϲτιθεμένη ϲὺν ἄλλοιϲ : εἴϲω
ἔνιοι δὲ αὐτὴν ψευδοκινάμωμον ὀνομάζουϲιν . Κιρκέαϲ ἡ μὲν ῥίζα θερμαντικὴ καὶ εὐώδηϲ ἐϲτίν , ἥτιϲ ϲὺν οἴνῳ πινομένη ὑϲτέραϲ
5851493 Κεφαλαια
κεφάλαια ἐν ἑνὶ συλλέξαντες τῆς κατὰ μέρος διηγήσεως ὑπετάξαμεν . Κεφάλαια τοῦ περὶ πεζικῆς τάξεως . Αʹ . Ποῖα δεῖ
ἡ ἐπίδεσις , ὡς ἐν τῷ αὐτῷ σχήματι διαφυλάσσειν . Κεφάλαια σχημάτων , ἔθεα , φύσιες ἑκάστου τῶν μελέων :
5849917 καμπυλων
διὰ τῶν ἡμικυλίνδρων εὑρηκέναι , Εὔδοξος δὲ διὰ τῶν καλουμένων καμπύλων γραμμῶν . συμβέβηκε δὲ πᾶσιν αὐτοῖς ἀποδεικτικῶς γεγραφέναι ,
ὅσα τε ἑλικοειδῆ καὶ ὅσα κατὰ τὰς τομὰς ὑφίσταται εἴδη καμπύλων γραμμῶν . καὶ ἔοικεν τὸ μὲν σημεῖον εἰκόνα φέρειν
5843612 μνους
ἄχυρα καὶ χνοῦν , ἐν δὲ Δαναΐσι τῶν χειρῶν ἔργα μνοῦς ἐστιν . τὰ μὲν οὖν τυλεῖα καὶ τὰ κνέφαλλα
ποτὸν , καί μιν ἤν τις ἐπαφήσαιτο , μαλθακὸς ὡς μνοῦς ἐστιν , ἔστι δ ' ὅτε ἀντιτυπεύμενος : ἀερθεὶς
5842962 παραφυει
ἡ μὲν ἀπάπη γηράσαντος τοῦ πρώτου πάλιν ἄλλο καὶ ἄλλο παραφύει , καὶ τοῦτο ποιεῖ παρ ' ὅλον τὸν χειμῶνα
ἀνοιγόμενον δ ' ἐστὶ μέλαν καὶ ἐπίσαπρον . σπάνιον δὲ παραφύει καὶ λιθάριον κισσηροειδὲς ἐπὶ πλεῖον . ἔτι δ '
5842558 διαφθειρῃς
: τί σοι τάδε μυθολογεύω ; οὐ γὰρ μὴ σὺ διαφθείρῃς γ ' , οὐδ ' ἂν ἐπιθυμῇς . εἰ
χεῖρα ὀρέγων καὶ κοσμῶν οἰκοδομίαις τὴν πόλιν διατελεῖς , μὴ διαφθείρῃς πολλὰς καὶ λαμπρὰς εὐεργεσίας ἐν τῷ τελευταίῳ , μηδ
5841709 ψιττα
. ψιλοδάπιδας τὰς ψιλὰς καὶ μὴ μαλλωτὰς δάπιδας λέγουσιν . ψίττα : ποιμενικὸν ἐπίφθεγμα καὶ ψιττάζειν : τὸ ποιμενικῶς ἐπιφθέγγεσθαι
σκανθαρίζειν , ῥαθαπυγίζειν , πεντάλιθα , ψίττα Μαλιάδες ψίττα Ῥοιαί ψίττα Μελίαι , πλαταγώνιον , τηλέφιλον , κρίνα , σπέρμα
5840582 Πασας
' ἐπιβῆται ὕλης οὐρανίας τε καὶ ἀστερίας καὶ ἀβύσσου . Πάσας μὲν γὰρ ἔχει γλυκερὸς πόθος , ὥς κεν Ὄλυμπον
σοφὸς εὐτελείας ἀνέχεται . Πολλοῖς κακοῖσιν ἡ τύχη παρίσταται . Πάσας Προμηθεὺς τὰς γυναῖκας ἔπλασεν | κακάς . Πλὴν τῆς
5840387 θεωρητικας
ἀντιδιαιρεῖν χρὴ τὰς σταθερὰς καὶ τῶν ἀκινήτων εἰδῶν καὶ λόγων θεωρητικάς , καὶ τὴν τούτων πρὸς ἄλληλα τάξιν δυναμένων συλλογίζεσθαι
τοίνυν διατείνωσιν αἱ μαθηματικαὶ δυνάμεις καὶ ἐπὶ τὰς τῶν κινήσεων θεωρητικάς , θετέον καὶ ταύτας ὡς περιεχομένας ὑπ ' αὐτῆς
5838358 ἀκαταλληλος
χρόνου δηλωτικόν . γέγονεν δὲ καὶ παρὰ τὰς πτώσεις σχηματισμὸς ἀκατάλληλος : ἐπὶ μὲν γὰρ τῆς γενικῆς πτώσεως ἐξενήνοχεν τό
καὶ ἡ ΖΚ δ . Ζητῶ καὶ ἐνταῦθα καταλληλίαν : ἀκατάλληλος γάρ μοι δοκεῖ ὁ τοῦ ἐναντίου λόγος πρὸς τὸ
5836635 εὐχυμων
, οἷα καὶ αἱ ῥηθεῖσαι δυσκρασίαι , εὐπέπτων δὲ καὶ εὐχύμων τροφῶν προσφοραί , τοιαῦτ ' ἂν οὖρα ποιήσειεν οἷα
πλεῖόν γε βρωθέν , ἐὰν μή τις αὐτῷ τι τῶν εὐχύμων ἐδεσμάτων ἐπιφάγῃ , κινήσει πάντως ἔμετον . Οἱ μηλοπέπονες
5836016 ὑποστασεων
, κατοπτηθέντες δὲ καὶ συστάντες φαντασίαν τινὰ δεικνύουσι τῶν ῥηθεισῶν ὑποστάσεων , ἀλλὰ ταῦτα ῥᾳδίως ἂν διαγνοίης τῷ τε προηγήσασθαι
μὴν μετὰ παχείας συστάσεως ἡγησαμένων τοιούτων οὔρων μετὰ θρομβοειδῶν τῶν ὑποστάσεων ἐν ἀσθενεστέροις πυρετοῖς , πλήθει δὲ καὶ τῷ λευκῷ
5833449 Ὀνοματων
δείπνῳ ἐσθιόμενον , ὥς φησι Φιλήμων ἐν τῷ περὶ Ἀττικῶν Ὀνομάτων . ΝΑΝΟΣ ἄρτος πλακουντώδης διὰ τυροῦ καὶ ἐλαίου σκευαζόμενος
' εἰκόνος καὶ δι ' ὑποδείγματος παραστῆσαι τὸ λεγόμενον . Ὀνομάτων τε Λικυμνίων : ὁ Λικύμνιος τὸν Πῶλον ἐδίδαξεν ὀνομάτων
5832097 πηγνυμενον
τῆς ἰκμάδος συρρεῖ εἰς τὰς ἁρμογὰς τῶν λίθων , καὶ πηγνύμενον συμφυεῖς ἀπεργάζεται τοίχους . μεταλλεύεται δὲ κατὰ τὴν Ἀραβίαν
ὕδωρ ἐμβάλλουϲι πυέλοιϲ τετραγώνοιϲ ἐκ κεραμίδων γεγονυίαιϲ καὶ ἐν ταύταιϲ πηγνύμενον ἡμέραιϲ πλείϲταιϲ γίγνεται χάλκανθοϲ . τῷ δὲ χρόνῳ καὶ
5829623 μαρουλλιν
ὁ ῥάφανος . Μηνὶ Ὀκτωβρίῳ εἰς τὸ νέον ἔτος σπείρεται μαρούλλιν , πικρίδιν , κωμωδιανόν , πολύκλωνον , θριδάκιν .
, ὁμοίως καὶ κραμβοσπάραγον , καὶ θαλασσοκράμβη , καὶ τὸ μαρούλλιν σὺν τῷ ῥιγιτανῷ , καὶ μόνον . Μηνὶ Μαΐῳ
5829145 ἀθροισθεισης
' ἔργων ὁ βασιλεύς . τῆς δὲ τῶν Περσῶν δυνάμεως ἀθροισθείσης εἰς πόλιν Ἄκην , ἠριθμήθησαν τῶν μὲν βαρβάρων εἴκοσι
πανταχόθεν δυνάμεις εἰς τὴν Βακτριανήν . τὸ δὲ πλῆθος τῆς ἀθροισθείσης στρατιᾶς ἦν , ὡς Κτησίας ὁ Κνίδιος ἀνέγραψε ,
5828407 Διττον
δι ' αὐτῶν πεπληρῶσθαι . μηδ ' ἐπῶν προοιμίοις : Διττόν ἐστι τοῦτο . ταῦτα ἃ εἶπον ἀληθῆ λίαν νόμιζε
λέγω δὴ τὸ ἀλλοτρίῳ λόγῳ πείθεσθαι , ἀπὸ παραδείγματος λέγων Διττόν φησι εἶναι τὸ ἔχειν λόγον , τὸ μὲν ὥσπερ
5827967 Ἀρεια
Ἀρείας τῆς Κλεόχου . . . Καὶ Ἀριστόκριτος φησὶν ὅτι Ἀρεία θυγάτηρ ἐγένετο Κλεόχου , ἧς καὶ Ἀπόλλωνος γενέσθαι βρέφος
. Τῶν οὖν ἐν τῇ Ἀρείᾳ διασημοτέρων πόλεων ἡ μὲν Ἀρεία τὴν μεγίστην ἡμέραν ἔχει ὡρῶν ιδ γιβʹ , καὶ
5827655 Πτελεα
Ποταμογείτων τλα Πολυπόδιον τλβ Πράϲιον τλγ Πράϲα τλδ Πρόπολιϲ τλε Πτελέα τλϚ Πτέριϲ τλζ Πύρεθρον τλη Πυροί τλθ Ῥάμνοϲ τμ
τὴν δευτέραν τάξιν , ξηρὰ δὲ κατὰ τὴν τρίτην . Πτελέα ξηραντικῆϲ ἐϲτι δυνάμεωϲ καὶ ῥυπτικῆϲ , ὥϲτε καὶ τραύματα

Back