πάρεισιν οἱ κεκλημένοι : δίδου κατὰ χειρός . τοὔψον οὐκ εἴσει λαβών ; τὰς λοπάδας ἐπιθεὶς ἐπὶ τὸ πῦρ τοὺς | ||
πεινῶσιν ἂν μὴ τοῦθ ' ἑτοίμως καὶ ταχὺ ποῶσιν . εἴσει δ ' οὐδενὸς τοῦτ ' , οἶδ ' ὅτι |
ἄνθος χαλκοῦ βώλιον πρὸς ἀκόνην τρίψας , ἔπειτα τὸ βλέφαρον ἀποτρίψας αὐτέου , καὶ τότε τὴν φολίδα τοῦ χαλκοῦ τρίβειν | ||
χεῖρας ἔχων πόθεν οἴσεται ἀθρεῖ ἄργυρον , οὐδέ κεν ἰὸν ἀποτρίψας τινὶ δοίη , ἀλλ ' εὐθὺς μυθεῖται : ἀπωτέρω |
τῷ κατασκόπῳ τῶν τῆς φύσεως πραγμάτων : τί περὶ ἡλίου ζητεῖς , εἰ ποδιαῖός ἐστιν , εἰ τῆς γῆς μείζων | ||
τῶν μεγάλα ἢ ἀσύμφορα αἰτούντων . Ἄρκτου παρούσης τὰ ἴχνη ζητεῖς : ἐπὶ τῶν δειλῶν κυνηγῶν . Ἀρχαιότερος Ἰβύκου : |
μετρίαν γὰρ ἐλήλυθεν ὁδόν . ταῦτα εἰπόντος τὸ παιδισκάριον ἡ Παλαίστρα ἄγει με καὶ δείκνυσί μοι κάλλιστον οἰκημάτιον : καί | ||
ἑαυτοὺς εὖ πρὸς τὴν νύκτα , λέγει πρός με ἡ Παλαίστρα : Τοῦτο μὲν πάντως δεῖ σε μνημονεύειν , ὦ |
ὑπὲρ ὧν πονεῖς . οὐ γὰρ εἰς χρυσόν γε σὺ βλέπεις , ἀλλ ' ἐπαίνων ἐρᾷς : ὃ καὶ ἡνίκα | ||
δὲ καὶ ἐπὶ ταύτης τὸ ἐπίγραμμα τόδε : ὕδατα ταῦτα βλέπεις φοβερά , ξένε , τῶν ἄπο χερσὶ λουτρὰ μὲν |
' : ἴτω : δεῖ δή σε δεῖξαι τῶι τρόπωι διεφθάρην . πότερα τὸ τῆσδε σῶμ ' ἐκαλλιστεύετο πασῶν γυναικῶν | ||
: Κόρινθον ἦλθον . ἡδέως ἐνταῦθά πως λάχανον τρώγων Ὤκιμον διεφθάρην : κἀνταῦθα κατελήρησα τὴν ἐξωμίδα . ὀνόματα δ ' |
ἢ τῷ σημαινομένῳ . Δικαίως ταῦτα πάσχεις : μᾶλλον δὴ θέλεις ἀγαθὸς αὔριον γενέσθαι ἢ σήμερον εἶναι . Πράσσω τι | ||
ἐσχάτη ῥίζα τοῦ ἠρυγγίου , ἤγουν ἡ κεφαλή , καὶ θέλεις αὐτὴν εὐλήπτως ἐπιτυχεῖν , ποίει οὕτως : λαβὼν σπέρμα |
πρὸς ἡδονήν . σιναμωρουμένη : ἀντὶ τοῦ ” συνεχῶς ἀνδρὶ συνουσιάζουσα πρὸς μίξιν “ , τουτέστι γαμουμένη . σινάμωρος ἡ | ||
δὲ τούτου τοὺς πόδας οὐκ ἀνατενῶ , ἐν τῇ στέγῃ συνουσιάζουσα . οὐ στήσομαι λέαινα : Ἀντὶ τοῦ ὡς λέαινα |
αὐτάς τε καθέξεις , καὶ ἄλλας πολλὰς σὺν αὐταῖς ἔρχεσθαι ποιήσεις , ἀγομένας ὑπὸ τῆς ὀσμῆς τοῦ κυμίνου . εἰ | ||
' ἂν ] ὠφελήσειέ σε δηλονότι , ὠφελήσει σε , ποιήσεις δι ' αὐτῆς , ἐκ ταύτης ποιήσῃς . λαβὼν |
ὑπὸ φθοροποιοῦ μὴ θεωρῆται , ἄνεσιν . Σκεπτόμενος περὶ νοσημάτων βλέπε τόν τε ὡροσκόπον τῆς κατακλίσεως καὶ τὴν τῆς Σελήνης | ||
ἱερωτάτη οὕτως . ἤδη ποτὲ ἄνω , μεγαλοφυέστατε παῖ , βλέπε ψυχῶν διατάξεις . τὸ ἀπ ' οὐρανοῦ κορυφῆς μέχρι |
κομίσας τὴν ἔγχελυν δός μοι αὐτὴν προσειπεῖν . Γ εἰ φέρεις ] εἰ ὄντως φέρεις . Γ ἀκούσας τὰ περὶ | ||
. Ἔπειτ ' ἀνέκραγον πάντες : Ὦ μιαρώτατε , σπονδὰς φέρεις τῶν ἀμπέλων τετμημένων ; Κἀς τοὺς τρίβωνας ξυνελέγοντο τῶν |
τὸν καρπόν . τί γὰρ πλέον θέλεις εὖ ποιήσας , ἄνθρωπε ; οὐκ ἀρκεῖ τοῦτο , ὅτι κατὰ φύσιν τὴν | ||
ρωτᾶν ἅπαντας ἐν μέρει , Τί γὰρ σύ , ὦ ἄνθρωπε , δέδοικας τὴν πενίαν οὕτως πάνυ , τὸν δὲ |
Ξάνθος λέγει ” ἔπαρε τὰ σανδάλιά μου καὶ τὰ ἑξῆς ποίησον . “ εἶτα λέγει τοῖς ἑαυτοῦ φίλοις ” ἄνδρες | ||
καλῶς περισκεπάσας . ὅταν οὖν βούλῃ ἔνδειξιν μεγίστην ποιῆσαι , ποίησον οὕτως : λύχνου τεθέντος , ἐὰν στέαρ οἵου βούλει |
ἂν παύσαιτό τις ἑκάστοτε διεξιών . Εὖ γε , ὦ Λακεδαιμόνιε ξένε , λέγεις . τὴν ἀνδρείαν δέ , φέρε | ||
ἐλαχίστου ἀξίων . ἀπόκριναι δέ μοι , ἔφη , ὦ Λακεδαιμόνιε Τιμόκρατες , οὐκ ἄρτι ἔλεγες ὡς ἐπὶ τοῖς ἴσοις |
. χρεὼν ] ἀποκείμενον . νιν ] αὐτόν . . ὅρα νυν εἴ σοι ταῦτ ' ἀρωγὰ φαίνεται ] ὁ | ||
τὰ σπέρματα , εἶτα αὐτὰ πάγος εἷς λαβὼν ἐξελέγξῃ . ὅρα καὶ σύ , ἄνθρωπε : ἐξύβρικας , ἐπιπεπήδηκας δοξαρίῳ |
ἑτοιμάσατ ' ἢ παλιούρου ἢ βάτου ἢ ἀνέμῳ δεδονημένον αὖον ἄχερδον : καῖε δὲ τώδ ' ἀγρίαισιν ἐπὶ σχίζαισι δράκοντε | ||
τις τύμβῳ τάδε : “ οὐ βότρυν , ἀλλ ' ἄχερδον ἐν τάφῳ φέρει , ” στύφοντα , πικραίνοντα πικρίᾳ |
πονηρίαν οὔσας τοιαύτας ὀλίγον ὕστερον ἐροῦμεν , ἂν ἔτι δοκῇ νῷν : τὰς δὲ ψευδεῖς κατ ' ἄλλον τρόπον ἐν | ||
κατ ' εἰρωνείαν χ ' ἅτεροι ] ἔκθλιψις καὶ κρᾶσις νῷν ] ἡμῖν ἄλφιτα ] ἄλευρα πονήρους ] ἐπιπόνους , |
τὸν χρόνον ὃν ἔλαχον ἄνθρωποι ζῆν , ἀναλογίζεται δὲ καὶ σκοπεῖ τὰς παρὰ τὸν βίον ἡδυπαθείας . Σωκράτης μὲν οὖν | ||
οὐ δόξειεν ἀπὸ φθόνου γίνεσθαι . εὖ λογίζεται ] ὀρθῶς σκοπεῖ τὰ πράγματα . ὃν δεῖ πόλλ ' ἀκοῦσαι : |
ἢ τῆς ἑσπέρας σαπροὺς ἅπαντας ἀποφέρωσιν οἴκαδε . κἀνταῦθα καὶ γραῦς καὶ γέρων καὶ παιδίον πεμφθεὶς ἅπαντες ἀγοράσουσι κατὰ τρόπον | ||
πρεσβῦτις : ἡ Γοργώ φησιν , ὅτι χρησμοὺς ἀποφοιβάσασα ἡ γραῦς ἀπῆλθεν . πάντα γυναῖκες ἴσαντι : ἴσασι , ὅπως |
διδακτόν , δίδασκε : εἰ δὲ σὺ μὴ δύνασαι , ἄφες με μαθεῖν παρὰ τῶν λεγόντων εἰδέναι . ἐπεὶ τί | ||
τε γάρ ἐστιν καὶ εἰδεχθὴς καὶ σκληρὸς καὶ ἄτιμος : ἄφες αὐτὸν ἐπὶ κεφαλὴν κατὰ τῆς πέτρας : σὺ δὲ |
εἰς τιμὴν αὐτῶν γινομένων καὶ τὰ πάτρια καὶ τὸν ἐντελῆ λήψῃ λόγον οὕτω μόνον ὡς εἰς τὸ εὐσεβεῖν ἀλλὰ μὴ | ||
ἐχθροὺς τιμωρεῖσθαι . Τὸ μὲν οὖν δίκαιον οὕτω μετιὼν πολλαχῶς λήψῃ : τὸ δὲ νόμιμον αὐτὸ μὲν οἷόν ἐστιν ὥρισται |
τὸν σκύφον μεστόν . τάλαινα Κοικόα , κατὰ χειρὸς δοῦσα ἀπόδος τάχ ' ἁμὶν τὰν τράπεζαν . πίμπλη δέ , | ||
, τί τὸ στυγνὸν σκότος ; μειδίασον , κατάστηθι , ἀπόδος ἡμῖν τὴν τῶν ὀμμάτων ἡμέραν . κεʹ . Χθές |
ἑκουσίοις ἀρετὴν οὐ διεπόνησαν , ἄκοντας νουθετεῖ καὶ σωφρο - νίζει νόμοις ἱεροῖς , οἷς ὁ μὲν σπουδαῖος ἐθελοντής , | ||
φωνεῖν τὸ Ἐπιχάρμειον , “ ἁ δὲ χεὶρ τὰν χεῖρα νίζει : ” δός τι , καὶ λάβε τι . |
τῷ κοπρολόγῳ , καὶ ταῦτα λοιδορούμενος : μῦς καὶ γαλᾶς μέλλεις λέγειν ἐν ἀνδράσιν ; ποίους τινὰς δὲ χρὴ λέγειν | ||
μύθων , ψυχή : τί περισσὰ φρονεῖς ; εἰ μὴ μέλλεις σεμνύνεσθαι παρ ' ὁμοίοις . γλώσσῃ διαψαίρουσα μυκτήρων πόρους |
διὰ τοῦτο οὖν εἶπε τήξας , ὡσανεὶ ἀναλύσας νέμοις ] δός ἐνὶ βάμματι οὖν τήξας : ἀντὶ τοῦ ἐν ὄξει | ||
εἴρηκά σοι πρὸς τὴν θύραν μὴ προσιέναι ; τὸν ἱμάντα δός , γραῦ . μηδαμῶς , ἀλλ ' ἄφες . |
' ἀμφοῖν κίνδυνον ἐσόμενον : ἢν δὲ καὶ παραφρονέων τοῦτο ποιέῃ , ὀλέθριον γίγνεται κάρτα ἤδη . Ἕλκος δὲ ἤν | ||
καὶ ἐναπέθετο τῇσι κοτύλῃσι τῶν ἰσχίων : ἰσχία καὶ ἢν ποιέῃ φθίσιν , καὶ μαραίνεται ὁ ἄνθρωπος ὅδε καὶ ὧδε |
μοι ὁδὸς καὶ εἰ πάσαις ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ προσμενῶ . Ἄπειμι μέν , ἔφην , εἰς Λάρισσαν , ἔοικα δὲ | ||
εἰ πόλιν τήνδ ' ἐξέσως ' οὔ μοι μέλει . Ἄπειμι τοίνυν : καὶ σύ , παῖ , κόμιζέ με |
ἁδρότατοι ἔσονται καὶ διάπυροι , τὴν δὲ σποδιὴν καὶ τὴν μαρίλην ἐν τῷ βόθρῳ καταλιπεῖν : ὁκόταν δὲ ὁ χύτρινος | ||
? κα ? ! [ ! ! ] ! ας μαρίλην ἀνθράκων [ σέλας ] δὲ καὶ ? [ ] |
, εἰ ὅτι καὶ σοὶ χαριεῖται γνοίη . μα - θέτω τοίνυν οὗτος ἀκούσας διαρρήδην ἐκ τοῦ σοῦ στόματος ὡς | ||
εἶναι φήσει , ἐκεῖνό γ ' οὐ λόγος : αὐτὸς θέτω , καὶ μὴ λεγέτω τοῦθ ' , ὡς οὐ |
περιφραστικῶς δὲ χύτραν εἶπε , τουτέστιν ἀπὸ χύτρας μὴ πρῶτον φάγῃς πρὶν σπείσῃς ἐξ αὐτῆς τοῖς θεοῖς . χυτροπόδων : | ||
εἰ μὲν ἀνθρωπίνην θέλεις , ὦ Διονύσιε , πείνησον ἵνα φάγῃς , δίψησον ἵνα πίῃς : εἰ δὲ δεξιάν τινα |
, ἀγαθόν . Οὐ φαίνεται . Ἔτι τοίνυν καὶ ὧδε σκέψαι . ὅστις καλῶς πράττει , οὐχὶ καὶ εὖ πράττει | ||
, ὑπερηφανεύεσθαι . . . κλέπτειν ] κατ ' εἰρωνείαν σκέψαι ] πρόσεξον τοὺς ῥήτορας ] διασύρει τοὺς ῥήτορας . |
μέλιτι καὶ πεπέρει τῷ ἀρκοῦντι , καὶ ποιήσας ὡς ἔκλειγμα λάμβανε ὀψὲ μετὰ τὸν δεῖπνον , ὅσον αἴροις τοῖς τρισὶ | ||
” μὰ ⌈ τὸν Δία “ ” ναί “ ἔξωθεν λάμβανε λέγων οὕτως : ναὶ ὤμνυον : οὐ γὰρ ἠπίστατο |
' ὅτε κἀν τοῖϲ ἐπιτεταμένοιϲ κρύεϲιν . λυϲϲήϲαντεϲ δὲ καὶ βρῶϲιν καὶ πόϲιν ἀποϲτρέφονται καὶ διψώδειϲ μέν εἰϲιν , οὐ | ||
ἐν τοῖϲ | ἐπιτεταμένοιϲ κρύεϲιν . λυϲϲήϲαϲ δὲ ἀποϲτρέφεται καὶ βρῶϲιν καὶ πόϲιν , καὶ φλέγμα πολὺ καὶ ἀφρῶδεϲ ἐκ |
ὅλα , ὥσπερ οὗτοι , πεπρακέναι ; οὐ δήπου . λέγε τοίνυν μοι τὸ ψήφισμα τουτὶ λαβών , ὃ σαφῶς | ||
Ζέφυρος βαθὺ λήιον ἐλθών . ἴθ ' ὦ κόλε καὶ λέγε : πρὸς τὸν τράγον φησίν : ὦ κολοβέ , |
καὶ ἀλγεῖς τὴν ψυχὴν περὶ τῆς σῆς συνουσίας , σιωπᾶν ὀφείλεις , ἵνα μὴ δόξῃς διὰ λαγνείαν χαλεπαίνειν : τὸ | ||
: τὸ δὲ τρίγωνον παράδειγμά ἐστι τοῦ ζητουμένου , ὅπερ ὀφείλεις γινώσκειν τί σημαίνει , ἤγουν τὸ ὑπὸ τριῶν γραμμῶν |
⌈ , τουτέστι τὸν ἀντιβάτην , ? , πρὸς τὴν θύραν , αὐτῇ δὲ τῇ δοκῷ τὸν ὅλμον : κατὰ | ||
σφάζοντες , θύονται δὲ οἱ διὰ τῶν σπλάγχνων μαντευόμενοι . θύραν καὶ θυραίαν φησὶ διαφέρειν . θυραία μὲν γάρ ἐστι |
πονηρὸς καὶ πικρός . Σφίγγ ' ἄρρεν ' , οὐ μάγειρον εἰς τὴν οἰκίαν εἴληφ ' : ἁπλῶς γὰρ οὐδὲ | ||
νεῶν . ἀντὶ τοῦ εἰπεῖν ὑποζώματα , εἶπεν ὡς πρὸς μάγειρον παίζων ζωμεύματα , ὡς ἀρτύσεως ἔμπειρον καὶ ζωμευμάτων . |
. πάντως μὲν νήστεις ὡς λούειν ἔθος , καὶ μικρὸν βεβρωκότα τὸ δεύτερον λούειν : ξυρᾶν δὲ τὰ τετριχωμένα καὶ | ||
καὶ τοὺς κατηγόρους ὁμοίως ποιῆσαι , ” καὶ ἐπιγνώσῃ τὸν βεβρωκότα τὰ σῦκα . “ ὁ δὲ θαυμάσας αὐτοῦ τὸ |
, Ἐκ τοῦ κρασπέδου τὸ πᾶν ὕφασμα : Ἐκ γεύματος γινώσκεις : Τὸν Αἰθίοπα ἐκ τῆς ὄψεως : Ἐκ τῶν | ||
] πολλὰ εἴρηκας . ἐτητύμως ] ἀληθῶς . οἶσθα ] γινώσκεις . ἄλυξις ] ἐκφυγή . ξένοι ] ὦ . |
ψυχρόν , ξυνιεῖς , εἶτα θερμὴν τὴν χύτραν εἰς τοὔξος ἐνθῇς : διάπυρος γὰρ οὖς ' ἔτι ἕλξει δι ' | ||
ψυχρόν , ξυνίης ; εἶτα θερμὴν τὴν χύτραν εἰς τοὔξος ἐνθῇς : διάπυρος γὰρ οὖς ' ἔτι ἕλξει δι ' |
τὴν διόπτραν ἐπὶ τὴν μοῖραν τοῦ Κριοῦ τὴν πεντεκαιδεκάτην καὶ θές τε εἰς τὰ γράμματα τῶν παραλλήλων κύκλων ἔνθ ' | ||
' ἐν ἀγκάλαις λαβὼν βωμοὺς ἐπ ' ἄλλους δαιμόνων ἐγχωρίων θές , ὡς ἴδωσι τῆσδ ' ἀφίξεως τέκμαρ πάντες πολῖται |
δὲ καταγελῶσι , τί ; ἐπὶ ταῖς θύραις ἕστως τί δράσεις ; εἰπέ μοι . τῶν ἐσφερόντων ἁρπάσομαι τὰ σιτία | ||
ἐξεμέσω : βδελύττομαι γὰρ τοὺς λόφους . Οὗτος , τί δράσεις ; Τῷ πτίλῳ μέλλεις ἐμεῖν ; Πτίλον γάρ ἐστιν |
πάλιν ἀγαθὸν τοῦτο ἔφησε . μετὰ ταῦτα τῶν οἰκείων τις ἐρωτήσας αὐτόν : ” πῶς ἔχεις ; ” ἔφη : | ||
μὴ ἔχει τὸν δέκα ἀνάγκη καὶ δέκα μονάδας ἀποβαλεῖν . ἐρωτήσας οὖν ποιὸν συνάγει ποσόν : οὐ γὰρ εἰ μὴ |
Γ τὸν ὀδελόν ] λέγει δὲ τὸ τοῦ ἀνδρὸς μόριον παίζων . τὸν Ποτείδα ] ἀντὶ τοῦ τὸν Ποσειδῶ . | ||
ἠπήσασθαι ” , σὺ δὲ λέγε ἀκέσασθαι τὸ ἱμάτιον : παίζων γὰρ τὰς Ἡσιόδου ὑποθήκας Ἀριστοφάνης εἶπε τοῦτο . Ἀγαθὸς |
: ὁ στρατηγὸς ἐπηρώτησεν ὅτῳ δοκεῖ ὅπερ καὶ Ἀγαθοκλεῖ , αἰρέτω τὴν χεῖρα . ὁ τοίνυν Ἀγαθοκλῆς δοκεῖ μοι , | ||
καθέτω ἐπὶ τῇ ἀκρωμίᾳ , τὴν δὲ κορυφαίαν τῇ δεξιᾷ αἰρέτω , τὸ δὲ στόμιον τῇ ἀριστερᾷ προσφερέτω . κἂν |
, Ψυχρόν γ ' , ἔφη , τἀγγεῖον , ὦ Γνάθαιν ' , ἔχεις . Τῶν σῶν γάρ , εἶπεν | ||
ἑαυτῆς λοιδορουμένης ποτέ μητέραΚορώνη δ ' ἐπεκαλεῖτο τοὔνομα διέλυεν ἡ Γνάθαιν ' , ἐρωτηθεῖσα δέ τί διαφέρονται , Τί γάρ |
ὅ τι ἂν ἅπαντες οὗτοι γνῶσι πράττειν με δεῖν , ποιήσω . καὶ πρὸς μὲν σὲ ταῦθ ' ἱκανά : | ||
διὰ πλατείας . . . οὐράνιον . . παιδιάν βάψας ποιήσω μέλαν . ἀκούεις ὡς στένει ; Ἀστυάναξ γέγονα . |
ἐν τοῖς . . . : Ἐν τοῖς ἐμοῖς λόγοις γνώσῃ ἴσως . . εἴσει τάχα : Γνώσῃ ἴσως ἢ | ||
” Αἴσωπος : “ οὐκέτι με μέμψει , δέσποτα , γνώσῃ δὲ εὔνοιαν οἰκέτου . ” Τῇ ἑξῆς ὁ Ξάνθος |
ἔχω τιμῶ , ὡς ἂν μὴ ἀγέραστος τὸ γοῦν ἐμὸν παρέλθῃς . τιμῶ δέ σε Κύρου ποταμοῦ ὕδατι . ὅταν | ||
ἄλλό τι ἀρχαῖον . ἐν τούτῳ δὲ γενόμενος μὴ ἁπλῶς παρέλθῃς τὸν τόπον , ἀλλὰ παρα - βαλεῖν χρὴ πρὸς |
κακότητας φαρμακίδων ἀλόχων καὶ βάσκανα φῦλ ' ἀνθρώπων . ἢν εἴπῃς παρ ' ὅτῳ κεῖται , δώσω σοι χρυσέους δέκα | ||
οἴεται , οἰκεῖα λογιζόμενος τὰ πάθη . εἰ δὲ ἐπίσταται εἴπῃς , συντάξεις πρὸς τὸ ὅστις ἔμπορος κυρεῖ : ἔστι |
τινὸς κυνικοῦ τρίποδα τὴν τράπεζαν δυσχεραίνει ὁ παρὰ τῷ σοφιστῇ Οὐλπιανὸς καὶ λέγει : τήμερον ἐγὼ πράγματα ἕξω ἐξ ἀπραξίας | ||
καὶ διώσομαι . νῦν δ ' ὁ συνεργὸς τοῦ μηχανήματος Οὐλπιανὸς τὰ μὲν ἔδωκε τοῖς ἐμοῖς πρὶν ὡς ἐμὲ εἰσελθεῖν |
οὖν τις στέψῃ μετ ' αὐτοῦ γυναῖκα δυστοκοῦσαν , πάραυτα τέξεται ἀπόνως . ἐὰν δὲ ἐν ταῖς καθάρσεσι δυσκολαίνει τις | ||
χαρήσῃ Ϛ οὐ δεῖ σε δανείσασθαι ἄρτι . περίμεινον ζ τέξεται ταχυθάνατον θῆλυ η κινηθήσῃ τοῦ τόπου σου ταχὺ ἐπὶ |
, ἢ ξενικὸν ἰατρὸν τοιαυτὶ λέγοντα , ὡς Ἄλεξις ἐν Μανδραγοριζομένῃ διὰ τούτων παρίστησιν : Ἐὰν ἐπιχώριος ἰατρὸς εἴπῃ , | ||
οὕτως . . . ὅτι δὲ καὶ χιόνα ἔπινον ἐν Μανδραγοριζομένῃ ἔφη Ἄλεξις : εἶτ ' οὐ περίεργόν ἐστιν ἄνθρωπος |
τοῦ πράγματος Ϛ ζῇ ὁ ἀπόδημος καὶ ἔρχεται ζ οὐ λαμβάνεις τὸ ἀργύριον η λαμβάνεις κομιᾶτον θ οὐκ ἀφίστασαι ἀπὸ | ||
γὰρ ἃ δίδωσι σιγᾶν , σοὶ δὲ μὴ σιγᾶν ἃ λαμβάνεις πρέπει . Ἀλλ ' εἰ καὶ ἀπῆρας παρ ' |
τὸν βίον , ἀμελοῦντι πάνυ ἄν τις οἰκείως ἐπείποι : δαιμόνιε , φθίσει σε τὸ σὸν μένος . Τοῦ δὲ | ||
οἶμαι , τύχῃ τινὶ βέβληται . στῆσον τοίνυν , ὦ δαιμόνιε , τὴν βλάβην καὶ μὴ ἐπίτρεπε βαδίζειν : ὡς |
η οὐ προσγραφήσεται ἄρτι τὰ σά . μὴ ἀγωνία θ κερδανεῖς ἀπὸ τοῦ πράγματος ὀλίγον ι ζῇ ὁ ἀπόδημος καὶ | ||
ἀποκατασταθήσῃ εἰς τὸν τόπον σου ταχέως ζ συναλλάξεις ἑτέρῳ καὶ κερδανεῖς πολύ η οὐχ ἕξεις ὠφέλειαν ἀπὸ τοῦ φίλου σου |
κυμβία αἴρου τὰ μείζω , κεὐθὺ τοῦ καρχησίου ἄνελκε τὴν γραῦν , τὴν νέαν δ ' ἐπουρίσας πλήρωσον , εὐτρεπῆ | ||
οὐκ ἐάσω . . τὴν μείρακα : Παίζει μείρακα τὴν γραῦν ὀνομάζων . Θ . τὴν γραῦν . . ὑπερφιλῶ |
αὐτῇ ἐστιν ἐπιφανέστατον ἱερὸν Ἄρεως . Λίστροισι : ξύστροισι , πτύοις . ἀπὸ τοῦ λίαν στορεννύειν δι ' αὐτῶν τὴν | ||
ὄρνιθος : σιτουμένην δύστηνον ἀθλίαν φάβα , μέσακτα πλευρὰ πρὸς πτύοις πεπλεγμένην . κἀν Φιλοκτήτῃ δὲ κατὰ γενικὴν κλίσιν φαβῶν |
ἐκείνοις , μὴ καρτερούντων δὲ πρὸς τὴν ἀντιμάχησιν ἀλλὰ τῷ θάρρει τῶν πολιτῶν τῆς πόλεως ἐνδιδόντων καὶ τῆς σφῶν σωτηρίας | ||
πρός σε , Δημέα , πορεύομαι . ἐκποδὼν ἄπειμι . θάρρει . τουτονὶ τέθνηχ ' ὁρῶν . τί τὸ πάθος |
βίαια , μή πως αὐτοῦ τὴν αὔξησιν ἐπίσχωμεν , καὶ λουόμενος ἐν θερμοῖς μᾶλλον ἢ ψυχροῖς λουτροῖς : οὔπω γὰρ | ||
πρὸ σοῦ πρόβατον ἐφόρει καὶ ἦν πρόβατον . Ἐπεὶ μέντοι λουόμενος ὤκνησεν ἐς τὸ ὕδωρ ζέον ἐμβῆναι , καὶ ᾐτιάσατό |
εὐκόλως τὰ δρώμεναἐτύγχανον γὰρ παρὰ τὰ τείχη σκηνώσαντεςἐνταῦθα τῆς θυγατρὸς ἀποκαλύψας τὸ πρόσωπον καὶ πείσας τῇ θέᾳ τὸν τύραννον μηδαμῶς | ||
καὶ τὰς χεῖρας ἄκρας εἴποι : ” Ἴθι δή μοι ἀποκαλύψας καὶ τὰ στήθη καὶ τὸ μετάφρενον ἐπίδειξον , ἵνα |
καὶ μηδένα τὸ παράπαν νοητὸν θεὸν ἔξω τῶν ὁρατῶν νομίζων ἀποκρίνεται πρὸς ὕβριν εἰπών : ” τίς ἐστιν οὗ χρή | ||
, ὁ μὲν νοσῶν αὐτὸς σιωπᾷ , ὁ δαίμων δὲ ἀποκρίνεται , ἑλληνίζων ἢ βαρβαρίζων ὁπόθεν ἂν αὐτὸς ᾖ , |
εἰς ες λήγοντα φάναι ῥήματα , σχές , σπές , ἕς , οἷς συνενεχθήσεται καὶ τὸ χθές , εἰ ἦν | ||
ἔχοντες εἰς ς ὀξυτόνους τὰς μετοχάς , ἀλλὰ θές δός ἕς . Ἑνικά . Θήσω , θήσεις , θήσει : |
τέσσαρας καὶ εἴκοσιν . Μετὰ πληϊάδων δύσιας , ὁ τὸ οὖς ἀλγήσας , περὶ εἴκοσιν , ὕστερον ἄφωνος , τὰ | ||
τίλλων ἐνίκα . τοὺς δὲ ἡττηθέντας ὄρτυγας ἐμβοήσαντες κατὰ τὸ οὖς αὐτοῖς ἐξιῶντο , λήθην ἐνεργαζόμενοι τῆς τοῦ νενικηκότος φωνῆς |
πυρί . κτεῖν ' : ὡς κτανών γε τῶνδέ μοι δώσεις δίκην . [ ἔσται τάδ ' . ἆ ἆ | ||
τε κακῶς καὶ ἐὼν ὄλεθρος , ἀλλὰ μᾶλλον ὅκως λόγον δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων . Ταῦτα εἶπε ἐὼν ἐν τοῖσι |
τὰ δεινὰ καὶ διῆλθε χρόνος ἀρκῶν εἰς κόρον ὀργῆς , εἶξον λοιπόν , Ἀχιλλεῦ , Πατρόκλῳ δακρύοντι καὶ χρόνῳ παραδραμόντι | ||
, ἀλλ ' ἔμοιγε ὡς λυπουμένῳ καὶ παρακαλοῦντι πείσθητι καὶ εἶξον . εἰκὸς ἕπεσθαι τοῖς κοινοῖς τὰ ἰδιωτικά : εὐθύνομεν |
ἃς πάσχεις νῦν . . πρὶν ] ὅτε τὸ πῦρ κέκλοφας . αὐθαδίσμασιν ] κομπάσμασιν : ἔλεγ ' ὡς δικαίως | ||
πῦρ κέκλοφας αὐθαδίσμασιν ] κομπάσμασιν : ἔλεγες γὰρ ὡς δικαίως κέκλοφας τάσδε ] ἐν αἷς νῦν τυγχάνεις πημονὰς ] βλάβας |
ἐς τὸ μέσον ἀναστᾶσαν ὀρχήσασθαι αὐτοῦ διακωλύοντος καὶ μετὰ ταῦτα φιλῆσαι Λαμπρίαν τὸν ἑταῖρον αὐτοῦ , καὶ ἐπεὶ ἐχαλέπηνέ σοι | ||
' Ἔρως ἔχ ' αὐτό φησιν . Χαλεπὸν τὸ μὴ φιλῆσαι , χαλεπὸν δὲ καὶ φιλῆσαι : χαλεπώτερον δὲ πάντων |
τὸ μὴ προχείρως ἀποκρίνασθαι διὰ μιᾶς ἀποκρίσεως πρὸς τὴν γεγενημένην ἐρώτησιν : οὐ γὰρ δὴ καὶ ὅταν δοκῇ μὲν εἶναι | ||
ἀξιῶν τοῦ ἑτέρου μόνον μορίου τῆς ἀντιφάσεως εἶναι τὴν διαλεκτικὴν ἐρώτησιν , ὁ δὲ τοῖς λεγομένοις περὶ αὐτῆς ἐν τῷ |
πιτυΐνην καὶ , ἐπὰν μηκέτι μολύνῃ , βαστάσας κατακένωσον εἰς θυΐαν καὶ τῇ σπάθῃ μαλάξας ἀνελόμενος ἀπόθου εἰς δέρμα καὶ | ||
φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : |
ποῦ ἐπορεύθησάν σου αἱ σάρκες ἀφανεῖς γενόμεναι , οὕτως οὐκ ἐπίστασαι οὐδὲ πόθεν ἐγένοντο ἢ πόθεν ἦλθον . ἀλλὰ ἐρεῖς | ||
λόγου οὐδὲν ἧττον ἐρήσομαι πόθεν μαθὼν αὖ τὰ συμφέροντ ' ἐπίστασαι , καὶ ὅστις ἐστὶν ὁ διδάσκαλος , καὶ πάντ |
ἡ μῖξις τοῦ πύου εὑρίσκεται καὶ οὐκ ἀκριβῶς ἀναμεμιγμένη . πρόσεχε δὲ καὶ τοῖς ἀναμεμιγμένοις καὶ ἐμφερομένοις ἐν οὔροις : | ||
ἀντείποιμι , μὴ πολυπραγμόνει , ἀλλ ' εἰ δοκεῖ σοι πρόσεχε τὸν νοῦν κἀκροῶ . Τρώγων ἐρεβίνθους ἀπεπνίγη πεφρυγμένους . |
ὥστε εἰ καὶ σέ , ὡς φῄς , ὁ Γοργίας ῥαπίζει καὶ ζηλοτυπεῖ , χρηστὰ ἔλπιζε καὶ εὔχου ἀεὶ τὰ | ||
δὲ ἔτι μᾶλλον ὀργισθείς , ὅτι καὶ φωνὴν ἀφῆκα , ῥαπίζει πάλιν καὶ καλεῖ δεσμὰ καὶ πέδας . δεσμεύουσιν οὖν |
πάθος ἐστί . τῷ τρόπῳ ; ὄξος λαβὼν ἢν εἰς λεκάνην τίν ' ἐγχέας ψυχρόν , ξυνίης ; εἶτα θερμὴν | ||
πάθος ἐστί . τῷ τρόπῳ ; ὄξος λαβὼν ἢν εἰς λεκάνην τιν ' ἐγχέας ψυχρόν , ξυνιεῖς ; εἶτα θερμὴν |
ἐννέα , τὸ δὲ εἰς τὴν κόπρον οὐ λογίζομαι : βαλλέτω οὖν πάλιν καὶ ἐκτιναξάτω μοι τὸ ἓν κοκκύμηλον , | ||
. καὶ ὀλίγον διαλιπὼν εἶπε : λίθοι μὲν οἵδε : βαλλέτω δ ' εἴ τις θέλει : ἀγαθὸν δὲ κἀν |
διὰ τῶν ὀνύχων ἠκηκόεις . Οὐ παράδοξόν τι , ὦ Τριεφῶν , ἀκηκοέναι καὶ ἐξ ὀνύχων : καὶ γὰρ κνήμην | ||
μή τι κακὸν παθέῃς . ” Σὺ μέν , ὦ Τριεφῶν , ὅσον πέλεθρον ἀνάδραμε ἀπ ' ἐμοῦ , ἵνα |
καὶ ἄτακτον καὶ παντοδαπὰϲ ἐπιφέρον νόϲουϲ , πάνυ πεφυλαγμένωϲ χρὴ διαιτᾶϲθαι μήτε περὶ τὰϲ ψύξειϲ ἐξαμαρτάνοντα καὶ ἀφροδιϲίων καὶ ψυχροῦ | ||
πόνοι καὶ αἱ μακρότεραι ἀποδημίαι : ἥτιϲ δὲ εἴθιϲεν ἀταλαιπώρωϲ διαιτᾶϲθαι , κύουϲα αὕτη οὐ χρηϲτῶϲ ἤνεγκεν τὰϲ ἐξαπιναίουϲ κινήϲειϲ |
λέγων ὅσα διέπλεις ἐν ὁλκάσι τὴν θάλατταν καὶ πλάνην ὁπόσην πεπλάνησαι περὶ τὴν χάρυβδιν , ὁμοῦ τοῖς ναύταις ἐσκηνωμένος καὶ | ||
τὴν αἰτίαν παρ ' αὐτοῦ μαθοῦσα ἔφη : ” ἀλλὰ πεπλάνησαι , ὦ οὗτος , ἐλπίδι προσέχων , ἥτις βουκολεῖν |
μητρόπολις . : κτίσαι ] Ἀντὶ τοῦ οἰκῆσαι . : ψελλόν ] Ἄσημον , ἄναρθρον . : ψελλόν τε καὶ | ||
τε καὶ τέκνοις κτίσαι . τῶνδ ' εἴ τί σοι ψελλόν τε καὶ δυσεύρετον , ἐπανδίπλαζε καὶ σαφῶς ἐκμάνθανε : |
ἐν τῇ ἀκρωρείᾳ ῥίζα παρόμοιος πηγάνῳ : ἣν ἐὰν γυνὴ φάγῃ τις κατ ' ἄγνοιαν , ἐμμανὴς γίνεται : καλεῖται | ||
γίνεται τὸ ῥῖγος . Ἢν δέ τι καὶ πίῃ ἢ φάγῃ ὑπὸ τοῦτον τὸν χρόνον , κάρτα ταχέως ἐμέεται [ |
αὐτῶν διάφορα , ὡς ὁμοίως δὲ καὶ εἰσκρίνεται , 〚 ουτε 〛 ὃ [ οὐ δοκεῖ ] [ γίνεσθαι ] | ||
! [ κακῶν ? ? α ? [ ἀλλ ' ουτε ? [ ἔθηκε ? [ οὐκ ? ? ἀνβ |
, πάντες ἴστε : τίς γὰρ ὑμῶν οὐ πώποτε εἰς τοὖψον ἀφῖκται καὶ τὰς δαπάνας τὰς τούτων οὐ τεθεώρηκεν ; | ||
χρηστῶς προσένεγκε δι ' ἅλμης . μηδὲ προσέλθῃ σοί ποτε τοὖψον τοῦτο ποιοῦντι μήτε Συρακόσιος μηθεὶς μήτ ' Ἰταλιώτης : |
ἀρίστου πατρὸς Ἑλλήνων γεγώς ; λῃστὰς ἐλαύνων καὶ κατασπέρχων δορί φέρ ' εἰ ἐκπλεύσας σκάφει ! ! ! ! ! | ||
ἐν τοῖσι δ ' ἔργοις ὄντας ἀνοήτους ὁρῶ . Ζωμήρυσιν φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : |
τὰς τῶν ἀδείπνων ἐξετάζειν οἰκίας . Καταμαθὼν δὲ κειμένην θερμὴν σκάφην θερμῶν ἰπνιτῶν ἤσθιον . Ὅστις φοβεῖται τὸν πατέρα κᾀσχύνεται | ||
ἔσται πρὸς ἅπαντα , εἴτε προσαντλεῖσθαι βούλοιντο ἐγκαθήμενοι εἰς τὴν σκάφην εἴτε ἐμβιβάζεσθαι εἰς τὰς καλουμένας τιτίδας δύναιντο . Μετὰ |
κατὰ ἀρετὴν ἁπασῶν πρὸς τὸ προσπῖπτον ἀεὶ ἀναγκαζομένης τῆς ἀρετῆς τοδὶ ἢ τοδὶ ἐργάζεσθαι . Καὶ γὰρ εἴ τις αἵρεσιν | ||
: οὐ γὰρ δὴ τοδὶ μὲν τὸ μέρος ἕτερον , τοδὶ δὲ οὔ , ἀλλὰ πάντα ὁμοίως ἕτερα τοῦ ὅλου |
εἰ τὸ δυνατὸν αὐτῇ πρόσεστι μαθεῖν βούλομαι . ἀλλ ' ἄπιθι καὶ διαμαντευσάμενος ἧκε ταχέως , ἐγὼ δ ' ἐνθάδε | ||
μετὰ προστακτικοῦ , οἷον , ἴθι ποίησον τόδε . . ἄπιθι πρὸς τὸν θεράποντα φησίν . . τοὺς ξυγγεώργους : |
δὲ μάλιστα δούλοις γυνὴ μὴ παρόντος ἀνδρὸς βοῶσά τε καὶ λοιδοροῦσα καὶ πᾶν ὅ τι προστάξειεν ὀξέως βουλομένη πληροῦσθαι , | ||
Ἀθηναίους , ὦ μόνοι ὦτοι τῶν Ἑλλήνων , ἔφη , λοιδοροῦσα ἐκείνους ὡς ῥᾷον ἀπατωμένους οἷς ἀκούουσιν . . . |
εἰς τὸ [ αὐτὸ ] ῥῆμα , ὡς τὸ ὅρκον αἰτεῖς , νόμον αἰτεῖς , καὶ τὸ ἐπὶ σὲ αὐτὸν | ||
Ἀρκαδίᾳ ὧδε Ἀρκαδίην μ ' αἰτεῖς . μέγα μ ' αἰτεῖς , οὔ τοι δώσω . πολλοὶ ἐν Ἀρκαδίῃ βαλανηφάγοι |
λύχνον ἐμοῦ βιότοιο φαεσφόρον ἡγεμονῆα . εἰ ἐτεὸν δ ' ἐθέλεις ἐμὸν οὔνομα καὶ σὺ δαῆναι , οὔνομά μοι Λείανδρος | ||
ἄλλοσε ὅποι δύναμαι , ἀπορῶν : ἐπεὶ εἴ γ ' ἐθέλεις σὺ τούτων μὲν ἤδη παύσασθαι πρὸς ἐμὲ τῶν λόγων |
ἀρξάμενοι διετέλεσαν μέχρι τῆς νῦν πολεμοῦντες Ῥωμαίοις . Ἀλλ ' ἐπανίτω μοι ὁ λόγος πρὸς τὴν ἀρχῆθεν ἀκολουθίαν . Μανουήλ | ||
εἰ μὴ λαμβάνοιτο , πάλιν αὖ ἀποσκιρτάτω , καὶ πάλιν ἐπανίτω . πεπαιδευμέναι δέ , ὅσαι φθεγξαμένου τοῦ κυναγωγοῦ ὑποκατακλίνονται |
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει | ||
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ |
] τι καὶ χαϲμωμένωι ] τὸν ϲτρατηγὸν νὴ Δία ] ειϲ ἄλλην , ἔϲτι γὰρ ] ικον εἰϲ ὑπερβολὴν ] | ||
? εξα [ λαψῆι ] ? τεῖδ ' ἔτι ] ειϲ αὐτὸν ? ? λ [ ] ηραίη ? ! |
Μὴ λυποῦ , ἔφη , τὴν γὰρ ἄλλην χιλιετηρίδα σὺ νικήσεις . Σχολαστικὸς συνεκάθητο ἡγεμόνι δεξιοπήρῳ . εἰς ἐώραν οὖν | ||
λαβὴν ] ὡς ἐπὶ παλαιστοῦ . Γ κατεργάσῃ γάρ : νικήσεις , περιέσῃ αὐτοῦ σῶμα ἔχων ἰσχυρὸν καὶ στερρότατον , |
, τὸν ἰατρὸν δὲ σάκταν , βέφυραν τὴν γέφυραν , τῦκα δὲ τὰ σῦκα , κωτιλάδας δὲ τὰς χελιδόνας , | ||
τὸν ἰατρὸν δὲ σάκταν , βλέφυραν δὲ τὴν γέφυραν , τῦκα δὲ τὰ σῦκα , κωτιλίδας δὲ τὰς χελιδόνας , |
Ἅγνωνα νῦν καὶ δῆμον η ? [ οὗτοϲ οὐ πλουτεῖ δικαίωϲ ἐνθάδ ' ὥϲτε ? [ κλαύϲεται . ἀλλὰ μὴν | ||
! ] οϲ : ἐμη ? [ πῶϲ ] οὐ δικαίωϲ τοῖϲ ἐρωμένοιϲ ? [ ] ? ? ? [ |
, κἂν ἀπέριττον ᾖ τὸ ϲύμπαν ϲῶμα . χρὴ τοίνυν ἐνδεέϲτερον αὐτὸ ποιεῖν τηνικαῦτα κενοῦντα κένωϲιν , ἥτιϲ ἁρμόττειν φαίνεται | ||
τῶν περὶ ἐμπνευματώϲεωϲ ὑϲτέραϲ ληπτέον : θεραπεύειν δὲ πρῶτον μὲν ἐνδεέϲτερον αὐτὴν διαιτῶντα , προϲφέροντα δὲ κύμινόν τε καὶ ἄνηθον |
Ῥόδον καταίρει νυκτὸς ἔτι κἀνταῦθα κατάγεται παρά τινι πρεσβύτιδι , Ἀλθαίᾳ τὸ ὄνομα , πλησίον δὲ τῆς θαλάσσης , καὶ | ||
δέχεσθε φιάλας τάσδε βαλανειομφάλους . καὶ Θεόπομπος δ ' ἐν Ἀλθαίᾳ ἔφη : λαβοῦσα πλήρη χρυσέαν μεσόμφαλον φιάλην . Τελέστης |
ἐγὼ δὲ ὡς ἐκέλευσας δώσω τὰ ἱμάτια . ” ὁ Ξάνθος τῷ Αἰσώπῳ λέγει : [ ὁ δεσπότης ] “ | ||
καὶ Ἡροδότῳ τὰς ἀφορμὰς δεδωκότος : ὁ δ ' οὖν Ξάνθος ἐν τῇ δευτέρᾳ τῶν Λυδιακῶν Ἀδραμύτην φησὶ τῶν Λυδῶν |
ἁπάσας αὖθις αὖ . Καὶ νὴ Δί ' οὐδέπω γε εἴρηχ ' ὅσα ξύνοιδ ' : ἐπεὶ βούλεσθε πλείον ' | ||
τις ὀρφῶς , μεμβράδας δὲ μὴ ' θέλῃ , εὐθέως εἴρηχ ' ὁ πωλῶν πλησίον τὰς μεμβράδας : “ οὗτος |
παῖς οὗτος οὐ δύναται μαθεῖν ἢν μὴ Δωροδοκιστί . Ἰδοὺ θέασαι , κοὐχ ἅπαντας ἐκφέρω . Οἴμ ' ὡς χεσείω | ||
τοῦτο ὁ Πόλεμος τὸ μέλι εἰς τὴν θυείαν βάλλει . θέασαι , ὅτι καὶ ἡμεῖς εὐφυῶς , εἴγε μὴ σφαλῶμεν |
ὀλίγον φροντίσας γε δεσποτῶν . ὡς ἐκπιών γ ' ἂν κύλικα μαινοίμην μίαν , πάντων Κυκλώπων ἀντιδοὺς βοσκήματα ῥίψας τ | ||
δέ φησι τὸ ἐν τῷ ἰσχίῳ ὀστοῦν καλεῖσθαι ἄλεισον καὶ κύλικα . κοτυλίσκος δὲ καλεῖται ὁ ἱερὸς τοῦ Διονύσου κρατηρίσκος |