αὐτάς τε καθέξεις , καὶ ἄλλας πολλὰς σὺν αὐταῖς ἔρχεσθαι ποιήσεις , ἀγομένας ὑπὸ τῆς ὀσμῆς τοῦ κυμίνου . εἰ | ||
' ἂν ] ὠφελήσειέ σε δηλονότι , ὠφελήσει σε , ποιήσεις δι ' αὐτῆς , ἐκ ταύτης ποιήσῃς . λαβὼν |
Ξάνθος λέγει ” ἔπαρε τὰ σανδάλιά μου καὶ τὰ ἑξῆς ποίησον . “ εἶτα λέγει τοῖς ἑαυτοῦ φίλοις ” ἄνδρες | ||
καλῶς περισκεπάσας . ὅταν οὖν βούλῃ ἔνδειξιν μεγίστην ποιῆσαι , ποίησον οὕτως : λύχνου τεθέντος , ἐὰν στέαρ οἵου βούλει |
συναπεδείχθη . προσσχὼν γὰρ ταῖς ὑποτεινούσαις τὰς ἀλλήλαις ἴσας γωνίας εὑρήσεις αὐτὰς ἢ ἡγουμένας ἄμφω ἢ ἑπομένας : εἴρηται γὰρ | ||
αὗται γὰρ πυκνότατα λαμβάνονται : ἢν διακόψῃς τὴν κεφαλὴν , εὑρήσεις τὸν ἐγκέφαλον ὑγρὸν ἐόντα καὶ ὕδρωπος περίπλεων καὶ κακὸν |
μέλιτι καὶ πεπέρει τῷ ἀρκοῦντι , καὶ ποιήσας ὡς ἔκλειγμα λάμβανε ὀψὲ μετὰ τὸν δεῖπνον , ὅσον αἴροις τοῖς τρισὶ | ||
” μὰ ⌈ τὸν Δία “ ” ναί “ ἔξωθεν λάμβανε λέγων οὕτως : ναὶ ὤμνυον : οὐ γὰρ ἠπίστατο |
τὸν σκύφον μεστόν . τάλαινα Κοικόα , κατὰ χειρὸς δοῦσα ἀπόδος τάχ ' ἁμὶν τὰν τράπεζαν . πίμπλη δέ , | ||
, τί τὸ στυγνὸν σκότος ; μειδίασον , κατάστηθι , ἀπόδος ἡμῖν τὴν τῶν ὀμμάτων ἡμέραν . κεʹ . Χθές |
τί εἶπεν καὶ ἐπιφέρει . Ἐὰν ᾖς νοήμων , καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος . Καὶ τί ἀλλαχοῦ | ||
. Εἴρηκε γὰρ ὑποκατιὼν οὕτως : Ἐὰν ᾖς νοήμων καὶ ποιήσῃς ὡς γέγραπται , ἔσῃ μακάριος : νικήσεις γὰρ μεθόδῳ |
. μὴ δῆθ ' ἱκετεύω ] κατακλιθήσομαι . μ ' ἔασον ] τοῦτο διὰ μέσου . τὸ δὲ “ ἀλλ | ||
γίνεται δὲ πάνυ μέλαν ὡς τὸ γραφικὸν μέλαν . Τοῦτο ἔασον ἡμέρας γʹ , καὶ βαλὼν τότε ἐν τῷ κολύμβῳ |
ὅτι ἴσον εἴη πεῖσαι , ὅπερ ἂν τὸ λεγόμενον λίθον ἑψῆσαι , Ἀλλὰ τούτους μὲν τοὺς λόγους , ἦν δ | ||
τε τὴν οἰκίαν προδραμεῖν καὶ φακῆν εἰς τὴν χύτραν ἐμβαλόντα ἑψῆσαι , ἐκεῖνος ἀπελθὼν κόκκον ἕνα φακῆς εἰς τὴν χύτραν |
ἑξῆς τετράδες , ἔπειτα πεντάδες , καὶ τοῦτο μέχρις οὗ βούλει : οὕτω γὰρ τῆς τούτων ἐκθέσεως θείῳ τινὶ καὶ | ||
μισθοῦ τοῖς Ἕλλησι διηκονοῦντο ἄνθρωποι βάναυσοι καὶ δημόσιοι . Ἀλλὰ βούλει γνῶναι τὴν παρὰ φιλοσοφίας συντέλειαν ; νόμον ἔμψυχον εἶναί |
ὅλα , ὥσπερ οὗτοι , πεπρακέναι ; οὐ δήπου . λέγε τοίνυν μοι τὸ ψήφισμα τουτὶ λαβών , ὃ σαφῶς | ||
Ζέφυρος βαθὺ λήιον ἐλθών . ἴθ ' ὦ κόλε καὶ λέγε : πρὸς τὸν τράγον φησίν : ὦ κολοβέ , |
τὸν χρόνον ὃν ἔλαχον ἄνθρωποι ζῆν , ἀναλογίζεται δὲ καὶ σκοπεῖ τὰς παρὰ τὸν βίον ἡδυπαθείας . Σωκράτης μὲν οὖν | ||
οὐ δόξειεν ἀπὸ φθόνου γίνεσθαι . εὖ λογίζεται ] ὀρθῶς σκοπεῖ τὰ πράγματα . ὃν δεῖ πόλλ ' ἀκοῦσαι : |
τῷ κατασκόπῳ τῶν τῆς φύσεως πραγμάτων : τί περὶ ἡλίου ζητεῖς , εἰ ποδιαῖός ἐστιν , εἰ τῆς γῆς μείζων | ||
τῶν μεγάλα ἢ ἀσύμφορα αἰτούντων . Ἄρκτου παρούσης τὰ ἴχνη ζητεῖς : ἐπὶ τῶν δειλῶν κυνηγῶν . Ἀρχαιότερος Ἰβύκου : |
κέλευε τοῖσι ἐκ σέο πρώτοισι προειρημένοισι ἐς τὴν παρασκευήν , ποίεε δὲ οὕτω ὅκως , τοῦ θεοῦ παραδιδόντος , τῶν | ||
βούλεαι ἐσδέξασθαι μᾶλλον ἐς τὴν ὑμετέρην , σὺ τὠυτὸ τοῦτο ποίεε . Ταῦτα δὲ ἀκούσας ὁ Κῦρος συνεκάλεσε Περσέων τοὺς |
ἢ τῷ σημαινομένῳ . Δικαίως ταῦτα πάσχεις : μᾶλλον δὴ θέλεις ἀγαθὸς αὔριον γενέσθαι ἢ σήμερον εἶναι . Πράσσω τι | ||
ἐσχάτη ῥίζα τοῦ ἠρυγγίου , ἤγουν ἡ κεφαλή , καὶ θέλεις αὐτὴν εὐλήπτως ἐπιτυχεῖν , ποίει οὕτως : λαβὼν σπέρμα |
ἄλητον ἐσθίειν νήστει , καὶ οἶνον ἐπιπίνειν ἄκρητον , καὶ προστιθέναι νίτρον ἐρυθρὸν , κύμινον καὶ ῥητίνην μέλιτι δεύσας ἐν | ||
γὰρ τὸ ἐλάω διὰ τοῦ α , Αἰολέων δὲ τὸ προστιθέναι τῷ α τὸ υ , ἐλαύω γὰρ λέγουσιν , |
ταλαιπωρίαν : οὕτως ἀγαθοῖς κακὰ κεραννυτέον . Εἰ βούλει , ἄφελε μὲν τὴν δυσφημίαν , ἴσθι δὲ αὐτῷ τὴν οὐσίαν | ||
. ἐλέγξωμεν ἀλλήλους : εἴ τι ἔχω κακὸν δόγμα , ἄφελε αὐτό : εἴ τι ἔχεις , θὲς εἰς τὸ |
προαναζέσας , ἢ ὑοσκυάμου χυλὸν ἢ καρπὸν μετὰ οἰνογάλακτος φυράσας ἔμβαλλε εἰς δέρμα ἐλάφου καὶ περίαπτε τὸν δεξιὸν μηρὸν καὶ | ||
Ὅτε δὲ μᾶλλον παρηγορῆσαι βούλει , τοῦ μὲν ῥοδίνου γοζ ἔμβαλλε , μυελοῦ δὲ καὶ στέατος χηνείου ἀνὰ δραχ . |
μεμυκὸς ᾖ , ἀναστομῶσαι τοῖσι δαιδίοισι καὶ τοῖσι μολιβδίοισι : πυριῇν δὲ μαλθακῇ πυρίῃ , τῇ ἐκ τοῦ μαράθρου , | ||
φάρμακον χρὴ πῖσαι κάτω , καὶ λούειν πολλῷ θερμῷ καὶ πυριῇν , καὶ ὁκόταν νεόλουτος ᾖ ἢ νεοπυρίητος , κελεύειν |
, κρεῖσσον ὠφελήσεις . Τοῦ δὲ φοινικοπτέρου τὸν ἐχῖνον ἐὰν ζέσας δώσῃς λάθρα , κρεῖσσον ποιήσεις . Ἡδονὶς δὲ ἡ | ||
μείξας ἔκμασσε . β . ὠιὸν ὅμοιον μήλωι γενέσθαι : ζέσας τὸ ὠιὸν χρῖε κρόκωι μείξας μετ ' οἴνου . |
δάκνειν . πρόσαιρε τὸ κανοῦν , εἰ δὲ βούλει , πρόσφερε . κἀκ πιθῶνος ἤρυσαν ἄκρατον . κἄπειθ ' ἵνα | ||
ψυχρότεροι τοῦ ἄλλου σώματος : θερμοῖσι δὲ ἐοῦσι θέρμασμα μηδὲν πρόσφερε , ἀλλὰ παρατήρει ὅκως μὴ ψυχθήσονται : πόματι δὲ |
ὄργανόν τι ποιεῖσθαι τὴν ἀναγωγήν , εἰς τοὺς αὐλοὺς ἦν ποιητέον , ἐπειδὴ μάλιστα πλανᾶται καὶ κατὰ τὴν αὐλοποιΐαν καὶ | ||
μέσον τὸν περίνεον καὶ κατὰ τὸ ἱερὸν ὀστέον τὴν ἐκκρέμασιν ποιητέον . ὁ δὲ καταρτισμὸς ὁ διὰ τοῦ κρεμασμοῦ οὕτως |
' ἐκεῖνα βεβουλευμένα . μένε τοίνυν ἐπὶ τῶν τελευταίων καὶ φύλαττε τὴν σαυτοῦ κρίσιν : πατέρα σε εἶναι δεῖ : | ||
σε διδάσκει τοῦ βίου τὰ πράγματα . Ἀθάνατον ἔχθραν μὴ φύλαττε θνητὸς ὤν . Ἅπαξ ἀκοῦσαι τοὺς ἐλευθέρους καλόν . |
τὸν πίονα μὴ παράλειπε , ὃν κεῖνοι καλέουσιν ἰωνίσκον : λαβὲ δ ' αὐτὸν θρέμμα Σελινοῦντος σεμνοῦ . πλῦνον δέ | ||
οὐκ ἔχειν τὸν ἰχθύν . Ἀρχέστρατος δέ φησιν : ἀλλὰ λαβὲ ξιφίου τέμαχος Βυζάντιον ἐλθὼν , οὐραίου τε αὐτὸν τὸν |
βιβλίοις ἐξετάσας ὡς καὶ ἡμεῖς στεφάνῳ εὑρήσεις . * μὴ λάβῃς εἰς τὸ τῶν ἔξωθεν τὸ ἀπό , ἀλλὰ πρὸς | ||
οὔ τοι πλέον γ ' : ἐάν τε νῦν αὐτὴν λάβῃς , ἐάν τε γεγηρακυῖαν , ἔχοις ἄν τι πλέον |
τοῖς κατὰ σῶμα καὶ τοῖς κατὰ ψυχήν , παραπεφυλαγμένως τοῦτο ποιήσομεν : οὐ γὰρ ταῦτα πάντα ἐροῦμεν κινεῖν τὸν ἔλεον | ||
. Ἀντὶ δυεῖν ἄρα ἀρχῶν ἢ τριῶν , πολλὰς αὐτόθι ποιήσομεν , καὶ τοσαύτας ὅσα τὰ γενικώτατα τῶν διωρισμένων , |
. ] Κεδρίας κοχλιάρια δύο , ἐλαίου ὠμοτριβοῦς κύαθον ἴσα μίξας δὸς ῥοφῆσαι . τοῦτο πάντα πόνον παντελῶς ἀποθεραπεύει . | ||
καὶ ὠῶν ἀνέφθων λεκύθους βʹ . καὶ βραχὺ ῥόδινον καὶ μίξας ἐπιμελῶς καὶ χλιάνας κατάπλασσε ἀμείβων συνεχῶς . ἄλλο . |
κυητήριον : ἐκ νίτρου καὶ λιβανωτοῦ βάλανον ποιήσας ἐν μέλιτι πρόσθες . Προσθετὸν καθαρτήριον μαλθακτικόν : ἰσχάδα λαβὼν , ἑψήσας | ||
. Ἢ κυμίνου φύλλα ἐν οἴνῳ τρίψας , ἐν εἰρίῳ πρόσθες . Ἢ γῆς λευκῆς ὅσον πόσιν . Ἢ λευκὴν |
: μηδὲν ἀγνόει . ὦ Φοῖβ ' ἀκέστορ , πημάτων δοίης λύσιν . τί χρῆμα ; πρὸς θεῶν ἢ βροτῶν | ||
θείη σατράπην Κιλικίας Σαρδανάπαλλος ὁ δεσπότης , τί ἄν μοι δοίης τῷ εὐαγγελιζομένῳ ; Ὁ δ ' ἀποκρίνεται : Τί |
' ἔσθ ' ἃ διώκεις . τὸ λαβεῖν οὖν τὰ διδόμεν ' ὁμολογῶν ἔννομον εἶναι , τὸ χάριν τούτων ἀποδοῦναι | ||
ἐλαίας ἡμεροφύλλου ἁγνῶς πομπεύειν , καὶ ἐπεύχεσθαι πολιάταις πᾶσιν ἀεὶ διδόμεν τέκνοις τ ' ἐρατὰν ὑγίειαν , εὐνομίαν τε καὶ |
ὑπὸ γραὸς τρεφόμενον πλουσίας , Ὁ δεῖνα , παράδοξόν γε ποιεῖς πρᾶγμ ' ὅτι ἡ γραῦς ποιεῖ ς ' ἐν | ||
τὰ δέοντα ποιεῖς , ἀλλ ' οὖν οὐκ εἰδώς γε ποιεῖς „ , ὡς ἱστορεῖ Χαμαιλέων ἐν τῷ περὶ Αἰσχύλου |
τῆς μολυβδαίνης τρίψας ὡς λειότατον , διαττήσας , ξυμμίξας , ἕψειν , καὶ κυκᾷν τὸ πρῶτον , ἑψεῖν δὲ ἕως | ||
κεγχραμίϲιν ὁμοίαϲ : δεῖ οὖν θρύπτειν αὐτὴν εἰϲ ἁδρὰ καὶ ἕψειν ἐν ὄξει μὴ κινοῦντα , ἕωϲ μηκέτι πομφολυγίζῃ . |
. Ὅδ ' ἐστὶν ἁνὴρ ὃν λέγεις . Τί οὖν ποιῶ ; Ἀπόδυσον αὐτόν : οὐδὲν ὑγιὲς γὰρ λέγει . | ||
δ : λαμβάνω μίαν πλευρὰν τοῦ κζ τὴν τριάδα καὶ ποιῶ τρὶς δ , γίνονται ιβ : ἰδοὺ ὁ ιβ |
τελικά . Ἔτι τῶν περὶ ψυχὴν ἀγαθῶν τὰ μέν εἰσιν ἕξεις , τὰ δὲ διαθέσεις , τὰ δ ' οὔθ | ||
τὰ νῦν δεικτέον τῶν τε ἕξεων καὶ τῶν κατὰ τὰς ἕξεις λεγομένων , τοῦ μὲν δικαίου τοῦ δὲ ἀδίκου ἰδίως |
τον ὅλον , καὶ ἔπαρέ τον : καὶ τότε βάλε ἀσήμην οὐγγίας δʹ , καὶ χάλκωμα οὐγγ . ηʹ , | ||
καὶ ἀφ ' οὗ ἀναλύσῃ καλῶς , βάλε καὶ τὸ ἀσήμην , καὶ τότε ἀφ ' οὗ ἀναλύσῃ καὶ αὐτὸ |
, καὶ τῇ διαίτῃ ὥσπερ ἔμπροσθεν χρῶ , φάρμακον δὲ πίσον ἐλατήριον , καὶ κάτω γάλακτι κλύσον , τὰ δ | ||
καὶ γογγυλίδας , ἀλλὰ καὶ ὀσπρίων φακήν , κύαμον , πίσον , ἢ τό γε πλεονάζειν ἐν αὐτοῖς παραιτητέον . |
οὗ τὸ τρίτον λειφθῇ , τὴν μὲν βοτάνην ῥῖψον , ἐπιβάλλων δὲ τῷ ὕδατι μέλιτοϲ # α ἕψε ἕωϲ μελιτώδουϲ | ||
τῇ θεραπείᾳ καὶ μὴ λιπεῖν τὴν τάξιν . ὁ δὲ ἐπιβάλλων ἐνίοτέ σοι τὴν χεῖρα , ὅ τι ἂν τύχῃ |
, ὅκου ἐστὶ τὸν πρῶτον χρόνον , οὐ δύναται κρυμὸν ποιέειν , ὅθεν καὶ τὸ ῥῖγος γίνεται : τὸ δὲ | ||
. Ὁ δὲ οὐκ ἔφη οἷός τε εἶναι ἄλλως αὐτὰ ποιέειν : ἐπιφοιτήσειν γὰρ κατασκόπους ἐξ Ἁρπάγου ἐποψομένους , ἀπολέεσθαί |
τὰ ἐπιμήνια , ταῦτα ποιήσαντα ἐν τῷ δέοντι χρόνῳ , πῖσαι κανθαρίδας , καὶ ἐπὴν γένηται , νηστεύσασα καὶ ἀλουτήσασα | ||
καὶ μετὰ τοῦτο τὴν κεφαλὴν καθῆραι : ἔπειτα διαλείπων φάρμακον πῖσαι κάτω : ἔπειτα σιτίοισιν ἀνακομίζειν αὐτὸν ὡς ὑποχωρητικωτάτοισιν , |
Τροφωνίῳ ἔφη χορτασθείς . Ἀριστοφάνης δ ' ἐν Γηρυτάδῃ : θεράπευε καὶ χόρταζε τῶν μονῳδιῶν . Σοφοκλῆς τε ἐν Τυροῖ | ||
καὶ μέγεθος κυκλίᾳ ἴσον ἀσπίδι νῶτα φοροῦντα . τοῦτον ὅλον θεράπευε τρόπον τοιόνδε : λαβών νιν , ἡνίκ ' ἂν |
Ἢν κύουσαν χολὴ λυπέῃ , πτισάνης χυλὸν δίδου , ῥόον ἐπιπάσσων τὸν ἐρυθρὸν ἢ τὸν ἐκ τῆς συκαμίνου , ψυχρὸν | ||
, καὶ οὕτως ἔμβαλε αὐτὰς εἰς ἀγγεῖον καινὸν ἀπίσσωτον , ἐπιπάσσων ἅλας λεπτότατον , καὶ μετὰ τὸ συντακῆναι ἔχε ἐν |
τὴν διόπτραν ἐπὶ τὴν μοῖραν τοῦ Κριοῦ τὴν πεντεκαιδεκάτην καὶ θές τε εἰς τὰ γράμματα τῶν παραλλήλων κύκλων ἔνθ ' | ||
' ἐν ἀγκάλαις λαβὼν βωμοὺς ἐπ ' ἄλλους δαιμόνων ἐγχωρίων θές , ὡς ἴδωσι τῆσδ ' ἀφίξεως τέκμαρ πάντες πολῖται |
ἀρίστην τῶν ὑγρῶν μίξιν . ποτὲ μὲν οὖν δεῖ πλέον ἐπεμβάλλειν ὕδατος ταῖς προειρημέναις ὕλαις , καὶ ταύτας δεῖ ἐναλλάττειν | ||
ὑδρομέλιτι προεψεῖν ἀβροτόνου χρὴ ἢ δάφνης καρπόν , καὶ οὕτως ἐπεμβάλλειν τὸ ἄλευρον . εἰ δὲ σκίρρος κατὰ τὰ σπλάγχνα |
ἐστ ' ἰσάργυρον ; Ὡς σκαιὸς εἶ κἄγροικος αἰσχροεπῶν : ἔα , ἐπαρίστερ ' ἐν τῷ στόματι τὴν γλῶτταν φορεῖς | ||
ἀπίστασθαι , Ἑκαταῖος δ ' ὁ λογοποιὸς πρῶτα μὲν οὐκ ἔα πόλεμον βασιλέϊ τῷ Περσέων ἀναιρέεσθαι , καταλέγων τά τε |
μασχάλην : αὐτὸς δὲ ἑωυτὸν ὑψηλότερον ἐπὶ τοῦτον τὸν ὦμον ποιεέτω , ἢ ἐπὶ τὸν ἕτερον : τοῦ δὲ κρεμαμένου | ||
τριήκοντα ἡμέρῃσιν , εἰ θανάσιμον ἢ οὔ . Ταῦτα μὲν ποιεέτω , ὁκόταν αἱ τριήκοντα ἡμέραι παρέλθωσιν . Ἐν δὲ |
γὰρ οὖν . Ταύτας τοίνυν δίχα τέμνοντες μίαν ἑκάστην ἓξ ποιῶμεν , τὴν ὀρθὴν χωρὶς ἀποκρίναντες τούτων ἑβδόμην . Πῶς | ||
ἐν Φιλοκάλῳ ἢ Νύμφαις : κατάκεισο κἀκείνας κάλει . συναγώγιμον ποιῶμεν . ἀλλ ' εὖ οἶδ ' ὅτι κυμινοπρίστης ὁ |
καὶ ἄνοσμον . ΜΕΛΑΝΩΣΙΣ ΑΡΓΥΡΟΥ . Λαβὼν θεῖον ἄθικτον , ἕψησον πυρὶ μαλθακῷ ἀπὸ θαλλίων ζʹ : ἀποχέων εἰς οὖρον | ||
καὶ τρυγία ἐλαίου πεφρυγμένη . Κηρὸν λευκὸν μετὰ ἐλαίου καλοῦ ἕψησον , καὶ ὡς ἔστιν ὑγρὸν ἔμβαλε : καὶ ἅλας |
' ἀποψήσει Γ : διὰ ποίου μέρους τὸν πρωκτὸν ἀπομάξασθαι δυνήσῃ ; Γ διὰ τῆς θαλαμιᾶς Γ : διὰ τῆς | ||
φιλόσοφος οὐκ ἔστιν . μεγάλην σοφίαν νόμιζε δι ' ἧς δυνήσῃ φέρειν ἀγνοούντων ἀπαιδευσίαν . αἰσχρὸν ἡγοῦ λόγον ἔχων διὰ |
καὶ ἀλγεῖς τὴν ψυχὴν περὶ τῆς σῆς συνουσίας , σιωπᾶν ὀφείλεις , ἵνα μὴ δόξῃς διὰ λαγνείαν χαλεπαίνειν : τὸ | ||
: τὸ δὲ τρίγωνον παράδειγμά ἐστι τοῦ ζητουμένου , ὅπερ ὀφείλεις γινώσκειν τί σημαίνει , ἤγουν τὸ ὑπὸ τριῶν γραμμῶν |
τουτέστι ξδφοϚ / : ἡ δὲ λεῖψις τῆς ΔΥ α ἀφαιρεῖ ἀπ ' αὐτῶν ξδιϚ / , καὶ ποιεῖ τὰ | ||
αὐτῇ , ἐπανατεινάμενος τὸ ξίφος καθικνεῖται καὶ τὴν κεφαλὴν αὐτῆς ἀφαιρεῖ τῷ τε Ξάνθῳ παρεκελεύετο μὴ δυσφορεῖν ἐξαγγείλας τὴν ἐπιβουλὴν |
ὅ τι ἂν ἅπαντες οὗτοι γνῶσι πράττειν με δεῖν , ποιήσω . καὶ πρὸς μὲν σὲ ταῦθ ' ἱκανά : | ||
διὰ πλατείας . . . οὐράνιον . . παιδιάν βάψας ποιήσω μέλαν . ἀκούεις ὡς στένει ; Ἀστυάναξ γέγονα . |
ὕδατι ἀποίῳ ἀναλάμβανε . τούτων ἕκαστον μετὰ τὴν καῦσιν δεῖ πλύνειν , ἄχριπερ ἐπιμιγνύμενον τῷ ὕδατι νεφελῶδες μηκέτι ἀναπέμπηται , | ||
οὕτως : σεμίδαλιν ὡς καθαρωτάτην λαβόντα , κούφως προβρέχοντα , πλύνειν καὶ ἀπηθεῖν δι ' ὀθονίου ὡς πλείστῳ ὕδατι καὶ |
ἡ μῖξις τοῦ πύου εὑρίσκεται καὶ οὐκ ἀκριβῶς ἀναμεμιγμένη . πρόσεχε δὲ καὶ τοῖς ἀναμεμιγμένοις καὶ ἐμφερομένοις ἐν οὔροις : | ||
ἀντείποιμι , μὴ πολυπραγμόνει , ἀλλ ' εἰ δοκεῖ σοι πρόσεχε τὸν νοῦν κἀκροῶ . Τρώγων ἐρεβίνθους ἀπεπνίγη πεφρυγμένους . |
περιπλύνας , βάλε αὐτῇ καὶ ὀλίγην λευκὴν καδμίαν , ἢ μαγνησίαν , ἢ ἄσβεστον , ἴνα γένηται σῶμα ἀπὸ σώματος | ||
. Ἔπειτα καὶ τὸ σῶμα τῆς μαγνησίας προσέρεται . Λαβὼν μαγνησίαν θηλυκὴν , λείωσον ἐπιμελῶς : βαλὼν ἐν βατανίῳ ἅλας |
ἄξει καλῶς : καὶ μετὰ τὸν κλυσμὸν ὀνείῳ γάλακτι ἑφθῷ ὑποκαθῆραι ὀκτὼ κοτύλῃσι , μέλι δὲ παραχέων διδόναι πίνειν : | ||
ὑποκαθῆραι : τῇ δὲ ὑστεραίῃ τῷ ἀπὸ ἐρεβίνθων λευκῶν χυλῷ ὑποκαθῆραι δύο χοεῦσιν , ἅλας δὲ παρεμβαλὼν διδόναι πίνειν : |
τοῦ κυρίου , τέλειος ἔσῃ : εἰ δ ' οὐ δύνασαι , ὃ δύνῃ , τοῦτο ποίει . Περὶ δὲ | ||
ὠφελήσω . “ ὁ δὲ πρὸς αὐτόν : ” τί δύνασαι σὺ ὠφελῆσαί με ; “ καὶ ὁ Αἴσωπος : |
τοῦ οἴνου , καὶ κατὰ κεράμιον ποίει οὕτως , καὶ ἀποτίθεσο . Ἀλθαίας ῥίζας ξηρὰς ἐπιξέσας εἰς τὸν οἶνον , | ||
καὶ ἀποτίνειν τὰς χάριτας . ἔρρωσο . τῶν τε ἰσχάδων ἀποτίθεσο ἵν ' ἔχῃς εἰς τὸ χεῖμα , καὶ τῶν |
διδακτόν , δίδασκε : εἰ δὲ σὺ μὴ δύνασαι , ἄφες με μαθεῖν παρὰ τῶν λεγόντων εἰδέναι . ἐπεὶ τί | ||
τε γάρ ἐστιν καὶ εἰδεχθὴς καὶ σκληρὸς καὶ ἄτιμος : ἄφες αὐτὸν ἐπὶ κεφαλὴν κατὰ τῆς πέτρας : σὺ δὲ |
τε στέαρ . τούτοις κέχρησο , τοῖς μὲν ἰσχυροῖς κηρωτὴν μιγνύς , τὰ δ ' ἀσθενῆ δαφνίνῳ ἐλαίῳ . Οὔτε | ||
δίδου . Δίδου δέ ποτε μὲν αὐτὰ μετ ' ἀλλήλων μιγνύς , ποτὲ δὲ ἕκαστον καὶ καθ ' αὑτὸ πίνειν |
ἀραιάς : λεπτάς * ὀμόρξαις : λεπίσαις * ὀμόρξας : ἐκπιέσας ψῆγμα πολύκνημον : οἱ μὲν ὄνομα βοτάνης , οἱ | ||
πλείονα χρόνον , διήθει δι ' ὀθόνης πυκνῆς , καὶ ἐκπιέσας τὰ φύλλα ῥῖπτε , τὸν δὲ χυλὸν φύλαττε εἰς |
κισηρίσας πλὴν κεφαλῆς , δὶς τῆς ἡμέρας λοῦε , καὶ σμῆχε ἀπὸ λεκίθου , καὶ τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑπογραφέσθω , καὶ | ||
εἶτα ἁλῶν τὸ τρίτον μίξας καὶ λειώσας , εὖ μάλα σμῆχε . ἢ δασύποδος κεφαλὴν κεκαυμένην λειάνας χρῶ . ἄλλο |
# Ϛ ἐλαίου παλαιοῦ λίτραν μίαν : τὰ μὲν ξηρὰ κόπτε καὶ ϲῆθε λειοτάτῳ κοϲκίνῳ , τὰ δὲ ϲτέατα προμαλάξαϲ | ||
. ἤδη σὺ πρὸς θεῶν ἔθυσας τὸν ἔριφον ; μὴ κόπτε μ ' , ἀλλὰ τὰ κρέα . παῖδες , |
νεοκρᾶτά τις ποιείτω . καὶ δὴ κέκραται . τὸν λιβανωτὸν ἐπιτιθεὶς εἶπε . σπονδὴ μὲν ἤδη γέγονε , καὶ πίνοντές | ||
ὃς ἀφαιρεῖται καὶ τὸν λόγον ἡμῶν ἅμα τοῖς ἔργοις θάνατον ἐπιτιθεὶς ζημίαν τοῖς ἐλευθέραν φωνὴν ἀφιεῖσι , τί προσῆκεν ὄνομα |
πυρί . κτεῖν ' : ὡς κτανών γε τῶνδέ μοι δώσεις δίκην . [ ἔσται τάδ ' . ἆ ἆ | ||
τε κακῶς καὶ ἐὼν ὄλεθρος , ἀλλὰ μᾶλλον ὅκως λόγον δώσεις τῶν μετεχείρισας χρημάτων . Ταῦτα εἶπε ἐὼν ἐν τοῖσι |
μάλα . εἰμὶ δὲ ἐγὼ περὶ ταῦτα δήπου δεινός : ἀποφανῶ γὰρ παραχρῆμα ὁλόκληρον , σάξας ἁλῶν καὶ ἐπαλείψας πίτταν | ||
πλάττοντες ἀναιδείᾳ ὑπερβάλλον καὶ οὐδὲ γενόμενον , ὡς ἐγὼ ὑμῖν ἀποφανῶ ἐκ τούτων πρῶτον ὧν αὐτοὶ ἀπεκρίναντο . Τῇ μὲν |
, ὕδατος λι γʹ . τὰς βοτάνας κόψας ἁδρομερῶς , βρέχε ἐν τῷ ὕδατι ἡμέρας γʹ , εἶτα ἐπιβαλὼν τὸ | ||
μαϲτίχηϲ λειοτάτηϲ ⋖ δ τραγακάνθηϲ # α : τὴν τραγάκανθαν βρέχε ὀλίγον τῷ ἑψήματι καὶ λεάναϲ ἐπίβαλε αὐτῇ τὰ λοιπὰ |
βαλὼν εἰς θυΐαν μετὰ τῶν τριῶν λιτρῶν τοῦ ἐλαίου τρῖβε ἐπιμελῶς , μέχρις ἂν λειότατον γένηται , εἶτ ' ἐπέμβαλλε | ||
παρεγγεγραμμένων . καὶ μὴν φιλοσοφεῖν φιλολογεῖν τ ' ἀκηκοὼς ὑμᾶς ἐπιμελῶς καρτερεῖν θ ' αἱρουμένους , τὴν πεῖραν ὑμῖν λήψομαι |
θὲς αὐτὰ ἐν κλοκίῳ ὀστρακίνῳ , καὶ στάξον ταῦτα ὡς ῥοδόσταγμα μετὰ πυρὸς δυνατοῦ : τῶν γὰρ προειρημένων τὸ πῦρ | ||
φράξον ἀσφαλῶς ὡς τὸ πρότερον : καὶ ἀνάσπα τοῦτο ὡς ῥοδόσταγμα . Ἔστω δὲ κλοκίον τοῦτο ὑέλινον : τὸ γὰρ |
, καὶ αὐτῇ προσάγων τῇ θηλῇ τὸ στόμα τοῦ ζώου πινέτω τὸ γάλα : βοηθήσειε δ ' ἂν καὶ τὸ | ||
τεύτλου λιπαροῦ δύο τρυβλία ἐκφαγέτω ἄλφιτα παραπάσας : οἶνον δὲ πινέτω λευκὸν , ὑδαρέα , γλυκὺν καὶ νῦν καὶ μετὰ |
ταῖς δι ' αἰώρας , φορείῳ τὸ πρῶτον καὶ καθέδρᾳ κἄπειτα ζευκτῷ , καὶ περιπάτοις ἀναφωνήσεσίν τε καὶ ἀναγνώσεσιν μετὰ | ||
ἀκριβῶς , εἰ πάντα κεκόμισται καὶ μηδὲν ἔνδον ὑπολέλειπται , κἄπειτα καὶ τὸ χορίον εὐθὺς ἐκλαμβάνειν . Τὸ Χορίον καὶ |
, φης ' , ἕως ἂν οὗ βινητιάσω καὶ τοσοῦτον λήψομαι . Νικὼ λέγεται τὴν Αἶγα , Πύθωνός τινος αὐτήν | ||
: ἀλγῶ γάρ μὴ σιγᾶν ] λέγων γὰρ ταύτας παραμυθίαν λήψομαι τύχας ] δυστυχίας τάσδ ' ] ἃς πάσχω θνητοῖς |
διὰ τοῦτο οὖν εἶπε τήξας , ὡσανεὶ ἀναλύσας νέμοις ] δός ἐνὶ βάμματι οὖν τήξας : ἀντὶ τοῦ ἐν ὄξει | ||
εἴρηκά σοι πρὸς τὴν θύραν μὴ προσιέναι ; τὸν ἱμάντα δός , γραῦ . μηδαμῶς , ἀλλ ' ἄφες . |
τοῦτον ἐκίρνα , καὶ τὸ ψυχρὸν δὲ ὕδωρ ἢ καὶ ὀξύκρατον ψυχρὸν ἐδίδου πάϲηϲ ἑτέραϲ θερμῆϲ τε καὶ μέϲηϲ ἀπέχων | ||
χρὴ ἀπὸ τῶν μασχαλῶν καὶ βουβώνων , διδόναι δὲ αὐταῖς ὀξύκρατον μὴ ψυχρὸν ἀλλὰ γαλακτῶδες , καὶ προσαντλεῖν ὀξυκράτῳ καὶ |
κολοκυνθίδα ἀγρίαν τρυπήϲαϲ κάθαρον τὸ ἔϲω εὖ μάλα , εἶτα πλήρωϲον αὐτὴν ἐλαίου δαφνίνου καὶ πρόϲβαλε ὑοϲκυάμου λευκοῦ ϲπέρματοϲ μὴ | ||
μέλανα καὶ ϲανδαράκην ἴϲα λεάναϲ μετ ' ἐλαίου ἀναλαβὼν ἐρίῳ πλήρωϲον τὸν μυκτῆρα . Ἄλλο . χαλκοῦ ἄνθοϲ καὶ ἰὸν |
, τοὺς δὲ χυλοὺς τοὺς ἀπὸ λινοσπέρμου καὶ πτισάνης ἐπιμελῶς ἑψήσας , ὥστε μὴ κατακαῆναι . χρῶ τῷ φαρμάκῳ τούτῳ | ||
καὶ σιδία σὺν παιπάλῃ κριθίνῃ ἐπιτίθετι . ἄλλο . ῥόδα ἑψήσας καὶ τρίψας κατάπλασσε . ἄλλο . ἀφέψημα μελιλώτου ἔνσταζε |
αἰγύπτιον , τούτων ἴσον ἑκάστου διεῖναι οἴνῳ λευκῷ γλυκεῖ καὶ κλύζειν . Ἢ λινοζώστιος ὕδωρ ἀφεψήσας ξὺν σμύρνῃ , λιβανωτῷ | ||
σέσελι , σμύρναν , κασσίης καρπὸν ἐν οἴνῳ ἑψεῖν καὶ κλύζειν . Ἕτερος κλυσμὸς , ἢν ὀδύνη ἴσχῃ σφοδρὴ μετὰ |
, τί μετρεῖς ἢ τί ἱστάνεις : εἶθ ' οὕτως ἐπιδείκνυε τὸν ζυγὸν ἢ τὸν μέδιμνον . ἢ μέχρι τίνος | ||
ἕνεκα . ἐπιδείκνυ : τὸ προστακτικὸν Ἀττικῶς , ἀντὶ τοῦ ἐπιδείκνυε . τὸ θέμα αὐτοῦ δείκνυμι , ὥσπερ καὶ ὄλλυμι |
περιπατοῦντα κατέλιπον . Μένανδρος : οὐ γαμεῖς , ἂν νοῦν ἔχῃς . γεγάμηκα γὰρ αὐτός . διὰ τοῦτό σοι παραινῶ | ||
δι ' αὐτοῦ καὶ ἀθάνατος ἔσῃ εἰς τὸν αἰῶνα , ἔχῃς δὲ τὸν πόλεμον ὃν ἔθετο ὁ ἐχθρὸς ἐν σοί |
, τότε κατὰ συμβεβηκὸς γέγονεν ἡ ἀπόδοσις : οἷον ἐὰν ἀφέλῃς τοῦ ἀνθρώπου τὸ δεσπότην εἶναι καὶ εἴπῃς ὁ δοῦλος | ||
τὴν τύχην , τὸν στρατιώτην ἐξοπλίζεις : κἂν τὸν στρατιώτην ἀφέλῃς , ἀποχειροτονεῖς τὸν στρατηγόν : τιμιώτερον δὲ καὶ στρατιώτης |
κωλύοντος , αὐτὸ δὲ τὸ φλεγμαῖνον μέρος ἐπιβρέχειν τε καὶ καταπλάττειν τοῖς ἀπωθεῖσθαι μὲν τὸ ἐπιρρέον δυναμένοις , κενοῦν δὲ | ||
καταλαβεῖν , καὶ μετὰ ταῦτα θεραπεύειν τῇ πυοποιῷ ἀγωγῇ καὶ καταπλάττειν μέχρι τινὸς , εἶτα μοτοῖς κηρωτῇ ῥοδίνῃ ὑγρᾷ βεβρεγμένοις |
τὴν γυναῖκα ἀπὸ τοῦ ἀγροῦ , καὶ τὰς δύο ὁμοῦ κατάκαυσον . “ ὁ δὲ Ξάνθος ἀκούσας καὶ θαυμάσας τὸ | ||
ἐπιμελῶς καὶ ἐγχριόμενον : ἢ σηπέας ὄστρακον λεῖον φυράσας μέλιτι κατάκαυσον καὶ λείῳ ὑπάλειφε . λεπτύνει δὲ καὶ ὁ χυλὸς |
καταχύσει δὲ χρῆσθαι . μετὰ δὲ τὸ λουτρὸν ἀναληπτικῶς διαιτᾶν ἐγχεῖν τε ταῖς ῥισὶν ὡσαύτως τὸ ἐλατήριον , καὶ ἐν | ||
φαρμακῶδεϲ ὕδωρ περιέχοιτο κατὰ τὸν ἀκουϲτικὸν πόρον , ϲυνεχῶϲ ἔλαιον ἐγχεῖν προϲήκει , ἐκκλύζονταϲ τὸ οὖϲ καὶ δι ' ἐρίου |
σοι καὶ ἀποστάζοντι εἰς ὕδωρ καλὴν ἔχῃ σύστασιν : καὶ ἐπιχέας ἄλλο ὕδωρ ψυχρόν , καὶ μαλάξας ὡς πάστιλλον ἐπὶ | ||
. Λοχεῖα καθῆραι : τῆς ἀκτῆς τὰ φύλλα ἑψήσας , ἐπιχέας ἔλαιον , δοῦναι πιεῖν : ἐσθιέτω δὲ καὶ κράμβας |
ποῦ ἐπορεύθησάν σου αἱ σάρκες ἀφανεῖς γενόμεναι , οὕτως οὐκ ἐπίστασαι οὐδὲ πόθεν ἐγένοντο ἢ πόθεν ἦλθον . ἀλλὰ ἐρεῖς | ||
λόγου οὐδὲν ἧττον ἐρήσομαι πόθεν μαθὼν αὖ τὰ συμφέροντ ' ἐπίστασαι , καὶ ὅστις ἐστὶν ὁ διδάσκαλος , καὶ πάντ |
πιτυΐνην καὶ , ἐπὰν μηκέτι μολύνῃ , βαστάσας κατακένωσον εἰς θυΐαν καὶ τῇ σπάθῃ μαλάξας ἀνελόμενος ἀπόθου εἰς δέρμα καὶ | ||
φέρ ' : οἶς ' ὀβελίσκους δώδεκα : κρεάγραν : θυΐαν : τυρόκνηστιν παιδικήν : στελεόν : σκαφίδας τρεῖς : |
ὑπὸ φθοροποιοῦ μὴ θεωρῆται , ἄνεσιν . Σκεπτόμενος περὶ νοσημάτων βλέπε τόν τε ὡροσκόπον τῆς κατακλίσεως καὶ τὴν τῆς Σελήνης | ||
ἱερωτάτη οὕτως . ἤδη ποτὲ ἄνω , μεγαλοφυέστατε παῖ , βλέπε ψυχῶν διατάξεις . τὸ ἀπ ' οὐρανοῦ κορυφῆς μέχρι |
ἢ ῥάμνου , ἢ τεύτλου , ἢ κολοκύντης χυλὸν ἐκπιέσας ἐγχέαι : ἢ αὐτῆς τὸ μέσον καὶ ἁπαλώτατον περιξέσας μακρὸν | ||
κέρασον εὐζωρέστερον . Οἶνον Θάσιον πίνοις ἄν ; εἴ τις ἐγχέαι . πρὸς ἀμυγδάλας δὲ πῶς ἔχεις ; εἰρηνικῶς . |
ἐκ τοῦδ ' ὄρνεον . ὥστ ' οὖν ἐσθίων τοῖς σιτίοισιν ἥδομαι . ἅπαντα δ ' εἶναί μοι δοκεῖ ῥοδωνιὰ | ||
καὶ ὀῤῥὸν τὴν ὥρην καὶ γάλα ὄνου πιπίσκειν , καὶ σιτίοισιν ὡς μαλθακωτάτοισι χρῆσθαι καὶ ψυχροῖσιν , ἀπεχόμενον τῶν δριμέων |
μετὰ δὲ τὴν κάθαρσιν τοῦ χυμοῦ ἐς ἑσπέρην , φακῆς τρυβλίον ῥοφεέτω ψυχρῆς ἀνάλτου , σίλφιον δὲ ἐπιξύσθω πουλὺ , | ||
ἀνθηρὸν ἦν , γλαφυρὸν σφόδρα : φακῆς κατ ' ἄνδρα τρυβλίον μεστὸν μέγα . πρώτιστον οὐκ ἀνθηρόν . ἐπὶ ταύτῃ |
: καὶ σκάρον ἐν παράλῳ Καλχηδόνι τὸν μέγαν ὄπτα , πλύνας εὖ : χρηστὸν δὲ καὶ ἐν Βυζαντίῳ ὄψει καὶ | ||
αὐτὸ ταριχεύεσθαι ἡμέρας ζʹ , ἕως σφοδρότερον γένηται . Εἶτα πλύνας ὕδατι γλυκέῳ , ξήρανον ἐν ἡλίῳ : καὶ ἄρας |
δὲ ποιήσεις τὰς κινάρας τὸ σπέρμα αὐτῶν γάλακτι καὶ μέλιτι βρέχων , καὶ ἀναψυχθὲν σπείρων . Ἡ ἀνδράχνη καταπλασσομένη παύει | ||
εἴρηται , διδόναι τοῦ ἀψινθίου , νῦν μὲν τῆς πόας βρέχων ἐν ὕδατι , καὶ ἑψῶν ὅσον κυάθους δύο , |
, Ἄν γ ' ἐλᾳδίου ταρτημόριά μοί , φησι , προσενέγκῃς τρία κόμισαι : τὸ κωλῦον γάρ ἐστι τοῦτό με | ||
: ἄν γ ' ἐλᾳδίου ταρτημόριά μοι , φησί , προσενέγκῃς τρία , κόμισαι . τὸ κωλῦον γάρ ἐστι τοῦτό |
εὑρίσκεται . πλυτέον δὲ κοινῶς πομφόλυγα τὸν τρόπον τοῦτον : ἐνδήσας αὐτὴν καθαρῷ ὀθονίῳ μέσως ἔχοντι ἀραιότητος , ἢ ξηρὰν | ||
, ἕψε ἐν ὀξυκράτῳ ἀκρητεστέρῳ : ὁκόταν δὲ ἑψήσῃς , ἐνδήσας ἐς ὀθόνιον , πυριῇν . Φακοὺς φώξας καὶ περιπτίσας |
ἀφροντιστοῦντας τοῦ καλοῦ καθ ' ὑπερβολὴν ἀναγκάσεις τὸν τῶν καλῶν ἀναλαμβάνειν ζῆλον . θησαύρισμα δ ' ἐστὶν ἀρετῆς τερπνόν τι | ||
, Ἀ . δι ' ὅλου τοῦ σώματος τρέφεσθαι : ἀναλαμβάνειν γὰρ αὐτῶι ὥσπερ σπογγιᾶι τὰ ἀπὸ τῆς τροφῆς θρεπτικά |
εἰς τὰς χεῖράς σου , μέχρις ἂν γνῷς , τίνι δῷς . Δευτέρα δὲ ἐντολὴ τῆς διδαχῆς : ] οὐ | ||
τὰ τῆς γλώσσης σημήϊα ἠπιώτερα γένηται , καὶ μήτε φάρμακον δῷς μήτε κλύσῃς ἐς κάθαρσιν , πρὶν αἱ κρίσιες παρέλθωσιν |
τὸ αὔταρκες , καὶ τὰς ἔλμεις βαλὼν εἰς τὸ μάγμα ἀνάτριψον , καὶ τότε ἄρας δελέαζε . Καρίδων ποταμίων χοίνικα | ||
. δοῦς . ἄλλο . λαβὼν ἔλαιον εἰς τὰς χεῖρας ἀνάτριψον αὐτῆς τὰ ἰσχία ἐπιλέγων : χορίον στῆθι σῶμα , |
δὲ τῶν λειχήνων , χρῶ τοῖς ὑπογεγραμμένοις : ἄγνου φύλλα τρίψας καὶ ὄξος ἐπιβαλὼν ὀλίγον κατάπλασσε : ἢ καππάρεως φύλλα | ||
τὰ ξηρὰ πρὸ μιᾶς εἰς τὸν οἶνον ἀπόβρεχε , εἶτα τρίψας εὐτόνως μετὰ ταῦτα ἐπίβαλλε τῇ νάρδῳ καὶ τὴν κηρωτὴν |
κοντῶι Χάρων μ ' ἤδη καλεῖ : Τί μέλλεις ; ἐπείγου : σὺ κατείργεις . τάδε τοί με σπερχόμενος ταχύνει | ||
φησὶν , ὁ Χάρων ταῦτα λέγων : τί μέλλεις ; ἐπείγου : σὺ κατέχεις : ταῦτα ἠπειγμένως ἔχων ταχύνει : |
οὐχὶ πράτης ὑπὸ τῶν Ἀττικῶν λέγεται . πράως : οὐ πραέως . καὶ πρᾶον , οὐ πραΰ . καὶ πρᾶος | ||
ἂν οἱ γεωργοῦντες τὴν χώραν ἐθελήσωσι . τοῦ γὰρ ὕδατος πραέως φερομένου ῥᾳδίως ἀποτρέπουσιν αὐτὸν μικροῖς χώμασι , καὶ πάλιν |
φύλαξόν μοι αὐτά : μετὰ δὲ τὸ λούσασθαι καὶ ἀριστῆσαι παράθες μοι τὴν ὀπώραν . “ συνέβη δὲ κατὰ τὴν | ||
τούτῳ γυμνάσας αὐτοῦ τὸν νοῦν ἡσύχασε . καί φησι ” παράθες μοι λεκάνην . “ θεὶς δὲ κενὴν τὴν λεκάνην |
ὠμοῖς μίξας ἐπιτίθει : ἐλαίας ἁλμάδας μετ ' ἀλφίτων λεάνας κατάπλασσε . πρὸς δὲ τὰ ἤδη πεφλυκταινωμένα ῥοῦν καὶ ἄλφιτα | ||
Σεύτλου φύλλα ἐξινιάσας ἕψε μεθ ' ὕδατος καὶ λεῖα ποιήσας κατάπλασσε . ποιεῖ δὲ καὶ μαλάχη ὠμὴ καταπλασσομένη . Πλάτυσμα |
ἀπὸ τοῦ προσώπου . δώσομεν ] δέον εἰπεῖν δώσεις εἶπε δώσομεν , οὐχ ὅτι ὡς καὶ αὐτοῦ τοῦ Δημοσθένους κακόν | ||
, τοῖς δὲ τοὺς λόγους κιβδήλους καὶ παρασήμους ἀπεργαζομένοις παρρησιάζεσθαι δώσομεν , ἢ τοῦτο πρῶτον λέγειν ἐξεῖναι : κἂν μὲν |