μοι ὁδὸς καὶ εἰ πάσαις ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ προσμενῶ . Ἄπειμι μέν , ἔφην , εἰς Λάρισσαν , ἔοικα δὲ | ||
εἰ πόλιν τήνδ ' ἐξέσως ' οὔ μοι μέλει . Ἄπειμι τοίνυν : καὶ σύ , παῖ , κόμιζέ με |
πείθειν καὶ σὲ καὶ τούτους . ἀλλ ' , ὦ Νικία , τί οὐ λέγει πότερος ὑμῶν ; Ἀλλ ' | ||
εὐνὰν ὀρθρευοίσᾳ . Οὐδὲν ποττὸν ἔρωτα πεφύκει φάρμακον ἄλλο , Νικία , οὔτ ' ἔγχριστον , ἐμὶν δοκεῖ , οὔτ |
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς | ||
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται . |
' ἐντεῦθεν εἰς τὰς τῆς φύσεως ἀνάγκας . ἥμαρτες , ἠράσθης , ἐμοίχευσάς τι , κᾆτ ' ἐλήφθης . ἀπόλωλας | ||
μαθητήν σου ἴσθι με γεγενημένον καὶ ζηλωτὴν τοῦ ἔρωτος ὃν ἠράσθης , ἰδεῖν τὴν Ἑλλάδα , καὶ κατά γε τὴν |
γάρ που ἐν ἑαυτῷ ὅλῳ τὸ ἓν ἐφάνη ὄν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν καὶ ἐν τοῖς ἄλλοις τὸ ἕν ; | ||
μήτε πλῆθος μηδὲν μηδέποτε ἐᾶν δρᾶν μηδ ' ὁτιοῦν . Ὀρθῶς . Οὐκοῦν μιμήματα μὲν ἂν ἑκάστων ταῦτα εἴη τῆς |
. ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι | ||
βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν |
οἷον εἴ τις ὢν ἐτῶν τριάκοντα δόξειε λέγειν αὐτῷ τινὰ ζήσεις ἔτη πεντήκοντα , οὗτος ζήσει λοιπὰ εἴκοσι , ἵνα | ||
, ἀλλὰ φυγαδείᾳ . τούτων γὰρ ἀσκήσας καταφρονεῖν μακαρίως μὲν ζήσεις , ἀνεκτῶς δὲ ἀποθανῇ : ἐκεῖνα δὲ ζηλῶν ζήσεις |
Κόρυδον , εἰ δόξω συναριστᾶν τισιν οὕτω προχείρως : οὐκ ἀπαρνοῦμαι δ ' ὅμως : οὐδὲ γὰρ ἐκεῖνος , ἂν | ||
μὲν τέττιγες μουσικὴν ἀνεβάλλοντο σύν - τονον : καὶ τὸ ἀπαρνοῦμαι ὡς τὸ ἀναβολὴν ποιοῦμαι τοῦδε τοῦ πράγματος . γράφεται |
γὰρ δικαία γλῶσς ' ἔχει κράτος μέγα ὦ παῖ , σιώπα : πόλλ ' ἔχει σιγὴ καλά τί ταῦτα πολλῶν | ||
ἔχωδιαρρήξας τὸ ἱμάτιον αὐτοῦ εἶπε : Λάβε καὶ ἐργάζου καὶ σιώπα . Δύσκολόν τις ἠρώτα : Ποῦ μένεις ; ὁ |
' ἔδει : νῦν δ ' οὐκ ἔχεις : κενὸν εὕρηκα τὸ φάρμακον πρὸς τὸ κενόν : οἰήθητι δ ' | ||
ἄλλα τὰ ὁμο - γενῆ τούτοις ἁπλῶς ὑπὸ οὐδενὸς νενοημένα εὕρηκα . πάντα δὲ τὰ λεχθέντα , ὅσοις οὐκ ἐντέτευχα |
οὖν τὴν τιμίαν θεὸν οὐ προσαγορεύεις : τίν ' : εὐλαβοῦ γάρ : ἀντὶ τοῦ : σιώπα μὴ κατά τι | ||
μὴ καταπιπτέτω : πάντα σοι κατὰ νοῦν χωρεῖ , μεταβολὴν εὐλαβοῦ : πταίεις πολλάκις , χρηστὰ ἔλπιζε : πρὸς γὰρ |
αὑτοῦ πράγμασιν χρωτίζεται καὶ σοφίαν ἐπασκεῖ . ὦ θεώμενοι , κατερῶ πρὸς ὑμᾶς ἐλευθέρως τἀληθῆ , νὴ τὸν Διόνυσον τὸν | ||
ἐστὶν ἄδηλον . ἓν δὲ τὸ πάντων λοίσθιον ἤδη πᾶσιν κατερῶ θνητοῖσι κακόν : καὶ δὴ γὰρ ἅλις βίοτόν θ |
ὦνδρες , ἥκει ἄγων ὁ δεσπότης , ὃς ὑμᾶς πλουσίους ποήσει . Ὄντως γὰρ ἔστι πλουσίοις ἡμῖν ἅπασιν εἶναι ; | ||
ἐνημμένῳ κάλλιστα χρήσομαι τάλας ; Οὗτος μὲν οὐ μή σοι ποήσει ζημίαν . Ἀλλ ' αἶρέ μοι τοῦτόν γε τῆς |
με , ἐγὼ δ ' οὔτε πεινῶ οὔτε διψῶ οὔτε ῥιγῶ , ἀλλ ' ἀφ ' ὧν αὐτοὶ πεινῶσιν ἢ | ||
ἤγουν τρέμοντος . Ῥιγόω , ῥιγῶ τὸ ψύχομαι : ῥιγέω ῥιγῶ τὸ φρίσσω . . . ΑΥΤΟΣ ΔΕ ΣΠΕΥΔΟΝΤΙ . |
δὲ καταγελῶσι , τί ; ἐπὶ ταῖς θύραις ἕστως τί δράσεις ; εἰπέ μοι . τῶν ἐσφερόντων ἁρπάσομαι τὰ σιτία | ||
ἐξεμέσω : βδελύττομαι γὰρ τοὺς λόφους . Οὗτος , τί δράσεις ; Τῷ πτίλῳ μέλλεις ἐμεῖν ; Πτίλον γάρ ἐστιν |
δωροῦμαι , εἰς δῶρον αἱρῶ καὶ εἰς δῶρον αἱροῦμαι , ἀποτρέπομαι , εὐωχοῦμαι , καταρῶμαι , ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , | ||
ἀθυμίαν παρέσχεν , ἅπαντ ' ἐρῶ πρὸς ὑμᾶς καὶ οὐκ ἀποτρέπομαι , ὅτι πολλῶν καὶ μεγάλων καὶ καλῶν ὄντων ὧν |
παρακολουθήσειν ψυχήν τε καὶ σῶμα αἰκιζομένας , ὅταν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς σώσαντάς με ἀπολωλότα ὑφ ' ὑμῶν καὶ μετὰ | ||
ἢ πρὸς ἀνθρώπους δίκαιον ὑπολήψεταί με , ἐὰν ἐγκαταλίπω καὶ προδῶ τοὺς ὀρφανούς , οἷς τοσαύτας ὀφείλω χάριτας ; ἀλλ |
, . . . Ἀνήκεστον : ἀθεράπευτον : ἀκῶ τὸ θεραπεύω , οἷον : ἀλλ ' ἀκεώμεθα θᾶσσον : ὁ | ||
τῶν νοσημάτων : καὶ γίνεται ἐκ τοῦ παίω , τὸ θεραπεύω , παίων καὶ παιάων , ὡς Μαχάων , καὶ |
] μαχα ? ? ? ? [ ὦ φίλτατ [ ποεῖϲ δικ ! ! [ οὐθὲν τοιοῦτ [ ! ! | ||
πάλιν ϲτέλλει διδοὺϲ τὰϲ ϲυμβολὰϲ εἰ μή τι κακὸν ἡμᾶϲ ποεῖϲ ; λῆροϲ : κελεύϲω τοῦτον ἐπὶ δεῖπνον πάλιν τὸν |
καὶ ἀνάστατος αὐτῶν ἡ χώρα γέγονεν , οἱ δ ' οὐπώποτ ' ἐν τῷ πρόσθεν χρόνῳ γενόμενοι Μακεδόνες καὶ βάρβαροι | ||
. ἀτοπώτερον ] τούτου , μὰ τὼ θεώ , ξένον οὐπώποτ ] ' εἶδον . αἲ τάλας , τί βούλεται |
εἰ δὲ δή τι κἀμοὶ λόγου πρόσεστιν ἄξιον καὶ παιδεύειν ἐπιχειρῶ , οὐ πατήρ , ὡς ἔοικε , μόνον , | ||
καὶ τὴν γλῶτταν ἀπολλύουσιν ὑπὸ τῆς σοφίας . Ἐγὼ δὲ ἐπιχειρῶ μέν , ὦ ἄνδρες , καὶ προθυμοῦμαι εἰς τὴν |
ἀποχρώντως , καὶ μηδὲ τῆς νῦν τοῦτο ἀπαιτούσης πραγματείας . Εἰκότως ἄρα τε καὶ πλείω καὶ λεπτότερα καὶ προσέτι ἀχρούστερα | ||
ἂν ὑγιαίνοιεν , ἀλλὰ ζητήσουσιν ἰατρὸν εἶναι τὸν σύμβουλον . Εἰκότως γε . Ὅταν οὖν περὶ τίνος σκοπῶνται , τότε |
μακρόν . μῦθον ] λόγον . εἰπέ ] ἐμοί . πέραινε ] πλήρου . πάντα ] ἃ βούλει . τὴν | ||
Ἄπολλον , ὡϲ ἄγροικοϲ εἶ : ϲυϲκευαϲάτω [ ] . πέραινε . παύομαι λέγων . νὴ τὴν Ἀθηνᾶγ [ ] |
ἑκάεργος Ἀπόλλων , ἀλλὰ χολωσαμένη Διὸς αἰδοίη παράκοιτις νείκεσεν ἰοχέαιραν ὀνειδείοις ἐπέεσσι : πῶς δὲ σὺ νῦν μέμονας κύον ἀδεὲς | ||
μισγέσκετο καὶ φιλέεσκεν . ἥ ῥ ' Ὀδυσῆ ' ἐνένιπεν ὀνειδείοις ' ἐπέεσσι : “ ξεῖνε τάλαν , σύ γέ |
. [ πόλει δὲ καὶ σοὶ ταῦτ ' ἐπισκήπτω , Κρέον : ἤνπερ κρατήσηι τἀμά , Πολυνείκους νέκυν μήποτε ταφῆναι | ||
' ὅμως : τίνος μ ' ἕκατι γῆς ἀποστέλλεις , Κρέον ; δέδοικά ς ' , οὐδὲν δεῖ παραμπίσχειν λόγους |
ἔοικας , ὦ τέκνον , τὴν μητέρα . σύ τοι σεαυτήν , οὐκ ἐγώ , κατακτενεῖς . ὅρα , φύλαξαι | ||
θορυβῇ , ἐν ἁμαρτίαις τυφλώττουσα ; Μνήσθητι ὅτι ἐὰν ἀνελῇς σεαυτήν , ἡ Σηθῶν , ἡ παλλακὴ τοῦ ἀνδρός σου |
εἴρηται , τὸ μὴ ἅμα ἀρχῇ πᾶν τέλος καταφαίνεσθαι . Ἀμείβεται πρὸς ταῦτα Ξέρξης : Ἀρτάβανε , τῶν ἀπεφήναο γνωμέων | ||
, ἀλλ ' ἀκούσας : τὰς τέῳ τρόπῳ περήσομεν ; Ἀμείβεται Δαρεῖος τοῖσδε : Ὀτάνη , ἦ πολλά ἐστι τὰ |
τοὺς ἄλλους ἀδικεῖσθαι κωλύουσι : . Ἰσαίου . Οὐ γὰρ πείσεις , οὐδ ' ἢν πείσῃς : καθ ' ὑπερβολὴν | ||
ὑπὲρ Φρυνίχου αἰτίαν πρὸς τοὺς τριάκοντα ἀπελύσω : οὐδέποτε γὰρ πείσεις οὐδένα ἀνθρώπων ὡς Φρύνιχον ἀποκτείνας ἀφείθης ἂν ὑπὸ τῶν |
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον | ||
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν |
πρὸς ὄχθον Κεκροπίας εὐδαίμονα . πεπρωμένην γὰρ μοῖραν ἐκπλήσας φόνου εὐδαιμονήσεις τῶνδ ' ἀπαλλαχθεὶς πόνων . ὦ παῖδε Διός , | ||
πράξει . ἐμοὶ οὖν πειθόμενος ἀκολούθησον ἐνταῦθα , οἷ ἀφικόμενος εὐδαιμονήσεις καὶ ζῶν καὶ τελευτήσας , ὡς ὁ λόγος σημαίνει |
, τοὺς ἄλλους λαθών : “ οὐ σώσεις , ὦ ἀγαθέ , τὴν πατρίδα ; ” ὃ δὲ καὶ τοῦτ | ||
ἀδελφιδοῦς ἐπιμελεῖσθαι τούτου τοῦ παιδίου ; Ἀλλ ' , ὦ ἀγαθέ , τοῦτο μὲν καὶ λαθεῖν φήσαιτ ' ἂν ὑμᾶς |
. ἀλλ ' ἤδη αὐτὰ ἀφαιροῦμαι : οἷον , οὐ διστάζω . ἐπεὶ εἶπε σπουδάσεις , λέγει οὐ σπουδάσω λόγοις | ||
' εἰκών : φέρ ' ἰδώμεθα , μὴ Βερενίκας : διστάζω , ποτέρᾳ φῇ τις ὁμοιοτέραν . Λύσιππε , πλάστα |
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν | ||
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε |
] ὅλους ἐποίει δηλονότι ἀγορητάς . ἄνειμι ] ἀνέρχομαι , ἀπέρχομαι , ἀπελεύσομαι , μετελεύσομαι , ἀνελεύσομαι . ἐντεῦθεν ] | ||
γὰρ ἄν με ἔπεμπον πάλιν πρὸς ὑμᾶς . νῦν δὲ ἀπέρχομαι πρὸς μὲν Λακεδαιμονίους ὑφ ' ὑμῶν διαβεβλημένος , Σεύθῃ |
ἐπὶ τὰς ἀμείκτους πορευοίμεθ ' ἂν ἐν τῷ μέρει . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἐγὼ δὴ πειράσομαι μεταβαλὼν σημαίνειν ἡμῖν | ||
Πῶς λέγεις ; Αὐτὴν τὴν διέξοδον ἀπόκρισίν σοι ποιήσομαι . Κάλλιστ ' εἶπες . Ἔστι τοίνυν πάντα ἡμῖν ὁπόσα δημιουργοῦμεν |
ἡμῶν ἐστιν ἐν ἑκάστῳ θεός . ὑπεδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φιλῶ . Κορινθίῳ πίστευε καὶ μὴ χρῶ φίλῳ | ||
, παράδειγμα ἓν κείσθω τόδε : ἐδεξάμην , ἔτικτον , ἐκτρέφω , φίλε . οὕτως γὰρ λελυμένον ἀναγκάσει καὶ τὸν |
βλέπεις [ βλέμμα ] καὶ ἀναστένεις ; πέπαυσο , Κέκροψ ἄθλιε , καὶ τρέπου κατὰ σεαυτόν , ὦ πρέσβυ , | ||
. Ἀλλ ' ἔμελλες καὶ αὐτὸς οὐκ εἰς μακρὰν , ἄθλιε , τῆς παρανομίας κομίσασθαι τὰ ἐπίχειρα οὕτω σοι τῆς |
τοιούτου κινδύνου διαφυγὴν εὑρήσει ; πάντως οὐ ῥᾴδιον , ὦ Κλεινία . καὶ γὰρ οὖν πρὸς μὲν ἄλλα οὐκ ὀλίγα | ||
τείχη . γάμων δ ' ἦν ἔμπροσθεν ταῦτα , ὦ Κλεινία , νῦν δ ' ἔπειπερ λόγῳ γίγνεται , καὶ |
ἐγὼ γὰρ εἰς τοὐπτάνιον οὐκ εἰσέρχομαι . ἀλλὰ τί ; θεωρῶ πλησίον καθήμενος , πονοῦσι δ ' ἕτεροι . σὺ | ||
γέγονεν . Λέων : παρὰ τὸ λάω τὸ σημαῖνον τὸ θεωρῶ , ἐξ οὗ καὶ ἀλαὸς ὁ τυφλός , ὁ |
εἰκόνα τὴν Χαιρέου καὶ καταφιλοῦσα “ ἀληθῶς ἀπόλωλά σοι , Χαιρέα ” φησί , “ τοσούτῳ διαζευχθεῖσα πελάγει . καὶ | ||
ἀλύοντι “ κἀμοὶ ” φησὶν “ υἱὸς ἦν , ὦ Χαιρέα , σὸς ἡλικιώτης , πάνυ σε θαυμάζων καὶ φιλῶν |
τε φίλην † ὑπὸ σειραίοις ποσὶν † ἕλκουσαν τέκνα καὶ γεραιὸν πατέρ ' Ἡρακλέους . δύστηνος ἐγώ , δακρύων ὡς | ||
μᾶλλον δὲ μέρος τοῦ ἔπους οὔτε σχέτλιον καλεῖν ἀνεχόμενος οὔτε γεραιὸν προσειπεῖν καρτερῶν ὅνπερ εὐχόμην νέον ἰδεῖν . Ἥκει δὴ |
καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις | ||
πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ ' |
. ἀμφίβληϲτρον . ἀναργυρία . ἀνωφέλητοϲ καὶ θεοῖϲ ἐχθρόϲ . ϲαυτὸν δ ' ἀποφαίνειϲ κενότερον λεβηρίδοϲ . ] φανῆναι [ | ||
προϲέχειν δεῖ ἀεὶ τῶν ϲφυγμῶν ἐφαπτόμενον , ὡϲ μήποτε λάθοιϲ ϲαυτὸν ἀντὶ λειποθυμίαϲ θάνατον ἐργαζόμενοϲ . Περὶ ἀρτηροτομίαϲ Γαληνοῦ . |
τοιαύτη σοφία τῶν νῦν ἀνθρώπων . Κἀγὼ εἶπον : Τί γελᾷς , ὦ Κλεινία , ἐπὶ σπουδαίοις οὕτω πράγμασιν καὶ | ||
. Βοῇς : δεῖ γινώσκειν , ὅτι τὸ βοᾷς καὶ γελᾷς οἱ Δωριεῖς βοῇς καὶ γελῇς λέγουσιν . καὶ μηδεὶς |
τὸ ῥέω , οὗ μέλλων νάσω , νάμα , ὡς δράσω δράμα . Ναρόν . παρὰ τὸ αὐτὸ ῥῆμα , | ||
βλέποντα κοὐκ ἀφῆκας εἰς Ἅιδου μολεῖν ; Οἴμοι , τί δράσω ; πῶς ἀπιστήσω λόγοις τοῖς τοῦδ ' ὃς εὔνους |
χρυσίον ἔλθοι , οἶδ ' ὅτι τηνικαῦτα ἐμὲ τὴν Τύχην μέμψῃ . ” ὁ μῦθος δηλοῖ , ὅτι χρὴ τὸν | ||
τὰ ἀλλότρια ἴδια , ἐμποδισθήσῃ , πενθήσεις , ταραχθήσῃ , μέμψῃ καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους , ἐὰν δὲ τὸ σὸν |
κατορθωμάτων εἰςβάλλων οὕτως : πόθεν οὖν ἔτι λοιπὸν τῆς τυραννίδος ὀρέγομαι , ἢ ἵνα μείζων τῶν πολιτευμάτων γίνωμαι ; Κύζικος | ||
κεκραγόθ ' ] καὶ κράζοντα , φωνοῦντα . χεζητιῴην ] ὀρέγομαι χέσειν , ἐπιθυμῶ . βούλομαι χέσαι . , χέσαι |
ἐγκρατέςτερον | . πτωχεῦσαί με [ θέλεις ; οὐκ ] ἀναίνομαι : | πτωχεύσω δὲ Ἴρου [ μετριώτερον ] . | ||
ὁμολογήσουσι καὶ τῷ Διῒ χάριν τῷ τάδε διαπραξαμένῳ . οὐκ ἀναίνομαι ] χαίρω ἐν τῷ μὴ ἀντιλογεῖν . ἡβᾷ τοῖς |
, ἢ παρ ' ὑμῶν ἀδίκως καὶ ἀναξίως ἀποθανεῖν . καταρῶμαι γοῦν ὑμῶν τῇ πατρίδι , καὶ θεοὺς μαρτύρομαι , | ||
σέ . ἐγγραφῇς ] καταταγῇς . εὔχομαι ] ἀντὶ τοῦ καταρῶμαι . Γ τευθίδες : εἶδος ἰχθύων . Γ τευθίδων |
φίλα . [ καὶ δή ς ' ἐρωτῶ πρῶτον ὧν χρήιζω τυχεῖν : ] τί τὸ στέρεσθαι πατρίδος ; ἦ | ||
εἰδέναι , κἀγὼ λέγειν τὰ μὴ φίλ ' οὐ ] χρήιζω δόμοις . μή νύν με κρύψηις , εἴ τι |
καὶ τήμερον ἠθέληκάς με εἰσαγγεῖλαι παραπρεσβεύσασθαι ; οὐ γὰρ δὴ φθονεῖς γέ μοι τῶν εἰς τὸ σῶμα τιμημάτων . Τοιγάρτοι | ||
σῶν χρυσοποιιῶν . Ἀεὶ σύ μου τῷ πλούτῳ προσπολεμεῖς καὶ φθονεῖς . Οὐ φέρει ὁ Λυδός , ὦ Χάρων , |
, ἢ Τυνδάριχος ὁ Σικυώνιος , ἢ Ζωπυρῖνος . αὐτὸς εὕρηκας δὲ τί ; τὰ μέγιστα . ποῖα ταῦτα ; | ||
Χῖος ἢ Τυνδάριχος ὁ Σικυώνιος , ἢ Ζωπυρῖνος . αὐτὸς εὕρηκας δὲ τί ; τὰ μέγιστα . ποῖα ταῦτα ; |
. ” ἀκράαντα ἀτελείωτα : “ αὕτως ἀκράαντον . ” ἀκριτόμυθε ἄκριτα καὶ ἀδιάστατα λαλῶν : “ Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε | ||
γὰρ νῦν ὁ ὀξύς . καὶ Ὅμηρος : Θερσῖτ ' ἀκριτόμυθε , λιγύς περ ἐὼν ἀγορητής , ἴσχεο . οὐ |
μέλεος εἰρήσεται αἶνος , ” ποτὲ δὲ γνώμης παραμυθία καὶ παραβεβλημένος λόγος πρός τι ὑποκείμενον , οἷον “ αἶνος μέν | ||
κύβοισι παραβεβλημένος ] κύ - , - σι παρα - παραβεβλημένος ] ἐκδεδυμένος . ἐκδεδομένος ἀκαρεῖ ] βραχυτάτῳ μετρίου ] |
ἀπεκρύψω ὅτι μέλλεις ἄρα πορρωτέρω ἀποδημεῖν , καὶ αὐτὸς δὲ ἄρχομαι ποθεῖν σε νὴ τὸν Δία τὸν Ὀλύμπιον . ἀλλὰ | ||
οἷον συνεχῶς ἀναγιγνώσκω , ἀρκτικῇ , οἷον ἄρχομαι ζέειν , ἄρχομαι θερμαίνεσθαι . Ἐγκλίσεις πόσαι εἰσίν ; πέντε , ὁριστική |
παῖς δὲ ποῦ ' στιν , ἵνα σὺ μηκέτ ' ἦις ἄπαις ; τέθνηκεν , ὦ γεραιέ , θηρσὶν ἐκτεθείς | ||
ταλαίπωρον . . , Δου . φαῦλον , κἂν μόνος ἦις , μήτε λέξηις μήτ ' ἐργάσηι : μάθε δὲ |
νόσος πρὸς ὑγίειαν , καὶ ἡ κακία πρὸς ἀρετήν . Σφόδρα δυσπείστως εἶχεν καὶ πρὸς τούτους τοὺς λόγους , εἰ | ||
χρόνον ἐστίν , περὶ δὲ τὸν μέλλοντα οὐκ ἔστιν ; Σφόδρα γε . Ἆρα σφόδρα λέγεις , ὅτι πάντ ' |
ὡς ἕτεροί τινες λέγουσιν , οἷον Λ . τε καὶ Δημ . ὁ Ἀβδηρίτης , εὔλογα τὰ συμβαίνοντα : φασὶ | ||
. . σκαφίον : Ἀ . ἐν τῇ πρὸς τὴν Δημ . γρ . ἀπολ . ὅτι δὲ τὸ σκαφίον |
ἐκλαλῶ , ἀλλοτριοῦμαι , ἐκπαλαίω , μυθολογῶ , λαλῶ , συρίζω , ἀπατῶ , μωραίνω , κλέπτω , κατασκευάζω , | ||
τ τρέπουσι , τύ λέγοντες ἀντὶ τοῦ σύ . Τὸ συρίζω τυρίσδω λέγουσιν : ἐπὶ δὲ τοῦ δευτέρου καὶ τρίτου |
[ . ] οὐχ ? ? ? ὁρᾶιϲ με , κακόδαιμον , πάλαι ; ἀπροϲδόκητον [ ] . οὐχ ὑγιαίνει | ||
, ὃν χρῆν φράζειν ἀνθρωπείως ; Ἀλλ ' , ὦ κακόδαιμον , ἀνάγκη μεγάλων γνωμῶν καὶ διανοιῶν ἴσα καὶ τὰ |
, ἔπειτα ἀποκείμενον ἔχειν ἐξελόμενον τὰ μάραθρα . Μέγιϲτον ἐν ϲιτίοιϲ ἁμαρτάνεται περὶ πληϲμονήν : εἰ γάρ τινι καὶ πέψοι | ||
ἐν τοῖϲ οὔροιϲ φανείϲηϲ χρηϲτῆϲ . ὁ δὲ ἐπὶ τοῖϲ ϲιτίοιϲ ἔμετοϲ εἰϲ τοϲοῦτον χρήϲιμοϲ τοῖϲ ἐν τούτῳ τῷ πυρετῷ |
οὐρῶ . Ῥᾶρος : ὄνομα κύριον . Στύξ : ὁ μισητός . Κίς : ὁ ἐν τῷ σίτῳ σκώληξ . | ||
[ ῥῆμα πρὸς [ αὐτόν - ] : “ ὁ μισητός , ” ἔφη , “ ἐγώ . τί [ |
. Τί κέκραγας ; Ἐμβαλῶ σοι πάτταλον , ἢν μὴ σιωπᾷς . Ἀτταταῖ ἰατταταῖ . Οὗτος σύ , ποῖ θεῖς | ||
; γελοῖον , ὃς κόρης ἐλευθέρας εἰς ἔρωθ ' ἥκων σιωπᾷς καὶ μάτην ποθουμένους περιορᾷς γάμους σεαυτῷ . Βουβὼν ἐπήρθη |
, κρατῆρά τ ' αἴρου καὶ τὸν ἥδιστον κέρα . ἀπόλωλα : πέπλων μ ' ὤλεσαν περιπτυχαί . κακός σε | ||
ἐπὶ τῇ λίμνῃ ἑστώς ; Ὅτι , ὦ Μένιππε , ἀπόλωλα ὑπὸ τοῦ δίψους . Οὕτως ἀργὸς εἶ , ὡς |
ἀντίδοσιν , οἷον ὅτι τοσάδε σοι μέλλω δοῦναι ὑπὲρ ὧν μαθήσομαι καὶ τοσάδε ὑπὲρ ὧν τερφθήσομαι . ἡ μὲν οὖν | ||
τίνος ἀκούσω : τίνος κλύω : ἀπὸ τίνος ἀκούσω καὶ μαθήσομαι τὸ συμβάν σοι αἴτιον ὅθεν ἀπώλου : ἦ , |
πεπρωμένη , ὅποι ποθ ' ὑμῖν εἰμὶ διατεταγμένος , ὡς ἕψομαί γ ' ἄοκνος : ἢν δέ γε μὴ θέλω | ||
σοί , βασιλεῦ , ἐς μέσον φέρω , αὐτὸς μέντοι ἕψομαί τοι καὶ οὐκ ἂν λειφθείην . Κάρτα τε ἥσθη |
κεφαλαλγεῖν , ὡς ἂν λυπηθῇ καὶ αὐτὴ ἡ Γαλάτεια . φασῶ τὰν κεφαλάν : προφασισθῶ καὶ πρόφασιν ποιήσομαι , φησί | ||
γάρ μοι Μεγαρικά τις μαχανά : χοίρως γὰρ ὑμὲ σκευάσας φασῶ φέρειν . Περίθεσθε τάσδε τὰς ὁπλὰς τῶν χοιρίων : |
νυνὶ γάρἀλλὰ ποῦ θεοὺς οὕτω δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν , ὦ Γέτα ; Λακωνικὴ κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα . | ||
τι ληρεῖς . πέπλεγμαι ] πράγματι [ ] ἔφθαρμαι , Γέτα . [ ! ] μὴ καταρῶ , πρὸς τῶν |
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ : | ||
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν : |
ξυνιστάμενον ] γινόμενον . Γ εὐθέως ] παρευθύς . Γ κέκραγα ] βοῶ . Γ ξυνιστάμενον ] ὃ κατὰ τῆς | ||
λέληθεν οὐδὲν ἐν τῇ πόλει ξυνιστάμενον , ἀλλ ' εὐθέως κέκραγα . Ὅπερ γὰρ οἱ τὰς ἐγχέλεις θηρώμενοι πέπονθας . |
εἰ δ ' ἐγὼ [ ] ι τι προσέχεσθεμ [ πάρειμι τοῦτον πά [ ] α [ ! ] ἐγώ | ||
οὐδ ' ἀνάγκῃ πρὸς σὲ παρεγενόμην , ἀλλ ' αὐθαίρετος πάρειμι . ἀνάσχου δέ μου μικρὸν ἀκοῦσαι . ἀνήρ τις |
διφθόγγῳ , μὴ τῇ ΑΙ ἢ ΕΙ , περισπᾶται : ἐρευνῶ θοινῶ χαυνῶ κοινῶ οἰνῶ , χωρὶς τοῦ ἐλαύνω . | ||
ἐπένθεσιν ἐρεύω ὡς χέω χεύω , ἀφ ' οὗ τὸ ἐρευνῶ , ὡς οἴχω οἰχνῶ , ἵκω ἱκνῶ . . |
μὲν παρὰ νηυσὶ κορωνίσι θωρήσσοντο ἀμφὶ σὲ Πηλέος υἱὲ μάχης ἀκόρητον Ἀχαιοί , Τρῶες δ ' αὖθ ' ἑτέρωθεν ἐπὶ | ||
τι κῖκυς οἵηπερ πάρος ἔσκεν ἐπὶ γναμπτοῖσι μέλεσσιν . ” ἀκόρητον ἀπλήρωτον : “ ἀμφὶ σὲ Πηλέως υἱὲ μάχης ἀκόρητον |
τὸν βίον , ἀμελοῦντι πάνυ ἄν τις οἰκείως ἐπείποι : δαιμόνιε , φθίσει σε τὸ σὸν μένος . Τοῦ δὲ | ||
οἶμαι , τύχῃ τινὶ βέβληται . στῆσον τοίνυν , ὦ δαιμόνιε , τὴν βλάβην καὶ μὴ ἐπίτρεπε βαδίζειν : ὡς |
; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται . | ||
εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον |
, καὶ αὖ ὅτι καὶ δύο ἀντιθέσεις ὁμοίως , οἷον ἀντιλέγω : δεῖ γὰρ ἐφ ' οἷς ἁμαρτάνουσιν οἱ λέγοντες | ||
εἰ γὰρ ὅτι μάλιστα οὕτω διενοεῖτο , ὥσπερ ἔγωγε οὐκ ἀντιλέγω , ἀλλ ' ὑπεξήρηται τὴν καθαρὰν καὶ τῷ ὄντι |
. καὶ γὰρ εἰ πράττει κακῶς , τοῦτό γε οὐκ ἀρνοῦμαι , ἄλλως θ ' ὅτε ἀδικεῖ μὲν οὐδέν , | ||
ἐκ τοῦ πράγματος γιγνομένας πρὸς ἑτέρους φιλονεικίας καὶ μάχας οὐκ ἀρνοῦμαι μὴ οὐχὶ συμβεβηκέναι μοι . Περὶ δὲ τῶν ποιημάτων |
πρόφασις καλῶς εὑρημένη : τὸν γὰρ γέροντα διαβαλοῦμαι τήμερον . Οἴμοι . τί [ δήποτ ' ] ἐστί ; μῶν | ||
ἐλύσσα . Τὸν δὲ νεβρὸς ἐξ ὕλης ἰδὼν ἔφησεν : Οἴμοι τῷ ταλαιπώρῳ : τί γὰρ μεμηνὼς οὕτως οὐχὶ ποιήσει |
ἡδονήν . εὖ γ ' , ὦ κράτιστε ἄνθρωπε καὶ σοφώτατε : τοῦ γὰρ μασᾶσθαι κρεῖττον οὐδὲν ἔστιν ἀγαθόν : | ||
ταύτῃ ἀνέχειν ἅπασι τὴν ἀρχήν . ἄθρει γάρ , ὦ σοφώτατε , ὡς ἐγὼ εἰσελήλυθα τήμερον οὐ κολακεύσων οὐδὲ θωπεύσων |
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς | ||
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται , |
, ὁμοῦ δὲ τοπικόν . Σόλων μὲν γὰρ ἅμα ἐγένετο Ἀναχάρσιδι τῷ Σκύθῃ , εἴπερ κατὰ τὸν αὐτὸν χρόνον ἤκμασαν | ||
νομάδων . κοινὸν δὲ ἦν τὸ νέμεσθαι ἐμοί τε καὶ Ἀναχάρσιδι : κοινὸν οὖν ἔσται καὶ τὸ βληχᾶσθαι νεμομένοις , |
, ὥσπερ καὶ οἱ καταγέλαστοι : τὸ γὰρ παρὰ Ποσειδίππῳ ἐπίχαρμα μοχθηρόν . Φιλωνίδης δὲ τὸν ἐπιχαίροντα ἐπιχάρτην εἴρηκεν : | ||
; ἐξεπτοημένη γὰρ οὐ διακονεῖς μοι . τὸ δὲ τὶν ἐπίχαρμα τέτυγμαι : καταγέλαστός εἰμι καὶ παρὰ σοί . . |
σύνδεσμος , ἵν ' ᾖ οὕτως : νῦν τε γὰρ βρέξω τὸ ὄμμα , ἐπεὶ καὶ , ὅτε ὤλλυτο , | ||
σῆς παιδός : νῦν μὲν γὰρ λέγων τέγξω , ἤγουν βρέξω , τοῖς δάκρυσι τοῦτο τὸ ὄμμα , πρὸς τάφῳ |
δὲ οἱ νόμοι φράζωσι , παρεὶς ἀκούειν τῶν συλλαβῶν , ἀκολουθῶ τῷ συμφέροντι . . . καὶ τίς οὐκ οἶδεν | ||
. . ἄσπετον πολλὴν ἀπαρακολούθητον , ἐκ τοῦ σπῶ τὸ ἀκολουθῶ ἢ μεταλαμβάνω , ἣν οὐ δύναταί τις μεταλαβεῖν καὶ |
λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . Λαβοῦσα τῶν ὤτων φίλησον τὴν χύτραν . πολλῶν μαθητῶν γενομένων ἐμοί , Λύκε | ||
τῇ πρὸς τὸ ἀνὰ μέσον ἀρετῆς καὶ κακίας ἀδιαφορίᾳ . φίλησον τὸ ἀνθρώπινον γένος . ἀκολούθησον θεῷ . ἐκεῖνος μέν |
εἴρηται : εὔχομαι δὲ δυοῖν θάτερον , ἢ καὶ ὑμῖν συνδοκεῖν , ἢ γνώμης ἁμαρτεῖν αὐτὸς καὶ δειλίαν ὕστερον μόνος | ||
; Πάνυ μὲν οὖν : οἶμαι δὲ καὶ τῷδε οὕτω συνδοκεῖν . Πῶς γὰρ ἂν ἄλλως ἀποκρίναιτο , ὦ θεῖε |
ἀνάγνωθι ἃ λέγει ἡ Θέτις . Ὠκύμορος δή μοι τέκος ἔσσεαι , οἷ ' ἀγορεύεις : αὐτίκα γάρ τοι ἔπειτα | ||
φασιν ἐπιπλήξαντα εἰπεῖν : ὠκύμορος δή μοι , τέκος , ἔσσεαι , οἷ ' ἀγορεύεις . καὶ δὴ καὶ ἐγένετο |
. Οὐκοῦν , ἢν λάχω : Ἑρμῆς γὰρ ὢν κλήρῳ ποήσεις οἶδ ' ὅτι . Ἀπόλωλας , ἐξόλωλας . Εἰς | ||
πνεῖ μοι κακόν , ἀντιβολῶ ς ' : εἰ δὲ ποήσεις τοῦτο , κατ ' οἴκους αὐτοῦ μεῖνον τοὺς ἡμετέρους |
σμινύης καὶ ἐρρωμένως τῇ γῇ ἐμβάλλειν , ἀνακύψαντα δὲ „ λυπῶ σε ” , φάναι ” ὦ Δημήτριε , τὸν | ||
. Ἡνία , ὁ χαλινὸς , ἀπὸ τοῦ ἀνιῶ τὸ λυπῶ , κημὸς ἀπὸ τοῦ κάμνω , φιμὸς ἀπὸ τοῦ |
βραδύνω ἀπὸ τοῦ δὴν ἐπιτατικοῦ μορίου καὶ τοῦ θύνω τὸ βραδύνω . Φιλοφροσύνῃσιν : ἀγάπαις , δεξιώσεσι , φιλίαις . | ||
, πιέζομαι δυσχεραίνων , θλίβομαι , διαλογίζομαι , καταπιέζομαι , βραδύνω . , ξέομαι ταῖς φροντίσι . ἤτοι στρέφων ταῦτα |
βοτρύχοισι κομῶν . Μηδὲν κοτυλίζειν , ἀλλὰ καταπάττειν χύδην . Τουτὶ τί ἐστιν ; ὡς ἀνεκὰς τὸ κρίβανον . Ἀδώνι | ||
δή , μή πώς σε δόλῳ φρένας ἐξαπατήσας ἰκτῖνος μάρψῃ Τουτὶ μέντοι σὺ φυλάττου , ὡς οὗτος φοβερὸς τοῖς σπλάγχνοις |
ἡμᾶς εὑρίσκειν , ὑπομνήσομέν σε τὰ παρὰ Ἀντιφάνει λεγόμενα ἐν Ποιήσει τόνδε τὸν τρόπον : μακάριόν ἐστιν ἡ τραγῳδία ποίημα | ||
φαμέν , ἡνίας τε γράψει καὶ χαλινόν ; Ναί . Ποιήσει δέ γε σκυτοτόμος καὶ χαλκεύς ; Πάνυ γε . |
ὁ δὲ ἀλετρίβανος ἀσιανός , καὶ σκυτοδέψης μὲν ἀττικός , βυρσοδέψης δὲ ἀσιανός . ὁ βυρσοπώλης : ὅτι μετὰ τὴν | ||
βύρσαι δύσοσμοι , βυρσοπώλης δὲ ὁ Κλέων . ἰστέον ὡς βυρσοδέψης ἦν ὁ Κλέων , αἱ βύρσαι δὲ δύσοσμοί εἰσιν |
οὐδέν . τὸ γὰρ ὡς καὶ αὐτὸς ὑβρίζομαι , τούτοις ἀφήσω : πάλαι γὰρ τοῦτο αὐτοῖς ἐν μελέτῃ . σπινθῆρα | ||
με ἀπελθόντες καταλίποιτε , βρόχον πλεξαμένη τὴν ψυχήν μου οὕτως ἀφήσω . ” ἐγὼ δὲ ὡς ταῦτα ἤκουσα , τὸ |
λόγον πύθηι , κατά με γᾶς ζῶντα πόρευσον : οὐ παραιτοῦμαι . τί τοῖσδ ' ἀπειλεῖς βάρβαρός τε βαρβάρου γνώμην | ||
καὶ Πλάτωνα δίκη μετελθεῖν τοῦ λόγου καὶ τῆς ἐπιτιμήσεως . παραιτοῦμαι δ ' εὐμενῆ καὶ ἵλεων εἶναι τοῖς λεγομένοις , |
οὐκ ἔχει . λαμβάνεται δὲ ὁμοίως ἀπὸ τοῦ θίγω τὸ θιγγάνω , καὶ ἀντὶ τοῦ μήθω τὸ μανθάνω , καὶ | ||
, ὡς ἂν εἴποιμεν : ἱστόρησα τὴν πόλιν : πρωτόλεια θιγγάνω : ἀντὶ τοῦ πρὸ πάντων σε λιτανεύω καὶ ταύτην |
. σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν . . τί δαί : | ||
κατὰ θάλατταν ἐμπορίαν ποιούμενος . . σκήπτομαι : Ἀντὶ τοῦ προφασίζομαι . Θ . . προφασίζομαι τοῦτο ἤγουν τὴν ἐμπορίαν |
. σκαιότατον ] ἀπαίδευτον , ἀπαιδευτότατον . , ματαιότατον . δῆθ ' ] ἀργόν , ἀληθῶς . ἀπὸ . . | ||
φέρων , εἰ μὴ καθαιρήσει τις , ἀποπαρδήσομαι ; Μὴ δῆθ ' , ἱκετεύω , πλήν γ ' ὅταν μέλλω |
. φῶμεν οὕτως ἢ μὴ φῶμεν , ὦ Πῶλε ; Ἄτοπα μέν , ὦ Σώκρατες , ἔμοιγε δοκεῖ , τοῖς | ||
, τί καὶ ποιοῦντά σέ φησι διαφθείρειν τοὺς νέους ; Ἄτοπα , ὦ θαυμάσιε , ὡς οὕτω γ ' ἀκοῦσαι |
, οὔτ ' ἔπειτα γενήσεται οὔτε γενηθήσεται οὔτε ἔσται . Ἀληθέστατα . Ἔστιν οὖν οὐσίας ὅπως ἄν τι μετάσχοι ἄλλως | ||
ὃς ἂν τὰ ὀνόματα εἰδῇ εἴσεται καὶ τὰ πράγματα . Ἀληθέστατα λέγεις . Ἔχε δή , ἴδωμεν τίς ποτ ' |
: εἰ δὲ ἐλάττοσιν , οὔκουν χείροσί γεμεθ ' ὧν διακελεύῃ με παρακινδυνεύοντά τε καὶ θαρροῦντα τὴν νῦν ἐκ τῶν | ||
Πάντως , ὦ ξένε , μεμνησόμεθά που ὧν τὰ νῦν διακελεύῃ . Καλῶς . ἔλθωμεν δ ' ἐπὶ τὰ νυμφικά |