„ ἐπῆλθεν ἀμβροσία νύξ „ . τὸ γὰρ τηνικαῦτα ἔμβρωμα δόρπος λέγεται . . . . . α . ὀλοώτατος
κοινῆς πρόγευμα , ἐτυμολογεῖται δὲ παρὰ τὸ δεῖ πονεῖν , δόρπος δὲ παρὰ τὸ δόρυ παύειν , κυρίως ἐπὶ τοῦ
4672505 θρηνεισθαι
, ὅ ἐστι : κἂν τὸ μὴ ἀπὸ τοῦ νῦν θρηνεῖσθαι κερδανεῖς : ἄλλως : κερδανεῖς , φησὶ , τὸ
ὡς οὐ πάτριον ὂν τῇ Ῥόδῳ καὶ ὑμῖν Ῥοδίοις οὖσι θρηνεῖσθαι μᾶλλον ἢ ζηλοῦσθαι : καὶ τῶν περιιόντων τούτων πρέσβεων
4102011 ἀλξ
βάξω , ἀφαιρέσει τοῦ ω βάξ , ὡς ἄλκω ἄλξω ἄλξ , καὶ ἐν διπλασιασμῷ βάβαξ . πολλὰ δὲ παρὰ
, χρίπτω χρίμπτω , πίπλημι πίμπλημι . . . . ἄλξ : ἡ δύναμις : ἀπὸ τῶν εἰς κη θηλυκῶν
4066697 προελθοι
χαριέστατος δ ' ἂν οὗτος γένοιτο εἰ κατὰ συμπλοκὴν ἀντεξεταστικῶς προέλθοι , ὅτι θαυμάσιος μὲν ὁ νεανίας , θαυμασία δὲ
παρεληλυθέναι καὶ ὑπερβεβληκέναι τὸ τέλος τοῦ τῶν Ἀθηναίων διατειχίσματος εἰ προέλθοι : τοῦ τῶν Συρακουσίων ὑποτειχίσματος μὴ παραλλάξαντος τῇ οἰκοδομήσει
4064911 ὀτι
τὸν παραλογισμὸν πεποίηκεν , ὥσπερ ἂν εἰ καὶ λεγόντων ἡμῶν ὄτι ὁ δεῖνα τεθνεὼς [ τεθνηὼς ] ἄνθρωπός ἐστιν ,
ἴσου τοῦ χυλοῦ πιών , ἀμέθυστος ἔσται ὡς μὴ γινώσκων ὄτι πίνει . ἐὰν δὲ καὶ τὸν λίθον τὸν ἐν
4049107 ὁμολογουμενος
Ἀναλυτικῶν θεωρίας : οὔτε γὰρ βραχὺς οὔτε ὑπὸ τῶν ἀκριβεστέρων ὁμολογούμενος ὁ διακρῖναι αὐτὰς πειρώμενος λόγος , ἅτε ὁρμώμενος ἐξ
ἀπρεπὴς ᾖ τῷ παρόντι ἀγῶνι ἢ ὑπεναντίος τοῖς ἐγκλήμασιν ἢ ὁμολογούμενος τῇ κατηγορίᾳ . ἀπρεπὴς μὲν οὖν γένοιτ ' ἄν
3976174 ἐμπιπλαμενον
ταύτῃ βίος οὐδαμῇ οὐδαμῶς ἤρεσεν , δίς τε τῆς ἡμέρας ἐμπιπλάμενον ζῆν καὶ μηδέποτε κοιμώμενον μόνον νύκτωρ καὶ ὅσα τούτῳ
δὲ οὐκ ἂν καθέλοι ποτέ . ὅτι δὲ κρεῶν ἀνθρωπείων ἐμπιπλάμενον τόδε τὸ ζῷον ὑπερήδεται , κατηγορεῖ καὶ τὸ ὄνομα
3975503 ὁρικῃ
τῶν ἀντιθετικῶν κινουμένῃ , ἔστι δὲ ὅτε καὶ στοχαστικῇ καὶ ὁρικῇ καὶ ἀντιληπτικῇ : πολ - λάκις δὲ καὶ μέχρι
καὶ οὐδὲν παρὰ ταῦτα : διὰ τί δὲ ἐν τῇ ὁρικῇ στάσει εἰπὼν ὅτι , ἐὰν τὸ λεῖπον προστεθῇ καὶ
3953586 γλυκιων
ἔργον τοῦ Ὀδυσσέως λαμπρόν : τοῖσι δ ' ἄφαρ πόλεμος γλυκίων γένετ ' ἠὲ νέεσθαι ἐν νηυσὶ γλαφυρῇσι φίλην ἐς
αὐδήεσσα μὲν τὸ πρῶτον καὶ λίγεια , καὶ τὸ ” γλυκίων μέλιτος ἀπὸ τῆς γλώττης “ περὶ αὐτῆς μᾶλλον ἢ
3944951 ἀταλαιπωρος
' οὐδὲν ἧττον κατὰ φύσιν ἕξομεν . σὺ δ ' ἀταλαίπωρος εἶ καὶ δυσάρεστος κἂν μὲν μόνος ᾖς , ἐρημίαν
Πιτανάτης λόχος : λέγεται δὲ ἀπὸ Πιτάνης , κώμης Λακωνικῆς ἀταλαίπωρος : ἀνεξέταστος τὰ ἑτοῖμα : τὰ εὐχερῆ καὶ ἀναπόδεικτα
3917805 ἰσχνου
ἃ δὴ καὶ πλάσματα καλοῦσιν , ἁδροῦ , μέσου καὶ ἰσχνοῦ , καὶ ἁδροῦ μὲν ὄντος , ὃ καὶ τῇ
τουτέστι : φθονηθησόμενος μὲν , δυνάμενος δὲ διαδῦναι παντὸς τοῦ ἰσχνοῦ . ἐὰν γάρ τις ἀκριβῶς ἐξετάζῃ , ὁ ἔρως
3910210 ἐκενωθη
ἀνηνέχθη τι δι ' ἐμέτου ἢ διὰ βηχὸς , καὶ ἐκενώθη διὰ τοῦ στόματος : πάντως ὑφιζάνει τι περὶ τὴν
δὲ ἐπ ' οὐδενὶ ἔργῳ λαμπρῷ ἥ τε τῶν λίθων ἐκενώθη τοῖς βαρβάροις παρασκευὴ , καὶ ὅσα ἐκ χειρὸς ἢ
3897566 ποιος
τὸ συνεστηκὸς ἐξ ἀμφοῖν . καὶ ἔστι κόσμος ὁ ἰδίως ποιὸς τῆς τῶν ὅλων οὐσίας ἤ , ὥς φησι Ποσειδώνιος
τῆς Παρθένου αἱ ἐν τῷ χορῷ ἀκόλουθοι . ΚΡΙΜΝΙΤΗΣ πλακοῦς ποιὸς διὰ κρίμνων γινόμενος , ὡς Ἰατροκλῆς ἐν τῷ περὶ
3850844 εὐτολμιᾳ
ἐπισημοτάτοις ὅπλοις ἀπό τινων ζῴων οὐκ ἀνοικείων τῇ περὶ αὐτοὺς εὐτολμίᾳ : τὸν μὲν γὰρ Ἄνουβιν περιθέσθαι κυνῆν , τὸν
υἱωνὸς δὲ τοῦ βασιλέως Ἀγαθοκλέους , ἀνδρείᾳ δὲ καὶ ψυχῆς εὐτολμίᾳ πολὺ τοῦ κατὰ λόγον ὑπεραίρων . . . .
3815969 καταφορᾳ
σφοδρότητι διαπλέξαι τὸν λόγον : τολμηρῶς γὰρ τηνικαῦτα πάσῃ κέχρηται καταφορᾷ κατὰ μειζόνων τε καὶ ἐλαττόνων προσώπων ἅπαντας τοὺς ἐπιτηδείους
καὶ οἷον κοίμημα . οἱ οὖν μετά τινος νωθρείας ἐν καταφορᾷ ὄντες κωματώδεις καλοῦνται . κλαγγώδη : Δημήτριος μὲν ὁ
3814129 ἰϲχουϲα
, ἐπὶ τὸ μελάντερον τρέπεται χρῶμα , ποτὲ μὲν ἰῶδεϲ ἴϲχουϲα τοῦτο , ποτὲ δὲ κυανοῦν , ἐνίοτε δὲ τὸ
τε καὶ δύϲλυτόϲ ἐϲτι κεφαλαλγία , ἐπὶ μικραῖϲ προφάϲεϲι μεγίϲτουϲ ἴϲχουϲα παροξυϲμούϲ , ὥϲτε μήτε ψόφων ἀνέχεϲθαι μήτε φωνῆϲ ϲφοδροτέραϲ
3808562 ἐπεμεινε
Κλέωνα τοῖς δεδεμένοις δοῦναι σωτηρίας ἀφορμήν . ΓΘ ἄλλως : ἐπέμεινε τῇ μεταφορᾷ τῇ ἀπὸ τῶν χαλκέων : ἀντὶ τοῦ
ἄπνοον ] ὑψόθι σῶμα οὐ πέσεν , [ ἀλλ ' ἐπέμεινε ] ? ? ? , καὶ οὐ μεθέηκε ?
3808527 ὑπαλλαγῃ
διαλεγόμενον ἑτέρων καθάπτεσθαι , τὸ ἀσφαλὲς τοῦ μὴ προσκρούειν τῇ ὑπαλλαγῇ τοῦ προσώπου ἐνδιοικούμενον . καὶ τοῦτο Ὅμηρος ἔδειξεν ἐν
τὸ φύσει ἐνεργητικὸν ἢ τὸ φύσει παθητικὸν εὕροι ἂν ἐν ὑπαλλαγῇ τῶν διαθέσεων , λέγω τὸ ἐποίησα ἀντὶ τοῦ ἐποιήθην
3807537 δυνασθω
τὴν Δ , καὶ ἡ Α μὲν τῆς Β μεῖζον δυνάσθω τῷ ἀπὸ τῆς Ε , ἡ δὲ Γ τῆς
, δύναται χωρίον περιεχόμενον ὑπὸ ῥητῶν δυνάμει μόνον συμμέτρων . δυνάσθω τὸ ΗΖ . δύναται δὲ καὶ τὸ ΒΔ :
3791171 ἐρρωμαι
τοὺς πόδας , τοῦτ ' εἶπε : τοῖς ὅλοις μὲν ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων πολὺ μᾶλλον ἐπὶ
ἐξαπίνης περὶ τοὺς πόδας πάθος , ἔφη τοῖς μὲν ὅλοις ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων ἐπὶ δεῖπνον πολὺ
3783073 ἐκαμφθη
Ξενοκράτης δὲ καίπερ αὐστηρὸς ὢν τὸν τρόπον ὅμως ὑπὸ δυσωπίας ἐκάμφθη , καὶ συνέστησε Πολυσπέρχοντι δι ' ἐπιστολῆς ἄνθρωπον οὐ
ἴδιον ἔστιν εὑρεῖν ἐπὶ τοῦ ἱδροῦν . ἰδνώθη εἰς τοὐπίσω ἐκάμφθη , οἱονεὶ τὸ ἰνίον ἐδονώθη . ἱδρῶ , κατ
3769231 δορυος
, καὶ ἐν ὑπερθέσει τοῦ υ γίνεται γουνός , δόρυ δόρυος καὶ ὁμοίως δουρός : τὸ γόνυ καὶ τὸ δόρυ
, καὶ οὕτως οὐδὲν ἀντίκειται : εἰ γὰρ ἀπὸ τοῦ δόρυος δουρός καὶ ἀπὸ τοῦ γόνυος γουνός καθ ' ὑπέρθεσιν
3765765 χρησιμ
πρόδομος μελάθρων κοινὸν τύχη , γνώμη δὲ τῶν κεκτημένων ὁ χρήσιμ ' εἰδώς , οὐχ ὁ πόλλ ' εἰδὼς σοφός
! ! ! ! ! ! ! ] ν τὰ χρήσιμ ' ἔργα τοῦ τρος [ ! ! ! !
3759760 τερπων
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
Κλωθώ , καλύψω Καλυψώ : καὶ εἰς ων : τέρπω τερπών , χέω χεών καὶ χιών . οὕτως οὖν καὶ
3749264 σαφης
τῶν ῥητόρων λόγος ἐν περιόδοις κείμενος καὶ ἐνθυμήμασιν ἧττόν ἐστι σαφής : οὐκ ἄρα πειστικὸς ὁ ἀπὸ τῆς ῥητορικῆς ἐστι
τὰς ἄλλας καταλήξεις : βαρύτονα διὰ τὰ ὀξύτονα , οἷον σαφής , καὶ περισπώμενα , οἷον Θαλῆς : ἰαμβικά διὰ
3718194 λεον
θεράπον , γέρων γέροντος ὦ γέρον , λέων λέοντος ὦ λέον . Ἔστιν οὖν εἰπεῖν , ὅτι διὰ τοῦτο ἀποβάλλεται
τὸν λέοντα . ὦ Θέων , ὦ σῶφρον , ὦ λέον . Δυϊκά . Τὼ Θέωνε , τὼ σώφρονε ,
3714339 εἰθισμενῳ
ἀμύζειν ] ἕλκειν , σπαράττειν . . συμμαθόντι ] τῷ εἰθισμένῳ καὶ μαθόντι πίνειν αὐτό . . ὥσπερ βοῦν ]
τῇ κοιλίῃ παρέχει παρὰ τὸ ἔθος βρωθεῖσα τῷ μὴ μαζοφαγέειν εἰθισμένῳ , ἢ ὁκοῖον ἄρτος βάρος καὶ τάσιν κοιλίης τῷ
3713591 ὑφελειν
τετριμμένου : ὁκόταν δὲ παρεσκευασμένος ᾖ , τὸ μὲν δαίδιον ὑφελεῖν , τὸ δὲ μολύβδιον ἐνθεῖναι . Ἢν δὲ τὸ
τὴν μάχην εὐφήμως : ἐρεῖ δὲ ταύτην ἐν τῇ πεντηκονταετηρίδι ὑφελεῖν μᾶλλον : ὑπακουστέον ἄξιον , ὑφελεῖν μᾶλλον ἄξιον ἡ
3699931 συντομιᾳ
ἐστι διδάσκαλος : ἢ πολλοῖς προσέσχον ἄλλοις , ὡς ἐν συντομίᾳ , ὥστε ταχέως αὐτὰ ἐξειπεῖν . κτεῖνε μὲν γλαυκῶπα
ἀπαθῶς ἀναγκάζεται αὐτῷ ἐξαπλῶσαι , φοβούμενος , μή τι τῇ συντομίᾳ λαθήσεται . τάχα δὲ καὶ κατὰ τὸ ἀληθὲς οὐδὲ
3698287 βραχυς
ὅ τε καιρός , ὃν τὰ πράγματά μοι δίδωσι , βραχύς , ἐν ᾧ λέγειν μὲν ὀλίγα δεῖ , πράττειν
ἐπῳδὰς ἐκ φιλοσοφίας ἐπίσταται . εἰ δ ' οὖν καὶ βραχύς σοι λόγος ἡμῶν , ἀλλὰ μὴ τά γε Κέλσου
3694197 ἀποσφηλειε
τὸ προστακτικὸν φθίσο φθίσθω καὶ ἀποφθίσθω . . . . ἀποσφήλειε : μέγα δέ σφεας ἀποσφήλειε πόνοιο , οἱονεὶ σφαλῆναι
τὸ ἔλπετο . . . Ἀποσφήλειε : μέγα δέ σφας ἀποσφήλειε πόνοιο , οἱονεὶ ἀποσφαλῆναι καὶ ἀποτυχεῖν ποιήσειε τοῦ ἔργου
3693452 ῥοπῃ
εὔγνωμον οὔτε ἀσφαλές : ἐνίοτε γὰρ οἱ δοκοῦντες ὑπερέχειν ἐν ῥοπῇ καιροῦ τῶν πρότερον ὑποπεπτωκότων ἀσθενέστεροι γίνονται . μαρτυρεῖ δ
αὐτοῖς ἦλθε συμφορὰ πάθους , ὡς τοῖσδε καὶ δὶς ἀντισηκῶσαι ῥοπῇ . καὶ τίς γένοιτ ' ἂν τῆσδ ' ἔτ
3683961 ἰσοψηφον
γένος αὐθάδει ῥώμῃ , τὴν τῶν ὀκτὼ καὶ εἴκοσι γερόντων ἰσόψηφον εἰς τὰ μέγιστα τῇ τῶν βασιλέων ποιήσασα δυνάμει .
λέγειν . Κήλη ζημίας ἐστὶ σημαντικὴ τοῦτο μὲν διὰ τὸ ἰσόψηφον τοῦτο δὲ ὅτι καὶ πάντα ὅσα ἐπιφύεται τῷ σώματι
3670603 ἀκεραιος
ὁ σοφὸς ὑπὸ τῆς τύχης ἀήττητός ἐστι καὶ ἀδούλωτος καὶ ἀκέραιος καὶ ἀπαθής , πᾶσαν ἐπεχείρησεν ἔργῳ ἐλέγξαι τὴν τούτου
οὔτ ' ἐλάττονα ἔστι ποιῆσαι τῆς οὔσης , ἀλλ ' ἀκέραιος τῇ γνώσει μένει , οἱ δὲ λόγοι τοὐναντίον οὗ
3670419 πεφνῃ
, αὐτός τε προταθεὶς πέσῃ ὕπτιος , ἠέ τις ἄλλος πέφνῃ μιν νεπόδων πυμάτης ἔμφορτον ἐδωδῆς . σῆμα δέ τοι
, γλαυκιόων δ ' ἰθὺς φέρεται μένει , ἤν τινα πέφνῃ ἀνδρῶν , ἢ αὐτὸς φθίεται πρώτῳ ἐν ὁμίλῳ :
3663734 μετωνομασται
, ἣ ἐκ τοῦ πολλοὺς σφάλλειν τὸ ἐναντίον ὄνομα ἀφροσύνη μετωνόμασται . τὰ μὲν οὖν προγεγενημένα τί δεῖ μακρότερον ἢ
ἀνῄρηται , τῶν δ ' ἴχνη λείπεται , τὰ δὲ μετωνόμασται , καθάπερ αἱ Αὐγειαὶ Αἰγαιαί : [ αἱ ]
3646283 μεσονυκτιος
μὲν ἔην μέσση , λαμπρὰ δ ' ἐπέτελλε σελήνη . μεσονύκτιος δὲ μόνον τῇ ὀγδόῃ φθίνοντος ἀνατέλλει , ἐν ἄλλῃ
μὲν ἔην μέσση , λαμπρὰ δ ' ἐπέτελλε σελήνη : μεσονύκτιος δὲ μόνον τῆι ὀγδόηι φθίνοντος ἀνατέλλει , ἐν ἄλληι
3641414 ταχυς
. Ὣς ἔφατ ' , ὀξὺ δ ' ἄκουσεν Ὀϊλῆος ταχὺς Αἴας : πρῶτος δ ' ἀντίος ἦλθε θέων ἀνὰ
ἔλεγον . ἄλλην μὲν γὰρ εὐεργεσίαν τις εὐεργετηθείς , οἷον ταχὺς γενόμενος διὰ παιδοτρίβην , ἴσως ἂν ἀποστερήσειε τὴν χάριν
3638414 καλεομενος
τῶν ἐπιγινομένων εἵνεκεν ἀνθρώπων , ἐπεὶ καὶ Αἰγινητέων ἐστὶ αὐτόθι καλεόμενος τάφος , τὸν ἐγὼ ἀκούω καὶ δέκα ἔτεσι ὕστερον
ὃ καταφεύγουσι οἱ Πεισιστρατίδαι ] . Ἐπείτε δέ σφι Ἱππίης καλεόμενος ἧκε , μεταπεμψάμενοι καὶ τῶν ἄλλων συμμάχων ἀγγέλους ἔλεγόν
3633411 ἀναβαινω
τῆς μὲν τοῦ σώματος ῥώμης , ὅτι ἐπὶ τοὺς ἵππους ἀναβαίνω , τῆς δ ' ἐν τῇ τέχνῃ εὐπορίας ,
ἡμέρας δὲ γενομένης , ἔτυχε γάρ μοι παρὼν ἵππος , ἀναβαίνω τε εὐθὺς καὶ ὃν οὐδ ' ἂν εἷς ᾠήθη
3624871 τουν
δεμετεχων ? ? ! ! ? ? ? ἀφίκετο καὶ τοῦν ? ! ! με ? ! ! ! !
πυκνός , τῆς πυκνὸς τὰς ἡνίας , ‚ τοῦ λίθου τοῦν τῇ πυκνί ‚ . καὶ πύκνα ” . κέκληται
3623338 βαλλοντι
διὸ ἀναγκάζομαι εἰπεῖν τὸν σκοπὸν , τὸ βαλλόμενον ἅμα καὶ βάλλοντι . τοξεύει τοίνυν ἡ φύσις τῶν ἀνθρώπων εἰς τὴν
πατρικοῖσι νόμοις τὸ κεινεου ὀξυβάφοις βάλλειν μὲν τῶ πόντω δὲ βάλλοντι νέμω πλεῖστα τύχης τὸ δ ' ἆθλον . Ἀριστοφάνης
3604157 δομη
εἰς θηλυκόν . ἀπὸ γὰρ τοῦ δέμας μεταπλάσας εἶπεν ἡ δομή . * παλεύσῃ ἀπατήσῃ τοὺς δυσμενεῖς ἤτοι τοὺς Τρῶας
τρόπος τροπή , νόμος νομή , γόνος γονή , δόμος δομή , στρόφος στροφή , πόθος ποθήπερὶ τούτου οὖν ἐν
3589405 εὐκρινειᾳ
' ὧν γίγνεται μόνης καθαρότητός εἰσιν : κοινωνεῖ γὰρ τῇ εὐκρινείᾳ λέξει κώλοις συνθήκῃ ἀναπαύσει . [ , ] κατὰ
τῶν ἐρευγμῶν ἀνοσμίᾳ καὶ ἐκλείψει καὶ τῇ λαπαρότητι καὶ τῇ εὐκρινείᾳ τοῦ ὑποχονδρίου καὶ τῆς κοιλίας , ἔτι δὲ τῷ
3588710 ἰαπτω
καὶ ] κλίνεται ἰπός : [ ἐκ τούτου ] γίνεται ἰάπτω , ἐξ οὗ ῥηματικὸν ὄνομα ἰάπτους καὶ κατὰ στέρησιν
, ἐκ γὰρ τοῦ ἵπτω τὸ βλάπτω οὐ μόνον τὸ ἰάπτω γίνεται , ἀλλὰ καὶ ἵπτος ἡ παγὶς τῶν μυῶν
3587614 προσθηκῃ
μὲν δοκοῦσαν εἶναι ἐκείνου , τάχα δ ' ἐνδεεστέραν τῇ προσθήκῃ καὶ τῷ οὐχ ἁπλῷ , ἀλλ ' ἤδη ἀφισταμένην
, λέγω δὴ τοῦ ἐτύφθη , ἐκβολῇ τοῦ ε καὶ προσθήκῃ τῆς ναι , ὥσπερ καὶ τὸ τυπῆναι ὁ παθητικὸς
3583529 κιβδηλος
ἓν τοῦτο σπεύδειν ἐν πάσαις πόλεσιν , ὅπως μήτε αὐτὸς κίβδηλός ποτε φανεῖται ὁτῳοῦν , ἁπλοῦς δὲ καὶ ἀληθὴς ἀεί
ἐν ᾗ ὁ χρυσὸς ἀκονώμενος δείκνυται , πότερον καλὸς ἢ κίβδηλός ἐστιν : Ἐν τοῖς ἀγαθοῖς , φησί , κεῖνται
3581047 δημηγοριᾳ
μαρτυρεῖ ὁ πάντα ταῦτα συγγράψας ποιητής . ἐπὶ γὰρ τῇ δημηγορίᾳ τοῦτο ἐπιτίθησιν , Ὣς νείκεσς ' ὁ γέρων ,
τὸν Ὀλύνθιον : ὃ ποιεῖ καὶ Θουκυδίδης ἐν τῇ Κορινθίων δημηγορίᾳ . ἐν οἷς γὰρ ἐπιτιμᾷ , ἐν τούτοις ἐπαινεῖ
3576334 κεκλεισται
Ἀθηναίοις ἐκ τοῦ Πόντου σῖτος , ὧδε ἤκμασεν : ” κέκλεισται τὸ στόμα τοῦ Πόντου νόμῳ καὶ τὰς Ἀθηναίων τροφὰς
δ ' ἔμφυτον θερμὸν , τὸ ἐν τῇ καρδίᾳ , κέκλεισται μὲν ὑπὸ τῶν τεσσάρων χυμῶν , συνίσταται δὲ ἐν
3570714 βραχυτητι
καὶ τὸ ξύμπαν εἰπεῖν φύσεως μὲν δυνάμει , μελέτης δὲ βραχύτητι κράτιστος δὴ οὗτος αὐτοσχεδιάζειν τὰ δέοντα ἐγένετο . νοσήσας
οὐχ ὁμοίως ἰσχυροί : καὶ ἐκ τῶν προσείλων ἅμα τῇ βραχύτητι πυκνότεροί τε ἐκείνων καὶ ἰσχυρότεροι γίνονται . Χαίρει δὲ
3565814 Χαλκηδονιου
, ἔχει δὲ ἐποίκια καὶ νῦν , διέστηκε δὲ τοῦ Χαλκηδονίου Νυμφαίου σταδίους πέντε . Ἀπολλόδωρος δὲ ἐν τῷ πρώτῳ
Γαλάτης τἆλλα ὢν ἀνὴρ ἀγαθὸς ὑπὸ τοῦ κόλακος Σωστράτου τοῦ Χαλκηδονίου διεστρέφετο . Λικιννίου δὲ Κράσσου τοῦ ἐπὶ Πάρθους στρατεύσαντος
3564807 πολυπειρος
' ἀξίαν ἑκάστῳ τὸ ἐπιτίμιον ὑπάρξαι , πραγματικὸς δὲ καὶ πολύπειρος ἐκ τοῦ πᾶν ἔγκλημα καὶ πρᾶγμα δημόσιόν τε καὶ
κρατύνει γνώμαις ὀρθοτάταισι συνών , ἀδιάστροφος αἰεί , ὠγύγιος , πολύπειρος , ἀβλάπτως πᾶσι συνοικῶν τοῖς νομίμοις , ἀνόμοις δὲ
3556418 διακριθεις
συνεσπειραμένην τὴν τὸν τοῦ παντὸς ἔχουσαν λόγον δύναμιν ἐκέκτητο , διακριθεὶς δὲ καὶ τοῦ σκότους προελθὼν τὴν οἰκείαν τῶν σπερμάτων
καὶ ἀδιάκριτον μόνον , ᾗ δὲ διέστη αὐτοῦ ὁ νοῦς διακριθεὶς ἀπ ' αὐτοῦ καὶ ἐγένετο οὐ μόνον ἀδιάκριτον ,
3551595 διαλυσει
εἰς ω μέγα σῶς γίνεται , καὶ σῶος ἔπειτα , διαλύσει τοῦ ω μεγάλου εἰς ω μέγα καὶ μικρόν .
τὸ κακὸν καὶ ἐπὶ τὸ κρεῖσσον μετὰ μόχθων καὶ θορύβων διαλύσει . Ἥλιος ἑαυτῷ ἐπιμερίζων ἐπὶ ἡμερινῆς γενέσεως ἐπὶ τοῦ
3550939 ἀλαθεια
καὶ δι ' ἐκεῖνον αὐτῶ . σκοπέοντι δ ' ἀρχᾶθεν ἀλάθεια λόγος : κοινωνία τοι γὰρ πράτα τε πάντων καὶ
. ταῦτα δὲ σύμφωνα ποιεῖ ἁ θεωρουμένα δι ' αὐτῶν ἀλάθεια . διωρισμένων δὲ τούτων τὰ μετὰ ταῦτα δεῖ νοῆσαι
3534655 τρυγιας
νέκρωσιν . ἀλλὰ καὶ τὸ λευκὸν οὖρον καὶ παχὺ δίκην τρυγίας κακόν ἐστιν , ἐπειδὴ ἐνδείκνυται μεγίστην ἀπεψίαν τῶν ὑλῶν
χυμὸς τῷ ἕλκει , τὰ περιττώματα δὲ μετ ' οἴνου τρυγίας φυρασθέντα ἢ ὄξους καὶ ἐπιπλασθέντα . Ἵνα δὴ πάσης
3526672 ἀρκω
. . ἄρκτος : τὸ ζῷον : εἴρηται παρὰ τὸ ἀρκῶ ἄρκος , καὶ πλεονασμῷ τοῦ τ ἄρκτος , τὸ
. . Ἄρκτος : τὸ ζῷον : εἴρηται παρὰ τὸ ἀρκῶ , ὅπερ καὶ ἐπαρκῶ λέγεται , ἄρκος , καὶ
3525592 μηνοϲ
ἰϲημερίαϲ μετοπωρινῆϲ , ἥτιϲ γίνεται περὶ τὴν κδʹ τοῦ ϲεπτεμβρίου μηνόϲ , καὶ λαμβάνειν ἐφεξῆϲ ἐπὶ ἡμέραϲ ν καὶ διιϲτᾶν
πάλιν ἔα τρεῖϲ ἡμέραϲ , καὶ τοῦτο ποίει τρὶϲ τοῦ μηνόϲ . Ἄλλο . κώνιον λεάναϲ ἐπιτίθει ἐπὶ ἡμέραϲ θ
3515280 ἀσκουμενον
Κύρου παιδείᾳ τὸν Κῦρον αὐτὸν ποιεῖν μετὰ τῶν ἑταίρων ἔγραψεν ἀσκούμενον τὰ πολεμικά . ἐκεῖθεν οὖν εἴληπται τὸ γυμνάζεσθαι καὶ
κρυπτόμενοι τἀληθές ; οὐκοῦν ἤν τινα καὶ τῶν ἀθλητῶν ἴδῃ ἀσκούμενον πρὸ τοῦ ἀγῶνος λακτίζοντα εἰς τὸν ἀέρα ἢ πὺξ
3509218 βραδυς
. οὐκ ἐπὶ τῆς τοῦ σώματος κινήσεως παρείληφε τὸ “ βραδύς ” , ἀλλ ' ἐπὶ τῆς διανοίας . νῦν
μὲν τοῖς λόγοις ἐστὶν ὀξύς , ἐν δὲ τοῖς ἔργοις βραδύς . ὁ δὲ Φαρνάβαζος ἀπεκρίθη , διότι τῶν μὲν
3505384 σμικροισι
. Ἐν δὲ τῇσιν ἡλικίῃσι τοιάδε ξυμβαίνει : τοῖσι μὲν σμικροῖσι καὶ νεογνοῖσι παιδίοισιν , ἄφθαι , ἔμετοι , βῆχες
βροτῶν ἡδὺς συνοικεῖν καί τιν ' εἰληχὼς χάριν οὐδεὶς ἐπὶ σμικροῖσι λυπεῖται σοφός γέρων γὰρ ὀργῇ πᾶς ὑπηρετεῖν κακός τοῦ
3488298 περιεφερε
τὸ μὴ βούλεσθαι προσκυνεῖν αὐτὸν καθείρξας ὥσπερ ἄρκτον ἢ πάρδαλιν περιέφερε . πάνυ γοῦν ἐπείθετο τοῖς τοῦ διδασκάλου δόγμασιν τὴν
Κιτιεὺς προστεθῆναι . Ποιήσας δέ ποτε κοῖλον ἐπίθημα τῇ ληκύθῳ περιέφερε νόμισμα , λύσιν ἑτοίμην τῶν ἀναγκαίων ἵν ' ἔχοι
3487911 πυκνος
τὸν σίδηρον εὐχερῶς ἕλκων , καὶ τὴν χρόαν κυανίζων : πυκνὸς δὲ καὶ οὐκ ἄγαν βαρύς : εὐεργεῖ δὲ εἰς
, καὶ ἀντὶ ἀραιοῦ τε καὶ μαλθακοῦ σκληρός τε καὶ πυκνὸς ἐγένετο , καὶ οὔτ ' ἐκπέσσει οὔτ ' ἀφίησι
3487783 διττωϲ
ὅμοιον τρόπον τῷ δαφνίνῳ ϲκευάζεται ἀπὸ τοῦ καρποῦ τοῦ ϲχίνου διττῶϲ , καθ ' αὑτόν τε καὶ ϲὺν ἐλαίαιϲ οὐ
ἄν τιϲ ἄριϲτα τὰϲ νόϲουϲ ἐξιῷτο . λέγεται δὲ ὑγεία διττῶϲ : ἡ μὲν ἀκριβήϲ τε καὶ ἀρίϲτη καὶ τελεία
3486770 τακτικης
ἤδη τὸ μετὰ νοῦ καὶ τὸ συμμέτρως ἐμόν . παρὰ τακτικῆς , ἕκαστα ποῦ τεθήσεται : ἀριθμῷ τὸ πλῆθος εἰδέναι
τὸ συμμέτρως ἐμόν : ἔπειτα δεικνύει ὁ μάγειρος ὅτι καὶ τακτικῆς ἐστι τὸ εἰδέναι ἕκαστα ποῦ τεθήσεται , τὸ ἀριθμεῖν
3483745 κομπος
δὲ καὶ ἐνιαυτῷ πολλάκις . ψόφος ἐστὶ πάντα ταῦτα καὶ κόμπος κενῶν ὀνομάτων . Τῇ κεφαλῇ κινδυνεύω ἐπὶ Καίσαρος .
γένοιτο , οὔτ ' αὐτοσχέδια ποιήματα , ἀλλὰ μὴν οὐδὲ κόμπος οὐδὲ ψυχῆς ἀλαζονεία . καλῶς οὖν ἐν τῷ πῆ
3479723 ὑπιουσα
πένησιν , ἡ τυραννὶς ὡς λάθρᾳ γ ' ἐλάμβαν ' ὑπιοῦσά με , εἰ σύ γ ' , ὦ πόνῳ
κατὰ τοῦ δήμου ἐστὶ καὶ καθ ' ἡμῶν ; Γ ὑπιοῦσά με ] ὑπεισερχομένη Γ ἡ τυραννίς . Γ πρὸς
3477210 σκιρτα
ἐπὶ τῶν ἵππων τὸ φριμάσσεσθαι : νῦν δὲ ἀντὶ τοῦ σκίρτα , ἵστασο ἐν ἡδονῇ . καχαξῶ : ἀντὶ τοῦ
αὐτοὺς ἐναντίοις . χρῶ τῇ φύσει ] κέχρησο σπατάλῃ . σκίρτα ] σπατάλα . νόμιζε μηδὲν αἰσχρόν ] τὸ αἰσχρὸν
3474013 ἐδειξ
' ἔπη δόλιος Ὀδυσσεὺς εἷλε , δέσμιόν τ ' ἄγων ἔδειξ ' Ἀχαιοῖς ἐς μέσον , θήραν καλήν : ὃς
βίωι εὖ μοι κέχρηται καὶ προσηκόντως πάνυ τὸ δαιμόνιονἐνταῦθ ' ἔδειξ ' ἄνθρωπος ὤν . “ ὦ τρισκακόδαιμον , μεγάλα
3471785 καταψυχεται
εἰρημένην αἰτίαν . ὅθεν δ ' ἐκλείπει τὸ θερμόν , καταψύχεται , καὶ διὰ ψύξιν καταπίπτει τὰ βλέφαρα : τὸ
ζωτικὸν πνεῦμα , τούτου δὲ ἐκκρινομένου τό τε ὅλον σῶμα καταψύχεται καὶ πάντα τὰ φυσικὰ ἔργα χείρω γίνεται , διὰ
3471302 διϊστησιν
: τὸ δὲ ὕδωρ εὐθὺς διαπνεῖ καὶ ὥσπερ ἐκπλύνει καὶ διΐστησιν . Ἡ δὲ λεπτότης ὥσπερ εἴπομεν οὐ χρήσιμος ,
νοερᾶς . Ὅτι δὲ ἄργυρος ἰοῦ δεκτικὸς , ὃς καὶ διΐστησιν ἔξω τεμνόμενος ὑπὸ τῶν ὑγρῶν τὴν ὑγρότητα καὶ ψυχρότητα
3466094 βαφευς
ευς ὀνόματα , τὸ βασιλεύς , ἀριστεύς , χαλκεύς , βαφεύς , ἱερεύς , Νηλεύς καὶ τὰ ὅμοια , τὰ
, τὸ ῥοιφῶ : ῥοίδια ὑποδήματα γυναικεῖα : ῥοιγεὺς , βαφεύς : Ῥοίτιον πόλις Τροίας : ῥοιβδῳδεῖ μετὰ ῥοιζοῦ σαλεύει
3446370 παφλαζειν
γένει , ἀλλὰ διὰ τὸ τῆς φωνῆς ἀπηχὲς ἀπὸ τοῦ παφλάζειν καὶ ἀσήμως βοᾶν ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ . νεώνητον δὲ
δὲ τὸν Κλέωνα διὰ τὸ τῆς φωνῆς ἀπηχὲς ἀπὸ τοῦ παφλάζειν ὠνόμασεν . . . . ἔφην γὰρ ὅτι ξένος
3444653 καθητο
ἀπώλλυτ ' ἄν , ἃ καλῶς εἰδυῖα στένουσα ἂν οἴκοι καθῆτο . τὸ θαρρῆσαι τοίνυν αὐτῇ παρ ' ἡμῶν γεγένηται
ὅτι στεφάνῳ δάφνης ἔστεπτο ὁ τρίπους , ἐφ ' οὗ καθῆτο ἡ Πυθία χρησμῳδοῦσα . καλεῖται δὲ τὸ μέρος ,
3442930 τεταγμεν
τῶν εὑρημένων . οὐ ταὐτὰ προσάγω πᾶσιν ἀεὶ βρώματα . τεταγμέν ' εὐθύς ἐστι μοι πρὸς τὸν βίον : ἕτερ
: ἥλιος αὐτὸς [ ἔδυ ] , καὶ νὺξ τὰ τεταγμέν ' ἀπέχει : μὴ κοπία ζητεῖν πόθεν ἥλιος ἢ
3441132 σταθμῃ
ταύτης ἀντίγραφός ἐστι νῦν Ἀθήνησι πρὸς αὐτὴν ἐκείνην ἀκριβεῖ τῇ στάθμῃ μετενηνεγμένη . τὸ ἀρχέτυπον δὲ αὐτὸ Σύλλας ὁ Ῥωμαίων
. κανόνι γὰρ οἶμαι καὶ τόρνῳ χρῆται καὶ διαβήτῃ καὶ στάθμῃ καί τινι προσαγωγίῳ κεκομψευμένῳ . Καὶ πάνυ γε ,
3440790 γενησομενῳ
δὲ ἀκουσθῆναι παρά τε πρώτοις ὑμῖν ἐξ ἅπαντος τοῦ βίου γενησομένῳ . πόλεμοι γὰρ πολλοὶ μὲν Ἕλλησιν ἐγένοντο καὶ βαρβάροις
τῷ θυμῷ τὸ πᾶν ἐπιτρέπειν ἄλλως τε μηδὲ πρὸς ἀλλοφύλους γενησομένῳ . τοιγαροῦν τοὺς βαρβάρους ὁ πολὺς ἡμῖν στρατηγὸς πικροτέρῳ
3440187 πολυς
Ἐπίσωτρον γὰρ τὸ κύκλῳ τοῦ τροχοῦ σίδηρον . Ἠγείρετο δὲ πολὺς ὕμνος , ἤγουν ἐπιθαλάμιος ᾠδή . Ἐν χερσὶ δὲ
γὰρ διαφόρως ὁ χρόνος χροΐζει τὸν λίθον . ὁ γὰρ πολὺς χρόνος , μελανὸν αὐτὸν ποιεῖ . ὁ δὲ ἥσσων
3421270 ὑπηνῃ
γεγηρακότων ἵππων . Λάγνου σημεῖα : λευκόχρως , δασὺς τῇ ὑπήνῃ , εὐθείας καὶ παχείας τὰς τρίχας ἔχων , λιπαρὸν
καὶ ἵππων ὀκτὼ * * νέος ἔτι ἐν ἁπαλῇ τῇ ὑπήνῃ , ὁπότε καὶ οἱ ποιηταὶ τὰ δένδρα τὰ νέα
3419056 ἐμποιητικη
ἡ τοῦ Γαλατικοῦ : σιελισμοῦ δ ' οὐ πάνυ ἐστὶν ἐμποιητικὴ καὶ ἀμβλέως πως καταστρέφει : δεῖ δὲ λαμβάνειν ξηρόν
μήτε σφόδρα ἐπιπόνως μήτε ἀταλαιπώρως , ἡ γὰρ ἀργία περιττωμάτων ἐμποιητικὴ , ταλαιπωρία δὲ πλείστη διαφθείρει τὰς καθάρσεις καὶ ξηραίνει
3418368 ἀρουρᾳ
καταῤῥανθεῖσα . Φησὶ δὲ Ἀπουλήϊος , ἐὰν δάφνης ἐν τῇ ἀρούρᾳ κλάδους βάλῃς , μεταβαίνειν εἰς αὐτοὺς τὴν βλάβην τῆς
τύχην ἀπηλλάχθαι : ἔτυχε γὰρ πήγανον ἄγριον κόπτων ἐν τῇ ἀρούρᾳ καὶ σύνδουλος αὐτοῦ σεληνιακὸς ὢν ἔπεσεν . ὁ δὲ
3410927 ἀκοα
ἀγαθοῖς . ξένοις . Ἀστῶν δ ' ἀκοά ] τὸ ἀκοὰ πρὸς τὸ βαρύνει σύναπτε , τὸ δὲ θυμὸν πρὸς
μακρὰ ἐκλάβῃ πράγματα καὶ βαιὰ ποιήσῃ αὐτὰ τῷ λόγῳ , ἀκοὰ σοφοῖς ἐστι , τουτέστι σοφοῦ ἀκροατοῦ δεῖται , ἵνα
3406938 συμβου
σύμβουλος [ ! ! ! ! ! ! ! ! συμβου ] [ ! ! ! ! ! ! !
ἐν ᾧ φαίνεται γεγραφώς , τῇ μὲν προτέρᾳ τῶν ἐκκλησιῶν συμβου - λεύειν τὸν βουλόμενον , τῇ δ ' ὑστέρᾳ
3404099 πεζικος
ἄλλως δὲ φύσει τε καὶ λόγῳ ζητοῦντες εὑρήσομεν ὅσον ὁ πεζικὸς πόλεμος τοῦ ἱππικοῦ περίεστιν : φύσει μὲν ὅτι πεζὸς
κατασκοπεῖν τὴν τάξιν καὶ κατασοφίζεσθαι αὐτήν . Χρή , ἐὰν πεζικὸς οὐκ ἔστι στρατός , τοὺς παῖδας τῶν στρατιωτῶν καταλιμπάνειν
3402815 ταλανος
ὅτι ἐλλείπουσι ταῦτα τὸ τ : καὶ τὸ τάλας δὲ τάλανος καὶ μέλας μέλανος ἐλλείπουσι τὸ τ , μέλαντος γὰρ
νυκτός ἄνακτος , ἐνδεῖ δέ , ὡς ἐν τῷ μέλανος τάλανος : τὸ δὲ κάρα λίπα ἄλειφα ἀποκοπὰς παθόντα τὴν
3392023 τροπη
αὐτὸν ἀριθμὸν ὁμοφωνεῖν τὸ τρίτον τῷ πρώτῳ προσώπῳ , καὶ τροπὴ παρηκολούθησε τοῦ α εἰς ε . Δυϊκά . Τετύφατον
χυμοῖς , ἢ ἐν τοῖς πνεύμασιν : ὁ γὰρ πυρετὸς τροπὴ ἐστὶ τοῦ ἐμφύτου θερμοῦ ἐπὶ τὸ θερμότερον καὶ δριμύτερον
3391217 ἀποπληξιᾳ
οὐδ ' ἐγγὺς ὑπολάβοι , ὅστις μὴ παρίησι τοὺς Ἁλωάδας ἀποπληξίᾳ . ἡ δὲ εἰς ἀνθρώπους ἀρετὴ καὶ πρᾳότης καὶ
πάντων πρὸς ἑαυτόν , σὺν δὲ τούτοις καὶ λελυμένος τῇ ἀποπληξίᾳ καὶ πᾶν ὃ ἂν οἰηθῇ λέγων : νοεῖ δ
3389708 πενταμετρου
παιῶσι τοῖς πρώτοις ἐπάγειν κρητικόν , τούτῳ καὶ ἐπὶ τοῦ πενταμέτρου Θεόπομπος ὁ κωμικὸς ἐχρήσατο ἐν Παισίν , ἀφ '
γʹ προσοδιακὸν τρίμετρον : κατὰ μονοποδίαν γὰρ μετρεῖται μέχρι τοῦ πενταμέτρου . πεντάμετρος γὰρ γενόμενος τριακοντάσημός ἐστιν ἤτοι τριακοντάχρονος :
3387517 προεπιεν
, ὡς ἱκανὸς αὐτὸς εἴη ἡγεῖσθαι τῆς σχολῆς , καὶ προέπιεν Ἀπολλοδώρῳ . καὶ ὃς εἶπεν : ἥδιον ἂν παρὰ
' ἃ δεῖ παθεῖν : δεῖ γὰρ παθεῖν . τούτῳ προέπιεν ὁ βασιλεὺς κώμην τινά . καινόν τι τοῦτο γέγονε
3386425 ἀεινως
. ἴδιον δὲ ὕδατος τὸ ῥεῖν . τὸ δὲ γλῶττα ἀείνως πάνυ καινὸν καὶ ἐναργῶς εἴρηται ἐπὶ τῆς δεινῆς εἰπεῖν
νικήσεις λέγων . ἐρεῖς δὲ καὶ τὸ ἀείνως ποταμὸς καὶ ἀείνως κρήνη διὰ τὸ ἐγκεῖσθαι τῇ λέξει τὸ νάειν ,
3386167 χρησαμενῳ
πέτρας . ἄλλως : ἐπιτιμᾷ ἑαυτῷ ὁ Πίνδαρος ὡς πολλῇ χρησαμένῳ τῇ παρεκβάσει , καὶ τροπικῶς προάγεται τὸν λόγον ὡς
, τὴν μὲν ἔξωθεν παρωσαμένῳ κίνησιν τῇ δ ' οἰκείᾳ χρησαμένῳ , τῶν αὑτοῦ τι λογίσασθαι κατιδόντι φύσει οὐ παρέδωκεν
3383852 ἑηκεν
' ἔπειτ ' ἀπάνευθε νεῶν , μετὰ δ ' ἰὸν ἕηκεν , δεινὴ δὲ κλαγγὴ γένετ ' ἀργυρέοιο βιοῖο ;
φάσγαν ' ἐπισχόμενοι ἐπ ' ἴσῳ θέον , ἐν γὰρ ἕηκεν Ζεὺς μένος ἀκάματόν σφιν : ἀτὰρ Διὸς οὔ κεν
3377481 διαβασει
τέως μὲν ἐμάχοντο ἅμα πορευόμενοι οἱ Ἕλληνες , ἐπὶ δὲ διαβάσει χαράδρας τρέπονται αὐτούς , καὶ αὐτόν τε τὸν Σμίκρητα
τόδε , πρῶτον ἢ δεύτερον ἐπὶ τῇ τῶν Ἀλπείων ὀρῶν διαβάσει , παρὰ τοῖς ἐπέκεινα Κελτῶν ἐξῇρε τὸν Ἀννίβαν ὡς
3377458 ἀπολογουμενῳ
ὡς δεινός ἐστιν , ἀληθεστέρα δεινότης . σοφῷ δὲ ἀνδρὶ ἀπολογουμένῳ , οὐ γὰρ κατηγορήσει γε ὁ σοφός , ἃ
ἀπολογικὸν διὰ τριῶν μεθόδων συνίσταται : ἢ γὰρ ἀποδεικτέον τῷ ἀπολογουμένῳ , ὡς οὐδὲν τῶν κατηγορουμένων ἔπραξεν : ἢ ἐὰν
3367795 κινευμενα
αἰῶνος . μόνα δὲ ἁ σφαῖρα ἐδύνατο καὶ ἀρεμέουσα καὶ κινευμένα ἐν τᾷ αὐτᾷ συναρμόσθαι χώρᾳ , ὡς μή ποκα
αἰῶνος . μόνα δὲ ἁ σφαῖρα ἐδύνατο καὶ ἀρεμέουσα καὶ κινευμένα ἐν τᾷ αὐτᾷ συναρμόσθαι χώρᾳ , ὡς μή ποκα
3364640 διετελεσας
ἀπεκρίνατο : „ οἶδα , ὡς πολλάκις ἐμοῦ ἕνεκεν ἀργὸς διετέλεσας : καὶ δοκεῖς κατενεγκεῖν με τῆς πέτρας καὶ σεαυτῷ
εἰ ταῦτα πειθοίμην . ἀλλὰ τί οὐκ ἐκεῖνον τὸν λόγον διετέλεσας , ὡς τὰ δοκοῦντα οὐκ ἔστιν χρήματα , χρυσίον
3360514 ἀδηκτοτερον
κόπρῳ ἐπὶ τεϲϲαράκοντα ἡμέραϲ , ξηραντικώτερόν τε καὶ λεπτομερέϲτερον καὶ ἀδηκτότερον χαλκίτεωϲ γίνεται . Ὠιοῦ τὸ μὲν λευκόν τε καὶ
ἐστι καὶ ἑλκοῖ , ὡς καὶ ὁ Γαληνὸς μαρτυρεῖ . ἀδηκτότερον δ ' ἐστὶ τὸ πρότερον τὸ πρὸς ὑποχύσεις .
3357113 παραμιγνυται
τὸν φακὸν σκευάζειν . Σαυρίδιον , οἶνος καὶ λίνου καρπὸς παραμίγνυται λεπτός : καὶ τόδε , ὁ τοῦ λίνου καρπὸς
πολλῷ σουσίνῳ , χρησίμως γὰρ τὸ σούσινον καὶ τοῖς ἄλλοις παραμίγνυται χυλοῖς . γένοιντο δὲ οἱ ῥηθέντες χυλοὶ στατικώτεροι ,
3356476 οὐδαμοθεν
ὁ Ζεὺς ἐγέννησεν αὐτήν , ἐπειδὴ μητιέτης καὶ συνετὸς ὢν οὐδαμόθεν ἄλλοθεν ἢ ἐκ τῆς καθ ' αὑτὸν βουλῆς τὴν
τῷ στρατιώτῃ ; ποῦ δ ' ἔχει ἀργύριον οὗτος ; οὐδαμόθεν , εὖ οἶδ ' ἐγώ , ἀλλ ' ἢ
3354848 ἀπολλυσαι
νῦν ὅτε ἀνὴρ γέγονας καὶ ἀκμάζεις καὶ ὀφείλεις ζῆν , ἀπόλλυσαι κατακριθείς : ἄλλως : νῦν σε , φησὶν ,
ὡς ἐπιτρίψεσθαι αὐτίκα καὶ ἰὼ Σικελία καὶ σὺ δὲ ὡς ἀπόλλυσαι καὶ οἵα πόλις τάλαινα διακναισθήσεται , ὁπότε περὶ Ἀθηνῶν
3350519 ἐκτεταμενος
δὲ τῇ σκαιᾷ χειρὶ ὁ τῶν Ῥωμαίων ἄπλετος καὶ ἐπιπολὺ ἐκτεταμένος ἰσθμὸς διασύρεται , ἤτοι ἡ Ἰταλία μακρὰ καὶ στενὴ
παρεζευγμένος . ἢ μετήορος . ὅτε ἐπὶ γῆς εἰς μῆκος ἐκτεταμένος . παρφάσθαι : παραλογίσασθαι . ἢ παραμυθήσασθαι . πάσσε

Back