μαχομένου πρὸς τοὔνομα . ἐπεὶ καὶ ἰατροῦ τί ἂν εἴη γελοιότερον ἀρνουμένου τι ποιῆσαι περὶ τὸν ἀρρωστοῦντα ἰατρικῶς , καὶ | ||
, ἐπὶ δὲ τοῖσδε μηκέτι : οὐ τί ἂν εἴη γελοιότερον ; οὗτος μὲν οὖν ὁ λόγος ταύτῃ τελευτᾷ . |
Τοῦτο ἄρα δρῦς καὶ μαινὰς ἐγένετο , ἄγειν εἰκαζόντων τὸ ἀγεννὲς τοῦ τῶν κηλουμένων τρόπου ἀψύχοις σώμασιν . Ἄλλος ἦν | ||
καὶ μάλιστα τῶν ἐν αὐταῖς μελῶν τὸ ἐπικεκλασμένον σφόδρα ὡς ἀγεννὲς καὶ γυναικεῖον καὶ φιλοσοφίᾳ ἥκιστα πρέπον , προσελθὼν ἠρώτα |
σκῶμμα , τωθασμός . ῥήματα δὲ παίζειν , γελᾶν , γελοιάζειν , κομψεύεσθαι , χαριεντίζεσθαι , στωμύλλεσθαι , σκώπτειν , | ||
ἀπὸ πάσης εὐθυμίας καὶ πληρώσεως τὸ καυχᾶσθαι καὶ σκώπτειν καὶ γελοιάζειν , ἀπὸ δὲ τῆς ἀλλοι - ούσης τὴν γνώμην |
ἐξεργάσηται , σώζεται ποθέν : εἶτα σὺ μετὰ τὸ πάθος τολμᾷς διαδρᾶναι τὴν κόλασιν . μηδὲ Δαρείου προσδοκῶν τὸ λοιπὸν | ||
εἶτα σὺ μήτε τοὺς παῖδας νενικηκὼς μήτε τοὺς τελείους πάντας τολμᾷς λέγειν νενικηκέναι ; τίνας δ ' εἶχες ἔφην τοὺς |
ἐμποριῶν πληροῦσι . Ταῦτα δὲ πάντα , ὡς ἔφημεν , παιδευτικῶς φησὶ πρὸς τὸν ἀδελφὸν , ἵνα τὰς ἀμοιβὰς τῆς | ||
” φησί „ δίδωσιν ἰσχὺν ποιῆσαι δύναμιν „ : ἄγαν παιδευτικῶς : ὁ γὰρ ἀκριβῶς ἀναδιδαχθείς , ὅτι δῶρον εἴληφε |
περὶ τούτων . ἀλλὰ τί οὐκ ἀπεκρίνω τὸ ἐξ ἀρχῆς ἐρώτημα ; Τὸ ποῖον ; Εἰπέ , εἰσί τινες ἀνθρώπων | ||
τὸ σοφιστικὸν συκοφάντημα τῶν ἐρωτώντων , τὸ μηδὲν συλλογισαμένους μὴ ἐρώτημα ποιεῖν τὸ τελευταῖον , ἀλλὰ συμπεραντικῶς καὶ ἀποφαντικῶς ἐπάγειν |
. ἐπὶ τῷ τέλει κορωνίς . 〛 θερμὸν ἔργον : Παράδοξον , ἢ τολμηρὸν , ἢ εὐκίνητον . Πενία παραβάλλουσα | ||
. Ὑπερήδιστα , εἰ καί σοι παράδοξον τοῦτο δόξει . Παράδοξον , εἰ γέρων τε καὶ ἀσθενὴς ἄτεκνός τε προσέτι |
, χείρων ἐστὶν ἑτέρου καὶ δεῖ τοῦτο προφέρειν αὐτῷ καὶ λοιδορεῖσθαι : βαφεὺς δὲ ἢ σκυτοτόμος ἢ τέκτων ἐάν , | ||
πῶς ὁ τιμοκρατικὸς γίνεται ἀνήρ . ὑμνεῖν . μέμφεσθαι , λοιδορεῖσθαι , κατ ' εὐφημισμόν : σημαίνει δὲ καὶ ὀδύρεσθαι |
καὶ μετὰ τὴν τομὴν ἕτερον ἂν εὗρον μηχάνημα πρὸς πολιορκίαν δεινότερον , ὡς ἀδικήσας τανῦν καταβαίνω τοῦ βήματος : πρὸς | ||
Μίκωνα , ἵνα πλησίον ὧν δέδρακε καὶ τὸ παθεῖν ὑπομένῃ δεινότερον . ΑΛΛΩΣ . ᾤμην μὲν οὖν ἔγωγε Μιλτιάδην ἐλθεῖν |
θείη ἲς ἐδάμασσε βίης Ἡρακληείης . . . πῶς οὐκ ἠλίθιον πιθέσθαι τοῖς Ἡροδώρου βιβλίοις περὶ τοῦ καθ ' Ἡρακλέα | ||
; τί οὖν ; τῶν μὴ δυνατῶν ἐφίεσθαι ἀνδραποδῶδες , ἠλίθιον , ξένου θεομαχοῦντος , ὡς μόνον οἷόν τε , |
αὐτομάτως γινομένων : τὰς δ ' ἀρχὰς ἀορίστους εἶναι . Χαλεπὸν δὲ πάλιν αὖ τὸ τοὺς λόγους ἑκάστοις περιθεῖναι πρὸς | ||
' οὐ ταῦτ ' ἀλλ ' ἐκεῖν ' ᾑρούμεθα ; Χαλεπὸν Πάμφιλε ἐλευθέρᾳ γυναικὶ πρὸς πόρνην μάχη . πλείονα κακουργεῖ |
τὸ καλὸν ἐρευνῶν : λέγεται σοφιστὴς καὶ ὁ ψεύστης καὶ ἀπατεών : ἐπὶ τούτοις ὀνομάζεται σοφιστὴς καὶ ὁ πλασματογράφος καὶ | ||
, πλειών πλειῶνος , αἰών αἰῶνος , λυμεών λυμεῶνος , ἀπατεών ἀπατεῶνος , Καρνειών Καρνειῶνος , Ἐλεών Ἐλεῶνος Β οἵ |
τῆς τύχης γὰρ ῥεῦμα μεταπίπτει ταχύ . Εὐκαταφρόνητόν ἐστι , Γοργία , πένης , κἂν πάνυ λέγῃ δίκαια : τούτου | ||
. οὐκοῦν ὡδὶ γίγνεται „ Δοκεῖ τοίνυν μοι , ὦ Γοργία , εἶναι ἐπιτήδευμα τεχνικὸν μὲν οὒ , ψυχῆς δὲ |
ὅτε τὸ δεύτερον ἁλεκτρυὼν ἐφθέγγετ ' . οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον | ||
ἔγειρεν . Ἀντίλοχον δ ' ὄτρυνε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : Ἀντίλοχ ' οὔ τις σεῖο νεώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν , οὔτε |
εἰ δὲ ὕποπτος ἢ ἄπιστος ἐχθροῦ πᾶσα συμβουλή , οὐκ ὀκνῶ καὶ παρακαλεῖν σε μὴ τοὺς φιλοὺς τίνυσθαι τῆς ἐμῆς | ||
: οὐ γὰρ εὐσεβές . κόπτειν δὲ μέλλων τὴν θύραν ὀκνῶ πάλαι : οὐκ οἶδα γὰρ τὸν ἀδελφὸν εἰ νῦν |
ἔχει τὰς ἐπὶ τέλους συλλαβὰς ἐξαγομέναςἥτις εἰ καὶ μακρά ἐστιν εὐτελέστερον ποιεῖ τὸν ῥυθμὸν διὰ τὸ προσεοικέναι τῇ τοῦ ι | ||
λόγον ποιούμενος καὶ τὸν χαρακτῆρα ἐπισημαινόμενος φησὶν εἰ δὲ καὶ εὐτελέστερον συνεχώρει ἡ φύσις , οὐκ ἂν ὤκνησα διὰ τὸ |
: μισόδημος μισόπολις , μισολόγος , μισοπόνηρος , μίσεργος , μισάνθρωπος μισόθεος , μισογύνης μισότεκνος , μίσιππος , μισόθηρος , | ||
ἀγνώμων , ἀνεπιεικής , μικρόψυχος , ἀσεβής , δυσσεβής , μισάνθρωπος , μικρόφρων , ὀλιγόφρων , ἢ κατὰ Ξενοφῶντα μικροπρεπής |
χρυσῷ στεφάνῳ στεφανωθῆναι . Καὶ μὴν ἐγὼ ἔτι ποιήσομαι σχολὴν ἀκροάσασθαί σου , νῦν δέ μοι τοσόνδε ἀπόκριναι : πότερον | ||
καὶ σοὶ πάρεστι νῦν ἐπ ' ἐξουσίας εἰπεῖν καὶ τούτοις ἀκροάσασθαί σου λέγοντος : εἰ δὲ τῶν πολεμίων τὸ ἄστυ |
καὶ περίεργος ᾖ καὶ ἐπεσβόλος καὶ δυσμεναίνῃ τοῖς ἀρίστοις καὶ θορυβῇ τὰς ἐκκλησίας . Ἀλλὰ γὰρ ἐν καιρῷ ὁ Θερσίτης | ||
δυνατὸν τοὺς ἀνοήτους τούτων γνώμας προδιδάσκειν . Ὑπὸ τοιούτων ἀνδρῶν θορυβῇ : χἠμεῖς οὐδὲν σθένομεν πρὸς ταῦτ ' ἀπαλέξασθαι σοῦ |
ἀπεδήμησα δὲ χρόνον , ἀπεδήμησα περιποιῶν ὑμῖν , εἰ καὶ ἐπαχθὲς εἰπεῖν , εὔκλειάν τε καὶ ὄνομα καὶ εὔνοιαν καὶ | ||
τοῦ προοιμίου . ἡμεῖς . . . ὅντινα ] τὸ ἐπαχθὲς βουλόμενος φεύγειν καὶ ἑαυτὸν ἐγκατέμιξε τῷ ἐγκλήματι ἡμεῖς εἰπὼν |
ἐρυθριᾷ δ ' οὐδεὶς ἔτι . ὃς οὔτ ' ἐρυθριᾶν ἐπίστατ ' οὔτε δεδιέναι , τὰ πρῶτα πάσης τῆς ἀναιδείας | ||
' ἀνήρ , ὦ Γοργία , ὅστις ἀδικεῖσθαι πλεῖστ ' ἐπίστατ ' ἐγκρατῶς : τὸ δ ' ὀξύθυμον τοῦτο καὶ |
, μόγις ἀφαιρετικά : μενοῦνγε ἐκλογῆς : Ἡράκλεις , Ἄπολλον ἀποτρεπτικόν : Ἑλληνιστί καὶ τὰ ὅμοια ἐθνικά : τὸ αἶαν | ||
δὲ δικανικόν . εἴδη δὲ τούτων ἑπτά , προτρεπτικόν , ἀποτρεπτικόν , ἐγκωμιαστικόν , ψεκτικόν , κατηγορικόν , ἀπολογικόν , |
, ὅπερ μέγιστόν ἐστι τοῖς ἀνθρώποις ἀγαθόν , αὐτὸς αὑτὸν ἀποστεροίη . Καὶ οὐδεὶς ἂν τολμήσειεν οὔτε τὴν δίκην τὴν | ||
τοῦτ ' ἔδεισα , μή τις αὐτὸν τῶν ῥητόρων μὲν ἀποστεροίη , τιθείη δὲ τῶν στρατηγῶν . νῦν δὲ ἀκριβῶς |
κόρον οὐκ ἔχειν διαβολῆς : φύσει γὰρ ἅπασαι ῥᾳδίως ἄρχονται λοιδορεῖν καὶ λοιδοροῦσαι πέρας οὐκ ἴσασιν . οὐ μὴν τὰς | ||
καὶ κολούειν φαμέν . βοᾶν ] ἀντιφθέγγεσθαι , ἀντιλέγειν . λοιδορεῖν ] ἤγουν καὶ λοιδορεῖν καὶ λοιδορεῖσθαι . οὑτοιΐ : |
τῆς ἐπιορκίας ὑπομένει τὸ πάθος . οὐκ ἂν ἀκριβεῖ λόγῳ μῖμος ἐπιορκήσειεν ἄν , εἰ μὴ τὴν προσηγορίαν ἀρνοῖτο τοῖς | ||
τὰ δὲ λόγοις μιμεῖσθαι , κἂν ἰατρὸν ἢ ῥήτορα σχηματίσηται μῖμος ἢ μοιχὸν ἢ δεσπότην ἢ δοῦλον , μιμεῖται μὲν |
τε καὶ σύ , ὑπ ' ἀγροικίας ῥῆμά τι εἰπεῖν ἀπαίδευτον εἰς τοὺς ταῦτα γεγραφότας τε καὶ διδάσκοντας ὡς ῥητορικὴν | ||
εἶπε καταχρηστικῶς . φλαῦρον ] φλύαρον , κακόν . , ἀπαίδευτον , ἀνόητον . , αἰσχρόν , ἄσχημον , ἀπρεπές |
μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος , αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἐξ ἀρχῆς συνέταττον οἱ | ||
μὲν εὐσχημοσύνη καὶ κόσμος , αἰσχρὸν δὲ ἀταξία καὶ τὸ φορτικόν . διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἐξ ἀρχῆς συνέταττον οἱ |
τοὺς πόδας , τοῦτ ' εἶπε : τοῖς ὅλοις μὲν ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων πολὺ μᾶλλον ἐπὶ | ||
ἐξαπίνης περὶ τοὺς πόδας πάθος , ἔφη τοῖς μὲν ὅλοις ἔρρωμαι , ξένε , καὶ τῶν κολάκων ἐπὶ δεῖπνον πολὺ |
' οὕτως ἔχει . Πάνυ τι βούλομαι οὕτω γελᾶσθαι καὶ γελοῖ ' ἀεὶ λέγειν μετὰ τὸν Κόρυδον μάλιστ ' Ἀθηναίων | ||
τῷ πότῳ ποιῶμεν . Ὁ Κόρυδος οὗτος , ὁ τὰ γελοῖ ' εἰθισμένος λέγειν , Βλεπαῖος βούλετ ' εἶναι . |
οὐκ εἰς μακρὰν λόγου τεύξεται , τὸ δὲ αὐτόθεν ἐστὶν καταγέλαστον : οὔτε γὰρ κινεῖσθαί τι δυνατὸν οὔτε ἠρεμεῖν ἄνευ | ||
τοῖς αὐτοῖς θεοῖς καὶ ἐμοὶ δοῦναι κρατῆσαι τήμερον καὶ μὴ καταγέλαστον ἐνθένδε ἀπελθεῖν . κρατήσαιμι δ ' ἄν , εἰ |
λαοί . * οἳ δὲ δίκας ξείνοισι : ταῦτα παιδευτικῶς σωφρονίζει τοὺς δικαστὰς εἰς τὸ δίκαιον ὁρᾶν παραινοῦντα καὶ ἐπὶ | ||
τε ἀσθένεια τοῦ γήρως ἥ τε δύναμις τῶν νέων φοβοῦσα σωφρονίζει . Ὡς δὲ οὐδὲ τοῖς αὐτοῖς ἀλλὰ τοῖς ἐναντιωτάτοις |
τὸν ἐμαυτοῦ : τὸ γὰρ ἐγὼ ἐπιεικείας ἔμφασιν ἔχει . Θαυμάζω δὲ εἰ μὴ κρινομένου τοῦ πράγματος , αἰτίαν τις | ||
δρωμένου καὶ τοσαύτην τέρψιν ἅμα καὶ παιδείαν ὠφέλιμον παρεχομένου . Θαυμάζω δέ σου κἀκεῖνο , εἰδὼς Ὁμήρου καὶ Ἡσιόδου μάλιστα |
Ἀριστοφάνην χαριζόμενον τοῖς περὶ Ἄνυτον καὶ Μέλητον γεγραφέναι τὸ δρᾶμα διαβάλλοντα εἰς ἀθεότητα τὸν Σωκράτην . ὅτι δὲ πολὺ τοῖς | ||
οὓς ἐνόμισεν ἐπαίνων ἀξίους , ἢ ἐπῄνεσεν , οὓς ἐχρῆν διαβάλλοντα φαίνεσθαι , καὶ ἄλλως ὁ μὲν καθιστάμενος ἐς τὸ |
ἀνδρικῶς πολὺν χρόνον ὑπομεῖναι καὶ μὴ ἀνάνδρως φεύγειν , τότε ἀτόπως τελευτῶντες οὐκ ἀρέσκουσιν αὐτοὶ αὑτοῖς περὶ ὧν λέγουσι , | ||
ἕξει τις χρήσασθαι τῷ λόγῳ αὐτοῦ : πάνυ οὖν μοι ἀτόπως ἔδοξεν εὐθὺς τὴν πρώτην ἔφοδον οὐ δέξασθαι τοῦ σοῦ |
δῆλον τῷ συνειθισμένῳ τὸ τῶν εὐρύθμων καὶ ἀποτετορνευμένων καὶ στρογγύλων ἀποδέχεσθαι λόγων , καὶ τετριμμένῳ τὰ ὦτα πρὸς τὴν σύνθεσιν | ||
χαλεπὸν ἐσθλὸν ἔμμεναι , τοῦτον μέμφεταί τε καὶ οὔ φησιν ἀποδέχεσθαι αὐτοῦ τὰ αὐτὰ ἑαυτῷ λέγοντος ; καίτοι ὁπότε τὸν |
μᾶλλον , ἢ λόγου τυχόντι καὶ μὴ πείσαντι ὑμᾶς : δόξαιμι γὰρ ἂν σὺν δίκῃ πάσχειν , ὅ τι ἄν | ||
οὐδὲ τοσαυτάκις ἀγωνιζόμενος [ καὶ ] νικήσας δικαίως ἂν πάλιν δόξαιμι δι ' ἐκεῖνα ἐκπεσεῖν . Ἀλλὰ γὰρ ἴσως μετὰ |
” “ ποίησον οὕτως ” εἶπε βασιλεύς . Ἐλθὼν δὲ Ἀρταξάτης καὶ προσκυνήσας τὴν βασιλίδα “ καλεῖ σε ” φησίν | ||
τι δύνασθαι προσθεῖναι τοῖς λόγοις : ἀποσιωπήσαντος δὲ εὐθὺς μὲν Ἀρταξάτης ἠπίστατο πόθεν ἐτρώθη . οὐδὲ γὰρ πρότερον ἀνύποπτος ἦν |
νοῦν ἔχειν δέ - δοται τοῖς ἀνδράσιν , οὕτως τὸ πανουργεῖν καὶ μηχανὰς ἐξευρίσκειν ταῖς γυναιξί : ὄντως γάρ . | ||
, τὸν ἀπατεῶνα , λαβεῖν τι κακόν , ὧν ἤρξατο πανουργεῖν , ἤγουν ἕνεκα τοῦ πανούργου καὶ ἀδίκου αὐτοῦ σκοποῦ |
ἐνταῦθα ἀνθρώπους , καὶ ἐπειδὴ ἀνῳκίσθη αὐτοῖς ἡ πόλις , ἀτύχημα ἐκ Μακεδονίας δεύτερον σφᾶς ἔμελλεν ἐπιλήψεσθαι . πολιορκηθέντες γὰρ | ||
δὴ συμβεβουλευκότος αὐτοῦ πόλεμον ἄρασθαι πρὸς Φίλιππον τὸ περὶ Χαιρώνειαν ἀτύχημα τῇ πόλει γέγονεν , ἀπὸ τῆς γνώμης αὐτὸ συνέστησεν |
νέων καὶ ποιμέσι νέων . ἀλλὰ καὶ τὸ τελευταῖον ἀκήκοα πάλαισμα , τὸν πρεσβύτην , καὶ ταῖς συνθήκαις ὑμῶν ἡσθεὶς | ||
ἡσυχία , τοσαύτη δὲ σιωπή : καὶ γὰρ εἴ τι πάλαισμα θαύματος ἦν ἄξιον , σιγῇ τοῦτο ἐθαυμάζετο . τῆς |
' αὐτῶν τῶν ὀνομάτων ποιεῖσθαι τὰς διαβολάς : οὐ γὰρ ῥητορικὸν ἀρχόμενον πολλοῖς προσκρούειν . ἀνύει δὲ πολλὰ διὰ τῆς | ||
: ἐπεὶ τάχιστ ' κτλ . . . ] Σχῆμα ῥητορικὸν τὸ λεγόμενον διηγηματικόν . . : δῆθεν ] Ἀληθῶς |
ἄλλως δεικνύειν , οὐ κατά τινα ἁπλοῦν τρόπον , ἀλλὰ πανούργως . ἰδεῖν δὲ ψηφοπαικτοῦντά τινα , παραλογισθέντα καὶ ἐξαπατηθέντα | ||
Γ κομψευριπικῶς : πανούργως ὡς ὁ Εὐριπίδης . κομψευριπικῶς ] πανούργως . Γ κομψευριπιδικῶς : ἀντὶ τοῦ εὐριπιδικῶς , δεινῶς |
καὶ ἑτεροκλινὴς γίνεται ὁ βίος , ὅκα μὲν ἐπὶ τὸ σκυθρωπόν τε καὶ χαλεπὸν καταφερόμενος , ὅκα δὲ ἐπὶ τὸ | ||
τὴν ἐπιμέλειαν αὐτοῦ παρειληφότων ἀνέσεις ἔχειν ἐπιτρεπόντων καὶ μηδὲν ἐπιδεικνυμένων σκυθρωπόν , ἀλλ ' αἰδῶ καὶ σεμνότητα παραφαίνων ἀκούσμασι καὶ |
. ἀπ ' ὄνου καταπεσών : παροιμία ἀπὸ τῶν ἱππικῇ ἐπιχειρούντων , μὴ δυναμένων δὲ μηδὲ ὄνοις χρῆσθαι . ὁ | ||
δίδωσι βουλεύεσθαι . Ἐνδύεται τὴν λεοντῆν : ἐπὶ τῶν μεγάλοις ἐπιχειρούντων . Ἐξ ἑνὸς πάνθ ' ὁρᾷν : ἐπὶ τῶν |
; καὶ τραῦμα τολμήσας , ὅτι μήπω καὶ φόνον , ἀνεύθυνός εἰμι ; οὐκοῦν ἅπαντας ἐφεξῆς διαγραπτέον τοὺς νόμους πλὴν | ||
. αἷμα γὰρ καθάρσιον ] ὁ τούτων πρὸς ἀλλήλους φόνος ἀνεύθυνός ἐστι καὶ καθαρὸς μιάσματος . θ αἷμα ] τῶν |
φθόνος οὐχ ἕπεται . διὰ γοῦν τὴν ὑπερβάλλουσαν ἀλαζονείαν ἐκείνους παραιτήσασθαι τὴν ἐπιγραφήν . καὶ παροιμία παρὰ τοῖς κωμικοῖς ἐγένετο | ||
ἡμῖν τὰς ἀφορμάς . διὸ καὶ τὸν φιλόσοφον Πορφύριον ὑπολαμβάνω παραιτήσασθαι τὴν ἐξήγησιν τοῦδε τοῦ θεωρήματος . εἰ δὲ δεῖ |
διδασκαλίας τὰ νάματα . Σοφιστὴς δὲ λέγεται μὲν καὶ ὁ σοφίζων τινὰ καὶ διδάσκων , λέγεται δὲ σοφιστὴς καὶ ὁ | ||
ἦλθεν ἡμέτερον † σοφιστὴς ὁ ῥήτωρ , ὁ διδάσκαλος ὁ σοφίζων ἑτέρους , ὁ ἀπατεών , ὅθεν σοφιστὴν κακίας τὸν |
, καὶ ἀπὸ τούτου ἐπὶ τοῦ ὀνομάζειν καὶ ἐπὶ τοῦ φράζειν . . πρὸ τοῦ τυφθῆναί σε . Θ . | ||
οἴομαι οὖν βέλτιστον εἶναι ἡμῖν εἰπεῖν τὸν μέλλοντα ἐξιέναι , φράζειν δὲ καὶ ὅποι , ἵνα καὶ τὸ πλῆθος εἰδῶμεν |
πλήττουσιν . πεποίηται ⌈ δὲ [ δ ' ] αὐτῷ χαριέντως . ἐδιδάχθη ἐπὶ ἄρχοντος Ἀμεινίου διὰ Φιλωνίδου ἐν τῇ | ||
οὐκ ἔστιν ὄνομα ἀλλ ' ἐπίρρημα , ἀντὶ γὰρ τοῦ χαριέντως 〚 . Πρόσκειται πᾶν ὄνομα 〛 οὐδέτερον διὰ τὴν |
ὁ Κῦρος , νομίζων τοὺς ἰόντας Ἀρμενίων καὶ Χαλδαίων τοιαῦτα λέξειν περὶ αὐτοῦ οἷα αὐτὸς ἐπεθύμει πάντας ἀνθρώπους καὶ λέγειν | ||
τι μέλλειν λέξειν αὐτόν : ἢ ὅτι ὑπερπέπεισαι τόδε αὐτὸν λέξειν : ἢ ὅτι αὐτὸν χρὴ τῶνδε τῶν λόγων ἀποκλείεσθαι |
. τὸ δὲ ἀνάλογον ἐπὶ πάντων ἐστὶ τῶν ὁμοίων . βασκαίνειν οὐχὶ τὸ φθονεῖν δηλοῖ , ἀλλὰ τὸ λυπεῖν καὶ | ||
οἱ ποιηταί , πείθω εἰς τὸ ἐμφανὲς προϊέναι καὶ μὴ βασκαίνειν τοῦ κάλλους τοῖς πολλοῖς ἀνθρώποις , καὶ συνεθίζων μὴ |
οἷον τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν ἀκροατῶν χωρίς τινος ὕβρεως : εὐτράπελον δὲ τὸ μετὰ σεμνότητος χαριέντως λεγόμενον : γεφυρισμὸς δὲ | ||
ἀνασεσυρμένην καλοῦσι δὲ τὸν μὲν σκωπτικὸν ἐπίχαριν , τὸν δὲ εὐτράπελον ἐπιδέξιον , τὸν δ ' ἀνασεσυρμένον ἄπλαστον καὶ ἁπλοῦν |
Φύλαρχος δ ' ἐν τῇ πρώτῃ καὶ εἰκοστῇ τῶν ἱστοριῶν γελάσαντα τὸν Φίλιππον ἐπὶ τούτῳ καλέσαι τε ἐπὶ δεῖπνον τὸν | ||
συμβαίνει τοῖς περιπαθοῦσι , τὸν δὲ Θαλῆν ἐπιλαβόμενον αὐτοῦ καὶ γελάσαντα : ” ταῦτά τοι , φάναι , ὦ Σόλων |
λέγω , ἀναδιδάξειν οἴομαί ς ' ὡς πάντα ταῦθ ' ἁμαρτάνεις . ἐξαμαρτάνω δικάζων ; καταγελώμενος μὲν οὖν οὐκ ἐπαΐεις | ||
, ἣν εἰς ἔμ ' ἔς τε παῖδ ' ἐμὴν ἁμαρτάνεις . ὦ δόξα δόξα , μυρίοισι δὴ βροτῶν οὐδὲν |
ἑλλέβορος ἱκανὸς ποιῆσαι ζωρότερος ποθείς ; Ἀλλὰ πάντως , ὦ Λυκῖνε , καὶ αὐτὸς εὔξῃ τι ἤδη ποτέ , ὡς | ||
ἄνθρακές σοι ὁ θησαυρὸς ἔσται ; Πῶς λέγεις , ὦ Λυκῖνε ; Ὅτι , ὦ ἄριστε , ἄδηλον ὁπόσον χρόνον |
ὧν ἔπασχον κακῶς , τούτοις βοηθεῖν ἠξίουν , βλαβερὰν μὲν ἐκάλεις τὴν τοιαύτην φιλανθρωπίαν αὐτῷ τῷ ταύτῃ χρωμένῳ , κωλύειν | ||
τῆς πάλιν οἴκαδε σωτηρίας : τὸ δὲ δεύτερον εἰρήνης γενομένης ἐκάλεις με οὐ κατὰ τὰς ὁμολογίας , ἀλλὰ μόνον ἥκειν |
ἐκτεθείσης ῥήσεως ὑπὸ τοῦ Ἀριστοτέλους λεγόμενα , ἐνταῦθα μὲν πάνυ ἀσαφῶς καὶ δι ' αἰνιγμάτων ῥηθέντα , πρὸς δὲ τῷ | ||
μηδὲ τῇ βασιλίδι . ” δόξας δὲ ὁ εὐνοῦχος ὅτι ἀσαφῶς εἴρηκεν ὃ ἤθελε καὶ οὐ νενόηκεν ἡ γυνή , |
Χίους αἰσθέσθαι , καὶ αὐτὸς ὅταν προσβάλῃ Ἰωνίᾳ , ῥᾳδίως πείσειν τὰς πόλεις ἀφίστασθαι τήν τε τῶν Ἀθηναίων λέγων ἀσθένειαν | ||
ὄντες οὐ ξυνεστρατεύσατε ἢ ὡς ἡμᾶς οὐδὲν ἠδικήκατε λέγοντας οἴεσθαι πείσειν , τὰ δυνατὰ δ ' ἐξ ὧν ἑκάτεροι ἀληθῶς |
δι ' εὐλάβειαν τοῦ μήποτε εἴη ὁμώνυμον τὸ κοινόν : ἀσαφὲς γὰρ ὂν ἄδηλον εἰ οὕτως ἢ ἄλλως ἔχει . | ||
πολλῶν συμφωνίας θηρώμενος τὴν τῆς ἀληθείας κατάληψιν : τὸ γὰρ ἀσαφὲς ἐξελέγχεται τῇ τῶν πλειόνων συνᾳδούσῃ συμφωνίᾳ . Ἤκουσε δὲ |
τοῖς Πυθαγορείοις τὸ ὀπτικὸν λέγεται αἰσθητήριον ; ὡς φωτός , φήσω , δεκτικὸν διά τε τοὺς λεπτοὺς καὶ διαυγεστάτους καὶ | ||
; θέλεις οὖν ἄγγελος σύ μοι μολεῖν ; τί δῆτα φήσω χρόνιος οὖς ' ἐκ δωμάτων ; πολλὰς ἂν εὕροις |
τὸ ἀληθὲς πειρῶνται διακρούεσθαι : ἀνόμοιος ἐχθρά : γλώσσῃ γὰρ αὐχῶν : διὰ γὰρ τῆς γλώττης τὰ ἄδικα αὐχῶν περικρύπτειν | ||
ἀραιοῦσθαι τὴν γῆν τὴν γεωργουμένην . ἀγέρωχος , ὁ ἄγαν αὐχῶν : ἢ ὁ ἄγαν περοεχῶν : ὡς εἶναι τὸ |
τὸ εἶναι δύο τὰς ἑταίρας . Κύδος : λοιδορία , κακολογία . Καὶ Κυδάζειν τὸ λοιδορεῖν καὶ κακολογεῖν . Ἡ | ||
. . . κακηγορῆϲαι ὡς Ὑπ . . , . κακολογία ὡς Ὑπ . . , . κακοπράγμων ὡς Ὑπ |
διπλῆ ὅτι ἀπέστροφε τὸν λόγον ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ τὸ μιμητικόν , καὶ ἐλλείπει τὸ τάδε λέγων ἕκαστος ἐμὲ ᾐτιάασθε | ||
. κοινὸν τὸ τάξαι . ἀπὸ τοῦ διηγηματικοῦ ἐπὶ τὸ μιμητικόν , ὡς εἰ ἐξειλήσαιεν , φησίν , οἱ Ἕλ |
καλοῦσι δὲ καὶ τὰς μισθαρνούσας ἑταίρας καὶ τὸ ἐπὶ συνουσίαις μισθαρνεῖν ἑταιρεῖν , οὐκ ἔτι πρὸς τὸ ἔτυμον ἀναφέροντες , | ||
, πράττων ἐπ ' ἀργυρίῳ , καὶ προῃρημένος ὡς ἀληθῶς μισθαρνεῖν , οὐκ εἰς ἃ καὶ συγγνώμην ἀκούσας ἄν τις |
ἐμμανής , ὅμως διὰ τὴν ἀλήθειαν ἔξω μανίας καὶ βακχευμάτων δόξω εἶναι , ἐπειδὴ τὸ τὴν ἀλήθειαν λέγειν οὐκ ἔστι | ||
δή . θαυμάσητε δὲ μηδὲν ἐὰν ὑμῖν ἄνωθέν ποθεν ἐπιχειρεῖν δόξω : σχολῆς γὰρ ἀπολαύομεν καὶ οὐδὲν ἡμᾶς ἐστὶ τὸ |
ἀκούοιμι αἰσχρῶν λόγων . κἀντεῦθεν ἐπεδείκνυε τό τε ἐπικίνδυνον καὶ ἄδοξον τῆς συμβάσεως . ὅμοιον δὲ καὶ τὸ Καίσωνος . | ||
πάνθ ' ὁρᾷ σοφοὶ σοφοὺς σῴζουσιν , ἢν ὦσιν σοφοί ἄδοξον , ἄκραν γλῶσσαν ἠκονημένον ἁγνὸν εἰς σηκὸν θεοῦ × |
' ἑαυτοῦ Βελλεροφόντης . Κερκωπίζειν : ἀντὶ τοῦ δουλεύεσθαι καὶ ἀπατᾶν : μετενήνεκται δὲ ἀπὸ τῶν Κερκώπων . Κατὰ βοὸς | ||
τὰς ἐνοπλίους ὀρχήσεις , δι ' ὧν ποιοῦντας μεγάλους ψόφους ἀπατᾶν τὸν Κρόνον . φασὶ δ ' αὐτοὺς τὸν Δία |
' ἴσως οὕτω μία τῷ συνεχεῖ καὶ τῷ πρὸς ἑαυτὴν οἰκειοῦσθαι καὶ τῷ μὴ διασπᾶσθαι τὸ φθειρόμενον τῷ γινομένῳ , | ||
δίκης τυγχάνειν , ἵλεως καὶ εὐεργέτιδας καὶ φιλοδώρους αὐτοῦ δυνάμεις οἰκειοῦσθαι τιμωρίαις . εἰδὼς μέντοι τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων ὠφελίμους |
〚 ! ! ! ! 〛 ὑπάρχουσαν : τὸ γὰρ προπετὲς [ ] τῆς ἀρνήσεως ἡ μεταμέλεια ! ! ! | ||
ἐγὼ μὲν ὢν μειράκιον : τοῦτό φησιν , ἵνα τὸ προπετὲς τῆς ῥήσεως ἐπὶ τὴν ἡλικίαν ἀνενέγκῃ καὶ ἐπὶ τὸ |
' αὐτῇ . Οὐκοῦν ἐπεὶ λίθου τοῦτό γε ὡς ἀληθῶς ἐποίησας οὔτε παρακολουθήσας οὔτε τὸν Σμυρναῖον ἐκεῖνον ἐρόμενος , ὅστις | ||
καὶ ἀπὸ τοῦ ἰδίου σώματος : σὺ γὰρ ἐξ ἀρχῆς ἐποίησας αὐτὸν ἐλεεῖν ψυχὰς πάντων ἀνθρώπων . τότε κύριος πρὸς |
πόλει , ὥσθ ' ὅσῳ τις ἂν μᾶλλον καὶ φανερώτερον ἐξελέγχῃ Φίλιππον καὶ τὴν πρὸς ὑμᾶς εἰρήνην παραβαίνοντα καὶ πᾶσι | ||
τούτων ἀφελέσθαι τὴν δόξαν , οὐδ ' ἂν πάνυ τις ἐξελέγχῃ . καθάπερ οἶμαι τῶν τὰ ὑποβολιμαῖα παιδάρια θρεψάντων χαλεπὸν |
ἁμαρτεῖν ἐπακολουθήσασα γνώμαις ἐνίων ἀγνώμοσιν , οἳ τὴν Αἰγυπτιακὴν ἔπεισαν ζηλοῦν ἠλιθιότητα καὶ τὸν ἐγχώριον τῦφον , ὃν ἐπ ' | ||
κειμένους . “ . ζηλοτυποῦν ] τὴν ἀρετὴν δόξης ἕνεκα ζηλοῦν , εἴδωλον ἀρετῆς διῶκον , ἤγουν τὴν ἀρετὴν μισοῦν |
καὶ πρὸς τοὺς πρώτους τῶν παλαιῶν ταῖς ῥητορείαις μαχόμενος , Ἰσοκράτην , Δημοσθένην , Θουκυδίδην , Ἡρόδοτον , καὶ πρὸς | ||
χαριζόμενοι . ἀλλὰ καὶ Ἕρμιππος ἐν τῷ Περὶ Θεοφράστου καὶ Ἰσοκράτην Γρύλλου φησὶ ἐγκώμιον γεγραφέναι . Τίμων δ ' ἐπισκώπτει |
Ἀθηναῖοι , ἐπὶ τίνι ἂν μάλιστα ἀγανακτήσετε , εἴ τις ἀναγκάζοι ἀρχή ἐστι τοῦ νομίμου κεφαλαίου συνιστάντος λελύσθαι τὰς συνθήκας | ||
βλέποι , καὶ δὴ καὶ ἕκαστον τῶν παριόντων δεικνὺς αὐτῷ ἀναγκάζοι ἐρωτῶν ἀποκρίνασθαι ὅ τι ἐστίν ; οὐκ οἴει αὐτὸν |
εὐτελεστάτων ἢ τιμιωτάτων ἄνευ τοῦ περὶ ἕκαστον δημιουργοῦ , οὕτω γελοῖόν ἐστι φάναι τὸ κάλλιστον καὶ τιμιώτατον ἁπάντων τῶν ὄντων | ||
αὐτὰ ταῦτα ἐξαμαρτανόντων ἡμῶν , ἆρ ' οὐκ οἰόμεθα ὃ γελοῖόν τε καὶ οὐκ ὀρθὸν ἐκεῖ γιγνόμενον ἦν ἂν τότε |
γὰρ ὄντων οἷς ἄν τις διαιτήσαι τὸ παρὸν τουτὶ τὸ σκέμμα , ἑνὸς μὲν τείνοντος ἐπὶ τὸ ἀληθὲς αὐτό , | ||
. σκῶμμα τὸ ἐπὶ διασυρμῷ τοῦ πέλας λεγόμενον , οἷον σκέμμα : γέλοιον δὲ οἷον τὸ ἐπὶ διαχύσει τῶν ἀκροατῶν |
ἐμαυτοῦ ; μὴ λάβωσί ς ' ἄσμενοι . ἀλλ ' ὑποπτήξας σιωπῆι κατθάνω ; δειλὸν τόδε . πῶς ἂν οὖν | ||
συγγενῆ , καταπλαγεὶς ἡσύχαζε , τὸ φοβερὸν τοῦ θεοῦ κράτος ὑποπτήξας . „ οὐ γὰρ γρύξει „ φησί ” κύων |
δ ' ὡς ἡβασκόντων [ ἢ ] ὀνειρωττόντων [ ] καταφρονῶν [ : περί ] τε γὰρ ἑορτῶν [ καὶ | ||
, δοκεῖ μοι Διονύσιος παντάπασιν φιλοτιμηθῆναι μή ποτέ τισιν δόξαιμι καταφρονῶν αὐτοῦ τῆς φύσεώς τε καὶ ἕξεως ἅμα καὶ τῆς |
μάλιστα πρέπειν ἱεροῖς , ἄδειαν δ ' εἶναι τοῖς ἐθέλουσι βλασφημεῖν ; καὶ θύοντας μὲν οὕτω κοσμίους εἶναι , οἷς | ||
μέχρι τοσούτου μαθεῖν περὶ ἁπάντων τούτων , μέχρι τοῦ μὴ βλασφημεῖν περὶ αὐτά , εὐφημεῖν δὲ ἀεὶ θύοντάς τε καὶ |
αὐτάρκους οὐδὲ μεγαλοψύχου . οὐ γὰρ σπευστικὸς ὁ περὶ ὀλίγα σπουδάζων , ὡς ὁ περὶ πολλά . ἐκεῖνος γὰρ διὰ | ||
δὲ τὸν πρῶτον τῶν Ὀλυνθιακῶν μεταχειριζόμενος οὐχ ὡς ὑπὲρ Ὀλυνθίων σπουδάζων προσποιεῖται λέγειν , ἀλλ ' ὑπὲρ αὐτῶν τῶν ἀκροατῶν |
λέγε μοι , ἐάν τίς σε ταῦτα ἐξετάζῃ , ὦ Καλλίκλεις , τί ἐρεῖς ; τίνα φήσεις βελτίω πεποιηκέναι ἄνθρωπον | ||
λέγεις , ὦ Σώκρατες . Οὐ μόνον γε , ὦ Καλλίκλεις , ἀλλὰ καὶ περὶ τῶν αὐτῶν . Νὴ τοὺς |
εἵλετο φαίδιμος Ἕκτωρ : σημειοῦνταί τινες τοῦτον διὰ τὸ τὸν τραγικὸν Ἀστυδάμαντα παράγειν τὸν Ἕκτορα λέγοντα : δέξαι κοινήν μοι | ||
' ἔχεις ἄπλατον ἐν τοῖς ὠσίν . καταπεσεῖν τι βούλομαι τραγικὸν πέσημα . πάντων γέ τοι μέτρον ἐστὶ τοὐπιεικές . |
ἐγὼ ἐγγυῶμαι μὴ ἐπιλήσεσθαι , οὐχ ὅτι παίζει καί φησιν ἐπιλήσμων εἶναι . ἐμοὶ μὲν οὖν δοκεῖ ἐπιεικέστερα Σωκράτης λέγειν | ||
οὖν ἄσχολος λέγειν . Πορνοκόπος καὶ πορνότριψ . Λίθαργος καὶ ἐπιλήσμων . Οἰκοδόμημα , οὐχὶ οἰκοδομή . Ὄναρ ἰδὼν ἢ |
καλούμεθα χριστιανοὶ ὅτι χριόμεθα ἔλαιον θεοῦ . Ἀλλὰ καὶ τὸ ἀρνεῖσθαί σε νεκροὺς ἐγείρεσθαι : φῂς γάρ : “ Δεῖξόν | ||
. οὐδεὶς γὰρ οὐδενὶ τῶν αὐτόθι φίλος , ὥστ ' ἀρνεῖσθαί τι τῶν ἀτόπων δι ' εὔνοιαν . λθʹ . |
εὐτέχνως : φρονήσεως γὰρ ταῦτα δεῖται . πειρασόμεθα ] ἤτοι σωφρονίσαι τοὺς ἐν πόλει λυμεῶνας . πήματος ] τῆς βλάβης | ||
καιρὸν εἶναι , καὶ μίσους καὶ φόβου , καὶ δεῖν σωφρονίσαι τὴν αὐθάδειαν αὐτῶν καὶ τὰ πράγματα εἰς τὸ ἀρχαῖον |
Ἀγχίσου καὶ Ἀφροδίτης , ὅτε κατέσχεν εἰς Ἰταλίαν , θῦσαι προαιρούμενον ὅτῳ δή τινι θεῶν , μετὰ τὴν εὐχὴν μέλλοντα | ||
εἰς τὸν στενωπόν , ὑποκρινόμενος μὲν τὸν λαθραίοις ἔργοις ἐπιχειρεῖν προαιρούμενον , πάντα δὲ μηχανώμενος ἵνα μὴ λάθοι . κόμην |
; ἵνα σαφῶς σου μανθάνω . Χαλεπόν γ ' ἀκροατὴς ἀσύνετος καθήμενος : ὑπὸ γὰρ ἀνοίας οὐχ ἑαυτὸν μέμφεται . | ||
εἰσιν αἱ ἐπισκέψεις καὶ αἱ δεύτεραι γνῶμαι : λογίζομαι : ἀσύνετος : οὐ γὰρ περισσὸν οὐδέν : ἀντὶ τοῦ παράλογον |
μέρος κτητικὸν ἦν , κτητικοῦ δὲ χειρωτικόν , χειρωτικοῦ δὲ θηρευτικόν , τοῦ δὲ θηρευτικοῦ ζῳοθηρικόν , ζῳοθηρικοῦ δὲ ἐνυγροθηρικόν | ||
ἀναφανδὸν ὅλον ἀγωνιστικὸν θέντας , τὸ δὲ κρυφαῖον αὐτῆς πᾶν θηρευτικόν . Ναί . Τὴν δέ γε μὴν θηρευτικὴν ἄλογον |
ἔργου Φαραὼ καὶ ἐπενέγκαντα ἐπὶ Φαραὼ τὴν δεκάπληγον διὰ τὸ παρακούειν αὐτόν . ὁρκίζω σε πᾶν πνεῦμα δαιμόνιον , λαλῆσαι | ||
οἰκίας , οὔτε σκοποῦ : ἀλλ ' οὐδὲ παρορᾶν οὐδὲ παρακούειν νομίζουσι τὸν σοφόν , οὐδὲ τὸ σύνολον παραπαίειν κατά |
τι δοκεῖ οὕτως : ἀπορῶ μέντοι διατεθρυλημένος τὰ ὦτα ἀκούων Θρασυμάχου καὶ μυρίων ἄλλων , τὸν δὲ ὑπὲρ τῆς δικαιοσύνης | ||
καὶ τὰς ἐπιθέτους κατασκευὰς βέλτιον ἀποδειξαμένους . ἡ μὲν οὖν Θρασυμάχου λέξις , εἰ δὴ πηγή τις ἦν ὄντως τῆς |
περὶ τούτου μοι ἔστιν ἅπασα ἡ σπουδή . ιαʹ . Σύγκρισις δέ ἐστι προσώπων ἢ πραγμάτων ἐξέτασις : προσώπων μὲν | ||
τυγχάνεις ὤν „ . οὕτω γὰρ οἱ ἀρχαῖοι ἐχρήσαντο . Σύγκρισις : Πλούταρχος ἐπέγραψε σύγγραμμά τι τῶν αὑτοῦ ” Σύγκρισις |
ἀκμαστικὴν ἡλικίαν . εἰ δὲ χρόνιον εἴη τὸ νόσημα καὶ δύστροπον , ὥστε περιφρονεῖν τῶν ἐπιεικεστέρων βοηθημάτων , τηνικαῦτα καὶ | ||
αἰτιωμένων οὖν τὸν Πολέμωνα τῶν οἰκείων , ὡς ἀηδῆ καὶ δύστροπον , εἰ παρὸν αὐτῷ μὴ ἀπαιτεῖσθαι καὶ τὸ μειράκιον |
τούτων μὲν καὶ συγγενῶν ὄντων , σχολῇ γ ' ἂν ἀδόκιμον καὶ μιξοβάρβαρον προσεῖτο φωνήν . ὁ δ ' οὖν | ||
ψαλμῳδὸν ἐδιηγούμεθα δικαιώματα , καὶ τὸ μοχθηρὸν ἡμῶν τῶν τρόπων ἀδόκιμον τὸ περιφανὲς τοῦτο καὶ σεβάσμιον ἀπειργάσατο , ἀνάξιον κρίναντος |
τῶν περιόδων τὸ κύκλιον καὶ τῶν σχηματισμῶν τῆς λέξεως τὸ μειρακιῶδες οὐκ ἐδοκίμαζον . δουλεύει γὰρ ἡ διάνοια πολλάκις τῷ | ||
τι ἀναγράφει Δάμις Εὐφράτου ἔργον , ἡγώμεθα δὲ αὐτὸ μὴ μειρακιῶδες , ἀλλ ' ἀφιλοτιμό - τερον τοῦ φιλοσοφίᾳ προσήκοντος |
ἐνταῦθα καὶ ἦθος θαυμαστὸν μετὰ τὰς ἐκβάσεις τηλικαύτας οὔσας καὶ ὑποθετικῶς ἐκ τοῦ οἰκείου προσώπου χρῆσθαι , ἐγὼ μὲν οὖν | ||
, ἧς τῶν μερῶν τι σημαντικόν ἐστι κεχωρισμένον . Εὐλόγως ὑποθετικῶς τὸν λόγον προήγαγεν ὁ πέντε εἰ ἔστι τῶν δέκα |
. . ΣΤΥΓΕΡΩΠΗΣ . Ἤγουν μισητὸς τὴν ὄψιν , τουτέστιν ἀποτρόπαιος . Καὶ τότε δὴ ἡ αἰδὼς καὶ ἡ νέμεσις | ||
πορφυρίζουσαν . Καὶ ὁ τραχὺς ἐχῖνος ἀπόβλητος τῷ λόγῳ καὶ ἀποτρόπαιος , εἰμή τι ἐπισημήνασθαι χρὴ δίδυμον εἶναι τὸ γένος |
δὲ μή , ἵν ' ἀλεξιφάρμακα ἔχων ἴῃς καὶ μηδὲν πάθῃς δεινόν . Εὖ μοι δοκεῖς λέγειν , ὦ Σώκρατες | ||
ἀπόλλυσι . σὺ δὲ μήτε ἐργάσῃ περαιτέρω μηδὲν μήτε αὐτὸς πάθῃς . ἐνθυμοῦ δὲ ὅτι πᾶσι πράγμασιν ὥσπερ ὅρους ἡ |
καιρῷ , εὐλαβέομαι γὰρ μή πως καὶ τὴν ἀπειρίην διεξιὼν γελᾷν ἄρξῃ : ἴσθι δὲ νῦν περὶ τοῦ σέο γέλωτος | ||
αἰσχρὸν εἶναι δοκεῖ καὶ δοῦλον , τὸ δὲ ἀσπάζεσθαι καὶ γελᾷν ἔσχατον καὶ προϊόντων ἀνδρῶδές τε καὶ καλόν . Ὅθεν |
Τὸ μὲν δὴ ὄνομα τοῦ ἐγκλήματος οὕτως αὐτοὶ καινουργοῦσι καὶ μεταφέρουσι τῆς συνηθείας οἱ φύλακες . τὸ δὲ δὴ πρᾶγμα | ||
εἰ τὰς ἰδίας ἀπεχθείας ἐπὶ τὰ κοινὰ τῆς πόλεως πράγματα μεταφέρουσι καὶ συναπολέσθαι τοῖς ἑαυτῶν ἐχθροῖς βούλονται μᾶλλον ἢ σωθῆναι |
μὲν τὸ γένειον καὶ βαρβαρίζων , Κόδρου δὲ εὐγενέστερος καὶ Νιρέως καλλίων καὶ Ὀδυσσέως συνετώτερος λεγόμενος εἶναι . Οὔ μοι | ||
ἢ κόλαξι παραδοὺς ἑαυτὸν ὀμνύουσιν , ἦ μὴν εὐμορφότερον μὲν Νιρέως εἶναι αὐτόν , εὐγενέστερον δὲ τοῦ Κέκροπος ἢ Κόδρου |
ὄψιν . καὶ ἐπὶ τῆς Πηνελόπης “ ἀχρεῖον δ ' ἐγέλασεν , ” εἰς οὐδεμίαν ἀξίαν , ἐξ οὗ τὴν | ||
τῷ τοῦ κόχλου ὀστράκῳ . ἐκαναχήσατο : χαρίεν ἔλεγεν , ἐγέλασεν . βουκολικαὶ Μοῖσαι : ταῦτα ὁ νομεὺς ἢ Θεόκριτος |