εἰ δὲ ὕποπτος ἢ ἄπιστος ἐχθροῦ πᾶσα συμβουλή , οὐκ ὀκνῶ καὶ παρακαλεῖν σε μὴ τοὺς φιλοὺς τίνυσθαι τῆς ἐμῆς
: οὐ γὰρ εὐσεβές . κόπτειν δὲ μέλλων τὴν θύραν ὀκνῶ πάλαι : οὐκ οἶδα γὰρ τὸν ἀδελφὸν εἰ νῦν
7743072 δοξω
ἐμμανής , ὅμως διὰ τὴν ἀλήθειαν ἔξω μανίας καὶ βακχευμάτων δόξω εἶναι , ἐπειδὴ τὸ τὴν ἀλήθειαν λέγειν οὐκ ἔστι
δή . θαυμάσητε δὲ μηδὲν ἐὰν ὑμῖν ἄνωθέν ποθεν ἐπιχειρεῖν δόξω : σχολῆς γὰρ ἀπολαύομεν καὶ οὐδὲν ἡμᾶς ἐστὶ τὸ
7372019 δοξαιμι
μᾶλλον , ἢ λόγου τυχόντι καὶ μὴ πείσαντι ὑμᾶς : δόξαιμι γὰρ ἂν σὺν δίκῃ πάσχειν , ὅ τι ἄν
οὐδὲ τοσαυτάκις ἀγωνιζόμενος [ καὶ ] νικήσας δικαίως ἂν πάλιν δόξαιμι δι ' ἐκεῖνα ἐκπεσεῖν . Ἀλλὰ γὰρ ἴσως μετὰ
7338197 μελλω
. τούτῳ γάρ , ὡς ὁρῶ , καὶ τὸ δέρμα μέλλω προσδοῦναι . „ ὁ λόγος δηλοῖ , ὅτι τότε
φησὶ γὰρ ὧδε : Βούλομαι δὲ πρὸ πάντων , ὧν μέλλω λέγειν , μνημονεύοντας ὑμῶν οἶδ ' ὅτι τοὺς πολλοὺς
7255559 πειρω
ἵνα μὴ κλάῃς . Ἀκροῶ δή , καὶ τὰς χεῖρας πειρῶ κατέχειν . Ἀλλ ' οὐ δύναμαι : χαλεπὸν γὰρ
θεοῦ . Γλώσσης μάλιστα πανταχῆ πειρῶ κρατεῖν . Γαστρὸς δὲ πειρῶ πᾶσαν ἡνίαν κρατεῖν . Γίγνωσκε σαυτὸν νουθετεῖν ὅπου τρέχεις
7108561 ἐξεστ
σύ : πῶς γάρ ; ᾗ γε μηδὲ πρὸς θεοὺς ἔξεστ ' ἀκλαύτῳ τῆσδ ' ἀποστῆναι στέγης : ἄλλ '
† ἀπωλόμην παλίμπους τύχη ἐν γῆς φίλης ὄχθοισι κρυφθῆναι καλόν ἔξεστ ' ἐρωτᾶν πότνιά ς ' ἢ σιγὴν ἔχω ;
7063298 δυνησομαι
, ἀλλὰ καὶ μὰ τὸν Διόνυσον οὐκ οἶδ ' ὅπως δυνήσομαι περιπλέκειν ὅλην τὴν ἡμέρανκαὶ πεπορνευμένος : ὁ γὰρ εἰκῇ
ζῴων παραλλαγήν , ὁποῖον μὲν ἕκαστον τῶν ὑποκειμένων ἐμοὶ φαίνεται δυνήσομαι λέγειν , ὁποῖον δὲ ἔστι τῇ φύσει διὰ τὰ
7008267 ἀχθομαι
μήποτ ' ὤφελον λιπεῖν τὴν Σκῦρον : οὕτω τοῖς παροῦσιν ἄχθομαι . Οὐκ εἶ κακὸς σύ , πρὸς κακῶν δ
νῦν δ ' ἴσον ἀπέχομεν εὐπορίας καὶ κολακείας καὶ οὐκ ἄχθομαι τῷ μὴ πλουτεῖν , ἀλλὰ φιλοτιμοῦμαι τῷ μὴ δουλεύειν
6995957 τἀμαυτου
πρῶτον μὲν ἀπαρασκευότατον γενέσθαι με , μὴ δυνάμενον διαπράσσεσθαι αὐτὸν τἀμαυτοῦ πράγματα , ἔπειτα κακοπαθεῖν τῷ σώματι , τούς τε
, εἰκότως μὲν οὐκ ἂν ἔχοιμι μέμψιν , εἰ μὴ τἀμαυτοῦ προστίθημι τούτοις , σῴζων δὲ τὰ τούτων καὶ πλείω
6984515 θελω
τὸ δὲ νηλής ἀπὸ τοῦ λῶ , ὃ σημαίνει τὸ θέλω , κατὰ στέρησιν ὁ φευκταῖος καὶ μὴ θελόμενος .
αου , λείψαντα συναμφότερον , ποιεῖν Μο κδ . Ἐπεὶ θέλω τὸν ὑπὸ τοῦ αου καὶ τοῦ βου , λείψαντα
6969737 Χαρικλεις
ὁλόκληρος ἀρετὴ φύεται . καὶ σὺ δ ' , ὦ Χαρίκλεις , μηδὲν ἀχθεσθῇς , εἰ ταῖς Ἀθήναις ἡ Κόρινθος
ἐκεχειροτόνησο καί σε χαλκῶν ἀνδριάντων ἐν ταῖς ἀγοραῖς , ὦ Χαρίκλεις , ἐτίμων . σχεδὸν γὰρ οὐδὲ αὐταὶ περὶ αὑτῶν
6925091 παυσομαι
τὸν Δία ἐκλῦσαι ] ἐλευθερῶσαι οὐδαμῆ ] οὐδαμῶς λήξω ] παύσομαι ποτέ ] ἐπαινῶν προθυμίας ] τῆς ὑπὲρ ἐμοῦ ἐλλείπεις
τῆς ἐκείνου φύσεως δεῖγμα γεγενῆσθαι , τοῦτο οὐ πρὶν εἰπεῖν παύσομαι . Φιλοσοφίαν τοίνυν , ὦ βασιλεῦ , ἅπαντες μὲν
6923700 δοξῃς
οἶσθα , φησὶν , ὥς σε ἔδει μετεύξασθαι , ἵνα δόξῃς τὴν εὐχὴν φρονίμως ποιεῖσθαι ; νῦν γὰρ εὐήθη λόγον
τὸν νότου τόπον ὡς ἀφανῆ τυγχάνοντα βεβυθισμένον ὅλως , μὴ δόξῃς τοῦτο γίνεσθαι πάντοθεν ἐν τῷ κόσμῳ , ἀλλὰ πρὸς
6916745 ἠξιους
μάρτυς αὐτὸς γέγονας . ὅτε γὰρ τὰ μητρῷα πρὸς μέρος ἠξίους νέμεσθαι , ὄντων παίδων ἐκ τῆς γυναικὸς Φορμίωνι τουτῳί
ἐκείνης ἀναμνήσθητι , ἐν ᾗ πονηρούς τε ἐκάλεις καὶ σώζειν ἠξίους . ἥμαρτον μέν , ἀλλὰ τρεφέσθων : ἐλύπησαν μέν
6904972 φιλτατη
τήνδε [ τὴν ] ψυχὴν [ ] ἅπαξ σοί , φιλτάτη τεκοῦσα , παρεθέμην [ ] μολών ? [ :
ὧν ἕνεκα ἤθλουν , καὶ φημὶ πρὸς αὐτήν , Ὦ φιλτάτη , δεῖξόν μοι μαγγανεύουσαν ἢ μεταμορφουμένην τὴν δέσποιναν :
6902600 ἐοικα
ἄμβροτος , οὐκέτι θνητὸς πωλεῦμαι μετὰ πᾶσι τετιμένος , ὥσπερ ἔοικα , ταινίαις τε περίστεπτος στέφεσίν τε θαλείοις : τοῖσιν
τὸ σχῆμα , καὶ σκέψαι μ ' ὅτῳ μάλιστ ' ἔοικα τὴν βάδισιν τῶν πλουσίων . ὅτῳ ; δοθιῆνι σκόροδον
6892666 ἐπιθυμω
λόγον ἐρεῖς : ὅτι διὰ τοῦτο τοίνυν καὶ αὐτὸς ἀποθανεῖν ἐπιθυμῶ , ἵνα μὴ ἔργον γένωμαι πατρός : ἐν ᾧ
Ἡ ΛΥσις κατὰ συνδρομὴν , ὅτι διὰ τοῦτο μάλιστα θανάτου ἐπιθυμῶ , ὅτι ἀπάτῃ ζημιωθεὶς μετὰ τὴν πεῖραν ἔγνων τὴν
6881723 ὠγαθε
' ἔσομαι τοιοῦτος γενέσθαι οἷοίπερ καὶ ἐκεῖνοι . Οὔκ , ὠγαθέ , ἀλλά σε λέληθεν οἷον τοῦτ ' ἔστιν ,
βιωσόμεθα ἀγνοοῦντες ὃ σὺ φῂς εἰδέναι . ἀλλ ' , ὠγαθέ , προθυμοῦ καὶ ἡμῖν ἐνδείξασθαιοὔτοι κακῶς σοι κείσεται ὅτι
6870945 φρονω
τεύξῃ τάχα . Φῂς τάδ ' οὖν ; Ἃ μὴ φρονῶ γὰρ οὐ φιλῶ λέγειν μάτην . Ἄπαγέ νύν μ
ταῖς ἐλπίσι : ἄλλως : τὰ δὲ ἄλλα , ἃ φρονῶ , ἀρκέσει τοῖς ἔνδον διηγήσασθαι φίλοις , ὁποῖά ἐστι
6860680 σπευδεις
γένωμαι . τί γάρ με διαφθεῖραι γλίχῃ , τί δὲ σπεύδεις ἀπολέσαι με ἐς ἑστίασιν καὶ θοίνην παρακαλῶν ; πρῶτον
μεταχειρίσεως λέγων : εἰ μὲν οὖν ἠγνόεις παρ ' ἣν σπεύδεις , ἔδει καὶ διδάσκειν τυχόν : εἰ δὲ τὴν
6838872 παραιτουμαι
λόγον πύθηι , κατά με γᾶς ζῶντα πόρευσον : οὐ παραιτοῦμαι . τί τοῖσδ ' ἀπειλεῖς βάρβαρός τε βαρβάρου γνώμην
καὶ Πλάτωνα δίκη μετελθεῖν τοῦ λόγου καὶ τῆς ἐπιτιμήσεως . παραιτοῦμαι δ ' εὐμενῆ καὶ ἵλεων εἶναι τοῖς λεγομένοις ,
6837723 ἱκετευω
κεν κεχολώσεται ὅν κεν ἵκωμαι , ” ἐπὶ δὲ τοῦ ἱκετεύω “ μή μιν ἐγὼ μὲν ἵκωμαι ἰών , ὁ
δοῦσι τίνα λόγον ἐρῶ , Λάχης ; γενοῦ γάρ , ἱκετεύω [ ς ' ] ἐγώ ? ? οἴμοι ,
6827966 ἐλεω
καὶ χρηματιστικῶν , αὐτός τε ἄχθομαι ὑμᾶς τε τοὺς ἑταίρους ἐλεῶ , ὅτι οἴεσθε τὶ ποιεῖν οὐδὲν ποιοῦντες . καὶ
„ εἶπεν „ οἱ κοινωνοῦντες ἐμοὶ ταυτησὶ τῆς στέγης , ἐλεῶ ὑμᾶς , ὡς ὑφ ' αὑτῶν ἀπόλλυσθε , οὔπω
6821294 ἐγνωκα
πάλαι τοῦτον ἀμφιγνοῶν ἠπίστουν ὅμως . ἐπεὶ δὲ σαφῶς αὐτὸν ἔγνωκα , δεινόν μοι δοκεῖ , μᾶλλον δὲ ἀσεβές ,
ἐφ ' αὑτὰς τὴν σελήνην κατάγειν , νῦν δὲ ἐπιμελῶς ἔγνωκα . καὶ τὸν Ἀριστοτέλην ἐνίοτε ἐμακάριζον , ὅστις Σταγειρίτης
6820638 ἠλπισα
τύχω δεηθείς , δόξαν οἴσομαι κουφότητος , εἰ καὶ τοιούτων ἤλπισα τεύξεσθαι παρὰ σοῦ μήπω τηλικοῦτος ὤν . ἵν '
ταῦτα προσεδεχόμην , τούτοις ἐκαρτέρουν τὰς ἀλγηδόνας , ἀπὸ τούτων ἤλπισα Κίμωνα τὸν υἱὸν προτρέπειν εἰς ἀρετήν . Οἱ μὲν
6805017 αἰσχυνομαι
: ἐκ τοῦ Τίλλω , τὸ ἀνασπῶ . Αἰδοῦμαι : αἰσχύνομαι . Νίφω : βρέχω : ἐξ οὗ Νιφετός καὶ
, Γ ποδαγρᾶν , σπληνιᾶν , Γ χαλαζᾶν . Γ αἰσχύνομαι ] ἐλάχιστον γάρ ἐστιν ὃ μέλλω δοῦναι τίμημα .
6797479 δυναμαι
ἢ δυνάστην ἢ τύραννον στέργειν ἢ θεραπεύειν τοῖς λόγοις ἐγὼ δύναμαι , μὴ παρ ' ἐμαυτῷ πρότερον αὐτὸν ἐπαινέσας καὶ
καὶ ἐπισκώψαντος : ” ὁρᾷς , ὦ Πλάτων , ὅτι δύναμαι ἀτιμοῦν ” ἔφη : „ ἀλλ ' οὐχ ὁ
6791544 μαντευομαι
, διότι παῖς ὢν Ἡρακλέους οὐκ ἀπέκρυψε τὸν πατέρα . μαντεύομαι δὲ καὶ οἷς χρήσεται πρὸς σέ : καλὸς μὲν
ἐπακούσωμεν αὐτῶν πρῶτον ἃ τῷ καταφρονεῖν ἡμῶν προσπαίζοντας αὐτοὺς λέγειν μαντεύομαι . Ποῖα δή ; Ταῦτα τάχ ' ἂν ἐρεσχηλοῦντες
6762283 μετανοησεις
Ϛ οὐ κοινωνεῖς ἄρτι τῷ πράγματι ζ ἐὰν στρατεύσῃ , μετανοήσεις η μετὰ φόβου ἐρώτησον καὶ ἀκούεις ἀλήθειαν θ ἐὰν
ἀπολαύσεις τῆς ἡδονῆς , καὶ καθ ' ὃν ἀπολαύσας ὕστερον μετανοήσεις καὶ αὐτὸς σεαυτῷ λοιδορήσῃ : καὶ τούτοις ἀντίθες ὅπως
6759300 βουλομαι
κραταιή . Κρατέρου ἀξιοῦντος πρὸς αὐτὸν ἀπιέναι , “ ἀλλὰ βούλομαι , ” ἔφη , “ ἐν Ἀθήναις ἅλα λείχειν
〚 〛 , φήσεις , τοῦτ ' οἶδα καὶ τοῦτο βούλομαι καὶ τοῦτ ' οἴομαι δι ' οὗ ἐνεργῶ παρασκευάσασθαι
6751025 φαινομαι
εἰμι τὴν χώραν τὴν ὑμετέραν οὔτ ' ἐν τῇ ἀγορᾷ φαίνομαί τινι ὀχληρός : οὐ γάρ εἰμι ῥήτωρ : οὐδὲ
παῖς μου εἶπεν , ἐπείσθης ἄν : ἐγὼ δὲ οὐ φαίνομαί σοι ἀξιοπιστότερος εἶναι ; Δύσκολος σκάλαν καταβαίνων σφαλεὶς κατέπεσε
6745036 ἡμαρτηκας
δ ' , ἔφη , οὐ πείσας σοι χρῆσαι οὐχ ἡμάρτηκας ; ὁ δέ , Τί γὰρ ἥμαρτον ; εἶπεν
; ὃ μόνον ἦν κατὰ τὸν τόπον ἁμάρτημα , τοῦτο ἡμάρτηκας . ἐπεί τοι τοῦτ ' αὐτὸ καὶ ἐγὼ Ῥούφῳ
6743264 ἐληλυθας
τοῦ ὄνου σύμβολον διασῴζειν καὶ σύρειν : σὺ δέ μοι ἐλήλυθας ἐξ ἐκείνου τοῦ καλοῦ καὶ χρησίμου ζῴου ἐς πίθηκον
πῶς τί ποτ ' ἐφλυάρησα τὰ ἐπελθόντα μοι ; φθονῶν ἐλήλυθας , τεταπεινωμένος , ὅτι σοι ἐξ οἴκου φέρεται οὐδέν
6738682 ἀφιημι
, εὐτυχὴς δ ' ἴσως ” . Γ λείπω ] ἀφίημι . Γ Ἑλλάνιε Ζεῦ : Ἑλλάνιος Ζεὺς ἀπὸ τοῦ
διασύρειν τὸ τῆς ἀριστείας κατόρθωμα , σιωπῶ τὰ λοιπὰ , ἀφίημι τοῦτον μόνον ὡς ἀληθῶς τῆς ἐλευθερίας προστάτην : τί
6719295 μανθανω
ἂν ἢ μόνῳ ἐκείνῳ ποιῇ τις ἢ ἄριστα ; Οὐ μανθάνω , ἔφη . Ἀλλ ' ὧδε : ἔσθ '
μανθάνειν σημαίνει καὶ τὸ νοεῖν , ὥσπερ εἰώθαμεν λέγειν ὅτι μανθάνω τὰ λεγόμενα ἀντὶ τοῦ νοῶ , σημαίνει δὲ τὸ
6712702 βουλου
ὠφελεῖ τὸν ζηλοῦντα μὴ βλάπτουσα τὸν ζηλούμενον . μικρὰ διδόναι βούλου μᾶλλον ἢ μεγάλα ἐγγυᾶν : ὅ τε γὰρ κίνδυνος
ὁτὲ μὲν βασιλέως , ὁτὲ δὲ ἀλήτου . μὴ οὖν βούλου δευτερολόγος ὢν τὸ πρωτολόγου πρόσωπον : εἰ δὲ μή
6702809 φιλοιην
φίλει δίδασκε ἀναγίγνωσκε , εὐκτική , οἷον φιλοίην καὶ εἴθε φιλοίην διδάσκοιμι ἀναγιγνώσκοιμι , συνζευκτικός , οἷον ὅταν φιλῶ διδάσκω
προστακτικός , οἷον φίλει δίδασκε ἀναγίγνωσκε , εὐκτική , οἷον φιλοίην καὶ εἴθε φιλοίην διδάσκοιμι ἀναγιγνώσκοιμι , συνζευκτικός , οἷον
6684037 ἀφησω
οὐδέν . τὸ γὰρ ὡς καὶ αὐτὸς ὑβρίζομαι , τούτοις ἀφήσω : πάλαι γὰρ τοῦτο αὐτοῖς ἐν μελέτῃ . σπινθῆρα
με ἀπελθόντες καταλίποιτε , βρόχον πλεξαμένη τὴν ψυχήν μου οὕτως ἀφήσω . ” ἐγὼ δὲ ὡς ταῦτα ἤκουσα , τὸ
6683516 ἡγῃ
εἰς ἀμετρίαν . Τί μήν ; Ἀλήθειαν δ ' ἀμετρίᾳ ἡγῇ συγγενῆ εἶναι ἢ ἐμμετρίᾳ ; Ἐμμετρίᾳ . Ἔμμετρον ἄρα
δὲ καὶ σὺ καὶ δύνασαι καὶ Προκόπιον ἕνα τῶν φίλων ἡγῇ καὶ φιλεῖν ὅλως οὐχ ἧττον ἢ ἄρχειν ἐπίστασαι .
6671302 ἠνειχομην
τύχαις ταῖς οἴκοθεν ἤλγουν μὲν ἤλγουν , συμφορὰς δ ' ἠνειχόμην , σῶν δὲ στερηθεὶς ὠιχόμην ἄκων γάμων . νῦν
ἦν , ἀλλὰ φάρμακον ὥσπερ ψυχῆς νοσούσης . περιβαλλούσης οὖν ἠνειχόμην καὶ περιπλεκομένης πρὸς τὰς περιπλοκὰς οὐκ ἀντέλεγον : καὶ
6661454 ἀλγω
. ἐπειδὰν αἴσθωμαι συκοφάντην ἄνθρωπον ἐπιεικεῖ προσπεσόντα καθάπερ χειμάρρουν , ἀλγῶ τὴν ψυχὴν καί που δακρύω καὶ συμπράττειν ὅ τι
βοώσας παραπλέων τὰς ἡδονάς πλατὺν γέλωτα καταχέω τῶν δογμάτων . ἀλγῶ δὲ καὶ τῆς οὐχ ὁρωμένης ἐρῶ . δραχμῆς μὲν
6657144 ἐλπιζω
πόλει . Περὶ μὲν οὖν τῆς ὅλης κατηγορίας μετρίως μοι ἐλπίζω προειρῆσθαι : περὶ δὲ αὐτῶν τῶν νόμων οἳ κεῖνται
, ἐν τῷ παρόντι λόγῳ δηλώσας , μέγα τι τοῦτο ἐλπίζω εἰς ἅπασαν τὴν τέχνην συγγεγραφέναι . καίτοι φήσει τις
6655940 ἐθελω
ἢ κρέας , κἂν μὴ κατεσθίωσι καὶ τοὺς δακτύλους , ἐθέλω κρέμασθαι δεκάκις . οὐκ ἄκαιρον δ ' ἐστὶν μνημονεῦσαι
τις δέξαιτ ' ἂν ὑμῶν ; ἐγὼ μὲν γὰρ πολλάκις ἐθέλω τεθνάναι εἰ ταῦτ ' ἔστιν ἀληθῆ . ἐπεὶ ἔμοιγε
6649842 Γοργια
τῆς τύχης γὰρ ῥεῦμα μεταπίπτει ταχύ . Εὐκαταφρόνητόν ἐστι , Γοργία , πένης , κἂν πάνυ λέγῃ δίκαια : τούτου
. οὐκοῦν ὡδὶ γίγνεται „ Δοκεῖ τοίνυν μοι , ὦ Γοργία , εἶναι ἐπιτήδευμα τεχνικὸν μὲν οὒ , ψυχῆς δὲ
6644658 ὁμολογεις
: εἰ δὲ τούτων ἠπόρησας , τὴν πολιτείαν καὶ σιωπῶν ὁμολογεῖς : ἡ γὰρ τῶν ἑτέρων ἀναίρεσις τυγχάνει τῶν λειπομένων
τῆς τοῦ φαρμάκου δόσεως . αὐτὸς οὖν μοι εἰπὲ πότερον ὁμολογεῖς τῷδε καὶ φῂς ἱκανῶς ἤδη σωφροσύνης μετέχειν ἢ ἐνδεὴς
6637406 χρησομαι
! ] [ Πάρνε ] , πρός [ σε ] χρήσομαι [ ] πάσῃ [ ! ! ! ! !
, ὠγαθέ , τί δὴ γανοῦσθαι τοῦτο ; καὶ τί χρήσομαι ; ἥνπερ μεθειλ [ ! ! τὴν ] τέχνην
6633957 ἐλεξας
κοσμοῦσα , μὴ οὐ πείσηις σοφούς . Κύπριν δ ' ἔλεξας ἐλθεῖν ἐμῶι ξὺν παιδὶ Μενέλεω δόμους . οὐκ ἂν
Οὐδεὶς ἐρεῖ ποθ ' ὡς ὑπόβλητον λόγον , Αἴας , ἔλεξας , ἀλλὰ τῆς σαυτοῦ φρενός . Παῦσαί γε μέντοι
6622047 μηδεποτ
” , ἐπειδὴ τῆς ἀκαθάρτου φθορᾶς αἴτιον ἡ διάλυσις . μηδέποτ ' οὖν ἰδών τινα τῶν φαύλων οἷς ἂν ἐπιθῆται
ἐν ὀρέξει ἀναπότευκτον , ἐν δ ' ἐκκλίσει ἀπερίπτωτον , μηδέποτ ' ἀτυχοῦντα , μηδέποτε δυστυχοῦντα , ἐλεύθερον , ἀκώλυτον
6617215 φησω
τοῖς Πυθαγορείοις τὸ ὀπτικὸν λέγεται αἰσθητήριον ; ὡς φωτός , φήσω , δεκτικὸν διά τε τοὺς λεπτοὺς καὶ διαυγεστάτους καὶ
; θέλεις οὖν ἄγγελος σύ μοι μολεῖν ; τί δῆτα φήσω χρόνιος οὖς ' ἐκ δωμάτων ; πολλὰς ἂν εὕροις
6596874 ὑπελαβες
σε ὡμολογηκέναι ἃ πάλαι ζητοῦμεν ; Ὀρθῶς , ἔφη , ὑπέλαβες . Οὐκοῦν περί γε ἀνθρώπων ὅτι τοιούτους δεῖ λόγους
τοῦ σώματος αὐτῆς τῆς ψυχῆς διὰ προσδοκίας γιγνόμενον . Ὀρθῶς ὑπέλαβες . ἐν γὰρ τούτοις οἶμαι , κατά γε τὴν
6586733 θαρρεις
, τῆς ὑστέρας τεταγμένος , ἐπίπροσθεν ἔχων ἄλλον , ἔτι θαρρεῖς . τοῦτο μὲν οὖν οἷόν ἐστιν , αὐτό σοι
αἱ πόλεις σοι κηρύττουσιν ἀσφάλειαν καὶ προσιόντι καὶ ἀπιόντι , θαρρεῖς ; ἢ διότι καὶ δοῦλος ἂν οἴει τοιοῦτος εἶναι
6585904 ἀκουσον
, ἵνα μὴ κακουργῶν ἐνέγραφ ' ἡμῖν τὸν λόγον . ἄκουσον , ὦ δαιμόνιε , μου τῶν μαρτύρων . ἀνάβηθι
ἀπέλθῃς καταλιπών : καὶ τὸ ταύτης ἐμόν ἐστι πῦρ . ἄκουσον δὲ ὡς καὶ τἆλλα μοι μέλει περὶ σοῦ .
6585273 γινου
ἰδέαν δημιουργεῖς , εἰ μὲν θεατὴς ὢν τυγχάνεις , μιμητὴς γίνου τῆς θέας : ἂν δὲ τὸ εἶδος ἀκοῇ παραλάβῃς
ἐπιβόητος δὲ ὁ μοχθηρὰν ἔχων τὴν φήμην . ἴσθι καὶ γίνου διαφέρει , ὅτι τὸ ἴσθι σημαίνει τὸ γίνωσκε :
6583012 ἀμφισβητω
τάχα δ ' ἂν τούτοις συντάττοιτο ἐρῶ τοῦ πράγματος , ἀμφισβητῶ ὑπεραμφισβητῶ , μέτειμι , μεταδιώκω : ἡ γὰρ ἀμφισβήτησις
ὁπότερος ἄμεινον λέγει . Ὦ Ἱππία , ἐγώ τοι οὐκ ἀμφισβητῶ μὴ οὐχὶ σὲ εἶναι σοφώτερον ἢ ἐμέ : ἀλλ
6581292 ἐμελλες
ἄδικον συνεκρότεις . ἢ οὕτως : [ εὐτυχῶν ] οὐκ ἔμελλες ἕξειν τοὺς ὑπὲρ σοῦ φίλους , εἰ συμβαίη σε
σῶν ἥκειν αὐτὸν γραμμάτων . καὶ οὐκ ἄρα παρόντας ἡμᾶς ἔμελλες τιμήσειν μόνον , ἀλλ ' ἤδη καὶ ἀπόντας .
6577296 ἀξιω
Καὶ γὰρ ταύτην τὸν ἑαυτῇ πρόσφορον τρόπον τῆς θρησκείας ἐκλέγεσθαι ἀξιῶ , ἄυλον μὲν τὴν ἀύλως συμμιγνυμένην καὶ ταῖς ἀσωμάτοις
μὲν καὶ αὐτός , ὦ Πρωταγόρα τε καὶ Σώκρατες , ἀξιῶ ὑμᾶς συγχωρεῖν καὶ ἀλλήλοις περὶ τῶν λόγων ἀμφισβητεῖν μέν
6575357 πειθῃ
τῷ Διονύσῳ : † οὐκ ἤν γε πείθῃ : ἐὰν πείθῃ τοῖς σοφωτέροις σου , οὐ - δαμῶς τοῦτο ποιήσεις
οὐκ ἐξιών ; Ἀλλ ' οὐκ , ἤν γέ μοι πείθῃ , ἀλλὰ ῥίψας τὰ τούτων ὀνειροπολήματα πορεύσῃ : κάθηται
6573552 ξυνεπεσθαι
δὲ Κομνηνὸς Ἀλέξιος κατὰ νώτου τῶν πολεμίων γενόμενος καὶ δοκῶν ξυνέπεσθαί οἱ τὴν φάλαγγα τὴν ἰδίαν γενναίως τε ἠγωνίζετο καὶ
τοῖς υἱέσιν ἕπεσθαι καὶ τὰ κελευσθέντα πληροῦν , τοῖς δὲ ξυνέπεσθαί οἱ καὶ ὁδηγῷ τούτῳ χπῆσθαι πρὸς τὴν μελετωμένην ἐγχείρησιν
6569475 δυνηθω
πορευθῶ ἐν αὐτοῖς καὶ δουλεύσω αὐτοῖς , ἵνα ἐργασάμενος αὐτὰ δυνηθῶ σωθῆναι . Ἄκουε , φησί , καὶ τῶν ἀγαθῶν
τὸ συνειδὸς ἐλλαμβανόμενον ὀρθοῖς ὄμμασιν οὐκ ἐάσει προσβλέπειν , κἂν δυνηθῶ λανθάνειν : λήσομαι δ ' οὐδαμῶς : εἰσὶ γὰρ
6567550 ἐρρωσο
διενυκτέρευσαν . σὺ δ ' ὡς ἐπὶ μήκιστον εὐτυχοίης . ἔρρωσο . καὶ τὸ μὲν μηδὲν παθεῖν τοιοῦτον οὐκ ἂν
τις οὕτως ἄθλιος ὡς τὸ αἰσχρὸν τοῦ καλοῦ προτιθέναι . ἔρρωσο . Ὅστις ἀρχαίως καὶ δοκίμως ἐθέλει διαλέγεσθαι , τάδε
6561304 κατηγορηκα
αὐτὸν τρόπον ἀπολογεῖσθαι ὅνπερ κἀγὼ κατηγόρηκα . Ἐγὼ δὲ πῶς κατηγόρηκα ; ἵνα καὶ ὑπομνήσω ὑμᾶς . Οὔτε τὸν ἴδιον
, δίδωσι γὰρ ἀλλ ' ὡς οὐ πεποίηκεν , ἃ κατηγόρηκα , ἢ πεποιηκὼς περὶ τὴν ἑορτὴν ἀδικεῖ , τοῦτο
6560683 ἐκρινα
ἕνεκεν ὀρθοκόρυζον καλεῖσθαι πρὸς ἡμῶν καὶ τοῦ χοροῦ τῶν Διονυσοκολάκων ἔκρινα . Ὦ δαῖμον , ὅς με κεκλήρωσαι καὶ εἴληχας
καθυστερεῖν καὶ τῆς τελείας εὐδαιμονίας ἣν σὺ κέκτησαι . διόπερ ἔκρινα προσφωνῆσαί σοι παραγενέσθαι πρὸς ἐμέ , πεπεισμένος σε μὴ
6555505 δεδωκας
δεοίμην : ἐγὼ δὲ φροντίζω , πῶς ἂν ὧν ἤδη δέδωκας ἀποδοίην χάριτας . καίτοι τόν γε τρόπον αὐτὸς ὑποδεικνύεις
, τούτῳ δὲ τρίτου προσάψασθαι μόνον ἐπὶ τοῦ μείζονος θρόνου δέδωκας , ὃν ἔδει πλείονος , εἰ δὲ μή ,
6548220 τολμᾳ
Μελίσσῳ , παγκρατίου στεφάνωμ ' ἐπάξιον , ἔρνεϊ Τελεσιάδα . τόλμᾳ γὰρ εἰκώς θυμὸν ἐριβˈρεμετᾶν θηρῶν λεόντων ἐν πόνῳ ,
δὲ ἐν τῷ ἔρνεϊ στίζουσι καὶ ἐπιφέρουσιν οὕτω : Τελεσιάδᾳ τόλμᾳ γὰρ εἰκώς , ὡς τοῦ Τελεσιάδου ἐναγωνίου προγόνου γενομένου
6547951 ἐοικας
ὑπ ' ἀνθρώπων ἀπιστοῦμαι χρηστότητος . Θαυμάζειν διὰ τῆς ἐπιστολῆς ἔοικας τὴν παρὰ πολύ μου μεταβολὴν τοῦ βίου , ὅτι
μὴ ῥιγοῦν τοῦ ἀμπεχόνης εὐπορεῖν ; Φέρε τοίνυν , ἐπειδὴ ἔοικας ἀγνοεῖν , διδάξομαί σε θρηνεῖν ἀληθέστερον , καὶ δὴ
6536416 γενναιε
ἐτῶν οὖσα τέξεται „ ; μὴ μέντοι νομίσῃς , ὦ γενναῖε , τὸ ” εἰπεῖν ” οὐχὶ τῷ στόματι ,
ἕκαστον βραβευόμενον ἐπαινετῶς ἐξορθοῦσθαι πέφυκεν . Ἔπειτ ' , ὦ γενναῖε , μὴ νομίσῃς ἀλυσιτελὲς ἐπίκαιρον εἶναι τυραννίδα . οὐδὲ
6528745 νομιζεις
εἰς παράδειγμα παραγαγὼν τόδε Τρῶεςὄφιν . εἰ δὲ μείουρον τοῦτον νομίζεις , ἄκουσον καὶ τῶν κατὰ τοῦ Μνημῆ τοῦ ζωγράφου
λογισμῷ ἐπ ' αὐτὰ στελλόμενος , ἀπόθου ταῦτα , ἃ νομίζεις σεμνὰ εἶναι , ἐν τοῖς δευτέροις , καὶ μήτε
6527727 ὑπομενω
, ἀλλ ' εἰς ἐγνωσμένον ἀποστέλλεις με θάνατον : πλὴν ὑπομενῶ καὶ τοῦτο τὸ ἔργον καὶ πειράσομαι φανεὶς ψυχὴν οὐ
γινώσκεις παροῦσαν ] ἐμοί ἀντλήσω ] καρτερήσω † ἀνατλήσω , ὑπομενῶ Διὸς φρόνημα ] † ἤγουν ὁ Ζεὺς περιφραστικῶς λωφήσῃ
6526178 φοβουμαι
Ἄργου γηγενοῦς : † ἄλευ ' , ἆ δᾶ : φοβοῦμαι , τὸν μυριωπὸν εἰσορῶσα βούταν . ὁ δὲ πορεύεται
τοῦ ἐμοῦ τάφου παρακαθημένην τὴν ἐμὴν ὁμόκοιτον γυναῖκα καὶ σύζυγον φοβοῦμαι μή τι κακὸν αὐτῇ ἐπιγέγονε . τὰς χοὰς δέ
6523843 Γετα
νυνὶ γάρἀλλὰ ποῦ θεοὺς οὕτω δικαίους ἐστὶν εὑρεῖν , ὦ Γέτα ; Λακωνικὴ κλείς ἐστιν ὡς ἔοικέ μοι περιοιστέα .
τι ληρεῖς . πέπλεγμαι ] πράγματι [ ] ἔφθαρμαι , Γέτα . [ ! ] μὴ καταρῶ , πρὸς τῶν
6523414 Ὁμως
φανέντα καὶ καταδόξαντα εἶναι τοῖς τότε ἀνθρώποις τὸν Καρνεάδην . Ὅμως δέ , καίτοι καὐτὸς ὑπὸ τῆς στωϊκῆς φιλονεικίας εἰς
νὴ τὸν Δία εὕδει καταφαγὼν μύρτα καὶ σέρφους τινάς . Ὅμως ἐπέγειρον αὐτόν . Οἶδα μὲν σαφῶς ὅτι ἀχθέσεται ,
6523088 κυρω
ἀκουῶ 〚 〛 , ὥσπερ σύρω † σαρῶ καὶ κύρω κυρῶ , καὶ πλεονασμῷ τοῦ ρ ἀκροῶ . εἴρηται δὲ
Οἰνέως κόρην , δάμαρτά θ ' Ἡρακλέους , εἰ μὴ κυρῶ λεύσσων μάταια , δεσπότιν τε τὴν ἐμήν . Τοῦτ
6517012 Θαρρει
ὁ πατήρ , φησίν , ὁ Ποσειδῶν ἰάσεται σε . Θάρρει , ὦ τέκνον : ἀμυνοῦμαι γὰρ αὐτόν , ὡς
ἤδη ἀκροάσασθαι αὐτοῦ , μὴ καὶ λάθω τελέως ἀπολειφθείς . Θάρρει , ὦγαθέ . τὸ τήμερον γὰρ ἐκεχειρία ἐπήγγελται .
6515328 οἰσω
, καὶ ἐν ῥήμασιν ἑτερόκλιτα , ἔσθω ἔφαγον , φέρω οἴσω . Εἰ αἱ σύνθετοι τῶν λέξεων διηνεκὲς ἔχουσι τὸ
οὗ φέρεται ἡ ναῦς . οἴω , τὸ φέρω , οἴσω * * * . . . , : ὀρρωδῶ
6509823 μεμψασθαι
μὴ καλῶς εὐεργετεῖν . δέσποιν ' , ἔχεις μὲν τἀμὰ μέμψασθαι κακά , τὸ γὰρ δάκνον σου τὴν διάγνωσιν κρατεῖ
καὶ ἐνέπιπτε τὸ κάλλος , καὶ ἐτήκετο μηδὲν αὐτοῦ μέρος μέμψασθαι δυναμένη : ὁ δὲ ἰδὼν ἐν νεβρίδι καὶ στεφάνῳ
6509651 μελαγχολᾳς
μεθέστηχ ' : Μετεβλήθη . εἶχε : Ἐκέκτητο . . μελαγχολᾷς : Μαίνῃ . . τὸ βλέμμ ' αὐτοῦ :
τοῦ ῥήματος , τὸ ποῖον δὴ λέγω , ὦ μοχθηρὲ μελαγχολᾷς , εἶπες δ ' ἂν οὑτωσί πως , ὦ
6504725 δοκοιην
οὐκ ἂν ἔτι ἐφθεγξάμην , ἵνα δὴ μὴ τὰ ἑτέρου δοκοίην λέγειν . παραπλήσια δὲ καὶ τὰ νῦν ἐν Ἀσκληπιοῦ
ἐάσθω τὰ Μουσωνίου πλείω ὄντα καὶ θαυμασιώτερα , ὡς μὴ δοκοίην θρασύνεσθαι πρὸς τὸν ἀμελῶς αὐτὰ εἰπόντα . Χειμάσας δ
6496172 Ὠγαθε
μέντοι οὐδὲν λέγω . Τί δή , ὦ Σώκρατες ; Ὠγαθέ , ἐννενόηκά τι σμῆνος σοφίας . Ποῖον δὴ τοῦτο
τίνος σοι φῶμεν μάλιστ ' εἰρῆσθαι τοῦτον τὸν λόγον ; Ὠγαθέ , καὶ αὐτὸς ἐμαυτοῦ νυνδὴ κατεγέλασα . ἀποβλέψας γὰρ
6493875 Ἐοικα
ἀρετὴν ὡς ἀληθῶς ἠσκημένους ταῖς ὑπὲρ αὑτῶν εὐφημίαις ἐρυθριᾶν . Ἔοικα δὲ τοῦ γάμου τὸ πάντων ἥδιστον παρατρέχειν . τί
ὕβρεως , ἀλλὰ καὶ ψιλῇ κατηγορίᾳ πρὸς δικαστήριον ἄγεται . Ἔοικα δὲ τὸ μέγιστον οὔπω διάφορον εἰρηκέναι . τί οὖν
6493210 ἀποκτενω
ποιήσομεν . Καὶ εἶπεν αὐτοῖς ὁ υἱὸς Φαραώ : ἐγὼ ἀποκτενῶ τὸν πατέρα μου τῇ νυκτὶ ταύτῃ , διότι ὁ
ἡ ἀντιστρέφουσα τῇ προαποδεδομένῃ , ἧς ἡ ἀρχὴ “ ὡς ἀποκτενῶ κέκραχθε ” , τέλος δὲ τῆς πρώτης “ οὐ
6490666 συμβουλευω
οὐδεὶς ὑμᾶς ἀναγκάζει παρὰ τὴν ὑμετέραν γνώμην ψηφίζεσθαι . ὥστε συμβουλεύω μὴ τούτων ἀποψηφισαμένους ὑμῶν αὐτῶν καταψηφίσασθαι . μηδ '
μὴ μακρὰ λίαν λέγων ἐνοχλῶ , τὰ κεφάλαι ' ὧν συμβουλεύω φράσας ἄπειμι . παρασκευάζεσθαι μὲν πρὸς τοὺς ὑπάρχοντας ἐχθροὺς
6489412 λοιδορουμενον
τὸ σῶμα καταναγκάζειν ῥυπῶντα καὶ αὐχμῶντα καὶ πᾶσι δυσαρεστοῦντα καὶ λοιδορούμενον , συνεχὲς ἐπιρραψῳδῶν τὰ πάνδημα ἐκεῖνα τοῦ Ἡσιόδου περὶ
ᾖ . Ἥδιον οὐδὲν οὐδὲ μουσικώτερον ἔστ ' ἢ δύνασθαι λοιδορούμενον φέρειν : ὁ λοιδορῶν γάρ , ἂν ὁ λοιδορούμενος
6484308 ἠδικεις
σοι δεῖ ἀποφεύγειν , ἀνθ ' ὧν [ πρότερον ] ἠδίκεις . ταῦτα γάρ ἐστι τὰ ὠφελοῦντα τὸν λόγον ,
: καὶ γὰρ ἐκείνους καὶ τουτουσὶ καὶ ὅλην τὴν πόλιν ἠδίκεις καὶ κατῄσχυνες . εἰ δὲ μὴ ποιοῦντός σου κατεσκεύαζόν
6476608 Λυκινε
ἑλλέβορος ἱκανὸς ποιῆσαι ζωρότερος ποθείς ; Ἀλλὰ πάντως , ὦ Λυκῖνε , καὶ αὐτὸς εὔξῃ τι ἤδη ποτέ , ὡς
ἄνθρακές σοι ὁ θησαυρὸς ἔσται ; Πῶς λέγεις , ὦ Λυκῖνε ; Ὅτι , ὦ ἄριστε , ἄδηλον ὁπόσον χρόνον
6475702 οἰομαι
υἱῷ γὰρ ἀγαπητῷ τι πράττων πρὸς χάριν ἔρανον ἐμαυτῷ τοῦτον οἴομαι φέρειν . ὅστις δ ' ἐρυθριᾷ τηλικοῦτος ὢν ἔτι
καὶ εἰ μή τι αὐτῶν ἀληθές ἐστιν , ὥσπερ οὐκ οἴομαι , οὐ πρὸς τὰς ὑμετέρας ἀγγελίας καταπλαγεῖσα καὶ ἑλομένη
6475218 ἀκκιζῃ
ἀπονοῇ , ἐμβλακεύῃ , σπαταλᾷς , τρυφᾷς . ἐνδιαθρύπτῃ : ἀκκίζῃ , κενοδοξεῖς , σπαταλᾷς . ἐνδιαθρύπτῃ : ἀποσεμνύνῃ μοι
τὸ συνεῖναι , ὅ ἐστιν ἐπ ' αὐτῷ ἐγχωροῦν . ἀκκίζῃ . τὸ ἀκκίζεσθαι ἐκ γυναικὸς εἰρῆσθαί φασιν Ἀκκοῦς καλουμένης
6473337 συγχωρω
τοὺς ἠτυχηκότας , εἰ καὶ δύ ' εἰσὶ μόνοι , συγχωρῶ : παντὶ γὰρ πλείους εἰσὶ τοῦ δέοντος , καὶ
καὶ μὴ μόνον τῇ λέξει ἀλλὰ καὶ τοῖς ἑπομένοις αὐτῇ συγχωρῶ , ἐπειδὴ καὶ Ἰσοκράτης φησὶ ῥήτορος εἶναι τὸ τὰ
6471420 χαριζομαι
καρποῖς ἡ πάχνη λυμαίνεται , καὶ τοὺς ἱδρῶτας τοῖς ἀνέμοις χαρίζομαι . ἄνδρες δικασταί φθεγγομένους διηνεκῶς ἡ τῶν γεωργῶν τάξις
πράξω δὲ ὅμως τὸ τοιοῦτον , εἰ καὶ μὴ πᾶσι χαρίζομαι . σπουδάζουσιν εἰς ὑπεροχὴν ἔχειν : διὸ οὐδ '
6470598 κἀξ
τε δακρυούσας εἰσάγουσι καὶ τὰς ἐκείνων γινώσκουσι κατοικίας ὅπῃ εἰσὶ κἀξ οἵων ποταμῶν ἀπορρύονται ὕδατα Πιμπλείας καὶ Λειβηθρίας λέγοντες καὶ
ἐγὼ δὲ τούτου πάππος , ὥσπερ εἰ λέγοις Ἱππόνικος Καλλίου κἀξ Ἱππονίκου Καλλίας . Καλλίας ἄρ ' οὗτος οὕρνις ἐστίν
6469863 ἐπιχειρεις
ἔχεις ποιεῖν ; ἄλλο τι ἢ τούτῳ τῷ ἔργῳ ᾧ ἐπιχειρεῖς διανοῇ τούς τε νόμους ἡμᾶς ἀπολέσαι καὶ σύμπασαν τὴν
εἷς ἄν μοι πολλῶν ἦν ἀντάξιος . ἃ σὺ λογιζόμενος ἐπιχειρεῖς μοι δεικνύειν ὡς , εἰ καὶ Δουλκίτιος τέθνηκεν ,
6467357 παραινεις
ἐκποδών , τὸν οὐκ ὄντα μᾶλλον ἢ μηδένα . Κέρδη παραινεῖς , εἴ τι κέρδος ἐν κακοῖς : βράχιστα γὰρ
βλέπουσιν ἡδονάς . Εἶεν , τῷ παιδὶ μὲν οὕτως ἀνόνητα παραινεῖς καὶ φέροντα βλάβην , τῇ θρεψαμένῃ δὲ πῶς ;
6466309 χαλεπαινεις
καὶ δὴ καὶ νῦν εὖ οἶδ ' ὅτι οὐκ ἐμοὶ χαλεπαίνεις , γιγνώσκεις γὰρ τοὺς αἰτίους , ἀλλὰ ἐκείνοις .
ἔχει ἀκολουθῆσαι ἢ τῷ φαινομένῳ ; οὐδενί . τί οὖν χαλεπαίνεις αὐτῇ , ὅτι πεπλάνηται ἡ ταλαίπωρος περὶ τῶν μεγίστων
6466209 Ἀντιλοχ
ὅτε τὸ δεύτερον ἁλεκτρυὼν ἐφθέγγετ ' . οἴμοι δείλαιος . Ἀντίλοχ ' , ἀποίμωξόν με τοῦ τριωβόλου τὸν ζῶντα μᾶλλον
ἔγειρεν . Ἀντίλοχον δ ' ὄτρυνε βοὴν ἀγαθὸς Μενέλαος : Ἀντίλοχ ' οὔ τις σεῖο νεώτερος ἄλλος Ἀχαιῶν , οὔτε
6464044 δεδια
καὶ τὸ διώκω , δίσω , δέδικα : ὁ μέσος δέδια : δεδιὼς ἡ μετοχὴ , καὶ δειδιὼς κατ '
' ἐλευθεροστομεῖς . ἐμὰς δὲ φρένας ἠρέθισε διάτορος φόβος : δέδια δ ' ἀμφὶ σαῖς τύχαις , πᾷ ποτε τῶνδε
6461869 ἐγωγ
εἰς τὴν πολιτείαν οὐ παραδεξόμεθα ἅτε τυραννίδος ὑμνητάς . Οἶμαι ἔγωγ ' , ἔφη , συγγιγνώσκουσιν ὅσοιπέρ γε αὐτῶν κομψοί
τῶν φίλων τῶν Πανταινέτου καὶ τῶν νόμων . οὐ γὰρ ἔγωγ ' ἐπεδήμουν , οὐδ ' αὐτὸς ἐγκαλεῖ . Βούλομαι
6459711 τεθνηκας
' ἐς Ἄργος αὖ πάλιν . ὦ τλῆμον , εἰ τέθνηκας , ἐξ οἵων καλῶν ἔρρεις , Ὀρέστα , καὶ
σεωυτοῦ φονέα τεῖσαι . Κατὰ μὲν γὰρ τὴν τούτου προθυμίην τέθνηκας , τὸ δὲ κατὰ θεούς τε καὶ ἐμὲ περίεις
6458738 ᾐσθου
; Ἔπειτ ' οὐδ ' ἐκ τῆς ἐπιδοθείσης αὐτῇ προικὸς ᾔσθου ; Ὥστε καὶ δι ' αὐτὸ τοῦτο ἀγανακτήσαντι δήπου
ἵνα φυλάττῃ : εἰ δὲ τὴν πατρίδα πονηρὰν καὶ ἀχάριστον ᾔσθου , ἀκληρεῖν ἡγῇ σύ , ἀλλ ' οὐ χάριν
6457517 ἀγαμαι
, ἔφη , ὦ Σώκρατες , ἄλλα τέ σου πολλὰ ἄγαμαι καὶ ὅτι νῦν ἅμα χαριζόμενος Καλλίᾳ καὶ παιδεύεις αὐτὸν
ἀλείφεσθαι τὸ σῶμά μοι πρίω μύρον ἴρινον καὶ ῥόδινον , ἄγαμαι Ξανθία καὶ τοῖς ποσὶν χωρὶς πρίω μοι βάκχαριν .
6457276 λογιζομαι
ὀδύρομαι , τὰ δ ' ἐν ποσὶν οὐκ ἐξικμάζω καὶ λογίζομαι κακά ; ] ἥτις σφαγὰς μὲν Ἕκτορος τροχηλάτους κατεῖδον
, οἰκοδεσποτεῖν δὲ Ἑρμῆν καὶ εἶναι Παρθένῳ μοίρᾳ ιγʹ . λογίζομαι τὸ διάστημα τὸ ἀπ ' αὐτοῦ ἕως τῆς ὡροσκοπούσης
6454506 διδως
ἑταίρων ὕστερον θοινάσομαι . καλόν γε τὸ γέρας τῶι ξένωι δίδως , Κύκλωψ . οὗτος , τί δρᾶις ; τὸν
ἢ κέγχρον ἢ ἄλητον ἢ χόνδρον : τούτων ὁκόσα μὲν δίδως ἐς διαχώρησιν , λεπτὰ διδόναι καὶ διεφθότερα , καὶ
6454280 γνωσομαι
] ἐὰν δυνατόν μοι ποιῆσαι ὃ ζητεῖς . εἴσομαι ] γνώσομαι . εἴσομαι ] γνωρίσω . εἴσομαι ] εἰ κοῦφον
κατάλυσις ἥδε καθάπερ σχημάτων . Πῶς ἆρα τοὺς Μελανθίους τῷ γνώσομαι ; οὓς ἂν μάλιστα λευκοπρώκτους εἰσίδῃς . Τί δὴ

Back